Προχτές στην παραλία, ένα αγοράκι κάπου οχτώ χρονών βουτούσε με τη μάσκα. Πού και πού αναδυόταν θριαμβευτικά, κραδαίνοντας κάτι μικρό στο χέρι του και φώναζε προς τους γονείς του, ξαπλωμένους κάτω απ’ την ομπρέλα: — Μπαμπά, έπιασα κοχύλι! Μαμά, δες το κοχύλι που έβγαλα! Οι γονείς δεν του έδιναν και πολλή σημασία -βέβαια, σε καμιά εικοσαριά χρόνια οι ρόλοι θα έχουν αντιστραφεί κι εκείνοι θα παραπονιούνται που ο γιος δεν παίρνει τηλέφωνο. Θυμήθηκα τις δικές μου κόρες, που επίσης μάζευαν «κοχυλάκια», και κάποτε, όταν έβλεπαν κανένα που δεν μπορούσαν να το πιάσουν με φώναζαν, και τότε ο ατρόμητος μπαμπάς καταδυότανε σε βάθη απροσμέτρητα και έφερνε στην επιφάνεια το γέρας.
Κι έτσι, βρήκα θέμα για το σημερινό άρθρο, ανάλαφρο και καλοκαιρινό, μήπως και δροσιστούμε όσοι δεν είμαστε κοντά στη θάλασσα.
Σύμφωνα με το ΛΚΝ, κοχύλι είναι «όστρακο που περιβάλλει το σώμα των περισσότερων μαλακίων», οπότε θα χρειαστούμε και τον ορισμό του όστρακου: το σκληρό οστεώδες περίβλημα διάφορων ζώων, ιδίως μαλακίων· καβούκι· (πρβ. κοχύλι, κέλυφος): Tο ~ του αστακού / του μυδιού / του σαλίγκαρου. Mαζεύει όστρακα και κοχύλια. Tο ~ της χελώνας, καύκαλο.
Στο Χρηστικό, κοχύλι είναι » το σπειροειδές όστρακο πολλών μαλακίων και σπανιότ. το ίδιο το μαλάκιο», ενώ όστρακο «προστατευτικό περίβλημα, συνήθ. σκληρό, που φέρουν ορισμένα ζώα και συνεκδ. καθετί που κατασκευάζεται από ή μοιάζει με αυτό: (ΖΩΟΛ.) ~ του μυδιού/του σαλιγκαριού/της χελώνας (= καβούκι, καύκαλο). Βλ. κέλυφος, κοχύλι»
Στον Μπαμπινιώτη, τουλάχιστο στη Γ’ έκδοση, υπάρχει διαφοροποίηση, διότι ως κοχύλι ορίζεται «θαλάσσιο μαλάκιο που έχει σκληρό ελικοειδές όστρακο, συνήθως σε ποικίλους χρωματισμούς», και κατά συνεκδοχή 2. «το όστρακο του κοχυλιού».
Οπότε, δεν συμφωνούν στις λεπτομέρειες τα λεξικά μας: το κοχύλι είναι όστρακο (ΛΚΝ), όστρακο καταρχήν και σπανίως το ίδιο το μαλάκιο (Χρηστ) ή το μαλάκιο καταρχήν και κατά συνεκδοχή και το όστρακό του (Μπαμπ); Και είναι σπειροειδές όπως λέει ο Χαραλαμπάκης ή ελικοειδές όπως λέει ο Μπαμπινιώτης; Ή κι αυτά είναι συνώνυμα;
Να συμφωνήσουμε ότι το κοχύλι είναι είδος οστράκου. Δεν θα χάσουμε τίποτα, μάλιστα, αν τα θεωρήσουμε οιονεί συνώνυμα, όπως κάνει η Βικιπαίδεια, που μιλάει για κοχύλια ή όστρακα. Αλλά βέβαια ο αστακός έχει όστρακο, το ίδιο και το στρείδι, όχι κοχύλι. Το μύδι; Χμμμ…. Και τα δύο.