Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Το αλφαβητάρι του σακακιού (από το Μονόπετο)

Posted by sarant στο 19 Ιουνίου, 2023


Μονόπετο είναι είδος σακακιού, είναι όμως και ένα από τα καλά σάιτ του ελληνικού Διαδικτύου, το monopeto.gr. Ο υπότιτλός του, Η ιστορία της κλασικής ανδρικής ένδυσης και οι δημιουργοί της περιγράφει με ακρίβεια το περιεχόμενο του Μονόπετου.

Πριν από λίγο καιρό, ο υπεύθυνος του Μονόπετου αναδημοσίευσε στο Τουίτερ ένα παλιότερο άρθρο του, που το βρήκα πολύ ενδιαφέρον και για το δικό μας  ιστολόγιο, μια και καταγράφει την ορολογία τη σχετική με το σακάκι. Του ζήτησα την  άδεια και το αναδημοσιεύω εδώ, παρόλο που, να πω την  αμαρτία μου, λιγοστά σακάκια έχω και δεν συνηθίζω να φοράω.

Το άρθρο βέβαια εξερευνά την ορολογία του σακακιού, αλλά δεν  λέει τίποτα γι’ αυτή καθαυτή τη  λέξη «σακάκι», διότι το Μονόπετο δεν είναι γλωσσικό ιστολόγιο. Αλλά κι εμείς που είμαστε δεν έχουμε να  πούμε και πάρα πολλά, διότι το σακάκι, ως λέξη, έχει περάσει λίγο από τις χαραμάδες των λεξικών.

Φυσικά, όλα τα λεξικά έχουν  λήμμα «σακάκι». Για παράδειγμα,  το ΜΗΛΝΕΓ γράφει: Είδος κοντού εξωτερικού ενδύματος (επενδύτη) που καλύπτει το πάνω μέρος του σώματος μέχρι και το ύψος των γοφών· παλαιότερα ήταν αποκλειστικά ανδρικό ένδυμα, ενώ σήμερα φοριέται και από τα δύο φύλα· έχει συνήθως πέτο και μακριά μανίκια και κουμπώνει με κουμπιά μπροστά ή σταυρωτά στο πλάι· όταν συνδυάζεται με παντελόνι ή φούστα από ίδιο ύφασμα, αποτελεί μαζί του το κουστούμι ή το ταγέρ αντίστοιχα.

Ενώ το κάπως παλιότερο ΛΚΝ: εξωτερικό ανδρικό ένδυμα με μακριά μανίκια, που κουμπώνει μπροστά και καλύπτει τον κορμό ως τους γοφούς και το οποίο μαζί με παντελόνι από το ίδιο ύφασμα αποτελεί το ανδρικό κουστούμι: Σταυρωτό / μονόπετο ~. Kαλοκαιρινό / χειμωνιάτικο ~. Είχε το ~ του ριγμένο στους ώμους. || γυναικεία ζακέτα που έχει το κόψιμο ανδρικού σακακιού.

Ωστόσο, στην ετυμολογία της λέξης όλα τα λεξικά περιορίζονται στο να αναφέρουν ότι το σακάκι είναι υποκοριστικό της  λέξης  «σάκος», χωρίς να  προσθέτουν τίποτε άλλο. Δεν αμφισβητώ ότι αυτή είναι η προέλευση, αλλά θα είχε ενδιαφέρον να δούμε πώς έγινε η μετατόπιση της  σημασίας, και κυρίως πότε.

Πάντως, στην αρχή είναι ο σάκος, λέξη αρχαία, που είναι σημιτικό δάνειο. Στα αρχαία παραδίδονται και οι δυο γραφές, σάκκος και σάκος, γι’ αυτό και σε όλα τα λεξικά σήμερα προτιμούν την  απλούστερη γραφή, σάκος, αν και σε παλιότερα κείμενα θα βρείτε και σάκκος, ίσως πλειοψηφικά. Από τα ελληνικά είχαμε το λατινικό saccus, που πέρασε και στις άλλες γλώσσες, παίρνοντας και άλλες σημασίες (πχ το αγγλ. ρήμα sack που σημαίνει και «απολύω» αλλά και  «λεηλατώ»!). Αλλά αυτά θα τα γράψουμε, ίσως, κάποιαν άλλη φορά.

Το σακάκι λοιπόν είναι υποκοριστικό του σάκου, αλλά δεν ξέρουμε πότε μπήκε στην  ελληνική γλώσσα. Ο Κουμανούδης  δεν  το καταγράφει, διότι δεν είναι λέξη «πλασθείσα υπό των λογίων», ενώ οι εφημερίδες στην Εθνική Βιβλιοθήκη δεν βοηθάνε και πολύ, διότι ο όρος είχε ήδη μπει στη γλώσσα στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Εδώ βλέπετε ένα απόκομμα από το Σκριπ, όταν ακόμα ήταν σατιρική εφημερίδα, 28/5/1895, ενώ τη λέξη τη βρίσκουμε επίσης σε διαφημιστικές αγγελίες της εποχής -χωρίς κάποια ένδειξη ότι ο όρος ήταν  νέος.

Επομένως, πρέπει νομίζω να πάμε κάμποσες δεκαετίες πίσω, τουλάχιστον, για να βρούμε τις πρώτες εμφανίσεις του. Πάντως, το λεξικό του Βυζάντιου,  περί τα 1840, έχει σακκί αλλά όχι σακάκι ή σακκάκι. Να πούμε εδώ ότι οι παλιές εφημερίδες, ενώ γράφουν συνήθως «σάκκος», με δύο κάπα,  προτιμούν «σακάκι» με ένα κάπα.

Έγραψα όμως πολλά, οπότε θα παραθέσω το άρθρο του Μονόπετου, βάζοντας, σαν ιντερμέδιο, το Πάλιωσε το σακάκι μου του Τσιτσάνη, ένα από τα πολλά τραγούδια με το σακάκι:

Το αλφαβητάρι του σακακιού

Υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ των ανδρών που αγαπούν την κλασική ένδυση και των ραφτών που την υπηρετούν. Ένα χάσμα γλωσσικό. Ξεκινά από το γεγονός ότι στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξαν περιοδικά ή έστω στήλες στον Τύπο σχετικά με το κοστούμι/σακάκι. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι άντρες έμαθαν τα βασικά από ξενόγλωσσα βιβλία, περιοδικά, ιστοσελίδες και βίντεο -κυρίως στην αγγλική. Οι ράφτες πάλι, όχι: οι γνώσεις τους προήλθαν από τους πατεράδες και τους δασκάλους τους. Έτσι, μπορείτε να φανταστείτε την εικόνα ενός κυρίου να μπαίνει σε ένα παραδοσιακό ραφείο για να φτιάξει το πρώτο του επί παραγγελία σακάκι και να ζητά high armhole και peaked lapels, αφήνοντας τον ράφτη να τον κοιτά με αγνή απορία, αν όχι με θυμό.

Το παρακάτω κείμενο θα αποπειραθεί να γεφυρώσει αυτό το χάσμα, παραθέτοντας την ελληνική μετάφραση των αντίστοιχων αγγλικών όρων.

Καθώς για το παντελόνι έχουμε αναφερθεί αναλυτικά εδώ, σήμερα θα εστιάσουμε αποκλειστικά στο πιο απαιτητικό σακάκι. Ας ξεκινήσουμε από την κορυφή.

COLLAR – ΚΟΛΑΡΟ: Μιλάμε για το μικρό ημικυκλικό κομμάτι υφάσματος, το οποίο βρίσκεται γύρω από τον λαιμό. Το πλάτος του κολάρου καθορίζει σημαντικά το μέγεθος των πέτων. Δεν μπορείς να έχεις ένα σακάκι με φαρδιά πέτα και στενό κολάρο ή το αντίθετο.

GORGE – ΠΟΝΤΑ: Tο σημείο που τελειώνει το κολάρο και αρχίζει το πέτο. Σε ένα μονόπετο σακάκι, η πόντα είναι ανοιχτή, αφήνοντας ένα κενό που δημιουργεί το χαρακτηριστικό «δόντι», ενώ στα σταυρωτά και στα μονόπετα με πέτο σταυρωτού σακάκια (peaked lapels), η πόντα καλύπτεται από τη μύτη του πέτου. Το σημείο τοποθέτησης της πόντας είναι αντικείμενο διαμάχης εδώ και δεκαετίες. Κατά τη «χρυσή εποχή» της κλασικής ανδρικής ένδυσης (1920-1930), η πόντα ήταν σχετικά χαμηλά. Τις δεκαετίες 1980-1990, ο Armani την κατέβασε πολύ πιο κάτω -σχεδόν στο ύψος της τσέπης του στήθους- ενώ στις μέρες μας η πόντα έχει ανέβει πάλι ψηλά, ψηλότερα από ποτέ. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι κυριολεκτικά αόρατη αφού έχει φτάσει… στους ώμους. Σε ένα επί παραγγελία σακάκι, η τοποθέτηση της πόντας επαφίεται στο γούστο του πελάτη και τις συμβουλές του ράφτη. Στα έτοιμα και στα made-to-measure, στις ορέξεις του κατασκευαστή.

Μονόπετο με πέτα σταυρωτού και εξωτερική ραφή. Η πόντα είναι το σημείο που ενώνεται το κολάρο με το πέτο και στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι κλειστή

LAPEL – ΠΕΤΟ: Το πέτο του σακακιού είναι ο χαρακτήρας του. Υπάρχουν τα μονόπετα (single breasted with notch lapels), τα σταυρωτά (double breasted) τα μονόπετα με πέτο σταυρωτού (single breasted with peaked lapels) και τα σταυρομονόπετα, τα οποία είναι σταυρωτά αλλά με πέτα μονόπετου. Το κλασικό φάρδος του πέτου είναι οκτώ με δέκα εκατοστά. Βέβαια, στις ημέρες μας παρατηρείται το εξής φαινόμενο: τα έτοιμα σακάκια του εμπορίου έχουν εξαιρετικά στενά πέτα, ενώ οι μεγάλοι ράφτες του εξωτερικού προτείνουν μεγάλα πέτα πάνω από 12 εκατοστά. Όσο πιο μεγάλο το πέτο, τόσο πιο εμφανής η προέλευση του σακακιού. Δηλαδή, αν είναι του εμπορίου ή επί παραγγελία. Περισσότερα για τα χαρακτηριστικά των σακακιών μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

PICK STITCHING – ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΡΑΦΗ-ΚΛΑΠΕΣ: Η εξωτερική ραφή ή «πονταρισιά» είναι οι εμφανείς βελονιές που διακρίνονται στο τέλος των πέτων. Κάποτε ήταν αναγκαία, καθώς κρατούσε την καναβατσότριχα σταθερή στα πέτα. Σήμερα, με την εξέλιξη των υλικών, είναι περισσότερο διακοσμητική και μερικές φορές σημάδι ποιότητας και εργασίας στο χέρι. Το αν είναι χειροποίητη ή όχι η πονταρισιά προδίδεται από τη συμμετρία. Αν οι βελονιές έχουν διαφορετικές αποστάσεις μεταξύ τους είναι από χέρι. Αν έχουν ακριβώς τις ίδιες, από ραπτομηχανή. Το pick stitching όμως, στα αγγλικά σημαίνει και κλάπες. Οι κλάπες είναι οι μικρές βελονιές στην πίσω πλευρά του πέτου οι οποίες, εκτός από το να συγκρατούν το καναβάτσο, προσδίδουν και το τόσο επιθυμητό φυσικό γύρισμα (rolling) του πέτου. Οι κλάπες, αν και μπορούν να γίνουν από κλαπομηχανή, αποτελούν αδιαμφισβήτητη ένδειξη ότι το σακάκι είναι φτιαγμένο με καναβάτσο, η πονταρισιά όχι.

Σακάκι σε διαδικασία ραψίματος. Διακρίνεται η καβαδούρα αλλά και οι κλάπες στα πέτα, οι οποίες συγκρατούν το καναβάτσο

ARMHOLE – ΚΑΒΑΔΟΥΡΑ: Η καβαδούρα είναι το σημείο στο οποίο το μανίκι του σακακιού ράβεται γύρω από τον ώμο και τη μασχάλη, η τρύπα δηλαδή από όπου μπαίνουν τα χέρια μας όταν το φοράμε. Εκεί γίνεται αυτό που οι ράφτες λένε «μανικοκόλληση». Σε ένα επί παραγγελία σακάκι, το μέγεθος και το ύψος της καβαδούρας καθορίζεται από το σώμα του πελάτη. Σε μαζικής παραγωγής σακάκια οι καβαδούρες είναι συνήθως μεγάλες και χαμηλές, ώστε να εξυπηρετούν όσο το δυνατόν περισσότερους σωματότυπους. Οι μεγάλες και χαμηλές καβαδούρες δυσκολεύουν την κίνηση των χεριών, καθώς τραβούν μαζί τους όλο το σακάκι. Θρυλείται ότι ο Fred Astaire χόρευε κατά τη διάρκεια της πρόβας ενός σακακιού για να δει αν οι καβαδούρες του απαιτούν περαιτέρω ρύθμιση, ώστε να μην εμποδίζει το ρούχο την κίνησή του.

Σακάκι με ανοιχτή/λειτουργική απερτούρα

SLEEVE BUTTONS/SURGEON CUFFS- ΑΠΕΡΤΟΥΡΑ: Tο σημείο στο τέλος του μανικιού, όπου φιλοξενούνται τα κουμπιά. Ανοιχτή ή λειτουργική λέγεται η απερτούρα της οποίας τα κουμπιά είναι λειτουργικά, δηλαδή κουμπώνουν και ξεκουμπώνουν. Στα περισσότερα έτοιμα σακάκια του εμπορίου η απερτούρα είναι διακοσμητική. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ποιοτικά σακάκια, ακόμη και επί παραγγελία, με διακοσμητική απερτούρα, αλλά και μαζικής παραγωγής πολυεστερικά σακάκια με λειτουργική απερτούρα.

FLAP POCKETS – ΤΣΕΠΕΣ: Μιλάμε για τις κλασικές τσέπες με καπάκι, ένα μικρό κομμάτι υφάσματος δηλαδή που καλύπτει το άνοιγμα της τσέπης. Ο πιο συνηθισμένος τύπος που κυκλοφορεί.

TICKET POCKET – ΤΣΕΠΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟΥ: Η τσέπη εισιτηρίου ή «εισπρακτορική», όπως την έλεγαν οι παλαιοί ραφτάδες, είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει η ονομασία της: μια μικρή τσέπη, συνήθως με καπάκι, η οποία βρίσκεται πάνω από τη μεγάλη δεξιά τσέπη (ή αριστερή για τους αριστερόχειρες) του σακακιού, με σκοπό να φιλοξενεί το εισιτήριο ενός κυρίου κατά τη διάρκεια της μετακίνησής του, για ευκολότερη πρόσβαση όταν του ζητηθεί από τον εισπράκτορα. Παρότι αρχικά ήταν χαρακτηριστικό πιο σπορ σακακιών, πλέον συναντάται και σε πιο επίσημα σακάκια κοστουμιών.

Η τσέπη εισιτηρίου ή «εισπρακτορική» είναι μια κομψή λεπτομέρεια

 

PATCH POCKET – ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ: Οι ναπολιτάνοι ράφτες τις λένε “pigniatta”, γιατί θυμίζουν κάποια παλιά πήλινα σκεύη μαγειρικής. Στην Ελλάδα τις λέμε απλά εξωτερικές τσέπες και είναι πολύ ταιριαστές σε σπορ σακάκια. Προσοχή μόνο στο τι βάζετε μέσα. Κλειδιά, νομίσματα ή άλλα μεταλλικά αντικείμενα μπορούν να τις χαλάσουν, αλλά και να προκαλέσουν αντιαισθητικά φουσκώματα, τα οποία διαταράσσουν τη γραμμή του σακακιού.

JETTED POCKET – ΦΙΛΕΤΟ: Οι εν λόγω τσέπες απαντώνται σε πιο επίσημα σακάκια. Κυρίως σε dinner jackets και σακάκια για black tie. Είναι ουσιαστικά κλασικές τσέπες, αλλά χωρίς καπάκι. Ιδιαίτερα κομψές, καθώς δεν αλλοιώνουν τη γραμμή του σακακιού. Όλες οι τσέπες με καπάκι μπορούν να γίνουν φιλέτο ή φιλέ, εφόσον «κρύψουμε» το καπάκι μέσα στην τσέπη.

THREE-ROLL-TWO – ΨΕΥΤΟΚΟΥΜΠΟ: Το λατρεμένο από πολλούς χαρακτηριστικό των ναπολιτάνικων κυρίως σακακιών που διαθέτουν τρία κουμπιά, αλλά το πρώτο είναι καθαρά διακοσμητικό και δεν κουμπώνεται ποτέ (όπως και το τελευταίο, φυσικά). Έχει μεν καθιερωθεί με την αγγλική ονομασία, όμως στην Ελλάδα οι ράφτες το λένε απλά «μονόπετο με ψευτόκουμπο».

Και κάπως έτσι, φίλε αναγνώστη, δεν χρειάζεται να… χαθείτε στη μετάφραση με τον ράφτη σου. Αντί να ζητήσεις ένα σακάκι three-roll-two με patch pockets και notch lapels, μπορείς απλά να του πεις ότι θες ένα μονόπετο με ψευτόκουμπο και εξωτερικές τσέπες, και να συνεννοηθείτε σαν άνθρωποι.

Για κοτλέ σακάκι δεν είπαμε, οπότε ας κλείσουμε με αυτό, με τον Λεωνίδα Μπαλάφα.

81 Σχόλια to “Το αλφαβητάρι του σακακιού (από το Μονόπετο)”

  1. Fremder said

    Το σακάκι, Γ. Μουφλουζέλης

    Καλημέρα

  2. Θρασύμαχος said

  3. Fremder said


    Ρελάνς

  4. Πάνος με πεζά said

    Τϊ ωραίο άρθρο ! Εγώ μέχρι τώρα ήξερα ότι τα μονόπετα σακάκια, είναι το αντίθετο από τα σταυρωτά (επειδή δηλαδή έχουν δύο ίδιας ραφής πέτα, ενώ στο σταυρωτό είναι δύο διαφορετικά κομμάτια, για να καλύπτει το ένα το άλλο).
    Υπάρχει και μια λεπτομέρεια που νομίζω δεν αναφέρεται, οι εξωτερικές τσέπες είναι ραμμένες συνήθως (μια φορά κι έναν καιρό, βέβαια, τώρα ίσως όχι), για να μη μπαίνουν μέσα πράγματα και παραμορφώνεται το ριχτό σχήμα.

  5. Πάνος με πεζά said

    Α ! Το τραγούδι ξέχασα ! https://www.youtube.com/watch?v=yow2ShO8le8

  6. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια και τα τραγούδια. Δύο από αυτά (2, 3) σκέφτηκα να τα βάλω κι εγώ αλλά προτίμησα ένα πιο καινούργιο.

    4 Κι εγώ ραμμένες τις θυμάμαι.

  7. Πάνος με πεζά said

    Το σταυρωτό σακάκι έχει κι ένα δεύτερο, κρυφό εσωτερικό κουμπί που «βλέπει» προς το σώμα», για να στέκονται τα πέτα του σωστά το ένα πάνω στο άλλο.
    Αυτό το κουμπί όμως «κρύβει» μια ολόκληρη χαρακτηριστική κίνηση πίσω του, κατά την οποία γυρνάς το κάτω μέρος των δύο πέτων από την ανάποδη, κουμπώνεις το κουμπί «πρόσωπο», να φαίνεται προς τα έξω, όπως ένα οποιοδήποτε άλλο κουμπί, και στη συνέχεια επαναφέρεις τα πέτα, και κουμπώνεις το εξωτερικό κουμπί, που φαίνεται.
    Είχα πρωτοδεί αυτή την κίνηση κάποτε στο θέατρο, και μου είχε αρέσει πάρα πολύ…

  8. Α. Σέρτης said

    Ο Βλάχος (1659) σακκάκιον: θυλακίσκος/θυλάκιον

  9. sarant said

    8 Μήπως 1859;

  10. Κιγκέρι said

    Για τα πλαϊνά ανοίγματα που δεν λέει το άρθρο, λέει ο Βουτσάς στο 0:51

  11. atheofobos said

    Το άρθρο δυστυχώς είναι ελλιπές, γιατί δεν αναφέρει τίποτα σχετικό με τα επονομαζόμενα «ψαλιδόκωλα» σακάκια, δηλαδή αυτά που έχουν ένα ή δύο ανοίγματα πίσω. Τα ανοίγματα αυτά δημιουργήθηκαν όταν διαδόθηκαν τα αυτοκίνητα για να κάθεται πιο άνετα ο οδηγός σε αυτά.
    Την 10ετια του 60 που ήμουνα φοιτητής, ήταν πολύ της μόδας, αλλά δημιουργούσαν μεγάλο πρόβλημα σε αυτούς που πήγαιναν αναγκαστικά γραβατομένοι , κοστουμαρισμένοι και κάθιδροι, να εξεταστούν στην Ιστολογία γιατί στις εξετάσεις του Ιουνίου με ζέστη φορούσαν το μόνο κοστούμι που είχαν και το οποίο βέβαια ήταν χειμωνιάτικο.
    Ο Καθηγητής Σκλαβούνος απεχθανόταν τους Εβραίους, τους πολύ μελαχρινούς, τους μαυριδερούς και τα ψαλιδώκολα!
    Έτσι όσοι είχαν ψαλιδόκωλα έβαζαν την μάνα τους και έραβε τα σχισίματα για να πάνε να δώσουν εξετάσεις! Αξέχαστες εμπειρίες!

  12. Konstantinos said

    Το σακάκι διασκευή Χατζηφραφκετα

  13. Costas X said

    Καλημέρα !

    Ήξερα από παλιά ότι υπήρχε, από το Βυζάντιο έως σήμερα άμφιο κληρικού «σάκκος», και υπέθετα ότι από εκεί προήλθε η ονομασία, όπως το «υποκάμισο» από την βυζαντινή «καμίσα». Εδώ απόσπασμα από τη Βικιπαίδεια, η οποία όμως δίνει εβραϊκή ετυμολογία !

    «Ο αρχιερατικός σάκκος είναι λειτουργικό ένδυμα του επισκόπου στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ετυμολογικά η λέξη αποδίδεται στην εβραϊκή λέξη «σακ» που σημαίνει «το ένδυμα της μετάνοιας και ταπείνωσης». Αρχικά ο σάκκος ήταν επίσημο ένδυμα των Αυτοκρατόρων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αντικατέστησε το πολυσταύριο φαιλόνιο, που ως τότε φορούσαν οι επίσκοποι, με το σάκκο, και στη συνέχεια τον ακολούθησαν όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας.»

  14. Εξαιρετικό.

  15. Costas X said

    Δεν είδα να αναφέρεται η μπουτονιέρα, η ψευτοκουμπότρυπα του πέτου, όπου έβαζαν οι κομψευόμενοι το λουλούδι !

  16. atheofobos said

    Και βέβαια αν θέλει κανείς να είναι à quatre épingles δεν μπορεί να παραλείψει να έχει και pochette έστω και αν δεν είναι υποψήφιος.

  17. Α. Σέρτης said

    9
    Όχι. 1659
    Θησαυρός της εγκυκλοπαιδικής βάσεως τετράγλωσσος

  18. Α. Σέρτης said

    «και το σακκάκι; Αηδία!…Τι κομβιά είναι αυτά;»
    (Α. Βλάχος, «Ο λοχαγός της εθνοφυλακής», 1868)

  19. Pedis said

    Άχαρο ρούχο. Άσχημο. Με κρύο κρυώνεις, με ζέστη (αν είσαι μαζόχας να το φοράς ή οι άλλοι σαδιστές να στο επιβάλουν) σκας. Άχρηστο. Στολή για πολίτες.

    Εγκυκλοπeδικότατο άρθρο.

  20. sarant said

    11 Ωραία ιστορία!

    17 Μερσί, το βρήκα.
    Ωστε η λέξη υπάρχει από τότε, αλλά δεν περιγράφει ρούχο.

  21. sarant said

    18 Αυτό μάλιστα

  22. Spiridione said

    Από το Λεξ Κριαρά στη λ. σάκος
    2) Ένδυμα από τραχύ ύφασμα που φορούσαν οι Ιουδαίοι ως σύμβολο πένθους, μετάνοιας: «Τότες εγδύνεται Δαβίδ ρούχα βασιλικάτα, / ρίπτει το στέμμα εκ της κεφαλής και πιάνει θεού στράτα, / τρυπά ένα σάκον τρίχινον, περνά την κεφαλήν του, / και πάσσει πάνω χώματα και κλαι με την ψυχήν του» Γεωργηλ., Θαν. 346. 3α) (Εκκλ.) αρχιερατικό άμφιο με κοντά και φαρδιά μανίκια που φτάνει ως το γόνατο (για το πράγμα βλ. ODB. λ. sakkos, Βεργωτής, Λεξ. λειτουργ., Γριτσόπουλος, ΕΕΒΣ 20, 1950, 223 σημ. 1): «Περί των αρχιερατικών φορεμάτων οπού ενδύεται ο αρχιερεύς εις την θείαν λειτουργίαν, τι δηλούσιν ένα και ένα … Ο σάκος έναι το ρούχον όπερ εφόρεσαν τον Χριστού εις τα φρικτά πάθη αυτού και ενέπαιζον αυτόν» Μαλαξός, Νομοκ. 121· «Ω δέσποτ’ αγιότατε, τίμιε πατριάρχα (παραλ. 6 στ.) αρχιερέων πρώτιστος εσύ πάντα να είσαι, / να ‘χεις και σάκον θαυμαστόν και μίτραν μετά λίθους / και μέγα το καπάσιον μετά πολλούς μαργάρους» Αρσ., Κόπ. διατρ. [578]· β) αυτοκρατορικό ένδυμα (για το πράγμα βλ. ODB, ό.π., Ψευδο-Κωδ., Οφφικ. 200, 224, 256, 264): «Του βασιλέως ήφεραν το στέμμα και τον σάκον, / ηφέραν και εστέψαν τον (ενν. τον κόντον Μπαλδουβίν) ως βασιλέα» Χρον. Μορ. Ρ 984∙ «Γίνωσκε, υιέ μου, ότι το θέλεις είσθαιν κύριος βασιλεύς, όταν τα πάθη εξουσιάζεις … Φορείς τον σάκον, αλλά καλλώπισε αυτόν με την ευφροσύνην» Βασιλ. Κεφάλ, παραιν. 123.

  23. sarant said

    22 Ναι μπράβο, αυτός είναι ο κρίκος. Ήξερα το μοναχικό, όχι το αυτοκρατορικό.

  24. Costas X said

    @ 11. «ψαλιδόκωλα» σακάκια :

    Είχα δει παλιά ένα ντοκυμαντέρ που ανέφερε ότι οι δύο εγκοπές εμφανίστηκαν για πρώτη φορά, μάλλον στην Αγγλία, στα μακριά σακάκια των ιππέων, όχι τόσο για την άνεση, αλλά από σεμνότητα, για να κρέμεται το μεσαίο κομάτι υφάσματος και να καλύπτει τα οπίσθιά τους, μια και φορούσαν στενά άσπρα παντελόνια, σχεδόν κολάν.

  25. Costas X said

    «Γιακέτα» το σακάκι στην Κέρκυρα, η ζακέτα «τρικό», και «αλασκαβάτσα» (επίρρημα) το σακάκι ριγμένο στους ώμους.

  26. Πανέμορφο κομμάτι ντυσίματος το σακάκι.

  27. Πάνος με πεζά said

    Και μια ακόμα έλλειψη του άρθρου είναι ότι δεν αναφέρει τίποτα για σακάκια Μάο. «Σωληνωτά», με παραπανίσια κουμπιά, μόνο για ιδιαίτερα κομψούς, και τα οποία δια ροπάλου λόγω της γεωμετρίας συνδυάζονται αποκλειστικά με πουκάμισο Μάο.
    https://scontent.fath3-4.fna.fbcdn.net/v/t1.6435-9/133356149_3651460048210434_6933736800332029013_n.jpg?stp=dst-jpg_p526x296&_nc_cat=108&ccb=1-7&_nc_sid=730e14&_nc_ohc=T1x63g1hRCkAX9-_lj4&_nc_ht=scontent.fath3-4.fna&oh=00_AfA1mjNwmO9X8d6qAUxj286zqdtYqreobWCdEPih30GCAA&oe=64B78C48

  28. nikiplos said

    Να προστεθεί στην ελληνική ορολογία ο όρος φραγκοράφτης που αφορούσε τους ραφτάδες αποκλειστικά σακακιών/κοστουμιών (φράγκικα ρούχα).

  29. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    11-28 Συναφής και ο όρος «ψαλιδοκέρι» για τα πανωφόρια με σκίσιμο πίσω, πχ το φράκο, η βελάδα κτλ. Από τα χρόνια του 21 πρέπει να υπάρχει.

  30. Κιγκέρι said

    Τζάκος λέγεται και το στενό μανικωτό ζακέτο της φορεσιάς της Αττικής, πχ:

    https://lykeionellinidon.com/el/psifiako-apothetirio/manikotos-mpoystos-6012

  31. gbaloglou said

    16 To pochette που «αξίζει μισή σύνταξη» (κατά κάποιους κακεντρεχείς) 🙂

  32. ΣΠ said

    Σακάκι είναι και είδος γιαπωνέζικου δέντρου.
    https://en.wikipedia.org/wiki/Cleyera_japonica

  33. sarant said

    32 !!

  34. Το λέει μεν πανωφόρι αλλά το τραγούδι σκίζει !!!

  35. Triant said

    Το μονόπετο σακάκι έχι πολλά στοιχεία που ορίζουν την εκάστοτε μόδα. Το πέτο (στενό ή φαρδύ) τον αριθμό των κουμπιών (δύο ή τρία όπως τα – κακάσχημα κατά τη γνώμη μου – κλασικά Εγγλέζικα Tweed) τον αριθμό των κουμπιών στην μανέτα, τον αριθμό των σκισιμάτων (κανένα, ένα ή δύο), το είδος της τσέπης (όπως αναφέρηκα στο άρθρο) και άλλα που δεν ξέρω γιατί δεν φοράω σακάκια 🙂

  36. Alexis said

    #11: Εξ’ ου και «ψαλιδόκωλοι» αυτοί που τα φορούσαν.
    Η λέξη είχε έντονα ειρωνική χροιά, ειρωνευόταν τα «μοντέρνα ήθη» των νέων της εποχής και ήταν κάτι σαν συνώνυμο του τεντυμπόης.
    Το slang.gr αναφέρει στο λήμμα «ψαλιδόκωλος» ότι είναι αυτός που φοράει φράκο. Θεωρώ ότι είναι λάθος, εγώ προσωπικά δεν έχω ακούσει ποτέ τη λέξη μ’ αυτή τη σημασία.
    Τέλος πάντων μόλις πρόσθεσα και τον δικό μου ορισμό.

  37. sarant said

    Κάποιος στο Τουίτερ ρώτησε το ChatGPT για την ετυμολογία του σακακιού

  38. Alexis said

    #37: Θα γουρδώσω το περπούτσι παραμίρα…

    Μήπως άκουσε «σοκάκι» το μηχάνημα; 😆

  39. Alexis said

    Εδώ ένα εξτρίμ δείγμα από τα θηριώδη πέτα των σακακιών των ’70ς.
    Ο Βάσος Ανδριανός με σακάκι που τα πέτα του φτάνουν μέχρι τα… μανίκια:

  40. Αγγελος said

    Επειδή σπάνια φορώ σακάκι, δεν ήξερα ΚΑΜΙΑ από τις λέξεις του άρθρου, ούτε ελληνικά ούτε αγγλικά. Ούτε καν τη λέξη του τίτλου — και εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω τι θα πεί ‘μονόπετο’ σακάκι. Πώς είναι δυνατό να έχει ένα μόνο πέτο; ή εννοεί κάτι άλλο;

  41. xar said

    @36 «Το slang.gr αναφέρει στο λήμμα «ψαλιδόκωλος» ότι είναι αυτός που φοράει φράκο»

    Ο Καζαντζάκης βάζει τον Καπετάν Μιχάλη να περιγράφει τον Τίτυρο ως ψαλιδόκωλο – φαντάζομαι ότι εννοεί ότι φορούσε φράγκικα ρούχα (παντελόνι & φράκο). Δεν έχω πρόχειρο το βιβλίο, αλλά γκουγκλάροντας βρήκα ένα απόσπασμα:
    «Σπουδάζει, λέει, τί διάολο σπουδάζει; Θα καταντήσει κι ετούτος σαν τον μπάρμπα του τον Τίτυρο, δάσκαλος! Ψαλιδόκωλος, μπουμπουνοκέφαλος, με γυαλάκια.»
    https://slideplayer.gr/slide/12750406/

  42. Αγγελος said

    «Οὐαί σοι, Χοραζίν· οὐαί σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ μετενόησαν.» (Ματθ. Ι’ 11)
    Εγώ αυτό το «εν σάκκω» το καταλάβαινα αφελώς ότι θα φορούσαν τσουβάλια, όχι κάποιο ειδικό πένθιμο ρούχο. Στο πρώτο παράθεμα του Κριαρά (Spiridione, 22) σαφώς για τσουβάλι πρόκειται. Πώς έφτασε να είναι βασιλικό ή αρχιερατικό ένδυμα, είναι άξιον απορίας 🙂

  43. Θρασύμαχος said

    Υποθέτω η σχολική σάκα έχει ανάλογη προέλευση

  44. Κιγκέρι said

    Ψαλιδόκωλος είναι αυτός που φοράει παντελόνι αντί βράκα, λέει εδώ:

    https://www.karmanor.gr/el/article/oi-vrakoforoi-ki-oi-psalidokoloi-apospasma-apo-vivlio-ki-oi-thalasses-sopainoyn

  45. ΓιώργοςΜ said

    32-33 Λέτε οι Γιαπωνέζοι να λένε, όταν πάνε να κουτσοπιούνε σάκε, «πάμε για ένα σακάκι» όπως εμείς «πάμε για ένα ουζάκι»; 😛

    Επίσης, για όσους δεν την έχουν δει, πολύ καλή ταινία είναι το «The outfit». Θρίλερ, σχεδόν θεατρικό, μέσα σε ένα ραφτάδικο. Εξαιρετική ερμηνεία (ως συνηθως) από τον φοβερό Mark Rylance.

  46. aerosol said

    #4 & 6
    Πιστεύω πως παραμένουν ραμμένες και σήμερα. Όμως όχι ερμητικά, είναι ράψιμο που εύκολα το ξηλώνεις. Νομίζω ο λόγος είναι πως πολλοί δεν τις χρησιμοποιούν, για να μη σακουλιάσουν, ενώ αν θες να τις έχεις χρηστικές εύκολα τις ανοίγεις μόνος σου σπίτι.

  47. Χαρούλα said

    Πολύ ωραίο! Με πατέρα (φτωχό μεν) καλοντυμένο δε, και μητέρα μοδίστρα, ενθουσιάζομαι με τέτοια άρθρα! Αν και δεν είμαι στους «μονόπετους»☺️, όποτε τυχαίνω κάτι από τον τουιτερικό Γκαθ(την καλημέρα μου!), το μελετώ.

    Εχω χαθεί για κάποιους λόγους υγείας. Όχι σοβαρούς, αλλά με δυσκολίες στην καθημερινότητα. Διαβάζω άρθρα, αλλά όχι σχόλια. Με το καλό και τον καιρό, θα επανέλθω να σας πρήζω!

  48. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Ηλίας Πετρόπουλος, Ένα πορτρέτο του κουτσαβάκη

    Τό σακκάκι τῶν κουτσαβάκηδων, φορεμένο μόνο στό ἀριστερό χέρι. (Τό γιατί, μπορεῖτε νά τό δεῖτε στήν Λόλα τοῦ Δημόπουλου, ὅταν ὁ Ζερβός τραβάει τήν κάμα). Τό δεξί μανίκι (πού τούς τό ἔκοβε ὁ Μπαϊρακτάρης γιά σπάσιμο..) κρέμονταν ἀπό τόν ὦμο, ἀφήνοντας τό χέρι πιό ἄνετο.

  49. xar said

    @44
    Μπορεί να είναι και έτσι, δεν ξέρω στα σίγουρα. Αλλά τι φορούσε από επάνω αυτός που φορούσε παντελόνι αντί για βράκα; Μάλλον όχι την κρητική πουκαμίσα. Στο λινκ παρακάτω λέει πιο γενικά «δεν είχε καταδεχτεί να φορέσει φράγκικα ρούχα».

  50. xar said

    @47
    Συνωνόματη, περαστικά και σιδερένια!

  51. xar said

    @48
    Κάπου είχα διαβάσει ότι το σακάκι φορεμένο μόνο στο αριστερό χέρι υποτίθεται ότι ήταν για να τυλίγεται εύκολα και γρήγορα γύρω από το χέρι εν είδη πρόχειρης ασπίδας σε περίπτωση μαχαιροτσακωμών.

  52. xar said

    εν είδη -> εν είδει !

  53. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @51. Αὐτό ἀκριβῶς κάνει ὁ Ζερβός στήν Λόλα 🙂

  54. sarant said

    47 Περαστικά, Χαρούλα!

    45 Ωραίο!

  55. ΣΠ said

    47
    Χαρούλα, περαστικά. Σύντομα να επιστρέψεις στα σχόλια.

  56. Περαστικά Χαρούλα. Το θυμάμαι αυτό με το σακάκι από τον Πετρόπουλο, κάποτε πρέπει να δω και τη Λόλα. Άλλο δεν έχω να πω, από σακάκια δεν κατέω πράμα.

  57. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @47. Περαστικά! Σιδερένια!

  58. loukretia50 said

    Δε συμπαθώ ιδιαίτερα τα σακάκια, ούτε τους ψαλιδόκωλους – από παιδί θυμάμαι την αστεία έκφραση.
    Και υποθέτω ότι εσείς, αξιοσέβαστοι, ατσαλάκωτοι κύριοι, δε φοράτε σακάκι που βελάζει!

    Αλήθεια, θυμάστε οι παλιοί την παράσταση του Σπ.Ευαγγελάτου?
    Εδώ μια πιο σύγχρονη του έργου του Στανισλάβ Στρατίεβ

    «Ο Ιβάν Αντόνωφ αγόρασε ένα σακάκι… κάπως μαλλιαρό. Τώρα καλείται να πληρώσει φόρο για το πρόβατό του. Δηλαδή το σακάκι που εκτρέφει.
    Με λίγα λόγια για το πρόβατο που φοράει.
    Ο παραλογισμός των δημοσίων υπαλλήλων που εκπροσωπούν το κρατικό θηρίο συνθλίβει κάθε ελπίδα για δικαίωση και η μόνη λύση που διαφαίνεται είναι το δίλημμα της τρέλας ή της μοναχικής σταυροφορίας απέναντι στο σύστημα.
    ……..Χρησιμοποιώντας ως κύρια θεματική τη μάστιγα της γραφειοκρατίας και με όχημα την Οδύσσεια του Ιβάν Αντόνωφ μέσα σ’ έναν Δημόσιο Οργανισμό, ο Στρατίεβ αποδομεί τον κρατικό μηχανισμό με την σάτιρά του, θέτοντας κανόνες σε μία λογική που μέσα στο κρατικό σύστημα φαντάζει ως κάτι παράλογο και ανίσχυρο.
    Η αλήθεια, παγιδευμένη σε στοίβες εγκυκλίων, οδηγιών και αναφορών, πασχίζει να βρει τη διέξοδο μα πάλι χάνεται μέσα στα ξεχασμένα ερμάρια των διαδρόμων. Το σύστημα – ανασταλτικός παράγων της όποιας εξέλιξης – παγιδεύει και τελικά συνθλίβει τον απλό πολίτη που τολμάει να ξεφύγει.»

    Αν σας ενδιαφέρει και το κείμενο https://stanislavstratiev.org/_pdf/Stanislav%20Stratiev.%20The%20Suede%20Jacket.%20Greek.pdf εδώ

  59. loukretia50 said

    Χαρούλα, ελπίζω να σε γιατρέψει γρήγορα η θάλασσα!
    Αν αρχίσει κι η νεότερη γενιά να έχει προβλήματα… ούτε ποσόστωση δε μας σώζει!
    Μη χάνεσαι, αλλιώς θα καθιερωθεί το σακάκι στο ιστολόγιο!
    (και άλλα λιγότερο κομψά…)

  60. sarant said

    58 Α μπράβο, καλά που το θυμήθηκες!

  61. ΣΠ said

    48
    Γιώργο, ο Παντελής Ζερβός στην Λόλα το βγάζει το σακάκι πριν τραβήξει το μαχαίρι.

  62. Πάντως είναι ενδιαφέρον πως γίνεται μια δίγλωσση παρουσίαση (αγγλικά – ελληνικά) ενώ θα ήταν φυσικό να είχαν επιβιώσει γαλλικές λέξεις έστω και σε ελληνική εκδοχή. Βέβαια, αυτό το αντρικό ντύσιμο θα έχει αγγλικές ρίζες.

  63. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @61. ..καί τυλίγει τό ἀριστερό του χέρι γιά ἀσπίδα (Άπό μνήμης αὐτά. Δέν ξέρω ἄν κάνω κάποιο λάθος στίς λεπτομέριες..). Ἐξ ἄλλου, ἀλλοῦ εἶναι τό διαμάντι τῆς ταινίας, Σταῦρε! 🙂

  64. ΣΠ said

    63
    Αυτό που λες πρέπει να είναι από άλλη ταινία. Η ταινία Λόλα υπάρχει εδώ
    https://streamhide.to/w/iz0gpp74shbr
    Η σκηνή είναι στο τέλος.

  65. sarant said

    62 Η ελληνική εκδοχή δεν έχει αγγλικούς όρους, βέβαια.

  66. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @64. Στά κύρια ἔχεις δίκιο. Τό τύλιγμα του ἀριστεροῦ χεριοῦ τό κάνει ὁ Παπαγιαννόπουλος. Τό τελικό καθάρισμα του «λογαριασμοῦ» (χωρίς τύλιγμα), τό κάνει ὁ Ζερβός. Καί παραδίπλα -ψυχή βαθειά!- ὁ ἀνεπανάληπτος μόρτης, ὁ Φέρμας. Καί πάνω ἀπ’ὅλα, ἡ μουσική τοῦ Ξαρχάκου καί ἡ φωνή ἑνός νέου κοριτσιοῦ πού ξεκινοῦσε τότε τήν καριέρα του: Ἡ Μοσχολιοῦ!

  67. Γιάννης Κουβάτσος said

    Η πλάκα είναι ότι ο παλικαράς της Τρούμπας Κούρκουλος, που νίκησε κοτζάμ Μαύρο «πολλά τα λεφτά, Άρη» Καλογήρου, τα βρήκε μπαστούνια με τον Παπαγιαννόπουλο, αλλά καθάρισε για πάρτη του ο στρουμπουλός και μεσόκοπος Ζερβός. Μόνο σε ελληνική ταινία αυτά. 🙂

  68. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Γιάννη, ὅσο καί νά προσπαθήσης νά ἀποδομήσης με σοσιαλρεαλιστικές ἀξῖνες τίς ἱστορίες πού μᾶς ἔθρεψαν, ἐμεῖς θά μένουμε προσκολλημένοι ἐκεῖ! 🙂 Καί θά λειώνουμε μέ τίς ἐλάσσονες κλίμακες τοῦ Ξαρχάκου καί τό βιολοντσέλο τῆς φωνῆς τῆς Μοσχολιοῦ..
    [Πάντως ὁ Παπαγιαννόπουλος δέν ἦταν τυχαῖος. Ἡγετική μορφή τῆς Τρούμπας ἦταν 🙂 ]

  69. Costas Papathanasiou said

    Καλησπέρα.
    —Μεταξύ πάμπολλων (όντως) σχετικών αναφορών έχουμε και ένα πρόσφατο τραγούδι για σακάκι πέτσινο:
    «…Κοίτα να δεις που σε ζηλεύω,/ πέτσινο, ελεύθερο σακάκι- αγρίμι χάθηκες για ’κείνον,/ θηρίο εκείνος και φαρμάκι…»
    [ https://www.youtube.com/watch?v=MW2kM82B2Uo Παυλίνα Κατσή – Μπορντό | Pavlina Katsi – Bordo (Bordeaux) Μουσική: Γιώργος Κωνσταντινίδης/ Στίχοι: Απόστολος Στάικος ], εμπνευσμένο, ως ένα βαθμό, από το τετράστιχο του Ντίνου Χριστιανόπουλου: «Για το πέτσινο σακάκι σου/ που σε κάνει τόσο ωραίο- έχασε τη ζωή του ένα ζώο/ και κοντεύω να τη χάσω κι εγώ».[«Μικρά ποιήματα», Το Τραμ, τχ. 9-10 (Οκτώβριος 1989), σ. 4, https://www.greek-language.gr/periodika/mags/totram/1989/9-10/139815 ].
    —Σκούρο σακάκι μπλε μαρέν, συμβολικό, βάζει ο Σουρής για να ‘θρηνήσει’ τον εξυψωτή της Αστυνομικής Χάρης:
    “…Μακρὰν τῆς τύρβης τῶν πολλῶν, μακρὰν τῶν ἐπιγείων,/ ἑρέμβαζα εἰς τοὺς ἀγροὺς καὶ εἰς τὰς ἐρημίας·/
    τὸ πρῶτον μου δὲ ποίημα ὑπῆρξεν ἐλεγεῖον/ εἰς ἄνδρα βελτιώσαντα τὰ τῆς Ἀστυνομίας/
    κι αὐτὸ ἐν μέσῳ φίλων του κι ὁλίγων συγγενῶν του/ ὁ ἴδιος τὸ ἀπήγγειλα εἰς τὸ μνημόσυνόν του/
    μ’ ἕνα σακάκι μπλὲ μαρὲν καὶ ἄσπρο παντελόνι/ καὶ ὁ ἰδὼν τὸ μαρτυρεῖ καὶ σᾶς τὸ βεβαιώνει…”
    ( http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2676/Ekfrasi-Ekthesi_B-Lykeiou_html-empl/extras/texts/indexf_04_souris.html )
    —Ένα ‘νευρώδες’ γυναικείο σακάκι- μπλέιζερ εφευρέθηκε στη Νάουσα
    […]Η φράση “με νεύρο” αντηχεί στο μυαλό μου από την παιδική μου ηλικία. Ήμουν στο χώρο του χειμερινού αθλητισμού, του αλπικού σκι, και πριν από κάθε αγώνα η εμψύχωση του πατέρα μου ήταν με αυτή την προτροπή: Πάμε με Νεύρο![…]
    Για το λόγο αυτό, το σχεδιαστικό μας τμήμα δημιούργησε 3 prints από την πρώτη γυναίκα αεροπόρο που διέσχισε τον Ατλαντικό Amelia Earhart, την αρχιτέκτονα Zaha Hadid και την αρχαία φιλόσοφο Υπατία. Σε 100% οργανικό βαμβάκι.(…)[ Ελεάννα Ταμπούρη, https://a8inea.com/ena-sakaki-me-poly-nevro/ ]
    —Το πατρικό σακάκι βάζει ο Λειβαδίτης για να μπορεί να κυνηγάει τη μαύρη κλεισούρα του δωματίου του:
    […]Καθώς μένω στο δωμάτιο μου,/ μου ’ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες./ Φοράω το σακάκι του πατέρα/ κι έτσι είμαστε δύο,/ κι αν κάποτε μ’ άκουσαν να γαβγίζω/ ήταν για να δώσω/ έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο.[…]
    https://www.youtube.com/watch?v=uXtMEDx4fTQ Βασίλης Παπακωνσταντίνου – Γ.Μιχαλακοπουλος/ Αλλά τα βράδια
    —…Και ίσως με αυτό, βρεγμένο, μούσκεμα, τον είδε και τον αποχαιρέτησε και ο Ρίτσος:
    “Από καιρό τους περίμενες με δέος. Και ήρθαν./ Ήρθαν οι νεκροί σου και σε πήραν/ μες στο νυχτερινό ψιλόβροχο. Στάθηκες λίγο/ με βρεγμένα μαλλιά, με βρεγμένο σακάκι/ κάτω απ’ το φανοστάτη της πλατείας Μεταξουργείου,/ ακούγοντας απ’ τις ταβέρνες τις φωνές των μεθυσμένων,/ και τα παλιά λαϊκά τραγούδια που ’χες αγαπήσει,/ και πιο μακριά τα επαναστατικά συνθήματα των απεργών οικοδόμων,/ ήσυχος επιτέλους, ολότελα κρυμμένος/ στη σκιά της μεγάλης εκείνης σημαίας/ που ’χε υψώσει αλαλάζοντας ο λαός. Τώρα/ αποκοιμήθηκες σ’ ένα βαθύ χαμόγελο, γνωρίζοντας/ πως οι νεκροί δεν γερνούν πια, δεν διαψεύδονται κι ούτε πεθαίνουν./ Όμως την πίκρα τη δική μας ποιος θα τη λογαριάσει/ έτσι που μείναμε έρημοι μπροστά στην πιο κλεισμένη πόρτα;/ Αθήνα 30.Χ – 9.ΧΙ.89” (“Στον αδελφό μου Τάσο Λειβαδίτη”)

  70. Γιάννης Κουβάτσος said

    68:Κι εγώ με Παπαγιαννόπουλο και Κούρκουλο μεγάλωσα, Γιώργο, όχι με Μπουνιουέλ και Τριφό. Αυτοί ήρθαν αργότερα. 🙂

  71. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Το λευκό σακάκι
    Πριν σαράντα χρόνια, δυο καλοί φίλοι, συμμαθητές και συμφοιτητές στη συνέχεια, έφυγαν μαζί στην Αμερική, όπου μετά τα μεταπτυχικά τους, έχουν ξεκινήσει να δουλεύουν σε καλά πόστα, με αξεδιάλυτο ακόμη αν θα μείνουν ή θα επιστρέψουν στα πάτρια. Ωστόσο ο ένας αποφάσισε να παντρευτεί, εκεί και τότε-κατά το εδώ και τώρα, την αγαπημένη του και το γαμήλιο σκηνικό ετοιμάζεται κατά τις συνήθειες των ελληνοαμερικάνων φίλων και συγγενών.
    Η τελετή απαιτεί για τους νεαρούς άνδρες λευκά σακάκια, με γραβάτα ή με παπιγιόν, όχι οπωσδήποτε κουστουμέ σύνολο, μόνο λευκό σακάκι.
    Πολυάνθρωπος και πλούσιος γάμος, είχε σόγια εκεί το ζευγάρι, στολισμοί, λουλούδια, μουσικές, πυροτεχνήματα, όλες οι αμερικανιές και μη, στο φουλ στο γλέντι.
    Χορεύουν με την ενδεδειγμένη σειρά τη νύφη οι στενοί συγγενείς και έρχεται η στιγμή να την χορέψει και ο κολλητός φίλος του γαμπρού.
    Σηκώνεται εκείνος γελαστός μα με επισημότητα στο κέντρο της πίστας και όμορφα όμορφα βγάζει το λευκό του σακάκι, το απλώνει κάτω και χορεύει επάνω τη νύφη…

  72. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    22, 23
    Μια ένδειξη για το ότι ο κρίκος στη μετατόπιση της σημασίας (στα μέσα του 19ου αι.) για το σακάκι είναι ο εκκλησιαστικός σάκ(κ)ος, μας δίνει η συσχέτιση, αλλά και διάκριση, που κάνει ο Γαζής (1837, αλλά και ήδη από το 1809) στο λήμμα «σάκκος» :
    Εν εκ τριχών, και μάλιστα αιγείων κατεσκευασμένον χονδρόν ύφασμα, και παν εκ τούτων κατεσκευασμένον, όθεν 1) χονδρόν φόρεμα, ιμάτιον, περιβόλαιον, ή επανωφόριον, καθώς π.χ. ο γιαπουνζές… 4) Εν τη εκκλησία, λέγεται το γνωστόν αρχιερατικόν άμφιον.-
    [Γιαπουν(τ)ζές πρέπει να ήταν είδος παλτού]

    Και να αναφέρω κάτι που, νομίζω, συνδέει άμεσα ‘σάκκο’ και ‘σακάκι’:
    Θυμάμαι πιτσιρικάς (δεκαετία ’50-60) τη μάνα μου -γνήσια ελληνίδα, γαρ 🙂 – να μου φωνάζει: «Βάλε, μωρέ, το σάκκο σου να μην πουντιάσεις!»
    Μερικά κρητικά λεξικά αναφέρουν αυτή τη σημασία του σάκ(κ)ου.
    Ο Ιδομενέως π.χ. (τ. Α, σ. 460) έχει και σχετική μαντινάδα:
    «Με τ’ αποφόρια του χωριού ντύνομαι άμα κρυγιώνω
    κι έχω ένα σάκο ολόμαλλο και τονε καμαρώνω».
    ===***===

    Χαρούλα, περαστικά και γρήγορα! 🌷 🌺

    ***===***
    Αυτό το σκούρο σακάκι δεν γίνεται να το παραλείψουμε…

  73. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Χαρούλα, περαστικά και γρήγορα!
    Να σου πω, το λέγατε «βάλε το σακάκι ανάποδα, να πάει ίσια η δουλειά;» Συνήθως για προξενιό ο λόγος 🙂 .

    Ο πατέρας μου τον έλεγε τον σάκο, γενικά για πανωφόρι, αλλά και το σακάκι καμιά φορά «που έβαλες το σάκο μου»

    -Σακακάκι, υποκορεστικό του σακακιού (όπως και σοκακάκι αντίστοιχα-το λέγαμε)

    Και πρακτική συμβουλή (δοκιμασμένη,ισχύει):
    πώς να διπλώσεις ένα σακάκι για να μην τσαλακωθεί στη βαλίτσα
    https://www.womantoc.gr/men/article/pos-na-diploseis-ena-sakaki-gia-na-min-tsalakothei-pote/

  74. sarant said

    69-72 Χρήσιμα λινκ

    73 Σακακάκι, μπορεί και να το έχω πει

  75. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    72 Μικ, ξεχάσαμε το σακοφούστανο, το (κλασικό) κρητικό φόρεμα. Ως και της γιαγιάς μας ήταν έτσι, μόνο λίγο κοντύτερο και το αποπάνω, με κουμπάκια (ή γάτζάκια) ως απάνω, λαιμόκοψη. Μόνο μαύρο το θυμάμαι, το πολύ σκούρο μπλάβο.

  76. Πέπε said

    72
    > Θυμάμαι πιτσιρικάς (δεκαετία ’50-60) τη μάνα μου -γνήσια ελληνίδα, γαρ 🙂 – να μου φωνάζει: «Βάλε, μωρέ, το σάκκο σου να μην πουντιάσεις!»

    Εγώ πολύ πιο πρόσφατα, δηλαδή πέρσι-πρόπερσι, άκουσα καταμεσής του Ηρακλείου «έχεις να μου δώσεις έναν σάκκο γιατί εργώ;» (Εργώ [ριγώ;] = κρυώνω.) Και δεν εννοούσε τρίχινο καλογερικό, εννοούσε κανονικό πλαστικό μπουφάν.

    75
    Σακκοφούστανα φορούν και στην Κάρπαθο. Είναι η «νεότερη» παραδοσιακή φορεσιά της Ολύμπου, βασισμένη (κάπως απόμακρα!) στα ευρωπαϊκά φουστάνια. Σήμερα φοριέται μόνο στη γιορτινή του εκδοχή, από μικρά κορίτσια έως και πρόσφατα παντρεμένες νεαρές κοπέλες, στις γιορτές, ενώ άλλες από τις ίδιες ηλικίες, καθώς και οι μεγαλύτερες, φορούν το γιορτινό καββάι, την «παλιά» φορεσιά. Η καθημερινή εκδοχή του καββαΐου είναι αυτή που φορούν ακόμη σε καθημερινή βάση οι ηλικιωμένες. Νομίζω όμως ότι πιο παλιά, τον καιρό που καμία δε φορούσε ευρωπαϊκά, υπήρχε και καθημερινό σακκοφούστανο. Σακκοφούστανο είναι επίσης και το ολυμπίτικο νυφικό.

    (Μα δεν τα ξανάγραψα όλα αυτά και νωρίτερα; Πού πήγε το σχόλιό μου;)

  77. loukretia50 said

    Κάποτε κυκλοφορούσαν πολλά αρσενικά παγώνια με κολλάν, που είχαν δαχτυλιδένια μέση.

    και σχολίαζαν τη γυναικεία ματαιοδοξία

    Φορούσαν κορσέ

  78. sarant said

    75-6 Ακριβώς της Καρπάθου το σακοφούστανο μου το θύμισε μια φίλη στο Φέισμπουκ

  79. loukretia50 said

    «Το σακάκι πρέπει να το φοράς, όχι να σε φοράει!»
    Απαραίτητος ο καλός ράφτης, ίσως κι ο αμπιγιέρ για τα δύσκολα

    Πλάκα θα είχε μια τέτοια μάζωξη!

    Λένε επίσης ότι υπάρχει το κατάλληλο για τον καθένα.

  80. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    Καλημέρα!

    75.
    Τώρα που το είπες, ΕΦΗ, το θυμήθηκα! Έχομε κάπου και μια φωτογραφία της γιαγιάς της γυναίκας μου με σακοφούστανο.

    76.
    Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι επιβιώνει ακόμη η λ. σάκος = σακάκι. Αλλά και για πλαστικό μπουφάν, ολότελα… 🙂 !!!

  81. Καλημέρα,
    Με αφορμή τα 72 με 76, σκέφτηκα τον υποκορισμό στα δικά μας. «Βάλι του σακέλ ς» λέγεται κι όχι «του σακακέλ ς».

Σχολιάστε