Φρούτα της θάλασσας τα λένε οι Γάλλοι, fruits de mer δηλαδή. Εμείς τα λέμε θαλασσινά. Καλοκαίρι είναι, παραθαλάσσιες ταβέρνες ή ουζερί, μεζέδες, ας βάλουμε σήμερα ένα καλοκαιρινό πιάτ.. άρθρο, παρόλο που έχουμε μπει στην κεσατλίδικη βδομάδα κι έτσι δεν θα το δουν πολλοί -αλλά γι’ αυτό είναι οι επαναλήψεις.
Τα θαλασσινά μπορούμε να τα χωρίσουμε σε μερικές μεγάλες κατηγορίες: μαλάκια (οστρακα όπως στρείδια, μύδια και κυδώνια αλλά και κεφαλόποδα όπως χταπόδια και καλαμάρια), καρκινοειδή όπως γαρίδες, καραβίδες, καβούρια και αστακούς ή και εχινόδερμα όπως οι αχινοί.
Όμως εμείς εδώ δεν κάνουμε ζωολογική μελέτη, εμείς ως γνωστόν λεξιλογούμε, οπότε τα θαλασσινά θα τα εξετάσουμε από λεξιλογική, ετυμολογική και φρασεολογική άποψη. Κι επειδή η πιατέλα είναι μεγάλη και φορτωμένη, ξεκινάμε χωρίς άλλες εισαγωγές.
Ξεκιναμε, τυχαία, από τις γαρίδες. Η γαρίδα προέρχεται από το αρχαίο καρίς. Από τη συμπροφορά με το άρθρο στην αιτιατική, την καρίδα > τηνγκαρίδα, η καρίς έγινε γαρίδα.
Επειδή τα μάτια της γαρίδας φαινονται γουρλωμένα, όπως του πρωθυπουργού, λέμε «γαρίδα το μάτι του» για κάποιον που λαχταράει κάτι ή για έναν περίεργο που παρατηρεί αδιάκριτα αλλά και για κάποιον που δεν μπορεί να κοιμηθεί.