Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Τσίμα στο κύμα

Posted by sarant στο 9 Απριλίου, 2010


Όχι, δεν εννοώ τον γνωστό δημοσιογράφο!

Τις προάλλες που είχαμε ένα (παλαβό) νήμα, τη μπαλαφάρα των αναπολλαπλασιασμών, είχα αναφερθεί παρεμπιπτόντως σε εκφράσεις που αποτελούνται από μια αναδιπλασιασμένη λέξη, όπου όμως αυτή η λέξη δεν στέκει μόνη της, σαν τις φιρί-φιρί, λάου-λάου, μάνι-μάνι και τσίμα-τσίμα. Κάθε μια τέτοια έκφραση αξίζει το δικό της σημείωμα· σήμερα θα γράψω για το τσίμα-τσίμα. (Κανονικά το ενωτικό δεν χρειάζεται, λέει η γραμματική θαρρώ, αλλά το γέρικο σκυλί δυσκολεύεται να αλλάξει κόλπα).

Η λέξη (ή φράση) λειτουργεί σαν επίρρημα και τη λέμε για κάτι που δεν περισσεύει, που φτάνει μόλις και μετά βίας, π.χ. τα φέρνουμε τσίμα τσίμα με το μισθό, τσίμα τσίμα της έρχεται η μπλούζα (οι φράσεις παρμένες από το ΛΚΝ). Το ΛΝΕΓ καταγράφει επίσης τη σημασία «άκρη-άκρη», που τη βρίσκω επίσης στον Πρεβελάκη (Ο ήλιος του θανάτου): Ώσπου, να το! φάνηκε [το άλογο] τσίμα τσίμα στον γκρεμό, γαϊτανίζοντας στο σύρμα που ’χε χαράξει το ίδιο με τα πέταλά του.


Πρόκειται για φράση κοινότατη, της καθομιλουμένης γλώσσας, της λαϊκής ίσως· πάντως, ο ποιητής Νίκος Παπαδόπουλος (1933-2005) κατάφερε να τη βάλει και σε ποίημα, αν και χρειάστηκε να τη σπάσει στα δυο συστατικά της μέρη:

ΠΕΡΙ ΥΠΟΚΛΟΠΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ

Δεν έχω εγώ ο φτωχός την αξιοσύνη
του Καλλίμαχου να ’βγω με ένα σχήμα
από τα «άπαξ λεγόμενα» και τσίμα-
τσίμα, με –εκεί– δυο στίχους (και ό,τι γίνει!)

το επίγραμμα να ειπώ στην Ιπποκρήνη.
Εγώ τα ανακατώνω όλα εκεί χύμα·
μπόλικα· και μου λένε: –Ρε συ, τι μα-
στορεύεις εκεί χάμου; ήθελε κρίνει

κανείς τι λές; Α! σ’ έπιασα: μιμείσαι,
μουσίτσα! –Ε, καλά πια κι εσύ! Μην είσαι

τόσο υπερβολικός, καλέ· και μη μου

κοτσέρνεις, ρε, τη ρετσινιά του μίμου!
Ερανίζομαι πότε-πότε για! Έ! μα…
δικά σου παίρνω και το κάνεις θέμα;

Η ιστορία της λέξης όμως δεν είναι και τόσο απλή –και ξεκινάει από το κύμα, κι έτσι θα δικαιολογήσω και τον τίτλο που έβαλα. Στα αρχαία ελληνικά, κῦμα είναι το κύμα της θαλάσσης βέβαια, σημασία που την έχουμε και σήμερα (και με τις μεταφορικές σημασίες, όπως τα κύματα των στρατιωτών), είναι όμως και άλλος τύπος του κύημα, από το ρήμα κυέω, που στην ελληνιστική εποχή έχει πάρει τη σημασία «νεαρός βλαστός». Με τη σημασία αυτή, η λ. κῦμα περνάει στα λατινικά, ως cyma, cima, και αλλάζει και το γένος της, γίνεται θηλυκή. Η αρχική σημασία είναι νεαρός βλαστός, κορυφή φυτού, αλλά στα μεταγενέστερα λατινικά παίρνει τις σημασίες «κορυφή δέντρου», «κορυφή λόφου», δηλαδή τη σημασία του ακρότατου σημείου. Με αυτή την έννοια, της κορυφής και της άκρης, περνάει στα ιταλικά (και στα γαλλικά, άλλωστε, ως cime = κορυφή) και έτσι επιστρέφει στα ελληνικά. Άρα, αντιδάνειο.

Στην κοινή νεοελληνική, η λέξη σχεδόν πάντοτε εμφανίζεται με επανάληψη: τσίμα-τσίμα, κατ’ αναλογία με το σιμά-σιμά ή το πλάι-πλάι ή το κοντά-κοντά, και με τη σημασία ότι κάτι έγινε μόλις και μετά βίας, χωρίς κανένα περιθώριο. Ωστόσο, σε επτανησιακά γλωσσάρια βρίσκω και χρήσεις χωρίς επανάληψη, π.χ. «η τσίμα του πόρτου» δηλ. η άκρη του λιμενοβραχίονα, στα ζακυνθιανά, ενώ στα κορφιάτικα βρίσκω «τσίμα πίλα» = άκρη άκρη. Βρίσκω στα κιτάπια μου και ηλεμήνυμα από τσου Κορφού όπου αναφέρεται ότι: Υποτίθεται ότι είμαστε το φαβορί για άνοδο, αλλά επειδή για δυο συνεχόμενες χρονιές χάνουμε στο τσακ (ή στο τσίμα-πιλ, ή στο τσίμ-μπιριρί, αν προτιμάς) την άνοδο στο τελευταίο μπαράζ, κρατάμε μικρό καλάθι.

Βρίσκω επίσης το ρήμα τσιμάρω, που σημαίνει κόβω τις άκρες, κλαδεύω, π.χ. τσιμάρω το μουστάκι ή το δέντρο, ξακρίζω που θα λέγαμε στα πανελλήνια ελληνικά ή ίσως κορφολογώ (για το δέντρο). Αν υπάρχει μη αναδιπλασιασμένη εμφάνιση του «τσίμα» έξω από τα Επτάνησα, θα μ’ ενδιέφερε να μου το πείτε.

Δείχνοντας πώς η ετυμολογία έχει και την εύθυμη πλευρά της, το λεξικό Μπαμπινιώτη ορθογραφεί τη λέξη «τσύμα τσύμα», για να κρατήσει ζωντανή (με τα δόντια, βεβαίως) την ανάμνηση του ένδοξου ελληνικού ύψιλον. Βέβαια, αν γράψουμε τσύμα στο κύμα παύει και το μπέρδεμα με τον Παύλο Τσίμα.

Προσθήκη: Με ειδοποίησαν (διότι είμαι μακριά από τα κιτάπια μου) ότι το πρόσφατο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη ορθογραφεί «τσίμα τσίμα» διότι, λέει, δεν είναι βεβαιωμένο αντιδάνειο (από το κύμα > cima) αλλά υπάρχει κι άλλη εκδοχή, ότι τάχα είναι από το «σιμά σιμά». Πρόκειται για… διόρθωση Λοΐζος (στο πνεύμα της συνεννόησης Λοΐζος), δηλαδή σωστή διόρθωση για λάθος λόγους. Καλά κάνει το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη και το γράφει «τσίμα τσίμα», αλλά οπωσδήποτε δεν ετυμολογείται από το «σιμά σιμά», αφού υπάρχει το επτανησιακό «τσίμα».

50 Σχόλια to “Τσίμα στο κύμα”

  1. Δεν επιθυμώ να μπω σε ξένα οικόπεδα, άλλωστε συμφωνώ με το περιεχόμενο του άρθρου, παρατηρώ όμως πως ο διπλασιασμός, πέρα από τις λέξεις τσίμα, φιρί, λάου, μάνι κ.ά αφορά και λέξεις που είναι αυθύπαρκτες και μεμονωμένες, γιατί λέμε: σιγά-σιγά, κάπου-κάπου, πάνω-πάνω, κάτω-κάτω κλπ.
    Ο διπλασιασμός αυτός που επιτείνει το νόημα της λέξης, πιστεύω πως είναι δάνειο από την τουρκική γλώσσα, όπου αφθονούν εκφράσεις όπως: cabuk-cabuk, tahter-tahter, ayar-ayar, gule-gule ….
    Διορθώστε με αν κάνω λάθος αλλά δε θυμάμαι παρόμοιο αναδιπλασιασμό στα αρχαία ελληνικά.
    ΣΗΜ. το c στη λέξη cabuk γράφεται με υποδιαστολή και το u στη λέξη gule έχει διαλυτικά, αλλά δε μπόρεσα να βρω τέτοια γράμματα στις γραμματοσειρές μου. Οι τουρκομαθείς ας με συγχωρήσουν

  2. sarant said

    Η διατύπωσή μου ήταν κάπως βιαστική: φυσικά υπάρχει αναδιπλασιασμός και σε αυθύπαρκτες λέξεις, αλλά εδώ ασχολήθηκα με εκείνες που δεν εμφανίζονται αυθύπαρκτες.

    Η επισήμανση για επιρροή από την τουρκική είναι πολύ εύστοχη. Άλλωστε και το φιρί-φιρί από εκεί έρχεται (firιl-firιl).

  3. Μπουκανιέρος said

    Το τσίμα-πιλ, στην κυριολεξία του, σημαίνει «γεμίζω ένα δοχείο μέχρι το χείλος (αλλά χωρίς να ξεχειλίσει)».
    [Ετυμολογικά, λέει, από την πίλα, «μεγάλο δοχείο για την εναποθήκευση λαδιού» (Χυτήρης) – για να πω την αλήθεια όμως, εγώ δεν έχω ακούσει ποτέ την έκφραση με το τελικό -α.]
    Σήμερα, στην καθημερινή ζωή, το λέμε συνήθως όταν κάποιος γεμίζει ξέχειλο ένα ποτήρι (συνώνυμο: «ως εκεί που τόφτιαξε ο μάστορας»), είτε με θαυμασμό για τη μαεστρία του είτε σα διαμαρτυρία για την υπερβολή.
    Μεταφορικά σημαίνει ίσα-ίσα (όχι άκρη-άκρη), επακριβώς και (σε προέκταση) στο τσακ, παραλίγο.

  4. Μπουκανιέρος said

    Για το ρήμα τσιμάρω, η ερώτησή μου είναι αν όντως δεν το χρησιμοποιούν οι πανελλήνιοι (γιατί δεν τόχα συνειδητοποιήσει). Θυμήθηκα πάντως τις …εχμ, διαφωνίες με τον πατέρα μου για τα μαλλιά μου, που έλεγε ότι, όχι, δε μου ζητάει να κουρευτώ αλλά να τα τσιμάρω λίγο.

    ΥΓ. Νικοκύρη, πάλι μας έφαγες το τελικό ς στσου Κορφούς. Αν δεν πιστεύεις εμένανε, πίστεψε τουλάχιστον τον Καββαδία – πρόσφατα το έβαλε η Μαρία.

  5. Μπουκανιέρος said

    Στους αναδιπλασιασμούς, νομίζω ότι χρειάζεται το ενωτικό (κι ας λέει ό,τι θέλει η επίσημη γραμματική), αν όχι για τίποτ’ άλλο για να φαίνεται ότι δε γράψαμε καταλάθος δυο φορές τη λέξη (ισχύει για τις αυθύπαρκτες).
    (Ας συνεισφέρω κι έναν αναδιπλασιασμό που δεν έχει αναφερθεί εδώ, νομίζω: κόστα-κόστα. Σημαίνει ό,τι και το γιαλό-γιαλό, αλλ’ απ’ τη μεριά της θάλασσας.)

  6. Κι όμως στο Σεγδίτσα (συμφωνώ με το νοικοκύρη ότι είναι πολύ χρήσιμος) σωζόταν η αρχική σημασία της τσίμας στη ναυτική ορολογία, στη σελίδα 109 (92 του αρχείου pdf εδώ http://www.eugenfound.edu.gr/appdata/documents/books_pdf/e_j00002.pdf από την πολύ καλή κίνηση του Ιδρύματος Ευγενίδη να το ψηφιοποιήσει) διαβάζουμε:

    Τσίμα, η· άκρη σχοινίου, σχοινίον, κορυφή, εκ της ιταλ. cima. – Ανέβα στην τσίμα του καταρτιού (Καβ Β 149). – (Παλ 589)

    Στη σύγχρονη ιστιοπλοϊκή ορολογία τσίμα είναι ο ελιγμός που φέρνει την πρύμη να περάσει απότον άνεμο (υποστροφή).

    Όσο για την κόστα που αναφέρθηκε στη σελίδα 55 (52 του αρχείου pdf) ο Σεγδίτσας αναφέρει ότι υπάρχει αντίστοιχη έκφραση στα ιταλικά costa costa. Πάντως κόστα είναι η ακτή, όπως βαρδακόστα-> περιπολία για φύλαξη της ακτής, ακταιωρός που διάβασα στα ημερολόγια ενός πλοίου της επανάστασης που εξέδωσε το ιστορικό αρχεό Σπετσών. Διασώζεται και σε τοπωνύμιο Κόστα λέγεται και η απέναντι από τις Σπέτσες ακτή της Αργολίδας.

  7. Να υπενθυμίσω και το επικό σιγούλια-σιγούλια του καλού επαγγελματία.

  8. Φαντάζομαι το νέρντε-νέρντε ούτε γνωστό θα είναι σε πολλούς, ούτε στην ίδια κατηγορία θα τόβαζες…

  9. Immortalité said

    Για πες τι θα πει βρε Στάζυμπε γιατί όπως παραδέχεσαι δεν είναι γνωστό σε πολλούς 🙂

  10. J.McManus said

    Σκύλος της Β.Κ. και Srabylo Horn.
    Υποκλίνομαι στο κοινό σου τιτανοτεράστιε Σαραντάκο! Χο!

    Τουλάχιστον μέσα στη Μπλογκόσφαιρα εκμηδενίσθησαν οι διαφορές[;] μεταξύ αριστεριστών και σταλινικού ΚΚΕ!

  11. espectador said

    Εχω την εντυπωση οτι το νερντε-νερντε (που εδω πανω το λεγαμε παλιοτερα) σημαινει περιπου…»απο που κι ως που»? (μπορει και να κανω λαθος ομως).

  12. Μαρία said

    9 Ιμορ, τι υποψιάζομαι απ’ αυτά που λέμε ως κοντοχωριανοί του Στάζυ.
    ner(e)de=πού
    ner(e)den=απο πού
    neredennereye=απο πού κι ως πού
    Το τελευταίο έλεγε η γιαγιά μου κι η μάνα μου κουρεμένο: νερντένερέ. Οι φίλες μου σκέτο νέρντε, 1 φορά και με τη σημασία του απο πού κι ως πού

  13. Μαρία said

    Εσπεκταδόρ, συμπέσαμε. Το λέτε διπλασιασμένο στα μέρη σας;

  14. κῦμα ἀρχικῶς δὲν σημαίνει φούσκωμα; (κῦμα πάνω στὸ κῦμα εἶπε ὁ Ἐμπειρίκος θαρρῶ τὴν περισπωμένη). Ἀκρότατο σημεῖο καὶ κορυφή, δηλαδὴ σὲ καλσσικώτερα λατινικὰ cacumen. Κάποιος ἱστορικὸς γλωσσολόγος θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς διαφωτίσῃ ἂν ἀνάγωνται σὲ κάποια κοινὴ ῥίζα.

  15. Υπάρχει και το Κίμα (Kemah – ινδιάνικη λέξη) στην παραλία του Χιούστον, που αποδεικνύει πως οι ΑΗΠ είχαν φτάσει και στον Νέο Κόσμο.

  16. Γκελ-γκελ, γιαβάς-γιαβάς

  17. espectador said

    13 Ναι Μαρια, αν και τελευταια δεν το ακουω συχνα

  18. Μαρία said

    Ε αφού άρχισαν τα όργανα ας ακούσουμε το περίφημο αζέρικο Αηδόνι που πέθανε το 61

  19. sarant said

    Πρόσθεσα το εξής:

    Προσθήκη: Με ειδοποίησαν (διότι είμαι μακριά από τα κιτάπια μου) ότι το πρόσφατο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη ορθογραφεί «τσίμα τσίμα» διότι, λέει, δεν είναι βεβαιωμένο αντιδάνειο (από το κύμα > cima) αλλά υπάρχει κι άλλη εκδοχή, ότι τάχα είναι από το «σιμά σιμά». Πρόκειται για… διόρθωση Λοΐζος (στο πνεύμα της συνεννόησης Λοΐζος), δηλαδή σωστή διόρθωση για λάθος λόγους. Καλά κάνει το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη και το γράφει «τσίμα τσίμα», αλλά οπωσδήποτε δεν ετυμολογείται από το «σιμά σιμά», αφού υπάρχει το επτανησιακό «τσίμα».

  20. sarant said

    Ευχαριστώ όλους για τα σχόλια. Θα μπορούσα να προσθέσω και το (σαλονικιό, θαρρώ) «λάχα-λάχα» που είναι κάτι σαν το «άρον-άρον» (άλλος αναδιπλασιασμός).

    ΜακΜάνε, όλοι οι καλοί χωράνε. Οι καλοί όμως.

    Στάζι, εγώ το νέρντε-νέρντε δεν το ήξερα.

  21. gbaloglou said

    «κύ(η)μα» = «βλαστάρι (της θάλασσας)», δηλαδή;

  22. Μαρία said

    22 όχι
    κύμα= το κύμα(φούσκωμα) / κύμα= αντί κύημα (αυτό αποκτά τη σημασία νέο βλάστημα)

  23. Νέος Τιπούκειτος said

    @21: Νικοκύρη, το λάχα λάχα το λέμε κι εμείς οι βλάχοι πάντως (με μικρό β).

  24. Μαρία said

    Μπουκάν η ιταλική πίλα με τις ίδιες σημασίες και στα γαλλικά
    http://www.cnrtl.fr/definition/pile

    Α, το κόστα κόστα το λέω κι εγώ.

    Τιπού, σε τιμήσαμε δεόντως στο άλλο νήμα.

  25. Νέος Τιπούκειτος said

    Πάντως επιτατικούς αναδιπλασιασμούς σαν το λάχα λάχα ή το τσίμα τσίμα βρίσκουμε και σ’ άλλες γλώσσες (πρόχειρα μου’ρχεται το γαλλικό vite vite). Στα αρχαία ελληνικά πράγματι δεν υπάρχουν, παρά μόνο σαν ποιητικοί τρόποι, ιδίως στα λυρικά μέρη του Ευριπίδη. Αυτουνού μάλιστα του αρέσει πολύ να χρησιμοποιεί ένα ρήμα σύνθετο με πρόθεση, κι αμέσως μετά να κοτσάρει το απλό ρήμα, χωρίς δηλαδή την πρόθεση (π.χ. κατήγεν ήγεν στην εκπληκτική σκηνή των Βακχών όπου ο Διόνυσος πιάνει ένα πεύκο απ’ την κορφή και το λυγάει ίσαμε το χώμα).

  26. Ναι, νέρντε-νέρντε = από πού κι ως πού; Πάντα διπλό…

  27. Μαρία said

    26 Στις γαλλικές ντουμπλέτες μεσολαβεί πρόθεση. Εκεί που εμείς λέμε βήμα βήμα αυτοί λένε pas a pas, tete a tete, cul a cul κλπ. Και το βιτ βιτ νομίζω οτι πάει μόνο με προστακτική. Δε θα πει κανείς π.χ. έφαγα βιτ βιτ.
    Στα ιταλικά όμως έχουν.

  28. Μαρία said

    27 Στάζυ, απο παλιά του είχανε αλλάξει τα φώτα; Οι δικοί μου τουλάχιστον μια συλλαβούλα είχαν φάει.

  29. Στὰ μιξοβάρβαρα ἑλληνικὰ τῆς Βίβλου καὶ δὴ τῆς ΠΔ καὶ κυρίως στὰ ποιητικὰ βιβλία ὑπάρχουν ἀρκετοὶ ἀναδιπλασιασμοί. π.χ. «ἐλθὲ ἐλθὲ ἡ Σουλαμῖτις». Καὶ βέβαια στὴν ΚΔ τὸ κλασσικὸ «ἀμὴν ἀμήν».

  30. Ναι, εξαπανέκαθεν, Μαρία.

  31. Νέος Τιπούκειτος said

    @28: Μαρία, πάντως στα βλαχογαλλικά του 16ου αιώνα που μιλά(γα)με στο Κεμπέκ, το vite vite χρησιμοποιούνταν και με άλλες εγκλίσεις. Το j’ai mangé vite vite είναι απολύτως νόμιμο παρά τοις Υπερβορείοις.

  32. Χαρδαβέλας, γλώσσα «μητέρα» (sic) η ελληνική. Τώρα…

  33. Κι ἐγὼ μόλις τώρα αὐτὸ πήγαινα νὰ γράψω. ἡ εἰδίκευσί του λέει εἶναι ἀπὸ τὸ 250.000 ὡς τὸ 9.000 π.Χ. πάλι καλὰ ποὺ δὲν λέει καὶ 5 Σεπτεμβρίου.

  34. Στάσυβε, πόσο καμμένοι εἴμαστε γιὰ νὰ καθόμαστε σαββατόβραδο μέσα νὰ βλέπωμε Χαρδαβέλλα; 🙂

  35. Μαρία said

    Εγώ που άνοιξα τώρα τηλεόραση έπεσα στη συγγένεια Μινωιτών Ινδιάνων.
    http://tinyurl.com/y8zzcdh

  36. Nicolas said

    Χμ, χμ, στα γαλλικά δεν λέμε vite vite, αλλά dare-dare :
    http://www.cnrtl.fr/definition/dare-dare
    Και στο τσακ, illico presto :
    http://www.cnrtl.fr/lexicographie/illico?
    Όπως αυτό το τάκα-τάκα μιαμ:
    http://www.kebab-frites.com/kebab/illico-presto-5426.html
    (Θα με πιάσει η σπαμοπαγίδα; για να δούμε, δεν περνάς κυρά Μαρία, …)

  37. Immortalité said

    @11/12 Μαρία και Espectador μερσί για την ερμηνεία. Αλλά αυτό το νέρντε νέρντε που το λένε; Στάζυ γιατί νόμιζα ότι είσαι από τα μέρη μας;

    @32 Τιπού αν δεν με απατά (πάλι) η μνήμη μου στη μαμά Γαλλία το vite vite το χρησιμοποιούν κυρίως προτρέποντας τον συνομιλητή να κινηθεί πιο γρήγορα κι απ’ τη σκιά του. Σε προστακτική κυρίως. Για να πουν ότι φάγαν στο πόδι μάλλον θα έλεγαν j’ai mangé vite fait. Μου φαίνεται ότι αμα έρθω στον Καναδά κανείς δε θα με καταλαβαίνει… 🙂

  38. Νέος Τιπούκειτος said

    @38, 39: Παιδιά, πάω πάσο για το vite vite και υπείκω εις τους γαλλομαθεστέρους. Άλλωστε, τα δικά μου τα ψευτογαλλικά τα έμαθα (ούτως ειπείν) στο Κεμπέκ από φοιτητές, την τηλεόραση και το ραδιόφωνο — δηλαδή ό,τι χειρότερο…

  39. Μαρία said

    Ιμόρ, στο άλλο νήμα ο Εσπεκταδόρ λέει Ξάνθη. Και βέβαια δε σημαίνει οτι δουλεύουμε στον τόπο καταγωγής μας.

    Ο Καναδάς θέλει προσοχή, τα έχουμε πει με τον Τιπού, και αν υπάρχουν γκος, να αποφύγεις να ρωτήσεις για την υγεία τους.

  40. Immortalité said

    @ 40 «Άλλωστε, τα δικά μου τα ψευτογαλλικά»…

    Τιπούκειτε έπαθες κρίση αυτοεκτίμισης; Εφαγες τίποτα και σε πείραξε; 🙂

  41. Immortalité said

    @ 41 «και αν υπάρχουν γκος, να αποφύγεις να ρωτήσεις για την υγεία τους.» Ωχ! Τι σημαίνει γκος στους εκειπέρα; 🙂

  42. Nicolas said

    Κοίτα αυτό, κι αν δεν καταλάβεις, ρώτα:
    http://www.tetesaclaques.tv/paris_vid171
    (Désolé, y a un peu de pub au début)

  43. Νέος Τιπούκειτος said

    @42: Ιμμόρ, όπως έχω πει και στη Μαρία κατ’ ιδίαν, ένας φίλος Γάλλος, που μόλις είχε εγκατασταθεί στο Κεμπέκ, χαιρέτησε συνάδελφό του με την ιαχή (το «ιαχή» είναι από άλλο νήμα) «Salut, beau gosse». Έγινε το γέλιο της αρκούδας.

    Είναι πάντως αλήθεια ότι έχω μια ψιλοκρισούλα αυτοεκτίμησης και μέσης ηλικίας επίσης. Μάλλον φταίει που δεν έφαγα τίποτα (προσπαθώ να ρίξω τα γεροντόπαχα, κατάλαβες).

  44. Νέος Τιπούκειτος said

    @44: Νικολά, έχω λιώσει στο γέλιο με το βιδεάκι! Απίστευτο!

  45. Immortalité said

    @ 45 Αν σημαίνει αυτό που κατάλαβα από το βιντεάκι ήταν αναπόφευτκο! 🙂

    Νικολά τρελό γέλιο! 🙂 🙂 🙂

  46. Νέος Τιπούκειτος said

    @47: Ιμμόρ, μη μου πεις ότι κατάλαβες τι λένε οι κεμπεκιώτες;

  47. Immortalité said

    @ 48 Εχω κάνει εντατικά Τιπούκειτε 🙂 Είχα δύο συμφοιτητές κεμπεκουάδες στο μεταπτυχιακό και έβαψα. Που να τους ακούς να κάνουν exposé και να πρέπει καινα κρατάς σημειώσειςκαι να καταλαβαίνεις και να μη γελάς… Το πως περνούσαμε δε στον καφέ είναι πέραν πάσης περιγραφής… 🙂 🙂 🙂 Εννοείται ότι το βιντεάκι το είδα τέσσερις φορές και πάλι μερικά δεν τα έπιασα..

  48. Νέος Τιπούκειτος said

    Καλά, τι να πω κι εγώ που μετά από έξι χρόνια στο Κεμπέκ αδυνατώ να καταλάβω τι παραγγέλνουνε οι τύποι στο βιντεάκι… (εκτός από το gros Canada Dry)!

Σχολιάστε