Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Ο κ. Θεόδωρος και οι απόφοιτοι του Διεθνούς Πανεπιστημίου

Posted by sarant στο 18 Φεβρουαρίου, 2014


mimis_jpeg_χχsmallΕδώ και λίγο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή είναι η δέκατη συνέχεια.  Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ.

Να θυμίσω ότι στην προηγούμενη συνέχεια είχαμε κάνει τη γνωριμία του κ. Θεόδωρου, ενός ιδιόρρυθμου, για να το πω επιεικώς, θεολόγου που σύχναζε στην παρέα του παππού μου περί το 1926. Και στη σημερινή συνέχεια, πρωταγωνιστεί ο κ. Θεόδωρος.

Τις επόμενες μέρες ο Νίκος Σαραντάκος αφού παρουσιάστηκε κι  ανέλαβε υπηρεσία στην Τράπεζα, στο Κεντρικό, προσωρινά κι ώσπου να  αποφασιστεί πού τελικά θα τον στέλναν, άρχισε να βγαίνει συστηματικά με  τους φίλους του που τόσο τούχαν λείψει.

Η παρέα του Νίκου, του Μιχάλη, του Βασίλη και του Χριστόδουλου, συμπληρωμένη τώρα και με  το Θεόδωρο, το ’χανε συνήθειο τα ηλιόλουστα φθινοπωρινά απομεσήμερα να  πίνουν τον καφέ τους σ’ ένα καφενείο της πλατείας Εξαρχείων, που έβγαζε  τραπεζάκια όχι μόνο στο τμήμα του πεζοδρομίου που του αναλογούσε αλλά  και στην κυρίως πλατεία, η οποία τότε ήταν τελείως αδιαμόρφωτη. Δίπλα  μάλιστα στα τραπεζάκια κάποιος γείτονας είχε κουβαλήσει και μαστόρευε… μια βάρκα. Ένα απόγεμα κει που πίναν τον καφέ τους και συζητούσαν επί παντός επιστητού, με κύριο ομιλητή φυσικά τον Θεόδωρο, τους πλησίασε ένας  γερο-ζητιάνος. Ο Νίκος παίρνοντας αφορμή τη βάρκα του ’πε το στίχο της  Ιλιάδας:

Μη σε γέρον κοίλησιν εγώ παρά νηυσί κιχείω [Ιλιάδα, Α26: Μη σε πετύχω γέροντα σιμά στα κοίλα πλοία]

Ο γέρος φυσικά δεν κατάλαβε τίποτα και πήγε σε άλλην παρέα, ο Θεόδωρος  όμως συνέχισε από κει που σταμάτησε ο Νίκος:

— ή νυν διθύοντα ή ύστερον ή αύθις ιόντα
μη νυ τοι ου χραίσμη σκήπτρον και στέμμα θεοίο

και εξακολούθησε να απαγγέλλει, χωρίς να τηρεί το δακτυλικό εξάμετρο,  περίπου σα να κουβέντιαζε, επί ώρα πολλή, ώσπου τέλειωσε και τους υπόλοιπους 503 στίχους του Α της Ιλιάδας, ενώ οι φίλοι τον άκουγαν υπομονετικά  επιφυλασσόμενοι να καρπαζώσουν εν καιρώ το Νίκο, που άθελά του  προκάλεσε τέτοια συμφορά.

Ένα απόγεμα, στην παρέα προστέθηκε και μια μεγαλοκοπέλα, Βούλα  ονόματι, που δούλευε στα ΤΤΤ και ήξερε τον Θεόδωρο και φυσικά τον Χριστόδουλο. Μολονότι είχε καβαντζάρει τα σαρανταπέντε, ντυνόταν σαν  κοριτσόπουλο και με ακκισμούς και ανάλογα καμώματα αξίωνε να τη θεωρούν κοπελίτσα. Εκείνο το απόγεμα περιέργως ο Θεόδωρος βυθισμένος σε βαθύ  ρεμβασμό δε μετείχε στη συζήτηση. Κάποια στιγμή όμως ακούγοντας τη  Βούλα να μιλά, τη ρώτησε τελείως ξεκάρφωτα:

– Αλήθεια Βούλα έχεις ακόμα προϊστάμενο εκείνον τον Ρικάκη; Αυτόν  τον μπινέ, ντε, που κουνάει τον κώλο του;

Στην παρέα έπεσε παγωμάρα κι ο Θεόδωρος αντιληφθείς την γκάφα που  έκανε προσπάθησε να τα μπαλώσει διαπράττοντας άλλη, μεγαλύτερη:

– Με συγχωρείς που σου μιλάω έτσι ωμά, αλλά είσαι γριά γυναίκα και  δεν παραξηγάς.

Η φουκαριάρα η Βούλα σηκώθηκε κατακόκκινη κι έφυγε αμέσως από την  παρέα, ενώ ο Θεόδωρος ξαναβυθίστηκε στους ρεμβασμούς του.

­

Οι απόφοιτοι του Διεθνούς Πανεπιστημίου­  

Ο κύριος Θεόδωρος πίστευε ακράδαντα πως ήταν προικισμένος με  υπερφυσικές ιδιότητες, συνεπεία των οποίων μπορούσε ενδεχομένως να  προκαλέσει άθελα του κακό στο περιβάλλον του. Ηρνείτο διαρρήδην να  συναντηθεί με τις φιλενάδες ή τις συζύγους των φίλων του, για να μην  τους προκαλέσει άθελά του κακό, διότι όπως ισχυριζόταν:

– Εάν αντικρύσω γυναίκα εν τω επιθυμήσαι αυτήν, αύτη αποθνήσκει  εντός τριών μηνών.

Η οργή του για τη συμπεριφορά κάποιου, γνωστού ή αγνώστου μπορούσε  να προξενήσει τρομερά δεινά στο άτομο αυτό αλλά και στο περιβάλλον του.

Κάποτε πήρε κλητήριο θέσπισμα της Εισαγγελείας Πλημμελειοδικών  Αθηνών για να απολογηθεί για κάποιο αδίκημα. Πήγε πρωί πρωί στα  Δικαστήρια, άνοιξε, χωρίς να χτυπήσει, την πόρτα του γραφείου του  Προϊσταμένου της Εισαγγελίας και μπήκε φορώντας την τραγιάσκα του

«Τις με καλεί;» ρώτησε με βροντώδη φωνή, κουνόντας το χαρτί κάτω από τη μύτη του  Εισαγγελέα υπηρεσίας.   Ο Εισαγγελέας τώρα, που ακόμα δεν είχε καπνίσει το πρώτο  τσιγάρο του, ούτε είχε ακόμα πιει τον πρωινό του καφέ κι είχε συνεπώς  τις ζοχάδες του, έγινε έξαλλος. Πετάχτηκε πάνω και τούβαλε τις φωνές.

– Πώς μπαίνεις έτσι εδώ μέσα. Πήγαιν’ έξω. Να χτυπήσεις την πόρτα  κι όταν ακούσεις «εμπρός» τότε να μπείς. Και να βγάλεις την τραγιάσκα  σου.

Ο κύριος Θεόδωρος τον κοίταξε από πάνω ως κάτω και του ’πε με έντονο  ύφος κινώντας τον δάκτυλο.

– Θα σε σείσω εκ θεμελίων. Και σένα, και το Γούναρη, που σ έβαλε  δω μέσα να σε κλωθογυρίζουν σαν το βόιδι γιατί είσαι άβουλος, και  Εκείνον εν ονόματι του οποίου με καλείς!

Κι έφυγε αμέσως αφήνοντάς τον εμβρόντητο. Όταν πολύ αργότερα  διηγήθηκε το επεισόδιο στη παρέα των φίλων του κατέληξε (για να  επιβεβαιώσει τις υπερφυσικές του δυνάμεις)

– Μετά τρεις ημέρας, κύριοι, κατέρρευσεν το μικρασιατικόν μέτωπον!

Πίστευε πως αποτελεί μέλος μιας μυστικής κάστας πεφωτισμένων  προσώπων, τα οποία ονόμαζε αποφοίτους του Διεθνούς Πανεπιστημίου και  είχε επιλέξει μεταξύ των νέων φίλων του τον Νίκο, το Μιχάλη και το  Βασίλη, στους οποίους, εν καιρώ και εάν τελικά αποδεικνύονταν άξιοι,  θα τους απένεμε τον επίζηλο τίτλο. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του:

«Οι απόφοιτοι του Διεθνούς Πανεπιστημίου ανέρχονται δια της  μορφώσεως εις επίπεδα Πριγκίπων και Καρδιναλίων και υπέρκεινται παντός  νόμου και πάσης διατάξεως».

Οι φίλοι άρχισαν να τον αποκαλούν «διδάσκαλο», πράγμα που τον  κολάκευε πολύ. Από την πλευρά του αυτός τους έλεγε «εταίρους». Για  κάποιους αντιπαθείς τύπους, αμόρφωτους ή ημιμαθείς, που εντούτοις  διεκδικούσαν περγαμηνές λογίου ή και διέθεταν παρ’ αξίαν ακαδημαϊκούς  τίτλους, είχε επινοήσει έναν ειδικό τίτλο: τους αποκαλούσε «δέπτορες».

Έλεγε για παράδειγμα:   – Αυτός είναι δέπτωρ της Φιλολογίας.

Στους φίλους του είχε εξηγήσει ότι ο δέπτωρ παράγεται από το  αρχαίο ρήμα δέφομαι που σημαίνει μαλακίζομαι. Από την ίδια ρίζα  προέρχεται η δέψις και το βυρσοδεψείον.   Από πολύ νωρίς είχε καθιερώσει για τον εαυτό του ορισμένους  κανόνες συμπεριφοράς, τους οποίους επ’ ουδενί λόγω παρέβαινε. Κατ’αρχήν  όλες οι κινήσεις του ακόμη και οι απλούστερες, εγίνοντο «μετά  μεθοδικότητος και μεγαλοπρεπείας».

Φέρ’ ειπείν το άνοιγμα ενός  σπιρτόκουτου γινόταν ως εξής:   Έχωνε το δεξί του χέρι στη δεξιά τσέπη του σακακιού του κι έβγαζε το κουτί. Το δεξί χέρι έδινε το κουτί στο αριστερό με την επιγραφή προς τα  επάνω. Ο δείκτης του δεξιού χεριού έσπρωχνε το συρταρωτό τμήμα του  κουτιού ώστε να προβάλει κατά το ήμισυ. Αν τα σπίρτα εμφανίζονταν με το κάτω μέρος τους είχε καλώς· αν όμως εμφανίζονταν με το κεφάλι τους, τότε  ο δείκτης του δεξιού χεριού έκλεινε το κουτί, το αριστερό χέρι το έδινε  στο δεξί και εκείνο το επέστρεφε με την άλλη πλευρά ώστε τώρα κατά το  άνοιγμα τα σπίρτα να εμφανιστούν με το κάτω τμήμα τους.

Όπως δεν παραδεχόταν άλλο μεταφορικό μέσον ανθρώπων από το  σιδηρόδρομο, έτσι και ως μοναδικό μέσο μεταφοράς μικρών αντικειμένων,  είτε ψώνια ήταν αυτά είτε φαρμακα είτε παπούτσια είτε βιβλία,  χρησιμοποιούσε ένα κοφίνι.

— Είναι το άριστον σκεύος δια την μεταφοράν όχι μόνον καρπών αλλά  και παντός αντικειμένου   ισχυριζόταν.

Ο κ. Θεόδωρος ήταν επίσης μικροβιόφοβος στον ίδιο βαθμό με τον φίλο του τον Χριστόδουλο, αλλά εφάρμοζε άλλο μικροβιοκτόνο, το οποίον εκτιμούσε περισσότερο από το οινόπνευμα, τη ναφθαλίνη. Κάποτε χαιρέτησε δια χειραψίας κάποιον που    του συνέστησαν οι φίλοι του, οι οποίοι εν συνεχεία τον πληροφόρησαν ότι ο εν λόγω είχεν προσφάτως θεραπευθεί από ψώρα. Ο κύριος Θεόδωρος πανικοβληθείς αγόρασε μεγάλη ποσότητα ναφθαλίνης και πηγαίνοντας στο σπίτι του ξάπλωσε με τα ρούχα στο κρεβάτι, έριξε όλη τη ναφθαλίνη που αγόρασε πάνω του, ανάμεσα στα ρούχα του, στα παπούτσια του και κατόπιν σκεπάστηκε με μια κουβέρτα χώνοντας κάτω απ’αυτήν και το κεφάλι του και παίρνοντας στην αγκαλιά του και τη μαγκούρα του για να απολυμανθεί και αυτή.

Όταν κάποιος γνωστός του τού είπε πως για την ψώρα συνηθίζεται μια ειδική αλοιφή, ο κύριος Θεόδωρος την απέρριψε κατηγορηματικώς:

— Ανοησίες, μπορείς να βάλεις αλοιφή στη γραβάτα σου ή στη μαγκούρα σου;

Σε περιόδους ισχνών αγελάδων, που μετά τη διαθεσιμότητά του ήταν μεγάλης διάρκειας, αναγκαζόταν να ζητάει κάπου κάπου μικροδάνεια από τους φίλους του, που το έκανε πάντοτε εγγράφως, ή πιο συχνά να τους κάνει τράκα κανένα τσιγάρο. Τότε έλεγε:

— Κύριε Νίκο, μήπως σας περισσεύει έν διεγερτικόν; (έτσι αποκαλούσε το τσιγάρο) και συμπλήρωνε: «επιφυλάσσομαι διά τε το παρόν και το μέλλον, όταν επανέλθω εις την ενέργειαν».

Ανεξαρτήτως της εγκαρδιότητος που είχε με τους φίλους του, ουδέποτε  καθόταν αυτόκλητος στο τραπέζι τους αν τύχαινε κι έφτανε καθυστερημένος  στο μαγέρικο του Χαράλαμπου. Έπρεπε οι φίλοι να τον καλέσουν στο  τραπέζι τους. Έτσι μια φορά που αυτοί απορροφημένοι σε μια σοβαρή  συζήτηση δεν πρόσεξαν τον ερχομό του αυτός πήγε και κάθισε στο διπλανό  ακριβώς τραπέζι κι ετοιμάστηκε να δώσει την παραγγελία του όταν εκείνοι  τον αντιληφθήκαν και τον προσκάλεσαν στο τραπέζι τους.

Μια άλλη αρχή του ήταν να μην απευθύνει το λόγο παρά μόνο σε άτομα  με τα οποία είχε συστηθεί κανονικώς. Κάποτε στο διπλανό τραπέζι του  μαγέρικου καθονταν τρεις κύπριοι φοιτητές, ένας από τους οποίους  γνώριζε το Βασίλη το Σπανόπουλο. Άνοιξε μεταξύ τους συζήτηση στην οποία  πήραν μέρος όλοι, και οι τρεις κύπριοι και οι πέντε φίλοι, του Θεόδωρου  συμπεριλαμβανομένου, με τη διαφορά ότι ο τελευταίος, έστω κι αν αντέκρουε ή σχολίαζε τις απόψεις κάποιου από τους Κύπριους, απευθυνόταν  αποκλειστικά και μόνο στον Νίκο, στο Μιχάλη, στο Βασίλη ή στο  Χριστόδουλο.

Μοναδική σχεδόν παράβαση της αρχής αυτής έγινε πάλι στο μαγέρικο  του Χαράλαμπου με αφορμή τον Μόργκαν. Μ’αυτό το παρατσούκλι απεκαλείτο  νεαρός δημοσιογράφος, που έτρωγε κι αυτός στου Χαράλαμπου, και ήταν  γνωστός για το θρασύ και προπετές του χαρακτήρα του. Μεταξύ των θαμώνων  του εστιατορίου είχε γενικευθεί συζήτηση για τα επεισόδια με τη  Βουλγαρία και τη διαφαινόμενη απειλή ελληνοβουλγαρικού πολέμου. Ο  Θεόδωρος, απευθυνόμενος πάντοτε στους φίλους του υποστήριζε πως  οπωσδήποτε θα ξεσπούσε πόλεμος.

Σ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης ο προαναφερθείς Μόργκαν πρόβαλε  κάθε τόσο το κεφάλι του στην είσοδο του ημιυπόγειου μαγέρικού, και  εξέταζε επισταμένως την αίθουσα, ψάχνοντας προφανώς να βρει κάποιο  γνωστό του. Η περιοδική αυτή εμφάνιση του νεαρού είχε ήδη ενοχλήσει τον  κύριο Θεόδωρο, γιατί του έκοβε τον ειρμό των σκέψεών του. Σε μια στιγμή  όμως ο Μόργκαν ακούγοντας τα επιχειρήματα του για το αναπόφευκτο του  πολέμου πέταξε ανέμελα.

– Δε βαριέσαι, πόλεμος δε γίνεται

Ο Θεόδωρος έγινε έξαλλος. Σηκώθηκε, πήρε με το αριστερό τη  μαγκούρα και δείχνοντας με προτεταμένο τον δείκτη του δεξιού τον  Μόργκαν, του είπε με βροντώδη φωνή:

– Πόλεμος θα γίνει και θα σε βάλω να πολεμήσεις κατέναντι του  ηλίου χωρίς γείσον!

– Και τί έχεις εσύ και θα με βάλεις να πολεμήσω; ρώτησε ο Μόργκαν  που με την παρέμβαση του Θεόδωρου έχασε τη συνήθη ετοιμολογία του.

– Έχω την ψωλή μου! βροντοφώναξε εκτός εαυτού ο Θεόδωρος, που είχε  στο μεταξύ καθίσει στη θέση του, και χτύπησε με τέτοιαν ορμή το ποτήρι  του στο τραπέζι, που το κρασί πιτσίλισε το χαμηλό ταβάνι της ταβέρνας!

Η φυγή του Μόργκαν δεν έδωσε συνέχεια στο επεισόδιο.

Στη συνέχεια, η αφήγηση προχωράει σε ένα σπαρταριστό επεισόδιο της ζωής του κ . Θεόδωρου, την προσλαλιά προς πόλισμαν. Επειδή όμως αυτό το κεφάλαιο το είχα παρουσιάσει σε ανύποπτο χρόνο, δεν θα το επαναλάβω -μπορείτε άλλωστε να το διαβάσετε εδώ.

33 Σχόλια to “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Ο κ. Θεόδωρος και οι απόφοιτοι του Διεθνούς Πανεπιστημίου”

  1. Ούτε μυθιστόρημα! Απίστευτος τύπος ο κύριος Θεόδωρος. Τι να απόγινε; Έχει και συνέχεια;

  2. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂
    Πραγματικά απίστευτος τύπος ο κύριος Θεόδωρος. 😮 Απορώ, πως τα’ βγαζε πέρα μαζί του η παρέα του παππού …

  3. Γς said

    >Σε περιόδους ισχνών αγελάδων, που μετά τη διαθεσιμότητά του ήταν μεγάλης διάρκειας

    Λ’εξις «διαθεσιμότητα» με αυτή την έννοια.
    Κι εγώ που νόμιζα ότι ήταν καινούργιο φρούτο

  4. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    1: Ο κ. Θεόδωρος εμφανίζεται πάλι περί το 1934, όταν ο παππούς μου είχε ξαναγυρίσει στην Αθήνα για ένα χρονο. Νομίζω πως χάθηκε στην Κατοχή.
    3: Όχι, διαθεσιμότητα υπήρχε από παλιά, για παραπτώματα. Η κινητικότητα είναι νέο φρούτο.

  5. spiral architect said

    @3: Ε, όχι δα και καινούργιο φρούτο!
    Πρακτικά των συνεδριάσεων της Βουλής – 1871 😉

  6. Alexis said

    #3: Όχι δεν είναι καινούργιο φρούτο η διαθεσιμότητα, αποτελεί παμπάλαιο δημοσιοϋπαλληλικό όρο. Συνήθως λέγεται για τον υπάλληλο που έχει διαπράξει, ή τέλος πάντων έχει κατηγορηθεί ότι διέπραξε κάποιο παράπτωμα και τον βάζουν σε διαθεσιμότητα μέχρι να βγεί το πόρισμα κάποιας ΕΔΕ.
    Αποτελεί και σταθερό δημοσιογραφικό κλισέ: «Ο υπουργός διέταξε ένορκη διοικητική εξέταση, ενώ οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι τέθηκαν σε διαθεσιμότητα».
    Δυστυχώς, επί τρόικας, έχει πάρει και μια άλλη, αρκετά διαφορετική σημασία, αυτή της μαζικής εξόδου από το Δημόσιο συγκεκριμένου αριθμού υπαλλήλων, επειδή κρίνονται υπεράριθμοι, επειδή μπαίνει λουκέτο στην υπηρεσία τους, κλπ. κλπ.

  7. Γς said

    4 (3), 5:

    Εκανα λάθος. Την έμπλεξα με την «εφεδρεία» της κινητικότητας και τέτοια.

    Πάντως ο όρος ήταν συνυφασμένος με λοβιτούρες ή ΕΔΕ του υπαλλήλου, ενώ τώρα με την κακή διοίκηση.
    Π.χ. διαβάζω σήμερα:
    «Σε διαθεσιμότητα για ένα μήνα οι γιατροί¨του ΕΟΠΥ»

  8. Γς said

    6, 7:
    Ακριβώς.
    Δεν σε είχα διαβάσει Αλέξη

  9. Ηλεφούφουτος said

    «…τους πλησίασε ένας γερο-ζητιάνος. Ο Νίκος παίρνοντας αφορμή τη βάρκα του ’πε το στίχο της Ιλιάδας:

    – Μη σε γέρον κοίλησιν εγώ παρά νηυσί κιχείω [Ιλιάδα, Α26: Μη σε πετύχω γέροντα σιμά στα κοίλα πλοία]

    Ο γέρος φυσικά δεν κατάλαβε τίποτα και πήγε σε άλλην παρέα»

    Όχι, δεν δένει έτσι. Κάτι λείπει ενδιάμεσα που να δίνει την αφορμή για το στίχο.
    Ότι ο καφετζής π.χ. βγήκε να διώξει το ζητιάνο και του είπε κάτι σαν «μη σε ξαναπιάσω να ζητιανεύεις εδώ!»

  10. Νέο Kid Στο Block said

    Αχ, τι ωραία! Bάρκες μαστορεύανε στην πλατεία Εξαρχείων (και στο λόφο του Στρέφη,φαντάζομαι πως πετάγανε αητό και στήνανε ξώβεργα. 🙂 ) Εξάρχεια, for ever! Η ωραιότερη μεριά της Αθήνας. (απ’όλες τις απόψεις)

  11. Γς said

    αν σε ξαναπιάσω να κάνεις καράβια να φύγεις;

  12. Γς said

    11->9

  13. Γς said

    10:
    Βαρκες καλαφατίζανε και όχι μόνον

  14. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

    9: Δεν ήμασταν μπροστά, αλλά δεν είναι ανάγκη να έγινε επεισόδιο -αργόσχολοι ήταν, σχολίαζαν ό,τι βλέπανε.

  15. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Καλημέρα.
    Πωπω,τί περιγραφή αυτού του τύπου! Λίγο ακόμη και θα ένιωθα τον ψυχαναγκασμό του να μ΄ ακουμπάει καθώς ρινίσματα των εμμονών του με παρέπεμψαν σε γνωστά μου πρόσωπα.Ειδικά αυτό της μικροβιοφοβίας σα νάχει παραγίνει τελευταία ή μόνο εμένα μου φαίνεται έτσι; Πόλεμος απορριπαντικών και απολυμαντικών στα ντουλάπια (κι απάνω μας) πια.

    5.Πολύ ενδιαφέρον!
    Είχε και άλλη έννοια,μάλλον,η διαθεσιμότητα τότε.Διαβάζω στην παραπομπή:
    «οι κατά το άρθρο 71 του Συντάγματος διαθέσιμοι αξιωματικοί».

    Νικοκύρη,πολύ χρήσιμη ως λέξη ο δέπτορας! 🙂 .Εργαλείο πρώτης,να ξεθυμαίνει κανείς με καμουφλαρισμένο το «μαλάκα» που έχει ξεθωριάσει από την πολλή χρήση. Χαζό τρικ θα πεις,ε αρκεί που εγώ θα ξέρω.

  16. spiral architect said

    Αναρωτιέμαι, πώς πήγαινε τη βάρκα απ’ το καρνάγιο της πλατείας Εξαρχείων στο Φάληρο; 😀

  17. Νέο Κid said

    «Δημοσιογράφος θρασύς και προπετής» υπήρχαν τότε παλιά τέτοιοι,ε; :mrgeen: πολύ ενδιαφέρων και ασυνήθιστος και ο ψυχαναγκασμός με τα σπίρτα. Τι να λέει άραγε σχετικά ο Mueller? (όχι ο Γκερτ, Μαρία. Ο άλλος. 🙂 )

  18. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    10>>Αχ, τι ωραία! Bάρκες μαστορεύανε στην πλατεία.

    Δεν ήταν δα και στο Χελμό! 🙂

    13.>>.Βαρκες καλαφατίζανε
    «Να κάμεις το καράβι σου» ,παναπεί βρες τρόπο να εξαφανιστείς (άμα συμβεί το απευκτέον).

    σ.σ.εξακολουθώ να νιώθω Χώρα των Θαυμάτων το ιστολόγιο.
    Χαιρετώ σας εγκάρδια.

  19. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    15: Πολύ χρήσιμη λέξη 😉

  20. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    16.>>Αναρωτιέμαι, πώς πήγαινε τη βάρκα απ’ το καρνάγιο της πλατείας Εξαρχείων στο Φάληρο;
    Περιμένανε να φουσκώσει ο Άγχεστος από του Στρέφη,να σπρώξει προς τα ρέματα κατά Βύθουλα/Ακαδ.Πλάτωνος κι ύστερα στο Μεγάλο Ποτάμι και ίσια κάτω έφτασε στα Φάληρα! 🙂 🙂

  21. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    19β. Ως κατάσταση, δε θα τόλεγα! 🙂
    Κοντοστάθηκα στο ως, μα τώρα καταλαβαίνω,έπρεπε να πω είναι χρήσιμο.
    Κλείνοντας την πριν φράση,έγραψα μόλις «ευχαριστώ δάσκαλε»-μα τό ΄σβησα πάραυτα γιατί θυμήθηκα το κείμενο από πάνω. 🙂 Λογωτιμής, γίνονται μικρομαγείες κάτι φορές.
    Κέφια σήμερα.Μα έχει μια μέρα κι έναν ήλιο, έρωτα στα είκοσι :
    Τα μάτια σου ναι ουρανός
    ήλιος το πρόσωπό σου
    κι η άνοιξη μπορεί να ρθει
    μ ένα χαμόγελό σου.
    Του μεγάλου μαντιναδολόγου Γιώργη Σταυρακάκη. Του αείμνηστου Μιχαλόμπα

  22. Γς said

    Κεφάκια βλέπω σήμερα, όλοι

    15,19:
    Δέπτορας.
    Αναλαμβάνω τη διασπορά του.
    Ζητούνται συνεργάτες.

    -Τι λες ρε δέπτορα;
    -Μα τι σόι δέπτορας είσαι μωρέ;
    -Είσαι και μεγάλος δέπτωρ!
    -Μεγάλος παίχτης, ο Δέπτωρ Μήτσος
    -Τι δέφεσαι ρε παλιο δέπτορα;

  23. Στο Liddel Scott :
    δέφω, soften by working with the hand: δ. ἑαυτόν, sens. obsc., = Lat. masturbari, Eub.120.5:—Med., Ar.Eq.24, Pax290.

  24. Παγανιστής said

    Κύριε Σαραντάκο,

    λέγει ο κ. Θεόδωρος: «Αυτόν τον μπινέ, ντε, που κουνάει τον κώλο του;»

    Έφαγα μία ώρα για να βρώ πότε πρωτομπήκε η τούρκικη λέξις «μπινές» στην ρωμέηκη γλώσσα. Αδύνατον! Δεν ξέρει τίποτε ο Μπαμπινιώτης, δεν ξέρει τίποτε ο Ανδριώτης, πλήρης άγνοια όλοι. Επίσης, δεν ξεκαθαρίζεται άν η λέξις «μπινές» σημαίνει τον ομοφυλόφιλο που τα κάνει όλα (παθητικός και ενεργητικός) όπως υπαινίσσεται το Wiktionary

    http://el.wiktionary.org/wiki/%CE%BC%CF%80%CE%B9%CE%BD%CE%AD%CF%82

    ή αν σημαίνει γενικά τον ομοφυλόφιλο, όπως δηλώνει σαφώς ο Μπαμπινιώτης στην σελίδα 841 του «Ετυμολογικού» του.

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Είναι τόσο μπουρδέλο το Ρωμέηκο, που επί 200 χρόνια δεν έχουμε διευκρινίσει τί σημαίνει το «μπινές» και πότε μπήκε στην Ρωμέηκη γλώσσα. Τί έκαναν τόσα χρόνια οι φιλόλογοι και οι γλωσσολόγοι; Επιτρέψτε μου την φράση: «Τα έξυναν», όπως κάνουν εδώ και 15 αιώνες το 90% των Ρωμηών. Για μένα, το μεγαλύτερο θαύμα του κόσμου είναι ότι υπάρχει ακόμη Ρωμέηκο Κράτος, έχοντας μάλιστα καπηλευθεί το ένδοξο όνομα «Ελλάς» για να παίρνει δάνεια από τους Φιλέλληνες Ευρωπαίους και Αμερικανούς…

  25. spiral architect said

    Μα γιατί;

  26. leonicos said

    Ζήτω η ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης @(παγανιστής) αλλά δεν τσιμπάω ν’ ακολουθήσω. Άσ’ τον μόνο του να δέφεται.

  27. leonicos said

    Ρε παιδιά, λύστε του την απορία περί μπινέ, καμπινέ, ρομπινέ, κουνενέ μπας και…

  28. leonicos said

    Είχα μια κόντρα με τον Γς, που δυστυχώς λείπω αυτή την εβδομάδα και δε θα πάω στην παρουσίασή του, καικόντεψα να την ξεχάσω μ’ αυτόν το δέπτορα.

  29. Αγγελος said

    Παγανιστή, σύμφωνα με τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, μπινές είναι ιδίως ο ηλικιωμένος παθητικός ομοφυλόφιλος, «διαφέρει δε του πούστη καθότι ο μπινές πληρώνει, ενώ ο πούστης πληρώνεται». (Παραθέτω από μνήμης, αλλά η λεπτή αυτή διάκριση, που ίσως ισχύει μόνο στα καλιαρντά της εποχής, μου είχε κάνει εντύπωση.)

  30. Παγανιστής said

    Αγαπητέ κ. Άγγελε (29)

    ευχαριστώ για την απάντηση, αλλά ο τρόπος που μού απαντήσατε είναι διδακτικός για την απερίγραπτη επιπολαιότητα των Ρωμηών: Είναι δυνατόν να μού απαντάτε από μνήμης, όταν δηλώνω πως έψαξα σε όλα τα Λεξικά της Ρωμέηκης Γλώσσης;

    Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθώ ότι έχετε δίκιο: Παλαιότερα, αυτό ενομίζετο: Ότι ο μπινές είναι ο παρήλιξ που πληρώνει το τεκνό. Αλλά σήμερα όλοι αποκαλούν μπινέ τον ομοφυλόφιλο που τα κάνει όλα, που πάει ακόμη και με γυναίκες.

    Επειδή είμαι λάτρις του εις την Κόλασιν τηγανιζόμενου (αν πιστέψουμε την πάντοτε ανθελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία) Αριστοτέλους, του εφευρέτου της Λογικής, παραθέτω τί γράφει εις το λήμμα «μπινές» το Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης» του Δ. Δημητράκου, σελίς 4.785:

    «μπινές (ο) δημ. κίναιδος, ιδ. παρήλιξ και αμείβων τον ενεργούντα»

    Τίποτ’ άλλο ο έγκυρος Δημητράκος!.. Ούτε τι σημαίνει η λέξις στα τούρκικα, ούτε πότε πρωτομπήκε στα Ρωμέηκα! Κι οι αποβλακωμένοι από τον Ιουδαιοχριστιανισμό Ρωμηοί θεωρούν το Λεξικό Δημητράκου ως το καλύτερο που υπάρχει.

    Οφείλω, πάντως, να ομολογήσω ότι ο Δημητράκος έχει μία θαυμασίαν εξήγησιν διά το πώς προήλθεν η λέξις «μπινελίκι», πράγμα που αποσιωπούν οι λοιποί λεξικογράφοι:

    «μπινελίκι, δημ. 1) το πάθος του μπινέ, κατ’ επέκτασιν κάθε αναίσχυντος και άνανδρος πράξις». 2) πληθ. η βρώσις εδεσμάτων εις ά αρέσκονται οι μπινέδες, τί στα μπινελίκια θα ριχτούμε;»

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Χρησίμεψαν σε κάτι και οι μπινέδες στο Ρωμέηκο: Έπεισαν τους τρομοκρατημένους από την Κόλασι Ρωμηούς να δοκιμάσουν και μερικά εύγεστα εδέσματα που τους απηγόρευε η Ορθόδοξος Εκκλησία του ουδέποτε γελάσαντος και ουδέποτε γαμήσαντος Ιησού Χριστού, προπαγανδίζουσα επί αιώνας Νηστείαν και Προσευχήν.

    Καλό Παράδεισο σε όλους….

  31. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    ‘Αρκαλος ανεμουρίζει.

  32. Ηλεφούφουτος said

    Άγγελε, ωραία συζήτηση πιάσατε

  33. andam said

    Απίστευτος τύπος ο κ. Θόδωρος! Γέλασα πολύ. Θα ήθελα να τον είχα γνωρίσει.Αλλά υπέροχο και το χιούμορ του πατέρα σου εκεί με την απαγγελία της Ιλιάδας «ώσπου τέλειωσε και τους υπόλοιπους 503 στίχους του Α της Ιλιάδας, ενώ οι φίλοι τον άκουγαν υπομονετικά επιφυλασσόμενοι να καρπαζώσουν εν καιρώ το Νίκο, που άθελά του προκάλεσε τέτοια συμφορά.»…έκλαψα απ τα γέλια
    Αναρωτιέμαι μήπως αυτό το Διεθνές Πανεπιστήμιο που υπονοούσε ο κ. Θεόδωρος ήταν κάποιου είδους μασωνικής στοάς; …«Οι απόφοιτοι του Διεθνούς Πανεπιστημίου ανέρχονται δια της μορφώσεως εις επίπεδα Πριγκίπων και Καρδιναλίων και υπέρκεινται παντός νόμου και πάσης διατάξεως»
    Η δε «προσλαλιά προς πόλισμαν» ήταν κορυφαία αλλά και η συνομωσία που οργάνωσαν για να το καταγράψουν…

Σχολιάστε