Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Της Κοκκώνας το σπίτι (διήγημα του Παπαδιαμάντη)

Posted by sarant στο 24 Δεκεμβρίου, 2017


Κυριακή σήμερα, άρα λογοτεχνία. Παραμονή Χριστουγέννων, που τα παιδιά γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα κάλαντα. Τις μέρες των Χριστουγέννων το ιστολόγιο συνηθίζει να βάζει Παπαδιαμάντη, μια παράδοση που την κληρονόμησα από την παιδική μου ηλικία, όταν μας τον διάβαζε ο παππούς στο γιορτινό τραπέζι.

Ο συνδυασμός των παραπάνω στοιχείων βοήθησε στην επιλογή του σημερινού άρθρου: θα παρουσιάσω ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη σχετικό όχι απλώς με τα Χριστούγεννα, αλλ’ ειδικά με τα Κάλαντα.

Φυσικά είναι γνωστό διήγημα, το είχα ανεβάσει το 2007-8 στον παλιό μου ιστότοπο, και το μεταφέρω από εδώ.

Έχω κάνει μερικό εκσυγχρονισμό της ορθογραφίας, πέρα από το μονοτονικό. Διατήρησα την παλιά ορθογραφία στη λ. Κοκκώνα, που σήμερα τη γράφουμε «κοκόνα». Κοκόνα λέμε ( ; ) μια κυρία αρχοντικής καταγωγής ή γυναίκα μαθημένη στην άνεση και στην πολυτέλεια, ενώ είναι και χαϊδευτική προσφώνηση, όμως εδώ εννοεί μια Ρωμιά από την Πόλη, που για χάρη της άρχισε να χτίζεται το σπίτι στη Σκιάθο -πράγματι, η λέξη χρησιμοποιόταν κατεξοχήν για τις Ρωμιές της Πόλης.

Δεν βρίσκω δύσκολες λέξεις στο διήγημα αλλά αν κάτι σας φαίνεται άγνωστο ή δυσνόητο ρωτήστε. Υπάρχουν αρκετά σημεία άξια γλωσσικού σχολιασμού, ακόμα και στην πρώτη προταση, όπου ο δρόμος χαρακτηρίζεται «περαστικός» (δηλαδή πολυσύχναστος), μια σημασία που την καταγράφει το ΛΚΝ με την ένδειξη «παρωχημένη» αλλά όχι ο Μπαμπινιώτης.

ΤΗΣ ΚΟΚΚΩΝΑΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Δεν ήτον δρόμος πλέον περαστικός εις όλον το χωρίον. Αδύνατον να μην επερνούσε κανείς απ’ εκεί όστις θα ανέβαινεν εις την επάνω ενορίαν ή όστις θα κατέβαινεν εις την κάτω. Λιθόστρωτον ανηφορικόν, από κάτω απ’ της Σταματρίζαινας το σπίτι έως επάνω εις τον ναόν της Παναγίας της Σαλονικιάς. Χίλια βήματα, κάθε βήμα και άσθμα. Εφούσκωνεν, εκοντανάσαινε κανείς διά ν’ αναβεί, εγλιστρούσε διά να καταβεί.

Αμα επάτει τις εις το λιθόστρωτον, αφού άφηνεν οπίσω του το μαγαζί του Καψοσπύρου, το σπίτι του Καφτάνη και το παλιόσπιτον του γερο-Παγούρη με την τοιχογυρισμένην αυλήν, ευρίσκετο απέναντι εις το σπίτι του Χατζή Παντελή, με τον αυλόγυρον σύρριζα εις τον βράχον. Κάτω έχασκε μέγας κρημνός, μονότονος, προκαλών σκοτοδίνην, σημειούμενος από ολίγους έρποντας θάμνους εδώ κι εκεί, οι οποίοι θα εφαίνοντο εις το σκότος της νυκτός εκείνης ως να ήσαν κακοποιοί ψηλαφώντες και αναρριχώμενοι ή και σκαλικάντζαροι ελλοχεύοντες και καραδοκούντες ως να έλθει η ώρα να εισβάλουν εις τας οικίας διά των καπνοδόχων. Το κύμα υποκώφως εφλοίσβιζεν εις τα κράσπεδα του κρημνού, και ακούραστος βορράς φυσών από προχθές, μαλακώσας την εσπέραν ταύτην, εξήπλωνε τες αποθαλασσιές του έως τον μεσημβρινόν τούτον μικρόν λιμένα, ο παγκρατής χιονόμαλλος βασιλεύς του χειμώνος.

Από το άλλο μέρος του δρόμου, αριστερά εις τον ανερχόμενον, δίπλα εις το σπίτι τού γερο-Παγούρη, και αντικρύζουσα με το του Χατζή Παντελή, υψούτο ατελείωτος οικοδομή, με τέσσαρας τοίχους ορθούς μέχρι του πατώματος, με τας ξυλώσεις χασκούσας έως της οροφής, με την στέγην καταρρέουσαν, με φαιούς και φθειρομένους τους τοίχους, την οποίαν η εγκατάλειψις, ο άνεμος και η βροχή είχον καταστήσει ερείπιον και χάλασμα. Τα παιδία, όσα κατήρχοντο την μεσημβρίαν από το έν σχολείον και όσα ανήρχοντο την εσπέραν από το άλλο, διά να αφήσωσι τα βιβλία εις την οικίαν, κλέψωσι τεμάχιον άρτου από το ερμάριον και τρέξωσιν ακράτητα διά να παίξωσιν εις τον αιγιαλόν, της έρριπτον αφθόνους πέτρας, διά να την εκδικηθώσι την ημέραν δι’ όσον τρόμον τούς επροξένει την νύκτα, όταν ετύχαινε να περάσωσιν. Οι παπάδες, όταν επέστρεφαν την παραμονήν των Φώτων εν σώματι από την οικία του δημάρχου, με τους σταυρούς και τας φωτιστήρας των, αγιάζοντες οικίας, δρόμους και μαγαζιά, και διώκοντες τους σκαλικαντζάρους, ελησμόνουν να ρίψωσι μικράν σταγόνα αγιασμού και εις την άτυχην εγκαταλελειμμένην οικίαν, την οποίαν δεν είχε χαρεί ο οικοκύρης όστις την έκτισε, και ήτις δεν είχεν αξιωθεί ν’ απολαύσει την οικοκυράν της. Τοιαύτη οικία επόμενον ήτο να γίνει κατοικητήριον των φαντασμάτων, άσυλον ίσως των βρυκολάκων, και ίσως ορμητήριον και τόπος συγκεντρώσεως των τυράννων της ώρας ταύτης, των σκαλικαντζάρων.

***

Δεν είχεν αξιωθεί ν’ απολαύσει την οικοκυράν της. Ο καπετάν Γιαννάκος ο Συρμαής, ανήρ αισθηματικός και γενναίος, «μερακλής» όσον κανείς άλλος εκ των συγχρόνων του, είχε ερωτευθεί ποτε εις το Σταυροδρόμι την Κοκκώνα-Αννίκαν, ωραίαν, υψηλήν, με χρυσόξανθα μαλλιά, λευκήν και με χαρακτήρας λεπτοτάτους, με βλέμμα το οποίον κάτι έλεγε στην καρδιά. Ο πλοίαρχος ηρραβωνίσθη εν τη Βασιλευούση, και κατήλθε με το καράβι εις την πατρίδα, όπου παρήγγειλε να του κτίσουν, με σχέδιον κομψόν και ασύνηθες έως τότε εις την πολίχνην, την μικράν ωραίαν οικίαν, σκοπεύων με το πρώτον ταξίδιον να φέρει έπιπλα από την Βενετίαν, διά να ευτρεπίσει, να στολίσει την νεόκτιστον οικίαν και την κάμει αξίαν της αβράς Κοκκώνας, την οποίαν εμελέτα να φέρει από την Πόλιν. Αλλ’ η οικία δεν έμελλε να τελειώσει και η Κοκκώνα δεν έμελλε να κατέλθει. Η Κοκκώνα, οκτώ μήνας μετά την μνηστείαν, απέθνησκε φθισική εις το Σταυροδρόμι, και η οικία έμεινεν ατελείωτη, έρημη και άχαρη, ανά τον λιθόστρωτον ανηφορικόν δρόμον, σιμά εις τον κρημνώδη βράχον. Ως αόρατος δε επιγραφή επί του μετώπου της καταρρευούσης οικίας, ως αόριστος τραγική ειρωνία επί της τύχης της, έμενε το όνομα «της Κοκκώνας το Σπίτι».

Μνημούρια του Φερίκ-κιοΐ κι’ ολόρθα κυπαρίσσα…
Έχασα την αγάπη μου και λαχταρώ περίσσα.

***

Την εσπέραν εκείνην, παραμονήν των Χριστουγέννων του έτους 185… δύο παιδία κατήρχοντο με ζωηρά βήματα το λιθόστρωτον και οι πόδες των, ασυνήθιστοι εις τα πέδιλα τα οποία είχον φορέσει ίσως εκτάκτως την εσπέραν εκείνην, έκαμνον μέγαν κρότον επί των πλακών του εδάφους. Αμφότεροι εκράτουν ελαφράς ράβδους. Ο είς εκράτει φανόν με την άλλην χείρα. Ήτο εβδόμη ώρα. Νυξ αστροφεγγής και ψυχρά. Σφοδρός άνεμος κατήρχετο παγετώδης από τα χιονισμένα βουνά. Ο άνεμος έκαμνε τα σφικτοκλεισμένα παράθυρα και τας κλειδομανδαλωμένας θύρας να στενάζωσιιν υπό την ψυχράν πνοήν του. Τα παιδία εμάλωναν ως δύο γνήσιοι φίλοι.

– Εγώ είδα π’ σο’ δωκε ένα εικοσιπενταράκι, βρε Αγγελή, έλεγε το έν.
– Όχι, μα το θεριό, έλεγε το άλλο· μια πεντάρα μο’ δωκε. Να τηνε.

Και εδείκνυε μεταξύ των δακτύλων του μίαν πεντάραν.

– Όχι, επέμενε το άλλο, το οποίον εκράτει το φανάριον. Το είδα εγώ που ήταν εικοσιπενταράκι· δε με γελάς.
– Όχι, μα την παναγίδα, βρε Νάσο. Μιά πεντάρα, σου λέω.
– Μ’ αφήνεις να σε ψάξω;
– Θα σ’ πέσει το φανάρι.

Διά μιάς ο Νάσος άφησε το φανάρι καταγής και ητοιμάζετο να ψάξει τον Αγγελήν. Είχον λάβει το μέτρον, επειδή δεν ενεπιστεύοντο αλλήλους (ήσαν δεκαετείς την ηλικίαν), ευθύς άμα κατήρχοντο από εκάστην των οικιών, όπου ανέβαινον κι ετραγουδούσαν τα Χριστούγεννα, να κάμνωσιν ευθύς μερίδιον πεντάρα και πεντάρα και κανείς εκ των δύο να μην είναι κάσσα μέχρι τέλους της επιχειρήσεως. Αλλά την τελευταίαν φοράν ο Νάσος είχε υποπτευθεί τον Αγγελήν.

Εν τη θέρμη της λογομαχίας των, είχον λησμονήσει ότι έφθασαν ήδη εις το στενόν του λιθοστρώτου, του άγοντος εις την επάνω συνοικίαν, και ευρίσκοντο υποκάτω εις το σπίτι της Κοκκώνας, όπου έβγαιναν φαντάσματα. Εκεί είχον σταματήσει και ο Νάσος ήρχισε να ψάχνει τον Αγγελήν.

Ο Αγγελής, ενόσω ο άλλος ηρεύνα τα θυλάκια της περισκελίδος του, ίστατο αδιάφορος, αλλ’ άμα η χειρ ανήλθε και ήρχισε να ψαύει τον κόλπον, έπιασεν ο ίδιος το γελέκον του αριστερά προς την μέσην, και το έσφιγγε με όλην την δύναμιν του, εμποδίζων την χείρα του φίλου του να φθάση έως εκεί.

– Δεν μ’ αφήνεις να σε ψάξω!
– Άφησέ με! Δεν έχω τίποτε.
– Είσαι ψεύτης!

Ο Αγγελής ύψωσε απειλητικήν χείρα.

– Είσαι ψεύτης και κλέφτης!

Ελαφρός κόλαφος ηκούσθη, και συγχρόνως φωνή παραδόξου όντος μελανού την όψιν, με μαλλιά ανατσουτσουρωμένα, με αλλόκοτα ράκη ως ενδυμασίαν, αντήχησε:

– Τι μαλώνετε, βρε;

***

Τα δύο παιδία αφήκαν συγχρόνως διπλήν πεπνιγμένην κραυγήν και εδοκίμασαν να τραπώσιν εις φυγήν, αφήνοντα το φανάριον καταγής. Αλλά το παράδοξον ον με τον πόδα ανέτρεψε το φανάριον, το οποίον έσβησεν ευθύς, και με τας δύο χείρας συνέλαβεν από τους βραχίονας τα δύο τρέμοντα παιδία.

– Ποιος είναι κάσσα, βρε;

Τα δύο παιδία ήσπαιρον κι’ εδοκίμαζαν να φύγουν.

– Μη φοβάστε, δεν σας τρώω. Δώστε μου τους παράδες σας, για να μη μαλώσετε και σκοτωθήτε. Καλά που βρέθηκα εδώ και σας γλύτωσα.

Έψαξε τες τσέπες των δύο παιδίων, και συγχρόνως τα έσυρε προς την θύραν του ισογείου της κατηρειπωμένης οικίας οπόθεν είχεν εξέλθει, ως φαίνεται, το παράδοξον ον. Εκεί έβαλε τον Νάσον υπό κράτησιν όπισθεν της θύρας, ωχύρωσε το άνοιγμα με το ίδιον σώμα του και έψαξεν εν ανέσει τον Αγγελήν. Εύρε δεκαπέντε ή είκοσι πεντάρες και δεκάρες εις τα θυλάκια. Είτα έψαξε τον Νάσον, εύρεν άλλα τόσα και εις αυτού το θυλάκιον. Ακολούθως απέπεμψε τα δύο παιδία.

-Πηγαίνετε τώρα, και μη φοβάσθε. Άλλη φορά να μην μαλώνετε.

***

Ο Γιάννης ο Παλούκας δεν είχε πώς να μεθύσει και πώς να εορτάσει τα Χριστούγεννα, εκείνην την χρονιά. Ήτο συνήθως άεργος, και οι τεμπέλικες μικροδουλειές, τας οποίας εξετέλει κάποτε, πότε κουβαλών νερό με την στάμναν εις τας οικίας, πότε υπηρετών τους κηπουρούς, τους αλωνιστάς και τους εργάτας τών ελαιοτριβείων, πότε βοηθών τους γριπάρηδες εις την ανέλκυσιν του μακρού ατελειώτου γρίπου επί της μεγάλης άμμου εις τον αιγιαλόν, δεν τον είχαν «σηκώσει» κατά το έτος εκείνο. Τι να κάμει; Πώς να περάσει τέτοια χρονιάρα μέρα; Τι εσοφίσθη;

Της Κοκκώνας το σπίτι, το οποίον εφοβούντο τα παιδία της πολίχνης, και το οποίον δεν αγίαζαν οι παπάδες όταν κατήρχοντο από την άνω συνοικίαν με τους σταυρούς, ήτο κατάλληλος σταθμός διά να κρυβεί κανείς και να περάσει ως σκαλικάντζαρος, επειδή το καλούσαν οι μέρες, αφού μάλιστα χάριν των ημερών αυτών θα το έκαμνε και ο Παλούκας. Από εκεί θα επερνούσαν όλα τα παιδία της κάτω ενορίας, δηλαδή τα δύο τρίτα των παιδιών του χωριού, εις το γύρισμα των από την επάνω ενορίαν, ότε θα είχαν ικανά κέρματα εις τα θυλάκιά των. Ο Παλούκας δεν εσκέφθη περισσότερον.

Έλαβε παλαιόν σιδηρούν τηγάνιον, εμουντζουρώθη όλος εις το πρόσωπον -μετέθεσε, το επ’ αυτώ, δύο μήνας πρωιμώτερα την Αποκριάν- εφόρεσε παλαιά ράκη τα οποία επρομηθεύθη κάπου, και απελθών, άμα ενύκτωσεν, εξεκάρφωσεν αθορύβως τας παλαιάς σανίδας, τας σχηματιζούσας χιαστί πρόχειρον φραγμόν εις το ισόγειον της ερήμου κατοικίας της Κοκκώνας, και εχώθη μέσα. Μίαν ώραν ύστερον κατήλθε διά του λιθοστρώτου, η πρώτη συνωρίς των αδόντων παιδίων, ο Νάσος και ο Αγγελής. Είδομεν πώς ήλθαν βολικά τα πράγματα, και πώς ο Παλούκας κατώρθωσε μάλιστα να περάση ως ειρηνευτής μεταξύ των παιδίων που εμάλωναν.

Αφού ο Νάσος και ο Αγγελής ετράπησαν εις φυγήν, αισθανόμενοι φεύγον το έδαφος υπό τους πόδας των, κατήλθον άλλα παιδία, είτα άλλα. Ο Παλούκας ήκουε μακρόθεν τον κρότον των βημάτων των, τας ευθύμους φωνάς των, και εψιθύριζε:

– Μας έρχεται άλλη ζυγιά.

Η τελευταία ζυγιά ήτις κατήλθε, συνίστατο από τον Στάμον και από τον Αργύρην, δύο φρονίμους παίδας. Ούτοι δεν εμάλωναν, αλλ’ εσχεδίαζαν μεγαλοφώνως τι να τα κάμουν τα λεπτά εκείνα που θα εμάζωναν εκείνην την βραδιάν.

– Να φτιάσωμε κι ένα σκεπαρνάκι, βρε.

– Να κόψουμε μια λεύκα.

– Να πάρουμε φλαμούρι, να κάμουμε καράβι.

– Να βγάλουμε από τον πεύκο τ’ Αλμπάνη την καρίνα και τα στραβόξυλα.

– Εσύ θα είσαι μαραγκός, κι εγώ πρωτομάστορας.

– Βρε! καλώς τους μαστόρους, ηκούσθη έξαφνα μιά φωνή.

Ο Παλούκας είχεν εξορμήσει, τρίτην ή τέταρτην φοράν, από την κρύπτην του.

Ο Στάμος και ο Αργύρης αφήκαν πεπνιγμένην κραυγήν και ηθέλησαν να φύγουν. Αλλ’ ο Παλούκας εφήρμοσε την μέθοδον του, και τους ελήστευσε.

– Είναι άλλη ζυγιά; ηρώτησεν είτα.

Τα παιδία τον εκοίταζαν με απλανή όμματα, απολιθωμένα από τον φόβον. Αλλ’ ο Στάμος, όστις ήτο δωδεκαετής και ξυπνητός, ενόησε εν τω μεταξύ ότι δεν ήτο φάντασμα. Ο φόβος του εμετριάσθη, και μετέδωκε θάρρος και εις τον Αργύρην.

– Είναι κι άλλη ζυγιά; επανέλαβεν ακαταλήπτως ο παράδοξος άνθρωπος.

– Τι ζυγιά; ηδυνήθη ν’ αρθρώσει ο Στάμος.

– Είναι άλλα παιδιά να κατεβούν, απ’ τον απάνω μαχαλά;

– Δεν ξέρω, είπεν ο Στάμος.

Την φοράν ταύτην, ο Παλούκας είχεν ολιγωρήσει να σβήσει τον φανόν, διότι εκ της μέχρι τούδε πείρας του επείσθη ότι δεν θα τον ανεγνώριζαν τα παιδία. Αλλ’ ο Στάμος τον εκοίταξε τόσον καλά, ώστε «εγύριζε μες στο νου του» ότι κάποιος ήτον και δεν απείχε πολύ του να τον αναγνωρίσει.

– Πέστε μου, βρε, αν είναι κι άλλη ζυγιά, επέμεινεν ο Παλούκας.

– Δεν ξέρουμε, επανέλαβεν ο Στάμος.

Τέλος ο Παλούκας αφήκε τα παιδία ελεύθερα.

***

Παρήλθον δέκα λεπτά της ώρας, και γενναίον πετροβόλημα ήρχισε να δέρνει την στέγην, τας ξυλώσεις, και τας δοκούς του αφατνώτου πατώματος της ερήμου κατοικίας. Πολλοί λίθοι, με υπόκωφον δούπον, διερχόμενοι διά των δοκών, και άλλοι διά της θύρας έπιπτον εις το έδαφος του ισογείου.

Στράτευμα παιδίων είχεν εξορμήσει από το προαύλιον του ναού των Τριών Ιεραρχών, τριακόσια ή τετρακόσια βήματα απέχοντος, και εξετέλει φοβεράν έφοδον κατά του ασύλου του Σκαλικαντζάρου.

Τα πρώτα ληστευθέντα παιδία, ο Νάσος και ο Αγγελής, αφού έφθασαν ασθμαίνοντα εις την μικράν πλατείαν την έμπροσθεν του ναού, μη έχοντα πλέον διά τι πράγμα να μαλώσωσιν, έκαμαν αγάπην. Μετά φιλικωτάτην δε συζήτησιν εκ συμφώνου, απεφάνθησαν ότι το παράδοξον ον, το οποίον τους επήρε τα λεπτά, αφού δεν τους επήρε ούτε την φωνήν ούτε τον νουν των, θα ειπεί ότι δεν ήτον φάντασμα, ούτε βρυκόλακας, και αφού δεν εδοκίμασε να τους φάγει, θα ειπεί ότι δεν ήτον ούτε σκαλικάντζαρος. Τι άλλο θα ήτον λοιπόν; Θα ήτον άνθρωπος, χωρίς άλλο.

Η δευτέρα ζυγιά των παιδίων έφθασε μετ’ ου πολύ, είτα η τρίτη και η τετάρτη. Τέλος ο Στάμος, όστις ήλθε τελευταίος μετά του Αργύρη, επρότεινε και όλοι εψήφισαν να εκτελέσωσι τακτικήν νυκτερινήν έφοδον κατά της οικίας.

Ο Παλούκας, την στιγμήν εκείνην, εδίσταζε, και είχεν αποφασίσει πλέον ν’ αποσυρθεί αφού είχε κάμει αρκετήν λείαν, όση θα ήρκει διά να μεθύσει την ημέραν των Χριστουγέννων, ως και την ημέραν των Επιλοχίων, και την του αγίου Στεφάνου ακόμη. Ενώ δε ήτο έτοιμος να φύγει και πάλιν έμενεν, επήλθεν η πρώτη πυκνή χάλαζα των λίθων.

– Να μια ζυγιά! εφώναξε φιλέκδικος ο Στάμος.

– Να μιά ζυγιά! επανέλαβον εν χορώ τα παιδία.

Πέντε δευτερόλεπτα πρότερον αν απεφάσιζεν ο Παλούκας να φύγει, θα ήτο ήδη εκτός βολής. Δυστυχώς ήτο αργά τώρα.

Απεφάσισε ν’ αρπάξει μίαν σανίδαν και μεταχειριζόμενος αυτήν ως σπάθην άμα και ως ασπίδα να εκτελέση έξοδον διασχίζων τας τάξεις του εχθρού. Αλλά δευτέρα ραγδαιοτέρα χάλαζα λίθων τον έκαμε να οπισθοδρομήσει με δύο πληγάς εις την κνήμην και εις τον βραχίονα.

– Να κι άλλη ζυγιά! εφώναξεν αδιάλλακτος ο Στάμος.

– Να κι άλλη ζυγιά! ηλάλαξαν τα παιδία.

Ο Παλούκας εκόλλησεν εις την εσωτέραν γωνίαν του ισογείου, στηρίξας τα νώτα εις τον τοίχον, ζαρωμένος υπό τινα δοκόν του πατώματος, σύρριζα εις τον τοίχον βαλμένην. Αλλά κι’ εκεί, μέγας λίθος, κτυπήσας επί του τοίχου, ελόξευσε και τον έπληξε μετά μετρίας βίας εις τον ώμον.

– Βρε! από σπόντα, εμορμύρισε γελών ακουσίως ο Παλούκας.

Ευτυχώς δι’ αυτόν, οι εχθροί δεν απεφάσισαν να έλθωσιν έως την θύραν του ισογείου. Λείψανον φόβου υπήρχεν ακόμη, φαίνεται, εις το βάθος του παιδικού θράσους.

Τέλος, επειδή η μάχη παρετείνετο, ο Παλούκας, μετά φρόνιμον σκέψιν, απεφάσισε ν’ αναρριχηθεί εις τον τοίχον (εγνώριζε πού υπήρχαν οπαί από τα ικρία και τες ξυλωσιές της οικοδομής) πατών από οπήν εις οπήν. Το έκαμε ταχέως και επιτυχώς, και αφού έφθασεν εις το πάτωμα, αόρατος εις τον εχθρόν όπισθεν λειψάνου ξυλοτοίχου, αποφασιστικώς επήδησεν από το άλλο μέρος, εντός του εδάφους της αυλής του γερο-Παγούρη.

Ητον ως δύο μπόγια υψηλά, όχι περισσότερον. Διότι το έδαφος ήτο υψηλότερον κατά τρεις ή τέσσαρας σπιθαμάς έσωθεν του αυλογύρου.

Ο Παλούκας έπεσε βαρύς, εκτύπησεν εις το γόνυ, ανετράπη, ανωρθώθη, έψαυσε τα μέλη του, και βεβαιωθείς ότι δεν του είχε σπάσει κανέν κόκκαλον, ετράπη εις φυγήν, τρέχων από το άλλο μέρος του αυλογύρου, όπου ήξευρεν ότι ο περίβολος εκλείετο από απλούν φράκτην, συγκοινωνών προς την αυλήν συγγενικής οικίας.

Ο δούπος της πτώσεώς του ηκούσθη εκείθεν του τοίχου της αυλής.

Ο Στάμος εφώναξε «εμπρός!» και δοκιμάσας το μάνδαλον της θύρας του αυλογύρου, είδεν ότι η θύρα ήτο ανοικτή. Εισώρμησε πρώτος και τα άλλα παιδία τον ηκολούθησαν.

Η φωνή του Παλούκα συνωδεύθη, εκτός του δούπου της πτώσεώς του, και από άλλον κρότον, κρότον μεταλλικόν. Λεπτά τού είχαν πέσει από την τσέπην.

Ο Παλούκας δεν εγύρισεν οπίσω να τα μαζέψει.

Ο Αγγελής, έν των παιδίων, ήκουσε ζωηρότατα τον μεταλλικόν κρότον, αγροίκησε πολύ καλά το μέρος εις το οποίον είχον πέσει τα κέρματα, και κύψας και ψηλαφών ήρχισε να τα μαζώνει με την φούχταν, ενώ τα άλλα παιδία έτρεχαν κατόπιν τού φεύγοντος Παλούκα, ρίπτοντα λίθους και κράζοντα:

– Να, κι άλλη ζυγιά! Να, κι άλλη ζυγιά!

***

Κρότος παραθύρου ανοιγομένου ηκούσθη ήδη εις τον οικίσκον του γερο-Παγούρη, όστις ακούσας την ακατανόητον έφοδον, την γενομένην την νύκτα εκείνην εις τον αυλόγυρον του, ήνοιγε το παράθυρον και ηρώτα έκπληκτος:

– Τι είναι; Τι τρέχει;… Ποιος είναι;… Ποιοι είστε;… Ε! δεν ακούτε!

Ενώ ο Αγγελής είχε μαζέψει ήδη όλα τα λεπτά όσα ηύρε, και έφευγεν διά της μεσημβρινής θύρας, και τα άλλα παιδία πέραν του βορεινού φράκτου, κατεδίωκον εις τον βρόντο τον Παλούκαν, όστις είχε γίνει άφαντος ήδη, επαναλαμβάνοντα:

– Να, κι άλλη ζυγιά! Να, κι άλλη ζυγιά!

(1893)

 

115 Σχόλια to “Της Κοκκώνας το σπίτι (διήγημα του Παπαδιαμάντη)”

  1. Πέπε said

    Καλημέρα. Σας τα ‘πανε; Εμάς μόλις μας είπαν τα πρώτα. Και του χρόνου.

    > > Υπάρχουν αρκετά σημεία άξια γλωσσικού σχολιασμού, ακόμα και στην πρώτη προταση, όπου ο δρόμος χαρακτηρίζεται «περαστικός» (δηλαδή πολυσύχναστος), μια σημασία που την καταγράφει το ΛΚΝ με την ένδειξη «παρωχημένη» αλλά όχι ο Μπαμπινιώτης.

    Άλλο πάλι και τούτο! Μου φαίνεται εντελώς τρέχουσα αυτή η σημασία. Για την ακρίβεια, περαστικός είναι ένας δρόμος ή ένα μέρος όταν περνούν πολλοί από κει για να πάνε κάπου αλλού, άρα όχι ακριβώς το ίδιο με το πολυσύχναστος – στον πολυσύχναστο δρόμο μπορεί να κυκλοφορούν και όσοι κατευθύνονται ακριβώς εκεί.

    Να, τις προάλλες δε σχολιάζαμε μια επιστολή όπου, σ’ ένα σπίτι-σχολείο, η κουζίνα ενοχλεί γιατί είναι σε περαστικό σημείο; Μόνο η μαγείρισσα πήγαινε στην κουζίνα, όλοι όμως οι μαθητές και οι γονείς περνούσαν από μπροστά. (Δε θυμάμαι αν υπήρχε η λέξη «περαστικός» στην επιστολή ή αναφέρθηκε στα σχόλια, αλλά πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ πώς αλλιώς θα το λέγαμε αυτό.)

  2. Γς said

    Καλημέρα

  3. […] […]

  4. ΓιώργοςΜ said

    Καλημέρα, χρόνια πολλά, και του χρόνου!
    Σ’ εμένα μια ζυγιά 🙂 ήρθε μόνο, αλλά είμαι λίγο απόμερα.
    Το διήγημα το θυμάμαι περισσότερο από άλλα του Π. Ίσως όταν το διάβασα να ήμουν αρκετά μικρός ώστε να ταυτίστηκα με τους ήρωες.
    (Α, άλλη μια ζυγιά χτυπάει το κουδούνι. Αριστοκράτες οι πιτσιρικάδες, ξυπνάνε αργά)

  5. Γς said

    >Αριστοκράτες οι πιτσιρικάδες, ξυπνάνε αργά

    Κι ο δικός μου, μόλις τώρα.

    Και δεν είχα ψιλά. Κι ούτε είχε κάνει σεφτέ.

    Πάει το δεκάρικο. Και χάρηκα. Σαν νά’ μουνα εγώ τότε

  6. spatholouro said

    Sarant: «μια σημασία που την καταγράφει το ΛΚΝ με την ένδειξη «παρωχημένη» αλλά όχι ο Μπαμπινιώτης.»

    Ούτε το Χρηστικό της Ακαδημίας καταγράφει αυτή τη σημασία του «περαστικού» (να τα λέμε κι αυτά!) ενώ καταγράφεται από το πολύ καλό ΜΕΙΖΟΝ Φυτράκη

  7. dryhammer said

    Καλημέρα με μια ρήση του πάππου μου:

    «Παραμονή και παρά μονοί»

    Μέρες κρίσιμες (έτσι μετάφραζαν οι Έλληνες, κατά τον μπάρμπα μου τον ψεύτη, στη Μέση Ανατολή, τα Merry Christmas που αντάλλασσαν οι Εγγλέζοι τέτοιες μέρες)

  8. ΚΩΣΤΑΣ said

    Καλημέρα! Να τα πω κι εγώ.

    «…σύρριζα εις τον βράχον. Κάτω έχασκε μέγας κρημνός…»

    Προφητικά λόγια; 🙂

  9. Γς said

    >Μνημούρια του Φερίκ-κιοΐ κι’ ολόρθα κυπαρίσσα…

    Στο «Της Κοκώνας το σπίτι»

    και στο «Βαρδιάνος στα σπόρκα»:

    «κι εκείθεν του βράχου προς δυσμάς έκειντο τα Μνημούρια της πολίχνης, όπου εκοιμώντο τον χρόνιον ύπνον όσοι είχον ζήσει ποτέ…»

  10. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια και εύχομαι τα καλύτερα σε όλους!

    Και σε μας η πρώτη ζυγιά ήρθε πριν απο κανα μισάωρο, αλλά επειδή τους ρώτησα μου είπαν πως είχαν βγει από τις 8,30

    Και τώρα χτύπησε η δεύτερη.

  11. ΚΑΒ said

    >>Ο Παλούκας, την στιγμήν εκείνην, εδίσταζε, και είχεν αποφασίσει πλέον ν’ αποσυρθεί αφού είχε κάμει αρκετήν λείαν, όση θα ήρκει διά να μεθύσει την ημέραν των Χριστουγέννων, ως και την ημέραν των Επιλοχίων, και την του αγίου Στεφάνου ακόμη.

    http://www.newsnowgr.com/article/579439/eorti-ton-epiloxeion-tis-theotokou—panagia-i-glykofilousa.html

    Καλά Χριστούγεννα

  12. Γς said

    7:

    >Μέρες κρίσιμες (έτσι μετάφραζαν οι Έλληνες, κατά τον μπάρμπα μου τον ψεύτη, στη Μέση Ανατολή, τα Merry Christmas

    «Βαγγελία την φωνάζει
    Βαγγελία, Βαγγελία

    Δεν την λένε Βαγγελία
    Ε, πως την λένε;

    Μαίρη
    Μέρι Κρίστμας, Μέρι Κρίστμας»

    Στο 0:56 του «Εχω ένα παπαγάλο»

  13. gpoint said

    Καλημέρα

    Στην Κυψέλη τα παιδιά δεν λένε κάλαντα στα σπίτια, μόνο σε μαγαζιά. Εχουν μάθει πια πως μόνο ξένοι και μπατηράκια έχουν απομείνει στην γειτονιά-πρώην καλλιτεχνούπολη…

  14. ΚΑΒ said

    η πρώτη συνωρίς των αδόντων παιδίων,

    χτύπησε στις εννιά και τέταρτο.

  15. cronopiusa said

    ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ & ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ, ΕΙΡΗΝΗ, ΠΡΟΟΔΟ & ΑΦΘΟΝΙΑ!!

  16. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Καλημερα και χρόνια πολλά. Πολὺ ὡραῖο, δὲν τὸ θυμόμουν. Ποιά εἶναι ἡ μέρα τῶν Επιλοχιῶν;

  17. Eli Ven said

    Στα Τσέρια της Μεσσηνιακής Μάνης (δεν γενικεύω για την υπόλοιπη Μάνη ή την Μεσσηνία γιατί δεν ξέρω) το «Κοκκώνα » (μ’ αυτήν την ορθογραφία, έχω δει ταυτότητα) χρησιμοποιούταν σχετικά σπάνια ως βαφτιστικό, με χαϊδευτικό το «Κοκκωνιά» . Κυρίως, από τις προηγούμενες γενιές, Υπάρχει ακόμα ωστόσο κάπου στον Καναδά ή στην Αμερική κάποια Κοκκώνα ονομασμένη έτσι εκ της γιαγιάς της.
    Κατά τα λοιπά, το διήγημα του Παπαδιαμάντη, όταν το είχα πρωτοδιαβάσει παιδάκι, με είχε εντυπωσιάσει. Ήταν η πρώτη μου επαφή με αυτό που λέμε «γοτθικό» (ως ατμόσφαιρα τουλάχιστον) κι έτσι υπό μία έννοια με καθόρισε ως αναγνώστη. Μάλιστα, στην αρχή νόμιζα ότι το διήγημα αναφερόταν στην Κοκκώνα για την οποία μιλάω πιο πάνω, εκείνη με την εγγονή στην Αμερική , κι άρχισα να φοβάμαι να περνάω από το σπίτι της, παρόλο που η γυναίκα ήταν ολοζώντανη και το σπίτι όχι μόνο δεν ήταν εγκαταλειμμένο αλλά ήταν και ένα από τα καφενεία του χωριού.

  18. […] Από το sarantakos.wordpress.com […]

  19. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    16 Των επιλοχίων, δηλ. τα επιλόχια της Θεοτόκου δηλ. η δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, 26.12

    17 Ωραίο!

  20. Γιάννης Ιατρού said

    Καλή η επιλογή σου για τη σημερινή μέρα Νίκο.

    Καλημέρα και Χρόνια Πολλά σε όλες κι όλους σας, καλά να περάσετε με το ψοφόκρυο που μας έπεσε… (θα φτιάξει, λένε 🙂 )

    Και δωράκι (σχετικό με το θέμα Παπαδιαμάντης)
    Εδώ, Η Σαπφώ Νοταρά διαβάζει Παπαδιαμάντη, 02:21:08 διάρκεια.

    Ακούγονται κατά σειρά τα διηγήματα (start at …):
    1. Υπηρέτρα 00:00:01
    2. Το σπιτάκι στο λιβάδι 00:24:10
    3. Φώτα ολόφωτα 00:49:00
    4. Ωχ, βασανάκια 01:11:00
    5. Το καμίνι 01:36:00
    6. Το μοιρολόγι της φώκιας
    7. Έρωτας στα χιόνια 02:05:00

  21. cronopiusa said

    Ευεργέτες της Σκιάθου
    ΕΛΕΝΗ ΧΡΗΣΤΟΥ

    Ελένη χήρα Κωνσταντίνου Χρήστου, το γένος Κων/νου Καρπέτου. Ο Δήμος Σκιάθου αποδέχθηκε τη δωρεά ενός οικοπέδου, εμβαδού 220τμ. (της Κοκκώνας το σπίτι), εντός πόλεως της Σκιάθου, το οποίο δώρισε για να κτιστεί Γηροκομείο.

  22. ΚΑΒ said

    «Της Κοκκώνας το σπίτι» υπήρχε στο αναγνωστικό της Α ΄Γυμνασίου 1956 και 1964

    16,19. Κάτι γράφτηκε στο 11

  23. ΣΠ said

    Καλημέρα. Καλά Χριστούγεννα. Χρόνια Πολλά στις Ευγενίες που γιορτάζουν.

    17 Ο τηλεφωνικός κατάλογος έχει κάμποσες με το όνομα Κοκκώνα. Εδώ από το 26 μέχρι το 76:
    https://www.11888.gr/search/?mode=wp&query=%CE%9A%CE%BF%CE%BA%CE%BA%CF%8E%CE%BD%CE%B1&location=&page=0

  24. Γς said

    Κι από το Σλανγκ. Τζι Αρ

    https://www.slang.gr/definition/17102-kokona-kokona

    Κοκώνα ἢ κοκόνα σημαίνει πρωτογενῶς κυρία τῆς καλῆς κοινωνίας, ἀρχόντισσα, ἂς ποῦμε, μὲ τὴν ἀστικὴ ὅμως ἔννοια, τῆς ἐποχῆς τοῦ ἀστικοῦ μετασχηματισμοῦ τῆς Εὐρώπης, συμπεριλαμβανομένης τῆς Βαλκανικῆς. Τὸ κοντυνότερο ξενικὸ ἀντίστοιχο ποὺ μοῦ ἔρχεται εἶναι τὸ lady, ἀφοῦ μάλιστα τὸ κοκόνα συνοδεύει καλλίτερα τὸ μικρὸ ὄνομα, πχ ἡ κοκόνα Μάρω [τοῦ Ἄρχοντος Βόρνικος Κυρ Πάνου Κωστέσκου (ἀπὸ τὴ Βλαχία, ὄχι τοῦ Κωστέτσου τοῦ μόδιστρου, μὲ τὸ συμπάθειο)], ὅπως ἡ lady Diana (παράδειγμα 1).

    Στὴ σύγχρονη νεοελληνικὴ ἐκδοχὴ ἔχει καταστῆ κάτι σὰν χαϊδευτικὴ προσφώνησι, μὲ τάσι νὰ περιπέσῃ σὲ ἀχρηστία (παράδειγμα 2).

    Ἐτυμολογικῶς δὲν ἔχω κατορθώσει νὰ πάω σὲ βάθος, πιστεύω ὅμως ὅτι ἀνάγεται στὴ γαλλικὴ λέξι coconne, ἡ ὁποία ὅμως διαφοροποιεῖται ἐννοιολογικῶς παρὰ τοῖς Φραγκογαλάταις: «Personne stupide qu’on affectionne malgré tout»· κάτι σχεδὸν ἀντίστοιχο τοῦ ἡμετέρου ὅρου γλάστρα, κόττα κλπ, μὲ περισσότερη ὅμως συμπάθεια.

    Ὑποκοριστικὸν τὸ κοκονίτσα. Συνθετικὰ τοῦ τύπου *κοκονομοῦνα δὲν ἔχω ἐντοπίσει. Πᾶσα προσφορὰ δεκτή.

  25. Γς said

    Α, κι ο Αγκόπ

    Ολο κοκκώνα και κοκκώνα μου ήταν

  26. #«Παλούκας»: Έτσι θυμάμαι το διήγημα αυτό του κοσμοκαλόγερου!
    #«Αννίκα»: Είχαμε ένα τέτοιο όνομα. Μόλις πριν ένα χρόνο απεδήμησεν εις Κύριον η φέρουσα. Κι’ όμως το καθεαυτού όνομά της δεν ήταν Άννα αλλά Ιωάννα!
    #«Σκαλικαντζάροι»: Ούτε που θυμάμαι ότι έτσι έλεγε ο Παπαδιαμάντης τους καλικάντζαρους (παρ’ ημίν «καρκαντζαλαίοι» ή «καρκαντζαλοί»
    #«Περαστικός» είναι ο δρόμος δεν λέμε. Λέμε όμως (και πολυλέμε) «ήμουνα περαστικός από το καφενείο του Σταύρου» κλπ.

    #Καλά Χριστούγεννα!

  27. ΣΠ said

    17, 23
    Υπάρχουν και αρκετές με το όνομα Κοκόνα (από το 70 ως το 109):
    https://www.11888.gr/search/?mode=wp&query=%CE%9A%CE%9F%CE%9A%CE%9F%CE%9D%CE%91&location=&page=0

  28. Γς said

    Και κάπως σαν να θυμάμαι πως «κόκονα» πει να πει «τι’ ναι αυτό» στα Γιαπωνέζικα

  29. Πέπε said

    Υπάρχουν και Κοκώνες βαφτισμένες προς τιμήν του βασιλέως Κοκού.

  30. ΣΠ said

    17, 23, 27
    Και ακόμα με το όνομα Κοκκώνη (από το 2 ως το 53):
    https://www.11888.gr/search/?mode=wp&query=%CE%9A%CE%9F%CE%9A%CE%9A%CE%A9%CE%9D%CE%97&location=&page=0

  31. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    21 Α, ώστε υπάρχει το τοπωνυμιο ακόμα! Και το ιδιο το οικόπεδο.

  32. Γιάννης Ιατρού said

    30 ΣΠ και προηγούμενα

    Και τοποθεσίες/ονόματα χωριών (Κοκώνι) υπάρχουν, ένα p.x. κοντά στο ερημητήριον 🙂 , από το 1886 τουλάχιστον, όπως μαρτυρείται εδώ:

  33. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Καλημέρα και χρόνια πολλα.
    Σήμερα θα σας πώ άλλη μικρή κουφή ιστοριούλα.ΡΑΜΟΝΙ ΣΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
    Το πρωΐ παραδοσιακα μου είπε τα κάλαντα στο κρεβάτι η Παπέν και για πρώτη φορά μετά από 52 χρόνια, ανακάλυψα πως τα έλεγα λάθος μικρός και τα άκουγα μέχρι σήμερα.
    Καλήν ημέρα άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, χριστού την θεία γέννηση να ΠΩ στ’ αρχοντικό σας. Εγώ μιά ζωή έλεγα και άκουγα να ΜΠΩ στ’ αρχοντικό σας.
    Στο γκούγκλ είδα πως λέει, να πώ, που είναι και πιο λογικό εδώ που τα λέμε αλλά τα κάλαντα δεν έχουν και πολύ λογικη βάση.
    Πρίν κάνα δίωρο που ήρθαν τρία κοριτσάκια να τα πούν δεν κατάφερα να ακούσω αν είπαν, να πώ ή να μπώ γιατί τα συνόδευε με τα γαυγίσματά του ο Πέπε (ο σκύλος μου, όχι ο φιλόλογος του ιστολογίου☺) άλλα παιδιά προς το παρόν δεν έχουν έρθει, κι έτσι έχω μείνει με την απορία αν είμαι μόνο εγώ που έλεγα και άκουγα το ραμόνι.☺

    Υ.Γ – Δεν ξέρω αν το έχει παρατηρήσει κι άλλος ή είναι τοπικό φαινόμενο του Γέρακα, αλλά στην μεγάλη τους πλειψηφία έως συντριπτικη θα έλεγα, τα παιδια που λένε τα κάλαντα, είναι κορίτσια ενώ στην εποχή μου τα κορίτσια σπάνιζαν.

  34. «Οι πόδες των, ασυνήθιστοι εις τα πέδιλα τα οποία είχον φορέσει ίσως εκτάκτως την εσπέραν εκείνην…»
    Όταν το πρωτοδιάβασα, μικρός, απόρησα: «Καλά, πέδιλα είχαν φορέσει χριστουγεννιάτικα;» Αργότερα κατάλαβα ότι το «ίσως εκτάκτως» σήμαινε πως τις άλλες μέρες, ακόμα και το χειμώνα, ήταν ξυπόλητα…

  35. Γιάννης Ιατρού said

    33: Ανήκουστον, να μετονομαστεί πάραυτα ο σκύλος σου 🙂

  36. dryhammer said

    33 υγ Κι εμένα, στον καιρό μου, βγαίναμε μόνο αγόρια. Σήμερα παρατήρησα ότι βγήκαν σχεδόν μόνο κορίτσια (τα αγόρια που είδα ήταν μόνο σε μικτές ζυγιές). Άλλο που πρόσεξα ήταν πως τότε βγαίναμε (συνήθως) ανά δύο ενώ τώρα κυριαρχούν οι τριάδες.

  37. ΓιώργοςΜ said

    34 Στις φτωχές αγροτικές περιοχές, αυτός ήταν ο κανόνας, ακόμη κι εκατό χρόνια μετά το 185Χ που διαδραματίζεται το διήγημα.
    Ο πατέρας μου φορούσε στην καλύτερη περίπτωση γουρουνοτσάρουχα (το χειμώνα), και φυσικά κοντοπαντέλονα· μακρύ παντελόνι φόρεσε στα 16 ή 17 του.

  38. 33 Κι εγώ τις δυο φορές που τ’ άκουσα σήμερα, να ΜΠΩ άκουσα. Και το σχολίαζα πριν λίγο στη Μαρία και μου λέει πως κι εκείνη παλιότερα έτσι τόξερε και μάλιστα κάπου το είδε γραμμένο και πρόσφατα (ε, καλά με το ίντερνετ βλέπεις ό,τι θέλεις).

  39. dryhammer said

    37,34 Ο δικός μου πατέρας (γενν. 1915) διηγόταν ότι μέχρι τα 15-16 στο χωριό, φορούσε παντελόνι κοντό ως κάτω απ’ το γόνατο, με γυρισμένο μπατζάκι (κάτι σαν ρεβέρ) όπου στέρνιαζε το νερό όταν έβρεχε, με μονή χιαστί τιράντα με κουμπί. Πιο μικρός (ηλικίες νηπιαγωγείου ας πούμε) κάτι σαν κελεμπία ως το γόνατο, κι από μέσα τίποτα. Παπούτσια μόνο (μέσα) στο σχολειό.

  40. sarant said

    33 Και στο Φάληρο οι περισσότερες ζυγιές ήταν κοριτσάκια ή μικτές.

  41. Πέπε said

    Τα κάλαντα των Χριστουγέννων είναι ένα απολύτως λογικά γραμμένο κείμενο, σε αντίθεση με της Πρωτοχρονιάς που (παρ’ ότι κατά βάθος είναι εξίσου λογικά γραμμένο) ακολουθεί κάπως ιδιαίτερο ποιητικό κώδικα. Κάποιες καθαρευουσιάνικες εκφράσεις ας πούμε ότι είναι εύλογο να μην τις ξέρουν τα παιδιά σωστά, π.χ. εν Βηθλεέμ την πόλη (αντί τη πόλει) και χαίρε η φύσις όλη (αντί χαίρει), αλλά το «Χριστού τη θεία γέννηση να μπω στ’ αρχοντικό σας» δε δικαιολογείται.

    Σήμερα μας τα ‘χουν πει ως τα τώρα πέντε «ζυγιές» (τα εισαγωγικά γιατί η μία αποτελούνταν από ένα παιδί συνολικά). Εκτός από μια ζυγιά που είπε τα κρητικά κάλαντα, οι υπόλοιποι έκαναν ανελλιπώς και τα τρία πραπάνω λάθη.

    Ποιος τους τα μαθαίνει; Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη να τους διδάξει «λέτε πράγματα χωρίς να τα καταλαβαίνετε»; (Ξέρω: μάλλον ο Έντης…)

    Τέλος πάντων, πάλι καλά που δεν ήρθαν να μας πουν το «Τρίγωνα κάλαντα» νομίζοντας ότι είναι κάλαντα…

  42. Πέπε said

    @39:
    > > Πιο μικρός (ηλικίες νηπιαγωγείου ας πούμε) κάτι σαν κελεμπία ως το γόνατο, κι από μέσα τίποτα.

    Και στις πόλεις, τα πολύ μικρά παιδάκια φορούσαν φουστάνια ανεξαρτήτως φύλου. Έχω δει φωτογραφίες των παππούδων μου, και νομίζω ότι υπάρχει αναφορά και στον Τρελαντώνη. Πιστεύω ότι πρέπει να ήταν επιλογή που διευκολύνει το άλλαγμα της πάνας, και ίσως κράταγε και μερικά χρόνια ακόμη (όσο τους έκαναν τα ίδια ρούχα).

  43. ΓιώργοςΜ said

    >που διευκολύνει το άλλαγμα της πάνας
    Διευκόλυνε επίσης και την υγιεινή-καθαριότητα μετά την ηλικία της πάνας, σήκωναν το φουστάνι κι έκαναν τη δουλειά τους στο άψε-σβήσε (κι ενδεχομένως όπου να ‘ναι). Απολύτως πρακτικό κι εκπαιδευτικό, κανένα παιδάκι δε θα ήθελε να κυκλοφορεί με κατουρημένα πόδια. Παρεμπιπτόντως, θυμάμαι ακόμη το απαξιωτικό «βρε, άει κατούρα τα πόδια σου» για κάποιον που ασχολείται με πράγματα μεγαλύτερης ηλικίας ή εκτός του «βεληνεκούς» του γενικώς.
    Θυμάμαι ακόμη, κι ας πάνε τόσα χρόνια που τα παιδιά μου ξεμπέρδεψαν με αυτό, τη διευθύντρια του νηπιαγωγείου να βάζει χέρι στους γονείς που έστελναν τα παιδάκια…. αμπιγιέ στο σχολείο, με παντελονάκια που είχαν ζώνες, φορεματάκια ή φουστίτσες με καλσόν κλπ: «Βάλτε τους φόρμες, να κατεβαίνουν εύκολα και να μη χρειάζεται μια ώρα κάποιος για να τα βοηθήσει να πάνε τουαλέτα».

  44. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Κοκκώνας σπίτι το αξέχαστο που κάθε φορά σαν πρωτογνώριστο διαβάζεται,φορτωμένο καταδικές μας μνήμες. Και ποιο χωργιό δεν έχει στοιχειωμένο σπίτι φοβιστικό στις παιδικές καρδιές; Δεν είχε ακριβώς καλλικατζάρους ή μπαμπούγερους( παιδοφάγους δράκους σ΄εμάς) κρυμμένους, αλλά κλάμα πεθαμένων παιδιών ή των παλιών νοικοκυραίων που χάθηκαν και ρήμαξε. Γερμανοσκοτωμένοι για παράδειγμα οι άντρες ,πατέρας και γιος, και η μάνα με τη θυγατέρα κατέβηκε στο πατρικό της στα χαμηλά,κοντά στην πόλη και το σπίτι εκείνο ερειπιωνόταν κατάκλειστο, «να φαντάσσει» όπως λέγανε,στης ορεινής γιαγιάς τη γειτονιά.Το ανεγυρίζαμε(κάναμε κύκλο πίσω του) με τη μάνα μου όταν ανεβαίναμε,θυμάμαι, για τη γρουσουζιά του (όπως όλοι δηλαδή) κι ας παίρναγε συντομότερο σοκάκι από μπρος του.
    Για τη ιστορία, το σπίτι εκείνο το έχουν αγοράσει και αναπαλαιώσει από χρόνια πολλά, πριν τη φούσκα και την ξέφρενη αγοραστική μανία σπιτιών, μια οικογένεια Γερμανών.
    ***
    Σήμερα,σ΄εμάς ενώ άργησαν, περασμένες δέκα, οι καλαντιστές, μετα έπεσαν μαζεμένοι, με διαφορά λίγων λεπτών. Τρεις παρέες μέσα στην πολυκατοικία! Δυο κοριτσάκια σχεδόν δίδυμα με σκουφιά κόκκινα κι αναμμένα αστεράκια πάνω (η μαμά στην εξώπορτα κατάλαβα), ένα αγόρι έφηβος με κιθάρα κρεμασμένη κι ένας μικρούλης κοντά με τριγωνάκι, (ωραίοι πολύ, μπάχαλο οι στίχοι- 🙂 ) , και τελευταίος ένας μεγάλος άντρας μ΄ένα πολύ πιτσιρίκι αγκαλιά με τριγωνάκι(πρόλαβα να δω μελαχρινός-τσιγγάνος; αφγανός,πακιστανός;- που πήγε να το κατεβάσει «να τα πει» αλλά απο πάνω κάλπαζαν στα σκαλιά τ΄αγοράκια με θόρυβο,τα κορίτσια τα λέγανε ήδη απο κάτω, πήρε κι αυτός το ασανσέρ και το παιδί κι έφυγε, μ’ ανείπωτα τα κάλαντα. Ούτε κατάλαβα, καθώς περιμένοντας με ανοιχτή πόρτα,βλέποντας κι ακούγοντας πολύ συντάλαχο, μπήκα προς τα μέσα να πάρω κι άλλα κέρματα και καραμέλες για όλους.Μες την ομοβροντία των παιδιών,από πάνω κι από κάτω, αυτός έκανε πίσω. Στεναχωρήθηκα, μα γιατί έφυγαν αναρωτήθηκα μπρος στην άλλη ζυγιά, αλλά «θα πάνε όμως πρώτοι δίπλα!» είπε ό κιθαρωδός και γελάσαμε και πήρε κι ένα διπλό επί πλέον γι΄αυτή τη χαρωπή ατάκα ! 🙂

    Και του χρόνου!
    Εδώ, όλοι,υγιείς και αισιόδοξοι*

    *Α ρε Γς, έκανα παραπληκτρολόγηση σ΄ένα γράμμα, και είπα Γουσουδάχτυλος-ευτυχώς το είδα! 😉

  45. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Κοκκώνα μου, σ΄εμάς,χαϊδευτική προφώνηση στα κοριτσάκια. Κοκκώνες γενικά ήσαν οι όρνιθες,στη νηπιακή γλώσσα.
    Να κάμει η κοκκώνα το κοκό να το φάει το Γιωργιό,Γιαννιό κ.ο.κ (ταχτάρισμα)

    Πέπε, φρέσκα,χθεσινά κρητικά κάλαντα.Ιδέα δεν έχω για τη «Ερωφίλη»

  46. Μυλοπέτρος said

    Δε χρειαζεται να παμε στους παπουδες μας. Εχω φωτογραφια μου ηλικειας περιπου 16 μηνων οπου φορω φουστανακι και κρατω στο χερι χαρτινο αποκριατικο καπελο. Μαρτιος περιπου του 1950. Ολα τοτε τα παιδια αγορια οπως εγω και κοριτσια μεχρι μια ηλικια φορουσαμε φουστανακια χωρις βρακακια απο κατω. Περιπου αυτο μεχρι τα μεσα της 10ετιας του 50. Τωρα που το σκεπτομαι διερωτομαι. Μηπως οι τωρινοι εκπροσωποι της ηλικιας των παπουδων μας ευρισκονται στον καθρεφτη μας;

  47. Γιάννης Ιατρού said

    44/45: ΕΦΗ
    καλαντιστές…

    καλά, σ΄εσάς δεν είχαν μαζί τους και POS; Πφφφφ! 🙂

  48. http://mikropragmata.lifo.gr/aksechasta/ta-kalanta-ena-glykopikro-christougenniatiko-diigima-tou-napoleonta-lapathioti/

  49. Πέπε said

    @41:
    > > Εκτός από μια ζυγιά που είπε τα κρητικά κάλαντα, οι υπόλοιποι έκαναν ανελλιπώς και τα τρία πραπάνω λάθη.

    Ψέματα. Και οι πέντε τα ίδια λάθη έκαναν (αφού και στο κρητικό κάλαντο, μέχρι το χαίρει η φύσις/κτίσις όλη, οι στίχοι είναι οι ίδιοι με το πανελλήνιο).

  50. sarant said

    48 Θα παιχτεί μεθαύριο και στο Τρίτο της Ραδιοφωνίας:

    Οι Μικρές Δεξαμενές Μελάνης σας εύχονται Χρόνια Πολλά με Αγάπη ❤️
    Καλά Χριστούγεννα 🌺
    Τρίτη 26.12.17 στις 21:10
    «Τα κάλαντα», Ναπολέων Λαπαθιώτης
    Τρίτο Πρόγραμμα 90,9
    Παραγωγή, παρουσίαση: Afroditi Kosma
    Ηχοληψία, Ηχητική επεξ/σία: Αλέξανδρος Κασσελάκης
    Σχεδιασμός Ήχου: Agis Gyftopoulos

    Ναπολέων Λαπαθιώτης
    » Ο Μυστηριώδης φίλος & άλλες ιστορίες»
    Επιμέλεια: Nikos Sarantakos
    Εκδόσεις Ερατώ, Αθήνα, 2013

  51. Μανούσος said

    Κοκόνα/ κοκκώνα κλπ ἐξ ὅσων γνωρίζω πρέπει νὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν γεωργιανὴ λέξη γκογκό (გოგო καὶ ὑποκοριστικὸ γκόγκονα გოგონა, Tschenkeli σελ. 75 – τῆς ἐπανεκδόσεως) ποὺ σημαίνει κοπελιά, κορίτσι.
    Καὶ στὴν ρουμανικὴ cocona μὲ τὴν σημασία κορίτσι κυρία κλπ ἀγνώστου έτυμολογίας. Λογικὰ πρέπει νᾶ ἔχει περάσει μέσω τῆς κωνσταντινουπολιτικῆς φαναριωτικῆς ἀριστοκρατίας. Σὲ ἀρχειακὸ ὑλικὸ ἀπὸ Μολδοβλαχία χρησιμοποιεῖται κατὰ κόρον γιὰ τὶς ἐκεῖ κυρίες τῆς ἀριστοκρατίας.

    https://www.youtube.com/watch?v=XteWvppKwv4 Ὁ Τσάγκαλα καὶ τὸ κορίτσι

    Καλὰ Χριστούγεννα σὲ ὅλους καὶ καλὴ χρονιά.

  52. sarant said

    51 Σαν να έχεις πιάσει λαβράκι. Η ρουμανική αρχή έχει το πρόβλημα που λες, της άγνωστης ετυμολογίας. Ο φίλος μας ο Χρίστος, που όλα τα βγάζει ελληνικά ή προελληνικά, υποστηρίζει βέβαια ότι είναι ελληνικής αρχής.

  53. Μανούσος said

    Δὲν ἔχω βρεῖ τίποτε ἄλλο κοντινότερο καὶ ἐπὶ πλέον στέκει σὰν διασύνδεση. Ἡ αὐτοκρατορία τῆς Τραπεζοῦντος εἶναι καλὸς ὑποψήφιος δίαυλος. Πάντως χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση.

  54. Νίκος Κ. said

    Το «Κοκκώνα» σαν όνομα το άκουσα πριν πολλά χρόνια, ένα καλοκαίρι στην Κω. Την έλεγε ο άντρας της «Κοκκώνα» κι εμείς νομίζαμε πως ήταν χαϊδευτικό, μέχρι που καταλάβαμε πως ήταν το όνομά της.
    Πάντως ο τηλεφωνικός κατάλογος βγάζει μερικά τέτοια επώνυμα στη Ρόδο αλλά όχι στην Κω.

  55. Μαρία said

    Του κουκόν’, μειωτικό για υπερβολικά φτιασιδωμένη γυναίκα.

  56. gpoint said

    Κάλαντα άκουσα μόνο σε μαγαζιά…και τι δεν άκουσα ! Γυφτάκια να λένε κάτι στη γλώσσα τους, προσφυγάκια το ίδιο και ελληνάκια να λένε τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς-λόγω τιμής !!

  57. cronopiusa said

  58. ΓιώργοςΜ said

    Εγώ μέχρι σήμερα το «κοκκώνα» το θεωρούσα τούρκικο, σαν ευγενική-κολακευτική προσφώνηση σε γυναίκα. Ίσως επειδή το άκουγα κυρίως από τη γιαγιά μου που είχε μεγαλώσει κοντά στην Πόλη. Το θυμάμαι μάλιστα χαρακτηριστικά σε ένα ανέκδοτο, σαν τουρκική λέξη. Γηράσκω αεί κλπ κλπ

  59. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα!

  60. spatholouro said

    Ο Παππαδόπουλος σε άρθρο στην ΠΑΝΔΩΡΑ (τόμ. 17, 1867), αναφερόμενος παρεμπιπτόντως σε «βλαχισμούς» αναφέρει την «κοκόνα» ως βλαχοταταρική και επιπλέον καταγράφει και κακόσημη σημασία («κούρβα, άτιμος γυνή»)

    https://books.google.gr/books?id=QZZEAAAAcAAJ&pg=PA222&dq=%22%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CF%8C%CE%BD%CE%B1%22&hl=el&sa=X&ved=0ahUKEwjVxbjanqPYAhWGL1AKHYxKB-M4bhDoAQglMAA#v=onepage&q=%22%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CF%8C%CE%BD%CE%B1%22&f=false

  61. sarant said

    Το «ταταρική» μας πηγαίνει αρκετά ανατολικά -εκτός αν εννοεί τους ταχυδρόμους, που δεν νομίζω.

  62. Χρίστος Δάλκος said

    52 «Ο φίλος μας ο Χρίστος, που όλα τα βγάζει ελληνικά ή προελληνικά, υποστηρίζει βέβαια ότι είναι ελληνικής αρχής».
    Χαρακτηρισμοί, χαρακτηρισμοί, χαρακτηρισμοί! Ἐγώ, τοὐλάχιστον, μέ τήν ἐνδοσυγκριτική προσέγγιση, συσχέτισα τά κοκκώνα, κοσώνα, κουτσούνα, ξούνα. Καί δέν ξεμπέρδεψα, βέβαια, μέ ἕναν ἀφορισμό τοῦ τύπου «ὁ κ. Κ. τά βγάζει ὅλα ρουμάνικα»,»ὁ κ. Σ. τά βγάζει ὅλα τούρκικα» κ.ο.κ. Ἀλλά, τέλος πάντων, νά μήν πικραινώμαστε, γιατί στό βάθος ὑπάρχει συμπάθεια. Καλά Χριστούγεννα! (Παρεμπιμπτόντως: Τί ὑπέροχο αὐτό τό: «Βρέ! ἀπὸ σπόντα»)

  63. Χρίστος Δάλκος said

    Ὤχ! «Παρεμπιπτόντως!» Θά μέ πιάσῃ στό στόμα του ὁ Πλανήταρος!

  64. Βάταλος said

    Εντιμώτατοι κύριοι,

    διακόπτω την σιωπήν μου διά να θέσω μίαν σειράν καταιγιστικών ερωτημάτων που ίσως μοί στοιχίσουν νέαν πορτοκαλιάν κάρταν, ολίγας μόνον ώρας προτού ανατείλει ο Ανίκητος Ήλιος…

    1) Διατί ουδείς των αναγνωστών εφιλοτιμήθη να αναφέρη την εμπεριστατωμένην εργασίαν του ελληνολάτρου αναγνώστου κ. Χρίστου Δάλκου (σχόλια 62 + 63) υπό τον τίτλον «Ἡ κοκκώνα, ἡ κοτσιώνα, ἡ κοσώνα καὶ ἡ κ᾿σώνα», όπου αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας η ελληνικωτάτη προέλευσις της λέξεως «κοκκώνα»;

    2) Διατί ο ίδιος ο κ. Δάλκος τηρεί αιδήμονα σιωπήν διά το εν λόγω άρθρον (γραμμένον τω 2012) και δεν μάς λέγει με ποίον τρόπον έπεισε τον διαχειριστήν της σελίδος papadiamantis.org καθηγητήν του ΕΚΠΑ κ. Φώτιον Δημητρακόπουλον να του αναρτήση το άρθρον αυτό εις περίοπτον θέσιν της εν λόγω ιστοσελίδος; Μήπως διότι και ο ίδιος ο κ. Δάλκος ανήκει εις το γνωστόν κύκλωμα των χριστιανούληδων λογίων (Δημήτρης Κοσμόπουλος, Φώτιος Δημητρακόπουλος, Δημήτρης Μαυρόπουλος κλπ.) που λυμαίνονται την δόξαν του Μεγάλου Σκιαθίτου;

    3) Διατί ο κ. Δάλκος εις το εν λόγω άρθρον διά την κοκκώναν βάλλει κατά του σεμνού αναγνώστου του παρόντος Ιστολογίου κ. Καραποτόσογλου, επειδή τυχαίνει να μή συμφωνή με την ελληνικήν προέλευσιν της «κοκκώνας»;

    4) Διατί ο ίδιος κ. Δάλκος χρησιμοποιεί (εις το εν λόγω άρθρον) ως ιδικήν του την φράσιν «την ἑλληνικὴν ἐξ ἑλληνικῆς σαφηνίζειν», ενώ είναι ηλίου φαεινότερον ότι την έκλεψεν από τον Αρίσταρχον τον Σαμόθρακα (220-143 π.ρ.Χ.) που την διετύπωσεν ως… «τον Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν», προκειμενου να ξεκαθαρίση τα ομηρικά έπη από τας παρεμβολάς που είχον κάμει οι πρόγονοι των χριστιανούληδων, με σκοπόν να τα αλλοιώσουν;

    ΙΔΟΥ η περίφημος φράσις του Αριστάρχου Σαμόθρακος όπως την αναφέρει ο Μέγας Πορφύριος εις τα «Ομηρικά Ζητήματα», και την οποίαν παρήλλαξεν επιχειρών να την καπηλευθή ως ιδικήν του ο ελληνολάτρης αναγνώστης κ. Χρίστος Δάλκος

    Υπενθυμίζω ότι ο ίδιος αυτός Πορφύριος (234 -305 μ.Χ.) είναι ο συγγραφεύς του 45τομου αριστουργήματος «Κατά Χριστιανών», από το οποίον διεσώθησαν μόνον μερικαί εκατοντάδες λέξεις, διότι το υπόλοιπον το κατέκαυσαν οι μισάνθρωποι Γαλιλαίοι. Είναι κοινή πεποίθησις όλων των ιστορικών του Πρωΐμου Χριστιανισμού, πως αν διεσώζετο το «Κατά Χριστιανών» του Πορφυρίου, ΟΥΔΕΠΟΤΕ η Ανθρωπότης θα έπιπτε επί 15 αιώνας εις την πνευματικήν ψώραν που ωνομάσθη Χριστιανισμός

    5) Περαίνω την αποψινήν μνημειώδη παρέμβασίν μου θέτων μίαν ερώτησιν κρίσεως διά τον κ. Σαραντάκον: Διατί, αγαπητέ κύριε Νίκο, ουδέποτε ετολμήσατε να μάς αναρτήσητε κάποια Χριστούγεννα και το περίφημον χριστουγεννιάτικον διήγημα του Παπαδιαμάντη «Ο Χαραμάδος» (1904); Μήπως διότι δεν επιθυμήτε να πληροφορηθώσι οι μακαρίως κοιμώμενοι αναγνώσται σας πόσον αντισημιτικόν είναι το εν λόγω διήγημα, όπου ο κύρ Αλέξανδρος αποκαλεί (δίς) «τσιφούτηδες» τους Εβραίους;

    Μετά τιμής
    Γέρων Βάταλος
    αιμύλος + σπουδαιόμυθος

  65. Βάταλος said

    Διόρθωσις φωτοτυπίας σχολίου 64:

    Ομιλεί ο Αρίσταρχος (και ουχί Αριστόδημος) ο Σαμόθραξ

  66. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    35 – «Ανήκουστον, να μετονομαστεί πάραυτα ο σκύλος σου 🙂»
    Ο σκύλος μου είναι παλιότερος από τον φιλόλογό μας οπότε ο νέος πρέπει να μετονομαστεί, σεβασμός στον παλιό ΡΕΕΕ. 🙂

  67. Γς said

    Στο φούρνοζαχαροπλαστείο:

    Με το σκούφο του Αϊ Βασίλη τα κορίτσια εξυπηρετούν. Τα βάζουν στη σακούλα μαζί με την απόδειξη και

    -Καλά Χριστούγεννα!

    Ηρθε κι η σειρά μας. Ενα κιλό κουραμπιέδες και σ ένα μικρότερο κουτί ένα κιλό μελομακάρονα [είναι βαρύτερα]

    Τα βάζει σε μια ωραία διαφανή σακούλα η ομορφούλα από τη Βουλγαρία και την πρόλαβα:

    -Ντομπρέ Κόλιαντα!

    Θυμήθηκα κάτι Χριστούγεννα στη Σόφια με -15 βαθμούς

    Συγκινήθηκε. Στη Ραφηνα, που είχε λιακάδα σήμερα και θερμοκρασία +15 βαθμολύς και βάλε

  68. Πέπε said

    > > …πόσον αντισημιτικόν είναι το εν λόγω διήγημα, όπου ο κύρ Αλέξανδρος αποκαλεί (δίς) «τσιφούτηδες» τους Εβραίους;

    Έχει γούστο να λέει και τους Ρομά γύφτους;

  69. gpoint said

    Λίγο έξω από τα συνηθισμένα…

  70. Γς said

    44:

    > ρε Γς, έκανα παραπληκτρολόγηση σ΄ένα γράμμα, και είπα Γουσουδάχτυλος

    δάχτυλος ε;

    Ασ’ το να πάει, λόγω ημέρας.

  71. Γιάννης Ιατρού said

    62: Χρίστος Δάλκος

    Κύριε Δάλκο, Χρόνια Πολλά για την αυριανή γιορτή σας και καλές γιορτές. 🙂

  72. Κουτρούφι said

    Μακριά παντελόνια έβαλα στην Πέμπτη Δημοτικού (μέσα δεκαετίας του εβδομήντα). Μάλιστα ήταν Χριστούγεννα. Υπάρχουν φωτογραφίες από τότε που, ενώ από πάνω με έχει ντυμένο σαν κρεμμύδι η μάνα μου (λόγω κρύου), τα ποδάρια μου από κάτω είναι γυμνά (φοράω, βέβαια, κάλτσες και παπούτσια). Το παντελονάκι έφτανε μέχρι ψηλά τα μπούτια. Μια δικαιολογία που μου λέγανε τότε στο ερώτημα γιατί δεν φοράμε μακριά παντελόνια (όπως τα αθηναίικα παιδιά) ήταν ότι επειδή παίζαμε και χτυπούσαμε θα σχίζαμε τα παντελόνια μας συχνά-πυκνά στο ύψος των γονάτων και θα έπρεπε συνέχεια να ασχολούνται με την επιδιόρθωσή τους. Ήταν λίγο σκανδαλώδες ότι έβαλα μακριά παντελόνια στην πέμπτη δημοτικού διότι κανονικά έπρεπε να τα βάλω δυο χρονιές αργότερα, στο Γυμνάσιο πια. Στην αρχή είχα μια δυσκολία, ειδικά στο ύπαιθρο, όπου κάναμε τα τσίσα μας στις ξερολιθιές (στις τρουχάλοι).

    Η Θεομητορική εορτή της επομένης των Χριστουγέννων ονομάζεται, επισήμως, Σύναξη της Παναγίας. Πράγματι, υπήρχε η ονομασία Επιλόχια αλλά αυτή είχε καταδικαστεί από πολύ νωρίς, από την πενθέκτη οικουμενική σύνοδο (από τη βίκι-θήκη):

    «Ἀλόχευτον τὸν ἐκ τῆς Παρθένου θεῖον τόκον ὁμολογοῦντες, ὡς καὶ ἀσπόρως συστάντα, καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ κηρύσσοντες, τοὺς ἐξ ἀγνοίας πράττοντάς τι τῶν οὐ δεόντων, διορθώσει καθυποβάλλομεν. Ὅθεν, ἐπειδή τινες μετὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν γεννήσεως, δείκνυνται σεμίδαλιν ἔψοντες, καὶ ταύτης ἀλλήλοις μεταδιδόντες, προφάσει τιμῆς δῆθεν λοχείων τῆς ἀχράντου Παρθενομήτορος, ὁρίζομεν, μηδὲν τοιοῦτον ὑπὸ τῶν πιστῶν τελεῖσθαι. Οὐ γὰρ τιμή γε τοῦτο τῇ Παρθένῳ, τῇ ὑπὲρ νοῦν καὶ λόγον τὸν ἀχώρητον τεκούσῃ Λόγον σαρκί, ἐκ τῶν κοινῶν τε καὶ καθ’ ἡμᾶς τὰ κατὰ τὸν ἀφραστον αὐτῆς τόκον ὁρίζειν καὶ ὑπογράφειν. Εἴ τις οὖν ἀπὸ τοῦ νῦν πράττων τοιοῦτόν τι φωραθείη, εἰ μὲν κληρικὸς εἴη, καθαιρείσθω· εἰ δὲ λαϊκός, ἀφοριζέσθω.»

    Για πολλούς αιώνες φαίνεται ότι στη λαϊκή συνείδηση παρέμεινε ο όρος Επιλόχια και έτσι την αναφέρει εδώ και ο Παπαδιαμάντης. Μια άλλη παραλλαγή που έχω δει είναι «Επιλόγχια» (από τη λόγχη της σφαγής των νηπίων) με την οποία παρακάμπτεται το ζήτημα.

  73. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    72.γ >>Επιλόχια
    Ναι.Στη Γλυκοφιλούσα «Το παρεκκλήσιον εόρταζε, τη 26 Δεκεμβρίου, την Σύναξιν της Υπεραγίας Θεοτόκου, ήτοι τα Επιλόχια.
    Λεχούς αμώμου, ανδρός μη γνούσης λέχος. »
    http://www.sarantakos.com/kibwtos/mazi/ppd_glukofilousa.html

  74. Theban said

    Παραξενεύομαι που κανείς δεν έχει αναφέρει τη Λωξάντρα, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται εμένα στο μυαλό με την λέξη κοκκώνα.

  75. Μαρία said

    Την έπιασε την Παναγία επιλόχεια κατάθλιψη, ελληνικά μπέιμπι μπλουζ 🙂

  76. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    57.
    https://www.facebook.com/581315731887526/photos/a.581433438542422.1073741828.581315731887526/1775714705780950/?type=3&theater 🙂

  77. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Κοκονιό (ή και κοκόνα), το «πουλάκι» των μικρών αγοριών.

  78. Γιάννης Ιατρού said

    77: ΕΦΗ
    Όμως με ένα Κ(άππα) και Ω(μέγα) (εκτός Κρήτης 🙂 που το γράφουν και με Ο(μικρον)),
    όπως αναφέρει σχετικά ο κος Δάλκος (Σημ. Ο κος Χ.Δ. αναφέρεται στην τροπὴ κο > τσο ):

    …..Τὸ ἴδιο φαινόμενο παρατηρεῖται καὶ σὲ μιὰ λέξη ἴσως συγγενῆ ἐτυμολογικὰ πρὸς τὸ κοκκώνα (= κυρία, κοπέλα, κ.τ.τ.), τὴν λέξη κοκώνα (= ἀνδρικὸ μόριο) Κρήτ. Νάξ. (Γαλανᾶδ.) Πελοπν. (Βλαχοκερ. Δημητσάν.), ἡ ὁποία ἐμφανίζεται καὶ ὑπὸ τοὺς τύπους κουκούνα Εὔβ. (Στρόπον.) Στερελλ. (Κολάκ.) κοκώνι Πελοπν. (Βλαχοκερ.) κοκονάκι Κρήτ. (Χαν.). Εἶναι φανερὸ ὅτι πρόκειται γιὰ τὴν πάγκοινη τσουτσούνα (καὶ τσουτσοῦ, οὐδ. τσουτσούνι)…..

    Α, και να μην το ξεχάσω ν΄αναφέρω (64) 🙂

  79. atheofobos said

    77
    Ακριβώς έτσι το έλεγε η μάνα μου όταν ήμουνα μικρός!

  80. sarant said

    62 Μια και πέρασε η δωδεκάτη, Χρίστο χρόνια πολλά και ευτυχισμένα!

    Η διαφορά είναι ότι ο Μ. που πρότεινε σήμερα μια γεωργιανή ετυμολογία, χτες είχε προτείνει μια τουρκική και προχτές μια ελληνική, και δεν έχει βάλει σκοπό αμετάτρεπτο να σαφηνίζει την ελληνικήν εκ της ελληνικής.

    78 Το ότι το κο κάπου, κάποτε, σε μια εσχατιά της ελληνόφωνης γης, τράπηκε σε τσο δεν σημαίνει ότι όλα τα κο- μπορούν να τραπούν σε τσο- ή ότι όλα τα τσο- που βλέπουμε προέρχονται από κο-

    Εδώ βρίσκεται για μένα η μεγάλη αδυναμία της μεθόδου του φίλου Χρήστου. Τα κριτήρια αυτά αρνητικά κυρίως πρέπει να χρησιμοποιούνται δηλ. όταν η τροπή του Α φωνήματος στο Β είναι σπανιότατη να πούμε ότι η λέξη που περιέχει το Β είναι πολύ δύσκολο να προέρχεται απο τη λέξη που περιέχει το Α. Εν προκειμένω, η τροπή κο > τσο είναι σπανιότατη.

    Προσωπικά δεν έχω πρόσβαση στο διαλεκτικό υλικό του ΙΛΝΕ ωστε να μπορώ να ανασκευάσω σημειο προς σημείο τα οσα γράφει ο ΧΔ, αλλά από το λίγο που έχω διαβάσει μου δημιουργείται η εντύπωση ότι το άρθρο του, όπως και άλλα ανάλογα, είναι γοητευτικές μεν αστήρικτες δε ετυμολογικές ταχυδακτυλουργίες. Ο Χριστος, καθώς διακατέχεται από το πάθος του εφευρέτη μιας νέας ετυμολογικής προσέγγισης, δεν το καταλαβαίνει αυτό και μπορεί και να αισθανεται προσβεβλημένος. Εγώ από τη μεριά μου περισσότερη εμπιστοσύνη έχω στους… αναμασητές.

  81. Γς said

    79:

    Ημασταν μικροί κ αυτό μεγάλο. Και τώρα κόκονα

    Άσχετο.

    >η μάνα μου

    Και πάνω που’ ψαχνα κάτι για τη θλίψη των γιορτών, των Χριστουγέννων:

    «Μάνα που πάλευες μες στα λιμάνια
    δίχως χαμόγελα και περηφάνια
    μάνα που λύγισες μες στα μουράγια
    μάνα μου μάνα μου κυνηγημένη
    από τη κούνια σου στη Μενεμένη»

  82. Γς said

    81:

    Μάνα που πάλευες μες στα λιμάνια
    δίχως χαμόγελα και περηφάνια
    μάνα που λύγισες μες στα μουράγια
    μάνα μου μάνα μου κυνηγημένη
    από τη κούνια σου στη Μενεμένη

    Της άναψα ένα πρόχειρο καντηλάκι και έβαλα μερικά καρβουνάκια και λιβάνι σ ένα πήλινο κεσεδάκι γιαουρτιού μπρος τη φωτογραφία της

  83. cronopiusa said

    Μάνος Στεφανίδης Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και τα μυστικά των εικόνων

    Καλή σας μέρα και Χρόνια Πολλά!

  84. Χρίστος Δάλκος said

    71-78 Εὐχαριστῶ γιά τίς εὐχές καί τά καλά λόγια, καί τά ἀνταποδίδω εἰς διπλοῦν.
    80 «Το ότι το κο κάπου, κάποτε, σε μια εσχατιά της ελληνόφωνης γης, τράπηκε σε τσο δεν σημαίνει ότι όλα τα κο- μπορούν να τραπούν σε τσο- ή ότι όλα τα τσο- που βλέπουμε προέρχονται από κο-»
    Καλλίτερη συνηγορία σέ ὅσα ὑποστηρίζω δέν ὑπάρχει. Διότι ἐγώ μάχομαι μέ ὅλες μου τίς δυνάμεις τήν μηχανιστική ἄποψη τῶν νεογραμματικῶν περί ἀπόλυτων καί ἀπαρασάλευτων νόμων, ἄρα ὁ φίλος Νίκος, συμφωνεῖ μαζί μου, παρ᾿ ὅλο πού δέν μ’ ἔχει καταλάβει.
    64 Εὐχές ἀκόμα καί στόν Πλανήταρο ἀπό ἕναν πού θά τό ᾿θελε πολύ νά εἶναι Χριστιανός, ἀλλά εἶναι κομμάτι δύσκολο. Πάντως, προσπαθεῖ.

  85. Γιάννης Ιατρού said

    84 (τέλος) και 64/78β

    Για να μη νομίσει ο γνωστός ακατονόμαστος πως αδίκως του προσάπτω μαύρα μεσάνυκτα, για το θέμα του «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» κλπ. τον παραπέμπω στην εξειδικευμένη δημοσίευση (1977) επ΄ αυτού του θέματος του Ελβετού φιλολόγου καθηγητού των πανεπιστημίων της Βέρνης και της Βασιλείας Christoph Schäublin (είναι στα Γερμανικά, αλλά κάποιος στο επιτελείο του ILL Οινόη θα ξέρει να του το μεταφράσει), την οποίαν ευκόλως θα εύρει (επί παραδείγματι εις τον γνωστόν του και προσκείμενο εις το Ισραήλ 🙂 ιστότοπον, τον οποίον εύχομαι να μπορεί να επισκεφθεί ….).

  86. Βάταλος said

    Εντιμώτατοι κύριοι,

    διακόπτω την σιωπήν μου διά να απαντήσω εις τον αναγνώστην Ιατρού (σχόλιον 85), η κακοψυχία του οποίου υπερέβη τα εσκαμμένα…

    1) Αντί να συγχαρή το Επιτελείον μας που τον εξεστράβωσε και εκατάφερε να μάθη (έστω εις τα 70 του….) την εξαισίαν φράσιν του Αριστάρχου Θρακός «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» που διέσωσεν ο φιλόσοφος Πορφύριος, έψαξε και ευρήκε μίαν μελέτην (καταβιβάσατε εδώ) κάποιου Γερμανού λογίου, όστις ισχυρίζεται τα εξής ατεκμηρίωτα: Την φιλολογικήν μέθοδον «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» (προσοχή: την μέθοδον και ουχί την φράσιν!) είχον ανακαλύψειπρο του Αριστάρχου Σαμοθρακός ο Μέγας Αριστοτέλης και ο ιατρός Γαληνός.
    ΤΟΥΤΕΣΤΙΝ: Χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι…

    2) Αλλ’ ώ κακόψυχε Ιατρού, εγώ εμνημόνευσα την εξαισίαν φράσιν «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» (ουδείς αμφιβάλλει ότι ανήκει εις τον Αρίσταρχον Σαμόθρακα) όχι διά την φιλολογικήν μέθοδον που υπαινίσσεται… Την εμνημόνευσα διά να ψέξω τον ελληνολάτρην αναγνώστην κ. Χρίστον Δάλκον που ετόλμησε να την καπηλευθή ως ιδικήν του, παραλλάσοντάς την («την ελληνικήν εξ ελληνικής σαφηνίζειν») εις το άρθρον του περί ελληνικής προελεύσεως της «κοκκώνας» που ανήρτησεν ο χριστιανούλης καθηγητής Φώτιος Δημητρακόπουλος εις το papadiamantis.org

    Αντί, λοιπόν, να μοχθής διά να με βγάλης σκάρτον (ούτε εις την εβδόμην μετενσάρκωσίν σου δεν θα το κατορθώσης αυτό…), ώφειλες να βγής ευθαρσώς και να ψέξης κι εσύ τον θρασύν Δάλκον, που νομίζει πως όλοι οι σαραντάκειοι αναγνώσται είμεθα ανελλήνιστοι κάφροι και δεν θα αντιληφθώμεν την διαπραχθείσαν κλοπήν της εξαισίας αρχαιοελληνικής φράσεως του Αριστάρχου Σαμοθρακός…

    3) Περαίνων, με αφορμήν την μεγάλην σημερινήν εορτήν του Ανικήτου Ηλίου (την οποίαν ετόλμησες να ειρωνευθής εσύ ο ουτιδανός χριστιανούλης…) σου προσφέρω το μνημειώδες σύγγραμμα του J. C. McKeown, «A Cabinet of Greek Curiosities, strange Tales and Surprising Facts from the Cradle of Western Civilization» (2013), μπάς και αντιληφθής -επιτέλους – το μεγαλείον του Αρχαιο-Ελληνικού Πολιτισμού που κατέστρεψαν οι φίλοι σου οι χριστιανούληδες.

    Είναι εν σύγγραμμα γεμάτο «πικάντικα» περιστατικά από την ζωήν των αρχαίων Ελλήνων (με πλήρη βιβλιογραφικήν τεκμηρίωσιν…) που αποσιωπώνται επί 200 έτη εις το Ρωμέικον (λόγω βέτο των Γαλιλαίων) και θα αφήκουν άναυδον κάθε καλοπροαίρετον αναγνώστην…

    Το βιβλίον είναι γραμμένο στο στύλ του «Οι αρχαίοι είχαν την πλάκα τους» (του αειμνήστου Μίμη Σαραντάκου), αλλά χωρίς τον φόβον τί θα είπουν οι χριστιανούληδες αναγνώσται αν ομιλήσωμε διά ψωλάς, καταπύγονας, τριβάδας κλπ.

    Μετά πάσης τιμής
    Γέρων Βάταλος
    αιμύλος + σπουδαιόμυθος

  87. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    47. αισιοδοξία 🙂

  88. Γιάννης Ιατρού said

    86: χιχιχι, βλέπω σ΄έβαλα σε βάσανα… και έτρεχες, χρονιάρα μέρα σήμερα, ε; 🙂
    (και σιγά μη τα μάθαμε από σένα στο #64 ..,,πφφ!)

    Αλλά καλά είπα εγώ για μαύρα σκοτάδια 🙂
    Πως λες ότι ο Πορφύριος αναφέρεται στον Αρίσταρχο και επομένως η φράση είναι του Αρίσταρχου;
    Λοιπόν, αμφισβητείται, και με έμφαση, η πατρότητα (του Αρίσταρχου) για την επίμαχη φράση κλπ. κλπ.
    (πες τους να στο μεταφράσουν, στην αρχή της δημοσίευσης βρίσκεται)

  89. Βάταλος said

    Απάντησις εις σχόλιον 88

    Ορίζω διαιτητήν τον έντιμον κ. Σαραντάκον διά την διένεξίν μας, διότι τυγχάνει και και γερμανομαθής. Ό,τι αποφανθή, θα το δεχθώ κι εγώ. Είναι ισχυρά τα επιχειρήματα του Γερμανού λογίου διά να αμφισβητήσωμε την πατρότητα της φράσεως «΄Ομηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» διά λογαριασμόν του Αριστάρχου του Σαμοθρακός;

    ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑΝ, αναρτώ μίαν φράσιν του Σωκράτους, που διέσωσεν ο Ξενοφών εις τα «Απομνημονεύματά» του και εξηγεί διατί οι Γαλιλαίοι έχουν αποθεώσει τον Σωκράτην: Διότι ήτο οπαδός της πτωχείας και του μή επιθυμείν υλικά αγαθά!..

    Από τας μαζοχιστικάς ιδέας του Σωκράτους ήρχισεν η παρακμή του Ελληνικού Θαύματος, διό και τον λατρεύουν τόσον οι Γαλιλαίοι και τον έχουν κάμει πρωταγωνιστήν των σχολικών βιβλίων του Ρωμέικου εδώ και 200 χρόνια, ενώ αποσιωπούν πλήρως τους σοφιστάς, τους Προσωκρατικούς κλπ..

    Ομολογώ ότι κι εγώ ηγνόουν την φράσιν αυτήν του Σωκράτους που διέσωσεν ο Ξενοφών. Την επληροφορήθην από τον θαυμάσιον αρχαιοελληνικόν ιστότοπον sententiaeantiquae που δημοσιεύει καθημερινώς εξαίσια αρχαιοελληνικά ρητά με την αγγλικήν των μετάφρασιν.

    ΙΔΟΥ και το κείμενον του Ξενοφώντος απο το Perseus διά τους μερακλήδας

    Γέρων Β.

  90. Γιάννης Ιατρού said

    86γ: Ρε συ, δεν σου έχω πεί να μην κάνεις προσφορές με παραπομπές στο δικό σου χώρο;
    Αφού το βιβλίο είναι δημοσίως προσβάσιμο (πιντιέφι με δυνατότητα ψαχουλέματος) εδώ.
    Για «αμερικανάκια» μας πέρασες να το κατεβάζουμε από εκεί που σε βολεύει εσένα, για να κάνεις τις στατιστικές σου (αν και πόσοι διαβάζουν τα σχόλιά σου);

  91. Βάταλος said

    (σχ. 90)

    Παραδέξου κακόψυχε ότι είναι ανεκτιμήτου αξίας σύγγραμμα, που θα εξετίμα ιδιαιτέρως ο μακαριστός Μίμης Σαραντάκος. Το εκπληκτικόν είναι ότι δίδει άμεσον τεκμηρίωσιν όλων των αρχαιοελληνικών κειμένων από τα οποία αντλεί πληροφορίας, ώστε να τα ευρίσκη με έν κλίκ εις το TLG και ο πλέον αδαής

    Το αντελήφθησαν αμέσως οι σαραντάκειοι αναγνώσται και μέχρι τώρα (εις 150 λεπτά) έχουν κάμει 13 κατεβάσματα από τον ιστότοπόν μου

  92. Γιάννης Ιατρού said

    Πάντως χιούμορ έχει !

  93. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

  94. Γς said

  95. Ριβαλντίνιο said

    Εγώ είχα ακούσει σε μια εκπομπή του Μπούμπουκ ότι ο Σωκράτης είχε πάει στην αγορά και βλέποντας όλα τα καλούδια είπε «Ααα, πόσων πραγμάτων εγώ δεν έχω την ανάγκη !» , και καλά για να κτυπήσει τον υπερκαταναλωτισμό και τέτοια. Και σκέφτηκα, μα καλά δεν μπορεί να φανταστεί ότι κάποιος τηλεθεατής θα πεί μέσα του πως δεν έχει ανάγκη τα βιβλία που πουλάει ; 🙂

  96. Χρίστος Δάλκος said

    «Είναι ισχυρά τα επιχειρήματα του Γερμανού λογίου διά να αμφισβητήσωμε την πατρότητα της φράσεως «΄Ομηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» διά λογαριασμόν του Αριστάρχου του Σαμοθρακός;»
    Ὀνομαστική «ὁ Σαμόθρᾳξ», Γενική «τοῦ Σαμόθρᾳκος». Ὁμιλοῦμεν διὰ γνῶσιν εἰς βάθος!

  97. Βάταλος said

    Εντιμώτατε κ. Δάλκε, (σχ. 96)

    εκτιμώ απεριορίστως το πάθος σας διά την ορθήν εκφοράν της Θείας Ελληνικής Γλώσσης. Αλλά δεν νομίζετε πως είναι ατιμία να προσπαθήτε να με βγάλετε αγράμματον, επειδή έκλινα εις την λήγουσαν (αντί της παραληγούσης που είναι το ορθόν) την γενικήν πτώσιν του Αριστάρχου Σαμόθρακος;

    Διατί, όμως, αποφεύγετε (υμείς ο ειδήμων) να απαντήσητε εις τα κρίσιμα ερωτήματα που ετέθησαν από την παρούσαν ανάρτησιν;

    1) Έχει δίκιο ο κακόψυχος Ιατρού που ισχυρίζεται (μέσω του Γερμανού λογίου που ανεκάλυψε εις τα υπόγεια εργαστήριά του) ότι η φράσις «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν» ΔΕΝ ανήκει εις τον Αρίσταρχον Σαμόθρακα;

    2) Διατί (εν τω άρθρω σας διά την ελληνικήν προέλευσιν της «κοκκκώνας, που ανήρτησεν ο χριστιανούλης φίλος σας Φώτιος Δημητρακόπουλος εις περίοπτον θέσιν της Παπαδιαμαντικής Ιστοσελίδος…) προσεπαθήσατε να καπηλευθήτε (παραλλάσοντάς την και μή αναφέρων την πηγήν) την εξαισίαν φράσιν του Σαμόθρακος;

    3) Τί γνώμην έχετε διά το μνημειώδες σύγγραμμα του J. C. McKeown, «A Cabinet of Greek Curiosities, strange Tales and Surprising Facts from the Cradle of Western Civilization» (2013) που προσέφερα του Ανικήτου Ηλίου ανήμερα;

    Το καταβιβάσατε; Το εξεφυλλίσατε; Επάθατε πλάκα με την αγγλοσαξωνικήν ακρίβειαν του συγγραφέως, όστις επιμένει να μάς λέγη ακριβώς πού θα εύρωμεν εκάστην αρχαιοελληνικήν φράσιν που χρησιμοποιεί; Διατί υμείς οι Ρωμιοί φιλόλογοι (Δάλκος, Πέπες κλπ.) όχι μόνον αποκρύπτετε τας πηγάς σας, αλλά και παραλλάσσετε τας αρχαιοελληνικάς φράσεις, διά να μή τας ευρίσκομεν ημείς οι κοινοί θνητοί;

    4) Τί γνώμην έχετε (μετά από 40 χρόνια επαγγελματικής διδασκαλίας εις τα ρωμέικα σχολεία) διά την ερασμιακήν προφοράν; Έχει δίκαιον ο κ. Σαραντάκος και οι λοιποί αποδομισταί που την υπερασπίζονται μέ φανατισμόν, ή έχομεν δίκαιον ημείς οι ελληνόψυχοι που εμμένομεν εις τας θέσεις που εξέφρασε τον 19ον αιώνα ο κορυφαίος χριστιανούλης λόγιος και ιερεύς Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, εν τω περιφήμω συγγράμματί του «Περί της γνησίας προφοράς της Ελληνικής Γλώσσης»;

    Αυτά αναμένομεν από υμάς, εντιμώτατε κ. Δάλκε, και ουχί να προσπαθήτε να βγάλετε σκάρτους τους αναγνώστας του παρόντος Ιστολογίου, επειδής υπέπεσαν εις κάποιο πταίσμα. Αφήσατε αυτό το έργον διά τον κακόψυχον Ιατρού και την κλίκαν του…

    Μετά τιμής
    Γέρων Β.

  98. Γιάννης Ιατρού said

    ….που ανεκάλυψε εις τα υπόγεια εργαστήριά του….

    Α Π Α Ι Χ Τ Ο 🙂 🙂 🙂

  99. Γς said

    εις τα εν κρυπτώ και παραβύστω υπόγεια εργαστήριά του….

  100. Γιάννης Ιατρού said

    Δεν απάντησες στο μέηλ μου (ακόμα)

  101. Πέπε said

    Δηλαδή ας πούμε γινόταν χειμερινό ηλιοστάσιο χωρίς να δοθεί καμία σημασία στο γεγονός, και ξαφνικά μετά από τρεις μέρες γιόρταζαν τα γενέθλια του ανικήτου Ηλίου;

  102. Πέπε said

    @97.4:
    > > Διὰ τί οἱ Ἐρασμῖται δὲν διδάσκουσι καὶ τοὺς Γερμανοὺς νὰ προφέρωσι το v των κατὰ τὸ λατινικὸν v; Διὰ τί δὲν ἀναγκάζουσι καὶ τὴν Ἰταλίαν πᾶσαν νὰ ἐκφωνῇ τἀ tavola, καὶ favola, καὶ cavallo, καὶ τὰ τοιαῦτα, ὡς τὰ Λατινικὰ caballus καὶ tabula καὶ fabula;

    (σελ. 44-45 του βιβλίου =68-69 του πδφ)

    Μάλιστα, να λοιπόν μια πιθανή πηγή του βαττάλειου ύφους. Διατί ο κακόψυχος Ιατρού…;

  103. Χρίστος Δάλκος said

    «Διατί υμείς οι Ρωμιοί φιλόλογοι (Δάλκος, Πέπες κλπ.) όχι μόνον αποκρύπτετε τας πηγάς σας, αλλά και παραλλάσσετε τας αρχαιοελληνικάς φράσεις, διά να μή τας ευρίσκομεν* ημείς οι κοινοί θνητοί;»
    Ἐκεῖνο τό ὁποῖον γνωρίζω, καί μάλιστα πολύ καλῶς, εἶναι ὅτι ἐνῷ ὡμίλουν διά τήν ἀνάγκην νά ἑρμηνεύηται ἡ ἑλληνική πρωτίστως βάσει τῆς ἑλληνικῆς, προσπαθῶν νά εἰσαγάγω τήν ἐνδοσυγκριτικήν μέθοδον, μίαν καινοτόμον καί πολλά ὑποσχομένην θεωρίαν, καλοῦμαι νά ἀσχοληθῶ μέ τά πίτυρα τῶν πτωχαλαζόνων ἡμιμαθῶν, διατρέχων τόν κίνδυνον νά κατασπαραχθῶ ὑπό τῶν ὀρνίθων. Ἀλλά δέν θά τσιμβήσω.
    * Ἐπειδή πρόκειται περί ὑποτακτικῆς, γραπτέον «διά νά μή τάς εὑρίσκωμεν»

  104. Emphyrio said

    Οταν βλεπεις «appearing like an old women», τοτε μπορεις να πεις «Χεσε θεατρο, κατουρα παρασταση», οπως ελεγε μια θεια μου…

    Κοκκονι και Νεραντζα – περασα δυο ωραιες αλλα πολυ συντομες καλοκαιρινες διακοπες στα τελη των σεβεντιζ εκει. Ομορφα μερη τοτε. Οταν πηγα απο εκει μετα απο αρκετα χρονια ειχαν γινει ενα πια με το Βελλο.

  105. Βάταλος said

    Αγαπητέ κ. Χρίστε Δάλκε (σχόλιον 103)

    έχετε δίκαιον διά την υποτακτικήν που μού εξέφυγε (σχ. 97), όπως και διά την παραλήγουσαν (ορθόν: προ-παραλήγουσαν) του Σαμόθρακος, που δεν αντελήφθητε…

    Αλλά επιμένετε – βλέπω – να κριτικάρετε τα απλά πταίσματα (όλα οφειλόμενα εις την ταχύτητα της δακτυλογραφήσεως), αρνούμενος να μάς απαντήσητε επί των ουσιωδών ερωτημάτων που έθεσα εν τω σχολίω 97…

    Προφανώς, φυλάσσετε τα νώτα σας, διά να μή υποστήτε την αδυσώπητον κριτικήν του Επιτελείου μας. Τουλάχιστον ειπήτε μας, αν έχη δίκαιον ο Ιατρού διά την φράσιν του Σαμόθρακος, που προσεπαθήσατε να καπηλευθήτε…

    Τον οποίον Ιατρού, παρεμπιπτόντως, ουδέποτε ετολμήσατε να «κράξετε» διά τας καθημερινάς ανορθογραφίας του και τας παλαιοτέρας γκάφας του, ότε δεν ηδυνήθη να ξεχωρίση το σχόλιον του Ομηρικού σχολιαστού από το Ομηρικόν πρωτότυπον και ερεζιλεύθη πανελληνίως…

    Μήπως ανήκετε και υμείς εις την κλίκαν του, ή απλώς «φυλάτε τα ρούχα σας», επειδή γνωρίζετε ότι ο κ. Ιατρού είναι στενός φίλος του κ. Σαραντάκου και κατέχει την περιζήτητον θέσιν του «χωροφύλακος» του Ιστολογίου;

    Β.

  106. Γς said

  107. Πέπε said

    Ρε, ξεκόλλα! Σου απάντησε ο άνθρωπος: δεν θα τσιμβήσῃ (#103)!
    Δηλαδή συγγνώμη που πετιέμαι μες στη μέση, αλλ’ αναγνούς τοιαύτας παπαριάς περί χωροφυλάκων του ιστολογίου κλπ. δεν το θεωρώ και τόσο άτοπο.

  108. Alexis said

    Καλημέρα.
    Πολύ καλό το διήγημα, στο γνωστό γοητευτικό ύφος του μέγιστου τεχνίτη του λόγου Παπαδιαμάντη!

    Και βεβαίως πολύ καλά και τα σχόλια αφού έβγαλαν άφθονο γέλιο! 🙂
    Το έχουμε ανάγκη μέρες που είναι!

    #98: Γιάννη σε φαντάζομαι στα …υπόγεια εργαστήριά σου, να ανακατεύεις, ως άλλος Μέρλιν, με μία τεράστια κουτάλα το καζάνι με το μαγικό φίλτρο!
    Εξαφανίζεις και σχολιαστές, να δώσουμε καμιά παραγγελιά; 😆 😆 😆

    Χρόνια πολλά!!!

  109. Γιάννης Ιατρού said

    101: κον Πέπεν 🙂
    συμβατική ήταν η επιλογή της ημερομηνίας (25 Δεκ.) για τον εορτασμό του Deus Sol Invictus από τον αυτοκράτορα Αυρηλιανό. Γενικά, οι σχετικοί με το ηλιοστάσιο εορτασμοί (όχι μόνο στους Ρωμαίους) από πολύ πιό παλιά λάμβαναν χώρα σε ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, π.χ. από τα μέσα Δεκεμβρίου ως τις αρχές του Ιανουαρίου (αν την τωρινή, δική μας, ονομασία των μηνών).
    Βλ. (ενδεικτικά, υπάρχουν πάμπολλες δημοσιεύσεις και βιβλία σχετικά με το θέμα) και «Sonnenkult von den Severern bis zu Constantin I.» του Stephan Berrens, 2004

  110. Γς said

    Χωροφύλαξ ή αστυφύλαξ;

  111. Χρίστος Δάλκος said

    105 «Τουλάχιστον ειπήτε μας, αν έχη δίκαιον ο Ιατρού διά την φράσιν του Σαμόθρακος, που προσεπαθήσατε να καπηλευθήτε…»
    Καί ἄλλα λάθη ὀφειλόμενα εἰς τήν ταχύτητα τῆς δακτυλογραφήσεως: ἡ πρότασις » αν έχη δίκαιον ο Ιατρού» δέν εἶναι ὑποθετική ἀλλά πλαγία ἐρωτηματική ἐξαρτωμένη ἐκ τοῦ (ἀδοκίμου) «εἰπῆτε», ὅθεν τό «ἔχη» δέον νά γράφηται μέ ει (ἄν ἔχει), ἀφοῦ ἔχομεν νά κάμωμεν μέ ὁριστικήν. (Μίαν εὐχαριστίαν δέν ἤκουσα διά τά δωρεάν μαθήματα)

  112. sarant said

    111 Βλέπω ανεβήκαμε τάξη στα μαθήματα 🙂

  113. Γιάννης Ιατρού said

    112: Γιατί στρίβεις τώρα το μαχαίρι στην πληγή;;; 🙂 🙂 🙂

  114. Γιάννης Ιατρού said

    97: Διαπιστώνω σιγήν ασυρμάτου επί του θέματος εκ μέρους του ακατονόμαστου και για να τον βοηθήσω λίγο στην εξεύρεση της αλήθειας θα παραθέσω και το σχετικό απόσπασμα από το μνημειώδες έργο History of Classical Scholarship του Rudolph Pfeiffer, εκδ. 1968 (μόλις το έβγαλα από το σκοτεινό υπόγειο εργαστήριο που κρύβω τους Γερμανούς ή Ελβετούς φιλόλογους στην ζκατάψυξη 🙂 ):

  115. Γιώργος Σανιδάς said

    ξέρει κανείς που αναφέρεται όταν γράφει για »μνημούρια τού Φερίκ-κιοΐ»;

Σχολιάστε