Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Η αυστηρή Καρτ-Ποστάλ του Μπουκέτου

Posted by sarant στο 7 Απριλίου, 2013


 

Στο σημερινό μας φιλολογικό άρθρο θα αναφερθώ, όχι για πρώτη φορά, στο ποιοτικό λαϊκό εβδομαδιαίο περιοδικό Μπουκέτο, που μεσουράνησε στον ελληνικό περιοδικό τύπο από το 1924 έως το 1946, αν και θα ήταν ακριβέστερο να πούμε ότι η χρυσή εποχή του σταματάει περίπου στα 1934. Εκδότης του ήταν ο Κων. Θεοδωρόπουλος, διευθυντής ήταν ο Ν. Καμαρινόπουλος, ενώ στη συντακτική του ομάδα συμμετείχαν, κατά καιρούς, ο Μήτσος Παπανικολάου, ο Χάρης Σταματίου, ο Απ. Μαγγανάρης, ο Γιώργος Κοτζιούλας.

Θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε και «οικογενειακό» περιοδικό, ή «λαϊκό», ή «περιοδικό ποικίλης ύλης», ωστόσο αυτοί οι όροι παραπέμπουν σε έντυπα χαμηλότερων απαιτήσεων και αδικούν το Μπουκέτο, το οποίο, όχι τυχαία, αυτοπροσδιοριζόταν ως «Εβδομαδιαία εικονογραφημένη φιλολογική επιθεώρησις» και, τουλάχιστο στη χρυσή εποχή του, διατηρούσε ανοιχτή επαφή με την καλή λογοτεχνία, ελληνική και ξένη. Φυσικά, από το Μπουκέτο δεν έλειπε η ελαφρά ποικίλη ύλη, τα μεταφρασμένα γαλλικά αισθηματικά μυθιστορήματα, τα ιστορικά αφηγήματα, οι σπαζοκεφαλιές, οι εύθυμες ιστορίες, η κοσμική στήλη και τα ανέκδοτα.

Στο Μπουκέτο δημοσίευσαν έργα τους οι κορυφαίοι της ελληνικής λογοτεχνίας της εποχής: Παλαμάς, Νιρβάνας, Ουράνης, Πορφύρας, Μαλακάσης, Βλαχογιάννης, Μυρτιώτισσα, Λαπαθιώτης, Ξενόπουλος, Φιλύρας. Επίσης, οι εκδότες του περιοδικού συστηματικά αναζητούσαν ντοκουμέντα από παλιότερες εποχές και δημοσίευαν ανέκδοτα κείμενα παλαιότερων συγγραφέων ή αναμνήσεις παλαίμαχων λογίων, ηθοποιών ή δημοσιογράφων, συχνά σε συνέχειες. Να προσθέσουμε επίσης την προσεγμένη εμφάνιση του περιοδικού και τη στρωτή και πλούσια δημοτική γλώσσα (ο Χ. Σταματίου με καμάρι χαρακτήριζε το περιοδικό «ανώτερο φροντιστήριο της δημοτικής γλώσσας») που το έκαναν να ξεχωρίζει από τα ομοειδή έντυπα της εποχής. Έτσι, δεν είναι περίεργο ότι στους διψασμένους νέους της επαρχίας το Μπουκέτο φάνταζε σαν πανέρι γεμάτο θησαυρούς -«Ευαγγέλιο της λογοτεχνίας» είχε φανεί στον έφηβο Κοτζιούλα σύμφωνα με μεταγενέστερες αναμνήσεις του.

Για πολύ καιρό, τα τεύχη του Μπουκέτου τα έβρισκε κανείς μόνο σε μερικές Βιβλιοθήκες ή σκόρπια στα παλαιοβιβλιοπωλεία, συχνά σε απλησίαστες τιμές (έφταναν και 15 ευρώ το τεύχος, αν και τελευταία μου είπαν ότι στη Θεσσαλονίκη βρίσκει κανείς δεμένους τόμους, 52 τεύχη, για ένα πενηντάρικο). Το 2004 κυκλοφόρησε από τη Modern Times μια επιλογή από τα τεύχη του πρώτου χρόνου, του 1924, σε πιστή αναπαραγωγή. Ο τόμος πουλιόταν μέχρι πρόσφατα στον Παπασωτηρίο, στην Πανεπιστημίου, στην τιμή των 2,85 ευρώ. Ευχαριστώ την έμπνευση που με έκανε να μπω ένα πρωί πριν από κανένα μήνα στο βιβλιοπωλείο αυτό από το οποίο ποτέ άλλοτε δεν είχα ψωνίσει γιατί δεν μου γεμίζει το μάτι. Υπάρχει όμως και μια άλλη λύση, το σκανάρισμα. Μαθαίνω ότι το Πανεπιστήμιο Πατρών θα ανεβάσει στο Διαδίκτυο στο άμεσο μέλλον αρκετούς τόμους του περιοδικού, και μάλιστα της χρυσής εποχής του, ενώ σε δεύτερη φάση θα ανεβούν και τα επόμενα χρόνια.

Ευχαριστώ πολύ την Δέσποινα Γκόγκου, βιβλιοθηκονόμο στο Πανεπιστήμιο Πατρών που εκπόνησε μεταπτυχιακή διατριβή για το «Μπουκέτο» ευρετηριάζοντας το περιεχόμενό του, που από τη συζήτηση μαζί της μου δόθηκε το έναυσμα για αυτό το άρθρο. Το Πανεπιστήμιο Πατρών, που έχει ήδη κάνει πολύ καλή δουλειά στη συγκρότηση φιλολογικών βάσεων δεδομένων με τα έργα Κοσμόπολις και Πλειάς, συνεχίζει το έργο του παρά τις δυσχέρειες της συγκυρίας.

mpoukartΌμως έχω πει πολλά και ακόμα δεν εχω μπει στο θέμα μου. Το Μπουκέτο, λοιπόν, από τα πρώτα τεύχη του (αν και όχι από το πρώτο), είχε καθιερώσει μια στήλη «Καρτ Ποστάλ», για επικοινωνία με τους αναγνώστες, στην οποία αναλάμβανε να κρίνει και να δημοσιεύει ποιήματα, διηγήματα και μεταφράσεις που του έστελναν οι αναγνώστες του. Η κρίση αυτή δεν γινόταν δωρεάν: ο επίδοξος λογοτέχνης έπρεπε να στείλει ένα καθορισμένο ποσό σε γραμματόσημα, αρχικά 3 δραχμές και μετά 5 δραχμές, δηλαδή περίπου όσο το αντίτιμο ενός τεύχους του περιοδικού. Δεν ξέρω ποιος ή ποιοι αναλάμβαναν χρέη κριτών. Στην έκδοση του 2004 που ανέφερα παραπάνω κατονομάζονται ο Πολέμης, ο Λαπαθιώτης και ο Τίμος Μωραϊτίνης, αλλά την πληροφορία αυτή την αντιμετωπίζω με άκρα δυσπιστία, τουλάχιστον για τον Πολέμη, ο οποίος πέθανε τον Μάιο ή τον Ιούνιο του 1924, δηλαδή πριν καθιερωθεί η στήλη κριτικής του Μπουκέτου. (Στη σχετική σελίδα του ΕΚΕΒΙ θα βρείτε ότι ο Πολέμης πέθανε το 1938 αν μείνετε στην αρχή της σελίδας ή το 1925 αν διαβάσετε μέχρι κάτω. Και τα δυο είναι λάθος.) Τα κείμενα πάντως των απαντήσεων προς τους αναγνώστες πρέπει να τα έγραφαν άνθρωποι του επιτελείου του περιοδικού, ο Σταματίου ας πούμε ή ο Παπανικολάου. Αν ποτέ εκπονηθεί διδακτορική διατριβή για το Μπουκέτο (έχει ψωμί για πάνω από μία διατριβές) ίσως διερευνηθεί κι αυτό το θέμα.

Η Καρτ Ποστάλ έπιανε συνήθως μια ολόκληρη σελίδα (μεγάλου μεγέθους) του περιοδικού, μια από τις τελευταίες σελίδες, κάποτε στο οπισθόφυλλο. Πέρα από τις κρίσεις έργων, περιείχε επίσης και κάθε λογής άλλην επικοινωνία, απαντήσεις σε ερωτήματα αναγνωστών κτλ. αλλά τη μερίδα του λέοντος την είχε η κριτική των έργων. Γύρω στο 80% των κρίσεων ήταν απερίφραστα αρνητικές, ένα 10-15% αναγνώριζε θετικά μαζί με αρνητικά, ενώ οι ανεπιφύλακτα θετικές κρίσεις ήταν πολύ λίγες. Ωστόσο, ο κριτής του Μπουκέτου δεν έμενε στην επιφάνεια, αλλά διατύπωνε και συμβουλές που φαίνονται μελετημένες και εύστοχες. «Στιχουργείτε αρκετά καλά. Ολίγον πιο πρωτότυπα θέματα μόνον» γράφουν σε έναν· «Έχετε δύο μεγάλας αρετάς. Είσθε λακωνικός, και αφηγείσθε γοργά», σε άλλον. «Θυσιάζετε χάριν της ομοιοκαταληξίας τις έννοιες. Δεν είναι ανάγκη σε ποιητικά πρωτόλεια να είναι τόσο πλουσία η ρίμα και ούτε προπαροξύτονες ομοιοκαταληξίες χρειάζονται», σε τρίτον.

Αλλά η μόνιμη επωδός των υπεύθυνων της στήλης ήταν: να διαβάζετε ποίηση, να διαβάζετε πολύ και να γράφετε λίγο. Σε κάποιον αναγνώστη που είχε απορριφθεί και έστειλε καινούργια δουλειά του, ο κριτής αποφαίνεται χωρίς πολλές περιστροφές:  Όπως σας γράψαμε και στο προηγούμενο φύλλο, πρέπει να πάψετε, επί του παρόντος τουλάχιστον, να γράφετε στίχους. Διαβάστε ποίηση, μπείτε στο πνεύμα της, και τότε ξαναδοκιμάζετε. Από το ποίημά σας «Καταχνιές στον ορίζοντα» δημοσιεύουμε τα πρώτα τετράστιχα για να δείτε κι εσείς και οποιοσδήποτε άλλος ότι έχουμε δίκιο να σας συμβουλεύουμε να σταματήσετε γράφοντες στίχους. Ιδού:

Απλώνει μαύρη καταχνιά
στο ανοιχτό ρημάδι,
ψυχρά αέρος παγωνιά
ριπίζει το σκοτάδι.

Ωχρό το φύλλο στο κλαρί
κλίνει διά να πέσει
σκληρά η πάχνη το πουλί
τείνει να το φονεύσει.

Αυτό ήταν και το πιο αποτελεσματικό μέσο: δημοσίευαν ένα-δυο τετράστιχα από τα πρωτόλεια που απέρριπταν, ώστε να φανούν τα στιχουργικά ελαττώματα.

Η πρώτη μεγάλη επιβράβευση για κάποιον αρχάριο που έστελνε έργα του ήταν να δημοσιευτεί το ποίημά του ολόκληρο στη σελίδα της Καρτ-Ποστάλ. Για τους πολύ καλούς, ερχόταν η ώρα της προαγωγής, δηλαδή να δημοσιευτούν έργα τους στις «κανονικές» σελίδες του περιοδικού. Αυτό έγινε και με τον Γιώργο Κοτζιούλα, που αρχικά έστειλε δυο-τρεις μεταφράσεις Γάλλων ποιητών που δημοσιεύτηκαν στην Καρτ Ποστάλ (η πρώτη το 1925, όταν ήταν 16χρονος μαθητής στην Άρτα, ένα ποίημα του Λαμαρτίνου), και τον επόμενο χρόνο άρχισε να δημοσιεύεται στις μέσα σελίδες. Θυμάται αργότερα: Έστελνα μεταφράσεις στο «Μπουκέτο» κι απ’ την τελευταία σελίδα τις έβαζαν τώρα μέσα, μ’ είχαν προβιβάσει.

Όπως είναι επόμενο, ξεφυλλίζοντας τις Καρτ Ποστάλ του Μπουκέτου βρίσκει κανείς αρκετά ονόματα νέων οι οποίοι αργότερα έγιναν λίγο ή πολύ γνωστοί συγγραφείς. Κάποιοι βέβαια δεν πέρασαν από το «πουργατόριο» της Καρτ Ποστάλ αλλά δημοσίεψαν κατευθείαν στο περιοδικό, όπως ο Γιάννης Χατζηανδρέου, που το 1927 παρουσίασε μια μετάφραση ποιήματος του Αλφρέ ντε Μυσέ. Αν το όνομα δεν σας λέει κάτι, είναι ο μετέπειτα Στρατής Τσίρκας, και ήταν μόλις 16 χρονών. Οι περισσότεροι όμως πέρασαν πρώτα από την Καρτ Ποστάλ. Κάποιοι με επαίνους, άλλοτε λακωνικούς («το ποίημά σας πολύ καλό και το δημοσιεύουμε εδώ», το 1927 στον Πειραιώτη ποιητή Μανώλη Αλεξίου (1907-1963)), και άλλοτε πιο εκτενείς, όπως στη Μαρία Μιχαλαριά από τη Σύμη, που αργότερα έγραψε αρκετά λαογραφικά για το νησί της: Τόσο η μετάφρασί σας όσο και το πρωτότυπό σας δείχνουν ότι θα εξελιχθείτε πολύ γρήγορα. Προτιμάτε όμως, αφού ξέρετε ιταλικά, να μεταφράζετε σύγχρονους Ιταλούς ποιητές, όπως Καρντούτσι, ντ’ Αννούντσιο, Νέγκρι κτλ. Ο Τάσσος κι ο Φώσκολος είναι βέβαια μεγάλοι ποιηταί, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του έργου των είναι νεκρό για την εποχή μας και πολύ δύσκολα μεταφράζεται.

Άλλοι νέοι, που αργότερα έγιναν γνωστοί, είχαν υποδοχή λιγότερο θερμή. Ο 18χρονος Νίκος Παπαπερικλής από την Έδεσσα, αργότερα αγωνιστής της αντίστασης και δημοσιογράφος σε αριστερά έντυπα (μεταξύ άλλων κρατούσε τη στήλη του χρονογραφήματος στον Ριζοσπάστη από το 1974 ίσαμε τον θάνατό του το 1988), είδε το ποίημά του να δημοσιεύεται αλλά με την παρατήρηση: Το ποίημά σας, αν και όχι εντελώς άμεμπτον, δημοσιεύεται εδώ. Ο Νίκος Σφυρόερας από την Απείραθο της Νάξου, που έμελλε να σταδιοδρομήσει αργότερα ιδίως ως μεταφραστής αρχαίων συγγραφέων και θεατρικών έργων, αλλά και με πλούσιο πρωτότυπο έργο, ήταν κι αυτός 18χρονος όταν διάβασε, το 1932, τα εξής στην Καρτ Ποστάλ για το έργο του:  Περίεργον πράγμα! Στα ποιήματά σας υπάρχουν στίχοι καλοί και κακοί, κάκιστοι. Στίχοι μετρικώς άρτιοι και μετρικώς χωλαίνοντες. (…) Γιατί συμβαίνει αυτό; Από βιασύνη κι απροσεξία ασφαλώς. Ώστε προσπαθήστε να διορθωθήτε.

Το 1931, ο τότε 17χρονος Λυκούργος Καλλέργης (ο μετέπειτα πολύ γνωστό ηθοποιός και βουλευτής του ΚΚΕ), στέλνει το ποίημα «Αγάπη και απάτη», το οποίο απορρίπτεται μετά πολλών επαίνων: Το ποίημά σας όχι καλό. Να πάψετε να γράφετε στίχους. Σας το λέμε αυτό μ’ απόλυτη ειλικρίνεια. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, δημοσιεύεται και η αρχή του ποιήματος, που ξεκίνησα να το αντιγράφω αλλά το έσβησα γιατί είναι πράγματι κάκιστο. Ο Λυκούργος Καλλέργης φαίνεται να ακολούθησε τη σκληρή συμβουλή της στήλης γιατί, απ’ όσο ξέρω, δεν ασχολήθηκε με την ποίηση.

Αν έχετε μείνει ανικανοποίητοι, αν περιμένατε πιο τρανταχτά ονόματα να έχουν απορριφθεί από τον αυστηρό κριτή του Μπουκέτου, φύλαγα το καλύτερο για το τέλος. Τον Απρίλιο του 1926, η Καρτ Ποστάλ του Μπουκέτου κατάφερε να απορρίψει, στο ίδιο τεύχος και με διαφορά λίγων γραμμών, τα πρωτόλεια όχι ενός, αλλά δύο ποιητών μας της εντελώς πρώτης γραμμής. Πρόκειται για το απόκομμα που δημοσιεύω (επίτηδες όχι πολύ μεγάλο) στην εικόνα παραπάνω, κι αν προσέξετε στην πέμπτη γραμμή θα δείτε: Ν. Βρεττάκον, Γύθειον. Ο «Θάνατος της Μούσας» του Βολταίρου όχι επιτυχώς μεταφρασμένος. Και μερικές γραμμές πιο κάτω: Γιαννούλην Ε. Ρίτσον. Μονεμβασία. Ο «Χωρισμός» σας όχι αρκετά καλός. Στο ίδιο φύλλο, Βρεττάκος και Ρίτσος, μόλις δεκατετράχρονος ο πρώτος, 17 χρονών ο δεύτερος που χρησιμοποιεί το αξιαγάπητο υποκοριστικό «Γιαννούλης», γιατί τότε οι άνθρωποι δεν ντρέπονταν να παρουσιάζονται όπως τους φώναζαν οι δικοί τους, Γιαννούλης ο ένας, Μίμης ο άλλος (ο πατέρας μου, ας πούμε), Λαλάκης ο τρίτος, όχι όπως τώρα που όλα τα δωδεκάχρονα είναι Κωνσταντίνοι και Αλέξανδροι και μεγαλώνουμε μια γενιά άνεργων αυτοκρατόρων.

Βέβαια, η απόρριψη ήταν λακωνική μεν αλλά χωρίς επιβαρυντικούς χαρακτηρισμούς, όπως κάποιες άλλες που είδαμε, κι έτσι δεν αποκαρδίωσε τους δυο νεαρούς Λάκωνες. Κατά σύμπτωση, στο ίδιο τεύχος κρίνεται αρνητικά και μάλιστα με δηκτικά λόγια ένας ακόμα νέος, 18χρονος αυτός, που έμελλε να σταδιοδρομήσει ως δημοσιογράφος και επικουρικά ως συγγραφέας, ο Μεσσήνιος Γιάννης Αναπλιώτης, βέβαια πολύ λιγότερο γνωστός από τον Βρεττάκο και τον Ρίτσο: «Το ποίημά σας πολύ… παγερόν, καθό χειμωνιάτικον άλλωστε. Με τον φόβο να… πλευριτώσουμε τους αναγνώστας μας, δημοσιεύουμε εδώ δυο του τετράστιχα«. Ίσως είχε τις κακές του εκείνη τη μέρα ο ανώνυμος κριτής, διότι και σε άλλες απαντήσεις είναι δηκτικός, κάτι που δεν το έκανε πάντοτε. Ας πούμε, σε κάποιον άλλον γράφει: «Μη βιάζεσθε να γράψετε. Μελετήστε προηγουμένως· θα σας ωφελήσει πολύ. Προπαντός όμως μη ζωγραφίζετε, για όνομα του μεγάλου Θεού!«. Και στο τέλος, όταν γράφει επαινετικά λόγια σε κάποιον Ρ. Περάνθη (δεν είναι ο Μιχάλης Περάνθης, που τότε ήταν εννιά χρονών), αφήνεται σε ένα σπάνιο ξέσπασμα: «Στην στήλη που λέτε ν’ ανοίξουμε, τι να δημοσιεύουμε; Μήπως μας στέλνουν τίποτε της προκοπής; Αν ξέρατε τι ποιήματα και πεζά λαμβάνουμε, θα σας έπιανε φρίκη, παραζάλη, τρέλα! Ούτε και οι γηραιοί λόγιοι παράγουν πλέον άξια λόγου πράγματα. Εγήρασαν κι αυτοί φυσικά. Γι’ αυτό δίδουμε να γνωρίσει το ελληνικόν κοινόν την ξένην λογοτεχνίαν«.

Και την ξένη, αλλά και την ελληνική. Για έξι-εφτά χρόνια το Μπουκέτο συνέχισε να δημοσιεύει εκλεκτή ύλη, και ύστερα απλώς καλή. Και οι φιλολογούντες νέοι συνέχισαν να στέλνουν όλο ελπίδα τα πρωτόλειά τους, εσωκλείοντας και το πεντάδραχμο σε γραμματόσημα…

 

 

 

87 Σχόλια to “Η αυστηρή Καρτ-Ποστάλ του Μπουκέτου”

  1. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂
    Εξαιρετική και διαφωτιστική ανάρτηση. Είδατε που κάτι μάθαμε και σήμερα;
    Προσωπικά έμαθα το Μπουκέτο απ’ τις εδώ αναρτήσεις, δεν γνώριζα όμως τη στήλη της κριτικής έμμετρών του.
    Αναρωτιέμαι αν υπήρχαν ανταπαντήσεις των επίδοξων ποιητών προς την κριτική επιτροπή στο ίδιο το περιοδικό, ή σε άλλα έντυπα της εποχής. 😕

    Υ.Γ.: … Και, σαν να μην έφτανε αυτό, δημοσιεύεται και η αρχή του ποιήματος, (του Λυκούργου Καλλέργη) που ξεκίνησα να το αντιγράφω αλλά το έσβησα γιατί είναι πράγματι κάκιστο …
    Πρόσθεσέ το αν μπορείς, θα είχε ενδιαφέρον.

  2. Ποίημα του Ρίτσου είχα πετύχει και στη Διάπλαση των Παίδων (ως Γ. Ρ-ς ή κάπως έτσι). Νομίζω όμως δεν είναι εντελώς άγνωστο, θέλω να πω αθησαύριστο, πώς το λένε.

  3. Αντιφασίστας said

    Καλημέρα σε όλες και σε όλους!
    Ενοχλητική η υπερπαραγωγή Αλέξανδρων και Κωνσταντίνων, αλλά όχι και να νοσταλγούμε τον …Λαλάκη! Μέτρον άριστον.
    Αν οι Μπουκετιστές απέρριπταν μετά ή άνευ πολλών επαίνων τα πρωτόλεια του Βρεττάκου και του Ρίτσου, τι θα έκαναν με τους διάφορους Μπογδάνους; Θα έστελναν μπράβους να τους σπάσουν τα χέρια;

  4. Γς said

    Κρυάδες. Λίγο ψυχρούλα σήμερα. Ή μου φαίνεται

  5. Αυτ;h η κριτική για τον Ρίτσο είναι σίγουρο πως βρήκε και θα βρεί πολλούς υποστηρικτές στο πέρασμα του χρόνου, για τον Bρεττάκο πιστεύω λιγότερους.
    Το στρατευμένο γράψιμο βέβαια είναι ένα είδος ασπίδας που φυσικά δεν αφορούσε το τότε επιτελείο του μπουκέτου που λογικά θα θεωρούσε καλό ό,τι έφερνε προς τα γραφόμενά του, όπως γίνεται μέχρι σήμερα. Η σημερινή διαφορά είναι πως δεν χρειάζεται να σπας το κεφαλάκι σου να βρεις τι αρέσει στην επιτροπή και τι όχι, πληρώνεις την εγγραφή σου στα μαθήματα συγγραφής του ΕΚΕΒΙ ή άλλων φωτισμένων σχολών παραγωγής λογοτεχνών που έχουν ιδρύσει οι κατά συνήθεια κριτές των επιτροπών και έχεις σίγουρη επιτυχία (στις γυναίκες συνιστάται ιδαίτερα σαν επιπλέον προσόν το damoulides’style)

  6. Αντιφασίστας said

    Εδώ σκαναρισμένο ένα τεύχος του Μπουκέτου:
    http://comicstrades.me/2012/02/16/%CE%BD%CE%B1-%CF%83%CE%B1%CF%83-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%86%CE%B5%CF%81%CF%89-%CE%B5%CE%BD%CE%B1-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%B5%CF%84%CE%BF/
    Άσχημο πράγμα να κακογερνάει κανείς. Έτσι θα καταντήσουμε κι εμείς;

  7. Προς την Τυφλόμυγα!

    Νικ. Νοικ. και οι υπόλοιποι: Θα μου επιτρέψετε μια άσχετη παρέμβαση, επί προσωπικού, όπως λέγαμε κάποτε στις συνελεύσεις.

    Αναφέρομαι στην διαμαρτυρία της Τυφλόμυγας, ότι την αγνόησα και δεν απάντησα σε κάποιο σχόλιό της που με αφορούσε.

    Η αλήθεια είναι ότι έχει δίκιο και της ζητώ συ(γ)γνώμη. Όντως στις 26 Μαρτίου (το άρθρο το σχετικό με τον χαιρετισμό του Κατίδη, έμαθα και το όνομα αυτού του υποκειμένου) αναφέρθηκε με πολλή ευαισθησία σε ζητήματα που με συγκινούν πάρα πολύ.
    Δεν θέλω όμως να θεωρήσει ότι την αγνόησα. Πολλές φορές ο φόρτος της δουλειάς δεν μου επιτρέπει να διεξέλθω όλα τα σχόλια προσεκτικά και μου διέφυγε η παράγράφος που με αφορούσε.

    Στην πραγματικότητα είχα ικανοποιηθεί ήδη από τις πρώτες της λέξεις «με προσβάλλει ως άνθρωπο, ως ελληνἰδα και ως αεκτζού» ιδιότητες τις οποίες συμμερίζομαι κι εγώ (ως κάποτε Κουκουβανιώτης).

    Ελπίζω να με συγχωρήσει, μόνο και μόνο από το γεγονός ότι έψαξα να βρω την αιτία του παραπόνου της (δηλαδή τουλάχιστο 1000 σχόλια). [Μη με θαυμάσετε, τα μετέφερα σε word κι έκανα αναζήτηση στην Τυφλόμυγα]

    Άλλωστε νομίζω ότι με τιμώρησε αρκετά αποκαλώντας με ‘κύριο’ καιμε τω επώνυμό μου, ενώγια την εδώ παρέα είμαι απλά: Λεώνικος.

    Σπεύδω να τοποθετήσω αυτό το σχόλιο σήμερα εδώ, για να το δει εύκολα

  8. spiral architect said

    @7: [Μη με θαυμάσετε, τα μετέφερα σε word κι έκανα αναζήτηση στην Τυφλόμυγα]
    Χαρά στο κουράγιο σου! Και μόνο γι’ αυτό συγχωρείσαι. 😮

  9. Γς said

    >όχι όπως τώρα που όλα τα δωδεκάχρονα είναι Κωνσταντίνοι και Αλέξανδροι

    Κάπου έβλεπα τη μεταβολή στο χρόνο στις προτιμήσεις των Αμερικανών όσον αφορά τα μικρά ονόματα.
    Π,χ. ότι το John μέσα σε έναν αιώνα και κάτι έπεσε από το 4% στο 0.4 %.
    Ή το Jason που από το τίποτα πετάχτηκε στο 1.4 % γύρο στο 1970 για να ξαναπέσει σε χαμηλά επίπεδα.

    Ενδιαφέρων θα ήταν αν είχαμε και εδώ στοιχεία για Νεφέλες, Μελίνες, Καλιόπες κλπ.

    <a href= http://caktos.blogspot.gr/2013/04/blog-post_7.html Α, και για Φλώρες και Φλώρους

  10. Γς said

    Δεν έπιασε:
    Α, και για Φλώρες και Φλώρους

  11. ΣοφίαΟικ said

    Βρε Νίκο! Οι Αλέξανδοι και οι Κωνσταντίνοι κι οι Νικηφόροι σήμερα δεν έχουν άλλο όνομα, έτσι τους φωνάζουνε, οπότε έτσι συστήνονται. Και το βαφτιστήρι μου Δημήτριο το φωνάζουνε (όπως το βλέπεις, όχι Δημήτρη ή Δημητράκη ή Μιμη ή Μιμίκο ή Τάκη ή Μήτσο ή Μήτρο).

  12. Ηλεφούφουτος said

    «Ο τόμος πουλιόταν μέχρι πρόσφατα στον Παπασωτηρίο… Ευχαριστώ την έμπνευση που με έκανε να μπω ένα πρωί πριν από κανένα μήνα στο βιβλιοπωλείο αυτό από το οποίο ποτέ άλλοτε δεν είχα ψωνίσει γιατί δεν μου γεμίζει το μάτι.»
    Σε καταλαβαίνω!

    Πιστεύω ότι, αν έβγαινε σήμερα ένα περιοδικό σαν το Μπουκέτο θα το λάτρευα εκεί που δεν έχω αγαπήσει κανένα σύγχρονο λογοτεχνικό περιοδικό.

  13. οὔτε ἐγὼ κατάλαβα τὸ μένος τοῦ Νικοκύρη ἀπέναντι στὴν χρῆσι τῶν ὀνομάτων ἀνευ ὑποκορισμοῦ. ἄβυσσος ἡ ψυχὴ τοῦ μαλλιαροῦ! 😛

  14. …Ιταλούς ποιητές, όπως Καρντούτσι…

    Κατά σύμπτωση, θυμήθηκα ένα απόφθεγμα του Καρντούτσι όπου είχε πέσει το μάτι μου παλιότερα:
    Chi riesce a dire con venti parole ciò che può essere detto in dieci, è capace pure di tutte le altre cattiverie.

    (Δεν μπορώ να το βρω στα ελληνικά ή στα αγγλικά – που το είχα πρωτοδεί. Με την βοήθεια του Google: Όποιος μπορεί να πει με είκοσι λέξεις ό,τι μπορούμε να πούμε σε δέκα, είναι ικανός και για όλα τ’ άλλα δεινά. Διορθώσεις ευπρόσδεκτες.)

  15. Γς said

    13:
    Και έχω κάτι ωραίες περιπτώσεις που έχουν επιβάλει ακέραια τα ονόματά τους στην καθημερινή ζωή τους στην αλλοδαπήν. Dimitrios, Georgios, Ioannis.

    -Giannis who? -I mean John, a Greek guy here. -Greek? Ioannis maybe knows him.
    Και φωνάζουν τον Ioannis να τον ρωτήσω για τον εαυτό του…

  16. # 13

    » Το πνεύμα του Σουλτάνου αγωνιώδες ερώτημα εβασάνιζεν.
    Ποίον ήτο το όνομά του ;
    – Μιά ζωή σουλτάνο με ανεβάζουνε, σουλτάνο με κατεβάζουνε, τι διάολο δεν έχω όνομα ;
    Ουδόλως εθυμείτο πως τον απεκάλουν ότε ήτο νήπιον και ως γνωστόν τα παιδία των Σουλτάνων δεν εγγράφονται εις τα μητρώα των ληξιαρχείων. Αρα ουδεμία ελπίς »

    Η ματαιοδοξία των γονέων που δίνουν στα παιδιά τους ονόματα στρατηλατών, αυτοκρατόρων κ.λ.π. ελπίζοντας σε ανάλογη τύχη, αγνοεί πως στην πραγματικότητα κανένας δεν τους φώναξε έτσι αλλά υψηλότατε, στρατηγέ κ.λ.π.

  17. στὸ κάτω κάτω ἰσχύει καὴ ἡ ἀντίστροφη διατύπωσι: «οἱ ἄνθρωποι τότε ντρέπονταν περισσότερο νὰ παρουσιάζωνται μὲ τὸ βαφτιστικό τους ὄνομα».

  18. Υπάρχει βέβαια το χειρότερο να βγάλει κάποιος το παιδί του Αρη ή να το φωνάζει έτσι σαν υποκοριστικό του Αριστοτέλη, Αρίσταρχου κ.λ.π. ειδικά αν το παιδί μεγαλώνοντας χειροτονηθεί παπάς…

  19. physicist said

    #14. — Πολύ ωραίο το λεχθέν του Καρντούτσι, Μιχάλη, και πολύ καλά μεταφρασμένο! Εγώ θα έλεγα «… είναι ικανός και για ένα σωρό άλλες κακίες» στο δεύτερο, αν και tutte θα πει πράγματι όλες, όχι ένα σωρό. Από διαίσθηση το λέω έτσι, μιας και δεν νομίζω να εννοούσε κυριολεκτικά όλα τα άλλα δεινά.

    Σε ό,τι αφορά τα ονόματα, υπάρχουν γενικώς μόδες με τυπική διάρκεια 10 – 20 χρόνια, λιγότερο όμως στην Ελλάδα που έχουμε την παράδοση με τα ονόματα του παππού και της γιαγιάς απ’ ό,τι αλλού. Απ’ αυτή την άποψη καταλαβαίνω τι θέλει να πει ο Νίκος: τα ονόματα είναι τα ίδια αλλά υπάρχει τάση προς το πομπώδες τελευταία. Δεν ξέρω αν είναι αρχαιοβαρεμάρα ή ξερογλυψιά, μεγαλοπιάσιμο: τα Κωνσταντίνος/Αλέξανδρος ήταν παλιότερα τα αγαημένα της (μεγαλο-)αστικής τάξης κι ο κανονικός κόσμος φώναζε τα παιδιά του Κώστα κι Αλέκο.

  20. Γς said

    Το «ενδεχομένως» που το έχουμε μπόλικο και το βάζουμε παντού στη γλώσσα μας.

    Στην ΕΤ1 τώρα:
    «Υπάρχουν γονίδια και περιβαλλοντικοί παράγοντες οι οποίοι ενδεχομένως δεν κωδικοποιούνται στο γονιδίωμα μας.»

  21. Μαρία said

    14, 19
    Δεν ξέρω τα συμφραζόμενα αλλά υποψιάζομαι οτι οι κατιβερίες δεν έχουν ηθικό αλλά αισθητικό χαρακτήρα. Ασχήμιες δηλαδή.

  22. physicist said

    21. — Απ’ τα δεινά στις κακίες μισή ώρα δρόμος, κι απ’ τις κακίες στις ασχήμιες ένα τέταρτο. 😉

  23. Μαρία said

    22 Κι απ’ τις κογιοναρίες ένα δεκάλεπτο.

  24. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    -Κύριε Νικόλαε (κοινώς Νικοκύρη), σκίσατε ..χασέδες και με το σημερινό νήμα 😉 .
    -19.τελ.φράση.
    Επιτρέψτε μου να κάνω μια μικρούλα διορθωσούλα (σικ). : αρχαιοβάρεμα, η αρχαιολαγνεία που υπονοείται, αρχαιοβαρεμάρα,σάμπως τ αντίθετο.

    5.Ρίτσος-Βρεττάκος σημειώσατε ένα, αμοναβί

    14. Κύριε Νικολάου, χιαπό. Αύριο το αναρτώ στην οθόνη του εργασιακού μου υπολογιστή. Μας φλόμωσαν στα μπλαμπλά οι επικυρίαρχοι.

  25. Μισιρλού... said

    Πωπω! Τι όμορφα! [έχω καλή μύτη, φαίνεται… οσμίζομαι από πολύ μακριά τις εξαίρετες αναρτήσεις!]
    Έχω κι εγώ μια χοντρή λόξα, στα παλιά περιοδικά και εφημερίδες, να διαβάζω πάντα την αλληλογραφία-κριτικές κλπ… Κι έχω πετύχει τέτοια διαμαντάκια!
    Αφού να σκεφτείς, μόλις μπήκα στη σελίδα σου, για την ανάγνωση, πρώτα-πρώτα διάβασα την επισυναπτόμενη εικόνα και μετά το κείμενό σου! (το «έκαψα» δλδ…) 🙂

    Νίκο, ενθουσιάστηκα, ειλικρινά! Ειδικά με το τρομαγμένο σχολιανό τού συντάκτη «…Προπαντός όμως μη ζωγραφίζετε, για όνομα του μεγάλου Θεού!…»

    Και σε άλλα «Μπουκέτα» -ό,τι έχω πετύχει- αυτή η γλώσσα γραφής μού είναι πολύ οικεία για Μήτσο Παπανικολάου.
    Με το δεδομένο και πως ήταν άοκνος αρχισυντάκτης* και κατόπιν (1932) ιδιοκτήτης-διευθυντής του περιοδικού, μου μυρίζει πως αυτός χειριζόταν την απαντητική επιστολογραφία.
    Κοφτή, περιεκτική γλώσσα με έντονα στοιχεία ειρωνείας («με πυκνότητα και σκληρότητα, όχι όμως τραχύτητα» -όπως τονίζει γιαυτόν ο Τέλλος Άγρας)** και χωρίς διόλου συναισθηματισμούς…
    Έτσι λέει το ένστικτό μου!

    Και βέβαια, το δικό σου σχόλιο «…μεγαλώνουμε μια γενιά άνεργων αυτοκρατόρων…» είναι κι άλλο ένα λαμπερό στολίδι στη σημερινή ανάρτηση!!!

    _________
    * Εσύ γιατί στο άρθρο σου Ο Γιώργος Κοτζιούλας θυμάται έναν ποιητή του σκιόφωτος, λες πως ήταν βοηθός αρχισυντάκτη;

    ** Τέλλος Άγρας, «Μήτσος Παπανικολάου» [Νέα Εστία – τ.398, Ιαν. 1944]

    ΥΓ: Έχετε πετύχει κάπου ψηφιοποιημένες τις εργασίες της Μαρίας Μιχαλαριά-Βογιατζή;
    (ειδικά αυτή την περίοδο, θα με ενδιέφερε να βρω τις μεταφράσεις της στον Torquato Tasso!!!)

  26. Μισιρλού... said

    Και ξέχασα να πω τον ενθουσιασμό μου για την ψηφιοποίηση του Μπουκέτου!

    Ν/ικο, εσύ που έχεις το κονέ με την Πάτρα, δεν τους επισημαίνεις πως στο «Κοσμόπολις» έπαψε πια η αναζήτηση στην κεντρική σελίδα, βγάζει σφάλμα (εδώ και καιρό).
    Ενώ η αναζήτηση σε κάθε επιμέρους τμήμα (περιοδικό) λειτουργεί μια χαρά!
    Κάνε κάτι…

  27. Μισιρλού... said

    [Χμ… τώρα που το ξαναβλέπω… Τι έπρεπε να γράψω; …αυτός χειριζόταν την απαντητική επιστολογραφία… ή αυτός διαχειριζόταν;]
    😉

  28. physicist said

    #23. — Που λες μ’ έβαλες σε περιέργεια και ηλερώτησα Ιταλίδα φίλη μου, και μου είπε ότι αυθόρμητα το καταλαβαίνει νελ σένσο μοράλε αλλά βρίσκει την ερώτηση πολύ ενδιαφέρουσα (τουτέστιν τρέχα γύρευε).

    #24. — Ναι, αρχαιολαγνεία, το ουσιαστικό που χαρακτηρίζει τους αρχαιοβαρεμένους.

  29. Θυμήθηκα με την ευκαιρία αυτό το παρόμοιο, με τον Μίκη Θ.

    Τα εφηβικά ποιήματα-ύμνοι στο δικτάτορα Μεταξά του Σκαπανέα Μίκη Θεοδωράκη

    Τα εφηβικά ποιήματα-ύμνοι στο δικτάτορα Μεταξά του Σκαπανέα Μίκη Θεοδωράκη

  30. sarant said

    Σας ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια, γύρισα από τη μικρή εκδρομή μου.

    1: Να το πάρει το ποτάμι. Το πρωτόλειο του Καλλέργη, ολόκληρο, αλλά με διορθωμένα τα ορθογραφικά:

    ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΠΑΤΗ
    Όταν θυμάμαι την αγγελική μορφή της
    τα χείλη της τα κοραλένια
    και σκέπτομαι γιατί ηθέλησε να μ’ απάτήσει
    πηγαίνοντας να βρει καλύτερο από μένα

    Πέφτω να κοιμηθώ και δεν κοιμούμαι
    νοσταλγώντας την πρώτη μου αγάπη
    που την έχασα, αιτία η… Απάτη
    Απορών κι εγώ πώς δεν τη μιμούμαι

    Μα πάλι αμέσως αλλάζω γνώμη
    βλέποντας ότι πιο ωραία δεν υπάρχει άλλη
    σαν τη δική μου την πρώτη αγάπη
    και μου φεύγει η ελπίδα μικρή και μεγάλη
    Μένει δε μόνον ο εφιάλτης…

    2: Ο Ρίτσος έχει πολλά πρωτόλεια π.χ. στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας, κάποια από αυτά ως ΣΟΣΤΙΡ.

    11: Σοφία, αν το βαφτιστήρι σου όντως το φωνάζουν Δημήτριο, δηλαδή αν η μαμά του λέει: Δημήτριε, το φαγητό είναι έτοιμο ή αν λέει στον άντρα της «Τα παπούτσια του Δημήτριου [ή του Δημητρίου;] δεν του κάνουν πια, πρέπει να πάρουμε καινούργια», τότε ειλικρινά πιστεύω πως αυτή η χώρα αξίζει όλα όσα έχει πάθει.

  31. sarant said

    6: Το 1936 είναι ίσως η χειρότερη χρονιά του Μπουκέτου, η πιο αδιάφορη.

    15: Στην αλλοδαπή είναι εύκολο γιατί οι ξένοι δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο κωμικό είναι το Ιωάννης.

    25: Γεια σου Μισιρλού! Πρέπει να ήταν και βοηθός αρχισυντάκτη και αρχισυντάκτης -σε διαφορετική περίοδο.
    Πολύ εύστοχη μού φαίνεται η μαντεψιά σου ότι αυτός απαντούσε στους επίδοξους ποιητές!

  32. spiral architect said

    @30: Αουτς! 😛
    Πάλι καλά που τον κέρδισε το θέατρο

  33. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    30 τέλος, 31β : Πες τα χρυσόστομε. (Χρυσόπληκτρε!). «τι είναι αυτό που σου δίνουνε χωρίς να σε ρωτήσουνε ; -Το όνομα! »
    Έχω φάει προσωπικές φρίκες που λένε. Και μη χειρότερα Νικόλαε τέκνον μου.

  34. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Ωραία ανάρτηση, ειδικά για ανθρώπους σαν κι εμένα, που αγαπούν την λογοτεχνία γενικώς, και δεν είναι τρελαμένοι (με την καλή έννοια) η επαγγελματίες. Πολύ θα ήθελα να μάθω, ποιός έγραφε τις δηκτικές κριτικές, απίστευτος.

    Για τα ονόματα δεν συμφωνώ απόλυτα με την άποψή σου, απο μικρό παιδί με ενοχλούσαν αισθητικά τα υποκοριστικά, ειδικά το Μήτσος απο Δημήτρη. Ένας λόγος που αγάπησα το όνομά μου Λάμπρος (απο τον παππού μου) είναι οτι δεν έχει υποκοριστικό που αλλάζει το όνομα τελείως, αλλα το Λαμπρούκος, (αν και η μικρή μου κόρη η Δανάη, μου έχει βγάλει ένα σωρό υποκοριστικά) επιπλέον οι αυτοκράτορες πάντα άνεργοι ήταν, ξέρεις κάποιον που εργαζόταν; Γενικά δεν μου αρέσουν τα υποκοριστικά, και προτιμώ να ακούω ολόκληρο το όνομα κάποιου, αν και νομίζω οτι βγήκαν για να κρύψουν την ντροπή για κάποιο όνομα, ειδικά μερικά ξεφεύγουν απο κάθε όριο, π.χ Μόνικα απο το Σταυρούλα, Σάντι απο το Κυριακή, η Τόνι απο το Θεράπων, υπάρχουν κι άλλα που είναι εντελώς εξωπραγματικά, είναι ενα θέμα το όνομα στην κοινωνία, είναι κάπως σαν διαβατήριο. Οι κόρες μου απο μικρές, όταν τις ρωτούσαν πώς σε λένε (Ελεωνόρα και Δανάη) άκουγαν πάντα, αχ τι ωραίο όνομα μπράβο, η συμαθήτρια της μεγάλης η Χρυσάφω, ή η κυρία Υπακοή που είχε το κυλικείο στο σχολείο τους στο Μαρούσι, τι άκουγαν άραγε; Θέλω να πώ οτι μπορεί να μην υπάρχουν άσχημα ονόματα, αλλα σίγουρα κάποια είναι εκτός εποχής, όπως το Κίτσος που κάποτε ήταν αρχοντικό, τώρα;

    Ενα άλλο που θέλω να ρωτήσω, είναι η εντύπωση που έχω, οτι οι ποιητές είναι πολύ περισσότεροι απο τις ποιήτριες, είναι έτσι ή κάνω λάθος, κι αν είναι, γιατί; Έχει να κάνει μήπως με το οτι οι άνδρες είναι πιο ευαίσθητοι (παρα την αντίθετη διαδεδομένη άποψη) απο τις γυναίκες, που είναι εκ των πραγμάτων κυρίαρχες στο είδος μας;

  35. τυφλόμυγα said

    Λεώνικε, μάλλον εγώ πρέπει να ζητήσω συγγνώμη. 😳 😳 😳
    Ευχαριστώ για την απάντηση. 😀
    Τα υπόλοιπα, ιδιωτικά. 😉

  36. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    33 – Το χειρότερο είναι οτι σου δίνουν την ζωή χωρίς να σε ρωτήσουν, με το όνομα το παλεύεις, αν σε γεννήσουν ανισόρροποι σε λάθος χρόνο και τόπο τι κάνεις; Τα παραδείγματα εκατομύρια.

  37. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    34: Λάμπρε, αλλού το πήγες και σ αυτό που λες, σύμφωνοι.Για τα αρχαιοπρεπή και τα βροντώδη «βυζαντινώδη» κυρίως λέγαμε. ‘Οχι Σούλα, Βούλα ,Πίτσα και Πιπίτσα κι ούτε τις Σάντες-Κυριακές (άν και η Κυριακή κι η Παρασκευή στο σχολείο τρώνε τα «πακετάκια» τους). Κική και Μίμης οι γονείς του Νικοκύρη, δεν μπορεί να λέει για τέτοια συνήθη χα’ι’δευτικά αγαπημένων. Το αντίθετο. Τα νεοψωριάρικα αυτοκρατορικά ή αρχαιοελληνικά που επιλέγονται ,μόνο για εφφετζίδικη προβολή, όπως νομίζουν οι γονείς ή είναι τα πιο κοινά ονόματα και ξαφνικά προσφωνούνται εις ολόκληρον: Γεώργιε, Νικόλαε, Φώτιε, Ελευθέριε. Κάνει μπαμ το πράγμα:Να λες σε 10χρονα: «Ευάγγελε, Εμμανουήλ» ελάτε να φάμε.(αντί Βαγγέλη και Μάνο) ή Είμαι η μητέρα του Κωνσταντίνου και του Ιωάννη (στην αυλή του δημοτικού σχολείου και να απευθύνεσαι σε συμμαθητές των 11χρονων παιδιών σου).

  38. Καλώς μας ήρθες Νικοκύρη. Όπως βλέπεις δεν κάναμε ζημιές όσο έλειπες.
    Ο Χ. Σταματίου, είναι ο αδελφός του Σταμ. Σταμ., Χάρης Σταματίου, έτσι δεν είναι;

  39. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    36.α. Ε, τα δώρα δε «ρωτιούνται».
    β αλλά και ιδιοφυίες και ποιητές και λαμπρά πνεύματα που πήγαν τη ζωή μπροστά. Που δημιούργησαν κι άφησαν έργα στην αιωνιότητα. Αυτά θα λέμε;
    Ένας πιτσιρικάς στην παλιά μου γειτονιά έλεγε στον πατέρα του ότι όταν μεγαλώσει θ αλλάξει το επώνυμό του γιατί δε μπορεί να τον λένε Γάτο και ο πατέρας είχε πέσει του θανατά και το ΄λεγε παντού:Το τίμιο επώνυμο που το έφερνε με καμάρι ο πατέρας του κι ο παπούς κι ο προπάπος του τώρα αυτός ο σπόρος να θέλει να το αλλάξει.Ωιμέ.
    Έμαθα ότι ο γιος αυτός πέρασε αργότερα στην ιατρική και δεν πιστεύω ότι άλλαξε το επώνυμό του. Ελπίζω να έζησε αρκετά και ο μπαμπάς και να ωρίμασε κι αυτός κάποια στιγμή.

  40. sarant said

    38: Όχι, ήσασταν τύποι και υπογραμμοί 🙂

    Ναι, αδέρφια ήταν. Και ο ΣταμΣταμ συνεργαζόταν με το Μπουκέτο.

  41. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    37 – Δεν διαφωνώ γι αυτά τα ψώνια, είναι φαινόμενο κυρίως του 2000 και μετά, προϊόν μάλλον των πιστωτικών καρτών, και των Λιακοπουλέων. Και τα ξαδέρφια μου, Ιωάννη και Κωνσταντίνο ο ένας, Ιωάννα η άλλη, λένε τα παιδιά τους, (παραδόξος την μεγάλη κόρη της την λέει Κατερίνα) αλλα αν τους ρωτήσεις πώς λένε τον πατέρα σας, θα πούνε Γιάννη, άβυσος η ψυχή του βλαμένου, μάλλον ήθελαν να πάρουν κατι απο την λάμψη του Βασίλειου, οχι του Βουλγαροκτόνου, του ΚΩΣΤΕΤΣΟΥ.

    Ξέρεις, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα, οτι ολο το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, βασίζεται σε μια καταπληκτική λέξη, ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ.

  42. Γς said

    37:
    >Ευάγγελε, Εμμανουήλ” ελάτε να φάμε

    -Σώκρατες!
    Φώναζε η μάνα του φίλου μου του Σωκράτη.

  43. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Και ενα ανεκδοτάκι σχετικό με την σκληρή κρτική του μπουκέτου.
    Ενας επίδοξος συγγραφέας, έστειλε το βιβλίο του με τίτλο ΓΙΑΤΙ ΖΩ; σε έναν κριτικό. Μετα απο κάμποσες μέρες πήρε την απάντηση απο τον κριτικό, ζείς φίλε μου, γιατι το έστειλες ταχυδρομικώς, και δεν το έφερες ο ίδιος.

    Να χαμογελάτε, είναι μεταδοτικό, και κάνει την εξουσία να ανησυχεί.

  44. Γς said

    Λόγω τιμής. Το άκουσα σε μια εκπομπή του Αντρέα Μικρούτσικου:
    Καλεσμένος του ο Κωστέτσος.
    -Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος.
    -Ε, όχι και Βουλγαροκτόνος.
    -Τότε, Βασίλειος ο Παλουκοκτόνος.

    Χλιαρή αντίδραση με μια γκριμάτσα. Και παρέμεινε στην εκπομπή, σαν να μην τρέχει τίποτα.

  45. Δ. Γ. said

    Πολύ ωραία ανάρτηση! Πραγματικά κρύβει θησαυρούς αυτή η στήλη.
    Κι εγώ κλίνω στους Παπανικολάου και Σταματίου ως συντάκτες των απαντητικών επιστολών, αλλά δε βρήκα πουθενά αναφορά. Κάποιες επιστολές απευθύνονταν στον Σταματίου, αλλά οι απαντήσεις που κάνουν αναφορά σε αυτόν σε τρίτο πρόσωπο με προβλημάτισαν λίγο (δε θυμάμαι ακριβή αποσπάσματα, πρέπει να ψάξω). Βέβαια αυτό δεν αποκλείει σε κάποιες όντως να απαντούσε ο ίδιος, ίσως γι’αυτό και οι αναφορές σε αυτόν. Πάντως νομίζω ότι η Μισιρλού έχει δίκιο, το ύφος ταιριάζει στον Παπανικολάου (κι ο Άρης Δικταίος τον χαρακτηρίζει «από τους πιο χολερικούς, τους πιο ζοχαδιακούς ανθρώπους που συνάντησα»)…
    Αρχισυντάκτης τα πρώτα χρόνια ήταν ο Χάρης Σταματίου και ο Παπανικολάου έγινε διευθυντής σύνταξης αργότερα, κάπου το 1940. Πάντως, στο ίδιο το «Μπουκέτο», λίγα στοιχεία δίνονται για τα εκδοτικά στοιχεία του περιοδικού δυστυχώς.

    Ο Ρ. Περάνθης είναι κάποιος Ρήγας Περάνθης από την Άρτα (όπως φαίνεται αλλού, τακτικός πελάτης…). Επίσης, στο Μοναστηράκι ένα παλαιοβιβλιοπωλείο ζητά 25 ευρώ το τεύχος (!!!) κι είναι κρίμα, γιατί έχει και πολλά. Πηγαίνετε στον δίπλα, τα πουλάει 10… 😉

  46. aerosol said

    Δεν υπήρχε Γιάννης που να τον αποκαλούσαν Ιωάννη οι δικοί του το ’60. Υπήρχαν όμως αρκετές Ιωάννες. Δεν είναι πολύ συχνό όνομα αλλά ούτε εξεζητημένο. Γνωρίζω Ιωάννα («ταπεινής» καταγωγής και όχι μεγαλοαστή) που κοντεύει να εβδομηνταρίσει και κάμποσες αετών 40-50.
    Τα Ιωάννης και Δημήτριος τα θεωρώ μνημεία ξιπασιάς.

  47. oaltracosa said

    Ουδε πηγη λεγει «μη πιης»
    Ουδε οπωρα «μη λαβης»
    Ουδε λειμων «μη προσελθης»
    Επου ,γυναι,και συ τοις νομοις
    Και διψωντα παυσον οδοιπορον,
    Ον το σον αστρον απωλεσεν.

    Ποιος το εχει γραψει; Δεν μπορω να το βρω.

  48. @35 Τυφλόμυγα. όχι, κόρη μου για τον Θεό! Μια χαρά είμαστε.

    Η απάντηση στον Νίκο γράφτηκε πριν δω την απάντησή σου εδώ, διότι ‘χτύπαγε’ μόλις άνοιξα. Όλα καλά!

  49. Μαρία said

    47
    Φλάβιος Φιλόστρατος, Επιστολαί (ερωτικές)
    σ. 238 τέλος (η 239 λείπει 🙂
    http://tinyurl.com/d47v9cb

  50. Μαρία said

    47, 49
    Εδώ και η συνέχεια στη σ. 239
    http://tinyurl.com/dyhvpze

  51. sarant said

    45: Σας ευχαριστώ πολύ!

    46: Για τις Ιωάννες συμφωνώ.

    Μπράβο Μαρία για τον Φιλόστρατο!

  52. Γς said

    46
    >Γνωρίζω Ιωάννα (“ταπεινής” καταγωγής και όχι μεγαλοαστή) που κοντεύει να εβδομηνταρίσει και κάμποσες αετών 40-50.

    Εγώ όλες τις Ιωάννες που ξέρω τα τελευταία 69 χρονια, Ιωάννες τις λένε.

  53. aerosol said

    «Εγώ όλες τις Ιωάννες που ξέρω τα τελευταία 69 χρονια, Ιωάννες τις λένε.»
    Υπάρχουν και οι Γιάννες.

  54. physicist said

    #53. — Εδώ έχουμε ενδιαφέρουσα αντιστροφή του μεγαλοπιασίματος λόγω της γνωστής Γιάννας.

    Άλλοτε πάλι υπάρχουν και οι εξωτικές παραλλαγές που φροντίζουν για τη μοναδικότητα της ψωνάρας που φέρει το όνομα: Ιάνης, Γιάνης με ένα νυ κλπ. Ήξερα κι έναν Χιώτη με το όνομα Γεώργης αλλά κάθε άλλο παρά ψώνιο ήταν ο άνθρωπος, άρα φαντάζομαι είναι τοπικό και το κράτησε.

  55. spiral architect said

    Υπάρχει και ο καλαματιανός Γιάννης, aka Yanni. 😉

  56. physicist said

    Αυτός είναι συγγενής του Vangelis ή καμία σχέση; 😉

  57. Αντιφασίστας said

    Θυμάμαι τον αθλητή Μελισσανίδη, που πήγε Γιάννης στους ολυμπιακούς της Ατλάντας το ’96, πήρε το χρυσό μετάλλιο και γύρισε Ιωάννης. Ο ορισμός της ξιπασιάς και του καλαμοκαβαλήματος, όπως φάνηκε και στη συνέχεια.

  58. Λίστα Λαγκάρντ said

    @57,
    το καβάλημα το ασκούσε από πριν, χρυσό μου.

  59. oaltracosa said

    49,50 Ευχαριστω πολυ Μαρια !

  60. Γς said

    58:
    Εκανε οτοστοπ με εκείνο το φορτηγό για τη Καβάλα.
    Τι έγινε τελικά αυτή;
    Η ψυχή.

  61. Voulagx said

    Στην επισυναπτομενη εικονα διαβαζω: «Νικ. Κουρ. Ενταύθα.Η μετάφρασίς σας αρκετά καλή, αλλά το διήγημα κατάλληλο μάλλον για παιδικό περιοδικό. Στείλτε μας καμμιά άλλη μετάφρασή σας.» Να ήταν ο Νικ.(ος) Κουρ.(κουλος) ο επίδοξος μεταφραστής;

  62. Μισιρλού... said

    Kαλέ;;;!!! Πες μου πως είναι ψέμα η ερώτησή σου!
    Ποίος Κούρκουλος; Μιλάμε για τον Απρίλη του 1926…
    🙂 🙂 🙂

    Αφιερωμένο, εγκαρδίως : Νικ.(ος) Κουρ.(κούλης) –ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΨΕΜΑ
    🙂 🙂 🙂

  63. Μισιρλού... said

    Αααα, ξέχασα! Στην υγεία μας! (κι εγώ πίνω τσίπουρο, τώρα) 🙂

  64. Μαρία said

    61
    Δε λέω, τον ενθάρρυνε για να γίνει απο επίδοξος επιφανής μεταφραστής αλλά του κατέστρεψε τη λογοτεχνική καριέρα και τον έριξε στα μικιμάους.

  65. Μισιρλού... said

    ΑΑΑ! Έχει και συνονόματο μεταφραστή; Πού να το ήξερα! 🙂
    [πάντως, τα εις υγείαν ισχύουν!]

  66. EΦΗ ΕΦΗ said

    44. Κοντά στα ξημερώματα μου ήρθε η πετριά:
    Να το αποδόσω σε κρητικό 15σύλλαβο

    Ουδε πηγη λεγει «μη πιης»
    Ουδε οπωρα «μη λαβης»
    Ουδε λειμων «μη προσελθης»
    Επου ,γυναι,και συ τοις νομοις
    Και διψωντα παυσον οδοιπορον,
    Ον το σον αστρον απωλεσεν

    Μήλο μη φας,νερό μην πιείς,μη γείρεις σε λειβάδι
    Κυρά, ακλούθα το πρεπό, το δροσερό σου χάδι,
    το μακρινό ταξιδευτή να ξεδιψάσει μόνο
    αυτόν που ΄χασε τ΄ άστρο σου κι εκέντησε στο δρόμο.

    κεντώ= καίγομαι απο έρωτα ή από δίψα (ή και τα δυο!)

  67. Αρκεσινεύς said

    66. ΕΦΗ, πολύ ωραίο με μια μόνο ένσταση, μήπως: ξεδιψάσεις;

  68. sarant said

    66: Μπράβο-μπράβο Έφη!

  69. oaltracosa said

    66 !!!

  70. Μαρία said

    Μόνο που οι πρώτες φράσεις έχουν παρερμηνευτεί. Η φανταστική παραλήπτρια* υποτίθεται οτι του ζητάει να μην βλέπονται κι ο επιστολογράφος, αφού αναρωτιέται «ποιος νομοθέτης προστάζει κάτι τέτοιο» φέρνει σαν επιχείρημα οτι ούτε η πηγή λέει «μη πιεις», ούτε …

    *Η επιστολή έτσι όπως εκδίδεται στην έκδοση που λίνκαρα μοιάζει με συρραφή 2 επιστολών, αφού στο πρώτο μέρος ο παραλήπτης είναι «μειράκιον».

  71. EΦΗ ΕΦΗ said

    70.Ευχαριστώ,
    Το «λέγει» το θεώρησα ότι λέει ο αόρατος νομοθέτης, ο νόμος ας πούμε, της αγάπης-
    Καλά! του μυαλού μου ροκανίδια. Αλλαντάλλων 🙂 )
    Να το μερεμετίσουμε:

    Ουδε πηγη λεγει «μη πιης»
    Ουδε οπωρα «μη λαβης»
    Ουδε λειμων «μη προσελθης»
    Επου ,γυναι,και συ τοις νομοις
    Και διψωντα παυσον οδοιπορον,
    Ον το σον αστρον απωλεσεν

    Δε λέει πηγή «να μη με πιείς»
    και μήλο «μη με πιάσεις»
    δε λέει λειβάδι «μην πατείς».
    Κυρά να το λογιάσεις
    και να κερνάς να ξεδιψά,
    μην ξαστοχάς το νόμο,
    αυτόν που ΄χασε τ άστρο σου
    και κέντησε* στο δρόμο.

    κεντώ , «καρβουνιάζω» στη δίψα: π.χ. Έκαμα λάθος το μ ποτό, ήχασα το νομπέτι μου κι εκέντησε το περβόλι.

    Τουλάχιστον αποδίδω τώρα το νόημα ;
    67, 68 Οφείλω να φάνω άξια στον έπαινό σας και προσπάθησα πάλι. Ευχαριστώ για την ενθάρρυνση.

  72. Μαρία said

    Άψογη!

  73. Αρκεσινεύς said

    71.Τόνα καλύτερο από τάλλο! Όχι λοιπόν, Έφη, μόνο μαντινάδες,αλλά και την άλλη ποίηση να μας παρουσιάζεις.

  74. EΦΗ ΕΦΗ said

    72, 73 «Χίλιες ρακές». λοιπόν!
    Επάλευα για μιαν αθιβολή στο διπλανό αναλόγιο κι αναδύθηκε ένας Σεφέρης που μου ΄καψε τα σπλάγχνα κι ήρθα από δω να το ρίξομε στσι ρακές

  75. Αρκεσινεύς said

    Και δυο χιλιάδες. Εσύ τις έχεις σε εισαγωγικά. Εγώ κερνώ κανονικές.

  76. EΦΗ ΕΦΗ said

    76.και ούζα στην Παγόδα! Α προπό, η κερασιά άνθισε και φέτος..
    Ξάφνιασμα τρελό, μια φουντούλα ψηλή κερασιά, στο κέντρο της Αθήνας.Κολλητή στο ουζερί στη Μπούσγου, Πεδίο του Αρεως πάνω-πάνω, ένα δρομάκι από μέσα από τη Λεωφ.Αλεξάνδρας. Σαν αμαρτία στη γενική ριμαγή η ομορφιά της.

  77. sarant said

    71: Πολύ καλό, πραγματικά!

  78. gmallos said

    Και μιας και πιάσαμε και για τα ονόματα εδώ, τι να πω για την προ… γιαγιά μου; Που όταν την πήγαν στο σπίτι και ανάγγειλαν το όνομα του παιδιού Στυλιανή η μάνα της ήθελε να τη διώξει γιατί δεν ήθελε λέει στειλιάρια στο σπίτι της. Κι έτσι η παρακείμενη μαμή συμβίβασε τα πράγματα κάνοντας το όνομα Χρυσανθώ. Και η Χρυσανθώ μεγάλωσε 8 παιδιά, απ’ τα οποία τα 4 έκαναν κόρες και τις βάφτισαν με τ’ όνομά της που ξέρανε: Χρυσάνθη. Αλλ’ αυτή δεν ήταν ευχαριστημένη μιας και κανένας δεν έβγαλε το πραγματικό της όνομα (Στυλιανή) – που δεν τόξερε κανένας 🙂

  79. oaltracosa said

    71 ΕΦΗ η δευτερη εκδοχη-πολυ ομορφη- αποδιδει πιστα το νοημα, εκτος ισως απο το «ον το σον αστρον απωλεσεν» που μαλλον σημαινει τον αφανισε, τον εκαψε το αστρο σου ή κατι σχετικο.

  80. EΦΗ ΕΦΗ said

    79. Χθες σε μια στιγμή, τόχα σκεφτεί έτσι, μετά το ξέχασα! Και φαίνεται ευκολότερο να αποδοθεί μ αυτή την εκδοχή.
    Πάμε πάλι:
    Ουδε πηγη λεγει «μη πιης»
    Ουδε οπωρα «μη λαβης»
    Ουδε λειμων «μη προσελθης»
    Επου ,γυναι,και συ τοις νομοις
    Και διψωντα παυσον οδοιπορον,
    Ον το σον αστρον απωλεσεν

    Δε λέει πηγή “να μη με πιείς”
    και μήλο “μη με πιάσεις”
    δε λέει λειβάδι “μην πατείς”.
    Κυρά να το λογιάσεις
    και να κερνάς να ξεδιψά,
    μην ξαστοχάς το νόμο,
    εκείνον που τ΄ αστέρι σου
    τον έκαψε στο δρόμο. 🙂

  81. EΦΗ ΕΦΗ said

    80. Αλλά αν τον κατέστρεψε, τί να το κάνει το κέρασμα του νερού; Να σε κάψω Γάννη (να σε σβήσω με νερό;).Δεν πολυδένει λογικά.Ποιητικά μόνο. Μπέρδεμα

  82. Γς said

    81:
    >να σε σβήσω με νερό;

    Τι φωτιά που του άναψε!

  83. Γς said

    50:

    Ένα άλλο έργο του Φιλόστρατου είναι και το
    «Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον.»
    Το pdf εδώ για τον νεοπυθαγόρειο Απολλώνιο Τυανέα. Τον «Χριστό των Παγανιστών»

    Στους Αραβες έχει περάσει ως
    Ο κύριος των φυλακτών. (Σαχίμπ αλ Τελμάσαμ)
    Τελμάσαμ. Άλλο ένα φετίχ που λέγαμε, φυλαχτό.
    Που είναι όμως από το ελληνικό τελέω, με την έννοια της τελείωσης, της καθαγίασης

  84. sarant said

    Είχαμε γράψει κι εδώ για τον Απολλώνιο και τα φυλαχτά:

    Ένα ταλισμάν για το τέλος

    Πάντως, η λέξη τέλεσμα, και χάρη στον Απολλώνιο, με τη σημασία του φυλαχτού περνάει στα περσικά ως tilism (πληθυντικός tilismat), και από εκεί στα αραβικά ως tilasm (πληθυντικός tilasmat). Μάλιστα, για να δούμε και τη μεγάλη επιρροή του Απολλωνίου, να πούμε ότι στην αραβική παράδοση είναι γνωστός ως Μπαλινούς (παραφθορά του Απολλώνιος, οι Άραβες δεν συμπαθούν τον φθόγγο π) και ως σαχίμπ αλ-τιλασμάτ, δηλαδή “κύριος των τελεσμάτων”. Τα tilasm μπορούσαν να είναι πολύτιμοι λίθοι με μαγικές εγχαράξεις, ή με στίχους αποτροπαϊκούς, π.χ. του Κορανιού, ή άλλο αγιασμένο αντικείμενο π.χ. άγαλμα, που προστάτευε άτομα ή ακόμα και πόλεις (η Αντιόχεια, λογουχάρη, είχε ταλισμάν για να προστατεύεται από τα κουνούπια).

  85. Γς said

    84:
    Δεν είναι να μου έρθει καμιά καλή ιδέα. Διαπιστώνω πάντα πως κάποιος άλλος (εφευρέτης) με έχει προλάβει.

    Ετσι και εδώ. Για τα πάντα όλα έχεις γράψει. Η πλάκα είναι ότι ήμουν στο μάθημα όταν τα έλεγες αλλά δεν πρόσεχα. Κάναμε πλακίτσες στα πίσω θρανία με τον Τζι. Λέγαμε για Τούμπα, ΠΑΟΚ και παπάδες!
    Α, και για επιφάνειες Möbius

  86. Κ.Γ.Κ. said

    Κ.Γ.Κ.: Στο «Αρχείο Κοτζιούλα», στο Παν/μιο Ιωαννίνων, υπάρχουν κάποιες ανέκδοτες επιστολές του Κοτζιούλα και του Γεράσιμου Γρηγόρη που αναφέρονται σε ανθρώπους του «ΜΠΟΥΚΕΤΟΥ» σκιαγραφώντας και τις συνθήκες εργασίας των δύο στο περιοδικό αυτό.

  87. sarant said

    Πολύ ενδιαφέρον, θα τις δούμε κάποτε!

Σχολιάστε