Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘εξοστρακισμός’

Κοχύλια και όστρακα

Posted by sarant στο 3 Αυγούστου, 2023

Προχτές στην  παραλία, ένα αγοράκι κάπου οχτώ χρονών βουτούσε με τη μάσκα. Πού και πού αναδυόταν θριαμβευτικά, κραδαίνοντας κάτι μικρό στο χέρι του και φώναζε προς τους γονείς του, ξαπλωμένους κάτω απ’ την ομπρέλα: — Μπαμπά, έπιασα κοχύλι! Μαμά, δες το κοχύλι που έβγαλα!  Οι γονείς δεν του έδιναν και πολλή σημασία -βέβαια, σε καμιά εικοσαριά χρόνια οι ρόλοι θα έχουν αντιστραφεί κι εκείνοι θα  παραπονιούνται που ο γιος δεν παίρνει τηλέφωνο. Θυμήθηκα τις δικές μου κόρες,  που επίσης μάζευαν «κοχυλάκια», και κάποτε, όταν έβλεπαν κανένα που δεν μπορούσαν να το πιάσουν με φώναζαν, και τότε ο ατρόμητος μπαμπάς καταδυότανε σε βάθη απροσμέτρητα και έφερνε στην  επιφάνεια το γέρας.

Κι έτσι, βρήκα θέμα για το σημερινό άρθρο, ανάλαφρο και καλοκαιρινό,  μήπως και δροσιστούμε όσοι δεν είμαστε κοντά στη θάλασσα.

Σύμφωνα με το ΛΚΝ, κοχύλι είναι «όστρακο που περιβάλλει το σώμα των περισσότερων μαλακίων», οπότε θα χρειαστούμε και τον ορισμό του όστρακου: το σκληρό οστεώδες περίβλημα διάφορων ζώων, ιδίως μαλακίων· καβούκι· (πρβ. κοχύλι, κέλυφος): Tο ~ του αστακού / του μυδιού / του σαλίγκαρου. Mαζεύει όστρακα και κοχύλια. Tο ~ της χελώνας, καύκαλο.

Στο Χρηστικό, κοχύλι είναι » το σπειροειδές όστρακο πολλών μαλακίων και σπανιότ. το ίδιο το μαλάκιο», ενώ όστρακο «προστατευτικό περίβλημα, συνήθ. σκληρό, που φέρουν ορισμένα ζώα και συνεκδ. καθετί που κατασκευάζεται από ή μοιάζει με αυτό: (ΖΩΟΛ.) ~ του μυδιού/του σαλιγκαριού/της χελώνας (= καβούκι, καύκαλο). Βλ. κέλυφος, κοχύλι»

Στον  Μπαμπινιώτη, τουλάχιστο  στη Γ’ έκδοση, υπάρχει διαφοροποίηση,  διότι ως κοχύλι ορίζεται «θαλάσσιο μαλάκιο που έχει σκληρό ελικοειδές όστρακο, συνήθως σε ποικίλους χρωματισμούς», και κατά συνεκδοχή 2. «το όστρακο του κοχυλιού».

Οπότε, δεν συμφωνούν στις λεπτομέρειες τα λεξικά μας: το κοχύλι είναι όστρακο (ΛΚΝ), όστρακο καταρχήν και σπανίως το ίδιο το μαλάκιο (Χρηστ) ή το μαλάκιο καταρχήν και κατά συνεκδοχή και το όστρακό του (Μπαμπ); Και είναι σπειροειδές όπως λέει ο Χαραλαμπάκης  ή ελικοειδές όπως λέει ο Μπαμπινιώτης; Ή κι αυτά είναι συνώνυμα;

Να συμφωνήσουμε ότι το κοχύλι είναι είδος οστράκου. Δεν θα χάσουμε τίποτα, μάλιστα, αν τα θεωρήσουμε οιονεί συνώνυμα, όπως κάνει η Βικιπαίδεια, που μιλάει για κοχύλια ή όστρακα. Αλλά βέβαια ο αστακός έχει όστρακο, το ίδιο και το στρείδι, όχι κοχύλι. Το μύδι; Χμμμ…. Και τα δύο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Θαλασσινά, Καλοκαιρινά, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 138 Σχόλια »

Εξοστρακίστηκε ή εποστρακίστηκε;

Posted by sarant στο 27 Αυγούστου, 2012

 

Το πρόγραμμα του ιστολογίου εξακολουθεί με επαναλήψεις, και σήμερα ανεβάζω ένα άρθρο που έγραψα λίγο πριν ανοίξω το ιστολόγιο. Δημοσιεύτηκε στην Αυγή της Κυριακής τον Ιανουάριο του 2009 και στη συνέχεια στο βιβλίο μου «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία«. Βέβαια το άρθρο δεν έχει την επικαιρότητα που είχε τότε, αλλά η ιστορία της λέξης διατηρεί την ισχύ της.

Καθώς γράφονται οι γραμμές τούτες, μόλις έχει κυκλοφορήσει η βαλλιστική έκθεση για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που κάνει λόγο για εποστρακισμό του βλήματος· και ξαφνικά, η λέξη αυτή βρέθηκε στην επικαιρότητα, αιφνιδιάζοντας σχεδόν όλους μας, που ξέραμε μόνο τον εξοστρακισμό. Λοιπόν, εξοστρακίστηκε ή εποστρακίστηκε η σφαίρα;

Η ιστορία των λέξεων αυτών ξεκινάει από την αρχαιότητα. Υπάρχει στα αρχαία ελληνικά μια οικογένεια λέξεων που όλες τους δηλώνουν πράγματα σκληρά κι ανθεκτικά: γενάρχης της οικογένειας είναι το οστούν, που πέρασε και στη νεότερη χρήση, αλλά στ’ αρχαία σήμαινε, πέρα απ’ το κόκαλο, και το κουκούτσι φρούτων· έπειτα υπάρχει το όστρεον, το στρείδι δηλαδή, ο κατάφρακτος οστακός ή αστακός όπως τελικά έμεινε, και το όστρακον. Όστρακον στ’ αρχαία ήταν όχι μόνο το σκληρό καβούκι της χελώνας ή το κέλυφος διάφορων θαλασσινών, αλλά και τα πήλινα αγγεία και, πολύ σημαντικό, τα θραύσματα από αυτά τα αγγεία.

Σε μια κοινωνία που έκανε τεράστια χρήση πήλινων αγγείων, τα όστρακα αυτά, τα κομμάτια αγγείων, υπήρχαν παντού. Τα σπασμένα όστρακα, μαζί με άμμο, τα χρησιμοποιούσαν σαν είδος τσιμέντου για το οδόστρωμα· πιο μακάβρια, όταν διαβάζουμε πως ο χριστιανικός όχλος στην Αλεξάνδρεια ξέσκισε με όστρακα τις σάρκες της φιλοσόφου Υπατίας, πρέπει να σκεφτούμε πως χρησιμοποίησαν όχι αχιβάδες αλλά κοφτερά κομμάτια αγγείων. Όμως η πιο διάσημη χρήση των οστράκων στην αρχαιότητα ήταν σ’ έναν παράξενο θεσμό που καθιέρωσε η αθηναϊκή δημοκρατία την εποχή του Κλεισθένη, όταν ήταν νωπές οι αναμνήσεις από την τυραννία του Πεισίστρατου: κάθε χρόνο η εκκλησία του Δήμου μπορούσε να αποφασίζει τη δεκαετή εξορία κάποιου πολίτη. Ήταν αρχικά μια μέθοδος προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος από επίδοξους τυράννους, αν και αργότερα εξελίχθηκε σε τρόπο απαλλαγής από πολιτικούς αντιπάλους. Οι πολίτες έγραφαν το όνομα του υποψήφιου προς εξορία πάνω σε θραύσματα αγγείων (όστρακα), και είναι γνωστό το ανέκδοτο με τον αγράμματο Αθηναίο που παρακάλεσε τον Αριστείδη τον δίκαιο να γράψει το όνομα «Αριστείδης» πάνω στο όστρακο, χωρίς να τον γνωρίζει.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , | 106 Σχόλια »