Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Η ρεμπέτα, οι ρεμπέτες και το ρεμπέτικο

Posted by sarant στο 11 Δεκεμβρίου, 2013


Το σημερινό άρθρο, για την ετυμολογία των λέξεων «ρεμπέτης» και «ρεμπέτικο», λογαριάζω να το γράψω εδώ και πολύν καιρό, από τότε που, σε μια συζήτηση πριν από ένα χρόνο και βάλε, ένας επισκέπτης υποστήριξε (σχόλιο αριθ. 103 εδώ) ότι: «Η λέξη “ρεμπέτικος” είναι παραφθορά της αρχαίας αλλά και της σύγχρονης λογίας “ρεμβαστικός” και προέρχεται από το ρήμα “ρέμβω” ή “ρεμβάζω” απ’ όπου και ο ρέμπελος = ο σπαταλών τον χρόνον αναιτίως, άρα αραχτός και αντικοινωνικός…». Στη συνέχεια έγραψε για το θέμα ο αγαπητός Δύτης των Νιπτήρων, σε ένα δικό του εξαιρετικό άρθρο αλλά και στα έξοχα σχόλια που έγιναν, οπότε θα έλεγε κανείς ότι εξαντλήθηκε το θέμα. Ύστερα όμως ο φίλος Σπύρος Ζερβόπουλος, που έχει εξελιχτεί σε δεινό αναδιφητή των σωμάτων κειμένων, μου έστειλε με ηλεμήνυμα ένα σωρό χρήσιμες πληροφορίες, που θα ήταν κρίμα να μη δημοσιευτούν, ενώ η πλάστιγγα έγειρε οριστικά όταν πριν από μερικές μέρες ένας παλιός γνωστός μού ζήτησε τη γνώμη μου για την ετυμολογία της λέξης, επειδή τη χρειαζόταν ένας φοιτητής του σε μια εργασία του. Έτσι, αποφάσισα να γράψω κι εγώ για την ετυμολογία του ρεμπέτη, συνοψίζοντας όσα ειπώθηκαν. Ωστόσο, ο έπαινος αξίζει στον Δύτη και στους σχολιαστές του καθώς και στον Σπ. Ζερβόπουλο: εγώ απλώς συνοψίζω.

Πριν προχωρήσουμε, ένα διαφημιστικό διάλειμμα: συνεχίζεται η υποβολή προτάσεων για τη Λέξη της χρονιάς, έχετε καιρό ίσαμε σήμερα στις 11 μ.μ. (ώρα Ελλάδος).

Ξεκινώντας, και πριν μπούμε στο θέμα μας, εύκολα μπορούμε να καταρρίψουμε την «ετυμολογία» που είχε προτείνει ο αρχικός επισκέπτης, ότι τάχα η λέξη ρέμπελος είναι ομόρριζη με τον ρεμπέτη και προέρχεται από το ρήμα «ρέμβω» ή «ρεμβάζω». Ο ρέμπελος είναι βενετικό δάνειο που ανάγεται τελικά στο λατινικό rebellare, από το bellum, πόλεμος. Η λέξη μαρτυρείται αδιατάρακτα στα ιταλικά από τον μεσαίωνα. Αυτή είναι η ομόφωνα αποδεκτή άποψη και δεν μπορεί να κλονιστεί από την ηχητική ομοιότητα ή επειδή σε κάποιον φάνηκε ότι οι ρεμπέτες είναι και ρέμπελοι. Άλλωστε, ρεμπελιό στα μεσαιωνικά ελληνικά δεν σημαίνει αραλίκι αλλά εξέγερση (π.χ. το ρεμπελιό των ποπολάρων).

Πάμε τώρα στο κυρίως θέμα, την ετυμολογία των λέξεων ‘ρεμπέτης’ και ‘ρεμπέτικο’. Όπως είδαμε, ο επισκέπτης πιο πάνω υποστηρίζει την προέλευση από το ρήμα «ρέμβω» (που σήμαινε, στην αρχαιότητα, μεταξύ άλλων, «περιφέρομαι, περιπλανώμαι»), μια άποψη που, αν και δεν τη δέχεται κανένα μεγάλο λεξικό μας, ακούγεται αρκετά, κυρίως από μελετητές του ρεμπέτικου, σαν τον Κ. Φέρρη, οι οποίοι επιπλέον επικαλούνται το λεξικό του Δουκάγγιου (1688) όπου υπάρχει το λήμμα «ρεμπιτός» (με τη σημασία «πλανημένος»), παραφθορά του «ρεμβός» (ο αναιτίως πλανώμενος). Πηγή του Δουκαγγίου είναι ο Μέρσιος (Meursius ή Johannes van Meurs), o Φλαμανδός ελληνιστής που έγραψε στις αρχές του 17ου αιώνα.

Κοντά σε αυτά, υπάρχει και το ρήμα «ρέμπομαι», πιθανώς μετεξέλιξη του «ρέμβομαι», που υπάρχει και στον Ερωτόκριτο, αλλά και σήμερα στην κρητική διάλεκτο, και που έχει πάρει άλλες σημασίες, κυρίως «νέμομαι» ή και «περηφανεύομαι». Ας πούμε, στον Ερωτόκριτο, «επέτετο κι ερέμπετο στην αρχοντιά την τόση» ή «μα ρέμπεται στις αφεντιές, στα πλούτη ντου καυκάται».

Το κακό με τη «θεωρία των ρεμπετολόγων» είναι ότι αφενός λείπουν εντελώς οι ενδιάμεσοι τύποι από το «ρέμπομαι» και το «ρεμπιτός» του Μεσαίωνα ως τον ρεμπέτη, και αφετέρου ότι η σημασιακή απόσταση μεταξύ του «ρέμπομαι» και του «ρεμπέτης» είναι αρκετά μεγάλη. Την απόσταση αυτή προσπαθούν να τη γεφυρώσουν με κατασκευές όπως ότι «ρέμπομαι» σήμαινε τάχα «ζω μποέμικα», αλλά αυτό δεν προκύπτει από τα κείμενα παρά (μου) φαίνεται σκέτος υποκειμενισμός.

Στη μελέτη του Περί της λέξεως «ρεμπέτικο» το ανάγνωσμα…, ο Πάνος Σαββόπουλος (απλή συνωνυμία με τον Διονύση) απαριθμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, 15 θεωρίες για την προέλευση της λέξης. Ο Σαββόπουλος τις απορρίπτει και τις δεκαπέντε για να προτείνει μια δέκατη έκτη, η οποία προσπαθεί να θεραπεύσει τα ελαττώματα της «θεωρίας των ρεμπετολόγων», δηλαδή της προέλευσης από το «ρέμπομαι» και/ή το «ρεμπιτός». Αφού επισημάνει ότι η λέξη ρεμπέτικο πρωτοεμφανίζεται στην ετικέτα ενός δίσκου γραμμοφώνου γύρω στο 1910, προτείνει την εξής ιδέα: ότι τη λέξη «ρεμπέτικο» την έπλασε κάποιος έξυπνος διευθυντής εταιρείας δίσκων (ή στέλεχος εταιρείας) στην Πόλη το 1910, που ήταν διαβασμένος και ήξερε το ρέμπομαι και το ρεμπιτός, στο μοντέλο μποέμης -μποέμικο, ρέμπομαι-ρεμπιτός-ρεμπέτικο, και ότι η λέξη «ρεμπέτης» (που άλλωστε, κατά την καταγραφή του Σαββόπουλου, δεν είναι τόσο συχνή στα τραγούδια της πρώτης εποχής) προήλθε υποχωρητικά από τον εμπορικό όρο «ρεμπέτικο». Επισημαίνει επίσης ο Σαββόπουλος ότι τα τραγούδια που πρωτοχαρακτηρίστηκαν «ρεμπέτικα» δεν ήταν ρεμπέτικα (κατά τη δική του γνώμη και ταξινόμηση, βέβαια -ένα από τα δύο τραγούδια ήταν το γνωστό Τικιτάκ, που το ακούμε εδώ σε μεταγενέστερη δωρική εκτέλεση από τον Μάρκο).

Η ιδέα του Σαββόπουλου είναι ευφυέστατη, δεδομένου ότι ξεμπερδεύει μια και καλή με την απουσία ενδιάμεσων τύπων και τη σημασιακή απόσταση: αφού είναι εμπορική ονομασία, πλάσμα της λεξιπλαστικής φαντασίας ενός έξυπνου και μορφωμένου αστού, όλα (ή σχεδόν) επιτρέπονται! Η άλλη όψη του νομίσματος είναι πως η ευφυής θεωρία του Σαββόπουλου περιέχει και το κλειδί για την ανασκευή της: αν η λέξη πλάστηκε «εκ του μηδενός» από έναν λόγιο το 1910, είναι φανερό πως αν βρούμε τη λέξη «ρεμπέτικο» (ή και τη λέξη «ρεμπέτης», που είναι παράγωγό της κατά Σαββόπουλον) σε κείμενο παλιότερο από το 1910 η θεωρία καταρρέει (σαν χάρτινος πύργος, αν σας αρέσουν τα κλισέ).

Τέτοιο κείμενο βρέθηκε (και όχι μόνο ένα), οπότε μπορούμε να βάλουμε στο αρχείο τη θεωρία του Σαββόπουλου. Όπως φανέρωσε πρώτος στο ιστολόγιο του Δύτη των Νιπτήρων ο χρήστης με το ψευδώνυμο spatholouro, που είναι γνωστός μελετητής και συγγραφέας, αλλά δεν θα αποκαλύψω την ταυτότητά του αν εκείνος δεν το θέλει, σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1871 εμφανίζεται κατ’ επανάληψη η λέξη «ρεμπέτα». Πρόκειται για το μυθιστόρημα «Οι μυστηριώδεις νυκτοκλέπται» του Μηνά Χαμουδόπουλου  (1843-1908), που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σμύρνη αλλά μετά το 1880 έζησε στην Πόλη και που βρίσκω να χαρακτηρίζεται, σε ένα βιβλίο του, «Μέγας ρήτωρ της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, δημοσιογράφος, ιστορικός, γεωγράφος, πολιτικός, φορέας της ελληνορθοδόξου παραδόσεως». Ο Χαμουδόπουλος ήταν βεβαίως όλα αυτά, αλλά στα νιάτα του έγραψε και το λαϊκό αυτό μυθιστόρημα, τους Νυκτοκλέπτες, που εντάσσεται στην παράδοση των απόκρυφων μυθιστορημάτων, που διηγούνται με αρκετήν εντυπωσιοθηρική διάθεση ιστορίες με πρωταγωνιστές από τον υπόκοσμο, όπως ήταν τα Μυστήρια των Παρισίων, και που για να γραφτούν χρειάζονταν αστική συγκρότηση, γι’ αυτό και στη γλώσσα μας πρωτοεμφανίστηκαν στη Σμύρνη και στην Πόλη και όχι στην Αθήνα. Νυκτοκλέπται είναι αυτοί που μπαίνουν τη νύχτα σε κοσμηματοπωλεία και άλλα καταστήματα ή σπίτια με πλούσια λεία και κλέβουν. Διαρρήκτες θα τους λέγαμε σήμερα.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο που αν δεν το εκδώσει κανείς άλλος σκέφτομαι να το εκδώσω εγώ στο κοντινό μέλλον γιατί έχει φοβερό γλωσσικό ενδιαφέρον και μπορεί να ανατρέψει αρκετές ετυμολογήσεις -ίσως γράψω ειδικό άρθρο για το θέμα. Πιστός στα θέσμια της εποχής, ο Χαμουδόπουλος χρησιμοποιεί αρχαΐζουσα καθαρεύουσα στην αφήγηση και τις περιγραφές, αλλά στους διαλόγους διασώζει (ενδεχομένως) τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν στην πιάτσα της εποχής, φιλτραρισμένη βέβαια. Δείγμα γραφής:

Ο κάπηλος, όστις εν τω μεταξύ καταλιπών το λογιστήριόν του είχεν έλθει και λάβει μέρος ως ακροατής εις τον διάλογον των δύο τούτων, παρεισέδυ και αυτός εις την ομιλίαν επίκουρος του γέροντος:

— Άκουσε, Παναγιώτη, του είπε, τον Δεσποτόπουλο. Αυτός από πενήντα χρόνια κι εδώθε είναι από τους πρώτους της ρεμπέτας και τ’ όνομά του είναι ξακουσμένο μέσα ‘στην Ανατολή και ‘στα Εφτάνησα. Πίστευσέ τον ό,τι σου λέγει, διότι κι ο διάβολος δεν ξέρει όσα ο Παπούς (όνομα χαϊδευτικόν του Δεσποτόπουλου προσαγορευόμενον ούτω υπό των συντρόφων του νυκτοκλεπτών).

Ο Παπούς λοιπόν είναι «από τους πρώτους της ρεμπέτας», και αμέσως καταλαβαίνουμε ότι ρεμπέτα, λέξη που εμφανίζεται δεκάδες φορές στο μυθιστόρημα, είναι η πιάτσα, ο υπόκοσμος, ή, όπως το ορίζει ο Χαμουδόπουλος, «το σύνολον των νυκτοκλεπτών», σε επεξήγηση που δίνει στις πρώτες σελίδες του βιβλίου του.

Θα προσέξατε βέβαια ότι ο Χαμουδόπουλος δεν καταγράφει τους τύπους «ρεμπέτης, ρεμπέτικο», αλλά αυτό μικρή σημασία έχει σε πρώτο επίπεδο. Όταν από το 1870 τουλάχιστον (και πιθανότατα από πολλές δεκαετίες νωρίτερα) υπάρχει εδραιωμένη στη σμυρνέικη αργκό η λέξη «ρεμπέτα», είναι πολύ φυσιολογικό να παράχθηκε από εκεί ο ρεμπέτης, κατά το σχήμα «η ρεμπέτα – ο ρεμπέτας – ο ρεμπέτης – το ρεμπέτικο», που το έχουμε ξαναδεί στην παραγωγή «η μάγκα [ομάδα άτακτων πολεμιστών, το θέμα αξίζει άρθρο] – ο μάγκας» και είναι απολύτως αδύνατο, κατά τη γνώμη μου, να υπάρχει άλλη προέλευση του ρεμπέτη εκτός από τη ρεμπέτα.

Να σημειωθεί οτι η λέξη «ρεμπέτα» καταγράφεται και στα μεγάλα λεξικά της δεκαετίας του 1930, τον Δημητράκο και την Πρωία, με τη σημασία «άνθρωπος φυγόπονος και διεφθαρμένος, ρεμπεσκές». Ο Δημητράκος καταγράφει και τον τύπο «ο ρεμπέτας», ενώ κανένα από τα δύο λεξικά δεν καταγράφει τις λέξεις «ρεμπέτης» και «ρεμπέτικο».

Από πού όμως ετυμολογείται η λέξη «ρεμπέτα»; Δύο είναι οι επικρατέστερες θεωρίες. Η μια πιθανή προέλευση είναι από το τουρκικό rabιta, που σημαίνει δεσμός, αδελφική φιλία. Το κακό με την άποψη αυτή είναι η αλλαγή τονισμού, αφού η τουρκική λέξη τονίζεται στη λήγουσα, οπότε θα περίμενε κανείς να δώσει στα ελληνικά μια λέξη σαν *ραμπουτάς (όπως από το samata έχουμε ‘σαματάς’). Η άλλη, που τη δέχεται το ετυμολογικό λεξικό Μπαμπινιώτη (αν και κατευθείαν για τη λ. ρεμπέτης, χωρίς να αναφέρει τίποτα για τη ρεμπέτα) είναι η προέλευση από τη λέξη rιbat, που σήμαινε ‘στρατιωτικός καταυλισμός, ιδίως μεθοριακός’ αλλά στη συνέχεια, στην ανατολική Μεσόγειο του 19ου αιώνα είχε πάρει τη σημασία «ξενώνας, καραβανσεράι» και «τεκές, άσυλο». Αν σκεφτούμε ότι το τουρκικό rιbat δεν προφέρεται «ριμπάτ» αλλά κάπου ανάμεσα σε «ρεμπάτ» και «ρουμπάτ», δεν απέχουμε πολύ ούτε φωνητικά ούτε σε σημασία. Πάντως, αν δεχτούμε, όπως όλα δείχνουν, ότι ο αρχικός τύπος είναι «η ρεμπέτα» (και μετά «ο ρεμπέτης»), τότε η προέλευση από το rabιta φαίνεται πιθανότερη.

Μια ένσταση που θα μπορούσε να προβληθεί στην προέλευση του ρεμπέτη/ρεμπέτικου από τη ρεμπέτα θα ήταν ίσως ότι οι λέξεις αυτές εισήχθησαν σχετικά όψιμα στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπως υποστηρίζει ο Π. Σαββόπουλος στην μελέτη του που ανέφερα πιο πάνω, αλλά και ο καθηγητής Στάθης Gauntlett, ο οποίος, νωρίτερα από τον Σαββόπουλο, είχε επίσης υποστηρίξει ότι ο όρος ρεμπέτικο είναι κατασκευή του τμήματος μάρκετινγκ των δισκογραφικών εταιρειών (Rebetika as a marketing construct). Ωστόσο, αν αναδιφήσουμε τα σώματα κειμένων βρίσκουμε πολλές και στέρεες αναφορές στη ρεμπέτα, που γεφυρώνουν το χρονικό και γεωγραφικό χάσμα από το 1870 και τη Μικρασία ως το 1920 και την ηπειρωτική Ελλάδα. Τα περισσότερα απ’ όσα θα παραθέσω στη συνέχεια, σχεδόν όλα μάλιστα, τα χρωστάω στις έρευνες του δαιμόνιου Spyroszer.

Μετά τον Χαμουδόπουλο βρίσκουμε τη λέξη ρεμπέτα, στο θηλυκό γένος πάντα, στον Ρωμηό του Σουρή.

Στο τεύχος της 16-9-1889, ο Σουρής βάζει τον Τρικούπη να:
Φωνάζει ταγματάρχας και άλλους ανωτέρους,
εδώ κι εκεί σαλπίζει με χίλιαις δυο τρουμπέταις,
κι αμέσως της Ελλάδος καλεί τους Γρεναδιέρους
και τους θωρακοφόρους και όλαις της ρεμπέταις
*
Προσέξτε εδώ: όλες τις ρεμπέτες -> οι ρεμπέτες -> ο ρεμπέτης, να ένας πιθανός τρόπος παραγωγής.

Λίγο αργότερα, στο τεύχος της 29-11-1889, ο Σουρής περιγράφει, με τον δικό του τρόπο, μια θυελλώδη συνεδρίαση της Βουλής:
Αλλά εν μέσω, Περικλή, της θηριώδους πάλης
ως ίππος οιστρηλατηθείς εξώρμησε κι ο Ράλλης
πλην εις την τόσην του ορμήν μια κουτρουβάλα κάνει
και ρίχνει κάτω το κερί του γαύρου Δεληγιάννη,
κι ολίγου δειν του Θοδωρή να κάψη της μπαρμπέταις
για να χαρούν της δεξιάς η παστρικαίς ρεμπέταις.

Και πάλι από τον Ρωμηό, το 1894:
Έξω το πηλίκιον,
το σαχλόν κι ανοίκειον,
κι η κόκκινη γιακέτα
και καθεμιά ρεμπέτα

Και, αρκετά αργότερα, το 1909:
Σ΄ επήραν τα γεράματα, βρε Φασουλή ρεμπέτα,
κι ακόμα για φουστάνια λες και για χορών παρκέτα.

Στην εφημερίδα της Κεφαλλονιάς Ο Κολόμπος, που εξέδιδε το 1891 ο σατιρικός ποιητής Γεώργιος Μολφέτας, σε ηλικία 20 ετών, και συγκεκριμένα στο τεύχος της 6-10-1891, αναγγέλεται η απόφαση του ποιητή να φύγει για την Αθήνα, για να σπουδάσει στη Νομική όπως ήθελε ο πατέρας του, καθώς και η πρόθεσή του να εκδώσει εκεί άλλη σατιρική εφημερίδα, τον Αίσωπο, με τους εξής στίχους:
Σιγά – σιγά θα δης και τον Μολφέτα
να γίνη ένας άνθρωπος τρανός
θ’ αφήση πλέον τη ρεμπέτα
και θα γίνη συγγραφέας κλεινός
και τον Αίσωπο θα βγάνη στην Αθήνα

(αν δεν το κάτση καθώς η Ταορμίνα).
Βλέπουμε εδώ ότι η ρεμπέτα έχει τη σημασία της ανέμελης, της ρέμπελης ζωής, και δεν είναι χαρακτηρισμός προσώπου.

Μετά τον Χαμουδόπουλο, η επόμενη καταγραφή της λέξης ρεμπέτα σε λογοτεχνικό βιβλίο είναι στο Ο Κύριος Πρόεδρος – πρωτότυπον κοινωνικο-πολιτικόν μυθιστόρημα του Γεράσιμου Βώκου (1893, στην Ανέμη).
..Ενθυμείται μίαν φοράν εις τα νειάτα του επί Κουμουνδούρου, όταν ήτο ανθυπολοχαγός και τον είχαν τοποθετήσει στη Βόνιτζα, τι θραύσι έκανε! Τους ετσάκισεν όλους πέρα – πέρα. Καλπονοθεύσεις θέλετε κερατάδες, να καλπονοθεύσεις! Αναποδογύρισε της κάλπαις, τους έβγαλεν όλους έξω και κατόπιν η κάλπαις των υποψηφίων της Κυβερνήσεως ευρέθησαν όλαις γεμάταις από άσπρα, και των αλλωνώνε ντίγκα στα μαύρα, να μα το Χριστό! Αυτό μονάχα; Υπήρχαν χίλια δυο άλλα μέσα. Στα χωριά προ πάντων να έχης ανθρώπους δικούς σου, παλληκαράδες, όχι τίποτα όρνια, τίποτα ρεμπεσκέδες, χουχου! τους φέρνεις όλους άνω – κάτω και με χαστουκιαίς από ‘δώ και με κοντακιαίς από ‘κεί, τον βλέπεις τον χωριάτη και πάει κατ’ ευθείαν με σκυφτό κεφάλι και σε ψηφίζει λέγοντας και ευχαριστώ. Αλλ’ είπεν ο Κούδουνας! Χρειάζονται τα κατάλληλα πρόσωπα, ειδεμή βάλ’ του ρήγανι, δε βγαίνει τίποτε.
Ο αρχειοφύλαξ συνεφώνει πληρέστατα. Η εξουσία! η εξουσία! Ήτο το ασφαλέστερον μέσον επιτυχίας. Φοβίζεις τον κόσμον του παίρνεις τον αέρα! Φαντάσου τώρα εδώ στην Αθήνα μια καλή αστυνομία. Μαζεύη της ρεμπέταις του ο Φερεκίδης να κάνη διαδηλώσεις να φωνάζουν οι λούστροι και οι αφερέγγυοι; Έρχεται η αστυνομία, η έφιππος χωροφυλακή, τους διαλύει αμέσως…     

(σελ. 299-300 του βιβλίου)
Εδώ ο Βώκος χρησιμοποιεί τη λέξη ρεμπέτες, ενικ. η ρεμπέτα, ισοδύναμα με άλλες παρεμφερείς λέξεις όπως κουτσαβάκηδες (σελ. 108), τραμπούκοι (σελ. 181, 182, 307) κλπ.

Σημαντικό είναι κι ένα απόσπασμα από την Πόλη, που το εντόπισε πρώτος ο Νέαρχος Γεωργιάδης (που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή), γραμμένο το 1895, μια περιγραφή ενός πανηγυριού στη Σηλυβρία: «…-Λύσε τον κουρσέ σου, αποτείνεται κυρία τις προς την απέναντι αυτής καθημένην,
αυτό είναι μάτια μου παναΰρι ρεμπέτα, όλα λυμένα…» Παναΰρι ρεμπέτα, που επεξηγείται «άτακτο, χωρίς κανόνες, καθωσπρεπισμούς και επισημότητα».

Να προσθέσω ότι τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, στην Πόλη, κάποιος αρθρογράφος, ο Μιχάλης Σώφρων, υπέγραφε με το ψευδώνυμο ο Ρεμπέτας στο σατυρικόν και γελοιογραφικόν ημερολόγιον Καλλικάντζαρος 1918, που εξέδωσε ο Απ. Μελαχρινός, και σε άλλα έντυπα της Πόλης εκείνης της εποχής. Είναι η πρώτη καταγραφή του αρσενικού τύπου «ο ρεμπέτας» στην ονομαστική. Να σημειώσουμε ότι στις παραδόσεις του Νικολάου Πολίτη ένα πρόσωπο μιας ιστορίας ονομάζεται «ο Γιάννης ο Ρεμπέτης». Η ιστορία προέρχεται από το Λίμπερδο Γυθείου («Ο Μαμαλιάς ο βρικόλακας», αριθ. 958 στις παραδόσεις), αλλά δεν μαθαίνουμε τίποτε διαφωτιστικό για το πρόσωπο αυτό.

Δεν έχουν μπει όλοι οι κρίκοι της αλυσίδας στη θέση τους, αλλά κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει αμφιβολία για την γενική προέλευση της λέξης. Όπως όλα δείχνουν, από την οικογένεια αυτή εμφανίστηκε πρώτα η ρεμπέτα, αρχικά με τη σημασία του Χαμουδόπουλου (ο υπόκοσμος) μέσα στη σμυρνέικη αργκό, και μετά ως πανελλήνια πια λέξη στις μεταγενέστερες σημασίες του ανθρώπου που δεν τηρεί κανόνες, που ζει ανέμελα, του φυγόπονου. Η λέξη ρεμπέτικο εμφανίζεται, όπως είπαμε, το 1910 στη δισκογραφία, ενώ η λέξη «ο ρεμπέτης» καταγράφεται ακόμα πιο αργά, αν εξαιρέσουμε τον περίεργο «Γιάννη Ρεμπέτη» στις παραδόσεις του Πολίτη.

Τελειώσαμε; Ναι και όχι. Όχι, επειδή έχουμε αφήσει αρκετές άκρες, που ίσως συγυριστούν στη συζήτηση και στα σχόλιά σας, όμως ναι, διότι  νομίζω ότι πειστικά ανιχνεύτηκε η προέλευση των λέξεων «ρεμπέτης, ρεμπέτικο» από τη «ρεμπέτα» και η προέλευση της λ. «ρεμπέτα» από τα τούρκικα, μάλλον από τη λ. rabιta.

Από την άλλη, δεν είπαμε τίποτα για τη φράση «ρεμπέτ ασκέρ», που δεν υπάρχει στα τούρκικα και πρέπει να είναι ελληνικός τουρκοπρεπής σχηματισμός (κατά τις έρευνες του Spyroszer καταγράφεται πρώτη φορά σε εφημερίδα το 1916), ούτε για τη λ. ρεμπεσκές, που σύμφωνα με μια θεωρία προέρχεται από το ρεμπέτ ασκέρ με συμφυρμό -αλλά, όπως θα προσέξατε στο απόσπασμα του Βώκου, απαντά ήδη το 1893, και όχι μόνο εκεί. Και επειδη η εικασία, που τη δέχεται και το λεξικό Μπαμπινιώτη, προυποθέτει ότι η λέξη ρεμπέτης ή ρεμπέτα είχε γίνει ευρέως γνωστή, στη συνέχεια απ’ αυτήν πλάστηκε η ψευδότουρκη φράση ρεμπέτ ασκέρ και ακολούθως προήλθε απ’ αυτην η λ. ρεμπεσκές, μάλλον πρέπει να την απορρίψουμε.

Αλλά ας το αφήσουμε αυτό για κάποια άλλη φορά, ήδη έχουμε πει πάρα πολλά!

119 Σχόλια to “Η ρεμπέτα, οι ρεμπέτες και το ρεμπέτικο”

  1. cronopiusa said


    Καλή σας μέρα

  2. Καλημέρα, χαίρομαι για την ασίστ 🙂

    Να σημειώσω μόνο ότι η πρώτη δημόσια αναφορά στο εύρημα Χαμουδόπουλο και την ρεμπέτα είναι μάλλον αυτή (Zerouali Basma, «Ρεμπέτικο τραγούδι», 2002, Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία).
    Διαβάζοντας τους «Νυκτοκλέπτας» είχα σημειώσει και την παράξενη λέξη «παρπίτζος» (σελ. 27: ούτως ονομάζονται οι παρ’ ημίν τραμπούκοι). Θα άξιζε να την ερευνήσει κανείς. Α, και μια Πουτανίτζα [με τη Πουλάδα και το Σπύρο] (σελ. 149) –αυτό όσον αφορά το register της λέξης, που λένε και οι μεταφραστές.

  3. munich said

    πολύ ενδιαφέρον άρθρο και ακόμα καλύτερες οι παραπομπές στα άλλα ιστολόγια.
    Μια ταπεινή παρατήρηση παρακαλώ δίχως ίχνος χαιρεκακίας. Στην 1η παράγραφο σύο συνεχόμενες προτάσεις ξεκινούν με το «Στη συνέχεια», ίσως για ζήτημα ύφους να το τροποποιούσατε;

  4. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    2: Σωστή η επισήμανση της πρώτης αναφοράς. Για την πουτανίτζα να πούμε ότι δεν σημαίνει αναγκαστικά πως προφερόταν -itza.

    3: Δεκτή η τροπολογία!

  5. Ο παρπίτζος πάντως, ούτε ως παρπίτσος γκουγκλίζεται. Να ήταν κανένα κύριο όνομα στη Σμύρνη, κανενός διάσημου τραμπούκου;

  6. Καλημέρα. Εντυπωσιακό άρθρο, ευχαριστούμε.
    Μια παρατήρηση μόνο: για να δεθεί καλύτερα η ετυμολογία από τις (ή την) προτεινόμενες λέξεις, θα πρέπει να βρεθούν τουρκικά δάνεια ανάλογης μορφής που να δίνουν ανάλογα αποτελέσματα, δηλαδή για το rabιta πώς γίνονται οι τροπές a>e και ι>e και όχι π.χ. *rabata με αφομοίωση (a-ι-a > a-a-a).

  7. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Πάρα πολὺ ὡραῖο ἄρθρο, ὁμολογῶ ὅτι ἐν ἀναμονῇ τέτοιων ἄρθρων παρακολουθῶ τὸ ἱστολόγιο καὶ λιγότερο γιὰ τὰ ἄρθρα στὰ ὁποῖα συνήθως συμμετέχω. Θὰ ἤθελα νὰ σχολιάσω λίγο τὴ φράση γιὰ τὸ ποῦ τονίζεται ἡ τουρκικὴ λέξη. Ἀπὸ τὴ ἐμπειρία ποὺ εἶχα τοὺς λίγους μῆνες ποὺ παρακολούθησα μαθήματα τουρκικῶν, διαπίστωσα ὅτι στὰ τουρκικὰ οἱ λέξεις δὲν τονίζονται σὲ καμμία συλλαβή. Οἱ Τοῦρκοι προφέρουν μία-μία τὶς συλλαβὲς χωρὶς νὰ τονίζουν, κάτι ποὺ συνήθως δίνει τὴν αἴσθηση ὅτι τονίζουν στὴ λήγουσα. Π.χ δὲ λένε οὔτε Ἰστάνμπουλ, ὅπως καμμιὰ φορὰ μᾶς φαίνεται, οὔτε Ἰστανμπούλ. Λένε Ισ-ταν-μπουλ, μία μία τὶς συλλαβὲς χωριστά. Ἡ δασκάλα μου εἶχε σπουδάσει γαλλικὴ φιλολογία (στὰ γαλλικὰ ὄντως τονίζουν στὴ λήγουσα ἀλλὰ ὅπως καταλαβαίνετε ἡ ἔννοια τοῦ τονισμοῦ δὲ χρειάστηκε νὰ τὴν ἀπασχολήσει) στὴν Τουρκία καὶ τὰ ἰταλικά της (στὴν Ἰταλία ἤμουν) ἦταν σχετικὰ φρέσκα. Δὲν ξέραμε κι ἐμεῖς, τὴ ρωτάγαμε γιὰ τὸν τονισμό, ἀλλὰ ἡ ἔννοια ἦταν γι’αὐτὴν παντελῶς χωρὶς νόημα. Δὲν καταλάβαινε τὶ τὴ ρωτούσαμε. Ὅταν τελικὰ κατανόησε τὴν ἔννοια, προφανῶς ἀφοῦ μίλησε καὶ μὲ τὴν Καθηγήτρια τῆς Ἕδρας, μᾶς ἑξήγησε γιατὶ δὲν εἶχε νόημα γι’αὐτὴν ἡ ἔννοια τοῦ τονισμοῦ. Βέβαια ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἄρχισε νὰ δίνη προσοχὴ στὸν τονισμὸ τῶν ἰταλικῶν λέξεων.
    Τελειώνω μὲ ἕνα μάθημα ὀρθοφωνίας ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου ἠθοποιοῦ καὶ δασκάλου Νίκου Παπακωνσταντίνου. Προσπαθῆστε νὰ τὸ ἀπαγγείλετε ἀργὰ καὶ καθαρὰ χωρὶς νὰ σταματήσετε.

    Σ’ ἐσπέρες μελένιες καὶ μέρες φαιδρές,
    μὲ ρέμβες πλανιέστε καὶ μ’ ἔννοιες τερπνές,
    σὲ μέθες ξεχνιέστε, δὲ στέκεστε ρέχτες
    καὶ βγαίνετε ψεῦτες ρεμπέτες καὶ φταῖχτες

  8. petefris said

    Απλώς απορία: μήπως το «ρεμπέτικο» ως χαρακτηρισμός είδους μουσικού προέρχεται μεν απο την ρεμπέτα που, απ΄οσο είδα , στον 19ο αιώνα λειτουργουσε ως χαρακτηρισμός για το πληθος των χασομέρηδων που ενίοτε έκαναν τον τραμπούκο; οπότε η εξήγηση του Π.Σ. δεν είναι ατυχής(το ρεμπέτικο ως οψιμο παράγωγο) ,αλλα μόνον η σύνδεσή της με άλλη λεξη (ρέμπομαι ή ρεμπιτός)
    Και κάτι άλλο: πουθενά δεν είδα μιά σύνδεση με την λέξη «ρεμπεσκές» που χρησιμοποιείται ακόμη περιγράφοντας ακριβώς τον συμμέτοχο μιάς ρεμπέτας.
    Καλή συνέχεια σε όλα!

  9. Ηλεφούφουτος said

    Πολύ χρήσιμο άρθρο και για τις πληροφορίες και για το νοικοκύρεμα (ή νικοκύρεμα) που προσπαθεί να κάνει σε μια ετυμολογία κουβάρι.

    Ομολογώ ότι βρίσκω πιθανότερη την αναγωγή στο rιbat παρά στο rabιta αλλά δεν έχω το χρόνο ν ασχοληθώ περισσότερο.

    Αλλά βρε Νικοκύρη, bellum είναι ο πόλεμος στα Λατινικα (τίτλοι όπως «de bello gallico» είναι αφαιρετική) και ο πόλεμος δεν είναι ούτε ωραίος ούτε μπέλος, για να χρησιμοποιήσω και προσφιλή έκφραση κοινού γνωστού μας.

    Και κάτι άσχετο όπου κόλλησα: «για να χαρούν της δεξιάς η παστρικαίς ρεμπέταις.»
    Τι εννοεί «δεξιές»;

  10. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

  11. skom said

    Τι να πω! Συνήθως μαθαίνω διασκεδάζω και μερικές φορές ανασκευάζω λαθεμένες μου απόψεις διαβάζοντας το μπλογκ. Σήμερα εντυπωσιάστηκα από την έρευνα Σας.
    Συγχαρητήρια.

  12. sarant said

    Eυχαριστώ πολύ για τα νεότερα σχόλια!

    9: Μερσί για τη διόρθωση, έγραψα βιαστικά. Να χαρούν οι παστρικές ρεμπέτες της δεξιάς, λέει ο Σουρής, που το βρίσκω κατανοητό, αν και δεν ξέρω ποια παράταξη εννοεί δεξιά τότε.

    8: Ναι, θα μπορούσε η λέξη «ρεμπέτικο» να είναι πλάσμα της δισκογραφίας, αλλά όχι από το ρέμπομαι, και κυρίως όχι «εν κενώ» όπως λέει ο Σαββόπουλος.
    Για τον ρεμπεσκέ λέω μερικά (όχι όμως πολλά) στην τελευταία παράγραφο.

  13. Ηλεφού, για το rabıta vs. rıbat έτεινα να συμφωνήσω μαζί σου, όπως θυμάσαι (υπέρ του δεύτερου), αλλά μου άλλαξε κάπως τα μυαλά το παρακάτω παράθεμα του Emery (από εδώ):

    However what is extremely interesting is the entry for the words “rabıtalı” and “rabıtasız” (given in Arabic script, which I cannot reproduce here).

    The first, “rabıtalı”, is given as meaning “Good. Capital. Excellent.”

    The second, “rabıtasız”, is given as meaning “Bad. Not as it should be.”

    [The Turkish languages places «li» (or «lu» etc) after a word, to signify «with» something. So, if «sos» means «sauce», then «soslu» means «with sauce». Placing «siz» after a words signifies «without» something.]

    Therefore “rabıta-lı” means “with rabita” or “having rabita”. In formal terms (see above translation of “rabıta”) this would mean “having union” or “having system” or “having regularity”.

    However I think, from the general context, that here we may be dealing with a widespread usage in Ottoman Turkish – a phrase meaning “OK, fine, all in order, rock-steady” etc.

    Redhouse does not set out to give rare usages in his dictionary (no Sufi, no dervish, no tekke etc). His words are middle-of-the-road common usages, chosen in his capacity as a fellow of the Ottoman Imperial Academy of Sciences. If we find a word in Redhouse it is fair to assume that it has currency throughout the Ottoman Empire (ie throughout Greece, the Balkans and Asia Minor, insofar as Turkish is spoken there).

    And by that token, it is reasonable to assume that “rabita” has a very everyday quality. It has “the quality of OK-ness… the quality of rock-steadiness… the quality of being regular”.

    The word “rabita” evidently has a fairly indefinable quality. If “rabıta-sız” (ie not-having-”rabita”) means “bad, not as it should be”, then this implies that “rabıta” also has a sense of “as it should be”… “comme il faut”. And once again, if applied to persons it could reasonably mean “a proper person”.

    [My Langenscheidt Turkish dictionary obligingly provides «rabıtalı» as meaning orderly, well-conducted, level-headed person, coherent, consistent.]

  14. Ηλεφούφουτος said

    13 Με ενοχλεί πολύ το φωνητικό μέρος σε πιθανή μετάβαση από το ραμπ;τά στο ρεμπέτα αλλά πέραν τούτου τι είναι αυτό που σε συγκλονίζει τόσο στο παράθεμα;

  15. Ότι η λέξη σημαίνει κάτι (σε κάποια αργκό της εποχής) σαν «ντομπροσύνη», «ντερβισλίκι», ξερωγώ.

  16. Ανδρέας «Κουπονιώτης» said

    Μπράβο ρε παιδιά, Νίκο και Δύτη, να είστε καλά.

    (Διαβάζω στα σχόλια στο ιστολόγιο του Δύτη:
    Ε, όχι και ονλάιν! Σε φωτοτυπίες, αλλά όντως κάτω από τη μύτη μου: κάπου δέκα-δεκαπέντε μέτρα από το γραφείο μου σε ευθεία γραμμή ) και γω που νόμιζα ότι η δική μου μύτη είναι σχετικά μεγάλη!
    🙂

  17. sarant said

    16: 🙂 🙂 😉

  18. 😀 (το #17 απορρίπτεται ως κακόβουλο: για τη δική μου μύτη μιλάμε!)

  19. emma said

    Eυχαριστούμε για το ωραίο άρθρο
    bellum . o.k

    http://www.youtube.com/results?search_query=rebetiko+gymnastas&sm=1

  20. «πλην εις την τόσην του ορμήν μια κουτρουβάλα κάνει
    και ρίχνει κάτω το κερί του γαύρου Δεληγιάννη,»

    ώστε υπήρχαν ολυμπιακοί από το 1889 έεεε και φυσικά οπαδοί του (από τότε) διορισμένου οι κρατούντες.!

    Ολες οι προσπάθειες ετυμολόγησης μου φαίνονται αδύναμες

  21. 13-14-15 Να πω, ωστόσο, ότι εξακολουθεί να ισχύει η επιφύλαξη που γράφει και ο Νικοκύρης:

    Το κακό με την άποψη αυτή είναι η αλλαγή τονισμού, αφού η τουρκική λέξη τονίζεται στη λήγουσα, οπότε θα περίμενε κανείς να δώσει στα ελληνικά μια λέξη σαν *ραμπουτάς (όπως από το samata έχουμε ‘σαματάς’).

    Η άποψη του Έμερι (#14) υπόσχεται να ξεπεράσει το εμπόδιο μέσω του σύνθετου επίθετου, rabıtalı. Αλλά υπάρχει παρόμοιο παράδειγμα όπου παρέμεινε ο τονισμός στη λήγουσα: sabıka σημαίνει «προηγουμένως» και sabıkalı είναι ο σεσημασμένος. Όταν πέρασε στα ελληνικά η λέξη, έγινε (με την επίδραση του [άσχετου] çabuk, «γρήγορα») τσαμπουκαλής και τσαμπουκάς (όχι *τσαμπούκα ή, ξερωγώ, *σ/τσαμπέκα κατά το ρεμπέτα…)

  22. spyroszer said

    Νικοκύρη ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, αλλά τα παραλές λίγο 🙂

  23. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Θα γράψω κάτι απλώς για τη συζήτηση.
    Μήπως η λέξη έχει σχέση με το όργανο rebap http://www.nisanyansozluk.com/?k=rebap που αναφέρεται και ως rebeb εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Rebab
    Δηλαδή, rebeb+ την ελλ. κατάληξη -της (που σχημάτισε ομαλά και τη ρεμπέτισσα) και αποβολή (με ποιο τρόπο όμως; ) του δεύτερου b.
    Βέβαια, έτσι το πράγμα συνδέεται απευθείας με τη μουσική και μένει ξεκρέμαστη η ρεμπέτα…

  24. ἄ, ἐξαιρετικὸ ἄρθρο καὶ δὲν εἶχα δεῖ τὸ τοῦ Δύτου. μεγάλη παράλειψις!

  25. Ηλεφούφουτος said

    23 Α, τώρα μου θύμισες τη ραμπάμπα (έτσι μου την είχαν μάθει) που είχα πάρει σε ένα ταξίδι στην Αίγυπτο και λίγο καιρό μετά έγινε φύλλα και χορδές.

  26. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

  27. #25
    Κι ο πατέρας μου μου θύμισε το ρεμπάπι, δηλαδή το γερό ξύλο, «του ριξα ένα ρεμπάπι, που θα το θυμάται». Αλλά τι σχέση να έχει με το όργανο;

  28. spyroszer said

    6. Υπάρχει το παράδειγμα sanduk – σεντούκι, που ο Μπαμπ. νομίζω λέει ότι έγινε λόγω του n.

    Αν δεχθούμε ότι η λ. ρεμπέτα ήταν η πρώτη αυτής της οικογένειας των λέξεων, που είναι αρκετά πιθανό, φαίνεται περίεργο πώς πήρε την κατάληξη –έτα. Η κατάληξη αυτή είναι ιταλικής προέλευσης (-etta υποκοριστικό) και χαρακτηρίζει τυπικά τις ιταλικές δάνειες λέξεις (φουρκέτα – forchetta, oπερέτα – operetta κλπ), και αργότερα χρησιμοποιήθηκε για την απόδοση γαλλικών και αγγλικών λέξεων με την παρεμφερή κατάληξη –ette (μεζονέτα – maisonette, δισκέτα – diskette κλπ)
    http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=%CE%BA%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CF%81%CE%B7%CF%82+&dq=
    Το επίθημα αυτό νομίζω δεν το δανειστήκαμε στην ελληνική γλώσσα, με την έννοια ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί για τη παραγωγή λέξεων πχ. τουρκικής ή ελληνικής αρχής (όπως για παράδειγμα έγινε με άλλα επιθήματα: το λατ. –άριος → καβαλάριος αλλά και αποθηκάριος, ή το τουρκ. –τζής → τζαμπατζής αλλά και παλιατζής κλπ). Επομένως, η λ. ρεμπέτα, με αυτήν την κατάληξη –έτα είναι είτε ιταλικής ή εν γένει δυτικής αρχής, -αλλά όμως δεν έχουμε κανένα στοιχείο για να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο-, είτε προέκυψε με αυτήν την κατάληξη κατά κάποιον τρόπο τυχαία, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που σχηματίστηκε η λέξη και των συγκεκριμένων φωνητικών μεταβολών που συνέβησαν. Ή από την επίδραση πολλών άλλων δυτικών λέξεων σε –έτα.
    Για τη λ. ribat, που είχε αποκτήσει θρησκ. σημασία, δηλ. σήμαινε κάποιον χώρο προσευχής ή συγκέντρωσης για τους δερβίσηδες, συνώνυμη ή παρεμφερής με τον τεκέ, δεν ξέρω αν είχε τη σημασία και μιας θρησκευτικής ας πούμε ένωσης, το σύνολο πχ. των δερβίσηδων σε ένα ριμπάτ (εφόσον λέμε ότι η ρεμπέτα είχε πρώτη σημασία ένα σύνολο προσώπων, «το σύνολο των νυκτοκλεπτών»). Απ’ την άλλη πλευρά, οι τουρκικές λέξεις σε –at και -et πήραν κατάληξη στα ελληνικά –άτι και –έτι ουδέτερου γένους ή άτης και -έτης αρσενικού γένους, όχι θηλ. -έτα: sakat → σακάτης, rahat → ραχάτι, gurbet → κουρμπέτι, sirret → σερέτης, αμανάτι, γινάτι, κεσάτι, μπεράτι, χαγιάτι, μαραφέτι, μερεμέτι, μιλέτι, ρουσφέτι, σερμπέτι, σουνέτι, κασαβέτι, τζαναμπέτης κλπ. Ίσως θα μπορούσε απ’ τη λ. ribat να προήλθε η λ. ρεμπέτης και απ’ αυτήν σχηματίστηκε ο θηλ. τύπος ρεμπέτα ο οποίος και να επικράτησε αργότερα (τον 19ο αιων). Αυτό δεν φαίνεται πιθανό διότι ο ρεμπέτης μάλλον δεν εμφανίστηκε πριν απ’ τη ρεμπέτα, αλλά και ο σχηματισμός αυτών των ουσιαστικών στο θηλυκό σε –έτα είναι σπάνιος, πχ. λέμε σερέτισσα όχι σερέτα, σακάτισσα όχι σακάτα, και είναι ακόμα πιο δύσκολο να επικράτησε ο σπάνιος αυτός θηλυκός τύπος. Μόνο η τζαναμπέτα απαντά ως σπάνιος θηλ. τύπος του τζαναμπέτη, με πιο συνηθισμένη την τζαναμπέτισσα.
    Για τη λ. rabita, απ’ ό,τι είδα, και σήμερα χρησιμοποιείται αρκετά στον ισλαμικό κόσμο με την έννοια του συνδέσμου, της ένωσης προσώπων, όπως η Muslim World League – Rabita
    http://en.wikipedia.org/wiki/Muslim_World_League
    Εκτός αν συνδέεται με τη ντομπροσύνη, που λέει ο Δύτης, και όχι με την ένωση προσώπων. Εδώ υπάρχει επίσης το θέμα, (που το αναφέρει και ο Νικοκύρης και ο Δύτης στο άρθρο), χωρίς να ξέρω καλά τα του τονισμού των τουρκικών λέξεων, ότι οι περισσότερες τουρκικές λέξεις με κατάληξη -a στα ελληνικά πήραν τελικό –ς και έγιναν αρσενικού γένους τονιζόμενες στη λήγουσα, πχ. samata → σαματάς, araba → αραμπάς, dünya → ντουνιάς κλπ. Υπάρχουν βέβαια αρκετές εξαιρέσεις, κυρίως δισύλλαβες: çanta → τσάντα, bamya → μπάμια, cuha → τσόχα κλπ. Υπάρχει και μία τρισύλλαβη, με σίγουρη ανατολική προέλευση mavona → μαούνα (αλλά υπάρχει και ιταλ. λ. maona), και αρκετές με απώτερη δυτική αρχή: λατέρνα, παλάσκα, μπαταριά, φραντζόλα, μπουγάτσα, τουλούμπα, κουντούρα ; (είδος παπουτσιού) κλπ..
    Ο ρεμβός είναι νομική λέξη «φυγάς δούλος», υπάρχει και στην Εξάβιβλο του Αρμενόπουλου. Έχουν καταγραφεί και τα διαλεκτικά ρέμπω στη Κύπρο «εξέχω», στη Σάμο, Ικαρία, Δωδεκάνησα, Θήρα «κλίνω προς το ένα μέρος, κινδυνεύω» (πιθ. από το ρέπω), ρέμπομαι στην Κρήτη «, νέμομαι, περηφανεύομαι/καυχώμαι (Ερωτόκριτος)». Δεν υπάρχουν επίσης, απ’ όσο ξέρω, ουσιαστικά ή επίθετα ελληνικής αρχής με κατάληξη –έτα και η μόνη που μου έρχεται στο μυαλό είναι η πολύ πρόσφατη, αργκοτική λέξη «ξεπέτα», ουσ. που σχηματίστηκε από το ρήμα ξεπετώ. Αυτό είναι ένα παράδειγμα λέξης που σχηματίστηκε με το επίθημα –έτα τυχαία. Ανήκει πιστεύω στην κατηγορία των αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών με επίθημα –α, τονιζόμενων στην παραλήγουσα, που προέρχονται είτε από ρήματα είτε από επίθετα και εκφράζουν την ενέργεια του ρήματος ή την ιδιότητα/κατάσταση σχετικά με το επίθετο (αλμυρός – αλμύρα, φοβερός – φοβέρα, λερός – λέρα, σταλάζω – στάλα κλπ). Θα μπορούσε να σχηματιστεί έτσι η λ. ρεμπέτα; Από το επιθ. ρεμπιτός θα μπορούσε ίσως θεωρητικά να σχηματιστεί (ρεμπιτός → *ρεμπίτα → ρεμπέτα), αλλά υπάρχει το μεγάλο λεξικογραφικό και σημασιολογικό κενό πολλών αιώνων, που αναφέρει και ο Νικοκύρης στο άρθρο του.

  29. Φωτογραφία από γλέντι του 1935 στο «κοσμικόν κέντρον» , την ταβέρνα, του Ρεμπέτα στον Παπάδο Γέρας στη Λέσβο. Ρεμπέτας ήταν το παρατσούκλι του μαγαζάτορα

    http://ieragera.blogspot.gr/2012/12/blog-post_17.html

  30. Μιχαλιός said

    Καλησπέρα. Να θυμίσω μόνο πως υπάρχει και ετυμολόγηση από το ρωσικό «ρεμπιάτα», που εμένα τουλάχιστον δεν μου φάνηκε και τελείως απορριπτέα:
    http://translate.google.com/#ru/el/%D1%80%D0%B5%D0%B1%D1%8F%D1%82%D0%B0

  31. Το ρεμπιάτα το είχαμε συζητήσει και στο δικό μου ποστ. Αν δεν κάνω λάθος, είναι η ετυμολόγηση του Ανδριώτη. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη ενδιάμεσων κρίκων, πώς δηλαδή να συνδέσεις με τα ρώσικα κάτι που μοιάζει να εμφανίστηκε στη Σμύρνη (ούτε καν στην Πόλη) στις αρχές ή τα μέσα του 19ου αιώνα.

  32. Ρεμπέτ-ασκέρ τόχετε καταντήσει ΄δω μέσα, μου φαίνεται…

  33. Makis said

    20 Στο ποίημα του Αριστ. Βαλαωρίτη Φωτεινός

    Συντρίμματα και χαλασμοί γάβρα παντού και λύσσα!
    Κανένα γλυκοχάραμα, νύχτα, σκοτάδι, πίσσα

    Το γαύρα έχει και μια ερωτική σεξουαλική απόχρωση…

    Αν δεν με απατά η ακουστική μου μνήμη, που είναι πολύ πιθανό. Κάποτε είχα ακούσει στο ραδιόφωνο να μιλάει ο αείμνηστος Θάνος Βελούδιος, όποιος τον άκουσε να μιλάει δεν θα ξεχάσει ποτέ τη φωνή του. Μιλούσε για το ρεμπέτικο, έδινε διάφορες ετυμολογίες μεταξύ των οποίων είπε ότι η λέξη προέρχεται από το τουρκικό ιρπμούκ (έτσι το θυμάμαι) και εξηγούσε τι σημαίνει, αυτό δεν το θυμάμαι.

    Εδώ ας μνημονεύσουμε και τον Ηλία Πετρόπουλο ο οποίος στο βιβλίο του ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ λαογραφική έρευνα, στον επικήδειο λόγο γράφει: «Καλούνται ρεμπέτικα τραγούδια τα άσματα των πληγωμένων, απλών, αγνών, αισθαντικών ψυχών της Ελλάδος…»

  34. Ηλεφούφουτος said

    31 Ο Ανδριώτης δεν έλεγε σλαβ. ; (που είναι ένας ακόμα λόγος για να γκρινιάζει κανείς).

    Προβληματικό θα χαρακτήριζα και το φωνητικό μέρος, πώς δηλαδή κάτι που οι Έλληνες άκουγαν «ριμπ-» το έκαναν «ρεμπ-«, σα να διάβαζαν τη λέξη δηλαδή κι όχι να την άκουγαν.

    Για του λόγου το αληθές περί προφοράς:
    http://www.youtube.com/watch?v=QVPeQONMOJw

    στο 1.05 κ.εξ.

  35. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα!

    Ο Σπύρος στο 28 συνοψίζει καλά τις αβεβαιότητες. Αλλά νομίζω ότι ρίξαμε λίγο φως.

  36. Earion said

    Το βρίσκω κι εγώ δύσκολο να αναζητηθεί η προέλευση της λέξης ρεμπέτα στην τουρκική γλώσσα. Αν είναι έτσι, πώς πέρασε από την Ανατολή στην ιταλομαθή Κεφαλονιά; Μήπως το αντίθετο έγινε; Μήπως κάποια άγνωστη, αμάρτυρη ιταλική λέξη πέρασε στο λεβαντίνικο ιταλόφωνο περιβάλλον της Σμύρνης;

  37. sarant said

    36: Αυτό μου πέρασε κι εμένα από το νου, αλλά η συχνότητα των ευρημάτων δείχνει την αντίθετη κατεύθυνση. Πρόσεξε επίσης ότι στην Κεφαλονιά χρησιμοποιεί τη λέξη ένας λόγιος, που επιπλέον έχει το δύσκολο καθήκον να… ριμάρει το όνομά του (Μολφέτας). Θέλω να πω, δεν είναι αβίαστος λαϊκός λόγος.

  38. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Για ρεμπέτες-ερμπετικα, άπειρες οι αναφορές.Από τραγούδια,βιβλία,ταινίες,σκηνές, στέκια, μπάντες ανά τον κόσμο.
    Ρεμπετο-ρέκτες από τους νεαρότερους,σ΄ ένα παλιό του Μάρκου:
    Ρεμπετιέν μπαντ – Η κλωστηρού.

  39. Τίτος Εξώς Χριστοδούλου said

    Έξοχο πόνημα, ευχαριστούμε.
    ‘Aστικό λαϊκό τραγούδι’ ονομάζει το ρεμπέτικο ο Νέαρχος Γεωργιάδης: ‘Από το Βυζάντιο στον Μάρκο Βαμβακάρη’.
    Κι εγώ φανταζόμουν ότι προήρχετο από τον Αρθούρο Ρεμπώ, ρεμπέτης εν εξελίξει ο ίδιος εν Αφρική.

  40. Μια μαρτυρία για το πώς, πότε και πού λεγόταν η λέξη «ρεμπέτης»:

    «Τη λέξη «ρεμπέτης» την άκουσα για πρώτη φορά στη Νίσυρο στα 1931 […] . Ο Μιχάλης ο λεγόμενος Μπέης είχε πολύ ταλέντο κι έπαιζε κιθάρα, λαούτο, βιολί και σαντούρι. Ένα βράδι που με συνόδεψε στο ξενοδοχείο των Λουτρών […] άρχισε να μου μιλάει για τη ζωή του που τη χαράμισε, την κακοπέρασή του στην Αμερική, την υγεία του που την είχαν ρημάξει το πιοτό και το τσιγάρο, την απομόνωσή του στο χωριό. […] Πάνω σ’ ένα σκοπό που στην Κάσο, από το τσάκισμά του, τον ονομάζουν «ο Γιαραμάς» μου τραγούδησε και το δίστιχο:

    Άντε να ρεμπελλέψουμε /γιαρ αμάν/ ρεμπέτες να γενούμε,
    να μας ‘γαπούν μελαχροινές /γιαρ αμάν/ να τις περιφρονούμε.

    Δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη «ρεμπέτης». Η γριά μάνα, για να μου την εξηγήσει, με πονεμένο γνέψιμο μου ‘δειξε τον Μιχάλη.»

    Samuel Baud-Bovy, Δοκίμιο για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, Ναύπλιο (ΠΛΙ) 2005 (α΄ έκδ. 1984), σελ.68-69.

  41. Πέπε said

    40: Συγγνώμη ρε Νίκο, πάλι από λάθος λογαριασμό μπήκα. Κάνε πάλι τα μαγικά σου.

  42. Ελένη said

    Εξαιρετικό το post!
    Να θυμήσω άλλη μια αναφορά, από τον Πλούταρχο, γύρω στο 217 π.Χ.: «…ρεμβόμενος από του στρατοπέδου και την τάξιν απολείπων…». Αναφέρεται σε ένα στρατιώτη που το έσκασε από το στρατόπεδο και περιπλανιόταν μακριά από αυτό. Με την έννοια, λοιπόν, του «περιπλανώμενου» απαντάται στα καθ’ ημάς.
    Επίσης, ο Σάθας στην «Εστία» το 1885 ονόμαζε τους άτακτους, περιπλανώμενους στρατιώτες «ρεμβούς».

  43. spyroszer said

    Κάνω μια τολμηρή και ευφάνταστη πρόταση για τη ρεμπέτα, έτσι για να υπάρχει. Η υπόθεσή μου βασίζεται στο ότι η λ. ρεμπέτα, όπως είναι στον Χαμουδόπουλο, είναι αργκοτική λέξη του κόσμου της «παρανομίας» (που δεν ανιχνεύεται εύκολα η προέλευση τέτοιων λέξεων), ότι είναι πιθανόν η λέξη αυτή να μας ήλθε απ’ τη Δύση λόγω της μορφολογίας της, και ότι υπάρχουν αρκετές λέξεις του ναυτικού λεξιλογίου που έχουν περάσει στο κοινό λεξιλόγιο (πχ κατεργάρης, μάγκας). Ομολογώ ότι είναι ατεκμηρίωτη και έχει πολλά κενά, αλλά όμως έχει και αρκετές λεξιλογικές συμπτώσεις.
    Υπάρχει καταρχάς η ισπανική λέξη rebato (ακόμα και σήμερα), που προέρχεται απ’ την γνωστή μας αραβική λέξη ribat, όπως φαίνεται στο παρακάτω λινκ που βάζω. Η αρχική σημασία της ήταν «ξαφνική επίθεση από μια ομάδα ιππέων». Τον 16ο και 17ο αιώνα η σημασία της επεκτάθηκε και δήλωνε τις ξαφνικές ναυτικές επιθέσεις των Τούρκων και Αφρικανών κουρσάρων. Η ισπανική αυτή λέξη έχει δώσει παράγωγα όπως rebata, rebate, arrebato, arrebata, arrebate (το ar είναι το αραβικό άρθρο).
    http://www.jstor.org/discover/10.2307/330891?uid=3738128&uid=2129&uid=2&uid=70&uid=4&sid=21103114240411

    Υπάρχει επίσης το ιταλικό ρήμα arrembare, για το οποίο λέει το Ιταλικό Ετυμολογικό Λεξικό ότι δεν έχει σχέση με το ribat και το ισπ. rebato, παρόλο που έχει παραπλήσια σημασία: είναι λέξη του ναυτικού λεξιλογίου και σημαίνει «κάνω εισβολή σε πλοίο, κάνω ρεσάλτο». Το λεξικό λέει ότι προέρχεται είτε από το ελλ. ράμφος, είτε από το λατ. remuculum, είτε από το ελλ. ρέμβειν !!
    http://www.etimo.it/?term=arrembare
    http://www.treccani.it/vocabolario/arrembare_%28Sinonimi-e-Contrari%29/

    Έχει δώσει παράγωγα το arrembaggio (και φρ.all’ arrembaggio), και το arrembata, επίθεση σε εχθρικό πλοίο, ρεσάλτο (και arrembo).
    http://www.treccani.it/vocabolario/arrembaggio/
    http://it.wiktionary.org/wiki/arrembaggio
    http://www.treccani.it/vocabolario/arrembata/
    http://www.grandidizionari.it/Dizionario_Italiano/parola/A/arrembata.aspx?query=arrembata
    Υπάρχει και η λ. rembata ή rambata, που σήμαινε το μπροστινό μέρος στις παλιές γαλέρες που ήταν σαν κάστρο, που προέρχεται μάλλον απ’ το arrembare.
    http://www.treccani.it/vocabolario/rembata/
    http://www.grandidizionari.it/Dizionario_Italiano/parola/r/rembata.aspx?query=rembata

    Υπάρχει μια αναφορά και για παράγγελμα «alla rembata», παρόμοια με το all’ arrembaggio, επίθεση σε εχθρικό πλοίο.
    http://www.larapedia.com/dizionario_dei_termini_marinareschi/rembata.html

    Η υπόθεσή μου είναι ότι απ’ την ομάδα αυτή των λέξεων rebato – arrembare – arrembata – rembata θα μπορούσε να σχηματισθεί κάποια εποχή στην ελληνική ναυτική/πειρατική αργκό, π.χ. τον 18ο 19ο αιώνα (που ήταν σε άνθηση η πειρατεία και γενικά η ναυτιλία), η λ. «ρεμπέτα» που να δήλωνε επίθεση σε εχθρικό πλοίο, το ρεσάλτο, και συνεκδοχικά τους ναυτικούς, την ομάδα των (οπωσδήποτε τολμηρών και σκληροτράχηλων) ναυτικών που έκαναν το ρεσάλτο, και από εκεί να διαδόθηκε η λ. και σε άλλες ομάδες «παρανόμων»/περιθωριακών ομάδων, και να έφτασε και στη Σμύρνη, στη σμυρνέικη αργκό των νυκτοκλεπτών.

  44. Μια που αναφέρθηκε το πόνημα του Emery (http://www.rebetology.com/hydragathering/2001emery.html), να προσθέσω ότι o E. κάνει την αυτονόητη σύνδεση με το ρεμπέτ ασκέρ, για το οποίο λέει ότι είναι απλώς «a Turkified equivalent of the Arabic «ribat askarii», meaning «a soldier of the ribat»» — με λίγα λόγια, άτακτος στρατιώτης. Αυτό, νομίζω, ενισχύει την παραγωγή από το rιbat.

  45. Τιπούκειτε, η δική μου αντίρρηση είναι, όπως είχα γράψει και στο δικό μου ποστ, ότι όσον αφορά τη λέξη rıbat, η σημασία «χάνι, άσυλο, τεκές» είχε εκτοπίσει από πολύ νωρίς τη σημασία «μεθοριακό φρούριο» –μάλιστα η στρατιωτική σημασία όχι μόνο έχει σχεδόν εντελώς χαθεί στα οθωμανικά χρόνια, αλλά μπορεί να μην υπήρξε και ποτέ. Από την άλλη, ο «στρατιώτης του ριμπάτ» στα αραβικά θα ήταν κάτι σαν αλ-ασκάρ αρ-ριμπάτι (ενώ στα τούρκικα ριμπάτ ασκερί –που όμως είναι εντελώς αμάρτυρο).

    Σπύρο (χρόνια πολλά!), αυτό είναι όντως πολύ ενδιαφέρον –ίσως να εξηγεί και την έλλειψη των ενδιάμεσων κρίκων. Αντιγράφω μόνο από το λεξικό της ναυτικής ορολογίας στα τούρκικα, το περίφημο Lingua franca των Kahane και Tietze:
    ramba! (Venet.), imperative of rambar ‘to board (an enemy’s ship)’. rάmpa ‘the act of boarding an enemy’s ship in battle, or of casting grappling hooks for the purpose of boarding’ κλπ κλπ. Πηγές διάφορα λεξικά, μεταξύ των οποίων της τούρκικης και πολίτικης αργκό. Σημειώνει την καταγωγή από τα arrombar, arrambar, arembare κλπ.
    Χμ, χμ, χμ… Πολλά υποσχόμενη ετυμολόγηση, εύγε! 🙂

  46. Να συμπληρώσω στο παραπάνω. Η ακριβής παραπομπή είναι Henry & Renée Kahane – Andreas Tietze, The Lingua Franca in the Levant. Turkish Nautical Terms of Italian and Greek Origin, Urbana 1958, λήμμα αρ. 532, σελ. 368. Έχει επίσης μεσοπολεμική αργκοτική σημασία του rampa etmek ‘to come along uninvited (for a drink)’, ‘to make up to someone’.

  47. spyroszer said

    Ευχαριστώ Δύτη για τα χρόνια πολλά. Είπα να ρίξω μια ιδέα έτσι για να υπάρχει!

  48. Γρηγόρης Κοτορτσινός said

    Νομίζω κι εγώ ότι ο Σπύρος είναι πολύ κοντά. Α ναι και χρόνια πολλά για χτες!

  49. spyroszer said

    Ευχαριστώ Γρηγόρη. Μορφολογικά και φωνητικά στέκει καλύτερα από άλλες εκδοχές το arrembata → ρεμπέτα, αλλά χωλαίνει στις ενδιάμεσες σημασίες και τύπους, και πότε και από ποιους χρησιμοποιείτο. Πάντως αναφέρεται η ιταλ. λέξη και σε ένα καλό ναυτικό λεξικό του 1900 (σελ. 246)
    https://archive.org/stream/vocabolarionaut05coragoog#page/n264/mode/2up
    Και μια αναφορά του Zingarelli
    http://books.google.gr/books?id=bXgeAQAAMAAJ&q=%22arrembata%22&dq=%22arrembata%22&hl=el&sa=X&ei=fSqrUuTcI4a50QX3kIHwCg&ved=0CGIQ6AEwCDhQ

  50. sarant said

    Κάπου δεν με πείθει η δυτική και ναυτική προέλευση, δεν ξέρω….

  51. @45: Δύτη, ευχαριστώ πολύ! Τώρα βλέπω στα σχόλια του δικού σου ποστ ότι θεωρείς το «ρεμπέτ ασκέρ» ψευδοτουρκική έκφραση.

  52. Κ. Καραποτόσογλου said

    Κ. Καραποτόσογλου: rabıta – (κυπρ.) ραπουττάς.

    Ἡ τουρκοαραβικὴ λ. رابطه rabıta ραπ̇ητά, κ. ραπ̇ουτά [π̇ = b] δεσμός, συνάφεια, σχέσις, ἀφοσίωσις, τάξις, κανών, διάταξις, βρίσκεται στὰ κυπριακὰ ἰδιώματα ὡς ραπουττάς, ὁ = σχέση, δεσμός, διάταξη, τρόπος. Ρόης Παπαγγέλου, Τὸ κυπριακὸ ἰδίωμα, Ἰωλκὸς 2001, σ. 601. Κ. Γιαγκουλλῆ, Θησαυρὸς κυπριακῆς διαλέκτου, ἔκδοση τρίτη, Λευκωσία 2009, σ. 402.

    Κ. Καραποτόσογλου

  53. […] https://sarantakos.wordpress.com/2013/12/11/rembeta/ […]

  54. To άρθρο κα-τα-πλη-κτι-κό. Και του Δύτη, ακόμα καλύτερο. Ρίχνει, επί τέλους φως σε ένα σημαντικό ζήτημα που γι αυτό έχουν γραφτεί πολλά (τα περισσότερα ακυρίλες) και νομίζω ότι τώρα πια η εκδοχή ρεμπέτα τρέχει πρώτη και είναι ο αδιαμφησβήτητος νικητής έχοντας αφήσει πίσω όλες τις άλλες, ρέμβη, ρέμπελος, ρεμπάμπ, κλπ.

    Μετά από τα άρθρα αυτά, πρέπει μάλλον να παραδεχτούμε ( μια που σήμερα είναι και η Παγκόσμια μέρα της Αραβικής γλώσσας ) ότι η κοντινότερη συγγενής της ρεμπέτας είναι η αραβική rabita رابطه , رابط , που ανάφερε ο Δύτης, ή κάποια σχετική λέξη. Παρόλο που πραγματικά λίγα πράματα μπορεί αν προσθέσει κανείς επιχείρησα ένα ερασιτεχνικό ερευνητικό σουλάτσο στο Διαδίκτυο κι αλλού και επιτρέψτε μου να παραθέσω εδώ τα ευρήματα και μερικές σκόρπιες σκέψεις και συγγνώμη για την πολυλογία και τις επαναλήψεις.

    Σήμερα η λέξη στα Αραβικά προφέρεται έτσι :

    http://translate.google.com/?q=+%D8%A3%D8%A8%D9%88+%D8%B3%D9%8F%D8%B9%D9%92%D9%86+#ar/en/%D8%B1%D8%A7%D8%A8%D8%B7

    Υπάρχει και σε άλλες γλώσσες. Στα Ουρντού και τα περσικά σημαίνει επίσης σχέση (π.χ ερωτική), σύνδεσμος, αλλά και, όπως στα οθωμανικά, άρθρο του νόμου, και προφέρεται ραμπετέ:

    http://el.forvo.com/search/%D8%B1%D8%A7%D8%A8%D8%B7%D9%87/

    Ράμπiτα όμως είναι και ένα είδος σιωπηλού ζίκρ, σαν ισλαμική γιόγκα. Τη ράμπiτα ασκούν κάποιοι δερβίσηδες, που κάθονται ακίνητοι και διαλογίζονται, ενώνονται δηλαδή με τον σεΐχη τους (rabita-al-sheikh) και μέσω αυτού με τον Θεό. Στο βίντεο, ένας κουμπάρος σεΐχης ναξιμπέντης, πρώην κομάντο και γαζής, όπως λέει το συναξάρι του, (τώρα θριάμβευσε στο Καραμανμαράς, ή στη Κύπρο, θα σας γελάσω) εξηγεί Αγγλικά τι είναι η ράμπiτα (προφέρει ράμπουτα.) στην αρχή και στο 0.07΄΄. Με την ελαφρά Κυπριακή προφορά του έχει μεγάλη πλάκα.

    Είναι περίεργο, αλλά οι ρεμπέτες από δω το πάνε, από κεί το πάνε, πάντα κρύβουν κάποια σχέση με τους δερβίσηδες, τους τεκέδες. Ίσως κι η θρησκευτική ράμπουτα παίζει κάπου.
    Μάλλον όμως είναι σύμπτωση.

    Όλες οι εκδοχές της rabita , πάντως, έχουν να κάνουν με την έννοια του δεσίματος, «δεσμός, συνάφεια, σχέσις, αφοσίωσις», σύν-δεσμος, ο ερωτικός δεσμός, το ζευγάρι, η σουφική ένωση με το θεό, (η ινδική λέξη γιόγκα προέρχεται από την αντίστοιχη ΠΙΕ ρίζα που επίσης σημαίνει δένω μαζί -ζυγός, ζεύγος, yoke, jungere κλπ), ίσως και το άρθρο του νόμου επειδή έχει δεσμευτική ισχύ ή σου δένει τα χέρια αλλά και στρατοπεδεύω, (δένω την γκαμήλα; Μετάφραση Google, ακούστε το ηχητικό).

    Είναι λογικό, γιατί η λέξη προέρχεται από την αραβικής αρχής σημιτική ρίζα rbt, που είναι σχετική με το δένω, ειδικά με το δένω δύο πράγματα μαζί .

    Εννοιολογικά θα μπορούσε να έχει σχέση με το ότι οι ρεμπέτες, οι παράνομοι, τα παιδιά της Ταράφας, οι εκτός κοινωνίας, έχουν πάντα έναν δεσμό που τους δένει. Όμως, νομίζω ότι αυτό είναι πολύ γενικό. Η λέξη rabita, rabit έχει πολλές σημασίες. Πολλές έχει περιλάβει στο άρθρο του ο Δύτης. Ακόμα σημαίνει και την συνάφεια, την οικειότητα, τη μαστοριά, ακόμα και τη δυνατότητα να στηριχτεί κανείς πάνω στον άλλο. Άρα, λίγες απ’ αυτές τις ιδιότητες να έχει ο ραμπιταλής, πχ αξιοπιστία, αφοσίωση και μαστοριά, δε θέλουμε τίποτα άλλο. http://www.sozluk.info.tr/rab%C4%B1ta.html Όμως έχει κάποια σχέση με τη ρεμπέτα και το ρεμπέτη; Αμφιβάλλω.

    Το έγχορδο ρεμπάμπ πάλι, που έχει ακουστεί πολύ στο παρελθόν σαν πιθανή ετυμολογία, είναι όντως άσχετο. Προέρχεται από τη ριζα rbb, που σχετίζεται με «αυτόν που κατέχει», τον κύριο, από κεί και το Εβραϊκό ραββί , ο Γιαραμπής και ο Ρέμπε Τέβιε ο Γαλατάς, αλλά και το ρεμπέκ, το δυτικό μεσαιωνικό έγχορδο με δοξάρι, που παλιά το έλεγαν ρεμπέμπ και το όνομά του απέκτησε Γαλλική μύτη, μάλλον ράμφος, λόγω σχήματος.

    Μήπως και το κρητικό ρέμπομαι του Ερωτόκριτου, δεν κατάγεται καθόλου από το ρέμβομαι; Η Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού γράφει: 1. ρέμπομαι, περιφέρομαι, περιτρέχω 2. νέμομαί τι, καρπούμαι ελευθέρως: «αυτοί ρέμπονται τα πράγματα του χωριού» // υπερηφανεύομαι(με την σημασίαν ταύτην εύρηται εν τω Ερωτοκρίτω Β΄409, Δ΄603). Δεδομένου τώρα ότι η Κρήτη βρέθηκε κάτω από τους Αββασίδες 150 χρόνια, αποκλείεται η λέξη, τουλάχιστον η άσχετη δεύτερή της σημασία, να έχει κάποια σχέση με το σημιτικό rbb, που σχετίζεται με την έννοια του άρχοντα, αυτού που κατέχει ή νέμεται, του κύριου,; (επέτετο κι ερέμπετο στην αρχοντιά την τόση” ή “μα ρέμπεται στις αφεντιές, στα πλούτη ντου καυκάται”). Λέω, δεν ξέρω.

    Πιστεύω, πάντως, ότι θα πλησιάσουμε περισσότερο στη απώτατη καταγωγή της ρεμπέτας αν βαδίσουμε δυτικά, προς το Μαγκρέμπ.

    Από την ίδια αραβική ρίζα rbt προέρχεται και η λέξη μαραμπού, το Μαραμπού του Καββαδία, αλλα σίγουρα ο Μαραμπού, από το murabiṭ που είναι μετοχή αορίστου του rabaṭa. Δεν είναι καθαρά στρατιωτική λέξη, είναι και θρησκευτική και αρχικά σημαίνει τονδεσμευμένο, τον προσηλωμένο, τον αφοσιωμένο στην πίστη μαχητή του ισλάμ . Αυτός στρατοπεδεύει στο ribaṭ , το συνοριακό οχυρωμένο μοναστήρι-στρατώνα. Αργότερα η λέξη murabit παίρνει την έννοια του Μαραμπού, όπως είναι τώρα, δηλαδή λίγο σούφι και λίγο αφρικανός μάγος του χωριού. Όταν το Ισλαμ εδραιωνόταν, το ριμπάτ γινόταν κυρίως η έδρα του πνευματικού ηγέτη, του Μαραμπού και άλλων σεΐχηδων. Οι Τούρκοι, το ribaṭ, το κτίριο, το αποκαλούσαν κι αυτό με το όνομα του δερβισικού τεμένους, τεκκέ. Υπάρχουν πολλά τοπονύμια στην Αφρική και στην Ισπανία που προέρχονται από το ριμπάτ, ράμπτι κλπ. Το Αραβικό όνομα του Ηρακλείου ήταν Ραμπτ-ελ-Χαντάκ και των Χανίων Ραμπτ-ελ-Τζούμπν, (του τυριού).

    Επίσης, Μουραμπίτ, αποκαλούν οι Άραβες και οι Τούρκοι ( Οθωμανικά MURÂBITLAR) τη δυναστεία που εμείς ονομάζουμε Αλμοραβίδες, που είχε αρχικά σα βάση της το Μαγκρέμπ και υπηκόους Βέρβερους. Το δυτικό όνομα της δυναστείας προέρχεται από τον πληθυντικό Αλ Μουραμπιτούν. Από το χρυσό νόμισμά τους, το dinar-murabiti, δανείζεται την ονομασία της η παλιά μονάδα μετρήσεως του χρήματος στην Ισπανία, το μαραβέδι (maravedí).

    Δε φαίνεται να υπάρχουν στοιχεία, όμως, αφού υπάρχει και η στρατιωτική έννοια του ραμπάτα αποκλείεται το ρεμπετ ασκερ να προήρθε όχι από ρεμπιτ-ασκερ αλλά από τον murabit askeri ή κάτι παρόμοιο; χρειάζεται έμπειρος Δύτης(αν και τόο ‘χει μάλλον αποκλείσει).

    Ομοίως, το ρεμπιτός είναι αρχαία λέξη; Γιατί αν δεν είναι, αποκλείεται να προέρχεται κι αυτή από τους μουραμπιτ, που είχαν φτιάξει τα ριμπάτ τους στα ακρότατα σύνορα της αυτοκρατορίας τους, που δυτικά συνόρευαν με το Βυζάντιο; Αναφέρονται ρεμπίτ στην έρημο της Κιλικίας. Άλλωστε ο αντίστοιχος χριστιανός πολεμιστής, ο Ακρίτας ήτανε διγενής, είχε καταγωγή Ρωμαίικη και Αραβική, γιατί όχι λοιπόν κι η λέξη; Φυσικά, κι αυτή η εκδοχή θέλει περισσότερα στοιχεία. Βέβαια, αν η λέξη σήμαινε αυτό που λέει ο Μέρσιος, και πάλι δεν χαρακτηρίζει πολεμιστές γιατί δεν «επλανώντο ασκόπως». Γενικά νομίζω γενικά η ταύτιση του ρεμπέτη με τη ρέμβη πρέπει να είναι μια ρομαντική παρανόηση.

    Για τη ρεμπέτα πάντως, μέχρι στιγμής πιο πιθανή μου φαίνεται μια Αραβο-Ισπανο-Ιταλική κατωγή.

    Όπως υπέδειξε φίλος στα σχόλια του δύτη, υπάρχει και η Ιταλική λέξη arrembata, αρπαγή. Ένα παλιό DIZIONARIO ETIMOLOGICO ONLINE http://www.etimo.it/?term=arrembare αναφέρει ότι η λέξη κατάγεται από το… ράμφος , το σιδερένιο έμβολο της πλώρης ή από τη ρέμβη, που σημαίνει να γυρνάς γύρω γύρω από ένα πλοίο, σαν τον ρόμβο, το αρχαίο μουσικό όργανο (ή σβούρα). Δε φαίνονται πολύ πειστικά αυτά. Όταν κάνανε ρεσάλτο δεν βουλιάζανε το εχθρικό πλοίο με έμβολο, όπως στους πολέμους. Το κυρίως λάφυρο ήταν το ίδιο το πλοίο. Δεν αποκλείεται λοιπόν, αυτή και οι άλλες ιταλικές λέξεις , που αναφέρει ο Δύτης, να προέρχονται από κάποια παραλλαγή του rbt, δένω. Άλλωστε, το ρεσάλτο σε εχθρικό πλοίο δε γινόταν αφού οι πειρατές το δένανε μαζί με το δικό τους με τις αρπάγες και τα σκοινιά; Δεδομένου μάλιστα ότι επί αιώνες οι Βερβερίνοι των παραλίων είχαν για κύρια απασχόληση την πειρατεία, αποκλείεται οι Ιταλοί να πήραν απ’ αυτούς τη λέξη;
    Όμως βλέπω εδώ http://etimologias.dechile.net/?rebato , το αντίστοιχο Ισπανικό arrebatar, προέρχεται από την ισπανική λέξη rebato, (αρπαγή, ρεσάλτο), που η ετυμολογία του είναι ακριβώς η αραβική rabata, που έχει την ίδια έννοια: αρπαγή, γιουρούσι, ρεσάλτο.(Δένεις μαζί δύο πλοία και…) Βέβαια στα Ισπανικά η λέξη rebato σήμαινε και το χτύπημα της καμπάνας, τον συναγερμό για να ετοιμαστουν να αντιμετωπίσουν, τους προφανώς Βερβερίνους πειρατές που έκαναν rabata.

    Αυτή, λοιπόν η λέξη, ράμπατα, ρεβάτα, ρεμπάτα, σε διάφορες παραλλαγές που δημιουργήθηκαν στη Μεσόγειο, περιγράφει ένα συρφετό πειρατών που κάνει ρεσάλτο, έναν αχταρμά κάθε είδους οπλισμένων ατάκτων, που ορμάνε όλοι μαζί. Δε θα μπορούσε, λοιπόν η Ελληνική λέξη ρεμπέτα (από τα Ιταλικά ,για να λύσουμε το ζήτημα του τονισμού, που έβαλε ο Νίκος Σαραντάκος και ο Δύτης, ) ωραιότατα και όσο πρέπει μειωτικά να εκφράσει μια ομάδα με μαγκουροφόρους ή μαχαιροβγάλτες, μια μάγκα, μια συμμορία παράνομων των πόλεων, και μετά το σύνολο του υποκόσμου;

  55. sarant said

    52: Σας ευχαριστώ πολύ κ. Καραποτόσογλου.

    54: Ιάκωβε, την αρχή θα τη βρούμε, το ουσιώδες είναι να φύγουμε από το ρέμπομαι που στεκόταν εμπόδιο.

  56. Μα δεν υπάρχει αμφιβολία, τα άρθρα σας ,αυτό εδώ και του Δύτη των Νιπτήρων, είναι τα τελευταία δυο καρφιά στο φέρετρο του ρέμπομαι.
    Η ρεμπέτα κι ο ρεμπέτας έχουν θριαμβεύσει.

    Απλά, αναφέρω την αραβική ετυμολογία του ισπανικού και του ιταλικού ρεμπάτα, περιμένοντας από τους ειδικούς καινούρια στοιχεία.

  57. spyroszer said

    54. Για το ribat είναι και αυτό το εκτενές άρθρο της Εγκυκλοπαίδειας του Ισλάμ, που υπάρχει και στο άρθρο του Δύτη, αλλά το βάζω και εδώ:

    Click to access ribat.pdf

    Πέραν του ότι αναφέρεται ότι κατά την Οθωμανική εποχή δεν υπήρχε η λ. ribat με στρατιωτική σημασία, υπάρχει αναφορά και για τη Βυζαντινή εποχή. Επειδή υπάρχει και κάποια αναφορά του Καρολίδη για το ριμπάτ και το Βυζάντιο, παραθέτω ένα απόσπασμα από την Εγκ. του Ισλάμ για το θέμα αυτό (σελ. 496). Κατά τη γνώμη του συγγραφέα του άρθρου αυτού: «It should be noted that on the byzantine frontier there is never any question of an edifice bearing the name ribat. The fortifications have different names, according to their nature. The word hisn «fortress» seems to dominate. It is contained in a number of toponyms…» Και άλλα ενδιαφέροντα παρακάτω.

    Το ότι στην Κύπρο η rabita έγινε ραμπουττάς, δεν δυσκολεύει λίγο να έγινε στη Σμύρνη η rabita ρεμπέτα;

    Να προσθέσω τέλος στο σχόλιό μου 43 μια παρατήρηση που ξέχασα: η σημασία της λ. arrembata «εισβολή σε ένα πλοίο με σκοπό την αποκόμιση λείας» είναι νομίζω αρκετά κοντά στη δραστηριότητα των μελών της ρεμπέτας στη Σμύρνη, δηλ. τη διάρρηξη σπιτιών ή καταστημάτων με σκοπό την κλοπή.

  58. Silent Bob said

    «διότι κι ο διάβολος δεν ξέρει όσα ο Παπούς»
    Μου θύμισε αυτή η φράση την ισπανική παροιμία Más sabe el diablo por viejo que por diablo, ότι δηλαδή περισσότερα ξέρει ο Διάβολος επειδή είναι γέρος παρά επειδή είναι διάβολος.
    Έχουμε άραγε στα ελληνικά κάποια αντίστοιχη που να είναι πιο διαδεδομένη από αυτή στο λινκ;
    http://cvc.cervantes.es/lengua/refranero/Ficha.aspx?Par=59028&Lng=4

  59. Τηλυκράτης Λεξίμαχος said

    Στα επτάνησα τραγουδιέται και η λέξη ρεμπεύομαι
    http://kanellatou.gr/paradosiako/eptanisa/lefkada/le-milia2.html
    Τη λέξη αυτή την ετυμολογούν από τα Λατινικά μέσω Αλβανικών. Αναφέρεται και σχέση με Περσικά
    http://ellines-albanoi.blogspot.gr/2012/06/blog-post_09.html

  60. sarant said

    59: Τα μήλα σου ρεμπεύομαι = επιθυμώ, έτσι; Αυτό είναι το ρέμπομαι.

  61. Τηλυκράτης Λεξίμαχος said

    60 Ναι, επιθυμώ. Σε πολλές παραλλαγές του τραγουδιού μάλιστα ακούγεται το λιμπίζομαι.
    π.χ. http://kanellatou.gr/paradosiako/eptanisa/lefkada/le-militsa.html

  62. steve said

    καλο το αρθρο αλλα θα πρεπει να αναφερθει ο συγγραφεας και στις πηγες (βιβλιογραφια απο τα οποια αντλησε τα στοιχεια του καθως πολλα απο αυτα εχουν ηδη αναφερθει σε διαφορες μελετες.

  63. spyroszer said

    Επειδή ανέφερε παραπάνω για τον ραμπουττά στα κυπριακά ιδιώματα ο κ. Καραποτόσογλου, να πω ότι υπάρχει η λ. ραμπουτάς και στο ιστορικό αρχείο του Ανδρέα Λόντου.
    Σε μία επιστολή δύο Ελλήνων εμπόρων της Τριπολιτσάς προς τον Ανδρέα Λόντο (1818) «αλλά εμισεύσατε χωρίς τινος ραμπουτά…» (σελ. 16 της Ανέμης)
    Και σε μία επιστολή κάποιου Μπέη Εφέντη της Γαστούνης προς τον Ανδρέα Λόντο (1819) «και εις ολίγας ημέρας οπού έρχεται και ο Σωτήριος συνομιλήσετε και δόσετε τον ραμπουτά» (σελ. 31 της Ανέμης).
    Δεν μπορώ να καταλάβω καλά τι εννοούν εδώ ραμπουτάς, συμφωνία, επαφή;
    http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?filename=%2Fvar%2Fwww%2Fanemi-portal%2Fmetadata%2Fc%2F5%2F5%2Fattached-metadata-219-0000014%2F90093_01_w.pdf&rec=%2Fmetadata%2Fc%2F5%2F5%2Fmetadata-219-0000014.tkl&do=90093_01_w.pdf&width=1031&height=728&pagestart=1&maxpage=170&lang=en&pageno=16&pagenotop=16&pagenobottom=31

  64. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Ωραίες γλωσσολογικο/ετυμολογικές «διατριβές» κάνετε όλοι ( ειλικρινά ), αλλά κατά την ταπεινή μου άποψη θυμίζετε τους «αναλυτές» των μεγάλων ποιημάτων και ποιητών, που ενώ κάνουν άρτιες και τεκμηριωμένες αναλύσεις, εν τούτοις δεν πιάνουν την ουσία και το συναίσθημα του ποιητή, ο οποίος μπορεί να εμπνεύστηκε το «μεγάλο ποίημα» από ένα απλό συναίσθημα ή ερέθισμα κ.λ.π. Νομίζω ότι παρατηρείτε την πιθανή δημιουργία και τη χρήση της λέξης παγκοσμίως, αγνοώντας το προφανές, δηλ. τον Ελληνικό λαϊκό πολιτισμό και τη γλώσσα του. Δεν ξέρω πόσες ομόηχες λέξεις με το ρεμπέτης/ρεμπέτα/ρέμβη/ribat κ.λ.π, υπάρχουν στην ελληνική και στις γλώσσες του κόσμου, καθώς και τι σημαίνουν σε άλλους πολιτισμούς, η εσείς νομίζετε ότι σημαίνουν παραπέρα, αλλά και στον λαϊκό ελληνικό πολιτισμό. Εκείνο που βιωματικά ξέρω είναι ότι στα λαϊκά/δημοτικά τραγούδια ( και όχι στους λόγιους ), το: «Να ρεμπελέψουμε και να γενούμε Ρεμπέτες», σημαίνει να γίνουμε Μποέμ και να περιφρονούμε τον καθωσπρεπισμό, ακόμα και τις ωραίες γυναίκες, μιας και δεν θέλουμε καμία δέσμευση ( βλ. σχετικό παραδοσιακό τραγούδι σε ήχο Δ’ Λέγετο, γνωστό από το Σ.Καρά, τον Σ.Μ.Μποβύ και το Αρχείο Μ.Μερλιέ ) . Αυτή η ελληνική λαϊκή έννοια του Μποέμ τύπου/Ρεμπέτη, προσομοιάζει περισσότερο προς το «ρομαντικό» ρέμπομαι, ρέμβη, ρεμβετός και όχι στα άλλα ομόηχα που εξαντλητικά αναλύετε ( υπάρχει επιστημονική /γλωσσολογική εμμονή, η λαϊκή γλώσσα και πολιτισμός, μουσική, τέχνη, κουζίνα, ένδυση, να είναι πάντα ξενικής προέλευσης, έστω και εάν υπάρχουν και πιθανές ελληνικές ρίζες ). Επίσης το ότι ομοηχούν πολλές λέξεις παγκοσμίως, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι συνδέονται και μεταξύ τους π.χ durağ στα τούρκικα είναι η στάση π.χ λεωφορείου, ενώ η ομόηχη ρώσικη дурак σημαίνει ανόητος. Επίσης όπως σίγουρα όλοι γνωρίζετε καλύτερα ( καλλίτερα 😉 από εμένα, τα ονόματα δεν είναι πάντοτε δηλωτικά της καταγωγής, π.χ το ότι παγκοσμίως λένε: telephone, ή cinematograph, ή gramophone, δεν καθιστά τις εφευρέσεις ελληνικές ( άσε και που οι λέξεις αν και ελληνικής εμπνεύσεως, δημιουργήθηκαν εκτός Ελλάδος από φραγκόφωνους ). Έτσι και το «αλλοδαπόφωνο» ( ; sic ), Ρεμπέτης, δεν σημαίνει ότι είναι υποχρεωτικό δάνειο. Μπορεί να είναι και αντιδάνειο ή απλά ελληνική λέξη. Ευχαριστώ για τη δυνατότητα να πω τη γνώμη μου και φυσικά για τα όσα διάβασα και έμαθα αναφορικά με τις ομόηχες αλλά όχι συνώνυμες παγκόσμιες ( ανατολή και δύση ) λέξεις του Ρεμπέτης που παραθέσατε εξαντλητικά . Όμως η έννοια και η λέξη ρεμπέτης όπως την εννοούσαν οι λαϊκοί άνθρωποι δεν σημαίνει αυτά που «συγκριτολογικά» αναφέρετε, αλλά πολύ απλά τον Μποέμ. Φυσικά δεν θα σας πείσω, αλλά ούτε εσείς εμένα, διότι μιλάτε με βιβλιογραφία λογίων, που παρατηρούσαν τους λαϊκούς ανθρώπους εκ του μακρόθεν και αγνοούσαν/είτε, το λαϊκό βίωμα που εγώ σε μεγάλη πιά ηλικία , έχω από τους παππούδες και τα γλέντια τους και αυτό που πίστευαν οι ίδιοι για τον εαυτό τους και όχι τι πίστευαν για αυτούς οι λόγιοι που τους παρατηρούσαν απ’ έξω. Μην ξεχνάμε τις συλλογές των δημοτικών τραγουδιών που έκαναν λόγιοι από το Παρίσι, ή τη Γερμανία . Μη και ο Ψάχος ή ο Σ.Μ.Μποβύ, ο Σ,Καράς και η Δ.Σαμίου ( και άλλοι φυσικά ) που μπήκαν στα χωριατόσπιτα, σήμερα θα νομίζαμε ότι το δημοτικό τραγούδι ήταν σαν τα σχολικά με πιάνο που μας έκαναν κάποτε …………. Και πάλι ευχαριστώ ( ένας από τους παλιούς μποέμ ρεμπέτες ):
    http://www.mla.gr/song_info?song_id=7688

  65. sarant said

    Eυχαριστώ για το σχόλιο, Πότε καταγράφεται το δημοτικό που μας δίνετε; (Μυτιληνιό δεν είναι; ) Μήπως είναι του εικοστού αιώνα; Σ’ αυτή την περιπτωση, δεν βοηθάει.

  66. Μαρία said

    65
    Απ’ τη Νίσυρο είναι, λέει ο Πέπε στο 40.

  67. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Η καταγραφή στη δισκογραφία, ή σε συλλογές λογίων, δεν έχει καμία σχέση με την ηλικία ενός τραγουδιού. Αυτή η θεώρηση είναι λάθος. Ένα δημοτικό τραγούδι δεν γεννήθηκε ξαφνικά από παρθενογένεση και αμέσως ανθολογήθηκε , καταγράφηκε ή ηχογραφήθηκε. Το ότι οι λόγιοι καταγραφείς το ανακάλυψαν τον 20 αιώνα, δεν σημαίνει τίποτα. Τα τραγούδια αυτά, η γλώσσα τους, η ρυθμική αγωγή τους κ.λ.π όπως λένε όλοι οι εθνομουσικολόγοι είναι παλαιότατη. Ο Σ.Καράς το δίνει ως τραγούδι Σύμης, αλλά μάλλον είναι γενικά του Ανατολικού Αιγαίου , Μ.Ασίας. Δεν είναι του 20ου αιώνα, είναι τουλάχιστον του 19ου και η έννοια που δίνει στο Ρεμπέτης είναι του Μποέμ και όχι αυτά που ετυμολογούνται παραπάνω, άρα πάμε στα όσα λέει ο Σαββόπουλος, ο Κουνάδης και γενικώς όλοι οι ρεμπετολόγοι και εθνομουσικολόγοι. Η στείρα , τεχνική προσέγγιση των λαϊκών λέξεων, χωρίς βίωμα του περιβάλλοντος που δημιουργήθηκαν είναι λάθος. Νομίζω !!! Και πάλι ευχαριστώ. Όπως είπα επιμένω στο τι μου έλεγαν οι παππούδες μου και στο βίωμά τους και όχι στο τι πίστευαν για αυτούς οι ξένοι γλωσσολόγοι, ή οι Έλληνες πανεπιστημιακοί γλωσσολόγοι από τα γραφεία τους ….

  68. sarant said

    Κοιτάξτε, σε ένα τραγούδι η μουσική μπορεί να είναι παλαιότατη και οι στίχοι φρέσκοι ή και το αντίστροφο. Υπάρχουν άφθονα παραδείγματα και για τις δυο περιπτώσεις.

    Ακριβώς η γλώσσα του συγκεκριμένου, απ’ όσο μπορώ να κρίνω με τη μικρή πείρα μου, είναι πολύ μοντέρνα, καθαρά εικοστού αιώνα. Μάλιστα, με τη μαρτυρία του σχολίου αρ. 40, που την είχα ξεχάσει. Αναρωτιέμαι, γιατί ο Μιχάλης του σχολίου 40 να μην έμαθε τη λέξη ρεμπέτης στην Αμερική ως μετανάστης το 1910-20;

    Οι αφηγήσεις των παππούδων, όσο γοητευτικές και χρήσιμες κι αν είναι, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη μελέτη των κειμένων.

  69. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Όπως είπα και προηγουμένως, δεν θα συμφωνήσω μαζί σας, ούτε φυσικά εσείς και οι αναγνώστες σας μαζί μου. Τα θέματα των τραγουδιών, της γλώσσας τους και των καταγραφών τους , καθώς και οι αλλοιώσεις τους από τους ανθολόγους είναι σύνθετο πράγμα και σημαντικός τομέας της εθνομουσικολογίας, θέλει τεράστια προσοχή και εκεί γίνονται τα λάθη. Τα θέματα αυτά είναι εξαντλητικά αναλυμένα από τους εθνομουσικολόγους και φυσικά εδώ δεν είναι χώρος ανάπτυξης της σχετικής βιβλιογραφίας, ή επιστημονικού συνεδρίου. Προσεγγίζουμε το θέμα από διαφορετική σκοπιά και με άλλα εργαλεία /κριτήρια και αξιακό κώδικα. Σε κάθε περίπτωση αν ένας έστω δεν πείθεται , το θέμα δεν μπορεί να θεωρηθεί λήξαν, ούτε να «μπαίνουν καρφιά και ταφόπλακες» στα θέματα αυτά, όπως ανέφερε παραπάνω κάποιος αναγνώστης. Οσο δε απομακρυνόμαστε από την εποχή παραγωγής του «φαινομένου», τόσο κινδυνεύουμε να κάνουμε λάθος. Τέλος πάντων, κατά τα λοιπά κάνετε εξαιρετική δουλειά, σας παρακολουθώ σιωπηλά , χρόνια τώρα και ειλικρινά μου ακονίζετε τον εγκέφαλο ( μην πάθω και αλτσχάϊμερ 😉 ) !!! Καλή συνέχεια σε όλους …(y)

  70. sarant said

    Δεν είναι ανάγκη να συμφωνούμε σε όλα -καλή συνέχεια και σας ευχαριστώ για τα καλά λόγια!

  71. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Και κάτι ακόμα, αναφορικά με το σχόλιο 40:
    Λέει ο μεγάλος Ελβετός εθνομουσικολόγος Samuel Baud-Bovy στο θεμελιώδες Δοκίμιό του για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, Ναύπλιο (ΠΛΙ) 2005 (α΄ έκδ. 1984), σελ.68-69:
    » Τη λέξη “ρεμπέτης” την άκουσα για πρώτη φορά στη Νίσυρο στα 1931 […] .
    Σημ.: Δηλαδή ο Ελβετός Samuel Baud-Bovy άκουσε το 1931 για πρώτη φορά τη λέξη ρεμπέτης τότε, στα 1931 ( όχι ότι αυτή δεν προϋπήρχε ). Και συνεχίζει ο Baud-Bovy : » Ο Μιχάλης ο λεγόμενος Μπέης είχε πολύ ταλέντο κι έπαιζε κιθάρα, λαούτο, βιολί και σαντούρι. Ένα βράδι που με συνόδεψε στο ξενοδοχείο των Λουτρών […] άρχισε να μου μιλάει για τη ζωή του που τη χαράμισε, την κακοπέρασή του στην Αμερική, την υγεία του που την είχαν ρημάξει το πιοτό και το τσιγάρο, την απομόνωσή του στο χωριό. […] Πάνω σ’ ένα σκοπό που στην Κάσο ( ο Σ.Καράς λέει Σύμη και άλλος Νίσυρο, αλλά δεν έχει σημασία, είναι παλαιό τραγούδι του Ανατολικού Αιγαίου και Μ.Ασίας σε παραλλαγές ), από το τσάκισμά του, τον ονομάζουν “ο Γιαραμάς” μου τραγούδησε και το δίστιχο:

    Άντε να ρεμπελλέψουμε /γιαρ αμάν/ ρεμπέτες να γενούμε,
    να μας ‘γαπούν μελαχροινές /γιαρ αμάν/ να τις περιφρονούμε.

    Δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη “ρεμπέτης ( ξαναλέει ο .Baud-Bovy και όχι ο Μιχάλης όπως μάλλον εκ παραδρομής συνάγετε παραπάνω κ. Σαραντάκο ):
    «Η γριά μάνα, για να μου την εξηγήσει ( την λέξη ρεμπέτης – εμένα του Baud-Bovy εννοεί ), με πονεμένο γνέψιμο μου ‘δειξε τον Μιχάλη.»
    Δηλαδή το 1931, η γριά μάνα ( άρα 70χρονη τότε και επομένως γεννημένη το 1860 περίπου, άρα 19ος αιώνας ) είχε πλήρη γνώση της λέξης και της έννοιας Ρεμπέτης, χωρίς ν’ ανήκει σε Ρεμπέτα ( ομάδα, τεκέδες κ.λ.π ) και αυτό ακριβώς καταδεικνύει ότι η λέξη δεν ήταν αργκό της ομάδας της μαγκιάς, περιορισμένης χρήσης, αλλά μια λέξη κοινή σε όλους τους λαϊκούς παραδοσιακούς ανθρώπους και μάλιστα σε βαθμό που να μπορεί να περικλύσει μέσα της και να περιγράψει λακωνικά μια ολόκληρη κατάσταση, σαν το «ναυάγιο» του γιού της: » για τη ζωή του που τη χαράμισε, την κακοπέρασή του στην Αμερική, την υγεία του που την είχαν ρημάξει το πιοτό και το τσιγάρο, την απομόνωσή του στο χωριό». Αυτή η κατάσταση εμπερικλείεται για την μάνα του Μιχάλη/Μπέη, στην γνωστή της λέξη ΡΕΜΠΕΤΗΣ. Και η μάνα του Μιχάλη, γεννημένη το 1860 ( όπως προκύπτει, μιας και ήταν γριά το 1931 ) προφανώς δεν είχε φύγει από το νησί της, ούτε ανήκε σε κλειστές ομάδες μαγκιάς, ταράφα, ή σε Ρεμπέτα ( όπως την αναλύετε ) για να πούμε ότι την άκουσε κάπου αλλού και ειδικά από περιθωριακούς τύπους.. Η μάνα του Μιχάλη , κατά τον Samuel Baud-Bovy , ως γλωσσολογική και παραδοσιακή «κάψουλα του χρόνου» διατηρούσε λέξη ( και προφανώς λέξεις και έννοιες) και συνήθειες, έθιμα διαχρονικά και παλαιότερα από εκείνα που πήγε να ανθολογίσει ο Samuel Baud-Bovy μόλις το 1931. Το ότι οι γλωσσολόγοι καθηγητές, ή οι λόγιοι δεν ήξεραν τη λέξη δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Ας πήγαιναν στα χωριά και στα νησιά να καταγράψουν τις λέξεις και να κάτσουν με τους απλούς ανθρώπους να τις εννοιολογίσουν κιόλας , για το πως τις εννοούσαν εκείνοι. Δεν το έκαναν όμως , πλην ελαχίστων. Αντιθέτως ασχολούντο με τις λέξεις, τα τραγούδια, τα ήθη και τα έθιμα, σε συνθήκες εργαστηρίου ( γραφείου ), γι’αυτό και έκαναν λάθη. Το λάθος πάντα το κάνει ο καταγραφέας και όχι το υποκείμενο/φορέας της έννοιας/λέξης/κατάστασης/εθίμου κ.λ.π Ο καταγραφέας παρατηρεί και προφανώς κάνει λάθη, βγάζει λάθος συμπεράσματα, ενώ το υποκείμενο/φορέας βιώνει και μαρτυρεί και φυσικά δεν κάνει λάθος Τέλος πάντων είπα , δεν θα επιχειρηματολογήσω, αλλά ………………… Και πάλι ευχαριστώ πολύ για την παρέμβαση. Καλή συνέχεια.

  72. sarant said

    71: Δεν συνάγω ότι ο Μιχάλης δεν ήξερε τη λέξη ρεμπέτης το 1931, είπα ότι μπορεί να την έμαθε το 1910-20 και μετά να την είπε και στη μητέρα του.

    Αλλά αυτό το είπα απλώς σαν ενδεχόμενο. Εξίσου πιθανό ή και πιθανότερο είναι αυτό που λέτε εσείς, το οποίο όμως καθόλου δεν αντιβαίνει με τα όσα έγραψα.

    Αν ξαναδείτε το άρθρο, έχουμε καταγραμμένες χρήσεις του τύπου «η ρεμπέτα» με παρεμφερείς σημασίες από τη δεκ. 1880 όχι σε ταράφια και σε μάγκες, αλλά σε ευρύτατο κοινό π.χ. στον Ρωμηό του Σουρή. Επίσης, η Συμη, όντας δίπλα στα μικρασιατικά παράλια, παρόλο που διοικητικά ανήκε στην Ιταλία, λογικό είναι να ξέρει την τουρκομερίτικη λέξη ρεμπέτα.

    Αν θέλετε ντε και καλά να συνδέσετε τους ρεμπέτες είτε με τους ρέμπελους (καμιά ετυμολογική σχέση παρά την ομοιότητα των λέξεων) είτε με τη ρέμβη και το ρέμπομαι παρά το χάσμα των αιώνων, εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα 😉

  73. Το ότι ο ρεμπέτης ρεμπελεύει δεν σημαίνει ότι υπάρχει και ετυμολογική σχέση. Η λέξη μποέμ βγαίνει από τη γαλλική λέξη για τους τσιγγάνους (bohémiens), παρόλο που και στα γαλλικά δεν έχει πια καμία σημασιολογική σχέση με τους τσιγγάνους (με τη σειρά του το bohémiens σημαίνει Βοημοί: οι τσιγγάνοι της Γαλλίας μπορεί να ήρθαν μέχρι εκεί μέσω Βοημίας, Βοημοί πάντως –δηλαδή Τσέχοι– δεν ήτανε!).

    Ο στίχος του περίφημου τραγουδιού, όπως τον καταλαβαίνω εγώ, σημαίνει «αλήτες να γενούμε». Άλλωστε το «ρεμπελεύω» δεν σημαίνει ρεμβάζω ούτε περιπλανιέμαι, σημαίνει γίνομαι ρέμπελος, ξεσηκώνομαι, ας πούμε. Και ο παράνομος, όσο νάναι, έχει μια σχέση με τον ξεσηκωμό και την μποέμικη ζωή, χωρίς να χρειάζεται να συγγενεύει και ετυμολογικά.

  74. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Αυτό λέω κι’ εγώ αγαπητοί, όπως αναφέρεται και ο Δ τ,Ν ( παρ’ ολίγο ΔνΤ ( 🙂 ) : » το: “Να ρεμπελέψουμε και να γενούμε Ρεμπέτες”, σημαίνει να γίνουμε Μποέμ και να περιφρονούμε τον καθωσπρεπισμό, ακόμα και τις ωραίες γυναίκες, μιας και δεν θέλουμε καμία δέσμευση , δηλ. να αλητέψουμε» ( βλ. ανάρτηση 64). Εν κατακλείδι αντιλαμβανόμαστε όλοι το νόημα και φυσικά την παλαιότητα της λέξης. Το θέμα είναι η λεπτομέρεια, δηλ .από που προέρχεται και πόσα παλιά είναι. Σε αυτό δεν νομίζω ότι κάποιος μπορεί να δώσει επαρκώς μία ( 1) τεκμηριωμένη θέση, ούτε φυσικά να καρφώσει ταφόπλακες στις άλλες θεωρίες και απόψεις, ή σε αυτές που θα έρθουν στο μέλλον. Αυτό όμως είναι και το ωραίο της έρευνας. Η καθημερινή έκπληξη και η χαρά που σου δίνει. Κάτι που για να είμαστε εδώ, προφανώς κάνουμε και μας αρέσει. Χάρηκα που επικοινώνησα πρώτη φορά μαζί σας , αν και σας παρακολουθώ ευχάριστα εδώ και χρόνια και φυσικά θα συνεχίσω. Συνεχίστε κι’ εσείς και ξαφνιάστε μας ευχάριστα με το έτυμον και τους προβληματισμούς για σκέψη και έρευνα που μας βάζετε. κ. Σαραντάκο ευχαριστώ και πάλι. Με εκτίμηση !!

  75. Spiridione said

    74. Συγνώμη, πώς βγάζετε το συμπέρασμα απ’ αυτό το τραγούδι (ανεξάρτητα απ’ το ότι δεν ξέρουμε πότε χρονολογείται), ότι ο ρεμπέτης προέρχεται απ’ τον ρέμπελο ή απ’ το ρέμπομαι; Θα μπορούσε κάλλιστα να προέρχεται απ’ τη ρεμπέτα του Χαμουδόπουλου, δηλαδή τους παράνομους νυκτοκλέπτες της Σμύρνης.

  76. Πέπε said

    Το σχόλιο 40 (όπως ορθως διέγνωσε ο/η Boheme Artiste) είναι δικό μου, με λάθος ψευδώνυμο. Μιας και επιχειρείται η χρονολόγηση του τραγουδιού, να αναφέρω τα εξής:

    Κατ’ αρχήν δεν έχουμε τραγούδι. Έχουμε ένα δίστιχο, που μπορεί να τραγουδηθεί σε διάφορους σκοπούς, κι ένα σκοπό, που μπορεί να τραγουδηθεί με διάφορους στίχους. Αυτό είναι δεδομένο: έτσι είναι η μουσική στα Δωδεκάνησα.

    Τα δίστιχα παρουσιάζουν μεγαλύτερη κινητικότητα από τόπο σε τόπο σε σχέση με τους σκοπούς, που είναι πιο αυστηρά τοπικοί, αλλά οπωσδήποτε κι οι σκοποί έχουν κι αυτοί την κινητικότητά τους.

    Δεν ξέρω ποιος σκοπός ονομάζεται Γιαραμάς, αλλά ο σκοπός που ακούμε στο βίντεο του #64 έχει πράγματι το τσάκισμα γιαρ-γιαρ-αμάν, άρα θα μπορούσε να είναι αυτός. Επομένως μπορεί ο τύπος από τη Νίσυρο να τραγούδησε το ίδιο πράγμα που ακούμε και στο βίντεο.

    Στο βίντεο τραγουδάει ο Κώστας Κοντός, που είναι Συμιακός, μελετητής της συμιακής δημ. παράδοσης. Άρα πιθανότατα και στη Σύμη να τραγουδιέται ο Γιαραμάς, και μάλιστα να λέγεται και με το συγκεκριμένο δίστιχο.

    Αναφέρθηκε και η Κάσος. Τα κασιώτικα μουσικά πράγματα τα ξέρω σχετικώς καλά (όχι εξαντλητικά), και δεν έχω υπόψη μου να τραγουδούν αυτό το σκοπό. Φυσικά, μπορεί απλώς να μην τον ξέρω. Ή μπορεί να τον τραγουδούσαν παλιότερα.

    Ο σκοπός έχει σαφώς δωδεκανησιακή δομή (η οποία όμως δεν αποτελεί δωδεκανησιακή αποκλειστικότητα). Η μελωδική του έκταση και τεχνοτροπία θα μπορούσε να μας παραπέμπει και στη Μ. Ασία, όχι όμως υποχρεωτικά.

    Αυτά ως προς την ταυτότητα του τραγουδιού. Δε συνέβαλα στη χρονολόγησή του αλλά, αν κανείς σκοπεύει να την επιχειρήσει, μια τέτοια εισαγωγή μπορεί να τον βοηθήσει να οριοθετήσει το αντικείμενο της έρευνάς του.

    ____________________________________________

    Έχω όμως μία έντονη αντίρρηση σ’ ένα σημείο του #67:

    > > Τα τραγούδια αυτά, η γλώσσα τους, η ρυθμική αγωγή τους κ.λ.π όπως λένε όλοι οι εθνομουσικολόγοι είναι παλαιότατη.

    Αν υπάρχει έστω και ένας εθνομουσικολόγος που να υποστηρίζει ότι το κάθε τραγούδι της δημοτικής παράδοσης, ανεξαιρέτως, είναι παλαιότατο, δεν έχετε παρά να τον πετάξετε στα σκουπίδια. Για παράδειγμα, πόσων αιώνων μπορεί να είναι το ριζίτικο «Χίτλερ να μην το καυκηστείς πως πάτησες την Κρήτη»;

    Το είδος όλο μαζί, ναι, φυσικά είναι παλαιότατο. Και πάλι, με τη σημαντική παρατήρηση ότι το υποείδος των αυτόνομων ομοιοκατάληκτων διστίχων (όπως εδώ) είναι νεότερο από το δημοτικό τραγούδι συνολικά.

    ____________________________________________

    Το να ήξερε η γριά, η γεννηθείσα γύρω στο 1860, τη λέξη ρεμπέτης από την κούνια της το θεωρώ αρκετά πιθανό, αλλά όχι αποδεδειγμένο ή αποδείξιμο. Το να την έμαθε από το γιο της κι ο γιος της από την Αμερική το θεωρώ εξίσου πιθανό.

  77. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    75. Sp.: Φυσικά και θα μπορούσε να βγαίνει από τη Ρεμπέτα του Χαμουδόπουλου, όπως θα μπορούσε να βγαίνει και από το Ρέμβη, Ρεμβετός/Ρεμπετός, Ρέμπελος κ.λ.π. Ουδείς από εμάς ήταν παρών στη δημιουργία και στην πρώτη χρήση της λέξης ως δηλωτικής μιας κατάστασης συμπεριφοράς για να ξέρει με σιγουριά. Εξάλλου παγκοσμίως , λέξεις ομοηχούν χωρίς να συνδέονται εννοιολογικά μεταξύ τους π.χ durağ στα τούρκικα είναι η στάση π.χ λεωφορείου, ενώ η ομόηχη ρώσικη дурак σημαίνει ανόητος. Όμως από τη μαρτυρία της μάνας του Μιχάλη Μπέη στη Νίσυρο το 1931, όπως την παραδίδει ο Σ.ΜΜποβύ, ο Ρεμπέτης δεν προσομοιάζει στον νυκτοκλέπτη ( ρεμπέτα ) του Χαμουδόπουλου, αλλά η γριά μάνα/γυναίκα λέει για τον γιό της ότι είναι Ρεμπέτης γιατί: » τη ζωή του που τη χαράμισε, την κακοπέρασή του στην Αμερική, την υγεία του που την είχαν ρημάξει το πιοτό και το τσιγάρο, την απομόνωσή του στο χωριό”. Αυτό είναι αλητεία/ρεμπελοσύνη και όχι Νυκτοκλέπτης. Το δε τραγούδι δεν λέει «Αίντε να ρεμπελέψουμε να γίνουμε Ρεμπέτα ( νυκτοκλέπτες ), αλλά λέει » Αίντε να ρεμπελέψουμε , ρεμπέτες να γενούμε , να μας κερνούν μελαχροινές , να τις περιφρονούμε», δηλ. δεν θα γίνουμε ρεμπέτα.νυκτοκλέπτες, αλλά Μποέμ ανένταχτοι τύποι που θα περιφρονούμε και τις γυναίκες και παρακάτω λέει: » δεν θέλω πιά να μ’ αγαπούν μήτε να αγαπάω, μόν’ θέλω να ‘μια λέφτερο πουλί κ.λ.π » . Το νόημα είναι σαφέστατο και ο νοών νοείτω. Καμία σχέση με νυκτοκλέπτες Επειδή όπως είπα εξ αρχής, παρακολουθώ το site με χαρά, αλλά δεν πρόκειται στο θέμα αυτό να αλλάξω γνώμη, ούτε να σας αλλάξω και επειδή είσαστε πάρα πολλοί της άλλης αυτής όψιμης απόψεως ( που μπορεί τελικά να αποδειχθεί σωστή κάποτε ), δεν θα συνεχίσω το διάλογο, με όλο το σεβασμό, όχι από απαξία, αλλά λόγω χρόνου . Είμαι και μεγάλος άνθρωπος. Εξάλλου τοποθετήθηκα και έχετε όλοι τοποθετεί σχεδόν ως διατριβή επί 1,5 χρόνο τώρα. Πάντως ξαναλέω, χαίρομαι να σας διαβάζω όταν έχω χρόνο, γιατί η καθημερινότητα όλων μας είναι πολύ σκληρή και ειδικά ημών των γηραιών !!!

  78. Πέπε said

    @77:

    > > Ουδείς από εμάς ήταν παρών στη δημιουργία και στην πρώτη χρήση της λέξης ως δηλωτικής μιας κατάστασης συμπεριφοράς για να ξέρει με σιγουριά.

    Τι λέτε τώρα;

    Εγώ δεν ήμουν παρών ούτε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει να αμφισβητήσω το ότι συνέβη;

    Υπάρχουν επιστήμες (για την περίπτωσή μας η Γλωσσολογία) που εξετάζουν τι συνέβη πριν γεννηθούμε, και που έχουν βρει οι ίδιες τρόπους να ελέγχουν αν τα λένε σωστά.

  79. Πέπε said

    @77:
    > > λέει ” Αίντε να ρεμπελέψουμε , ρεμπέτες να γενούμε , να μας κερνούν μελαχροινές , να τις περιφρονούμε”, δηλ. δεν θα γίνουμε ρεμπέτα.νυκτοκλέπτες, αλλά Μποέμ ανένταχτοι τύποι που θα περιφρονούμε και τις γυναίκες και παρακάτω λέει: ” δεν θέλω πιά να μ’ αγαπούν μήτε να αγαπάω, μόν’ θέλω να ‘μια λέφτερο πουλί κ.λ.π ” .

    Εδώ επιβάλλεται μία διόρθωση.

    Παρακάτω δε λέει τίποτε. Το κείμενο τελειώνει στο «περιφρονούμε», και μετά αρχίζει άλλο κείμενο. Πρόκειται για αυτόνομα ανεξάρτητα αυτοτελή δίστιχα. Μπορεί να τα τραγούδησε ο ίδιος άνθρωπος στην ίδια καθισιά και στον ίδιο σκοπό, αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα μ’ ένα τραγούδι που έχει πολλές στροφές.

  80. bohème, artiste, fantaisiste, sans-souci said

    Απάντηση σε Πέπε ( 76 ). Πέπε, λες ότι έχεις αντίρρηση σε κάτι που δεν είπα όμως:

    Εγώ είπα: » Τα τραγούδια ΑΥΤΑ, η γλώσσα τους, η ρυθμική αγωγή τους κ.λ.π όπως λένε όλοι οι εθνομουσικολόγοι είναι παλαιότατη» και όπως εξήγησα σε άλλο σημείο εννοούσα ότι δεν είναι του 20ου αι. όπως θεωρούν οι συνομιλητές στο παρόν, αλλά του 19ου. . Το ξαναλέω λοιπόν: » Τα τραγούδια αυτού του ύφους, δηλ. σαν το » Αίντε κι’ ας ρεμπελέψουμε» είναι παλαιά όπως λένε οι εθνομουσικολόγοι και ΟΧΙ γενικώς το κάθε τραγούδι της δημοτικής παράδοσης ανεξαιρέτως , είναι παλαιότατο !!!! ( sic ) Που το είπα / έγραψα αυτό ;
    Και ξαφνικά βγάζεις συμπέρασμα και λες ότι είπα κάτι που δεν είπα , ούτε εννόησα, οπότε μετά μας λες :
    «Αν υπάρχει έστω και ένας εθνομουσικολόγος που να υποστηρίζει ότι το κάθε τραγούδι της δημοτικής παράδοσης, ανεξαιρέτως, είναι παλαιότατο, δεν έχετε παρά να τον πετάξετε στα σκουπίδια. Για παράδειγμα, πόσων αιώνων μπορεί να είναι το ριζίτικο «Χίτλερ να μην το καυκηστείς πως πάτησες την Κρήτη»;
    Καμία σχέση με αυτό που είπα. Αλλά αν θέλεις να συμφωνήσω γενικά μαζί σου, εγώ συμφωνώ, κανένα πρόβλημα 🙂 σε αντίθεση με σένα που διαφώνησες σε κάτι που δεν είπα …..
    Αχ τι θέλω και γράφω σχόλια ; Αφού το ξέρω ότι η βαθιά παθογένειά μας είναι ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε σε τίποτα εδώ και αιώνες, άσε που είμαστε αγύριστα κεφάλια και τρανό παράδειγμα το διαδίκτυο.
    Λοιπόν και πάλι, επειδή είμαι μόνος στο παρόν και νομίζω ότι όλοι έχουμε τοποθετηθεί, το κλείνω για να δω πως θα πληρώσω κανένα ΕΝΦΙΑ ( πλησιάζει και η β’ δόση ) . Καλή συνέχεια σε όλους και θα σας διαβάζω …. !!!

  81. sarant said

    77: Πάντως, εξιδανικεύετε λίγο το τι σημαίνει ρεμπέτης και μετά απορρίπτετε ή υιοθετείτε τις ετυμολογίες με βάση σχετικά μικρές διαφορές σημασίας. Λέτε δηλαδή ότι επειδή (στο μυαλό το δικό σας) ο ρεμπέτης είναι μποέμης και ανένταχτος και όχι τύπος του υποκόσμου, αποκλείεται να προέρχεται από μια λέξη που συνδέεται με τον υπόκοσμο.

  82. Πέπε said

    Συγγνώμη, μπήκατε εδώ μόνο και μόνο για να μας πείτε ότι δεν παίρνουμε από συζήτηση;

    > > Αλλά αν θέλεις να συμφωνήσω γενικά μαζί σου, εγώ συμφωνώ, κανένα πρόβλημα 🙂

    Εσείς που είστε συζητήσιμος/η και δε βάζετε λόγια στο στόμα του αλλουνού, πού είδατε να λέω ότι ΘΕΛΩ να συμφωνήσει κανείς μαζί μου; Αν αποδειχθεί ότι είπα κάτι σωστό, επιβάλλεται να συμφωνήσουν όλοι. Αν αποδειχθεί το αντίθετο, επιβάλλεται να διαφωνήσουν όλοι. Αλλιώς, το συζητάμε. Ή δεν το συζητάμε και το παίρνει το ποτάμι.

    Αν εσάς σας τη σπάει να μη συμφωνούν οι άλλοι μαζί σας (επειδή είναι αγύριστα κεφάλια και επειδή είναι πολλοί και φωνάζουν πιο δυνατά από σας – γι’ αυτό, και όχι για κανένα λόγο που να έχει σχέση με επιχειρηματολογίες και τα τοιαύτα), μη θαρρείτε ότι όλοι το παίρνουν έτσι συναισθηματικά.

  83. Spiridione said

    Κε Bohème κλπ, εσείς επικαλείστε μία μαρτυρία και ένα δίστιχο του 1931, όταν το ρεμπέτικο τραγούδι είχε ήδη τότε μια ιστορία καταγεγραμμένη τουλάχιστον 20 ετών, και οι λέξεις ρεμπέτικο και ρεμπέτης ήταν ήδη αρκετά γνωστές. Άρα η μαρτυρία που μας φέρνετε εκ των πραγμάτων είναι επισφαλής. Εσείς απορρίπτετε προφανώς τις πηγές απ’ τους λόγιους ή τα λεξικά και δέχεστε μόνο το δικό σας υποκειμενικό αισθητήριο για το λεξιλόγιο του λαού. Κανείς δεν μπορεί να σας αλλάξει αυτή τη γνώμη που έχετε, αλλά πάντως γεγονός είναι ότι ο λαός όταν δημιουργεί λέξεις ακολουθεί κάποιους κανόνες και δεν κάνει ό,τι θέλει. Ας πούμε, πρέπει προφανώς να αποκλείσετε την προέλευση του ρεμπέτη απ’ τον ρέμπελο, γιατί θα πρέπει να μας δικαιολογήσετε πώς το λ έγινε τ. Κάνω μια ανακεφαλαίωση των ερασιτεχνικών απόψεών μου, και αυτών που προέκυψαν απ’ το άρθρο και τα σχόλια για τη λέξη ρεμπέτικο και συγνώμη και πάλι για το σεντόνι:
    (α) Ποια ήταν η πρώτη λέξη της οικογένειας αυτής των λέξεων, απ’ την οποία προήλθε το ρεμπέτικο και ποια ήταν η πρώτη σημασία της; Οι περισσότερες ενδείξεις, κατά τη γνώμη μου, συνηγορούν προς την άποψη ότι η πρώτη λέξη ήταν η ρεμπέτα (στο θηλυκό) και με πρώτη σημασία αυτήν του Χαμουδόπουλου, δηλ. μια ομάδα ανθρώπων. Βλέπουμε ότι ο τύπος (η) ρεμπέτα κυριαρχεί απόλυτα σε όλες τις πηγές από τα τέλη του 19ου αιών. έως και τη δεκαετία του 1930 (πέραν απ’ τις πηγές του 19ου αιων. που αναφέρονται στο άρθρο, επίσης στο δημοσίευμα του Σκριπ του 1914, στον Π. Πικρό –Σαν θα γίνουμε άνθρωποι – το 1925, στον Σκαρίμπα – Καϋμοί στο γρυπονήσι – το 1930, στη εφ. Μακεδονία το 1930∙ στο λεξικό του Βλαστού και του Δημητράκου υπάρχει μόνο ο τ. η ρεμπέτα – και ο ρεμπέτας στον Δημητρ.). Ο Χαμουδόπουλος στα Μυστήρια των Νυκτοκλεπτών αναφέρει 38 φορές τη λέξη ρεμπέτα και καμία τη λέξη ρεμπέτης ή άλλη σχετική λέξη. Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να πει ότι η ρεμπέτα του Χαμουδ. και η ρεμπέτα των άλλων πηγών ή ο ρεμπέτης είναι ανεξάρτητοι σχηματισμοί, αλλά αυτό, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι αρκετά πιθανό. Στις δεκαετίες 1880-1890 βλέπουμε ότι η ρεμπέτα είχε γίνει λέξη της κοινής, συναντάται από την Κεφαλονιά μέχρι τη Θράκη και στην πρωτεύουσα την Αθήνα∙ στις παλιότερες πηγές βλέπουμε ότι έχει έντονα αρνητική σημασία, ιδίως όταν αφορά πρόσωπα (Σουρής, Βώκος), ενώ η κακοσημία είναι αμβλυμμένη σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, ιδίως όταν αφορά ιδιότητα ή κατάσταση (Μολφέτας, Θρακική Επετηρίδα). Αργότερα, απ’ την εποχή του ρεμπέτικου και μετά, πήρε σιγά – σιγά τη σημασία που ξέρουμε σήμερα. Μια σημαντική ένδειξη ότι η πρώτη σημασία της λ. ρεμπέτα ήταν αυτή του Χαμουδόπουλου, είναι, κατά τη γνώμη μου, το παράλληλο που υπάρχει με την εξέλιξη της λέξης μάγκας: Την ίδια περίπου χρονική περίοδο, 19ος αιώνας, και μέσω των περιθωριακών ιδιωμάτων, βλέπουμε τη λέξη μάγκα (η), από τη σημασία μιας ομάδας προσώπων να παίρνει τη σημασία του μέλους μιας ομάδας, χωρίς αλλαγή γένους, και εν συνεχεία να παίρνει διάφορες μεταφορικές σημασίες, να μπαίνει στην κοινή και τελικά να γίνεται αρσενικού γένους. Η εξέλιξη αυτή είναι και πιο απλή και πιο «οικονομική». Δεν ξέρω αν υπάρχει παράδειγμα σημασιολογικής μεταβολής λέξης από τη σημασία του προσώπου/μέλους ομάδας στη σημασία της ομάδας, ενώ για την αντίστροφη μεταβολή υπάρχει τουλάχιστον ένα παράδειγμα με πολλά κοινά χαρακτηριστικά (μάγκας). Επίσης, εάν η πρώτη λέξη ήταν ο ρεμπέτης, τότε θα έπρεπε να ισχυριστούμε ότι αρχικά σχηματίστηκε ο τύπος ρεμπέτης, εν συνεχεία κάποια στιγμή σχηματίστηκε και κυριάρχησε ο τύπος (η) ρεμπέτα και τελικά επανήλθε και κυριάρχησε ο τύπος ρεμπέτης. Λίγο σύνθετο και ανοικονόμητο. Επίσης, αυτός που ισχυρίζεται ότι ο πρώτος τύπος ήταν (ο) ρεμπέτης, νομίζω ότι θα πρέπει να δείξει πώς σχηματίστηκε ο τύπος (η) ρεμπέτα, δεδομένου ότι η λέξη αυτή δεν είναι απλά ο θηλ. τύπος του αρσ. ουσ. ρεμπέτης (που και ο πιο λογικός σχηματισμός του θηλ. σ’ αυτήν την περίπτωση θα ήταν ρεμπέτισσα, όπως δραπέτισσα ή σερέτισσα κλπ).
    (β) Εφόσον δεχθούμε ότι η λέξη ρεμπέτα ήταν η πρώτη αυτής της οικογένειας των λέξεων, ποια είναι η προέλευσή της; Εδώ, όπως έχει ειπωθεί και παραπάνω, υπάρχει το θέμα, ότι το επίθημα –έτα είναι ιταλικής προέλευσης (-etta υποκοριστικό) και χαρακτηρίζει τυπικά τις ιταλικές δάνειες λέξεις, και αργότερα χρησιμοποιήθηκε για την απόδοση γαλλικών και αγγλικών λέξεων με την παρεμφερή κατάληξη –ette.
    http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=%22-%CE%AD%CF%84%CE%B1%22&dq=
    Το επίθημα αυτό δεν το δανειστήκαμε στην ελληνική γλώσσα. Επομένως, η λ. ρεμπέτα, με αυτήν την κατάληξη –έτα, είτε είναι ιταλικής ή εν γένει δυτικής αρχής, είτε προέκυψε με αυτήν την κατάληξη κατά κάποιον τρόπο τυχαία, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που σχηματίστηκε η λέξη και των συγκεκριμένων φωνητικών μεταβολών που συνέβησαν, αφού δεν θα μπορούσε να τεθεί σκόπιμα το επίθημα –έτα για την παραγωγή μίας λέξης ελληνικής ή ανατολικής προέλευσης. Η εικασία που έκανα ότι η ρεμπέτα του Χαμουδόπουλου μπορεί να προέρχεται από την ιταλ. ναυτ. λέξη arrembata, θα πρέπει να αποκλειστεί, πέραν όλων των άλλων, λόγω της ύπαρξης του βεν. rambar και του τουρκ. rampa (είναι δύσκολο απ’ αυτούς τους τύπους να προήλθε η ρεμπέτα).
    Επίσης, η προέλευση απ’ τη λέξη rabita, θα πρέπει μάλλον να αποκλειστεί για λόγους μορφολογίας/φωνολογίας, παρότι σημασιολογικά φαίνεται ότι έχει κάποια σχέση με τη σημ. ένωση/ομάδα προσώπων. Και τούτο διότι, καταρχάς, οι περισσότερες τουρκικές λέξεις με κατάληξη -a στα ελληνικά πήραν τελικό –ς και έγιναν αρσενικού γένους τονιζόμενες στη λήγουσα, πχ. samata → σαματάς κλ, και, το βασικότερο, στα ελληνικά θα προφερόταν με ου, όπως π.χ. ο τσαμπουκάς κλπ. Και πράγματι είναι καταγεγραμμένη υπαρκτή λέξη στα ελληνικά ο ραμπουτάς, στα κυπριακά ιδιώματα και στην προεπαναστατική Πελοπόννησο.
    Για τη λ. ribat:. Φαίνεται ότι είχε αποκτήσει θρησκευτική σημασία η λέξη αυτή, δηλ. σήμαινε κάποιον χώρο προσευχής ή συγκέντρωσης για τους δερβίσηδες, συνώνυμη ή παρεμφερής με τον τεκέ, καθώς και τη σημασία «καραβάν σαράι/χάνι». Ξέρουμε δε ότι τουρκικές λέξεις θρησκευτικού περιεχομένου έχουν χρησιμοποιηθεί στην αργκό των περιθωριακών με σημασιολογική μεταβολή (τεκές, δερβίσης). Απ’ την άλλη πλευρά, οι τουρκικές λέξεις σε –at και -et πήραν κατάληξη στα ελληνικά –άτι και –έτι ουδέτερου γένους ή άτης και -έτης αρσενικού γένους: sakat → σακάτης, rahat → ραχάτι κλπ. Γενικά όλες οι τουρκικές συμφωνόληκτες λέξεις στα ελληνικά πήραν κατάληξη –ης προκειμένου για πρόσωπο (σερέτης κλπ), και –ι προκειμένου για αντικείμενο ή αφηρημένη έννοια ή ιδιότητα ή ομάδα προσώπων (νισάφι, σινάφι, ρουσφέτι κλπ).
    Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι δευτερογενώς, σε δεύτερο χρόνο, σχηματίστηκε η λέξη ρεμπέτα με τη μεγεθυντική κατάληξη –α από ουδέτερα ουσ. σε -ι [όπως π.χ. alan → αλάνι → αλάνα, havouz → χαβούζι (μικρή τεχνητή λίμνη, μαρτυρείται η λέξη) → χαβούζα, koubur → κουμπούρι → κουμπούρα κλπ].
    http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=%22-%CE%B1+2%22&dq=
    Δηλαδή, με αυτήν την υπόθεση, θα σχηματίστηκε αρχικά από το ribat μια λέξη ριμπάτι ή ρεμπάτι ή ρεμπέτι, με τη σημασία του ριμπάτ, και εν συνεχεία η λέξη ρεμπέτα με τη σημασία ας πούμε του συνόλου των δερβίσηδων ενός ριμπάτ, ή του συνόλου των ριμπάτ μιας περιοχής και τη μεταφορική σημασία που πήρε στα περιθωριακά ιδιώματα. Αλλά αυτό είναι μια εικασία.
    Για την ελληνική εκδοχή της προέλευσης της ρεμπέτας, δηλαδή από τα ρέμβω/ρέμβομαι «περιπλανώμαι», ρεμβός «φυγάς δούλος» (κυρίως νομική λέξη), και ρεμπιτός, που ήταν λέει παραφθορά του ρεμβός. Έχουν καταγραφεί και τα διαλεκτικά ρέμπω/ρέμπομαι με άλλες σημασίες: ρέμπω στη Κύπρο «εξέχω», στη Σάμο, Ικαρία, Δωδεκάνησα, Θήρα «κλίνω προς το ένα μέρος, κινδυνεύω» (πιθ. από το ρέπω), ρέμπομαι στην Κρήτη «νέμομαι, περηφανεύομαι/καυχώμαι (Ερωτόκριτος)». Όπως είπαμε, δεν έχουμε δανειστεί την κατάληξη –έτα στα ελληνικά, έτσι μόνο τυχαία θα μπορούσε να σχηματιστεί μια λέξη με τέτοια κατάληξη (όπως π.χ. η ξεπέτα). Υπάρχει η κατηγορία των αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών με επίθημα –α, τονιζόμενων στην παραλήγουσα, που προέρχονται είτε από ρήματα λαι εκφράζουν την ενέργεια του ρήματος ή από επίθετα και εκφράζουν την ιδιότητα/κατάσταση του επιθέτου (νυστάζω – νύστα, παστρεύω – πάστρα, σταλάζω – στάλα, αλμυρός – αλμύρα, φοβερός – φοβέρα, λερός – λέρα κλπ).
    http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=%22-%CE%B1+3%22&dq=
    Θα μπορούσε να σχηματιστεί έτσι η λ. ρεμπέτα; Από το ρέμβομαι όχι, πέραν των άλλων γιατί, όπως το βλέπω εγώ εμπειρικά, τα ουσιαστικά αυτά σχηματίζονται μόνο από ρήματα που τονίζονται στη λήγουσα ή στην παραλήγουσα, όχι στην προπαραλήγουσα (πχ. γεννώ – γέννα, κατρακυλώ – κατρακύλα, ανασαίνω – ανάσα). Από το επιθ. ρεμβός πάλι όχι. Απ’ το επιθ. ρεμπιτός θα μπορούσε θεωρητικά να σχηματιστεί (ρεμπιτός → *ρεμπίτα → ρεμπέτα), αλλά υπάρχει αυτό το μεγάλο λεξικογραφικό κενό, που δεν ξέρουμε αν η λέξη αυτή ήταν σε χρήση και με τι σημασία, η οποία έχει καταγραφεί άπαξ στον Μέρσιο. Από το ρήμα ρέμπομαι ναι μεν θα μπορούσε να σχηματιστεί η λ. «ρεμπέτης», κατά το εύχομαι – ευχέτης, αλλά αυτό προσκρούει, κατά τη γνώμη μου, πέρα απ’ όλα τ’ άλλα, και σε αυτά που ανέφερα παραπάνω στο (α), δηλαδή πώς δικαιολογείται ο τύπος (η) ρεμπέτα, που φαίνεται στις πηγές ότι είναι προγενέστερος και που δεν είναι απλός θηλ. τύπος του αρσ. ρεμπέτης.

  84. sarant said

    83: Έτσι ακριβώς, συνοψίζει άριστα όσα ξέρουμε ως σήμερα!

  85. Αντιγράφω σημερινό σχόλιο του spatholouro από το δικό μου ποστ:

    Τρέμε Χαμουδόπουλε! Όλο και πλησιάζουμε εκείνη την απίθανη χρονολόγησή σου της ρεμπέτας (1871), στην κυρίως Ελλάδα μάλιστα…

    Η λέξη, στην αρσενική και πλήρως εξατομικευμένη της εκδοχή («ο ρεμπέτας») εντοπίστηκε σήμερα στην πολιτικοσατυρική εφημερίδα Ξιφίας, στο φύλλο της 1ης Αυγούστου 1882.
    Ιδού πώς ο συντάκτης «περιποιείται» την κάτωθι πολιτική παρέα:

    Χαρακτήρες

    Τρικούπης Κούφος
    Καλλιγάς Παλιάτσος
    Ράλλης Ρεμπέτας
    Λομβάρδος Μπιχλιβάνης
    Ρούφος Gentleman

  86. Μαρία said

    Ο Μπιχλιβάνης πρέπει να είναι ο πεχλιβάνης.

  87. sarant said

    Μπράβο στον Σπαθόλουρο. Οι σατιρικές εφημερίδες πρέπει να κρύβουν κάμποσους λεξικογραφικούς θησαυρούς.

  88. spatholouro said

    Ειδικά για κάποιους άρρωστους με το λαϊκομαγκίτικο ιδίωμα και την αργκό, όπως του λόγου μου (μιλάει το αίμα: Πασαλιμάνι!), είναι εμπειρία! (γενικότερα ο Τύπος της εποχής).

    Δείγμα από την προχθεσινή σερμαγιά:
    μαργιόλα/ μαργιολεμένη/ μοσχομαγγίτης (1849)
    Πού είνε τον ωρέ να τον κόψω χαϊμαλί;/ μας έκανε τον καλπουζάνο/ ο βρώμος/ παιδί της μπάτσικας (1882)
    πουτάνων του φράγγου/ πουτανίτσα/ μαντέκα/ βλαμάκι/ αρχιδιάρη (1883)

  89. Καλπουζάνος είναι ο παραχαράκτης (καλπ-ζαν, που χτυπάει κάλπικα [νομίσματα]). Μαντέκα το κερί για το ίσιωμα του μουστακιού, όχι;
    Η μπάτσικα;

  90. marulaki said

    Αυτές οι λέξεις μου θυμίζουν Τσιφόρο. Άκου «μαντέκα». Ο Τάκης ο Μαντέκας ας πουμε. 🙂

  91. sarant said

    Η μπάτσικα είναι παιχνίδι με χαρτιά, αλλά η έκφρ. «παιδί της μπάτσικας» είναι στερεότυπη, σημαίνει μάγκας, αλάνης κτλ. Πρέπει να την έχουν τα παλιότερα λεξικά, αλλά η καταγραφή αξίζει. Μπράβο!

  92. BLOG_OTI_NANAI said

    Για να υπάρχει και εικονογραφημένο το τεκμήριο του Spatholouro στο σχ. 85: «Ρεμπέτας» (Ξιφίας, 1/8/1882).

  93. ΚΑΒ said

    91. μπάτσικα (το λεξικό του πάπυρου την έχει τη λέξη) 1. είδος χαρτοπαιχνίου, η τριανταμία 2. είδος τυχερού παιχνιδιού που παίζεται με το σφαιριστήριο, το μπιλιάρδο.

  94. ΚΑΒ said

    91. http://www.slang.gr/lemma/show/paidia_tis_mpatsikas_14442

  95. ΚΑΒ said

    από τους άθλιους του Κονδυλάκη: Θυσία από τον Κοντοδιάβολο,το παιδί της μπάτσικας.

  96. sarant said

    Μπράβο, ναι.

  97. spatholouro said

    77. Μια που τώρα το πρόσεξα, δεν υπάρχουν οι τύποι «ρεμβετός»/»ρεμπετός»

    Όπως δεν υπάρχει και ο «ρεμβέτης» του μακαρίτη Ν. Γεωργιάδη («Ο ακρίτας που έγινε ρεμπέτης», Σύγχρονη Εποχή: σ. 12.)
    Όπως και αι «ρεμβωδίαι» που λημματογραφεί ο Κουμανούδης στη Συναγωγή του, δεν είναι βέβαια αι «ρεμβών ωδαί», δηλαδή τα ρεμπέτικα τραγούδια στην καθαρεύουσα, όπως ήθελε να πιστέψουμε και πάλι ο μακαρίτης Ν. Γεωργιάδης…

    Αυτού του τύπου τις «παραναγνώσεις» τις θεωρώ εργώδεις μεν πλην άκυρες προσπάθειες να πάμε στανικώς από τον ρεμπέτη προς τον υπεραξιωμένο δημοφιλή καταγωγικό προορισμό της αρχαιοελληνικής ρέμβης.

  98. sarant said

    97: Ε βέβαια….!

  99. Κ.Καραποτόσογλου said

    Ὁ Μηνᾶς Χαμουδόπουλος, Οἱ μυστηριώδεις νυκτοκλέπται, σ. 11, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι μὲ τὴ λέξη ρεμπέτα «ὀνομάζουσιν οἱ νυκτοκλέπται τὸ σύνολον τῶν νυκτοκλεπτών».
    Ἡ γαλλικὴ ἀργκὸ χρησιμοποιεῖ τὴ λ. rabateux = voleur de nuit; voleur nocturne (= νυκτοκλέπτης), στοιχεῖο ποὺ μᾶς βοηθᾶ νὰ ἐπαναπροσεγγίσουμε τὸ θέμα ἀπὸ ἄλλη κατεύθυνση.

    Κ.Καραποτόσογλου

  100. sarant said

    99: Νέα στροφή στο θέμα!

  101. Μαρία said

    Rabateux, Doubleur de sorgue
    Voleur de nuit, à l’époque où les voleurs de nuit formaient une catégorie. Aujourd’hui, ils volent de nuit et de jour, quand ils peuvent.
    Ωραίος ο ορισμός (1888) και το συνώνυμο 🙂
    http://www.russki-mat.net/find.php?q=rabateux&l=FrFr&c=lem

  102. Γς said

    Rabatteurs Είναι κι οι νταβατζήδες στη γαλλική αργκό

  103. Κ.Καραποτόσογλου said

    Στὴ γαλλικὴ ἀργκὸ ἡ λ. rabateux ἀπαντᾶ καὶ ὡς raboteux = voleur de nuit; larron de nuit

  104. 101 χαχαχά!

  105. Νέο Kid L'errance d'Arabie said

    Και η ραμποτέ η ξυλεία ,πώς συνδέεται με όλα αυτά; (θηλυκό-αρσενικό σε πηχάκια, με τον κλασσικό τρόπο;)

  106. […] την εποχή εκείνη. Το έχουμε ήδη αναφέρει με αφορμή την ετυμολογία της λ. ρεμπέτης, ενώ και στο μέλλον θα χρησιμοποιήσω τις χρονολογικές […]

  107. sumac said

    «Άλλωστε, ρεμπελιό στα μεσαιωνικά ελληνικά δεν σημαίνει αραλίκι αλλά εξέγερση (π.χ. το ρεμπελιό των ποπολάρων)».

    Δεν είναι πολύ ενδιαφέρον ότι η λέξη ρέμπελος από επαναστάτης σημαίνει πια (κυρίως) τον ακάματη, τον τεμπέλη; Ξέρει κάποιος να μας πει πότε περίπου εμφανίζεται αυτή η αλλαγή και αν έχει συμβεί και σε άλλες γλώσσες ή αν είναι δική μας εξυπνάδα;

  108. sarant said

    Είναι ενδιαφέρον -πρέπει να ψάξουμε τα σώματα κειμένων. Νομίζω πως είναι δικήμας πατέντα.

  109. spatholouro said

    Η σημασιολογική πορεία του «ρέμπελου», από τον «επαναστάτη» στον, ας πούμε, «τεμπέλη», έχω την αίσθηση πως περνάει μέσα από την εκδοχή του όρου υπό στρατιωτικό συγκείμενο.

    Το 1885 ο Σάθας («Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει και αναγέννησις της ελληνικής τακτικής»: σελ. 52) αναφέρει ότι ήδη οι Βυζαντινοί υποχρεώνονταν να προσλαμβάνουν «επικινδύνους πλάνητας στρατιώτας εις τας βασιλικάς τάξεις». Όταν λοιπόν οι επαρχιακοί στρατοί συμμετείχαν σε μια βασιλική εκστρατεία, όφειλαν μετά τη λήξη της να «επιστρέψωσιν εις τα ίδια». Ωστόσο, κάποιοι τέτοιοι στρατολογηθέντες προτιμούσαν να συνεχίσουν τον άκοπο εν όπλοις βίο τους, αντί να ξαναγυρίσουν στον κοπιώδη βίο του αγρότη: αυτοί λοιπόν «επλανώντο ζώντες από της αρπαγής» και ονομάστηκαν «βάγοι» και «ρεμβοί» (το πρώτο, λέει ο Σάθας, προερχόμενο εκ του λατινικού vagus, είναι μετάφραση του ελληνικού: Vagus «πλην του πλάνητος σημαίνει και τον ελεύθερον ή ελαφρόν στρατιώτην»). Λίγο παρακάτω ο Σάθας αναφέρει ότι ο ελληνικός «ρεμβός» παράγεται εκ του ρήματος «ρέμβω, ρεμβάζω (πλανώμαι), λεγομένου και ρυμβέω και ρομβάω. Προς τον ρεμβόν τούτον σχετίζεται ο rebellis των λατίνων, ρέμβελλος του λαού […]». Πιο κάτω, κάνοντας λόγο για τη Βαυαροκρατία, λέει ότι όταν αυτή «διέλυσε τα αρματωλικά τάγματα, οι πλείστοι των διωχθέντων ερροβόλησαν εις τα βουνά, όταν δε ύστερον εκ των ρεμβών τούτων εσχημάτισεν η βασιλεία τα ευζωνικά τάγματα, ταύτα διετήρησαν το παλαιόν όνομά των «οι ρέμπελοι».

    Βρίσκω αρκετά ενδιαφέροντα τα σχετικά γραφόμενα του Σάθα, που φωτίζουν φρονώ το συζητούμενο θέμα μέσω ορισμένων συσχετισμών: οι «ρέμπελοι», δηλ. οι άτακτοι, μη ανήκοντες σε τακτικό στρατό, δεν ξαναγυρνούσαν εύκολα στην παλιά επίμοχθη ζωή τους και περιφέρονταν ασκόπως ως αργόσχολοι, τεμπελιάζοντας. Άρα το «ρεμπελιό» έχει στον πυρήνα του την αταξία, την ακατάστατη ζωή, την ανυπότακτη σε εκ των άνω κανονικότητες, θα λέγαμε.

    Νομίζω πως ομαλά από εκεί, συνεκδοχικά μιλώντας, μπορούμε να πάμε σε μία σημασιολογική εκδοχή του τύπου που έχει επικρατήσει, δηλ. «ρέμπελος» είναι ο αργόσχολος, ο χασομέρης, ο τεμπελάκος, ο φυγόπονος, ο ρεμπεσκές, ο ρεμπέτης επίσης από μία άποψη.

    Τέλος, σε ό,τι αφορά τον Τύπο, όσο κοίταξα πρόχειρα, το «ρεμπελιό» ως τεμπελίκι/χασομέρι κλπ καταγράφεται στις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα (βλ. π.χ. ΕΜΠΡΟΣ 22/11/1907, 25/11/1915) αλλά ασφαλώς και παλαιότερα φαντάζομαι.

  110. […] το κατεβάσετε. Το είχαμε αναφέρει εδώ, στο άρθρο για τη ρεμπέτα και τους ρεμπέτες. Εγώ το διάβασα από την επανέκδοση του 2003 και καθώς […]

  111. spatholouro said

    Εδώ στην ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ (10/7/1927) γελοιογραφούνται τα βάσανα του κ. Ρεμπέτα:

    http://srv-web1.parliament.gr/main.asp?current=7297578

  112. sarant said

    Σε σκίτσο του Φωκίωνα Δημητριάδη αν δεν κάνω λάθος

  113. Rogue said

    Reblogged στις Κλεφτρόνια.

  114. […] Νίκου Σαραντάκου, Δεκέμβριος […]

  115. δημητρης κουγιουμτζογλου said

    το πραγμα ειναι απλο προκειται για το ρωσικο ρεμπετι που σημαινει cry weep.δηλαδη τον στρατιωτη(
    ασκαριας ) που τραγουδα(rebeti)λυπητερα ασματα.τα ρεμπετ ασκερια ηταν ταγματα γενιτσσαρων πρωην χριστιανων σλαβοφωνοι η ελληνοφωνοι με αρχηγους μπεκτασηδες ντερβισιδες.στους τουρκικους τεκεδες μοναστηρια γενηθηκαν τα ρεμπετικα.αληθεια τι ειδους ζειμπεκικο χορευουν στον τεκε των αερηδων σε προεπαναστατικη γκραβουρα μεσα στην ρωμαικη αγορα της ακροπολης οι ντερβισιδες??

  116. Νικόλαος Καρνάκης said

    Εξαιρετική και πολυ διαφωτιστική εργασία,αν και γεμάτη αντικρουόμενες απόψεις.
    Πάντως δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη να βγάλει το δικό του συμπέρασμα μέσα από το πλήθος των εμπεριεχομενων πληροφοριών.
    Νικόλαος Καρνάκης.

  117. Μιχαλιός said

    Από γράμμα αδήλου (μάλλον φοιτητή στην Αθήνα) στα αταξινόμητα ιδιωτικά αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης, 11/7/1894:

    «Το σώμα του είναι ως το του βατράχου. Πάρε λοιπόν κάβο απο έναν τέτοιο αντίζηλο. Πηγαίνει με εκείνη τη ρεμπέτα το γυιο του φίλου σου ποιητού Συνοδινού…»

  118. sarant said

    117 Ωραίο εύρημα, ευχαριστούμε!

  119. Δημήτρης said

    Πολυ ενδιαφέρουσα η ανάλυση-σύνοψη και πληρως διαφωτιστικες οι αναφορές σε παλαια κειμενα, αλλά το άρθρο περιέχει ένα μικρό λαθάκι στο σημείο με τη θεωρία του κ. Σαββοπουλου. Πουθενά στο κείμενο του δεν αναφέρεται η νοείται πως η λέξη ρεμπέτης είναι παραγωγο του ρεμπέτικο. Αντιθέτως στη σελίδα 19 του Περί της λεξεως… και αφου αναφέρει τον Κάρολο Δουκαγγιο και το λημμα ρεμπιτός γράφει: «… ολ’ αυτά θα πρέπει να τα γνώριζε λίαν καλώς ο εντολοδόχος διαφημιστής που ελεγα, όποτε με βάση την αλληλουχια: μποέμ μποεμης μποεμικο κατέληξε στο: ρεμπομαι ρεμπιτος ρεμπετός ρεμπέτικο». Όποτε το ρεμπετός ή με βάση τα στοιχεία που περιέχει το άρθρο και πιθανόν να μην τα γνώριζε ο κ. Σαββόπουλος με βάση τη ρεμπέτα προκυπτεί και η λέξη ρεμπέτικο (είτε με την εκδοχή της επινόησης είτε όχι) και όχι από το ρεμπέτικο ο ρεμπέτης.

Σχολιάστε