Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Υπηρέτρα (διήγημα του Παπαδιαμάντη)

Posted by sarant στο 28 Απριλίου, 2024


Χριστουγεννιάτικο διήγημα βέβαια είναι η Υπηρέτρα, μήπως μπλέξαμε τις μεγάλες γιορτάδες; Ναι και όχι, αλλά δεν φταίω μόνο εγώ.

Στο χτεσινό άρθρο, στα μεζεδάκια,  έγραψα  ότι «την Κυριακή στην εκκλησία μοιράζουν τα βάγια («όποτε πάω στην εκκλησιά, βάγια μοιράζουνε», έλεγε ένας ήρωας του Παπαδιαμάντη, που εκκλησιαζόταν μόνο κάθε Κυριακή των Βαΐων)». Πρόκειται για απόσπασμα από την Υπηρέτρα. Και αφού σήμερα ειναι Κυριακή των  Βαΐων, σκέφτηκα να βάλω αυτό το διήγημα, που άλλωστε δεν το έχω βάλει ποτέ στο ιστολόγιο, παρόλο που είναι χειμωνιάτικο, θαλασσόδαρτο και χριστουγεννιάτικο.

Επίσης, αμαρτία ξομολογημένη, είπα να εκδράμω αυτό το σαββατοκύριακο,  οπότε δεν  προλάβαινα να γράψω κάτι που θα ήθελε περισσότερη επιμέλεια. Το διήγημα ήταν  από τ’ αγαπημένα  του  παππού μου, θυμάμαι. Έχει και γλωσσικό ενδιαφέρον για τις ελληνικούρες του Νταραδήμου (κατά τα σκοίνια  αντί για καταισχύνη κτλ.) Αλλά και ο μπαρμπα-Διόμας επαναναλύει το Απομαχικό (ταμείο) και το λέει Ιππομαχικό.

Το νησάκι όπου είχε πάει ο μπαρμπαΔιόμας λέγεται  στο  διήγημα  Τσουγκριάς. Σήμερα συνηθίζεται περισσότερο η  θηλυκή εκδοχή, η Τσουγκριά. Βρήκα  μια φωτογραφία και την έβαλα.

Το διήγημα δημοσιεύτηκε ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1888 στην εφημ. Εφημερίς, με τον  υπότιτλο «Διήγημα επί τη εορτή των Χριστουγέννων» (δοτικές,  βάλτε υπογεγραμμένες). Είναι ένα από τα πρώτα δημοσιευμένα  διηγήματα  του Παπαδιαμάντη, το τέταρτο για την ακρίβεια. Το πήρα από τον ιστότοπο papadiamantis.net.

ΥΠΗΡΕΤΡΑ

Τὴν ἑσπέραν τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους… ἡ δεκαοκταέτις κόρη τὸ Οὐρανιὼ τὸ Διόμικο, μελαγχροινὴ νοστιμούλα, ἐκλείσθη εἰς τὴν οἰκίαν της ἐνωρίς, διότι ἦτο μόνη.

Ὁ πατήρ της, ὁ ἀτυχὴς μπαρμπα-Διόμας, ἀρχαῖος ἐμποροπλοίαρχος πτωχεύσας, ὅστις κατήντησε νὰ γίνῃ πορθμεὺς εἰς τὸ γῆράς του, εἶχεν ἐπιβῆ τῆς λέμβου του περὶ μεσημβρίαν, ὅπως πλεύσῃ εἰς τὴν νῆσον Τσουγκριᾶν, τρία μίλια ἀπέχουσαν, καὶ διαπορθμεύσῃ ἐκεῖθεν εἰς τὴν πολίχνην ἑορτασίμους τινὰς προμηθείας. Ὑπεσχέθη ὅτι θὰ ἐπανήρχετο πρὸς ἑσπέραν, ἀλλ᾽ ἐνύκτωσε καὶ ἀκόμη δὲν ἐφάνη.

Ἡ νέα ἦτο ὀρφανὴ ἐκ μητρός. Ἡ μόνη πρὸς μητρὸς θεία της, ἥτις τῆς ἐκράτει ἄλλοτε συντροφίαν, διότι αἱ οἰκίαι των ἐχωρίζοντο δι᾽ ἑνὸς τοίχου, ἐμάλωσε καὶ αὐτὴ μαζί της διὰ δύο στρέμματα ἀγροῦ, καὶ δὲν ὡμιλοῦντο πλέον. Ἡ νεᾶνις ἐκάθισε πλησίον τοῦ πυρός, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀνάψει εἰς τὴν ἑστίαν περιμένουσα τὸν πατέρα της, καὶ ἐκράτει τὸ οὖς τεταμένον εἰς πάντα θόρυβον, εἰς τὰ φαιδρὰ ᾄσματα τῶν παίδων τῆς ὁδοῦ, ἀνυπόμονος καὶ ἀνησυχοῦσα πότε ὁ πατήρ της νὰ ἔλθῃ.

Αἱ ὧραι παρήρχοντο καὶ ὁ πτωχὸς γέρων δὲν ἐφαίνετο.  Τὸ Οὐρανιὼ εἶχεν ἀπόφασιν νὰ μὴ κατακλιθῇ, ἀλλ᾽ ἔμεινεν οὕτως ἡμίκλιντος πλησίον τῆς ἑστίας.

Παρῆλθε τὸ μεσονύκτιον καὶ ἤρχισαν ν᾽ ἀντηχῶσιν οἱ κώδωνες τῶν ναῶν, καλοῦντες τοὺς χριστιανοὺς εἰς τὴν εὐφρόσυνον τῆς ἑορτῆς ἀκολουθίαν.

Ἡ καρδία τῆς νέας ἐκόπηκε μέσα της.

―  Πέρασαν τὰ μεσάνυχτα, εἶπε, κι ὁ πατέρας μου!…

Συγχρόνως τότε ἤκουσε θόρυβον καὶ φωνὰς ἔξωθεν. Ἡ γειτονιὰ εἶχεν ἐξυπνήσει, καὶ ὅλοι ἡτοιμάζοντο διὰ τὴν ἐκκλησίαν.

Ἡ δύστηνος Οὐρανιὼ δὲν ἀντέσχεν, ἀλλ᾽ ἔλαβε τὴν τόλμην νὰ ἐξέλθῃ εἰς τὸν σκεπαστὸν καὶ περίφρακτον ὑπὸ σανίδων ἐξώστην τῆς οἰκίας, ὅπου κρυπτομένη εἰς τὸ σκότος προέβαλε διὰ τῆς θυρίδος τὴν κεφαλήν.

Μία γειτόνισσα λάλος καὶ φωνασκὸς εἶχεν ἐγερθῆ πρώτη, καὶ ἀφύπνιζε διὰ τῶν κραυγῶν της τοὺς γείτονας ὅλους, ὅσων ὁ ὕπνος ἀνθίστατο εἰς τῶν κωδώνων τὸν κρότον, προσπαθοῦσα νὰ ἐξυπνίσῃ τὸν ἄνδρα καὶ τὰ παιδία της. Ὁ σύζυγός της, Νταραδῆμος, εἶχεν ἀνάγκην μοχλοῦ διὰ νὰ σταθῇ εἰς τοὺς πόδας του.

Ἡ θύρα τῆς οἰκίας των ἦτο ἀντικρὺ τῆς τοῦ μπαρμπα-Διόμα. Τὸ Οὐρανιὼ ἔβλεπε καθαρῶς ἀπέναντί της τὴν γυναῖκα ἐκείνην, κρατοῦσαν φανόν, φωτίζουσαν οἰκτιρμόνως τὰ σκότη τῆς ὁδοῦ διὰ τοὺς διαβάτας καὶ τοὺς γείτονας. Διότι τὸ σκότος ἦτο βαθύ, καὶ ἐλαφρὸς ἄνεμος ἔπνεεν, ὅσος ἤρκει διὰ νὰ μεταφέρῃ ἐκ τῶν χιονοσκεπῶν βουνῶν τὸ ψῦχος καὶ τὸν παγετὸν εἰς τὰς φλέβας τῶν ἀνθρώπων.

Κατ᾽ ἐκείνην τὴν στιγμὴν διῆλθεν ἄνθρωπός τις, ὃν ἰδοῦσα καὶ ἀναγνωρίσασα ἡ Οὐρανιὼ δὲν ἠδυνήθη νὰ μὴ μειδιάσῃ.

―  Πῶς! κι ὁ Ἀργυράκης πάει στὴν ἐκκλησιά;… ἐψιθύρισεν.

Ὁ Ἀργυράκης τῆς Γαροφαλιᾶς, ὅστις εἶχε τὸ προνόμιον νὰ προσωνυμῆται ἀπὸ τοῦ ὀνόματος τῆς συζύγου του, εἶχεν εἰπεῖ ἄλλοτε καὶ τὸ λόγιον ἔμεινε παροιμιῶδες «ὅποτε πάω στὴν ἐκκλησιὰ βάια μοιράζουνε». Ἀλλὰ τὴν φορὰν ταύτην τὸν ἐξύπνισε βιαίως ἡ Γαροφαλιὰ καὶ τῷ ἐπέταξε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν ἐκκλησίαν, διότι εἶδε κακὸν ὄνειρον, εἶπεν. Ἐφοβεῖτο μήπως οἱ γύφτισσες (ὑπῆρχον ἀντικρὺ τοῦ οἰκίσκου των πέντε ἢ ἓξ καλύβαι γύφτων νεοφωτίστων), ἔκαμαν μαγείας ἐναντίον της. Καὶ ἂν αὐτὴ ἐπάθαινε τίποτε, Θεὸς νὰ φυλάῃ! ποία ἄλλη θὰ ἐκόλλα τὸν φοῦρνον, οἱ μέρες ποὺ ἔρχονται, «τώρα τὸν Ἁι-Βασίλη» κτλ., εἰς ὅλην τὴν γειτονιά; Ὅλον δὲ τὸ ἄτομόν της ἐνθύμιζε τὴν μητέρα ἐκείνην τῶν Σαράντα Δράκων τοῦ παραμυθιοῦ, ἥτις ἐφούρνιζε μὲ τὰς παλάμας καὶ ἐπάνιζε μὲ τοὺς μαστούς.

Ὁ εὐπειθὴς Ἀργυράκης, ὅστις μόλις ἔφθανε μέχρι τῶν ὤμων τοῦ ἀναστήματός της, ἠγέρθη, ἐφόρεσεν εἰς τὴν κεφαλήν του τὸν γιοργούλη* του, ἐζώσθη τὸ κόκκινον ζωνάρι του, τρεῖς σπιθαμὰς πλατύ, ὑπέδησεν εἰς τοὺς πόδας τὰ πέδιλά του, καὶ ἐξῆλθεν εἰς τὴν ὁδόν.

Ταυτοχρόνως εἶχεν ἐξέλθει καὶ ὁ Νταραδῆμος, ὅστις ἔπιασεν ὁμιλίαν μὲ τὸν Ἀργυράκη τῆς Γαροφαλιᾶς.

―  Τώρα μ᾽ ἀρέσεις, γείτονα, τῷ λέγει… μὴν εἶσαι ἀλιβάνιστος, διότι εἶναι κατὰ τὰ σκοίνια (καταισχύνη). Τὸ φεγγάρι δὲν εἶναι τώρα παν᾽ τς Ἕλληνες (πανσέληνος) νὰ φοβᾶσαι τὸν ἴσκιο σου τὴν νύχτα…

Τοιαῦτα ἑλληνικὰ ὡμίλει ὁ Νταραδῆμος.

―  Τί νὰ κάμουμε, νὰ σ᾽ ὁρίσω*, γείτονα; ἀπήντησε ταπεινοφρόνως ὁ Ἀργυράκης.

Καὶ ὁ Νταραδῆμος κατέβη εἰς τὴν ὁδόν, προηγουμένης τῆς συζύγου του, κρατούσης πάντοτε τὸν φανόν.

―  Δὲν ξέρουμε, νὰ ἦλθε τάχα ὁ γείτονας; εἶπε τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἡ σύζυγος τοῦ Νταραδήμου καὶ ρίπτουσα ἐκφραστικὸν βλέμμα πρὸς τὴν οἰκίαν τοῦ μπαρμπα-Διόμα.

―  Σωπᾶτε, εἶπε, φέρων τὸν δάκτυλον εἰς τὸ στόμα ὁ Ἀργυράκης, εἶπαν πὼς βούλιαξε…

―  Τί; εἶπεν ἡ σύζυγος τοῦ Νταραδήμου.

Ὁ Ἀργυράκης ἡτοιμάζετο νὰ διηγηθῇ πῶς καὶ ποῦ τὰ ἤκουσεν, ἀλλὰ τὴν αὐτὴν στιγμὴν γοερὰ καὶ σπαρακτικὴ κραυγὴ ἠκούσθη ἀπὸ τῆς σιγηλῆς οἰκίας, πρὸς ἣν ἔβλεπον οἱ τρεῖς ὁμιληταί.

Ἀπὸ τοῦ σκεπαστοῦ καὶ περιφράκτου ἐξώστου, ἡ δυστυχὴς τὸ Οὐρανιώ, εἶχεν ἀκούσει τὴν λέξιν τοῦ Ἀργυράκη, καὶ ἀφῆκε τὴν κραυγὴν ἐκείνην.

Ἡ ἄστοργος θεία, ἥτις ἀπὸ ἔτους καὶ πλέον δὲν εἶχε καλημερίσει τὴν ἀνεψιάν της, ἤκουσε τὴν γοερὰν κραυγήν, καὶ λησμονήσασα τότε τὰ τρία στρέμματα τοῦ ἀγροῦ, ἔτρεξε πρὸς βοήθειαν τῆς περιαλγοῦς κόρης.

*  *  *

Περὶ τὴν μεσημβρίαν τῆς αὐτῆς ἡμέρας, ὁ ἀτυχὴς μπαρμπα-Διόμας εἶχε φορέσει μέχρι τῶν ὤτων καταβαῖνον ὄρθιον τὸ παμπάλαιον φέσι του, εἶχεν ἐνδυθῆ τὴν τσάκαν* του καὶ τὸ ἀμπαδίτικο βρακί του, καὶ καταβὰς εἰς τὸν αἰγιαλόν, ἔλυσε τὴν μικράν, ἐλαφροτάτην καὶ ὑπόσαθρον λέμβον, καὶ λαβὼν τὰς κώπας ἤλαυνε πρὸς τὴν μεσημβρινώτερον κειμένην μικρὰν νῆσον Τσουγκριᾶν.

Μόνη ἔμεινεν ἡ Οὐρανιὼ εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ μόνος ὁ μπαρμπα-Διόμας ἐπέβαινε τῆς λέμβου του, ναύτης ὁ αὐτὸς καὶ κυβερνήτης καὶ πρῳρεύς.

Ναυτίλος ἀπὸ τῆς δωδεκαετοῦς ἡλικίας του, ὁ μπαρμπα-Διόμας, ἀπέκτησεν ἀμοιβαδὸν σκοῦνεςγολέτες καὶ βρίκια, ὕστερον ὑπεβιβάσθη εἰς βρατσέραν, καὶ τέλος ἔμεινε κύριος τῆς μικρᾶς ταύτης λέμβου, δι᾽ ἧς ἐξετέλει βραχείας ἁλιευτικὰς ἢ πορθμευτικὰς ἐκδρομάς. Τὰ περισσεύματα τῶν κόπων του τὰ ἔφαγαν ἄλλοι πάλιν φίλοι, ἀτυχήσαντες καὶ αὐτοὶ εἰς τὰς θαλασσίους ἐπιχειρήσεις των. Εἰς τὸ γῆράς του δὲν τῷ ἔμεινε ἄλλο τι, εἰμὴ σιδηρᾶ ὑγεία, δι᾽ ἧς ἠδύνατο ἀκόμη ν᾽ ἀντέχῃ εἰς τοὺς θαλασσίους κόπους, χάριν τοῦ ἐπιουσίου ἄρτου ἐργαζόμενος.

Ἐνίοτε, ἐλλείψει ὁμιλητοῦ, διηγεῖτο τὰ παράπονά του εἰς τοὺς ἀνέμους καὶ εἰς τὰ κύματα:

―  Πῆγα δὰ καὶ στὴν Ἀθήνα, σ᾽ ἐκεῖνο τὸ Ἱππομαχικό*, καὶ μὄδωκαν, λέει, δύο σφάκελα*, νὰ τὰ πάω στὸ Σοκομεῖο, νὰ παρουσιασθῶ στὴν Πιτροπή· πῆγα καὶ στὴν Πιτροπή, ὁ ἕνας ὁ γιατρὸς μὲ ηὗρε γερό, ἄλλος σακάτη, κι αὐτοὶ δὲν ἤξευραν… ὕστερα γύρισα στὸ ὑπουργεῖο καὶ μοῦ εἶπαν, «σύρε στὸ σπίτι σου, κ᾽ ἐμεῖς θὰ σοῦ στείλωμε τὴ σύνταξή σου». Σηκώνομαι, φεύγω, ἔρχομαι δῶ, περιμένω, περνάει ἕνας μήνας, ἔρχονται τὰ χαρτιὰ στὸ λιμεναρχεῖο, νὰ πάω, λέει, πίσω στὴν Ἀθήνα, ἔχουν ἀνάγκη νὰ μὲ ξαναϊδοῦν. Σηκώνω τριάντα δραχμὲς ἀπὸ ἕνα γείτονα, γιατὶ δὲν εἶχα νὰ πάρω τὸ σωτήριο γιὰ τὸ βαπόρι, γυρίζω πίσω στὴν Ἀθήνα χειμῶνα καιρό, δέκα μέρες μὲ παίδευαν νὰ μὲ στέλνουν ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο στὸ Ἱππομαχικό, κι ἀπ᾽ τὸ Ἱππομαχικὸ στὸ Σοκομεῖο, ὕστερα μοῦ λένε «πάαινε, καὶ θὰ βγῇ ἡ ἀπόφαση». Σηκώνομαι, φεύγω, γυρίζω στὸ σπίτι μου, καρτερῶ… εἶδες ἐσὺ σύνταξη; (ἀπηυθύνετο πρὸς ὑποτιθέμενον ἀκροατήν), ἄλλο τόσο κ᾽ ἐγώ. Ἐπῆρα κ᾽ ἐγὼ τὴν Πηρέτρα καὶ πασκίζω νὰ βγάλω τὸ ψωμί μου.

Πηρέτρα ἢ Ὑπηρέτρα ἦτο τὸ ὄνομα τῆς λέμβου, ὅπερ αὐτὸς τῇ ἔδιδε.

Καὶ παύων νὰ μονολογῇ, ἤρχιζε νὰ τραγῳδῇ διὰ τῆς τραχείας καὶ μονοτόνου φωνῆς του:

Βασανισμένο μου κορμί, τυραγνισμένα νιᾶτα!…

καὶ δὲν ἔλεγεν ἄλλον στίχον.

*  *  *

Καταπλεύσας εἰς τὴν τερπνὴν νῆσον Τσουγκριᾶν, ὁ μπαρμπα-Διόμας ἐφόρτωσεν ἐπὶ τῆς «Ὑπηρέτρας» πέντε ἢ ἓξ ζεύγη ὀρνίθων, κοφίνους τινὰς ᾠῶν καὶ τυροῦ, δύο ἢ τρεῖς ἰνδιάνους, καὶ ἄλλα τινὰ πράγματα, καὶ ἡτοιμάζετο νὰ λύσῃ τὰ ἀπόγεια τῆς λέμβου καὶ ν᾽ ἀποπλεύσῃ. Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην προσῆλθεν ὁ κουμπάρος του Σταθαρός, ὁ ποιμὴν τοῦ Τσουγκριᾶ, καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ τοῦ κάμῃ τὴν χάριν νὰ παραλάβῃ ὀχληρὸν συμπλωτῆρα… «υἱὸν ὑποζυγίου» ὥριμον πρὸς ἐπίσαξιν… ὅπως κομίσῃ αὐτὸν πρὸς ἕνα τῶν πολυαρίθμων κουμπάρων του εἰς τὴν πολίχνην.

Ὁ μπαρμπα-Διόμας ἐσυλλογίσθη τὸ βάρος, καὶ ἔρριψεν ἀμήχανον βλέμμα εἰς τὸ στενόχωρον καὶ τὴν ἐλαφρότητα τῆς «Ὑπηρέτρας», ἀλλ᾽ ἀφ᾽ ἑτέρου ἐσκέφθη ὅτι μία δραχμή, ὁ ναῦλος τοῦ ὀναρίου, ἦτο κάτι δι᾽ αὐτόν, ἦτο ὁ καπνὸς καὶ ὁ οἶνος τῶν τριῶν σχολασίμων ἡμερῶν τῶν Χριστουγέννων, καὶ ἀπεφάσισε νὰ προσλάβῃ τὸν πῶλον.

Ὁ κουμπάρος Σταθαρὸς εὐχαριστηθεὶς τὸν ἐφίλευσεν ὀλίγα αὐγά, μίαν μυζήθραν, καὶ ὁ μπαρμπα-Διόμας, ἐπιβιβάσας τὸν πῶλον, ἔλαβε τὰς κώπας, καὶ ἔστρεψε τὴν πρῷραν πρὸς τὸν λιμένα.

Ἀπεμακρύνθη, ἔκαμε πανιά, καί, διανύσας ὑπὲρ τὸ ἓν μίλιον, ἀπεῖχεν ἐξ ἴσου σχεδὸν τοῦ Τσουγκριᾶ καὶ τῆς πολίχνης. Καίτοι βορειανατολικὸς ὁ ἄνεμος, Γραῖος, ὑπεβοήθει ἐκ πλαγίου τὸ ἱστίον, διότι ὁ μπαρμπα-Διόμας ἔδιδε βορειοδυτικὴν εἰς τὴν λέμβον διεύθυνσιν.

Ἀλλ᾽ ὁ πῶλος, ὅστις ἔβοσκεν ἡσύχως τὸ χόρτον του, καὶ δὲν ἐφαίνετο ν᾽ ἀνησυχῇ πολὺ περὶ τοῦ διάπλου, αἴφνης ἐσήκωσε τὸν πόδα, ἔδωκεν ἄτακτον λάκτισμα εἰς τὴν σανίδα… καὶ τὸ μαδέρι τῆς εὐθραύστου καὶ ὑποσάθρου λέμβου διερράγη.

Τὸ ὕδωρ ἤρχισε νὰ εἰσρέῃ εἰς τὸ κύτος.

Ἡ λέμβος ἤρχισε νὰ βυθίζηται.

Ταχὺς ὡς ἡ ἀστραπή, ὁ μπαρμπα-Διόμας, ἀπέβαλε τὸ βαρύτερον φόρεμα, τὸν ἀμπά του, τὸν ὁποῖον εἶχε φορέσει μόνον ἐνόσῳ ἐκάθητο εἰς τὸ πηδάλιον, ἔγειρε πρὸς τὸ μέρος τῆς σκότας* τοῦ πανίου ἀριστερά, ἐκρεμάσθη ἐπὶ τῆς πλευρᾶς τοῦ σκάφους καὶ κατώρθωσε νὰ μπατάρῃ τὴν λέμβον.

Μέγας ἔγινεν ὁ θρῆνος ὑπὸ τὴν ἀνατραπεῖσαν τρόπιδα. Ὄρνιθες, ἰνδιάνοι, κόφινοι καὶ ὁ αἴτιος τῆς συμφορᾶς, ὁ πῶλος, ὅλα κατῆλθον εἰς τὸν πυθμένα.

Ὁ μπαρμπα-Διόμας, ὅστις ἐκολύμβα ὡς ἔγχελυς, εἶχε καὶ στήριγμα τὴν ἀνατραπεῖσαν «Ὑπηρέτραν», τὴν ὁποίαν ἠμπόδισε τοῦ νὰ βυθισθῇ.

*  *  *

Περὶ τὰς δύο ὥρας ἔμεινεν οὕτως ὁ μπαρμπα-Διόμας ἐπίστομα ἐπὶ τῶν πλευρῶν τοῦ σκάφους, κρατούμενος διὰ τῶν χειρῶν ἀπὸ τῆς τρόπιδος, μὴ τολμῶν νὰ στηριχθῇ ὅλος ἐπὶ τῶν σανίδων, διότι ἡ λέμβος θὰ ἐβυθίζετο.

Τέλος, περὶ τὴν ἀμφιλύκην, ἐνόσῳ ὑπῆρχεν ἀκόμη ἀρκετὸν φῶς, ὅσον ἔρριπτεν ἡ ἀνταύγεια τῶν χιονοσκεπῶν πέριξ ὀρέων, ἐφάνη μακρόθεν ἓν ἱστίον.

Ὁ μπαρμπα-Διόμας ἤρχισε νὰ φωνάζῃ μὲ ὅσην δύναμιν τῷ ἔμεινεν ἀκόμη.

Ὁ ἄνεμος ἦτο βοηθητικὸς διὰ τὸ ἐρχόμενον πλοῖον, ὅπερ ἔπλεεν ἐξ ἀνατολῶν πρὸς δυσμάς.

Ἦτο μέγα τρεχαντήριον φορτωμένον.

Αἱ φωναὶ τοῦ μπαρμπα-Διόμα δὲν ἠκούοντο, ὁ ἄνεμος τὰς ὤθει μακρὰν πρὸς τὸν λίβα.

Ἀλλὰ τὸ τρεχαντήριον ἐπλησίαζε καὶ ὁ μικρὸς μαῦρος ὄγκος τῆς ἀνατραπείσης λέμβου διεκρίνετο ὡς φωλεὰ ἀλκυόνος ἐπὶ τῶν κυμάτων.

Καθ᾽ ὅσον ὅμως ἐπλησίαζεν, ἠδύναντο ν᾽ ἀκουσθῶσι καὶ αἱ φωναί. Διότι τὸ ἀνατραπὲν σκαφίδιον, ὠθούμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων, εἶχε μετατοπισθῆ πολλὰς δεκάδας ὀργυιῶν πρὸς τὰ νοτιοδυτικά, καὶ ὁ γέρων ναυαγὸς συνέβαλε καὶ αὐτὸς εἰς τοῦτο διὰ τῶν χειρῶν καὶ τῶν ποδῶν.

Τέλος τὸ τρεχαντήριον προσήγγισε καὶ ἀπέλυσε τὴν λέμβον. Ὁ μπαρμπα-Διόμας ἤκουσε κώπας πλαταγούσας πλησίον του, ἀλλὰ τόσον μόνον ἤκουσεν. Εὐθὺς κατόπιν ἐλιποθύμησεν.

Οἱ δύο κωπηλάται ἀνέσυραν τὸν μπαρμπα-Διόμαν παγωμένον καὶ ἡμιθανῆ, καὶ τὸν ἀνεβίβασαν εἰς τὸ τρεχαντήριον.

Ἀφοῦ τοῦ ἤλλαξαν τὰ ἐνδύματα, δι᾽ ἐμπνοῶν καὶ προστρίψεων προσεπάθησαν νὰ τὸν ἀνακαλέσωσιν εἰς τὴν ζωήν.

Ὁ κυβερνήτης διέταξε νὰ στρέψωσι πρῷραν πρὸς τὸν λιμένα, ὅπως τὸν ἀποδώσωσι νεκρὸν ἢ ζῶντα εἰς τοὺς οἰκείους του.

Τέλος ὁ πτωχὸς ναυαγὸς ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμούς.

Οἱ καλοὶ ναῦται ἠθέλησαν νὰ τῷ προσφέρωσι ποὺντς καὶ ἄλλα θερμὰ ποτά.

Ἀλλ᾽ ἅμα ἀνοίξας τοὺς ὀφθαλμοὺς ὁ μπαρμπα-Διόμας, διὰ τοῦ πρώτου βλέμματος εἶδε βαρέλια.

Τὸ πλοῖον ἦτο φορτωμένον οἴνους.

―Ὄχι πούντς, ὄχι, εἶπε διὰ πεπνιγμένης φωνῆς· κρασὶ δῶστέ μου !

Οἱ ναῦται τῷ προσήνεγκον φιάλην πλήρη ἡδυγεύστου μαύρου οἴνου, καὶ ὁ μπαρμπα-Διόμας τὴν ἐρρόφησεν ἀπνευστί.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Ὑπέφωσκεν ἤδη ἡ ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, καὶ ἡ θεία εἰς μάτην προσεπάθει νὰ παρηγορήσῃ τὴν σφαδάζουσαν ὑπὸ ἄλγους Οὐρανιώ.

Ἀλλ᾽ ἡ σύζυγος τοῦ Νταραδήμου ἐλθοῦσα τότε ἀνήγγειλεν ὅτι ὁ μπαρμπα-Διόμας ἐναυάγησε μέν, ἀλλ᾽ ἐσώθη, καὶ ὅτι ἔφθασεν ὑγιής.

Ὁ Ἀργυράκης καὶ ἄλλοι τινὲς ἀγρόται εἶχον ἴδει, φαίνεται, μακρόθεν τὴν ἀνατροπὴν τῆς λέμβου, καὶ ἐντεῦθεν διεδόθη ὅτι ὁ γέρων ἐπνίγη. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ἐνύκτωσε, δὲν εἶδον καὶ τὸ σωστικὸν καὶ οἰνοφόρον τρεχαντήριον.

Ὁ μπαρμπα-Διόμας, ἐλθὼν μετ᾽ ὀλίγον καὶ ὁ ἴδιος, ἐνηγκαλίσθη τὴν κόρην του. Ὤ, πενιχρὰ ἀλλ᾽ ὑπερτάτη εὐτυχία τοῦ πτωχοῦ!

Τὸ Οὐρανιὼ ἔχυνεν ἀκόμη δάκρυα, ἀλλὰ δάκρυα χαρᾶς. Ὁ πατήρ της δὲν τῆς εἶχε φέρει οὔτε αὐγὰ οὔτε μυζῆθρες οὔτε ὄρνιθες, ἀλλὰ τῆς ἔφερε τὸ σκληραγωγημένον καὶ θαλασσόδαρτον ἄτομόν του καὶ τὰς δύο στιβαρὰς καὶ χελωνοδέρμους χεῖράς του, δι᾽ ὧν ἠδύνατο ἀκόμη ἐπί τινα ἔτη νὰ ἐργάζηται δι᾽ ἑαυτὸν καὶ δι᾽ αὐτήν.

73 Σχόλια to “Υπηρέτρα (διήγημα του Παπαδιαμάντη)”

  1. Από τα πρώτα, έτσι εξηγείται. Δεν είναι και από τα καλύτερα!

    πέντε ἢ ἓξ καλύβαι γύφτων νεοφωτίστων – τι εννοεί; Τους βάφτιζαν όπως τους Αλβανούς το ’90;

  2. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για το πρώτο σχόλιο και αναχωρώ για την επιστροφή.

    1 Πιθανότατα. Ως το 1881, απέναντι ήταν Οθωμανία.

  3. Πουλ-πουλ said

    «ἐμάλωσε καὶ αὐτὴ μαζί της διὰ δύο στρέμματα ἀγροῦ,»
    «καὶ λησμονήσασα τότε τὰ τρία στρέμματα τοῦ ἀγροῦ»
    Αναποφάσιστος ο κυρ Αλέξανδρος, όσο προχωρά το διήγημα αβγαταίνουν και τα στρέμματα. 

  4. Καλημέρα

    Πολύ καλό και ταιριαστό με την χθεσινή γιορτή εγέρσως του Λαζάρου.

    Φοβερό το οικτιρμόνως !!!

    «ἐπάνιζε μὲ τοὺς μαστούς.» δηλαδή ;;;

    κι όπως έγραψε ο Σουρής : μα και την υπηρέτρια, περέτρα να την λες !!

  5. atheofobos said

    Ο μοναδικός Παπαδιαμάντης με το μοναδικό του αισθητήριο είχε γράψει το σωστό διήγημα για την μέρα που δημοσιεύτηκε.

    Μπορεί σήμερα να μην χρησιμοποιούνται, αλλά θεωρώ ότι μερικές από τις λέξεις που χρησιμοποιεί είναι μοναδικές και άκρως περιεκτικές, όπως ἡμίκλιντος . περίφρακτον, λάλος καὶ φωνασκὸς, ἀλιβάνιστος, περιαλγοῦς, ὑπόσαθρον, πρῳρεύς, ἀμοιβαδὸν,  συμπλωτῆρα, ἐπίστομα, ἀμφιλύκην, χελωνοδέρμους!

    Η Τσουγκριά ή τα Τσουγκριά  έκτασης 1,4 τετρ χιλιομ. σύμφωνα με την απογραφή του 2011 δεν κατοικείται.και εμφανίζεται ως ιδιοκτησία της μονής Ευαγγελίστριας της Σκιάθου καθώς και των επιχειρηματικών οικογενειών Επιφανειάδη και Φιξ. 

  6. Καλημέρα
    1 Ακόμα και στα δικά μου χρόνια. Ειδικά ο Παπαφώτης απ’ τον Τρίγωνα τόχε σε κακό νάρθει γύφτος (εεε, συγνώμην, Ρομά) αβάφτιστος και να μην τον βαφτίσει. Κι έδινε ονόματα απ’ την Παλαιά Διαθήκη. Ιωσήφ, Σάρα κλπ.

    3 Το ίδιο πήγα να σχολιάσω κι εγώ.

    4 Δεν το ξέρεις το παραμύθι; Για μια μάγισσα ή μάνα του γίγαντα ή κάτι τέτοιο; Το αναγνωρίζω, αλλά δεν θυμάμαι να στο γράψω.

  7. 2 Καλό δρόμο, καλή δύναμη.

  8. ΚΑΒ said

    παννίζω <πανίζω  καθαρίζω  τον πάτο του φούρνου με την  πάν(ν)α, δηλ. μια φούντα ρούχου  δεμένη σε μακρύ κοντάρι για καθάρισμα  του πάτου του φούρνου ενν. του παραδοσιακού.

  9. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Ωραιότατα θα μπορούσε να είναι πασχαλινό το διήγημα.
    Η …διαπόρθμευση, διακόμιση; (το σεφέρι/αγώι/στρατιά-τ΄αντίστοιχα της ξηράς, όπως τα λέμε κάτω) προς απέναντι με «ἑορτασίμους τινὰς προμηθείας», αυγά,τυριά, πουλερικά (οι διάνοι είναι μόνο χριστουγεννιάτικοι, πες στη θέση τους κανα δυο αρνάκια) και το έξτρα γαϊδουρόπουλο, όλα και για λαμπριάτικες μέρες δένουν.
    Σκέφτομαι ότι η «λησμονήσασα» του διηγήματος θα ήταν στις άγνωστες λέξεις της νεότερης γενιάς, επηρεασμένη από την προχθεσινή «λησμονιά» κλπ, καθώς έκανα το τεστ, αφενός με τον γιο μου (30+) , αφετέρου με τον ξάδελφο (50+) και ο πρώτος είπε, δυνατή επιθυμία, ο δεύτερος σε κάτι πιο ενισχυμένο του «ξεχνώ» και δεν δεχόταν ότι είναι συνώνυμα, όπως και με τη ..λήθη, «με τίι;»
    -δεν ήξερε την λήθη! 🙂

    Καλημέρα, μετά βαΐων και κλάδων! 🙂

  10. Α. Σέρτης said

    1

    https://www.google.gr/books/edition/D_D%C4%93m%C4%93trakou_Mega_lexikon_t%C4%93s_Hell%C4%93n/K7LpAAAAMAAJ?hl=el&gbpv=1&dq=%22%CE%B3%CF%8D%CF%86%CF%84%CF%89%CE%BD+%CE%BD%CE%B5%CE%BF%CF%86%CF%89%CF%84%CE%AF%CF%83%CF%84%CF%89%CE%BD%22&pg=PA4881&printsec=frontcover

  11. ofakiris said

    17. του χθεσινού PedisΕυχαριστώ για τον Mearsheimer!Κατάντια για τον Piers!Ένας φανατικός λακές των neocons και των σιωνιστών σε διάλογο με έναν από τους σοβαρότερους σύγχρονους πολιτικούς επιστήμονες του κόσμου.Τι διάλογος να γίνει;Ο ακαδημαϊκός μιλάει για τον κίνδυνο καταστροφής του κόσμου και ο λακές για τον πόνο του να κερδίσει η ομάδα του για να εισπράξει και ο ίδιος κατιτίς.Η αγένεια των συνεχών διακοπών στις απαντήσεις του συνομιλητή του, (οι ερωτήσεις του Piers είναι πολύ μεγαλύτερες από τις απαντήσεις του καθηγητή), δείχνει τον πανικό του φουκαρά. Βλέπει ότι οι εκπομπές του γίνονται βήμα προβολής της άλλης άποψης, που προσπαθεί να πολεμήσει, χάνει τον έλεγχο και το ρίχνει, πού αλλού, στο ποδόσφαιρο.

    Καλό Πάσχα σε όλους!

    Άλλοι, ζουν τη σταύρωση, χωρίς ελπίδα για Ανάσταση…

  12. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    4,Τζη, σχεδόν αρχετυπικό για τη φοβερή, κακιά μάγισσα, στο λαϊκό παραμύθι

    σ.42
    μπαίνει και βλέπει μια λάμια ψηλή, άγρια, με τα
    μαλλιά της σηκωμένα και πάνιζε το φούρνο με τα βυζιά
    της.
    https://core.ac.uk/download/pdf/132803682.pdf

    Σαν να το είχαμε πει εδώ, κάπως πρόσφατα; ή μπορεί εγώ να το διάβασα/άκουσα

  13. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Πανί του φούρνου, αυτό το ημιβρεγμένο που παίρνει πάνω πάνω την αθούβαλη (η «σκόνη» απ τηνκαρβουνιστιά) του φούρνου πριν μπει το ψωμι, το φαγητό κλπ . Θέλει εμεπιρία, μαστοριά το πάνισμα του φούρνου. Ωραίες εικόνες, με μυρωδιές των ημερών ξυπνούν.

  14. 10 Μα αυτό κατάλαβα κι εγώ.

  15. ΚΑΒ said

    https://www.politeianet.gr/books/9789606304125-makruonitis-n-tzortzis-idiotiki-o-paradosiakos-fournos-stis-kuklades-kai-sta-dodekanisa-chartodeti-ekdosi-110796

  16. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    4# «ἐπάνιζε μὲ τοὺς μαστούς.» δηλαδή ;;;

    -Γιαγιά να παίξουμε με τα βυζιά σου?

    -Ναι, αλλά μην απομακρυνθείτε.

  17. ΚΑΒ said

    13. κι ω! μέθυσμα απ’ τη μυρωδιά πρώτου ψωμιού παχνίζει. γράφει ο Δροσίνης

  18. Χαρούλα said

    Ναι, χριστουγεννιάτικο. Ναι, από τα πρώτα του. Ευχάριστο στην ανάγνωση του όμως. Το χάρηκα.
    Για άλλη μιά φορά βλέπεις μια γλώσσα ιδιαίτερη, που λογικά δεν θα ήταν εύκολα κατανοητή,
    με χαρά και ελάχιστη προσπάθεια είναι απολαυστική. Τουλάχιστον στους 50+.

    Για τους νεοφώτιστους γύφτους, τα τελευταία χρόνια, γίνεται μεγάλη συζήτηση για αυτούς της Φλώρινας. Έρευνες, διδακτορικά, άρθρα. https://www.lifo.gr/now/greece/i-zoi-ton-roma-sto-synoikismo-neofotiston-tis-florinas

  19. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Καλημέρα.

    Τὸ χάρηκα τὸ σημερινό· κι ἂς εἶναι πολυδιαβασμένο.
    Παπαδιαμάντης καὶ ξερὸ ψωμί. 😉

    Νὰ εἶσαι καλά, Νικοκύρη.

    @0 …Ἀπεμακρύνθη, ἔκαμε πανιά, καί, διανύσας ὑπὲρ τὸ ἓν μίλιον, ἀπεῖχεν ἐξ ἴσου σχεδὸν τοῦ Τσουγκριᾶ καὶ τῆς πολίχνης. Καίτοι βορειανατολικὸς ὁ ἄνεμος, Γραῖος, ὑπεβοήθει ἐκ πλαγίου τὸ ἱστίον, διότι ὁ μπαρμπα-Διόμας ἔδιδε βορειοδυτικὴν εἰς τὴν λέμβον διεύθυνσιν.

    Ἄλλη μιὰ φορὰ διαπιστώνω τὶς γνώσεις τοῦ Παπαδιαμάντη στὰ θαλασσινά.
    Βέβαια, τὸ πιό θαλασσινὸ διήγημά του εἶναι «Στὸ Χριστὸ στὸ Κάστρο».
    Τὸ διάβασα μιὰ φορά, βλέποντας παράλληλα τὸν χάρτη τοῦ νησιοῦ. Ὅλες οἱ λεπτομέρειες τῆς πλεύσης εἶναι συμβατές μὲ τὴν κατεύθυνση καὶ τὴν ἔνταση τοῦ ἀνέμου σὲ συνδυσμὸ μὲ τὴ μορφὴ τῆς ἀκτογραμμῆς.

  20. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    Και μόνο για τις ενδιαφέρουσες λέξεις – που επεσήμανε και ο Αθεόφοβος – άξιζε το σημερινό. Μερικές ιδιωματικές, που δεν επεξηγούνται, βρίσκονται εύκολα (γιοργούλης, σκότα κ.λπ.).

    Αλλά η έκφραση ‘θα εκόλλα τον φούρνον… εις όλην την γειτονιά’ τι σημαίνει; Πιθανότατα, ότι θα άναβε τον φούρνο της, για να ψήσει αυτή και οι γειτόνισσες τα χριστόψωμα κ.λπ. (Συνηθιζόταν αυτό σε πολλά χωριά και εδώ στην Κρήτη). Ωστόσο, το εκόλλα από πού;;; Ίσως έχει σχέση με το ‘έκανε κολάι’ = φρόντιζε. Λέω τώρα…

    Και ο Διόμας, όνομα είναι; Με προέλευση; Ή μήπως είναι επώνυμο; (Βρίσκω έναν στην Αλόννησο).

  21. ΚΑΒ said

    χελωνοδέρμους χεῖράς του

    πολύ μου άρεσε

  22. Costas Papathanasiou said

    Καλημέρα. Απλός, καλός Παπαδιαμάντης.
    ―Ὄχι πούντς, ὄχι, εἶπε διὰ πεπνιγμένης φωνῆς· κρασὶ δῶστέ μου ![…] τῆς ἔφερε τὸ σκληραγωγημένον καὶ θαλασσόδαρτον ἄτομόν του καὶ τὰς δύο στιβαρὰς καὶ χελωνοδέρμους χεῖράς του, δι᾽ ὧν ἠδύνατο ἀκόμη ἐπί τινα ἔτη νὰ ἐργάζηται δι᾽ ἑαυτὸν καὶ δι᾽ αὐτήν.‘ Συμπέρασμα:
    “Του μπαρμπα-Διόμα”
    Φιάλην οίνου και όχι πουντς, με μιας σαν κατεβάσεις,
    κι αν μπάταρες θα σηκωθείς σάμπως Χριστού καρντάσηςι
    να’ χει για χρόνια το Ουρανιώ καλόν κρασοπατέρα-
    βάρκα “Υπηρέτρα”αυτόν, γι’αυτόν και για τη θυγατέρα
    ―Και κάποια λαογραφικά
    “ὁ μπαρμπα-Διόμας, ἀπέβαλε τὸ βαρύτερον φόρεμα, τὸν ἀμπά του.” : Αμπάς= ημίπαλτο. Και χαρακτηριστικές παροιμίες : “Θα κοστίση αμπάς καπότα”, “Δυό γρόσα αμπάς , στην Πόλη, μα αν πάς”. (κι αν έχεις μαρκετ-πας)
    ― (σχ.4) Ὅλον δὲ τὸ ἄτομόν της ἐνθύμιζε τὴν μητέρα ἐκείνην τῶν Σαράντα Δράκων τοῦ παραμυθιοῦ, ἥτις ἐφούρνιζε μὲ τὰς παλάμας καὶ ἐπάνιζε μὲ τοὺς μαστούς.
    Κατά το παραμύθι (παραλλαγή της Χιονάτης), η γρια-μάγισσα Δρακομάνα ταλαιπωριόταν με το νοικοκυριό, (έκανε στα τυφλά το φούρνισμα, το σφουγγάρισμα κτλ) διότι τα τσίνορα (ή οι τσίμπλες) τής έκλειναν τα μάτια, ώσπου ήρθε η “Χιονάτη-Αρτανασή”, της έκοψε τις βλεφαρίδες(ή της έπλυνε τα μάτια) και βρήκε το φως της ( μια εκδοχή εδώ:«Λαογραφικά της Σμύρνης – Παραμύθια και άλλα» της Στέλλας Επιφανίου – Πετράκη-1969, https://www.youtube.com/watch?v=TKyNoFOfQV0 )

  23. voulagx said

    «…καὶ ἡ θεία εἰς μάτην προσεπάθει νὰ παρηγορήσῃ τὴν σφαδάζουσαν ὑπὸ ἄλγους Οὐρανιώ.»

    Το προσεπάθει είναι τυπογραφικό λάθος ή έτσι το γράφανε τότε;

  24. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Ναι σε όλους, για όλα! Ίδιες σκέψεις!
    Θέλω να προσθέσω ότι η μισή αξία του διηγήματος είναι η περιγραφή των χαρακτήρων του χωριού, τόσο γνώριμοι! Το ψου ψου με το κακό χαμπέρι, πόσο γρήγορα διαδίδεται, η μικροκάκια της θειας, γίνανε «από δυο χωριά χωριάτες» «για μια πατουνιά χωράφι», όπως λέγαμε αντίστοιχα, και μετά μπρος στον πόνο, πως προστρέχουν (βέβαια ο φίλος είναι στη χαρά κι ο συγγενής στη λύπη-τουλάχιστον στις παλιές μικρές κοινωνίες)

    >>μπαρμπα Διόμας
    με την κόρη, το Διόμικο:
    «δεκαοκταέτις κόρη τὸ Οὐρανιὼ τὸ Διόμικο»

  25. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Διόμας, μήπως υποκοριστικό ή μετεξέλιξη του Διομήδη;

    Να έχει σχέση με τον κρητικό διωματάρη&διώμα; (χαρισματικός, αρχοντικός):
    Σαν είν ο άντρας ΄πο γενιά μα ναν και διωματάρης
    πατεί τη γης κι αυτή ρωτά ποιος ειν ο πορπατάρης

    Σαν έχει ο άντρας τση τιμής και τς αρχοντιάς το διώμα
    πατει της γης και τη γρικά την πατουχιά το χώμα
    https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%B4%CE%B9%CF%89%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%AC%CF%81%CE%B7%CF%82

  26. Spiridione said

    23 Είναι ο αρχαίος παρατατικός προσέπαθουν δεν είναι παθητικός αόριστος (ηκούσθη).

  27. Λάμπας said

    Εκτός από τα αναμενόμενα «καταισχύνη» και «απομαχικός», άγνωστες λέξεις για τους απλούς νησιώτες και η «πανσέληνος» και ο «φάκελος».

    «Πουντς»: το αντίστοιχο στα μέρη μου το λένε «τσουκαλόκαυτο».

    «γύφτων νεοφωτίστων». Οι περίφημοι Χαλιγιάννηδες της ηπειρώτικης μουσικής εκχριστιανίστηκαν τη δεκαετία του σαράντα.

  28. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>θα εκόλλα τον φούρνον… εις όλην την γειτονιά
    Ιδιωματικά το ρήμα κολλώ, πέρα από τις κοινά γνωστές σημασίες (ήδη πολλές!) έχει κι άλλες κατά τόπους, έννοιες.
    Στην Κρήτη (εκτός της προφανούς έννοιας), κολλώ=δέρνω
    Στην Ήπειρο , κόλλησε στο δέντρο= ανέβηκε, κόλλησε σε μια πλαγιά (όχι πλαγιά κάπως αλλιώς τη λέει ο Σωτ.Δημητρίου, γμτ το Άλτσι)
    Στη Σκιάθο ίσως έχει την έννοια της όλης φροντίδας του φούρνου, καθάρισμα. επιλογή ξύλων, άναμμα, πύρωμα, πάνισμα, φούρνισμα, ξεφούρνισμα κλπ.

    σσ Βρήκα μια διπλωματική εργασία με το ιδίωμα της Σκιάθου που ίσως μας διαφώτιζε αλλά μου βγάζει ότι προσωρινά δεν λειτουργεί το Αποθετήριο (εργασίες ανανέωσης,κάτι)

  29. voulagx said

    #26: Sprisidione. Κατάλαβα ότι είναι παρατατικός αλλά πως διαλο θυμόμουνα πως γράφεται με -η. Η θεία γούγλη δεν με βοήθησε καθόλου και γι’ αυτό ζήτησα την βοήθεια της συλλογικής σοφίας. Θενξ άνυγουαίη, που λέμι κι στου χουργιό μ’.

  30. Stavroula said

    Τι ωραίο διήγημα! Αθάνατος Παπαδιαμάντης!
    Αλήθεια, κάποιο σχετικά πλήρες λεξικό/γλωσσάρι υπάρχει;

    Η Σαπφώ Νοταρά διαβάζει 7 διηγήματα του Παπαδιαμάντη | LiFO

    Η Υπηρέτρα είναι το 1ο.

    ἐπίστομα
    Η γιαγιά μου έλεγε: ταπίστομα

    Ὁ Ἀργυράκης τῆς Γαροφαλιᾶς, ὅστις εἶχε τὸ προνόμιον νὰ προσωνυμῆται ἀπὸ τοῦ ὀνόματος τῆς συζύγου του…

    Λίγα πρέπει να είναι τα επώνυμα αυτής της κατηγορίας. Το αντίθετο ισχύει κυρίως, λογικό σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Και τα γυνακεία επώνυμα χαρακτηρίζονται στο συντακτικό ως γενική κτητική.
    Τίνος ίσι μάνα ‘μ;

  31. Spiridione said

    29.Τι ‘χαμε συζητήσει και πρόσφατα: εθώρουν, εθώρει-ες, εθώρει-ε κτλ.

  32. Stavroula said

    Πουντς
    Πουντς – Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
    πόλη της επαρχίας Πουντς του ινδικού κρατιδίου του Τζαμού και Κασμίρ.

    -«Πουντς;» (Πούντους);
    -«Νατς!» (νάτους)
    -«Δωτσμ!» (δώστους μου)
    -«Παρτς!» (Πάρτους)

  33. ΓιώργοςΜ said

    30 Πίστομα, διήγημα του Θεοτόκη

  34. Κιγκέρι said

    Γλωσσάρι (οι λέξεις με τον αστερίσκο – στο papadiamantis.net, στο τέλος κάθε τόμου από τα Άπαντα των Εκδόσεων Δόμος):

    γιοργούλης: ναυτικός σκούφος, κασκέτο

    να σ’ ορίσω: παρενθετική έκφραση, χωρίς σημασία

    τσάκα: ζακέτα, επενδύτης

    σκότα: το σκοινί με το οποίο τεντώνονται τα πανιά

  35. Stavroula said

    34. Σ’ ευχαριστώ πολύ, Κιγκέρι!

  36. # 32

    Stavroula 

    Πουντς
    Πουντς – Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
    πόλη της επαρχίας Πουντς του ινδικού κρατιδίου του Τζαμού και Κασμίρ. 🙂

    Στα πρεβεζάνικα
    Πούντους; = πού είναι ο (π.χ. Γιώργος);
       εναλλακτ.: πού τουν είνι;
    Πούντις; = πού είναι οι κοπέλες; Αλλά και «κρυολογήματα».
       εναλλακτ.: πού τς είνι;
    Πούντ[d]ς = πού είναι οι φίλοι;
    Πούντ; = πού είναι [η Μαρία];

  37. dryhammer said

    36. Χιαστί:

    Πούντους; = πού είναι ο (π.χ. Γιώργος);
       Πούντος
    Πούντις; = πού είναι οι κοπέλες; Αλλά και «κρυολογήματα».
       Πούντες (όμοια και τα κρυολογήματα)
    Πούντ[d]ς = πού είναι οι φίλοι;
       Πούντις
    Πούντ; = πού είναι [η Μαρία];
       Πούντη -πούντηνα -πούντηνε

    Πούσουνε βρε πούσουνε και δεν ηφαινούσουνεήμουνε στον καφενέ κτλ

  38. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    34 >>να σ’ ορίσω: παρενθετική έκφραση, χωρίς σημασία
    «Να σε χαρώ», επίσης παρενθετικό, μου θύμισε

    -Πουντς, προφανώς το ποντς (πόντσι το λεγε η πεθερά μου), ποτό, κάποιο αλκοόλ,τσίπουρο συνήθως, με ζάχαρη, ή μέλι, κανέλα, ζεστό για το κρύωμα (αλλά και δροσερό, με φρουτοχυμούς, σ΄άλλες περιστάσεις)

    >>Μία γειτόνισσα λάλος καὶ φωνασκὸς
    Από το πρωί γελάω μ΄αυτό-τη Φλεσσοβίκυ δεν ξέρω γιατί, μου θύμισε.

  39. Costas Papathanasiou said

    20,28: Στου Κριαρά βρίσκουμε και σημασίες “κολλώ”: 3α) (Προκ. Για σκέψη ή συναίσθημα) κατέχω, κυριεύω (το νου ή την καρδιά κάπ.) : Πού μ’ εύρε, πού μ’ εκόλλησεν η περισσή σου αγάπη; ( http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2700/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_A-Lykeiou_html-empl/indexB1.html ) / 6) ( Προκ. για φαγητό) φέρνω ικανοποίηση και χορτασμό : “με τσι φωνές του ο γέρουκας, και σκιας να μου κολλήση/ δε μ’ άφηκε καλού θετού η πρικομακαρούνα”- Μάρκος Αντώνιος Φώσκολος “Φορτουνάτος-1922”/ πράξη Β’ στ.295-296, σ.78 του https://www.openbook.gr/fortoynatos/ ) / 7α) Χτυπώ[…]β) πυροβολώ, κανονιοβολώ[…]
    Οπότε η φράση “ποία ἄλλη θὰ ἐκόλλα τὸν φοῦρνον, οἱ μέρες ποὺ ἔρχονται, «τώρα τὸν Ἁι-Βασίλη» κτλ., εἰς ὅλην τὴν γειτονιά”, μπορεί να αναγνωστεί και ως ποια άλλη θα χόρταινε και θα κυρίευε τη γειτονιά με τις μοσχοβολιές του φούρνου της (μέρες που ‘ρχονται) ;
    ―Άλλα γλωσσολογικά:
    “εἶχεν ἐνδυθῆ τὴν τσάκαν* του καὶ τὸ ἀμπαδίτικο βρακί του”
    τσάκα” και τζάκα (πανωφόρι, συγγενικά:ζακέτα τζάκετ, βλ. σχ.34) <παλαιο-Γαλλική jaque (“οικόσημο”) <Αραβ. شـَكّ (šakk, “θώρακας”, https://en.wiktionary.org/wiki/jaque , https://en.wiktionary.org/wiki/%D8%B4%D9%83#Arabic ), ‘ἀμπαδίτικο’ = μάλλινο
    ―Ωραία και η διάκριση “εξυπνώ(αμτβ)”( “Ἡ γειτονιὰ εἶχεν ἐξυπνήσει, καὶ ὅλοι ἡτοιμάζοντο”) και “εξυπνίζω(μτβ)”(“προσπαθοῦσα νὰ ἐξυπνίσῃ τὸν ἄνδρα καὶ τὰ παιδία της”).

  40. # 37 Dryhammer 

    Πούντες με άτονο ε;

    Δεν είναι, δηλαδή, Βόρεια Ιδιώματα;

  41. Χαρούλα said

    Με αφορμή την πεθερά της ΕΦΗς, πως έχετε ακούσει(ή έχετε πει) το punch στα ελληνικά;

    Ξεκινάω. Λίγο πριν στο 80, μαθήτρια, πΟΟΥντς. Μεγαλοπρέπεια. Νέα ήθη, νέα μόδα. Για την ακρίβεια φρουίτ-πόουντς🫣. Μετά, ως φοιτήτρια, το κάνω πΑντς. Έτσι νομίζω ότι το ακούω απ´τα αμερικανάκια σε σήριαλ και χαζοταινίες. Μην μας πουν και αμόρφωτους!🥹 Και κάποια στιγμή εκεί γύρω στα 25, όταν πιά βρίσκω παρακατιανό το ανακάτεμα των ποτών, το κάνω πΟντς, αλλά δεν το διαλέγω πιά.🤫
    Πάντως και γω κρασί θα ζητούσα, όπως κι ο μπάρμπα-Διόμας.👍🏻

    Και κάποιες πληροφορίες για τα πόντς. https://www.diffordsguide.com/el-gr/g/1129/punch-and-punches/how-to-make

  42. 33 Και ταινία

  43. sarant said

    Eπανήλθα και ευχαριστώ για τα νεότερα!

    10 Ωστε τον έχει αποδελτιώσει ο Δημητράκος (πολλές φορές, όπως και το ΙΛΝΕ)

    19 Πολύ ενδιαφέρον Μήτσο!

    23 Ετσι το γράφανε. Εσωτερική αύξηση. Ο Ππδ χρησιμοποιεί και τις δύο σε κείμενά του (δηλ αλλού έχει επροσπάθει, νομίζω)

    27 Και ως τότε τι ήταν οι Χαλιγιάννηδες;

    34 Α μπράβο, ξέχασα το γλωσσάρι

    20-28 κε κολλώ τον φούρνο = ανάβω τον φούρνο, εξηγεί το γλωσσάρι της κριτικής έκδοσης

  44. Υποφέρω ακόμα, Νικοκύρη. Μαρμάγκα.

  45. Alexis said

    Κανονικά έπρεπε να το βάλω χτες στα μεζεδάκια αλλά δεν πρόκανα. Από το Φ/Β:
    https://i.imgur.com/URQDiX8.jpeg

    Δεν έχω ιδέα τι μπορεί να έλεγε το πρωτότυπο…

  46. Δοκιμάζεις τώρα το OCD μου με τον στραβό ορίζοντα… Όταν μπορέσεις κάνε την αντικατάσταση.

  47. sarant said

    44-46 Ήθελα να κάνω και την αλλαγή μαζί, την έκανα.

  48. leonicos said

    ατυχως μόλις επέστρεψα από Βέροια και Έδεσσα

  49. leonicos said

    ατυχως μόλις επέστρεψα από Βέροια και Έδεσσα

  50. leonicos said

    Το σύστημ μπερδεύτηκε. Εγώ το έγρψ μια φορά

  51. evamaten said

    19 τέλος

    Ναι, κι εγώ (δεν γνωρίζω, αλλά) νιώθω ότι πατάει τόσο γερά στην πραγματικότητα! Και για άλλη μια φορά, αυτή η ανοίκεια γλώσσα, που εδώ δεν «αραιώνεται» κιόλας από το τοπικό ιδίωμα (όπως στα άλλα) παράγει όμως εικόνες τόσο ζωντανές και τόσο αυθόρμητα και άμεσα – σαν ταινία- χωρίς να σκαλώνει πουθενά (ακόμα απορώ 🙂)

  52. evamaten said

    22 τέλος

    Αραγε αυτή τη δρακομάνα εννοεί; Κι εγώ μόνο αυτή τη μάνα σαράντα δράκων βρήκα (αλλά χωρίς τη γλαφυρή περιγραφή του Ππδ 🙂)

  53. evamaten said

    16 Έλα ρε Χτήνε! 😂

  54. sarant said

    49 Γιατί ατυχώς;

    51 Καλή παρατήρηση για τη γλώσσα

  55. Κι από χτες ένα μικροχρέος

  56. sarant said

    55 Tι έκανε ο ΧΧωμ;

  57. Αλφα_Χι said

    Μια γεύση από Χαλιγιάννη:

    και κάτι πιο κλασικό :

  58. Λάμπας said

    43. Τυπικά τουλάχιστον (δεν ξέρω σε ποιο βαθμό θρησκεύονταν πραγματικά), οι Γύφτοι του Παρακάλαμου, ήταν Μουσουλμάνοι μέχρι το 1945, οπότε και εκχριστιανίζονται, βαφτίζονται και αποκτούν ελληνικά ονόματα.

  59. sarant said

    58 Δεν το ήξερα

  60. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Η υπηρέτρα είναι καλό όνομα για βάρκα αυτής της χρήσης. Ο πατέρας μου έλεγε τη σκαφτική μηχανή, Σκλάβα.

    56 Αυτό;
    https://www.capital.gr/xristos-xomenidis/3801915/anti-na-apoktisoume-anosia-sto-kits-to-sunithisame/

  61. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    57α, Να σημαίνει κάτι το πρόθημα Χαλι… ;
    Είναι και οι Χαλιλόπουλοι, τσιγγάνοi επίσης, ή τυχαίο; Ο Αχαλινωτόπουλος επίσης εμπεριέχει «χαλι» .

  62. Αγγελος said

    Από το άρθο τοι LiFo όπου παραπέμπει το (18):
    «Όλοι λίγο ή πολύ έχουμε ακούσει τις λέξεις Ροµά (ή Ροµ στον ενικό), Τσιγγάνοι, Αθίγγανοι ή Σίντηδες, Γύφτοι. Πρώτη φορά τη λέξη «Ρομά», ιστορικά, την αναφέρει ο Ηρόδοτος αναφερόμενος στο λαό των «Σιγύνων».  Η λέξη Ρομά προέρχεται από τη λέξη «Αιγύπτιος» και η χρήση της οφείλεται στην πεποίθηση παλαιότερων εποχών, ότι οι Ροµά προέρχονται από την Αίγυπτο.»

    Διαβάζει τι γράφει ο δράστης, ή είχε γράψει «Η λέξη Γύφτος προέρχεται…» και κάποιος του το ευπρέπισε σε «Ρομά»; Αλλά η φράση για τον Ηρόδοτο δεν σώζεται με τίποτα!

  63. Alexis said

    #62: Η πολιτική ορθότητα ενίοτε εκδικείται δια της γελοιοποιήσεως.

    Καλό το διήγημα, στο σύνηθες ύφος του Ππδ, αλλά (ευτυχώς 😊) με καλό τέλος.

    Ο «γέρων με τας χελωνοδέρμους χείρας» εικάζω ότι θα ήταν γύρω στα 50, βαριά-βαριά… 😅

  64. ΓΤ said

    ΠΡΟΠΟ Κυριακής

    2 7ρηδες, ο ένας διαβάζει το μπλογκ του Σαραντάκου

    ΠΑΟΚ-ΑΕΚ 1

    ΟΣΦΠ-Λαμία 1

    ΠΑΟ-Άρης 2

    ΑΕΚ Λάρνακας-Ανόρθωσις Χ

    Άρης Λεμεσού-Πάφος Χ

    Ομόνοια-ΑΠΟΕΛ 1

    Τότεναμ-Άρσεναλ 2

  65. sarant said

    Kαλημέρα από εδώ!

    62 Προφανώς έγινε έτσι όπως λες.

  66. tipot said

    Καλημέρα, μήπως το εκόλλησε το φούρνο έχει να κάνει με τη διαδικασία που βάζεις ζύμη γύρω από

    το άνοιγμα της πόρτας του φούρνου για να κρατιέται ψηλά η θερμοκρασία στο εσωτερικό του;

    Άρα έπρεπε να μαζευτούν όλα τα προς ψήσιμο της γειτονιάς για να μπουν στο φούρνο και

    δεν γινόταν ανοίγμα και κλείσιμο της πόρτας του φούρνου κατά τη διάρκεια του ψησίματος.

  67. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    61# Έφη, οι Χαλιλόπουλοι έχουνε να κάνουνε με το αραβικό όνομα Χαλίλ. Τα άλλα επώνυμα με Χαλι- για άσχετα τα κόβω.

  68. 67 Νομίζω θα μπορούσε άνετα να γίνει Χαλίλ-Γιάννης > Χαλιγιάννης.

  69. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    68# Λες, ε? Ε, αφού το λέει ο ειδικός, ο μη ειδικός κάνει τουμπεκί ψιλοκομμένο περσικό 🙂

  70. Λάμπας said

    Να θυμηθούμε, επίσης, το ευρύτατα διαδεδομένο «τουρκόγυφτοι», που νομίζω πως παραπέμπει σε θρήσκευμα και όχι σε εθνοτική καταγωγή (πβ. και τους Τουρκαλβανούς). Το συμπέρασμα είναι πως μεγάλο μέρος των Γύφτων του ελληνικού χώρου ήταν μουσουλμανικού θρησκεύματος και εκχριστιανίστηκε σταδιακά. Οπότε, απόλυτα αντιληπτή στους αναγνώστες του 1888 η αναφορά σε «νεοφώτιστους γύφτους».

  71. sxoliastis2020 said

    Ευχαριστούμε για το διήγημα του μεγάλου Παπαδιαμάντη.

    Είναι ένα από τα πρώτα δημοσιευμένα διηγήματα του …

    Κι όμως είναι εξαιρετικό διήγημα! Με ζωντάνια και ρεαλιστική απεικόνιση χαρακτήρων. Το χιούμορ συνυπάρχει με την τραγικότητα της ιστορίας και ίσως μας προϊδεάζει για το αίσιο τέλος. Τόσα χρόνια έχουν περάσει κι όμως διαβάζεται απνευστί. Δεν ξέρω αν είναι κάποιες λεπτομέρειες που του προσδίδουν την ιδιαίτερη αξία, πάντως είναι πολύ περισσότερο από απλή ηθογραφία.

    Και, όπως κι εδώ, το ταλέντο δεν κρύβεται.

  72. Theo said

    Καλημέρα,

    54 ώρες το άρθρο στον ωκεανό του Διαδικτύου, και κανείς (ούτε η Lifo -βλ. #18) δεν ανέφερε τη διδακτορική διατριβή του παιδικού μου φίλου Νεοφώτιστοι Φλώρινας. (Όλοι οι συνεντευξιαζόμενοι εξυμνούσαν τον Καντιώτη, το κατέγραψε αυτό ο φίλος, δεν άρεσε στην επιτροπή και τον βαθμολόγησαν με λίαν καλώς, ενώ τους άλλους με άριστα 😦 ).

    Και φυσικά ο Παπαδιαμάντης παραμένει αξεπέραστος στη μικρή φόρμα, είτε στα πρώτα, είτε στα τελευταία διηγήματά του.

  73. sarant said

    72 Μπράβο Τέο, θα το αναζητήσω αν δεν το ξεχάσω.

Σχολιάστε