Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Μόρτηδες και απόλοιμοι (μια συνεργασία του Spiridione)

Posted by sarant στο 15 Σεπτεμβρίου, 2015


Η προεκλογική αντιπαράθεση έχει φτάσει στην κορύφωσή της αλλά το ιστολόγιο έχει και τις δικές του προτεραιότητες. Έτσι, σήμερα δημοσιεύω με καμάρι ένα άρθρο που θεωρώ ότι είναι από τα καλύτερα που έχουν αναρτηθεί στο ιστολόγιο όλα αυτά τα χρόνια, παρόλο που (ή: επειδή) είναι εντελώς ανεπίκαιρο. Δίνει όμως μια κατά τη γνώμη μου εύλογη απάντηση σε ένα ετυμολογικό πρόβλημα, και ταυτόχρονα μάς χαρίζει ένα γοητευτικό ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο.

Η λέξη «μόρτης» έχει ταλαιπωρήσει αρκετά τους ετυμολόγους της ελληνικής γλώσσας. Ο φίλος μας Spiridione, που μάς έχει δώσει και άλλα εξαιρετικά άρθρα, παρουσιάζει εδώ μια πλήρη ιστορία της λέξης από την οποία προκύπτει μια πειστική, κατά τη γνώμη μου, ετυμολογία της. Το άρθρο είναι δικαιολογημένα εκτενές και τόσο καλογραμμένο που ελάχιστα έχω να προσθέσω -τα βάζω σε σχόλια με πλάγιους χαρακτήρες.

Αξίζει να κάνω μια μικρή περίληψη του άρθρου, αν και σας συνιστώ θερμά να το διαβάσετε ολόκληρο: Στις επιδημίες πανούκλας του Μεσαίωνα, συνηθιζόταν κάποιοι πρώην ασθενείς, από τα κατώτερα στρώματα, που είχαν αναπτύξει ανοσία (αν και όχι πλήρη) στην ασθένεια, να σχηματίζουν ομάδες και να παρέχουν πολύτιμες και αδρά αμειβόμενες υπηρεσίες στην κοινότητα: να μαζεύουν και να επιτηρούν τους ασθενείς, και να θάβουν τους νεκρούς. Παραδίδονται με διάφορα ονόματα ανάλογα με τον χώρο και τον χρόνο: θαφιάδες, μανιόρδοι, πιτσιγαμόρτοι, και τέλος τον 19ο αιώνα μόρτηδες και απόλοιμοι, που ήταν η θεσμική ονομασία επί νεοελληνικού κράτους. Οι μόρτηδες αυτοί, παρά την πολύτιμη προσφορά τους, εξαιτίας της χαμηλής κοινωνικής τους θέσης, του τρόμου που ενέπνεε η αρρώστια και του ρόλου τους ως συμβόλων του θανάτου, απέκτησαν κακό όνομα και τους αποδόθηκαν πολλές, συνήθως ανυπόστατες, κατηγορίες. Έτσι, ιδίως όταν τον 19ο αιώνα η πανούκλα γνώρισε ύφεση, η λέξη «μόρτης» έχασε την παλιά της σημασία και μετέπεσε στη σημασία «αλήτης, μάγκας» κτλ. Είναι πολύ πιθανό ο μόρτης να προκύπτει από τον πιτσιγαμόρτο, πιτσικαμόρτη (< ενετ. pizzicamorte) με αποκοπή. Η λ. πιτσικαμόρτης διατηρείται και σήμερα στο κερκυραϊκό ιδίωμα με τη σημασία του νεκροπομπού.

Μόρτηδες και απόλοιμοι

Η λέξη μόρτης ανήκει σε μία ομάδα λέξεων που έχει συνδεθεί με το ρεμπέτικο τραγούδι, αλλά επιπλέον έχει και μία ενδιαφέρουσα ιστορία, ορισμένα στιγμιότυπα της οποίας, γλωσσικά και ιστορικά, επιχειρεί το σημείωμα αυτό να ξεδιπλώσει.

Ο μόρτης, λοιπόν, θα λέγαμε ότι είναι το μικρό αδελφάκι του μάγκα, με την έννοια ότι έχει την ίδια σημασία, αλλά χρησιμοποιείται πιο σπάνια σήμερα. Η λέξη αυτή τις προηγούμενες δεκαετίες είχε τη χαρακτηριστική αμφισημία που συναντάμε και σε μερικές άλλες παρεμφερείς λέξεις (όπως π.χ. μάγκας και ρεμπέτης), αμφισημία που είχε σχέση με την κοινωνική θέση του ομιλητή, την εποχή του, τις πολιτισμικές του προτιμήσεις ή τις διαθέσεις του.  Στη λαϊκή μάγκικη γλώσσα (ή στα μόρτικα αν θέλετε) προσδιορίζει τα άτομα της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, του κόσμου της μαγκιάς, με θετική, φυσικά, σημασία, όπως, για παράδειγμα, σε αυτούς τους στίχους του Μιχάλη Σκουλούδη: «Άιντε ρε μόρτη, ρε Περαιώτη, / με τ’ άσπρο ζουναράκι σου και με τον κόφτη, / αυτή την τόση, τη λεβεντιά σου, / ποτέ δε λείπει γκόμενα από κοντά σου», ή όταν ο Μάρκος τραγουδά «τζούρα δώσε του Μπάτη μας, / του μόρτη, του μπερμπάντη μας»∙ εκτός, βέβαια, αν ο μόρτης παρεκκλίνει από τις βασικές αρχές του κώδικα συμπεριφοράς του, οπότε η λέξη χρωματίζεται αρνητικά, όπως, ας πούμε, συμβαίνει με έναν μόρτη φιγουρατζή στο ομώνυμο τραγούδι του Ανέστη Δελιά. Σε πολλούς δίσκους που είχαν κυκλοφορήσει προπολεμικά είχε χρησιμοποιηθεί η ένδειξη «μόρτικο» (τραγούδι ή χορός), εμπλέκεται δηλαδή και η μουσική βιομηχανία στη διαμόρφωση της σημασίας της, όπως είχε συμβεί και με τη λέξη ρεμπέτικο. Στην κοινή ελληνική γλώσσα της εποχής η ίδια λέξη προσδιορίζει τα άτομα του λεγόμενου περιθωρίου από την οπτική γωνία των ανθρώπων που είναι έξω απ’ αυτό∙ συνήθως, έχει μειωτική ή και υβριστική απόχρωση, εκφράζει ένα αρνητικό και αντικοινωνικό, για τα κατεστημένα ήθη, πρότυπο συμπεριφοράς.  Στο Λεξικό του Δημητράκου διαβάζουμε στο λήμμα μόρτης:  αγυιόπαις, αλήτης, αλάνης, μάγκας, χαμίνι / γεν. άνθρωπος ουτιδανός, μπερμπάντης. Αυτές τις αρνητικές σημασίες μπορούμε να τις δούμε σε άρθρα εφημερίδων των αρχών του προηγούμενου αιώνα αστυνομικού ρεπορτάζ ή ηθικολογικού περιεχομένου, αλλά και σε λογοτεχνικά έργα, όπως για παράδειγμα στα «Σατυρικά Γυμνάσματα» του Παλαμά: «Ζαγάρια και τσακάλια και κοκόροι, σηκωτοί κάθε τόσο στο ποδάρι, μόρτηδες, λούστροι, αργοί, λιμοκοντόροι». Χαρακτηριστικό είναι και ένα απόσπασμα κριτικής του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Ανδρέα Σκιά, όπου μέμφεται το βιβλίο «Τα ψηλά βουνά» του Ζ. Παπαντωνίου διότι περιέχει «…βδελυράς και βωμολόχους αστειότητας, τας οποίας ασμένως μεταχειρίζονται οι μόρτηδες, οι χασισοπόται, οι λωποδύται και εν γένει οι φαυλόβιοι». Με το πέρασμα του χρόνου αναπτύσσονται και διάφορες μεταφορικές σημασίες, θετικής ή αρνητικής απόχρωσης (που τις βλέπουμε καλύτερα στη λέξη μάγκας), δηλαδή ο μόρτης μπορεί να είναι ο ψευτοπαλληκαράς, ο πονηρός, αλλά και ο έξυπνος, ο καταφερτζής ή ο ντόμπρος στη φράση «ξηγιέμαι μόρτικα». Έχει ενδιαφέρον, για μένα τουλάχιστον, το ερώτημα πώς ακριβώς προέκυψαν αυτές οι σημασίες, δηλαδή αν προηγήθηκε ο αυτοπροσδιορισμός μέσα στις περιθωριακές ομάδες και στη συνέχεια ακολούθησε ο ετεροπροσδιορισμός από την αστική κοινωνία ή το αντίθετο.  Άλλες παράγωγες λέξεις είναι το μορτάκι, που υπάρχει και στον στίχο του Ελύτη «μορτάκι του σύννεφου», ο μόρταρος ή αρχιμόρταρος σε διηγήματα του Παπαδιαμάντη (ο Φοραμπάλλας στο διήγημα «Κοινωνική Αρμονία»), και η μορταρία, δηλαδή μια ομάδα από μόρτηδες, συνήθως παιδιά, που συναντάμε π.χ. σε μυθιστορήματα που Κοσμά Πολίτη. 

Η λέξη μόρτης, όμως, είχε μια προηγούμενη ζωή στην ελληνική γλώσσα, με διαφορετική σημασία και σε διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες. Μόρτηδες, συγκεκριμένα, λέγονταν όσοι είχαν επιβιώσει από μία προσβολή της Yersinia pestis (του βακίλου της πανώλης) και εξ αυτού του λόγου φαίνεται να είχαν αποκτήσει ανοσία στην ασθένεια αυτή∙ συμμετείχαν, στο εξής, σε μια ιδιόμορφη ομάδα ατόμων που αναλάμβανε διάφορες υπηρεσίες κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας πανώλης. Όπως αναφέρει στη μελέτη του για την πανώλη «Στον καιρό της πανώλης» ο Κ. Κωστής, η ανοσία απέναντι στην πανώλη δεν είναι απόλυτη ούτε εξασφαλισμένη, όπως συμβαίνει αντίθετα με άλλες ασθένειες, π.χ. την ευλογιά, και φαίνεται να έχει περιορισμένη χρονική ισχύ, το πολύ για δέκα χρόνια. Σε μία πρόσφατη δε έρευνα, του 2012, που έγινε σε πανωλόβλητους στην Κίνα (ναι, υπάρχει και σήμερα πανώλη), αποδείχθηκε για πρώτη φορά ότι αντισώματα κατά της πανώλης μπορεί να παραμείνουν σε αποθεραπευμένους ασθενείς ακόμη και μετά από δέκα χρόνια από την προσβολή τους, τα οποία όμως εξασθενούν όσο περνάνε τα χρόνια. Στην ίδια εργασία αναφέρεται ότι ο μηχανισμός φυσικής ανοσίας κατά της πανώλης είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, γι’ αυτό και υπάρχει δυσκολία στο να παρασκευαστεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο κατά της νόσου (και χωρίς παρενέργειες). Την εποχή της δεύτερης πανδημίας (δεύτερη πανδημία ονομάζουμε την περίοδο που ξεκίνησε με την επιδημία του 1348, τον «Μαύρο Θάνατο», και ολοκληρώθηκε στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα) υπήρχε μεγάλη διχογνωμία μεταξύ των γιατρών για το θέμα της ανοσίας κατά της πανώλης (όπως και γενικότερα για τη φύση της νόσου), αδυνατώντας να συλλάβουν μία κανονικότητα του φαινομένου. Και είναι φυσικό αυτό, αφού μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα ανακαλύφθηκε ο βάκιλος της πανώλης και έγινε αντιληπτός ο τρόπος εμφάνισης και μετάδοσης της νόσου. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι οι άνθρωποι της εποχής πίστευαν εμπειρικά ότι όσοι είχαν επιβιώσει από μία προσβολή πανώλης ήταν δύσκολο να προσβληθούν ξανά. Αυτό, όπως είναι λογικό, τους έδινε μεγάλο πλεονέκτημα, γιατί μπορούσαν να προσφέρουν υπηρεσίες  που κανείς άλλος δεν ήταν διατεθειμένος να προσφέρει, λόγω του φόβου μετάδοσης της νόσου.

Λέγεται συχνά ότι οι μόρτηδες ήταν νεκροθάφτες, και πράγματι η περισυλλογή και η ταφή των νεκρών ήταν το πρωταρχικό έργο τους, αλλά, όπως θα δούμε, με την πάροδο του χρόνου προσέφεραν και άλλες υπηρεσίες: μετέφεραν τους πανουκλιασμένους σε μέρη απομόνωσης ή σε λαζαρέτα αν υπήρχαν, αναλάμβαναν τη φροντίδα και τη φύλαξή τους, έκαναν το ξεπανούκλιασμα των σπιτιών, δηλαδή τον καθαρισμό και τον αερισμό τους, την απολύμανση ή «καπνισμό» των εμπορευμάτων κ.α.

Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους εμφανίζεται σε πιο επίσημα κείμενα και στην υγειονομική νομοθεσία η λέξη απόλοιμος, δηλαδή αυτός που διασώθηκε από τον λοιμό, η οποία δεν είναι αρχαία λέξη, αλλά λόγια. Την έχει και ο Στ. Κουμανούδης στη Συναγωγή του: «απόλοιμοι, οι ιταλοβαρβαριστί καλούμενοι μόρτιδες». Πρώτη αναφορά αυτής της λέξης βρίσκουμε σε δύο ενδιαφέροντα βιβλία που γράφτηκαν για την τελευταία ουσιαστικά επιδημία πανώλης στον ελληνικό χώρο, αυτή στον Πόρο το 1837: το πρώτο είναι του γιατρού Πέτρου Ηπίτη, που είχε κληθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του κατά τη διάρκεια της επιδημίας αυτής, και το δεύτερο είναι του Βαυαρού Κάρολου Βίπμερ, αρχίατρου των Ανακτόρων (όπου αλληλοκατηγορούνται για το ξέσπασμα της επιδημίας). Και στα δύο βιβλία γίνεται αναφορά στους απόλοιμους, δηλαδή στους έκτακτους υπαλλήλους που είχαν προσληφθεί για την αντιμετώπιση της επιδημίας, με την απαραίτητη πολύ συχνά επεξήγηση στο κείμενο «ήγουν μόρτιδες». Από τα βιβλία αυτά προκύπτει ότι κατά την επιδημία στον Πόρο πέθαναν οι 7 από τους 14 απόλοιμους που χρησιμοποιήθηκαν – να σημειώσουμε, όμως, ότι ο Ηπίτης αναφέρει ότι οι χωροφύλακες κακομεταχειρίζονταν τους απόλοιμους και κάποιους απ’ αυτούς τους τουφέκισαν.

Η τυπική εικόνα των μόρτηδων στις πηγές και στα λογοτεχνικά έργα, στον ελληνικό χώρο αλλά και στην Ευρώπη, κάθε άλλο παρά κολακευτική είναι – αν και υπάρχουν και εξαιρέσεις. Μπορεί βεβαίως να τους αναγνωρισθεί ότι προσφέρουν σημαντικές κοινωνικές υπηρεσίες, συνήθως όμως περιγράφονται ως αδίστακτοι, χωρίς ηθικές αρχές, άπληστοι, σκληροί, ως οι μόνοι άνθρωποι που χαίρονται μέσα στην καταστροφή, συχνά δε ως μεθύστακες που μεθοκοπούν πάνω στα πτώματα∙ κρίσεις που μπορεί να φτάσουν και σε βαθμό υστερίας, ότι δηλαδή είναι αυτοί που διασπείρουν την πανούκλα για να αποκομίσουν κέρδη. Αυτό οφειλόταν, βεβαίως, στην κακή φήμη που είχαν αποκτήσει για τη συμπεριφορά τους, αλλά προφανώς και στη φύση της εργασίας τους και στη χαμηλή κοινωνική τους θέση – φτωχοί και περιθωριακοί συνήθως μπορούσαν να αναλάβουν τέτοιες υπηρεσίες – και στη δυσφορία που θα προκαλούσε στα ευπορότερα στρώματα η εξάρτηση της σωτηρίας της πόλης απ’ αυτούς τους ανθρώπους. Ούτως ή άλλως η πανώλη είναι μία κατεξοχήν κοινωνική ασθένεια, που δίνει την αφορμή να βγουν στην επιφάνεια μίση και αντιθέσεις. Είναι αναμφισβήτητο ότι τα φτωχότερα στρώματα ήταν τα πιο ευάλωτα στην πανώλη και τα επακόλουθά της (λιμός, οικονομική δυσπραγία κ.τ.λ.), και αυτό οφειλόταν σε πολλούς λόγους, κοινωνικούς και οικονομικούς. Η επιβίωση σε τέτοιες συνθήκες ήταν  δύσκολη, και δεν ήταν σπάνια τα φαινόμενα εξεγέρσεων, αλλά και κλοπών και λεηλασιών.  Στις δε δυτικές κοινωνίες, από κάποιο σημείο και μετά, οι φτωχοί, οι άποροι, οι πόρνες, οι περιφερόμενοι κ.τ.λ. θεωρούνταν γενικά πηγή μόνιμου κινδύνου για τη δημόσια υγεία και τάξη κι ενοχοποιούνταν συχνά για την εξάπλωση της πανώλης, γι’ αυτό και λαμβάνονταν μέτρα απομόνωσης και εποπτείας τους. Αυτό το βλέπουμε και στα Επτάνησα, όπου οι Βενετοί απομόνωναν τις φτωχικές συνοικίες, στις οποίες, σχεδόν πάντα, παρουσιάζονταν τα πρώτα κρούσματα πανώλης, ορίζοντας και ειδικά όργανα για να τις επιτηρούν, και μοίραζαν στους αποκλεισμένους μία ελάχιστη ποσότητα ψωμιού προκειμένου να επιβιώσουν.

Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι στην επιδημία πανώλης στη Ζάκυνθο το 1728 οι Βενετοί αξιωματούχοι μάζεψαν απ’ όλη την πόλη τις πόρνες και τα χαμίνια, είτε είχαν προσβληθεί από την πανώλη είτε όχι, και τους μετέφεραν στην περιοχή της πόλης που είχε αποκλειστεί λόγω των κρουσμάτων πανώλης, καταδικάζοντάς τους έτσι σε σχεδόν βέβαιο θάνατο. Αποτελεί δε ειρωνεία ότι, την ίδια στιγμή, η πανώλη έδινε ευκαιρίες βιοπορισμού ή ακόμη και πλουτισμού σε πολλούς απ’ αυτούς τους φτωχούς ή περιθωριακούς, καθόσον μπορούσαν να γίνουν μόρτηδες, ζητώντας μεγάλες αμοιβές για τις υπηρεσίες τους. Τους ήταν επίσης πιο εύκολο να κλέψουν, αφού ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην πόλη και να μπαίνουν στα άδεια σπίτια. Όπως το θέτει ο ιστορικός Brian Pullan: «Όπως το καρναβάλι, έτσι και η πανώλη αντιστρέφει τον κανονικό ρυθμό της ζωής. Το κάνει με τον δικό της τρόπο, δημιουργώντας περιστασιακή εξάρτηση της κοινωνίας από τους άθλιους πένητες, ιδιαίτερα τους περιθωριακούς και τους εγκληματίες, με την παροχή των ζωτικών υπηρεσιών που προσφέρουν, για τις οποίες μπορούν να ζητήσουν υπέρογκες αμοιβές». Μπορούμε να προσθέσουμε σε όλα αυτά και το αίσθημα του τρόμου που θα προκαλούσε στους ανθρώπους η απόκοσμη εικόνα των μόρτηδων, ως σύμβολο θανάτου, δίπλα στο γεμάτο πτώματα κάρο ή στο μουλάρι τους. Άλλωστε, και το όνομά τους είχε κάτι το μακάβριο και τρομακτικό.

Πράγματι, για την ετυμολογία της λέξης, τα μεγάλα λεξικά μας, το Λ.Κ.Ν. και το Ετυμολογικό Λεξικό του Μπαμπινιώτη (εκδ. 2011), αναφέρουν ότι πιθανόν προέρχεται από την τουρκική αργκοτική λέξη mortu/morto/morti που σημαίνει πεθαμένος ή κουφάρι, που ανάγεται στην ιταλική morto, και αυτή με τη σειρά της στη γνωστή λατινική λέξη mors – mortis «θάνατος». [Το ίδιο και το Χρηστικό Λεξικό – σχόλιο ν.σ.] Αυτό υποδηλώνει είτε ότι η λέξη συνδέεται με την έννοια του θανατικού, όπως έλεγαν αλλιώς την πανούκλα, είτε ότι η πρώτη σημασία της λέξης ήταν αυτή του νεκροθάφτη, και αργότερα θα επεκτάθηκε και σε άλλες υπηρεσίες που συνδέονταν με την πανώλη. Είναι, πάντως, ενδιαφέρον ότι η λέξη που πλάστηκε τον 19ο αιώνα σε αντικατάσταση της λέξης μόρτης, ο απόλοιμος, δεν παραπέμπει στον θάνατο ή σε ταφή νεκρών, αλλά τονίζει την ιδιότητα της ανοσίας. Να σημειώσω εδώ ότι στα παραπάνω λεξικά δεν διευκρινίζεται αν συνδέονται μεταξύ τους ή όχι οι δύο σημασίες της λέξης μόρτης, η νεότερη και η παλιότερη∙ θέλω να πιστεύω ότι εννοούν ότι συνδέονται, γιατί αλλιώς μου είναι δύσκολο να φανταστώ με ποιον άλλον τρόπο προέκυψε η λέξη μόρτης από τους πεθαμένους ή τα κουφάρια. Η λέξη μόρτης δεν υπάρχει στο Μεσαιωνικό Λεξικό του Κριαρά, και μάλλον άρχισε να χρησιμοποιείται από τον 18ο αιώνα∙ έχω βρει στα γκουγκλοβιβλία μία αναφορά της λέξης σε σκυριανό έγγραφο σχετικά με μια επιδημία πανώλης στα τέλη του 17ου αιώνα, αλλά δεν έχω καταφέρει να την επιβεβαιώσω. Ο Εμμ. Γεωργιλλάς στο «Θανατικόν της Ρόδου», όπου περιγράφει μία επιδημία πανώλης στα τέλη του 15ου αιώνα, χρησιμοποιεί τη λέξη μανιόρδος (ιταλ. manigoldo «δήμιος»). Ο Άμαντος, μάλιστα, αναφέρει ότι είχε ακούσει τη λέξη στη Ρόδο ως βρισιά, και ότι υπάρχει τοπωνύμιο, τα Μαλιορδειά, στη Ρόδο, έξω από το νεκροταφείο που συγκέντρωναν τους αρρώστους από το θανατικό. Ιδού οι στίχοι του Γεωργιλλά: «και τ’ ακριβά σας τα κορμιά ΄ς τα τράνα τα φορτόνουν, / εις κάμπους έξω σκοτεινά, εκείσε να τα χώνουν / δίχα μεγάλαις ψαλμουδιαίς, δίχως αλληλουιάρια / να ΄ρχουνται να τα βάλλουσιν επάνω ΄ς τα μουλάρια, / οι μανιόρδοι με χαραίς τα σώματα να παίρνουν, / και άλλοι να τα θαπτουσιν και κείνοι να διαγέρνουν». Βλέπουμε ήδη από τον 15ο αιώνα να έχει σχηματισθεί η εικόνα του μόρτη – εδώ μανιόρδου – που χαίρεται μέσα στη δυστυχία του θανατικού. [Σημειώνω ότι υπάρχει και ο τύπος «μαλιόρδος», και βρίσκω κάπου τη ροδίτικη κατάρα «που να σε δω στου μαλιόρδου τον ώμο» – ν.σ.]

Στη Νάπολη του 17ου αιώνα, σε ένα θεατρικό έργο με τίτλο La spada della misericordia (Το σπαθί του ελέους) του ιερωμένου Francesco Gizzio, υπάρχουν δύο ήρωες, ο Sardella και ο Porchione, που ήταν schiattamuorte, δηλαδή μόρτηδες στα ναπολιτάνικα. Το τραγουδάκι που έλεγαν κουβαλώντας το κάρο με τους νεκρούς ήταν:  «La carro  corre dove sta l argiamma/ la peste e pasto de li schiattamuorte»∙ σε ελεύθερη μετάφραση: το κάρο πηγαίνει όπου υπάρχουν παράδες / για μας τους μόρτηδες η πανούκλα είναι μέλι.

Την ίδια περίπου εποχή ένας άλλος ιερωμένος, ο Παπασυναδινός, στο Χρονικό των Σερρών, μας δίνει πολλές πληροφορίες για την επιδημία πανώλης που έπληξε την πόλη του το 1641. Δείχνει μια αμφιθυμία απέναντι στους μόρτηδες, που ενώ παραδέχεται ότι κάνουν θεάρεστο έργο, κατακρίνει συχνά τα ιδιοτελή, κατά τη γνώμη του, κίνητρά τους. Να πούμε, όμως, ότι  ο Παπασυναδινός δεν χρησιμοποιεί τη λέξη μόρτηδες, αλλά τους λέει θαφιάδες. Για κάποιον λόγο θαφιάδες τότε στις Σέρρες ήταν κυρίως ανυφαντάδες, για τους οποίους ο Παπασυναδινός δεν έχει και την καλύτερη γνώμη. Υπήρχαν και παπάδες που ασκούσαν αυτό το έργο, κάποιοι απ’ αυτούς, όμως, δέχονται ομοίως τα βέλη του συγγραφέα: «… Ομοίως ήτον θαφιάδες ο Κωνσταντίνος ο Τραπεζουνλής, άνθρωπος κρασοπατέρας, μαζί με τον Κιρλή τον χρυσοχόν, και αυτός όμοιος, και με ένα δύο ζητούλους έθαφταν τους ανθρώπους∙ καλά έκαμαν, ο Θεός συγχωρήση τους∙ αμή το περισσότερον ήτον δια την πλεονεξίαν τους και δια το μπεκριλίκιν τους. Και μετά ταύτα όταν άναψεν η πανούκλα το καλοκαίρι, ευθύς εσεπήδησε ο Καρά Χρήστος, ο Πέτκος ο πράτης, ο Ασάνης ο ανυφαντής, ο Δημήτρης της Λευκάστριας, ο Φυλακτός του Γροζάνου, ο Τζακίρης, όλοι ανυφαντάδες και έθαφταν τους απεθαμένους, και πολλά καλά το έκαμαν, διότι το να θάφτη κανείς τους νεκρούς πολύ συγχώριον κάμει και όποιος κάμει αυτό το καλόν, πολύ συγχώριον ακούει∙ αμή αυτοί το περισσότερον έκαμαν με το να είναι λαίμαργοι και καλοί κρασοπατέρες όλοι. Απέθανεν και ο πάπα κυρ Εζεκιήλ, ο Σιναΐτης, διότι εσέβην και αυτός να θάφτη και να εξομολογά και έτζι τον εχτύπησεν η πανούκλα και απέθανεν ως ν’ χρόνων άνθρωπος, θεωρητικός, μαυροδερός, ευλαβής, γλυκόλογος, σύχαρος, μέτωρος, πολλά καλός άνθρωπος. Απέθανεν και ο πάπα Γεώργης του Κυριαζή, ως λη’ χρονών άνθρωπος, με το να σέβη να θάφτη τους νεκρούς  εχτύπησέ τον η πανούκλα και απέθανεν. Αμή εις την ακολουθίαν του ή την λειτουργίαν δεν είχεν ευλάβειαν και αν απ’ αυτό υστέρησε ο Θεός την ζωή του. Και ήτον λαίμαργος και λίξουρος».

Υπάρχει και μία άλλη εκδοχή για την ετυμολογία της λέξης, που τη βλέπουμε σε διάφορα λεξικά, π.χ. στο Ετυμολογικό του Ανδριώτη ή στο  βικιλεξικό, δηλαδή ότι προέρχεται από την ιταλ. λέξη beccamorti «τυμβωρύχος, νεκροθάφτης» με αποκοπή των πρώτων συλλαβών. Η εκδοχή αυτή υπάρχει, απ’ όσο έχω δει, και σε παλιότερες εκδόσεις των λεξικών του Μπαμπινιώτη, στην τελευταία όμως έκδοση του Ετυμ. Λεξικού του υιοθετεί την προέλευση από τα τουρκικά, όπως είδαμε. Πράγματι η λέξη αυτή χρησιμοποιούνταν με τη σημασία του νεκροθάφτη σε περιόδους επιδημίας πανώλης σε ορισμένες περιοχές της Ιταλίας. Στη Βενετία, όμως, μέσω της οποίας έχουμε δανεισθεί τις περισσότερες ιταλικές λέξεις, η αντίστοιχη λέξη ήταν pizzigamorto ή pizzicamorto, η οποία, μάλιστα, έχει περάσει στα επτανησιακά ιδιώματα. Στο Κερκυραϊκό Γλωσσάρι του Χυτήρη υπάρχει ο πιτσιγαμόρτος που ερμηνεύεται ως νεκροπομπός, ενώ βρίσκουμε κάποιες ανευρέσεις στο διαδίκτυο της λέξης πιτσικαμόρτης με τη σημασία του νεκροθάφτη. Να δούμε και ένα απόσπασμα από το έργο του Ζακυνθινού νοτάριου και πρακτικού γιατρού Δ. Πυρρή «Διήγησις περί της πανούκλας της Ζακύνθου στους 1728»: «Ηύρηκαν δύο ξένους και τους έκαμαν πιτσιγαμόρτους, με πάτο [συμφωνία] να τους δίνουν ένα ριάλι την ημέρα πασαενού και τα έξοδά τους, και τους ινφετάδους τους επήγαιναν εις το λαζαρέτο, και τους επίλοιπους τους εσεδιάρανε εις τα σπίτια τους με βάρδιες. ….. Εκείνες τις ημέρες ινφεταριστήκανε και οι δύο πιτσιγαμόρτοι, και ο ένας απέθανε και ο άλλος εγλίτωσε».  Όπως πληροφορούμαστε από τις πηγές, οι Βενετοί σε καιρό πανώλης έστελναν στις κτήσεις τους πιτσιγαμόρτους από τη μητρόπολη, όπου εκεί ήταν ενταγμένοι στο σύστημα δημόσιας υγείας που είχε δημιουργηθεί, ήταν υπάλληλοι του κεντρικού υγειονομείου και με αρκετά προνόμια (αναφέρεται ότι τους έδιναν άδεια γονδολιέρη), ή προσλάμβαναν ανθρώπους από τον ελληνικό χώρο.

Ο Κ. Κωστής αναφέρει ότι στη μεγάλη επιδημία πανώλης της Λευκάδας του 1743 οι τοπικές αρχές αναγκάστηκαν να καλέσουν μόρτηδες από την Άρτα, αφού οι χωρικοί αρνήθηκαν «έστω και αν επληρώνοντο με τόσο χρυσάφι» να πλησιάσουν τους νεκρούς (να σημειώσουμε ότι στα Επτάνησα ήταν πιο αραιές οι επιδημίες πανώλης τον 18ο αιώνα σε σχέση με τις τουρκοκρατούμενες περιοχές). Πράγματι, έφτασαν 40 Αρτινοί μόρτηδες και μετά το πέρας της επιδημίας ο γενικός προβλεπτής της Θάλασσας τούς συνέλαβε όλους, κατηγορώντας τους για κλοπές, και τους βασάνιζε για να ομολογήσουν. Να πούμε ότι επειδή αυτές οι πληροφορίες προέρχονται από βενετικά έγγραφα, το πιθανότερο είναι ότι αναγράφονται pizzicamorti και όχι βέβαια μόρτηδες.

Πάλι στην Ιταλία, ο Αλεσάντρο Μαντσόνι στο ιστορικό μυθιστόρημά του οι Αρραβωνιασμένοι (I promessi sposi), που θεωρείται πολύ σημαντικό για την ιταλική λογοτεχνία και γλώσσα, περιγράφει γλαφυρά την επιδημία πανώλης που έπληξε το Μιλάνο το 1630. Εκεί, εμφανίζονται οι monatti, όπως τους έλεγαν (κατά μία εκδοχή λέξη ελληνικής προέλευσης, από το μόνος), που περιγράφονται με τα πλέον μελανά χρώματα: «Οι κατεργαρέοι που γλίτωναν από την πανώλη που δεν τους έριχνε κάτω, βρήκαν μέσα στη γενική σύγχυση, στη χαλάρωση κάθε κρατικής δύναμης, μια καινούρια ευκαιρία δραστηριότητας και ταυτόχρονα μια καινούρια εξασφάλιση ατιμωρησίας. ….. Έμπαιναν σαν κύριοι, σαν εχθροί στα σπίτια και χωρίς να μιλούμε για κλοπές και το πώς μεταχειρίζονταν του άτυχους αναγκασμένους από την πανώλη να περάσουν από τέτοια χέρια. Έβαζαν αυτά τα βρώμικα και αχρεία χέρια πάνω στους υγιείς, τέκνα, γονείς, γυναίκες, άντρες, απειλώντας να τους σύρουν στο λοιμοκαθαρτήριο αν δεν εξαγοράζονταν με χρήματα. Άλλες φορές διατιμούσαν τις υπηρεσίες τους αρνούμενοι να πάρουν τα πτώματα που είχαν πια αποσυντεθεί, τουλάχιστον με τόσα σκούδα» (μετάφραση Δημ. Αργυρίου). Και το αποκορύφωμα: «Είπαν (κι ανάμεσα στην ελαφρότητα τούτων και την κακία εκείνων είναι το ίδιο επισφαλές το να πιστέψεις ή να μην πιστέψεις), είπαν ότι μονάτοι και απαριτόροι άφηναν να πέφτουν επίτηδες απ’ τα κάρα πράγματα μολυσμένα για να διαδώσουν και να διατηρήσουν την επιδημία που είχε γίνει γι’ αυτούς ένα εισόδημα, ένα βασίλειο, μια γιορτή». Είναι απ’ τις πιο μισητές φιγούρες του έργου, μαζί με τους untori, τους οποίους ο Έλληνας μεταφραστής μεταφράζει αλειφτές, δηλαδή τους ανθρώπους, συνήθως ξένους, που κατηγορούνταν ότι διέσπειραν την πανώλη αλείφοντας με δηλητήριο τους τοίχους, και εναντίον των οποίων οργανώνονταν μαζικές διώξεις και δίκες  (στο πλαίσιο της διαδεδομένης πεποίθησης ότι για το θανατικό φταίνε κάποιοι άλλοι, οι Εβραίοι, οι λεπροί, οι ξένοι κ.τ.λ.). Ο ήρωας του έργου, ο Ρέντσο, αποφασίζει να μπει στο Μιλάνο, έχοντας αποκτήσει προηγουμένως ανοσία στην πανώλη, για να βρει την αρραβωνιαστικιά του τη Λουκία. Εκεί, τον θεωρούν ύποπτο ως untore, και αρχίζουν να τον κυνηγούν. Αποφασίζει να πηδήξει σε ένα κάρο με νεκρούς και οι μονάτοι τον σώζουν, όχι βέβαια γιατί είναι πονόψυχοι, αλλά γιατί πιστεύουν ότι είναι untore, άρα χρήσιμος για τη δουλειά τους. Ο Μαντσόνι παρασταίνει τότε τους μονάτους να μεθοκοπούν πάνω στα πτώματα και να τραγουδούν «ζήτω η επιδημία».  Είναι ενδιαφέρον ότι την ίδια πεποίθηση που είχαν τότε στο Μιλάνο, ότι οι μονάτοι διαδίδουν επίτηδες την πανώλη, φαίνεται ότι είχαν και στον Πόρο το 1837 για τους μόρτηδες. Ο Ηπίτης αναφέρει ότι, πριν την έλευσή του στο νησί, οι μόρτηδες κυκλοφορούσαν σχεδόν ελεύθεροι «μολύνοντες πολλούς, ή αμέσως εγγίζοντές τους, ή ρίπτοντες εις τους δρόμους μανδύλια καινούρια και άλλα πράγματα, τα οποία δεν είναι σχεδόν δυνατόν να μη σηκώση παιδίον ή πτωχός όταν τα εύρη. Δια να σηκωθή λοιπόν εκ μέσου παν μέσον της μεταδόσεως του μολύσματος και δια να κυττάζωνται και οι πάσχοντες καλήτερα, μετέφερεν ο Ηπίτης όλους τους απολοίμους εις το Κάστρον, διορίζων εκεί και μίαν ενωμοτίαν χωροφυλάκων να τους φυλάττη και να προσέχη παν βήμα αυτών».  Ο αρχίατρος Βίπμερ στο δικό του βιβλίο γράφει ότι, μετά το πέρας της επιδημίας στον Πόρο, ο επικεφαλής των χωροφυλάκων Τομπακάκης εξέδωσε διαταγή που προέβλεπε ότι: « Οι απόλοιμοι πριν σταλώσι εις έν των τακτικών λοιμοκαθαρτηρίων του Κράτους δια να εκκαθαρισθούν, πρέπει να καίωσιν όλα τα φορέματα και πράγματά των, και να τους δοθή από το δημόσιον νέος και καθαρός ιματισμός, και ότι πρέπει να τους απαγορευθή δια πάντα ή τουλάχιστον δια τινα καιρόν το να επιστρέψουν εις Πόρον, διότι πιθανόν τις αισχροκερδής κινούμενος να κρύψη μεμολυσμένον τι πράγμα δια του οποίου, άμα λάβει ελευθέραν κοινωνίαν, να διασπείρη εκ δευτέρου την πανώλην»

Η πρώτη επιβεβαιωμένη αναφορά της λέξης μόρτης στην ελληνική γλώσσα είναι  στις «Εφημερίδες» του Παναγιώτη Κοδρικά (δηλαδή στο ημερολόγιό του). Γράφει ότι σε ένα ταξίδι του το 1789 στη γενέτειρά του την Αθήνα, όπου είχε ξεσπάσει θανατικό, ασθένησε η παραδουλεύτρα του η Φλωρού. Αυτή στην αρχή προσπάθησε να το κρύψει, αλλά στο τέλος ανήγγειλε ότι είχε και «το σπυρί εις το μηρί», δηλαδή σοβαρό  σημάδι ότι είχε πανούκλα – από αυτό το οίδημα προέκυψε και η ονομασία βουβωνική πανώλη, αλλά και η λέξη πανούκλα: λατ. panuc(u)la «οίδημα».  Ευρισκόμενος τότε στο Μαρούσι, διηγείται ο Κοδρικάς: « Ενώ η δουλεύτρα, προϊούσα επί τα κρείττω, μας έδιδεν ελπίδας και υποψίας, τούτο μεν δια να μην δυνάμεθα μετά πληροφορίας να υποθέσομεν ότι είναι τωόντι κρουσμένη, τούτο δε να ελπίσομεν την ανάρρωσην και υγείαν της, ήλθαν οι μόρτηδες, απεσταλμένοι από τον πατέρα μου, δια να την πάρουν. Όλοι οι εγχώριοι επέμενον εις τούτο. Εγώ, και αμυδράν έχων ελπίδα του ότι ενδέχεται να μην έχει η δουλεύτρα πανούκλαν, δεν ημπορούσα να καταπείσω την καρδίαν μου να στέρξει το να την πάρουν άνθρωποι οι οποίοι εδύναντο και αμόλυντον ούσαν να την μολύνουν, και ζώσαν να την θανατώσουν. Όθεν έδιωξα τους μόρτηδες». Ο Άλκης Αγγέλου, επιμελητής στην έκδοση, στο γλωσσάρι εξηγεί ότι μόρτης είναι ο νεκροθάφτης. Αυτό, όμως, δεν είναι ακριβές, αφού εδώ βλέπουμε ότι έρχονται οι μόρτηδες να την πάρουν ζωντανή και να τη βάλουν προφανώς σε κάποιου είδους απομόνωση. Πράγματι, λίγο παρακάτω, όταν ο Κοδρικάς πλησίασε στην Αθήνα, μας διαφωτίζει λίγο: «Προς μεσημβρίαν δε εμβήκα και εγώ εις Αθήνας. Είδον το φρικώδες εκείνο θέαμα των δυστυχών κατοίκων της πολιτείας εκείνης. Όλος ο κάμπος ήτον διεσπαρμένος από παράκες, αι οποίαι υπέκρυπτον την εσχάτην αθλιότητα ενός πλήθους πεινασμένου, διψασμένου και ασθενούντος. Ασθενείς εγκαταλελειμμένοι, νεκροί άταφοι, νήπια κλαίοντα και βοώντα, μητέραι ολοφυρόμεναι, πατέρες θρηνούντες, παρέστηναν μίαν σκηνήν την πλέον τραγική και φρικώδη». Οι παράγκες αυτές στον κάμπο ήταν πρόχειρα καταλύματα για τους αρρώστους, περιγραφές των οποίων υπάρχουν σε πολλές πηγές. Στη Σμύρνη, στην Κωνσταντινούπολη και αλλού, τα καταλύματα αυτά, που  πήραν σιγά – σιγά πιο μόνιμη μορφή, τα έλεγαν μορτάκια, και από κει πήρε την ονομασία της και η γνωστή συνοικία της Σμύρνης, τα Μορτάκια.

Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος μας δίνει μία ακόμη μαρτυρία για τους μόρτηδες, της Κωνσταντινούπολης αυτή τη φορά  (στην επιδημία του 1812), όπου τους χαρακτηρίζει τρομερότερους και από τον ίδιο τον θάνατο. Στο παρακάτω απόσπασμα βλέπουμε, σχηματικά όμως, και τη διαφορά αντιμετώπισης της αρρώστιας μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών: «…Ενθυμούμαι την των 1812, και ακόμη οι τρίχες μου ανορθούνται! σειρά αδιάκοπος νεκρικών φορείων επείχεν όλον τον προς τα κοιμητήρια δρόμον και μέγα μέρος αυτών, και δύναται τις, χωρίς όρεξιν αντιθέσεως, να είπη ότι πολυπληθέστερα ήσαν τα ταφεία παρά αι αγοραί. Εκεί εφαίνετο όλος των Τούρκων ο υπέρ του πεπρωμένου φανατισμός, αμιλλωμένων τις πρώτος να υποβάλλη τους ώμους του υπό το φορείον, και να συνοδεύση τεσσαράκοντα τουλάχιστον βήματα τον νεκρόν, βέβαιος ότι έκαστον βήμα του εξαλείφη μίαν αμαρτίαν (κατά το εξής χωρίον του Κουρ-αανίου: «Μενν χαμελέ τζεναζέθ ερμπαῒνν χατ βεθ Κεφφερέθ ανν χου κεμπιρέθ»: ο μετακομίζων νεκρόν εις διάστημα τεσσαράκοντα βημάτων εξαλείφη δια τούτου μέγα αμάρτημα)∙  πλήθος δε νεκροθάπται, διαδεχόμενοι νύκτα και ημέραν αλλήλους, μόλις επήρκουν προς το πλήθος των εκκομιζομένων. Και ταύτα μεν οι Οθωμανοί, των οποίων, με όλην την απροφυλαξίαν, ολίγοι εθυσιάζοντο∙ διότι οι προσβαλλόμενοι δεν εγκαταλείποντο ποτέ υπό των οικείων και συγγενών των. Αλλά εις τα χριστιανικάς συνοικίας το θέαμα ήτον ασυγκρίτως οικτρότερον. Η φωνή της φύσεως κατεσιγάζετο υπό της φωνής του εγωισμού και της ατομικής εκάστου διατηρήσεως, και ελογίζετο γενναιότης όταν η μήτηρ δεν εγκατέλειπε το τέκνον της! Άθλιαι δε τινες καλύβαι μόλις εστέγαζον έξωθεν του χωρίου, ως αν τους λεπρούς το πάλαι, τους δυστυχείς μολυσμένους, τους οποίους καθόσον εδεκάτιζε το δρέπανον του θανάτου, μετέφερον προς ταφήν προς τα πλέον απρόσβατα μέρη οι και αυτού του θανάτου τρομερότεροι Μόρται. Πόσοι των δυστυχών τούτων παρεχώθησαν ημιθνήτες! πόσων ο θάνατος επεσπεύσθη υπό των ασυνειδήτων φυλάκων! εκεί καμία τελευταία παρηγορία δια τον άθλιον ψυχορραγούντα, του οποίου τα σπλάχνα εφλόγιζε και εσπάραττε πλειότερον της λοιμώδους θέρμης η απελπιστική ιδέα ότι αποθνήσκει εγκαταλελειμμένος!».

Αξίζει να προσθέσουμε και κάποιες αναφορές στις πηγές που ξεφεύγουν από την στερεότυπη εικόνα των μόρτηδων. Στην Κωνσταντινούπολη, για παράδειγμα, (όπως μαθαίνουμε από το βιβλίο του Γεννάδιου Μητροπολίτη Ηλιούπολεως «Ιστορία του Μεγάλου Ρεύματος (Αρναούτκιοϊ)»), υπήρχαν δύο είδη μόρτηδων, οι «κοσμικοί μόρτιδες», που θα ήταν όπως τους περιγράφει παραπάνω ο Σκαρλάτος Βυζάντιος, και οι «μόρτιδες ιερείς». Οι τελευταίοι ήταν παπάδες που σε καιρό πανώλης έμεναν σε μια καλύβα κοντά στο νεκροταφείο και ήταν επιφορτισμένοι με το ιερό καθήκον να μεταλαμβάνουν τους χριστιανούς που είχαν προσβληθεί από πανώλη και θεωρούνταν ετοιμοθάνατοι. Αυτοί οι μόρτηδες, λοιπόν, δεν θα ήταν βεβαίως ποτέ δυνατόν να θεωρηθούν περιθωριακά ή εγκληματικά στοιχεία. Ο Ιωάννης Μπενιζέλος στην «Ιστορία των Αθηνών»,  περιγράφοντας την επιδημία πανώλης του 1791, κάνει λόγο για μία μόρτισσα που έσωσε ένα κορίτσι: «οι δε συγγενείς του εγκαταλειφθέντος θυγατρίου εύρον μίαν γυναίκα μόρτισσαν, την οποίαν μισθώσαντες προς έν γρόσι την ημέραν έστειλαν δια συντροφίαν της, και μετ’ αυτής περάσασα  τον σαραντισμόν εξέφυγε τον θάνατον, μόνη εκ των εννέα ψυχών (της οικογένειάς της) καθ’ ών έπεσε της πανώλης το βέλος». Ο Ηπίτης επίσης στο βιβλίο του, ναι μεν κάνει αρνητικές κρίσεις για τους μόρτηδες, όπως είδαμε παραπάνω, δίνει όμως και θετικά παραδείγματα, όπως μία Χιώτισσα απόλοιμο, πολύ έμπειρη όπως λέει (η Χίος πληττόταν συχνά από πανώλη), που φρόντιζε τους ασθενείς με αυταπάρνηση.

Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν και τα έγγραφα που έχουν διασωθεί για την επιδημία πανώλης που έπληξε την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αργοσαρωνικού το 1828 – λίγους μήνες αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση ο Καποδίστριας – επιδημία που έλεγαν ότι την προκάλεσαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ. Πρόκειται για έγγραφα των έκτακτων επιτρόπων υγείας που είχαν διορισθεί από τον κυβερνήτη για την αντιμετώπιση της επιδημίας, απ’ τα οποία φαίνεται ότι οι μόρτηδες συνόδευαν συχνά τους γιατρούς κατά την εξέταση των ασθενών, και βοηθούσαν πάρα πολύ, αφού λόγω της εμπειρίας τους μπορούσαν να διαγνώσουν αμέσως αν είχαν πανώλη ή όχι.  Οι συγγραφείς του άρθρου, απ’ όπου αντλώ τα παρακάτω αποσπάσματα (Τ. Γριτσόπουλος – Γ. Καλαντζόπουλος «Πανώλης μαστίζουσα την Αργολίδα το 1828»), αναφέρουν ότι οι μόρτηδες ήταν άνθρωποι του λιμανιού, με απίθανη γνώση των μυστικών της νόσου. Να σημειώσουμε ότι δεν ήταν εύκολο να διαγνωσθεί η πανώλη, διότι πολλά από τα συμπτώματά της ήταν παρόμοια με άλλες ασθένειες, ήταν δε βεβαίως πολύ σημαντικό να γίνει αντιληπτό εγκαίρως αν υπήρχαν κρούσματα. Ο αναπληρωτής έκτακτος επίτροπος Ναυπλίου  Μιχαήλ Λεονάρδου αναφέρει σε υπόμνημά του στις 2-6-1828:  ο ασθενής 14 ετών είχε «εις τον αριστερό πόδα του, εις την άντζαν, έν σπυρί υπέρ τον μπαράν και μελανόμαυρον και εις τον μηρόν του πρήξιμον μελανόμορφον, τα χείλη του πρησμένα μελανόμαυρα και οι μόρται το λέγουν πανώλην, σύμφωνος και εγώ και ο ιατρός». Τρεις ημέρες αργότερα, ο έκτακτος επίτροπος Ναυπλίου Πέτρος Μαρκέζης αναφέρει σε υπόμνημά του: «Μία γυνή, ήτις έπασχεν από κουλικόπονον, σήμερον απέθανε και αυτή, την εκζαμινάραμεν με τον ιατρόν και δεν είχε τι σημείον του επαπειλούντος κακού. Ένας αγωγιάτης ερχόμενος προχθές έξω από την βάρδιαν του Γεφυρίου και επειδή εφαίνετο ολίγον ασθενής, τον εμπόδισα έξω περιωρισμένον και χθες επήγαμεν με τον ιατρόν και δεν εγνωρίσαμεν τίποτες σημείον, πλην εμείναμεν με υποψίαν. Και τον εφύλαττεν η άλλη βάρδια έξω, πλησίον του Γκιουλ τεπέ κι σήμερον απέθανεν, επήγαμεν με τον ιατρόν και δεν εγνωρίσαμεν τίποτες, οι μόρτες όμως αφού τον εκοίταξαν μας είπαν ότι είχεν υποκάτω εις τον μηρόν πρήξιμον και είχε χωνεύσει μέσα». Φαίνεται, λοιπόν, ότι πράγματα που ούτε ο γιατρός ούτε ο επίτροπος υγείας αντιλαμβάνονταν, τα διαπίστωνε η πείρα ενός μόρτη. Δεν λείπουν, βέβαια, και πάλι και οι αρνητικές αναφορές, όπως το παρακάτω απόσπασμα, απ’ όπου προκύπτει ότι οι μόρτηδες επιδίδονταν και στο άθλημα της δωροληψίας: «Επληροφορήθημεν ότι ο υιός του κρυφίως αποθανόντος έδωκεν εις τους μόρτας γρόσια, δια να μη μαρτυρήσουν τον πατέρα του ότι είχεν πανώλην».

Αλλά δεν ήταν μόνο οι μόρτηδες ούτε οι περιθωριακοί που επωφελούνταν από τις επιδημίες πανούκλας. Όπως ειπώθηκε δύο περίπου αιώνες μετά, η κρίση δημιουργεί ευκαιρίες, και αυτό μπορεί να συμβεί και με τους πλέον απροσδόκητους τρόπους. Ο Παναγής Σκουζές στην αυτοβιογραφία του περιγράφει ένα γουστόζικο περιστατικό: Όταν βρέθηκε στην Εύβοια το 1791 σε καιρό πανώλης, προκειμένου να επιβιώσει εντάχθηκε σε μία ομάδα με επικεφαλής έναν Σιναΐτη καλόγερο. Η ομάδα αυτή διέτρεχε τα χωριά της περιοχής και έκανε αγιασμούς, παίρνοντας ως προσφορές διάφορα αντικείμενα και ζώα από τους απανούκλιαστους, και ένα γρόσι, που το έπλεναν με ξύδι, από τους πανουκλιασμένους. Η λεία τους, όπως τη χαρακτηρίζει ο Σκουζές, είχε φτάσει στα 350 γιδοπρόβατα, πέραν των άλλων προσφορών και χρημάτων. Κάποια στιγμή τους κάλεσαν σε ένα μοναστήρι για αγιασμό, στο χωριό Βασιλικό, που είχαν καταφύγει κάτοικοι της περιοχής για να προστατευθούν από την πανώλη. Εκμεταλλευόμενοι και το γεγονός ότι οι καλόγεροι τούς πέρασαν για μόρτηδες, είχαν την ευκαιρία να κάνουν πλιάτσικο: «Οι καλόγεροι έστεκον πολλά μακρυά από το μοναστήριον, ωσάν να είμεθα εμείς μόρτηδες να πάμε να ξεπανοκλιάσομε το μοναστήρι. Έτζι λοιπόν εμείς επήγαμεν. Το κλειδί της εκκλησιάς ήτον εις την πόρταν. Ανοίγοντας την εκκλησιάν, η πρώτη παρανγγελία οπού μας έδοσεν ο γέροντάς μας σιναΐτης ήτον: όσα στέφανα ασημένια και χέρια ήτον, ομοίως και δύο κανδήλες, πριν αρχίσομεν τον αγιασμόν εις τες εικόνες, τας επήραμε και τας βάλαμεν εις δισάκιον μέσα και επαστρέψαμεν το μοναστήριον. Ύστερον αρχίσαμεν τον αγιασμόν».

Επιστρέφοντας στο θέμα της λέξης μόρτης, νομίζω ότι δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς άλλαξε η σημασία της και αποσυνδέθηκε από την πανούκλα και το θανατικό που σιγά – σιγά έγιναν μια μακρινή ανάμνηση – χωρίς να αποκλείεται η (μικρή πάντως) πιθανότητα ο μόρτης της νεότερης εποχής να έχει άλλη προέλευση. Ο μόρτης του καιρού της πανώλης είχε, θαρρώ, δύο βασικά χαρακτηριστικά: Αφενός μεν, μέσα στην κοινωνική ομάδα που ανήκε θα ήταν ο τολμηρός, αυτός που αψηφούσε τον κίνδυνο, αποκομίζοντας ενδεχομένως και σημαντική λεία. Αφετέρου δε, για τους υπόλοιπους ήταν ο αδίστακτος, το αρπακτικό, ο επικίνδυνος, ο τιποτένιος. Ανάλογα με την οπτική που θα το δούμε, κάλλιστα θα μπορούσε να άλλαξε η σημασία της λέξης είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση, είτε δηλαδή προς τη θετική σημασία που βλέπουμε αργότερα στη μάγκικη γλώσσα και στα ρεμπέτικα είτε προς την αρνητική σημασία.

Τελειώνοντας, να πω ότι έχω δει σε διάφορα σάιτ στο διαδίκτυο, όπως εδώ, αλλά και στο βιβλίο της Κατερίνας Αγραφιώτη «Αικατερίνη – Ρόζα Μπότσαρη στη σκιά του ονόματος», να παρατίθεται μια διαφορετική εκδοχή, ότι δηλαδή η λέξη μόρτης πλάστηκε την εποχή της επιδημίας χολέρας που έπληξε την Αθήνα το 1854, που ονομάστηκε «Ξένη» επειδή μεταδόθηκε στον πληθυσμό από αγγλικά και γαλλικά πληρώματα πολεμικών πλοίων που στάθμευαν τότε στον Πειραιά. Στο βιβλίο της Αγραφιώτη αναφέρεται ότι «… ήταν οι γνωστοί μπράβοι του Δημήτρη Κουτσαβάκη, οι φοβεροί «κουτσαβάκηδες», που άλλοτε – με την παραμικρή αφορμή – δημιουργούσαν καυγάδες οι οποίοι συχνά κατέληγαν σε μαχαιρώματα. Τώρα αυτοί οι λεβέντες, είχαν αναλάβει άλλη δουλειά πολύ πιο μακάβρια. Μετέφεραν τα πτώματα όσων πέθαιναν από χολέρα και τα έθαβαν. Γιατί οι επαγγελματίες νεκροθάφτες είχαν τόσο τρομοκρατηθεί, ώστε οι περισσότεροι είχαν φύγει από την πόλη. Οι κουτσαβάκηδες μετονομάστηκαν από τον κόσμο σε μόρτηδες, από τη γαλλική λέξη mort – θάνατος – αφού για λίγα χρήματα τώρα έπαιζαν τη ζωή τους κορόνα γράμματα». Αυτό, όμως, όπως είδαμε, δεν είναι ακριβές, αφού οι μόρτηδες υπήρχαν πολλά χρόνια πριν από την επιδημία της χολέρας, η οποία, άλλωστε, εμφανίστηκε πολύ αργότερα στην Ελλάδα∙ αντίθετα, είχε συνδεθεί το όνομά τους με τις επιδημίες πανούκλας, που για αιώνες πριν ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους. Ούτε και είναι πιθανό να μας ήλθε η λέξη από τα γαλλικά (παρεμπιπτόντως οι Γάλλοι τούς μόρτηδες τους έλεγαν corbeaux, κοράκια). Ενδεχομένως, η επιδημία χολέρας του 1854, που ήταν η πρώτη και η μεγαλύτερη επιδημία που έπληξε την Αθήνα από τότε που έγινε πρωτεύουσα, να συνέβαλε στην αλλαγή της σημασίας της λέξης.  Όμως, είναι εξίσου πιθανό η αλλαγή της σημασίας να έγινε σε μια απ’ τις μεγάλες πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τη Σμύρνη ή την Κωνσταντινούπολη, όπου οι επιδημίες πανώλης ήταν πολύ πιο συχνές και καταστροφικές, και όπου οι μόρτηδες αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής.

Κλείνοντας το θαυμάσιο αυτό άρθρο, να πω ότι κατά τη γνώμη μου λύνεται το πρόβλημα της ετυμολόγησης της λέξης «μόρτης». Μου φαίνεται πολύ πιθανό να προήλθε από το ενετικό pizzicamorte και το επτανησιακό ‘πιτσιγαμόρτος’ με αποκοπή. Υπάρχουν ακόμα κάποια κενά στην πρόταση αυτή, αλλά δεν είναι δύσκολο, θαρρώ, να καλυφθούν.

 

155 Σχόλια to “Μόρτηδες και απόλοιμοι (μια συνεργασία του Spiridione)”

  1. Ορεσίβιος said

    Καλημέρα μόρτηδες!

  2. Κουνελόγατος said

    Κ Α Τ Α Π Λ Η Κ Τ Ι Κ Ο!!!

  3. Γς said

    Να πω ότι μου’ φτιαξε τη μέρα;
    Φτού!
    Ψέμα θα είναι

    Oh, Monsieur Cannibale,
    Je n’veux pas mourir
    Monsieur Cannibale
    Laissez-moi partir

    πρωί-πρωί

  4. Πάνος με πεζά said

    Καλημέρες !

    Αχ, πολύ μεγάλο για να διαβαστεί σήμερα…

  5. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂

    […] Εγώ το μόρτη θα αγαπώ
    γιατί μ’ αυτόνανε γλεντώ,
    μ’ αυτόν κάνω τα κέφια μου
    και φεύγουνε τα ντέρτια μου […]

  6. sarant said

    Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    Ναι, δεν είναι ευχάριστο το θέμα, ενδιαφέρον είναι.

  7. Corto Maltese said

    Καλημέρα!
    Ενδιαφέρον είναι ότι στα τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη πρώτα απαντά ο θηλυκός τύπος «μόρτισσα».
    Συγκεκριμένα η «μόρτισσα χασικλού» του 1933 είναι το τρίτο ή το τέταρτο τραγούδι που ηχογράφησε, εξαιρετικό χασικλίδικο, πλήρες λαογραφικών πληροφοριών.

    Επίσης μπορούμε να θυμηθούμε τον τύπο «μορτιά» με την έννοια της πονηριάς, της απάτης όπως απαντά στο τραγούδι του Γρηγόρη Ασίκη «ο επαγγελματίας» του 1932:
    «Αν πεις για καρβουνιάρη, κουμπάρος να ‘ν’ ακόμα. Θα σου τη φτιάξει μια μορτιά, στον πάτο όλο χώμα».

  8. Μπράβο Σπύρο! Μπράβο!
    Να βάλω κι εγώ ένα βιντεάκι:

  9. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    >>(ναι, υπάρχει και σήμερα πανώλη),

    http://www.naftemporiki.gr/story/996461/cbs-70xronos-pethane-apo-panoli-sti-giouta-ton-ipa

    http://arouraios.gr/2015/09/epibebaiose-to-pentagono-oti-deigmata-panolhs-brethhkan-ektos-asfalous-chorou/

  10. Γλωσσοϊστορικά πολύ ενδιαφέρον, αλλά τι φρίκη, Παναγία μου! Δεν είχα ιδέα ότι οι επιδημίες πανούκλας ήταν τόσο συχνές και στον τόπο μας!
    Χάρη σε τι σταμάτησαν άραγε;
    Επίσης, ποια ήταν η «πρώτη πανδημία»;

  11. Andreas S said

    Σέβας

  12. sarant said

    7 τέλος: Τη μορτιά δεν την ήξερα

    10: Μήπως η δημόσια υγιεινή; Βέβαια στον 19ο και αρχές 20ού είχαμε άλλο θανατικό, τη χολέρα.

  13. Γιώργος Πρίμπας said

    καλημέρα.
    εξαιρετικό άρθρο!!
    να προσθέσω μια σύντομη ιστορική αναδρομή για την πανώλη:
    http://www.24grammata.com/?p=50834

  14. Κουνελόγατος said

    3. Δε βλέπω τι έχεις ανεβάσει, ελπίζω Βέγγο να «χορεύει» στο λιμάνι, δε θυμάμαι καλά τον τίτλο της ταινίας, θα το δω το βράδυ.

    0. Ξέρουμε την επιστημονική αιτία των ασθενειών αυτών; Ας πούμε η Λ.Ζ. στην Αντιγνώση, θέτει το ζήτημα στην «απλυσιά» των δυτικών, προφανώς λόγω θρησκείας, σε αντιπαραβολή με τους Έλληνες που είχαν δημόσια λουτρά κλπ κλπ κλπ.

  15. cronopiusa said

    Καλή σας μέρα
    Ωραίο το σημερινό,

    ευχαριστούμε Spiridione,
    ευχαριστούμε Νικοκύρη

  16. cronopiusa said

  17. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Ήμουνα μόρτης μια φορά. Γιάννης Ιωαννίδης 1928.

  18. Γς said

    Και ο λοιμός των Αθηνών θεωρείται ότι ήταν βουβωνική πανώλη, αν και υπάρχουν υποψίες [και εργασίες] ότι πρόκειται για τύφο.

    Ακόμα και με τον Αιμορραγικό Πυρετό Έμπολα μια και τα συμπτώματα που αναφέρει ο Θουκιδίδης έχουν πολλές ομοιότητες με τα αντίστοιχα στην Αφρικανική ήπειρο. Ο ίδιος κάνει αναφορά στην Αιθιοπία ως τόπο προέλευσης του ιού.

    «ἤρξατο δὲ τὸ μὲν πρῶτον, ὡς λέγεται, ἐξ Αἰθιοπίας τῆς ὑπὲρ Αἰγύπτου, ἔπειτα δὲ καὶ ἐς Αἴγυπτον καὶ Λιβύην κατέβη καὶ ἐς τὴν βασιλέως γῆν τὴν πολλήν. [2.48.2] ἐς δὲ τὴν Ἀθηναίων πόλιν ἐξαπιναίως ἐσέπεσε, καὶ τὸ πρῶτον ἐν τῷ Πειραιεῖ »

    Ο Θουκιδίδης, που περιγράφει την ασθένεια, τα συμπτώματά της «για όσους θέλουν να την μελετήσουν». Είχε προσβληθεί κι ο ίδιος όπως λέει. Και την σκαπούλαρε.
    Α, λέει και για τους μόρτηδες [δεν τους λέει έτσι βέβαια] που αποκτούσαν ανοσία,

    Όλα αυτά εδώ:
    http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=239

    Είχε ελθει στην Αθήνα να βοηθήσει κι ο Ιπποκράτης απ την Κω.

    Κάποτε είχα τρέλα με το Ancien DNA. Κι ήταν τότε που είχαν προσπαθήσει να ταυτοποιήσουν την ασθένεια από τα οστά [δόντια] των νεκρών του λοιμού απ τον Κεραμικό.

    Και είχα δώσει στους φοιτητές την εργασία και τα αντίστοιχα πέιπερς των εγγλέζων που την κριτίκαραν.
    Και μόνο με την μεθοδολογία προσδιορισμού του DNA κλπ ασχολήθηκαν. Και τίποτε άλλο.

    Ούτε για τον Πελοπονησιακό πόλεμο. Ούτε για τον ομαδικό τάφο των θυμάτων στο νεκροταφείο του Κεραμικού, μερικά μέτρα πιο εκεί που ο Περικλής εξεφώνησε τον Επιτάφιο του. Πιο Δίπλα απ την Σχολή μας.
    Ο Θουκιδίδης, ο Ιπποκράτης…

  19. cronopiusa said

  20. cronopiusa said

  21. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    >>είναι εντελώς ανεπίκαιρο.
    Μα πώς; Από μορτιές ψες βράδυ άλλο τίποτα. Άν δεν είχε ο τίτλος το «απόλοιμοι», θα νόμιζα ότι ήταν για το ντιμπέιτ !
    Στον Ούζο ο Σκαρίμπας:
    είναι η ώρα του τραίνου κι έτσι λείπουν κι’ η λουστραρία κι οι μόρτες 🙂

  22. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Συγχαρητήρια για το άρθρο! Να σας θυμίσω «το παλιό το πασαπόρτι/ σαν και την καρδιά σου μόρτη» του Λοϊζου αλλά και την ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΗ προσφώνηση «ρε μόρτη» (ειδικά στη «Λόλα»..) του ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟΥ ΜΑΓΚΑ της ελληνικής οθόνης, Νίκου Φέρμα!

  23. cronopiusa said

    S’ Aghapisa vre Mortisa (Σ’ αγάπησα βρε μόρτισσα)

  24. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    «Φτώχεια μαζί με την τιμή»(1933) Στ., μουσ: Π. Τούντας ,ερμην.: Ρόζα Εσκενάζυ «…
    βρε εγώ είμαι η μόρτισσα η Κική,
    που ήμουν δυο μήνες φυλακή.

    «Το βέρτζινο μαγκάκι» Στ.: Γ. Καλαμαριώτης Μουσ.: Πλέσσας
    Ερμην.: Γενίτσαρης «…
    Η σέρτικη διπλοπενιά
    του μόρτη νταλγκαδάκι,
    για το μπαγιόκο ρεμπελιά,
    σνομπάρει τώρα τα παλιά
    με μαύρο παπιονάκι…».

  25. cronopiusa said

    21

    Θά ’ρθω μια μέρα στου Συγγρού
    μεσάνυχτα και πέντε

  26. Ανδρέας said

    Η Μύρτις και ο μόρτης

    Μύρτις: Πρόσωπο με πρόσωπο με το παρελθόν
    http://dml.chania.teicrete.gr/ereuna/culture11.html

  27. Γς said

    25:

    Θά ’ρθω μια μέρα στου Συγγρού

    Συγγρού. Νέα Δημοκρατία. Μεϊμαράκης.
    [και φτου κακά: Κ. Μητσοτάκης]

    Συγγρού.
    Μπορώ να στην σπάσω;

  28. cronopiusa said

  29. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Μόρτες-Μόρτισσες. Άπαντα
    https://www.youtube.com/results?search_query=+%CE%B3%CE%B5%CE%B9%CE%B1+%CF%83%CE%B1%CF%82+%CE%BC%CF%8C%CF%81%CF%84%CE%B5%CF%82+%CE%BA%CE%B1%CE%B9+%CE%BC%CF%8C%CF%81%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%82

  30. Alexis said

    Εξαιρετική δουλειά!
    Συγχαρητήρια στον Spiridione και χαρά στην υπομονή του! 🙂

    Όχι δεν πείθει η εξήγηση ότι η λέξη πλάστηκε στην επιδημία χολέρας του 1854, αλλά η εμπλοκή των κουτσαβάκηδων σ’ αυτή την ιστορία, μήπως υπήρξε καταλυτική για την αλλαγή της σημασίας της λέξης; Από τον απόλοιμο δηλαδή στον άνθρωπο του περιθωρίου, του υποκόσμου και τελικά στον μάγκα;

    #21: Σωστά! Υπάρχει κι ο γνωστός ντερβισόμαγκας που ασχημονούσε χθες βράδυ στο ντιμπέιτ! 😀

    Το καλοκαίρι το μορτάκι εν έτει 1977 σε στίχους Άκου Δασκαλόπουλου.

    Τράβα ρε μάγκα και αλάνι του Κώστα Σκαρβέλη, όπου …συνυπάρχουν μάγκες, αλάνια και μόρτισσες.

  31. Γς said

    -Εμπρός
    -Σας παίρνουμε από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Κάνουμε μια έρευνα για τις πολιτικές τάσεις.
    -Δεν τα καταφέρνω μανούλα μου.
    -Εντάξει. Κανένα πρόβλημα.

    Κι έκλεισε το μανούλι

    Σιγά μην γίνω πρόβλημα της λύσης ή της λύσης του προβλήματος. Την γλύτωσε.
    Κι είχα να μιλήσω με άνθρωπο μια ολόκληρη μέρα. Θα την είχα μουρλάνει…

  32. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    >>η γνωστή συνοικία της Σμύρνης, τα Μορτάκια.
    1972, Απόστολος Καλδάρας / Πυθαγόρας/ άλμπουμ Μικρά Ασία,
    «Πήρε Φωτιά το Κορδελιό»/ Χαρούλα Αλεξίου:
    Πήρε φωτιά το Κορδελιό,
    καίγονται τα Μορτάκια,
    γλεντάνε στο Καφέ Αμάν
    Ρωμιοί και χανουμάκια.

  33. LandS said

    @10 Φαίνεται ότι υπήρξαν τρεις, μέχρι τώρα, πανούκλες. Ίσως τέσσερις (βλέπε σχόλιο 18, που κάτι ξέρει παραπάνω. Φαντάζομαι)
    Η πρώτη η «Ιουστινιάνεια» τον 6ο αι. ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη, η δεύτερη «Ο Μαύρος Θάνατος» τον 14ο αι. πάλι από την Πόλη και, η τρίτη, τέλη 19ου από την Κίνα.
    Κάπου είχα διαβάσει ότι πρόκειται για ξεσπάσματα της ίδιας επιδημίας και όχι για απολύτως ξεχωριστές επιδημίες.
    Επίσης, ενώ μέχρι πριν λίγα χρόνια ενοχοποιούσαν τα ποντίκια, φορέας είναι μια σκνίπα ή μια ψείρα ή κάτι τέτοιο ενοχλητικό.

  34. Γς said

    Η Πανούκλα
    του Αλμπέρ Καμύ
    σε pdf

  35. Γς said

    34:
    Ωχ, εδώ:

    Click to access la_peste.pdf

  36. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    Tιμή και δόξα στο γιατρό Σνόου, που νίκησε τη χολέρα με …Στατιστική ,πριν προκύψει ο Κωχ…
    https://en.wikipedia.org/wiki/John_Snow_(physician)

    υγ. Μόρτης ο Πίπης! 🙂

  37. Γς said

    33:

    >φορέας είναι μια σκνίπα ή μια ψείρα ή κάτι τέτοιο ενοχλητικό.

    μεταδίδεται στον άνθρωπο από το τσίμπημα του ψύλλου Xenopsylla cheopsis

  38. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Εγώ είμαι ένα μορτάκι – 1976

    Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
    Μουσική: Μάνος Λοΐζος
    Γιάννης Καλατζής
    Εγώ είμαι ένα μορτάκι
    πώς θέλεις να σ’ το πω,
    ορθάνοιχτο πορτάκι
    για σένα π’ αγαπώ.

    Μου τρέχουν τα τσουλούφια
    στα μάτια τα γλαρά
    κι όλο πετάω τη σκούφια
    για δυο γουλιές χαρά.

    Εγώ είμαι ένα μορτάκι
    και συ είσαι ουρανός
    αγάπα με λιγάκι
    μη μ’ εύρει κεραυνός.

  39. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα, θα τα πούμε το βραδάκι!

  40. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    Για τσι Φυσικοί και Μηχανικοί (μπλιαχχ…) του μπλογκ, να πω ότι μάλλον σε έλειψη έμπειρων μόρτηδων-κορακιών οφείλεται ότι χάθηκαν τα περισσότερα από τα γραπτά του μεγάλου Νικόλα Καρνό (Nicolas Carnot) ,θεμελιωτή του δεύτερου νόμου της Θερμοδυναμικής, και μνημονευόμενου ως «Πατέρας της Θερμοδυναμικής»
    Ο Καρνό http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/8/80/Sadi_Carnot.jpeg (όταν ήτο φοιτητρόνιο στην Εκόλ Πολυτεκνίκ)
    ήταν μηχανικός του γαλλικού στρατού και πέθανε σε ηλικία μόλις 36 χρονών σε μια επιδημία χολέρας, αφού πρώτα η πατρίδα του τον «αντάμειψε» με αποστράτευση άνευ συντάξεως (και πολύ τού ήταν! Ποιος ξέρει τι άπατρις και ρέμαλος ήταν, ως ιντζινιέρος…) και με μια περίοδο νοσηλείας σε άσυλο λόγω «μανίας»…Λόγω της μεταδοτικής φύσης της φοβερής αρρώστιας , τα περισσότερα από τα λιγοστά υπάρχοντά του αλλά και τα περισσότερα από τα γραπτά του θάφτηκαν μαζί του και χάθηκαν διά παντός.

  41. Ωραίο κι ενδιαφέρον! Μπράβο του Σπύρου, που αναδεικνύεται Ύπατος Χαρτοπόντιξ.
    Να συμπληρώσω πως οι περιθωριακοί πάντα αναλάμβαναν σκληρές, ευκαιριακές και ως εκ τούτου ακριβοπληρωμένες δουλειές. Πχ, στην οθωμανική Πόλη, συχνά ήταν τουλουμπατζήδες, ιδιώτες πυροσβέστες που διαπραγματεύονταν επιτόπου το αντίτιμο της κατάσβεσης.

  42. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    «Να συμπληρώσω πως οι περιθωριακοί πάντα αναλάμβαναν σκληρές, ευκαιριακές και ως εκ τούτου ακριβοπληρωμένες δουλειές.»
    Σωστό, αν και στις μέρες μας το «ακριβοπληρωμένες» ελέγχεται…
    Ένας από τους λόγους που οι Κινέζοι «κόβονται» -αργά αλλά σταθερά- από τις δουλειές στην Αραπιά ,είναι ότι οι μεγάλες κινέζικες εταιρίες (αυτές που φορτώνουν σε ένα καράβι μηχανικούς,εργάτες,»σπίτια» ,υλικά ,και νουντλς και τα ξεφορτώνουν στο Ομάν ή στο Κατάρ…) χρησιμοποιούν κατά 90% εργατικό δυναμικό -καταδίκους φυλακών!
    Το κινεζικό κράτος τούς επιδοτεί σχεδόν 100% (πληρώνει δηλαδή το μισθό τους…μη φανταστείτε κανα μεγάλο μισθό…)
    Χωρίς πλάκα!

  43. Κουνελόγατος said

    41. «Πχ, στην οθωμανική Πόλη, συχνά ήταν τουλουμπατζήδες, ιδιώτες πυροσβέστες που διαπραγματεύονταν επιτόπου το αντίτιμο της κατάσβεσης».

    Κι αν θυμάμαι καλά, φημολογείται ότι κάποιοι έβαζαν τις φωτιές, ώστε να έχουν αντικείμενο 🙂 Το έχει διαβάσει (ή ακούσει) κάποιος άλλος;

  44. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    42.>>καταδίκους φυλακών!
    ιλιγγιώ.

  45. Γς said

    Πυραβέστες που βάζουν φωτιές;
    Αλλο τίποτε

  46. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Μερικά βιβλία ιστορίας για τις αρρώστιες.
    Πανούκλα: http://tinyurl.com/qh2w2fj
    Χολέρα: http://tinyurl.com/ofdhxby
    Λέπρα: http://tinyurl.com/q78fmkf

  47. 43 Όχι για να έχουν αντικείμενο, αλλά για να λεηλατούν τα καμμένα σπίτια. Λεγόταν για τους γενίτσαρους, που είχαν το καθήκον της πυρόσβεσης πριν ιδρυθεί το σώμα των τουλουμπατζήδων το 18ο αιώνα.

  48. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Του Κωστή το έχει και η ανάρτηση, καλά να πάθω που σχολιάζω πριν διαβάσω…

  49. Spiridione said

    Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια, αν και σας μαύρισα την καρδιά 🙂
    10. Ναι, το απάντησαν και άλλοι, πρώτη πανδημία ήταν από την εποχή του Ιουστινιανού μέχρι περίπου το 800 μ.Χ. και τρίτη πανδημία από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. Ειδικά ο 18ος αιώνας χαρακτηρίζεται ως ο αιώνας της πανώλης για τον ελληνικό χώρο, με πάρα πολλές επιδημίες, μικρές και μεγάλες. Και πριν την Επανάσταση, τα χρόνια 1812 με 1819, υπήρχαν πολύ σφοδρές επιδημίες (βοηθούντων και των Ναπολεόντειων Πολέμων).
    33. Φορέας της πανώλης είναι ο ψύλλος του αρουραίου (ή του ανθρώπου), όπως το είπε και ο Γς. Ουσιαστικά πρόκειται για επιδημία των αρουραίων που συμπτωματικά πλήττει και τον άνθρωπο. Όταν προσβληθεί μεγάλος αριθμός αρουραίων τότε οι ψύλλοι μεταπηδούν στους ανθρώπους για να τραφούν. Αυτό που περιγράφει και ο Καμύ στην πανούκλα, όταν έβλεπαν μεγάλους αριθμούς αρουραίων να πεθαίνουν ήταν σημάδι ότι ερχόταν επιδημία.
    10. Τώρα γιατί εξαφανίστηκε η πανώλη κατά τη δεύτερη πανδημία (όπως και την πρώτη), είναι άγνωστο: υπάρχουν πολλές θεωρίες, αλλά τίποτε δεν είναι σίγουρο. Τα μέτρα προστασίας με τα λαζαρέτα κλπ. ή τα μέτρα υγιεινής μάλλον μικρό ρόλο έπαιξαν. Πιθανολογείται ότι οι αρουραίοι μπορεί να απέκτησαν ανοσία, ή ο βάκιλος να υπέστη μετάλλαξη κ.α. πολλές άλλες θεωρίες.
    30. Για την επιδημία του 1854 το αναφέρω και στο άρθρο ότι μπορεί να συνέβαλε στην αλλαγή της σημασίας. Αλλά μπορεί και να έγινε αυτό στις μεγάλες πόλεις, τη Σμύρνη ή την Κωνσταντινούπολη, που πλήττονταν πολύ πιο συχνά από επιδημίες. Ο Δύτης μπορεί να ξέρει περισσότερα πάνω σ’ αυτά και για τους περιθωριακούς της Πόλης.

  50. Γς said

    Ο κυρ Κώστας ήταν πλανόδιος κουρέας.

    Γύρναγε με το βαλιτσάκι του, που είχε μέσα α ψαλίδια, τα ξυράφια του, τις κολόνιες του, στους δρόμους του Βύρωνα για να προλάβει να εξυπηρετήσει την αξιότιμο πελατεία του, μεταξύ των οποίων ήταν κι ένας μπόμπιρας της προσχολικής ηλικίας. Ο Γς.

    Πολίτης. Μου έκανε εντύπωση που μιλούσε Τούρκικα. Και φανταζόμουν πως θα πήγαινε η γλώσσα του ροδάνι και στα Τούρκικα. Όπως στα Ελληνικά.
    Κουρέας ήταν. Δεν σταματούσε. Κι εγώ τον απολάμβανα.

    Μου έλεγε ιστορίες για την Πόλη.
    Μου έλεγε και για μια επιδημία. Μια φοβερή αρρώστια, που οι άνθρωποι πέθαιναν σαν κοτόπουλα στους δρόμους.

    -Και στις γωνίες είχαν σκάψει λάκκουςπου τους είχαν γεμίσει ασβέστη. Μόλις έπεφτε κάποιος [νεκρός;] τον πέταγαν αμέσως στο λάκκο με τον ασβέστη.

    Μαμά μου…

  51. Spiridione said

    46. Να προσθέσω και της Κωνσταντινίδου «Το κακό οδεύει έρποντας», για τις επιδημίες πανώλης στα Επτάνησα, απ’ το οποίο έχω πάρει κάποια στοιχεία.
    http://www.politeianet.gr/books/9789607743404-konstantinidou-katerina-elliniko-institouto-buzantinon-k-metabuzantinon-sp-to-kako-odeuei-erpontas-58965
    Επίσης, υπάρχει αυτό το άρθρο για τους pizzicamorti, που φαίνεται ενδιαφέρον, δεν είναι προσβάσιμο όμως.
    http://shm.oxfordjournals.org/content/early/2011/02/24/shm.hkq098.abstract

  52. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Στη Θεσσαλία τους απόλοιμους τους λένε γκουσγκούνηδες, το οποίο πιθανότατα ετυμολογείται από το τουρκικό kuzgun που σημαίνει το κοράκι (http://www.nisanyansozluk.com/?k=kuzgun&x=0&y=0). Οι συνειρμοί είναι προφανείς.

  53. Κουνελόγατος said

    47. Ίσως δε θυμάμαι καλά, ευχαριστώ.

  54. cronopiusa said

    Μυτιλήνη: Ιρανοί μετανάστες έσωσαν πυροσβέστες που έπεσαν σε χαράδρα

  55. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Το άρθρο του #51 εδώ https://drive.google.com/file/d/0B9U6_t0CIZxbazVlWWpkTHlzd1U/view?usp=sharing

  56. Spiridione said

    Ευχαριστώ πολύ Γρηγόρη.
    Γκουσγκούνηδες ε; Μόρτης και ο Γκουσγκούνης 🙂

  57. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Μόνο μόρτης; Ήταν Άξιος! 🙂

  58. 10, …επιδημίες πανούκλας…Χάρη σε τι σταμάτησαν άραγε;

    Τώρα πλέον χάρη στα αντιβιοτικά, το μαγικό φάρμακο για σχεδόν κάθε μόλυνση από βακτηρίδια (και σε μεγάλο βαθμό από μύκητες).
    Μεγαλώσαμε μ’ αυτά, χωρίς να γνωρίσουμε την φρίκη πριν την ανακάλυψή τους.
    Η εξέλιξη βακτηριδίων με μηχανισμούς αντίστασης σε όλα τα γνωστά αντιβιοτικά φέρνει στον νου πιθανόν εφιαλτικά σενάρια.

  59. Στην Ινδία σήμερα εορτάζεται η Ημέρα του Μηχανικού. Οπότε, όταν ξαναπεράσει από ‘δώ ο Κίντος, μην παραλείψετε να του ευχηθούτε.

  60. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    59. Έλα ρε! Τόσοι Ινδοί μηχανικοί γύρω μου …κι ούτε ένας δεν μου το είπε…:-)

  61. 61

    Ίσως επειδή σαπέρα, στην Τύλο, εορτάζεται 1η Ιουλίου.

  62. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    62. A,αυτό είναι. Dog’s day η λεγόμενη… 😉 :mrgreen:

  63. sarant said

    Πολύ ωραία σχόλια, βρέθηκε και το άρθρο περί πιτσιγαμόρτηδων, το ιστολόγιο προχωρεί θαυμάσια χωρίς τον Νικοκύρη, λέει ο Νικοκύρης από το αεροδρόμιο!

  64. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Εξαιρετική δουλειά αυτό το άρθρο. Ψιλοκέντι.Μπαράβο σας κι ένα μικρό μπραβάκι 🙂
    Αλλά τα μορτάκια να έχουν στο βάαθος τους θανατοδουλειές,δεν μπορώ να το …αφομοιώσω 🙂
    Στην Κρήτη λέμε πανώγλα το οικόσιτο ζώο το επικύνδινα κακότροπο(π.χ.κουτουλάει,κλωτσάει κλπ) αλλά και τη «δηλητηριώδη» γυναίκα.Η πανώλη πίσω από την πανώγλα φυσικά.
    Από ιστορίες των ορεινών χωριών έχω στη μνήμη να ονοματίζεται η Πανώγλα ως η κακιά μάγισσα που έφερνε μια εποχή το θάνατο μα την καταπολέμησαν με ξόρκια και Λειτουργίες.Τη φανταζόμουν (ότι θα ήταν) δονταρού,στεγνή και θεόρατη, να βγαίνει τις νύχτες αλλά και τα μεσημέρια μέσα από τις χλοερές πυκνές χαράδρες με τους βάτους και τους κισσούς ν΄ανηφορίζει στα σοκάκια και να σπέρνει τα κακά μάγια στους αυλόκηπους και τους σταύλους και γενικά στα σκιερά και σκοτεινά μέρη.

  65. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Ο Άγιος Χαράλαμπος θεωρείται προστάτης από τις λοιμώδεις ασθένειες και ιδίως από την πανούκλα την Πανώγλα όπως λέγεται στην Κρήτη. Απεικονίζεται να πατά την πανώλη, η οποία παρουσιάζεται σαν μια τερατόμορφη γριά γιαυτό και τις άσχημες και κακές γριές στα μέρη μας τις λένε Πανώγλες.Τις εκκλησίες του συνήθως τις έκτιζαν στην είσοδο του χωριού σε σταυροδρόμι, για να εμποδίσουν την είσοδο της Πανώγλας. Ο ναός είναι πράγματι στην είσοδο του χωριού σήμερα όμως δεν θα πρέπει να υπήρχε επιδημία τότε που χτίστηκε. Ίσως να έγινε προς μίμηση του ναού της πρωτεύουσας του τότε Δήμου Πραισού του μεγαλοπρεπούς ναού του αγίου στο Χαντρά που και αυτός είναι στην είσοδο του χωριού. Προφανώς η παλιά εκκλησία πάνω στην οποία ξαναχτίστηκε η νεότερη ίσως είχε γίνει εποχή που ήταν σε έξαρση η επιδημία

    ………………………………………………………………………………………………..

    «ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ Κρήτη ηΠανώγλα ήταν γριά, ξυπόλυτη, μαυ-
    ροφόρα με τριμμένα ρούχα και δεν περνούσε ποτέ από δρόμους όπου
    υπήρχε εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπη! Λένε πως όπου δει το Γέρο
    το βάνει στα πόδια. Κι ως είναι ξυπόλυτη, σκοντάφτει στις πέτρες, πέ-
    φτει, σηκώνεται, ξαναπέφτει και τσουρλά στους γκρεμούς, δεν τσα-
    κίζεται μα γίνεται ελεεινή.Φοβάται να μην την πιάσει από τα χούρδικα
    μαλλιά και την πατεί. Αμα δει το Γέρο Χαραλάμπη στη στράτα τση
    μπαίνει στο χωριό και χτυπά τσι πόρτες. Οσες φορές χτυπήσει η Πα-
    νώγλα την πόρτα τόσεςφορές θα χτυπήσει κι ο παπάς την καμπάνα».
    Από το βιβλίο του Νίκου Ψιλάκη “Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη”.
    http://archive.haniotika-nea.gr

  66. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Η πανώλη στα παραμύθια (συνέχεια)
    65. Οι αρχαίοι Έλληνες ήτανε κακοί, κι ο Θεός τσι ξεβαρέθηκε κι ήπεψε τον άγγελο και τως είπε: – τρεις χρόνους λίµα ή τρεις ώρες πόλεµο; Αυτοί είπανε: -τρεις χρόνους να πεινούµε δε βαστούµε. Καλλιά τρεις ώρες πόλεµο! Ετότες ήπιασε ο άγγελος το σπαθί ντου και τσι ΄κοβε ίσαµ’ απού ξετελέψανε*, τρεις ώρες. Ύστερα ήσυρε το σπαθί ντου, ήπιασε ένα πανάκι και το πάστρεψε*, κι απόι το ‘βαλε µέσα σ’ ένα γυαλάκι και το φύλαξε,ύστερα το ‘θαψε µέσα στη γη.
    Σαν πέρασε πολύς καιρός κι εξαναγίνανε πάλι οι-γι-άνθρωποι, ήτυχε κι επήε ένας άθρωπος και ήσκαφτε, και βρίσκει το γυαλί και το ξεστουµπώνει και πετάται η πανώγλα έξω και ξεκάνει τσι, κι επόµενε µόνο πού κι ένας* ζωντανός.
    ΚΡΗΤΗ, 20.αι.
    *ξετελέψανε,τελειώσανε,πεθάναν όλοι
    *το πάστρεψε, το σκούπισε
    *απόι ,ύστερα,μετά, κατόπιν
    *πού κι ένας ,αραιά και πού ένας
    Από εδώ:
    http://soc.culture.greek.narkive.com/o9SVDxcv

  67. Φθάσαν ούτω καταξεσχισμένον και καθηματωμένον το πτώμα της αθλίας Τζελίου εις την θάλασσαν, παρέλαβεν αυτό εις την λέμβον του ο υπόλοιμος (μόρτης) Νικόλαος Κουκκούλης, διά να το παραδώση εις ταφήν.
    Πέτρος Ηπίτης, Ιστορική Έκθεσις περί της εν Πόρω πανώλους.

  68. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    68.>>υπόλοιμος
    παναπεί μη ακόμη γιατρεμμένος;

    Η πανώλη στα παραμύθια (συνέχεια)
    Την περιγράφει ο Παύλος Βλαστός ως γριά πανάσχημη και μαύρη, καμπουριασμένη που κρατεί στο χέρι της σιδερένια ράβδο, που όποιον αγγίξει αρρωσταίνει . Έχει μεγάλα νύχια στα χέρια και φορεί σιδερένια παπούτσια.
    ……………………………………………………………………………………
    ….. Η πανώγλα είναι μια γρα άσχημη αξυπόλητη με μαύρα ρούχα, ανεκούκουλη με χούρδικα μαλλιά. Ελέγανε ότι απ’ όπου περάσει αφήνει τα σημάδια της στις πόρτες σαν τα μυγιοφτύσματα.
    ……………………………………………………………………………………
    Σε ποιο παλιές εποχές συνήθιζαν να ζώνουν τα χωριά σχηματίζοντας προστατευτικούς κλοιούς . Έδεναν από την πόρτα της εκκλησίας του Αγίου Χαραλάμπη ( αν δεν υπήρχε εκκλησία ξεκινούσαν από μια εικόνα του), μια κλωστή βαμβακερή . Κύκλωναν όλα τα σπίτια του χωριού και ξαναγύριζαν και έδεναν την άλλη άκρη στο ίδιο σημείο. Την άφηναν σαράντα μέρες. Την κλωστή αυτή ή την πήγαιναν στον κηροπλάστη να κάνει κεριά ή την έκαναν ύφασμα και στόλιζαν την εικόνα του Αγίου.
    http://www.kritipoliskaihoria.gr/2015/02/blog-post_346.html

  69. Corto Maltese said

    49 (Spiridione ) : Να εκφράσω και εγώ τα συγχαρητήριά μου για το άρθρο.
    Πάνω στα γεγονότα του 1854 και σε σχέση με το σχόλιο 30 (Alexis) θα ήθελα να ρωτήσω αν έχετε υπόψιν την σχετική αφήγηση του Εμμανουήλ Λυκούδη (1849 – 1925) που μας παραδίδει ο Παναγιώτης Κουνάδης. Εικάζω ότι διαφωτίζει αρκετά το ζήτημα.

    Χάριν συζητήσεως και για να συμβάλω και εγώ λίγο στην (διαδικτυακή) παρέα πληκτρολογώ ένα απόσπασμα (δεν ξέρω αν βρίσκεται κάπου πλήρες σε ψηφιακή μορφή):

    «………………………
    Περνούσε τ’ αμάξι. Η μάνα για να βγάλη τα νεκρά παιδιά της έπρεπε να περάση από την κάμαρα του πατέρα τους. Η Παναγιά τού είχε στείλει αναισθησία τη στιγμή εκείνη κι η άμοιρη η μάνα, κρατώντας στην αγκαλιά τα νεκρά βλαστάρια της, επέρασε πατώντας στα νύχια σαν κλέφτρα που γύμνωνε το σπίτι από ό,τι είχε πολύτιμο. Και οι νεκροφόροι, βλέποντάς την, της είπαν:
    -Α! Δύο είναι, κυρά; Είκοσι δραχμές θέλουμε!
    -Σιγά μιλάτε, για την αγάπη του Θεού, να μην μας ακούση ο δυστυχισμένος ο πατέρας τους!…Λυπηθείτε με…Δύο ρεγκίνες μονάχα έχω…Πάρτε τα παιδάκια μου…
    Και οι άσπλαχνοι νεκροφόροι, «οι μόρτες» τής φώναξαν:
    -Δεν τα βαλσαμώνεις καλλίτερα, κυρά;
    Μα εκείνη τη στιγμή, ο ένας απ’ αυτούς είδε τα χρυσά σκουλαρήκια της, που στην άξαφνη φουρτούνα δεν θυμήθηκε να τα βγάλη και της είπε:
    Δος μου και αυτά που έχεις στ΄αυτιά σου και συμβιβαζόμαστε.
    Έσκυψε τότε η δύστυχη μάνα χαμηλά, και σιγά – σιγά, με προσοχή, απόθεσε στο χώμα τα παιδιά της. Έβγαλε τα σκουλαρίκια της και τους τα έδωσε.
    -Και το δαχτυλίδι, κυρά!
    -Α! Την αρραβώνα μου! Πάρτε την κι αυτήν, δεν μου χρειάζεται πεια.
    ……………………….»

    Επίσης ο Κουνάδης αναφέρει πάντα για τα γεγονότα του 1854 ότι η χολέρα μεταδόθηκε από τους Αγγλογάλλους που κατέλαβαν την πρωτεύουσα. Οι κουτσαβάκηδες της εποχής τραγουδούσαν:

    «Αν σας βαστάει Φράγκοι, εβγάτε στην στεριά
    Που θα ‘βρετε της Πλάκας και του Ψυρρή παιδιά».

    (ΥΓ Αν θέλετε πληκτρολογώ και την συνέχεια της αφήγησης)

  70. Spiridione said

    68. Έχεις δίκιο, ο Ηπίτης λέει υπόλοιμος, μάλλον κατά λάθος. Ο Βίπμερ στο βιβλίο του έχει και τις δύο λέξεις: απόλοιμους λέει τους μόρτηδες και υπόλοιμους τους αρρώστους, που αυτό πρέπει να είναι το σωστό. Άλλωστε, και ο Κουμανούδης απόλοιμους τους λέει τους μόρτηδες και έχει και άλλες πηγές.

  71. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Click to access diadromes-2007.pdf

    Στη σελίδα 89,η τελευταία στήλη ολόκληρη αναφέρεται στην πανώλη της Κάντιας(Ηράκλειο) το 1592 ,χωρίς όμως μόρτες.
    Περιγράφει πως πέθαναν οι μισοί κάτοικοι,πάνω από 30.000.(Σπ.Λάμπρου-Βραχέα Χρονικά και περιοδικό «Ελληνικά» τομ.Δ’ σελ.187 «Ελληνικά» Ηistoria della peste nel regno di Candia 1592)

  72. Ιάκωβος said

    Εύγε, εύγε, μόρτικο άρθρο. Πιτσιγαμόρτης…Ποιος να το φανταζότανε.

    Ίσως, μακρυνός συγγενής του μόρτη κι ο αρχαίος μορτός, ο θνητός.

    Μία από τις πιθανές αιτίες του ξεσπάσματος του Μαύρου Θάνατου, που αναφέρεται τελευταία, είναι και η αλλαγή του κλίματος. Το ξέσπασμα της πανούκλας,συμπίπτει με το τέλος του ζεστού Μεσαίωνα και την αρχή της Μικρής εποχής των πάγων. (Δεν ήταν τόσο μικρή, τέλειωσε γύρω στα 1800.) Δεδομένου ότι η αρρώστια ενδημούσε στην Κεντρική Ασία, που είχε πάντα πιο ψυχρό κλίμα από την Ευρώπη, είναι πιθανό με κάποιο τρόπο να μέτρησε στη διάδοσή της η απότομη πτώση τη θερμοκρασίας σ’ ολόκληρο τον πλανήτη.

  73. Spiridione said

    Ευχαριστώ και εσένα Έφη.
    70. Ευχαριστώ Corto Malteze. Ναι, τα είχα διαβάσει αυτά τα άρθρα του Λυκούδη στην Κοσμόπολη πριν λίγο καιρό, αλλά τώρα βλέπω ότι δεν ανοίγουν. Είναι λίγο προβληματικό αυτό το σάιτ.
    http://www.openarchives.gr/view/296487
    Το θυμάμαι αυτό το απόσπασμα, είναι ωραίο. Μόνο που δεν θυμάμαι πουθενά να λέει «μόρτες» ο Λυκούδης, νεκροφόρους τους λέει.

  74. Ιάκωβος said

    Πίσικα μόρτε, σημαίνει τι; Μάλλον ότι τον τσίμπησε ο θάνατος, κάτι τέτοιο; Η ταραντέλα σε διάφορα μέρη λέγεται πίτσικα-πίτσικα, και τα ΄χουμε ξαναπεί, υποτίθεται οτι κάποιον τον έχει τσιμπήσει η ταραντούλα και ο χορός είναι συγχρόνως και η φαρμακεία και το φάρμακο.

    Πάντως τα αποτελέσματα της επιδημίας βουβωνικής πανώλης ήταν φοβερά και επηρέασαν την Παγκόσμια ιστορία. Η ελάττωση του πληθυσμού ήταν πρωτοφανής,σε μερικά μέρη πέθαναν τα δυο τρίτα των ανθρώπων. Αυτό οδήγησε στη έλλειψη εργατικών χεριών στα υποστατικά και τα φέουδα αλλά και τις πόλεις, άρα και στην αύξηση των μισθών και τις διεκδικήσεις, που σήμαινε ότι οι φτωχοί σηκώνανε κεφάλι. Η Αγγλία κάπως έτσι οδηγήθηκε στην Επανάσταση των Χωρικών του 1380.

    Και τα θεμέλια της Εκκλησίας από τότε άρχιζαν να τρίζουν. Δηλαδή στάσου, τόσες λειτουργίες, τόσα αυτομαστιγώματα, και θεραπευόμαστε σαν τις μύγες, τι γίνεται; Μάλλον η εκκλησία μάς δουλεύει. Ωραίες σκηνές των αυτομαστιγωνόμενων στην Εβδομη σφραγίδα:

    Και βέβαια, όπως λέει και το άρθρο, βρήκανε τους συνήθεις υπόπτους, που πάντα είναι οι Εβραίοι και τους σφάξανε ανηλεώς.

    Μένω έκπληκτος κάθε φορά που συνειδητοποιώ το πόσο πολύ διατηρούνται τα στερεότυπα μέσα στις κοινωνίες. Στο ναζιστικό προπαγανδιστικό φίλμ, ο Αιώνιος Εβραίος, ο Εβραϊσμός παρουσιάζεται σαν επιδημία και οι Εβραίοι παραλληλίζονται με ποντίκια που ήρθαν από την Ασία να μολύνουν το Λευκό Γένος. Φρίκη.
    Την ταινία φυσικά τη συνιστώ:

  75. Μόρτικα είχε κομμένα τα μαλλιά της (σαν αγοροκόριτσο η μιλιά της) η θρυλική Βαλεντίνα (1950) του Γιώργου Μητσάκη και της Μαρίκας Νίνου. 😎

  76. sarant said

    75 Aν καταλαβαίνω καλά οι pizzicamorti καθάριζαν τους νεκρούς.

    Aν και το πιτσικάρε θα πει τσιμπάω; ξύνω; κάτι τέτοιο

  77. Ναι μάλλον, εξού και πιτσικάτο.

  78. ἐξαιρετικὸ ἄρθρο!

  79. νὰ πῶ ὅτι τὴν λέξι μόρτης τὴν πρωτοθυμᾶμαι ἀπὸ τὸν στίχο τοῦ Ἐλύτη ποὺ ἀναφέρθηκε στὸ ἄρθρο (διδασκόταν τὸ ποίημα νομίζω στὴν 2α δημοτικοῦ), τὴν δὲ λέξι ἀπόλοιμος φέτος, στὸν Ματίας Ἀλμοσίνο τοῦ Ζουργοῦ.

  80. Corto Maltese said

    74 (Spiridione):

    Στο απόσπασμα αναφέρει την λέξη «μόρτες»:

    «Και οι άσπλαχνοι νεκροφόροι, «οι μόρτες» τής φώναξαν κλπ» (στην 7η σειρά όπως τυπώθηκε).

  81. sarant said

    70-81 Bάλε και τη συνέχεια της αφήγησης αν δεν είναι πολύς κόπος

  82. κουτρούφι said

    Γιατί με λένε μόρτη της χώρας τα παιδιά
    που πάω και γλεντίζω με-λαούτα και βιολιά

    Παραδοσιακός σκοπός της Σερίφου που τα τελευταία χρόνια το έχουν περιλάβει και το εκτελούν (εξ’ επαφής) οι εκπρόσωποι του νεονησιώτικου.

  83. Πέπε said

    Ενδελεχέστατη έρευνα. Μπράβο.

    Δύο παροράματα:
    Ήυρηκαν > ηύρηκαν
    ολοφυρώμεναι > ολοφυρόμεναι
    Ctrl+F

    Και μια απορία σχετικά με την τελευταία παράγραφο:

    Αν ισχύει και δεν είναι τελικά λάθος ότι στην Αθήνα, στην επιδημία της χολέρας, υπήρχαν μόρτηδες που έκαναν την ίδια δουλειά που σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις την έκαναν στην πανούκλα, μπορούμε να το θεωρήσουμε αυτό αλλαγή σημασίας; Ιατρικά μπορεί να υπάρχει μεγάλη διαφορά, αλλά εμπειρικά-βιωματικά δεν είναι σχεδόν ακριβώς το ίδιο;

  84. 78,
    Και με το παίξιμο σε στυλ πιτσικάτο έρχονται και οι πιτσικουλιές, του Χάρρυ.

  85. Corto Maltese said

    82: Το βάζω ολόκληρο. Ακολούθησα αυστηρώς την στίξη και την ορθογραφία του κειμένου.

    Περνούσε τ’ αμάξι. Η μάνα για να βγάλη τα νεκρά παιδιά της έπρεπε να περάση από την κάμαρα του πατέρα τους. Η Παναγιά τού είχε στείλει αναισθησία τη στιγμή εκείνη κι η άμοιρη η μάνα, κρατώντας στην αγκαλιά τα νεκρά βλαστάρια της, επέρασε πατώντας στα νύχια σαν κλέφτρα που γύμνωνε το σπίτι από ό,τι είχε πολύτιμο. Και οι νεκροφόροι, βλέποντάς την, της είπαν:
    -Α! Δύο είναι, κυρά; Είκοσι δραχμές θέλουμε!
    -Σιγά μιλάτε, για την αγάπη του Θεού, να μην μας ακούση ο δυστυχισμένος ο πατέρας τους!…Λυπηθείτε με…Δύο ρεγκίνες μονάχα έχω…Πάρτε τα παιδάκια μου…
    Και οι άσπλαχνοι νεκροφόροι, «οι μόρτες» τής φώναξαν:
    -Δεν τα βαλσαμώνεις καλλίτερα, κυρά;
    Μα εκείνη τη στιγμή, ο ένας απ’ αυτούς είδε τα χρυσά σκουλαρήκια της, που στην άξαφνη φουρτούνα δεν θυμήθηκε να τα βγάλη και της είπε:
    Δος μου και αυτά που έχεις στ΄αυτιά σου και συμβιβαζόμαστε.
    Έσκυψε τότε η δύστυχη μάνα χαμηλά, και σιγά – σιγά, με προσοχή, απόθεσε στο χώμα τα παιδιά της. Έβγαλε τα σκουλαρίκια της και τους τα έδωσε.
    -Και το δαχτυλίδι, κυρά!
    -Α! Την αρραβώνα μου! Πάρτε την κι αυτήν, δεν μου χρειάζεται πεια.
    -Φερ’ τα τώρα.
    Τα σήκωσε. Τάσφιξε στην αγκαλιά της, χωρίς δάκρυα στα μάτια, χωρίς να προφέρη λέξι. Εκόλλησε μονάχα βαθειά τα χείλη της στόμα, όχι για να τους φυσήξη ζωή, αλλά για να ρουφήξη απ’ αυτά το θάνατο…Τότε άξαφνα, έβγαλε μια σπαραχτική φωνή, τόσο σπαραχτική που κι αυτοί οι νεκροφόροι ανατρίχιασαν. Όχι, δεν εγελάστηκε. Τα δυο παιδιά μ’ έναν ξαφνικό αναστεναγμό εσφίχθηκαν στην αγκαλιά της! Ζούσαν! Ζωντανά λοιπόν έστελνε τα παιδιά της στον ασβέστη; Κι εκείνα ετραντάζοντο και την έσφιγγαν περισσότερο, σαν να ήθελαν να πνίξουν τη μάνα που διώχνει τα παιδιά της…Τότε κατέβηκαν από τ’ αμάξι οι νεκροφόροι. Τα τράβηξαν από τη μητρική αγκαλιά κι’ ένας απ’ αυτούς με πονόψυχο που δεν μπορούσε κανείς να περιμένη απ’ αυτόν, της είπε:
    -Σώπα δυστυχισμένη γυναίκα. Τα παιδιά σου είνε πεθαμένα για καλά.
    Μόνο την έχει αυτή τη χάρη η χολέρα, ν’ αφήνη τους σπασμούς της ώρες πολλές ύστερ’ απ’ το ξεψύχισμα. Ρώτα εμάς που τα βλέπουμε αυτά κάθε μέρα.
    Την άλλη μέρα, όταν το ίδιο αμάξι εσήκωνε το ανδρόγυνο με τον έρανο της γειτονιάς, ο ένας απ’ αυτούς έκανε αυτή τη σωστή παρατήρησι:
    -Αν δεν της παίρναμε χτες στολίδια, ίσως μ’ αυτά θάθελαν να μας πληρώσουν σήμερα οι γειτόνοι.

    Τέτοια επεισόδια φρίκης θα μπορούσαμε να διηγηθούμε πολλά, σελίδες ολόκληρες. Γιατί σε κάθε Αθηναϊκό σπίτι γράφτηκε και μία ή περισσότερες τραγωδίες… Υπολογίζονται σε 5000 οι νεκροί του τρομερού 1854. Δυο μήνες κράτησε η Επιδημία και σβύστηκε στ’ αγύριστο, αφού θέρισε το δυστυχισμένο λαό των δύο πόλεων και βούτηξε στα μαύρα εκείνους που γλύτωσαν.

  86. sarant said

    86 Ευχαριστούμε!

    84 Έγιναν οι διορθώσεις, μερσί!

  87. Corto Maltese said

    Σας μεταφέρω και το σχόλιο του Κουνάδη για το παραπάνω κείμενο:

    «Δεν γνωρίζουμε τι απέγιναν τα «κοράκια», οι μόρτες του 1854, πόσοι έζησαν και πόσοι από αυτούς θάφτηκαν στον ασβέστη.
    Αυτό που έμεινε βέβαια ήταν το θάρρος και η τόλμη τους να αναλάβουν την ταφή των θυμάτων της χολέρας, ακόμα και να το κίνητρο ήταν η βάρβαρη κερδοσκοπία πάνω στον πόνο του θανάτου.
    Γι’ αυτό και στην πορεία ο μόρτης έγινε συνώνυμο του θαρραλέου και του τολμηρού».

    Ό,τι άλλο κείμενο έχω και θέλετε να το πληκτρολογήσω, στην διάθεσή σας.

  88. Spiridione said

    84. Ευχαριστώ.
    Να το εξηγήσω λίγο καλύτερα: Δεν αρνούμαι ότι το 1854 μπορεί να χρησιμοποιήθηκε η λέξη μόρτης με την παλιά σημασία γι’ αυτούς που έθαβαν τους νεκρούς. Απλά δεν είναι ακριβές ότι έγινε τότε αυτό για πρώτη φορά, (καθώς και ότι προέρχεται από το γαλλικό μορτ). Αλλά και δεν αποδεικνύει από μόνο του αυτό ότι άλλαξε η σημασία της λέξης τότε. Ενδεχομένως να συνέβαλε στην αλλαγή της σημασίας της, αλλά θεωρώ εξίσου πιθανό να είχε γίνει στη Σμύρνη ή την Κωνσταντινούπολη που οι επιδημίες και οι μόρτηδες ήταν μέρος της καθημερινότητας και όχι ένα μεμονωμένο γεγονός.
    88. Αυτό το απόσπασμα, καθώς και άλλα του Λυκούδη, τα είχα διαβάσει από το πρωτότυπο και ήθελα να τα βάλω στο τέλος του άρθρου γιατί μου άρεσαν, αλλά σκέφτηκα ότι θα μεγάλωνε πολύ. Μάλιστα, σε άλλο σημείο λέει ότι έπιναν τσίπουρα στα κάρα τους, ότι κλωτσούσαν τους ετοιμοθάνατους για να πεθάνουν κ.α.. Είμαι 90% σίγουρος ότι δεν χρησιμοποιεί τη λέξη μόρτης, γι’ αυτό λέω μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος στην αναδημοσίευση από τον Κουνάδη.

  89. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Λαυρέντης Μαχαιρίτσας-Ισαάκ Σούσης/Έλα ψυχούλα μου
    Είσαι τόσο αστείο μορτάκι
    σου φιλάω και το δαχτυλάκι

    Ζαμπέτας/Βουγιουκλάκη
    Σήκω χόρεψε συρτάκι με τρελή διπλοπενιά
    χόρεψέ το σαν μορτάκι να βουίξει η γειτονιά

  90. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Καταπληκτικό άρθρο Νικοκύρη, έμαθα τόσα καινούρια πράγματα από το άρθρο, αλλά κι από αρκετά σχόλια. Spiridione τα ταπεινά μου συγχαρητήρια, πολύ όμορφη εργασία.

  91. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    70.86. Συγκλονιστικό κείμενο.

    http://staxtes.com/2003/?p=6059
    Ηλίας Πετρόπουλος/Ρεμπετολογία:
    Ήδη στην Σμύρνη του 1900, κάποτε-κάποτε, οι μόρτηδες έβγαζαν την γραβάτα και την έκρυβαν κάτω από το σακάκι στον δεξή ώμο, για να μην τους κακοχαρακτηρίσουν τα φιλαράκια σαν λιμοκοντόρους.

  92. Γς said

    85:

    Κι η Pizzicato Polka>Pizzicato Polka

    Κι εδώ

  93. Spiridione said

    Corto Malteze, το βρήκα το κείμενο του Λυκούδη όπως είχε πρωτοδημοσιευθεί στην Εστία το 1893 σε συνέχειες. Έχει διαφορές με το κείμενο που έβαλες, και, όπως θυμόμουν, δεν λέει για μόρτη.
    http://pleias.lis.upatras.gr/index.php/estia/article/view/77573/69921
    Γράφει ο Κουνάδης πού είναι δημοσιευμένο το κείμενο αυτό του Λυκούδη; Γιατί και σε μια συλλογή διηγημάτων που το περιέλαβε ο Λυκούδης το 1921 την ίδια μορφή έχει με την Εστία.
    http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?filename=%2Fvar%2Fwww%2Fanemi-portal%2Fmetadata%2F5%2F0%2F6%2Fattached-metadata-4d71aed1e3a06683fcd87465d3c8bcbd_1273051212%2F88818_w.pdf&rec=%2Fmetadata%2F5%2F0%2F6%2Fmetadata-4d71aed1e3a06683fcd87465d3c8bcbd_1273051212.tkl&do=88818_w.pdf&width=841&height=595&pagestart=1&maxpage=105&lang=en&pageno=37&pagenotop=37&pagenobottom=1
    (σελ. 37)

  94. cronopiusa said

    Και πάλι ευχαριστούμε Spiridione και Corto Maltese

  95. nestanaios said

    Πειστική η ιστορική διαδρομή των λέξεων μόρτης και μόρτηδες αλλά η ιστορία δεν είναι ετυμολογία.
    Ο Προμηθεύς του Αισχύλου απαντά σε επικείμενη ερώτηση· «βροτούς γ’ἔπαυσα μή προδέρκεσθαι μόρον.»
    Και εγώ ερωτώ· υπάρχει περίπτωση η δύση και η ανατολή να το έχει πάρει από εδώ;

    Η ετυμολογία δρα αυτόνομα και όπως έλεγαν παλαιοί μελετηταί η ετυμολογία τρόπον τινά διαίρεσιν των λέξεων απεργάζεται.
    Για να ετυμολογήσουμε την λέξη «μόρτης», πρέπει κατ’αρχάς να αποκαλύψουμε το θέμα της λέξεως. Εδώ δεν είναι εύκολο.
    Στην ονομαστική ενική, φαίνεται ότι το θέμα είναι «μορτ» και η πτωτική κατάληξη είναι «ης» αλλά ο πληθυντικός μας το αλλάζει.
    Ο πληθυντικός μας δίδει ως θέμα το «μορτηδ» και η διαφορά είναι μεγάλη. Στη μία περίπτωση έχουμε δισύλλαβο θέμα και στην άλλη
    μονοσύλλαβο.

    Θεωρώ ότι ο πληθυντικός είναι πιο πειστικός αλλά η συλλαβή «ηδ» θα έπρεπε να διαιρεθεί. Εγώ δεν νομίζω ότι πρέπει να διαιρεθεί
    επειδή δεν είναι «ηδ» αλλά «ιδ». Η «ηδ» σε αυτή εδώ την περίπτωση, δεν έχει κανμία σημασία.

    Η έννοια της «μορτ» συλλαβής είναι ενδίδω (τ) σε χρόνο οριστικό (ρ) το πνεύμα μου (ο) στο στοιχείο «μ» που είναι το στοιχείο της φυσικής συστολής με όλες τις
    συνεκδοχικές σημασίες αυτού συμπεριλαμβανομένης και της μεγάλης σμίκρυνσης. (η ετυμολογία διαβάζει από τα τα δεξιά προς τα αριστερά).
    Μορτ _ιδ. Επιτεταμένη μεταφορά (ιδ) μορτ-ων.

    Συμφωνώ με την ιστορία αλλά μέσα από την ετυμολογία και με δεδομένο ότι η λέξη γράφεται με «ι».

    Ενικός
    Ονομαστική μόρτις από το θέμα «μορτιδ» και την πτωτική κατάληξη «ς». αποβάλλεται το «δ» προ του ς και έχουμε «μορτις». Θα μπορούσε να είναι «μορτιζ». Το ζ ενσωματώνει το «δ» και το «ς».
    Γενική μόρτιδ-ος.

    Πληθυντικός.
    Ονομαστική μόρτιδ – ες.
    Γενική μόρτιδ – ων.

  96. spatholouro said

    Θερμά συγχαρητήρια για την εργασία! Ό,τι καλύτερο και πληρέστερο έχω διαβάσει ποτέ για το θέμα.

    Να διακινδυνεύσω μια επιφύλαξη; Μας λέει το κείμενο: «Σε πολλούς δίσκους που είχαν κυκλοφορήσει προπολεμικά είχε χρησιμοποιηθεί η ένδειξη «μόρτικο» (τραγούδι ή χορός), εμπλέκεται δηλαδή και η μουσική βιομηχανία στη διαμόρφωση της σημασίας της, όπως είχε συμβεί και με τη λέξη ρεμπέτικο»

    Αυτό είχε διακριβωθεί μέσα από τα αναγραφόμενα στις ετικέτες των πρωτότυπων δίσκων; Ρωτώ, γιατί όσο έχω ψάξει ο ίδιος, 1 ή άντε 2 φορές να έχω συναντήσει την ένδειξη «μόρτικο» σε ετικέτα δίσκου… οπότε μου προκύπτει μια ανησυχητική υποψία (που ελπίζω να διαψευσθεί!): εάν η πληροφορία αυτή αντλήθηκε από τη δισκογραφική δουλειά-καταγραφή του Διονύση Μανιάτη, οι χαρακτηρισμοί περί είδους τραγουδιού και χορών ανήκουν δυστυχώς στον ίδιο τον Μανιάτη και όχι στις ετικέτες των δίσκων. Πράγματι, έτσι βρίσκει κανείς πολλές ενδείξεις «μόρτικο»…

  97. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    97 Χαίρομαι που βρίσκεις καλό το άρθρο. Για τη δισκογραφία, θα απαντήσει ο Spiridione υποθέτω

    94 Δηλαδή το «οι μόρτες» λες να είναι μεταγενέστερη προσθήκη; Και εδώ που τα λέμε, την εποχή εκείνη (απ’ όσο είδα) γράφανε «μόρτιδες/μόρτηδες» όχι «μόρτες».

  98. voulagx said

    Μορτης και χασισοποτης: https://www.youtube.com/watch?v=fbt16xg1gMA

  99. Corto Maltese said

    94 και 98: Δεσμεύομαι το βράδυ να το κοιτάξω. Δεν είμαι σίγουρος αν παραπέμπει σε συγκεκριμένη πηγή. Πάντως το πληκτρολόγησα ακριβώς όπως το είχε ο Κουνάδης (με εισαγωγικά: «οι μόρτες»).
    Για την παρατήρηση του 97 σχολίου συμφωνώ. Μάλλον είναι λάθος του (λίαν αξιόλογου κατά τα άλλα) Μανιάτη. Νομίζω ότι δεν πολυσυνηθιζόταν τέτοιος προσδιορισμός των τραγουδιών στις ετικέτες. Από μνήμης θυμάμαι τις ενδείξεις ρεμπέτικον, αρχοντορεμπέτικον και πολλούς προσδιορισμούς ως προς τον ρυθμό (απτάλικον, συρτός κλπ).

    (Επίσης χωρίς να έχει μεγάλη σημασία για την ουσία του ωραιοτάτου κειμένου του Spiridione, να κρατήσουμε μία επιφύλαξη για την πατρότητα του τραγουδιού «φιγουρατζής»)

  100. Spiridione said

    97. Ευχαριστώ πολύ.
    97, 100. Δεκτές οι επιφυλάξεις, ομολογώ ότι δεν το έψαξα πολύ το συγκεκριμένο θέμα, μάλλον έχετε δίκιο.

  101. Ιάκωβος said

    77,78
    Τσιμπάω, pincer, κλπ.

    Ψάχνοντας βιαστικά, βρήκα ότι στα Ιταλικά τους νεκροθάφτες τους beccamorti και beccare σημαίνει επίσης τσιμπάω, ραμφίζω αλλά και μαζεύω. Ισως μαζεύω με το γάντζο, όπως ίσως έκαναν με τους νεκρούς.

    http://www.dizionario.org/d/?pageurl=beccamorto

    Εκτός από εδώ http://www.urbandictionary.com/define.php?term=beccamorto βρήκα κι αλλού την ιστορία ότι το όνομα βγήκε από την εποχή της πανούκλας, όταν οι επιφορτισμένοι με το καθήκον της μεταφοράς των πτωμάτων, τους τσιμπούσαν ή τους δάγκωναν δυνατά, συνήθως στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, για να δουν αν ζούνε. Φαίνεται σαν αστικός μύθος, αλλά ποιος ξέρει…

  102. Ιάκωβος said

    Οι γιατροί και «γιατροί» σε περίοδο πανούκλας ντυνόντουσαν και σαν κοράκια. Στο ράμφος έβαζαν διάφορα αρωματικά και ματζούνια να προφυλαχτούν από την ασθένεια και τη μπόχα.

    Η εκδοχή πάιθονς :

  103. Spiridione said

    Ωραία Ιάκωβε. Να βάλουμε και μια εικόνα πιτσικαμόρτου. Αυτό που κρατά δεν ξέρω τι είναι.

    http://www.istitutodatini.it/biblio/images/it/casanat/l_11-117/dida/137v.htm

  104. Θα μπορούσε να είναι κάτι για να τσιμπά τους μισοπεθαμένους, όπως γράφει ο Ιάκωβος παραπάνω; Ή ίσως αναμμένα κεριά, για τον ίδιο λόγο;

  105. Spiridione said

    Μπορεί να είναι κεριά, γιατί στο άρθρο που έβαλε ο Γρηγόρης λέει ότι στην Ευρώπη τους έδιναν να οδηγίες να μαζεύουν τα πτώματα το βράδυ για να μην έρχονται σε επαφή με τους ανθρώπους και να μην προκαλούν φόβο. Στη Βενετία, όμως, λέει … it became necessary to do the reverse – so that the light «should bear witness to any wickedness or cunning tricks of the pizzicamorti».

  106. Corto Maltese said

    94 (Spiridione): Η παραπομπή του Κουνάδη για την προέλευση του κειμένου του Λυκούδη:

    Περ. Μπουκέτο, τ. 26.9.1926, σελ.755

    Η σχετική μελέτη του Παναγιώτη Κουνάδη βρίσκεται στο τέταρτο άλμπουμ (βιβλίο και CD) της σειράς:
    «Τα ρεμπέτικα – ένα ταξίδι στο λαϊκό αστικό τραγούδι των Ελλήνων»
    έκδοση της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ (2010).

    Το κεφάλαιο για την χολέρα συνοδεύεται και από σκίτσο με πεθαμενατζήδες και κάρο, σε τεχνοτροπία του μεσοπολέμου.

    (Αν το θέλετε και δεν μπορείτε να το βρείτε αλλού, ευχαρίστως σας το στέλνω με κάποιον τρόπο.)

  107. sarant said

    107 Εχω το Μπουκέτο (υπάρχει και ονλάιν στο pleias
    http://pleias.lis.upatras.gr/index.php/mpouketo/article/view/96715/88896 )
    και προκύπτει ότι η επεξήγηση («οι μόρτες») έγινε από το Μπουκέτο ή τουλάχιστον δεν έγινε από τον Κουνάδη.

    Ίσως βέβαια ο συντάκτης του Μπουκέτου να είχε κάποια μεταγενέστερη έκδοση των κειμένων του Λυκούδη.

  108. Η εικόνα 103α του Ιάκωβου εξελίχθηκε σε αμφίεση στο σύγχρονο καρναβάλι της Βενετίας. Αν ήξεραν οι καρναβαλιστές που την φοράνε, θα τους κοβόταν το κέφι.

  109. Corto Maltese said

    108: Σωστός θησαυρός το pleias! Πάρα πολύ ενδιαφέρον!
    Τέλος πάντων δεν νομίζω ότι προκύπτει καμία αντίφαση μεταξύ της ανάλυσης του Spiridione αφενός, των αναφορών για το 1854 αφετέρου. Η λέξη μόρτης οπωσδήποτε προϋπήρχε και πιθανότατα συνέχιζε να χρησιμοποιείται και σε νεώτερα χρόνια με την αρχική της σημασία, ώστε στην Αθήνα του 1926 (τεύχος Μπουκέτου) κάποιοι να θυμούνται την προέλευσή της.

    Για την χρήση της λέξης ως χαρακτηρισμό συλλήβδην των ανθρώπων του υποκόσμου, ας θυμηθούμε ότι «επαγγελματική» καταγωγή έχουν και οι λέξεις παλληκάρι, λεβέντης, μάγκας και μοσχομάγκας, ασίκης και μπουλασίκης, αλλά και ντερβίσης υπό μίαν έννοια.

  110. Μιχάλη Νικολάου (58), τα αντιβιοτικά θεραπεύουν τις αρρώστιες μικροβιακής αιτιολογίας, δεν νομίζω όμως πως μπορούν να εξαλείψουν οξείες αρρώστιες, όταν μάλιστα ο κύριος ξενιστής του παθογόνου παράγοντα είναι ζώο, όπως στην περίπτωση της πανούκλας. Χρόνιες αρρώστιες, και μάλιστα αυτές που μεταδίδονται απευθείας από άνθρωπο σε άνθρωπο, όπως η φυματίωση και η σύφιλη, ναι, από αυτές τα αντιβιοτικά μας έσωσαν, και δυστυχώς γι΄αυτό υπάρχει, όπως λες, φόβος να τις ξαναδούμε… δριμύτερες. Αλλά τις οξείες αρρώστιες μόνον ο εμβολιασμός, όπου υπάρχει, και η υγιεινή (για τη χολέρα π.χ. η χλωρίωση του νερού) μπορούν να τις αντιμετωπίσουν ριζικά, και γι΄ αυτό εξέφρασα απορία για την πανούκλα, αφού ούτε εμβολιασμός γίνεται (δόξα τω Θεώ, δεν χρειάζεται) ούτε έχουν εξαλειφθεί ποντίκια και ψύλλοι. Μάλιστα ενδημεί π.χ. και σήμερα στα τρωκτικά στις δυτικές ΗΠΑ, προκαλώντας και σποραδικά κρούσματα σε ανθρώπους, όχι όμως επιδημίες.

  111. Spiridione said

    Corto Malteze ευχαριστώ. Συμφωνώ με αυτά που λες.

  112. 111, Εύλογο το ερώτημα, αλλά οι λίγες γνώσεις μου είναι κυρίως για την χρήση αντιβιοτικών, και δεν είναι αρκετές – κάποιος από επιδημιολογία μάλλον θα γνωρίζει.

    Στα σύντομα, πάντως, βλέπω εδώ κι εδώ*, πως ό,τι – λίγα – κρούσματα παρουσιάστηκαν πρόσφατα, ήταν μάλλον σε αγροτικές περιοχές. Οπότε πιθανόν η θεαματική εξάπλωση της αστυφιλίας, σε συνδυασμό με την σχετικά εύκολη θεραπεία σε περιορισμένη κλίμακα με αντιβιοτικά, να έπαιξε ρόλο.

    __________
    * όπου αναφέρει «Plague vaccines are in development but are not expected to be commercially available in the immediate future.»

  113. Γιώργος Δημητρακόπουλος said

    Χαιρετώ την όμορφη παρέα που με συντροφεύει τα 4+ τελευταία χρόνια με τα τόσο ενδιαφέροντα άρθρα του Νικοκύρη αλλά και τα πλούσια σχόλια των φίλων του ιστολογίου. Πρώτη φορά καταθέτω σχόλιο και δεν είναι δικό μου. Προέρχεται από φίλο φιλόλογο και μια εργασία του για την προέλευση του όρου «μορ». Μορ είναι ο 4ος παίκτης του Μπριτζ όπως θα ‘χετε συναντήσει στα σταυρόλεξα κι αν θέλετε να μάθετε για το μπριτζ, ρωτήστε τον Νικοκύρη, ξέρει κι απ’ αυτό! 🙂
    Η λέξη είναι γαλλική (mort) και σημαίνει «νεκρός». Προέρχεται από το λατινικό mors (γεν. mortis) = (θάνατος). Της ίδιας ρίζας είναι και το ρήμα morior (= πεθαίνω), καθώς και το επίθετο mortuus (= νεκρός). Από τα Λατινικά πέρασε στα Γαλλικά , στα Ιταλικά (morto = νεκρός), στα Αγγλικά (murder = φόνος), στα Γερμανικά (mord = φόνος) και σε άλλες λατινογενείς γλώσσες (π.χ. salto mortale = θανάσιμο πήδημα, στα μεξικάνικα). Από τα Λατινικά επίσης, προέρχονται και οι ελληνικές λέξεις μόρτης, μόρτισσα, μόρτικος, μόρτικα, μορτάκι, μορταρία. Συγκεκριμένα, από την ιταλική beccamorto (= τυμβωρύχος), με παράλειψη του πρώτου συνθετικού.
    Στην αρχαία ελληνική υπάρχει η λέξη μορτός (σε απόσπασμα του επικού ποιητή Καλλίμαχου) που σημαίνει νεκρός. Παράγεται από το θέμα μερ -, με ετεροίωση (πρβλ. λέγω => λόγος, τρέχω => τροχός). Του ίδιου ετύμου είναι και οι λέξεις μέρος, μόρος, επίμορτος, μείρομαι, ειμαρμένη, μοίρα (από μορ-jα). Η λέξη μοίρα είναι μέση λέξη (media vox), με διττή δηλαδή σημασία (όπως η λέξη τύχη = καλή ή κακή τύχη). Έτσι η κακή μοίρα ισοδυναμούσε με το θάνατο. Στον Όμηρο μάλιστα (αλλά και στον Ηρόδοτο) συναντάται το επίθετο μόρσιμος, που σημαίνει «προορισμένος από τη μοίρα» (π.χ. μόρσιμον ήμαρ = η ημέρα του ολέθρου).
    Από τη ρίζα μορ- παράγεται και η λέξη βροτός. Πιο συγκεκριμένα, από το θέμα μρο και την παραγωγική κατάληξη –τος, που κρύβει τη σημασία του «είναι δυνατόν», αφού αναπτύχθηκε χάριν ευφωνίας το χειλικό σύμφωνο β ανάμεσα στο ένρινο μ και το υγρό ρ και , στη συνέχεια, με αποβολή του αρχικού μ προ του β. Δηλαδή, από μορ + τος => μρο + τος => μβροτός => βροτός (πρβλ. γαμ-ρος => γαμβρός, γαμπρός / μέση ημέρα => μεσημβρία / μλ – από το μαλ-ακος – + ενjα => μλέννα => μβλέννα =>βλέννα). Η λέξη βροτός σημαίνει θνητός, που είναι δηλαδή δυνατόν να πεθάνει. Αντίθετό του, το άμβροτος = αθάνατος, αυτός που δεν είναι δυνατόν να πεθάνει. Γι΄ αυτό, άλλωστε, οι αθάνατοι θεοί του Ολύμπου έτρωγαν αμβροσία. (Μπορεί κάποιος να προσέξει σ΄ αυτή τη λέξη πως δεν αποβάλλεται το μ προ του β, αφού το μ δεν είναι αρχικό σύμφωνο).

  114. sarant said

    114 Νάσαι καλα, αγαπητέ! Πώς τον λένε τον μορ στην αργκό οι δικοί μας; μόρτο ή μόρτη;

  115. Γιώργος Δημητρακόπουλος said

    Μόρτο!

  116. Ώρα καλή. Αντρέας Μόρτος, Σαμιώτης, είχε το σινεμά του Αγίου Κηρύκου στην Ικαρία. ‘Έπαιζε πάντα πολύ καλές, ψαγμένες, ταινίες. Πέθανε πριν λίγα χρόνια. Ας τον θυμηθούμε για τις μεταμεσονύχτιες προβολές που έκανε στους μόρτηδες μαθητές, με τις ακατάλληλες ταινίες της εποχής του 1960.

  117. sarant said

    116 Κι εγώ έτσι το θυμάμαι, μερσί!

    117 Συνωνυμία 🙂

  118. Κ.Καραποτόσογλου said

    Κ. Καραποτόσογλου «Μόρτης»

    Ὁ Ἐμμ. Κριαρᾶς, Λεξικὸ τῆς μεσαιωνικῆς ἑλληνικῆς δημώδους γραμματείας, δὲν ἔχει αποθησαυρίσει τὴ λ. μόρτης, ἀλλὰ ὁ Du Cange, Graecitatis, 1688, Appendix 135, καταχωρίζει τὴ λ. ἀπὸ τὸ χφ λεξικὸ τοῦ Εὐδήμου, καθὼς ἀναφέρει:«μόρτης, Mors. Eudemus in Lexico MS. μόρτης ὁ θάνατος», ἐνῶ ὁ Ν. Ἀνδριώτης «Εὔδημος», Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία 11, 712α, μᾶς πληροφορεῖ: « Εὔδημος. Ρήτωρ, ἀκμάσας κατὰ πᾶσαν πιθανότητα τὸν Δ΄ μ. Χ αἰῶνα, ἀναφέρεται δὲ ὑπὸ τοῦ Σουΐδα καὶ τῆς Εὐδοκίας ὡς συγγραφεὺς λεξικοῦ ὑπὸ τὸν τίτλον “Εὐδήμου ρήτορος λέξεων χρησίμων συναγωγή, αἷς μάλιστα κέχρηνται ρήτορες καὶ τῶν συγγραφέων οἱ λογιώτατοι”. Τὸ λεξικὸν τοῦτο διεσώθη εἰς κώδικας τῶν Παρισίων, τῆς Φλωρεντίας καὶ τῆς Βιέννης, θεωρεῖται δὲ ὑπὸ τοῦ Schmidt ὄχι ὡς γνήσιον ἔργον τοῦ Εὐδήμου, ἀλλὰ ὡς ἀπάνθισμα τοῦ λεξικοῦ του, πλουτισθὲν καὶ συμπληρωθὲν ὑπὸ μεταγενεστέρων», ἐνῶ γίνεται κατανοητὸ ὅτι ἡ λ. χρονολογεῖται ἀρκετὰ παλαιότερα ἀπὸ τὸν δέκατο ἕβδομο αἰώνα.
    Ὁ Ἐμμ. Κριαρᾶς, ΛΜΕΔΓ 7, 77-78· 14, 284, λημματογραφεῖ τὶς λ.:«θανατικὸν τό…Θανατηφόρα ἐπιδημία: Ἀρρωστημένοι καὶ καλοί…τὸ θανατικὸ πολλοὶ τὸ κολληθῆκαν Τζάνε, Κρητ. Πόλ. 20628· ἦλθεν ἕναν θανατικὸν εἰς τὴν Λευκωσίαν… καὶ ἐποῖκεν πολλὺν θάνατον Μαχ. 6828», «θάνατος ὁ. 1α) θάνατος…2) Ἐπιδημία, “θανατικό”:Τῷ αὐτῷ ἔτει…ἐκίνησεν ὁ αἰφνίδιος θάνατος τοῦ βουβῶνος καὶ ἐκράτησεν τὸν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ὅλον Πανάρ. 749· Μετὰ δὲ τὴν πληγὴν ἐκ τῆς δυσωδίας τῶν καυθέντων ἀλόγων ζώων καὶ ἀνθρώπων γέγονε καὶ αἰφνίδιος θάνατος Πανάρ. 6610», καθὼς καὶ τὴ λ.: «πανούκλα, ἡ…Ἡ ἀσθένεια 1) Ἡ ἀσθένεια πανώλης, πανούκλα…εἰσὲ ὀλίγες ἡμέρες ἄναψε ἡ πανούκλα τὸ θανατικὸ Χρον. Σουλτ. Προσθ. 603».
    Οἱ λ.: θανατικό(ν), θάνατος προσδιορίζουν τὴν πανώλη, τὴν πανούκλα, καὶ πιθανότατα τὴ “βουβωνικὴ πανώλη”, καθὼς διαβάζουμε παραπάνω: «Τῷ αὐτῷ ἔτει…ἐκίνησεν ὁ αἰφνίδιος θάνατος τοῦ βουβῶνος Πανάρ. 6610»· ὁ Δημοσθ. Χαβιαρᾶς, «Μελέται περὶ τῆς νήσου Σύμης», Βυζαντινὰ Χρονικὰ Πετρούπολης 12 (1906) 175, γράφει: «Ὁ φόρος τῆς νήσου, ὅστις ἐν ἔτει 1309 ἐπεκλήθη le mortuaire, ἀντικατέστη ἐν ἔτει 1352 ὑπὸ ἐτησίου φόρου, συνισταμένου εἰς 500 ἄσπρα, ὑπὸ τὸν ὅρον ὅπως ἡ περιουσία τῶν καλογήρων τῆς νήσου μετὰ θάνατον αὐτῶν περιέρχηται εἰς τὸ τάγμα τῶν Ἱπποτῶν», ἐνῶ παρατηρεῖ τὰ ἀκόλουθα γιὰ τὴ λ. mortuaire: «Ἡ πανώλης, ἥτις κατὰ τὸν μεσαίωνα ἐνέσκηπτε συχνὰ καὶ καταστροφὰς μεγίστας ἐπέφερεν, ἐλέγετο θανατικόν· ὁ δὲ προσβληθεὶς ὑπὸ τῆς πανώλους καὶ ἐπιζήσας ἤτοι σωθεὶς ἐλέγετο μόρτης· θὰ ἦτο ἆρά γε τολμηρὰ ἡ ὑπόθεσις ὅτι ὁ φόρος mortuaire εἶχε σχέση τινὰ πρὸς τὴν πανώλην;».
    Ὁ Παναγ. Κουσαθανᾶς, Χρηστικὸ Λεξικὸ τοῦ ἰδιώματος τῆς Μυκόνου, Ἡράκλειο 1996, σ. 108, ἀναφέρει: «μόρτης, ὁ, 1. θάνατος· 2. αὐτὸς ποὺ διέφυγε τὸ θάνατο ἢ ἔχει ἐπιζήσει ἀπὸ ἐπιδημία· (ὁ πειρατὴς Μανώλης Μερμελέχας ἔγινε νεκροθάφτης τὴν περίοδο τῆς μεγάλης χολέρας τὸ 1854, γιατὶ ἦταν μόρτης ἐν τούτοις τὴ δεύτερη αὐτὴ φορὰ δὲν ἐγλίτωσε)· 3.(κν.) μάγκας, ἀλήτης».
    Ἡ μεσαιωνικὴ λ. μόρτης = θάνατος = πανώλης, πανούκλα, καὶ κατ’ ἐπέκταση αὐτὸς ποὺ διέφυγε τὸ θάνατο ἢ ἐπέζησε ἀπὸ πανούκλα, δηλαδὴ ἔχει ἀναπτύξει ἕνα εἶδος ἀνοσίας καὶ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν περισυλλογὴ καὶ τὴν ταφὴ τῶν νεκρῶν, προέρχεται ἀπὸ τὸ μεσαιωνικὸ λατινικὸ mors, mortis = θάνατος· plague ( = πανούκλα). J. F. Niermeyer, Mediae latinitatis lexicon minus, σ. 706, σημ. 3· ἡ παραγωγὴ τῆς λ. ἀπὸ τὸ beccamorti, portamòrti, infossamorti, pizzamòrti, pigegamórti = becchino = νεκροθάπτης, παρουσιάζει ἀδυναμίες.
    Ὁ Χρ. Παπαχριστοδούλου, Λεξικὸ τῶν ροδίτικων ἰδιωμάτων, Ἀθήνα 1986, σ. 379, μᾶς πληροφορεῖ: «μόρτης, ὁ = ἐρωτόληπτος, ἐρωτομανής, “πρὲ μόρτη”, μὲ χαϊδ. τρόπο»· ὁ Κ. Α. Παπαχρίστος, «Νεοελληνικὰ ἐτυμολογικά», Βυζαντινὰ 8 (1976) 326, ἀναφέρει: «μόρτης, ὁ: ἀναιδής, γυναικοθήρας, “μουρντάρης”…Ἀλλὰ ἀντὶ νὰ ἀναζητηθῆ ἡ ἐτυμολογία τῆς λέξης στὸ ἰταλ. beccamorti, ποὺ ἡ σημασία του εἶναι τόσο διάφορη ἀπὸ αὐτὴ τοῦ νεοελληνικοῦ μόρτης, ἀφοῦ ἀπαντᾶται τὸ ἰταλικὸ morto στὴ σημασία: “ποθοπλανταγμένος”· στὸ Veneroni, Dictionnaire Italien et François, Venise 1731, σ. 301: “morto, qui meurt d’amour”», πρβλ. τὸ ἰταλ. essere morto (o mezzo morto)) fare il morto di, con, per o dietro a qualcuno: esserne ardentemente innamorato. Battaglia 10.972a.
    Ἡ ρωσσικὴ λ. мόртус “Wärter für Pestkranke” ἴσως προέρχεται ἀπὸ τὸ λατινικὸ mortuus, ἐνῶ τὸ πιθανὸτερο εἶναι νὰ παράγεται ἀπὸ τὸ μεσαιωνικὸ-νεοελληνικὸ μόρτης. Max Vasmer, Ἐτυμολογικὸ Λεξικὸ Ρωσσικῆς, τ.2, σ. 161.

    Ἡ μελέτη τοῦ Spiridione φωτίζει πολλὰ σημεῖα τοῦ θέματος.

    Κ. Καραποτόσογλου

  119. sarant said

    119 Ευχαριστούμε πολύ κύριε Καραποτόσογλου. Πολύ ενδιαφέρον!

  120. Spiridione said

    Ευχαριστώ πολύ κύριε Καραποτόσογλου, τώρα το είδα το σχόλιο. Ενδιαφέροντα πράγματα όντως, και αυτό με τον πειρατή Μερμελέχα δεν το ήξερα.

  121. Spiridione said

    Το σχετικό λήμμα στο Λεξικό του Βάσμερ
    http://starling.rinet.ru/cgi-bin/response.cgi?root=%2Fusr%2Flocal%2Fshare%2Fstarling%2Fmorpho&morpho=1&basename=morpho%5Cvasmer%5Cvasmer&first=1&off=&text_word=%D0%BC%CF%8C%D1%80%D1%82%D1%83%D1%81&method_word=substring&ic_word=on&text_general=&method_general=substring&ic_general=on&text_origin=&method_origin=substring&ic_origin=on&text_trubachev=&method_trubachev=substring&ic_trubachev=on&text_editorial=&method_editorial=substring&ic_editorial=on&text_pages=&method_pages=substring&ic_pages=on&text_any=&method_any=substring&sort=word&ic_any=on
    Μια πρόχειρη μετάφραση με το γκουγκλομεταφραστήρι στα αγγλικά
    мо́ртус: serving the plague patients.» Poss., From Lat. mortuus, (Baudouin de Courtenay Dahl II, 911). Artwork from nov.-Greek. μόρτης «gravedigger» (Mi. EW 202; Matsenauer. LF 10, 333) is doubtful because nov.-Greek. word attested only in Crete. Borrow. of rum. (see. G. Meyer, Ngr. Stud. 4, 53; Fasmer. Gr.-sl. fl. 129)
    Έχει και λήμμα στο ρωσική βικιπαίδεια
    https://ru.wikipedia.org/wiki/%D0%9C%D0%BE%D1%80%D1%82%D1%83%D1%81
    Αυτό που λέει ο Meyer, ότι ο μόρτης απαντά μόνο στην Κρήτη, προφανώς είναι λάθος. Αυτός είναι που είχε προτείνει πρώτος την ετυμολογία από τους beccamorti
    http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/6/e/3/metadata-01-0000987.tkl&do=142361.pdf&pageno=353&width=417&height=654&maxpage=406&lang=el
    Ο Βάσμερ αναφέρει (αν καταλαβαίνω καλά) ότι είναι δάνειο από τα ρουμανικά (προς τα ρωσικά), αλλά δεν έχω βρει κάποια σχετική σημασία
    https://dexonline.ro/definitie/mort/expandat

  122. sarant said

    Υπάρχει ονλάιν ο Βάσμερ; Μπράβο…!

  123. Spiridione said

    Συγχωρήστε μου μια ακόμη προσθήκη για το θέμα. Σχετικά με την πρώτη αναφορά της λέξης στις πηγές και το σκυριανό έγγραφο που αναφέρω στο άρθρο, βρέθηκε τελικά. Δεν ήξερα ότι το Αρχείο Ευβοικών Μελετών υπάρχει ονλάιν.
    http://www.e-e-s.gr/selides.asp?meletiID=381&pg=1
    Πρόκειται λοιπόν για μία επισκοπική απόφαση του 1706 σχετικά με την κληρονομιά μιας μοναχής που πέθανε κατά τη διάρκεια επιδημίας πανούκλας χωρίς να αφήσει κοντινούς συγγενείς. Και το περίεργο είναι ότι η πρώτη αυτή αναφορά της λέξης είναι σε γενική πληθυντικού! Έτσι αρχίζει το έγγραφο:
    «Επειδή και του Θεού θέλοντος τον καιρό της πανούκλας απόθανε η συχωρεμένη η καλογραία η Μακαρία και μην έχοντας συγγενή πλέον κοντά, ευρισκόμενος ο Κωνσταντής του Καπελέτη και τη γυνή του όπου είχανε αναμεταξύ τους συγγένεια, εστάθη ωσάν χριστιανός και έδωσε τούνε μορτούνε ασιλάνια πέντε και την έθαψαν και ποίησε και τα σαραντάρια της και δύο σαβατίσματα και έδωσαν και εις την Επισκοπή πρόθεση ασιλάνια τρία, το οποίο το σπίτι εις το Κρόκο εις τους Αγίους Αποστόλους να είναι εδικό του από την σήμερο κλπ …..».

  124. sarant said

    124 Πολύ ενδιαφέρον και αυτό!

  125. Spiridione said

    Συμπλήρωμα στο σχ. 119 του κ. Καραποτόσογλου για το μσν λατ. mors.
    Στον Δουκάγγιο υπάρχει και η λατ. λέξη mortalitas «Pestis, lues, quæ in populo grassatur» που παραπέμπει και στο θανατικόν.
    http://ducange.enc.sorbonne.fr/MORTALITAS1
    Στο «Dictionnaire du Moyen Français (1330-1500)», στο λήμμα mort βλέπουμε και τη σημασία:
    P. méton. «Épidémie mortelle, peste» : …en ce temps de la mort et boce et epedimie, les gens moroient soudainnement. (FROISS., Chron. D., p.1400, 894). Et continua ladicte mort jusques en la fin de novembre, que, pour faire cesser et prier Dieu que ainsi il lui pleust de le faire, furent faictes de moult belles processions generales à Paris, par toutes les parroisses et eglises d’icelles, où furent portées toutes les chasses et sainctes reliques, et mesmement les chasses de Nostre-Dame, de Saincte-Geneviefve et Saint-Marcel ; et lors cessa ung petit ladicte mort. (ROYE, Chron. scand., I, 1460-1483, 166).
    http://atilf.atilf.fr/scripts/dmfX.exe?LEM=mort1;XMODE=STELLa;;ISIS=isis_dmf2012.txt;
    Υπάρχει και η φράση «atra mors» (τρομερός θάνατος, μαύρος θάνατος), μόνο που δεν ξέρουμε πότε ακριβώς καθιερώθηκε για την πανούκλα.
    https://en.wikipedia.org/wiki/Black_Death#Naming

  126. Κ. Καραποτόσογλου said

    Κ. Καραποτόσογλου: Μόρτηδες – Παραβολάνοι

    Ὁ Σομαβέρα, Tesoro della lingua volgare et italiana, Parigi 1709, ἑλληνοιταλικό, παραθέτει τὰ ἀκόλουθα:« θάφτης, ὁ Sepellitore, sotterratore, beccamorti, pizzicamorti·μόρτης, ὁ. Beccamorti, becchino· μόρτισσα, ἡ. Una beccamorti· νεκροθάφτης, ὁ, θάφτης, ὁ. Sotterratore, beccamorti, pizzicamorti, pizzigamorti [σ. 139, 248, 258]», ἐνῶ στὸ ἰταλοελληνικὸ διαβάζουμε:«beccamorti. Μόρτηδες, οἱ· beccamorti. Νεκροθαύτηδες, οἱ· menevelli, beccamorti. Οἱ μόρτηδες· pizzicamorti, beccamorti. Μόρτης, ὁ, νεκροθαύτης, ὁ [σ. 71, 296, 358]».
    Ἡ ἐργασία τοῦ Σομαβέρα κυκλοφορεῖ τὸ 1709, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἀποθησαυρίζεται ὁ προφορικὸς λόγος τοῦ δεύτερου μισοῦ τοῦ δεκάτου ἑβδόμου αἰώνα.
    Ὁ Ἀθ. Ρουσόπουλος παραδίδει στὸν Δημ. Μαυροφρύδη ἕνα κρητικὸ γλωσσάριο ἀγνώστου συγγραφέα, τὸ ὁποῖο βελτιώνει καὶ δημοσιεύει μὲ τὸν τίτλο:«Κρητικαὶ λέξεις», Φιλίστωρ 4 (1863) 508-527, ὅπου στὴ σ. 520, ἀναφέρεται:«μόρτης, ὁ θάπτων τοὺς πανουκλιασμένους».
    Ὁ G.Meyer, Neugriechische Studien IV, Die romanischen Lehnworte im neugriechischen, Wien 1895, σ. 53, ἔχει λάβει ὑπόψη του τὶς παραπάνω ἐργασίες καὶ προφανῶς ἀπὸ τὸ ἑρμήνευμα τοῦ Σομαβέρα:beccamorti,καταλήγει στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ λ.:«μόρτης m. ‘Todtengräber’ Som. Kreta, Φιλ. IV. Verkürzung von it. Beccamorti», χωρὶς νὰ ἐρευνήσει λεπτομερέστερα τὸ θέμα, ἐνῶ τοῦ ἔχει διαφύγει ἡ μαρτυρία τοῦ Δουκαγγίου, Appendix 135, ἀπὸ τὸ χφ Λεξικὸ τοῦ Εὐδήμου:«Μόρτης, Mors. Eudemus in Lexico MS. μόρτης ὁ θάνατος».
    Ὁ Franz Miklosich, Etymologisches Wörterbuch der slavischen Sprachen, Wien 1886, σ. 202, γράφει:«mortusŭ: r(ussisch) mortusъ todtengräber, grobokopatelь (= νεκροθάπτης). – ngr. μόρτης»· Ὁ Φάσμερ греко-славянскіe этюды III [Greko-slavjanskije Etjudy], греческія заимствовавія въ русскомъ языкѣ, Πετρούπολη 1909, σ. 129, βασίζεται στὰ ἐλλιπὴ στοιχεῖα ποὺ παραθέτει ὁ G. Meyer, καὶ ἐκφράζει ἀμφιβολίες γιὰ τὴν παραγωγὴ τῆς ρωσσικῆς λ.
    ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ μόρτης· τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι στὸ κορυφαῖο ἔργο του, Ἐτυμολογικὸ λεξικὸ τῆς ρωσσικῆς, τ. 2, ἀναφέρει: «Мóртус ‘Wärter für Pestkranke’, viell. aus lat. mortuus (B. de Courtenay bei Dal’ 2, 911). Die Herleitung aus einem ngr. μόρτης ‘Totengräber’ (Mi.EW. 202, Matzenauer LF. 10,333) ist bedenklich, weil das ngr. Wort nur für Kreta belegt u. dort roman.
    Lehnwort ist (s. G. Meyer, Ngr. Stud. 4,53, Verf. Grsl.Et. 129)«.
    Ἡ ἐργασία τοῦ Φάσμερ μεταφρασμένη καὶ βελτιωμένη κυκλοφορεῖ στὴ ρωσσικὴ μὲ τὸν τίτλο: Etimologičeskij Slovar’ russkogo jazyka, τ. 1-4, ἀνατ. Μόσχα 1986-1988, τ. 2, σ. 658-659, ὅπου στὸ τέλος τοῦ λήμματος ἀναφέρεται: Заимств. из ром (см. Г. Майер, Ngr. Stud. 4, 53; Фасмер. Гр.-сл. эт. 129), ἐνῶ τὸ Google τὸ ἀποδίδει ὡς: borrow. of rum. (See. G. Meyer, Ngr. Stud. 4, 53; Fasmer. Gr.-sl. fl. 129), ἐκλαμβάνοντας τὴ λ. ром = rumanian, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἔρευνα νὰ στραφεῖ λαθεμένα πρὸς τὴ ρουμανικὴ γλώσσα, ἐνῶ ἡ ἐργασία τοῦ G.Meyer ἐπιγράφεται: Die romanischen Lehnworte im neugriechischen (= Τὰ ρομανικὰ δάνεια στὰ νεοελληνικά), καὶ ὁ Φάσμερ στὴ γερμανικὴ ἔκδοση χρησιμοποιεῖ τὴ λ. roman = romanisch, ἐνῶ στὴ ρωσσικὴ παρατίθεται ἡ λ. ром = романские = ρομανικός = ποὺ σχετίζεται μὲ τὶς ρομανικὲς γλῶσσες, βλ. Πίνακα βραχυγραφιῶν: γερμανικὴ 1. XLV, ρωσσικὴ 1.53.
    Ὁ DuCange, Latinitatis, τ. 5, σ. 524, παραθέτει τὸ λῆμμα: «Mortalitas, Pestis, lues, quae in populo grassatur. Gloss. Gr. lat.: Θνῆσις», ἐνῶ ὁ Ἀδ. Κοραῆς, Ἄτακτα, σ. 95, σχολιάζει:«Θνῆσις, θηλ. ἐλέγετο ἀπὸ τοὺς Γραικορωμαίους τὸ σήμερον ὀνομαζόμενον Θανατικόν, οὐδετ. (peste), Μαλάλ. Χρονογραφ. XVIII, σελ. 482», καὶ ἀπὸ τὸ λατινικὸ mortalitas ἔχουμε τὸ γαλλικὸ mortalité, γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Γεωργ. Θεοχαρόπουλος, Ὀνομαστικὸν τετράγλωσσον, Γαλλαγγλικογραικελληνικόν, Ἐν Μονάχῳ 1834, σ. 743, παρατηρεῖ:« Θνῇσις, Σουΐδ. Λέξις ἀναγκαία διὰ νὰ ἑρμηνεύωμεν τὸ mortalité τῶν Γάλλων, καὶ ἀξία νὰ καταχωρισθῇ καὶ εἰς τὰ κοινά μας Λεξικά».
    Οἱ Βυζαντινοὶ χρησιμοποιοῦν τὴ λ. θνῆσις, ὅπως ὁ Κεδρηνός, Σύνοψις Ἱστοριῶν, ἐκδ. Imm. Bekker, Βόννη 1838, σ. 675(21)-676(1), ὅπου ἀναφέρεται:« τῷ δὲ Φεβρουαρίῳ μηνὶ γέγονε θνῆσις ἀνθρώπων, καὶ μάλιστα τῶν νέων, ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὥστε μένειν ἀτάφους τοὺς ἀποθνήσκοντας ἐπὶ ἡμέρας τρεῖς διὰ τὸ μὴ ἐξαρκεῖν τοὺς κραββάτους τῶν ἐκκλησιῶν καὶ τῶν εὐαγῶν ἱδρυμάτων πρὸς ἐκφέρειν τοὺς τελευτῶντας», ἐνῶ ἡ λατινικὴ μετάφραση παρέχει:«mense Februario mortui sunt plurimi homines, praesertim iuvenes, Cpoli, adeo ut cadaver per per triduum insepulta iacuerint, ad ea efferenda non sufficientibus sandapilis templorum et sacarrum sedium».

    ΠΑΡΑΒΟΛΑΝΟΣ

    Ὁ Ἀντ. Ἡπίτης, Γαλλοελληνικόν, τ. 2, σ. 457, ἀναφέρει:«parabolain. Ὄνομα παρὰ Ῥωμαίοις τῶν τολμηροτάτων μονομάχων. || Κληρικὸς νοσοκόμος τῶν λοιμοβλήτων, μόρτης», λέξη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ λατινικὸ «parabolanus (παράβολος) νοσοκόμος, ὁ ἐπὶ μισθῷ εἰς κίνδυνον παραβαλλόμενος (Οὐλερίχου-Κουμανούδη, Λατινοελληνικόν, 1854(2), σ. 577), τὸ ὁποῖο ἴσως ἐπιβιώνει στὸ ἀρωμουνικὸ «πουρμπουλίτ(ου), μετχ., ἐπίθ.· λέγεται ἐπὶ ἀτόμου ἔχοντος ἀνοσίαν κατὰ ὡρισμένης μολυσματικῆς νόσου ἢ ἐπιδημίας καὶ δυναμένου νὰ νοσηλεύῃ ἀκινδύνως» (Τηλ. Κατσουγιάννη, Περὶ τῶν βλάχων τῶν ἑλληνικῶν χωρῶν, σ. 84-85).
    Ὁ Φ. Κουκουλὲς (ΒΒΠ 4.174) ἀναφέρει:«Ἐκτὸς ὅμως τούτων ὑπῆρχον καὶ εἰδικοὶ νεκροφόροι καὶ κοπιαταὶ καλούμενοι· κατὰ δὲ τὰς κηδείας τῶν πενήτων, ξένων καὶ λοιμοβλήτων ἐγίνετο χρῆσις καὶ τῶν παραβολάνων, τῶν ἀποτολμούντων δήλα δὴ νὰ πλησιάσωσι τὸν προσβληθέντα ὑπὸ λοιμοῦ», ἐνῶ σὲ ἄλλο σημεῖο (ΒΒΠ 2.152) σημειώνει:« Ὡς ἓν τῶν θεραπευτικῶν ἐπ᾽ἴσης μέσων τῶν λεπρῶν ἀναφέρονται, ὡς μικρὸν ἀνωτέρω εἴπομεν, καὶ τὰ λουτρά· τὰ ὁποῖα, ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τοὐλάχιστον Ἀλεξανδρείας, ἐνήργουν οἱ παραβολάνοι ἢ παραβαλανεῖς, οἵτινες, κατὰ μὲν τοὺς νόμους ἐχρησιμοποιοῦντο ad curanda debilium aegra corpora ἤτοι πρὸς περιποίησιν τῶν σωμάτων τῶν ἀσθενῶν, κατὰ δὲ Θεόδωρον τὸν Βαλσαμῶνα ὤφειλον “ἐπιμελεῖσθαι τῶν λελωβημένων”».
    Ἡ ἀρχ. ἑλληνικὴ λ. παράβολος = ριψοκίνδυνος, τολμηρός, βρίσκεται στὸ λατινικὸ parabolus =
    Ad audendum projectus, καὶ ἀπὸ αὐτὸ θεωρήθηκε ὅτι προῆλθε ἡ λ. parabolanus, -i «wie secundanus von secundus abgeleitet, eigtl. Einer von den Wagenhälsen, der Krankenwärter, besonders bei ansteckenden Krankheiten, Cod. 1, 3,18:parabolanos, qui ad curanda debilium aegra corpora deputantur, sexcentos constitui praecepinus. Cod. Theod. 16, 2, 42 u. 43» (Saalfeld, Thesaurus ItaloGraecus, σ. 815).
    Ἔγινε ἀντιληπτὸ ὅτι ὑπῆρχε οὐσιαστικὴ δυσκολία στὴν παραπάνω προσέγγιση καὶ τὸ L-S-Supplement, σ. 238, γράφει:«παραβολᾶνοι, delete the entry (v. *παραβαλανεύς, έως, ὁ, sick-nurse (cf. Lat. parabalani, parabolani)» (Kahane, Scripta Selecta 1. 406-407, ὅπου καὶ περισσότερα στοιχεῖα).

    Κ. Καραποτόσογλου

  127. sarant said

    Ευχαριστούμε!

  128. Ριβαλντίνιο said

    Σε αυτά που λέει ο Lands στο σχόλιο 33 λίγο πιο αναλυτικά.

    Η πανδημία του Ιουστινιανού (541-544) ήρθε από την Ερυθρά Θάλασσα στην Αίγυπτο και από εκεί εξαπλώθηκε σε Συροπαλαιστίνη, Μεσοποταμία, Αζερμπαϊτζάν, Δυτική Μικρά Ασία, Κων/πολη, Θράκη, Ελλάδα, Δαλματία, Ιταλία, Καρχηδόνα, Σικελία, Γαλλία και Ισπανία. Η μείωση του πληθυσμού του ελλαδικού χώρου λένε πως μπορεί να ευνόησε την κάθοδο των Σλάβων στην Ελλάδα.

    Αλλά το κακό δεν σταμάτησε εκεί. Το 557-767 είχαμε 14 διαδοχικές πανδημίες στις ίδιες περιοχές που αναφέρθηκαν παραπάνω.

    Τον 14ο αιώνα είχαμε την Βουβωνική Πανώλη (Μαύρο Θάνατο). Ξεκίνησε από την Κίνα (1329) όπου μείωσε τον πληθυσμό της στο μισό. Από την Κίνα, μέσω της Κεντρικής Ασίας, από αρουραίους με μολυσμένους ψύλλους, ήρθε σε εμάς. Το 1346 εμφανίζεται γύρω από την Κασπία. Το 1347 σε Κριμαία, Δυτική Μικρά Ασία, Κων/πολη, Ελλάδα, Ιταλία, Σικελία, Σαρδηνία και Κορσική. Το 1348 σε Κύπρο, Συροπαλαιστίνη, Αίγυπτο, Τυνησία, Λιβύη, Ισπανία, Γαλλία, Αλγερία και Αγγλία. Το 1349 σε Μεσοποταμία, Μαρόκο, Πορτογαλία, Νορβηγία , Ιρλανδία και Αυστρία. Το 1350 σε Ουγγαρία, Γερμανία, Σουηδία και Σκωτία. Το 1351 έφτασε στην Βαλτική και το 1352 στην Ρωσία (Κίεβο, Μόσχα). Ως το 1351 η Ευρώπη είχε χάσει 24.000.000 ανθρώπους, το 1/3 του πληθυσμού της δηλαδή. Κατά μια άποψη ο Μαύρος Θάνατος δεν έπληξε τους Τουρκομάνους της Μ.Ασίας γιατί δεν ζούσαν σε αστικά κέντρα.

    Αργότερα οι ασθένειες χρησιμοποιήθηκαν από τους ανθρώπους ηθελημένα ή όχι και για κυριαρχία. Στο νησί Ισπανιόλα, 40 χρόνια μετά την άφιξη του Κολόμβου, είχαν πεθάνει οι 8.000.000 κάτοικοί του από τις ασθένειες των Λευκών. Το 1763 πάλι ο Βρετανός Τζέφρεϋ Άμχερστ μοίρασε στους Ινδιάνους κουβέρτες και μαντίλια που ανήκαν σε θύματα της ευλογιάς !

    (Πηγή για τα παραπάνω : Νάσιοναλ Τζεογκράφικ )

  129. Ριβαλντίνιο said

    (Αυτά για τους Σλάβους και τους Τουρκομάνους δεν είναι του Νάσιοναλ).

  130. Βάγια said

    103. Μπορεί δηλαδή να προέρχεται το παρατσούκλι «κοράκια» για τους νεκροθάφτες από αυτή την ενδυμασία; Γιατί νομίζω (χωρίς να είμαι βέβαιη) ότι στο Ευρωπαικό και από εκεί στο Αμερικάνικο φοκλόρ, λόγω συνέχειας των παραδόσεων, υπάρχει αυτός ο χαρακτηρισμός για τους νεκροθάφτες και όχι στα Ελληνικά πλαίσια.
    Πάντως, μου έκανε εντύπωση αυτό, καθώς αυτή την εικόνα την είχα συναντήσει σε ένα εικονογραφημένο βιβλίο για την ιστορία της μουσικής, εκεί που εικονογραφούσε το μαδριγιάλι, που είναι κάτι σαν μεσαιωνο-αναγεννησιακή μουσική παράσταση. Έτσι, νόμιζα ότι είχε σχέση με την κομμέντια ντελ άρτε, με το καρναβάλι κτλ.

  131. spatholouro said

    Συμπληρωματικά στο εξαιρετικό άρθρο του spiridione

    Από χρησιμότατο άρθρο του Βύρωνα Κωνσταντάρα («Μόρτηδες, μόρτισσες και μάγκες», ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 16/3/1952) μεταφέρω ενδιαφέροντα αποσπάσματα και στοιχεία:

    Η λέξις μόρτης προέρχεται από τη λατινική «μόρτους», δηλαδή νεκρός, αλλά σήμαινε και σαν νεκρός. Μόρτης επίσης ελέγετο και ο άνθρωπος, που ποτέ του πια δεν μπορούσε να επανέλθη στον παλαιό ρυθμό της ζωής του. Τότε ο λαός έλεγε μόρτηδες κι’ εκείνους τους ανθρώπους, που πάθαιναν από χολέρα και δεν πέθαιναν. Αυτούς μάλιστα τους επιζήσαντας τους φοβόντουσαν για πολύ καιρό: όχι μόνο δεν τους πλησίαζαν, αλλά δεν ήθελαν νάχουν καμμία σχέσι και συναλλαγή μαζί τους. Εκείνοι πάλι από τους μόρτες, που αρρώσταιναν από τη χολέρα και σωζόντουσαν, έπαιρναν κάποια ανοσία. Αυτοί σε περίπτωσι επαναλήψεως της νόσου, λέγανε πως «τους φοβάται ο χάρος» κι’ είχαν κάποια υπεροψία και αναίδεια, όπως θα δούμε πιο κάτω.

    Το μάγκας προέρχεται από το λατινικό «μάγκο», μαγκώνω, αρπάζω. Ίσως να έλαβαν τόνομα από το εργαλείο την τσιμπίδα, που μεταχειριζόντουσαν σε ώρες επιδημίας και μάγκωναν τους χολεριασμένους […]

    Μόρτηδες, μόρτισσες και μάγκες, μη υπαρχούσης επιδημίας, ήσαν άτομα της τελευταίας κοινωνικής υποστάθμης. […] Ήσαν σωματέμποροι και γενικά παληάνθρωποι, ικανοί για κάθε άτιμη πράξι.

    Όταν τύχαινε, όμως, κι’ ερχόταν το «θανατικό» σε μια πόλι, οι μόρτηδες, οι μόρτισσες και οι μάγκες, ήταν άνθρωποι της ημέρας. Τους αναζητούσαν με παρακαλετά. […] Το κουσέγιο (δημογεροντία) κάθε πόλεως, ως και μέλη της οικογενείας χολεριασμένων, τους αναζητούσαν και τους παρακαλούσαν να φροντίσουν και να παραλάβουν τους αρρώστους των. […] Οι μόρτες και οι μάγκες φορούσαν ένα είδος άσπρης ποδιάς, με τη δοξασία πως κάθε τι άσπρο δεν προσβάλλει η πανούκλα. Με την αφοβία δε της ανοσίας, που είχαν, πήγαιναν μ’ ένα μεταφορικό μέσον, ζώο ή κάρρο, σε κάθε χολεριασμένο σπίτι, έπαιρναν τον άρρωστο και τον μετέφεραν έξω από την πόλι, σε εγκαταλελειμμένα οικήματα ή μοναστήρια. Αυτά όπως-όπως τα μετέτρεπαν σε λοιμοκαθαρτήρια, «λαζαρέτες» […]

    Τα λοιμοκαθαρτήρια εκτός από «λαζαρέτες» τα λέγανε και «μπάγκνο». […] Για κάθε μεταφορά χολεριασμένου έπαιρναν ξέχωρα την αμοιβή τους, που την λέγανε «ζαπρέ» […] Η αμοιβή τους εξακολουθούσε, έστω και αν ο χολεριασμένος είχε πεθάνει από καιρό. Την αμοιβή που έπαιρναν την λέγανε «ρόγα». Ήταν ένα είδος μισθός κατά μήνα ή εβδομάδα. […] Η δημογεροντία και οι συγγενείς των ασθενών, εκτός από τη «ρόγα», έπρεπε να φροντίζουν και για τα τρόφιμά τους, όπως και το ρακί, τον ταμπάκο, τα γλυκίσμτα και τα σερμπέτια, που ήσαν απαραίτητα.

    Μετά το θάνατο του χολεριασμένου άρχιζε άλλου είδους φορολογία, που τη λέγανε «μαντηλιάτικα». Περιέφεραν από σπίτι σε σπίτι μια μεγάλη πετσέτα, που την κρατούσαν από τα τέσσαρα άκρα, και μέσα σ’ αυτήν υποχρεωνόντουσαν οι συγγενείς και φίλοι του αποθανόντος να ρίχνουν χρήματα, γλυκά και άλλα χρήσιμα πράγματα, «για την μνήμην του μακαρίτη».

    Στην περίοδο της επιδημίας, οι μόρτηδες στην δουλειά τους είχαν και επίσημο τίτλο, που το λέγανε «φίτσιο» (από το ιταλικό «οφφίτσιο»). Οι γυναίκες, δηλαδή οι μόρτισσες, είχαν δουλειά στα λοιμοκαθαρτήρια, όπου επεριποιούντο τις άρρωστες γυναίκες. Είχαν ακόμα προνομιακά και το σαβάνωμα ανδρών και γυναικών (γι’ αυτό και λεγόντουσαν λαζαρέτες και σαβανώτρες)[…] όταν η μεταφορά ασθενών γινόταν από πλοίο στη λαζαρέτα, είχαν τότε διπλή και τριπλή αμοιβή «τέρτζο τίκιο», όπως την λέγανε.

    Τα λοιμοκαθαρτήρια είχαν κι’ ένα διευθυντή αρχιμόρτη […] Το προσωπικό του λοιμοκαθαρτηρίου λεγόταν και καραβάνα. Κατά την ώρα του γεύματος, οι μόρτηδες καθόντουσαν σταυροπόδι κατά γής κυκλικά, κι’ εκεί έτρωγαν κι’ έπιναν. Για να περνάη ο καιρός τους, φλυαρούσαν κι’ έλεγε ο καθένας διάφορες βρωμοϊστορίες, βωμολοχίες και γενικά λόγια χωρίς αξία και σημασία. Από τότε και απ’ αυτούς έμεινε ως σήμερα η φράσις «λόγια της καραβάνας», δηλαδή κουβέντες χωρίς νάχουν αξία.

    ……………………………………..
    Αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα από τον Βύρωνα Κωνσταντάρα.

    Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει, σε αυτή τη συνάφεια, κι ένα σημείο του βιβλίου του Γεωργίου Ζολώτα, «Ιστορία της Χίου», τόμος Γ, μέρος πρώτον: Τουρκοκρατία (1926), όπου στη σελ. 307 διαβάζουμε σε υποσημείωση:

    Του λοιμοκομείου και λαζαρέττου διεσώθη μέγα μέρος του εν χρήσει Κώδικος λήγοντος του ιη΄ αιώνος και μάλιστα των ετών 1765-9 της πανώλους. Εν αυτώ ανευρίσκει τις ποικίλας πληροφορίας διά τα έσοδα και τα έξοδα του ιδρύματος και την εν γένει λειτουργίαν αυτού: […]

    Σελ. 308 (συνέχεια υποσημείωσης)
    1785 Του Μπάνιου τα εισοδήματα βγάζοντας τα έξοδα να παίρνουν οι φράγγοι το κάρτο από κάθε είδος, ομοίως και σε οικοδομαίς του μπάνιου, να πλερώνουν το κάρτο τους και τα έξοδα της καραβάνας

    1786 Ιουνίου 9: Εδώ σημειώνω τυχαίνοντας θάνατος των Φραγγών να πηγαίνη η καραβάνα μας να τόνε θάβη και να παίρνωμεν εις τον ένα φλουριά 4 αστ. 11 και στον ενορίτην 5 γρόσια και άσπρα εξήντα και μαντηλιάτικα των μόρτηδων γρ. 1 λέγω γρ. ένα και του τέρτσου φίτζιου γρ 30 τριάντα […]

    …………………..

    Και αναφέρει σχετικά ο Γ. Ζολώτας στην ίδια σελ. (308):
    «Από άλλες σημειώσεις μανθάνομεν ότι οι μόρτηδες ή φορείς των πανωλοβλήτων είχον τάδε δικαιώματα: μαντηλιάτικα, κρασί, ταμπάκο, φαγί, σερμπετλίκια,παπούτσια και τη ρόγα, δηλαδή τον μισθόν»
    ……………………….

    Προσωπικά τα βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά και λεξιλογικά, καθώς εδώ λεξιλογούμε. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να μαθαίναμε πού απόκειται αυτός ο Κώδικας του λοιμοκομείου Χίου, ώστε να βρίσκαμε όλες αυτές τις σημειώσεις για τις οποίες μιλά ο Ζολώτας –και ενδεχομένως και πρωιμότερες ανευρέσεις της λέξης «μόρτης» (ήδη εδώ έχουμε «μόρτηδων» από το 1786!)

  132. sarant said

    Μπράβο, πολύ ενδιαφέρον!
    Μαντηλιάτικα = τα πλυστικά για τα μαντήλια, ή κάτι άλλο;

  133. spiridione said

    132. Πολύ πολύ ενδιαφέροντα.
    Η πρωιμότερη μέχρι τώρα ανεύρεση είναι σε σκυριανή επισκοπική απόφαση του 1706 (σχ. 124). Και βέβαια στο λεξικό Σομαβέρα 1709.

  134. spatholouro said

    Το λέει το κείμενο του Β. Κωνσταντάρα, Νίκο:

    Μετά το θάνατο του χολεριασμένου άρχιζε άλλου είδους φορολογία, που τη λέγανε «μαντηλιάτικα». Περιέφεραν από σπίτι σε σπίτι μια μεγάλη πετσέτα, που την κρατούσαν από τα τέσσαρα άκρα, και μέσα σ’ αυτήν υποχρεωνόντουσαν οι συγγενείς και φίλοι του αποθανόντος να ρίχνουν χρήματα, γλυκά και άλλα χρήσιμα πράγματα, «για την μνήμην του μακαρίτη».

  135. Α, πρόσφατα πέτυχα μόρτηδες και στα ημερολόγια («Εφημερίδες») του Παναγιώτη Κοδρικά, νομίζω σε μια καταγραφή του 179τόσο.

  136. spatholouro said

    Το γράφει στο άρθρο, Δύτα μου:

    Η πρώτη επιβεβαιωμένη αναφορά της λέξης μόρτης στην ελληνική γλώσσα είναι στις «Εφημερίδες» του Παναγιώτη Κοδρικά

  137. Ξέρεις τι παθαίνει όποιος βιάζεται…

  138. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    Χαίρετε. Τα περί μάγκα στο 132 είναι σωστά? Παλιότερα που το είχα κοιτάξει είχα βρει αυτά: https://www.slang.gr/definition/8474-magkas-kai-ntais#comment-91396

  139. sarant said

    135 Ωχ! Μερσί!

    139 Χρωστάμε άρθρο αλλά όχι, αυτά δεν είναι σωστά. Η μάγκα, που ανάγεται στο banco, έτσι ξέρω.

  140. spiridione said

    Από ένα φρέσκο βιβλίο «Ελληνική Ετυμολογία» του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη (2017), επιμ. Χρ. Τζιτζιλή και Γ. Παπαναστασίου, που περιέχει ουσιαστικά κατά μεγάλο μέρος τα πρακτικά του 1ου διεθνούς συνεδρίου για την ετυμολογία της ελληνικής γλώσσας,
    http://ins.web.auth.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1129:etymology&catid=47&Itemid=126&lang=el
    (και ο πρόλογος)

    Click to access GREEK%20ETYMOLOGY_DEIGMA.pdf

    κάποια σχετικά με το θέμα αποσπάσματα

    Χρ. Τζιτζιλή «Εισαγωγή (στην ελληνική ετυμολογία)» σελ. 55-56
    «.. Παρόμοια προβλήματα εισόδου στις επιμέρους βαλκανικές γλώσσες εμφανίζουν και άλλες λέξεις ρομανικής προέλευσης. Η λέξη μόρτης ‘αλήτης, μάγκας’ ξέρουμε ότι είχε παλιότερα τη σημασία ‘νεκροθάφτης’. Οι σημασίες αυτές μας επιτρέπουν να τη συνδέσουμε με το τουρκ. morti, morto, mortu ‘πεθαμένος, πτώμα, θάνατος’ και τα παράγωγα morto-cu, mortu-cu ‘νεκροθάφτης’ και mort-la-mak ‘πεθαίνω’, mort-la-t-mak ‘αφαιρώ τα χρήματα, γδύνω (σε χαρτοπαίγνιο)’ καθώς και με το βουλγ. morto ‘εξαπατημένος’, ‘θύμωμα’ και το παράγωγο mortisvam ‘πεθαίνω’, ‘θυμώνω’, ‘εξαπατώ’ (BER. 4ος τ., 247). Οι βαλκανικές λέξεις ανάγονται στο ιταλ. morto ‘νεκρός’ , πληθ. morti∙ η σημασία ‘αλήτης, απατεώνας’, που τεκμαίρεται και από τους βουλγαρικούς και τουρκικούς τύπους, αποτελεί εξέλιξη της παλαιότερης σημασίας ‘νεκροθάφτης’ και οφείλεται προφανώς σε παλαιότερες πρακτικές κατά την εξάσκηση του επαγγέλματος. Είναι αυτονόητο ότι σε περιόδους επιδημιών η δραστηριότητά τους αυτή ήταν αυξημένη. Για τη σημασιολογική εξέλιξη, πρβ. και γαλλ. saccard ‘1. απατεώνας 2. άνθρωποι που σε περιόδους πανούκλας θάβουν και λεηλατούν τους νεκρούς’ (Meyer-Lubke 1972, 619). Και στις τρεις βαλκανικές γλώσσες οι λέξεις ανήκουν βασικά στην αργκό∙ λεπτομέρειες για τον τρόπο εισόδου τους στις επιμέρους γλώσσες δεν γνωρίζουμε.»

    Γ. Κατσούδα «Ανάγκη για πρωτογενή ετυμολογική έρευνα: παραδείγματα από το λεξιλόγιο ταμπού της νέας ελληνικής» (σελ. 360)
    «Ο μόρτης
    Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λ. μόρτης: το ΛΝΕΓ την ετυμολογεί από το ιταλ. beccamorte ‘τυμβωρύχος, νεκροθάφτης’, με αποκοπή του α’ συνθετικού – παραθέτοντας στην πραγματικότητα την ετυμολόγηση του Ανδριώτη (1983 [1951]) – ενώ παράλληλα καταγράφει και μια ακόμη ετυμολογική πρόταση, με την οποία συμφωνούν και τα ΛΚΝ, ΧΛΝΓ και ΕΛΝΕΓ, ότι δηλαδή η λέξη προέρχεται από το λαϊκό τουρκ. morti (ΛΚΝ, ΧΝΛΓ), ή morto/mortu (ΛΝΕΓ, ΕΛΝΕΓ) ΄κουφάρι, πτώμα’. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι αυτό είναι το ορθό έτυμο της λέξης, πρέπει να τονιστεί ότι σε κανένα λεξικό δεν δίνεται η ακριβής σημασία που είχε η λέξη. Αρκούνται απλώς στο να δηλώσουν στις ετυμολογήσεις τους τις σημασίες ‘τυμβωρύχος, νεκροθάφτης, κουφάρι’. Πώς όμως σχετίζονται οι σημασίες ‘τυμβωρύχος’ και ‘πτώμα’ με τη σημερινή σημασία ‘μάγκας’ που έχει η λέξη; Η λ. μόρτης πρωταπαντά στην ελληνική λεξικογραφία το 1688 στο παράρτημα του Λεξικού Du Cange (1688, append. 135) με τη σημασία ‘θάνατος’ (5), ενώ με τη σημασία ‘νεκροθάπτης’ απαντά σε σκυριανό χειρόγραφο του 1706 (6), καθώς και στο λεξικό Somavera (1709). Δεν επρόκειτο, όμως, για οποιονδήποτε νεκροθάπτη, αλλά για τον επιζήσαντα υπόλοιμο που ως ανθεκτικός αναλάμβανε χρέη νεκροθάπτη σε περιόδους πανούκλας. Η πληροφορία έχει μεγάλη σημασία, γιατί με αυτή τη μικρή μεν αλλά ουσιαστική λεπτομέρεια μπορεί να διαφωτιστεί η σημερινή σημασία της λέξης, καθώς από τη σημασία του ‘υπόλοιμου’ πέρασε στη σημασία του ‘ανθεκτικού’ και τέλος στη σημασία του ‘μάγκα’ (βλ. Καμηλάκη, Κατσούδα & Βραχιονίδου 2015, 217-18). Η σύνδεση του ετύμου με τη σημασία του ‘υπόλοιμου’ οδηγεί την έρευνα σε νέα τεκμηρίωση: η λ. μόρτης είναι σαφώς λατινογενής, αφού εντοπίσαμε τη λατ. λ. mors με τη σημασία ‘πανούκλα’ (βλ. Niermeyer & Van de Kieft 2002, και πρβ. αλβ. murtaje ‘πανούκλα’ ← λατ. mortalis, βλ. και αλβ. mortj, ‘θάνατος, χάρος’). Επομένως, η λέξη προέρχεται από το θέμα mort- του λατ. Mors (που απαντά και σε άλλες βαλκανικές γλώσσες) με παραγωγικό επίθημα –ης.
    (5) τη σημασία του ‘θανάτου’ διατηρεί ο τύπος στο ιδίωμα της Μυκόνου (βλ. Κουσαθανάς 1996).
    (6) «Επειδή και του Θεού θέλοντας τον καιρό την πανούκλας απόθανε η συχωρεμένη η καλογραί (…) και έδωσε τούνε μορτούνε ασιλάνια πέντε και την έθαψα» (τούνε μορτούνε = των μορτών, των νεκροθαπτών, ασιλάνια = ασλάνια, ξένο νόμισμα με την παράσταση λιονταριού, έθαψα = έθαψαν), βλ. Αντωνιάδης (1984-1985, 102)».

    Νομίζω ότι η κ. Κατσούδα έχει διαβάσει το άρθρο και τα σχόλια. Τέλος πάντων, ένα βασικό κτγμ επιχείρημα ότι η λέξη δεν ετυμολογείται από τα τούρκικα είναι ότι η έννοια του μόρτη της πανούκλας αποτελεί ένα είδος πολιτισμικού δανείου από τη Δύση. Οι μουσουλμάνοι δεν είχαν μόρτηδες, όπως γράφει σαφώς ο Κ. Κωστής, και φαίνεται και από το απόσπασμα του Σκ. Βυζάντιου. Μου φαίνεται δύσκολο να χρησιμοποίησαν μία τούρκικη λέξη για κάτι που ήρθε από τη Δύση.

  141. sarant said

    141 Πρέπει να έχει διαβάσει το άρθρο μας.

  142. […] [του Spiridione / από Σαραντάκο] […]

  143. spatholouro said

    Εντόπισα πολύ ενδιαφέρον νομίζω κείμενο, που μας δίνει επιπλέον μία ένδειξη για το πότε περίπου επέρχεται ο σημασιολογικός εμπλουτισμός της λέξης «μόρτης» (χώρια που κονομάμε και ένα «Ιφ» επιπλέον!)

    «Αθηναϊκή Εβδομάς»

    Και άλλα χρονικά της …ευλογίας. Το «κυανούν λεωφορείον» εξακολουθεί να κάμνη δρόμους εις την πρωτεύουσαν. Τώρα ευτυχώς είνε κλειστά και δεν τρομάζει ο κόσμος εις την διάβασίν του, όσον ετρόμαζεν άλλοτε. Διότι άλλοτε -μέχρι προ δύο ετών δηλαδή- οι ευλογιώντες μετεφέροντο εις το Παγκράτι επί φορείου…ανοικτού, σκεπασμένου μόνον με τρεις μπερντέδες διά των χασμάτων των οποίων διεκρίνοντο οι άρρωστοι […]

    Και μία λεπτομέρεια: Όταν το λεωφορείον εισέρχεται εις την οδόν Ηρώδου του Αττικού, ο ηνιοχών μόρτης συνειθίζει να πέρνη υψιφωνότατον αμανέν! Ουδέν δε τραγικώτερον από το άκουσμα του τραγουδιού αυτού, το οποίον συνοδεύουν και οι στεναγμοί των δυστυχών επιβατών του λεωφορείου!

    Μόρτης, ως γνωστόν, είναι ο αμαξάς του κυανού λεωφορείου. Τρισμακάριος άνθρωπος ο οποίος ουδέποτε σπεύδει να εμβολιασθή και ουδέποτε εφοβήθη μήπως του πάρη κανείς την θέσιν. Τώρα όμως ονομάζονται «μόρτηδες» και οι αποτελούντες την υποστάθμην του κουτσαβακισμού του Ψυρρή και του Αγίου Φιλίππου. Ευνόητον πώς μετέπεσεν εκεί η σημασία της λέξεως. Διά να ήσαι άκρον άωτον κουτσαβάκη, πρέπει να μη φοβήσαι τίποτε εις τον κόσμον. Ούτε την ευλογιά. Ίφ!

    ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ (6/12/1898)

  144. sarant said

    Μπράβο, και αρκετά παλιά καταγραφή «Ιφ»!

    (Aληθεια υπήρχαν λεωφορεία το 1898; Περίεργο μου φαίνεται)

  145. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    @145β. Ἅμαξα ἦταν. Τὸ λέει στὸ κείμενο: «Μόρτης, ως γνωστόν, είναι ο αμαξάς του κυανού λεωφορείου.»

  146. Spiridione said

    145. Το λεωφορείο για άμαξα υπάρχει από το 1863 λέει ο Μπαμπ. (προφανώς ο Κουμανούδης).
    144. Πολύ ωραίο. Υπονοεί ότι ο μόρτης = κουτσαβάκης, ήταν πρόσφατη τότε αλλαγή σημασίας;

  147. sarant said

    146 Σωστα!

  148. spatholouro said

    Τον τύπο «υπόλοιμοι» βρίσκουμε και σε κείμενο (αναφερόμενο στα σχετικά κυβερνητικά μέτρα) της εφημ. ΑΘΗΝΑ (12/5/1837) με αφορμή την πανώλη στον Πόρο:

    «Όλαι αι οικίαι του Πόρου θέλουν καπνίζεσθαι συνεχώς, και εστάλησαν εκεί περισσότεροι υπόλοιμοι, ήγουν μόρτιδες».

  149. sarant said

    149 Η λέξη μόρτης ήταν σαφώς γνωστότερη και χρησιμοποιείται για επεξήγηση,

  150. spatholouro said

    Στο ενδιαφέρον βιβλίο του Μητροπολίτου Ηλιουπόλεως Γενναδίου («Ιστορία του Μεγάλου Ρεύματος –Αρναούτκιογι», Σταμπούλ 1949), που μνημονεύεται στο άρθρο, στη σελ. 116 διαβάζουμε: “Τον Μάιον του 1797 εξεδόθη κοινόν υποσχετικόν γράμμα, επικυρωθέν και υπό του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ και έχον σχέσιν με την πανώλη. Ιδιαίτερος λόγος γίνεται εις αυτό διά τον ιερέα τον «σπηταλιώτην» (αποστελλόμενον από τα Σπητάλια) και διά την καλύβην του. […] ο ιερεύς αυτός ωνομάζετο «μόρτης» […]”

    Το εν λόγω γράμμα του 1797 διασώζεται ολόκληρο στο Μ.Ι.Γεδεών, «Εορτολόγιον Κωνσταντινουπολίτου προσκυνητού», 1904, σελ. 186, όπου διαβάζουμε μεταξύ άλλων: «Διά του παρόντος υποσχετικού γράμματος γίνεται δήλον, ότι επειδή εις την χώραν μας ταύτην του Μεγάλου Ρεύματος ευρέθη ανέκαθεν μία καλύβη κειμένη εις τα κοινά μνημεία, εν ή εκαθέζετο εν καιρώ πανώλους ο διωρισμένος ιερεύς, μόρτης κοινώς λεγόμενος […]»)
    http://medusa.libver.gr/jspui/handle/123456789/6709

    Οπότε έχουμε άλλη μία πολύ πρώιμη καταγραφή της λέξης «μόρτης» από το 1797 (μετά από αυτή του Κοδρικά)

  151. […] Μόρτηδες και απόλοιμοι (μια συνεργασία του Spiridione) […]

  152. Κουνελόγατος said

    Κοίτα τι θυμήθηκα τώρα…
    Για τους μόρτες γράφει και ο Διονύσης Ελευθεράτος στο πρόσφατο βιβλίο του, πως δηλαδή ανέλαβαν να κάνουν την εργασία ασβέστης-θάψιμο στη χολέρα του 1854. Έκτοτε, στους λαϊκούς κύκλους μόρτης ήταν ο τολμηρός κλπ. και στους ανώτερους αυτός που έκανε όσες δουλειές δεν καταδέχονταν οι άλλοι κλπ.
    Χαίρετε…

  153. […] όπως μας είχε πληροφορήσει ο Γρηγόρης Κοτορτσινός σε σχόλιο στο μνημειώδες άρθρο του Σπιριντιόνε «Μόρτηδες και απόλοιμοι», στη […]

  154. […] όπως μας είχε πληροφορήσει ο Γρηγόρης Κοτορτσινός σε σχόλιο στο μνημειώδες άρθρο του Σπιριντιόνε «Μόρτηδες και απόλοιμοι», στη […]

Σχολιάστε