Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο Σεφέρης και οι αμαλάκες

Posted by sarant στο 13 Δεκεμβρίου, 2015


Κατά πάσα πιθανότητα, η τελευταία λέξη του τίτλου θα σας είναι άγνωστη. Ίσως να σκεφτήκατε πως έχει κάποια σχέση με τη συχνότερη ελληνική βρισιά, και σχέση υπάρχει αλλά όχι ετυμολογική ή εγγενής, δηλαδή οι αμαλάκες δεν είναι οι μαλάκες με άλφα στερητικό, δηλαδή οι μη μαλάκες. Τη λέξη την έχουμε ξανασυζητήσει στο ιστολόγιο, αλλά θαμμένη σε κάποια σχόλια του άρθρου για τον Σι Μαλάκας, τον προκατακλυσμιαίο (ελληνικής καταγωγής όπως δείχνει τ’ όνομά του) γενάρχη των Φιλιππινέζων, οπότε λίγοι θα τη θυμούνται.

Οι αμαλάκες, καταρχάς, είναι γένους θηλυκού. Η αμαλάκα λοιπόν είναι οπωροφόρο δέντρο της Ινδίας, Phyllanthus emblica το επιστημονικό της όνομα. Η λέξη έχει σανσκριτική ετυμολογία, και το δέντρο με τον καρπό του έχουν κάποια πολιτισμική και θρησκευτική σημασία στα μέρη εκείνα.

Τι σχέση έχει ο Σεφέρης με τις αμαλάκες, θα αναρωτηθείτε. Η λέξη υπάρχει σε ένα σατιρικό στιχούργημα του Σεφέρη, γραμμένο το 1931, που βρέθηκε στα χαρτιά του και σήμερα περιλαμβάνεται στο Τετράδιο Γυμνασμάτων Β’, ένα στιχούργημα που έχει τον τίτλο Ινδικό παραμύθι, και που, όπως θα δείτε, βρίθει από ινδοπρεπείς λέξεις.

Ινδικό παραμύθι

Κάτω απ’ τις κουβαροσουκιές
κάθεται η λωτομάτα
κόβει ντομάτα για σαλάτα
καδάμπες και γαντζιές.

Πώς τραγουδεί τζιντζιριστά
κι οι μπαμπουκαλαμιώνες
με τους αμπανοζιοδεντρώνες
γνέφουνται στα λιμνιά …

Ω, φρίκη! ξάφνου απ’ τους δρυμούς
πηδήσανε οι αρτζούνες!
Με κάτι φλογερές μουτσούνες
και με κακούς σκοπούς

κινήσανε κοπαδιαστά
να βρουν τον άσο κούπα
της κόρης πού ηταν σαν τουλούπα
στου Γάγγη τα νερά …

Μα η διαλεχτή των Νισχιαντχών
αρτζούνες δεν εσκιάχτη
και στο κοπάδι έβγαλε τ’ άχτι
τ’ αψύ των Βινταρμπχών.

Κι όταν εφύγαν μουλωχτά
πέρα στις αμαλάκες
είπε: «Α’ στο διάολο μαλάκες!..»
κι έφαγε ανόρεχτα.

Λονδίνο, 7. 11. 1931

Όπως κάθε τι το σκαμπρόζικο ή ευτράπελο που συνδέεται με κάποιο υψηλό πρόσωπο, το σατιρικό ποίημα του Σεφέρη έχει γίνει αρκετά δημοφιλές στο Διαδίκτυο και θα το βρείτε να αναδημοσιεύεται σε πολλές δεκάδες ιστοτόπους. Εδώ θα το ψάξουμε λίγο περισσότερο.

Λοιπόν, το ποίημα είναι γεμάτο άγνωστες λέξεις, ιδίως στις δύο πρώτες στροφές, σε βαθμό που να θυμίζει κάπως το «καράμπωσα το βούλινο διράνι, σαν άλιφο τουνέσι που κιράνει», από το ευφυέστατο υπερλεξιστικό σονέτο «Βάο, γάο, δάο» του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (κι αυτό αξίζει χωριστό άρθρο). Ωστόσο, ενώ όλες οι λέξεις του Λαπαθιώτη είναι φτιαχτές εκτός από άρθρα, συνδέσμους και συνδετικά μόρια, ο Σεφέρης απλώς διανθίζει το ποίημά του με λέξεις «υπαρκτές» αλλά άγνωστες, που δίνουν βέβαια το χρώμα στο ποίημα.

Έβαλα εισαγωγικά στις «υπαρκτές» λέξεις, επειδή οι αρτζούνες και οι καδάμπες και τα λοιπά εξωτικά δεν έχουν ενταχθεί στη γλώσσα μας, οπότε ας πούμε ότι στέκονται στο λίμπο ανάμεσα ύπαρξη και ανυπαρξία. Πάντως, τις σπάνιες λέξεις του ποιήματος δεν τις έβγαλε ο Σεφέρης από το μυαλό του (όπως ο Λαπαθιώτης το βούλινο διράνι), και μάλιστα κάποιες από αυτές μπορούμε να τις ετυμολογήσουμε: οι αμπανοζιοδεντρώνες, ας πούμε, είναι δεντρώνες από έβενο (που λέγεται και αμπανόζι, αντιδάνειο μέσω τουρκικών και αραβικών).

Αλλά το στιχούργημα δεν είναι ένα απλό λεκτικό παιχνίδι σε ινδικό διάκοσμο, έχει το νόημά του, που μας το εξηγεί ο ίδιος ο ποιητής, σε μια ιδιωτική σημείωση που συνοδεύει το ποίημα, και που σπάνια αναδημοσιεύεται στο Διαδίκτυο:

Λένε για τη Στροφή: » Λεξιοκρατική ποίηση» (Παράσχος), » ένα βιβλίο που προσφέρει μόνο λέξεις» (Θρύλος). Προσπάθησα να γράψω σύμφωνα με την ιδέα τους και δοκίμασα λέξεις που μου είναι ολωσδιόλου άγνωστες. Τις δανείστηκα από τον Λορέντσο Μαβίλη: Μπαχαμπαράτα- Νάλας και Νταμαγιάντη, 1915, σελ.33

Εκνευρισμένος λοιπόν από τις αρνητικές (ή μάλλον αμήχανες) κριτικές που είχε δεχτεί η πρώτη του ποιητική συλλογή, που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1931, ο Σεφέρης έκανε αυτό το πείραμα, αντλώντας λέξεις που να του είναι άγνωστες από το «Νάλας και Νταμαγιάντη», ένα επεισόδιο από τη Μαχαμπαράτα, που το είχε μεταφράσει ο Λορέντζος Μαβίλης. Υποψιαζόμαστε βέβαια ότι η βαριά λέξη του ποιήματος είναι οι αμαλάκες, που έχει την αποστολή να κάνει την ομοιοκαταληξία με τους μαλάκες, τους κριτικούς που τον εκνεύρισαν -για την ιστορία, οι περισσότερες κριτικές της Στροφής ήταν επιφυλακτικές ή αρνητικές. Δεν έχω βρει τα συγκεκριμένα κείμενα, αν και δεν είναι πολύ δύσκολο, νομίζω μάλιστα πως κάπου έχει κυκλοφορήσει απάνθισμα από εκείνες τις πρώτες κριτικές. Να σημειώσω ότι Θρύλος είναι ο Άλκης Θρύλος, δηλαδή η Ελένη Ουράνη.

Ο Σεφέρης τον καιρό εκείνο (από το 1931 έως το 1934) βρισκόταν στο Λονδίνο, όπου υπηρετούσε στο Προξενείο. Στις Μέρες Β’ παρατίθεται απόσπασμα από γράμμα του, με ημερομηνία 3 Νοεμβρίου. Εκεί ο ποιητής στέλνει στον αλληλογράφο του (ίσως είναι η Μαρώ, αλλά δεν μπορώ να το ελέγξω) μερικούς στίχους από μια «μπαλάδα» που είχε ξεκινήσει να φτιάχνει «στη γλώσσα του Κορνάρου» και που είναι αυτή εδώ. Και συνεχίζει:

Έγραψα κι άλλο ένα ποίημα προς τιμήν της άδολης ποίησης όπως τη βλέπουν διάφοροι κύριοι και κυρίες στην Αθήνα, αλλά είναι ακατάλληλο.
Έτσι ξεχνώ την ξενιτιά. Καληνύχτα.

Ολοφάνερα, το «ακατάλληλο» ποίημα είναι το Ινδικό παραμύθι, που τις αμέσως επόμενες μέρες θα το ξαναδούλεψε αφού η τελική μορφή έχει ημερομηνία 7 Νοεμβρίου. Κάποιος θα έχει συσχετίσει την αναφορά με το ποίημα, αλλά στο Διαδίκτυο δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία.

Να γυρίσουμε στη μετάφραση του Μαβίλη, ο οποίος ήξερε σανσκριτικά και είχε αρχίσει να μεταφράζει τη Μαχαμπαράτα. Η μετάφραση πρέπει να δημοσιεύτηκε στα Γράμματα της Αλεξάνδρειας και εκδόθηκε αργότερα σε ανάτυπο. Ο Μαβίλης έπεσε ηρωικά στον Δρίσκο το 1912 και άφησε τη μετάφραση μισοτελειωμένη, αλλά αργότερα τη συμπλήρωσε ο φίλος του ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης και εκδόθηκε σε δεύτερη έκδοση, μετά τον θάνατο και του Θεοτόκη, που υπάρχει και ονλάιν από την Ανέμη.

Ο Σεφέρης, πάντως, παραπέμπει στην πρώτη έκδοση, που δεν την έχω βρει. Πάντως, όλες οι σπάνιες λέξεις που χρησιμοποίησε στο ποίημά του είναι όλες παρμένες από την ίδια σελίδα, που βέβαια στη δεύτερη έκδοση δεν είναι πλέον η αρ. 33 αλλά η 79, η αρχή του κεφαλαίου ΙΒ’. Την παραθέτω, σημειώνοντας με μαύρα τις λέξεις που έχει αντλήσει ο Σεφέρης (την έχω πάρει από τη Βικιθήκη, αλλά διόρθωσα κάποια λάθη)

Τὸν κυνηγὸ σὰ σκότωσε προβῆκε ἡ λωτομάτα
μὲς σὲ ρουμάνια ἔρμα, φριχτά, τζιτζιριστά, γεμάτα
λιόντες, καπλάνια, τίγρηδες, βουβάλια, ἀρκοῦδες, λάφια,
μ’ ἀρίφνητα πετούμενα, μ’ ἄγριων κλεφτῶν ἐσνάφια,
πήχτρα ἀπὸ σαλοφιλουριές καὶ μπαμπουκαλαμιῶνες,       
ἀπὸ γκρισλέες, ἀγριοσουκιὲς κι ἀμπανοζιοδεντρῶνες,
μαζὶ μὲ κομμιδόδεντρα, κατάππες, τερμινάλιες,
μ’ ἀρτζοῦνες καὶ μὲ μέλεγες, νταλβέργες καὶ σαλμάλιες,
ροδομηλιές, μαγγόδεντρα, λῶδρες, γαντζιές, παντμάκες,
σάλες καὶ σπανοκάλαμα, καδάμπες κι ἀμαλάκες,  
πλάξχες καὶ κουβαροσουκιὲς καὶ τζιντζιφιές, μπανάνες
πλήθιες κ’ ἰνδοπορτοκαλιές, μαζὶ καὶ μπουχανάνες
πλατύφυλλες καὶ φοινικιὲς πολλὲς καὶ χαριτάκια
μυρόβολα καὶ χουρμαδιὲς καὶ πλήθια βιφιτάκια.
Κ’ εἶδε βουνά, λογῆς λογῆς μὲ πλούτια μέσα χίλια,       
λογγάρια πολυλάλητα, θιᾶμα φαράγγια σπήλια,
ποτάμια, ρεῖθρα καὶ λιμνιὰ κι’ ἄμετρα ἀγρίμια, ὀρνίθια,
πισάτσες, ράξχασες φριχτοὺς κι’ ὀφιοδαιμόνια πλήθια,
βάλτους, ψαρόλιμνες, βουνῶν κορφάδες καὶ συνάμα
παντοῦ ροὲς θεώρατες καὶ καταρράχτες θιᾶμα.       
Κοπαδιαστὰ τῶ Βινταρμπχῶν ἡ ρηγοθυγατέρα
βουβάλια, φίδια, ἀγριόχοιρους κι ἀρκούδια ἐκεῖ εἶδε πέρα.

και στην επόμενη σελίδα υπάρχει ένας στίχος απ’ όπου έχει επίσης αντληθεί λέξη:

Τῶ Νισχιαντχῶν, πλατύστηθε, γενάρχη, μακροχέρη,
ρήγα, ποῦ πᾶς καὶ μ’ ἄφησες σ’ ἔρμου ὀρμανιοῦ λημέρι;

Δώδεκα λέξεις συνολικά δανείστηκε ο Σεφέρης από τη μετάφραση του Μαβίλη. Οι δέκα είναι ινδικές ή υβριδικές, μία είναι ηχομιμητική (τζιτζιριστά) και μία ελληνικής ετυμολογίας, τα λιμνιά, λιμνούλες δηλαδή. Bέβαια, ο Σεφέρης διάλεξε μια σελίδα «κατάλογο», πλημμυρισμένη από ονόματα εξωτικών δέντρων και άλλων φυτών, και βλέπουμε ότι δεν ενδιαφέρθηκε πολύ για τη σημασία τους, αφού οι αρτζούνες πρέπει να είναι δέντρα ενώ στο στιχούργημα του Σεφέρη μετατρέπονται, ποιητική αδεία, σε πλάσματα -ζώα ή ανθρώπους, δεν είναι πολύ καθαρό.

Απ’ όλον αυτόν τον εξωτικόν κατάλογο, ο Μαβίλης (ή ο Θεοτόκης) δίνει μόνο μιαν εξήγηση, για τη λέξη «πισάτσες», που από κάτω σημειώνει: Πισάτσες (Piçacâs), δαιμόνια αρσενικά και θηλυκά ανάλογα με τους Ράξχιασες (βλ. σελ. 42, υποσημ. 1), αλλά ακόμη φοβερότερα. Φοβερότερα θα είναι.

Εδώ που τα λέμε, αν ήθελε να επεξηγήσει μία προς μία τις άγνωστες λέξεις, θα έπρεπε τα δύο τρίτα του βιβλίου να είναι υποσημειώσεις.

Βέβαια, από τότε που μεταφράζει ο Μαβίλης έχει περάσει ένας αιώνας, και, πέρα από τις εξωτικές λέξεις, και κάποιες άλλες λέξεις του Μαβίλη θα δυσκολεύουν τον σημερινό αναγνώστη, παρόλο που τις έχουν τα λεξικά, όπως ρουμάνια, αρίφνητα, εσνάφια, όπως και κάποιοι τύποι είτε διαλεκτικοί είτε της παλιάς δημοτικής, που δεν καθιερώθηκαν (θιάμα αντί για θάμα, πλήθια αντί για πλήθη).

Άλλωστε, και σε άλλα σημεία του έργου του Μαβίλη βρίσκουμε λέξεις δύσκολες, κι ας μην είναι καμιά τους εξωτική. Ένα παράδειγμα:

Τὸ Νάλα ἡ νηστεία γιὰ καιρὸ βασάνιζε περίσσο,
ὡς ποῦ μιὰ μέρα κάμποσα πουλιὰ εἶδε ποῦ τοὺς βάφει
τέτοιο ἕνα χρῶμα τὰ φτερά, ποῦ μοιάζουνε χρυσάφι,
καὶ μὲ τὸ νοῦ του εἶπ’ ὁ ἀρχηγὸς τῶ Νισχιαντχῶν ὁ ἀντρεῖος:
«Σήμερα θἄχω αὐτὰ φαγὶ καὶ θἆναι μέγα βίος.»      
Καὶ μὲ τὸ μόνο τὸ σκουτὶ ποῦ ἐφόρει ἐκούπωσέ τα,
μὰ τὸ ἄσκωσε τὸ κούντουμο καὶ στὸν ἀγέρα ἐπέτα.
Κ’ οἱ ἀγεροδρόμοι βλέποντας τὸ Νάλα χάμου νἄχει
γιὰ ντύμα τὴν ἁπλοχωριὰ ὁ κακόμοιρος μονάχη,
καὶ μὲ θλιμμένο βλέφαρο νὰ στέκει, ἀπ’ τὸν ἀγέρα      
τοὖπαν: «Εἴμαστε, ἀνέμυαλε, τὰ ζάρια κ’ ἐδῶ πέρα
ἤρθαμε νὰ σοῦ πάρουμε καὶ τὸ στερνό σου ντύμα!
Ἂ φορεμένος ἔφευγες, γιὰ μᾶς θὲ νἆταν κρῖμα!»
Τὰ ζάρια ἰδόντα φυγητὰ καὶ τὴ ζορκιά του ἁτός του,
ἐμίλησε ὁ Ἁγνοξάκουστος αὐτὰ τῆς γυναικός του:   

Είναι πολύ ωραίο, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε απόλυτα, κι ας μην έχει ινδικές λέξεις. Ο Νάλας προσπαθεί να πιάσει τα πουλιά, τα σκεπάζει με το ρούχο (σκουτί) του, αλλά του το ασκώνει (σηκώνει) το κούντουμο και πετάει, απ’ όπου συμπεραίνω πως η λέξη «κούντουμο» που δεν τη βρίσκω σε κανένα λεξικό μπορεί να σημαίνει «σμήνος, σμάρι». Και μετά τα πουλιά μιλάνε στον Νάλα και του λένε ότι ήταν γι΄αυτά θέμα τιμής να του πάρουν το τελευταίο του ρούχο, γιατί θα ήταν κρίμα α (αν) έφευγε ντυμένος (φορεμένος). Και η μεν ζορκιά είναι η γύμνια (αφού ζάρκος ή ζόρκος είναι ο γυμνός), αλλά αναρωτιέμαι αν τα ζάρια είναι η γνωστή λέξη με τη σημασία που όλοι ξέρουμε ή αν εννοεί κάτι εντελώς άλλο ή κάτι μεταφορικό.

Και μ’ αυτή την απορία θα μείνω, εκτός αν μου τη λύσει η συλλογική σας σοφία. Ενώ όποιος διαβάζει το ποίημα του Σεφέρη, τώρα θα ξέρει τι είναι οι αμαλάκες -και ποιοι ήταν οι μαλάκες.

 

60 Σχόλια to “Ο Σεφέρης και οι αμαλάκες”

  1. gpoint said

    Καλημέρα

    εμένα πάντως το αρτζούνες μου κάνει για πληθυντικός του Αρτζούνα,κάποιον σαν το αντίστοιχο του Αχιλλέα στη Μαχαμπαράτα δλδ

  2. Γς said

    Αντε μεσημεριάσαμε!
    Πάω σε κάτι βαφτίσια και μετα κλπ.Ελπίζω μέχει τότε να έχει λυθεί η απορία

  3. cronopiusa said

    Έτσι ξεχνώ την ξενιτιά. Καληνύχτα.

    Καλή σας μέρα!!!

  4. gbaloglou said

    πιθανολογώ πως «ζάρια» = «κλεφτρόνια», κατά το «ζαρώνω» (ενεργητικό) = «κλέβω»

  5. Νέο Kid L'Errance d'Arabie said

    Zάρια κανονικά (κύβους δηλαδή) εννοεί ο ποιητής. Εμπνευσμένο από τα ιμάτια του Ίσα που έπαιξαν στα ζάρια οι προβυζαντινοί, σύμφωνα με τας γραφάς.

  6. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    3: Πού τα βρίσκεις;!

    4: Λες;

  7. Οι πισάτσες φαίνεται πράγματι να είναι ανάλογα, ίσως όχι όμως ακόμα φοβερότερα δαιμόνια από τους ράξχιασες: διαβάζω αλλού ότι they were evil by nature, chattering incessantly and, although aligned with the RAKSHASAS, were ranked beneath them.

    Το καλύτερο είναι ότι οι πισάτσες μιλούσαν λέει Paiśācī, μια νεκρή και ίσως εν πολλοίς θρυλική/ανύπαρκτη αρχαία γλώσσα της βόρειας Ινδίας: The etymology of the name suggests that it is spoken by piśācas, «ghouls». In works of Sanskrit poetics such as Daṇḍin’s Kavyadarsha, it is also known by the name of Bhūtabhāṣa, an epithet which can be interpreted either as a «dead language» (i.e. with no surviving speakers), or as «a language spoken by the dead» (i.e. ghouls or ghosts), the former interpretation being more realistic and the latter being the more fanciful. . Ωραίο ε;

    Ωραία και η ιστορία των επτανήσιων με ανατολικά ενδιαφέροντα! Μα να μετέφρασε πράγματι από τα σανσκριτικά ο πολυτάλαντος Μαβίλης; Απ’ ό,τι φαίνεται όμως και ο Θεοτόκης ήξερε σανσκριτικά, μια και σε μια σημείωση στον πρόλογο της μετάφρασης γράφει ότι «στη μετάφρασή μας, τόσο ο Μαβίλης όσο κ’ εγώ, ακολουθήσαμε όσο ημπορούσαμε πιστά… το κείμενο του Kellner (Λειψία, 1885), μόνο κάπου κάπου επροτίμησα εγώ το κείμενο της Βομβάης». To «κείμενο του Kellner» πάντως μοιάζει να είναι κάτι σαν έκδοση για αρχαρίους ( with glossary and notes, for beginners in Sanskrit). Ο Θεοτόκης είχε μεταφράσει από τα αγγλικά και διάφορα ιαπωνικά κείμενα και παραμύθια, και όπως μαθαίνουμε από ένα σημείωμα του Φίλιππου Βλάχου (στον τόμο Ανθολογία ελληνικών παραμυθιών, έκδοση του 8ου Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή, 1982, εικάζω υπό την καθοδήγηση του Μ. Γ. Μερακλή) ετοίμαζε (γύρω στο 1900) μια «κολοσσιαία εργασία όπου μελετά συγκριτικά τη Σανσκριτική, τη Ρωμαϊκή, την Αρχαία και τη νεώτερη ελληνική μυθολογία [και που] μένει ανέγδοτη ακόμα».

  8. sarant said

    7: Αχ και ποιος θα τα εγδώσει όλα αυτά…

  9. Εύη Ευθυμίου said

    Καλημέρα και ευχαριστώ για το άρθρο και τα ποιήματα που φέρανε τα χρώματα κι αρώματα της Ινδίας στο γκρίζο πρωινό του Λονδινου. Όσο για τα ζάρια, η πρώτη εντύπωση που σχημάτισα διαβάζοντας το κομμάτι, ήταν η κυριολεκτική σημασία τους. Το όλο απόσπασμα θυμίζει μύθους Αισώπου με ηθικό δίδαγμα κλπ.

  10. Αν πάντως κανείς επίγονος του Μαβίλη και του Θεοτόκη ενδιαφέρεται για μεταφραστική άσκηση, να η μπαλάντα του Νάλα σε σανσκριτικά και σε μεταγραφή:
    http://www.sanskritweb.net/sansdocs/nala-d.pdf και http://www.sanskritweb.net/sansdocs/nala-t.pdf αντίστοιχα.
    Πεδίον δόξης λαμπρόν!

  11. gbaloglou said

    4-6 Προτείνεται κατ αναλογία προς το «σουφρώνω» — πιστεύω ότι την έχω δει/ακούσει αυτήν την χρήση, πλην όμως το γκουγκλ δεν με δικαιώνει … για μια ενδεχόμενη μαρτυρία αλλαγής νοήματος βλέπε εδώ 🙂

  12. cronopiusa said

    La Historia de Nala y Damayanti
    (Tomada del Mahabharata, Vana Parva.)

    VI

    …“No puedo contener mi ira,
    Poseeré a Nala y todo le quitaré mediante el juego,
    ¡Entra tú en los dados! ¡Que pierda incluso a la hija de Bhíma!”

    VIII

    … Frutas y raíces buscaron afligidos por el hambre,
    Hasta dar con unos pájaros de dorado plumaje;
    Les lanzó él su tela, mas se la llevaron por el aire,
    Dejando cabizbajo y desnudo, a ese león en coraje.

    “Debes saber, —le dijo el rey— que además de números conozco de dados…”

  13. Spiridione said

    Το πρώτο απόσπασμα του Μαβίλη εδώ μεταφρασμένο στα αγγλικά από μια παλιά μετάφραση. Πολλές από τις λέξεις τις αφήνει αμετάφραστες ο Άγγλος.
    «Vrihadaswa continued, ‘Having destroyed that hunter Damayanti of eyes like lotus leaves, went onwards through that fearful and solitary forest ringing with the chirp of crickets. And it abounded with lions, and leopards, and Rurus and tigers, and buffaloes, and bears and deer. And it swarmed with birds of various species, and was infested by thieves and mlechchha tribes. And it contained Salas, and bamboos and Dhavas, and Aswatthas, and Tindukas and Ingudas, and Kinsukas, and Arjunas, and Nimvas, and Tinisas and Salmalas, and Jamvus, and mango trees, and Lodhras, and the catechu, and the cane, and Padmakas, and Amalahas, and Plakshas, and Kadamvas, and Udumvaras and Vadaris, and Vilwas, and banians, and Piyalas, and palms, and date-trees, and Haritakas and Vibhitakas. And the princess of Vidarbha saw many mountains containing ores of various kinds, and groves resounding with the notes of winged choirs, and many glens of wondrous sight, and many rivers and lakes and tanks and various kinds of birds and beasts. And she saw numberless snakes and goblins and Rakshasas of grim visage, and pools and tanks and hillocks, and brooks and fountains of wonderful appearance. And the princess of Vidarbha saw there herds of buffaloes. And boars, and bears as well as serpents of the wilderness. And safe in virtue and glory and good fortune and patience, Damayanti wandered through those woods alone, in search of Nala. And the royal daughter of Bhima, distressed only at her separation from her lord, was not terrified at aught in that fearful forest. And, O king, seating herself down upon a stone and filled with grief, and every limb of hers trembling with sorrow on account of her husband, she began to lament thus: ‘O king of the Nishadhas, O thou of broad chest and mighty arms, whither hast thou gone, O king, leaving me in this lone forest? O hero, having performed the Aswamedha and other sacrifices, with gifts in profusion (unto the Brahmanas), why hast thou, O tiger among men, played false with me alone?
    http://www.sacred-texts.com/hin/m03/m03064.htm
    Για το δεύτερο απόσπασμα σαφώς και είναι ζάρια, παίζει μεγάλο ρόλο ο τζόγος στη Μαχαμπαράτα. Και παραπάνω ο Μαβίλης έχει τη λέξη ντζόγος. Dice μεταφράζει ο Άγγλος. Το κουντούμι είναι ύφασμα και αυτό, garment μεταφράζεται στα αγγλικά.
    http://www.sacred-texts.com/hin/m03/m03061.htm

  14. sarant said

    10-11
    Bρήκα και μιαν αγγλική μετάφραση του αποσπάσματος, που αποδίδει επίσης ζάρια (dice), οπότε για ζάρια θα πρόκειται:

    After grievous days,
    Pinched ever with sharp famine, Nala saw
    A flock of gold-winged birds lighting anigh,
    And to himself the famished Raja said:—
    «Lo! here is food; this day we shall have store;»
    Then lightly cast his cloth and covered them.
    But these, fluttering aloft, bore with them there
    Nala’s one cloth; and, hovering overhead,
    Uttered sharp-stinging words, reviling him
    Even as he stood, naked to all the airs,
    Downcast and desperate: «Thou brain-sick Prince!
    We are the dice; we come to ravish hence
    Thy last poor cloth; we were not well content
    Thou shouldst depart owning a garment still.»
    \And when he saw the dice take wings and fly,
    Leaving him bare, to Damayanti spake
    This melancholy Prince:

    http://www.gutenberg.org/files/13268/13268-h/13268-h.htm#NALA_AND_DAMAYANTI_b

  15. sarant said

    …κι έπεσα πάνω στον Σπύρο (13)

  16. Νέο Kid L'Errance d'Arabie said

    Ξα σου ρε!!

  17. Νέο Kid L'Errance d'Arabie said

    Το στερνό ντύμα και τα ζάρια είναι σαφώς εμπνευσμένα από τον Ιησού, ρε!
    Τον Μαβίλη τον πιάνω σε όλα τα κρυφά νοήματα να ούμε ,καθότι έχουμε και οι δυο IQ 168 (=4*42)

  18. sarant said

    17 Και οι δυο μεγάλοι σκακιστές άλλωστε!

  19. cronopiusa said

    6

    μα, με εμπνέετε…

    Peter Brook – Mahabharata 1

    Mahabharata Peter Brook 2

  20. Ριβαλντίνιο said

    Σήμερα περιμένω/λαχταρώ παρέμβαση Σμερδαλέου !!!

  21. smerdaleos said

    @20, Ριβαλντίνιο: Για ποιο θέμα ακριβώς;

  22. Ριβαλντίνιο said

    Περίεργη θρησκεία είχαν οι Ινδοί, θεούς με κακάσχημες μουτσούνες :

    Αυτός

    https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%93%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82

    http://www.sarantoskargakos.gr/content/%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82

    τελικά αλλαξοπίστησε ή όχι ;

    ———————————————————————–
    Κάτι άσχετο .

    Γι’αυτό τι λέτε ;

    Η άγνωστη πρόταση Μεταξά στους κομμουνιστές να συγκυβερνήσουν (το ’22)
    http://news247.gr/eidiseis/mixani-tou-xronou/mhxanh-toy-xronoy-h-agnwsth-protash-metaksa-stoys-kommoynistes-na-sygkyvernhsoyn.3815265.html?utm_source=Contra&utm_medium=epiloges_home&utm_campaign=24MediaWidget

    Για πείτε οι ειδικοί.
    Ισχύει ή είναι υπερβολές του Κορδάτου ;

  23. Ριβαλντίνιο said

    @ 21 smerdaleos

    Για όλες αυτές τις «ινδικούρες» στα πλαίσια της ινδοευρωπαϊκής ομογλωσσίας και κοινής μυθιστορίας/θεολογίας ή για ότι άλλο βρεις εσύ ενδιαφέρον !

  24. Spiridione said

    Νικοκύρη, για το κούντουμο έχεις δίκιο, το χρησιμοποιεί και αλλού ο Μαβίλης πιο ξεκάθαρα
    http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?filename=%2Fvar%2Fwww%2Fanemi-portal%2Fmetadata%2F7%2F0%2Fe%2Fattached-metadata-54c5a2ab014d2d52ccf5d68dd8777b0a_1289892360%2F90037_w.pdf&rec=%2Fmetadata%2F7%2F0%2Fe%2Fmetadata-54c5a2ab014d2d52ccf5d68dd8777b0a_1289892360.tkl&do=90037_w.pdf&width=841&height=595&pagestart=1&maxpage=82&lang=el&pageno=22&pagenotop=22&pagenobottom=42

    Για τα δέντρα του αποσπάσματος υπάρχει μια ανάλυση εδώ στα γαλλικά
    Le pépiement des grillons dans la forêt terrifiante abondant en lions et barbares est charmant. Laissons au poète le bénéfice du doute et attribuons cela à la licence poétique car les lions ne peuvent rugir de tout leur soûl que dans la savane sèche du Gujarāt et je crois savoir que les grillons préfèrent aussi les prairies herbeuses. J’ai déjà parlé des sals, qui sont de grands arbres aux troncs très droits et au feuillage persistant, poussant en climat tempéré, comme aux pieds des Himalayas, et qui auraient la faveur de Vishnu. Les dhavas sont des arbres de taille moyenne, au tronc droit et à l’écorce lisse, poussant dans tout le sous-continent en zones tropicales et de la plus grande utilité. Leurs feuilles, ovales allongées et caduques, fournissent du tanin et leur sève une gomme utilisée pour teindre les calicots et pouvant se substituer à la gomme arabique. Ashvattha est selon le dictionnaire de Monier-Williams un autre nom du pipal (pippala), mais dans la section 15 du Bhagavad Gītā il désigne incontestablement un banian (nyagrodha: poussant vers le bas). Les tindukas ou tendus, aussi connus sous le nom d’ébène indien, poussent uniquement en Inde du sud et ont de multiples usages dont: 1/ celui des feuilles pour envelopper les bīdis (cigarettes); 2/ les fruits donnent une résine pour colmater les bateaux. Les arjunas sont des arbres élancés au tronc gris clair, mais pas blanc comme leur nom semble l’indiquer, poussant de préférence le long des rivières. On peut les reconnaître entre autres à leurs fruits pentagonaux avec cinq petites ailes aiguës, leurs feuilles persistantes dentelées poussant en paires opposées et leur canopée retombant comme une chevelure. L’arjuna est fameux pour les vertus médicinales variées de son écorce. Les lodhras sont aussi appelé tilaks car leur écorce était principalement utilisée pour tracer cette marque distinctive de la foi hindoue au milieu du front. De nos jours elle est aussi utilisée comme teinture et a des vertus reconnues en médecine ayurvédique. Ce sont des arbres de petite taille poussant dans les zones humides. La citation des catechus dans cette liste est un autre exemple de licence poétique car on imagine mal comment un acacia, hôte des zones désertiques pousserait au milieu de la jungle du Madhya Pradesh où se situe la scène. Cette forêt doit définitivement être classée au patrimoine de l’Unesco car tous ses arbres sont d’une grande utilité et ne poussent souvent qu’au Bhārat varsha!
    http://mahabharata.fr/pages/LXIV.html
    Για τους amalahas δεν λέει κάτι

  25. smerdaleos said

    @23: δεν βρήκα κάτι που να με προέτρεπε προς σχολιασμό, αλλά αν θέλεις να ανοίξεις συζήτηση ευχαρίστως.

  26. Spiridione said

    Για το amalaka εδώ
    https://en.wikipedia.org/wiki/Amalaka

  27. 26 Η γαλλική βίκι διασαφηνίζει ότι είναι και ονομασία καρπού (le fruit dénommé groseille à maquereau). ΟΕΔ 🙂

  28. Spiridione said

    27. Ιερό φυτό, έχουν και γιορτή
    https://en.wikipedia.org/wiki/Amalaka_Ekadashi

  29. sarant said

    Εισαγωγή από καρπούς αμαλάκας δεν βλέπω πάντως να γίνεται 🙂

  30. smerdaleos said

    @23, Ριβ.: Για όλες αυτές τις «ινδικούρες» στα πλαίσια της ινδοευρωπαϊκής ομογλωσσίας και κοινής μυθιστορίας/θεολογίας ή για ότι άλλο βρεις εσύ ενδιαφέρον !
    —-

    Να πω για την ετυμολογία του ομηρικού επιθέτου της τοξότριας Αρτέμιδος Ἱοχέαιρα και πως το σανσκριτικό επίθετο του ινδικού θεού Indra iṣu-hasta = «με βέλος στο χέρι» μας βoήθησε να το ετυμολογήσουμε ως

    *h1iswo-g’hes-r.-ih2 = «με ῑό/βέλος στο χέρι»;

    Η Ιοχέαιρα Άρτεμις

    Το ελληνικό χείρ είναι από το ΙΕ *g’hes-r. που στην εναλλακτική μορφή *g’hos-tos έδωσε το ινδικό hasta = «χέρι» και το ελληνικό ἀγοστός = «παλάμη».

    Γι΄αυτό και ένας ωραίος ποιητικός σανσκριτικός όρος για «αθώος» είναι a-kravi-hasta (= IE *n.-krewh2-g’hos-tos), κυριολεκτικά «αναιματόχειρ, αυτός που δεν έχει λερώσει τα χέρια του με αίμα».

    Η ρίζα *krewh2s «αίμα, ματωμένη σάρκα» που έδωσε το σανσκριτικό kravis = «αίμα» είναι αυτή του ελληνικού όρου κρέϝας, του αγγλικού raw = «ωμός», του λατινικού crūdus «ωμός» και του σλαβικού «αίματος» krv.

    https://en.wiktionary.org/wiki/Appendix:Proto-Indo-European/krewh%E2%82%82-

  31. Ιάκωβος said

    Βέβαια τα ζάρια. Όλης της Μαχαμπαράτας το σενάριο έχει σαν πρώτο σημείο καμπής έναν αγώνα ζαριών, στον οποίο ο βασιλιάς, ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέρφια που είχε μανία με το παίγνιον, έχασε τα πάντα. Τα ζάρια βέβαια ήταν φτιαγμένα από τον Σάκουνη, το θείο του.

    Ο Νάλας, τώρα, ήταν χουμαρτζής και το ποίημα Νάλας και Νταμαγιάντη, είναι διήγηση μέσα στη διήγηση, που το ηθικό της διδαγμα είναι: μην παίζετε ζάρια, θα φάτε το κεφαλάκι σας.

    Το Νάλα τον διάβασα από το δύσπεπτο Μαβίλη. Η Μαχαμπαράτα πάντως, έχει μερικά κομμάτια εκπληκτικά. Βέβαια, δε θέλει φαντασία για να καταλάβει κανείς οτι δεν διάβασα το πρωτότυπο ούτε σε μετάφραση, αλλά στο πεζό του σεναριογράφου και άλλα, Ζαν Κλωντ Καριέρ)

    Μου αρέσει εκεί που, μετά τη μάχη του Κουρουξέτρα, ο Μπίμα, ο Ηρακλης ας πουμε των Πάνταβας, νικητής στην τελική μονομαχία, καλεί την Ντραουπαντή που ο νεκρός αντίπαλός του στην αρχή του έργου την πρόσβαλλε και την έγδυσε ενώ εκείνη είχε περίοδο, και της λέει να λούσει τα μαλλιά της στο αίμα του ξεκοιλιασμένου. Μετά ο Μπίμα έξαλλος από χαρά, χώνει τη δική του μούρη του στα ανοιγμένα εντόσθια του εχθρού του φωνάζοντας, για να βιώσει το θρίαμβο και την εκδίκηση.

    Και λέει η Μαχαμπαράτα: «Μερικοί όμως λένε ότι τον άκουσαν να ψιθυρίζει, -Ούτε τότε βρήκαμε την ευτυχία, αλλά ούτε και τώρα»

  32. 32 τέλος: τι ωραίο αυτό!

  33. Υαλτις said

    Το σημερινό αρθρο το απόλαυσα.Ευχαριστώ οικοδεσπότη, για το ωραίο Κυριακάτικο απόγευμα.

  34. sarant said

    32:΄Νάσαι καλά Ιάκωβε, δεν το είχα διαβάσει και τα ζάρια με ξένισαν

    34: 🙂

  35. 32 Εικονογράφηση:

  36. Corto said

    22 (Ριβαλντίνιο):

    «Η άγνωστη πρόταση Μεταξά στους κομμουνιστές να συγκυβερνήσουν»

    Πάντως στην (δικτατορική) κυβέρνηση Μεταξά διορίστηκε ως Υπουργός Εργασίας ο κομμουνιστικών καταβολών Αριστείδης Δημητράτος, ο οποίος εισηγήθηκε την καθιέρωση του οκταώρου. Εικάζω ότι ήταν και ο εμπνευστής του εορτασμού της (μεταξικής) Εργατικής Πρωτομαγιάς.

  37. Η μετάφραση που βλέπω εδώ είναι κάπως διαφορετική και πιο, χμ, πεζή («O wretch amongst men, here I drink thy life-blood from thy throat… Through the wickedness of Dhritarashtra and his son, we have endured all these woes. Happiness has never been ours.»). Θα προτιμήσω όμως, Ιάκωβε, τη δική σου απόδοση, ακόμα και αν είναι δημιούργημα της μνήμης σου 🙂

  38. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Έλειπα σε φαγοπότι και γλεντάκι στη Στροφή (Πέραμα), και ήρθα κι ηύρα δω γι΄ άλλη Στροφή στροφές 🙂 Τί ωραίο!
    Τα μαγγόδεντρα και τα κομμιδόδεντρα ήξερα μόνο(ντάξει και ροδομηλιές και φοινικιές 🙂 )
    Για τα ζάρια(αντιγράφω απ το δικό μου, των Μαβίλη/Θεοτόκη-αλλά όχι η πρώτη έκδοση):
    Μαχαμπχαράτα ΣΤ΄ σελ.59: Ω Κάλη,δε μας λέτε ,πού πάτε εσύ κι ο Ντβάπαρας; «Στ΄αντροδιάλεγμα της Νταμαγιάντης πάω…»
    στο κάτω μέρος της σελίδας επεξηγεί:
    Κάλης η πλευρά με τον άσο,η χειρότερη για τον παίχτη.Ο Ντβάπαρας είναι η μεριά του δύο.

  39. Γιάννης Ιατρού said

    Νικοκύρη, μήπως έχει πιάσει κάτι δικό μου η παγίδα; Το έχω στειλει 2Χ αλλά δεν φαίνεται πουθενά 😦

  40. Βάταλος said

    Εντιμώτατοι κύριοι,

    με κίνδυνον να δεχθώ νέαν πορτοκαλιάν κάρταν και εμπιστευόμενος τον σεβασμόν του κ. Σαραντάκου εις την αντίθετον άποψιν, επιτρέψατέ μοι να αναρτήσω ενταύθα εν εξαίρετον ποίημα του Σεφεριάδη (μάς το αποκρύπτουν οι πάντες, αλλά το ψευδώνυμον «Σεφέρης» το είχε υιοθετήσει επειδή εμίσει θανασίμως τον Σμυρνιόν πατέρα του: Τα έχει περιγράψει άριστα η αδελφή του, Ιωάννα Τσάτσου, εις τας αναμνήσεις της…) που ουδέποτε ετόλμησε να αναρτήσει το Σαραντάκειον Ιστολόγιόν εις τα 6 έτη της λειτουργίας του. Θα συμφωνήσετε – νομίζω – ότι είναι πολύ ανώτερον από τα «Γαργάλατα» του Γεωργίου ΑΘάνα. Κυρίως, όμως, πρόκειται διά πραγματικόν ποίημα του Σεφεριάδη, ενώ το «Γαργάλατα» είναι κατασκεύασμα του ΔΟΛ, ως έχει αποδείξει αριστοτεχνικώς το παρόν Ιστολόγιον:

    «Τά μονοκοτυλήδονα
    καί τά δικοτυλήδονα
    άνθίζανε στόν κάμπο
    σοϋ τό ‘χαν πει στόν κλήδονα
    καί σμίξαμε φιλήδονα
    τά χείλια μας, Μαλάμω!»

    Ιδού και τα πειστήρια από την έκδοσιν του ΜΙΕΤ (2004) «Ο Σεφέρης στην πύλη της Αμμοχώστου» που δύνασθε να καταβιβάσητε ενταύθα .Αναβιβάζω έν αποκαλυπτικόν απόσπασμα από την εισήγησιν του Σάββα Παύλου (σελίδες 227 + 228)

    Μετά πάσης τιμής
    Γέρων Βάταλος
    αιμύλος και σπουδαιόμυθος

  41. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Η Μπαχαμπαράτα, μεγάλη θεατρική παραγωγή σε σκηνοθεσία Πήτερ Μπρουκ, ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα επί Μελίνας το 1985 για την Αθήνα -πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Πήτερ Μπρουκ και Πήτερ Στάιν εκείνο το καλοκαίρι στο Θέατρο Βράχων.

  42. spyridon said

    πολύ χορταστικό το σημερινό. ευχαριστούμε.

    Η Ινδική τηλεόραση έκανε μια μεγάλη παραγωγή 94 επεισοδίων.
    https://en.wikipedia.org/wiki/Mahabharat_(1988_TV_series)
    Το 90-91 φοιτητής τα είδα σχεδόν όλα όταν το έδειξε το BBC σε μεταμεσονύκτιες ώρες.
    Θα υπάρχει φαντάζομαι σε DVD και στο διαδίκτυο.

    Μάλιστα και τα 94 επεισόδια στο γιουτούμπι. Ορεξη να έχετε και χρόνο για ξενύχτι.
    http://tinyurl.com/h5c6gmn

  43. sarant said

    40 Ναι, το είχε τρεις φορές -ελευθέρωσα την τελευταία

  44. Γιάννης Ιατρού said

    44: μαζί γράφαμε 🙂 σου έστειλα mail πρωτού δώ το σχόλιό σου

  45. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    Καλημέρα! Καλή εβδομάδα!

    Ωραίο το κείμενο -και δύσκολο- αλλά αξίζει να εντρυφήσει λίγο, όσο μπορεί, κανείς, με κέρδος το συμπέρασμα, άλλη μια φορά, ότι δεν είμαστε οι μόνοι στου πολιτισμού τη σφαίρα. Η Ανατολή έχει ακόμα πολλά να πει.

    7, επί της τελευταίας παραγράφου σου:

    Δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, μοναδικό στην Ελλάδα κι ένα από τα σπουδαιότερα της Ευρώπης, στεγάζεται στο παλιό Αρμοστείο της Κέρκυρας, το Ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, φιλοξενώντας τη μοναδική συλλογή του συλλέκτη και διπλωμάτη Γρηγορίου Μάνου (1850-1928).

    Είναι κρίμα που από τις δεκάδες χιλιάδες των «πιστών», που συρρέουν κάθε Μεγάλη Εβδομάδα στο νησί, λίγοι κάνουν τον ελάχιστο κόπο να το επισκεφτούν, ενώ η είσοδός του είναι δωρεάν εκείνες τις ημέρες. Δεν λέω, ωραία η Γκερέκου, αλλά η ομορφιά που βρίσκει κανείς στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης είναι παντοτινή!

  46. Ιάκωβος said

    Δύτης των νιπτήρων said
    Θα προτιμήσω όμως, Ιάκωβε, τη δική σου απόδοση, ακόμα και αν είναι δημιούργημα της μνήμης σου 🙂

    Μακάρι, Δύτη, να είχα τόσο δημιουργική αμνησία. Έτσι περίπου το γράφει, σε πεζή ελεύθερη μεταγραφή, ο Καριέρ:

    «…Όταν σταμάτησε, έσκυψε για τελευταία φορά πάνω στο πτώμα με την ανοιγμένη κοιλιά.είχε πάρει την πολυπόθητη εκδίκηση, μα κατά βάθος δεν αισθανόταν καμιά χαρά.Τον άκουσαν μάλιστα να λέει στον νεκρό Ντουσάσανα:
    «Ούτε παλιά, μα ούτε και τώρα γνωρίσαμε την ευτυχία.»
    Έπειτα πήρε την Ντραουπάντι και γύρισαν στο στρατόπεδο των Πάνταβα…»

    Εκδ. Κλειδί, μετάφραση Ελένη Κεκροπούλου.

    Μπορεί ο Καριέρ να στηρίχτηκε σε άλλη μετάφραση ή να το παράφρασε ελεύθερα, ακολουθώντας το πνεύμα της Μαχαμπαράτα ή απλά το δικό του. Μπορεί και να υπονοεί οτι μέσα σε αυτούς που τον άκουσαν δεν συμπεριλαμβανόταν ο Βιάσα, που έγραψε το έπος. 🙂 Ποιος ξέρει. Αλλά κι εγώ αυτήν την εκδοχή προτιμώ.

  47. Α μάλιστα! Οι συνήθεις ύποπτοι Γάλλοι 🙂 Έχεις διαβάσει το δοκίμιο του Μπόρχες για τους μεταφραστές των Χιλίων και Μιας Νυχτών; Κάπως έτσι μετέφραζε και ο δόκτωρ Μαρντρύς.

  48. Ιάκωβος said

    Όχι, δεν το ‘χω διαβάσει. Πάντως, ο Καριέρ έκανε καλή δουλειά στο έργο του Μπρουκ. Λένε ότι το δουλεύανε μαζί δέκα χρόνια. Η παράσταση κράταγε εννιά ώρες. Έγινε και ταινία.

    Το βιβλίο ίσως να το έγραψε μετά. Βολεύει αν κάποιος θέλει να καταλάβει περίπου τι είναι η Μαχαμπαράτα.

    Και η αρχή του Καριέρ είναι ωραία. Ένα παιδί μέσα στο δάσος βλέπει έναν ασκητή, που του λέει οτι γράφει ένα βιβλίο. Το παιδί τον ρωτάει: για τι πράγμα μιλάει το βιβλίο; Κι ο ασκητής του απαντάει: Το βιβλίο μιλάει για σένα.

  49. cronopiusa said

    😦

    Ιάκωβε, Δύτα,

    δείτε στο 19

    Peter Brook – Mahabharata 1

    Mahabharata Peter Brook 2

  50. leonicos said

    Καλά, τι να πούμε πάλι για το σημερινό άρθρο. Από πού ξεκίνησε και πού έφτασε. Σε ποιον απ’ όλους αξίζει το μπράβο; Ας το πάρει ο Γς!

  51. nikiplos said

    Σχετικά με τη Mahabharata στα 80ς είχαν πουλήσει στη Μητέρα μου που ήτο ιδιαιτέρως περίεργη, μια κασέτα και ένα βιβλίο κάπου στην Αιόλου… Από την κασέτα είχα ξεχωρίσει αυτό το τραγούδι:

  52. Ἀχιλλέας Τζάλλας said

    Νὰ σημειώσω ὅτι ἡ ἐπιστολὴ δὲν θὰ μποροῦσε νἆναι πρὸς τὴ Μαρώ. Γνωρίστηκαν το 1935

  53. Ευχαριστούμε για το υπέροχο και εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο 🙂 Λατρεύω τη Μαχαμπαράτα, έχω δει την παράσταση του Πήτερ Μπρουκ 3 φορές (την είχε προβάλλει η ΕΡΤ τότε, αν θυμάμαι καλά…). Εξαιρετικά και ενημερωτικά όπως πάντα και τα σχόλια και οι εικόνες που στάλθηκαν από τους αναγνώστες. Θα σταθώ για λίγο στο #3, όπου μόλις είδα την εικόνα σκέφτηκα αμέσως «Καλέ, η Λήδα και ο κύκνος»!!!!! 🙂

  54. sarant said

    53 Έχεις δίκιο, γκάφα μου. Και η διατύπωση στις Μέρες λέει «προς άλλο πρόσωπο» αόριστα.

  55. vequinox said

    Reblogged στις vequinox.

  56. argyris446 said

    Reblogged στις worldtraveller70.

  57. dystropop said

    Νομίζω ότι αξίζει να αναφερθεί η περίπτωση του Δημητρίου Γαλανού, έλληνα λογίου που έζησε στην Ινδία από το 1786 και για σχεδόν 50 χρόνια, μελετώντας τη σανσκριτική λογοτεχνία. Μεταφράσεις του από τα σανσκριτικά εκδόθηκαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1850(!). Αναρωτιέμαι σε πόσες ευρωπαϊκές γλώσσες υπήρχαν μεταφράσεις των κειμένων αυτών εκείνη την εποχή. Μέρος της δουλειάς του μπορεί κανείς να ξεφυλλίσει εδώ. Το τρίγλωσσο λεξικό που συνέταξε (σανσκριτικά/ελληνικά/αγγλικά) δημοσιεύθηκε το 2001, μισοξεχασμένο για πάνω από 150 χρόνια σε κάποιο ράφι της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

  58. Αγάπη said

    Δοκιμή επειδή έχω πρόβλημα με την ηλεκ . διεύθυνση

  59. […] Σαραντάκος, Ν. (2015). «Ο Σεφέρης και οι αμαλάκες», https://sarantakos.wordpress.com/2015/12/13/amalakes/. […]

Σχολιάστε