Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Αλχημιστές και μέταλλα, οι λέξεις της χημείας

Posted by sarant στο 23 Νοεμβρίου, 2009


Το άρθρο που ακολουθεί περιλαμβάνεται στο 20ό τεύχος του περιοδικού «Φαινόμενο του Λουξεμβούργου», που θα κυκλοφορήσει στις επόμενες μέρες. Στην αρχή σκέφτηκα να το επεκτείνω σε ορισμένα σημεία, αφού για λόγους χώρου είμαι κάπως συνοπτικός, ειδικά από τη μέση και μετά, τελικά όμως το αφήνω πως έχει και ίσως μια άλλη φορά… (είπε, πως θ’ αναβάλει βέβαιος κατά βάθος).

Εκτός από μάθημα στο γυμνάσιο και το λύκειο, βαρετό για μερικούς και ενδιαφέρον, ίσως και συναρπαστικό, για άλλους, η χημεία, μια επιστήμη συνυφασμένη με την καθημερινή ζωή μας, έχει επίσης πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Στο σημερινό μας σημείωμα, βέβαια, δεν θα σας ταλαιπωρήσω με χημικούς τύπους και αντιδράσεις, που άλλωστε δεν θυμάμαι και πολλούς, για να πω τη μαύρη αλήθεια, ύστερα από τόσα χρόνια μακριά από τα θρανία, αλλά θα εξετάσω λεξιλογικά το θέμα, θα μιλήσουμε δηλαδή για τις λέξεις της χημείας.

Και επειδή αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις, επιβάλλεται να ξεκινήσουμε το ταξίδι μας από την ίδια τη λέξη «χημεία». Το κακό όμως είναι ότι η ετυμολογία της λέξης δεν είναι τόσο ξεκάθαρη όσο θα θέλαμε. Σύμφωνα με μια εκδοχή, η αρχή βρίσκεται στο τοπωνύμιο Χημία δηλαδή την Αίγυπτο (η λέξη απαντά στον Πλούταρχο), που αποτελεί εξελληνισμό της κοπτικής λέξης kem (μαύρος, επειδή η γη της Αιγύπτου είναι μαύρη και εύφορη). Ωστόσο, επικρατέστερη φαίνεται η άποψη ότι η αρχή βρίσκεται στη λ. χυμός ή χύμα (υγρό). Πράγματι, οι πρώτες ενασχολήσεις των «χυμευτών» αφορούσαν τη φαρμακευτική και τους χυμούς ή τα αφεψήματα φυτών, και στα πρωτοβυζαντινά κείμενα βρίσκουμε πράγματι τη γραφή χυμεία. Στη συνέχεια, έγιναν διάσημοι οι Αλεξανδρινοί αλχημιστές, που αναζητούσαν τον τρόπο να συνθέτουν χρυσό και άργυρο, με αποτέλεσμα να συμφυρθεί η χυμεία με την Χημία και να επικρατήσει τελικά η γραφή χημεία, με σημασία την προσπάθεια κατασκευής χρυσού. Όπως λέει και το βυζαντινό λεξικό Σούδα, Χημεία είναι «η του αργύρου και χρυσού κατασκευή, ής τα βιβλία διερευνησάμενος ο Διοκλητιανός έκαυσεν», θυμίζοντάς μας ότι ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, γύρω στο 300 μ.Χ. κυνήγησε τους αλχημιστές της Αιγύπτου.

Διότι είναι γεγονός ότι οι αλχημιστές της Αιγύπτου, με κορυφαίο τον Ζώσιμο τον Πανοπολίτη είχαν από τον 3ο κιόλας αιώνα αναπτύξει τη χημεία, ή, όπως λέει ο ίδιος ο Ζώσιμος, «την ιεράν και θείαν τέχνην της του χρυσού και αργύρου ποιήσεως». Όταν κυριεύουν την Αίγυπτο οι Άραβες, δανείζονται τις γνώσεις των Αλεξανδρινών μαζί και τη λέξη. Τώρα, η σκυτάλη της επιστημονικής πρωτοπορίας περνάει στους Άραβες, που ονομάζουν kimiya τη φιλοσοφική λίθο αλλά και την τέχνη της αναζήτησής της. Η λέξη, μαζί με το αραβικό άρθρο, al-kimiya, περνάει στα μεσαιωνικά λατινικά, alchimia, και από εκεί στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες (alchemy, alchimie, κτλ.) απ’ όπου επέστρεψε και στα ελληνικά ως αντιδάνειο. Βέβαια, όταν με τον καιρό αναπτύχθηκε η επιστήμη της χημείας, η αλχημεία έμεινε να σημαίνει τις αναζητήσεις των αλχημιστών, ενώ στη νεότερη χρήση έχει πάρει (συνήθως στον πληθυντικό) τη σημασία του συνδυασμού ετερόκλητων στοιχείων με ανορθόδοξο τρόπο, με σκοπό την παραπλάνηση, όπως λ.χ. όταν η ΓΣΕΕ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι προσπαθεί «με στατιστικές αλχημείες» να εμφανίσει μειωμένη την ανεργία.

Οι αλχημιστές προσπαθούσαν να φτιάξουν χρυσάφι και η λέξη χρυσός είναι βέβαια αρχαία, αφού έχει καταγραφεί και στα μυκηναϊκά ακόμα, θεωρείται δε σημιτικό δάνειο (π.χ. hurasu στα ακκαδικά). Στη λαϊκή γλώσσα λέμε μάλαμα, το οποίο προέρχεται από το ελληνιστικό μάλαγμα, από το ρήμα μαλάσσω. Μάλαγμα στην ελληνιστική ιατρική ήταν το έμπλαστρο, που φαίνεται να έχει ελάχιστη σχέση με το χρυσάφι, αλλά ήταν επίσης και το αμάλγαμα, οι ενώσεις δηλαδή του υδραργύρου. Ο Ζώσιμος, ο αλχημιστής που ανέφερα πιο πάνω, αναφέρει σε πολλές συνταγές του τα μαλάγματα. Φαίνεται μάλιστα ότι από αυτό το μάλαγμα, ενδεχομένως μέσω των συριακών, προήλθε το αραβικό al-malgham, το οποίο έδωσε το μεσαιωνικό λατινικό amalgama, που πέρασε σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες και επανήλθε και στα ελληνικά ως αντιδάνειο, αμάλγαμα. Να πω ότι δεν συμφωνούν όλα τα ετυμολογικά λεξικά μ’ αυτή την ετυμολογία, ίσως επειδή δεν έχουν πάρει υπόψη τους τον Ζώσιμο.

Στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, ο χρυσός λέγεται aurum στα λατινικά, απ’ όπου το γαλλικό or (ιταλικό-ισπανικό oro), ενώ στα αγγλικά και στα γερμανικά είναι gold. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η προέλευση της λέξης είναι από το κίτρινο χρώμα. Στις σλαβικές γλώσσες, είναι ζλοτ ή ζολότο ή κάτι ανάλογο, λέξη που τη βρίσκουμε στο όνομα του πολωνικού νομίσματος ζλότι και στο δικό μας επώνυμο Ζολώτας.

Το μικρό αδερφάκι του χρυσού είναι ο άργυρος. Η λέξη άργυρος, όπως και η λατινική argentum ανάγονται σε ινδοευρωπαϊκή ρίζα που σημαίνει το λευκό, το φωτεινό (αργός στα αρχαία σήμαινε λευκός, στιλπνός). Εμείς όμως δεν λέμε μόνο άργυρος, θα μου πείτε, λέμε και «ασήμι». Το ασήμι ήταν ο άσημος άργυρος, δηλαδή ο όχι και πολύ καθαρός, που δεν είχε πάνω την επίσημη σφραγίδα κι έτσι δεν χρησιμοποιόταν για να κοπούν νομίσματα (που έπρεπε να έχουν μια ορισμένη καθαρότητα) αλλά για ασημένια σκεύη. Με τον καιρό, από το άσημος άργυρος το ουσιαστικό ξέπεσε και το επίθετο έγινε ουσιαστικό και υποκορίστηκε, κι έτσι έχουμε το ασήμιον.

Στα ισπανικά, το ασήμι λέγεται plata. Πρόκειται για λέξη ελληνικής αρχής, που έδωσε ένα ακόμα αντιδάνειο στα ελληνικά. Η αρχή βρίσκεται στη λέξη πλατύς, που τη δανείστηκαν τα λατινικά και προέκυψε ο υστερολατινικός τύπος plata που σήμαινε «πλάκα από μέταλλο»· στα ισπανικά το plata πήρε την ειδικότερη σημασία της ασημένιας πλάκας, και μετά του ασημιού γενικώς. Έφτασε λοιπόν plata να σημαίνει ασήμι στα ισπανικά. Στα τέλη του 17ου αιώνα, ισπανοί κονκισταδόρες εισέβαλαν στην περιοχή Τσοκό στη σημερινή Κολομβία. Στον ποταμό Πίντο, παραπόταμο του Σαν Χουάν, βρήκαν στην κοίτη του ποταμού, μαζί με τα ψήγματα χρυσού, κάτι γκρίζες μεταλλικές χάντρες που ήταν αδύνατο να τις κατεργαστούν με όποιον τρόπο κι αν προσπαθούσαν. Οι ιθαγενείς της περιοχής, όταν έβρισκαν τις δύστροπες αυτές μπαλίτσες, τις ξανάριχναν στο ποτάμι πιστεύοντας ότι θα ωριμάσουν και θα γίνουν χρυσάφι. Οι ισπανοί ονόμασαν το άγνωστο μέταλλο ‘platina de Pinto’, ασημάκι του Πίντο θα λέγαμε. Όπως θα καταλάβατε, το «ασημάκι» δεν ήταν ασήμι αλλά ένα νέο μέταλλο, αυτό που σήμερα λέμε στην καθομιλουμένη «πλατίνα». Βέβαια, οι λόγιοί μας δεν μπορούσαν να καταδεχτούν ένα χυδαίο όνομα, οπότε έπλασαν (ή μάλλον δανείστηκαν) το «λευκόχρυσος». Η ειρωνεία είναι ότι όλες οι ευρωπαϊκές γλώσσες χρησιμοποιούν κάποια παραλλαγή του platina, που έχει απώτερη ελληνική αρχή, και μόνο τα ελληνικά χρησιμοποιούν διαφορετική λέξη!

Μια και είπαμε για τον χρυσό και για τον άργυρο, η ιεραρχία των μεταλλίων απαιτεί να μιλήσουμε για τον χαλκό. Ο χαλκός λοιπόν, λέξη αρχαία ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή (ka-ko στη γραμμική Β’ της Πύλου), που πιθανόν να είναι πανάρχαιο δάνειο από άγνωστη γλώσσα, στην αρχαιότητα δεν σήμαινε μόνο τον χαλκό, αλλά και το κράμα του με τον ψευδάργυρο, τον μπρούντζο δηλαδή, αλλά και όλα τα μέταλλα, μερικές φορές ακόμα και τον σίδηρο. Χαλκός υπήρχε άφθονος στην Κύπρο και από τη φράση Κύπριος χαλκός, που πέρασε στα λατινικά ως cuprum, και από εκεί είναι τα copper, cuivre κτλ. πολλών ευρωπαϊκών γλωσσών. Στα τούρκικα, ο χαλκός είναι bakιr, λέξη που τη δανειστήκαμε (όπως και οι αλβανοί, οι βούλγαροι και οι σέρβοι) και λέμε μπακίρια τα χάλκινα μαγειρικά σκεύη, τα χαλκώματα.

Και μετά το χαλκό, ο σίδηρος, ο οποίος φαίνεται πως ήταν άγνωστος στους ινδοευρωπαϊκούς λαούς. Στην αρχαιότητα, ο σίδηρος είναι σπάνιο και πολύτιμο μέταλλο, χρησιμοποιείται μόνο για όπλα και εργαλεία –ενώ για σκεύη και άλλες κοινές χρήσεις ο χαλκός. Η ετυμολογία της λέξης είναι άγνωστη, ενώ το λατινικό ferrum φαίνεται να είναι ανατολικό δάνειο. Όμως, η κατεργασία του σιδήρου έμελλε να αποκτήσει κυρίαρχη θέση στα επόμενα χρόνια, και η τεράστια σημασία της φαίνεται έμμεσα από τη συχνότητα των επωνύμων που σημαίνουν τον σιδερά. Δεν είναι τυχαίο ότι το Smith είναι το συχνότερο επώνυμο στην αγγλική γλώσσα, ενώ πολύ συχνό είναι και το γερμανικό Schmidt, αλλά και τα άλλα ξαδερφάκια σε άλλες γλώσσες: το ιταλικό Ferrari και οι παραλλαγές του, το ισπανικό Herrera, το πορτογαλικό Ferreira, το ουγγρικό Κόβατς που έχει περάσει και στα σέρβικα (Κοβάτσεβιτς κτλ.), το ρωσικό Κοβάλεφ (Πολωνικό Κοβάλσκι), το αραβικό Χαντάντ. Όλα αυτά σημαίνουν τον σιδερά. Στα ελληνικά δεν πρέπει να σκεφτούμε μόνο το επώνυμο Σιδεράς, που δεν είναι και πολύ συχνό, αλλά και όλα τα τουρκογενή: Δεμερτζής, Δερμιτζάκης, Δερμεντζόγλου και άλλα πολλά. Demirci είναι άλλωστε ο σιδεράς στα τούρκικα.

Τον υδράργυρο τον αναφέραμε παρεμπιπτόντως παραπάνω, ας πούμε εδώ μερικά ακόμα πράγματα να μη μένει παραπονεμένος. Η ελληνική του ονομασία περιγράφει με ακρίβεια τα βασικά χαρακτηριστικά του, καθώς μοιάζει με υγρό άργυρο. Παρόμοια ονομάζεται και στα γερμανικά Quecksilber, ζωντανός άργυρος. Στις ρωμανικές γλώσσες όμως και στα αγγλικά ο υδράργυρος λέγεται mercury, mercure κτλ., λέξεις που παραπέμπουν στον Mercurius, το λατινικό αντίστοιχο του θεού Ερμή. Φαίνεται ότι η ευκινησία του μετάλλου παρομοιάστηκε με τη σβελτάδα του αγγελιοφόρου των θεών του Ολύμπου. Στην καθημερινότητά μας, ο υδράργυρος ήταν ταυτισμένος με τα θερμόμετρα που χρησιμοποιούσαμε για να μετράμε τον πυρετό μας. Απ’ ό,τι μαθαίνω, τα θερμόμετρα υδραργύρου πρόκειται να εξαφανιστούν σε λίγα χρόνια, αφού έχουν ήδη αποσυρθεί από την αγορά στην Ευρώπη, αλλά θα μείνουν στη γλώσσα, σε εκφράσεις όπως ο υδράργυρος ανεβαίνει.

Ένα άλλο μέταλλο που ήταν γνωστό από τα πολύ παλιά χρόνια είναι ο κασσίτερος, λέξη που υπάρχει ήδη στον Όμηρο. Οι αρχαίοι τον προμηθεύονταν από τις Κασσιτερίδες νήσους (που ίσως είναι οι βρετανικές νήσοι). Το ελληνικό όνομα έχει περάσει στα αραβικά (κασντίρ) και σε μερικές βαλκανικές γλώσσες. Στα τουρκικά, ο κασσίτερος είναι kalay, λέξη που τη δανειστήκαμε (καλάι) αλλά εμείς τη χρησιμοποιούμε για κράμα κασσιτέρου-μολύβδου που χρησιμεύει για συγκολλητικό μετάλλων.

Και θα κλείσουμε με ένα ακόμα μέταλλο που το ξέρει ο άνθρωπος από πολύ παλιά, τον μόλυβδο. Στα αρχαία υπάρχει και παράλληλος τύπος μόλιβος, ήδη στον Όμηρο. Κατά την επικρατέστερη άποψη, τόσο ο μόλυβδος όσο και το λατινικό plumbum είναι παράλληλα δάνεια από κάποια μεσογειακή γλώσσα. Ο μόλυβδος έχει το μεγαλύτερο ειδικό βάρος από τα περισσότερα μέταλλα (αν και ο χρυσός και ο υδράργυρος έχουν περισσότερο) γι’ αυτό και στη λαϊκή χρήση το μολύβι έγινε συνώνυμο του μεγάλου βάρους. Μολύβι λέγεται και το βλήμα του πυροβόλου όπλου, το βόλι, γιατί μόλυβδο χρησιμοποιούσαν για να τα φτιάξουν, λέγεται όμως και το αντικείμενο με το οποίο γράφουμε, έστω κι αν δεν χρησιμοποιεί μόλυβδο αλλά μια ράβδο από γραφίτη. Και μιλώντας για μολύβι και για γράψιμο, συνειδητοποιώ ότι έγραψα πολλά κι όμως δεν κάλυψα παρά ελάχιστα από τα χημικά στοιχεία. Ανανεώνω το ραντεβού λοιπόν για κάποιο επόμενο τεύχος, διότι η χημεία έχει κι άλλα μυστικά να μας αποκαλύψει!

80 Σχόλια to “Αλχημιστές και μέταλλα, οι λέξεις της χημείας”

  1. gbaloglou said

    «Η ειρωνεία είναι ότι όλες οι ευρωπαϊκές γλώσσες χρησιμοποιούν κάποια παραλλαγή του platina, που έχει απώτερη ελληνική αρχή, και μόνο τα ελληνικά χρησιμοποιούν διαφορετική λέξη!»

    That’s class 🙂

  2. γιὰ τὸν Δεμερτζῆ δὲν ἤξερα! πολὺ φχαριστήθηκα τὴν ἀνάρτησι γιατὶ μοῦ ἀρέσουν τὰ ἐπαγγελματωνυμικῆς καταγωγῆς ἐπίθετα.

  3. dokiskaki said

    Και για το λατινικό aurum, επειδή έτυχε να το χρειαστώ αυτές τις μέρες, βρίσκω κάθε λογής ετυμολογίες: από ετρουσκική προέλευση μέχρι από αρχαίο ελληνικό «αύρον». Είναι άραγε μη σαφής η προέλευση ή απλώς δεν ψάχνω στα σωστά μέρη;

  4. Νέος Τιπούκειτος said

    Στην αργκό του στρατού πάντως το χυμείο και ο χυμικός είναι άλλο πράγμα… 🙂

  5. sarant said

    Τιπού: Άλλο, αλλά ετυμολογικά συγγενικό, αφού είναι «χύμα κατάσταση».

    Σκάκη: Το βράδυ θα δω και το λατινολεξικό για σίγουρα, αλλά θαρρώ πως δεν είναι γνωστή η ετυμολογία.

  6. Μαρία said

    >Όπως θα καταλάβατε, το «ασημάκι» δεν ήταν ασήμι αλλά ένα νέο μέταλλο.

    Το ίδιο ισχύει και για το κράμα argentan ,το δικό μας αλπακά των μαχαιροπύρουνων και κοσμημάτων. Άρα προσοχή στις απομιμήσεις.

    Τι ακριβώς είναι ο χυμικός;

  7. π2 said

    To aurum, αν δεν κάνω λάθος (αποχωρίστηκα προ ολίγου τα κιτάπια μου), είναι από ΙΕ ρίζα *aus-, «λάμπω» (πρβλ. aurora και ηώς).

  8. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    Στα ελληνικά Σιδεράς, όμως και (συχνότερα) Σιδέρης.

    Πολύ ενδιαφέρον το άρθρο, από πολλές απόψεις -και ας ανέβαλες κάτι, βέβαιος, κατά λάθος…

  9. Χυμικό λέμε στην φανταρίστικη αργκό όποιον είναι «χύμα», δλδ, αγυάλιστος, ξεκούμπωτος, χωρίς κασκέτο και αδρανής.
    Ομοίως, χυμείο λέμε την υπηρεσία/μονάδα/γραφείο/φυλάκιο όπου όλοι είναι χύμα.

  10. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    …α! και για τον Π2, όχι μόνο aurora και ηώς, αλλά και αυγή ακόμα από το ωραιότατο (και τόσο λίγο χρησιμοποιούμενο) αυγάζω (:φωτίζω, λάμπω, και κατά το Ελληνικό Λεξικό «εκπέμπω την λάμψη και τη μεγαλοπρέπεια της αυγής»).

  11. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    Επανέρχομαι, κατ’ ανάγκην, και για τελευταία φορά, ελπίζω, σήμερα, για να υπενθυμίσω στο Σκύλο της Β.Κ. ότι ο ξεκούμπωτος δεν είναι απαραιτήτως αδρανής. Τούναντίον…

  12. Μαρία said

    #11 Εξαρτάται απ’ τα κουμπιά.

  13. ἅμα σὲ εὕρισκαν ἀκομβίωτο στὴν ΣΕΑΠ οἱ βητᾶδες σοῦ ξήλωναν τὸ κουμπὶ ἢ στὴν καλύτερη περίπτωσι σοῦ ἔπαιζαν τὸ ῥαδιοφωνάκι. σοῦ ἔστριβαν τὸ κουμπὶ κι ἐσὺ τραγουδοῦσες κι ὅταν τὸ ξανάστραβαν ἄλλαζαν ὑποτίθεται σταθμὸ κι ἄλλαζες κι ἐσὺ τραγούδι. ἤμουν λίγο τυχερός, μιὰ φορὰ μὲ ἔπιασαν κι οὔτε καλὴ φωνὴ ἔχω οὔτε καὶ τὸ ῥεπερτόριό μου τοὺς ἄρεσε. ξεμπέρδεψα γρήγορα.

    #9 γιὰ τὴν πρώτη περίπτωσι πιὸ πολὺ χρησιμοποιούσαμε τὸν ὅρο πάρταλος καὶ παρτάλι.

  14. Πολύ ενδιαφέρον, Νίκο!
    Έχει μαζέψει κανείς παραδείγματα όπου επίθετο αντικαθιστά το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, όπως ασήμι, cuprum που γράφεις, και τα κλασικά νερό, κρασί;

  15. π2 said

    Άσχετη πιθανότατα με τα μέταλλα ερώτηση για τους τουρκομαθείς του εκκλησιάσματος:

    Το Κιουπρί της Έδεσσας (νομίζω υπάρχει το ίδιο μικροτοπωνύμιο κι αλλού) να υποθέσω πως δεν έχει καμιά σχέση με το cuprum, σωστά;

  16. π2, köprü = «γέφυρα».

  17. π2 said

    Α, ευχαριστώ.

  18. Μαρία said

    Μιχάλη, πολύ πρόχειρα. Το κινητό (τηλέφωνο), τα ηλεκτρονικά (παιχνίδια), η πολιτική (τέχνη),
    η τελεία (στιγμή), το λεξικό (βιβλίο)

  19. νομίζω πὼς τὸ κανονικὸ εἶναι τελεία παύλα, ὡς πρὸς τὴν λειτουργία τοῦ σημαδιοῦ καὶ κάτω στιγμὴ ὡς πρὸς τὸ γράφημα ποὺ τὸ παριστάνει. ἀπὸ κεῖ βγῆκε καὶ τὸ «τελεία καὶ παύλα» ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ «τελεία παύλα»= ὡλοκληρωμένη παῦσι.

  20. Μαρία said

    #19 Όχι.
    .-.-.- η τελεία στον κώδικα Μορς(3 φορές το Α) απ’ όπου υποψιάζομαι και η έκφραση.

    Ο Σιαμάκης τα λέει αυτά για την τελεία παύλα;

  21. aerosol said

    Πολύ ενδιαφέρον κείμενο!
    Θα προσθέσω και τα εξής:
    Η παρασκευή χρυσού δεν ήταν παρά ένα παρελκόμενο του επιθυμητού «Μεγάλου Έργου». Μεγάλο ζητούμενο ήταν η Φιλοσοφική Λίθος που θεωρούνταν το κλειδί για την μέγιστη σοφία, την πανάκεια, το ελιξίριο της ζωής και την υπέρτατη φώτηση. Συχνά ταυτιζόταν με την Αλκαγέστη, το απόλυτο διαλυτικό όλων των ουσιών. Όλα αυτά, στην ουσία, ήταν απλώς σύμβολα ή εξωτερικές εκφάνσεις του ουσιαστικού, εσώτερου Μεγάλου Έργου: την μετουσίωση και τον εξευγενισμό του ίδιου του αλχημιστή σε «χρυσάφι», σε φωτισμένο άνθρωπο, κάτοχο μοναδικής γνώσης και σοφίας, φορέα του Θείου, φωτισμένο και ευτυχή.

    Η αλχημεία αποκαλούνταν ενίοτε και σπαγυρική τέχνη (αν μεταφέρω σωστά το spagyric art, προερχόμενο από τον Παράκελσο, που θεωρείται ελληνικός όρος -δεν το έχω ψάξει). Σύμφωνα με άλλους, σπαγυρική τέχνη είναι το παρακλάδι της αλχημείας που εστίαζε στην εργασία με τα φυτά, μάλλον, παρά με τα μέταλλα.

  22. aerosol said

    Παρόραμα: Μπήκαν πολλές μαζεμένες φωτίσεις και μια «φώτηση»! Συμπαθάτε με.

  23. sarant said

    Μιχάλη, με πρόλαβε η Μαρία, μου πήρε και τα παραδείγματα που είχα σκεφτεί, μου έμεινε μόνο το συκώτι (συκωτόν ήπαρ) -αν και τα αρχαία είναι πάρα πολλά, ποντικόν κάρυον (φουντούκι μέσω αραβοτουρκικών) και ποντικός μυς, και γραμματική τέχνη και εκατοντάδες άλλα.

    Αεροζόλ, Αλμαγέστη εννοείς; Το Σπαγυρική θεωρείται ελληνογενές από το σπάω και αγείρω, κατασκευής Παρακέλσου, αλλά δεν μου φαίνεται να στέκει. Εννοείται, ελληνική τέτοια λέξη δεν υπάρχει.

  24. http://el.wiktionary.org/wiki/%CF%84%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CE%B1_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CF%80%CE%B1%CF%8D%CE%BB%CE%B1

    ὲδῶ ὑπάρχει μιὰ ἄλλη ἐξήγησι πρὸς τὴν ὁποία ἐπίσης δυσπιστῶ.

  25. Γλωσσοδετολόγος said

    Εδώ υπάρχει σίγουρα … αλχημεία:

    http://www.i-reportergr.com/2009/11/blog-post_4781.html

  26. sarant said

    Κορνήλιε, δεν έχω ασχοληθεί με το θέμα της τελείας και παύλας.

    Γλωσσοδέτ, πρόσεξα ότι με αφορμή το διορισμό της κ. Αλ Σαλέχ έχουν ξεσαλώσει τα ακροδεξιά και τα ρατσιστικά ιστολόγια. Αλλά ποια σχέση έχει με την αλχημεία, δεν ξέρω.

  27. @ 11. κον Γ.Λ.
    Ναι, σωστά! Αλλά «χύμα» σίγουρα είναι!
    Για την ακρίβεια έπρεπε να γράψω ακομβίωτος!

  28. andreas said

    Επιτέλους ετυμολογία! Το ωραίο είναι ότι τα βάζετε σε ενότητες, κι έτσι απαντιούνται πολλά σ’ ένα άρθρο.

    Και μια απορία: το κουγιουμτζής σημαίνει χρυσοχόος;

  29. Μαρία said

    Ανδρέα, ναι. kuyumcu

    Για όσους ενδιαφέρονται για τα τουρκικά και τουρκογενή επώνυμα υπάρχει το βιβλίο του Βάσου Βογιατζόγλου, Επώνυμα της Μικρασίας, εκδ. Φιλιππότη, 1992.

  30. sarant said

    Μαρία, να πούμε ότι και πολλοί Χρυσοχοΐδηδες και Χρυσοχόοι *μπορεί* να είναι μεταφρασμένοι Κουγιουμτζόγλου και Κουγιουμτζήδες.

  31. Μαρία said

    Νίκο, εννοείται. Στον εξελληνισμό αναφέρθηκα στο άλλο ποστ.

    Ο Βογιατζόγλου δίνει και το Κοεμτζής. Και σύνθετα όπως Κουγιουμπουναρλής, που μάλλον τα κόντυναν, απο τοπωνύμιο Χρυσοπηγή (όχι την αμαρτωλή) kuyum pinar.

  32. Μαρία said

    Τώρα το πρόσεξα:
    >στη λαϊκή χρήση το μολύβι έγινε συνώνυμο του μεγάλου βάρους

    Σ΄αυτή την περίπτωση εμείς οι Βούλγαροι προτιμούμε την τούρκικη εκδοχή του μολύβδου και λέμε βαρύ κουρσούμι (kursun το s σκουληκιάρικο) Κουρσούμια λέμε και τις σφαίρες αλλά και τις σιδερένιες μπίλιες.
    Ο Μάρκος Μέσκος στα «παιχνίδια στον παράδεισο» έχει ειδικό κεφάλαιο «Κουσιούμια».

  33. sarant said

    Στη Μυτιλήνη κουρσούνι είναι το μολύβι -και η σφαίρα. Οπότε υπάρχει παροιμία για τον φτωχό «κουρσούνι ρίχνει στη δεκάρα».

    Και η Διδώ Σωτηρίου έχει: Η καρδιά μου ήτανε βαριά κουρσούνι,

  34. Μαρία said

    Ε αυτοί είναι πιο Τούρκοι απο μας και διατήρησαν το ν.

  35. Giannis said

    Για το μολύβι (με το οποίο γράφουμε) δεν κατάλαβα γιατί το λεν «μολύβι». Χρησιμοποιούνταν μόλυβδος στην κατασκευή;

  36. Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι γνωστή οικογένεια χρυσοχόων φέρει το επώνυμο Ζολώτας!
    Η φίλη μου, η οποία ασχολείται με το κόσμημα διακρίνει τον λευκόχρυσο από την πλατίνα. Τώρα σε τί δεν γνωρίζω.
    Καλησπέρα

  37. Μαρία said

    Giannis στα παλιά όργανα γραφής. Δες σχέδιο:
    http://fr.wikipedia.org/wiki/Mine_de_plomb
    Τα τωρινά έχουν γραφίτη αλλά έμεινε η ονομασία.

  38. Μαρία said

    Βλέπω εδώ:
    http://fr.wikipedia.org/wiki/Jabir_ibn_Hayyan
    οτι αλχημιστής επινόησε και το μείγμα που διαλύει τα ευγενή μέταλλα, το βασιλικό ύδωρ. Ο ίδιος που βρήκε και το κεζάπι.

  39. Giannis said

    Αχά! Ευχαριστώ, Μαρία!

  40. Μαρία said

    #30 Εξελληνισμού συνέχεια.

    Και κάποιοι με το επώνυμο Γκιουμούσης, Κουμούσης, Γκιουμουσίδης έγιναν Ασημίδης, Ασημιάδης, ή επι το ευγενέστερον Αργυρός.

  41. Δεμέλ Ενεζάκ said

    Στο «mine de plomb» το αναφέρει και ως «style de plomb». Από εκεί μας έρχεται και το στυλό; Το μελάνι, είναι και αυτό επίθετο που αντικατέστησε το ουσιαστικό;

  42. sarant said

    Το στυλό είναι < γαλλ. stylographe.
    Το μελάνι… δεν νομίζω' ήταν "η μελάνη".

  43. Μαρία said

    στύλος>stilus αντιδάνειο

  44. sarant said

    Κατά Μπαμπι. δεν είναι αντιδάνειο διότι το stilus είναι από αλλού (stimulus). Νομίζω, δηλαδή.

  45. Μαρία said

    http://en.wikipedia.org/wiki/Stylus#cite_note-2
    Δες παραπομπές.

  46. sarant said

    Ναι, αλλά ο Λίντελ Σκοτ λέει ότι (στην 4η σημασία) κακώς χρησιμοποιόταν από αλεξαντριανούς με αυτή την έννοια κτλ.

  47. Ο Aerosol (21) δεν εννοούσε την Αλμαγέστη, αραβική παραφθορά των λέξεων «Η Μεγίστη», που σήμαινε το περίφημο αστρομικό έργο «Μαθηματική Σύνταξις» του Κλαυδίου Πτολεμαίου· εννοούσε – αλλά ίσως ντράπηκε να το γράψει αυτούσιο – την αλκαχέστη [sic – δεν αστειεύομαι!], που κατά τον Παράκελσο μάλλον ήταν κάποιο φάρμακο και κατά μεταγενέστερους αλχημιστές το διαλυτικό μέσο που θα διέλυε τα πάντα.

  48. sarant said

    Ναι, δεν ταίριαζε η Αλμαγέστη, που είναι αστρονομία, στα συμφραζόμενα.

  49. SophiaΟικ said

    36: η διαφορά λευκόχρυσου και λευκού χρυσού εδώ:
    http://gilletts.com.au/information.php?info_id=13
    Η πλατίνα δεν φθειρεται όπως ο ασπρος χρυσός, ο οποίος με τα χρόνια μπορει να αρχίσει να κιτρινιζει (δηλαδη να χάνει το γκρίζο χρώμα του). Υπάρχιε και κόκκινος χρυσός που είναι κράμα με χαλκό.
    Το μόνο σίγουρο είναι οτι η πλατίνα διαφέρει απο το ασήμι και μπορείς να καταλαβεις τη διαφορά ευκολα. Η πλατινα γιαλιζει οπως το χρυσαφι, ενω το ασημι είναι… ασήμι.

  50. Μαρία said

    Νίκο, πρέπει κάποιος να ψάξει την ετυμολογία του λατινικού. Το σίγουρο είναι οτι απ’ αυτό το λάθος γράφτηκε με y.
    Και οι Γάλλοι που πήραν τη λέξη απ’ τα αγγλικά αναφέρονται σε επίδραση του στύλου για την ορθογραφία. Σύγχυση.
    Ένα παλιό ετυμολογικό που κοίταξα δίνει για το λατινικό το στύλος αλλά μπορεί να μην είναι έγκυρο.

  51. aerosol said

    Με πρόλαβε ο αγαπητός Άγγελος (#47)!
    Δεν χρησιμοποιήσα το «αλκαχέστη» για την απόδοση του alkahest, όχι λόγο… σεμνότητας αλλά γιατί νομιζω πως το έχω συναντήσει αλκαγέστη στα ελληνικά.
    Πιθανόν, όμως να μου παίζει παιχνίδια η μνήμη ή να το θυμάμαι από πηγή που το «ευπρέπισε».

  52. Πολύ ενδιαφέροντα Νίκο!
    Σχετικά με το χρυσό και τις ρίζες του που λέτε, να αναφέρω και το ημιμέταλλο αρσενικό, του οποίου όλοι στο δίκτυο παραθέτουν λάθος ετυμολογία από τα ελληνικά «νικάει το άρρεν» επειδή είναι δηλητήριο.
    Στην πραγματικότητα το αρσενικό είναι ελληνική προσαρμογή του περσικού ζαρνίκ που είναι χρυσοκίτρινη χρωστική από θειούχο αρσενικό. Το πρώτο συστατικό του περσικού ονόματος ζαρ- εχει να κάνει με την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα *aus- του χρυσού. Το ωραίο είναι ότι στη δυτική Ευρώπη το συγκεκριμένο ορυκτό πέρασε ως orpiment όπου και πάλι βρίσκουμε το χρυσαφί του χρώμα.
    Βέβαια υπάρχει κάποιο μπλέξιμο γιατί έχουμε από το ζαρνίκ το χρυσοκίτρινο As2S3 που αναφέρει ο Ιπποκράτης ως ἀῥῥενικό (όπου βρίσκουμε το άρρεν μήπως εκεί ξεκινάει το μπλέξιμο;) και το κόκκινο As4S4 που αναφέρει ο Ιπποκράτης ως σανδαράχη (όπως και ο Αριστοτέλης). Ενώ αλλού αναφέρεται ως σανδαράχη μια χρυσοκίτρινη φυτική ρητίνη.
    Είχα κοιτάξει και Διοσκουρίδη και Αριστοτέλη αλλά επειδή δεν μιλούσαν για ιατρικές χρήσεις του αρσενικού που έψαχνα κράτησα μόνο τον Ιπποκράτη και δε θυμάμαι να σας πω πως ακριβώς το έλεγαν.

  53. Ορθογραφική διόρθωση και απορία:
    Στην έκδοση του Ιπποκράτη που κοίταξα και όπως είδα τώρα και στο Perseus, γράφει ἀῤῥενικό το πρώτο ρ με ψιλή, το δεύτερο με δασεία κι όχι με δυο δασείες που το έγραψα.
    Δεν έχω ξαναδεί τέτοια γραφή και δεν ξέρω σε τι εποχής αντιγραφή τη χρωστάμε. Ελληνιστική; Μεσαιωνική;

  54. TAK said

    Νίκο, πολύ ωραίο το άρθρο!
    Κι η Σμυρνιά γιαγιά μου κουρσούμι έλεγε (και το λέω και εγώ ως καλός τουρκόσπορος…)

  55. Μαρία said

    Γιάννη, δε ξέρω να σου πω αν ήδη στα ελληνιστικά χρόνια σημειώνονται πνεύματα και στο ρ αλλά από τη στιγμή που καθιερώνονται η μόδα ήταν αυτό που βρήκες στον Περσέα. Στα διπλά το πρώτο με ψιλή το δεύτερο με δασεία. Προφανώς άλλες φορές δεν το πρόσεξες.

  56. sarant said

    Ναι, υποτίθεται ότι δυο δασείες μαζί δεν προφέρονται (αυτά σε μια εποχή που είχαν σβήσει οι δασείες), γιαυτό και βάζαν ψιλή στο δεύτερο ρο (ψιλή = η απουσία δασείας).

    Γιάννη, τα ημιμέταλλα είναι άλλο άρθρο, που κι αυτό έχει ενδιαφέρον (αντιμόνιο, ας πούμε, όπως και το αρσενικό που δεν το έχω πολυμελετήσει).

    Και βέβαια, λογοτεχνικά αν θες, αξεπέραστο είναι το «Περιοδικό σύστημα» του Πρίμο Λέβι.

  57. Στο Πολυτεχνείο, μεσούντος του 20ου αιώνος, είχαμε έναν πανάρχαιο καθηγητή τον Ζαχαρία, ο οποίος του χημικούς τους έλεγε χυμευτές.
    Όσο για τον σίδηρο, ο άνθρωπος έμαθε να τον επεξεργάζεται πολύ αργά, γιατί η απόληψή του από τα μεταλλεύματά του απαιτούσε πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Έτσι όταν οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τον (ασύλητο) τάφο του Τουτ Αγχ Αμών, από όλα τα χρυσά και αργυρά αντικείμενα, που βρήκαν, θεώρησαν πολυτιμότερο από αρχαιολογικής σκοπιάς, ένα φυλαχτό που είχε στο στήθος της η μούμια, γιατί ήταν από σίδερο. Κι ας ήταν πια μια μάζα σκουριάς.

  58. Γρηγορης said

    Γυρίζουν το κλειδί στην πόρτα
    παίρνουν τα παλια ξεχασμενα πραγματά τους
    όλα τελειώσαν ψυθιρίζουν τώρα
    πως θ’ αναβάλλουν βέβαιοι κατά βάθος

  59. Γλωσσοδετολόγος said

    Νικοδεσπότη #26,

    αλχηχεία με την νεώτερη έννοιά της, που έδωσες όμορφα: «του συνδυασμού ετερόκλητων στοιχείων με ανορθόδοξο τρόπο, με σκοπό την παραπλάνηση».

  60. SophiaΟικ said

    57: προς στιγμή νόμισα ότι ο καθηγητής είχε μάθει πολύ αργά την επεξεργασία του χαλκου και σκέφτηκα αυτο θα πει δεινόσαυρος της έδρας 😆

  61. Μαρία said

    Νίκο #56, δεν πρόκειται για δυο δασείες. Αλλά το πρώτο με την ψιλή είναι ηχηρό και το δεύτερο με τη δασεία, όπως και στην αρχή λέξης, άηχο. Αυτό που στο φωνητικό αλφάβητο το γράφουμε με τον άδειο κύκλο απο κάτω.

    Ωραίος ο χυμευτής.

  62. Κοίταξα τώρα το ιστορικό λεξικό της τουρκικής, του Tietze, και το bakır το αποδίδει σε ιρανική ρίζα, το δε demir σε παλαιοτουρκική (demür). Δυστυχώς φτάνει μόνο μέχρι το γράμμα Ε.

  63. Μαρία said

    Δύτη, μου κάνει εντύπωση οτι ενώ εμείς εξελληνίσαμε το Demir Hisar σε Σιδηρόκαστρο οι γείτονες Σλαβομακεδόνες διατήρησαν την τούρκικη ονομασία.

  64. Έχω την εντύπωση -αλλά μπορεί να κάνω λάθος, δεν ξέρω- ότι η Γιουγκοσλαβία του Τίτο δεν ακολούθησε καμία πολιτική εκσλαβισμού, ίσως λόγω και των πολλών μουσουλμάνων, αντίθετα με τη Βουλγαρία (ή την Ελλάδα). Θα μου πεις, η προπολεμική Γιουγκοσλαβία; Ε, δεν ξέρω.

  65. ἐγὼ τὴν ἔχω δεῖ τὴν γραφὴ μὲ δασεῖα καὶ ψιλὴ στὰ δύο ρ, συνήθως σὲ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία. ἀπὸ πολὺ μικρός. 10 χρονῶν ἔμαθα πρώτη φορὰ ὅτι τὸ ῥῶ δασύνεται. δὲν τὸ πίστευα ὅτι καὶ τὰ σύμφωνα δασύνοντα. μοῦ εἶχε προκαλέσει μιὰ τρομερὴ κατάπληξι.

  66. Νίκο σαφώς άλλο κεφάλαιο τα αμέταλλα (και το περιμένουμε, εγώ μόνο με το αρσενικό ασχολήθηκα για ένα άρθρο που έγραφα), αναφέρθηκα στο αρσενικό μόνο για το πρώτο συνθετικο στα περσικά που κολλάει με τα χρυσά που γράφεις.
    Ευχαριστώ για τον Πρίμο Λέβι, το σημειώνω.

  67. Κωστής Κ. said

    Γνωρίζουμε ότι πολλές φορές ονόματα νομισμάτων κατάγονται είτε από ονόματα ή χαρακτηρισμούς μετάλλων (πχ Gulden, υπέρπυρον), είτε από ονόματα μονάδων βάρους (πχ Mark, libra/pound). Η δική μου ερώτηση, λοιπόν, προς τους τουρκομαθείς της ομήγυρης είναι αν το τουρκικό όνομα για το γρόσι «kurus» (λείπει μια γυριστή υπογεγραμμένη κάτω από το s, που νομίζω πως το δασύνει) κατάγεται από το κεντροευρωπαϊκό «Groschen» (που ανάγεται στο λατινικό grossus, λόγω του πάχους των κερμάτων αυτών) ή στο ελληνικό «χρυσό». Η -μάλλον παράλογη, να το ομολογήσω- ιδέα μου ήρθε όταν είδα τη λέξη στη Γραμμική Β’ ως «ku-ru-so».
    Ξέρει κανείς;

  68. Εγώ, εγώ!! 🙂
    Το γρόσι (guruş) ήταν μια κοινή ονομασία, από τα τέλη του 16ου αιώνα και εξής, για τα διάφορα ευρωπαϊκά ασημένια νομίσματα που κυκλοφορούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και είχαν διάφορες ισοτιμίες σε σχέση με το οθωμανικό «άσπρο» (akçe). Για παράδειγμα, ρεάλι γρόσι (riyal guruş) το ισπανικό ρεάλι, σόλι γρόσι (sülye guruş) το γαλλικό σόλδιο, εσεντί ή ασλάνι γρόσι (esedi/ arslan guruş) το ολλανδικό τάληρο. Το τελευταίο σημαίνει περίπου «γρόσι με λιοντάρι» (αραβική/τουρκική ονομασία αντίστοιχα), από το λιοντάρι που ήταν χαραγμένο στο τάληρο.
    Στα τέλη του 17ου αιώνα πια κόπηκε και το οθωμανικό γρόσι.

  69. dokiskaki said

    Πάντως, η αγγλική βίκι τουλάχιστον δίνει προέλευση του kuruş από το Groschen: Kuruş (derived from the German Groschen; Ottoman Turkish: غروش gurûş) is a Turkish currency subunit (από εδώ: http://en.wikipedia.org/wiki/Kuru%C5%9F)

    Εγώ όμως εμπιστεύομαι το Δύτη 🙂

  70. dokiskaki said

    Κάτι έχω πάθει σήμερα, τώρα κόλλησα τη δεξιά παρένθεση στο λινκ 😦

  71. Ουχ, ξέχασα το σημαντικότερο σκέλος της απάντησης! δεν διαφωνώ με τη βίκι, ξέχασα να γράψω ότι ακριβώς επειδή σήμαιναν τα ευρωπαϊκά νομίσματα, πήραν και το όνομά τους από το Groschen…

  72. sarant said

    Οπότε, με πρόλαβε ο Δύτης, πρόλαβε και αναδύθηκε νωρίτερα από μένα!

  73. Κωστής Κ. said

    Eυχαριστώ για τις πληροφορίες – νομίζω ότι τα ποστς 68 & 69 είναι μάλλον συμπληρωματικά, καθώς ο Δύτης δεν αναφέρεται εκτενώς στο θέμα της ετυμολογίας. Πάπαλα το «μυκηναϊκό αντιδάνειο» δηλαδή…..

  74. Μπουκανιέρος said

    Για το σίδερο, η ετυμολογική σχέση με το sideral, δηλ. απ’ το λατινικό sidus, δεν παίζει πια;
    Είδα τώρα ότι ο Μπάμπι λέει πως «δεν δικαιολογείται σημασιολογική μετάβαση» από το «άστρο, μετεωρίτης».
    Θυμάμαι όμως ότι ο Ελιάντ, στο βιβλίο του για τους forgerons et alchimistes, έλεγε ότι οι παλιοί το σίδερο το έπαιρναν από μετεωρίτες (πώς το ξέραν άραγε;), δηλ. πριν μάθουν να το βγάζουν απ’ τα μεταλλεύματα, πριν μπούμε στην «εποχή του σιδήρου», δηλ. της επεξεργασίας του σιδήρου τέλος πάντων.

  75. Μαρία said

    Μπουκάν, επειδή αυτό του Ελιάντ δεν το έχω, πώς εξηγεί οτι η λέξη σιντεράλ δεν έδωσε στα λατινικά ή στα γαλλικά λέξεις σχετικές με το σίδερο; Και αυτό που έπαιρναν απο μετεωρίτες πώς το ονόμαζαν; Έλεγαν απλώς ένα πράμα σιντεράλ;

  76. vikar said

    Υπάρχει και τάση αντικατάστασης του αλχημεία απο το χυμεία, που είχα δεί απο παλιά, δείτε πιχί εδώ.

  77. Στο λήμμα του/της Vikar, βλέπω και το αναποδογυ΄ρισμα:

    «Janus: Faces of Genius (Διάνοια: Πρόσωπα του Ιανού)»

    Στην πραγματικότητα, μάλιστα, το βιβλίο λέγεται Janus Faces of Genius, οπότε παραδόξως η ελληνική μετάφραση της βίκι, τελικά, δεν είναι πολύ μακριά από μια πιστή απόδοση.

  78. vikar said

    Έψαξα λίγο πρόχειρα στο διαδίκτυο και δέν βρήκα πολλά. Ο λόγος για την έκφραση κάνω κάποιον χρυσό (να κάνει κάτι), με την έννοια πάνω-κάτω «παρακαλώ κάποιον με καλοπιάσματα και ανταλλάγματα να μου κάνει ενα χατίρι» (πρόχειρος και ο ορισμός μου). Έβλεπα την ταινία «Ο γόης» του Δαλιανίδη (1969), οπου ακούγεται κάπου, νομίζω απο τον Βουτσά, η εκδοχή «Χριστό με έχει κάνει», την οποία βρίσκω σήμερα και μιά φορά γκουγκλάροντας. Πρόκειται για προηγούμενη εκδοχή, ξέρει κανείς;

  79. sarant said

    Θα μπορούσε να πρόκειται για προηγούμενη εκδοχή (πρώτα ο Χριστός και μετά ο χρυσός) θα μπορούσε να είναι και ανάποδα. Δεν έχω βρει τη φράση πολύ παλιά. Ο Σταματάκος τις συσχετίζει, αλλά δεν τον έχω πρόχειρο.

  80. Συνήθως ξέρω πως «το θερμόμετρο ανεβαίνει» Αλλά κι ο υδράργυρος μπορεί να ανεβαίνει κι ας μην υπάρχουν υδραργυρικά θερμόμετρα. Εξακολουθεί να χρησιμοποιείται (και να ανεβαίνει) στα ιατρικά πιεσόμετρα. Που κι αυτά έχουν αρχίζει να αντικαθίστανται από ηλεκτρονικά!

Σχολιάστε