Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Υπογλώσσια’

Υπογλώσσια σφηνάκια Νο 5

Posted by sarant στο 9 Σεπτεμβρίου, 2022

Υπογλώσσια είναι τα φάρμακα που παίρνουμε για την καρδιά, για να μην πάθουμε καρδιακή προσβολή (επειδή μας διαβάζει κι η μαμά μου διευκρινίζω πως ο πληθυντικός είναι της περιγραφής, όχι πραγματικός). Ακόμα, ένα κλισέ σε κάποιους αντρικούς ή αθλητικούς ιστότοπους, όταν βγάζουν καμιά με μπικίνι, είναι «ετοιμάστε τα υπογλώσσια».

Υπογλώσσια όμως είναι και μια ομάδα γλωσσικών ενδιαφερόντων στο Φέισμπουκ, που φτιάχτηκε στα τέλη του 2017 και στην οποία συμμετέχω.

Σφηνάκια είναι βέβαια οι μικρές δόσεις ποτού, όμως έτσι έχω αποκαλέσει και τα σύντομα άρθρα. Με τη διαφορά ότι σπανίως βάζω σύντομα άρθρα, οπότε δεν θα το θυμάστε. Στα Υπογλώσσια ομως γράφω πότε-πότε σύντομα σημειώματα, που δεν βολεύει πάντοτε να τα εντάξω σε κάποιο άρθρο.

Κι έτσι, το σημερινό άρθρο είναι μια συλλογή από μικρά κείμενά μου από τα Υπογλώσσια, με γλωσσικό δηλαδή ενδιαφέρον, που δεν (θυμάμαι να) τα έχω δημοσιεύσει εδώ στο ιστολόγιο. Κάποια άλλα σχόλια που κάνω εκεί, τα μεταφέρω στα σαββατιάτικα μεζεδάκια, αλλά αυτά εδώ δεν θυμάμαι να τα έχω μεταφέρει σε μεζεδοάρθρα μας, οπότε δεν θα τα έχετε δει, εκτός αν συμμετέχετε και στα Υπογλώσσια. Τα σφηνάκια μοιάζουν αρκετά με τα μεζεδάκια, αλλά διαφέρουν κιόλας σε κάποια σημεία.

Με αυτόν τον τυποποιημένο πρόλογο έχω ήδη δημοσιεύσει τέσσερα άρθρα στο ιστολόγιο, ένα τον Φλεβάρη του 2019, άλλο ένα τον Οκτώβριο του 2019, το τρίτο τον Μάιο του 2020 και το τέταρτο τον Σεπτέμβριο του 2020. Τελειώνοντας εκείνο το παλιό άρθρο είχα υποσχεθεί (ή απειλήσει) ότι Σε τρία τέρμινα, που θα έχω μαζέψει κι αλλα, θα σερβίρω άλλον έναν γύρο! Σημερα λοιπόν δημοσιεύω το πέμπτο άρθρο της σειράς αυτής. ‘Εχω επικαιροποιήσει κάποια στοιχεία και κάνω και προσθήκες σε αγκύλες ή όχι.

Θα μου πείτε, πέρασαν δυο χρόνια από την προηγούμενη δημοσίευση. Δίκιο έχετε, το είχα αμελήσει. Οπότε, υπόσχομαι το έκτο άρθρο με σφηνάκια να μην αργήσει τόσο.

* Λανσάρω στα ελληνικά

Σε πρόσφατη ανάρτηση, ο διαχειριστοκράτωρ μας [ο Θανάσης Αναγνωστόπουλος] ζήτησε ιδέες για να αποδοθεί «στα ελληνικά ελληνικά» η φράση «λανσάρω ένα προϊόν» δηλ. ζήτησε έναν μονολεκτικό αυτόχθονα όρο για το ρήμα «λανσάρω» και πρότεινε το «καθελκύω» που δεν έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την ομηγυρη.

Αλλά ούτε κάποια άλλη πρόταση φάνηκε πειστική παρά το ότι διατυπώθηκαν πολλές προτάσεις. Όμως το «λανσάρω» δεν είναι μόνο «προωθω», δεν είναι μόνο «κυκλοφορώ». Είναι κάτι που συνδυάζει και τις δύο έννοιες (και όχι μόνο), πράγμα που μας δείχνει ξεκάθαρα ότι το συγκεκριμένο δάνειο πλούτισε την ελληνική γλώσσα.

Και τα περισσότερα δάνεια έτσι λειτουργούν, είναι πηγη πλούτου για τη γλώσσα που τα δέχεται. Γι’ αυτό άλλωστε και η γλώσσα με το πλουσιότερο λεξιλόγιο, η αγγλική, ποτέ δεν έπαψε να δανείζεται αφειδώς, τόσο από το ελληνικό, όσο και από το λατινικό, το γαλλικό ή το γερμανικό ταμείο. Το καλό αρνί βυζαίνει δυο μανάδες, λέει η παροιμία, κι έτσι ο Άγγλος μπορεί να πει και ethnic και national.

Eμείς πάλι, εννοώ τη νέα ελληνική, έχουμε χάσει τη δυνατότητα για λόγιο δανεισμό από το λατινικό ταμείο. Παλιότερες γλωσσικές ποικιλίες της ελληνικής την είχαν αυτή τη δυνατότητα -και ο Πορφυρογέννητος έγραφε π.χ. «τος ρχοντας το τάγματος τν ξσκουβίτων, οον τοποτηρητς, σκρίβωνας, τν χαρτουλάριον, δρακοναρίους, σκευοφόρους, σιγνοφόρους, σενάτορας, πρωτομανδάτορας κα μανδάτορας». Όμως σήμερα, σχεδόν μόνο λαϊκός δανεισμός υπάρχει, στη λόγια γλώσσα έχουμε πιο πολύ μεταφραστικά δάνεια. Και ακόμα κι όταν δανειστούμε μια λόγια λέξη, δυσκολευόμαστε να φτιάξουμε σύνθετα και παράγωγά της. Οι βυζαντινοί δεν είχαν πρόβλημα να πλάσουν το θαυμάσιο υβρίδιο «σιγνοφόρος» (λατινογενές το πρώτο συνθετικό, σίγνον η σημαία), έπλαθαν τη λέξη και πήγαιναν να διοικήσουν την αυτοκρατορία τους.

* Γιαούρτι ελληνικού τύπου ονόματι Οίκος, με ελληνικά γράμματα, πεζά για να φαίνεται η διαφορά, και με μια σιρκονφλεξοειδή περισπωμένη να χαρούν λίγο οι παρ’ ημίν πολυτονιάται.

[Θα άξιζε ακόμα και άρθρο για τα ελληνοφανή γιαούρτια που κυκλοφορούν στην Εσπερία. Η Νεστλέ έχει το Yaos, με την ελληνική κατάληξη -os και με κυκλαδικές εκκλησίες πάνω στη συσκευασία]

* Τι είναι ο ήμελλος;

Ο Στέφανος Ήμελλος είναι ακαδημαϊκός (=μέλος της Ακαδημίας Αθηνών) με έργο κυρίως λαογραφικό. Ο ηθοποιός Δημήτρης Ήμελλος ίσως είναι συγγενής του, πιθανώς γιος του. Το σπάνιο επώνυμο Ήμελλος εντοπίζεται στη Νάξο.

Τα επώνυμα τα ορθογραφούμε με μεγάλο βαθμό ελευθερίας διότι «μας ανήκουν». Έτσι κάποιος μπορεί να επιλέξει να γράφεται Ζαββός για να ξεχωρίσει από τον ζαβό και κάποιος να κρατήσει τη γραφή Καμμένος ακόμα κι αν ξέρει ότι η σχολική ορθογραφία τη μετοχή τη γράφει «καμένος». Το επώνυμο Πικραμμένος ίσως γράφτηκε έτσι για να διαφοροποιηθεί από τη μετοχή, και φυσικά δεν θα το θεωρήσουμε ανορθόγραφο, ενώ θα θεωρήσουμε ανορθόγραφη τη μετοχή, αν κάποιος γράψει «η καρδιά μου είναι πικραμμένη».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Γενικά γλωσσικά, Γλωσσικά δάνεια, Μηχανική μετάφραση, Σφηνάκια, γαλλικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 157 Σχόλια »

Μεζεδάκια υπό παρακολούθηση

Posted by sarant στο 27 Αυγούστου, 2022

Που βέβαια τα τιτλοφόρησα έτσι επειδή γράφτηκαν χτες, ενώ γινόταν στη Βουλή η συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. Στη συζήτηση, ο πρωθυπουργός ξεκίνησε κάνοντας έκκληση για ενότητα και ομοψυχία και ζήτησε να ξεπεράσουμε την τοξικότητα. Και αμέσως μετά κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι παίζει το παιχνίδι της Τουρκίας.

Αλλά σήμερα δεν μπαίνουμε στην ουσία, σήμερα συζητάμε τα γλωσσικά αξιοπερίεργα που συγκέντρωσα την προηγούμενη εβδομάδα -και που δεν αναφέρονται στη συζήτηση που έγινε στη Βουλή χτες. Και για να το καταδείξω αυτό ακόμα πιο καθαρά, ξεκινάω με ένα παμπάλαιο μεζεδάκι, που το δημοσίευσε όμως χτες στο Τουίτερ ο δημοσιογράφος Χρήστος Ξανθάκης. Πρόκειται για δημοσίευμα στο περιοδικό Ταχυδρόμος στη δεκαετία του 1990.

Στη φωτογραφία βλέπουμε, λέει η λεζάντα, την κ. Παπαδοπούλου μαζί με τον μορφωτικό ακόλουθο της ιαπωνικής πρεσβείας, ο οποίος φέρει το όχι και πολύ γιαπωνέζικο όνομα… Κάλτσουραλ Αλτατσέ!!

Λέτε να είναι ο κ. ακόλουθος παιδί μικτού γάμου, και γι’ αυτό έχει δυτικότροπο όνομα όπως είχε πχ ο Λευκάδιος Χερν;

Μπα, ο κ. Αλτατσέ είναι πολίτης Νομανσλάνδης, παιδί όχι μικτού γάμου αλλά αμιγούς τσαπατσουλιάς του συντάκτη, ο οποίος είδε Cultural Attaché (μορφωτικός ακόλουθος), και το στραβοδιάβασε κιόλας, και το πέρασε για κύριο όνομα!

Παλιό το εύρημα, είπαμε, αλλά το βρήκα πολύ γουστόζικο.

Και προχωράω σε κάτι φρέσκο.

* Μια παρωνυχίδα από ανακοίνωση της μειοψηφίας της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων:

«Οι θεσπισμένοι κανόνες είτε αυτοί που περιβάλλονται το κύρος των συνταγματικών ρυθμίσεων, είτε του απλού νόμου, δεν αρκούν αφ΄ εαυτού, αφού δεν είναι λίγες οι φορές …»

Ρωτάει ο φίλος που το στέλνει: αφού το υποκείμενο είναι σε πληθυντικό, οι κανόνες, δεν θα έπρεπε να είναι «αφ’ εαυτών»;

Ναι, έτσι θα έπρεπε να είναι. Για να σιγουρευτώ, βρίσκω και νήμα της Λεξιλογίας, που το είχε ξεκινήσει ο φίλος μου ο Θέμης, οπου βρίσκω το «αφ’ εαυτού» να κλίνεται μια χαρά. (Έχει σημασία, διότι το λεξικό του Μπαμπινιώτη μπερδεύει λίγο αφού δίνει την έκφραση ως «αφ’ εαυτού μου»).

* Η οθονιά αριστερά είναι από ιστότοπο οπαδικού χαρακτήρα, και συγκεκριμένα οπαδών του Ολυμπιακού.

Αλεξάνδρα Παναγιώταρου: Υπέβει στη θάλασσα και προκαλεί εγκεφαλικά

To «προκαλεί εγκεφαλικά» είναι το υπερχρησιμοποιημένο κλισέ των ιστότοπων που απευθύνονται σε αντρικό κοινό, αλλά το καινούργιο εδώ είναι το περίεργο «υπέβει».

Σε πρώτη ματιά, σκέφτεται κανείς τίποτα με «υπερέβη», βέβαια ανορθόγραφο. Τελικά, είναι ανορθόγραφο, αλλά πιο διεστραμμένο, ιππεύει ήθελε να γράψει ο άνθρωπος -διότι η κοπέλα έβγαλε φωτογραφία πάνω σε ένα άλογο παρά θίν’ αλός.

Κι έτσι τα λογοπαίγνια του Μποστ για τη σφαγή των υποτών ιππό των Τούρκων βρήκαν ακούσιο συνεχιστή!

* Η ακλισιά της εβδομάδας, σε ρεπορτάζ για την απίστευτη Αντιγόνη Ντρισμπιώτη:

Η πρωταθλήτρια μας νιώθει καλά σωματικά και αποφάσισε μαζί με τον προπονητή της Ναπολέων Κεγαλόπουλο, να πάρει μέρος στον αγώνα, κυρίως για να απολαύσει, δίχως κανένα άγχος, την συμμετοχή της στην απόσταση.

Πέρα από την ακλισιά του… Ναπολέων σκεφτείτε ότι η άλλη πήρε μέρος στον αγώνα σχεδόν για πλάκα, και ήρθε πρώτη, κι έκανε βάδην 55 χιλιόμετρα σε δύο μέρες -που εγώ δεν έχω κάνει τόσα όλο τον μήνα.

* Και παρεμπιπτόντως, πόθεν το ασυνήθιστο επώνυμο Ντρισμπιώτης; Το συζητήσαμε στα Υπογλώσσια και είπαμε ότι μοιάζει να είναι πατριδωνυμικό. Κάποιος είπε ότι υπάρχει ο σαρακατσάνικος οικισμός της Ντρίσμπης ή του Ντρίσμπεη κοντά στον Άγιο Βλάσιο Φθιώτιδας. Σκέφτομαι μήπως ήταν το τσιφλίκι κανενός Ιντρίς Μπέη.

* Δεν τελείωσε το καλοκαίρι, κάποιοι είναι ακόμα σε διακοπές και στέλνουν φωτογραφίες με αξιοπερίεργα. Εδώ ένα απλό λαθάκι, έξω από ζαχαροπλαστείο ή κάτι τέτοιο στη Λήμνο, όπου τα γαλακτοκομικά dairy έγιναν diary.

Τα γαλακτοκομικά της Μπρίτζετ Τζόουνς, που λέει κι η ταινία.

* Και από φούρνο σε γλύκισμα και στη Μαντλέν.

Σε συνέντευξη της ηθοποιού Αμαλίας Αρσένη στην Καθημερινή διαβάζω:

Μετά µια βουτιά στη θάλασσα του χωριού, κουβέντες με τους γείτονες, ξεκινούν οι ετοιμασίες για το μεσημεριανό που, όπως πάντα, έχει κάτι από την παιδική μου ηλικία. Σαν της Μαντλέν του Προυστ κάθε γεύμα που ετοιμάζεται και καταναλώνεται στο νησί μου, με πάει πίσω στον χρόνο όταν ονειρευόμουν όσα ζω σήμερα. Οταν έτρωγα καρπούζι στην παραλία και έλεγα «άραγε θα γίνω ποτέ ηθοποιός;»

Η συνέντευξη έχει μορφή ημερολογίου στο οποίο η ηθοποιός λέει τι κάνει σε διάφορες στιγμές του 24ώρου της. Αλλά εδώ προφανώς έβαλε το χέρι του ο δαίμονας της απομαγνητοφώνησης.

Εικάζω ότι η Αμ. Αρσένη είπε «σαν τις μαντλέν του Προυστ», εννοώντας τα γλυκίσματα που λέγονται madeleines, τα οποία στο μυθιστόρημα του Προυστ φέρνουν στο μυαλό του αφηγητή αναμνήσεις από το παρελθόν (για περισσότερα, δείτε εδώ). Δεν υπάρχει καμία Μαντλέν, είναι οι μαντλέν.

* Κι άλλο ένα υποτιτλιστικό μαργαριτάρι, αλλά δεν ξέρω από ποια ταινία ή σειρά είναι.

Και μόνο που βλέπουμε τον υπότιτλο, καταλαβαίνουμε πως κάτι δεν πάει καλά, διότι δεν βγάζει νόημα. Τι θα πει «Δεν είναι ό,τι μου ανήκει δίκαιο»;

Στα αγγλικά έλεγε Not everything that I own is fair game, όπου fair game κατά λέξη είναι το νόμιμο θήραμα, όρος που μας πάει πίσω στα χρόνια του Μεσαίωνα, αλλά εδώ χρησιμοποιείται μεταφορικά. Λέει ο άλλος, μάλλον με παράπονο, Δεν πρέπει να πιστεύεις ότι μπορείς να οικειοποιείσαι/να χρησιμοποιείς (εξαρτάται και από τα συμφραζόμενα) όλα τα δικά μου πράγματα.

* Κι ένα από την Καθημερινή, σε άρθρο με ευτράπελο σχολιασμό για τα στραβά και τα ανάποδα των διακοπών.

Αν δεν δώσατε μάχη με τις μύγες και τις σφίγγες. Αν ο εστιάτορας δεν είχε προνοήσει να βάλει καμένο καφέ στα τραπέζια της σάλας, τότε, με πρόχειρους μαθηματικούς υπολογισμούς, περάσατε το 60% του χρόνου σας στην ταβέρνα διώχνοντας έντομα και 40% όντως τρώγοντας (εξαντλημένοι).

Όμως μάχη με τη Σφίγγα έδωσε ο Οιδίποδας. Αν εννοούμε τα έντομα, θα γράψουμε «με τις σφήκες» ή «με τις σφήγκες».

* Και μια τραγική είδηση, αλλά ο σχετικός τίτλος ακούγεται αστείος.

Πώς μπορεί να σε καταπλακώσει το δάπεδο; Το ταβάνι, βέβαια, μπορεί. Μήπως τα μπέρδεψαν;

Όχι. Όπως φαίνεται, το δάπεδο κατέρρευσε και η άτυχη γυναίκα έπεσε στο υπόγειο οπότε έπεσαν από πάνω της τα ξύλα και τα μπάζα του δαπέδου.

* Με ρωτάει φίλος:

Καλησπέρα, στις ειδήσεις του Σταρ πριν από λίγο, δημοσιογράφος ρωτάει την χρυσή πρωταθλήτρια Ελίνα Τζένγκο, αν το έχει χωνέψει! Αν δεν κάνω λάθος, το ρήμα «χωνεύω» έχει μόνο αρνητική έννοια, το σωστό θα ήταν αν το έχει συνειδητοποιήσει, σωστά;

Δίκιο νομίζω ότι έχει ο φίλος, αλλά και τα λεξικά του δίνουν δίκιο, πχ το ΛΚΝ λέει:

δέχομαι κτ. δυσάρεστο ως αναπότρεπτο ή ως τετελεσμένο: Δεν μπορεί να χωνέψει την αποτυχία του.

Το ΜΗΛΝΕΓ βέβαια αφήνει ένα περιθώριο, αφού λέει: Συνειδητοποιώ πλήρως κτ, συνήθως δυσάρεστο, και το αποδέχομαι συμβιβαζόμενος με αυτό.

Από την άλλη, δεν μου φαίνεται η φράση του ρεπόρτερ («το έχεις χωνέψει;») να χτυπάει κάποια βαριά καμπάνα για οξύμωρο ή για αντιφατικό.

Εσείς τι λέτε; Χωνεύουμε και τα (πολύ) ευχάριστα;

* Από τη σελίδα των ΚΤΕΛ Χαλκιδικής, όπου, όπως βλέπετε, όλα τα δικαιώματα είναι «κατωχηρωμένα», και ιδίως το δικαίωμα στις φαντεζί ανορθογραφίες.

Λέτε να υπάρχει κανένα χωριό, τα Κάτω Χηρωμένα;

* Μου στέλνει μήνυμα φίλος :

Ο (τάδε) ξαναχτύπησε: στην είδηση για το κοίτασμα φυσικού αερίου στην Κύπρο, είπε ότι η εμβέλεια του κοιτάσματος είναι Χ κυβικά.

Προφανώς ο φίλος μου περίμενε να ακούσει κάτι άλλο, δυναμικότητα ας πούμε του κοιτάσματος. Αλλά γκουγκλίζω και βρίσκω ότι λέγεται η «εμβέλεια του κοιτάσματος»

Έχω έναν φίλο μεταλλειολόγο (αν και τα’χει κι αυτός παρατήσει κι έγινε μεταφραστής), μα ξέχασα να τον ρωτήσω. Οπότε, όποιος ξέρει ας μας διαφωτίσει αν είναι δόκιμος ο όρος «εμβέλεια κοιτάσματος».

* Κάτι πολύ αστείο έγινε με τον Alexander Clapp, τον δημοσιογράφο που έγραψε το περίφημο guest essay στη Νιου Γιορκ Τάιμς. Κάποιος πλακατζής διέδωσε πως είναι Έλληνας και βρέθηκαν πολλοί να το πιστέψουν. Είδα στο Φέισμπουκ διάλογο φιλοκυβερνητικών επώνυμων σχολιαστών, όπου γνωστή δημοσιογράφος, συνεπώνυμη πρώην υπουργού, μεταφέρει την είδηση ότι λέγεται Αλέξανδρος Κλάππας και κατάγεται από το Αθαμάνιο της Άρτας (το χωριό του Τσίπρα), προσθέτοντας «δεν ξέρω αν είναι αλήθεια ή μούφα».

* Διαβάζω άρθρο στο Λίμπεραλ:

Στην πολιτική ποτέ δεν λες ποτέ, γιατί οι συνθήκες αποκτούν τη δική τους δυναμική, και τροχοδρομούν εξελίξεις που αντιβαίνουν προθέσεις, συναισθήματα, σχεδιασμούς.

Τροχοδρομούν εξελίξεις; Είναι και μεταβατικό το ρήμα; Εγώ θα έλεγα «δρομολογούν εξελίξεις» και την τροχοδρόμηση θα την άφηνα για τα αεροπλάνα.

Βλέπω πάντως ότι ο φίλος Νίκος Λίγγρης έχει καταγράψει στη Λεξιλογία τη χρήση (και ως *τροχιοδρομώ) ήδη από το μακρινό 2009, σημειώνοντας βέβαια ότι κάποια από τα παραδειγματα που βρήκε είναι «από φανερά λανθασμένα μέχρι να ξύνεις το κεφάλι σου».

Απο την άλλη, βλεπω στο ΜΗΛΝΕΓ να δίνεται το τροχοδρομώ και ως μεταβατικό, ως συνώνυμο του «δρομολογώ». Οπότε, στέκομαι διορθωμένος, που λένε. Δεν θα το πω, αλλά δεν θα το διορθώσω κιόλας.

* Και κλείνω με ένα υπότιτλο από τη σειρά Outlander, που δείχνει ότι οι υποτιτλιστές της νέας γενιάς έχουν καταφέρει να ενσωματώσουν στοιχεία της ντοπιολαλιάς, κάτι οπωσδήποτε αξιέπαινο.

Όλους τους πρεσβυτεριανοί -όπως έλεγε ένας στο στρατό «τους ανθυπολοχαγοί».

Posted in Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Νομανσλάνδη, Ορθογραφικά, Υπότιτλοι | Με ετικέτα: , , , , , , | 101 Σχόλια »

Στην Αθήνα τρώμε σουβλάκι

Posted by sarant στο 14 Ιουλίου, 2022

Μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο γραμματέας του ΚΚΕ, έκανε μια αναφορά που είχε αντίκτυπο στα σόσιαλ και συζητήθηκε αρκετά -και παράλληλα έδωσε την πάσα για το σημερινό μας άρθρο.

Είπε, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό:

Πάνω από 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά δε μπορούν να πληρώσουν τους φόρους που έχετε επιβάλει. Κι έρχεστε εδώ σήμερα να πείτε στον ελληνικό λαό ότι μεριμνάτε για το εισόδημα του;

Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο, έχει πάει 3 και 3,5 ευρώ! Η βενζίνη 2,5 ευρώ το λίτρο! Το σούπερ μάρκετ έχει εκτιναχθεί!

Καταλαβαίνουμε ότι εσείς δεν τρώτε σουβλάκια συνήθως αλλά ούτε βενζίνη βάζετε;”

Η ατάκα του Κουτσούμπα για το σουβλάκι είναι κατά τη γνώμη μου εύστοχη. Πράγματι, πρόκειται για ένα φτηνό και αγαπημένο λαϊκό έδεσμα, που η τιμή του έχει επανειλημμένα συζητηθεί τώρα που τα πάντα ακριβαίνουν. Παλιά, το περιοδικό Εκόνομιστ είχε καθιερώσει ένα Hamburger index, έναν δείκτη που σύγκρινε τις τιμές του χάμπουργκερ σε διάφορες χώρες -στην Ελλάδα θα μπορούσε να καθιερωθεί ένας δείκτης σουβλακιού για να συγκρίνει την τιμή του σουβλακιού στις διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν η τιμή του σουβλακιού διαφέρει αισθητά ανάμεσα σε Αθήνα και προάστια ή Αθήνα και Θεσσαλονίκη και επαρχία. Ξέρω όμως ότι διαφέρει η σημασία της λέξης «σουβλάκι«, τουλάχιστον ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και μάλιστα η διαφορά αυτη είναι από τις πιο τρανταχτές που ξεχωρίζουν το λεξιλόγιο των δύο πόλεων.

Κι έτσι, η ατάκα του Κουτσούμπα προκάλεσε και τέτοια σχόλια, τοπικογλωσσικά. Γράφει μία Θεσσαλονικιά στο Τουίτερ:

«Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο…», είπε ο Κουτσούμπας στη βουλή αναφερόμενος στην ακρίβεια. Και εμεις οι καυμένοι Θεσσαλονικείς ακόμη ψάχνουμε τι εννοεί.

Κι ένας γνωστός υποστηρικτής του ΚΚΕ, που είναι από Θεσσαλονίκη: Όπως τα λέει ο Κουτσούμπας, εκτός από το τι είναι σουβλάκι και τι είναι πιτόγυρο.

Πράγματι, στη Θεσσαλονίκη «σουβλάκι» είναι μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν (ο ορισμός από το ΛΚΝ, το οποίο, όπως έχουμε πει με άλλη ευκαιρία, είναι γραμμένο στη βορειοελλαδική ποικιλία της κοινής νεοελληνικής).

Αλλά αυτό στην Αθήνα λέγεται «καλαμάκι». Στην Αθήνα, σουβλάκι είναι «πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος που ψήθηκαν περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα ή από γύρο ή από μπιφτέκι, τοποθετημένα μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά». Ο ορισμός αυτός δίνεται από το λεξικό Μπαμπινιώτη, το οποίο δίνει όμως και τον πιο πάνω ορισμό του ΛΚΝ.

Όταν στην Αθήνα παραγγέλνουμε (ή: παραγγέλναμε) σουβλάκια, στη συνέχεια διευκρινίζουμε αν θέλουμε να είναι με γύρο (και τι γύρο) ή με καλαμάκι. Αν θέλουμε σκέτο το καλαμάκι χωρίς πίτα, λέμε (ή λέγαμε) «σκέτο». Βάζω και παρελθοντικό χρόνο, διότι δεν είμαι βέβαιος αν αυτό ισχύει πλέον για όλους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ευτράπελα, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων, Ντοπιολαλιές | Με ετικέτα: , , , , , | 197 Σχόλια »

Εσείς λαμβάνατε απουσίες όταν πηγαίνατε σχολείο;

Posted by sarant στο 6 Οκτωβρίου, 2020

Χτες είχαμε ένα άρθρο για τις καταλήψεις στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το σημερινό άρθρο έχει κι αυτό την αφετηρία του στις μαθητικές καταλήψεις, ή μάλλον στην αντιμετώπισή τους από το Υπουργείο Παιδείας, ωστόσο είναι άρθρο κατά βάση γλωσσικό.

Διαβάζω την πρόσφατη απόφαση της κ. Κεραμέως (εδώ το ρεπορτάζ και εδώ η δημοσίευση στο ΦΕΚ) και στέκομαι στο εξής:

Μαθητές που παρεμποδίζουν τη διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν στη σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση και λαμβάνουν απουσίες για όσες διδακτικές ώρες προβλέπει το ωρολόγιο πρόγραμμα της ημέρας.

Θα σχολιάσω κατά βάση γλωσσικά (εμείς εδώ λεξιλογούμε…) αλλά δεν συμφωνώ ούτε επί της ουσίας. Αν υποτεθεί ότι «η παρεμπόδιση της διεξαγωγής της εκπαιδευτικής διαδικασίας» και εν προκειμένω η κατάληψη είναι παράπτωμα, υπάρχουν προβλέψεις για να τιμωρηθεί, το ίδιο κι αν υποτεθεί ότι είναι ποινικό αδίκημα. Η απαγόρευση συμμετοχής στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση δεν είναι μια από αυτές τις ποινές και δεν προβλέπεται πουθενά. Το παράπτωμα δεν θεραπεύεται με παράτυπες και αντισυνταγματικές πρόνοιες.

Και βέβαια, η ανεκδιήγητη αυτή απόφαση της κ. Κεραμέως προσκρούει σε μια σειρά αρχές του δικαίου. Πώς θα εμποδιστεί η πρόσβαση των «καταληψιών» στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση; Προφανώς, με τη δημιουργία αρχείου μαθητών που συμμετέχουν στην κατάληψη, αρχείου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δηλαδή.

Αυτό σημαίνει όμως ότι θα πρέπει να ξεκινήσει μια νέα, μη προβλεπόμενη μορφή αρχειοθέτησης των στοιχείων των μαθητών που μετέχουν στην κατάληψη, δηλαδή ένα νέο σύστημα αρχειοθέτησης για το οποίο δεν υπάρχει νομική βάση κατά τον GDPR. Και πώς θα καταρτιστεί το αρχείο αυτό; Θα κληθούν να καταδώσουν οι καθηγητές; Θα βλέπουν τους δέκα μαθητές που είναι στην πύλη του λυκείου; Δεν θα υποσκάψει αυτό για πάντα τη σχέση δασκάλου-μαθητή;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ευπρεπισμός, Εκπαίδευση | Με ετικέτα: , , , , , , | 215 Σχόλια »

Υπογλώσσια σφηνάκια Νο 3

Posted by sarant στο 18 Μαΐου, 2020

Υπογλώσσια είναι τα φάρμακα που παίρνουμε για την καρδιά, για να μην πάθουμε καρδιακή προσβολή (επειδή μας διαβάζει κι η μαμά μου διευκρινίζω πως ο πληθυντικός είναι της περιγραφής, όχι πραγματικός). Ακόμα, ένα κλισέ σε κάποιους αντρικούς ή αθλητικούς ιστότοπους, όποτε είναι να βγάλουνε καμιά με μπικίνι, είναι να λένε «ετοιμάστε τα υπογλώσσια».

Υπογλώσσια όμως είναι και μια ομάδα γλωσσικών ενδιαφερόντων στο Φέισμπουκ, που φτιάχτηκε στα τέλη του 2017 και στην οποία συμμετέχω.

Σφηνάκια είναι βέβαια οι μικρές δόσεις ποτού, όμως έτσι έχω αποκαλέσει και τα σύντομα άρθρα. Με τη διαφορά ότι σπανίως βάζω σύντομα άρθρα, οπότε δεν θα το θυμάστε. Στα Υπογλώσσια ομως γράφω πότε-πότε σύντομα σημειώματα, που δεν βολεύει πάντοτε να τα εντάξω σε κάποιο άρθρο.

Κι έτσι, το σημερινό άρθρο είναι μια συλλογή από μικρά κείμενά μου από τα Υπογλώσσια, με γλωσσικό δηλαδή ενδιαφέρον, που δεν (θυμάμαι να) τα έχω δημοσιεύσει εδώ στο ιστολόγιο. Κάποια άλλα σχόλια που κάνω εκεί, τα μεταφέρω στα σαββατιάτικα μεζεδάκια, αλλά αυτά εδώ δεν νομίζω να τα έχετε δει, εκτός αν συμμετέχετε και στα Υπογλώσσια. Τα σφηνάκια μοιάζουν αρκετά με τα μεζεδάκια, αλλά διαφέρουν κιόλας σε κάποια σημεία.

Με αυτόν τον τυποποιημένο πρόλογο έχω ήδη δημοσιεύσει δυο άρθρα στο ιστολόγιο, ένα τον Φλεβάρη του 2019 και ένα τον Οκτώβριο. Τελειώνοντας εκείνο το παλιό άρθρο είχα υποσχεθεί (ή απειλήσει) ότι Σε τρία τέρμινα, που θα έχω μαζέψει κι αλλα, θα σερβίρω άλλον έναν γύρο! Σημερα λοιπόν δημοσιεύω το τρίτο άρθρο της σειράς αυτής. ‘Εχω επικαιροποιήσει κάποια πράγματα και έχω προσθέσει και υλικό απο τα σχόλια που έγιναν.

* O ύποπτος σουμπεγιές

Τον Γενάρη του 1825, ο οπλαρχηγός Νικ. Στορνάρης γράφει στον Κασομούλη, που έχει αφήσει το Μεσολόγγι για να πάει στο Ανάπλι, συνοδεία του Μαυροκορδάτου:

καθώς απέρασες εις Μωρέαν δεν έλαβα κανένα σου γράμμα, και είμαι εις μεγάλον σιουμπεγέν, ότι δεν ηξεύρω τι τρέχει αυτού.

Ο Βλαχογιάννης εξηγεί: υποψία

Η λέξη υπάρχει σήμερα στη Λευκάδα, αν πιστέψουμε το Λεξικό του λευκαδίτικου ιδιώματος :

σουμπεγιές (ο): κάτι που μας προσθέτει σκοτούρες, έγνοιες, φροντίδες. “Εβάλαμε ένα σουμπεγιέ στο κεφάλι μας”.

Ως προς την ετυμολογία, το λευκαδίτικο λεξικό του Λάζαρη γράφει: από ιταλ. subbietto = ὑποκείμενον, ἄτομον, αἰτία, ὑπόθεσις.

Αμφιβάλλω αν υπάρχει τέτοια ιταλική λέξη (soggetto δεν είναι το υποκείμενο; ). Τα αρσενικά σε -ές είναι κατά κανόνα τούρκικα δάνεια και η Λευκάδα δεν είναι όπως τ’ άλλα Εφτάνησα λεξιλογικώς, έχει πιο πολλά κοινά με τη Δυτική Ελλάδα.

Και πράγματι, θυμάμαι ότι ο (τζουμερκιώτης) Κοτζιούλας κάπου γράφει:΅
Άιντε τώρα, να μην βάνουν σιουμπιέ (ανησυχούν) απ᾿ το σπίτι σου. Κι έχε το νου σου να μην πέσεις από κάναν όχτο αυτού που νυχτοπερπατάς. Κοτζιούλας, Η βάβω η Θόδω

Ολοφάνερα, σιουμπιές και σιουμπεγιές είναι ίδια λέξη και το σι- αποδίδει το παχύ σ.

Οπότε, η ετυμολογία είναι, είμαι βέβαιος, το τουρκικό şüphe = υποψία.

* Όχι χωρίς τη μάσκα μου

Το σύνθημα της παρούσας φάσης στο Λουξεμβούργο είναι «Όχι χωρίς τη μάσκα μου», που διατυπώνεται στα λουξεμβουργέζικα, Net ouni meng mask, ακόμα και όταν οι άλλες οδηγίες δίνονται στα γαλλικά, τα αγγλικά ή άλλες γλώσσες.

Oι γερμανομαθείς θα αναγνωρίσουν το nicht ohne meine Maske.

Τύποι όπως meng αντί για mein είναι συνηθισμένοι σε γερμανικές διαλέκτους. Φαντάζομαι πως ένας γνώστης των γερμανικών διαλέκτων θα βρει πολλά κοινά στοιχεία με τα λουξεμβουργιανά, που «πήραν προαγωγή» σε επίσημη γλώσσα κράτους σχετικά πρόσφατα.

* Στο ιστολόγιο μπορώ να βλέπω με ποιους όρους αναζήτησης στο γκουγκλ έφτασαν ως εμένα οι διάφοροι αναγνώστες. Δεν το κοιτάζω συχνά, αλλά σήμερα έπεσε το μάτι μου σε κάποιον που έβαλε στο γκουγκλ αναζήτηση για τη φράση:

ποιούν την ίσα αντί, προφανώς, ποιούν την νήσσα.

Δεν το είχα ξαναδεί αυτό το ραμόνι!

* προενταξιακή

γεωστρατηγικά

στοχευμένη

αναστρεψιμότητα

γυναικοκτονία

περιαγωγή

Τι κοινό έχουν αυτές οι λέξεις;

Θα μπορούσα να το αφήσω για κουίζ, αλλά ας το πάρει το ποτάμι:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Γενικά γλωσσικά, Λουξεμβούργο, Μεταφραστικά, Σφηνάκια, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , | 126 Σχόλια »

Ποιοι είναι αργυραγχωμένοι;

Posted by sarant στο 24 Οκτωβρίου, 2019

Μην ψάχνετε στο γκουγκλ, η δύσκολη λέξη του τίτλου δεν γκουγκλίζεται -«τώρα γκουγκλίζεται», λέει μια σπηλαιωδης φωνή από ψηλά.

Τις προάλλες, στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, ο καθηγητής Αριστείδης Χατζής, που αυτόν τον καιρό μελετάει τις πρωτογενείς πηγές για το 1821 διότι ετοιμάζει ένα (σημαντικό, πιστεύω) βιβλίο για το θέμα, ρώτησε την ομήγυρη τι σημαίνει αυτή η λέξη, παραθέτοντας ένα απόσπασμα από την Εφημερίδα των Αθηνών, του 1825.

Όπως βλέπετε, το επίμαχο απόσπασμα είναι:

Διά όλα αυτά λοιπόν, τα μικρότατα πράγματα, οπού υψώνετε ώς τους Ουρανούς, και δια τα μεγάλα οπού σιωπαίνετε, ή πρέπει να είσθε αργυραγχωμένοι, ή πρέπει να [συμπληρώνω από την πίσω σελίδα] είσθε πολλά μικρόψυχοι και δειλοί. [Γράφει ‘δηλοί’ αλλά είναι τυπογραφικό λάθος]

Πρόκειται για απόσπασμα από επιστολή που δημοσιεύτηκε στο φ. 80 της Εφημερίδος Αθηνών (31.7.1825). Ο επιστολογράφος, που υπογράφει Σ.Φ.Ε. και στέλνει το γράμμα του από τα Μέγαρα με ημερομηνία 28 Ιουλίου 1825, κατηγορεί την εφημερίδα ότι δεν τσιγκουνεύεται επαίνους για «τα μικρότατα και τιποτένια σχεδόν έργα, καθώς το σκότωμα ενός Τούρκου και το πάρσιμον ενός αλόγου και τα τοιαύτα, χωρίς να αναφέρη μήτε γρυ δι’ όσας μεγάλας αταξίας βλέπεις να γίνωνται». Και αναφέρει στη συνέχεια της επιστολής ατασθαλίες που δεν στηλιτεύτηκαν από την εφημερίδα όπως το «να μαχαιρώνουν οι στρατιώτες τους πολίτας και να μην παιδεύονται διά τούτο».

Θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε όλη την επιστολή, ίσως και την απάντηση του συντάκτη -που δεν δίνεται στο ίδιο φύλλο αλλά υπάρχει υπόσχεση οτι θα δινόταν σε επόμενο- μια και είναι γραμμένη από ολοφάνερα μορφωμένο συντάκτη, που όμως χρησιμοποιεί απλούστερη καθαρεύουσα από αυτήν που επιβλήθηκε από το σχολείο μετά την ίδρυση του κράτους, με σαφείς παραχωρήσεις στη δημοτική: το πάρσιμο ενός αλόγου και όχι η σύλληψις ενός ίππου, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας σήμερα.

Ας ειναι όμως, βάζω ακομα καναδυό προτάσεις για να δούμε πόσο οπισθοχωρήσαμε με την επιβολή της αρχαΐζουσας:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Αρχαία γραμματεία, Αρχαία ελληνικά, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , | 137 Σχόλια »

Δεν κολλάμε όλα τα μπρίκια

Posted by sarant στο 25 Σεπτεμβρίου, 2019

Χτες, στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, αναρτήθηκε η εξής φωτογραφία που έχει γλωσσικό ενδιαφέρον.

Ο τιμοκατάλογος είναι στα αγγλικά, αλλά προέρχεται από το, ας πούμε, καφενείο Dope στην οδό Αθηνάς. Δεν ξέρω αν έχουν άλλον τιμοκατάλογο στα ελληνικά, πάντως η αγγλογραφή δικαιολογείται αφού η πελατεία είναι κατά κύριο λόγο τουρίστες.

Η καινοτομία του τιμοκαταλόγου, που εξαιτίας αυτής δημοσίευσε τη φωτογραφία ο φίλος, είναι ότι αντί για φρέντο εσπρέσο και καπουτσίνο ή μάλλον αντί για Freddo, ο κατάλογος γράφει Cryo Espresso/Cappuccino.

Αυτή η καινοτομία δεν υπαγορεύτηκε από κάποιο πνεύμα προβολής της τρισχιλιόχρονης γλώσσας μας, αλλά, όπως εξήγησε ο μπαρίστας [όταν γράφουμε ελληνικά, μπαρίστα μπορεί να είναι θηλυκό μόνο] οι τουρίστες, εκτός των Ιταλών, δεν καταλάβαιναν τι θα πει Freddo, ενώ με το Cryo υποθέτει πως όλο και κάτι θα καταλάβουν (ιδίως αν έχουν κάνει σπουδές στην κρυογενετική, λέω εγώ).

Εγώ όμως πρόσεξα κάτι άλλο. Λίγο πιο κάτω από τον Cryo υπάρχει ο Imbrik Coffee. Αυτός είναι ο ελληνικός καφές ή ο τούρκικος καφές, αναλόγως πώς τον λέτε (μέχρι το 1974 όλοι τούρκικο τον λέγαμε). Η μετονομασία σε Imbrik Coffee δεν νομίζω να έγινε για να αποφύγει η επιχείρηση το δίλημμα αν θα το πει Greek ή Turkish. Ο όρος υπάρχει στα αγγλικά.

Υπάρχει αλλά… δεν γράφεται (ακριβώς) έτσι. Οι φίλοι που έγραψαν την πινακίδα έκαναν ένα λαθάκι, η τουρκική λέξη είναι ibrik, όχι imbrik. Μικρό το κακό, συμφωνώ, αλλά όταν πουλάς μούρη πρέπει να είσαι σωστός.

Θα καταλάβατε βεβαίως ότι από αυτό το ibrik προέρχεται και το δικό μας το μπρίκι, με το οποίο ψήνουμε τον καφέ -και το κολλάμε κιόλας.

Η εκφραση «μπρίκια κολλάμε;» (συνήθως έτσι διατυπώνεται, ερωτηματικά) χρησιμοποιείται για να επιβεβαιώσουμε ότι ξέρουμε τη δουλειά μας, είμαστε επιδέξιοι, έχουμε ικανοτητες σε αυτό που μας αναθέσανε ή με το οποίο καταπιαστήκαμε. «Τι νόμιζες αφεντικό, μπρίκια κολλάμε;» μπορεί να πει ο μάστορας στον πελάτη που τον παινεύει για τη δουλειά που έκανε ή που τον ρωτάει αν πήρε όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Καφενειακά, Φρασεολογικά, Φωτογραφίες | Με ετικέτα: , , , , , , | 299 Σχόλια »

Τα μυστήρια της πλατείας Πιγκάλ

Posted by sarant στο 13 Σεπτεμβρίου, 2019

Ωραίος τίτλος για αστυνομικό μυθιστόρημα, δεν βρίσκετε; Ταιριαστό θα ήταν, θα μπορούσε να το έχει γράψει ο Σιμενόν -βέβαια θα έδινε κάποιον άλλο τίτλο, αλλά ο Έλληνας εκδότης, για πιο εμπορικό, θα τον άλλαζε, για να παραπέμψει στα Μυστήρια των Παρισίων, το μυθιστόρημα του Ευγενίου Σύη (Sue, όπως η Πέγκυ) που ηταν μεγάλο σουξέ στην εποχή του και περίγραφε τον υπόκοσμο του Παρισιού δίνοντας αφορμή να εμφανιστούν και ανάλογα «Μυστήρια» και στην ελληνική, για την Κωνσταντινούπολη. Ταιριάζει και με την πλατεία Πιγκάλ, που ήταν από τις μάλλον πονηρές περιοχές του Παρισιού το πάλαι ποτέ.

Αλλά τέτοιο μυθιστόρημα δεν έχει γραφτεί, απ’ όσο ξέρω. Κι ο τίτλος είναι δικός μου, επειδή το υπόλοιπο άρθρο δεν είναι. Δεν εννοώ ότι αναδημοσιεύω έτοιμο άρθρο από αλλού, αλλά ότι στηρίζομαι στη δουλειά που έκαναν άλλοι, εδώ και χρόνια, στο μεταφραστικό φόρουμ Λεξιλογία.

Το ζαχαροπλαστείο της φωτογραφίας, βέβαια, πήρε το όνομά του από την παριζιάνικη πλατεία, την πλατεία Πιγκάλ (place Pigalle). Tο Παρίσι είναι πάντοτε συνδεδεμένο και με τη μόδα και με τη γαστρονομία.

Πιγκάλ, άλλωστε, ήταν και το όνομα ενός κινηματογράφου στο κέντρο της Αθήνας -στα Πατήσια θαρρώ.

Όμως, πέρα από εμπορικές ονομασίες, η λέξη «πιγκάλ» στα καθ’ημάς, σημαίνει και κάτι άλλο, ένα αντικείμενο απαραίτητο μεν αλλά που γι’ αυτό αποφεύγουμε να μιλάμε και πολύ περισσότερο να το εκθειάζουμε.

Πιγκάλ είναι το βουρτσάκι με το οποίο καθαρίζουμε την τουαλέτα. Πώς άραγε το άδοξο αυτό εργαλείο πήρε το φινετσάτο όνομα της παριζιάνικης πλατείας;

Το ερώτημα τέθηκε χτες ή προχτές στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, οπου κάποιο μελος δημοσίευσε τη φωτογραφία που βλέπετε και αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να διαλέξουν ένα τόσο αταίριαστο όνομα.

Ωστόσο, όπως προέκυψε από τη συζήτηση, πολύς κόσμος αγνοούσε ότι το βουρτσάκι λέγεται έτσι ή το είχε μάθει σχετικά πρόσφατα. «Στη Θεσσαλονίκη δεν το λέγαμε» είπε κάποιος. Να το μολογήσω, ούτε κι εγώ ήξερα πως το βουρτσάκι λέγεται έτσι και έφτασα τα πενήντα μου και το έλεγα, εντελώς πεζά και αντιτουριστικά, βουρτσάκι, αλλά πριν από κάμποσα χρόνια έγινε στη Λεξιλογία η σχετική συζήτηση και από τότε εξευρωπαΐστηκα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δυσετυμολόγητα, Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά, Παρίσι | Με ετικέτα: , , , | 197 Σχόλια »

Η μπουγκουντοποίηση δεν θα περάσει!

Posted by sarant στο 23 Αυγούστου, 2019

Παρασκευή είναι σήμερα, ας βάλουμε κάτι ανάλαφρο.

Τη λέξη του τίτλου δεν θα την ξέρετε, αλλά, για μια φορά, δεν την έπλασα εγώ.

Πρόκειται για μια ελληνοβαρεμένη σελίδα του Φέισμπουκ με τον μετριόφρονα τιτλο «Ελληνική συμπαντική ετυμολογία», η οποία έχει, ανάμεσα στ’άλλα, κηρύξει τον πόλεμο στους φθόγγους «μπ», «ντ» και «γκ» επειδή τους θεωρεί ξένους προς την ελληνική γλώσσα.

Μια τελευταία δημοσίευση στη σελίδα αυτή έχει την εξής εικόνα, έναν νεαρό με χλαμύδα που ίσως είναι ντυμένος γαμπρός και δίπλα το σύνθημα:

Γαμβρός, όχι γαμπρός.

Βγάλε τα μπ, γκ, ντ από την ελληνική γλώσσα. Δεν είσαι βάρβαρος.

Η εικόνα συνοδεύεται και από το εξής κείμενο:

Γάμβρος εἰσέρχεται ἴσος Ἄρευι,
ἄνδρος μεγάλω πόλυ μέζων.
Ἀποσπασμάτιον Ποιήματος ΣαπφοῦςΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ Η ΕΡΑΣΜΙΑΚΗ ΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΩΝΗΣ…!!!

ΥΠΕΡΙΣΧΥΕΙ ΓΑΡ Η ΑΡΧΕΓΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΩΝ ΘΕΪΚΩΝ ΑΦΩΝΩΝ ΒΗΤΑ ΓΑΜΜΑ ΔΕΛΤΑ ΚΑΙ ΘΗΤΑ…ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΤΟΝ ΟΛΕΘΡΟΝ ΕΠΕΘΥΜΗΣΑΝ ΟΙ ΕΡΑΣΜΙΤΑΙ…

Η ΜΠΟΥΓΚΟΥΝΤΟΠΟΙΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΒΗΤΑ ΓΑΜΜΑ ΚΑΙ ΔΕΛΤΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΗ ΕΙΣ ΠΕΙΣΜΑ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΔΗΠΟΤΕ ΑΝΘΕΛΛΗΝΩΝ.

Μας λένε δηλαδή οι αρχαιοβαρεμένοι συμπατριώτες μας ότι επειδή στη Σαπφώ υπάρχει ο τύπος «γαμβρός» αποδεικνύεται εσφαλμένη η λεγόμενη ερασμιακή προφορά και ότι δεν πρέπει να λέμε «γαμπρός» διότι περιέχει το βάρβαρο μπ.

Αλλά βέβαια το ζουμί είναι στην κατακλείδα που μου έδωσε και τον τίτλο του άρθρου:

Η μπουγκουντοποίησις των γραμμάτων βήτα, γάμμα και δέλτα δεν θα περάσει!

(Προσέξτε και την υποτακτική, προσέξτε και το σχιζολεκτικό «όποιων δήποτε»)

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αρχαία ελληνικά, Αρχαιολατρία, Ευτράπελα, Ελληνοβαρεμένοι, Μεταμπλόγκειν | Με ετικέτα: , , | 241 Σχόλια »

Ο μπερντές των Βρετανών

Posted by sarant στο 19 Αυγούστου, 2019

Τα άρθρα που βάζω στο ιστολόγιο κάθε μέρα, τα αναδημοσιεύω και στο Φέισμπουκ όπως και στο Τουίτερ -στη μια περίπτωση αυτό γίνεται αυτόματα, στην άλλη πρέπει να το φροντίσω εγώ. Στο Φέισμπουκ γίνεται συχνά συζήτηση για τα άρθρα, αλλά ποτέ δεν φτάνει σε μεγάλο αριθμό σχολίων όπως στο ιστολόγιο -το κάθε μέσο έχει τις ιδιομορφίες του. Στο Τουίτερ πολύ πιο σπάνια γίνεται συζήτηση.

Το σημερινό άρθρο είναι εξαίρεση, με την έννοια ότι γεννήθηκε από ένα σύντομο σχόλιο που έκανα στο Φέισμπουκ, και που το συντόμεψα ακόμα περισσότερο στο Τουίτερ -όπου, να θυμίσω, το όριο είναι 280 χαρακτήρες, παναπεί καμιά σαρανταριά λέξεις, αντε 50. Είδα όμως πως το θέμα έχει αρκετό ενδιαφέρον και θα’ταν κρίμα να μην δημοσιευτεί και στο ιστολόγιο, που είναι και το πιο μόνιμο από τα τρία βήματα δημοσιευσης, κι έτσι γράφω το σημερινό άρθρο, στο οποίο ενσωματώνω πολλά πράγματα από τη συζήτηση που έγινε στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ. Έτσι κι αλλιώς, εδώ δεν υπάρχει περιορισμός στην έκταση των άρθρων, και βέβαια το κοινό του ιστολογίου δεν ταυτίζεται με το κοινό του Φέισμπουκ ή του Τουίτερ -δυσκολεύομαι ακόμα να γράψω «τα κοινά», πάντως εικάζω πως η τομή των τριών συνόλων δεν θα είναι ιδιαίτερα πολυμελής.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα το έχετε αντιληφθεί, τα έχουν μπλέξει κάπως με το Μπρέξιτ. Η νέα κυβέρνηση των Συντηρητικών υποστηρίζει ότι θα σεβαστεί την καταληκτική ημερομηνία της 31ης Οκτωβρίου για το Μπρέξιτ, κάτι που σημαίνει στην πράξη ότι, αν δεν υποχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, οδεύουμε προς άτακτο Μπρέξιτ, χωρίς συμφωνία δηλαδή.

Ο ηγέτης των Εργατικών, ο Τζέρεμι Κόρμπιν, σε επιστολή που έστειλε στους άλλους ηγέτες κομμάτων της αντιπολίτευσης, δήλωσε την πρόθεσή του να καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης.

Σε περίπτωση που η πρόταση αυτή στεφθεί με επιτυχία, με τη βοήθεια προφανώς «ανταρτών» βουλευτών του Συντηρητικού κόμματος, ο Κόρμπιν ζήτησε τη στήριξη των άλλων κομμάτων για να σχηματίσει κυβέρνηση αυστηρά περιορισμένου χρόνου με στόχο να συμφωνηθεί με την ΕΕ η μετάθεση της ημερομηνίας αποχώρησης, και στη συνέχεια να συγκαλέσει εκλογές ώστε να αποφασίσει ο λαός αν θέλει την αποχώρηση από την ΕΕ ή την παραμονή.

Η ιδέα του Κόρμπιν έχει τα θετικά της αλλά δεν είναι καθόλου βεβαιο πως θα εξασφαλίσει τη συμφωνία άλλων κομμάτων. Εκτός αυτού, ακόμα κι αν γινόταν ένα δεύτερο δημοψήφισμα (κάτι που μόνο η Βουλή μπορεί να αποφασίσει), το αποτέλεσμα μάλλον θα ήταν το ίδιο.

Αυτά μπορούμε να τα συζητήσουμε στα σχόλια, όμως εδώ λεξιλογούμε κι έτσι θα λεξιλογήσουμε για τον μπερντέ των Βρετανών.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Βουλή, Γλωσσικά ταξίδια, Γλωσσικά δάνεια, Διεθνής πολιτική, Ευρωπαϊκή Ένωση, Λαπαθιώτης, Μεγάλη Βρετανία | Με ετικέτα: , , , , , , | 115 Σχόλια »

Μεζεδάκια του καύσωνα

Posted by sarant στο 29 Ιουνίου, 2019

Μόνο που ο καύσωνας δεν βρίσκεται εκεί απ’ όπου με διαβάζετε οι περισσότεροι, αλλά εκεί απ’ όπου γράφω εγώ, ή μάλλον λίγο πιο κάτω. Για πρώτη φορά στην ιστορία, τέσσερις νομοί της Νότιας Γαλλίας κηρύχτηκαν από χτες σε κατάσταση «κόκκινου συναγερμού για καύσωνα», μια κατηγορία έκτακτης κατάστασης που θεσπίστηκε μετά τον φονικό καυσωνα του 2003 με τις 15.000 νεκρούς.

Χτες λοιπόν οι θερμοκρασίες ξεπέρασαν τους 45 βαθμούς σε μερικές περιοχές, με ρεκόρ τους 45,9 στην περιοχή της Νιμ, που παραδοσιακά είναι η πιο ζεστή της μητροπολιτικής Γαλλίας. Eκεί είχε σημειωθεί, τον Αύγουστο του 2003, το προηγούμενο ρεκόρ όλων των εποχών με 44,1 βαθμούς. Φέτος όμως βρισκόμαστε ακόμη στα τέλη Ιουνίου…

* Κωμικός τίτλος σε τραγικό γεγονός:

Νεκρός Βολιώτης πνίγηκε από φαγητό, είναι ο τίτλος. Δεν θα το μάσησε καλά, σχολίασε φίλος.

* Γουστόζικο ορθογραφικό σε τίτλο:

Σκηνές απείρου κάλους με Βελόπουλο στο Κόντρα.

Δεν θα το επισήμαινα κανονικά, δεν είναι και τόσο σπουδαίο, αλλά μου φάνηκε ταιριαστό με τα πρόσωπα του δράματος.

* Κι άλλο γουστόζικο ορθογραφικό, σε άρθρο εκπαιδευτικού ιστότοπου σχετικά με τις δηλώσεις του Κ. Χατζηδάκη για το πρόγραμμα της ΝΔ για την παιδεία:

«Εμείς πιστεύουμε σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική που στηρίζεται στην προσπάθεια, την άμυλα, την αξιοκρατία» είπε, παρουσιάζοντας τους βασικούς πυλώνες του προγράμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Παρά τα εισαγωγικά, το λάθος μάλλον στον ιστότοπο χρεώνεται. Και πάλι, όπως και το προηγούμενο, είναι λάθος που δεν το πιάνει ο καημένος ο Σπελ Τσέκερ.

Αλλά η υπόθεση είχε και συνέχεια, διότι στο Φέισμπουκ κάποιος επισήμανε με ειρωνικό σχόλιο το λάθος και συνέχισε: άμμιλα είναι το σωστό!

Στην αρχή νόμιζα ότι το έλεγε στ’ αστεία, αλλά μάλλον είχαμε μιαν ακόμα εκδήλωση του νόμου του Μέφρι.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επιγραφές, Εκλογές, Θηλυκό γένος, Κύπρος, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Ορθογραφικά | Με ετικέτα: , , , , | 243 Σχόλια »

Προσεκτικοί ομιλητές, αυτολογοκρισία και το στοίχημα του Πασκάλ

Posted by sarant στο 19 Ιουνίου, 2019

Στο σημερινό άρθρο θα επαναλάβουμε εν μέρει ένα παλιότερο, όχι επειδή θέλω να ξεκουραστώ από το μαγγανοπήγαδο της καθημερινής ιστογραφίας αλλά διότι προστέθηκαν νέα στοιχεία στη συζήτηση.

Στη γλωσσική ομάδα Υπογλώσσια ανέκυψε χτες, για πέμπτη ή δέκατη φορά, το… ακανθώδες ερώτημα αν «το σωστό» είναι να λέμε «αυτό αφορά τον τάδε» ή «αυτό αφορά στον τάδε». Έτσι γίνεται όταν συζητάμε στα ιστολόγια, τα φόρουμ και τα κοινωνικά μέσα, αφού το κοινό που απαρτίζει την ομήγυρη ανανεώνεται και μεταβάλλεται κι έτσι τα ίδια ερωτήματα, παρόλο που έχουν συζητηθεί ήδη, τίθενται ξανά και ξανά.

Το θέμα το έχουμε συζητήσει και εδώ, στο ιστολόγιο -και ως απάντηση στην ερώτηση παρέθεσα το περσινό μας άρθρο.

Μια φίλη, που είναι μάχιμη φιλόλογος, σχολίασε ως εξής:

Συμφωνώ απολύτως με την απρόθετη χρήση – και επίσης ταιριάζει περισσότερο στο γλωσσικό μου αισθητήριο. Αλλά έχω το εξής πρόβλημα: κρίνομαι ως φιλόλογος και στο μυαλό πολλών, αν με ακούσουν να λέω «αφορά το», θα χαρακτηριστώ αστοιχείωτη. Αυτό με «υποχρεώνει» να χρησιμοποιώ το «αφορά στο», ώστε να είμαι «σωστή» σε κάθε περίπτωση.

Και συνόδεψε το σχόλιό της με μια λυπημένη φατσούλα 😦 για να δείξει ότι δεν το κάνει με χαρά της αυτό.

Η φίλη μας δηλαδή παραδέχτηκε ότι ενώ εκείνη θεωρεί σωστή και στρωτή τη σύνταξη «αυτό αφορά την τάξη μας», επειδή είναι φιλόλογος και φοβάται μήπως άλλοι (γονείς μαθητών; συνάδελφοι; ο διευθυντής;) τη χαρακτηρίσουν αστοιχείωτη, εξαναγκάζεται να χρησιμοποιεί τη σύνταξη «αυτό αφορά στην τάξη μας» για να έχει τα νώτα της καλυμμένα (αυτήν ακριβώς τη διατύπωση χρησιμοποίησε στη συνέχεια της συζήτησης.

Το βρίσκω ανθρώπινο από μέρους της αλλά εξοργιστικό που αναγκάζεται σε μια τέτοια γλωσσική αυτολογοκρισία και στρέβλωση.

Της έγραψα: Αχ, σας καταλαβαίνω, αλλά είναι σωστό να κάνουμε το χατίρι των ηλιθίων; (Διότι ηλίθιος είναι όποιος κακοχαρακτηρίσει φιλόλογο επειδή γράφει «αφορά το τάδε θέμα» αντί για «αφορά στο τάδε θέμα»).

Τη δική μου θέση την ξέρετε. Θεωρώ εξίσου αποδεκτούς τους δύο τύπους και προσωπικά χρησιμοποιώ τον απρόθετο («αφορά το») πάντοτε. Άλλοι (λιγότεροι προς το παρόν) χρησιμοποιούν πάντοτε τον εμπρόθετο τύπο, κάποιοι χρησιμοποιούν πότε τον ένα και πότε τον άλλον ενώ κάποιοι κάνουν και διάκριση ανάλογα με τις σημασίες του ρήματος.

Το βέβαιο είναι ότι πριν από 25 χρόνια ο απρόθετος τύπος (αφορά το) ήταν ακόμα πιο συχνός απ’ό,τι είναι σήμερα. Την αύξηση της χρήσης του εμπρόθετου τύπου μπορούμε να την αποδώσουμε σε σημαντικό βαθμό στο λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη.

Στο λεξικό αυτό, σημειώνεται, σε ειδικό πλαίσιο και με μαύρα στοιχεία:

Η χρήση αφορά σε είναι λογιότερη και πιο προσεγμένη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γενικά γλωσσικά, Γλωσσοδιορθωτές, Επαναλήψεις, Εκπαίδευση, Λεξικογραφικά, Μεταμπλόγκειν | Με ετικέτα: , , , , | 90 Σχόλια »

Ο Σεφέρης, η καθαρεύουσα και ο κ. Θεοδωρόπουλος

Posted by sarant στο 8 Μαΐου, 2019

Θα σχολιάσω σήμερα στο ιστολόγιο μια πρόσφατη επιφυλλίδα του  συγγραφέα κ. Τάκη Θεοδωρόπουλου στην Καθημερινή. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που το ιστολόγιο σχολιάζει τις συντηρητικότατες γλωσσικές απόψεις του κ. Τ.Θ. ή που επισημαίνει τα γλωσσικά του μαργαριτάρια («που σοβατίζει ρωγμές στους τοίχους των κειμένων» κατά την ορολογία του κυρίου Τάκη).

Εννοώ την επιφυλλίδα με τίτλο «Η ταπείνωση των ελληνικών» που δημοσιεύτηκε στο πασχαλινό φύλλο της Καθημερινής.

Ήδη από τον τίτλο ο αρθρογράφος δίνει τον τόνο -και το δηλώνει και απερίφραστα στο άρθρο του, ότι «Τα ελληνικά που μιλάμε, και αυτά στα οποία γράφουμε, δεν είναι παρά μια ταπεινωμένη εκδοχή της πανάρχαιας γλώσσας». Θεωρεί δηλαδή ο αρθρογράφος ότι η μητρική του γλωσσική ποικιλία είναι κάτι το υποδεέστερο, ότι δεν φτάνει στο μεγαλείο των (εξιδανικευμένων βέβαια) αρχαίων ελληνικών.

Δεν είναι, δυστυχώς, πρωτότυπη αυτή η άποψη. Θα έλεγα μάλιστα πως κοινός τόπος της παραγλωσσολογικής συζήτησης για τα ελληνικά είναι η συνεχής σύγκριση της νέας ελληνικής με την αρχαία ελληνική, η οποία προβάλλεται ως ένα ανέφικτο ιδεώδες. Όχι μόνο επιφυλλιδογράφοι, αλλά δυστυχώς και πολλοί εκπαιδευτικοί, αλλά και πολλά σχολικά βιβλία καλλιεργούν εμμέσως την άποψη ότι η σημερινή νεοελληνική δεν είναι παρά ωχρό είδωλο της αρχαίας, πράγμα που βέβαια αφενός δεν βοηθά τους μαθητές να εκτιμήσουν και να αγαπήσουν τη μητρική τους γλώσσα και αφετέρου αποτελεί εύφορο έδαφος όπου θάλλουν κάθε λογής απόψεις για γλωσσική παρακμή, ιδίως όταν αντιδιαστέλλεται η κυρίαρχη θέση της αρχαίας ελληνικής με τη θέση της σημερινής νεοελληνικής. Όπως εύστοχα είχε σημειώσει η Άννα Φραγκουδάκη, «η προφητεία για την παρακμή της ελληνικής γλώσσας, με όποιο επιχείρημα κι αν εμφανίζεται, ανάμεσα στις γραμμές το ίδιο πάντα εννοεί: φανταστείτε το εθνικό μεγαλείο που… “θα” είχαμε, αν μιλούσαμε αρχαία ελληνικά».

Δεν είναι λοιπόν πρωτότυπος ο κ. Τ.Θ. αλλά θαρρώ πως είναι από τους λίγους που χρησιμοποιούν τον όρο «ταπεινωμένη» για να περιγράψουν τη μητρική τους γλώσσα.

Βέβαια, ο ίδιος ο Τ.Θ. ίσως δεν αισθάνεται τόσο μεγάλη ταπείνωση αφού μπορεί να νιώσει τη δύναμη της πανάρχαιης γλώσσας. Όπως γράφει: «… τη Μεγάλη Εβδομάδα μπορείς να πάρεις μια γεύση από τη δύναμη της γλώσσας σου. … Δεν έχεις πολλές ευκαιρίες να τη νιώσεις αυτήν τη δύναμη, εκτός πια κι αν ανήκεις στη μειονότητα των σοβαρών αναγνωστών» (τα πλάγια δικά μου).

Ο συντάκτης ολοφάνερα θεωρεί πως ο ίδιος ανήκει σε αυτούς τους λίγους και εκλεκτούς «σοβαρούς αναγνώστες», σε αυτή τη «μειονότητα» των αρίστων -και προσκαλεί τον αναγνώστη να ενστερνιστεί τις απόψεις του ώστε να ελπίζει πως στο μέλλον θα γίνει κι αυτός δεκτός σε τούτο το κλειστό κλαμπ. (Αναρωτιέμαι αν οι «σοβαροί αναγνώστες» του κ. Τάκη ταυτίζονται με τους «προσεκτικούς ομιλητές» του κ. Μπαμπινιώτη -αλλά γι’ αυτό το θέμα θα πω παρακάτω).

Δεν θα σχολιάσω όλα τα σημεία του άρθρου του κ. ΤΘ διότι θέλω να σταθώ σε ένα σημείο όπου θαρρώ πως χρειάζεται αναλυτική απάντηση. Ωστόσο, κρίνοντάς το γενικά, παρατηρώ ότι ο θρηνητικός τόνος του αρθρογράφου για τα δεινά της γλώσσας μας έχει ανέβει μιαν οκτάβα -ίσως τώρα που πέθανε ο Σαράντος Καργάκος, ένας από τους μεγαλύτερους γλωσσογκρινιάρηδες που είχαμε, ο κ. Τάκης φιλοδοξεί να καλύψει το κενό.

Και πράγματι, προσέξτε τι γράφει: Πόσες από τις λέξεις που ακούς στον δρόμο είναι απλώς βρισιές, και πόσες δεν θυμίζουν περισσότερο άναρθρη κραυγή; Αλλά αυτή την ανοησία για την ομιλία (των νέων) που θυμίζει άναρθρες κραυγές και γρυλλισμούς πρώτος την έχει γράψει ακριβώς ο μακαρίτης κ. Καργάκος. Σταχυολογώ από την περίφημη «Αλαλία» του, γραμμένη πριν από καμιά τριανταριά χρόνια:

«οι νέοι μας […] έχουν φτάσει στο σημείο να συνεννοούνται με γρυλισμούς και παντομίμες», «κάποιοι νέοι χρησιμοποιούν την ελληνική σαν να κλωτσούν καρφιά», «τον γλωσσικό χουλιγκανισμό που φέρνει τη γλώσσα μας στην εποχή των σπηλαίων […] οι νέοι μας ακρωτηριάζουν και βεβηλώνουν τη γλώσσα μας»

Σαν να έπαθε Καργάκο ο κύριος Τάκης.

Και προχωρώ στο σημείο που με ενδιαφέρει. Θρηνεί ο κ. Τάκης σε ύφος Γιανναρά:

Ο Γ. Ράλλης νομοθέτησε την κατάργηση της διδασκαλίας της καθαρευούσης στην εκπαίδευση και το πρωτοπασόκ έσβησε την περισπωμένη και τα πνεύματα από τη γραφή. Η γλώσσα ακρωτηριάσθηκε από τη μνήμη της με τη λοβοτομή. Παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης γραμματείας μας είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα, ότι η δημοτική του Σεφέρη, ή του Ελύτη είναι γεμάτη από καθαρεύουσα και ότι οποιοδήποτε επιστημονικό ή θεωρητικό κείμενο χρειάζεται την καθαρεύουσα.

Θέλω λοιπόν να εστιαστώ στην εξής θέση: «η δημοτική του Σεφέρη … είναι γεμάτη από καθαρεύουσα»

Θεωρώ ότι ο ατεκμηρίωτος αυτός ισχυρισμός είναι αβάσιμος και λαθεμένος. Ωστόσο, είναι και θέμα ορισμού: τι θα πει «δημοτική γεμάτη από καθαρεύουσα»; Να έχει λόγιες λέξεις; Αλλά δεν κάνουν οι λέξεις τη γλωσσική ποικιλία -χρειάζεται και η σύνταξη.

Ας δούμε ένα πεζό του Σεφέρη, την πολύ γνωστή δήλωσή του κατά του δικτατορικού καθεστώτος. Το παραθέτω ολόκληρο πιο κάτω. Προσωπικά θεωρώ ότι πρόκειται για καθαρή καλλιεργημένη δημοτική, δηλαδή για καθαρή κοινή νεοελληνική (ΚΝΕ που λέμε) και δεν βρίσκω να είναι «γεμάτο από καθαρεύουσα». Πιστεύω ότι η χρήση λέξεων όπως «ελώδη» ή «αναπότρεπτη» δεν είναι στοιχείο καθαρεύουσας -αν μη τι άλλο, στην καθαρεύουσα θα ήταν «η αναπότρεπτος».

Αξίζει να ξαναδιαβάσουμε το κείμενο αυτό, του 1969, και να χαρούμε την κρουστή γλώσσα του και το περιεχόμενό του.

Πάει καιρός που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω, αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας.
Έτσι, από τα χρόνια εκείνα ώς τώρα τελευταία έπαψα κατά κανόνα ν’ αγγίζω τέτια θέματα. Εξ άλλου τα όσα δημοσίεψα ώς τις αρχές του 1967, και η κατοπινή στάση μου (δεν έχω δημοσιέψει τίποτε στην Ελλάδα από τότε που φιμώθηκε η ελευθερία) έδειχναν, μου φαίνεται αρκετά καθαρά τη σκέψη μου.
Μολαταύτα, μήνες τώρα, αισθάνομαι μέσα μου και γύρω μου, ολοένα πιο επιτακτικά το χρέος να πω ένα λόγο για τη σημερινή κατάστασή μας. Με όλη τη δυνατή συντομία, νά τι θα έλεγα:
Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς όλως διόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο.
Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι’ αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δε θα μου είταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτιες ζημιές δε λογαριάζουν παρά πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο.
Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μάς βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.
Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι Εθνική επιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό, να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω.

Όταν συζητήσαμε στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ το άρθρο του κ. Τάκη σε συνάρτηση με το κείμενο του Σεφέρη, ο γλωσσολόγος Θανάσης Μιχάλης έκανε ένα πολύ εύστοχο σχόλιο που το μεταφέρω εδώ:

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, στις περισσότερες περιπτώσεις εσωτερικής διγλωσσίας δεν υπάρχουν δίπολα αλλά continua. Δηλαδή, δεν υπάρχει μόνο η δημοτική ως χαμηλή ποικιλία και η καθαρεύουσα ως υψηλή, αλλά πλήθος ενδιάμεσων καταστάσεων (από τα άκρα του αρχαϊσμού και του μαλλιαρισμού, στην αστική δημοτική, την καθαρή διαλεκτική δημοτική, υπερτοπικές δημοτικές, απλή καθαρεύουσα, πλήθος ιδιολέκτων κλπ). Το πρόβλημα δεν το έχει ποτέ η μητρική γλώσσα, δηλαδή η χαμηλή ποικιλία, η οποία κατακτάται κιαι περιγράφεται εύκολα, το πρόβλημα το έχουν οι τεχνητής φύσης υψηλές ποικιλίες: τι σημαίνει καθαρεύουσα; π.χ. έχει δοτική; είναι δίδω τινί ή δίδω εις τινα, λέγω τινί ή εις τινα κλπ. Το κείμενο του Σεφέρη κατά τη γνώμη μου, είναι δείγμα αστικής δημοτικής με κατεύθυνση προς τον πόλο της δημοτικής (δημοσίεψαν). … Είναι άτοπο και παράλογο να λαμβάνει κανείς ως δεδομένο ότι τύποι του διαλεκτικού ή του ποιητικού λόγου (π.χ. πέλαγο) αποτελούν την καθαρή δημοτική και, θεωρώντας το πέλαγος καθαρεύουσα, να λέει ότι η τάδε ομιλία είναι γεμάτη καθαρεύουσα. Το κείμενο του Σεφέρη και μορφολογικά (δεν υπάρχει κανένα -ις, κανένα -ιν, κανένα -ον, κανένα -χθην ή -χθησαν) και συντακτικά είναι δημοτική.

Είναι ιδιαίτερα εύστοχη η τελευταία παρατήρηση. Κάτι ανάλογο έκαναν οι καθαρευουσιάνοι του 1900 που έλεγαν: αν είστε συνεπείς δημοτικιστές, δεν μπορείτε να λέτε Τέχνη, πρέπει να λέτε Μαστοροσύνη. Αλλά και ο ανώνυμος συντάκτης του χουντικού πονήματος «Εθνική γλώσσα» με τα ίδια σοφίσματα προσπαθεί να κατατροπώσει τους δημοτικιστές.

Όπως σχολίασε στην ίδια συζήτηση ο φίλος μας ο Άγγελος: Στο συγκεκριμένο δείγμα δεν βλέπω κανένα στοιχείο που να μπορούσα να το χαρακτηρίσω «καθαρεύουσα» — ίσως το «καταποντισΘούν», που εξισορροπείται όμως με το παραπάνω από τα «δημοσίεΨα», τα «στεκάμενα νερά», το αμετάβατο «λογαριάζουν», γλωσσικούς τύπους που εγώ τουλάχιστον, μιλώντας αυθόρμητα, δεν θα χρησιμοποιούσα (θα έλεγα «δημοσίευσα», «στάσιμα», «υπολογίζονται» ή «μετρούν».) Το να λέμε ότι ο λόγος του Σεφέρη είναι «γεμάτος καθαρεύουσα» είναι εξωφρενικό — εκτός αν εννοούμε ότι δεν είναι ψυχαρική δημοτική, πράγμα που… δεν είναι και μεγάλη ανακάλυψη!

Πράγματι, όποιος διαβάσει τις Δοκιμές του Σεφέρη θα συναντήσει τύπους που σήμερα δεν τολμάμε και πολύ να τους γράψουμε, π.χ. τρομαΧΤικός ή τη χρήση του «σαν» εκεί όπου οι μπαμπινιωτιστές θεωρούν σωστό μόνο το «ως», ας πούμε: Η εργασία μου –βιάζομαι να το τονίσω– δεν πρέπει να θεωρηθεί σαν εργασία οριστική. Θα ευχόμουν να κοιταχτεί σαν αφορμή για σοβαρή σκέψη πάνω σ’ ένα σπουδαίο θέμα, για φωτισμένη κρίση και καλοπροαίρετη επίκριση.

Εννοώ ότι το κείμενο που διάλεξα, η αντιδικτατορική δήλωση του Σεφέρη εννοώ, με κανέναν τρόπο δεν αποτελεί εξαίρεση, δεν είναι δηλαδή «δημοτικότερο» από τα πεζά που περιλαμβάνονται στις Δοκιμές του Σεφέρη. Διάλεξα το κείμενο αυτό επειδή υπήρχε στο Διαδίκτυο, αλλά είναι απολύτως αντιπροσωπευτικό της γλωσσικής ποικιλίας του Σεφέρη.

Και θα κλείσω με ένα άλλο κείμενο από τις Δοκιμές του Σεφέρη, γραμμένο το 1946 όταν πέθανε ο Αχιλλέας Τζάρτζανος, μια τοποθέτηση του Σεφέρη που αποτελεί δριμύ κατηγορώ για τη γλωσσική πολιτική του ελληνικού κράτους τον καιρό που βασίλευε η καθαρεύουσα, που τόσο τη νοσταλγεί ο κ. Θεοδωρόπουλος, που τολμά να επικαλείται τον Σεφέρη για να στηρίξει τις συντηρητικότατες γλωσσικές του θέσεις:

ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Δεν είμαι ειδικός για να αναλύσω τεχνικά την εργασία του Αχιλλέα Τζάρτζανου. Αλλά πως εχάσαμε έναν από τους λίγους εκλεκτούς φιλολόγους που πρόσφεραν μια μεγάλη υπηρεσία στην πατρίδα τους, αυτό μπορώ να το βεβαιώσω.

Θα έλεγα ακόμη ότι ο Τζάρτζανος έχει έναν ιδιαίτερο δεσμό με τη λογοτεχνική γενιά που ωρίμασε και άρχισε να γράφει στα χρόνια του μεσοπολέμου. Η επιστημονική του εργασία συγγενεύει, καθώς νομίζω, χαρακτηριστικά με τις γλωσσικές αναζητήσεις ορισμένων λογοτεχνών της γενιάς εκείνης.

Από την αρχή του γλωσσικού αγώνα ως τα χρόνια του μεσοπολέμου η καλλιέργεια της κοινής δημοτικής στρέφεται, κατά πρώτο λόγο, προς τη γραμματική και το τυπικό. Το πρώτο ζήτημα ήταν ποιες λέξεις θα γράφουμε και με ποια φθογγολογική μορφή θα παρουσιάζουμε αυτές τις λέξεις. Η προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση ήταν τόσο μεγάλη, που τα ζητήματα του μηχανισμού της ελληνικής φράσης (χρησιμοποιώ σκόπιμα έναν όρο γενικό) δε μοιάζουν να απασχολούν πάρα πολύ τους λογίους. Στην ηρωική περίοδο του δημοτικισμού (ως τα τελευταία χρόνια του Ψυχάρη περίπου) οι άνθρωποι που ασχολούνται με την ελληνική έκφραση, μοιάζουν μαγνητισμένοι από το χρώμα και τη ζωηράδα της λαϊκής γλώσσας. Ήτανε φυσικό, αφού μόλις είχαν αφήσει τα άχρωμα δωμάτια της καθαρεύουσας. Σαν τον άρρωστο, που ύστερα από χρόνια βγαίνει για πρώτη φορά στο ύπαιθρο, έβλεπαν παντού τη γραφικότητα. Στα χρόνια του μεσοπολέμου αρχίζουν να γίνουνται αισθητές άλλες ανάγκες. Πολύ συνειδητά κάποτε, και κάποτε μισοσυνείδητα, παρουσιάζεται η ανάγκη της ακρίβειας. Σ’ αυτή την ανάγκη ήρθε νομίζω να ανταποκριθεί, με τον τρόπο του, ο Αχιλλέας Τζάρτζανος. Μολονότι άλλης ηλικίας, ήταν, αισθάνομαι, ένας από τους δικούς μας ο άνθρωπος που έγραψε το πρώτο Συντακτικό της δημοτικής. Και συλλογίζομαι με αρκετή πίκρα πως αν δεν είχε την τύχη να γίνει φθισικός από υπερκόπωση και πως αν δε βρίσκονταν οι συγγενείς που τον έστειλαν να περάσει τις υποχρεωτικές διακοπές της θεραπείας του στην Ελβετία, ίσως να μην είχε πραγματοποιηθεί κι αυτή η ανεκτίμητη εργασία.

Έχω κάπου διαβάσει πως οι κάτοικοι, δε θυμούμαι ποιας χώρας, μισούν τόσο πολύ τη βλάστηση, που μόλις ξεμυτίσει το παραμικρό πράσινο φύλλο, τρέχουν αμέσως να το ξολοθρέψουν. Θυμούμαι πάντα αυτή την εικόνα όταν συλλογίζομαι τη σημερινή γλωσσική μας κατάσταση ή την αφοσίωση ανθρώπων σαν τον Αχιλλέα Τζάρτζανο. Γιατί όλα γίνουνται στην Ελλάδα σα να μας κινεί ένα θανάσιμο μίσος για τη λαλιά μας. Το κακό είναι τόσο μεγάλο που μόνο σαν ένα φαινόμενο ομαδικής ψυχοπάθειας θα μπορούσε κανείς να το εξηγήσει. Ίσως, ποιος ξέρει, οι “απωθήσεις” που προκάλεσε μια δασκαλοκρατία πολλών αιώνων έπρεπε να καταλήξουν στις σημερινές μας νευρώσεις. Στα χρόνια μας, πρέπει να μην το ξεχνάμε, το ζήτημα δεν είναι πια αν θα γράφουμε καθαρεύουσα ή δημοτική. Το τραγικό ζήτημα είναι αν θα γράφουμε, ή όχι, ελληνικά· αν θα γράφουμε ελληνικά ή ένα οποιοδήποτε ελληνόμορφο εσπεράντο. Δυστυχώς όλα γίνουνται σα να προτιμούμε το εσπεράντο· σα να θέλουμε να ξεκάνουμε με όλα τα μέσα τη γλώσσα μας.

Ποια είναι η γλώσσα ενός τόπου; Η ζωντανή γλώσσα που μιλά ο λαός, όπως τη διαμορφώνουν οι καλύτεροι συγγραφείς του. Από την εποχή του Αγίου Παύλου ως το Διονύσιο Σολωμό, ο ελληνικός λαός, μέσα από συνθήκες, που εύκολα θα καταντούσαν άγλωσσο οποιονδήποτε άλλο λαό, έσωσε τη γλώσσα του για να την παραδώσει στους μορφωμένους της απελευθερωμένης Ελλάδας. Μια γλώσσα ανόθευτη, που συνεχίζει πιστά και χωρίς διακοπές τη χιλιόχρονη ελληνική παράδοση, με πρωτοφανή ευλυγισία, με άπειρες δυνατότητες να αναπτυχθεί. Από το Σολωμό ως τις μέρες μας, τα καλύτερα πνεύματα που μπόρεσε ν’ αναδείξει η Ελλάδα, είναι μια πλειάδα συγγραφέων που μπορούν να αντιπαραβληθούν αδίσταχτα με τους καλύτερους ξένους της ίδιας εποχής. Κι’ όμως αυτή τη γλώσσα, σήμερα ακόμη, στα 1946, τη μαθαίνουμε όχι από διδασκαλία, αλλά μπορεί να πει κανείς από μύηση. Την έχουμε αφήσει χωρίς πυξίδα και χωρίς χάρτη. Ο νέος που θέλει να τη μάθει πρέπει να καταφύγει σε φιλολογικές έρευνες που μόνο ειδικοί θα έκαναν σε τόπους πολύ πιο προοδευτικούς από το δικό μας. Δεν έχει λεξικό· το λεξικό της Ακαδημίας βρίσκεται ακόμη στο Α –εννοώ: το στοιχείο Α. Τα πνευματικά μας ιδρύματα την καταφρονούν. Φτάνει να παρατηρήσει κανείς –για να μην απαριθμεί ατέλειωτα θλιβερά δείγματα της νοοτροπίας μας– πως η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών είναι έτσι φτιαγμένη ώστε να αποκλείει μοιραία έναν επιστήμονα της ολκής και του ήθους του Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας αφέθηκε σχεδόν αποκλειστικά στις καθημερινές εφημερίδες. Ύστερα από τόσα χρόνια ελεύθερης ζωής, και σε καιρούς που στις πολιτισμένες χώρες οι πνευματικοί διδάσκαλοι κοιτάζουν πώς να ανυψώσουν την παράδοσή τους, αυτό μονάχα βρήκε η παιδεία μας για να ανταμείψει το έθνος που έσωσε τη γλώσσα του Σολωμού και του Παλαμά μέσα από τα σκοτάδια αιώνων. Το αποτέλεσμα είναι το εσπεράντο. Ηχεί σαν τα ακόλουθα παραδείγματα που έτυχε να προσέξω αυτές τις μέρες. Στο δρόμο ένας μικροαστός λέει στο φίλο του: «Ολιγουδί να μη σε βρω». Μια υπηρεσιακή πινακίδα στην ακτή του Παλιού Φαλήρου (την αντιγράφω κατά λέξη) ειδοποιεί: «Όστις ευρεθή αναμιγνυόμενος με ιδιοκτησίαν επί της ακτής ταύτης θέλει διωχθεί αυστηρώς». Το «ολίγου δειν» μπόρεσα να το καταλάβω, αλλά το «αναμιγνυόμενος»;

Αυτή είναι η κατάστασή μας, και δε μας μένει καιρός. Χωρίς μια φούχτα ανθρώπους σαν τον Αχιλλέα Τζάρτζανο, θα μιλούσαμε και θα γράφαμε όλοι μας έτσι.

Αύγουστος 1946

Posted in Αιωνίως θνήσκουσα γλώσσα, Γλωσσικό ζήτημα, Γλωσσοδιορθωτές, Καθαρεύουσα | Με ετικέτα: , , , , , , , | 227 Σχόλια »

Θωμαδικά μεζεδάκια

Posted by sarant στο 4 Μαΐου, 2019

Ή αλλιώς, του Θωμά, αφού αύριο είναι η Κυριακή του Θωμά (για όσους γιορτάζουν, έχουμε βάλει άρθρο για το όνομα) ενώ μεθαύριο έχουμε την αποφράδα Δευτέρα του Θωμά -αποφράδα για τους μαθητες βεβαίως, τουλάχιστον όταν ήμουν εγώ, αφού τότε πηγαίναμε σχολείο μετά τις διακοπές του Πάσχα, και νομίζω ότι και τώρα αυτό ισχύει.

Αν όμως θέλαμε να φτιάξουμε έναν μονολεκτικό όρο, είτε επειδή τον είχαμε ανάγκη είτε επειδή είχαμε βάλει στόχο να φτάσουμε τα 5.000.000 λέξεις και να τρώμε ολοι με χρυσά κουτάλια, πώς θα λέγαμε αυτόν που αναφέρεται στον Θωμά;

Οι Άγγλοι έχουν το Thomasian, που μας οδηγεί στο Θωμασιανός. Δεν γκουγκλίζεται. Εγώ σκέφτηκα το «Θωμαδικός» κατ’ αναλογία προς το «Νουμαδικός» που λεγόταν την εποχή που έβγαινε η εφημερίδα Νουμάς, όργανο του μαχητικού δημοτικισμού, και εννοούσε τους ανθρώπους που έγραφαν στο περιοδικό ή που συμμερίζονταν τη γλωσσική ιδεολογία του. Το Θωμαδικός στραβογκουγκλίζεται (δηλ. βρίσκεις ανευρέσεις του τύπου: Θωμά, δικό σου είναι) αλλά για κάποιο λόγο το προτιμώ.

* Μια και μιλάμε για καινούργιες λέξεις, στο πασχαλινό ρεπορτάζ επισήμανα μιαν ακόμα λέξη που δεν την ήξερα, τη λέξη «πάνσεκτος». Τη βρήκα στη δήλωση του κ. Δαμιανού, που είναι ο Έξαρχος του Πανάγιου Τάφου στην Ελλάδα, ο οποίος, με την ευκαιρία της άφιξης του Αγίου Φωτός είπε τα εξής στο ΑΠΕ/ΜΠΕ:

Από την ‘Αγια Πόλη των Ιεροσολύμων, τη σεπτή εγκρίσει και ευλογία του Μακαριωτάτου Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλου Γ’ , μεταφέρουμε το ‘Αγιο Φως στη φίλτατη πατρίδα Ελλάδα. Εκ του πανσέκτου πανίερου Ναού της Αναστάσεως, το κοσμοχαρμόσυνο μήνυμα του της Θεού Χριστού Αναστάσεως μεταβαίνει σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης.

Θα το καταλάβατε, η καινούργια λέξη που μόλις γεννήθηκε είναι άκυρη, πρόκειται για ανεμογκάστρι ή πιο σωστά για τυπογραφικό λάθος: πάνσεπτος είναι ο πανίερος Ναός, όχι πάνσεκτος, δεν έχει σχέση με σέχτες ή τουλάχιστον δεν το λέει.

Λάθος είναι βέβαια και η συνεχιζόμενη υποδοχή του Αγίου Φωτός με τιμές αρχηγού κράτους από μια αριστερή κυβέρνηση, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση (είχαμε, πάντως, γράψει).

* Ένα πασχαλινό που ψάρεψα στο Τουίτερ. Ο Τζέφρι Πάιατ, ο Αμερικανός πρέσβης, ανεβάζει μια φωτογραφία (μάλλον από τον εορτασμό στην Κέρκυρα) και γράφει «Xronia polla!»

Οπότε ο ντόπιος φωστήρας δημοσιογράφος ανταποδίδει τη φιλοφρόνηση: Xronia polla and to you!

Διοτι, αφού στα ελληνικά θα λέγαμε «και σε σένα», στα αγγλικά πρέπει να πούμε and to you, έτσι δεν είναι; Όλα από εμάς τα πήρανε, αφού!

* Το επόμενο μαργαριτάρι είναι μεταφραστικό, και κάθε άλλο παρά φρέσκο είναι. Αλλά είναι γουστόζικο και είναι και σοβαρό, αφού πρόκειται για μεταφραστικό  λάθος σε τίτλο βιβλίου.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γκας Πορτοκάλος, Λουξεμβούργο, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Ορθογραφικά, Τίτλοι | Με ετικέτα: , , , , , , , | 175 Σχόλια »