Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ένας φιλολογικός καβγάς στην Αθήνα του 1943

Posted by sarant στο 28 Ιουλίου, 2013


Φυλλομετρούσα τις προάλλες τις κατοχικές εφημερίδες για να βρω αναφορές στη μεγάλη κινητοποίηση του ΕΑΜ το 1943 εναντίον της επέκτασης της βουλγαρικής κατοχής στη Μακεδονία, και για τη θυσία της Παναγιώτας Σταθοπούλου και των δεκάδων άλλων νέων. Όπως θα δείτε στο σχετικό άρθρο, ελάχιστα πράγματα βρήκα, άλλωστε δεν περίμενα να βρω πολύ περισσότερα: στις εφημερίδες της εποχής, η πολιτική και πολεμική ειδησεογραφία ήταν απόλυτα ελεγχόμενη. Αντίθετα, και λόγω της έλλειψης πολιτικών ειδήσεων, το φιλολογικό και πνευματικό περιεχόμενο των κατοχικών εφημερίδων ήταν πολύ πλούσιο. Ειδικά η Πρωία διαβάζεται ακόμα και σήμερα με αρκετό ενδιαφέρον.

Μπορεί να μην βρήκα πολλά για τις αντικατοχικές διαδηλώσεις, έπεσα όμως πάνω σε έναν φιλολογικό καβγά, έναν καβγά ανάμεσα σε δυο ονόματα που και τότε πρωταγωνιστούσαν στην πνευματική ζωή αλλά και σήμερα είναι ακόμη πασίγνωστα. Κάτι ήξερα για τον καβγά αυτόν, επειδή είχα διαβάσει ένα παραφιλολογικό σχόλιο του περιοδικού «Φιλολογική Κυριακή» (που έβγαζε ο Μυριβήλης το 1943), αλλά δεν είχα διαβάσει τα πρωτότυπα κείμενα του διαξιφισμού. Τα διάβασα και μου φάνηκε ότι έχουν ένα κάποιο ενδιαφέρον -τόσο ώστε να γεμίσει ένα καλοκαιρινό κυριακάτικο άρθρο. Αν μη τι άλλο, πολλές φορές βλέπουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γνωστούς συγγραφείς να βρίζουν και να βρίζονται και κουνάμε το κεφάλι -όποιος όμως αναδιφήσει παλιά έντυπα βλέπει πως οι φιλολογικοί καβγάδες, ακόμα και με βαριές εκφράσεις, συνηθίζονταν ανέκαθεν. Και μάλιστα, σε σύγκριση με τους παλιούς καβγάδες, που γίνονταν γραπτώς -άρα υπήρχε το περιθώριο να το ξανασκεφτεί κανείς, καθώς και ο έλεγχος από μεριάς εκδότη- οι σημερινοί φιλολογικοί καβγάδες, που διευκολύνονται από την αχαλίνωτην αμεσότητα του Διαδικτύου έχουν αρκετά ελαφρυντικά.

Τα κείμενα τα παραθέτω όπως δημοσιεύτηκαν, με κάποιον ενδιάμεσο σχολιασμό δικό μου. Τηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου, αλλά με μονοτονικό. Ευχαριστώ πολύ τη φίλη Ν. που πληκτρολόγησε τις τέσσερις επιστολές και τον φίλο που έκανε την πέμπτη.

Ο καβγάς άρχισε όταν, στις 23 Ιουλίου 1943, στο καθημερινό του χρονογράφημα στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα», αναφερόμενος σε πολλά και ποικίλα θέματα («Σκίτσα της εποχής» είναι ο τίτλος) αναφέρεται και σε ένα βιβλίο που είχε μόλις κυκλοφορήσει με τίτλο «Τον καιρό της μαύρης» και με συγγραφέα τον δημοσιογράφο Ε. Θωμόπουλο, και συνεχίζει:

Εις το κεντρικό βιβλιοπωλείο όπου εμπήκε ένας προφανώς φιλαναγνώστης το εζήτησε και επλήρωσε δραχμές τέσσαρες χιλιάδες. Ο υπάλληλος του βιβλιοπωλείου τού συνέστησε τότε και ένα άλλο άρτι εκδοθέν:

— Ποιο;

— Λειτουργία εις λα ύφεσις.

— Τι είνε αυτό;

— Νουβέλλα.

— Πόσο κάνει;

— Εφτά χιλιάδες.

— Με σελίδες μόνο εβδομήντα! Ενώ το πρώτο έχει υπερεκατό, σκίτσα και σχήμα μεγαλείτερο. Και πουλιέται μόνο τέσσαρες. Γιατί;

Ο υπάλληλος του βιβλιοπωλείου δεν μπόρεσε να δώση εξήγησιν. Αλλά ευρέθηκε κάποιος που προσεφέρθη να εξηγήση:

— Το ένα είνε ελαφρά φιλολογία. Το άλλο είνε βαρειά φιλολογία. Γι’ αυτό είνε βαρύτερη και η τιμή του.

Εις την δευτέραν έκδοσιν του χαριτωμένου βιβλίου του ο κ. Θωμόπουλος ας μη ξεχάση να παραθέση και την «μαύρην» του βιβλίου. Όταν η «Γαλήνη» του Βενέζη πουλιέται στη μισή τιμή, ένα από τα καλύτερα σοβαρά νεοελληνικά βιβλία, αν όχι το καλλίτερο, είνε ν’ απορή κανένας γιατί αυτός ο σουσουδισμός ωρισμένων συγγραφέων.

— Ξέρετε τι χρειάζεται; είπε εν τέλει ο σχολιαστής.

— Τι;

— Ξύλο εις φα δίαισις! [sic]

Να είχε πολύ άδικο;

Δ. ΨΑΘΑΣ

Ο συγγραφέας του πανάκριβου βιβλίου δεν κατονομάζεται, αλλά είναι ο Μ. Καραγάτσης, ο οποίος πράγματι είχε μόλις κυκλοφορήσει τη νουβέλα του «Λειτουργία σε λα ύφεσις» από τις εκδόσεις Γλάρος. Ομολογώ ότι το βιβλίο δεν το έχω διαβάσει, δεν θυμάμαι αν επανεκδόθηκε στα επόμενα χρόνια. Ξέρω ότι βγήκε σε συλλεκτική πολυτελή επανέκδοση το 2004, με τα αρχικά χαρακτικά της Λουκίας Μαγγιώρου, αλλά δεν το αγόρασα τότε, ίσως επειδή η τιμή του, πάνω από 30 ευρώ, ήταν και πάλι τσουχτερή. Δεν ξέρω αν και πώς δικαιολογείται ο τ. ύφεσις στον τίτλο.

Ο Καραγάτσης δεν άφησε φυσικά την πρόκληση αναπάντητη. Δυο μέρες αργότερα δημοσιεύτηκε στην Πρωία, στην εφημερίδα με την οποία συνεργαζόταν, η ακόλουθη επιστολή:

Παρά του συνεργάτου μας κ. Μ. Καραγάτση ελάβομεν την κάτωθι επιστολήν:

«Φίλε κ. διευθυντά. Εδιάβασα στ’ «Αθηναϊκά Νέα» της 23 τρ. την περισπούδαστη γνώμη του κ. Ψαθά ότι η τιμή πωλήσεως ενός βιβλίου πρέπει να κανονίζεται σύμφωνα με την πνευματική του αξία κι όχι ανάλογα με το εμπορικό του κόστος. Με άλλους λόγους μια κακοτυπωμένη έκδοση των «Αδελφών Καραμάζωφ» πρέπει να πουλιέται 10.000.000 δραχμές, και μια πολυτελής έκδοση δικού μου ανάξιου έργου πρέπει να προσφέρεται δωρεάν και μ’ ένα πιλάφι. Όταν μερικοί αποφασίσουν να παρασταίνουν τον έξυπνο, ξεπερνάν κάθε ρεκόρ ηλιθιότητας. Οι έξυπνοι όμως πρέπει να είνε και γενναίοι. Δεν αρκεί να δηλώνη δημοσία ο κ. Ψαθάς, ότι μου «Χρειάζεται ξύλο». Πρέπει και να μου το δώση αυτό το ξύλο. Τον προσκαλώ λοιπόν, να με ειδοποιήση εντός της ημέρας και μέσω κοινού φίλου, πού και πότε θέλει να συναντηθούμε για να με ξυλοκοπήση.

Αθήνα 25 Ιουλίου 1943

Με φιλικούς χαιρετισμούς

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ

Καναδυό σχόλια -το «δωρεάν και με ένα πιλάφι» μπορεί να είναι υπαινιγμός στο παλιότερο επεισόδιο με τον ανταγωνισμό των ατμοπλοίων, που γέννησε και την έκφραση «Όλοι με την Πύλαρο». Τότε, η μια ατμοπλοϊκή γραμμή πρόσφερε τον ναύλο δωρεάν, η δε άλλη, για να πλειοδοτήσει, αναγκάστηκε να προσφέρει «δωρεάν κι ένα πιλάφι», οπότε η πρώτη έκανε ρελάνς «και ένα γεώμηλο κατακορύφως»! Προσέξτε έπειτα ότι οι παλιοί, που άκουγαν τι γράφαν, αποφεύγανε τη χασμωδία όπως ο διάβολος το λιβάνι -έτσι, ο Καραγάτσης γράφει «στ’ Αθηναϊκά Νέα» και όχι «στα Αθηναϊκά Νέα» όπως γράφουμε σήμερα.

Την επόμενη μέρα δημοσιεύτηκε στα Αθηναϊκά Νέα η απάντηση του εκδοτικού οίκου Γλάρος, που είχε εκδώσει το επίμαχο βιβλίο του Καραγάτση:

Εκδοτικά ζητήματα

ΚΥΡΙΕ ΔΙΕΥΘΥΝΤΑ: Στο χθεσινό φύλλο των «Αθηναϊκών Νέων» (23-7-43) δημοσιεύτηκε χρονογράφημα του συνεργάτη σας κ. Δ. Ψαθά, αναφερόμενο κατά ένα μέρος στην τελευταία έκδοσι του «Γλάρου», τη νουβέλλα του κ. Μ. Καραγάτση «Λειτουργία σε λα ύφεσις». Σχετικά με τα όσα γράφει ο κ. Δ. Ψαθάς παρακαλούμε να δημοσιεύσετε τα εξής: 1) Η τιμή της «Λειτουργίας σε λα ύφεσις», καθωρίστηκε εντελώς ελεύθερα από τον εκδοτικό μας οίκο, σύμφωνα με τις τιμές του βιβλιεμπορίου. Σχετικά και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του βιβλίου, πληροφορούμε τον κ. Δ. Ψαθά ότι: Η «Γαλήνη» του κ. Βενέζη, ένα από τα «καλλίτερα σοβαρά νεοελληνικά βιβλία» – σ’αυτό μας βρίσκει εντελώς σύμφωνους ο κ. Δ. Ψαθάς – πουλιέται 4.000 δραχμές στην κοινή έκδοσι, που είνε τραβηγμένη σε δημοσιογραφικό χαρτί – οι υδάτινες γραμμές θα πείσουν γι’αυτό τον κ. Ψαθά. Η καλή έκδοση του ίδιου βιβλίου – εξαντλημένη πια – πουλήθηκε στην τιμή των 10.000 δραχμών. Η «Λειτουργία σε λα ύφεσις», μια έκδοσι τραβηγμένη σε χαρτί ίδιας ποιότητος με την καλή έκδοσι της «Γαλήνης» πουλιέται 7.000 δραχμές. Η κοινή έκδοσι της ίδιας αυτής νουβέλλας που αποτελεί μαζί με άλλα τέσσερα διηγήματα του συγγραφέα τον δεύτερο τόμο της «Σειράς τυποποιημένης έκδοσης» του «Γλάρου», πουλιέται 3.500 δραχμές. 2) Όσο για το περιεχόμενο του βιβλίου, νομίζουμε ότι στοιχειώδης καλή πίστι επιβάλλει να μην κρίνεται ένα βιβλίο προτού διαβαστή. Κι ο κ. Δ. Ψαθάς ασφαλώς δεν διάβασε τη «Λειτουργία σε λα ύφεσις» γιατί τότε θα ήξερε πως το βιβλίο αριθμεί 112 και όχι 70 σελίδες όπως γράφει. 3) Σημειώνουμε – χωρίς να είμαστε οι πρώτοι – το γεγονός μιας νέας επίθεσης από επαγγελματίες δημοσιογράφους σε βάρος της νέας ελληνικής φιλολογίας. Πάντως ο κ. Μ. Καραγάτσης καθώς κι όλοι οι συνάδελφοί του που ακούραστα προσφέρουν την πολύτιμη συνδρομή τους στον πολιτισμό του τόπου μας, με τόσο άχαρες συνθήκες, δεν θα κριθούν απ’ την ευφυολογία μιας δημοσιογραφικής στήλης, και ακόμα περισσότερο, από τις «πρώτες» των ελληνικών θεατρικών έργων.

                                                                                       Με τιμή, « Ο Γλάρος» Α.Ε.

Πειστικά ακούγονται τα όσα γράφει ο εκδότης για τις ανακρίβειες του Ψαθά, ο οποίος σε επιστολή προς την εφημερίδα του ανέλαβε να απαντήσει και στους δυο, αν και αφιερώνει τη μερίδα του λέοντος στον Καραγάτση, ενώ τον εκδοτικό οίκο τον περιορίζει στο υστερόγραφο.

Η πάλη της φιλολογίας

ΦΙΛΕ κ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΑ: Ο συγγραφεύς της νουβέλλας «Λειτουργία εις λα ύφεσις» πρωτοπαλαιστής κ. Καραγάτσης, απαντώντας σ’ ένα εύθυμο σκίτσο μου, δημοσιεύει στην «Πρωία» μίαν θυμοειδή επιστολή, όπου αφού με αποκαλεί ηλίθιο – γλώσσα που μεταχειρίζονται οι παλαισταί και οι μεγάλοι λογοτέχναι – γράφει τα εξής βαρυσήμαντα: «Ένας έξυπνος πρέπει να είνε και γενναίος. Δεν αρκεί να δηλώνη ο κ. Ψαθάς ότι μου χρειάζεται ξύλο. Πρέπει και να μου το δώση. Τον προσκαλώ, λοιπόν, να με ειδοποιήσει εντός της ημέρας και μέσω κοινού φίλου πού και πότε θέλει να συναντηθούμε για να με ξυλοκοπήση» (!) Η βαρυσήμαντη αυτή δήλωσι του… μεγάλου λογοτέχνου μας μου θυμίζει δύο τινά: Πρώτον, το του Καραγκιόζη περίφημον «έξελθε, όφι κατηραμένε!…» και δεύτερον μίαν απάντησι του αλησμόνητου εκείνου άλλοτε υπουργού της Προνοίας Εμ. Εμμανουηλίδου, κοινώς Μανώλαγα. Όταν κάποτε του παρουσιάσθηκε μιά επιτροπή αθλητών και του εζήτησε την οικονομική ενίσχυσι του κράτους για τον αθλητισμό, ο αείμνηστος υπουργός απήντησε με την χαρακτηριστική καραμανλίδικη προφορά του: «Λεφτά δια μπεχλιβανλίκια δεν έχω!». Εις τον πρωτοπαλαιστήν κ. Καραγάτσην θα απαντούσα κι εγώ «καιρόν δια μπεχλιβανλίκια δεν έχω», αν δεν υπήρχε κίνδυνος να κατηγορηθώ από τον ευγενή αντίπαλό μου ως στερούμενος … γενναιότητος – τουλάχιστο τόσης όσην διαθέτει και αυτός. Σπεύδω, λοιπόν, ασμένως να δεχθώ την πρόσκλησι, αφού όμως κάνω μια αναγκαία διασάφησι: Δεν έγραψα εγώ ότι χρειάζεται ξύλο ο κ. Καραγάτσης. Τον θαυμάζω και τον εκτιμώ πολύ για να μεταχειρισθώ τόση τραχύτητα εκφράσεως. Είπα ότι χρειάζεται «ξύλο εις φα δίαισις». Ήγουν ξύλο μετά μουσικής. Τον παρακαλώ, λοιπόν, πριν απ’ όλα να ειδοποιήση την ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών και του αφίνω, σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικος Ταβερνιέ, ελεύθερη την εκλογή… του μαέστρου.

Δικός σας Δ. ΨΑΘΑΣ

Υ.Γ. – Τι να απαντήσω στην επιστολή του «Γλάρου» Α.Ε.; Όταν ο Γλάρος διαβάση την επιστολή του κ. Καραγάτση, θα δη ποιου είδους «πολιτισμό» φέρνουν στην Ελλάδα ωρισμένοι ψευτολογοτέχνες, που εμείς οι δημοσιογράφοι, λέει, δεν σεβόμαστε. Από τον πρωτοπαλαιστή Καραγάτση προτιμότερος για μας ο συγγραφεύς της ελευθέρας πάλης Καρπόζηλος, που τουλάχιστο δεν ισχυρίζεται ότι θα εκπολιτίση την Ελλάδα με νουβέλλες. Και για να μη ξεχνάμε και το θέατρο που υπαινίσσεται σατανικώς ο Γλάρος – όλα ομού. Καραγάτσης, νουβέλλα, Καρπόζηλος, Γλάρος, λειτουργία εις λα ύφεσις και μουσική μετά των φαιδρών λεονταρισμών – Καραγα-τζιώτικο ραβαίσι!

Δ.Ψ.

Ο Αντόλφ Ταβερνιέ, τον οποίο αναφέρει ο Ψαθάς, είχε συγγράψει στα τέλη του 19ου αιώνα ένα βιβλίο με τίτλο L’art du duel, Η τέχνη της μονομαχίας. Το Τζιώτικο ραβαΐσι, στο οποίο αναφέρεται στο τέλος, είναι περίφημο κωμειδύλλιο των αρχών του 20ού αιώνα, στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο ψευτοπαλικαράς Λεονταρής, από τον οποίο γεννήθηκε και η λέξη «λεονταρισμός».

Την ίδια μέρα δημοσιεύτηκε στην Πρωία νέα επιστολή του Καραγάτση, η οποία όμως δεν απαντά στην επιστολή του Ψαθά που είδαμε παραπάνω, αφού έχει γραφτεί νωρίτερα:

Για τελευταία φορά

Παρά του συνεργάτου μας κ. Μ. Καραγάτση ελάβομεν την κάτωθι επιστολήν:

«Φίλε κ. διευθυντά.

Ας μιλήσουμε περί Ψαθά για τελευταία φορά. Ο κύριος αυτός εδήλωσε πως μου χρειάζεται ξύλο σε «φα δίεσις», επειδή αι εκδότες μου τιμολόγησαν εφτά χιλιάδες δραχμές την πολυτελή έκδοση του τελευταίου μου βιβλίου. Τον προσκάλεσα, λοιπόν, να εκτελέση με τα χέρια τις απειλές της γενναίας πέννας του και να με ξυλοκοπήση σ’ οποιαδήποτε τονική κλίμακα του κάνει κέφι Κ΄ επειδή αυτές οι υποθέσεις τ ι μ ή ς· σύμφωνα με το παλιό απαράβατο έθιμο πρέπει να ξεκαθαρίζουνται μέσα σε 24 ώρες, προσκάλεσα το γενναίο ευθυμογράφο των «Αθηναίκών Νέων» να μου ορίση μέσα στην παραπάνω προθεσμία πού και πότε θέλει να συναντηθούμε για να εκτελέση εμπράκτως τις απειλές του λιονταρίδικου καλάμου του. Πλην, φευ! Οι 24 ώρες επέρασαν με το παραπάνω και «εκείνος δεν απήντησε». Φαίνεται πως ο γενναιότατος αυτός εκπρόσωπος της ανθυποπνευματικής ζωής μας επληροφορήθηκε κάπως αργά, πως δεν είμαι μόνον συγγραφέας βαρείας βιομηχανίας, αλλά και βαρυτέρας χειρός. Εφ’ ω και προτίμησε να κλεισθή ερμητικά στον εαυτό του. Κι αναρωτιέμαι: Μήπως ο διακεκριμένος αυτός αντιπρόσωπος του ευθυμογραφικού κρετινισμού, γράφοντας καθημερινά τώρα κ’ επί χρόνια τις περιπέτειες της πυργοδεσποίνης του Μπύθουλα, μήπως εμπήκε τόσο πολύ στο πετσί της ηρωίδος του, ώστε ν’ αποκτήση στο τέλος την ψυχοσύνθεσή της: «με το στόμα αραμάρα, με τα χέρια κουλαμάρα». Quarda e passa. Δεν πρόκειται ν’ ασχοληθώ πια με τη Μαντάμ Σουσού των «Αθηναϊκών Νέων».

Αθήνα 26 Ιουλίου 1943

Με φιλικούς χαιρετισμούς

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ

Στον Μπύθουλα, βεβαίως, ζούσε η Μαντάμ Σουσού. Προσέξτε επίσης την παλιά παροιμία «με το στόμα άρα μάρα, με το χέρι κουλαμάρα», για όποιον λέει πολλά και πράττει λίγα. Η ιταλική φράση (με ένα τυπογραφικό λάθος: G αντί Q) είναι από στίχο του Δάντη (non ragionam di lor, ma guarda e passa) και έχει γίνει παροιμιώδης. Σημαίνει κατά λέξη «Βλέπε και προχώρει», μη δίνεις σημασία δηλαδή.

Ο Ψαθάς φυσικά θέλησε να κρατήσει τον τελευταίο λόγο, κι έτσι δυο μέρες αργότερα δημοσιεύεται στα Αθηναϊκά Νέα η εξής επιστολή του:

(Γνώμαι αναγνωστών)

ΦΙΛΕ κ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΑ: Ο κ. Καραγάτσης σ’ ένα καινούργιο γράμμα του στην «Πρωία» ισχυρίζεται περίπου, με το γνωστό του ύφος, ότι αυτός μεν είνε μέγας συγγραφέας, εγώ δε ασήμαντος ευθυμογράφος. Και ό,τι μεν αφορά εμένα δεν αξίζει να γίνεται συζήτησις… Ήθελα όμως να ξέρω πούθε αντλεί την πεποίθησί του για την τόση αξία του ο κ. Καραγάτσης; Από τις νουβέλλες του; Αλλά νουβέλλες, αντιστάσεως μη ούσης, γράφει και τυπώνει εύκολα ο καθένας. Αρκεί να έχη χρήματα όπως έχει άφθονα ο κ. Καραγάτσης. Αν δεν κάνω λάθος όμως ο… μεγάλος αυτός συγγραφέας επεχείρησε από πολλά χρόνια τώρα να δοκιμάση την αξία του στον στίβο του θεάτρου, εκεί όπου κρίνονται τελεσίδικα όσοι έχουν τα κότσια να αντικρύσουν άμεσα και κατάφατσα το πλατύ κοινό. Κι απ’ όσα ξέρω ο κ. Καραγάτσης παρ’ όλον ότι χτυπά απεγνωσμένα τις πόρτες των θεάτρων, χρόνια τώρα, δεν κατάφερε να περάση ούτε τις εισιτήριες εξετάσεις της εγκρίσεως, ώστε να παιχθή από κανένα θίασο για να δούμε τι καπνό φουμάρει. Και να αφίνη κατά μέρος το πιθανό τροπάρι της μεγάλης τέχνης. Ο κ. Καραγάτσης επεχείρησε να γράψη ελαφρά σκετς – απ’ αυτά που εμείς οι ασήμαντοι δημοσιογράφοι γράφομε στο γόνατο – και τα παρουσίασε στην «Γκλόρια» εφέτος το καλοκαίρι και όπου φυσικά απορρίφθηκαν μετά πολλών επαίνων. Επίσης, αν δεν κάνω λάθος, εφιλοδόξησε να δώση… νούμερα στην επιθεώρησι «Κάνουμε το κέφι μας» που επρόκειτο να παιχτή προ ολίγου καιρού για μια μόνη φορά στο θέατρο Κυβέλης. Και η μεν επιθεώρησις παίχτηκε, τα νούμερα όμως του μεγάλου συγγραφέα – μεταξύ άλλων ένας αστρονόμος που έλεγε… εξυπνάδες κυττώντας τ’ άστρα – του επεστράφηκαν μετά ευγενών ευχαριστιών. Γιατί; Διότι απλούστατα οι ηθοποιοί που επρόκειτο να τα παίξουν, Δ. Χορν και Νανά Σκιαδά, αντελήφθησαν ότι επρόκειτο περί «πιλάφας» – όπως καλούνται στην άτεγκτη γλώσσα του ελαφρού μουσικού θεάτρου οι κάθε είδους θεατρικοί «κρετενισμοί» μικρών και μεγάλων συγγραφέων. Εις συμπλήρωσιν του κενού, μάλιστα, έγραψε αφ’ ενός ο κ. Γιάννης Χορν και αφ’ ετέρου ο ηθοποιός Δ. Χορν έκανε μερικές πραγματικά έξυπνες «εμπροβιζασιόνες» – όπως θα έλεγε ο κ. Καραγάτσης στη νουβέλλα του «λαχτάρα εις λα ύφεσις». Μονάχα ένα έργο, ελαφρό έργο επικαιρότητος, επρόκειτο ν’ ανέβη κάποτε, κι αυτό γιατί, όπως είνε γνωστό επίσης, τον εβοήθησε στο γράψιμό του ο ηθοποιός κ. Παπάς. Δυστυχώς όμως κι αυτού το ανέβασμα εματαιώθηκε από άλλους λόγους. Μήπως θέλει να του υπενθυμίσω ακόμα και το «σοβαρό» έργο που έγραψε προ ετών και το εδιάβασε στον κ. Μιχ. Ροδά; Η απάντησις του κ. Ροδά ήταν «σκίστο». Κι ο κ. Καραγάτσης που δεν είχε ακόμα πάρει την φόρα που πήρε τώρα τελευταία, φρονίμως ποιών, το έσκισε. Αν ο κ. Καραγάτσης έσκιζε και μερικές απ’ τις «νουβέλλες» του, που προφανώς θεωρεί αριστουργήματα, θάταν σίγουρα καλλίτερος. Αλλά δεν το κάνει. Κακό του κεφαλιού του. Πάντως αφού απέτυχε στο ελαφρό θέατρο και στο σοβαρό και στην επιθεώρησι ακόμα, δεν του μένει τίποτε άλλο παρά ν’ ανέβη ο ίδιος στη σκηνή να παραστήση αφού, όπως ισχυρίζεται στην «Πρωία», είνε «συγγραφέας της βαρείας λογοτεχνίας και βαρείας χειρός». Όλα του είνε βαρέα, βλέπετε. Πλην της κεφαλής του.

Δικός σας, Δ. ΨΑΘΑΣ

Ο Ψαθάς φέρνει την αντιπαράθεση στο γήπεδο όπου υπερτερεί, τη συγγραφή θεατρικών έργων αφού, όπως λέει, μάλλον δικολαβικά, τα πεζογραφήματα γράφονται και τυπώνονται «αντιστάσεως μη ούσης», φτάνει να έχει κανείς λεφτά -και συνεχίζει απαριθμώντας τα (πραγματικά ή όχι, δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω) θεατρικά στραπάτσα του Καραγάτση. Ο τύπος «κρετενισμός» δεν ξέρω αν είναι τυπογραφικό λάθος ή μεταφορά της γαλλικής προφοράς του cretin. Ο όρος «πιλάφα» της θεατρικής αργκό διατηρήθηκε και αργότερα αλλά δεν ξέρω αν λέγεται ακόμα.

Και εδώ τελειώνει ο φιλολογικός αυτός καβγάς. Αν ήταν να διαιτητεύσουμε, να αποφανθούμε ποιος είχε δίκιο, μάλλον στον Ψαθά θα χρεώσω τα άδικα, αν μη τι άλλο επειδή έκανε βασικά λάθη στα δεδομένα που παρουσίασε -αλλά θα ακούσω και τη δική σας γνώμη.

Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να μη σκεφτούμε ότι αυτή η κοκορομαχία διαδραματιζόταν όχι απλώς μέσα στην Κατοχή, αλλά και ενώ ακόμα δεν είχε στεγνώσει το αίμα των επονιτών φοιτητών και εργατών από τους δρόμους της Αθήνας. Η παράμετρος αυτή μάλλον μοιράζει τα άδικα εξίσου και στους δύο -ή όχι;

80 Σχόλια to “Ένας φιλολογικός καβγάς στην Αθήνα του 1943”

  1. Γς said

    >και μια πολυτελής έκδοση δικού μου ανάξιου έργου πρέπει να προσφέρεται δωρεάν και μ’ ένα πιλάφι.

    Άλλος για την Πύλαρο και μια μακαρονάδα.

    Καλημέρα

  2. Γς said

    1:
    Ωχ, είχα σταματήσει εκεί και έσπευσα να κάνω παραλληλισμό με την Πύλαρο.
    Και συνέχισα την ανάγνω ση και ΄’επεσα πάνω στη δικιά σου Πύλαρο!
    Φτού!
    Δεν πειράζει.
    Και πάλι μάγκες 🙂

  3. Έτσι είναι, διαβάζοντάς τους καμιά αίσθηση του περιβάλλοντος χώρου και της δυσκολίας του δεν έχεις. Μοιάζει λίγο, «εδώ ο κόσμος καίγεται …» ή και «τρία πουλάκια κάθονταν…». Αυτό είναι που λένε ανόητη, απερίσκεπτη ανάλωση ενέργειας, και μάλιστε δυο ευφυών ανθρώπων. Φαίνεται να συμβαίνει όμως, και στις μέρες μας, οι ευφυείς συχνά να αναλώνονται σε χαζές, προσωπικές μονομαχίες «σε φα δίαισις».

  4. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂
    Θεϊκός Τσαγανέας: – Γνωρίζετε τον Ταβερνιέ;

  5. Γς said

    4:
    Με πρόλαβες Spiral

    Τώρα τον λόγο έχει ο Ταβερνιέ!

    Adolphe Tavernier, L’art du duel (1885)

    Το λέει κι ο Τσαγανέας εδώ στο Φτωχαδάκια καὶ λεφτάδες (1961)

    Μουσική ο Μίμης Πλέσας. Στούντιο ΑΛΦΑ.
    Κι ειχαμε κατέβει στο στούντιο αυτό για να τον προσκαλέσουμε σε μια εκδήλωση του Σχολείου μας (ήταν απόφοιτος) και τον θυμάμαι με μια θεογκόμενα (ντάξει συνεργάτιδά του), πρώτο όνομα της εποχής, την Τζένυ Βάνου. Ναι την είδα και μετά 50 χρόνια!.
    Τελικά ήρθανε στην εκδήλωση. Επαιξε πιάνο. Κάτι διασκευές δημοτικών.
    Αλλά όταν η Τζένη το έριξε στα άλλα (Ξύπνα αγάπη μου, θα πούνε ότι είμαστε όλη νύχτα αγκαλιά) οι παπάδες (οι φρερ) της έκαναν νόημα ότι έχει ξεσαλώσει παρουσία μαθητών με ήθος. Ο Γς π.χ.

  6. Γιώργος Φιλίππου said

    …σε μια γειτονιά, κάτω από έναν Πλάτανο, καθισμένοι σταυροπόδι στη γη – υπό την επήρεια αλκοόλ (ελαφρώς στο τσακίρ-κέφι) – κάποιοι ακούν ανέκδοτα από ειδήμονα, που γνωρίζει σε ποιους απευθύνεται και τι τους απασχολεί. Σε κάθε του ανέκδοτο εισπράττει πλούσιο χειροκρότημα.
    Από εκεί περνά κάποιος, εκτιμά την κατάσταση με δικά του κριτήρια, παίρνει το λόγο και τους προτρέπει να ασχοληθούν με την πνευματική τους καλλιέργεια, θέτοντας υπό κρίσιν και το δικό του επίπεδο.
    Μπορώ, εύκολα, να δω τη συνέχεια…

  7. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

  8. άλλος Πόντιος said

    Καλημέρα.
    Γιατί όχι: …εις/σε λα ύφεσι(ν); Άραγε υπονοείται το «λα ύφεσις» μέσα σε εισαγωγικά, ως άκλιτος όρος;

  9. sarant said

    8: Αυτό είναι και δική μου απορία, το λέω και στο κυρίως άρθρο.

  10. άλλος Πόντιος said

    Συγνώμη, δεν το πρόσεξα.

  11. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Τηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου, αλλά με μονοτονικό.

    Ὀξύμωρο. Ἢ τηρεῖται ἢ ὀρθογραφία ἢ δὲν τηρεῖται. Καλύτερα νὰ ἀποφεύγεται ἡ ἐπανάληψη αὐτοῦ τοῦ ψέυδους γιατὶ ἔχει ἀρχίσει καὶ κουράζει.

    Ὡραίο ἄρθρο πάντως, ἀπολαυστικὸ κι ἐνδιαφέρον. Δὲ παίρνω θέση καὶ γιατὶ μοῦ ἀρέσουν καὶ οἱ δύο συγγραφεῖς ἀλλὰ καὶ γιατὶ εἶμαι φανατικὸς φιλοκαραγατσικὸς καὶ μᾶλλον δὲ θὰ εἶμαι ἀντικειμενικός.

  12. ΠΑΝΟΣ said

    Όλοι κουβαλάνε(-με) την κακομοιριά τους,χωρίς ούτε μισή εξαίρεση.Τα έργα ένα-ένα-και να δούμε!-όχι οι δημιουργοί.Έως εκεί και μη παρέκει.

  13. sarant said

    11: Δεν είναι οξύμωρο: ο τονισμός είναι ένα μόνο στοιχείο της ορθογραφίας, και μάλιστα το πιο ασήμαντο. Απόδειξη είναι πως στο δικό σου σχόλιο η πρωτη παράγραφος, ενώ είναι ορθογραφημένη, έχει λάθη τονισμού.

  14. Γς said

    8:
    Φιλολογικοί καυγάδες αλλά και και φέτα μετά μουσικής.

  15. Μου χτύπησε κι εμένα το «ύφεσις». Σκέπτομαι πως το «λα ύφεσις» είναι «σύμπλοκο» γένους ουδετέρου. Φαντάζομαι πως οι μουσικοί (δεν είμαι) θα λένε π.χ. «τα λα ύφεσις δεν τα πήγε καλά».και όχι . «τις λα ύφέσεις δεν τις πήγε καλά».
    Πρέπει να εκφράσουμε, όπως και ο Νίκος στο τέλος, θλίψη για το γεγονός πως σε τέτοια εποχή οι πνευματικοί άνθρωποι ήταν τόσο διαιρεμένοι. Καλημέρες. .

  16. librarian said

    Πολύ καλό!!! Βρίσκεις ωραία πράγματα ψάχνοντας και συνειδητοποιείς ότι η νοοτροπία των ανθρώπων δεν αλλάζει με το πέρασμα των χρόνων.

  17. άλλος Πόντιος said

    15. Πράγματι, αντικαθιστώντας το «ύφεσις» με το «ύφεση» συνειδητοποιώ ότι οι μουσικοί συνήθως δεν κλίνουν τις υφέσεις (και τις διέσεις) όταν προηγουμένως αναφέρουν συγκεκριμένη νότα.

    Λένε «το λα-ύφεση» ή και «η λα-ύφεση». Επίσης «τα λα-ύφεση» (στην αιτιατική πληθυντικού καμιά φορά -μάλλον όχι συστηματικά- μπορεί να ξεφεύγει, στον προφορικό λόγο, ένα: «τις λα υφέσεις»), «των λα-ύφεση», αλλά βέβαια: η ύφεση – της ύφεσης – των υφέσεων – τις υφέσεις κλπ όταν δεν αναφέρεται νότα μπροστά.

  18. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι η Μαντάμ Σουσού γραφόταν εν μέσω κατοχής. Βλακεία μου γιατί όντως προφανώς αναφέρεται σε μια προπολεμική Αθήνα.

  19. Είναι αστείο και το εξής:
    Ανοίγω το βιβλίο αυτό από το οποίο ξεκίνησαν οι αναφορές του Ψαθά, και ξεκίνησε η διαμάχη, του Ε. Θωμόπουλου, ο πλήρης τίτλος είναι «Τον καιρό της μαύρης, Χρονικά και ρεπορτάζ μιας διετίας», Δεύτερη έκδοση συμπληρωμένη, Τυπογραφείο Διαλησμάς, Αθήνα, 1943, και, καθώς είναι η 2η έκδοση, ο συγγραφέας στις πρώτες σελίδες παραθέτει γνώμες και κριτικές για την 1η έκδοση, μεταξύ των οποίων του Κ. Μπαστιά, του Π. Παλιολόγου, του Γ. Ρούσσου, του Γ. Δρόσου, της Λ. Νάκου, κι έχει κι ένα μικρό απόσπασμα από τον Ψαθά:

    «Η «μαύρη αγορά» εβρήκε τον χρονικογράφο της. Από ημέρες τώρα ετέθη εις κυκλοφορίαν ένα διασκεδαστικό βιβλίο […] που καθρεφτίζει την ζωή της τελευταίας διετίας, γεμάτο από μικρές ιστορίες χαρακτηριστικές των μαύρων ημερών που επεράσαμεν»

    Φαίνεται σαν να «κόβεται» απότομα η παράθεση των λόγων του Ψαθά. Ο συγγραφέας μάλλον δεν θέλησε να αντιγράψει την πλήρη γνώμη του Ψαθά, και αυτή η υπόθεση ενισχύεται από το εξής γεγονός: Σε όλους τους άλλους/ες που του έκαναν κριτική, τα αποσπάσματά τους που παραθέτει ο Θωμόπουλος είναι τουλάχιστον μία σελίδα. Του Ψαθά είναι μόνο 3 γραμμές.

    Φαίνεται ο Θωμόπουλος δεν είχε καμία διάθεση να εμπλακεί στη διαμάχη, κάτι που μάλλον θα συνέβαινε αν έβαζε ολόκληρη την κριτική του Ψαθά.

  20. sarant said

    18: Είχε πρωτοεκδοθεί λίγο πριν από τον πόλεμο θαρρώ.

  21. φαεσί-μβροτος said

    Για τους θαυμαστές του Καραγάτση και πιθανούς αγοραστές,η χαμηλότερη του πονήματος του τιμή που βρήκα ανέρχεται στα 26,77ε.
    http://www.captainbook.gr/book/90174/leitourgia-se-la-ifesis

  22. gmich said

    Και εγώ που νόμιζα ότι οι πνευματικοί άνθρωποι της Κατοχής είχαν μόνον ένα εχθρό.
    Αλήθεια μετά από 70 χρόνια σήμερα ποιος διαβάζεται περισσότερο ; Ο Καραγάτσης ή ο Ψαθάς;

  23. aerosol said

    Ο Ψαθάς εδώ μοιάζει και άδικο να έχει και να μην το παραδέχεται. Τα στοιχεία που τον έκαναν να επιτεθεί αρχικά στο βιβλίο του Καραγάτση φαίνονται ψευδή και αντί να το παραδεχθεί συνεχίζει βρίσκοντας πάτημα στην αντίδραση που αυτά τα ψευδή στοιχεία δημιούργησαν. Καταφεύγει σε καραμπινάτο ad hominem, άσχετο με την ουσία του δημοσιεύματος που ξεκίνησε την διαμάχη.

  24. Γς said

    >μάλλον στον Ψαθά θα χρεώσω τα άδικα

    Η στήλη που κρατούσε ήταν το πρώτο πράγμα που διαβάζαμε.
    Σαν το Τσιφόρο στον Ταχυδρόμο να πούμε
    Και δεν ήταν σπάνιο αυτό που έγραφε να γίνεται και το θέμα της ημέρας.

    Κι όμως. Και να ένα κουϊζάκι:

    Για ποιον “τιποτένιο“ έγραφε στη στήλη του ότι νιώθει ντροπή που ασχολήθηκε μαζί του.;

  25. Μαρία said

    18
    Το Νοέμβριο του ’40. 300 αντίτυπα μοιράστηκαν στα νοσοκομεία, για να διασκεδάζουν οι τραυματίες, λέει.

    Εικασία για το ύφεσις. Ο Καρ. διατηρεί στον τίτλο την ελληνικούρα του συνθέτη ήρωα της νουβέλας.

  26. φαεσί-μβροτος said

    Ενώ στην εκκίνηση η άδικη κριτική του Ψαθά,εφ΄όσον η τιμή δε διαμορφώνεται από το συγγραφέα και η ενδεχόμενη αγορά επαφίεται στην κρίση του αγοραστή,τον θέτει σε μειονεκτική θέση,στον τερματισμό υπερισχύει η γλαφυρότητα,η αμεσότητα της γραφής του,διανθισμένη με θελκτικά στολίδια,κερδίζοντας τις εντυπώσεις.
    Πάντως,συμφωνώ στο ότι οι εποχές αλλάζουν,οι άνθρωποι όχι.είτε σε στριφογυρίζει η μπότα του Χίτλερ,είτε η μπότα του Σόϊμπλε και του Φέχτελ.

  27. sarant said

    22: Δεν είναι εύκολο να κάνεις σύγκριση, γιατί ο Ψαθάς κυρίως παίζεται. Ο Καρ. βέβαια διαβάζεται περισσότερο.

    23: Και κανείς να μη ζητάει συγνώμη, ρε παιδί μου, όταν έχει κάνει λάθος -όπως και τώρα στο ιντερνέτι

    25: Είπαμε, πρέπει να το διαβάσει κανείς για να δει αν δικαιολογείται ο τίτλος.

  28. φαεσί-μβροτος said

    23.Aerosol
    Πολύ εύστοχος ως προς το ad honinem

  29. Joleen said

    Εγώ διαφωνώ πως ο Ψαθάς γράφει καλύτερα από τον Καραγάτση στις ανωτέρω επιστολές. Ο Ψαθάς κάνει πολύ πιο κοινότοπη και λιγότερο αβίαστη χρήση της γλώσσας από τον Καραγάτση. Στο ερώτημα που τέθηκε: βρίσκω τον Ψαθά πιο μικροπρεπή στην ανωτέρω διαφωνία, συμφωνώντας φυσικά ότι το ξεκατίνιασμα αυτό, και στους καιρούς που γινόταν, είναι απαράδεκτο. Ακόμη λοιπόν ένας πόντος υπέρ του Καραγάτση,ο οποίος επίσης να σημειώσουμε ότι -αν και με νηπιακό τρόπο- αποχώρησε από τη διαφωνία και δεν ξανααπάντησε στην ακόμη χειρότερη τελευταία προσωπική επίθεση που δέχτηκε. Το σκορ ποιό είναι;;

  30. Αγγελος said

    Ο Ψαθάς έχει πέρα για πέρα άδικο. Ήταν γίγας στο είδος του (η Χαρτοπαίχτρα π.χ. είναι αριστούργημα ελαφρού θεάτρου), αλλά ως εκεί. Θυμάμαι κι όταν, είκοσι χρόνια αργότερα, ξεσπάθωσε εναντίον του «πορνογράφου» Μπέργκμαν (απ’ αφορμή τη Σιωπή) και χαρακτήρισε περίπου γερο-κρονόληρο δεν θυμάμαι ποιον σεβάσμιο λόγιο που έγραψε μια αντίκρουση. — Όσο για «το γεγονός πως σε τέτοια εποχή οι πνευματικοί άνθρωποι ήταν τόσο διαιρεμένοι», να ήταν τουλάχιστον διχογνωμία για θέματα αρχής, για το επιθυμητό μεταπολεμικό καθεστώς λ.χ., θα ήταν κατανοητό και σεβαστό, αλλά να αναλώνονται σε τέτοιου είδους καυγάδες, ε, είναι κατινίστικο! Αλλά βέβαια, όταν το παράδειγμα το δίνει η Φιλοσοφική…

  31. φαεσί-μβροτος said

    Ο Καραγάτσης,με τις δύο πρώτες προτάσεις της αρχικής επιστολής του,προασπίζεται εύστοχα και εύλογα το πανθομολογούμενο δίκιο του.Στη συνέχεια τα χαλάει λίγο,αφού εξαντλεί την επιχειρηματολογία του και εντείνει την προσωπική επίθεση η οποία προσομοιάζει με λεκτική διελκυστίνδα Χωμενίδη-Τσατσόπουλου,μην πω Κασιδιάρη-Κανελλη.

  32. sarant said

    30: Να δούμε, το έχω κρατήσει πουθενά αυτό το χρονογράφημα;

  33. Άσχετα με τον καβγά, ο Ψαθάς παίζεται ακόμα, και διεθνώς! 🙂

  34. 33 Ένα ακόμα ταλέντο ! 🙂

  35. Δεν ξέρω ποιός είχε πιο πολύ δίκιο ή άδικο σε αυτή την περίσταση, αλλά ο καυγάς μέσα στο 1943 μου θύμισε ένα σονέτο που έγραψα πρόπερσι για την υπόθεση των βιβλίων της Αγρας, που ας μου επιτραπεί να το παραθέσω εδώ

    ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΚΟΣΙ – ΔΕΚΑ, ΠΟΙΗΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

    O κύκλος κλείνει εδώ πέρα μιας Ελλάδας.
    Στο πρόσωπο του Γλέζου ρίξαν χημικά.
    Μας ψαλιδίζουν τους μισθούς μεθοδικά.
    Κουτσομπολιά μας τρέφουν τώρα, μιας φυλλάδας.

    Μια Τζούλια ή μι’ ακόμη Ωραία Ελένη,
    σαν φούσκες λαμπερές προβάλλουν στον αφρό.
    Εμείς χανόμαστε, μες τον ορυμαγδό
    και δίπλα η Τράπεζα σαν όρνιο περιμένει.

    Αμείλικτα μας σπρώχνει η Ειμαρμένη,
    της Κρίσης μέρα γράφει η ιστορία.
    Στο δρόμο βγήκανε μεγάλοι και παιδιά.

    Κι εγώ, μες το σαλόνι μου κλεισμένη
    της Άγρας αγκαλιάζω τα βιβλία
    και υπογράφω πως τα βρίσκω ποιοτικά.

    (2010)

  36. Γς said

    Α. Τον Παπαγεωργόυ της Αθηναϊκής;
    Β. Τη Μαρία Κάλλας;
    Γ. Τη Μάγια Μελάγια;

    Αναφέρομαι στην ερώτηση (#24):

    Για ποιον “τιποτένιο“ έγραφε στη στήλη του ο Δημήτρης Ψαθάς ότι νιώθει ντροπή που ασχολήθηκε μαζί του.

    Απάντηση εδώ

  37. sarant said

    36: Μπράβο ρε Γουσού, δεν το ήξερα!

  38. papademm said

    Mία απορία, εκτός θέματος, από κάποιον χωρίς τριβή: το ρήμα είναι πώς και ήταν τόσο διαδεδομένο στην ορθογράφησή του ως «είνε»; Πώς προέκυπτε αυτός ο τύπος και πότε προκρίθηκε και σταθεροποιήθηκε στη σημερινή του μορφή;

  39. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    13. Πρέπει νὰ λέμε τὰ σύκα σύκα καὶ τὴ σκάφη σκάφη. Ὅταν λέμε «τηρεῖται ἡ ὀρθογραφία» δὲν ὑπάρχει «ναί μὲν ἀλλά…». Ἢ τηρεῖται ἢ δὲν τηρεῖται. Σωστὸ γιὰ μένα εἶναι νὰ μὴν πῆς τίπ οτα, ἀλλὰ ἂν θὲς καὶ καλὰ κάτι νὰ πῆς ἐπ’αὐτοῦ, τὸ σωστὸ εἶναι «δὲν τηρεῖται ἡ ὀρθογραφία»

  40. sarant said

    38: Η γραφή «είνε» ήταν πολύ συχνή προπολεμικά, αλλά ομολογώ πως δεν ξέρω πού στηρίζεται. Το «είναι» είναι εξέλιξη του ένι, ένεστι, άρα το «ε» δεν φαίνεται να δικαιολογείται. Ωστόσο, κάποιοι έκαναν διάκριση και κρατούσαν το «είνε» για τον ενικό και το «είναι» για τον πληθυντικό. Τελικά, παγιώθηκε η γραφή «είναι».

    39: Αρχιμήδη, εσύ πώς θα περιέγραφες μια μεταγραφή σαν του σημερινού άρθρου, δηλ. με τήρηση της ορθογραφίας εκτός από τα σκουληκάκια; Ο πιο οικονομικός τρόπος να το διατυπώσεις είναι όπως το διατύπωσα. Βέβαια, εσείς οι πολυτονιάτες έχετε ιδεολογικοποιήσει το θέμα επειδή βαυκαλίζεστε ότι γράφετε ιστορική ορθογραφία (που είναι ψευδές, όλοι ιστορική χρησιμοποιούμε). Δεν πειράζει, θα το συνηθίσετε, έτσι κι αλλιώς όλο και περισσότερα παλιά κείμενα θα τυπώνονται απαλλαγμένα από σκουληκάκια. Που κι εσείς δεν τα προσέχετε, διότι και η γάτα μου ξέρει ότι τα σύκα περισπωμένη έπαιρναν, κι εσύ έβαλες οξεία.

  41. Μαρία said

    40α
    Για να διακρίνεται απ’ το απαρέμφατο.

  42. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    >> Φυλλομετρούσα τις προάλλες…
    Η κολλητή μου χρησιμοποιεί το φυλλογυρίζω αντί το φυλλομετρώ και μ αρέσει πολύ, το γράφω μόνο για δική μου τέρψη,δέσποτα.
    -Με αφορμή τη νύξη για τη θέση του Ψαθά ως προς τη Σιωπή του Μπέργκμαν, έκανα μερικές γουγλιές κι έπεσα: α) στο πρόταγκον, στο Μαλανδράκη ‘οπου στις 4-2-2012 γράφει για το παλιό περιοδικό χτυποκάρδι (ελπίζω ο Γουσου να κοιμάται), ότι στους συνεργάτες του περιοδικού συγκαταλέγονταν γνωστοί συγγραφείς (πολλοί δημοσίευαν τα κείμενά τους ανυπόγραφα ή με ψευδώνυμο για… ευνόητους λόγους), όπως ο Μ ι χ ά λ η ς Καραγάτσης…
    (Εκεί, ένας σχολιαστής αναφέρεται στον Ψαθά και τη Σιωπή.)
    β) Από το νήμα της 1ης Μάη του 2010,το σχόλιο 8.
    Το αντιγράφω, τρία χρόνια αργότερα (όπως λένε στα σενάρια)
    8.Espectador είπε
    1 Μαΐου, 2010 στις 18:31
    Παντως δεν ξερω σε ποιους θα “δοσουν” λεφτα οι γερμανοι η οι οποιοι αλλοι, εμενα παντως προς το παρον μου κοβουν ενα γερο κομματι και να σκεφτεις οτι πορτα τραπεζας δεν εχω περασει ακομη.Στα μετρα που διαβαζω-θα ανακοινωθουν αυριο-δεν βλεπω πουθενα τιποτα για εξοπλισμους, τιποτα για κυνηγι οργανωμενο της φοροδιαφυγης, τιποτα για τον μισθο και τις επιχορηγησεις στους παπαδες και επισκοπους,……μονο για μισθωτους και συνταξιουχους διαβαζω. Του χρονου που θα ξαναφερνουν το “αγιο φως” με τιμες αρχηγου κρατους η που θα δοσουν, λεει, 5000 σε καθε βουλευτη για αναβαθμιση του υπολογιστη του…η….η….Οπως ελεγε και ο Ψαθας στο περιφημο (αντιδραστικο κατα τα αλλα) αρθρο του για την “Σιωπη” του Μπεργκαν, αφου κατακεραυνωσε την ταινια…οποιος θελει ας οικτιρει

  43. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    40β.
    Γάτα με πέταλα*. 🙂 Είναι κι αυτός ο αμείλικτος “Νόμος του Μπούμερανγκ” για τα γλωσσικά λάθη…
    *Στεναχωρήθηκα που τα ΄χα ξεχάσει κι εγώ τα περισπώμενα σύκα. Μιουλ

    ‘Ασε του 41. Ξεχασμένο στ αζήτητα. Μαρία , ευχαριστίες για τις από μηχανής συμπληρώσεις.

  44. Γς said

    42:

    >γράφει για το παλιό περιοδικό χτυποκάρδι (ελπίζω ο Γουσου να κοιμάται)

    Κρυάδες!
    Προς θεού δεν λέω για σένα, αλλά για το όνειρο που έβλεπα και που με ξύπνησε.
    Ανεβαίναμε λέει στη Μονή Καισαριανής και ξαφνικά, ντάλα καλοκαίρι, συννέφιασε κι άρχισε να πέφτει χιόνι! Κι ένα κρύο!

    Λοιπόν το πρόλαβα το Χτυποκάρδι. Όπως πρόλαβα και τα Πολ-Μολ και τις μηχανές Ζούνταπ.
    Βέβαια ο Γς είχε εξ απαλών ονύχων εξασκηθεί εις την ερωτική ζωγραφική. Μερικά κομμάτια του μάλιστα φτιαγμένα μέσα στην τάξη είναι και συλλεκτικά. Εχω το φίλο και συμμαθητή μου τον Κώστα που έχει κρατήσει κάνα δυο μαζί με άλλα ενθυμήματα εκείνης της εποχής (Λίγο μετά από τους βαλκανικούς πολέμους, τους WW1, WW2 και της Κορέας).
    Δεν είναι όμως παλιά, είναι και παλιάς τεχνοτροπίας.
    😦

  45. αντικομματοσκυλος said

    τυχαια βρεθηκα εδω,δεν διαβαζω,δεν μ αρεσει το βιβλιο ,αλλα μηπως τελικα αυτα που λετε ολοι εμπιμπουν στην ιδια κατηγορια με την διαμαχη των δυο πνευμετικων ανθρωπων της χωρας μας..(αστα)…μηπως ασχολιομαστε με ανοπηυτα και ασχετα πραγατα ενω θα επρεπε να κρεμαμε κατι γραφεις και δημοσιογραφους,κατι ρεπορτερς και μυθιστοριογραφους ,που συνεργαζομενοι εκουσιως η ακουσιως ,εναντιον των πολλων,εχουν επιδοθει σε αγωνα δρομου ποιος θα αποπροσανατολισει τον λαο πιο καλα…..ο φασισταρας που εγραφε σαν την γυναικα του ιδιοκτητη του αντεννα βιβλια που τυπωνε ο διδιος ,ηεναντιον του ευθυμογραφου και κριτικου παντος επιστητου ψαθα.εχω γελασει με τα εργα του δευτερου πολλες φορες.τον πρωτο ουτε τον ξερω ουτε θελω να τον μαθω απο οσα διαβασα εδω…..καταλαβα…ασε που δεν εχω χρονο για βιβλια.ποτε δεν ειχα.ειχα ζωη….:)

  46. leonicos said

    @12 Πάνος Είπες μια μεγάλη κουβέντα, σωστή από μια άποψη αλλά δεν συμφωνώ συνολικά. Ο Ψαθάς ήταν ένας που έβγαζε γαργαλητό γέλιο και ήταν πουλημένος πατόκορφα σε κάθε εξουσία. Μόνο το να είναι κανείς κωμωδιογράφος υπό κατοχήξ, φτάνει για να το δείξει. Η κωμωδία είναι πολύ πιο σκληρή και αποκαλυπτική. Αν δεν είναι, τότε σκ@@ στα μούτρα του του συγγεραφέα, και ας γελάσαμε κι εμείς μ’ αυτόν κάποτε. Ο Καραγάτσης είναι πιο αθώος. Έγραψε κάτι και το εξέδωσε, απλά, και βγήκε το άλλο το καθήκι να του μπει. Το ότι τον Ψαθά τον ανέβαζαν στο θέατρο τότε δεν σημαίνει ότι έγραφε καλύτερα αλλά ότι περνούσε τις συμπληγάδες της (αυτο)λογοκρισίας. ¨ολα αυτά συνέβαιναν πριν στεγνώσει το αίμα κλπ, όπως συνέβαιναν κι άλλα, τα θέατρα έπαιζαν κ.ο.κ.

    @Εγώ θυμάμαι μια ανταλλαγή όχι τόσο οξειών αντεγκλήσεων μεταξύ Σεφέρη και κάποιου άλλου, όταν ο πρώτος πήρε το Νόμπελ, στις περίφημες επιφυλλίδες της Καθημερινής. Ο Νικ. Νοικ. μπορεί να το βρει αν θέλει.

    @37παπαντεμ… Προσπάθησαν να το εισαγάγουν, το είνε, προς διάκριση του πληθυντικού. Αντίθετα με τον Νικ. Νοικ. νομίζω ότι το ‘ε’ ήταν στον πληθυντικό, άσχετα με το κείμενο που έχουμε.

    Το Χτυποκάρδι το είχα δει μόνο σε χέρια άλλων. Δεν ήμουν Ελλάδα τότε

  47. sarant said

    46: Μπορεί και να ΄χεις δίκιο για το είνε, και να τα μπέρδεψα.

    42: Μάλιστα, να βρούμε και Χτυποκάρδι… Ίδωμεν 🙂

  48. leonicos said

    Μια και αναφέρθηκε η Μάγια Μελάγια, ένα ανέκδοτο (μάλλον έχει συμβεί)

    Το Φεστιβάλ Επιδαύρου στο φόρτε του. Η Κατίνα Παξινού φτάνει στην Επίδαυρο και, πιο σβέλτη από τον Μινωτή, κινείται προς την είσοδο, η οποία όμως φυλάσσεται από τον άγρυπνο χωροφύλακα.
    — Αλτ! πού πας; Απαγορεύεται!
    — Βρε άσε με κάτω!
    — Είπαμε…. Α Π Α Γ Ο Ρ Ε Υ Ε Τ Α Ι
    — Βρε… δε με ξέρεις; Η Κατίνα Παξινού είμαι!
    — Κατίνα μου… δεν ξέρω… και τη γυναίκα μου Κατίνα τη λένε… αλλά και η Μάγια Μαλάγια να είσαι… μέσα δεν μπαίνεις.

  49. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    40. Χωρὶς νὰ θέλω νὰ δικαιολογηθῶ, ὅταν πληκτρολογῶ πολυτονικὰ κάνω λάθη ποὺ ὅταν γράφω χειρόγραφα δὲν κάνω. Αὐτὸ ὀφείλεται ἐν μέρει καὶ στὸ ὅτι γιὰ πολὺ μεγάλο χρονικὸ διάστημα ἔγραφα μονοτονικὸ ἀποκλειστικὰ στοὺς ὑπολογιστές. Καὶ ἀκόμη μπορεῖ νὰ τύχη ἂν δὲν ἔχω στὰ χέρια μου τὸν δικό μου ἢ ἂν δὲν ἔχω τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ παραλήπτης θὰ μπορῆ νὰ διαβάση σωστά. Παρ’ὅλα αὐτὰ καὶ χειρόγραφα ἀλάνθαστος δὲν εἶμαι. Λάθη κάνουν ὅμως καὶ οἱ μονοτονιάτες, ἁπλῶς στοὺς ὐπολογιστὲς διαθέτουν ἐργαλεῖα ποὺ τοὺς ἐπιτρέπουν νὰ τὰ κρύβουν. Πῶς θὰ τὸ διατύπωνα ἐγώ; Τὸ εἶπα, δὲ θὰ τὸ διατύπωνα γιατὶ δὲν ἔχει νόημα. Θὰ ἔκανα τὴν πάπια. Ὅσον ἀφορᾶ τὰ «σκουλήκια», ἡ περισπωμένη δὲν εἶναι σκουλήκι. Σκουλήκια εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀποδόμησαν τὴ γραφή.

  50. Gpoint said

    ούτε σκουληκάκι ούτε περισπωμένη λέγεται…απλά περισκοτωμένη την λένε και είναι.

  51. sarant said

    49: Άρα, από τον δογματισμό σου δεν μπορείς να κάνεις διάκριση ανάμεσα σε μια μεταγραφή σαν κι αυτή (που διατηρεί τα: είνε, καλλίτερος, συνειθίζει) και σε μια άλλη που τα μετατρέπει στη σύγχρονη ορθογραφία (είναι, καλύτερος, συνηθίζει).

    48: Ναι, γνωστό ανέκδοτο, και μάλλον θα συνέβη!

  52. Γς said

    48:

    Κοίτα να δεις αυτό είχα κατά νου όταν έγραφα ως Γ επιλογή τη Μάγια Μελάγια.

    Συνέβη όντως αυτό, μόνο που δεν ήταν στην Επίδαυρο, αλλά στη Συγγρού, στο ύψος του ΦΙΞ, όπου ένας τροχονόμος σταμάτησε το αυτοκίνητο της Κατίνας Παξινού για κάποια παράβαση.

    -Ξέρεις ποια είμαι εγώ; Η Κατίνα Παξινού. Κτλ.

    Ετσι είναι κύριε πρόεδρε κι ας έχει επικρατήσει η λανθασμένη βερσιόν της ιστορίας.

  53. spiral architect said

    Έλα βρε Αρχιμήδη, μου βγαίνουν που μου βγαίνουν τα μάτια να διαβάζω το Σαραντάκο από την εφτάρα ταμπλέτα, η το τριάρι σμάρτφον, μη μου βάζεις και πολυτονικά, γιατί βλέπω τετραγωνάκια. 😦

  54. Emphyrio said

    «Eινε» στον ενικο, «ειναι» στον πληθυντικο. Το γιατι δεν το ξερω ουτε κι’εγω σιγουρα – νομιζω ομως πως ηταν για την διακριση με το απαρεμφατο, οπως εγραψε η Μαρια στο 41,

    Το οτι ο Ψαθας εγραψε πολυ καλες κωμωδιες και (για την εποχη τους) πολυ καλα χρονογραφηματα δεν τον δικαιολογει και δεν τον εξιλεωνει. Παντα με την εξουσια ηταν, και παντα νομιζε πως αυτος τα ξερει καλυτερα απ’ολους. Και εχει ενα κατακεραυνωτικο υφος για τους παντες και τα παντα – και η «Χαρτοριχτρα» του (παρενθεση: ισως η μονη φορα που μπορω να δω με ευχαριστηση την Βλαχοπουλου και τον Βουτσα στην ελληνικη ταινια του εξηντατοσο) και η «Μανταμ Σουσου» και η «Θεμις» με τα κεφια της, ολα δειχνουν ανθρωπο που κατι εχει με τους γυρω του και δεν τους χωνευει. Γκρεμιζει οχι για να χτισει αλλα για να μεινει να εξεχει πανω απ’τα ερειπια. Ισως να πρεπει να αποδωθει στην καταγωγη του και στους διωγμους. Αλλα δεν ξερω, ως εδω μιλαω, εδω σταματαω.

  55. physicist said

    Άσχετο: Δύτη, μιας και σε βλέπω να τριγυρνάς εδώ, βρήκα μια φωτογραφία που μπορεί και να σ’ αρέσει.

    http://www.zeit.de/kultur/2012-03/fs-momente

    (Επιτρέπεται να κλικάρουν και οι υπόλοιποι).

  56. physicist said

    #55. — **#@* την Zeit και τους συνδέσμους της. Όχι την πρώτη, τη δεύτερη, με το γεφύρι στο Μοστάρ!

  57. Φυσικέ, ντάνκεσεν (ευτυχώς που διευκρίνισες διότι αναρωτιόμουν γιατί να μ’ αρέσει το ματζαφλάρι) 😉

  58. physicist said

    #57. — Μπίττεσεν. Μα είναι πράμα, να μη δίνουν ένα ουαρέλ ανά φώτο οι τσιφούτηδες του κερατά; Τζάμπα είναι.

  59. #58 http://www.zeit.de/kultur/2012-03/fs-momente/seite-2

  60. physicist said

    #59. — Στάζυμπε, δεν ξέρω πώς τα έκανες τα μαγικά αλλά τα σέβη μου nevertheless.

  61. #60 δεξί κλικ στο βελάκι που σε πάει στην εν λόγω φωτογραφία, και επιλογή της αντιγραφής της διεύθυνσης-στόχου, ή του ανοίγματος σε νέο παράθυρο / καρτέλα.

  62. #49 κι ἐγὼ γενικῶς ὅταν δακτυλογραφῶ (ἀκόμη καὶ μονοτονιστί -σπανίως πιὰ βέβαια) κάνω λάθη ποὺ δὲν τὰ κάνω στὰ χειρόγραφα. ἀλλὰ πρέπει νὰ πῶ ὅτι καὶ λόγῳ τῆς παλαιότερης ὀρθογραφίας ποὺ ἀκολουθῶ -ὄχι μόνο τοῦ πολυτονικοῦ- ὁ αὐτὀματος διορθωτὴς τοῦ word μοῦ εἶναι ἄχρηστος. ἔτσι ἂν τὸ μάτι μου δὲν πιάσῃ τὸ λάθος αὐτὸ μένει.

  63. physicist said

    #61. — Πράγματι. Θενξ!

  64. sarant said

    63 και πριν: Είπαμε, μαγικά -αλλά κάθε εμπόδιο για καλό, διότι και μερικές ακόμα φωτογραφίες είναι πολύ ωραίες.

  65. LandS said

    Τα χρονογραφήματα της δεκαετίας του 60 του Ψαθά στα ΝΕΑ, όντως δείχνουν μοχθηρό άνθρωπο.
    Ο Καραγάτσης υπεραντέδρασε 🙂 στη κρυάδα «Ξύλο εις φα δίαισις!» αντί του «ξύλου μετά μουσικής», αλλά μάλλον η ειρωνεία του «– Το ένα είνε ελαφρά φιλολογία. Το άλλο είνε βαρειά φιλολογία. Γι’ αυτό είνε βαρύτερη και η τιμή του» τον πείραξε.
    Κατά τα άλλα όπως και σεις λέτε, έχει το δίκιο με το μέρος του.

    Βεβαίως, ο Ψαθάς την όποια καθιέρωση είχε το 1943, την είχε με τη δουλειά του, ενώ ο Καραγάτσης, ήταν, πως να το πούμε, κατεστημένο. Και αυτό, το βγάζει ο Ψαθάς, στην παραπάνω διαμάχη. Για …ταξικούς λόγους λοιπόν, παίρνω λίγο το μέρος του. Μετά, ο πρόσφυγας Ψαθάς ήταν Βενιζελικός, ο Ηαραγάτσης είχε αδερφό υπουργό του Λαϊκού Κόμματος. Άλλο αν και οι δυο θα ταίριαζαν στο σημερινό ΔΟΛ ή τη «Καθημερινή».

    Τις εποχές εκείνες τέτοιοι καυγάδες ήταν ψωμοτύρι στη ζωή των διανοούμενων. Κάπου σε κάποια πεζά του Βάρναλη, θυμάμαι, υπάρχει τέτοια φιλονικία δυο ποιητών που ο ένας από αυτούς έλεγε στον άλλον, μετά από μέρες καβγά, «τα δικά μου στιχάκια τα τόνισαν» (τα μελοποίησαν, λέμε σήμερα) σαν απόδειξη της ανωτερότητας του. Όπως και ο Ψαθάς λέει ότι τα δικά του θεατρικά παίζονται, ενώ του Καραγάτση είναι «πιλάφια».

    Βράσε ρύζι!
    –Και αυτή η έκφραση από το Θέατρο δεν είναι; άλλος τρόπος να πεις «πιλάφι»;

  66. sarant said

    To «βράσε ρύζι» μπορει να έχει την αρχή του στον στρατό -όταν για κάποιο λόγο δεν είχαν υλικά ή το φαγητό χάλαγε, ο διοικητής (θα) διάταζε «βράσε ρύζι»

  67. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    51. Μοῦ εἶναι γνωστὲς αὐτὲς οἱ ὀρθογραφικὲς παραλλαγές, ὅμως ὅταν ἐφαρμόστηκε τὸ μονοτονικό ἦταν ξεπερασμένες. Εἶναι ἀφύσικο νὰ τὶς βλέπεις σὲ μονοτονικό. Εἶναι σὰ νὰ ἀναπαριστάνεις τὴ μάχη τῶν Δερβενακίων μὲ τοὺς μαχόμενους νὰ φορᾶνε μπλουτζήν. Δὲ λέω ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ γίνη. Ὁ καλλιτέχνης ἐλεύθερος εἶναι νὰ δώση μιὰ δική του ἐναλλακτικὴ ἄποψη, μία παραβολὴ τοῦ χθὲς καὶ τοῦ σήμερα, δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ μᾶς πῆ ὅτι διατηρεῖ τὴν ἐμφάνιση τῆς ἐποχῆς ἐπειδὴ κάτω ἀπὸ τὰ μπλουτζὴν ἄφησε τὰ τσαρούχια.

  68. GEORGE said

    ξεκαθαριω οτι δε εχω υποψιν σχετικα και ρωτω: η ΄΄πρωια΄΄τι σχεση εχει με τον αδωνι( γεωργιαδη, προφανως)

  69. sarant said

    68: Ειλικρινά δεν έχω ιδέα -η Πρωία ήταν εφημερίδα που έκλεισε το 1944.

  70. spiral architect said

    @68: Την κατοχή και την προπαγάνδα. 😉

  71. Dimitrios Raptakis said

    Δεν ξέρω ποιος έχει δίκιο, πάντως το μόνο βέβαιο είναι ότι και σε αυτή τη φιλολογική έριδα αναδεικνύεται η υπερχειλής προσωπικότητα του Καραγάτατση – αυτός ίσως είναι και ο λόγος της έντονης γοητείας που ασκεί ακόμη στο αναγνωστικό κοινό, παρά τα μειονεκτήματα του έργου του.

    Σχετικά με την τελική σου παρατήρηση, θυμούμαι μια ωραία επιφυλλίδα του Διονύση Καψάλη στην Αυγή, πάνε πάνω από δέκα χρόνια από τότε, όπου παρέπεμπε σε παρατήρηση του Τέλλου Άγρα των αρχών του 44, όμοια περίπου με τη δική σου: το λάδι δεν υπήρχε, το χαρτί αφθονούσε όμως. Όλα έπρεπε να ειπωθούν.

  72. Vouts said

    Αγαπησα και τους δυο συγγραφεις στην εφηβεία. H κουβέντα μου θύμισε το βιβλίο Ευχαριστημένο της Μαρίνας Καραγάτση .Είχα διαβάσει αποσπάσματα όταν πρωτοεκδόθηκε και έφριξα

  73. sarant said

    72: Το καταλαβαίνω αυτό!

  74. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Sarant: 11: Δεν είναι οξύμωρο: ο τονισμός είναι ένα μόνο στοιχείο της ορθογραφίας, και μάλιστα το πιο ασήμαντο.

    Ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἄποψη ἔχει ἕνα κάποιο ἐνδιαφέρον, σκέφτηκα κι ἔκανα ἕνα πείραμα. Τύπωσα τὸ παραπάνω κείμενο ὅπως εἶναι. Στὴ συνέχεια διόρθωσα μὲ αὐτόματο διορθωτὴ τὴν παλιὰ ὀρθογραφία καὶ τὸ ξανατύπωσα. Μετὰ τύπωσα ἕνα κείμενο ἀπὸ διαδικτυακὴ ἐφημερίδα σὲ μονοτονικὸ καὶ σὲ πολυτονικὸ ἀφοῦ τὸ πολυτόνισα. Ἔβαλα μιὰ τετραμελὴ οἰκογένεια Ἀλβανῶν μεταναστῶν ποὺ ξέρουν ἑλληνικὰ νὰ ψάξουν κοιτώντας παράλληλα τὰ δύο κείμενα γιὰ διαφορὲς. Οἱ μεγάλοι δὲν βρῆκαν. Τὰ παιδιὰ ποὺ πᾶν σὲ ἑλληνικὸ σχολεῖο, 10 καὶ 12 χρονῶν καὶ ζοῦν πέντε χρόνια στὴν Ἑλλάδα χρειάστηκαν πάνω κάτω ἕνα τρίλεπτο γιὰ νὰ ἐντοπίσουν τὸ είνε. Μετὰ βρῆκαν κι ἄλλα. Μετὰ τοὺς ἔβαλα τὰ δύο κείμενα τῆς ἐφημερίδας. Πρὶν κἂν τὰ δοῦν ὅλοι ἀνεξαιρέτως παρατήρησαν ὅτι στὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ὑπῆρχαν κάτι ἄλλα σημαδάκια. Ὅλα τὰ ἄτομα ἐξετάστηκαν χωριστὰ χωρὶς νὰ ἔχουν ὀπτικὴ καὶ ἀκουστικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ χῶρο ἐξέτασης. Συνεπῶς ἕνα στοιχεῖο τῆς ὀρθογραφίας τόσο μὰ τὸσο ἐξώφθαλμο, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι λιγότερο σημαντικὸ ἀπὸ μικρὲς λεπτομέρειες ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ μὴ γίνουν ἀντιληπτές.

  75. sarant said

    74: Το πείραμά σου είναι κακοσχεδιασμένο, Λογικό είναι να εντοπίσει κανείς κάποια παράξενα σημαδάκια, όταν δεν τα έχει ξαναδεί ποτέ του, Κι αν τύπωνες το ένα κείμενο με κόκκινο χρώμα και το άλλο με μαύρο, όλοι θα επισήμαιναν αμέσως τη διαφορά κι ας μην ξέραν ελληνικά. Το ότι ο τονισμός είναι δευτερεύον στοιχείο της ορθογραφίας, το λένε όλοι οι γλωσσολόγοι.

  76. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    (Καραγάτσης μαινόμενος)
    >>την περισπούδαστη γνώμη του κ. Ψαθά ότι η τιμή πωλήσεως ενός βιβλίου πρέπει να κανονίζεται σύμφωνα με την πνευματική του αξία κι όχι ανάλογα με το εμπορικό του κόστος.

    Προ ημερών βρέθηκα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών που είχε στο Χριστουγεννιάτικο παζάρι του, βιβλία παλιότερων εκδόσεών του, τουλάχιστον δέκα ή δώδεκα χρόνων πίσω, σε τιμές πραγματικά πολύ χαμηλές.Δεν είχε μια γενική έκπτωση για όλα αλλά πήγαινε ανά βιβλίο.Σε μια στιγμή πλησιάζει τον πάγκο μία κυρία, πιάνει ένα βιβλίο κι αρχίζει μεγαλόφωνα, σχεδόν τσιρίζοντας: «δεν είναι δυνατόν το βιβλίο μου! τέτοιος εξευτελισμός! ε βέβαια, νά!(και πιάνει τους παρακεί τόμους) τα βιβλία του (τάδε) επειδή είναι με τον (τάδε) τα έχουν ακριβότερα! Ποιος είναι ο υπεύθυνος εδώ;» Τα δυο νεαρά παιδιά που ήταν στις πωλήσεις, της είπαν κάτι σαν «εμείς δε γνωρίζουμε» κι εκείνη φουριόζα κατευθύνθηκε προς τον πάνω όροφο μονολογώντας δυνατά » πάω να βρώ ποιος αποφάσισε για αυτό» κλπ.
    Μου έκανε θλιβερή εντύπωση και πιστεύω και στους υπόλοιπους που βρίσκονταν εκεί, Επρόκειτο περί ιστορικού,όπως έγραφε το εξώφυλλο του βιβλίου της, κάποιας ηλικίας, που νομίζω έχασε το όποιο δίκιο της(αντιληπτή η αγωνία τής συγγραφέα) με την ανεπίτρεπτη αναφορά σε βιβλία άλλων και με τη σχετική μπιχτή σε υποτιθέμενες κολλεγιές, ενώπιον ενός τυχαίου κοινού που το μόνο που έκανε εκείνη την ώρα ήταν να προσπαθεί να μετρήσει, με το βαλάντιο που διέθετε, τί βιβλίο να πτωτοαγοράσει από ‘ενα αξιόλογο ίδρυμα που κινδυνεύει να ομογενοποιηθεί-τελικά- δια ξαφνικού θανάτου ,τύπου ΕΡΤ, όπως γράφτηκε πρόσφατα.

  77. sarant said

    Πολύ ενδιαφέρουσα σκηνή!

  78. Λαρισαίος said

    Καλή πρωτοχρονιά! Οι φιλολογικοί καβγάδες τελικά είναι τόσο παλιοί όσο και η λογοτεχνία. Στο συγκεκριμένο ρίχνω το φταίξιμο είναι μάλλον στον Ψαθά, ο οποίος φαίνεται έβγαζε πολλή μικρότητα (τόσο για την Κάλλας που αναφέρει ο Γς όσο και για τον Μπέργκμαν). Κρίμα.

  79. Γς said

    78:
    Ο Λαρισσαίος αναφέρεται σ αυτό

  80. Λαρισαίος said

    Στο συγκεκριμένο ρίχνω το φταίξιμο μάλλον στον Ψαθά, ο οποίος φαίνεται έβγαζε πολλή μικρότητα (τόσο για την Κάλλας που αναφέρει ο Γς όσο και για τον Μπέργκμαν). Κρίμα.

    To «είναι» του πρώτου σχολίου είναι μάλλον περιττό…

Σχολιάστε