Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Το βουνί, της Λουίζας Παπαλοΐζου (δυο αποσπάσματα)

Posted by sarant στο 3 Ιουλίου, 2022


Μια από τις φιλολογικές εκπλήξεις της χρονιάς που μας πέρασε ήταν το μυθιστόρημα «Το βουνί» της Λουίζας Παπαλοΐζου. Τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (εξ ημισείας) αλλά και με το κυπριακό Κρατικό βραβείο λογοτεχνίας. Η συγγραφέας γεννήθηκε το 1972 στην κατεχόμενη σήμερα Μόρφου, ανήκει δηλαδή στη γενιά που δεν έχει μνήμες από την Κύπρο πριν από το πραξικόπημα, τον Αττίλα και τον χωρισμό του νησιού, αλλά είχε την αίσθηση του ξεριζωμού και της απώλειας.

Το βιβλίο είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα σε τρία μέρη, με τρεις κεντρικούς ήρωες, στην ορεινή Τηλλυρία, στους αρχαίους Σόλους, όπου έχουν βρεθεί σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα -το Βουνί, όπως το λένε οι ντόπιοι, είναι ένα ύψωμα όπου υπήρχε αρχαίο ανάκτορο. Έχει εκδοθεί από τις φιλικές εκδόσεις Το Ροδακιό της Τζούλιας Τσιακίρη. 

Πέρα από την εξαιρετική λογοτεχνική του αξία, βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την παρουσίαση της ζωής στην Κύπτο την εποχή της αποικιοκρατίας, που ήταν για μένα άγνωστη. Αλλά το βιβλίο έχει και ιδιαίτερο γλωσσικό ενδιαφέρον καθώς τα τρία μέρη του διαφοροποιούνται γλωσσικά. Στο πρώτο μέρος, η ιστορία του Ξενή, του ναυτικού που επιστρέφει στη δεκαετία του 60 στο χωριό του όταν μια σοβαρή αρρώστια τον αφήνει μισερό, παρουσιάζεται στην κοινή ελληνική με τους διαλόγους στα κυπριακά. Το τρίτο μέρος, τα ημερολόγια του Σουηδού αρχαιολόγου που συμμετέχει σε ανασκαφές στη δεκαετία του 1920, είναι γραμμένο στην κοινή ελληνική, αλλά το δεύτερο μέρος, η ιστορία της Κόρης και του σημαδιακού αδερφού της, είναι γραμμένο ολόκληρο στα κυπριακά, και, όπως θα διαπιστώσετε, δεν διαβάζεται εύκολα από καλαμαράδες. Υπάρχει άλλωστε και εκτενές γλωσσάρι, ενώ τη φιλολογική επιμέλεια της κυπριακής διαλέκτου την είχε ο φίλος Σπύρος Αρμοστής.

Θα παρουσιάσω σήμερα δυο αποσπάσματα, δυο ξεχωριστά κεφάλαια από το Βουνί. Από το πρώτο μέρος, το κεφάλαιο «Η Ελένη», και από το δεύτερο μέρος το κεφάλαιο «Δεκατρία». Στο τέλος παραθέτω τις εξηγήσεις λέξεων από το γλωσσάρι, αλλά όχι τις λέξεις της κυπριακής που έχουν φωνητικές αλλαγές από την ελληνική, δηλαδή δεν εξηγώ τον τζαιρό (καιρός) ή τη θκιαλεχτίνα (διαλεχτίνα, εργάτρια της διαλογής) ή το χωρκόν (χωριό) ή τον τζύρη (κύρης, πατέρας) ή τα ττενεκούθκια (διπλό τ στην αρχή, ντενεκάκια).

Στην εδώ παρουσίαση κάνω μια αναγκαστική έκπτωση. Στο βιβλίο χρησιμοποιούνται δυο χαρακτήρες που δεν ανήκουν στο αλφάβητο της κοινής ελληνικής, το ζ με καπελάκι και το σ με καπελάκι, για το παχύ ζ και το παχύ σ, δυο φθόγγους που δεν τους έχουμε στην κοινή ελληνική αλλά που υπάρχουν στην κυπριακή. Για να τους περιγράφω έτσι μπακάλικα, ζ με καπελάκι κτλ., θα καταλαβαίνετε ότι δεν μπορώ να τους παρουσιάσω εδώ, αφού δεν υπάρχουν στο Unicode. Με τον φίλο Αχιλλέα Τζάλλα, που είχε την τυπογραφική επιμέλεια του βιβλίου (υποδειγματική, να πω) εξετάσαμε διάφορες λύσεις αλλά τελικά καταλήξαμε στο να παραλείψουμε απλώς το σύμβολο, το καπελάκι, όπου υπήρχε. Έκπτωση, αλλά αναπόφευκτη, που θα ξενίσει ίσως τους ομιλητές της κυπριακής.

Πριν προχωρήσουμε στα κείμενα, μια συνέντευξη της συγγραφέας στον Θοδωρή Αντωνόπουλο.

Το πρώτο απόσπασμα:

Η Ελένη

Η Ροδού δεν είπε λέξη, όταν της είπα να ξεχάσει το εστιατόριο. Καθάριζε φλούδες καρπουζιού μέσα στην ποδιά της, καθισμένη στην αυλή, για να φτιάξει γλυκό. Δεν χρειάστηκε να πω κάτι παραπάνω. Κατάλαβε.

Με τον Γιαννή είμαστε δεύτερα ξαδέρφια, οι πατεράδες μας πρώτα, οι παππούδες μας ήταν αδέρφια. Παιδιά κάναμε πολλή παρέα. Γεννημένοι με τρεις μήνες διαφορά, περνούσαμε για δίδυμοι. «Καλώς τους δίπλαρους!» παντού έτσι μας προσφωνούσαν. Ώσπου οι πατεράδες μας έκοψαν την καλημέρα. Στη μεγάλη απεργία της CMC, το ’48. Εκατόν είκοσι δύο μέρες έμειναν κλειστά τα μεταλλεία μέχρι να καμφθούν οι Αμερικάνοι, γιατί μέχρι τότε ούτε οι υπερωρίες είχαν κατοχυρωθεί ούτε οι άδειες ανάπαυσης ούτε οι αργίες. Είχαν πρωτοστατήσει οι πατεράδες μας στα γεγονότα, ώσπου ο ένας τάχθηκε υπέρ της συνέχισης του απεργιακού αγώνα, ο άλλος κατά. Μοιράστηκε ο κόσμος. Όπλισαν οι Εγγλέζοι για να φοβερίσουν τους απεργούς. Ξυλοδαρμοί, πυροβολισμοί, συλλήψεις. Τα ξαδέρφια αντάλλαξαν βαριές κουβέντες, πιάστηκαν στα χέρια. Με τα μάτια μου είδα τον πατέρα και τον θείο μου πάνω στην αποβάθρα. Φώναζαν οι μανάδες μας, κλαίγαμε όλοι μαζί, μπήκαν στη μέση να τους χωρίσουν.

δεξιοί τζαι αριστεροί έλεγε ο κόσμος

Όση παρέα κάναμε έκτοτε με τον Γιαννή γινόταν στα κρυφά. Μόνο οι μανάδες μας ήξεραν, μα έκαναν τις ανήξερες. Η ιστορία του τσακωμού βέβαια είχε κοστίσει πολύ στη Ροδού, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι άφησε ποτέ να φανεί, γιατί με τη θεία μου ήταν φίλες αχώριστες. Μια πόρτα χώριζε τα σπίτια μας. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου τα πράγματα άλλαξαν. Η Ροδού δεν ήθελε να βλέπει κανέναν. Κλείσαμε πόρτες και παράθυρα, στο σπίτι μας δεν ήταν ευπρόσδεκτος κανένας, ούτε ο θείος μου ούτε η θεία μου ούτε τα παιδιά τους.

Με ένα μαχαιράκι αφαιρούσε την πράσινη φλούδα, έπειτα έκοβε την ψίχα σε μικρά τετραγωνισμένα κομμάτια και τα έριχνε σε έναν κουβά με νερό και ασβεστόσκονη· η φλούδα έπεφτε ολόκληρη μέσα στην ποδιά της. Όταν το καθάρισμα τελείωσε, έπιασε με το ένα χέρι την ποδιά, με το άλλο τον κουβά και μπήκε στην κουζίνα. Στο λεπτό επέστρεψε —η ποδιά ακόμα γεμάτη—, πέρασε από μπροστά μου, διέσχισε την αυλή, το περβόλι, έφτασε ώς το κοτέτσι και έριξε τις φλούδες στα πουλιά.

άκουγα τους γάλους και τις όρνιθες να κακαρίζουν ολόχαροι

Η αδερφή μου ήταν ανένδοτη. Για την Ελένη ο πατέρας του Γιαννή ήταν ο κύριος υπαίτιος για τον θάνατο του πατέρα μας, γιατί είτε από τραγική σύμπτωση είτε γιατί έτσι ήταν γραφτό του, ο κύρης μας αρρώστησε και πέθανε έναν χρόνο μετά από τα επεισόδια στα μεταλλεία. Στα καλά καθούμενα. Δεν αρρωστούσε ποτέ, ήταν αεικίνητος, ακάματος, εργάτης. Στα καλά καθούμενα, ο πατέρας μας πέθανε. Στην αρχή νομίσαμε πως ήταν ένα αθώο κρυολόγημα, μα ο πυρετός και ο βήχας δεν υποχωρούσαν. Το κρυολόγημα είχε εξελιχθεί σε βρογχίτιδα. Μια λοίμωξη των πνευμόνων, μας ενημέρωσε ο γιατρός στο νοσοκομείο· θα του περάσει, μας έλεγαν όλοι. Μα οι πνεύμονές του δεν ήταν δυνατοί· τους είχαν σκάψει τα μεταλλεία.

Τον έφαγε το μαράζι, έλεγε η Ελένη, που τότε ήταν μόλις δεκαπέντε χρονών. Από το μαράζι πέθανε ο κύρης μας, η κακία και η αχαριστία του κόσμου τον σκότωσαν, τίποτε άλλο. Βγήκε από το σχολείο για να μας μεγαλώσει. Η Μάρω ήταν δυο χρονών, η Ευθυμία πέντε, εγώ δέκα. Δεκαπέντε χρονών η Ελένη λογιζόταν για γυναίκα. Αυτή μας πότιζε, μας τάιζε, μας κοίμιζε. Η Ροδού άργησε να σταθεί στα πόδια της, μας κοιτούσε με τα μάτια να κολυμπούν στο αίμα. Πλάνταζαν οι μικρές στο κλάμα, ήθελαν να τις πάρει αγκαλιά, μα εκείνη μας κοίταζε ανήμπορη. «Επρόφτασεν την το πένθος», έλεγαν οι χωριανοί. «Εστοιβαχτήκαν πολλοί στην σειράν. Έσει πολλούς να θρηνήσει η Ροδού, έντζε εν’ έναν τζαι θκυο αθρώπους δικούς της που έθαψεν. Με τον τζαιρόν εννά συνέλθει.»

Είχαν δίκαιο, γιατί στον έναν χρόνο η Ροδού σηκώθηκε. Βρήκε και η Ελένη δουλειά στα συσκευαστήρια, άρχισε να φέρνει χρήματα στο σπίτι. Ανασάναμε. Κοντεύαμε να εξαϋλωθούμε από την πείνα. Θκιαλεχτίνα. Διάλεγε τα πιο μεγάλα και μοσχοαναθρεμμένα πορτοκάλια, τα τύλιγε ανά τεμάχιο σε ρυζόχαρτο και τα στοίβαζε σε ξύλινα κασόνια για το λιμάνι της Αμμοχώστου. Αυτή έφερνε χρήματα στο σπίτι. Ώσπου έγινα δεκαπέντε χρονών και ξενιτεύτηκα.

Προσπάθησαν οι συγχωριανοί να μας βοηθήσουν, κακά τα ψέματα, ούτε η θεία και ο θείος μου έκατσαν με σταυρωμένα χέρια, μα η Ροδού ήταν περήφανη· δεν ήθελε βοήθεια από κανέναν. Ο θείος μου θυμούμαι όπου με έβρισκε μου άνοιγε το χέρι και μου έβαζε μέσα ένα πεντοσέλινο, δεκασέλινο, ό,τι κρατούσε μου το έδινε. Σσσσσς, μου ένευε, να μην το πω σε κανέναν. Μια φορά μάθαμε πως είχε ξοφλήσει το χρέος μας στον κύριο Αντώνη. «Σσσσσς», του είπε, «μεν το πεις σε κανέναν.» Το είπε η κυρία Πέρσα στη μάνα μου. Αν είχαμε χρήματα, θα τους τα επέστρεφε όλα, ώς το τελευταίο γρόσι.

Μόλις η Ελένη κατάλαβε πως τράβηξα πίσω εξαιτίας του Γιαννή, επαναστάτησε. Ξύπνησε η πίκρα και το μίσος μέσα της.

«Ελυπήθηκες τον Γιαννήν! Τον γιον του φονιά που εσκότωσεν τον τζύρην μας; Τον Γιαννήν τον ψευτοπαλλικαράν, που φουμίζεται πως εφκήκεν αντάρτης στα βουνά, μα ούλλον το χωρκόν ξέρει πως εδούλευκεν πλασιέ στην Χώραν. Επούλαν καλλυντικά!»

Η Ροδού βγήκε τρεχτή από την κουζίνα να συνετίσει την κόρη της, να της νέψει να σιωπήσει.

«Έν φοούμαι κανέναν εγώ», την έκοψε η Ελένη, «έχω την αλήθκειαν με το μέρος μου! Άλλοι να φοούνται μες στο χωρκόν, άλλοι έχουν την φωλιάν τους λερωμένην. Εμέναν το στόμαν μου έν θα μου το κρατήσει κλειστόν κανένας!»

Σηκώθηκα. Είχα ξεμάθει τόσα χρόνια. Μπορεί και να μην ήμουν έτοιμος να ακούσω. Περπάτησα ώς την καγκελόπορτα, ώσπου μια δεύτερη φωνή μού ψιθύρισε: αλήθειαν ανέχου. Άλλαξα γνώμη. Επέστρεψα. Έβαλα το ένα πόδι πάνω στο άλλο και άναψα τσιγάρο να ακούσω την Ελένη.

«Αντρέπεσαι τον Γιαννήν, που όπου εστέκετουν τζαι όπου εκάθετουν εκακολογούσεν τον γιον της Ροδούς τζαι του Χριστάκη! Οι Εγγλέζοι πυροβολούν μας, κρεμμάζουν μας, τζαι ο Ξενής τρώει τζαι πίννει μιτά τους!»

δεν ήταν η πρώτη φορά

Ήταν γνωστό πως ο Γιαννής ήταν μεγάλος φουμισιάρης. Του άρεσε να καυχιέται πως είχε βγει αντάρτης στα βουνά, πως είχε πολεμήσει τους Εγγλέζους, μα το χωριό βούιζε. Ν’ ακούεις πολλά, να πιστεύεις τα μισά. Στην καλύτερη περίπτωση ο Γιαννής είχε εκτελέσει μια-δυο παρακινδυνευμένες αποστολές, αυτό ήταν όλο. «Θκυο ττενεκκούθκια δυναμίτην», έλεγαν όσοι ήταν εκ των έσω, «που τα μεταλλεία.» Τον είχαν κλέψει ουγγιά-ουγγιά οι εργάτες, μήπως και τους υποψιαστούν οι Αμερικάνοι. Μια μυστική αλυσίδα είχε στηθεί από τα μεταλλεία ώς τα βουνά, γιατί έπρεπε πάση θυσία ο δυναμίτης να φτάσει στον παραλήπτη στην ώρα του. Στο χωριό μας όμως ο κρίκος άνοιξε. Παντρεμένος με δυο παιδιά λύγισε. Έπρεπε πάση θυσία να βρεθεί άλλος συγχωριανός να τον αντικαταστήσει. Βρέθηκε ο Γιαννής.

Μα οι άλλοι μισοί, αυτοί που έλεγαν πως κατείχαν την υπέρτατη αλήθεια, ισχυρίζονταν πως η ιστορία του δυναμίτη ήταν ένα μεγάλο ψέμα, αποκυήματα της φαντασίας του Γιαννή και του πατέρα του. Φυλλάδια είχε ρίξει ο Γιαννής, ανακοινώσεις και προκηρύξεις της Αλκίμου Νεολαίας, όπως όλοι οι νέοι στο χωριό. «Νύχταν-νύχταν μάλιστα», έλεγαν οι πιο δύσπιστοι, «κρυφτός πουκάτω που το γιοφύριν.» Τον υπόλοιπο καιρό δούλευε πλασιέ στη Χώρα.

Πάντως αντάρτης στα βουνά δεν βγήκε ποτέ. Σ’ αυτό όλοι συμφωνούσαν, μα ο Γιαννής δεν έλεγε να συνετιστεί. Και σαν να μην έφταναν τα ψέματα, τα έλεγε μάλιστα μπροστά στον Κωστή, που του είχαν σακατέψει τα χέρια οι Εγγλέζοι, και ο Κωστής, θέλεις πιστός στη φιλία των παιδικών μας χρόνων, θέλεις γιατί είχε ευεργετηθεί ουκ ολίγες φορές από τις γνωριμίες του Γιαννή με την πελατεία στο συνεργείο, δεν τον διέψευσε ποτέ.

«Έννεν’ μιαν τζαι θκυο φορές που σε εκατηγόρησεν ο Γιαννής. Ούτε ήταν ο μόνος! Άννοιξε τα μμάθκια σου, Ξενή. Νομίζεις ότι οι φίλοι σου εν’ όπως τους άφηκες; Πως εν’ τα κοπελλούθκια που ήξερες; Τούτοι εδρατζιάσαν, εννά φαν τον τόπον!»

Πισώπλατα ο κόσμος έλεγε πολλά. Μπροστά στον Γιαννή όμως κανένας, γιατί με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο ο Γιαννής είχε καταφέρει να έχει γνωριμίες στα πιο ψηλά δώματα. Έβλεπαν οι συγχωριανοί τις Mercedes, τα bmw, τα Land Rover σταθμευμένα έξω από το κέντρο. Και ό,τι βοήθεια ήθελε ο κάθε συγχωριανός στον Γιαννή πήγαινε, και ο Γιαννής, κακά τα ψέματα, δεν αρνιόταν χέρι βοήθειας ποτέ σε κανέναν. Και το χέρι βαθιά στην τσέπη το έβαζε και τη ράχη του κόντρα να μεσολαβήσει για τα πάντα. «Εν’ μισή κυβέρνησις ο Γιαννής», έλεγε ο κόσμος. Δύσκολα έβρισκες άνθρωπο στο χωριό μας που δεν είχε ευεργετηθεί από τις γνωριμίες του. Ποιος να τον αντικρούσει;

Ήθελα να πω στην Ελένη να μιλήσει ξεκάθαρα, να μου πει ονόματα και διευθύνσεις, μα από εγωισμό ίσως και από ατολμία δεν το έκανα. Έβαζα το χέρι μου στη φωτιά όμως πως ούτε ο Κωστής ούτε ο Ττόμης ούτε ο Λεύκιος ήταν ικανοί να με συκοφαντήσουν. Ακόμα και για τον Γιαννή έπαιρνα όρκο. Μπορεί να ήταν φουμισιάρης, αππωμένος, μπορεί να μην το έλεγε η καρδιά του να βγει αντάρτης στα βουνά —ποιος ήμουν εγώ στο κάτω-κάτω να κρίνω και να κατακρίνω—, τον Ξενή όμως δεν θα τον πρόδιδε ποτέ.

«Προδότη πάνω, προδότη κάτω είχαν σε οι φίλοι σου!»

σηκώθηκα να φύγω

Η Ροδού έσκυψε ολόκληρη πάνω από την Ελένη. Πίστεψα πως θα άπλωνε το χέρι και θα της έβγαζε το μαλλί τρίχα-τρίχα.

«Δίκασ’ με μάνα, δέρ’ με, ό,τι θέλεις κάμε μου. Το στόμαν μου πάντως έν θα μου το κλείσεις!»

Και το δεύτερο κείμενο, σε αμιγή κυπριακή:

ΔΕΚΑΤΡΙΑ

Κάποτε η μάνα μου στέκεται τζαι θωρεί τον. Βάλλει με τον νουν της διάφορα. Καταλυέται. Εν’ τζείνη που φταίει, λαλεί, που έκαμεν γιον παραθκιάνταλον, επειδή που ήτουν έγκυος ετζοιμάτουν μπρούμουττα. Η μάνα της τζαι η αρφή της επαραντζέλλαν της: «Κόρη, μεν τζοιμάσαι μπρούμουττα, εννά τσιλλήσεις το μωρόν, να το καταϊσέψεις.» Μα ώσπου έππεφτεν ανάσσελλα, το μωρόν έκαμνεν κουρτουμπέλλες μέσα στην τζοιλιάν της, ετάρασσεν όπως το καλικαντζαρούιν, παμόν έν έβρισκεν κανένας που τους θκυο τους. Στον πολλύν τζαιρόν έν άντεξεν. Μιαν νύχταν που τα μμάθκια της εχογλούσαν, εγύρισεν μπρούμουττα, εψήλωσεν το πόδιν της όπως ξεβαίννεις την σκάλαν τζαι μονομιάς το μωρόν εβούλιαξεν, εποτζοιμήθην. Το πρόβλημαν ελύθηκεν. Κάθε νύχταν εγύριζεν μπρούμουττα, εξέβαιννεν το σκαλίν, εποτζοιμάτουν. Αντάν τζαι εγέννησεν τον Ττιμήν τζαι εβάλεν τον η μαμμού πάνω της πομαυρισμένον τζαι είδεν την δεξιάν του πάνταν τσιλλημένην, εσυντρομάχτηκεν. Ερούφησεν την το σκοτάδιν. Εσηκώστηκεν μεμιάς που το κρεβάτιν, τα σσέλια της κόμα γαιματωμένα, να πλύννει πρώτη το μωρόν μες στην βούρναν, να γυρέψει το αυτίν του. Επασπάτευκεν του κάκου. Μια τρυπούα σαν το αρφάλιν τζαι η τζεφαλή του που την μιαν πάνταν τσιλλημένη. Αντάκωσεν το κλάμαν. Τόσον εσυντρομάχτηκεν, που έν εκατέβηκεν το γάλαν της. Εβάλλαν της το μωρόν πομαυρισμένον που το κλάμαν πάνω στο βυζίν της, το μωρόν άκκαννεν λυσσάρικα τες θηλές της, εγαιματώνναν τα βυζιά της, εγαιματώνναν τα σείλη του μωρού, μα το γάλαν έν έτρεσεν. Εστέκουμουν πουπάνω που τον τζισβέν, ενεκάτωννα λλίον αλεύριν τζαι ζάχαρην να το ταΐσω.

Ώς την Παρασκευήν, μια γυναίκα έφερεν της λάδιν θαυματουργόν που την Παναγίαν την Γαλόκτιστην. Έτριψεν το λάδιν πάνω στα βυζιά της, επασάλειψεν την παντού. Η γυναίκα τούτη έν ήτουν που το χωρκόν μας, ήτουν ξένη, κανένας έν ήξερεν το όνομαν της, μα πριχού φύει έδωκεν της μάνας μου μιαν εικονούδαν μιτσιάν τζαι επαράντζειλεν της:

«Πρωίν νύχταν έσε τούτην την Παναγίαν μες στην τρασηλιάν σου, ώσπου να τρέξει άφθονον το γάλαν.»

Μόνον τούτον. Τίποτε άλλον έν της είπεν.

Τόσον πομαυρισμένη ήτουν η εικονούδα, που τίποτε έν εφαίνετουν πάνω στο ξύλον. Τρεις φορές έβαλα την μέσα στο φως της καντήλας να την παρατηρήσω, γιατί άκουσα τες χωρκανές να λαλούν πως η Παναγία η Γαλόκτιστη εν’ η μόνη Παναγία που ταΐζει τον Χριστόν με το βυζίν της πόξω, μα τίποτε έν είδα. Στες είκοσι τέσσερις ώρες τα βυζιά της μάνας μου εξεκινήσαν να στάσσουν, στες σαράντα οχτώ το γάλαν έτρεσεν όπως το νερόν στες βρύσες. Έπιννεν το μωρόν καπάλιν τζαι όσον γάλαν επερίσσευκεν έβαλλεν το η μάνα μου μες στην φίζαν για να πιούσιν τζαι τα μωρά τα ξένα.

Αναθάρρησεν.

Επαράντζειλεν μου στα κρυφά να ‘βρω τον καντηλανάφτην του χωρκού, που ήτουν καλός τεχνίτης του τζερκού, να μου κάμει μιαν τζεφαλήν μωρού για τάμαν, με θκυο αυτιά στητά, καλοκαμωμένα. Στες θκυο εφτομάδες που ήταν έτοιμη η μάνα μου να καβαλλιτζέψει την γαούραν, εκούρτισεν πέντ’-έξι γεναίτζες του χωρκού να πάμεν. Μάνα τζαι κόρη καβαλλαρκές, ο Ττιμής τουλουππιασμένος μες στον κόρφον μας, η τζεφαλή με τα θκυο αυτιά μες στο καλάθιν. Λλίον η μάνα μου, λλίον εγώ, εκρατούσαμεν τον Ττιμήν ούλλες οι γεναίτζες που γυρόν.

Τρεις ημέρες δρόμον ώς την Παναγίαν την Γαλόκτιστην. Τον ίδιον δρόμον ηθέλαμεν τζαι για την Παναγίαν του Τζύκκου που εν’ περίτου θαματουργή, άκουσα μιαν κοτζάκαρην σε έναν χωρκόν να λαλεί, μα έν ετόλμουν να συντύχω της μάνας μου. Άμαν η Γαλόκτιστη εγέμωσεν τα βυζιά της μάνας μου με τρεχούμενον γάλαν, έν ήτουν να γεμώσει το αυτίν του Ττιμή;

Ώσπου να φτάσουμεν, ήμαστουν καραβάνιν ολόκληρον, γιατί που όποιον χωρκόν επερνούσαμεν οι γεναίτζες επαίρναν θάρρος, ηθέλαν να έρτουν μιτά μας. «Οι προσκυνήτρες της Γαλόκτιστης», ελαλούσαν όποθθεν μας εθωρούσαν. Εδείχναν τα βυζιά της μάνας μου, εφέρναν τα βρέφη τους να τα ταΐσει. Το μεσημέριν εκαθούμαστεν ποκάτω που τες τερατσιές να φάμεν. Απλώθαμεν σεντόνια, πεύτζια, οι γεναίτζες εφκάλλαν φαΐν που τα καλάθκια, ετρώαν καπάλιν. Χαλλούμια, ελιές, οπωρικά. Εμείς μόνον νερόν. «Αν πάμεν χορτασμένες, κόρη, στην Παναγίαν, με ίντα μούτρα εννά της ζητήσουμεν δεύτερην χάρην; Ίνταλος εννά μας ακρωστεί; Αν μεν πάμεν νηστιτζές, ίνταλος εννά μας πιστέψει;»

Την τέταρτην ημέραν, την ώραν που ο ήλιος εκατέβαιννεν που τα ψηλά τζαι εχρυσαφίζαν τα βουνά τζαι τα αλμυρά νερά, εμπήκαμεν στην εκκλησιάν. Γονατιστές. Με το βρέφος στην αγκαλιάν. Εσσύψαμεν μπροστά που την εικόναν της Παναγίας, εκρεμμάσαμεν την τζέρινην την τζεφαλήν με τα στητά αυτιά πάνω στο ξύλον τζαι εμείναμεν χαμαί ασάλευτες. Στην πολλήν ώραν, εκαύκουμουν, ήθελα να ξαναδώ την εικόναν, να γυρέψω το βυζίν της Παναγίας, μα όποτε εσήκωννα την τζεφαλήν μου η μάνα μου εδίαν μου πουπάνω:

«Μείνε σσυφτή τζαι κάμε την προσευχήν σου. Ό,τι λαλώ να λαλείς τζαι εσύ. Αντίς του γιου μου, εσύ να λαλείς του αρφού μου.»

Παναγία μου Γαλόκτιστη, Μεγαλόχαρη, Θαυματουργή,
ώσπου μου στέλλεις γάλαν, ξέρε το, εννά θηλάζω
τα μωρά τα ξένα όπως θηλάζω το δικόν μου
Γάλαν έν θα αρνηθώ ποττέ σε κανέναν μωρόν
γιά χρισκιανής γιά Τούρτζισσας γιά ξένης
Παναγία Γαλόκτιστη, Μεγαλόχαρη, Θαυματουργή,
θέλω ακόμα μιαν χάρην να σου πω, έναν τάμαν να σου μολοήσω:
ώσπου μιαλινίσκουν τα μωρά που το δικόν μου γάλαν
παρακαλώ σε που τα βάθη της καρκιάς μου
να μεγαλώννει τζαι τ’ αυτίν του γιου μου

Λέξεις από το γλωσσάρι:

  • δίπλαροι: δίδυμοι
  • φουμίζεται: καυχιέται
  • φουμισιάρης: καυχησιάρης
  • εδρατζιάσαν: φούντωσαν, θέριεψαν
  • καταλυέται: διαλύεται, φθείρεται
  • παραθκιάνταλος: με σωματικό ελάττωμα
  • τσιλλώ: πιέζω
  • παμός: ησυχία, ανάπαυση
  • χογλώ, χογλάζω: κοχλάζω, βράζω.
  • αντακώννω: αρχίζω
  • τζισβές: μπρίκι
  • καπάλιν: συνέχεια
  • φίζα: γυάλινο δοχείο
  • περίτου: περισσότερο
  • κοτζάκαρη: γριά

60 Σχόλια to “Το βουνί, της Λουίζας Παπαλοΐζου (δυο αποσπάσματα)”

  1. Νέο Kid said

    Ωραίο Νικοκύρη! Για όσους τυχόν δε γνωρίζουν. Χώρα είναι η Λευκωσία. (αλλά όχι και καρπούζι, ευλοημένη! Παττίχα! Πατττίχαν! 🙂 )

  2. sarant said

    Καλημέρα Κιντ, ευχαριστώ για το πρώτο σχόλιο!

    Πρόσεξε ότι το καρπούζι αναφέρεται στην αφήγηση, στο πρώτο απόσπασμα όπου η αφήγηση είναι στην κοινή ελληνική και ο διάλογος μόνο στην κυπριακή. Γι’ αυτό και δεν το λέει παττίχα.

    Θα λείψω για μερικές ώρες.

  3. Πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση.
    Και μπαίνουν και ζητήματα αναλογική/ψηφιακή έκδοση. Εννοώ ότι με την αναλογική τυπογραφία είχαμε δυνατότητες κατασκευής χαρακτήρων για τις φωνητικές αποκλίσεις στα ιδιώματα. Τώρα πρέπει να βρούμε άλλες λύσεις.

  4. Πουλ-πουλ said

    Από τη συνέντευξη της Λουίζας Παπαλοΐζου:
    «Υπάρχει στο ΜοΜΑ ένας πίνακας της Αμερικανίδας εικαστικού Dana Shutz, που μου έρχεται στον νου όποτε ακούω για έναν νέο γύρο συνομιλιών, για ακόμα μία ναυαγισμένη προσπάθεια. Απεικονίζει ένα πλήθος ανθρώπων με κενό και αδιάφορο βλέμμα, που συρρέει γύρω από μια ακρωτηριασμένη σορό. Είναι μια σκηνή που παραπέμπει σε κάποιο ιστορικό γεγονός, μια σκηνή λαϊκού προσκυνήματος, μόνο που εδώ αντιλαμβάνεσαι από τα ανέκφραστα πρόσωπα ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ξέρουν ούτε τι ακριβώς βλέπουν ούτε τι περιμένουν να δουν. Έχει χαθεί το νόημα. Αυτός ο πίνακας (σ.σ. «Presentation», 2005) συμβολίζει για μένα αυτή την ατέρμονη αναζήτηση μιας λύσης, το Κυπριακό εν έτει 2021 ή 2030.»

  5. Καλημέρα,
    «Θα λείψω για μερικές ώρες.’ Περίεργο. Πρώτη φορά που ματαξανασυμβαίνει πάλι 🙂

  6. Νέο Kid said

    Αν «λυθεί το κυπριακό» το 80 με 90% των πολιτικών στην Κυπριακή δημοκρατία παύουν να έχουν λόγο (πολιτικής) ύπαρξης! Κενοί παντελώς!
    Είναι λοιπόν απλό ζήτημα επιβίωσης/αυτοσυντήρησης η «μη λύση»…

  7. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>εξέβαιννεν το σκαλίν

    Στη σκάλα που ξεβαίννεις
    να ξέβαιννα κι εγώ
    κ εις κάθε σκαλοπάτιν
    να σε γλυκοφιλώ
    Ηράκλειο/Αρετούσα 1978/ Νίκος Ξυλούρης, Α.Βίσση, Κ.Σκορδαλάκη

  8. Georgios Bartzoudis said

    Αρκετά κατάλαβα και από το δεύτερο διήγημα που είναι ολόκληρο στα Κυπριακά [Και σκέφτηκα: Τυχεροί στην ατυχία τους οι Κύπριοι, που δεν βρέθηκε κανένας τσιπρολαθρέμπορος να ξεπουλήσει τα Κυπριακά].
    Βρήκα και δυο ιδιωματικά που τα έχουμε και στα Μακεδονικά:
    – Μισερός (μισιρός)=ο ανάπηρος [ίδε «μια σοβαρή αρρώστια τον αφήνει μισερό»].
    – Διπλάρια= τα δίδυμα, ή οι δίδυμοι [ίδε «καλώς τους δίπλαρους»]

  9. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Μαστόρισσα τῆς γραφῆς, πολύ ὡραῖα τά κείμενά της καί πολύ ὄμορφη ἡ ἐπιλογή τῆς πρώτης φωτογραφίας ἀπό τήν συνέντευξί της. Κι ἄν κάνη πώς μᾶς διαβάζει, νά τῆς εὐχηθῶ νά πάρη ἐκτός ἀπό τό Ἐλλαδίτικο βραβεῖο, καί τίς καρδιές τῶν Ἑλλαδιτῶν (Ὅ,τι πνευματικό δημιούργημα μᾶς ἔρχεται ἀπό τήν Κύπρο, εὐωδιάζει!). Συγχαρητήρια!

  10. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>καλός τεχνίτης του τζερκού
    τεχνίτης του κεριού

    Δε με δυσκόλεψε η γλώσσα. Από πάντα κοντινή μου φαινόταν κι ας λέμε τσαι (με κάπα), το τζαι 🙂
    Κάποιες, λίγες, λέξεις μόνο που επιχωριάζουν μάλλον μόνο εκεί , μου ξέφυγαν (πχ κοτζιάκαρη, φίζα) που δεν έβγαιναν κι απ τα συμφραζόμενα.
    -παραθκιάνταλος: με σωματικό ελάττωμα, παρασάνταλος, σ΄εμάς
    -Αντάν τζαι εγέννησεν/ άντα ηπειρώτικα, όντε κρητικά
    -Αντάκωσεν το κλάμαν/εντάκαρε το κλάμα
    -Μάνα τζαι κόρη καβαλλαρκές/ καβαλαρές σ΄εμάς
    -Απλώθαμεν σεντόνια, πεύτζια
    πεύτζια, = ή πετσέτες (πέτσες)
    ή πετσά(τα) (υφαντές πλατιές λουρίδες, σαν μονές κουρελούδες)

  11. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    ε ρε κάτι τσιπραρρωστάκια

  12. Ριβαλντίνιο said

    @ 6 Νέο Kid

    Αν λυθεί με Ένωση θα τους διδάξουν οι Ελλαδίτες συνάδελφοί τους πως να λαϊκίζουν με τα επιδόματα , τους μισθούς και τις συντάξεις. 🙂

  13. Καλέ, τι φυλλοξήρα σήμερα;

  14. Παναγιώτης Κ. said

    Τι συμβαίνει; Ο κόσμος δροσίζεται στη θάλασσα;

  15. Costas Papathanasiou said

    Καλημέρα. Ωραίες επιλογές και όμοργα δείγματα γραφής:
    “η Παναγία η Γαλόκτιστη εν’ η μόνη Παναγία που ταΐζει τον Χριστόν με το βυζίν της πόξω”
    Χαρακτηριστικές οι σχετικές αγιογραφήσεις (ιδιίως οι κοπτικές) Παναγίας θηλάζουσας/Γαλακτοτροφούσας/Χρυσογαλούσας που έχουν εμφανείς αρχαιο-αιγυπτιακές επιρροές, θυμίζοντας τις αντίστοιχες αναπαραστάσεις του θηλασμου του Ώρου από την Ίσιδα, βλέπε ενδεικτικά:
    https://www.athensmagazine.gr/article/news/ellada/oikonomia/279138-den-to-exete-ksanadei-spania-eikona-ths-panagias-na-thhlazei-ton-ihsoy-me-akalypto-to-sththos-photos ,
    https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%BF%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%B1 ,
    https://antexoume.wordpress.com/2013/07/04/%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CE%B7-%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%BF%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%B1-%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%AC-%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%AE-%CF%87/ και https://slideplayer.gr/slide/12466143/

  16. Costas Papathanasiou said

    15; ..όμορφα δείγματα…

  17. Ριβαλντίνιο said

    @ 15 Costas Papathanasiou

    Όλες οι «ορθόδοξες» μου μοιάζουν επηρεασμένες απ’ την Δύση. Δεν διακρίνω κάποια αυστηρά ορθόδοξη.

  18. Costas Papathanasiou said

    17: Οι εμφανείς ανατολικές επιρροές, αναφέρονται στην παρουσίαση ΣΤΡΆΤΟΥ θΕΟΔΟΣΊΟΥ στην τελευταία παραπομπή του 15.

  19. ΓΤ said

    https://simiomatario.gr/%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%B8%CE%AE%CE%BA%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%B1%CE%AF/

  20. 3: Δεν είναι θέμα αναλογικής ή ψηφιακής υπεροχής, αλλά αν η λύση που ζητάμε είναι καθολική, ή ad hoc.

    Καθολική λύση είναι ο χαρακτήρας να υπάρχει ή να μπορεί να συντεθεί στον κώδικα Unicode, καθώς έτσι εξασφαλίζεται η ορθή εμφάνιση σε όλα τα μέσα και εφαρμογές που υποστηρίζουν Unicode, σε όλες τις γραμματοσειρές, τα μεγέθη, στυλ, κλπ. Εν προκειμένω, ελληνικά σύμφωνα με breve από πάνω, δεν υπάρχουν στον κώδικα Unicode, καθώς, απλούστατα, δεν χρειάζεται να υποστηριχθούν σε καμία γλώσσα.

    Λύσεις ad hoc επιτυγχάνονται μέσω CSS, ή τυπογραφίας ψηφιακής εν γένει, οπότε μπορούμε, για παράδειγμα να φτιάξουμε σίγμα ή ζήτα με breve ή με macron από πάνω, μέσω τυπογραφικών χαρακτηριστικών – ιδιοτήτων· αλλάζουμε για παράδειγμα την απόσταση (kerning) δυο χαρακτήρων και ανεβάζουμε τον δεύτερο πιο ψηλά. Το αποτέλεσμα είναι άψογο στις γλύφους των χαρακτήρων της συγκεκριμένης γραμματοσειράς, αλλά δεν εξασφαλίζει την ορθή προβολή του παντού, ούτε τη διατήρησή του σε άλλα στυλ, μεγέθη, γραμματοσειρές, κ.ο.κ. Εννοείται ότι ψηφιακές και πάλι είναι όλες οι ευκολίες για να ετοιμάσουμε κάτι που αναλογικά ήταν αρκετά πιο κοπιαστικό.

  21. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    10, ΕΦΗ

    Ξαφνιάζομαι που δεν έχεις ακουστά 🙂 την «κοτζ(ι)άκαρη», με κυριολεκτικές και μεταφορικές-ειρωνικές σημασίες!
    Την έχουν πολλά λεξικά μας. Πλήρη ανάλυση και ετυμολογία δίνει ο Βασ. Ορφανός. (Ως γνωστόν εδώ: https://books.ub.uni-heidelberg.de/propylaeum/reader/download/660/660-29-90740-1-10-20201013.pdf )
    Κάτι θυμάμαι και σε τραγούδι/μαντινάδα, αλλά δεν το βρίσκω….
    —-
    Συνώνυμο του ‘παραθκιάνταλος’=‘παρασάνταλος’, έχουμε και το ‘παρασούσουμος’.

  22. ΣΠ said

    20
    https://en.wikipedia.org/wiki/Greek_diacritics#Caron

  23. Και caron να είναι, το rendering, όπως βλέπεις, δεν είναι εξασφαλισμένο. Πάντως εγώ βλέπω breve εδώ:

  24. ΣΠ said

    23
    Κανονικά το breve (όπως υποδηλώνει το όνομά του) μπαίνει για να δείξει ότι ένα φωνήεν είναι βραχύ. Το caron μαρκάρει τα παχιά σύμφωνα κυρίως στις σλαβικές γλώσσες που χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Σε χειρόγραφο η γωνία του caron μπορεί να γίνει καμπύλη και να μοιάζει με το breve. Πάντως έχεις δίκιο, με το ελληνικό αλφάβητο ούτε το caron σου εξασφαλίζει λύση. Το έχω δοκιμάσει.

  25. 24: Ξεκάθαρο breve πάντως είναι

    Γι’ αυτό λέω, ad hoc λύσεις.

  26. 21 Όχι αλλοσούσουμος;

  27. @ 20 Stazybο Hοrn

    Πάντως η ψηφιακή εποχή είναι αυτή που «έφερε» π.χ. τα γκρίγκλις.
    Βέβαια και οι αναλογικές λύσεις του παρελθόντος χαρακτηρίζονταν από συγκέντρωση π.χ. στα τυπογραφεία όπου, μερικά, δεν είχαν ούτε πεζά «γαλλικά» (λατινικά). Ούτε οι ελληνικές γραφομηχανές είχαν πεζά ξένα (λατινικά). Το ζήτημα είναι πως δεν υπάρχουν αναγνωρισμένοι / καθιερωμένοι ελληνικοί χαρακτήρες για όλους τους φθόγγους μας.

  28. Είδα και την υπόλοιπη κουβέντα με ΣΠ. Υπάρχει κάποια λύση για τα ουρανικά σύμφωνα; Εγώ τα γράφω με διπλό: Με τα σύμβολα του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (ΙΡΑ) έχουμε την εξής αντιστοιχία: γγ = ʝ ή j, κκ = c, λλ = ʎ, νν = ɲ, χχ = ç, γκκ = ɟ.

  29. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>παρουσίαση της ζωής στην Κύπρο την εποχή της αποικιοκρατίας
    Το βιβλίο της κ. Παπαλοϊζου το είδα στις προθήκες, είχε ήδη αναφερθεί και μιαν άλλη φορά από τον Νικοκύρη, αλλά την πήγα για παραπέρα την αγορά, είναι και μεγαλούτσικο 🙂 . Το ΄χω σημειωμένο στα υπόψη, μαζί με μια νουβέλα που (βασισμένη στα πραγματικά/ιστορικά περιστατικά) εκτυλίσσεται στην Κύπρο επίσης, αμέσως μετά τη λήξη του β΄ππ, όπου οι Εγγλέζοι έφτιαξαν ένα στρατόπεδο έξω από την Αμμόχωστο κι εκεί στριμώχτηκαν/ μαντρώθηκαν 50 χιλιάδες Εβραίοι, υπό άθλιες συνθήκες, μεταφερμένοι ωιμέ, από τα κολαστήρια Νταχάου, Άουσβιτς κλπ . Οι Κύπριοι ονόμαζαν τα στρατόπεδα «κάμπους», γλωσσική οικειοποίηση των camps.
    «Τί είναι ένας κάμπος» Νάσια Διονυσίου /εκδ. Πόλις.

    21 Μικ. το είχα δει ότι το έχει ο Ορφανός, εντούτοις δεν έφτασε μέχρι τ΄αυτιά μου ως γριά, ή κυρά μεγαλοπιασμένη. Ρώτησα και μεγαλύτερους εδικούς, ούτε.
    Όμως όμως ,το κοτζιάκαρη ως καημενούλα, ίσως κάτι μού ανέσυρε από την ομίχλη, αν δεν το μπερδεύω με το (συνώνυμο) καημέχαρη.

  30. Κιγκέρι said

    21, 26: Αλλοσούσουμο εγώ ξέρω τον αναστατωμένο, αυτόν που έχουν αλλοιωθεί τα χαρακτηριστικά του από την ταραχή, όχι αυτόν που έχει μια μόνιμη παραμόρφωση: αυτός είναι ο παρασούσουμος – αν και δεν ήξερα τη λέξη.

  31. 27: Όσα γράμματα κι όσα διακριτικά έχουν τα ελληνικά,. μια χαρά τα βολεύει η ψηφιακή εποχή. Αν δεν υπάρχουν γράμματα για κάποιους φθόγγους, σε αυτό δεν φταίει η τελευταία.
    Ορίστε, με το word σε γραμματοσειρά Liberation Serif, με ένα μόνο πείραγμα:

  32. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>μια συνέντευξη της συγγραφέας στον Θοδωρή Αντωνόπουλο.
    νόμιζα της συγγραφέα 🙂

  33. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    21 ‘παραθκιάνταλος’=‘παρασάνταλος’, έχουμε και το ‘παρασούσουμος’.
    και παρά(γ)ουρος
    (προφανώς από το παράωρος/πρόωρος αλλά με σωματοψυχική αναπηρία εννοούμε- έστω μεταφορικά)

  34. Κιγκέρι said

    Ε, κι αφού είμαστε στην Τηλλυρία, ας μην λείπει η Τηλλυρκώτισσα!

  35. Κιγκέρι said

    Κοτζάκαρη η γριά, η μεγάλη γυναίκα, και σκέφτηκα και την πόντια «γαρή».

  36. @ 31 Stazybο Hοrn

    Καλό.

  37. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Οι 33 Παναγίες της Κύπρου

    Παναγία Γαλόκτιστη ή Γαλοκτισμένη
    Το εκκλησάκι αυτό της Παναγίας βρίσκεται στο χωριό Πύργος Τηλλυρίας, πολύ κοντά στη διαχωριστική γραμμή του Αττίλα. Το ξωκλήσι αυτό λέγεται ότι κτίστηκε από βοσκούς της περιοχής οι οποίοι είχαν τόσο γάλα που τον πηλό τον ζύμωναν με γάλα αντί με νερό προκειμένου να ενώσουν τις πέτρες. Όταν κάποια στιγμή τόλμησαν να χρησιμοποιήσουν νερό οι πέτρες δεν κολλούσαν η μια με την άλλη. Φαίνεται ότι το θέλημα της Παναγίας ήταν ο ναός της να κτιστεί με γάλα.
    Γαλατοχτισμένη, έχουμε μεις στη Κάτω Σύμη μας, σύνορο με Ν. Ηρακλείου, την Παναγία του 15Αύγουστου, με ίδιο «ιστορικό» χτισίματος, πλην και νηστικοχτισμένη (με γάλα και άφαγοι την χτίσαν οι μαστόροι ως τάσιμο να γλιτώσει το χωριό από την πανούκλα, τότε)
    https://www.cyprusalive.com/el/oi-33-ekklhsies-ths-kyproy-afierwmenes-sthn-panagia

  38. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>άκουσα τες χωρκανές να λαλούν πως η Παναγία η Γαλόκτιστη εν’ η μόνη Παναγία που ταΐζει τον Χριστόν με το βυζίν της πόξω, μα τίποτε έν είδα.

  39. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    38

    Παναγία Γαλακτοτροφούσα: Έξω από το κατεχόμενο χωριό Μάνδρες της επαρχίας Αμμοχώστου της Κύπρου, σε ένα φαντασμαγορικό τοπίο, στους πρόποδες της πλαγιάς ενός λόφου, μέσα σε κυπαρίσσια, χαρουπιές, σχοινιές και άλλα δέντρα, υπήρχε εξωκλήσι αφιερωμένο στην Παναγία την Γαλακτοτροφούσα, «Παναγία η Γαλακτινή» όπως ονομαζόταν…

    Το εξωκλήσι πανηγύριζε 2 Φεβρουαρίου (ημέρα της Υπαπαντής), εποχή όπου το εξωκλήσι ήταν βουλιαγμένο μέσα στα ανθισμένα κυκλάμινα που ήταν άφθονα στην περιοχή και στις 8 Σεπτεμβρίου αμέσως μετά το πανηγύρι του χωριού στις 2 Σεπτεμβρίου, του Αγίου Μάμαντος, προστάτη του χωριού.

    Δίπλα από το εξωκλήσι υπήρχε μικρός χείμαρρος, στον οποίο σε μικρό κούφωμα υπήρχαν σταλακτίτες οι οποίοι έσταζαν καθ΄ όλη την διάρκεια του έτους. Από εκεί έπαιρναν αγίασμα οι γυναίκες που τύχαινε να μην έχουν γάλα, ή όταν αυτό ήταν λίγο και δεν αρκούσε για το παιδί τους.

    Αφού λοιπόν άναβαν κερί μπρος από το εικόνισμα της Παναγίας, προσεύχονταν, έβαζαν το αγίασμα στα στήθη τους και μέχρι να επιστρέψουν στο χωριό τους τα στήθη τους κυριολεκτικά πλημμύριζαν γάλα. Στο εξωκλήσι έρχονταν συχνά και τουρκάλες από τα κοντινά γύρω χωριά, Άγιο Ιάκωβο, Άγιο Ανδρόνικο, Πλατάνι και Άγιο Γεώργιο.
    https://ieramonopatia.gr/psyxofeli/i-panagia-i-galaktotrofoysa-kai-ta-thaymata-tis/

  40. ΣΠ said

    28
    Αντί για διπλό σύμφωνο θα μπορούσε να μπαίνει κάποιο διακριτικό πάνω στο γράμμα. Π.χ. ο τόνος (Ѓ, Ќ) των Βορειομακεδόνων ή περισπωμένη των (Ñ) των Ισπανών ή κάτι άλλο (¯, ^, º).

  41. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    13 Κυριακή του Ιουλίου μόνο με το δημοψήφισμα το 2015 είχαμε πολλή κίνηση 🙂

    29 Α, ωραία πρόταση

    32 Ακτιβίζω

    39 Α μπράβο!

  42. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    26.
    Όπως ακριβώς τα λέει το (η) Κιγκέρι στο 30.
    Και σ’ εμάς ακούγεται ο ‘αλλοσούσουμος’, αλλά νομίζω πως είναι περισσότερο πανελλήνιο.

  43. ΣΠ said

    Πέθανε η Ντίνα Κώνστα

  44. Costas Papathanasiou said

    “Μοιράστηκε ο κόσμος. Όπλισαν οι Εγγλέζοι για να φοβερίσουν τους απεργούς. Ξυλοδαρμοί, πυροβολισμοί, συλλήψεις. Τα ξαδέρφια αντάλλαξαν βαριές κουβέντες, πιάστηκαν στα χέρια. Με τα μάτια μου είδα τον πατέρα και τον θείο μου πάνω στην αποβάθρα. Φώναζαν οι μανάδες μας, κλαίγαμε όλοι μαζί, μπήκαν στη μέση να τους χωρίσουν “
    Διαχρονικά σχετικό (μεταξύ άλλων πολλών) και το “Ὑποθῆκαι” του Καρυωτάκη (που ως φυγάνθρωπος μοιάζει κι αυτός να παίρνει τα όρη βγαίνοντας, μ’ άλλον τρόπο, στο κλαρί):
    Ὅταν οἱ ἄνθρωποι θέλουν νὰ πονῆς/ μποροῦνε μὲ χίλιους τρόπους./ Ρίξε τὸ ὅπλο καὶ σωριάσου πρηνής,/ ὅταν ἀκούσης ἀνθρώπους.//(…)Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό,/ στὸν πλατὺ κόσμο μιὰ θέση./ Ὅταν οἱ ἄνθρωποι θέλουν τὸ κακό,/ τοῦ δίνουν ὄψη ν’ ἀρέση.//(…)Ὅταν ἔχεις μιὰ παιδικὴ καρδιὰ/ καὶ δὲν ἔχεις ἕνα φίλο,/ πήγαινε βάλε βέρα στὰ κλαδιά,/ στὴ μπουτονιέρα σου φύλλο.//(…)—Ελεγεία και Σάτιρες,1927.
    ΥΓ-39:Παναγιά Γαλακτοτροφούσα και στη Λαύρα του Αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτη (βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Deir_Hajla , https://el.iordanitis.com/panagia-galaktotrofousa-israel ) η οποία λέγεται και
    «Deir Hajla/Hijleh » που σημαίνει «Μοναστήρι της πέρδικας». Οπότε, υπό μίαν έννοια΄, στην έρημο του Ιορδάνη, βρίσκεις και “της Παναγίας τα μάτια” και “του πουλιού το γάλα” και «μάν(ν)α εξ ουρανού». (Ας το’ χουμε στα υπόψη άμα τύχει να πούμε το ψωμί ψωμάκι).

  45. ΓΤ said

    -Αυτό που λέει ο ΟΠΑΠ με το «ψηφιακό πορτοφόλι» τι είναι;
    -Κατεβάζεις στο κινητό —
    (τον διακόπτει)
    -Α, δεν έχω κινητό.
    -Τι να σου κάνω, φίλε μου…

    (Στρέφεται προς ΓΤ.)
    -Γιώργο, εσύ το ξέρεις αυτό το καινούργιο του ΟΠΑΠ;
    -Ε βέβαια, ρε Παυλάρα.
    -Το έχεις βάλει στο κινητό;
    -Ναι, είναι γαμάτη εφαρμογή.
    -Ναι, αλλά θέλει κινητό, κι εγώ δεν έχω.
    -Παύλο, πάρε κινητό, καλό, όχι κάρβουνο, σμαρτ χρειάζεται, κι έλα μετά μετά να σου δείξω.
    -A, θέλουν να έχουμε και καλό! (ψιλονεύρα)
    -…

    (Στρέφεται στον υπάλληλο, χαμηλώνει τη φωνή, και του λέει συνωμοτικά:)

    -Κώστα, σε παρακαλώ, μπορείς να κάνεις κάτι και να μου φτιάξεις αυτό το πορτοφόλι του ΟΠΑΠ χωρίς να έχω κινητό;

    (Πέρασε ο Μπακογιάννης με το κάρο και μάζεψε νεκρούς ΓΤ και Κώστα…)

  46. sarant said

    45 Σπάνιο να μην έχει κινητό, αν και ξέρω κι εγώ έναν (που όμως δεν αναζητεί εφαρμογές του ΟΠΑΠ)

  47. Ριβαλντίνιο said

    Όποιος θέλει να διαβάσει ένα ωραίο και χιουμοριστικό βιβλίο για την αρχαία ιστορία της Κύπρου , αν καταφέρει να το βρει , μπορεί να πάρει το «Ιστορία ετεροχρονολογική της νήσου Κύπρου» του Χάρη Φεραίου ( «Ρωμανού Διογένη» ). Θα ψυχαγωγηθεί πολύ με το χιούμορ του συγγραφέα.

    Ο συγγραφέας παρουσιάζει με εύθυμο τρόπο την αρχαία ιστορία της Κύπρου, κάνοντας ταυτόχρονα παραλληλισμούς με την περίοδο 1960 – 1974 , την «μυθολογική» περίοδο όπως την αποκαλεί.

    Ο συγγραφέας δηλώνει την θέση του για να το γνωρίζει ο αγοραστής πριν προχωρήσει στο ταμείο. Το βιβλίο του είναι αντιμακαριακότατο , αντικαραμανλικότατο , αντιβασιλικότατο και αντισαξονικότατο. Όταν ο εκδότης τον ρώτησε γιατί δεν είναι και αντιγριβικότατο , ο συγγραφέας απάντησε : «Αντιπαθούσα πάντοτε τη μόδα.»

    Είναι γνωστό ότι η «Ιστορία διδάσκει».
    Τούτο συνάγεται απ’ όσα λένε κατά καιρούς οι ιστορικοί που μελετούν την Ιστορία. Θέλω να πω, που τη μελετούν με εμβρίθεια. -Τρόπος του λέγειν.
    Δεν είναι γνωστό, τι είναι αυτό που η εν λόγω Ιστορία διδάσκει.
    Τούτο συνάγεται απ’ όσα κατά κανόνα κάνουν, όσοι σ αυτό τον τόπο έχουν δηλώσει επίσημα «ηγέτες». Θέλω να πω, ηγέτες του έθνους. -Δεύτερος τρόπος του λέγειν.
    Συνεπώς, το μόνο που είναι σίγουρο είναι ότι η Ιστορία μεν διδάσκει, αλλά από τη διδασκαλία της κανένας δε διδάσκεται.
    Τούτο συνάγεται απ’ όσα κατά συρροή παθαίνει εκείνος που σ’ αυτό τον τόπο κατ’ εξακολούθηση είναι ο «υπέροχος λαός μας». Θέλω να πω, ο κυρίαρχος λαός -Τελευταίος τρόπος του λέγειν.

    O συγγραφέας έχει πολεμήσει στην Μάχη της Κύπρου ως έφεδρος ανθυπολοχαγός – μάλιστα σε μια τραγική , αιματηρή και καταστροφική μάχη για τον ελληνισμό, αυτή στο Συγχαρί – και κάνει γι’ αυτό μια πολύ συγκινητική αναφορά στο επίμετρο βιβλίο του :

    – Κύριε ανθυπολοχαγέ , έπαθε το μαρτίνι εμπλοκή.
    – Βγαλ’ τον κάλυκα , μηχανικά απάντησα εγώ.
    (…)
    – Κύριε ανθυπολοχαγέ , το μαρτίνι έχει πάθει εμπλοκή.
    – Σου είπα να βγάλεις τον κάλυκα , είπα οργισμένος.
    Σε λίγο ο στρατιώτης ξαναφώναξε :
    – Κύριε ανθυπολοχαγέ , δε βγαίνει ο κάλυκας.
    Τότε μίλησα άσχημα στο παιδί εκείνο , που με κοίταγε με τα μεγάλα μαύρα μάτια έντρομα -ήταν δεν ήταν 18 χρονών-και περίμενε από εμένα σωτηρία. Του μίλησα άσχημα γιατί δεν μπορούσε να βγάλει απ’ τη θαλάμη ένα κάλυκα !
    Και μετά τον είδα με μια κοτρόνα σαστισμένος να κτυπά τη θαλάμη , μπας και βγει ο κάλυκας από ένα όπλο άχρηστο όταν από πάνω του περνούσαν σμήνος τα βλήματα των αυτομάτων που κράταγαν οι Τούρκοι.
    (…)
    Καρφωμένο στο μυαλό μου έμεινε το βλέμμα του παιδιού , σαν ερινύα.
    (…)
    Θαυμάσια κύριε έφεδρε ανθυπολοχαγέ ! Η Πατρίδα του το έστειλε το παιδί αυτό να πολεμήσει τον Τούρκο κι αντί για όπλο του έδωσε να κρατά στο χέρι μια μαγκούρα. Το έστειλε να αναμετρηθεί με τον ίδιο τον θάνατο και ούτε ένα όπλο για να πολεμήσει και τουλάχιστον έντιμα να πέσει δεν του έδωσε. Κι εσύ , κύριε έφεδρε ανθυπολοχαγέ , που έπρεπε να το ξέρεις ότι την ώρα αυτή της μάχης για το παιδί αυτό Πατρίδα είσαι εσύ , ο πιο κοντινός του αξιωματικός, αντί στα γόνατα να πέσεις και να του ζητάς συγχώρηση για τον εξευτελισμό που του ‘δωσες , εσύ του ζητάς κι ευθύνες από πάνω , και το βρίζεις.
    (…)
    Είχαν κιόλας αρκετοί πετάξει πανικόβλητοι τα όπλα τους κι έτρεχαν να φύγουν. Τους θέριζαν οι όλμοι.
    (…)
    Το θλιβερό δεν είναι αυτοί που τρέχουν. Το θλιβερό είναι αυτό το παιδί , που δε φεύγει , αλλά την ώρα αυτή της μάχης κτυπά με μια κοτρόνα τη θαλάμη ενός όπλου άχρηστου. Αυτό λέω εγώ εθνικό κατάντημα.
    (…)
    Δεκαπέντε χρόνια [ εννοεί απ’ την ανεξαρτησία ως το 1974 ] αραδιάζατε του κόσμου τις μεγαλορρημοσύνες και καταντήσατε στη μια και την κρίσιμη την ώρα τη μεγάλη , να κτυπάτε τις θαλάμες άχρηστων όπλων με κοτρόνες.

    Μια περίληψη της πολεμικής αυτής του εμπειρίας μπορείτε να δείτε σε αυτό το σύντομο άρθρο του :
    Γιατί δηλαδή χρειαζόταν «προδοσία»;
    https://philenews.com/f-me-apopsi/arthra-apo-f/article/560662/gati-diladi-chreiazotan-prodosia

    Για την τραγική μάχη μπορείτε να δείτε αυτό το ντοκυμανταίρ ( συμμετέχει και ο Φεραίος ) :

  48. Georgios Bartzoudis said

    40, ΣΠ said: «…Π.χ. ο τόνος (Ѓ, Ќ) των Βορειομακεδόνων».
    # Πού …τσιπροβιώνουν αυτοί? Τους κυνηγάνε οι Βούλγαροι και δεν τους βρίσκουν!

  49. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>στην ορεινή Τηλλυρία, στους αρχαίους Σόλους, όπου έχουν βρεθεί σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα -το Βουνί, όπως το λένε οι ντόπιοι, είναι ένα ύψωμα όπου υπήρχε αρχαίο ανάκτορο


    Από πανοραμική φωτογράφηση τηςδεκαετίας 1930, το αρχαίο θέατρο των Σόλων (η σημερινή του μορφή ανάγεται στους Ρωμαϊκούς χρόνους)
    και, στο βάθος, ο κόλπος της Μόρφου.
    Η κάτω φωτογραφία εστιάζει στην τοποθεσία Βουνί. Εδώ διακρίνονται τα θεμέλια εγκαταστάσεων, όπου εικάζεται ότι ήταν και το διοικητικό κέντρο ή ανάκτορο του βασιλιά.
    Η συνάντηση του Φιλόκυπρου με τον Σόλωνα χρονολογείται στο πρώτο μισό του 6ου π.Χ. αιώνα.
    https://xn--0xaaadqcg.xn--qxam/ouTopos.el.Diavasmata.Philokypros-Provoli-sto-simera.page.html/Philokypros-Provoli-sto-simera.php

  50. sarant said

    49 Μπράβο Έφη!

  51. Πέπε said

    28

    > Υπάρχει κάποια λύση για τα ουρανικά σύμφωνα;

    Γενικά, υπάρχει η λύση του γιώτα. Φυσικά, δε σου κάνει αν δεν ακολουθεί φωνήεν. Πάντως στα κυπραίικα, όπου (διορθώστε με) τα διάφορα «παχιά» συριστικά βρίσκονται πάντοτε πριν από φωνήεν, και προέρχονται από ουρανώσεις, αντί για το καπελάκι βάζουν γιώτα, όταν δεν έχουμε ειδικές φιλολογικές-γλωσσολογικές εκδόσεις αλλά, π.χ., ένα απλό sms. Τζιαι = [dzhe] = και. Εδώ το βλέπουμε «τζαι», με τη διευκρίνιση του Νίκου ότι κατ’ ανάγκην αφαίρεσε τα καπελάκια, άρα στο βιβλίο είναι τζαι με καπελάκι.

    Πάντως είχα την εντύπωση ότι τα γράμματα με διακριτικό είναι περισσότερα από τα δύο που αναφέρονται στο εισαγωγικό της ανάρτησης: καπελάκι και στο ξ και στο ψ, όπου χρειάζεται, αλλά και στο χ, για να αποδοθεί το ίδιο sh όπως και με το καπελάτο σ αλλά με διαφορετική ετυμολογία. Και δεν ξέρω μήπως και στο κ για tsh με την αντίστοιχη διαφοροποίηση από το καπελάτο τσ.

    Όχι;

    ____________________
    Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι τα ουρανωμένα κ-γ-χ-γκ δε γίνονται αυτομάτως παχια συριστικά. Κάποτε γίνονται, κάποτε όχι. Η «Κύπρος» π.χ. είναι Κύπρος και όχι Τσιύπρος (pun not intended). Αυτό είναι ιδιαίτερο μέσα στο σύνολο των ελληνικών ιδιωμάτων.

  52. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Να βάλουμε και σύγχρονες φωτο του χώρου, να πονέσει η καρδιά μας.
    https://www.cyprusisland.net/attractions/ancient-solon-theatre-morphou


    Δεν ήξερα ότι το άγαλμα – έμβλημα της Κύπρου, είναι η συγκεκριμένη Αφροδίτη των Σόλων.
    https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%86%CF%81%CE%BF%CE%B4%CE%AF%CF%84%CE%B7_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%A3%CF%8C%CE%BB%CF%89%CE%BD

  53. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>Στη μεγάλη απεργία της CMC, το ’48. Εκατόν είκοσι δύο μέρες έμειναν κλειστά τα μεταλλεία μέχρι να καμφθούν οι Αμερικάνοι,

    Μεταλλωρύχοι 1948: Έγραψαν ιστορία με το αίμα τους
    https://dialogos.com.cy/metallorichi-1948-egrapsan-istoria-me-to-ema-tous-pics/

  54. ΣΠ said

    51 Πάντως είχα την εντύπωση ότι τα γράμματα με διακριτικό είναι περισσότερα από τα δύο που αναφέρονται στο εισαγωγικό της ανάρτησης: καπελάκι και στο ξ και στο ψ, όπου χρειάζεται, αλλά και στο χ, για να αποδοθεί το ίδιο sh όπως και με το καπελάτο σ αλλά με διαφορετική ετυμολογία. Και δεν ξέρω μήπως και στο κ για tsh με την αντίστοιχη διαφοροποίηση από το καπελάτο τσ.

    Δες το 22.

  55. Εφτγε ο Πήτερ Μπρουκ με τις απίστευτες παραστάσεις. Κρίμα !!

    Πιστεύω πως όποιος δεν έχει δει την Μαχαμπαράτα του, δεν έχει δει τα όρια του θεάτρου

  56. sarant said

    51-54 Πάντως και τα Μικροφιλολογικά της Λευκωσίας, όταν δημοσιεύουν ποιήματα ή γενικώς κείμενα στα κυπριακά βάζουν διακριτικό μόνο στο ζ και στο σ.

  57. Πέπε said

    56
    Λες να συγχέω με τα ποντιακά; Ή το έχω όντως δει σε κυπραίικα, σε προσωπικές προσπάθειες του καθενός ανεξάρτητες από το κάπως γενικά και επίσημα ισχύον;

  58. sarant said

    57 Μπορεί σε προσωπικές προσπάθειες; Δεν ξέρω.

  59. ΣΠ said

    56, 57
    Ένα σχετικό άρθρο
    https://www.academia.edu/6126671/%CE%A0%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%AF_%CE%B3%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%B7_%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%80%CF%84%CE%AE_%CE%B1%CF%80%CF%8C%CE%B4%CE%BF%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%BA%CF%85%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AE%CF%82_%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82

  60. sarant said

    59 Και πάλι ο Σπ. Αρμοστής 🙂

Σχολιάστε