Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Φώτης Αγγουλές, 1911-1964

Posted by sarant στο 13 Νοεμβρίου, 2011


Δεν είναι μόνο ο Ελύτης και ο Παπαδιαμάντης που έχουν φέτος τα εκατοντάχρονά τους, ο πρώτος από τη γέννηση κι ο δεύτερος από τον θάνατό του. Είναι κι άλλοι, κι εγώ θα θυμηθώ σήμερα έναν λαϊκό ποιητή, τον Φώτη Αγγουλέ, που επίσης συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννησή του τον θάνατό του φέτος. Ο Φώτης Αγγουλές ήταν λαϊκός ποιητής με πηγαίο ταλέντο. Αγωνίστηκε στην αντίσταση και το πλήρωσε με φυλακές, μάλιστα είχε την τύχη να γνωρίσει και τα σύρματα των αγγλικών στρατοπέδων στη Μέση Ανατολή. Αποφυλακίστηκε με την υγεία κλονισμένη. Πέθανε στο πλοίο της γραμμής Πειραιάς-Χίος έχοντας, λένε, στην τσέπη του είκοσι δραχμές.

Γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1911 στον Τσεσμέ, απέναντι από τη Χίο. Ο πατέρας του ήταν ψαρομανάβης, λεγόταν Σιδερής Χοντρουδάκης, αλλά είχε το παρατσούκλι Αγγουλές, κι αυτό διάλεξε για επώνυμό του ο νεαρός Φώτης κάποια στιγμή, και του έμεινε. Με τους διωγμούς του 1914, η οικογένεια φεύγει στη Χίο, οικονομικά κατεστραμμένη. Ο Φώτης πήγε σχολείο ως τη δευτέρα δημοτικού, αλλά έμαθε γράμματα μόνος του· ήταν μουτζούρης διανοούμενος: τυπογράφος και λαϊκός ποιητής, δούλευε στην εφημερίδα Ελευθερία. Ένα φεγγάρι έβγαλε και μια δική του σατιρική εφημερίδα, όλην έμμετρη, τη Μιχαλού. Κάποτε δημοσίευσε ένα σατιρικό ποίημα για τον Μουσολίνι που θεωρήθηκε ανατρεπτικό και πέρασε από δίκη· αθωώθηκε, αλλά χαρακτηρίστηκε αριστερός.

Στην Κατοχή, όπως και πολλοί νησιώτες, πέρασε στην Τουρκία και κατέβηκε στη Μέση Ανατολή. Κατατάχτηκε στο στρατό, συμμετείχε στην εκδοτική ομάδα μιας στρατιωτικής σατιρικής εφημερίδας (Ελλάς), μετατέθηκε στο Κάιρο όπου γνώρισε τον Σεφέρη (που ήταν επικεφαλής του Γραφείου τύπου). Τον Αύγουστο του 1944 οι Άγγλοι τον έστειλαν εξορία στην Ασμάρα, μετά φυ­λακή και απομόνωση στην Παλαιστίνη και στην Αίγυπτο κι αργότερα στο Ντεκαμερέ.  Εκεί αρρώστησε και τον μετέφεραν στο Νοσοκομείο του Μαϊχαμπάρ  από κει σαν άρρωστος απολύθηκε.

Όταν γύρισε στη Χίο το 1945, είχε αρχίσει το κυνήγι κατά των αριστερών. Πέρασε στην παρανομία και στο αντάρτικο, τον έπιασαν το 1948 μέσα σε μια φουντάνα (στέρνα) στο Βροντάδο να τυπώνει την εφημερίδα. (Συμπολεμιστής του ήταν ο Χαράλαμπος Κανόνης, αδελφικός φίλος του παππού μου, που σκοτώθηκε). Καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλακή, έκανε τα οχτώ, βγήκε ερείπιο και ψυχικά κλονισμένος. Θυμάται η Έλλη Παπαδημητρίου: «Πάλι εκεί τον παρακολουθούσε η Ασφάλεια, τον καλούσαν κάθε μέρα, τον φοβέριζαν, φοβέριζαν τους συγγενείς του και όποιον τον πλησίαζε. Για να υπογράψει δήλωση. Αυτός κάθε μέρα μπροστά τους ατάραχος, το στόμα του κλειστό χωρίς καθόλου να το σφίξει, άφωνος. Μάλιστα όταν θόλωσε ο νους του, φέρανε στην Κλινική να υπογράψει ένα χαρτί του ΙΚΑ, τόσο είχε συνήθειο τη βουβή άρνηση, ούτε άπλωσε το χέρι να το διαβάσει, μας κοίταζε και χαμογελούσε κάπως πονηρά, δηλαδή «δε θα με ξεγελάσετε ούτε σεις…», χρειάστηκε μεγάλη διαδικασία για να το υπογράψει μια αδελφή του». Το 1963 έπαθε μολυβδίαση, την αρρώστια των τυπογράφων, αλλά έπαθε και το μυαλό του, νοσηλεύτηκε στην Αθήνα, έγινε καλά, γύρισε στη Χίο, αλλά το 1964 πέθανε στο πλοίο της γραμμής ταξιδεύοντας προς τον Πειραιά, από πνευμονικό οίδημα -λένε με είκοσι δραχμές στην τσέπη.

Ο Αγγουλές είχε γνωριστεί με τον Σεφέρη. Στην αλληλογραφία του με τον Δ. Τσάτσο, όπως μας θυμίζει σε βιβλίο για τη γενιά του 30, ο μείζων λογοτέχνης Τάσος Γουδέλης (που χαρακτηρίζει τον Αγγουλέ «ήσσονα ποιητή»), ο Σεφέρης χαρακτηρίζει τον Αγγουλέ «μιαρό γιακωβίνο» (Φαίνεται πως συνήθιζε αυτή τη βρισιά ο Σεφέρης, διότι την έχει χρησιμοποιήσει και κατά του Β. Βαρίκα). Και αλλού όμως, στις Μέρες Δ’, γράφει για τον Αγγουλέ: «Νομίζει ότι δουλεύει για το λαό ξεχαρβαλώνοντας τα άξια πράγματα, βρωμίζοντας τα καθαρά με πασαλείμματα, τσαπατσουλεύοντας, όπως του είπα. Οι άνθρωποι αυτοί νομίζουν ότι τέχνη για το λαό σημαίνει στιχάκια του ταγκό χωρίς μουσική». Στην πρώτη περίπτωση μπορεί να μιλάει το ταξικό μίσος του αστού, όσο για τη δεύτερη ο αναγνώστης που θα διαβάσει τα ποιήματα πιο κάτω μπορεί να κρίνει αν είναι ‘στιχάκια του ταγκό χωρίς μουσική’. Τώρα πια βέβαια, είναι και με μουσική, διότι αρκετά ποιήματα του Αγγουλέ έχουν μελοποιηθεί, όχι μόνο τα παλιότερα χρόνια που ήταν συχνότερο φαινόμενο οι μελοποιήσεις αριστερών ποιητών (π.χ. από τον Τζαβέλα και τον Μπακαλάκο), αλλά και πιο πρόσφατα, όπως από τον Παντελή Θαλασσινό, τον Πάρη Περυσινάκη ή το συγκρότημα Ωχρά Σπειροχαίτη. Αν η συχνότητα των μελοποιήσεων δικαιώνει ή ακυρώνει τη μομφή του Σεφέρη για «στιχάκια του ταγκό», δεν το ξέρω.

Ίσως το πιο γνωστό ποίημα του Αγγουλέ να είναι το Στίγμα, γραμμένο για έναν νεαρό Γερμανό στρατιώτη, νεκρό στο ανατολικό μέτωπο (ή, όπως λέει το μότο του ποιήματος, «Σ’ έναν νεαρό φασίστα που βρέθηκε σκοτωμένος, πάνω σε μια Ρούσικη χιονισμένη στέπα). Ποίημα του δίκαιου μίσους, βέβαια, ενοχλεί κάποιους σήμερα.

Και μέσ` στα χιόνια, θησαυρούς το άρπαγο μάτι βλέπει;
ξανθέ φονιά, τι σ` έφερε σ` αυτήν εδώ τη στέπη;
Μέσα στη νύχτα, φονικό ποιανού έστηνες καρτέρι;
Ποιος σ` έβλαψε τόσο μακριά; Ποιόν ξέρεις; Ποιος σε ξέρει,

εδώ που χρόνια εμόχθησε το εργατικό το χέρι
να χτίσει την καλύβα του και μια ζωή να φτιάσει;
Νυχτερινέ διαγουμιστή, πώς θες να σε δικάσει,
το χέρι αυτό που του γκρεμνάς, ό,τι από χρονιά χτίζει;

Ποια καταδίκη στο φονιά και στο φασίστα αξίζει;

Τώρα φωλιάζουν στο άσαρκο κρανίο σου σκοτάδια,
κι αφ` της φυλής σου τα όνειρα, είναι τα στήθια σου άδεια.

……………………………………

Κι ίσως μια μάννα, ένα παιδί! κάπου να σε προσμένει,
μα εσύ, θα μένεις πάντοτε ξένος σε χώρα ξένη
κι η μνήμη σου που της ζωής το νόημα θα λερώνει,
θάναι ένα στίγμα, ένας λεκές, μέσ` στο κατάσπρο χιόνι…

Ένα της ίδιας εποχής που το θεωρώ αριστούργημα και ίσως είναι παράδοξα επίκαιρο, η Στοιχειωμένη νύχτα:

Στοιχειωμένη νύχτα

Τι καταραμένη νύχτα… στοίχειωσε κι η πόλη λες,
και στα ρημαγμένα σπίτια και στις άνανθες αυλές,
τα στοιχειά γλεντοκοπώντας, κρουταλούν τις πόρτες τους,
σαν φασίστες που περνούνε και χτυπούν τις μπότες τους.

Πάνω αφ’ του σπιτιού τη στέγη, μ’ ένα καύκαλο μωρού
πεθαμένου από την πείνα, φτιάχνει η Φρίκη μια μπουρού,
και φυσά και ζωντανεύει των πνιγμένων τις λαχτάρες,
τ’ αγκομαχητά των γέρων, των μανάδων τις κατάρες,

και φυσά, κι από τη νύχτα που την έθαψε το χιόνι,
πιότερο η ψυχή στης Φρίκης τους αλαλαγμούς παγώνει.
Τα γυμνά κλαριά των δέντρων τρίζουν και στενάζουνε,
κι οι τριγμοί τους μες στη νύχτα με βλαστήμιες μοιάζουνε.

Τι καταραμένη νύχτα… Στοίχειωσε κι η πόλη λες,
κι απ’ τα κλειδωμένα σπίτια κι απ’ τις έρημες αυλές
άκουσε… σφυριές χτυπάνε, μακρινές και ρυθμικές,
σαν να σπάζουν αλυσίδες, σαν ν’ ανοίγουν φυλακές.

(Από τη συλλογή Οπτασίες στην έρημο, Κάιρο 1943)

Πολύ ωραία είναι και τα ολιγόστιχα του Αγγουλέ, όπως η Γαλήνη:

Κάρμα μπουνάτσα. Με καθρέφτη
μοιάζει ο γιαλός που εγαληνέφτη
και μήτε μια ζαρωματιά
δεν βλέπει η πένθιμη ματιά,
στο γαλαζί κρουστάλλι ως πέφτει.
Κρίμα που δεν μπορεί να γίνει
και στην καρδιά μου έτσι γαλήνη.

ή, η Επιστροφή:

Νάμαι, ξανάρθα πίσω.
Κι έχω τραγούδια να σας πω πολλά
μα πριν σας τραγουδήσω,
που είν’ τα κρίνα;
Που είν’ τα γιασεμιά;
Έχω μια θλίψη να κοιμίσω.

ή τα γνωστά Πρωτοχρονιά στη φυλακή και Μην καρτεράτε (που έχουν μελοποιηθεί σε ένα τραγούδι):

Πρωτοχρονιά 1956

Κι εφέτος η πρωτοχρονιά στη φυλακή με βρίσκει,
κι άδειο κανίσκι είν’ η καρδιά και μαύροι γύρω μου ίσκιοι.
Κι έτσι καθώς σε σκέφτομαι Χαρά που μούχεις λείψει,
μου σιγοτραγουδά η βροχή του σύννεφου τη θλίψη.

Μην καρτεράτε

Μην καρτεράτε να λυγίσουμε
μήτε για μια στιγμή,
μήδ’ όσο στην κακοκαιριά
λυγά το κυπαρίσσι.
Έχουμε τη ζωή πολύ
πάρα πολύ αγαπήσει.

Κι ένα ανέκδοτο ποίημά του, τα Αγριοβασιλικά, γραμμένο στην έρημο, στο νοσοκομείο κρατουμένων Μάι-Χαμπάρ:

Άνθισαν και φουντώσανε τ’ αγριοβασιλικά
Κι αμύριστα θα ξαναμαραθούνε
Αγάπη, αγάπη πέρασε κι από το Μάι-Χαμπάρ
Τα νιάτα σε καλούν με περικάλια
Θα σου μαζέψουν αγκαλιές να σου γεμίσουνε ανθογιάλια,

Σχετική είναι και η ακόλουθη σημείωση στο ημερολόγιο του ποιητή: Το νοσοκομείο μας το φρουρούν Αφρικάνοι. Μες στη νύχτα, βλέπουμε μόνο τα δόντια τους που ασπρίζουνε. Και ακούμε τη μουσική των βατράχων. Έχει και πολλά αγριοβασιλικά που μοσκοβολούνε. (Από αφιέρωμα στον Φώτη Αγγουλέ που παρουσίασε η φίλη Ελένη Αστρινάκη στο πρδ. Πολιτιστική το 1984).

Με την ευκαιρία των 100 χρόνων του Αγγουλέ, το εκδοτικό του ΚΚΕ, η Σύγχρονη Εποχή είχε την καλή ιδέα να ξανατυπώσει μια επιλογή των ποιημάτων του, που είχε κυκλοφορήσει το 1964 από τον εκδοτικό οίκο Πολιτικές και Λογοτεχνικές εκδόσεις (των πολιτικών προσφύγων). Αξιόλογο είναι επίσης το βιογραφικό δοκίμιο «Φώτης Αγγουλές – Νυχτερινός τραγουδιστής» του Γιώργου Μπλάνα, από τις εκδόσεις Ηλέκτρα. Για ονλάιν υλικό θα σας συστήσω τη σελίδα Αγγουλέ από τον παλιό μου ιστότοπο (απ’ όπου έχω βέβαια αντλήσει πολύ υλικό για το σημερινό άρθρο), καθώς και ένα παλιότερο άρθρο του ιστολογίου.

Σελίδα από το ημερολόγιο του Φώτη Αγγουλέ (από το αφιέρωμα της Ελένης Αστρινάκη στην Πολιτιστική, 1984)

26 Σχόλια to “Φώτης Αγγουλές, 1911-1964”

  1. munich said

    100 χρονια από τη γέννησή του

  2. oikodomos said

    Καλημέρα!
    Ο Φώτης Αγγουλές, ποιητής του λαού, των ταπεινών και καταφρονεμένων.
    Ταπεινός και καταφρονεμένος ο ίδιος, ενοχλούσε και ενοχλεί κάποιους με την ποίησή του.
    Πολλή σημαντική η αναφορά σου στη μομφή του Σεφέρη για το έργο του.
    Θεωρώ όμως βαρύνουσα και την άποψή σου Ν.Σ. για τη μομφή αυτή.
    Πάντα ενδιαφέρων ο σχολιασμός σου.
    Καλή δύναμη!

  3. Δημήτρης Μ. said

    Μου μαύρισες την ψυχή κυριακάτικα, Νικοκύρη! Όχι τόσο για τα βάσανα του Φώτη Αγγουλέ, όσο γιατί μου θύμισες ότι υπήρχε κάποτε μια γόνιμη Αριστερά…

  4. Χ. Αρβανιτίδης said

    Αυτή η «στοιχειωμένη νύχτα» όταν την διαβάζεις, σου αφήνει την αίσθηση ενός ρυθμού, ίδια με αυτην που γεννά (όταν διαβάζεις το Αγγλικό κείμενο) το «Κοράκι» και «Οι Καμπάνες», του Ε.Α.Πόε.
    Δεν ξέρω αν είναι το ίδιο μέτρο και δεν ξέρω αν και στούς δύο δημιουργούς λειτούργησε, συμπτωματικά, σαν όμοειδές κίνητρο,το υπερφυσικό θέμα. (τα σφυριά και οι σιδερένιες καμπάνες είναι πολυ κοντινά, πάντως, σαν εικόνες, για να με κάνουν να δεχθώ την σύμπτωση άνετα).

  5. σας ευχαριστώ που με βοηθάτε να μορφωθώ

  6. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    Ωραίο αυτό που λες, Χρήστο, για τον ρυθμό της Στοιχειωμένης νύχτας.

  7. Δημήτρης Μ. said

    Και ένα ταγκό «χωρίς μουσική».

  8. grsail said

    Από καιρό αισθάνομαι καμπανάκια αρνητικά για τον Σεφέρη. Εμένα οι καλλιτέχνες πρέπει να μου είναι και αγαπητοί ως άνθρωποι για να επικοινωνήσω με το έργο τους. Και πώς να μην αγαπήσεις τον Φώτη;

  9. mindkaiser said

    Νίκο, τόσο το ποίημα για τον νεκρό Γερμανό στρατιώτη, όσο και η στοιχειωμένη νύχτα, είναι εξαιρετικά. Σκοτεινά και μακάβρια, δημιουργούν εικόνες ζόφου στον αναγνώστη και του μεταδίδουν το αίσθημα της απελπισίας. Η μπουρού της Φρίκης από καύκαλο μωρού, θα μπορούσε να είναι πίνακας του Goya. Να και η κατάλληλη μουσική επένδυση:

  10. Χ. Αρβανιτίδης said

    Γιά το #9 :
    Εξοχος και ο συσχετισμός με τον Γκόγια και η προτεινόμενη επένδυση.

  11. ΤΑΚ said

    Νίκο, μπράβο, πολύ καλή η ανάρτηση.
    Στο Στίγμα στο στ. 7 νομίζω χτύπησε η ατονία: ερωτηματικό δεν είναι το πώς;

  12. sarant said

    Ωχ, δίκιο έχεις, διορθώθηκε!

  13. Nicolas said

    Διαβάζετε ποίηση, κάνει καλό!
    Απίθανος.
    Αυτό το «αφ΄» πρώτη φορά το βλέπω. Χούγι του ή συναντιέται και σε άλλους.

    [13ο σχόλιο, ωχ!]

  14. sarant said

    Το αφ’ αντί για απ’ είναι διαλεκτικός τύπος που νομίζω ότι υπάρχει και σε άλλα μέρη, πάντως σίγουρα στη Χίο.

    Οι επτανήσιοι έχουνε το οχ (= εκ) που θα το ξέρεις από τον Σολωμο (ποια είναι εκείνη που κατεβαίνει στ’ άσπρα ντυμένη οχ το βουνό) και τους άλλους ποιητές.

  15. Μιχαλιός said

    14: Σίγουρα και στην Ικαριά.

  16. To περίμενα αυτό το άρθρο – μετά τον Κοτζιούλα καιρός να μιλήσει κάποιος και για τον Αγγουλέ.
    Εχω στο σπίτι μια επιλογή ποιημάτων από τον Μπλάνα στην σειρά εκ νέου του Γαβριηλίδη.

    Περί μειζόνων και ελασσόνων, τα έχω πει κι εγώ εδώ:

    http://blog.sofiakolotourou.gr/archives/1657

  17. Nicolas said

    Από «νήσσες» ξέρω (κυρίως κάτι βόρειες που σφυρίζουν αδιάφορα), το Νησάκι επίσης, όπως και τα Νησιώτικα του Πάριου, αλλά από άλλα νησιά τίποτα, εξόν μια νησιώτισσα από τη Μεγαλόνησο.
    Υπάρχει κάνα πόνημα για τις διάφορες προφορές στις περιοχές της Ελλάδας; μ΄ ενδιαφέρει.

  18. ππ said

    @16. πολύ ωραίο, Σοφία. Αυτό του Σεφέρη μου θυμίζει πάρα πολύ Ασλάνογλου, δεν θα το μάντευα ποτέ ποιανού είναι.

  19. sarant said

    15: Μιχαλιέ, ευχαριστώ!

    16: Πολύ καλό, πράγματι!

  20. Eυχαριστώ! Η αλήθεια είναι ότι μερικές φορές πραγματικά προτιμώ να τα γυμνάσματα και τα πρώιμα (της Στροφής πχ) του Σεφέρη. Γενικά πάντως πιστεύω υπάρχει ένα θέμα με την κατάταξη των μειζόνων και ελασσόνων ποιητών. Κάθε εποχή έχει τα δικά της κριτήρια. Ισως θελήσει κάποια στιγμή ο Νικοκύρης να το κάνει θέμα, μια και τα αναπτύσσει τόσο ωραία.

  21. Μαρίνα said

    Η Επιστροφή πολύ μου άρεσε κι από ωχρά σπειροχαίτη αυτό:

  22. Immortalité said

    Νίκο, φχαριστώ σε.

  23. κατερινα said

    φαντάζομαι θα ενδιαφέρεστε να μάθετε ότι έχει συνταχθεί πρόσφατα μια δραματοποιημένη αναπαράσταση της ζωής του σε τέσσερις πράξεις από τη φιλόγογο και θεατρολόγο Στέλλα Τσιροπινά, η οποία και την ανέβασε με ομάδα μαθητών και αποφοίτων του Γενικού Λυκείου Βροντάδου. Τίτλος της «Φώτης Αγγουλές: πορεία στο φως και το σκοτάδι της ζωής του».
    δείτε πρόχειρα (δεν ξέρω αν λειτουργούν ως λινκ)
    http://www.chioscity.gr/index.php/press-realises/289-e-.html
    http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=294877

    το κείμενο κυκλοφορεί και σε βιβλίο (από τις εκδόσεις Άλφα Πι)

  24. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ, κάτι είχε πάρει το μάτι μου.

  25. μια χαρά λειτουργούν τα λινκ συνονόματη Κατερίνα…
    μπράβο σε όλους!!!…..

  26. […] την ευκαιρία να αναδημοσιεύσω, κάπως επαυξημένο, ένα άρθρο που είχα ανεβάσει το 2011, ελπίζοντας πως δεν θα το ξέρετε/θυμάστε οι […]

Σχολιάστε