Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Η πολιτική ουσία του λαϊκισμού (Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος)

Posted by sarant στο 4 Νοεμβρίου, 2012


Η Κυριακή είναι μέρα που συνήθως βάζουμε λογοτεχνικά κείμενα, εφόσον υποτίθεται ότι έχουμε περισσότερο χρόνο να αφιερώσουμε σε διάβασμα εκτενέστερων κειμένων. Σήμερα παρουσιάζω ένα κείμενο όχι λογοτεχνικό, παρά το ότι είναι γραμμένο από έναν σημαντικό ποιητή, τον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο. Πρόκειται για ένα δοκίμιο από ένα βιβλίο του, που πρόσφατα το συζητήσαμε εδώ στα σχόλια. Η αγαπητή Μαρία φιλοτιμήθηκε να πληκτρολογήσει μερικά από τα δοκίμια του βιβλίου  Η ‘Ρωμιοσύνη’ στον παράδεισο. Σημειώσεις για μια κριτική του νεοελληνικού αντιδιανοουμενισμού (εκδόσεις Έρασμος 1983), τα οποία έχουν ανεβεί σε ειδική σελίδα του ιστολογίου στην ενότητα «Άλλα κείμενα«.

Για να δείτε τα υπόλοιπα δοκίμια (συνολικά: 4 δοκίμια, προλογικό σημείωμα και επίλογος μερικά χρόνια αργότερα) πηγαίνετε στην ειδική σελίδα. Το δοκίμιο «Η πολιτική ουσία του λαϊκισμού»  το διαβάζετε (και το σχολιάζετε) και εδώ:

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ

Α΄

Διανοούμενος «είναι κάποιος που χρησιμοποιεί περισσότερες λέξεις απ’ όσες χρειάζονται, για να πει περισσότερα απ’ όσα ξέρει». Ο αφορισμός ανήκει στον στρατηγό Αϊζενχάουερ και αποδίδει με ακρίβεια όχι μόνο τα δικά του αισθήματα για τους «αυγοκέφαλους» της χώρας του, αλλά και την ενστικτώδη εχθρότητα της πολιτικής εξουσίας γενικά για μια κοινωνική ομάδα ηθικών αντιρρησιών. Τι είναι αυτό που κάνει τους ρεαλιστές πολιτικούς ν’ απεχθάνονται τους διανοούμενους ή πιο σωστά ένα ορισμένο είδος διανοουμένων; Πάνω σ’ αυτό το πρόβλημα η κοινότοπη θετικιστική καταγγελία του «απροσγείωτου ιδεαλισμού» και της «ανευθυνότητας» των διανοουμένων μας αποκαλύπτει πολύ περισσότερα για τους κατηγόρους παρά για τους κατηγορουμένους. Οι διανοούμενοι κατηγορούνται πως «βαδίζουν στα σύννεφα», όταν, και επειδή, αρνούνται να ασκήσουν ένα κοινωνικό λειτούργημα που τους αποδίδεται δεοντολογικά –όταν δεν είναι συνεργάσιμοι με την πολιτική πραγματικότητα.

Εκείνο που χαρακτηρίζει κάθε «λαϊκιστικό» αντιδιανοουμενισμό είναι μια διπλή αντίφαση: α) Ο «λαϊκισμός» είναι α ν τ ι λ α ϊ κ ό ς. β) Ο αντιδιανοουμενισμός, ακόμα και στις πιο «αριστερές» του εκδοχές ευνοεί (και ευνοείται από) διανοούμενους που έχουν ήδη μπει ή επιδιώκουν να μπουν στο παιχνίδι της εξουσίας, Αναλυτικότερα: Ο πολιτικός λαϊκισμός τείνει και ολοκληρώνεται στο φασισμό που είναι η αποθέωση της χυδαιότητας περιτυλιγμένης στο χρυσόχαρτο του Μύθου. Τα λεγόμενα «ποπουλίστικα» κινήματα έχουν έντονα τα εξής φασιστικά χαρακτηριστικά: 1) έναν εθνικισμό που στην «αριστερίζουσα» αστικοδημοκρατικής καταγωγής γλώσσα ονομάζεται «πατριωτισμός», 2) ένα πρακτικό αντικομμουνισμό και μια «σοσιαλιστική» ή και «μπολσεβίκικη» φρασεολογία, 3) μια ειδική σχέση μάζας και αρχηγού μέσα στην οποία απαλείφεται κάθε κριτικότητα, δηλ. κάθε παράγων διαταραχής του μαγνητικού ρευστού μεταξύ αρχηγού και μάζας. Έτσι η «κορυφή» έρχεται «άμεσα», χαρισματικά σ’ επαφή με τις μάζες. Το κωμικοτραγικό και σύντομο ειδύλλιο του ΠΑΣΟΚ με τον «σοσιαλισμό» και η γνωστή μοίρα των πιο προβληματισμένων (και προβληματικών για την κομματική ηγεσία) διανοούμενων του παρέχουν ένα τυπικό παράδειγμα για τις πραγματικές τάσεις και συνέπειες του αντιδιανοουμενισμού μέσα στον πολιτικό χώρο.

Στην πράξη ο αντιδιανοουμενισμός οδηγεί σε κάποια μορφή φασισμού: Περονικής, Νασερικής, Κανταφικής ή κάποιας άλλης μελλοντικής –για να μη μιλάμε αιωνίως για τους παρωχημένους φασισμούς αγνοώντας αυτόν που αναδύεται μπροστά στα μάτια μας. Εννοούμε βέβαια τον σύγχρονο αριστεροειδή φασισμό των ελληνοσοσιαλιστών και των εθνοκομμουνιστών που έχουν κοινό παρονομαστή την δογματική και δημαγωγική «λαϊκοεπαναστατική» γλώσσα. Πρόκειται γενικά για ένα πνεύμα στρατώνα, για τον ίδιο αντιδιανοουμενισμό που εκφράζεται σε μια μεγάλη γκάμα από το ενστικτώδες μίσος του μόνιμου καραβανά (του «παιδιού του λαού») για τον «διοπτροφόρο» νεοσύλλεκτο, μέχρι τον σταλινικό πρακτικισμό, που αντιπαραθέτει την «πειθαρχία» ενός κομματικά ευνουχισμένου εργάτη στην «μικροαστική» εξέγερση του διανοούμενου (ασχέτως αν ο ίδιος ο σταλινισμός αποτελεί την χυδαιότερη έκφραση ενός μικροαστισμού που φόρεσε εργατική φόρμα).

Αυτός ο αντιδιανοουμενισμός που διέπει κάθε «ποπουλίστικο» κίνημα στηρίζεται πάντα στη «σιωπηρή πλειοψηφία», στην πολιτική αδράνεια του λαού ή, ακόμα χειρότερα, στην επί ποδοσφαιρικού επιπέδου πολιτικοποίησή του. Η πολιτική ουσία αυτού του αντιδιανοουμενισμού δεν συνεπάγεται μόνο τον κραυγαλέο διασυρμό και τη δημόσια καταγγελία του «διανοούμενου» ανθρώπου αλλά όπως και κάθε παρόμοια τελετουργία, αναπαράγει, καλλιεργεί και κολακεύει τις ταπεινές και υποδουλωτικές ανάγκες των μαζών· πίσω απ’ αυτό τον δημαγωγικό λαϊκισμό κρύβεται μια βαθύτατη περιφρόνηση προς τις ίδιες τις μάζες, αφού ο ρόλος που τους επιφυλάσσει ο εξουσιαστικός λαϊκισμός (γιατί κάθε λαϊκισμός είναι ε ξ ο υ σ ι α σ τ ι κ ό ς), ο ρόλος που τους επιφυλάσσει το κράτος, η εκκλησία και το κόμμα δεν είναι ούτε να σ κ έ π τ ο ν τ α ι, ούτε ν’ α π ο φ α σ ί ζ ο υ ν ούτε να δ ρ ο υ ν αλλά να υπακούνε –να λένε τραγουδάκια, να χειροκρατάνε ρυθμικά και κάπου κάπου να ψηφίζουν.

Σ΄αυτό το χώρο του λαϊκού πανηγυριού συναντιούνται οι πολιτικές βεντέτες δεξιάς, κέντρου και αριστεράς και παίζουν το παιχνίδι τους χτυπώντας και ισοπεδώνοντας με το ρόπαλο της λαϊκιστικής συνθηματολογίας κάθε «ανωμαλία», (δηλ. κάθε ερωτηματικό) και κάθε πραγματικό πρόβλημα. Αυτή η επίκληση κι αυτή η χρησιμοποίηση του «λαϊκού» είναι ακριβώς ο φασισμός. Κι είναι καιρός πια να κόψουμε τα πονηρά δεσμά με τα οποία κακομοιριασμένοι φιλόσοφοι και κομπλεξικοί στρατοκράτες συνδέουν το Νίτσε με το Χίτλερ. Γιατί ο φασισμός δεν είναι ούτε «νιτσεϊκός» ούτε «αριστοκρατικός» ούτε «αντικαπιταλιστικός»· ο φασισμός είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός στριμωγμένος στο τελευταίο του καταφύγιο –στην στραπατσαρισμένη, κακοποιημένη και διαστρεβλωμένη ψυχή των ίδιων των θυμάτων του.

Μομφές και χαρακτηρισμοί κατά των διανοουμένων («ατομιστές», «απροσγείωτοι», «εγωιστές» κ.α.τ.) θ’ ακούγονται πάντα· και θ’ ακούγονται εν ονόματι του λαού από εκείνους που κυριαρχούν επάνω του και δεν βλέπουν ποτέ με καλό μάτι τα κατεξοχήν «διανοουμενίστικα» αμαρτήματα όπως είναι η πνευματική ανησυχία, η κριτικότητα, ο ιδεαλισμός –δηλ. όλ’ αυτά που στην κομματική γλώσσα μεταφράζονται σε «μικροαστικό υπερεπαναστατισμό» ή «τυχοδιωκτική ανευθυνότητα»· γιατί αυτοί που αυτοχρίονται με το δικαίωμα να κάνουν τέτοιους χαρακτηρισμούς νιώθουν απόλυτα «υπεύθυνοι» -όχι βέβαια απέναντι στον συγκεκριμένο και παρόντα λαό αλλά απέναντι στην αφηρημένη ιδέα του «λαού» και απέναντι στην «ιστορία»· και νιώθουν «υπεύθυνοι», γιατί αυτοί δεν α ρ ν ο ύ ν τ α ι αλλά ασκούν ή διεκδικούν («για τον λαό» και πάνω στη ράχη του λαού) την εξουσία.

Το περίεργο τώρα είναι πως οι διανοούμενοι γίνονται στόχος αυτών των «φίλων του λαού» στο βαθμό ακριβώς που δεν διεκδικούν καμιά εξουσία για τον εαυτό τους (κι αυτό άλλωστε στοιχειοθετεί και την «ανευθυνότητά» τους) και αρνούνται όχι μόνο την εκμετάλλευση αλλά και τη χειραγώγηση ανθρώπου από άνθρωπο –δηλαδή, αρνούνται όχι μόνο τον παραδοσιακό χωροφύλακα και τον παπά αλλά και την σύγχρονη σύνθεσή τους που είναι ο κομματικός «καθοδηγητής». Βέβαια, δεν αρνούνται όλοι οι διανοούμενοι την εξουσία· αλλά αυτό που έχει σημασία είναι πως ο στόχος των εξουσιών, όπως και ο στόχος τω μεσσιών, είναι, καθώς είπαμε, εκείνοι ακριβώς οι διανοούμενοι που δεν διεκδικούν την εξουσία –οι «ανεύθυνοι». Όλοι οι φασισμοί ήταν και είναι εναντίον του υποκειμενισμού, του αυθορμητισμού, της ατομικότητας και υπέρ του «λαού»· αλλά ενός λαού που χρειάζεται «μπροστάρηδες», «οδηγητές», «ταγούς», «φύρερ», «εθνοπατέρες» και κομματικούς παπάδες –δηλ. όλους αυτούς που αιώνες τώρα επιμένουν να «σώζουν» τον κόσμο, το σώμα του ή την ψυχή του, με την πυρά και με τον τρόμο, με το σταυρό και με το ξίφος, με το τσεκούρι και με την αυθεντία, με το Λόγο και με το Θαύμα. Κι από κοντά σ’ αυτούς τους σταυροφόρους που ρημάζουν τη ζωή όλος ο παρδαλός θίασος βάρδων και μεσσιών, πνευματικών τραμπούκων, μυσταγωγών και μουσικάντηδων κι όλο το εθνικορεμπέτικο ποιητικό φολκλόρ.

Β΄

Υποσημάναμε στα παραπάνω την διανοουμενίστικη πηγή του «αντιδιανοουμενισμού». Αυτό δεν είναι αντίφαση· είναι μόνο η αντιφατική έκφραση μιας πραγματικότητας ανάλογης με τον αριστοκρατικό «λαϊκισμό». Είναι προβολή της ίδιας της εξουσίας πάνω στο αντικείμενό της. Όλη η έμφαση πέφτει στην προσπάθεια να στεγανοποιηθεί το «αγνό» λαϊκό στοιχείο, η Sancta Simplicitas, από τη σατανική διάβρωση του πνεύματος, από το μίασμα της κριτικής σκέψης. Δεν είναι ο λαός που επιβάλλει τον λαϊκισμό· ο λαός υ φ ί σ τ α τ α ι το λαϊκισμό όπως υφίσταται και τους παιδαγωγούς του –αυτούς που παρουσιάζουν πάντα το πνεύμα σαν την αρρώστια, σαν την «πανούκλα» που απειλεί το σώμα της υγιούς κοινωνίας. Αυτός ο αντιδιανοουμενισμός είναι έργο διανοουμένων –διανοουμένων στην υπηρεσία του κρατούντος, διανοουμένων εθνικιστών, διανοουμένων σταλινικών, διανοουμένων παπάδων, διανοουμένων λαϊκιστών, διανοουμένων φιλισταίων.

Στον χώρο της νεότερης ελληνικής ποίησης το φαινόμενο του διανοουμενίστικου αντιδιανοουμενισμού παρατηρείται εκεί όπου η «χαμένη παράδοση» φαίνεται να εισβάλλει μέσα στο «μοντέρνο» ή πιο σωστά το «μοντέρνο» προβάρει απανωτές «πρωτόγονες» μάσκες, οι οποίες δεν φτιάχνονται βέβαια από «πρωτόγονους» τεχνίτες αλλά παράγονται μαζικά στις βιομηχανίες τουριστικών ειδών. Το αποτέλεσμα αυτής της νοθείας στην ποίηση είναι μια «ιδιωματική» γραφή συνδεδεμένη από τη μια μεριά με το σχολαστικό φολκλόρ της «ντοπιολαλιάς» και με το υπεριστορικά αδιατάρακτο «φως του Αιγαίου», κι από την άλλη με τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» που ρέει από το εκκλησιαστικό μέλος και τη γλώσσα των μεσαιωνικών χρονικών. Η «Γυναίκα της Ζάκυθος» και τ’ Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, ο μυθοποιημένος Παπαδιαμάντης και η εκλαϊκευμένη Βίβλος δεν είναι μόνο οι πιο κοντινοί μας σταθμοί για το διαρκώς αναγγελλόμενο τουριστικό ταξίδι προς τις «ρίζες», αλλά και οι πιο προσιτές «πηγές» απ’ όπου αντλείται όλη εκείνη η ψευδομεταφυσική σαβούρα, για να παραγεμιστούν όπως όπως τα κενά ενός εφευρεμένου «νεοελληνικού μύθου», που ωστόσο παραμένει πάντα μια έκθετη, διάτρητη ιδεολογία, πότε απολογητική και πότε επιθετική και μνησίκακη σαν θρησκόληπτο γραΐδιο:

Κατά πρόσωπό μου εχλεύασαν οι νέοι Αλεξανδρείς:

ιδέστε, είπαν, ο αφελής περιηγητής του αιώνος!

Ο αναίσθητος

που όταν όλοι εμείς θρηνούμε

αυτός αγαλλιά

[…….]

Που όταν όλοι εμείς πενθούμε

αυτός ηλιοφορεί.

Και όταν όλοι σαρκάζουμε

ιδεοφορεί[1].

Καμιά φορά η «αφέλεια» είναι ιδεολογία· στον Ελύτη ήταν επιθετικότητα –η συσσωρευμένη επιθετικότητα της «αισιόδοξης» και «προοδευτικής» γενιάς του ’30 προς τον Καρυωτάκη. Όταν ο Ελύτης με τον «Άξιον εστί» αποφάσισε καθυστερημένα αλλά προκλητικά να «ιδεοφορήσει», δεν βρήκε τίποτ’ άλλο από τα «εθνικοαπελευθερωτικά» αποφόρια, που η πιο σκεπτικιστική μερίδα της αριστεράς, όπως εκφράστηκε μέσα από τα ουσιαστικότερα ποιητικά κείμενα της μεταπολεμικής γενιάς, φρόντιζε να ξεφορτωθεί μαζί με πολλές από τις ακριβοπληρωμένες αυταπάτες της. Ο ελληνικός μύθος του Ελύτη (αυτός ο δήθεν αντι-ιδεολογικός κόσμος των «Προσανατολισμών») γίνεται στο «Άξιον εστί» μύθος ελληνοχριστιανικός, επιπόλαιο άνθος πάνω στο χάσμα που δεν γεμίζει ούτε με την επίκληση στο Σολωμό και τους άλλους «πατέρες», ούτε με ξώπετσες αναφορές στη νεοελληνική περιπέτεια της οποίας δεν αποδίδεται όχι βέβαια ο βιωματικός κραδασμός αλλά ούτε καν η ιστορική της αλήθεια. Η βαθύτερη εμπειρία που ΄κανε τους σημαντικότερους ποιητές της μεταπολεμικής γενιάς να χαράξουν τα λιγοστά τους ποιήματα και να σωπάσουν, προσηλωμένοι σε ένα συνταρακτικό βίωμα που ήταν συγχρόνως συλλογικό και προσωπικό, στο «Άξιον εστί» ταξινομείται, τακτοποιείται, και ενταφιάζεται μέσα στην ετοιμοπαράδοτη ιδεολογική εικόνα του «κακού ξένου». Ο διάβολος είναι πάντα ο «αλλοεθνής»· το σπέρμα του κακού εισάγεται από εξωελληνικούς χώρους, ενώ το ίδιο το ελληνικό τοπίο επιστρατεύοντας την εθνική αυτάρκεια και ιδιαιτερότητά του («ελληνικό φως» κ.α.τ.) αντιστέκεται στον κακό ξένο, γιατί (σύμφωνα και με την ιδεολογία του επίσημου κράτους που διακηρύσσει ότι «οι Έλληνες ηνωμένοι εμεγαλούργησαν») το «κακό» είναι πάντα ο «ξένος»:

Ήρθαν

ντυμένοι «φίλοι»

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου

το παμπάλαιο χώμα πατώντας.

Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους[2].

Έτσι ο «αφελής περιηγητής του αιώνος», όπως αυτοχαρακτηρίζεται ο Ελύτης, επαναλαμβάνει τον αριστοκρατικό λαϊκισμό του Σικελιανού. Ένα σημαντικό μέρος από τον «σοσιαλισμό» των καλλιεργημένων επτανησίων αρχόντων, που ανακάλυψαν κάποτε το λαό «τους», για να τον αντιτάξουν με μάταιη εκδικητικότητα στον κυρίαρχο πια αστισμό, κατέληξε στον «Αλαφροΐσκιωτο», όπου ο Σικελιανός, στερνοπαίδι αλλά και υπέρβαση της ξεπεσμένης επτανησιακής αρχοντιάς, χύνει καινούριο αστικό αίμα στις στεγνές φλέβες της έννοιας της αριστοκρατικότητας, καθώς μιλάει για το χώμα «του» και τους χωριάτες «του» όχι πια με την ιδεολογία ενός ξεπεσμένου άρχοντα αλλά με τη συνείδηση ενός νεαρού θεού που βρίσκεται ανάμεσα σε δυνατούς και ωραίους υπηκόους:

Παντού ο λαός· και λάτρεψα

και στη λαχτάρα μου είπα:

«Βάλε το αυτί στα χώματα»

και φάνει μου πως η καρδιά

της γης βαριά αντιχτύπα[3].

Αλλά το φυσικό συμβόλαιο ανάμεσα στον ποιητή-θεό και στον λαό, αυτή η χαρισματική «προς τα κάτω» διάχυση δεν αντιστοιχεί σε μια πραγματική επικοινωνία αλλά σε μια ιδεολογικοποίηση της χειραγώγησης και της εξουσίας. Η νεαρή αστική ιδεολογία, που είναι ομόλογη προς εκείνη του δημοτικιστικού κινήματος, θα μετατρέψει τον ανιδιοτελή Διόνυσο σε «εκπολιτιστή» Απόλλωνα και θα βάλει σε Τάξη, Αρμονία και Εργασία τον κόσμο. Πίσω από το μύθο και την ιδεολογία της ευεργετικής Αυθεντίας προετοιμάζεται ο Λόγος της αστικής δημοκρατίας:

Μα εσάς, ω ψεύτες, τη ζωή

που αρνιέστε να δουλέψτε,

σας έδεσα στ’ αλέτρια μου·

για ν’ ανεβείτε ένα σκαλί

και λίγη γης να οργώστε

σας κέντησα τη ράχη σας

βαθιά με τη βουκέντρα[4]!

Η σημασία του «Αλαφροΐσκιωτου» δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τις μεταγενέστερες βυθοσκοπήσεις του Σικελιανού στις διάφορες «Συνειδήσεις» του. Υπήρξε η τελευταία πλήρης ελληνική έκφραση της ενότητας Ηγέτη-Λαού-Γης. Ο Αλαφροΐσκιωτος είναι ακόμα ένας θεός, ενώ ο Διόνυσος του Ελύτη («Προσανατολισμοί») είν’ ένας μεταμφιεσμένος αστός. Στην αίσθηση του Ελύτη υπάρχει περισσότερος τουρισμός και λιγότερες ψευδαισθήσεις· δεν υπάρχει καμιά τρέλα και καμιά παραφορά (η τρέλα της γνωστής «ροδιάς» του είναι καθαρά σουρεαλιστική, δηλ. ρηματική), δεν υπάρχει κανένα μεγαλείο και καμιά γελοιότητα, κανένας «σικελιανισμός» -ο Ελύτης δεν ήταν λιγότερο «πονηρεμένος» από τον Σεφέρη. Γι’ αυτό όμως και η προσχώρησή του στην «εθνικοαπελευθερωτική» ιδεολογία είναι περισσότερο διαβλητή από εκείνη του Σικελιανού. Ο Ελύτης πέρασε με αρκετή καθυστέρηση και με ένα άτσαλο πήδημα σ’ ένα χώρο όπου ο Σικελιανός είχε μπει με μια κίνηση το ίδιο θεατρική, αλλά άνετη και μεγαλειώδη όπως στάθηκε ολόκληρη η ζωή του –η ζωή ενός ποιητή-εθνάρχη και μυσταγωγού. Εδώ ακριβώς, στην περιοχή της «εθνικοαπελευθερωτικής» ιδεολογίας που ευνόησε στον Ελύτη την ανάπτυξη μιας οραματικής ευφορίας (Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών[5]) η ίδια η ποιητική μέθοδος παρεκτρέπεται σε «ιδεολογία», καθώς οι λέξεις «παίζουν» όχι μόνο την ποίηση αλλά και την επανάσταση φενακίζοντάς τες και τις δύο –όπως άλλωστε έκανε και ο σουρεαλισμός γενικότερα.

Γ΄

Πολύ κοντά στην πολιτική φιλολογία του λαϊκισμού ανθεί και η θεολογία του. Αυτή η θεολογία, όσο κι αν απωθεί την «πολιτική» και τις «ιδεολογίες», αποτελεί την έσχατη ιδεολογική μεταμόρφωση των πανανθρώπινων και διαρκών αιτημάτων, όταν πέφτουν στα χέρια των θεολόγων. Γιατί η θεολογία κάθε μορφής, όπως και η πολιτική, έρχεται να «τακτοποιήσει» το όραμα και την εξέγερση, τεμαχίζοντας τη βαθύτερη αλήθεια τους σε δόγματα. Δεν είναι καθόλου περίεργο το ότι αυτοί που ρητορεύουν πιο κραυγαλέα απ’ όλους για τις «χαμένες μας ρίζες» χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα και τα ίδια επιχειρήματα με τους υποτιθέμενους αντίποδές τους,  τους πολιτικάντηδες όλων των αποχρώσεων, εναντίον των «φθοροποιών ιδεών της Δύσης», εναντίον των «κακών ξένων» που απειλούν ν’ αφανίσουν την «εθνική μας ταυτότητα».

Αφήνουμε κατά μέρος τον κύριο κορμό της «ορθόδοξης παράδοσης» κι αναφερόμαστε κατευθείαν στις πιο επιπόλαιες σημερινές της εκβλαστήσεις, που φέρουν όλη την ευθύνη για τη χυδαιοποίηση κάθε αυθεντικής παραδοσιακής αξίας μέσα στον κρυπτοπολιτικό ψευδομυστικισμό της νεοελληνικής ιδεολογίας. Οι σύγχρονες sophisticated εκδοχές της χριστιανικής ελληνορθοδοξίας γελοιοποιούνται, τουριστικοποιούνται και αναιρούνται από τους ίδιους τους ανομολόγητα πολιτικοποιημένους φορείς τους.

Ένας νέος χριστιανός θεολόγος[6] νομίζει πως ανακαλύπτει το ιδανικό του σ’ εκείνον το γερο-ψαρά που είναι κομμουνιστής όχι από λογική πεποίθηση αλλά από υπαρξιακή ανάγκη (από «δίψα δικαιοσύνης»). Αλλά ενώ διαπιστώνει το βαθύ χάσμα ανάμεσα στην πολιτική των ηγεσιών και στην ηθική ποιότητα του γερο-ψαρά, ταυτόχρονα επιχειρεί να στριμώξει αυτή την ποιότητα (που την θεωρεί «έξω» από την πολιτική) μέσα σε μιαν άλλη στρούγκα. Μέμφεται μάλιστα την εκκλησιαστική ηγεσία που αφήνει, υποτίθεται, ανεκμετάλλευτο αυτό το πλούσιο λαϊκό κοίτασμα· και την μέμφεται με τη ρεφορμιστική γλώσσα που χρησιμοποιεί ο πεφωτισμένος σταλινικός Γκαρωντύ αντιπολιτευόμενος τον παραδοσιακό σταλινισμό. Γιατί κάθε «αντιπολίτευση» προϋποθέτει μια κατ’ αρχήν αποδοχή· κι ο «φωτισμένος» θεολόγος αποδέχεται κατ’ αρχήν τον δικό του «σταλινισμό», τον δικό του «φασισμό», το δικό του «κόμμα» –δηλ. την εκκλησία που την θεωρεί μάλιστα «μόνη που θα μπορούσε να μιλήσει τίμια και αφτιασίδωτα τη γλώσσα του ψαρά».

Έτσι ο «απλός ψαράς» χρειάζεται και στους μεν και στους δε και χρειάζεται έτσι όπως είναι, ή έτσι όπως τον θέλουν να είναι: «αγνός» και «ταπεινός». Τον χρειάζονται και οι μεν και οι δε σαν άγιο, δηλ. σαν θύμα, για να μεταφράζουνε τα πάθη του σε ψήφους ή να φτιάχνουν με το αίμα του μπογιά για κάθε λογής εικονίσματα. Σ’ αυτό συμπίπτουν πολιτικοί και θεολόγοι όσο κι αν ρητορεύουν ο ένας εναντίον του άλλου και οι δυο μαζί υπέρ ενός «λαού» που είναι η βάση κάθε εξουσιαστικού αντιδιανοουμενισμού. Η Sancta Simplicitas που έκανε κάποτε δυνατά τα οράματα ήταν ακόμα και τότε στην υπηρεσία μιας εξουσίας που έστελνε στην πυρά τους αιρετικούς. Αυτή η λαϊκή «απλοϊκότητα» πραγματοποιείται σήμερα στο χυδαίο επίπεδο μιας «πονηρεμένης» βαρβαρότητας, ευνοημένης από τις πολιτικές θεολογίες. Οι σύγχρονοι καθεδρικοί ναοί της Πίστεως είναι χτισμένοι στα Νταχάου και τις Σιβηρίες. Η «απλότητα» και η «αθωότητα» όπως τα εννοεί ο Έλιοτ στο «Δάντη» του οδηγούν, οδήγησαν ήδη, στον δεξιό και στον «αριστερό» αντιδιανοουμενισμό, δηλ. απ’ τον ένα ή τον άλλο δρόμο, στον φασιστικό λαϊκισμό.

Ο λαϊκισμός ήταν πάντα υπόθεση της εξουσίας, όχι των λαών. Το πολιτικό πρόβλημα της ανθρωπότητας είναι καταχωνιασμένο βαθιά μέσα στην ψυχή της και συνοψίζεται στο πώς να σωθεί απ’ τους «σωτήρες» της, πώς ν’ απελευθερωθεί από τους «απελευθερωτές» της. Η ελευθερία μέσα στην ιστορία δεν ήταν ποτέ τίποτ’ άλλο απ’ την ελευθερία κάποιων να κυριαρχούν πάνω σε κάποιους. Η συσπείρωση κατά των ισχυρότερων μετέφερε απλώς το πρόβλημα απ’ το βιολογικό στο κοινωνικό επίπεδο. Αλλά η «πρόοδος» δηλ. η μεταβίβαση της κυριαρχίας από την «αριστοκρατία» στη «δημοκρατία» δεν έλυσε το πρόβλημα, όπως δεν το ’λυσε κι η αντικατάσταση των καθαρόαιμων ευγενικών κτηνών από το άβουλο και περιοδικά μνησίκακο κοπάδι· γιατί απ’ αυτό το κοπάδι που μαντρώθηκε πια στην ιστορία παράγεται τόσο ο «ήρωας» ή ο «υπεράνθρωπος» όσο και το πολιτικό κατοικίδιο των δημοκρατιών –διχάζοντας έτσι το ανθρώπινο πρόσωπο σε δυο αποτρόπαιες μάσκες. Η «κριτική» στο παρελθόν δεν μπορεί να γίνει απ’ τη σκοπιά του μέλλοντος. Το παρόν είναι που κρίνει την εκλογή μας. Δεν θέλουμε ούτε αυτό που η ανθρωπότητα ονειρεύεται με φρίκη και σκοτεινή αγαλλίαση σαν «παρελθόν» της, ούτε αυτό που ευαγγελίζονται οι ψυχροί προφήτες της τεχνοκρατίας –γιατί δεν είμαστε ούτε με το παρελθόν ούτε με το μέλλον. Θέλουμε δεν θέλουμε, αποτελεσματικά ή ατελέσφορα, υπερασπιζόμαστε το τ ώ ρ α, το σκαλοπάτι που φτάσαμε μπουσουλώντας, σκαρφαλώνοντας, σκοτώνοντας, τραγουδώντας ή κλαίγοντας –υπερασπιζόμαστε πάντα αυτό που είμαστε.


[1] Οδ. Ελύτη, Το  Άξιον εστί, Ι

[2] Οδ. Ελύτη, ό.π., Ζ.

[3] Αλαφροΐσκιωτος, Ι, 266-70

[4] Αλαφροΐσκιωτος, Ι, 950-56

[5] Οδ. Ελύτη, Το Άξιον εστί, Προφητικόν

[6] Πολιτιστική παράδοση και πολιτιστική αλήθεια σήμερα. Μια συνέντευξη του Χρ. Γιανναρά στο περιοδ. ΑΝΤΙ 15/11/1975

135 Σχόλια to “Η πολιτική ουσία του λαϊκισμού (Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος)”

  1. Reblogged this on ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ.

  2. Γς said

    Κομμάτι βαρύ και βαρετό το σημερινό. Δεν βλέπω να γίνεται παιχνίδι. Ετσι μου έρχεται να πάρω τη μπάλα και να το ρίξω στα χιουμοριστικά μπας και φουντώσουν τα σχόλια.

  3. Αλί Στουκίδης said

    Ώστε ο Ελύτης, ο Παπαδιαμάντης, ο Γιανναράς
    και ο Μακρυγιάννης είναι αστοί λαϊκιστές;

    «…Ο συγκεκριμένος φασισμός, αυτός που πέρασε από μια ορισμένη στιγμή της ιστορίας, δεν πρόκειται να ξαναφανεί ποτέ πια με το ίδιο ακριβώς πρόσωπο. Το δράμα συνεχίζεται αλλά οι μάσκες που χρησιμοποιήθηκαν πετάχτηκαν στην αποθήκη του θεάτρου ή κατέληξαν στραπατσαρισμένες στα χέρια των παιδιών που θέλουν να παίξουν το δικό τους ρόλο με ξένα προσωπεία. Ο φασισμός που θα έλθει δεν θα λέγεται πια φασισμός».

    Αυτά τα έγραψε ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος το 1977!

    Πράγματι, ο φασισμός που ζούμε σήμερα δεν λέγεται φασισμός. Λέγεται «εκσυγχρονισμός» της κοινωνίας, λέγεται «πολυπολιτισμική πρόοδος», λέγεται «αριστερά». Φοράει άλλες μάσκες και έχει άλλα χρώματα.
    http://klassikoperiptosi.blogspot.gr/2012/10/blog-post_155.html

  4. Γς said

    >Ένας νέος χριστιανός θεολόγος[6] νομίζει πως ανακαλύπτει το ιδανικό του σ’ εκείνον το γερο-ψαρά

    Δεν ξέρω αν είναι λαϊκιστές (#3) αλλά ο
    νέος χριστιανός θεολόγος είναι ο Γιανναράς ή μάλλον ήταν πριν πολλές δεκαετίες.

    Ο γερο-ψαράς δεν ξέρω ποιος είναι. Αλλά ο δικός μας ο Μπαοκτζής πσαράς ψαρεύει τώρα αυτό το πανέμορφο κυριακάτικο στον Κορινθιακό και μας κοροϊδεύει

  5. spiral architect said

    «Οι πολιτικοί είναι στιβαροί άνδρες. Δε μπορεί να είναι λαπάδες, αλλιώς θα ήταν ποιητές»
    Σωτήρης Κούβελας, πρώην βουλευτής και πρώην δήμαρχος Θεσσαλονίκης.
    ______________________

    Πολύ μας τα μπερδεύει ο Λυκιαρδόπουλος. 🙄
    – Τείνει να επιβεβαιώσει το αλήστου μνήμης απόφθεγμα του παραπάνω κυρίου.
    – Προσπαθεί να εξισώσει φιλοσοφικά τα άκρα ξεκινώντας από τον «σταλινικό πρακτικισμό» και φτάνοντας στο ότι «ο φασισμός είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός στριμωγμένος στο τελευταίο του καταφύγιο.»
    – Φρονίμως ποιών θέτει παραδείγματα διανοούμενων, που τα γραπτά τους έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί κατά το δοκούν, αφήνοντας έξω τους στρατευμένους και των δυο πλευρών. Γιατί άραγε; Βολεύει τους συλλογισμούς του;
    – Και φυσικά δεν παίρνει σαφή θέση, αφού τσουβαλιάζει άπαντες. Βολικός αναρχικός εκλεκτικισμός, ή προσπάθεια αυτοεπιβεβαίωσης ενός διανοούμενου της δεξιάς, σαν τον Γιανναρά, ή τον Ράμφο;

    Φτάνει πια, πήξαμε στα ανέξοδα διανοουμενίστικα λόγια.
    Αδελφέ, δώσε ένα χεράκι να πιαστούμε για να πατήσουμε στα πόδια μας. 😐

  6. spiral architect said

    … άσε που ξαναδιαβάζοντάς τα, νιώθω σαν το Χατζηχρήστο.

  7. Ναυτίλος said

    Κύριε Σαραντάκο και Μαρία, σας ευχαριστώ για τη σημερινή προβολή του Λυκιαρδόπουλου. Στη χώρα που συστηματικά προβάλλονται οι λόγοι των Ράμφων, καλό είναι να ακούγονται και οι αντίλογοι των Λυκιαρδόπουλων. Για Κυριακή πρωί, βέβαια, κομμάτι βαριά (όχι βαρετά, αγαπητέ Γς) αυτά τα κείμενα,αλλά στο τέλος της ανάγνωσης νιώθεις αποζημιωμένος.
    Το θέμα είναι πώς ένας λάτρης μεν του Παπαδιαμάντη και του Ελύτη , υπέρμαχος δε του Διαφωτισμού και άθεος , μπορεί να απολαμβάνει την ανάγνωσή τους, διαφωνώντας με την ιδεολογία που διαποτίζει το έργο τους; Αφήνοντας τη σκέψη του να παρασύρεται από τη γοητεία των λέξεων και των εικόνων, θα έλεγα. Εγώ, τουλάχιστον, έτσι κάνω και έτσι θα συνεχίσω να κάνω.

  8. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια! Με καλύπτει το 7.

  9. cronopiusa said

    Μποφίλιου:Εχω πρόβλημα με το lifestyle του Κωστόπουλου!

    Yo quiero ser una chica Almodóvar – Joaquín Sabina

    ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ: ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗ Ή ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ;
    Στα ερωτήματα της Βίκης Ιακώβου, του Γιάννη Σταυρακάκη και του Γιώργου Κατσαμπέκη απαντούν σημαντικοί μελετητές του λαϊκισμού και συγκεκριμένα οι Ernesto Laclau, Νίκος Μουζέλης, Etiene Balibar, Jacques Ranciere, Νικόλας Σεβαστάκης και Oliver Marchart.

    ΣΕΝΑΡΙΟ-ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΡΑΜΙΔΙΩΤΗΣ

  10. Γς said

    Τρελαθήκαν όλα σήμερα.
    Είμαι στο σημείο:
    >Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών[5]
    Και βέβαια στο 5 είναι το: [5] Οδ. Ελύτη, Το Άξιον εστί, Προφητικόν
    Και μου έρχεται η επιθυμία να το ξαναδώ.[5] Οδ. Ελύτη, Το Άξιον εστί, Προφητικόν
    Και σηκώνομαι αλλά αμέσως ξανακάθομαι: Είναι στα δανεισθέντα και αγύριστα στην κόρη μου.
    Και ακούγεται ο μαίηλ-νοτιφάϊερ: Γράμμα από την φίλη μου τη Λίλη.
    Θέμα; Τά άπαντα του Ελύτη. Ένα ζιππάκι με τα πάντα όλα του….!

  11. εσωτερικός μετανάστης said

    «Τα λεγόμενα «ποπουλίστικα» κινήματα έχουν έντονα τα εξής φασιστικά χαρακτηριστικά: 1) έναν εθνικισμό που στην «αριστερίζουσα» αστικοδημοκρατικής καταγωγής γλώσσα ονομάζεται «πατριωτισμός», 2) ένα πρακτικό αντικομμουνισμό και μια «σοσιαλιστική» ή και «μπολσεβίκικη» φρασεολογία, 3) μια ειδική σχέση μάζας και αρχηγού μέσα στην οποία απαλείφεται κάθε κριτικότητα».

    Εντύπωση μου έχει κάνει στη νέα βουλευτική σύνθεση, η ταυτότητα ύφους των επίσημων ανακοινώσεων Χ.Α. και ΚΚΕ, ξέρετε, αυτών που εμφανίζουν γραπτώς τα κανάλια στη δεξιά πλευρά της οθόνης, με το λογότυπο του κόμματος στα αριστερά. Ε, λοιπόν, έχω παρατηρήσει ότι υπάρχουν ανακοινώσεις των δύο κομμάτων που αν δεν δηλωνόταν σε ποιο από τα δύο ανήκουν, δεν θα ήταν εύκολο να διακρίνεις ποιο κάνει ποια ανακοίνωση.

  12. Χάρης Κουκουτός said

    Ο Λυκιαρδόπουλος πιάνει σωστά ένα σημείο: την απουσία του λαού από τα σχέδια της εξουσίας. Και μετά το ξαναχάνει, μηδενιστικά, γιατί ούτε κι αυτός πιστεύει στο λαό: το κείμενο μυρίζει ένα απελπισμένο εκλεκτικισμό. Ο «αγνός» ψαράς δεν είναι και τόσο αγνός, όπως και δεν είμαστε όλοι εμείς που σχολιάζουμε. Το ερώτημα είναι λοιπόν πως ετοιμάζεις την τρίτη έφοδο προς των ουρανό με αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους, που έχουν δεχτεί στο παρελθόν αυτούς ακριβώς τους ηγέτες, και που είναι πιθανόν να κάνουν το ίδιο στο μέλλον. Με μας δηλαδη. Ο λαικισμός, αυτοί που θέλουν την εξουσία ενάντια στο λαό στο όνομα του λαού και τα άλλα όσα όμορφα παρουσιάζονται στο κείμενο είναι δεδομένα. Και ενάντια σ’ αυτά πρέπει να πορευτούμε. (Το μόνο πραγματικό ερώτημα είναι τι κάνουμε αύριο το πρωί.)

    Οσο για το «Προφητικό», είναι το φυλαχτό μου: το διαβάζω όταν απελπιστώ «…η καταιγίδα που θα γεννήσει ο νους του ανθρώπου…»

  13. free barbas said

    κύριε Λυκιαρδόπουλε σας ευχαριστώ. Βάλατε σε λέξεις όλη τη δυσαρέσκεια που ένιωθα για όλον αυτό τον ιδεολογικό συρφετό χωρίς να μπορώ να τον εκφράσω. Οπως βλέπετε όμως απ’ τα σχόλια, κανένας δεν μπορεί να δεχτεί την αδιαπραγμάτευτη καταγραφή της αλήθειας έξω από κάθε ιδιοτέλεια. Η αλήθεια είταν πάντοτε και θα παραμείνει άχρηστη.

  14. panavros said

    Διανοούμενος= η ενοχλητική μύγα (Σωκράτης ενα πράμα)

    Αντιδιανοούμενος= το ενοχλημένο μουλάρι (…το χαφιεδο τσουρμό αυτοί που αποτελούνε τον εθνικό κορμό.)

    Λαϊκισμός=ένα τέλειο εξουσιαστικό εργαλείο στα χέρια του μουλαριού, με τους φασίστες να το χειρίζονται εξαιρετικά.

    Ο απλός ψαράς= το θύμα το οποίο αγιοποιείται για να γίνει τελικά και αυτός εργαλείο λαϊκισμού στα χέρια των αρχολίπαρων που για εξυπηρέτηση των σκοπών τους τον αφήνουν «πτωχό τω πνεύματι».

    Ελύτης-Σικελιανός= τέχνη που εμπεριέχει λαϊκισμό και τελικά ευνοεί τους αντιδιανοούμενους;(εδώ δεν ξέρω αν το κατάλαβα καλά).

    Τελική θέση-φάρμακο= δεν με νοιάζει το χθές ούτε το αύριο αλλά το τώρα και δεν θα κρίνω το χθές με βάση το σήμερα ούτε θα διαμορφώσω το σήμερα με βάση το χθές.

    Προσπάθησα με «πινελιές» να αποδώσω το περιεχόμενο του κειμένου με ολίγο χιούμορ που θέλει και ο Γς. Αν κατάλαβα κάτι λάθος ας με διορθώσετε, καλημερα σε όλους.

  15. panavros said

    «ούτε θα διαμορφώσω το σήμερα με βάση το χθές.» εννοώ το απώτερο χθες.

  16. skol said

    Ευχαριστούμε τη Μαρία για την πληκτρολόγηση. Ελπίζω να μην ήμουν πολύ αντιδιανοουμενίστικος στην πρόσφατη συζήτηση 🙂
    Το να κατηγορείς κάποιους ότι καλλιεργούν μύθους για το «φως του Αιγαίου» και τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» δεν αποτελεί θετικιστική καταγγελία του «απροσγείωτου ιδεαλισμού»
    Βέβαια για να ξεσκεπάσεις τον διανοουμενίστικο αντιδιανοουμενισμό πρέπει να χρησιμοποιήσεις αντιδιανοουμενίστικα εργαλεία!

  17. gryphon said

    Ουτε και που ηξερα δηλαδη ποιος είναι η τι ειναι ο Λυκιαρδοπουλος αλλα διαβασα τα κειμενα και τα βρηκα πολυ ενδιαφεροντα.
    Ουτε βαρετά ουτε βαρια.Αν μη τι αλλο εχει ιδιαιτερα ανεπτυγμενη την αισθηση και ικανοτητα του σαρκασμου , της ειρωνειας οπως φαινεται και στο αλλο δοκιμιο «νεοελληνικα διλημματα»

    «Οι ερμηνείες της νεοελληνικής ιστορίας με όρους όπως «νόθα αστικοποίηση», «μεταπρατική κοινωνία», «εξάρτηση από τις ξένες δυνάμεις» που αποτελούν τις ορίζουσες για τη «μαρξιστική» μυθοποίηση της αστικής «εθνικοαπελευθερωτικής ιδεολογίας γίνονται, μαζί με το χριστιανοσταλινικό ιδεολόγημα της «εθνικής ταυτότητας» η νέα αφετηρία για παλιές νοσταλγίες κι ενθουσιώδεις εκδρομές στις φανερές και άφαντες «ρίζες» μας. Δεξιοί και αριστεροί, δυτικόφιλοι και φιλορθόδοξοι, δογματικοί και νεοδογματικοί, ευρωκομμουνιστές και εθνοκομμουνιστές ανταγωνίζονται για το ποιος θα πιάσει πρώτος και καλύτερος τον σωστό ρυθμό. Νομπελίζοντες και Λενινίζοντες ηλιοφορούν και ροπαλοφορούν με στόχο τους των ιδεών το αλλότοπο και της ψυχής το αλλότροπο και το μη κυανόλευκο. Η ορθόδοξη ψυχή «αυθεντική ανατολίτισσα» καλά κρατεί «το νήμα της ζωής που εφ’ όσον το ακολουθήσαμε θα βρούμε επιτέλους την Ελλάδα» (Ράμφος).

    Συμπέρασμα. Μέσα στο μπετόν ανθοβολούν οι ιδεολογίες της πρασινάδας. «Πρέπει να δείξουμε ότι δεν εξάγουμε μόνο τα λαχανικά μας αλλά και τη λογοτεχνία μας». Έτσι. Να μη μείνει τίποτα χωρίς την «αξιοποίησή» του. Κανένα νησί και καμιά σελίδα. «Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη». Εθνικοποίηση συν εξηλεκτρισμός. Νοικοκύρηδες πια κι εμείς στον τόπο μας· να ξέρουμε πόσο πουλάμε και τι πουλάμε. Όχι μονάχα την Κω, την Ίο, τη Σίκινο αλλά κι αυτό που δεν ήμασταν ποτέ –μάσκες, φαντάσματα και πύργους στον αέρα».
    Πολυ διασκεδαστικο και μαλλον και αληθινο.Και αυτό πού γραφει στο παραπανω κειμενο «Οι σύγχρονοι καθεδρικοί ναοί της Πίστεως είναι χτισμένοι στα Νταχάου και τις Σιβηρίες» είναι φραση που πρεπει να καταχωρηθει στην κατηγορια λογια μεγαλων ανδρων.
    Την αποστηθισα ηδη και θα τήν χρησιμοποιω σε καθε ευκαιρια αποδιδοντας του τα ευσημα.
    Και τελος οποιος ανθρωπος εκφραζεται με περιφρονηση για τον Ν.Δημου δέν μπορει,πρεπει να εχει καποια αξια και κριτικη ικανότητα.

  18. freierdenker said

    Με τον όρο αντιδιανοουμενισμός το κείμενο αναφέρεται σε δυο πράγματα που για μένα είναι πολύ διαφορετικά. Το ένα είναι η δίωξη των διανοουμένων (Καντάφι, Νταχάου, Σιβηρία αναφέρονται στο κείμενο). Σε αυτό το είδος αντιδιανοουμενισμού νομίζω πως κάποιος οφείλει να αντιπαραθέσει παλιές και δοκιμασμένες αξίες όπως ελευθερία της σκέψης, λόγου και σεβασμός της προσωπικότητας του άλλου.

    Στο δεύτερο είδος αντιδιανοουμενισμού, π.χ. μεταπολιτευτική Ελλάδα, ο Λυκιαρδόπουλος εκφράζει πιο πολύ την πικρία κάποιων διανοούμενων όταν δεν τους δίνεται η κοινωνική αναγνώριση που πιστεύουν ότι δικαιούνται. Για μένα αυτά τα δύο είναι σημαντικά διαφορετικά. Άλλο να κλείσει η αστυνομία ένα βιβλιοπωλείο με ψαγμένα βιβλία, κι άλλο να κλείσει επειδή ο κόσμος αγοράζει Δημουλίδου από το σουπερμάρκετ.

  19. spyroszer said

    Ευχαριστούμε για το ωραίο κείμενο.
    Η παραδοσιαρχία είναι πολύ παλιότερη απ’ όλα τα σύγχρονα ιδεολογικά ρεύματα και χρησιμοποιήθηκε απ’ όλες τις εξουσίες ανεξαρτήτως απόχρωσης για να εδραιώσουν τη δύναμή τους

    Δε νομίζω ότι ο Λυκιαρδόπουλος στο κείμενο εξισώνει τα άκρα. Διαχωρίζει τους στρατευμένους διανοούμενους, που υπηρετούν άκριτα μια εξουσία ή ένα δόγμα, με αυτούς που καλλιεργούν τη κριτική σκέψη, την άμφισβήτηση των καθιερωμένων και τον σκεπτικισμό.

    Η λοιδωρία των διανοουμένων και των πνευματικών αυτών κινημάτων που αμφισβητούν τα καθιερωμένα είναι πανάρχαια. Η σοφιστική κίνηση στην αρχαιότητα (παρ’ όλα τα αρνητικά που μπορούμε να βρούμε σ’ αυτήν) έθεσε τα θεμέλια του σκεπτικισμού, αμφισβήτησε τη θρησκεία, τη θεική προέλευση των νόμων, τη φυσική θέση των δούλων. «Ελευθέρους ἀφἢκε πάντας ὁ θεός οὐδένα δοῦλον ἡ φύσις πεποίηκεν» είπε ο άσημος Αλκιδάμας, σε αντίθεση με τον Αριστοτέλη. Οι σοφιστές λοιδωρήθηκαν τόσο πολύ, ώστε να καταντήσουν συνώνυμο των απατεώνων.

  20. ππαν said

    Καταπληκτικό! Μερσί στην Μαρία για την ιδέα και τον κόπο, και βέβαια στον Νικοκύρη για την φιλοξενία.

    Να πω πως το πρώτο μέρος, ας πούμε για τον αντιδιανοουμενισμό στην πολιτική, μοιάζει λίγο ανεπίκαιρο, αν εξαιρέσουμε την ΧΑ βέβαια, γιατί ίσως δεν υπάρχουν διανοούμενοι απέναντι, μπορεί να κάνω λάθος.

    Καλύπτει μεγάλο κενό ο Λυκιαρδόπουλος και τώρα βλέπω από πού ξεκινά ο Γαβριηλίδης. Αυτή η ανάδυση του «λαού» ως ήρωα, του λαίκού λόγου ως ευαγγέλιο κλπ, που είναι απότοκο μιας δεύτερης φασης του εθνικισμού (πού είναι Χασάπης να μας πει για τον Άντονυ Σμιθ; ) έχω την αίσθηση ότι δεν αντιμετωπίζεται πάρα μόνο πολύ σπάνια -καληώρα-κριτικά.

    Και βέβαια, δεν κατλαβαίνω πού υπάρχει το πρόβλημα να ξεχωρίσουμε τα πολλά επίπεδα ενός κειμένου που ως ποιητικό μπορεί να μας «αρέσει» αλλά ως φορέας ιδεολογίας μπορεί να αναλυθεί ανεξάρτητα από την αισθητική του αξία.

  21. tilegrafitis said

    «καπνίζαμε τσιγάρα στούκας καὶ διαβάζαμε τὸν Ζαρατούστρα»

    Νὰ εἶσαι καλὰ, Σαραντάκο

    7 :
    Ναυτίλε : Συμφωνῶ ἀπολύτως! Τὰ εἶπες ὅλα.
    Αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι καὶ ἡ πεμπτουσία τῆς ἀνεκτικῆς κοινωνίας ποὺ ὁραματιζόμαστε. Ἐμεῖς οἱ λίγοι…

  22. tilegrafitis said

    Reblogged this on tilegrafitis.

  23. Μαρία said

    Προσφορά του μαγαζιού στην Ππαν, που δεν λέει όχι στο τάρτωμα, ένα άρθρο δημοσιευμένο στο Αντί το 2004, και τώρα στο φυλλάδιο, Μέρες του 2004 (Από την όχθη του 2010), Ύψιλον 2010

    Η νύχτα των Σαλτιμπάγκων

    Έπρεπε να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Έτσι βολικά κουλουριασμένος να κυλώ και να φθάσω. Κανάγιες!
    Κ. Γ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ

    «Η συνέπεια οδηγεί στο περιθώριο», απεφάνθη από τηλεοράσεως ένας από τους φωστήρες της νεωτεριστικής πολιτικοδημοσιογραφικής ηθικής. Η ρήση αυτή ως απλή
    διαπίστωση είναι ορθή. Πράγματι η πολιτική συνέπεια οδηγεί στο περιθώριο – και η ασυνέπεια στην εξουσία, ενίοτε. Εδώ όμως δεν θα κρίνουμε την αλήθεια ή την αναλήθεια αυτής της ρήσης αλλά την υπόρρητη ιδεολογική πρόθεσή της. Διότι τέτοιες φράσεις δεν εκφέρονται ακαδημαϊκά ως απλές αχρωμάτιστες διαπιστώσεις, περιοριζόμενες στο καθαρά οντολογικό πεδίο, αλλά εισβάλλουν προκλητικά στον χώρο της δεοντολογίας· αποτελούν μέσα στα πολιτικά συμφραζόμενα πρόταση μιας ηθικής χαμαιλεόντων, προπαίδεια πολιτικού κυνισμού, παρότρυνση και συγχρόνως απειλή: προσοχή! η συνέπεια οδηγεί στο περιθώριο.
    Καθώς αυτή η απαξίωση της συνέπειας ως στάσης ζωής υπαγορεύεται λόγω και έργω από το ιδεολογικό στρατόπεδο των λεγομένων «νεωτεριστών», συνιστά το ευαγγέλιο της πολιτικής ηθικής που χαρακτηρίζει τη «Νέα Εποχή», όπως είναι του συρμού να αποκαλείται η χαμηλοτάβανη και μίζερη ιστορική συγκυρία που αναδεικνύει τους νάνους σε γίγαντες. Είναι όμως πράγματι τόσο «νέα» αυτή η ηθική που προπαγανδίζεται, επιχορηγείται και φωταγωγείται; Μήπως τάχα δεν είναι πανάρχαια η τεχνική του πολιτεύεσθαι; Έρποντας άρχισε η ζωή – τα ερπετά προηγήθηκαν του ανθρώπου: «Χρειάστηκε αιώνες ο άνθρωπος για να σταθεί στα δυο του πόδια – δεν θα με κάνετε τώρα εσείς να ξαναπέσω στα τέσσερα», είπε κάποτε κάποιος κομμουνιστής στους δικαστές του, όταν του ζήτησαν δήλωση μετανοίας.
    Παλιές ιστορίες. Τώρα μπροστά μας αστράφτει το «Πρωτόγνωρο», το νέο, το ολοκαίνουργιο, η Υπέρβαση, η Ανατροπή … η «συμμετοχική δημοκρατία». Οι πολύχρονες ιδεολογικοπολιτικές κωλοτούμπες του κ. Ανδρουλάκη κατέληξαν εκεί που έπρεπε να καταλήξουν. Φαίνεται πως αυτή είναι η μοίρα του γραφειοκρατικού ηγεμονισμού, όταν αποφασίζει να ξεπουλήσει ή να εκσυγχρονίσει το μαγαζάκι της μικροεξουσίας του και να περάσει από την περίκλειστη ενορία του «ενός» κόμματος στην απέραντη πολυπολιτισμική Αγορά του νεοφιλελευθερισμού.
    Οι θλιβεροί κλόουν της «συμμετοχικής Αριστεράς» επικαλούμενοι σήμερα τον «ρεαλισμό» και την «ευθύνη» ξέρουν τι εννοούν: θέλουν κι αυτοί (επιτέλους!) να κυβερνήσουν. Βαρέθηκαν να ’ναι μια ζωή με τους «χαμένους», ανακάλυψαν το ιστορικό τους λάθος, αυτομαστιγώθηκαν επικερδώς, έκαναν την εποικοδομητική αυτοκριτική τους και εξορμούν τώρα ακάθεκτοι ρεαλιστές προς την πραγματική εξουσία. Ανατρέπουν και ανατρέπονται παρελαύνοντας κωλοτουμπηδόν στην πάμφωτη πίστα. Σαλτιμπάγκοι και ταχυδακτυλουργοί, μάγοι και τσαρλατάνοι, μίμοι και γελωτοποιοί, παρωδοί του εαυτού τους. Οι «πρώην».

    «Μην περιμένετε να χιονίσει, για να δείτε μιαν άσπρη μέρα», μου τηλεφώνησε προχτές ο μακρινός φίλος μου στο όνειρό μου. Πιστεύω πως υπονοούσε την πιο υπεύθυνη επαναστατική χρήση των ελληνικών γιαουρτιών, διότι όσο ζούσε, θυμάμαι, ήταν ζηλωτής της πιο μεγάλης λευκής επανάστασης και προπαγάνδιζε πάντα το κορυφαίο της σύνθημα :«Ένα γέλιο θα σας θάψει!»

  24. Μαρία said

    Νικοκύρη, διάγραψε στο μότο την 3η περίοδο.

  25. ππαν said

    Τόσα δώρα, μα δεν έπρεπε 🙂
    Ευχαριστώ Μαρία, πραγματικά. Ανδρουλάκης, τι θυμηθήκαμε ….

  26. Μαρία said

    25 Εγώ εις μνήμην του γιαουρτώματος στο χάρισα 🙂

    «Ένα γέλιο θα σας θάψει». Εδώ η φωτογραφία με το αυθεντικό σύνθημα, Ρώμη, άνοιξη του ’77. La fantasia distruggerà il potere e una risata vi seppellirà (η φαντασία θα καταστρέψει/αφανίσει την εξουσία κι ένα γέλιο … )
    http://www.millepiani.net/archives/2007/02/23/fantasia.html

  27. Μαρία said

    Τώρα το πρόσεξα. Νικοκύρη, δεν είναι μερικά δοκίμια απο το βιβλίο Η Ρωμιοσύνη… αλλά όλα τα δοκίμια του φυλλαδίου.

  28. tilegrafitis said

    11: Εἴπαμε… ὄχι κι ἔτσι.

  29. freierdenker said

    Στην Ελλάδα τουλάχιστον οι διανοούμενοι κατά κύριο λόγο λοιδωρούν και κατά δεύτερο λόγο λοιδορούνται. Αυτό που γράφει το κείμενο μου φάνηκε τόσο αντίθετο με την πραγματικότητα όπως την αντιλαμβάνομαι που έψαξα την λέξη στο Βικιλεξικό για να βεβαιωθώ.

  30. Αλί Στουκίδης said

    23
    ενώ ο Λαφαζάνης δεν είναι, λέει, εξουσιολάγνος
    και θέλει τον χρόνο του για να ωριμάσει.

    Εύχομαι να βγείτε να μετράμε κωλοτούμπες.

  31. freierdenker said

    5, πολιτικός λοιδορεί διανοούμενους είναι είδηση, πολιτικός λοιδορεί τον λαό είναι ακόμα μεγαλύτερη είδηση, π.χ. Πάγκαλος. Διανοούμενος λοιδορεί τον λαό, δεν νομίζω να είναι είδηση.

  32. ο άλλος πόντιος said

    Εξαιρετικό και το σημερινό.
    Σας είμαι ευγνώμων που μου συστήσατε τον Λυκιαρδόπουλο (και λυπάμαι που μέχρι τώρα τον αγνοούσα).

  33. Αλίκη Στούκα said

    Ενα κείμενο, άτσαλο, θολό και συγκεχυμένο, που αποκαλύπτει όμως την ρίζα του σύγχρονου ελληνικού μηδενισμού. Η γενιά της ήττας.
    Ευτυχώς, χάνεται και αυτή, κυρίως αυτή, παρέα με την μεταπολίτευση.

  34. Ναυτίλος said

    Θολοκουλτουριάρηδες, κ.Στούκα μου, τι περιμένετε! Πού η διαύγεια της σκέψης του Αμβρόσιου!

  35. cronopiusa said

    για στουκάκια, στρακαστρουκάκια

    Aldous Huxley VS George Orwell

    Victor Jara – Chile Stadium (his last song) English translation

  36. Νίκος Μαστρακούλης said

    Η ηττημένη γενιά, όχι η γενιά της ήττας. «Ευτυχώς χάνεται και αυτή», γράφει ένα πληκτρολόγιο και στάζει αίμα.

  37. Μαρία said

    Υπάρχει κι αυτό το άρθρο, «Αντιλαϊκισμός» το ανώτατο στάδιο του λαϊκισμού.
    http://tinyurl.com/37xen2e

  38. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα, να με συμπαθάτε που λείπω!

  39. χαρη said

    ευχαριστώντας κι εγώ τη Μαρία για τον κόπο της, προσθέτω με πολλές επιφυλάξεις αυτές τις (ωχ)αναφορές μήπως κάποιοι συνομιλητές διαφωτιστούν λίγο περισσότερο; (ή διασκεδάσουν λίγο περισσότερο;) τουτέστιν : αυτό και αυτό

  40. ππαν said

    ΚΙ επειδή λεξιλογείτε εδώ μέσα: «ληκυθώδης» ως χαρακτηρισμός ρητορείας, τι μπορεί να σημαίνει;

  41. μηα μηα γρεα κε ανεδης said

    Τόσα σαγανάκια! Θα πάθουμε τίποτα.
    Οι γνωστές μπουρδολογίες… Κασκώλ, πίπα, γαλλικό καφέ… ψιλοαλκόλες, διαλυμένες οικογένειες… Μπλα μπλα μπλα νὰ τρουπώσουμε κάπου.
    Καθαρός λόγος = Καθαρή σκέψη
    Πέρα από μια ελίτ του πνεύματος ποιος μπορεί να καταλάβει τι γράφει ο μάστορας;

  42. sarant said

    40: Α, αυτό το ξέρω, θα πει πομπώδης, discours ampoulé που λένε κι οι Γάλλοι. Πρβλ. και το «λυκήθιον απώλεσεν» των Βατράχων, αν και η έκφρ. ήδη υπήρχε σταρχαία.

  43. ππαν said

    42: Πω πω, και εξήγηση και αυτόματη μετάφραση; Με κακομαθαίνετε!

  44. Ναυτίλος said

    41: Αν σου φαίνεται δύσκολος ο Λυκιαρδόπουλος, μάλλον δεν έχεις διαβάσει Βέλτσο. Μαρία, το κείμενο υπάρχει σε κόμικ;

  45. ππαν said

    42: Λυκήθιον; Αλήθεια ρωτάω γιατί μου έχουν βγει τα μάτια να κάνω πηγαιονέλα σε ένα από τα γνωστά φριχτά πεντέφια των πάμπλικλάιμπραριζ και λέω μήπως κάνω λάθος;

  46. Μαρία said

    45 ληκύθιον
    (μακρό-βραχύ-μακρό-άλογο/μακρό-βραχύ-μακρό)

  47. sarant said

    Ναι, ληκύθιον.

  48. μηα μηα γρεα κε ανεδης said

    44 : Ναυτίλε, ελπίζω όχι το κεφαλόποδο, αν υπάρχει σε κόμικς ενδιαφέρομαι. Προτάσεις με πάνω από 100 λέξεις με δυσκολεύουν αφάνταστα. Όταν φτάνω στο τέλος έχω ξεχάσει την αρχή. Συλλαβίζω κιόλας … καταλαβαίνεις.

  49. Ναυτίλος said

    ληκυθίζω: ομιλώ με τραγικό και επιτηδευμένο ύφος
    ληκυθισμός, ληκυθιστής, λήκυθος (το καρύδι του λαιμού)

  50. ππαν said

    Ο Καρολίδης της Μαρίας τα γράφει για τα ληκυθώδη. Θα την λέω κι εγώ την λέξη τώρα, να κάνω τον Πολύδωρα 🙂

  51. ππαν said

    το 50 στα 46-47

  52. Ναυτίλος said

    Έλα τώρα, δεν είναι δύσκολο το κείμενο. Βατό θα το λέγαμε, για να θυμηθούμε και τις πανελλαδικές. Έχω σπάσει τα μούτρα μου σε ακαταλαβίστικα (για μένα) κείμενα και ξέρω τι σου λέω. Σόρι για την ειρωνεία, τώρα που ξαναδιάβασα το σχόλιό μου, μου φάνηκε και μένα φτηνή.

  53. Αλίκη Στούκα said

    Αυτό το «σταρχαία» το γράψατε στα σοβαρά ή πληκτρολογίου λάθος ;

  54. Νέο Kid Στο Block said

    Παίδες και κόρες ,να πω τη μαύρη αλήθεια μου κι εγώ δεν πολυκατάλαβα το κείμενο. Ειδικά το ηθικό δίδαγμα που λέμε ,αυτό με το παρόν.»αδραξε τη μέρα «κι έτσι δηλαδή;
    Έχω καταλάβει γενικά δύσκολα πράγματα (έτσι λέγεται τουλάχιστον) αλλά κάπου κόλλησα σ´αυτό.

  55. Νίκος Σταμπάκης said

    Πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση, εν πολλοίς ακριβής ως προς τον Ελύτη (κάποιες βέβαια γενικεύσεις περί «γενιάς του ’30»), αλλά το άλμα στον σουρρεαλισμό εντελώς φάουλ, καθ’ ότι πρόκειται, ακριβώς, για άλμα. Το να χτυπάς τον σουρρεαλισμό διά του Ελύτη είναι τυπικό παράδειγμα της μεθόδου straw man.

  56. ππαν said

    Ρε Κιντ το εθνικό, σόρυ, ηθικό δίδαγμα δεν είναι «άδραξε την μέρα» 🙂

  57. μηα μηα γρεα κε ανεδης said

    52. Δεν τρέχει τίποτα. Φαίνεσαι καλό παιδί και μπεσαλής. Κι εγώ ήμουν υπερβολική. Μηα μηα ενοχλητική είμαι και όπου βρω ανοιχτό παράθυρο μπουκάρω. Πανελλαδικές; Πού λεφτά για φροντιστήριο τότε;

    54. Άλλος ένας για το κόμικς. Γράψου γιατί θα εξαντληθεί.

  58. ππαν said

    Έχει πλάκα πάντως που σήμερα το κείμενο σχολιάζει πολλά από τα σχόλια, ενώ είθισται να γίνεται το αντίστροφο 🙂

  59. μηα μηα γρεα κε ανεδης said

    Βέβαια, με τον «παρδαλό θίασο» έκανε διάνα.

  60. freierdenker said

    36, οι κάθε είδους ήττες είναι μέρος της ζωής και ο καθένας τις διαχειρίζεται όπως μπορεί, αυτοκριτική, αυτολύπηση, μνησικακία ή ότι άλλο. Το να απαιτείς όμως ο καθένας να σηκώσει μέρος μιας ήττας σου είναι παιδιάστικο.

    Το ιδεώδες του Ελύτη ήταν ο «αγαθός ποιητής». Μπορεί κανείς να κάνει κριτική σε αυτό το ιδεώδες ή στο κατά πόσο ο ίδιος ο Ελύτης πραγματικά το υπηρέτησε. Το πρόβλημα είναι να θεωρείς τη στάση του Ελύτη προκλητικά επιθετική. Παραθέτω ένα σχετικό κομμάτι από το κείμενο του Λυκιαρδόπουλου που αν το καταλαβαίνω σωστά είναι μνημείο στρεβλής σκέψης.

    «Καμιά φορά η «αφέλεια» είναι ιδεολογία· στον Ελύτη ήταν επιθετικότητα –η συσσωρευμένη επιθετικότητα της «αισιόδοξης» και «προοδευτικής» γενιάς του ’30 προς τον Καρυωτάκη. Όταν ο Ελύτης με τον «Άξιον εστί» αποφάσισε καθυστερημένα αλλά προκλητικά να «ιδεοφορήσει», δεν βρήκε τίποτ’ άλλο από τα «εθνικοαπελευθερωτικά» αποφόρια, που η πιο σκεπτικιστική μερίδα της αριστεράς, όπως εκφράστηκε μέσα από τα ουσιαστικότερα ποιητικά κείμενα της μεταπολεμικής γενιάς, φρόντιζε να ξεφορτωθεί μαζί με πολλές από τις ακριβοπληρωμένες αυταπάτες της.»

  61. ππαν said

    60: Μπορεί κανείς να διαφωνεί ενδεχομένως. Αλλά εγώ βρίσκω πως αυτήν τη θέση την θεμελιώνει και κυρίως την ορίζει ιστορικά, συνδέοντας τον ποιητικό λόγο του Ελύτη (που δεν είναι μόνο ποιητικός αλλά και ιδεολογικός, κι αυτό ξεχνάτε) με την δημιουργία της ιδέας της ρωμαλέας και θριαμβεύουσας Ρωμιοσύνης κλπ στην αρχή του 20ού.

  62. ππαν said

    Μαρία, κι αυτό με την Ρωμιοσύνη ωραίο, α προπό 🙂 Πάρα πολύ μ΄ενδιαφέρει!

  63. Αλίκη Στούκα said

    Πιστέψαμε, πολεμήσαμε για την πίστη μας, σκοτώσαμε και μας σκοτώσανε και στο τέλος ηττηθήκαμε.
    Ποιός φταίει ;
    Ο λαός που δεν μας άκουσε, που δεν μας κατάλαβε, που δεν είδε το φως που αδιάκοπα εκπέμπουμε εμείς, οι μόνοι ελεύθεροι, οι αληθινοί διανοούμενοι, οι ποιητές.
    Φταίει το παρελθόν, φταίει και το μέλλον, φταίνε οι μεγάλοι ποιητές του παρελθόντος, φταίνε και οι ποιητές του μέλλοντος, φταίει η ελπίδα της αληθινής ζωής, γιατί αληθινή ζωή δεν υπάρχει, φταίνε τα οράματα κι οι ουτοπίες, γιατί μέσα σε κάθε ουτοπία κρύβεται μία εξουσία ………
    Ολοι φταίνε εκτός από μένα.
    Δεν υπάρχει παρελθόν, δεν υπάρχει μέλλον, μόνο στο τώρα υπάρχουμε, στην στιγμή, που τίποτα άλλο δεν χωράει παρά μόνο την αφεντιά μου και το ανέσπερο φως μου ………

    Αυτό γράφει ο Λυκιαρδόπουλος.
    Ο ορισμός του μηδενισμού.
    Τα έχουνε γράψει άλλοι πριν από αιώνες και
    καθαρότερα.

  64. Μαρία said

    61 Στη σύνδεση του ελλην. μοντερνισμού με την παράδοση αναφέρεται, κάτι που ισχύει και για τον αγγλοσαξωνικό (γι’ αυτό κι η αναφορά στον Έλιοτ σε άλλο δοκίμιο). Αναζητούν στην παράδοση μια συλλογικότητα αυθεντική που δεν τη μόλυνε το σχολείο. Παρόμοια πράματα με αυτά που γράφει ο Σεφέρης για τον αγράμματο Μακρυγιάννη γράφει κι ο Έλιοτ για την παιδεία.

    Για τον Ελύτη και τον καρυωτακισμό πρόχειρα στο Μάριο Βίττι, σ. 147-152.
    Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας και τα πρώτα χρόνια της κατοχής, ενώ στην πεζογραφία παρατηρούμε τάσεις φυγής και επιστροφής στο παρελθόν, στην ποίηση έχουμε το παράδοξο λόγω της αντίδρασης στον καρυωτακισμό η εξύμνηση της υγείας, της χαράς και των νιάτων («Προσανατολισμοί») να συμπορεύεται με τα ίδια κατά σύμπτωση μεταξικά ιδεώδη. (βλ. και κριτική του Δάλλα σε σημ. της σ. 152)

  65. Μαρία said

    http://it.scribd.com/doc/21332568/MARIO-VITTI-%CE%97-%CE%93%CE%95%CE%9D%CE%99%CE%91-%CE%A4%CE%9F%CE%A5-%CE%A4%CE%A1%CE%99%CE%91%CE%9D%CE%A4%CE%91

  66. Εδώ θα μπορούσε κανείς να προσθέσει τη γερμανικότητα όπως την αναζητούν ξέρω γω οι Γκριμ ή ο Χέρντερ. Θα είχε ενδιαφέρον μια παράλληλη μελέτη της τουρκικής περίπτωσης (η γνήσια τουρκικότητα στους νομάδες, όχι στην οθωμανική αυλή, έγραφε ο Ζιγιά Γκιοκάλπ).

    Τούτων δοθέντων, σημειώνω και κάποιες αντιρρήσεις μου στο παροντικό σκέλος, θέλω να πω το καθαρά δοκιμιακό. Αυτή η διχοτομία λαού (γουωτέβα, που λέει κι ο Στάζυ)/διανοούμενου δουλεύει και αντίστροφα, ας πούμε. Τυχαίνει σήμερα να βλέπουμε την περιφρόνηση και από τις δύο πλευρές.
    Από αυτή την άποψη μάλλον συσκοτίζει παρά διαφωτίζει την κατάσταση η επικέντρωση στο δίπολο.

  67. munich said

    το κείμενο είναι όντως στρυφνό και σε πολλά σημεία δυσνόητο, θέλει υπομονή να το διαβάσει κανείς ως το τέλος με προσοχή. υπομονή που ομολογώ δεν είχα

  68. ππαν said

    66: Αυτό είναι άλλο, είναι του ρομαντισμού όμως, ιστορικά είναι προγενέστερο και η γενιά του 30 το περιέχει ή τέλος πάντων το έχει υπόψη της αλλά δεν μιλάει γι αυτό ο Λ.

  69. munich said

    αγαπητή Ππαν, μη μας λες σε παρακαλώ για ποιο πράμα δεν μιλάει ο Λου ή ποιο δεν είναι το εθνικό δίδαγμα του αλλά ποιο είναι ! Υπάρχει πρόβλημα δεν καταλαβαίνει ο λαζοντόιτς :))))
    Ένα κόμικ και για μένα

  70. munich said

    Ευχαριστώ πολύ το Χάρη και τη Μαρία για τις παραπομπές τους, τα κείμενα που διάβασα ήταν περισσότερο κατανοητά και ενδιαφέροντα

  71. freierdenker said

    61, 64, η Ρωμιοσύνη, πόσο μάλλον το νιάτα, υγεία και χαρά πρέπει νομίζω να θεωρηθούν αποδεκτές πηγές έμπνευσης ώστε να μην δικαιολογείται ο βιτριολικός τόνος του Λυκιαρδόπουλου.

    Διάβασα το απόσπασμα του Βίττι, ο Ελύτης λέει ότι εκτιμά το θάρρος και την δεξιοτεχνία του Καρυωτάκη αλλά στρέφεται εναντίον του καρυωτακισμού που ακολούθησε 🙂

  72. Mπετατζής said

    58. Απίστευτα εύστοχο σχόλιο, που σχολιάζει όσα σχόλια σχολιάζονται από το κείμενο. Έγραψες αγαπητή Ππαν !!!

  73. Μιχάλης Ρουμελιώτης said

    Εμένα δεν μού άρεσε. Δεν θέλω να δυσαρεστήσω κανέναν, αλλά τό σημερινό κείμενο μέ απογοήτευσε. Αποζημιώθηκα όμως από κάποια σχόλια. Νά’ σαι καλά αδελφέ αρχιτέκτονα (6), μού λύθηκε τό άντερο.

    Δεν μπορώ να πω ως επί τό πλείστον ότι συμφωνώ ή διαφωνώ, με αυτά που λέει ο Λυκιαρδόπουλος εδώ, διότι δεν έχουν επαρκή σαφήνεια. Πρόχειρες γενικεύσεις είδα εγώ, και συμπαθάτε με, και περάσματα ξεκάρφωτα από τή μία στήν άλλη. Τό μόνο ξεκάθαρο μοιάζει να είναι η γκρίνια κι η ενόχληση.

    Όπου γενικότης, εκεί κι επιπολαιότης (που λέει, ξέρετε ποιά πηγή «ψευδομεταφυσικής σαβούρας»).

    Αλλά τά λεγόμενά του για τόν Ελύτη πρωτίστως, αλλά και τούς άλλους, μέ τσιγκλάνε. Όχι γιατί θέλω να έχω εικόνισμα τόν Ελύτη, ή οποιονδήποτε, αλλά να, γιατί δεν μπορώ να χρωματίζονται εκ τών υστέρων τά ποιήματα (με τήν ευρεία έννοια) με τίς ιδεοληψίες (και σωστές να είναι) τού καθενός. Πώς ακούμε για παράδειγμα κατά καιρούς ότι είναι αντισημιτικό έργο ο Έμπορος τής Βενετίας;

    Αλλά, για να μην τά ισοπεδώνω όλα κι εγώ, να πω κι ότι η τελευταία παράγραφος τού κειμένου μού άρεσε.

  74. Ναυτίλος said

    Τελικά, η μπούρδα που έγραψα για το κόμικς μπορεί να έχει και συνέχεια. Να το αναθέσουμε στον Δοξιάδη να το κάνει διεθνή επιτυχία;

  75. Ναυτίλος said

    Εκτός από τον ορισμό του Άικ να προσθέσω και το απόφθεγμα του Όργουελ; »Κάποιες ιδέες είναι τόσο παράλογες που μόνο διανοούμενοι μπορούν να τις πιστέψουν.»

  76. SCIgen said

    Ο Γ. Λ. είναι υπαρκτό πρόσωπο, ή μήπως ένα από αυτά τα προγραμματάκια όπου εκπαιδεύονται φοιτητές και σπάνε πλάκα. Μερικά προγράμματα είναι ικανά να παράγουν πολύ πιο προχωρημένα κείμενα από το ακόλουθο.

    «Σήμερα που η ζωντανή σχέση παρόντος-παρελθόντος εκπίπτει στην παρωδία της ή στην άγονη αντιπαράθεση παλαιού-νέου, ο βιαστικός και επιπόλαιος χαρακτήρας της «αμφισβήτησης» δεν μας αφήνει καν να δούμε πως εδώ και πολύ καιρό αλλάζουμε απλώς ονόματα στα πράγματα και κάνουμε τα ίδια και τα ίδια – και τα κάνουμε μάλιστα όλο και χειρότερα, καθώς ο ρυθμός της έκπτωσης επιταχύνεται: το «αμφισβητούν» προϊόν παίρνει πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα τη θέση του «αμφισβητούμενου» μέσα στην καταναλωτική ροή όπου οι ποιητικές γενεές αναγγέλλονται κατά αλλεπάλληλα κύματα σαν μοντέλα αυτοκινήτων.»

    Ζητούνται επιμελητές και διορθωτές να το μεταφράσουν στα απλά ελληνικά. Κάτι τέτοια κείμενα διαβάζω και καταντάω τρολλ

  77. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    Το σχόλιο 76 το είχε πιάσει η σπαμοπαγίδα και το ετεροχρόνισα. Νομίζω ότι ο qq αδικεί τη νοημοσύνη του.

  78. Μαρία said

    73
    >Πώς ακούμε για παράδειγμα κατά καιρούς ότι είναι αντισημιτικό έργο ο Έμπορος τής Βενετίας;

    Και βέβαια είναι όπως κι η ελισαβετιανή Αγγλία, που βέβαια δεν είχε πραγματικούς Εβραίους αλλά ήξερε καλά τις καρικατούρες τους.

    Γκρινιάρης ο Λυκιαρδόπουλος, μπορεί και διανοούμενος της δεξιάς! Μα τι άλλο θ’ ακούσουμε!

  79. Μαρία said

    Κι άλλο ψευδώνυμο ο qq!

  80. Μαρία said

    71
    ο Ελύτης λέει ότι εκτιμά το θάρρος ….
    Λέει το 1974. Οι Προσανατολισμοί κυκλοφόρησαν το 1936, γι’ αυτό κι αναφορά του Βίτι στο Μεταξά, όπως και η κριτική του Δάλλα.

  81. Ναυτίλος said

    Την άλλη Κυριακή, κ. Σαραντάκο, βάλτε κανένα κείμενο του Ντεριντά. Ξέρετε, κάποιο από εκείνα με τους λογο-φωνο-κεντρισμούς και τις διαφωρές (με ωμέγα).Τότε θα κατανοήσουμε πραγματικά τι θα πει δυσνόητο κείμενο και ο καημένος ο Λυκιαρδόπουλος, ο μηδενιστής (!), θα μας φανεί διαυγής σαν το γάργαρο νεράκι.

  82. Μαρία said

    Όλα τα ‘χε η Μαργιορή, ο Ντεριντά της έλειπε, που λέει και το μότο.

  83. skol said

    Ξέρουμε αν έχουν προκαλέσει κάποιο δημόσιο διάλογο/αντιπαράθεση αυτά τα κείμενα.
    πχ για το Μοντερνισμός και πρωτοπορία: Η πολιτική ταυτότητα του «ελληνικού υπερρεαλισμού» του Τάκη Καγιαλή βρήκα αυτά:

    http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=95508
    http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=95986

  84. Tηλεγραφητής said

    Καθίστε καλὰ μὴ βάλω Σεραφείμ Πειραιῶς καὶ ξεχάσετε τὸ ὄνομά σας…

  85. Μαρία said

    83 Αυτά τα δύο του Βήματος έχω βρει κι εγώ εκ των υστέρων, μια κι έλειπα τότε απ’ τη μαμά Ελλάς, συν ένα άρθρο της Αμπατζοπούλου για τον Εμπειρίκο στα Νέα, 27/5/2000.

  86. ππαν said

    Πολύ ενδιαφέροντα τα 83, ειδικά δηλαδή η απάντηση του ΤΚ γιατί ο Γιατρομανωλάκης…..

  87. Μαρία said

    86 Καλό είναι και το άλλο που είχα αναφέρει τις προάλλες, Μοντερνισμός και ελληνικότητα, κυρίως για τις ενστάσεις που διατυπώνονται απέναντι σε προηγούμενες ερμηνείες, όπως π.χ. του Τζιόβα.
    Αυτουνού το βιβλίο, Οι μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο μεσοπόλεμο, έχει ένα κεφάλαιο «Ο νομιναλισμός της ελληνικότητας» που σχετίζεσαι μ’ αυτά που ασχολείσαι. Μπορεί όμως να το έχεις και να σε πρήζω.

  88. Μπουκανιέρος said

    Κάτι σαν το 58 ήθελα να γράψω.
    (Κι από αυτή την άποψη το πείραμα ήταν επιμορφωτικό και τα αποτελέσματα διασκεδαστικά.)

  89. Μαρία said

    ‘Οπως είπε κι ο Μπετατζής, η Ππαν έγραψε 🙂

    Πρέπει να πληκτρολογήσω κι ένα περί «πνευματικής ελευθερίας» με αφορμή τα δανέζικα σκίτσα του Μωάμεθ

  90. skol said

    88,89
    Δεν το βρίσκω και τόσο δύσκολο κατόρθωμα αυτό παντώς. Εστω πχ ότι γράφω το εξής:

    Είμαι ένας αντισυστημικός διανούμενος. Όποιος διαφωνεί μαζί μου είναι συστημικός.

    Αυτομάτως το κείμενο είναι σε θέση να «σχολιάσει» οποιοδήποτε σχόλιο διαφωνήσει μαζί του. Αλλά δεν είναι και τόσο σπουδαίο κείμενο.
    (Δεν χρειάζεται να σχολιάσετε το σχόλιο μου αν το έχει ήδη κάνει το κείμενο του Λ.)

  91. Νίκος Σταμπάκης said

    Επανέρχομαι κατόπιν των σχολίων 83, 85, 86. Αν σας ενδιαφέρει το θέμα, κυκλοφόρησε πρόσφατα ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του Νίκου Σιγάλα, «Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η ιστορία του Ελληνικού Υπερρεαλισμού». Η επιχειρηματολογία του Καγιαλή μπάζει από πάρα πολλές μεριές, και τον διευκολύνει το γεγονός ότι αυτή του Γιατρομανωλάκη μπάζει από παντού. Οπότε ο Σιγάλας είναι καλή επιλογή για μια πιο σοβαρή αποτίμηση, αν και αργοπορημένη, γιατί το όλο δόγμα Καγιαλή έχει εγκαταλειφθεί πλέον, αφού the novelty wore off.
    Επιμένω σε αυτό, γιατί το κείμενο του Λυκιαρδόπουλου ανάγει στον υπερρεαλισμό προβληματικές ιδιότητες που όντως είχε ο Ελύτης, ο δε Καγιαλής επιχειρεί μια στρεβλή διαφοροποίηση ελληνικού και διεθνούς υπερρεαλισμού. Χρειάζεται λίγο μέτρο σε αυτού του είδους τις αποφάνσεις.

  92. Μπουκανιέρος said

    91 «στρεβλή διαφοροποίηση ελληνικού και διεθνούς υπερρεαλισμού»
    Θα έλεγα ότι υπάρχει χάσμα ανάμεσα στο γαλλικό σουρεαλισμό και το ελληνικό ας πούμε αντίστοιχό του, ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με τη δημόσια/πολιτική παρουσία.

  93. Μαρία said

    91 Στα υπόψιν. Είναι ο ίδιος με τον ιστορικό;

    Το άρθρο πάντως του Λ. αναφέρεται παρεμπιπτόντως στο σουρεαλισμό με αφορμή την τρελή ροδιά.

  94. Μιχάλης Ρουμελιώτης said

    78
    «Και βέβαια είναι [αντισημιτικό έργο ο Έμπορος τής Βενετίας] όπως και η ελισαβετιανή Αγγλία.»

    Ίσως δεν έγινα και εγώ αρκετά σαφής. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν μέ νοιάζει αν ή πόσο φιλοεβραϊκό είναι ένα έργο σαν αυτό, ή ένας ποιητής σαν τόν Σαίξπηρ. Μα και να μ’ ένοιαζε, και πάλι θα μού κακοφαινόταν να κρίνεται βάσει ενός τέτοιου κριτηρίου.

    Όσο για τόν Λυκιαρδόπουλο, και τί είδους διανοούμενος είναι, πραγματικά δεν τόν ξέρω. Αλλά δεν έχω και καμμία ιδιαίτερη όρεξη, έχοντας διαβάσει αυτό του τό κείμενο, να τόν μάθω.

    Μπορεί να κάνω λάθος φυσικά, όπως είναι φυσικό όταν πρόκειται για κάτι που αγνοώ.

  95. Νίκος Σταμπάκης said

    92. Δεν είναι επ’ ουδενί τόσο απλό και μονοσήμαντο το θέμα όσο το θέτει ο Καγιαλής.
    93. Ναι, ο ίδιος είναι. Το άρθρο του Λ. όμως λέει «οι λέξεις «παίζουν» όχι μόνο την ποίηση αλλά και την επανάσταση φενακίζοντάς τες και τις δύο –όπως άλλωστε έκανε και ο σουρεαλισμός γενικότερα». Και η αναφορά στη Ροδιά επίσης ουσιαστικά αποφαίνεται (κατά βάση απαξιωτικά) για τον σουρρεαλισμό συσχετίζοντάς τον μέχρι ταυτίσεως με τον Ελύτη. Ο Καγιαλής κάνει το αντίθετο, τον αποσυσχετίζει, αλλά προβάλλοντας βέβαια τον προβληματικό Ελύτη ως έμβλημα του «χάσματος». Δεν είναι τόσο απλό, επαναλαμβάνω.

  96. Νίκος Σταμπάκης said

    Και όσο για την απάντηση του Καγιαλή στον (όντως ανεπαρκέστατο στην επιχειρηματολογία του Γιατρομανωλάκη), ιδού ένα χωρίο:

    «Το ερώτημα που θα άξιζε όντως να διερευνηθεί είναι πώς αντιμετώπιζε, στη μεταπολεμική περίοδο, ο πράγματι υπερρεαλιστής και αριστερός Κάλας τις επιλογές των παλιών του «φίλων». Σημειώνω πάντως ότι σε επιστολή του, χρονολογημένη 30.1.1967, ο Κάλας γράφει, αναφερόμενος στον πρόσφατα χαμένο Γ. Θεοτοκά: «Από τους φίλους μου των φοιτητικών μου χρόνων είναι και ο μόνος που δεν έγινε αντιδραστικός»».

    Λυπάμαι, αλλά με φιλόλογο που έχει γράψει το ανωτέρω, δηλαδή που συγχέει τις φοιτητικές φιλίες του Κάλας με γνωριμίες που έκανε πολύ αργότερα, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: ή ψεύδεται συνειδητά ή δεν ξέρει να κάνει τη δουλειά του. Τέλος πάντων. Επαναλαμβάνω, το βιβλίο του Σιγάλα είναι ενδιαφέρον. Αυτά, και συγγνώμη για την παρέκβαση.

  97. Γς said

    82:
    >Όλα τα ‘χε η Μαργιορή, ο Ντεριντά της έλειπε

    Ναι όλα τα έχει και η καθ ημάς διανόηση, ιδίως φερετζέδες.
    Ομως Ντεριντά δεν έχει, που ν απαντά σακουλεμένος στο Μοντ-Καθημερινή κριτικάροντας το ‘Ανοησίες της Μοδός’ του Σόκαλ και Μπρικμόν ιν-η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση-μόουντ.

    Νάχαμε λέει κι έναν Σόκαλ να μπεί στα μουλωχτά στα άδυτα της γκράντ κυλτύρ και να τραβήξει τους φερετζέδες.
    Και μετά να έρχεται εδώ στη Λίνκουα Φράνκα του Σαραντάκου και να μας λέει ότι απλά έκανε ένα ‘πείραμα’!

    Ε, ρε Τζάμπο που μας χρειάζεται!

  98. spiral architect said

    – Καλημέρα και καλή βδομάδα. 🙂
    – Θα δείξει. 😐

  99. Νέο Kid Στο Block said

    Καλημέρα! Δηλαδή, όσοι σχολίασαν στο παρόν συμμετείχαν ακουσίως σε ένα ψυχολογικό-γνωσιολογικό-κιναισθητικό πείραμα;; Είμαι σοκαρισμένος!
    (είπα και γώ…γιατί δεν δίνει τις λύσεις η Ππαν; και λέει μόνο τα λάθη…)

  100. ππαν said

    87: Του Τζιόβα ξέρω το σχετικό για τον «nationism» των δημοτικιστών, το βιβλίο με την πιο κακοδιαλεγμένη γραμματοσειρά που έχω δει, σαν παλιά γραφομηχανή και μικροσκοπιικά. Εννοείται δεν με πρήζεις.

    Για τον Σιγάλα έχω την ίδια απορία. Για το ότι έγραψα, μερσί αλλά νομίζω πως ήταν προφανές.

  101. ππαν said

    Τώρα είδα το 95 για τον Σιγάλα.

  102. sarant said

    Καλημέρα -ότι γίνανε 100 σχόλια σε αυτό το δύσκολο θέμα κυριακάτικα, είναι όντως εντυπωσιακό!

  103. Νέο Kid Στο Block said

    102. Πάντως Νίκο, για να είναι το συμπέρασμα του πειράματος στατιστικά σημαντικό, απαιτείται ένα διάστημα εμπιστοσύνης της τάξης του 95% τουλάχιστον.
    Δεν ξέρω αν το δείγμα των 100 σχολίων(103 με το παρόν) είναι επαρκές για ασφαλή συμπεράσματα, πέραν βεβαίως της καθαρά ψυχαγωγικής πλευράς του θέματος.

  104. Μπετατζής said

    Μια και ταξιδεύει εδώ μέσα ένα καράβι μεταφραστές, να θυμίσω και τη μεταφραστική δουλειά του Γ.Λ. Εγώ έχω υπόψη μου την Ανθρώπινη Κατάσταση της Χ. Άρεντ, ένα απαιτητικό από μόνο του κείμενο, που η μετάφρασή του (από κοινού με το Στέφανο Ροζάνη λέει το εξώφυλλο) το έκανε να ρέει σα νεράκι (που λέει και η άλλη ανάρτηση) – πάντα κατά τη γνώμη μου, τη γνώμη του ανειδίκευτου αναγνώστη. Καλημέρα.

  105. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Καλημέρα. Εγώ αυτό που κατάλαβα διαβάζοντας το κείμενο (τελικά το τόλμησα σήμερα) είναι οτι πρέπει να κουβάλαγε μεγάλο βάρος στην ψυχή του. Τελειώνοντας το κείμενο, μου έδωσε την αίσθηση του «ούφ τα είπα και ξαλάφρωσα» και οτι τελικά δικαίωσε την ρήση του Αϊζενχάουερ για τους διανοούμενους.
    Ξεκινάει να μιλά για τον φασισμό, χάνεται στην «μετάφραση» στο μεγαλύτερο διάστημα του κειμένου, και τελειώνει πάλι με τον φασισμό, χωρίς να μας πεί τελικά, ο φασισμός πώς δημιουργήθηκε, τι είναι αυτό που τον γέννησε, γιατι υπάρχει, και γιατι οι άνθρωποι στην συντριπτική τους πλειοψηφία τον αποδέχονται, και λειτουργούν με αυτόν, κυρίως στην οικογενειακή τους καθημερινότητα; Μάλλον δεν ήξερε ούτε ο ίδιος τι ήθελε να πεί.

  106. LandS said

    Από ότι κατάλαβα ο Λυκιαρδόπουλος κάνει κριτική στον αριστερό λαϊκισμό. Βλέπε την παράγραφο που αρχίζει με το «Στην πράξη ο αντιδιανοουμενισμός οδηγεί σε κάποια μορφή φασισμού» ή τα περί «απλότητας» και «αθωότητας» που σχετίζονται με τα Νταχάου και τις Σιβηρίες ή τέλος η τελευταία παράγραφος: «Ο λαϊκισμός ήταν πάντα υπόθεση της εξουσίας, όχι των λαών. Το πολιτικό πρόβλημα της ανθρωπότητας είναι καταχωνιασμένο βαθιά μέσα στην ψυχή της και συνοψίζεται στο πώς να σωθεί απ’ τους «σωτήρες» της, πώς ν’ απελευθερωθεί από τους «απελευθερωτές» της….»

    Οι ακροδεξιοί γιατί μυγιάστηκαν;

  107. ππαν said

    Ε κι εσύ, πιστεύεις πως κατάλαβαν τι διάβασαν; 🙂

  108. skol said

    91:
    κ. Σταμπάκη το δόγμα εγκαταλήφθηκε χωρίς να βρεθεί κάποιος πιο επαρκής από τον Γιατρομανωλάκη να το αντικρούσει; Τι συνέβη; Δεν ήταν γόνιμο, θάφτηκε, ήταν μια μόδα;
    Ποια είναι η εκτίμησή σας;
    Ευχαριστώ.

  109. Τώρα που είναι ήρεμα τα πράγματα, ας επαναφέρω κι εγώ τις αντιρρήσεις μου. Μ’ άρεσε το κείμενο στο, ας πούμε, ιστορικό του μέρος, αλλά ως κείμενο πολεμικής με άφησε μάλλον αδιάφορο. Ξαναγράφω ότι κτγμ αντιδιανοουμενισμός και εντελεκτουέλ σνομπισμός είναι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αν ιστορικά ο φασισμός περιείχε τον αντιδιανοουμενισμό (ή μάλλον ο ναζισμός κυρίως, ο ιταλικός φασισμός λιγότερο) δεν είναι τυχαίο πως η σημερινή κατάσταση (που ναι μεν δεν είναι φασισμός, ναι μεν δεν είναι χούντα, αλλά αρχίζει να μοιάζει πολύ με προχουντική κατάσταση να το πούμε έτσι) βασίστηκε και βασίζεται σε μια πλατωνική αντίληψη περί διανοούμενου/επιστήμονα/σοφού βασιλιά που (άθελά του) προσεγγίζει αυτό που ο Λυκ. ονομάζει εξουσιαστικό λαϊκισμό –είναι βέβαια εξουσιαστικός αντιλαϊκισμός τώρα.

  110. Πέρα ἀπὸ τὸν πειραματικὸ σκοπό τῆς ἀνάρτησης πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ἦταν πετυχημένη.
    Μοῦ ἀρέσει ὁ Λυκιαρδόπουλος γιατὶ λέει τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους καὶ μὲ λίγα λόγια. Δὲν εἶναι δύσκολος. Τὸ ἀντίθετο.
    «Έχουν περάσει πλέον οι καιροί του ένδοξου λαϊκισμού που λαφυραγωγώντας κάποτε τα εαμικά κειμήλια οικοδόμησε τα νέα τζάκια της ελληνορθόδοξης παλαιοπασοκικής εθνικοφροσύνης.»
    Ἔγραψε… Τὰ εἶπε ὅλα!
    Δὲν γνωρίζω βέβαια ἄν βούτηξε καὶ αὐτὸς τὸ ψωμάκι του στὴ μαρμίτα μὲ τὸ λυωμένο τυρί, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἄλλη ἱστορία.

  111. freierdenker said

    Μαρία 80, επειδή αυτές τις μέρες έγινα ειδικός σε θέματα Μεταξικής λογοκρισίας. Ο Ελύτης συνάνησε προβλήματα με την Μεταξική λογοκρισία όταν θέλησε να δημοσιεύσει μια μετάφραση του Lautreamont. Το αναφέρει ο Σεφέρης, λέγοντας λίγο περιπαικτικά «τώρα ξαφνικά κατάλαβε».

  112. Αναστασία.1997.Καρίμαλη-Χρανιώτη said

    Κα Αλίκη Στούκα, μήπως είστε διχασμένη προσωπικότητα; Ειλικρινά σας φαντάζομαι με μπλε και άρβυλα το πρωί και το βράδυ με νυκτικό που να έχει στάμπα των ss…

  113. Νίκος Σταμπάκης said

    108. Θεωρώ ότι είναι αρκετά διαφορετική περίπτωση από του Λυκιαρδόπουλου, το κείμενο του οποίου, γραμμένο τότε που γράφτηκε, εμπεριέχει ένα πραγματικό ρίσκο, αλλά και μιαν επικαιρότητα σε σχέση με τάσεις της εποχής. Η συζήτηση περί ελληνικού υπερρεαλισμού ως στιγμής του αντιδραστικού μοντερνισμού υπήρξε μια τάση που συνδύαζε εργαλεία αποδόμησης, (συχνά «αποδομήσιμα» τα ίδια, καθ’ ότι ιδεολογικά φορτισμένα, όπως στο παράδειγμα που παραθέτω), με παλιά εργαλεία της σταλινικής κριτικής (κάμποσες μομφές περί «φορμαλισμού» των υπερρεαλιστών, όχι βέβαια με αυτήν τη διατύπωση). Σίγουρα υπήρξε ένα στοιχείο ακαδημαϊκής μόδας,αλλά επειδή περιείχε μιαν όψιμα (και κατά βάση ακίνδυνα) εικονοκλαστική διάσταση αντιμετώπισε την ιερή οργή διαφόρων Γεωργουσόπουλων και πήρε πόντους για μερικά χρόνια. Ασφαλώς, βέβαια, ενέπνευσε μετέπειτα προσπάθειες του Γαβριηλίδη (στο κείμενό του για τον Γκάτσο το δηλώνει ρητά), που όμως κι αυτός το θέμα του ελληνικού υπερρεαλισμού το περνά πολύ βιαστικά, με εύκολη ειρωνεία, καθ’ ότι δεν είναι το κύριο αντικείμενό του. Το βιβλίο που προανέφερα πάντως περιέχει μια χρήσιμη γενική ανασκόπηση/βιβλιογραφία των σχετικών προσεγγίσεων.

  114. Αναδημοσίευση του κειμένου στο ιστολόγιο: η ποίηση πρέπει να γίνεται απ’ όλους, όχι από έναν

  115. Mindkaiser said

    Εξαιρετικό το κείμενο. Θυμήθηκα μια φράση που αποδίδεται στον Στάλιν και πάνω-κάτω λέει: «Οι ιδέες είναι πιο επικίνδυνες από τα όπλα. Δεν αφήνουμε τους εχθρούς μας να έχουν όπλα, γιατί να τους αφήνουμε να έχουν ιδέες;» Με την λογική αυτή, σίγουρα η μορφή διανόησης που αντιπαλεύει τη «χυδαιότητα που είναι περιτυλιγμένη στο χρυσόχαρτο του Μύθου» είναι επικίνδυνη, καθώς αποδομεί το σαθρό οικοδόμημα της λαϊκιστικής ρητορικής. Από την άλλη, είναι αναπόφευκτη η διανομή μεριδίου της εξουσίας από την καθεστηκυία τάξη σε ένα άλλο τμήμα της διανόησης, αυτή που συνήθως ονομάζεται από τους πολέμιούς της στρατευμένη, καθώς αναγνωρίζει την ανάγκη εξισορρόπησης των δυνάμεων στο πνευματικό πεδίο της αντιπαράθεσης.
    Πάντως, είναι πεποίθησή μου ότι η διαχωριστική γραμμή στην τελική εδράζεται σε ένα παντελώς υποκειμενικό αξιακό σύστημα. Νομίζω ότι αυτός είναι και ο λόγος που ο Λυκιαρδόπουλος διανθίζει το κείμενό του με προσωπικότητες που χαίρουν καθολικής εκτίμησης, από τον στρατηγό Αϊζενχάουερ έως τον Ελύτη και τον Παπαδιαμάντη, ώστε να προκαλέσει τον αναγνώστη να επανατοποθετήσει τις αξιολογικές του κρίσεις υπό το πρίσμα του πνεύματος του κειμένου του.

  116. skol said

    113 Ευχαριστώ και πάλι

    Ας υπάρχει και αυτό http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=97017

    Αμφιβάλλω προσωπικά αν ο λαός του οραματιστή ποιητή Ανδρέα Σπερχή, «… ένας λαός εν οργασμώ και εν όπλοις, μια νέα φυλή, της οποίας οι ρωμαλέοι άνδρες είχαν εις το πλευρόν των, έκαστος, πολλάς ωραίας συζύγους», φέρει, όπως τονίζει ο ίδιος, «ευδιάκριτη τη σφραγίδα της φασιστικής φαντασίας». Από όσα γνωρίζω, το φασιστικό κράτος, έχοντας θέσει το ερωτικό ένστικτο υπό την αυστηρή εποπτεία των γενετικών «στόχων» της γερμανικής φυλής, κάθε άλλο παρά ευνοούσε την πραγμάτωση τέτοιου είδους οραμάτων. Εξάλλου, «αι πολλαί και ωραίαι σύζυγοι» αποτελούν, τουλάχιστον για τις δυτικές κοινωνίες, ένα πολυπόθητο όραμα για όλους τους άνδρες… ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων.

  117. skol said

    Το παραπάνω είναι γραμμένο από γυναίκα, έχει μια σημασία και αυτό.

  118. dzach said

    Αφού ο Λυκιαρδόπουλος κρίνει τους άλλους, ας κρίνουμε κι εμείς το Λυκιαρδόπουλο, άτακτα και αποσπασματικά μάλλον:

    Το δοκίμιο μοιάζει σαν ένα κείμενο αχινός, που ψάχνεις με το φακό να βρεις που ΔΕΝ έχει αγκάθια. Δείγμα μιας οπτικής που θυμίζει μια αριστερά της δαχτυλοδειξίας και του «για όλα φταίνε οι άλλοι», όχι την ηττημένη αριστερά του Μ.Αναγνωστάκη αλλά μια αριστερά της ήττας. Δεν είναι που τα βάζει με τους νεωτεριστές της εποχής του, είναι που δεν ελπίζει σε τίποτα ο ίδιος, όχι ζώντας, όπως ο Τάκης Σινόπουλος ή ο Νίκος Καρούζος. , αλλά αυτοπαρατημένος στη μοίρα του. Ίσως αυτό που λέει «[…] η επανάσταση για μας είχε γίνει και είχε τελειώσει στη Βουδαπέστη το 1956.» να περικλείει την ουσία της σκέψης του.[1].

    Για τον Λυκιαρδόπουλο το καλύτερο φαίνεται να υπάρχει μόνον στο παρελθόν, η επανάσταση τελείωσε γι αυτόν στα 20 του. Αγωνιά να ζήσει κάπως και το παρόν, όπως δηλώνει με το «Θέλουμε δεν θέλουμε, αποτελεσματικά ή ατελέσφορα, υπερασπιζόμαστε το τ ώ ρ α, το σκαλοπάτι που φτάσαμε μπουσουλώντας, σκαρφαλώνοντας, σκοτώνοντας, τραγουδώντας ή κλαίγοντας –υπερασπιζόμαστε πάντα αυτό που είμαστε», με το οποίο κλείνει το άρθρο, αλλά δίνει την εντύπωση ότι περισσότερο μιλά γι αυτό παρά το ζει. Εννοώ, φυσικά, ποιητικά [2]. Π.χ.:

    » Λοξοδρομία, ΙΙΙ

    Δεν χάσαμε και τίποτα σπουδαίο
    στις παρακάμψεις των καλών ελπίδων
    ψεύτικοι φάροι μας θαμπώσανε για λίγο
    — κάτι χρονάκια που είχαμε τα δώσαμε στο γραίγο.
    Ύστερα συνεχίσαμε σονέτο τη μισή ζωή
    δεχτήκαμε κατάστηθα το μέλλον
    — όσοι ξεφύγαν τις ριπές των αρχαγγέλων
    δεθήκαν σε 12σύλλαβο σκοινί.
    Μια τέχνη άχρηστη σε όλους.
    Όμως ακούω να τρίζει στο κουπί
    βήξιμο αποτσίγαρου του πρόγονου η φωνή
    «Αν θέλεις τον Παράδεισο, βρες τα με τους διαόλους».
    (Μια τέχνη άχρηστη σε όλους. Όμως καλύτερα έτσι, παρά εμι-
    γκρές Πολωνός, γράφοντας εγγλέζικα αριστουργήματα.)»

    Δίνεται η εντύπωση ότι για τον Λυκιαρδόπουλο φωτεινό μέλλον δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς να είναι αστική ιδεολογία ή λαϊκισμός. Αλλά και το παρόν που θέλει να ζήσει φαίνεται να είναι φωνή -βήξιμο αποτσίγαρου- που του λέει να τα βρει με τους διαόλους. Η ζωτικότητα που υπονοεί το «μπουσουλώντας, σκαρφαλώνοντας, σκοτώνοντας, τραγουδώντας ή κλαίγοντας» δεν φαίνεται να βγαίνει για το παρόν στα ποιήματά του. Και το μέλλον είναι πάντα για την ποίησή του μια κατάστηθη ριπή. Η αποστροφή του για τους αστούς ποιητές δεν φαίνεται να χρειάζεται τον προσδιορισμό «αστός» για να δικαιολογήθεί. Φαίνεται να οφείλεται στην αναλαμπή του μέλλοντος που διαφαίνεται στα ποιήματά τους.

    Κατά τα άλλα στο δοκίμιο με τον τίτλο «Η πολιτική ουσία του λαϊκισμού» πολυχρησιμοποιεί τη λέξη «φασισμός» δίνοντάς της ένα νόημα που τον βολεύει κάθε φορά, και κάνει κι ο ίδιος αυτό που κατηγορεί τους άλλους: «κι ο «φωτισμένος» θεολόγος αποδέχεται κατ’ αρχήν τον δικό του «σταλινισμό», τον δικό του «φασισμό»», «Αυτή η επίκληση κι αυτή η χρησιμοποίηση του «λαϊκού» είναι ακριβώς ο φασισμός.»

    Στην ουσία, ονομάζοντας αυθαίρετα κάθε τι το δυσάρεστο, εξουσιαστικό ή χυδαίο κατά την άποψή του, «φασιστικό» (η επίκληση του «λαϊκού» είναι φασισμός; ) , αφαιρεί από τη λέξη την ιστορική και πολιτική της ουσία, την φτωχαίνει διαχέοντας το νόημά της, δημιουργεί μια λέξη πασπαρτού, σαν να μη βρίσκει άλλες λέξεις να χρησιμοποιήσει. Και φυσικά με τον τρόπο αυτό, με λέξεις πασπαρτού, λαϊκίζει άσχημα κι ο ίδιος, «ισοπεδώνοντας με το ρόπαλο της λαϊκιστικής συνθηματολογίας» κάθε διαφορετικό νόημα.

    Βρίσκω λοιπόν το δοκίμιο μάλλον ασυνάρτητο και αυθαίρετο.

    [1]: Ερχόμαστε από πολύ μακριά…
    [2]: ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΛΥΚΙΑΡΔΟΠΟΥΛΟΣ – ΠΟΙΗΜΑΤΑ

    Υ.Γ.: Η χρήση των εισαγωγικών στο δοκίμιο θα μπορούσε επίσης να σχολιασθεί, κατά τα ειωθότα.

  119. Mindkaiser said

    Λυκιαρδόπουλος για τον Θωμά Γκόρπα. Για όσους είχαν απορία αναφορικά με τη σύνδεση των στούκας και τον Ζαρατούστρα. 🙂

    Γερ. Λυκιαρδόπουλος – Ερχόμαστε από πολύ μακρυά…

    Στον ιστότοπο υπάρχουν και άλλα τεύχη των σημειώσεων.

  120. Mindkaiser said

    Μετά το 118, μπορείς να σβήσεις το 119 Νικοκύρη.

  121. Γς said

    116:
    Πλήρης στρέβλωση. Κανένας σεβασμός ούτε στο ερωτικό ένστικτο ούτε στο πολυπόθητο όραμα των ανδρών (‘ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων’).
    Και που κουράγιο μετά;
    Ούτε για το δημογραφικό ρε γμτ.

  122. Μαρία said

    Προσθέτω ακόμα δύο άρθρα.
    http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_05/03/2006_175853
    http://www.stasi.gr/analiseisafieromata/dekemvrisneolaias/211-2009-11-28-20-00-09

  123. dzach said

    Τα δύο κείμενα των συνδέσμων του #122 ξεκαθαρίζουν λίγο περισσότερο τη σκέψη του Λυκιαρδόπουλου, ίσως γιατί εστιάζουν σε συγκεκριμένα γεγονότα και ακινητοποιούν κάπως την εικόνα που δημιουργούν τα δοκίμιά του.

    Ο Λυκιαρδόπουλος φαίνεται να πάσχει για μιαν ελευθερία χωρίες όρια, την οποία έχει θελημένα τοποθετήσει εκεί που δεν μπορεί ποτέ να φτάσει. Συνθλίβεται ανάμεσα στη βαθια πίκρα για την επανάσταση που απέτυχε και στις επαναστάσεις που πάντα θα αποτυγχάνουν, γιατί κάθε τι που θα φτάνει στην πραγματοποίηση και θα αποκτά κάποια _δομή_ θα δημιουργεί γι αυτόν ένα δυσβάστακτο βάρος, μια νέα πνιγηρή ανελευθερία. Ανάμεσα σ’ αυτά τα άκρα, το μόνο που μπορεί να διακρίνει, θέλει δε θέλει, είναι το παρόν: “Θέλουμε δεν θέλουμε, αποτελεσματικά ή ατελέσφορα, υπερασπιζόμαστε το τ ώ ρ α […]». Προσπαθεί να διαστείλλει αυτό το ανέλπιδο παρόν όσο χρειάζεται για να αποφύγει τη μοιραία κατάληξη του μέλλοντος.

    Με αυτήν την ανάγνωση τα κείμενα του Λυκιαρδόπουλου αποκτούν περισσότερο ενδιαφέρον, γιατί δείχνουν ένα από τα προβλήματα που ταλανίζουν ένα τμήμα της αριστεράς, αν και αμφιβάλλω αν ο Λυκιαρδόπουλος αυτοτοποθετείται εκεί. Η εξιδανίκευση του μέλλοντος οδηγεί ουσιαστικά στην απόρριψη της προσπάθειας χτισίματός του, γιατί η δομή που θα δημιουργηθεί θα βάζει αναγκαστικά όρια στην ιδανική ελευθερία της φαντασίας, και η πείρα από το παρελθόν, η επανάσταση που κάποτε απέτυχε, είναι πικρή. Έτσι, το μόνο σχήμα που μπορεί να πάρει το υποκείμενο όπως έρχεται αντιμέτωπο με τον κόσμο είναι αυτό του αχινού, ή όπως το λέει ο Λυκιαρδόπουλος, «[…] η καλύτερη άμυνα ίσως να μην είναι τελικά η επίθεση αλλά η μίμηση του σκαντζόχοιρου […] η αδικαίωτη και μονότονη άρνηση του ξεράγκαθου».

    Η αδικαίωτη και μονότονη άρνηση.

    Του ξεράγκαθου.

  124. skol said

    Θα προσπαθήσω να πω ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα που λέει ο Κιντ, ποια είναι δηλαδή τα δικά μου συμπεράσματα σε σχέση με τους ποιητές περισσότερο.

    Δεν έχω πρόβλημα να δεχτώ ότι οι Έλληνες υπερρεαλιστές(ας βάλουμε και τον Ελύτη μέσα) ήταν στην πραγματικότητα συντηρητικοί αστοί που προσπαθούσαν να διαφυλάξουν την δημόσια εικόνα τους αποφεύγοντας συγκρούσεις και ανατροπές, υιοθετώντας αντιδραστικές πολιτικές απόψεις κτλ. Αλλά το τελευταίο βήμα που τους συνδέει με τη φασιστική ιδεολογία το βρίσκω μεγάλο και αστήριχτο. Δεν είναι τυχαίο που και στο άρθρο του Καγιαλή η αναφορά στη φασιστική ιδεολογία γίνεται βιαστικά στην τελευταία από τις 14 σελίδες του άρθρου του και το μοναδικό απόσπασμα έργου που αναφέρει είναι αυτό με τον Ανδρέα Σπέρχη που χαίρομαι που βλέπω ότι δεν έχει για όλους μονοσήμαντη ερμηνεία(116,121).

    Τέτοιες προσεγγίσεις δεν νομίζω ότι βοηθάνε να εξηγήσουμε τα σημερινά φαινόμενα. Η ευκολία να βλέπουμε φασιστική ιδεολογία από τον Εμπειρίκο και τον Σπέρχη του μέχρι το Γκάτσο με τα γεροντοκτονικά του και ακόμα παραπέρα στα σεξιστικά ανέκδοτα π.χ. ή ίσως και στα ποντιακά, περισσότερο θολώνει τα νερά παρά ξεκαθαρίζει την κατάσταση. Κατά την άποψή μου είναι μία τάση που πάει παρέα με την άλλη της συντηρητικής στροφής που έλεγε κάπου και η Ππαν όταν αναρωτιόνταν αν θα μπορούσε να βγει σήμερα ένα τραγούδι σαν το «ερωτικό»(και εγώ σ’αγαπώ …) του Πανούση (παρεμπ. ο Πανούσης έχει πει και για Γερμανίδες τουρίστριες κάτι)

    Για να το πω πιο παραστατικά (ελπίζω), δεν έχω πρόβλημα να δεχτώ ότι η εξύμνηση του ανδρισμού π.χ. είναι ένας φασιστικός δείκτης. Θα τους χαρίσουμε όμως και την ανδρεία; Κάτι τέτοιο πήγε να κάνει νομίζω ο Γαβρ. με εκείνο το ανεκδιήγητο για το Γκάτσο που βάζει λέει μόνο άντρες να κρατούν γιαταγάνια και να σπάζουνε πύλες κλπ. και αυτό υποτίθεται είναι ένα δείγμα φασιστικής ιδεολογίας.

    Κάτω από αυτό το πρίσμα δεν μπορώ να πω ότι χάρηκα που ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε τον τεχνοφασισμό λέει της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στα Πανεπιστήμια.

  125. sarant said

    124: Εγώ πάντως στα περισσότερα που λες συμφωνώ.

  126. skol said

    125: Ευχαριστώ … συνάδελφε!

  127. Νίκος Σταμπάκης said

    124: Πολύ σωστά. Με την προϋπόθεση ότι κατανοούμε παράλληλα πως δεν πρόκειται για απλό θέμα Ελλήνων αστών vs π.χ. Γάλλων ριζοσπαστών: το εγχείρημα του Καγιαλή εντάσσεται σε μια τυπικά ’90s διεθνή ακαδημαϊκή τάση αποδόμησης Dead White European Males, από την οποία δεν ξέφυγαν (μάλιστα αποτέλεσαν προνομιακό θέμα) οι εκπρόσωποι του διεθνούς υπερρεαλισμού και άλλων ριζοσπαστικών ρευμάτων (η βιβλιογραφία περί σεξισμού ή ακόμη και ρατσισμού των Γάλλων υπερρεαλιστών υπήρξε μεγάλη και συχνά εξ ίσου αυθαίρετη με το χωρίο του Καγιαλή που παρέθεσα παραπάνω). Απλώς η εδώ ανάλυση Καγιαλή και λοιπών δεν εστίασε σε αυτούς αλλά στις γνωστότερες στα καθ’ ημάς υποτιθέμενα ιερές αγελάδες. Από την άλλη, το κατά πόσον «δεν τολμούσαν» κτλ. είναι σχετικό. Π.χ., αφού περί Μ. Ανατολικού ο λόγος, είναι γνωστό από δημοσιευμένες επιστολές ότι ο Εμπειρίκος είχε πρόταση από τον Μπρετόν (που του την μετέφερε ο Νάνος Βαλαωρίτης) να εκδώσει το βιβλίο στα γαλλικά, αλλά κόβοντας τις «απαγορευμένες» εκφράσεις, και εκείνος αρνήθηκε κάθε αυτολογοκρισία. Επέμεινε βέβαια να βγει το βιβλίο με ψευδώνυμο για να προστατεύσει τον νεογέννητο τότε Λεωνίδα, αλλά κι αυτό ακόμη το αποφάσισε με πολλές επιφυλάξεις, μολονότι για τους Γάλλους συγγραφείς πολύ λιγότερο τολμηρών κειμένων το ψευδώνυμο ήταν σχεδόν αυτονόητη επιλογή. Τελικά το βιβλίο δεν βγήκε ελλείψει μετάφρασης, αλλά η ρετσινιά στον «άτολμο» Εμπειρίκο παρέμεινε.
    Ο Ελύτης, βέβαια, είναι άλλη περίπτωση…

  128. Orgilos said

    Το κείμενο του κ. Λυκιαρδόπουλου δε μου φαίνεται προσωπικά δύσκολο. Αυτό το οποίο κάνει απλώς είναι να υπερασπίζεται όλον αυτόν τον συρφετό της λεγόμενης «προοδευτικής διανόησης» και προσπαθεί να πολεμήσει όσους αντιτάσσονται σε αυτήν. Εγώ δε θα σταθώ στο επίπεδο των ιδεών. Έχει συζητηθεί πολύ αυτό το θέμα. Εγώ θέτω μόνο ένα ερώτημα: Από την περίοδο της σοσιαλιστικής λαίλαπας και μετά, ποιοί ήταν αυτοί οι οποίοι είχαν τη μεγαλύτερη πρόσβαση στον κρατικό κορβανά; Ποιών ακριβώς οι ταινίες τις οποίες δεν έβλεπε κανείς επιχορηγούνταν με εκατομμύρια; Όλος αυτός ο συρφετός των «προοδευτικών», «ανοιχτόμυαλων» κλπ έφαγε μια χαρά. Είχε (και έχει) όλα τα μέσα ενημέρωσης στη διάθεσή του για να κάνει ελεύθερα την προπαγάνδα του για την «ανοιχτή κοινωνία». Αυτό δε σημαίνουν ότι οι αντίπαλοι αυτών είναι τελείως άμεμπτοι ή ότι όσα λένε είναι σωστά. Με μια μικρή διαφορά όμως: Οι πρώτοι έγιναν οργανικοί διανοούμενοι. Το ότι πολύς κόσμος αδιαφορεί για αυτούς δεν το αντέχουν και γι’ αυτό καταφεύγουν στον δικό τους ελιτισμό. Κάτι αντίστοιχο με τους εντεχνιάρηδες στο τραγούδι. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες που επιτελούν «πολιτιστικό έργο» (μόνο φυσικά με κρατική επιχορήγηση)

  129. Ναυτίλος said

    128: Το κείμενο του Λυκιαρδόπουλου είναι εναντίον αυτού του όντως υπαρκτού συρφετού ψευτοδιανοουμένων, που έδρασαν επί ΠΑΣΟΚοκρατίας ( λαίλαπας ναι, σοσιαλιστικής όχι).

  130. ConspiRaki Theologist said

    κ. Σαραντάκο για πολλοστή φορά θα σας ευχαριστήσω για τη συμβολή σας στη διάδοση αξιόλογων γνώσεων, ή πιο απλά για όσα μας μαθαίνετε.
    Αγνοούσα τον Λυκιαρδόπουλο.
    Είναι, τουλάχιστον για μένα, εντυπωσιακό το κείμενό του· η οξυδέρκειά του στην αναγνώριση ιδεολογικών προτύπων(patterns), η συμπύκνωση των νοημάτων συνδυασμένη με ικανότητα πρωτότυπης ανεξάρτητης κριτικής σκέψης που δεν πατάει καμιά μασημένη μπανανόφλουδα από τον πολτό των προκατασκευασμένων ιδεών από πάσης φύσης καθοδηγητικούς μηχανισμούς και κυρίως η ικανότητά του να βγάζει τη μάσκα του newspeak, ακόμη κι όταν αυτό έχει μασκαρευτεί σαν αγνό παρθένο παρελθόν, τον καθιστά σημαντικότατο αποδομητή των καλουπιών σκέψης. Μια ειλικρινής ελευθερία αναδύεται από το λόγο του, εφάμιλλη των μεγάλων γραφιάδων της εποχής του Διαφωτισμού. Η υπεράσπιση δε του παρόντος δείχνει βαθιά κατανόηση της ουσίας ενός ευγενούς αναρχικού οράματος που προσκυνά ταπεινά και με δέος την αυταξία της ελευθερίας του Ανθρώπου.

    Σε ό,τι αφορά την πληθώρα σχολίων που τον θεωρούν δυσνόητο, ξεπερνώντας το εξαιρετικά εύστοχο σχόλιο «Έχει πλάκα πάντως που σήμερα το κείμενο σχολιάζει πολλά από τα σχόλια, ενώ είθισται να γίνεται το αντίστροφο«, θα συμβούλευα τους καλοπροαίρετους που δυσκολεύτηκαν, να τον διαβάσουν χωρίς κανένα από τους μπούσουλες που έχουν συνηθίσει (έστω και υποσυνείδητα) να χρησιμοποιούν.

    Και πάλι ευχαριστώ!

  131. sarant said

    130: Σε ευχαριστώ, αλλά ο έπαινος ανήκει κυρίως στη Μαρία που πρότεινε και πληκτρολόγησε τα κείμενα!

  132. ΘΕΡΣΙΤΗΣ said

    ΠΕΡΙ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΒΙΑΣ (άλλο ένα επίκαιρο του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου)
    http://hypnovatis.blogspot.gr/2012/09/blog-post_25.html

  133. sarant said

    Ευχαριστώ!

  134. Μπετατζής said

    http://dangerfew.blogspot.gr/2013/02/blog-post_19.html

  135. […] […]

Σχολιάστε