Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Αντιδάνεια’ Category

Το αυθεντικό αφεντικό

Posted by sarant στο 17 Απριλίου, 2024

Αφεντικό φωνάζω, πειραχτικά, τον  εκδότη μου, τον Γιάννη Νικολόπουλο των Εκδόσεων του Εικοστού Πρώτου. Πειραχτικά, αλλά και με μια δόση αλήθειας,  διότι μπορεί να μην  «εργάζομαι υπό τις διαταγές του», όπως λέει ο ορισμός του λεξικού, αλλά πάντως εκείνος έχει  τον τελευταίο λόγο στην  έκδοση  των  βιβλίων  μου, εκείνος τα πληρώνει και με πληρώνει.

Τις προάλλες  που τα λέγαμε, σκέφτηκα ότι δεν έχω λεξιλογήσει για τη λέξη αυτή -οπότε σήμερα λέω να επανορθώσω την παράλειψη. Βέβαια, αφού το αφεντικό προέρχεται από τον αφέντη, σωστό είναι να ξεκινήσουμε από εκεί.

Ο αφέντης, παλαιότερα, ήταν ο ηγεμόνας, ο άρχοντας μιας περιοχής και, τον καιρό της δουλοπαροικίας, ο τσιφλικάς που είχε μεγάλη κτηματική περιουσία και ανθρώπους που δούλευαν στα χτήματά του, ο κτηματίας έστω που έφερνε ανθρώπους να του δουλέψουν. Σήμερα μπορεί να είναι ο κυρίαρχος, μεταφορικά ή κυριολεκτικά, σε μια παραδοσιακά οργανωμένη οικογένεια να πούμε για τον αφέντη του σπιτιού,  όπως επίσης αφέντης είναι ο κάτοχος, ο ιδιοκτήτης ενός κατοικίδιου ζώου, συνήθως  σκύλου. Και σε ένα ζευγάρι, μπορεί να γίνει λόγος για τον  ερωτικό σύντροφο, τον  αφέντη ή την αφέντρα της καρδιάς του/της. Στην παραδοσιακά οργανωμένη  οικογένεια, αφέντη προσφωνούσαν τα παιδιά τον πατέρα, άλλοτε τον  παππού, άλλοτε η  νύφη τον  πεθερό.

Η  λέξη εμφανίζεται και σε πολλές παροιμίες: Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη, ας πούμε ή, για ένδειξη αναστάτωσης και σύγχυσης «χάνει το σκυλί τον αφέντη  του». Άλλη παροιμία λέει «το μάτι του αφεντός παχαίνει τ’ άλογό του» ή «του αφέντη  το μάτι παχαίνει το χωράφι», που σημαίνει πως είναι απαραίτητη η επίβλεψη από τον ιδιοκτήτη. Ο αρχαιότροπος λαϊκός τύπος «του αφεντός» ήταν αρκετά συχνός και τον  διέσωσε κι ο Βάρναλης στον  κυρ Μέντιο «όργωνα στα ρέματα / τ’ αφεντός τα στρέμματα».

Ο αφέντης θυμίζει την τουρκική προσφώνηση εφέντιμ, και δικαίως τη  θυμίζει -αλλά η τουρκική λέξη είναι το δάνειο. Ο αφέντης έχει αρχαίες περγαμηνές,  είναι παιδί του αυθέντη. Η λέξη αυθέντης, με τη σειρά της, εμφανίζεται στην  κλασική  αρχαιότητα και σημαίνει αρχικά τον αυτουργό, αυτόν που ενεργεί αφ’ εαυτού. Υπάρχει  στον  Σοφοκλή και ο τύπος αυτοέντης, που δείχνει την  ετυμολογία -το αμάρτυρο *έντης προέρχεται από τη ρίζα του «ανύω» ενώ υπάρχει στον Ησύχιο και το συνέντης = συνεργός.

Ο αυθέντης αρχικά σήμαινε όχι γενικά τον αυτουργό, αλλά ειδικά τον αυτουργό φόνου, τον φονιά. Στον Ρήσο του Ευριπίδη, ο Ηνίοχος διαμαρτύρεται:

καὶ πῶς με κηδεύσουσιν αὐθεντῶν χέρες; Και πώς θα με φροντίσουν τα χέρια των φονιάδων; (δυο λέξεις έχουν αλλάξει από τότε σημασία). Επίσης, η λέξη «αυθέντης» εμφανίζεται και με τη σημασία του αυτόχειρα, του αυτοκτόνου.

Στους επόμενους αιώνες, η σημασία επεκτάθηκε -από τον φονιά, στον  αίτιο, τον πρωτουργό,  αρχικά μιας κακής πράξης (αυθέντης  ιεροσυλίας) αλλά στη συνέχεια πιο ουδέτερα πχ «τον μεν  Κάσσανδρον έφη πέμψειν, τον αυθέντην γεγονότα της πράξεως», πάντως με τη σημασία κάποιου που ενεργεί αυτόβουλα και κάνει κάτι με  το χέρι του, όχι μέσω άλλων.

Αλλά αυτός που ενεργεί αυτόβουλα είναι συχνά και κυρίαρχος, σαν να λέμε αφέντης, δεσπότης -κι έτσι στους επόμενους αιώνες η  λέξη παίρνει και αυτή τη σημασία. Ο γνωστός μας γλωσσοδιορθωτής Φρύνιχος, σε κάποια από τις ρετσέτες του λέει:

Αὐθέντης μηδέποτε χρήσῃ ἐπὶ τοῦ δεσπότου ὡς οἱ περὶ τὰ δικαστήρια ῥήτορες, ἀλλ’ ἐπὶ τοῦ αὐτόχειρος φονέως.

Δηλαδή: Μην τολμήσεις να  χρησιμοποιήσεις τη  λέξη «αυθέντης» με τη  σημασία  «δεσπότης, αφέντης» όπως κάνουν οι χασοδίκηδες στα δικαστήρια, αλλά να τη λες μόνο για εκείνον που σκοτώνει ιδιοχείρως.

Αλλά βέβαια, οι χασοδίκηδες, εννοώ η  γλώσσα της πιάτσας, η  ζωντανή, επικράτησε, κι έτσι σε μαγικά κείμενα βρίσκουμε την προσφώνηση  «αυθέντα Ήλιε» και σε χριστιανικό κείμενο των  πρώτων  αιώνων  «υπηρέτης ειμί και ουκ αυθέντης», δηλαδή επικράτησε η σημασία αυθέντης = άρχοντας, ηγεμόνας, δυνάστης -και, κατ’ επέκταση, ο κύριος, ο ιδιοκτήτης, το αφεντικό.

Μπαίνει εδώ το λατινογενές ρήμα διαφεντεύω (για το οποίο έχουμε γράψει άρθρο) και υπό την επίδρασή  του, διότι ετυμολογήθηκε δια+αφεντεύω, ο αυθέντης έγινε αφέντης. Στο μεσαιωνικό λεξικό του  Κριαρά βλέπουμε να συνυπάρχουν οι τύποι «αυθέντης» και «αφέντης», που άλλωστε ο λεξικογράφος τούς έχει συμπεριλάβει στο ίδιο λήμμα (βρίσκουμε μάλιστα και τη  γενική «του αυθεντός») και τελικά επικρατεί ο αφέντης.

Ήδη πριν από την  Άλωση η λέξη περνάει στα τουρκικά, και δίνει την προσφώνηση efendim και τον  τίτλο efendi, κάτι σαν  «κύριος», αν και νομίζω πως το λένε και για  γυναίκες (χανούμ εφέντη). Άρα, το ελληνικό εφέντης, που το βρίσκουμε κυρίως στα ονόματα της  οθωμανικής  εποχής, είναι αντιδάνειο. Ο Νικολάκη εφέντης, ας πούμε, ήταν Σμυρνιός αξιωματικός του οθωμανικού στρατού,  που έδωσε τα σχέδια του Μπιζανιού στους Έλληνες (και επειδή  κάποιος δημοσιογράφος το έβγαλε στη φόρα,  οι Τούρκοι τον  κρέμασαν).

Σε παλιά κείμενα, θα βρούμε τη λέξη «αυθεντικός» να  σημαίνει «του αυθέντη, του αφέντη». Έτσι, συχνά «αυθεντικός  ορισμός» είναι η  διαταγή του Σουλτάνου.

Στα επόμενα χρόνια, οι λέξεις διαφοροποιήθηκαν. Αυθεντικός έμεινε να σημαίνει αυτό που έχει κύρος, που είναι γνήσιος: αυθεντικό έγγραφο,  αυθεντικός πίνακας του Πικάσο, αυθεντική μαρτυρία και η  λέξη πήρε καινούργια χρώματα με την αυθεντικοποίηση (authentication) της πληροφορικής, όπως τις προάλλες που με έπρηζε ένας για να αυθεντικοποιήσει το μέιλ μου και τελικά μού έστειλε λάθος κωδικό. Από την άλλη, ο αφεντικός έμεινε να αναφέρεται στον αφέντη, ως επίθετο, ή στο αφεντικό όταν είναι αρσενικού γένους (αλλιώς, η  αφεντικίνα).

Αλλά το αφεντικό μου, ο Γιάννης  που λέγαμε, είναι αυθεντικό δείγμα καλού εκδότη.

Posted in Αντιδάνεια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , | 139 Σχόλια »

Μπουσουλάνε χωρίς μπούσουλα

Posted by sarant στο 3 Απριλίου, 2024

Ο τίτλος δεν αποτελεί πολιτικό σχόλιο. Θα μπορούσε, βέβαια, να αναφέρεται μεταφορικά σε κάποιους που πηγαίνουν πέρα δώθε, χωρίς σχέδιο, και μάλιστα όχι βαδίζοντας αλλά μπουσουλώντας, στα τέσσερα, όπως τα μικρά παιδιά -αλλά δεν θέλω να σχολιάσω την κυβέρνηση, εμείς εδώ λεξιλογούμε.

Τις προάλλες λοιπόν, στο Τουίτερ, ένας φίλος, καθώς συζητούσαμε για λέξεις που άλλαξαν σημασία, έφερε σαν παράδειγμα τον μπούσουλα, που σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό από το ρήμα «μπουσουλάω».

Η ηχητική συνάφεια είναι ολοφάνερη, πράγματι. Κι άλλη φορά, σε σχόλιο εδώ  στο ιστολόγιο, έχει γραφτεί ότι ο μπούσουλας προέρχεται από το «μπουσουλώ» ή το αντίστροφο,  όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Σκέφτηκα λοιπόν  ότι μπορούμε να γράψουμε ένα αρθράκι, μια και οι ετυμολογίες και των δύο λέξεων παρουσιάζουν ενδιαφέρον.

Μπούσουλας είναι η πυξίδα.

Η λέξη είναι αντιδάνειο. Προέρχεται από το ιταλικό bussola (στα  γαλλικά είναι boussole), αλλά η ιταλική λέξη ανάγεται, μέσω λατινικών, σε ελληνική -και μάλιστα, ακριβώς στη λέξη «πυξίς», που όμως δεν σήμαινε την πυξίδα.

Κάπως μπερδεμένα τα είπα, οπότε να αρχίσουμε από την αρχή. Στα αρχαία ελληνικά, πυξίς ήταν το κουτί. Αρχικά, και ειδικότερα, το κουτί που ήταν φτιαγμένο από πύξο, ή πυξάρι. Ο πύξος ή το πυξάρι (Buxus sempervirens) είναι αειθαλής θάμνος ή μικρό δέντρο,  στα αρχαία η πύξος. Το ξύλο του θάμνου αυτού προσφέρεται ιδιαίτερα για την ξυλογραφία και για κατασκευή κουτιών, επειδή είναι πολύ σκληρό και δεν σπάει. Το λέμε και τσιμισίρι, από το τουρκ. çimşir, παραλλαγή του şimşir. Στον Τρελό του Βάρναλη, η πλόσκα* του (το ξύλινο παγούρι του) είναι «ξύλο τσιμισίρι».

Σήμερα κυρίως ως διακοσμητικός θάμνος χρησιμοποιείται, επειδή ανέχεται καλά το κούρεμα, οπότε το βρίσκουμε σε κήπους, στη σειρά, για να οριοθετεί δρομάκια και παρτέρια. Αλλά πήγα μακριά.

Λοιπόν, αρχικά η πυξίς ήταν κουτί από πυξάρι, αλλά στη συνέχεια κάθε είδος ξύλινου μικρού κιβωτίου, από οποιοδήποτε ξύλο ή και από άλλα υλικά. Η λέξη παίρνει και τη σημασία του κυλίνδρου και αργότερα της πινακίδας της ζωγραφικής -αλλά προς το παρόν δεν έχει καμιά σχέση με το όργανο προσανατολισμού που λέμε σήμερα πυξίδα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άνθη και φυτά, Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια, Ομόηχα | Με ετικέτα: , , , , | 114 Σχόλια »

Μηνολόγιον Απριλίου έτους 2024

Posted by sarant στο 1 Απριλίου, 2024

Το Μηνολόγιο, που το δημοσιεύω εδώ συνήθως την πρώτη του μηνός, ήταν ιδέα του πατέρα μου, του αξέχαστου Δημήτρη Σαραντάκου, ο οποίος αρχικά το δημοσίευε στο περιοδικό Φιστίκι, που το έβγαζε επί πολλά χρόνια στην Αίγινα. Στο εδώ ιστολόγιο, το Μηνολόγιο άρχισε να δημοσιεύεται τον Οκτώβρη του 2010 και βέβαια μέσα σε 12 μήνες έκλεισε τον κύκλο. Τότε, αποφάσισα να εξακολουθήσω να το δημοσιεύω στις αρχές κάθε μήνα, επειδή έχει γίνει το σταθερό σημείο αναφοράς που ενημερώνεται συνεχώς με δικά σας σχόλια μέσα στη διάρκεια του μήνα, σχόλια που συνήθως αφορούν επισήμανση ημερομηνιών, αν και κυρίως αγγελτήρια θανάτων.

Οπότε, συνεχίζω τις δημοσιεύσεις όσο θα υπάρχει ενδιαφέρον, προσθέτοντας πάντοτε δικές σας προτάσεις από πέρυσι. Πάντως, σε κάποιες περιπτώσεις η επέτειος έχει εσκεμμένα μετατεθεί κατά μία ημέρα (όπως εδώ με την Μαρία Πολυδούρη, που πέθανε στις 29/4).

Δε 1 Του βαρώνου Μυγχάουζεν και των ανιδιοτελώς ψευδομένων
Τρ 2 Ιακώβου Καζανόβα του μεγάλου εραστού και Ημέρα του παιδικού βιβλίου
Τε 3 Γενέσιον Θεοδώρου Κολοκοτρώνη του στρατηλάτου
Πε 4 Γενέσιον Ανδρέου Ταρκόφσκη και αυτοκτονία Δημητρίου Χριστούλα
Πα 5 Γεωργίου-Ιακώβου Δαντώνος καρατόμησις
Σα 6 Του ζωγράφου Ραφαήλου
Κυ 7 Παγκόσμια ημέρα υγείας – Ιπποκράτους του Κώου
Δε 8 Γενέσιον Ιακώβου Μπρελ
Τρ 9 † Φραγκίσκου Βάκωνος. Kαι Γς τελευτή
Τε 10 Θρίαμβος Σπυρίδωνος Λούη του ωκύποδος
Πε 11 Γιούρι Γκαγκάριν, του πρώτου ανθρώπου εις το Διάστημα
Πα 12 Τα μεγάλα Διονύσια
Σα 13 Βαρούχ Σπινόζα του προδρόμου του Διαφωτισμού και Σαμουήλ Μπέκετ γενέσιον
Κυ 14 † Βλαδιμήρου Μαγιακόφσκι αυτοχειριασμός
Δε 15 Λεονάρδου ντα Βίντσι
Τρ 16 † Γεωργίου Βιζυηνού, το τελευταίον της ζωής του ταξίδιον
Τε 17 Γενέσιον Κωνσταντίνου Καβάφη και τελευτή Νίκου Παπάζογλου και Δημήτρη Μητροπάνου
Πε 18 † Αλβέρτου Αϊνστάιν τελευτή
Πα 19 † Καρόλου Δαρβίνου
Σα 20 Τελευτή Μανόλη Τριανταφυλλίδη
Κυ 21 Βεβήλωσις του Φοίνικος (αποφράς ημέρα)
Δε 22 † Γουλιέλμου Σαιξπήρου του μεγάλου δραματουργού
Τρ 23 † Τελευτή Γεωργίου Καραϊσκάκη. Και παγκοσμία ημέρα του βιβλίου
Τε 24 Της γενοκτονίας των Αρμενίων
Πε 25 † Μαγελάνου του εξερευνητού. Και τελευτή Σπειροειδούς αρχιτέκτονος.
Πα 26 Γενέσιον Ευγενίου Ντελακρουά
Σα 27 Γενέσιον Αδαμαντίου Κοραή του Διαφωτιστού
Κυ 28 Μιχαήλ Λομονόσωφ
Δε 29 † Κωνσταντίνου Καβάφη του ανεπαναλήπτου
Τρ 30 Μαρίας Πολυδούρη τελευτή.

Επίσης, ο Απρίλης είναι συνήθως ο μήνας του Πάσχα -το οποίο μπορεί να πέσει από 4 Απριλίου έως 8 Μαΐου (τουλάχιστον στον αιωνα μας), άρα τις περισσότερες φορές πέφτει Απρίλη, όχι όμως φέτος που είναι κάπως αργοπορημένο.

Επειδή, σε αντίθεση με τον άστατο Μάρτη, τον Απρίλη η άνοιξη έχει πια εδραιωθεί, πολύ συχνά τους δυο καθαρόαιμους ανοιξιάτικους μήνες τους λέμε μαζί: Απριλομάης ή και Μαγιάπριλο, λέξεις ποιητικότατες. Υπάρχει πάντως και η παροιμία «των καλών ναυτών τα ταίρια, το μαγιάπριλο χηρεύουν», για τις αιφνίδιες ανοιξιάτικες κακοκαιρίες, όπως και η «στον καταραμένο τόπο, το Μαγιάπριλο χιονίζει», που τη λέμε και μόνο για τον Μάη. Βέβαια, οι απριλιάτικες βροχές χρειάζονται: Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον τον ζευγά που’χει πολλά σπαρμένα, λέει μια γνωστή παροιμία, και «Τ’ Απριλιού κάθε σταλαματιά νερό είναι βαρέλι λάδι», ένα όχι πολύ γνωστό κεφαλονίτικο γνωμικό.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Δημήτρης Σαραντάκος, Επετειακά, Μηνολόγιο | Με ετικέτα: , , , , , , | 58 Σχόλια »

Μπαζώματα

Posted by sarant στο 28 Μαρτίου, 2024

Η λέξη «μπάζωμα» βρίσκεται εδώ και μέρες στην επικαιρότητα,  καθώς έχει έρθει σε πρώτο πλάνο το φονικό δυστύχημα  των  Τεμπών, κι έτσι μάλλον θα ξέρετε για ποιο μπάζωμα  λέμε.

Οι συγγενείς των θυμάτων αρχικά και η αντιπολίτευση στη συνέχεια κατηγορούν την κυβέρνηση για το αδικαιολόγητα εσπευσμένο μπάζωμα του χώρου του δυστυχήματος, την επόμενη ή τη  μεθεπόμενη  κιόλας  μέρα, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται εξαιρετικά η διερεύνηση των όσων συνέβησαν τη μοιραία νύχτα, καθώς τα ίχνη έχουν καταστραφεί.

Όπως γράφει εμπειρογνώμονας των οικογενειών,  «Με δεδομένο όμως πως ο χώρος έχει ανεπανόρθωτα αλλοιωθεί από το μπάζωμα, είναι αμφίβολο αν τελικά θα δοθούν απαντήσεις στους συγγενείς των θυμάτων».

Οι εξηγήσεις κυβερνητικών στελεχών  για τους λόγους  που υπαγόρευσαν το βιαστικό μπάζωμα δεν ακούγονται πολύ πειστικές, μεταξύ άλλων  επειδή κατά καιρούς έχουν προβληθεί πολλές και διάφορες δικαιολογίες. Σε τέτοιο κλίμα ένοχης υπεκφυγής, αναμενόμενο είναι να φουντώνουν οι φήμες.

Χτες στη Βουλή ο υπουργός Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδης έκανε ένα άτοπο λογοπαίγνιο, όταν είπε ότι όσοι πολιτικοί κάνουν λόγο για  το μπάζωμα είναι για  τα μπάζα. Θα  έπρεπε ένας εξωκοινοβουλευτικός υπουργός να δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό προς την αντιπροσωπεία στην οποία απέτυχε να εκλεγεί, αλλά ίσως η οξύτητα να είναι ο μόνος τρόπος άμυνας.

Εμείς όμως εδώ λεξιλογούμε, οπότε θα πούμε δυο λόγια για το μπάζωμα και για τα μπάζα, ελπίζοντας η ανάλυση που θα κάνουμε για τα μπάζα να μην είναι για τα μπάζα.

Τα μπάζα είναι λέξη που εμφανίζεται κυρίως στον πληθυντικό, και εύλογα, αφού είναι «γενική ονομασία για άχρηστα υλικά (χώμα, πέτρες, τούβλα, ξύλα) που προέρχονται ιδίως από κατεδάφιση οικοδομής» (λέει το ΛΚΝ),  που δίνει και την παραδειγματική φράση «Aπαγορεύεται η ρίψη μπάζων», από την οποία βλέπουμε ότι η γενική δεν  κατεβάζει  τον  τόνο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Αντιδάνεια, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , | 124 Σχόλια »

Είναι ηλίθιοι οι ιδιώτες;

Posted by sarant στο 22 Μαρτίου, 2024

Tο σημερινό άρθρο το οφείλω σ’ έναν φίλο που με ρώτησε σχετικά στο Μέσεντζερ -του έδωσα βέβαια μια σύντομη απάντηση, αλλά του είπα επίσης ότι «αξίζει να  γραφτεί άρθρο», όπως συνηθίζω να λέω.

Η ερώτηση του φίλου μου ήταν αν όντως  το αγγλικό idiot, ηλίθιος, προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό «ιδιώτης», και πώς έγινε η μετατόπιση της σημασίας. Η σύντομη απάντηση ήταν ένα μονολεκτικό Ναι, ενώ η εκτενέστερη είναι το σημερινό άρθρο.

Στη σημερινή γλώσσα, ο ιδιώτης είναι εκείνος που «δεν ασκεί δημόσιο λειτούργημα, που δεν είναι δημόσιος υπάλληλος ή στρατιωτικός ή που δεν παρουσιάζεται με την ιδιότητά του αυτή» (ΛΚΝ) ή, πιο σύντομα, «πρόσωπο που δεν κατέχει επίσημο αξίωμα ούτε εκπροσωπεί δημόσια συμφέροντα, απλός πολίτης» (Χρηστικό Λεξικό). Μπορεί ας πούμε να διαβάσετε ότι το τάδε έργο ανατέθηκε σε ιδιώτες ή σε ιδιώτη  ανάδοχο.

Ωστόσο, στο ΛΚΝ υπάρχει και δεύτερο λήμμα  «ιδιώτης»: (ψυχιατρ.) άτομο που πάσχει από ιδιωτεία, που είναι διανοητικά ανάπηρο. Ιδιωτεία είναι η πλήρης διανοητική ανεπάρκεια, η ηλιθιότητα. Με αυτή τη δεύτερη σημασία, η λέξη ιδιώτης είναι είδος αντιδανείου. Προέρχεται από το γαλλικό idiot (ηλίθιος) το οποίο ανάγεται στο αρχαίο ελληνικό  «ιδιώτης», που θα  το δούμε στη συνέχεια τι σήμαινε.

Επίσης στα νέα ελληνικά έχουμε το ρήμα  «ιδιωτεύω» που αναφέρεται στην πρώτη σημασία της λέξης «ιδιώτης», και σημαίνει «παύω να ασκώ ένα δημόσιο λειτούργημα ή αποσύρομαι από τη δημόσια ζωή και ζω ως απλός πολίτης» -ας πούμε, μπορεί να διαβάσετε ότι ο τάδε υπουργός παραιτήθηκε και αποφάσισε να ιδιωτεύσει, δηλαδή να μην  ασχολείται πλέον  με τα  κοινά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , | 94 Σχόλια »

Η κουλουριώτικη ντοπιολαλιά (μια συνεργασία της Μαρίας Κορμπίλα)

Posted by sarant στο 15 Μαρτίου, 2024

Στο ιστολόγιο αγαπάμε τις ντοπιολαλιές και τακτικά δημοσιεύουμε άρθρα με λέξεις από διάφορες περιοχές της χώρας (πλήρης κατάλογος, στο τέλος του άρθρου). Σήμερα δημοσιεύω μια ακόμα εργασία της σειράς αυτής, μια από τις πληρέστερες που έχουμε δημοσιεύσει, εξαιρετικά τεκμηριωμένη και πλουσιότατη, ακόμα και με εικονογράφηση, από τη  φίλη μας Μαρία Κορμπίλα, μια μελέτη αφιερωμένη στη ντοπιολαλιά της Σαλαμίνας. Eιλικρινά, πρόκειται για υποδειγματική δουλειά. 

Χωρίς άλλα εισαγωγικά, δίνω αμέσως τον λόγο στη φίλη μας

Η κουλουριώτικη ντοπιολαλιά

Εκ Σαλαμίνος ορμώμενη -νησί ένδοξο για την ιστορική ναυμαχία του 480 π.Χ. και γνωστό για τη φράση «πήγε η ψυχή μου στην Κούλουρη»- άδραξα την προτροπή προς τους φίλους του ιστολογίου να στείλουν άρθρα με το λεξιλόγιο της ιδιαίτερης πατρίδας τους, ώστε να παραθέσω λέξεις και φράσεις του τόπου μου.

Αν και η Σαλαμίνα εντάσσεται γεωγραφικά από τους γλωσσολόγους σε αυτό που λέμε «ζώνη του -ίντα», δεν έχει καμία ομοιότητα με τα γλωσσικά ιδιώματα των νησιών του νοτίου Αιγαίου και της Κρήτης. Είναι πολύ κοντά στην Αθήνα γεωγραφικά και περιβάλλεται από την Ελευσίνα, τη Μάνδρα, τον Ασπρόπυργο και τα Βίλια, δηλαδή από πόλεις και χωριά με αρβανιτόφωνους πληθυσμούς, αλλά και από την πόλη των Μεγάρων, που έχει ομιλητές της Κοινής Νέας Ελληνικής.

Τα αρβανίτικα είχαν μεγάλη απήχηση στον ελληνόφωνο πληθυσμό της Σαλαμίνας, τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα κι έπειτα. Η διαδικασία όμως αυτή σίγουρα θα είχε αρχίσει νωρίτερα. Πάντως η γλωσσική ταυτότητα των Σαλαμινίων κατά τους χρόνους του 18ου αιώνα ήταν ελληνική και η καταγωγή των περισσοτέρων αθηναϊκή, όπως αποδεικνύεται από δικαιοπρακτικά έγγραφα (βλ. Π. Βελτανισιάν, «Η γλωσσική ταυτότητα των Σαλαμινίων μέσα από στοιχεία λαϊκού λόγου και φωνολογικά φαινόμενα που απαντούν σε δικαιοπρακτικά έγγραφα από τη Σαλαμίνα, 18ος αι.-μέσα 19ου αι.» στο academia.edu)

Από την προαναφερθείσα εργασία του Π. Βελτανισιάν μαθαίνουμε ότι κατά τον 17ο και 18ο αιώνα επικρατούσαν τα ελληνικά, ενώ από τα μέσα του 19ου αιώνα τα αρβανίτικα απέκτησαν μεγάλη απήχηση στον ελληνόφωνο πληθυσμό της Σαλαμίνας και τελικά υπερίσχυσαν στον προφορικό λόγο -μέχρι την σταδιακή εξαφάνισή τους από τα χρόνια περί το 1960 και έως σήμερα. Τα ελληνικά της Σαλαμίνας ήταν συγγενικά με το παλαιοαθηναϊκό ιδίωμα, το οποίο στην Αθήνα κατά τον 19ο αιώνα υποχώρησε έναντι των λεγομένων Νέων Αθηναϊκών.

Οπωσδήποτε και κατά τον 20ό αιώνα οι ντόπιοι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν έντονα το αρβανίτικο γλωσσικό ιδίωμα στον προφορικό τους λόγο. Θυμάμαι τη γιαγιά μου, η οποία απεβίωσε το 1973, να δυσκολεύεται να ομιλεί τη νεοελληνική και συχνά είχα ανάγκη διερμηνέα για να καταλάβω τι μου έλεγε. Η επόμενη γενιά απέφευγε να ομιλεί τα αρβανίτικα, ενώ κατανοούσε τα λεγόμενα και απαντούσε στη νεοελληνική. Εκεί είχαμε ανάμειξη των δύο γλωσσικών μορφών και τότε παρήχθησαν νέες λέξεις ή και φράσεις προερχόμενες από ένωση αυτών. Και οι μεγαλύτεροι, όπου δεν ήξεραν την αρβανίτικη λέξη, χρησιμοποιούσαν τη νεοελληνική με αρβανίτικη κατάληξη. Μετά έχουμε παράλληλη χρήση νεοελληνικού και αρβανίτικου λεξιλογίου, ενώ στη συνέχεια το αρβανίτικο στοιχείο χάθηκε. Αξίζει να σημειωθεί πως οι παλιοί Κουλουριώτες τονίζουν μετ’ επιτάσεως πως δεν μιλούν αλβανικά αλλά αρβανίτικα!

Οι νεότεροι δεν ξέρουν πια σχεδόν καθόλου αρβανίτικα. Όμως, μέχρι τις μέρες μας, έχουν παραμείνει λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιούνται ακόμα κι από νέα παιδιά που συχνά συνδυάζουν αρβανίτικα με νεοελληνικά, όπως το «άντε γκρού» (=άντε σήκω) ή ακόμα και με αγγλικά ως λογοπαίγνια, όπως π.χ. «Lets βέμι!» (=Lets go!). Επίσης, συχνά ακούγονται ανάμεσα σε νέους, αλλά και σε μεγαλύτερους σε ηλικία, κάποιες φράσεις όχι και τόσο σεμνές που όμως γίνονται αποδεκτές με κάποιο πονηρό μειδίαμα και σχεδόν πάντα χωρίς παρεξήγηση. Οι πλέον συνήθεις είναι: «άνα μούνου» (=φάε μου το σκ@τό) και το «φάε μου το μούτι» (=φάε μου το σκ@τό). Κοινολεκτούμενη είναι σε όλες τις ηλικίες άνω των 15 η προσφώνηση «μο». Ακούγονται δηλαδή φράσεις όπως: «Μο, έλα έδω!» ή «Μο νάααα, λιψρ!» (=Βρε, άντε να χαθείς!).

Εκτός από τα αρβανίτικα στοιχεία, η ελληνική γλώσσα της Σαλαμίνας διατηρεί ακόμα ορισμένους ιδιωματισμούς. Κάποιες λέξεις και φράσεις της ντοπιολαλιάς προέρχονται από την ορολογία των ναυτικών και των ψαράδων, γεγονός αναμενόμενο καθώς η αλιευτική δραστηριότητα του νησιού μέχρι και τον 20ό αιώνα ήταν σημαντική και ευρύτερα γνωστή, ώστε μάλιστα εξυμνήθηκε σε παλιά αστικά λαϊκά τραγούδια (όπως «Τα κουλουριώτικα γριγριά» του Μανώλη Χρυσαφάκη, ηχογραφημένο το 1937, η «Ψαροπούλα» ή «Καπετάν Ανδρέας Ζέππος» του Γιάννη Παπαϊωάννου, ηχογραφημένο το 1946, «Του γριγρί τα ψαραδάκια» του Τούντα, ηχογραφημένο με τον Νούρο το 1930 και με τον Παπασίδερη το 1931, όπως και άλλα παρεμφερή). Επισημαίνεται ότι οι λέξεις της ναυτικής ορολογίας χρησιμοποιούνται με μεταφορική σημασία και στον καθημερινό λόγο των Κουλουριωτών. Παρομοίως με μεταφορική έννοια χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις που προέρχονται από τοπικούς θρύλους. Μία άλλη κατηγορία λέξεων σχετίζεται με στοιχεία της ντόπιας λαογραφίας (θρησκευτικές εορτές, τοπική αρχιτεκτονική, μαγειρική κλπ). Τέλος στο ιδίωμα του νησιού παρατηρούνται επίσης και μερικές γραμματικές διαφοροποιήσεις από την κοινή νέα ελληνική, κυρίως ως προς την κλίση κάποιων ρημάτων και ουσιαστικών.

Θα παραθέσω λοιπόν κάποιες λέξεις και φράσεις που έχω ακούσει να χρησιμοποιούνται ακόμα στις μέρες μας  -μερικές ίσως σπανιότερα- ελπίζοντας να κεντρίσω όποιον γνωρίζει περισσότερα να συνεισφέρει στον εμπλουτισμό της ντοπιολαλιάς της Κούλουρης. Όσα παραθέτω προέρχονται από δικά μου ακούσματα, συζητήσεις και διάφορες διηγήσεις παλαιοτέρων γνωστών και συγγενών, ενώ συγχρόνως έγινε και διασταύρωση της σημασίας τους από γραπτά κείμενα. Όπου κατέστη δυνατόν, δίνεται η ετυμολογία, ενώ η επεξήγηση των λέξεων ή των φράσεων συνοδεύεται από φωτογραφίες ή από σχετικά αποσπάσματα λογοτεχνικών κειμένων και γραπτών πηγών.

Συμβουλεύτηκα επίσης την, εξαντλημένη σήμερα, λεξικογραφική δουλειά του συντοπίτη μου Τάσου Καραντή, Το Κουλουριώτικο γλωσσάρι (2001), που αποτέλεσε μια πρώτη καλή προσπάθεια συλλογής και παρουσίασης του σχετικού υλικού. Ας αναφερθεί ακόμη ότι στοιχεία του τοπικού ιδιώματος παρουσιάζονται και σε λογοτεχνικά έργα συγγραφέων κουλουριώτικης καταγωγής, όπως οι Δημήτρης Μπόγρης, Γιάννης Μαγιάτης και Χρήστος Σ. Μυλωνάς, καθώς και στο βιβλίο «Σαλαμινίων συνταγές από τους μαθητές μας» που εξέδωσε η Ένωση Συλλόγων Γονέων Σαλαμίνας το 2007.

αγάντα – βόγα: κίνηση βάρκας με κουπιά.

Αγάντα: βάλε δύναμη

Βόγα: κίνηση προς τα εμπρός

(α)κλατσάδες (οι): τσακιστές πράσινες ελιές. Ηχοποίηση. Η λέξη προήλθε από τον ήχο «κλατς» που έκαναν καθώς τις τσάκιζαν ανάμεσα  σε δυο πέτρες ή με μια πέτρα ή βότσαλο πάνω σε μάρμαρο. (Προφορική μαρτυρία των Κ.Ζ και Κ.Ρ.)

απάωρος -η: κάποιος που βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου, κουτός ή αφελής.

«Μην του δίνεις σημασία –είναι απάωρος».

άτρα – βίτρα: από πολύ παλιά, εδώ και πολλά χρόνια. Παλαιόθεν. Για παράδειγμα:

Πόσα χρόνια είστε εδώ;

-Ουουου, άτρα -βίτρα.

αχιουβάδες: αχιβάδες

βένια: δοκάρι από κέδρο (βλέπε λιακωτό).

γιαλέγκα (τα) ή γιαλέγκοι (οι): γυάλινοι βόλοι, γκαζάκια, μπίλιες. «Το σκοτάδι, που ήρθε γρήγορα, δεν βοήθαγε να συνεχίσουνε το παιχνίδι με τους βώλους και τα γιαλέγκα στις μικρές επίπεδες και στεγνές επιφάνειες του χωμάτινου γιαλού» (Μυλωνάς Σ. Χρήστος, Χριστουγεννιάτικο της Κούλουρης, Σαλαμίνα, Νοέμβριος 2015).

γκόγκλες (οι): χειροποίητο ζυμαρικό με νερό, αλεύρι σαν μικροί σβώλοι που περιχύνονται με καυτό λάδι ή και μυζήθρα.

ζάφτι: εξουσία, υποταγή. Κάνω ζάφτι: ελέγχω, υποτάσσω.

ζάφτι (τό) δημ. (τουρκ.) κ. ζάπι μ. ἐν τῇ φρ. κάμνω ζάφτι, καταβάλλω, δαμάζω, ἐπιβάλλομαι χειραγωγώ, ἔχω τινὰ ὑποχείριον : μεγάλωσαν τὰ παιδιά μου καὶ δὲν τὰ κάνω ζάφτι. (Μέγα Λεξικόν Ελληνικής Γλώσσης ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ, Τόμ. Δ’.)

κακατσίθρες (οι): καυκαλίθρες. Προφανής τσιτακισμός.

καραβίνα (η): βόλτα των παιδιών, κρεμασμένων στα πλαϊνά των φορτηγών (στη ζούλα).

Ρήμα : καραβίνω= κρέμομαι.

καρκαλέτσι (το): ακρίδα. Υπάρχει και επώνυμο Καρκαλέτσης.

καρτεράδες (οι):  ψάρεμα με δίχτυα σε περάσματα ψαριών. Ετυμ.: < καρτέρι<  αρχ. καρτερώ(-έω).

κατσάρι (το): παντόφλα που έχει προέλθει από παλιό παπούτσι, του οποίου έχουμε πατήσει το πίσω μέρος (φτέρνα) και έχει γίνει παντόφλα. Ετυμ: ίσως από το  τσόκαρο< τσάκαρο < κάτσαρο (κατά προληπτικήν αφομοίωσιν και αντιμετάθεσιν συλλαβών < κατσάρι (υποκορ. του κάτσαρο με την κατάληξ. -ιον) (Γ. Πάγκαλος, Περί του γλωσσικού ιδιώματος της Κρήτης, 1955).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Αντιδάνεια, Ετυμολογικά, Ντοπιολαλιές, Ονόματα, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , | 152 Σχόλια »

Τα παιδιά της καμάρας

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2024

Αν το κάπα ήταν κεφαλαίο, το άρθρο θα μπορούσε να μιλάει για μια παρέα νέων  που συνήθιζαν να συναντιούνται στην Καμάρα, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Ίσως ήταν ντόπιοι, ίσως φοιτητές από άλλες  πόλεις, πάντως θα είχαν ωραίες περιπέτειες και θα περνούσαν μια χαρά.

Αλλά το κάπα δεν  είναι κεφαλαίο, το άρθρο δεν μιλάει  για την Καμάρα, πιο επίσημα την Αψίδα του Γαλέριου, που είναι ένα από τα κεντρικά μνημεία και τοπόσημα της Θεσσαλονίκης. Μιλάει για την καμάρα με μικρό κ, και τα παιδιά της δεν είναι νεαροί που συχνάζουν γύρω της αλλά λέξεις που κατάγονται από αυτήν, όχι πια νεαρές οι περισσότερες.

Πριν από καμιά βδομάδα, η φίλη μας  η Αγάπη Νταϊφά μου κοινοποίησε στη σελίδα μου στο Φέισμπουκ ένα άρθρο με τίτλο:

Από την αρχαία ελληνική λέξη καμάρα, για την σκεπαστή άμαξα, έως την καμαριέρα, το καμαρίνι, τον καμαρότο, την camera > chamber, chambre (ρομπ ντε σαμπρ) και τους συντρόφους camarades

Και μου ζήτησε  τη  γνώμη  μου. Της είπα ότι η  ετυμολογία ισχύει και, για να ολοκληρώσω την απάντηση, γράφω το σημερινό άρθρο. Βέβαια, επειδή τα δάνεια και τα αντιδάνεια είναι θέμα που μας  αρέσει  εδώ στο ιστολόγιο, έχουμε ξαναμιλήσει για τις ετυμολογίες αυτές παλιότερα, σε ένα άρθρο του 2011, που είχε όμως ως άξονα, για ευνόητους λόγους επικαιρότητας, τη λέξη «καμαριέρα» και που είχε αντλήσει στοιχεία από ένα πολύ ωραίο άρθρο του Νίκου Λίγγρη στη Λεξιλογία.

Λοιπόν, η λέξη «καμάρα» πράγματι βρίσκεται στην  αρχή λέξεων  όπως το καμαρίνι ή ο καμαρότος, που είναι αντιδάνεια στην ελληνική γλώσσα. Τα παιδιά της καμάρας είναι  πολλά και ποικίλα, αλλά ας δούμε πρώτα τη μητέρα τους.

Η αρχαία καμάρα ήταν αρχικά η θολωτή στέγη, αλλά και οτιδήποτε έχει θολωτή στέγη ή κάλυμμα, δηλαδή ο θολωτός θάλαμος, η σκεπαστή άμαξα, η σκεπαστή βάρκα, ακόμα και ο θόλος του ουρανού. Η πρώτη χρονολογικά εμφάνιση της λέξης, στον Ηρόδοτο, αφορά σκεπαστή άμαξα, και έχει θέμα σκαμπρόζικο. Λέει ο Ηρόδοτος (παραθέτω σε μετάφραση γιατί ήταν… φοινικιστής και δεν τον καταλαβαίνουμε, σε αντίθεση με όλους τους άλλους αρχαίους που τους παίζουμε στα δάχτυλα):

Το αισχρότερο έθιμο των Βαβυλωνίων είναι αυτό εδώ: Κάθε γυναίκα ντόπια πρέπει μια φορά στη ζωή της να πάει να καθίσει σ’ ένα ιερό της Αφροδίτης και να συνευρεθεί με έναν ξένο. Είναι πολλές που, επειδή δεν καταδέχονται να ανακατώνονται με άλλες, γιατί από τα πλούτη είναι ψηλομύτες, πηγαίνουν στο ιερό πάνω σε κλειστά αμάξια και πίσω τους ακολουθεί μεγάλη συνοδεία υπηρέτες.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , | 168 Σχόλια »

Μπορεί να δέσει τα κορδόνια του ο πρωθυπουργός;

Posted by sarant στο 12 Ιανουαρίου, 2024

Ίσως να σας φανεί παράδοξο το ερώτημα του τίτλου, αλλά τη συζήτηση δεν την άρχισα εγώ.

Πριν από μερικές μέρες, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο Νίκος Ανδρουλάκης, όταν ρωτήθηκε για τη στάση του κόμματός του στο θέμα του γάμου των ομοφύλων, απάντησε: «Δεν θα μεταβιβάσει ο κ. Μητσοτάκης τα εσωκομματικά του προβλήματα στο ΠΑΣΟΚ. Είναι δικά του κι ας τα λύσει. Η κυβέρνηση νομοθετεί. Εμείς δεν πρόκειται να “δέσουμε τα κορδόνια” της Νέας Δημοκρατίας».

Εφόσον το ΠΑΣΟΚ προτίθεται να ψηφίσει καταρχήν το νομοσχέδιο, το οποίο διστάζουν ή αρνούνται να ψηφίσουν πάρα πολλοί βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, δεν καταλαβαίνω απόλυτα τι εννοούσε με τη φράση του, αλλά ας το προσπεράσουμε.

Καναδυό μέρες μετά, στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ, ο κ. Μητσοτάκης ρωτήθηκε για τα κορδόνια που δεν θα του δέσει ο κ. Ανδρουλάκης,  και απάντησε, γελώντας:

«Είπε δεν θα δέσω τα κορδόνια. Εγώ βλέπω σήμερα τουλάχιστον φοράω παπούτσι, παπούτσια, χωρίς κορδόνια, οπότε το θέμα δεν με αφορά, τουλάχιστον ως προς τα παπούτσια τα οποία φοράω επιλέγω γενικά να μην φοράω παπούτσια με κορδόνια».

Μπορείτε να δείτε το απόσπασμα εδώ -να πω παρεμπιπτόντως ότι, ενώ ο κ. Μητσοτάκης ήθελε να αστειευτεί χαλαρά, μου φάνηκε κάπως σφιγμένος και αφύσικος, αλλά ίσως είναι εντύπωσή μου.

Η δήλωση προκάλεσε θυμηδία στα σόσιαλ. Μια πετυχημένη ατάκα που διάβασα έλεγε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης φοράει παπούτσια χωρίς κορδόνια από τότε που πέθανε η Μαρίκα Μητσοτάκη. Άλλοι πάλι θυμήθηκαν ότι πρόσφατα εμφανίστηκε να φοράει παπούτσια με κορδόνια, άρα γεννάται το ερώτημα ποιος του τα έδεσε.

Ωστόσο, υπάρχει μια φωτογραφία, παλιότερη,  που τον εμφανίζει να δένει τα κορδόνια του πάνω στο κολονάκι του μνημείου -μάλιστα κάποιοι τον είχαν κατηγορήσει για ασέβεια, άποψη που δεν τη συμμερίζομαι. Άρα, ξέρει να δένει τα κορδόνια του ο πρωθυπουργός, απλώς προτιμά παπούτσια χωρίς κορδόνια, κοινώς παντοφλέ.

Επειδή κι εγώ τα προτιμώ, δεν θα του ρίξω την πρώτη πέτρα, θα πάρω όμως την αφορμή να λεξιλογήσω για το κορδόνι.

Κορδόνια έχουμε στα παπούτσια μας, αλλά όχι μόνο. Κατά το ΛΚΝ, το κορδόνι είναι «είδος πολύ λεπτού σκοινιού ή πολύ στενής ταινίας, το οποίο έχει ποικίλες χρήσεις».

Τα παντελόνια φόρμας ή τα σορτσάκια έχουν πολύ συχνά κορδόνι, κορδόνια έχουν οι κουκούλες του μπουφάν για να κλείνουν, κορδόνια έχουν οι κουρτίνες, αλλά και όσοι λόγω πρεσβυωπίας βάζουν και βγάζουν συχνά τα γυαλιά τους συνηθίζουν να τα δένουν σε κορδόνι και να τα έχουν να κρέμονται από τον λαιμό τους.

Το κορδόνι είναι αντιδάνειο. Ήρθε σε μας ως δάνειο από το βενετικό cordon, το οποίο όμως ανάγεται στο αρχαίο ελλ. χορδή.

Στα αρχαία ελληνικά χορδή ήταν το έντερο, και στη συνέχεια η  λέξη χρησιμοποιήθηκε και για τις χορδές της λύρας και άλλων έγχορδων οργάνων -που άλλωστε από έντερα ζώων φτιάχνονταν, όπως βέβαια και οι χορδές του τόξου.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 162 Σχόλια »

Το καλέμι και το κουρσούμι

Posted by sarant στο 4 Ιανουαρίου, 2024

Την Παρασκευή πριν από την Πρωτοχρονιά πέρασα από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς να αγοράσω τρία τέσσερα βιβλία για δώρο, και όσο ο υπάλληλος τα τύλιγε πρόσεξα την πινακίδα που υπήρχε σε κάτι μηχανικά μολύβια και την  έβγαλα φωτογραφία.

Η  πινακίδα είναι τρίγλωσση: οι πληροφορίες της είναι διατυπωμένες στα ιταλικά, στα ισπανικά και στα τουρκικά. Ιταλικά και ισπανικά κάτι σκαμπάζω, αλλά τη  λέξη portamine/portaminas δεν την ήξερα.

Tουρκικά δεν ξέρω, δυστυχώς. Στον ιδανικό κόσμο, μετά τα  αγγλικά και τα γαλλικά ή γερμανικά, στο γυμνάσιο κάθε μαθητής θα επιλέγει και μια γλώσσα γειτονικής χώρας,  αλλά εγώ δεν  μεγάλωσα στον ιδανικό κόσμο.

Ωστόσο, και οι τρεις λέξεις της τουρκικής περιγραφής, Mekanik kurşun kalem, υπάρχουν και στα ελληνικά. Όλες μαζί σημαίνουν  «μηχανικό μολύβι» διότι kurşun kalem στα τουρκικά είναι το μολύβι,  όπως το αγγλικό lead pencil ή το γερμανικό Bleistift. Eίχαμε άρθρο για τα μολύβια πριν  από ένα μήνα αλλά παρέλειψα να αναφερθώ στην τουρκική ονομασία τους.

Είπα προηγουμένως ότι και οι τρεις τουρκικές  λέξεις υπάρχουν  και στα ελληνικά, αλλά δεν το αιτιολόγησα.

Προφανώς, το mekanik αναγνωρίζουμε ότι είναι ελληνικής προέλευσης.  Πήγε στα τουρκικά μέσω του γαλλικού mécanique, το οποίο όμως προέρχεται από το ελληνικό «μηχανικός».

(Παρένθεση: Τόσα χρόνια που έχω το ιστολόγιο, μηχανικός άνθρωπος, δεν έχω λεξιλογήσει για τη λέξη αυτή. Καλά λένε για τον τσαγκάρη  πως αφήνει ξυπόλυτα τα παιδιά του. Κλείνει η παρένθεση).

Εντάξει λοιπόν, το μεκανίκ το βλέπει κι ένα μικρό παιδί. Το  μικρό παιδί θα δει το kalem και ίσως να μην αναγνωρίσει το «καλέμι» ή μάλλον ίσως να  μην  ξέρει το καλέμι. Εμείς που είμαστε μεγάλα παιδιά το ξέρουμε. Αλλά το kurşun σε ποιαν ελληνική λέξη αντιστοιχεί;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Όχι στα λεξικά, Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια | Με ετικέτα: , , , , | 120 Σχόλια »

Ο ντερμπεντέρης και η μαρμάγκα

Posted by sarant στο 12 Οκτωβρίου, 2023

Βαριά θέματα είχαμε χτες και τη Δευτέρα, ας το ελαφρύνουμε λίγο σήμερα με ένα λεξιλογικό αρθράκι.

Μια από τις παλιές ταινίες που θα έχουμε όλοι μας δει πολλές φορές είναι  και το Λατέρνα, φτώχεια και γαρίφαλο, του Αλέκου Σακελλάριου, το πρώτο ίσως σίκουελ του ελληνικού κινηματογράφου, αφού αποτελεί συνέχεια της πολύ επιτυχημένης ταινίας Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο, με ίδιους συντελεστές.

Στην  ταινία ακούγεται  το διάσημο τραγούδι Αχ βρε παλιομισοφόρια,  του Μάνου Χατζιδάκι σε κεφάτους στίχους του Σακελλάριου, όπως το τραγουδάει ο Αυλωνίτης γυρίζοντας τη μανιβέλα της  λατέρνας.

Τα παλιομισοφόρια είναι οι κοπέλες, που (εκείνες πάντα, από την εποχή της Εύας) ταλαιπωρούν  τ’ αγόρια. Όχι μόνο τα σημερινά νεαρά κορίτσια, αλλά και της γενιάς μου, και της προηγούμενης γενιάς είχαν σταματήσει να φορούν μισοφόρια -υποθέτω πως οι σημερινοί νέοι δεν θα ξέρουν  καν τη λέξη, πέρα από το τραγούδι αυτό.

Αλλά στο τραγούδι ο Σακελλάριος χρησιμοποιεί αλλες δύο ενδιαφέρουσες λέξεις που τις έχω βάλει στον  τίτλο του άρθρου, τον Πειραιώτη τον  ντερμπεντέρη και τους μάγκες που τους έφαγε η  μαρμάγκα.

Ο ντερμπεντέρης είναι, σύμφωνα με το λεξικό, ο ντόμπρος, ανοιχτόκαρδος και αξιαγάπητος άνθρωπος, ο λεβέντης (Χρηστικό λεξικό). Υπάρχει και ο τύπος «ντελμπεντέρης», με τη γνωστή εναλλαγή των υγρών συμφώνων. Ο Αργύρης Εφταλιώτης, ένας από τους πατριάρχες του δημοτικισμού, είχε γράψει το μυθιστόρημα  «Ο Μανόλης ο ντελμπεντέρης».

Είπαμε ότι ο ντερμπεντέρης στα λεξικά έχει αναμφίβολα θετικό πρόσημο. Και στα τραγούδια, το ίδιο ισχύει: χτες το βράδυ στην  ταβέρνα  πέθανε  ο Περικλής, ο πιο ντερμπεντέρης  μάγκας και πιο μερακλής μπεκρής. Το ίδιο και η  ντερμπεντέρισσα, η γυναίκα η φίνα του τραγουδιού, που τους άντρες σαν τα ζάρια τους μπεγλέρισε.

Ετυμολογικά, ο ντερμπεντέρης είναι δάνειο από το τουρκικό derbeder, που όμως είναι ο αλήτης, ο περιπλανώμενος, ο ζητιάνος. Η τουρκική λέξη έχει περσική αρχή, από τη φράση دربدر (dar-ba-dar). Εδώ θα αναγνωρίσουμε το ινδοευρωπαϊκό dar, που είναι η πόρτα, η  θύρα, door, Tür και  η περσική φράση σημαίνει κατά λέξη  «από πόρτα σε πόρτα», δηλώνει δηλαδή τον  αλήτη, τον  ανέστιο πλάνητα.

Στα τουρκικά, ο derbeder δεν έχει θετικό πρόσημο, αν  και στην ταινία του 1978 που είχε αυτόν  τον  τίτλο ο ήρωας συγκεντρώνει τη συμπάθεια -όπως και στα ελληνικά, ορισμένες φορές, ο αλήτης αντιμετωπίζεται με συμπάθεια σε τραγούδια και ταινίες.

Επομένως, η μεταστροφή από αρνητικό σε θετικό έγινε στα ελληνικά.

Ωστόσο, η  εντύπωσή μου είναι πως,  ό,τι και να  λένε τα λεξικά, στην  καθημερινή χρήση η αναφορά στον «ντερμπεντέρη» δεν  είναι ανεπιφύλακτα θετική,  υπάρχει ένα δεύτερο στρώμα αστασίας, τυχοδιωκτισμού, που δεν  υπάρχει π.χ. στον μερακλή. Ίσως όμως να είναι  προσωπική μου εντύπωση,  παρακαλώ αντικρούστε με ή επιβεβαιώστε.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Ετυμολογικά, Είναι αρρώστια τα τραγούδια, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 92 Σχόλια »

Λέξεις ινδικής προέλευσης στα ελληνικά

Posted by sarant στο 28 Σεπτεμβρίου, 2023

Την περασμένη  εβδομάδα, που είχαμε το άρθρο για την ενδεχόμενη μετονομασία της Ινδίας σε Μπαράτ, έγινε λόγος φυσικά γενικότερα για την  Ινδία και για τις ινδικές λέξεις, οπότε το σημερινό  άρθρο έρχεται σαν  λογική συνέχεια.

Σε κάποιο σχόλιο του άρθρου εκείνου, αναφέρθηκε ότι, επειδή και στην Ινδία υπάρχουν Αδώνηδες και Πορτοκάλοι, κάποιος Ινδός αξιωματούχος είχε παλιότερα ετυμολογήσει την αγγλική λέξη industry από την Ινδία!

Και ενώ η  λέξη industry είναι λατινικής ετυμολογίας, στα αγγλικά υπάρχουν  πολλές λέξεις ινδικής ετυμολογίας,  κάτι που είναι λογικό λόγω της αποικιοκρατίας -μάλιστα, υπάρχουν λέξεις ινδικής προέλευσης που δεν  αφορούν μόνο αντικείμενα και έννοιες της Ινδίας (όπως guru) αλλά και άλλες, όπως tank.

Οι ελληνικές λέξεις με απώτερη ινδική προέλευση είναι κάμποσες -κάποιες είναι διεθνείς λέξεις και τις έχουμε πάρει από τα αγγλικά, άλλες όμως μας ήρθαν από τον ανατολικό δρόμο, μέσω περσικών και ενδεχομένως διαδόθηκαν μέσω ελληνικών σε δυτικότερες γλώσσες.

Και βέβαια αυτό καθαυτό το όνομα «Ινδία» μας έχει δώσει στα ελληνικά τα ινδικά χοιρίδια, την  ινδική καρύδα ή ινδοκάρυδο,  και βεβαίως τις Δυτικές Ινδίες,  από την  παρεξήγηση του Κολόμβου, και φυσικά τους  Ινδιάνους, τους ιθαγενείς της Αμερικής.

Μην ξεχνάμε ότι στα αγγλικά ο όρος Indian μπορεί  να αναφέρεται αδιάφορα σε Ινδούς και Ινδιάνους, ενώ στα κυπριακά Ινδιάνος είναι ο Ινδός, όχι ο Ερυθρόδερμος.

Ειδικά στη γλωσσολογία, έχουμε τον κεφαλαιώδη όρο «ινδοευρωπαϊκός» για την ομογλωσσία στην οποία ανήκει και η  ελληνική γλώσσα -κάποιοι παλιότεροι λόγιοι έλεγαν «ινδογερμανοί» αλλά αυτό δεν επικράτησε.

Για να  βρω τις λέξεις (είπαμε, απώτερης) ινδικής προέλευσης, έκανα αναζήτηση στο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη για τους όρους «ινδικ» και «χίντι», αλλά όχι για «σανσκρ» διότι αυτή δίνει  πολλά άσχετα αποτελέσματα όπου απλώς παρατίθενται ομόρριζοι όροι από ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί να  μου ξέφυγαν όροι, ή να μην τους έχει το λεξικό (π.χ. τον όρο «τσάτνεϊ» που πρόσθεσα), οπότε κάθε συμπλήρωση καλοδεχούμενη!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , | 132 Σχόλια »

Κουνούπια χωρίς καναπέ

Posted by sarant στο 10 Αυγούστου, 2023

Συνεχίζουμε τα καλοκαιρινά άρθρα μας, αφού βρισκόμαστε στο κατακαλόκαιρο. Είδαμε τις προηγούμενες μέρες τα βότσαλα και τα κοχύλια, να δούμε σήμερα και κάτι δυσάρεστο, τα κουνούπια.

Βέβαια, εμείς εδώ δεν θα δώσουμε οδηγίες αποφυγής των κουνουπιών, υπάρχουν αρμοδιότεροι γι’ αυτή τη δουλειά. Εμείς,  ως γνωστόν,  λεξιλογούμε. Αν σας παραξενεύει ο τίτλος του άρθρου,  που παραπέμπει σε ένα παλιότερο άρθρο μας, θα πρέπει να κάνετε λίγη υπομονή. Πάντως είναι ακριβής, διότι στο σημερινό άρθρο θα λεξιλογήσουμε για  τα κουνούπια και όχι για τους καναπέδες.

Το κουνούπι είναι ο αρχαίος κώνωψ, που άλλωστε διατηρείται σε λόγιες χρήσεις (π.χ. κώνωψ ο ανωφελής, το κουνούπι της ελονοσίας).  Η λέξη εμφανίζεται ήδη στον Αισχύλο, στον  Αγαμέμνονα,  όπου η Κλυταιμνήστρα λέει  ἐν δ᾽ ὀνείρασιν λεπταῖς ὑπαὶ κώνωπος ἐξηγειρόμην ῥιπαῖσι θωύσσοντος, δηλαδή «και στα ονείρατά μου από τ᾽ ανάλαφρο του κουνουπιού ξυπνούσα φτεροσουσούρισμα» όπως μεταφράζει ο Γρυπάρης. 

Πιθανώς η λέξη «κώνωψ» είναι δάνειο από τα αιγυπτιακά (hnms, ίδια σημασία) με επίδραση  της λ. κώνος. Στη συνέχεια, έχουμε το υποκοριστικό, κωνώπιον,  και από εκεί το μεσαιωνικό «κουνούπιον», απ’ όπου το κουνούπι. Στον βυζαντινό Σπανό βρίσκω μια σατιρική συνταγή που χρησιμοποιεί, ανάμεσα σε άλλα συστατικά, «κουνουπίων ξύγγι λίτρας εκατόν» -σκεφτείτε πόσα κουνούπια θα χρειάζονταν, αν και σήμερα παροιμιωδώς το ξίγκι από τη μύγα το βγάζουμε. Επίσης, στη μετάφραση της «Παλαιάς τε και Νέας Διαθήκης» του Ιω. Καρτάνου (1536) υπάρχει αναφορά σε «κουνούπια», εκεί που ο Θεός «έπεψε» στον Φαραώ «το πλήθος των κουνουπίων».

Από ετυμολογική σκοπιά, το κουνούπι είναι διάσημο διότι συμμετέχει σε ένα από τα γνωστότερα αντιδάνεια, τον καναπέ. Έχουμε βάλει σχετικό άρθρο, εδώ και 11 χρονια, που λεγόταν Ένα κουνούπι στον καναπέ μου, κι έτσι εξηγείται και ο σημερινός τίτλος. Από το παλιότερο άρθρο αντιγράφω την  ετυμολογική αλυσίδα του αντιδανείου:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Ετυμολογικά, Φρασεολογικά, ζώα | Με ετικέτα: , , , , | 171 Σχόλια »

Χρόνια πολλά Παντελάκη μου, χρόνια πολλά Παντελή μου!

Posted by sarant στο 27 Ιουλίου, 2023

Σήμερα, 27 Ιουλίου, είναι του Αγίου Παντελεήμονος Μεγαλομάρτυρος του Ιαματικού, οπότε γιορτάζουν ο Παντελής και η Παντελίτσα.

Στο ιστολόγιο συνηθίζουμε να δημοσιεύουμε άρθρα, αφιερωμένα σε ονόματα, τη μέρα της γιορτής τους, και με τον καιρό έχουμε καλύψει τα περισσότερα διαδεδομένα αντρικά και γυναικεία ονόματα -τη Μαρία και την Άννα, τον Δημήτρη και τη Δήμητρα, τον Γιάννη, τον Γιώργο, τον Νίκο, τον Κώστα και την Ελένη, τον Στέλιο και τη Στέλλα, τον Χρίστο (ή Χρήστο) και την Κατερίνα. Από τα λιγότερο συχνά έχουμε αφιερώσει άρθρο στον Σπύρο , στον Θανάση και στον Σταύροστον Θωμάστον Στέφανο, στον Χαράλαμπο, στην Παρασκευή και τον Παρασκευά., στον Αντώνη και την Αντωνία, στη Θεοδώρα και στον Θόδωρο, στον Ανδρέα και στην Ανδριανή και, πιο πρόσφατα, στον Φώτη, τον Φάνη, τη Φανή και τη Φωτεινή. Έχουμε δηλαδή καλύψει τα περισσότερα συχνά ονόματα, ενώ οι πιο σημαδιακές ελλείψεις είναι σε ονόματα που γιορτάζουν σε μεγάλες μέρες, όπου το ιστολόγιο έχει άλλο θέμα (ο Βασίλης και η Βασιλική, η Αναστασία και ο Τάσος) ή ονόματα που γιορτάζουν πολλά μαζί  την  ίδια μέρα (Μιχάλης, Άγγελος και Αγγελική, Σταμάτης κτλ.)

Σύμφωνα με την κατάταξη του Χ. Φουνταλή ο Παντελής είναι όνομα με μικρομεσαία συχνότητα, αφού έρχεται στην 34η θέση  των αντρικών ονομάτων -ωστόσο, όπως θα δούμε έχει δυσανάλογα μεγάλη φρασεολογική παρουσία και λεξιλογικό ενδιαφέρον. Τα γυναικεία αντίστοιχα, Παντελία ή Παντελίτσα,  έρχονται πολύ πίσω, κάτω από τα 300 συχνότερα γυναικεία.

Λέμε «Παντελής» αλλά όπως είπαμε ο άγιος που γιορτάζει σήμερα είναι ο Παντελεήμων -ο Παντελής  είναι η συντομευμένη, καθημερινή μορφή του ονόματος. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλες καθημερινές μορφές, όπως Νίκος από Νικόλαος ή Γιώργος από Γεώργιος, ο Παντελής πολύ συχνότερα στέκει και για επίσημη μορφή, ίσως επειδή είναι ήδη τρισύλλαβο όνομα, ίσως επειδή η κατάληξη μοιάζει αρχαιοπρεπής  (Περικλής). Η επίσημη μορφή βέβαια διατηρείται στο όνομα  του αγίου και του ναούς του.

Ο άγιος Παντελεήμων ήταν γιατρός. Ήταν ένας από τους Αγίους Αναργύρους, που ονομάστηκαν έτσι επειδή γιάτρευαν τον κοσμάκη χωρίς να παίρνουν χρήματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν, ονομαζόταν Πανταλέων ή Παντολέων, ήταν διακεκριμένος γιατρός και μαρτύρησε επί Διοκλητιανού στη Βιθυνία το 303. Στη Δύση τον λένε Pantaleon, αλλά στην ανατολική εκκλησία ονομάστηκε Παντελεήμων, όνομα που το πήρε την ώρα του μαρτυρίου του, όπως λέει ο συναξαριστής: Mετά δε ταύτα έλαβεν ο Άγιος την του θανάτου απόφασιν. Όθεν επροσευχήθη, και τελειωθείσης της προσευχής, ήλθε θεία φωνή ονομάζουσα αυτόν αντί Παντολέοντος Παντελεήμονα.

Ο άγιος Παντελεήμονας είναι ιαματικός άγιος και στα πανηγύρια του τον παλιό καιρό προσέρχονταν κάθε λογής ανάπηροι, άρρωστοι και άλλοι αναξιοπαθούντες –από εκεί βγήκε και η παροιμία «κουτσοί στραβοί στον άγιο Παντελεήμονα» που τη λέμε όταν συρρέει πλήθος ετερόκλητο σ’ ένα μέρος, ιδίως για να επωφεληθούν από κάτι.

Να πούμε εδωπέρα πως όσοι φοράμε παντελόνια, τα χρωστάμε στον άγιο Παντελεήμονα. Τι εννοώ; Στη Δύση, είπαμε, τον άγιο τον ξέρουν Pantaleon. Στη Βενετία ο San Pantaleon ήταν από τους πιο αγαπημένους αγίους και η εκκλησία του μαρτυρείται από το έτος 1000. Το όνομα Pantaleone (στη βενετσιάνικη μορφή του, Pantalon) ήταν πολύ συχνό στα λαϊκά στρώματα των κατοίκων της Γαληνοτάτης και επειδή ήταν σχετικά παράξενο έφτασε να χρησιμοποιείται το Pantalon/Pantalone ως συλλογικό παρατσούκλι των Βενετσιάνων, όπως ας πούμε σήμερα λέγεται το Τσαμπίκος για τους Ρόδιους. Στην κομέντια ντελ’ άρτε, ο Pantalone ήταν ο γέρος έμπορος, που μιλούσε χαρακτηριστική βενετσιάνικη διάλεκτο, και παρά την προχωρημένη ηλικία του επέμενε συνέχεια να στήνει δαιμόνιες επιχειρηματικές κομπίνες και να μπλέκει σε ερωτοδουλειές που ποτέ δεν είχαν αίσιο τέλος. Ο Πανταλόνε φορούσε μακριές βενετσιάνικες βράκες σε μια εποχή που οι άντρες της καλής κοινωνίας φορούσαν κυλότες μέχρι το γόνατο.

Στα γαλλικά, το κοστούμι του Πανταλόνε ονομάστηκε περί το 1585 pantalon, και μετά ο όρος έμεινε να δηλώνει τον πρόγονο του σημερινού φορέματος. Από τα γαλλικά, η λέξη pantalon, για το ρούχο, επιστρέφει στα ιταλικά (δηλ. πρόκειται για αντιδάνειο στα ιταλικά) ως pantalone, πληθυντικός pantaloni. Από τα ιταλικά το δανειστήκαμε κι εμείς, και ο πληθυντικός θεωρήθηκε ουδέτερο ενικό, άρα «το πανταλόνι», εξ ου και ο νέος πληθυντικός «τα πανταλόνια», που παλιότερα ακουγόταν πιο συχνά από τον ενικό. Μπορούμε να  θεωρήσουμε και τη λέξη παντελόνι αντιδάνειο στα ελληνικά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Εορταστικά, Εορτολόγιο, Ονόματα, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , | 105 Σχόλια »

Μηνολόγιον Απριλίου έτους 2023

Posted by sarant στο 1 Απριλίου, 2023

Το Μηνολόγιο, που το δημοσιεύω εδώ συνήθως την πρώτη του μηνός, ήταν ιδέα του πατέρα μου, του αξέχαστου Δημήτρη Σαραντάκου, ο οποίος αρχικά το δημοσίευε στο περιοδικό Φιστίκι, που το έβγαζε επί πολλά χρόνια στην Αίγινα. Στο εδώ ιστολόγιο, το Μηνολόγιο άρχισε να δημοσιεύεται τον Οκτώβρη του 2010 και βέβαια μέσα σε 12 μήνες έκλεισε τον κύκλο. Τότε, αποφάσισα να εξακολουθήσω να το δημοσιεύω στις αρχές κάθε μήνα, επειδή έχει γίνει το σταθερό σημείο αναφοράς που ενημερώνεται συνεχώς με δικά σας σχόλια μέσα στη διάρκεια του μήνα, σχόλια που συνήθως αφορούν επισήμανση ημερομηνιών, αν και κυρίως αγγελτήρια θανάτων.

Οπότε, συνεχίζω τις δημοσιεύσεις όσο θα υπάρχει ενδιαφέρον, προσθέτοντας πάντοτε δικές σας προτάσεις από πέρυσι. Πάντως, σε κάποιες περιπτώσεις η επέτειος έχει εσκεμμένα μετατεθεί κατά μία ημέρα (όπως εδώ με την Μαρία Πολυδούρη, που πέθανε στις 29/4).

Σημειώνω τέλος ότι επειδή αυτή τη φορά η πρώτη του μηνός πέφτει Σάββατο, τα μεζεδάκια παίρνουν μετάθεση για αύριο ενώ το λογοτεχνικό μας θέμα αναβάλλεται -βέβαια, και χτες λογοτεχνικό άρθρο είχαμε.

Σα 1 Του βαρώνου Μυγχάουζεν και των ανιδιοτελώς ψευδομένων
Κυ 2 Ιακώβου Καζανόβα του μεγάλου εραστού
Δε 3 Γενέσιον Θεοδώρου Κολοκοτρώνη του στρατηλάτου
Τρ 4 Γενέσιον Ανδρέου Ταρκόφσκη και αυτοκτονία Δημητρίου Χριστούλα
Τε 5 Γεωργίου-Ιακώβου Δαντώνος καρατόμησις
Πε 6 Του ζωγράφου Ραφαήλου
Πα 7 Παγκόσμια ημέρα υγείας – Ιπποκράτους του Κώου
Σα 8 Γενέσιον Ιακώβου Μπρελ
Κυ 9 † Φραγκίσκου Βάκωνος. Kαι Γς τελευτή
Δε 10 Θρίαμβος Σπυρίδωνος Λούη του ωκύποδος
Τρ 11 Γιούρι Γκαγκάριν, του πρώτου ανθρώπου εις το Διάστημα
Τε 12 Τα μεγάλα Διονύσια
Πε 13 Βαρούχ Σπινόζα του προδρόμου του Διαφωτισμού και Σαμουήλ Μπέκετ γενέσιον
Πα 14 † Βλαδιμήρου Μαγιακόφσκι αυτοχειριασμός
Σα 15 Λεονάρδου ντα Βίντσι
Κυ 16 † Γεωργίου Βιζυηνού, το τελευταίον της ζωής του ταξίδιον
Δε 17 Γενέσιον Κωνσταντίνου Καβάφη και τελευτή Νίκου Παπάζογλου και Δημήτρη Μητροπάνου
Τρ 18 † Αλβέρτου Αϊνστάιν τελευτή
Τε 19 † Καρόλου Δαρβίνου
Πε 20 Τελευτή Μανόλη Τριανταφυλλίδη
Πα 21 Βεβήλωσις του Φοίνικος (αποφράς ημέρα)
Σα 22 † Γουλιέλμου Σαιξπήρου του μεγάλου δραματουργού
Κυ 23 † Τελευτή Γεωργίου Καραϊσκάκη. Και παγκοσμία ημέρα του βιβλίου
Δε 24 Της γενοκτονίας των Αρμενίων
Τρ 25 † Μαγελάνου του εξερευνητού. Και τελευτή Σπειροειδούς αρχιτέκτονος.
Τε 26 Γενέσιον Ευγενίου Ντελακρουά
Πε 27 Γενέσιον Αδαμαντίου Κοραή του Διαφωτιστού
Πα 28 Μιχαήλ Λομονόσωφ
Σα 29 † Κωνσταντίνου Καβάφη του ανεπαναλήπτου
Κυ 30 Μαρίας Πολυδούρη τελευτή.

Επίσης, ο Απρίλης είναι συνήθως ο μήνας του Πάσχα -το οποίο μπορεί να πέσει από 4 Απριλίου έως 8 Μαΐου (τουλάχιστον στον αιωνα μας), άρα τις περισσότερες φορές πέφτει Απρίλη, όπως και φέτος.

Επειδή, σε αντίθεση με τον άστατο Μάρτη, τον Απρίλη η άνοιξη έχει πια εδραιωθεί, πολύ συχνά τους δυο καθαρόαιμους ανοιξιάτικους μήνες τους λέμε μαζί: Απριλομάης ή και Μαγιάπριλο, λέξεις ποιητικότατες. Υπάρχει πάντως και η παροιμία «των καλών ναυτών τα ταίρια, το μαγιάπριλο χηρεύουν», για τις αιφνίδιες ανοιξιάτικες κακοκαιρίες, όπως και η «στον καταραμένο τόπο, το Μαγιάπριλο χιονίζει», που τη λέμε και μόνο για τον Μάη. Βέβαια, οι απριλιάτικες βροχές χρειάζονται: Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον τον ζευγά που’χει πολλά σπαρμένα, λέει μια γνωστή παροιμία, και «Τ’ Απριλιού κάθε σταλαματιά νερό είναι βαρέλι λάδι», ένα όχι πολύ γνωστό κεφαλονίτικο γνωμικό.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Δημήτρης Σαραντάκος, Επετειακά, Μηνολόγιο | Με ετικέτα: , , , , , , | 59 Σχόλια »