Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Τσεχία’

Στο Γκέρλιτς

Posted by sarant στο 19 Μαΐου, 2023

Πριν από μερικές μέρες πήγα ένα μικρό ταξίδι (4 διανυκτερεύσεις) στην ανατολική Γερμανία. Έμεινα στη Δρέσδη, στη Λειψία (ή Λιψία) και στο Γκέρλιτς, μια πόλη πολύ μικρότερη από τις άλλες δύο, που μάλιστα βρίσκεται στην άκρη της Γερμανίας, ακριβώς στα σύνορα με την Πολωνία. Ο λόγος που διάλεξα αυτή τη μικρή πόλη είναι επειδή συνδέεται με την Ελλάδα και με την ελληνική ιστορία. Ήξερα και είχα διαβάσει γι’ αυτήν και ήθελα να την επισκεφτώ.

Και πέρυσι είχα σχεδιάσει αυτό το ταξίδι, σε ένα ανάλογο τετραήμερο, αλλά τότε η πρόγνωση του καιρού με αποθάρρυνε· βλέποντας το μετεωρολογικό δελτίο, δυο μέρες πριν, να προμηνύει συνεχώς βροχή στην περιοχή, άλλαξα σχέδια και τελικά ταξίδεψα στη Βρετάνη, στη Ρεν. Τώρα όμως δεν  είχα τέτοια εναλλακτική: για το διάστημα 12-16 Μαΐου σε όλους τους εναλλακτικούς προορισμούς ο καιρός προβλεπόταν εξίσου βροχερός· το μόνο μέρος που έδινε υπόσχεση  αδιατάρακτης ηλιοφάνειας ήταν το Κάουνας, που θέλω κάποτε να το επισκεφτώ, αλλά έπεφτε μακριά για ένα ταξίδι με αυτοκίνητο (κάπου στα 1700 χιλιόμετρα απόσταση από το Λουξεμβούργο).

Κι έτσι αποφάσισα να τηρήσω το αρχικό μου σχέδιο, ελπίζοντας ότι θα επαληθευτεί ένας εμπειρικός κανόνας, που λέει πως όταν πας επί τόπου ο καιρός είναι συνήθως καλύτερος από την  πρόγνωση του δελτίου. Κι έτσι ετοιμάστηκα και, πράγματι, την παραμονή της αναχώρησής  μου η  πρόγνωση μετατράπηκε από «βροχερός» σε «μερικώς νεφελώδης» και τελικά ο εμπειρικός κανόνας επαληθεύτηκε. Βέβαια, μόνο δύο μέρες από τις  πέντε του ταξιδιού ήταν εντελώς  άβροχες, αλλά, με μια εξαίρεση  την προτελευταία μέρα, οι βροχές ήταν λιγοστές και ανώδυνες.

Το Γκέρλιτς συνδέθηκε με την ελληνική ιστορία το 1916. Μαινόταν ο Μεγάλος Πόλεμος, που αργότερα ονομάστηκε Πρώτος Παγκόσμιος, η Ελλάδα ήταν ουδέτερη, ο Βενιζέλος, που ήθελε την κάθοδο με το μέρος  της  Αντάντ, είχε εξωθηθεί από τον βασιλέα Κωνσταντίνο σε παραίτηση, και η ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε την κάθοδο γερμανοβουλγαρικών στρατευμάτων  στη Μακεδονία και παρέδωσε τα οχυρά του Ρούπελ. Αρχίζει η βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής  Μακεδονίας. Το  Δ’ Σώμα Στρατού έχει αυστηρές διαταγές από την Αθήνα να μην προβάλει αντίσταση στους Βουλγάρους και να μην υπερασπίσει την πόλη της Καβάλας. Ο συνταγματάρχης Ιωάννης Χατζόπουλος, μπροστά στο αδιέξοδο, καθώς δεν ήθελε να παραδώσει το Σώμα του στους Βουλγάρους αλλά είχε ρητή εντολή να μην αντισταθεί, προτείνει στους Γερμανούς να μεταφερθεί όλο το Δ’ Σώμα Στρατού στη Γερμανία και να φιλοξενηθεί εκεί με εγγύηση των γερμανικών αρχών. Αυτό το ήθελαν και οι Γερμανοί, διότι έτσι απέφευγαν το ενδεχόμενο να ενταχθούν οι δυνάμεις αυτές στον στρατό της Αντάντ που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη.

Έτσι και έγινε. Οι Γερμανοί επέλεξαν για τόπο αυτής της ιδιότυπης φιλοξενίας το Γκέρλιτς, μια ήσυχη πόλη της Σιλεσίας, που τη διάσχιζε ο ποταμός Νάισε. Μιλάμε για το 1916, όταν η Γερμανική Αυτοκρατορία συνόρευε με τη Ρωσική Αυτοκρατορία, δεν υπήρχε πολωνικό κράτος ούτε βαλτικές χώρες. Σήμερα το Γκέρλιτς είναι μεθοριακή πόλη, αλλά τότε απείχε κάπου 800 χιλιόμετρα από τα σύνορα.

Με δέκα αμαξοστοιχίες, το Δ’ Σώμα Στρατού μεταφέρθηκε από τη Δράμα στη Σιλεσία: 6100 στρατιώτες,  400+ αξιωματικοί, 600 χωροφύλακες και 90 γυναίκες, σύζυγοι αξιωματικών. Στο Γκέρλιτς οι Έλληνες στρατιώτες καταυλίστηκαν σε ένα πρώην στρατόπεδο Ρώσων αιχμαλώτων, που είχε αδειάσει, στις ανατολικές παρυφές της πόλης, ενώ βέβαια οι αξιωματικοί νοίκιασαν σπίτια στην πόλη, καθώς συνέχισαν να μισθοδοτούνται από τη Γερμανία. Ήταν αιχμάλωτοι και φιλοξενούμενοι μαζί, σε ένα ιδιότυπο καθεστώς. Οι αξιωματικοί ήταν ως επί το πλείστον βασιλόφρονες, αφού οι περισσότεροι βενιζελικοί, τους μήνες που είχαν προηγηθεί, είχαν φυγαδευτεί μέσω Θάσου στη Θεσσαλονίκη και είχαν ενταχθεί στον στρατό της Εθνικής Άμυνας.

Ανάμεσα στους χιλιάδες του Γκέρλιτς ήταν και ο λογοτέχνης  Βασίλης Ρώτας, ο μετέπειτα μεταφραστής του Σέξπιρ, όπως και ο ποιητής Λέων Κουκούλας, ο ηθοποιός Βασίλης Αργυρόπουλος και ο ζωγράφος Παύλος Ροδοκανάκης. Όπως ήταν πάγια τακτική των Γερμανών με τους αιχμαλώτους του πολέμου, γερμανικά επιστημονικά σωματεία αξιοποίησαν την παρουσία των Ελλήνων στο Γκέρλιτς και έκαναν ηχογραφήσεις που αποτελούν σήμερα πολύτιμα  ντοκουμέντα καθώς διασώζουν προφορικό λόγο σε ελληνικές διαλέκτους αλλά και τραγούδια, ανάμεσά τους και μια από τις παλιότερες (ή ίσως την παλιότερη) ηχογράφηση  με μπουζούκι. Παίζει μπουζούκι ο Κώστας Καλαμάρας από τη Σύρα και τραγουδάει ο Απόστολος Παπαδιαμάντης (1894-1989), δευτερότοκος γιος του Γεωργίου Παπαδιαμάντη, δηλαδή ανιψιός του Αλέξανδρου.

Από τον Νοέμβριο του 1916 άρχισε να εκδίδεται και ελληνική εφημερίδα, τα Νέα του Görlitz, σε τετρασέλιδο. Βέβαια, το μεγάλο μέρος της ύλης  της ήταν μεταφρασμένες  πολεμικές ειδήσεις από τα διάφορα μέτωπα, ενώ μετά την ανατροπή του Κωνσταντίνου υπάρχουν και αναφορές για την τύχη του. Σπάνια είναι τα χρονογραφήματα ή άλλα λογοτεχνήματα ενώ δεν λείπουν οι μικρές αγγελίες ή  οι διαφημίσεις, κυρίως για ανταλλακτήρια νομισμάτων ή εστιατόρια με ελληνική μουσική (αργότερα εμφανίζεται και το ελληνικόν ζυθεστιατόριον Drei Raben, Τρία κοράκια).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Α' παγκόσμιος πόλεμος, Πρόσφατη ιστορία, Ταξιδιωτικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 129 Σχόλια »

Το μανιφέστο του Κόμματος της Μετριοπαθούς Προόδου εντός των Ορίων του Νόμου

Posted by sarant στο 10 Σεπτεμβρίου, 2017

Υπάρχει τέτοιο κόμμα; θα ρωτήσετε. Δεν ξέρω να υπάρχει τώρα, αλλά υπήρξε στο παρελθόν -όχι στην Ελλάδα όμως. Βέβαια, ιδρύθηκε για πλάκα, για κοροϊδία των εκλογών -για τρολάρισμα, θα λέγαμε σήμερα, αβάν λα λετρ βεβαίως διότι το κόμμα αυτό ιδρύθηκε πριν από εκατό και βάλε χρόνια, το 1911.

Και τι μας ενδιαφέρει; θα πείτε. Δικαίως θα το πείτε, αλλά ψυχή του κόμματος αυτού ήταν ένας από τους πιο λαμπρούς χιουμορίστες όλων των εποχών, ο μέγιστος Γιαροσλάβ Χάσεκ (1883-1923), ο πατέρας του Καλού Στρατιώτη Σβέικ, που περιέργως δεν του έχω αφιερώσει άρθρο του ιστολογίου. Ο Χάσεκ ήταν οικογενειακή μας αγάπη: θυμάμαι τον πατέρα μου και τον παππού μου να απαγγέλλουν από στήθους αποσπάσματά του. Τον Σβέικ τον διάβασα πρώτη φορά έφηβος και φοιτητής διάβασα και άλλα του Χάσεκ, στα ελληνικά ή τα αγγλικά, κι αργότερα αξιώθηκα να επιμεληθώ και μια μετάφραση διηγημάτων του.

Ο Χάσεκ ήταν αναρχικός και μποέμ (δυο φορές μποέμ, καθότι βοημός) και με την παρέα του ίδρυσαν το Κόμμα της Μετριοπαθούς Προόδου για να κοροϊδέψουν τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Δημοσιογράφος και διηγηματογράφος, πολέμησε στον μεγάλο πόλεμο, πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Ρώσους, και όπως πολλοί Τσέχοι αυτομόλησε στους Ρώσους και εντάχθηκε στην Τσεχική Λεγεώνα. Όταν όμως μετά την Οκτωβριανή επανάσταση η Λεγεώνα στράφηκε εναντίον των Μπολσεβίκων, ο Χάσεκ έφυγε (δεύτερη φορά αυτόμολος) και πήγε με τους Μπολσεβίκους. Πολέμησε στον ρωσικό εμφύλιο, κυρίως με την πένα του, και το 1920 επέστρεψε στην Πράγα, όπου πολλοί τον θεωρούσαν προδότη.

Αρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες τον Σβέικ, όμως η υγεία του είχε καταπονηθεί πολύ κι έτσι δεν μπόρεσε να τελειώσει το έργο -πέθανε πριν κλείσει τα σαράντα του χρόνια. Εκτός από το μισοτελειωμένο αριστούργημα, άφησε περίπου 1500 διηγήματα.

Πώς και θυμήθηκα τον Χάσεκ, θα πείτε. Πριν από μερικές μέρες, σε μια συζήτηση στο Φέισμπουκ, κάποιος άγνωστός μου θυμήθηκε το Κόμμα της Μετριοπαθούς Προόδου κτλ. αναφέροντας πως είχε διαβάσει το μανιφέστο του (αυτό που θα δείτε) πριν από πολλά χρόνια σε κάποιο περιοδικό. Έτσι το θυμήθηκα κι εγώ κι έψαξα τα κιτάπια μου και το βρήκα. Το διήγημα το είχα μεταφράσει από τα αγγλικά και είχε δημοσιευτεί στο τεύχος 36-38 του περιοδικού Πολιτιστική, του αείμνηστου Αντώνη Στεμνή, το 1986.

Καναδυό χρόνια αργότερα ασχολήθηκα πιο πολύ με τον Χάσεκ, όταν επιμελήθηκα το βιβλίο «Τα μυστικά της παραμονής μου στη Ρωσία». Κακώς η Βιβλιονέτ λέει ότι είναι δική μου η μετάφραση -εγώ έκανα θεώρηση της μετάφρασης που είχε κάνει ο Λυσίμαχος Παπαδόπουλος, πολιτικός πρόσφυγας στην Τσεχοσλοβακία, και επιμέλεια του κειμένου. Τσέχικα δεν ήξερα βέβαια, αλλά είχα νεανική άγνοια κινδύνου κι έπειτα το πρόβλημα στη μετάφραση ήταν κυρίως τα κάπως σκουριασμένα ελληνικά εξαιτίας της αναγκαστικής υπερορίας του μεταφραστή. Είχα ως βοήθημα την αγγλική μετάφραση σε πολλά από τα διηγήματα, αλλά επειδή σε κάποια σημεία είχα αμφιβολία ζήτησα τη βοήθεια του φίλου μου Γιώργου Κ. που τον είχα γνωρίσει στον στρατό. Αυτός είχε σπουδάσει στην Πράγα και ήξερε τσέχικα. Τελικά το βιβλίο βγήκε πολύ καλό, αν το βρείτε να το πάρετε.

Κατά σατανική σύμπτωση, προχτές επικοινώνησε μαζί μου ύστερα από τόσα χρόνια ο παλιός φίλος ο Γιώργος Κ., που άκουσε τον κουμπάρο του να λέει ότι διαβάζει καθημερινά το ιστολόγιό μας.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Μεταφραστικά, Σατιρικά | Με ετικέτα: , , , , , | 80 Σχόλια »

Μεζεδάκια τ’ Αγιαντριός

Posted by sarant στο 30 Νοεμβρίου, 2013

Τα σημερινά μεζεδάκια παίρνουν την ονομασία τους, πολύ λογικά, από τη γιορτή που έχουμε σήμερα, του Αγίου Αντρέα, μέρα που λεγόταν παλιότερα, στη λαϊκή γλώσσα, «τ’ Αγιαντριός», και μάλιστα υπήρχε και η παροιμία «Τ’ Αγιαντριός αντρειεύει το κρύο» (να σημειωθεί ωστόσο ότι όλες οι ημερολογιακές παροιμίες πρέπει να εννοηθούν με το παλιό ημερολόγιο, άρα πρέπει να τους προσθέσουμε γύρω στις 12 μέρες). Απ’ όσο ξέρω, μια ακόμα γιορτή σχηματίζει αυτή την ιδιότροπη γενική, του Αηλιός, δηλαδή του Προφητ’ Hλία στις 20 Ιουλίου, που μου θυμίζει τον στίχο του Κοτζιούλα από το σπαραχτικό Μαστορόπουλο: «Θα’ν’ όλοι εδώ τ’ Άη Λιος, και μόνο αυτός θα λείπει». Αλλά εδώ δεν εορτολογούμε, μεζεδάκια σερβίρουμε, οπότε περνάω στο πρώτο έδεσμα της πιατέλας.

* Ξεκινώντας από τα ορντέβρ, παραξενεύτηκα από τη μεταγραφή «Ζου ντόιτσε Τσάιτουνγκ», που είδα τις προάλλες σε ένα άρθρο στο Βήμα. Όχι ότι είναι εύκολη η μεταγραφή. Η εφημερίδα λέγεται Süddeutsche Zeitung, «νοτιογερμανική εφημερίδα», και βέβαια αν το μεταγράψουμε το όνομά της στα ελληνικά δεν βολεύει ούτε το ü, που, όπως και το γαλλικό u, βρίσκεται ανάμεσα στο ι και στο ου, ούτε μπορούμε να γράψουμε το διπλό ντ. Αν γίνει δεκτή η αρχή ότι το ελληνικό υ αποδίδει το u/ü και μόνο αυτό (όχι δηλαδή το y), τότε θα γράφαμε Ζυντόιτσε, αλλιώς Ζουντόιτσε -όχι όμως δυο λέξεις, κι όχι σκέτο Ζου.

* Φίλος μού επισημαίνει απόσπασμα από άρθρο για τον Κουβανό μουσικό Κομπάι Σεγκούντο: «…στις συνεργασίες του μπορούσε να γίνει μέχρι και φορτωτικός μέχρι να πετύχει ακριβώς τον ήχο που είχε μέσα στο μυαλό του». Έκοβε και δελτίο αποστολής; αναρωτιέται ο φίλος μου. Φορτικός μπορεί να γινόταν ο μακαρίτης, και βέβαια του συγχωρούμε την τελειοθηρία, όχι φορτωτικός!

* Άλλος φίλος, που ξέρει ότι έχω σε άχτι τα περιττά εισαγωγικά, μου στέλνει έναν λίκνο προς άρθρο με τον τίτλο: Συνελήφθησαν στην Αλβανία τέσσερις από τους επτά «επικίνδυνους» δραπέτες. Τα ίδια εισαγωγικά υπάρχουν και μέσα στο άρθρο. Και με ρωτάει: Δηλαδή δεν είναι επικίνδυνοι οι δραπέτες; Τι νόημα έχουν τα εισαγωγικά. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσαμε, ίσως, να τα δικαιολογήσουμε, αν θεωρήσουμε ότι εννοεί «δραπέτες που ανακηρύχτηκαν επικίνδυνοι από τις αλβανικές αρχές», δηλαδή μεταφέρει μια αξιολόγηση χωρίς να παίρνει θέση.

* Έχω ξαναγράψει ότι δεν είμαι οπαδός της λογικής ότι ένα ξένο όνομα (και πολύ περισσότερο μια ξένη λέξη) πρέπει ντε και καλά να γράφεται στο λατινικό αλφάβητο -το θέμα δεν είναι βέβαια απλό, ούτε δέχεται συνταγές γενικής εφαρμογής, και δεν θα το συζητήσω τώρα, αυτό όμως που βρίσκω εντελώς κωμικό είναι να γράφει κάποιος στο λατινικό αλφάβητο μια λέξη ή μια έκφραση (που άλλοι τη γράφουν στα ελληνικά)… και να τη γράφει λάθος -είναι αυτό που είχα πει παλιότερα, «αν είναι να το γράφετε στα ξένα, να το γράφετε σωστά». Τελευταίο παράδειγμα, από την Καθημερινή, όπου το Μπιγκ Μπανγκ, η «μεγάλη έκρηξη», γράφεται στον τίτλο άρθρου Bing Bang, λες και είναι κάποια εφαρμογή του Bing, του αποτυχημένου ανταγωνιστή του Google.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Έλληνες της διασποράς, Βουλή, Μαργαριτάρια, Μεζεδάκια | Με ετικέτα: , , , , | 87 Σχόλια »