Μεθαύριο καλούμαστε να ψηφίσουμε αν εγκρίνουμε ή όχι τη συμφωνία που είχε προταθεί από τους εταίρους ώστε, σε αυτή τη βάση, να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση. Οι δυνατές απαντήσεις στο ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι δύο, Ναι ή Όχι. Καθεμιά από αυτές τις δυο λέξεις μπορεί να δώσει άφθονο υλικό για αυτοτελές άρθρο, και είχα αρχικά σκεφτεί να βάλω το άρθρο του Ναι και το άρθρο του Όχι, αλλά έπεσε πολλή δουλειά, οπότε σήμερα θα πούμε δυο λόγια για τον συνδυασμό τους, το Ναι και Όχι.
Το ερώτημα του δημοψηφίσματος καταλήγει σε μια διάζευξη: Ναι ή Όχι. Παρόμοιες διαζευκτικές ερωτήσεις μας θυμίζουν τα μαθητικά μας χρόνια, αφού ήταν πολύ συχνό, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, να έχουμε θέματα που κατέληγαν ρητά σε αυτή τη διάζευξη -μια μορφή της άλλωστε είναι και οι ερωτήσεις «Σωστό-Λάθος» που μπαίνουν ακόμα και στις πανελλήνιες εξετάσεις (τα παιδιά τις λένε «Σουλού»).
Βέβαια δεν απαντιούνται όλες οι ερωτήσεις με Ναι ή Όχι -και δεν εννοώ εδώ ότι κάποιος μπορεί να έχει επιφυλάξεις, να μη θέλει να απαντήσει, να θέλει να το σκεφτεί, να προτιμήσει το δουξουδουά (δεν ξέρω/δεν απαντώ) των δημοσκόπων. Παρόλο που ο Ιησούς έλεγε «έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι ου ου, το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστίν», υπάρχουν ερωτήσεις που δεν μπορείς να τις απαντήσεις με ένα μονολεκτικό Όχι. Παράδειγμα, η ερώτηση «Έχεις ακόμα κέρατα;», ή, σε παραλλαγή, «Εξακολουθείς να δέρνεις τη γυναίκα σου;» όπου δεν μπορείς να απαντήσεις με ένα σκέτο Όχι, θέλεις να διευκρινίσεις επιπλέον πως ουδέποτε δεν είχες / δεν το έκανες αυτό.