Μιχάλης Λιαρούτσος (1921-2015)
Posted by sarant στο 9 Αυγούστου, 2015
Την Κυριακή που μας πέρασε, πέθανε πλήρης ημερών, όπως λέει το κλισέ, πλήρης από αγώνες και από προσφορά στον λαό και στον τόπο, ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, κομμουνιστής συγγραφέας Μιχάλης Λιαρούτσος, στενός φίλος του μακαρίτη του πατέρα μου, που τον βλέπουμε δίπλα σε πορτρέτο του Μίλτη Παρασκευαΐδη.
Ο Λιαρούτσος ήταν Τηνιακός, σπούδασε νομικά στην Αθήνα αλλά, ως γραμματέας της ΕΠΟΝ Αιγαίου στάλθηκε στη Μυτιλήνη επί Κατοχής και οι περιστάσεις τον έδεσαν αξεδιάλυτα με αυτό το νησί, αφού εκεί αναγκάστηκε να βγει στην παρανομία και στο δεύτερο αντάρτικο. Πολέμησε στον Δημοκρατικό Στρατό Λέσβου ως το 1950 (μετά το τέλος του εμφύλιου στην ηπειρωτική Ελλάδα, είχαν μείνει ξεκομμένες ομάδες ανταρτών στα νησιά -Μυτιλήνη, Σάμο, Κεφαλονιά και Κρήτη). Πιάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο, ποινή που μετατράπηκε σε ισόβια, αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας. Τα υπόλοιπα τα διαβάζετε στο άρθρο της Βικιπαίδειας, που (ας το αποκαλύψω) είναι ένα από τα τρία που έχω αξιωθεί να γράψω. Ένα άλλο είναι για τον Κοτζιούλα.
Ο Μιχάλης Λιαρούτσος ήταν στενός φίλος και σύντροφος του πατέρα μου. Κράτησαν τη φιλία τους άθικτη και όταν οι πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν το 1991 (όχι πολύ’ ή ίσως πάρα πολύ). Τον έβλεπα ταχτικά όποτε ερχόταν σε επίσκεψη στου πατέρα μου, αν τύχαινε να είμαι εκεί, ή στη λέσχη των Καλλονιατών, όπου σύχναζαν κι οι δυο τους κάθε δεύτερο Σάββατο διότι, όπως είπαμε, ο Μιχάλης είχε πολιτογραφηθεί Μυτιληνιός. Μια και ο Μιχάλης ήταν κάμποσα χρόνια μεγαλύτερος, ο πατέρας μου τον σεβόταν πολύ και, στο τέλος, τον νιαζόταν, αν και η μοίρα θέλησε να φύγει εκείνος πρώτος.
Στο ανέκδοτο πεζογράφημά του «Εφτά ευτυχισμένα καλοκαίρια», που έχω παρουσιάσει εδώ εκτενή αποσπάσματά του, ο πατέρας μου θυμάται την επίσκεψή του στη Μυτιλήνη μαζί τη μητέρα μου, το καλοκαίρι του 1985:
«Σε λίγες μέρες είχε ανασυσταθεί ένα μέρος της παλιάς παρέας. Αρχηγός της, φυσικά, ο Μιχάλης ο Λιαρούτσος. Πάντα τον θεωρούσαμε αρχηγό της παρέας, από τότε που ήταν γραμματέας της ΕΠΟΝ. Μ΄ όλο που δεν ήταν από το νησί μας, ήταν τρόπον τινά πολιτογραφημένος ντόπιος. Τίτλο που τον κέρδισε κυριολεκτικά με το αίμα του. Παλιός γραμματέας της περιοχής Αιγαίου, έμεινε στο νησί, και μετά τη Βάρκιζα, κυνηγήθηκε, βγήκε στο βουνό, πολέμησε, τραυματίστηκε δυο φορές και ήταν από τους τελευταίους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού που είχαν απομείνει ζωντανοί και άπιαστοι στο νησί.
Άνθρωπος κεφάτος, γλεντζές και καλλίφωνος, γινόταν με την κιθάρα του η ψυχή κάθε σύναξής μας. Από κοντά η γυναίκα του, η Ελευθερία, που του είχε σώσει τη ζωή, όταν τον έκρυψε και τον γιατροπόρεψε, με μύριους κινδύνους και δυσκολίες, τότε που τραυματίστηκε για δεύτερη φορά.»
Όπως και άλλοι αγωνιστές, ο Λιαρούτσος όταν βγήκε στη σύνταξη άρχισε να γράφει -όπως, σε αντίθεση με τους περισσότερους, δεν έγραψε απομνημονεύματα, αλλά λογοτεχνία, πεζογραφία και ποίηση, και φανέρωσε χάρισμα όχι ευκαταφρόνητο.
Από την πρώτη ποιητική του συλλογή, «Από ώρας πρώτης έως ενάτης», αντιγράφω ένα ποίημα – απολογισμό:
Προς την έξοδο
Οδεύεις με αταραξία
προς το τέλος
Ότι πολύ εβαρύνθης
Πολύτροπος και πολυκύμαντος ο βίος σου
Μικρά εν αρχή τα όνειρα
που βαθμηδόν ευρύνθησαν
έλαβαν διαστάσεις
Η ελευθερία. Η ισότητα. Η κοινωνική δικαιοσύνη
Οι αγώνες.
Κι εσύ αφιερωμένος.
Λιγοστές οι χαρές από τις επιτυχίες
Περίσσιες οι πίκρες και οι απογοητεύσεις από τις ήττες.
Πάντοτε αναθρώσκων εκ της τέφρας.
Και νυν οδεύεις με αταραξία
Σημαντική η συγκομιδή, τα επιτεύγματα
λεν οι γύρω σου.
Ψήλωσες και θ’ ανέβαινες ψηλότερα
αν δεν ήταν οι περιστάσεις, οι αντιξοότητες, οι διώξεις,
που σ’ εμπόδισαν.
Δεν το πιστεύεις.
Ξέρεις.
Ως εδώ ήσουν. Ως εδώ οι ικανότητες, οι δυνατότητές σου
Απρόσιτες για σένα οι κορυφές.
Ερασιτέχνης, ουδέποτε ειδήμονας και επαΐων.
Φιλομαθής ωστόσο, φιλοπερίεργος ακριβέστερα
και φιλοπράγμων.
Αντλώντας γνώσεις από παντού,
πετώντας από άνθος σε άνθος
ιστορία, πολιτική, οικονομία, φιλοσοφία, φυσική,
λογοτεχνία, μουσική.
Σπαταλώντας δυνάμεις και κόπους
για καινούργιους δρόμους και μονοπάτια.
Περιπλανώμενος ιππότης συνεχώς κάτω από πανύψηλα κάστρα
Πολυπράγμων όμως και περί πολλά τυρβάζων και μεριμνών
πώς να τα ανέβεις;
Σου έλειπαν και τα γονίδια των αναρριχητικών φυτών
και η τεχνική της αναρρίχησης.
Εκ πεποιθήσεως απεχθανόμενος την τεθλασμένην.
Εμπόδιο κι η καρδιά, απείθαρχη στις συμβουλές του κοινού νου.
Μοιρασμένος ανέκαθεν ανάμεσά τους.
Και νυν οδεύεις
με τον απολογισμό ανά χείρας
και τις τελικές διαπιστώσεις.
Πολλοί οι χώροι που εισήλθες.
Πολλά όσα γνώρισες κι έμαθες.
Το μέσο όρο κέρδισες. Και σ’ αυτόν έμεινες.
Ωραία ωστόσο η ζωή σου.
Με τους ήχους της μουσικής
να δονούνε πάντοτε την ψυχή σου
(βιολιά, κόρα, χορωδίες, ρέκβιεμ και τον θρήνο του Φιλίππου
στον Ντον Κάρλο του Βέρντι, τραγουδισμένο από αξέχαστο μπάσο).
Άριες λυπητερές.
Μινοράκια, Νυχτερινά του Σοπέν
που σε γέμιζαν θλίψη
θλίψη όμως ποθητή
και μελαγχολία ηδονική
Ότι από παιδί σε μάγευαν η απεραντοσύνη των εξοχών
και του σκυθρωπού χειμωνιάτικου πελάγους το αχανές
τα κίτρινα φύλλα του φθινοπώρου.
Τα θαμπά, χλομά ηλιοβασιλέματα
και η ερημία των αγρών.
Με τα μάτια μισόκλειστα να βαδίζεις ανάμεσά τους
και το σιγανό χιονόνερο να βιτσίζει το πρόσωπό σου.
Χαϊδεύοντας τα σγουρά κεφαλάκια των τριφυλιών
που φύτρωναν στις ξερολιθιές.
Ακούγοντας το μουρμουρητό των νερών
και ψέλοντας νοερά τους θρήνους των ύμνων της μεγαλοβδομάδας
και το ρέκβιεμ ετέρναμ
που σε ανέβαζε στον ουρανό.
Αυτός ο απολογισμός σου.
Και νυν οδεύεις…
Η φωτογραφία είναι παρμένη από τη γιορτή που είχαμε κάνει στα ογδοντάχρονα του πατέρα μου, το 2009. Από αριστερά ο Μιχάλης Λιαρούτσος, η Ελευθερία, ο πατέρας μου και η μητέρα μου. (Η Ελευθερία Λιαρούτσου πέθανε το 2012, κι ο θάνατός της είχε πολύ στοιχίσει στον Μιχάλη).
Η μητέρα μου έγραψε τους παρακάτω στίχους:
Το ‘μαθα ξαφνικά,
και κρατούσα το μπικ που μου ‘χε βάψει το δάχτυλο…
Κι έτσι που ‘ψαχνα τις σελίδες,
με θολωμένα γυαλιά,
να βρω τους κατάλληλους στίχους,
που θα ‘θελε κι ο Μιχάλης,
βάφτηκαν μ’ ένα χρώμα αταίριαστο,
οι στίχοι που διάλεξα…
Λυπάμαι,
λυπάμαι κατάκαρδα,
όχι γιατί βάφτηκε η σελίδα,
αλλά που μαύρισε η καρδιά μου,
που λιγοστεύουμε!
Τα περισσότερα από τα παραπάνω, εξόν από την εισαγωγή, τα ξεσήκωσα από το άρθρο που έβαλε η αδερφή μου στο ιστολόγιό της. Να προσθέσω ένα δείγμα γραφής από το πεζογραφικό έργο του Μιχάλη Λιαρούτσου, ένα απόσπασμα από το τρίτο βιβλίο του («Στης δύσης την αντιφεγγιά»). Στο νοσοκομείο, στα μέσα των ογδόντα, ένας παλιός αντάρτης θυμάται τη ζωή της φυλακής και τους συναγωνιστές που γνώρισε -και εξηγεί τη σημασία της παλιάς συμβουλής των αριστερών: Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου, διάβαζε πολύ.
Τώρα ο Πάνος δε βρίσκεται στη ζωή. Χάθηκε, όπως και τόσοι άλλοι. Μήδ’ ο τάφος του θα υπάρχει κάπου, μήδε τα οστά του! Τριάντα τόσα χρόνια από τότε, μετρά ο Ηλίας
«Και να μετρώ και να ’ναι ο Τάκης Πλούμας τριάντα τρία χρόνια μες στη γη!» ξεφεύγει απ’ το στόμα του.
«Τι λες; Θες τίποτα;» τον ρωτά ο διπλανός του, πού ’χει ανασηκωθεί στο κρεβάτι και τον κοιτά παραξενεμένος.
Ο Ηλίας συνέρχεται. «Τίποτα», τ’ απαντά και γυρίζει πλευρό.
Στ’ αυτιά του όλο και ανεβαίνουν στίχοι, απ’ αυτούς που συνήθιζε ν’ απαγγέλλει ο Πάνος.
«Θα μας δοθεί το χάρισμα κι η μοίρα
να πάμε να πεθάνουμε μια νύχτα
στο πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας;
Γλυκά θα κοιμηθούμε σαν παιδάκια,
γλυκά. Κι απάνωθέ μας θε να φεύγουν
στον ουρανό, τ’ αστέρια και τα εγκόσμια.
Θα μας χαϊδεύει ως όνειρο το κύμα
και γαλανό σαν κύμα τ’ όνειρό μας.
Γλυκά θα κοιμηθούμε σαν παιδάκια
που όλη τη μέρα εκλάψαν κι αποστάσαν».
«Ο Ύπνος του Καρυωτάκη», θυμάται ο Ηλίας και φέρνει μπροστά του ζωντανό τον Πάνο, να το ψιθυρίζει ξαπλωμένος στο κελί τους, στην Κέρκυρα.
Μεγάλος νοσταλγός ο καημένος ο Πάνος! Ο νους, η σκέψη του, το είναι του ολόκληρο, πάντα έξω απ’ τη φυλακή. Σε περιβόλια, σε λαγκάδια, σε βουνά, σε παραλίες κι ακρογιάλια.
Κακό αυτό για ένα φυλακισμένο. Δείχνει άρνηση προσαρμογής. Ο ίδιος, ο Ηλίας, δεν είχε τέτοιο πρόβλημα, το είχε ξεπεράσει. Μόνο μια φορά στην Αίγινα, παρόλο που τότε βρισκόταν χρόνια στη φυλακή, πέταξε κι αυτουνού η ψυχή έξω απ’ τα τείχη της, βασανίστηκε απ’ τη νοσταλγία.
Ήταν, όταν στα γύρω απ’ τη φυλακή χωράφια φέρανε και ρίξανε άφθονη κοπριά κι η αψιά μυρουδιά της ανέβηκε , πέρασε τα ντουβάρια, που τους κυκλώνανε, και χύμηξε μέσα στο προαύλιό τους. «Φτου! Τι βρώμα είναι αυτή!», αηδίασαν οι πρωτευουσιάνοι, βάζοντας τα μαντήλια στις μυτες τους, μα αυτός αναγάλλιασε και για κάμποσες στιγμές είχε την αίσθηση, πως βρίσκεται στο χωριό του, στο μικρό περιβόλι τους και ποτίζει τις ντοματιές και τις μελιτζανιές τους!
Όχι! Ο ίδιος δεν είχε τέτοιο πρόβλημα! Αυτός, απ’ την αρχή ακόμα που μπήκε στη φυλακή, φρόντισε και το ξεπέρασε. Με προσπάθεια βέβαια, με αγώνα. Έμαθε κι εφάρμοζε πιστά τον κανόνα, που παλιότεροι απ’ αυτόν αγωνιστές είχαν χαράξει για τη ζωή τους στη φυλακή. «Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου και διάβαζε πολύ». Έναν κανόνα, καταστάλαγμα μακριάς πείρας από διωγμούς, φυλακές και εξορίες προπολεμικών ακόμα χρόνων.
Ακούγεται, βέβαια, σαν αστείο ότι ο φυλακισμένος μπορεί ν’ αγαπήσει το κελί του, δηλαδή τα δεσμά του, τη στέρηση της ελευθερίας του! Απ’ την άλλη όμως, το να βρίσκεσαι με το σώμα μέσα στη φυλακή κι η ψυχή σου να πετά συνέχεια έξω, ενώ συγχρόνως αγωνίζεσαι κι αντιστέκεσαι, να σταθείς όρθιος και να μην υποκύψεις στον εχτρό σου, για να κερδίσεις την ελευθερία σου, αυτό πια ξεπερνά κάθε αντοχή, είναι κάτι, που μοιραία σκοτώνει.
Βαθύτερο λοιπόν το νόημα αυτής της πρότασης: «αγάπα το κελί σου!». Έκλεινε μέσα της την πικρή, μα αναγκαστική, ρεαλιστική, αποδοχή της υποχρεωτικής προσαρμογής σε μια ζωή άχρωμη και άσχημη βέβαια, αλλ’ ωστόσο αναπότρεπτη. Αυτό ο Ηλίας το είχε απόλυτα κατανοήσει, κι όχι μόνο αυτός, αλλά και οι περισσότεροι φυλακισμένοι. Γι’ αυτό και ποτέ δεν εννοούσαν να παραιτηθούν απ’ την ιδέα, να κάνουν τη ζωή τους όμορφη μέσα στα δεσμά τους, δίνοντας συνεχώς πραγματικές μάχες με τις διευθύνσεις των φυλακών, που προσπαθούσαν να τους εμποδίσουν.
Κρύβανε στις τσέπες τους μερικά φασόλια, απ’ αυτά που καθαρίζανε για το συσσίτιο της φυλακής, τα ρίχνανε σε μικρά ντενεκεδοκούτια με νερό και σε λίγες μέρες είχανε στο κελί τους πρασινάδα. Αν μάλιστα, αντί φασόλια, πετύχαιναν φακές ή στάρι, η πρασινάδα τους ήταν πιο χαριτωμένη, δαντελένια. Ψάχνανε μέσα στα δέματα και βρίσκανε στα χαρτιά, που ήταν τυλιγμένα τα πράματα, μικρές έγχρωμες λιθογραφίες, με ποτάμια, δέντρα, βουνά, λίμνες κι ακρογιαλιές. Τις κόβανε και στολίζανε τους τοίχους τους, να τις βλέπουν και να ξεκουράζεται το μάτι τους. Στρώνανε καθημερινά όμορφα τα κρεβάτια τους, καθαρίζανε τα κελιά ή τους θαλάμους τους, μαζεύονταν ταχτικά οι κοντοπατριώτες και λέγανε τα δικά τους, διηγιόντουσαν ιστορίες κι ανέκδοτα, απαγγέλνανε ποιήματα, κάνανε αστεία, ψευτοκερνιόντουσαν κιόλας, αν τύχαινε πρόσφατα και κανένα δέμα!
Μια ζωή εν τάφω, που επέμενε όμως πεισματικά να ανασταίνεται, να βγαίνει απ’ αυτόν και να γίνεται ανεκτή, ακόμα κι όμορφη.
Και να λυσσούν οι κλειδοκράτορες και να προσπαθούν όλα αυτά να τα εμποδίσουν, να τα χαλάσουν.
Έναν καιρό, με διαταγή βασιλικών επιτρόπων και εισαγγελέων, μαζέψανε, μαζί με πολλά, κι όλα τα σκάκια και τις τρίλιζες. Μασώντας ψίχα ψωμιού, φτιάξανε άλλα, πιόνια, βασίλισσες άλονα κι από παλιοναοτόνια σκακιέοες ή ντάμες, και τα κρατούσανε κρυμμένα βαθιά.
Μιαν άλλη φορά τους πήρανε τις βαλίτσες, τα ρούγα τους υποχρεώθηκαν να τα βάζουν κάτω απ’ τα στρώματά τους. Και κάποιαν άλλη τους μαζέψανε τις φωτογραφίες, τα βιβλία, τις λιθογραφίες και τους πετάξανε τις πρασινάδες.
Μαχαίρια, πηρούνια, δεν είχανε ποτέ. Μόνο κουτάλια. Ξύνανε τα πλάγια τους στο τσιμέντο, να τα κάνουν λίγο κοφτερά, και μ’ αυτά κόβανε το ψωμί τους και καθαρίζανε, όταν ήταν υπηρεσία, τις πατάτες του συσσιτίου τους. Καρέκλα, σκαμνί, δεν ξέρανε τι θα πει κι ούτε είδανε ποτέ τους, χρόνια ολόκληρα, μέσα στη φυλακή. Μήτε τραπέζι να τρώνε σαν άνθρωποι.
Στρώνανε κατά παρέες πάνω σ’ ένα ράντζο ή σ’ ένα κρεβάτι, από τάβλες και στρίποδα, μια λαδόκολλα ή μια μπλε κόλλα, απ’ αυτές που ντύνανε παλιά τα τετράδια, κι εκεί τρώγανε, καθισμένοι πλάγια, με το ένα πλευρό προς το «τραπέζι» τους και τ’ άλλο έξω. Άσε πια το συσσίτιο!
Ένα μαυροζούμι (τσάι υποτίθεται) για πρωινό. Εκατόν τριάντα δράμια μαύρο απαίσιο ψωμί τη μέρα. Τρία μεσημέρια τη βδομάδα φασόλια με μαμούνια (κρέας! σαρκάζανε), να καθαρίζεις πρώτα το πιάτο σου κι ύστερα να τρως. Άλλα τρία, χοντρά μακαρόνια με… γράσο… λίπος το βαφτίζανε, (να πλένεις ξανά και ξανά την καραβάνα σου και να μη φεύγει η λίγδα!). Τα βράδια; «Απλότης!». Τρεις φορές σκέτα χόρτα, με μια κλωστή λάδι και τις άλλες τρεις γιαχνιστές πατάτες! Έμενε η Κυριακή! Ε! Κυριακή ήταν, ψάρι λοιπόν! Σαρανταπέντε δράμια (γραμμάρια εκατόν τριάντα πέντε) σαρδέλες ή κατεψυγμένο ψάρι με κρεμμύδια το μεσημέρι, και το βράδυ, εξαιτίας της μεσημεριανής καλοφαγίας, «ξηρά τροφή»! Δέκα σκέτες ελιές, σάπιες οι περισσότερες, που μύριζαν πάντα πετρέλαιο! Υπήρχε και το κρέας. Μόνο που το τρώγανε δυο φορές το μήνα, και φυσικά βοδινό και κατεψυγμένο, ποιος ξέρει από ποια παλιά στοκ ψυγείων της Αργεντινής ή της Ουρουγουάης.
Κατά τα άλλα, «αγάπα το κελί σου και τρώγε το φαΐ σου!»
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Kαλημέρα! Πολύ ωραίο κείμενο Νικοκύρη!
«Cast δεν σημαίνει καλούπι!»
Γς said
Γλυκά θα κοιμηθούμε σαν παιδάκια,
γλυκά. Κι απάνωθέ μας θε να φεύγουν
στον ουρανό, τ’ αστέρια και τα εγκόσμια.
Θα μας χαϊδεύει ως όνειρο το κύμα
και γαλανό σαν κύμα τ’ όνειρό μας.
Γς said
0:
>Κατά τα άλλα, «αγάπα το κελί σου και τρώγε το φαΐ σου!»
Φράση που τη μοιραζόταν ο Νίκος Ζαχαριάδης, με τους συντρόφους του
«Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαί σου και διάβαζε πολύ».
cyrusmonk said
Καλημέρα καὶ ἔλεος! Μὴ συνεχίσετε καὶ ἐδῶ τὰ χθεσινὰ καλουπώματα! Καὶ νὰ θυμίσω ὅτι οἱ μπετοκατασκευὲς (!) δὲν εἶναι τὸ πᾶν.
Νικοκύρη, πολὺ καλὸ κείμενο. Μόνο ποὺ ἔμεινα μὲ τὴν ἀπορία, μιᾶς καὶ ἀντιλαμβάνομαι ὅτι στὴ διάσπαση τοῦ ’68 χώρισαν οἱ δρόμοι τοῦ πατέρα σου καὶ τοῦ Λιαρούτσου: Ποιός πῆγε ποῦ;
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
4. Oμιλείτε εκ βαθυτάτης αγνοίας,αγαπητέ. Το καλούπι δεν έχει εφαρμογή μόνο στις μπετοκατασκευές,αλλά πρόκειται περί παναθρώπινης διαχρονικής έννοιας, με εφαρμογές σε κάθε έκφανση της ζωής.
Τούτων των γενικών λεχθέντων, να σας καθυσηχάσω -αφού επισημάνω βεβαίως ότι μπορείτε να αγνοείτε τα σχόλια που δεν σας αρέσουν ,αλλά ούτως ή άλλως σάς ελεώ όσο θέλετε!- ότι απλώς πλέον κάθε σχόλιό μου θα φέρει ως υπογραφή-μπανεράκι ένα ψήγμα σοφίας.
«Έχω αρκετά χρήματα για να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου,εκτός κι αν αγοράσω κάτι.»
Γς said
Καισαριανιωτης.
Πριν μια εβδομάδα είχε προηγηθεί ο φίλος του Παναγιώτης Μακρής [μεγαλύτερος, 98 χρονών αυτός] στο ίδιο Νεκροταφείο, της Καισαριανής.
Δήμαρχος Καισαριανής ο Μακρής, αντιπρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου ο Μιχάλης Λιαρούτσος.
Τους θυμαμαι, όταν έμενα στην Καισαριανή γύρω στο 80 και είχα παρτίδες με τον Δήμαρχο για τα Δημοτικό Σχολείο που ήμουν πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο εκτιμούσε την ταπεινότητά μου ο Δήμαρχος.
Και είμαι σίγουρος ότι δεν είχε ιδέα ότι το κόμμα κάποτε απαίτησε την αποκαθήλωση μου 😦
Αγγελος said
Πώς ακριβώς, από τη φράση «κράτησαν τη φιλία τους άθικτη και όταν οι πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν το 1991», συμπεραίνεις ότι «στη διάσπαση του ’68 χώρισαν οιἱ δρόμοι» τους;
Το λέω γιατί αρκετά συχνά — μην το πάρεις προσωπικά — βλέπω σχόλια εδώ μέσα που με κάνουν και λέω «καλά, δεν διάβασε αυτό που σχολιάζει;»
cronopiusa said
Σύντροφε ανακριτά, σπεύδω πρώτα απ’ όλα να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για το χαρτί, το μελάνι και την πέννα που μου στείλατε με τον δεσμοφύλακα…
Άρης Αλεξάνδρου, η πρώτη φράση από το «Κιβώτιο».
Κάποιος πρέπει να είχε συκοφαντήσει τον Τζόζεφ Κ., γιατί ένα πρωί, χωρίς να έχει κάνει τίποτα απολύτως, συνελήφθη.
Franz Kafka, η πρώτη φράση από τη «Δίκη».
Bien entrada la noche del primero de noviembre de 1936, a Bernabé Serrano Ruiz, padre de once y pequeño agricultor afincado en Fuentes de Jiloca (Zaragoza), lo sacaron a rastras de su casa, entre los gritos de su mujer y el terror de sus hijos. A pesar de haber recibido aviso de Bonifacio, su primogénito, de que su nombre figuraba en una lista, Bernabé insistió en que “el no había hecho nada y no se iba de su casa”…
Ο πολιτισμός μιας χώρας φαίνεται από το επίπεδο διαβίωσης των φυλακισμένων της.
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, 1821-1881
cyrusmonk said
@7 Συνονόματε, ἡ παράλειψίς μου (μιᾶς λέξεως) ὡδήγησεν εἰς παρεξήγησιν: οἱ πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν (ἀλλὰ ἡ φράση «Κράτησαν τη φιλία τους άθικτη και όταν οι πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν το 1991 (όχι πολύ’ ή ίσως πάρα πολύ)…») αὐτὸ τὸ διευκρινίζει ἀπὸ μόνη της, ὅπως πολὺ σωστὰ παρατήρησες. Ἡ ἀβλεψία μου ἔγκειται ἀλλοῦ – οἱ πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν τὸ 1991, μὲ τὴν ἀποχώρηση τοῦ ΚΚΕ ἀπὸ τὸν Συνασπισμό, ὁπότε προφανῶς ὁ ἕνας ἔμεινε στὸ ΚΚΕ καὶ ὁ ἕτερος στὸν ΣΥΝ. Ἄρα μπορῶ νὰ ὑποθέσω ὅτι ἀπὸ τὸ 1968 μέχρι τότε εἶχαν ταχθεῖ ἀμφότεροι στὸ ἴδιο ἀπομεινάρι τοῦ πάλαι ποτὲ κραταιοῦ ΚΚΕ. Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν ἀναδιατυπώνεται ὡς ἑξῆς: Ποιός ἔμεινε ποῦ τὸ 1991;
Γς said
7:
>«καλά, δεν διάβασε αυτό που σχολιάζει;»
«Διάβασε» δεν σημαίνει και «κατανόησε» πάντα.
Και μια που
>οι πολιτικοί τους δρόμοι χώρισαν
κόντεψαν να χωρίσουν κι οι από κάτω. Το ζευγάρι που έμενε από κάτω μας.
ΚΚΕ Εσωτερικού αυτή, ΚΚΕ σκέτο αυτός.
Εμενα τότε [σχ 6] στο ρετιρέ και από πάνω είχα το δώμα.
Και επειδή κανείς δεν χρησιμοποιούσε το κλιμακοστάσιο από το ρετιρέ στο δώμα, συνεχώς ανεβοκατέβαινα χωρίς καμιά προφύλαξη, όπως εκείνο το βράδυ, μεσάνυχτα περασμένα, που έκανε και ζέστη και που άνοιξα την πόρτα φορώντας μόνο το μποξεράκι μου και βρέθηκα σε [χαμηλόφωνη] μάζωξη του ΚΚΕ ες που είχαν καθίσει σε όλα τα σκαλοπάτια.
Ηταν για την από κάτω που ο [καθεύδων εκείνη τη στιγμή] σύζυγός της της απαγόρευε κάθε πολιτική δραστηριότητα.
cronopiusa said
Νίκο σε παρακαλώ σβήσε το 10
αυτό είναι το σωστό
Από Οικοδόμος στο ΑΤΕΧΝΩΣ
«Αυτός μόλις βγει θα πάει στα βουνά και θα σκοτώνει»! (Για τον Κώστα Βίρβο που «έφυγε»)
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Και η μή ωκύπους Μαρία γνωρίζει ότι ο μακαρίτης Σαραντάκος ήταν ΣΥΝ.
«Συχνά, ένας σπουδαίος άντρας χρωστάει την επιτυχία του στην πρώτη του γυναίκα, και τη δεύτερη γυναίκα του στην επιτυχία του»
cronopiusa said
συγνώμη Γς
το 11
Γς said
12 @ Κρόνη
>Νίκο σε παρακαλώ σβήσε το 10
και μετά τα 8, 11 12, 14 😉
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
9: Οι απορίες σου, υποθέτω, απαντήθηκαν: Ο Μιχάλης Λιαρούτσος έμεινε στο ΚΚΕ.
Κρόνη, έσβησα αυτό που ζήτησες αλλά όχι τα συμπαρομαρτούντα 🙂
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
>>Αγάπα το κελί σου
ν΄ αγνοείς το,όποιο,κελί.
>>διαβαζε πολύ
η διαλυτική ουσία των τοίχων και των τειχών.
Όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είν΄αληταριό κι όλο θα δραπετεύει
Τιμή σ΄όσους υπερασπίστηκαν με κάθε κόστος πανανθρώπινες και παντοτινές αξίες.
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Γεια σου Έφη ποιήτρια! 🙂
«H ποίηση δεν έχει λεφτά, αλλά και τα λεφτά δεν έχουν καθόλου ποίηση»
Γς said
15:
Κρόνη, έσβησα αυτό που ζήτησες
οπότε το:
14:
και μετά τα 8, 11, 12, 14
αλλάζει σε
8, 11, 13.
Πολύ ανακατοσούρα αυτή η κυρία…
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
17.Γεια σου Κιντ!
«Συχνά, ένας σπουδαίος άντρας χρωστάει την επιτυχία του στην πρώτη του γυναίκα, και τη δεύτερη γυναίκα του στην επιτυχία του»
Μα την τρίτη,επιτέλους,στον έρωτα!
στο γεροντοέρωτα 😦
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
17.
Λεφτά και έρωτας:
Όλος ο κόσμος λέει μου
η αγάπη σου φτωχή’ναι
κι εγώ του κόσμου λέω του
φτωχή΄ναι μα καλή’ναι 🙂
cronopiusa said
συγνώμη με φάγανε τα hrefια
Καταδίκες αθώων στους καιρούς του 3ου μνημονίου
Ο Mohsen Namjoo θεωρείται ο Ντύλαν της Περσίας
Gpoint said
# 5
Αν ψωνίζεις στις εκπτώσεις (όπως ο Τουήτυ) κάτι μπορεί να περισσέψει και για το υπόλοιπον του βίου…
Gpoint said
# 19
Αν ο επόμενος έρωτας δεν είναι πιο δυνατός από τον προηγούμενο εξυπακούεται πως δεν λογίζεται σαν έρωτας αλλά σαν περιπέτεια.
Γι αυτό οι γεροντοέρωτες είναι πιο δυνατοί και μακάριοι οι γέροντες που τους βιώνουν
Το κακό είναι πως ο έρωτας τελειώνει πάντα, τα λεφτά μερικές φορές όχι…
Γιάννης Ιατρού said
@19 Μα την τρίτη,επιτέλους….
Να παρατηρήσω, εν είδει παρεκβάσεως, ..και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης 🙂
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Έφη, γιατί παιδί μου ανακατεύεις τα του έρωτος τω γάμω; 🙂
Όπως είπε και ο μεγάλος των Σινών σοφός Ζα μιν Φρα Λιν:
«Kράτα τα μάτια σου ανοιχτά πριν παντρευτείς, και μισόκλειστα αφού το κάνεις»
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
0. «Μόνο που το τρώγανε δυο φορές το μήνα, και φυσικά βοδινό και κατεψυγμένο, ποιος ξέρει από ποια παλιά στοκ ψυγείων της Αργεντινής ή της Ουρουγουάης.»
Ένας παιδικός μου φίλος και συμμαθητής και για ένα σύντομο φεγγάρι ,όταν ήταν πρωτοετής στη σχολή ναυτικών δοκίμων, συγκάτοικος, μού έλεγε κάποτε ότι βρέθηκε «υπηρεσία» -κάτι τέτοιο ,δεν θυμάμαι και καλά σε πολύ κρύα ψυγεία και είδε βόϊδια με σφραγγίδα «Αρχεντίνα (Καμπεόν παρα σιέμπρε!) 1950» ! 40 χρόνια φούρν…έε καταψύκτης!
«Ένα συνηθισμένο μολύβι έχει μήκος 15 εκατοστά,εκ των οποίων μόνο το μισό είναι γομολάστιχα. Και μετά σου λένε ότι λείπει η αισιοδοξία από τους ανθρώπους… «
sarant said
26 Και όλοι οι θρύλοι που κυκλοφορούν στο στρατό για τις αποθήκες αυτές. «Να το σέβεστε ρε, είναι μεγαλύτερό σας σε ηλικία», έλεγε ένας αξιωματικός θυμάμαι.
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
27. 😆
«Aν ο σκύλος σου είναι χοντρός, δεν αθλείσαι όσο θα έπρεπε»
Γς said
>τον θρήνο του Φιλίππου
στον Ντον Κάρλο του Βέρντι, τραγουδισμένο από αξέχαστο μπάσο).
Άριες λυπητερές.
Μινοράκια, Νυχτερινά του Σοπέν
που σε γέμιζαν θλίψη
θλίψη όμως ποθητή»
Σαν νοσταλγία για μελλούμενα
Γιάννης Ιατρού said
@Κιντ, το έχεις αυτοματοποιήσει αυτό με τα ρητά στο τέλος; Data base?
Γιάννης Ιατρού said
Μ’ ένα καθαρισματάκι στον ανεμιστήριο + φιλτράκι κλπ. στο laptop ==> 12-13 °C χαμηλότερη θερμοκρασία. Σκεφτήτε το, 10′-15′ λεπτά υπόθεση, καλοκαίρι είναι… 🙂
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
30. Date base? Ποτέ των ποτών ,αγαπητέ! Δεν καταδέχομαι καμία ντανταμπέης, πλην της embedded … 😉
«Δώσε στο Θρύλο μπέναλτυ!»
Σκύλος της Β.Κ. said
28
NM said
Εχω μπει κι εγώ σε ψυγείο τέτοιας Μονάδας στο Στρατό. ΑΤΧ (Αποθήκες Τμηματικών Χορηγήσεων) τις λέγανε. Εκεί στο βάθος-βάθος, πίσω από τα αρνιά και τα κοτόπουλα, κρεμόντουσταν από την οροφή και οι Γκοντζίλες αγκιστρωμένοι σε μεγάλα τσιγκέλια. Και δίπλα τους καλου-κακού φρόντιζαν να υπάρχει πάντα και ενας ντενεκές με το περίφημο «αντικαυλωτικό». Για να τρώει όποιος Γκοντζίλας αγρίευε, να ημερεύει και να δέχεται να τον παραλάβουν οι αγγαρείες των Λόχων για μαγείρεμα. Ο οπλίτης κτηνίατρος που είχε την ευθύνη αυτών των ψυγείων πάντα φρόντιζε να παρέχει μια μίνι ξενάγηση στους παραλαμβάνοντες Δόκιμους ή Ανθυπασπιστές. Και στο τέλος, ποτέ δεν παρέλειπε να τους ρωτάει χαμηλόφωνα και συνωμοτικά: ¨Κύριε Ανθύπα, μήπως θέλεις να σου βάλω και λίγο αντικαυλωτικό, σε μια σακούλα, να τους ρίχνεις κάθε πρωί στο τσάι;»
——————————————–
Επι του ετέρου θέματος που εισήχθη στη σημερινή συζήτηση με το σχόλιο 12 «Συχνά, ένας σπουδαίος άντρας χρωστάει την επιτυχία του στην πρώτη του γυναίκα, και τη δεύτερη γυναίκα του στην επιτυχία του»
έχω να παρατηρήσω ότι, φευ, την ιστορία και τα αποφθέγματα τα γράφει πάντα η μειοψηφία των επιτυχημένων και δημοφιλών. Γιατί αν η ιστορία και τα σχόλια στα μπλογκ κατέγραφαν τις σκέψεις της σιωπηλής πλειοψηφίας των Αγίων και κοινωνικά αποτυχημένων, (η σκόνη της ιστορίας δηλαδή) , το ρητό θα κατεγράφετο κάπως έτσι:
«Σχεδόν πάντα, ένας κακομοίρης άντρας χρωστάει την Αποτυχία του στην πρώτη του γυναίκα, και τη δεύτερη γυναίκα του στην κακομοιριά του»
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
33. Nαί…ο Σαραντάκος δείχνει ότι χρειάζεται λίγη έξτρα φυσική άσκηση… 😆 😉
«O λογικός άνθρωπος προσαρμόζει τον εαυτό του στον κόσμο. Ο παράλογος επιμένει να προσαρμόσει τον κόσμο στον εαυτό του. Ως εκ τούτου (not to be confused with St. Oikoutoutou!), κάθε πρόοδος επαφίεται στους παράλογους»
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
34. Kάθε άνθρωπος είναι ημιτελής όσο είναι ανύπαντρος. Μετά, είναι τελειωμένος.
Γιάννης Ιατρού said
@32 Δηλαδή κάτι τέτοιο ; 🙂
Παναγιώτης Κ. said
Πολύ ωραίο ποίημα αλλά και τα άλλα, πολύ καλά!
aristeros naftis Dibenko said
http://www.scribd.com/doc/159533919/%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%A3%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%8C%CF%82-%CE%9B%CE%AD%CF%83%CE%B2%CE%BF%CF%85#scribd
φωτοαντιγραφική ανατύπωση τού βιβλίου «Δημοκρατικός στρατός Λέσβου» των Β.Καλογερά-Π.Κουτσκούδη σελ.158 , στρατευμένο μεν αλλά πολύ λεπτομερές , με πολλές φωτο .
ΣΗΜ. οι τελευταίοι δύο αντάρτες τού ΔΣΕ Λέσβου , Γ.ΣΚΟΥΦΟΣ καί Κ.ΑΧΛΙΟΠΤΑΣ κατέβηκαν από το βούνο με τα μέτρα επιείκιας του 1955, είναι εκπληκτίκο !!!
Παναγιώτης Κ. said
@31 (Γιάννης…) Καλά έκανες και μας το θύμισες. Σπεύδω…
Γς said
«Συχνά, ένας σπουδαίος άντρας χρωστάει την επιτυχία του στην πρώτη του γυναίκα, και τη δεύτερη γυναίκα του στην επιτυχία του»
Ο Κρίστιαν Μπάρναρντ.
Ανειδίκευτος γιατρουδάκος παντρεύτηκε την νοσοκόμα Αλέττα Γερτρουίδα Λου, που του έκανε 2 παιδιά και τον βοήθησε να γίνει μετά 20 χρόνια ο πρώτος που έκανε μεταμόσχευση καρδιάς.
Και τότε χωρίζει και παντρεύεται μια πολύ πολύ νεότερή του [και κληρονόμο τεράστιας περιουσίας] Κι αυτή 2 παιδιά και τον πούλο μετά 20 χρόνια.
Υπάρχει και τρίτη. Μοντέλο που μόλις είχε κλείσει τα 17 της. Κι αυτή 2 παιδιά κι αυτή τον πούλον μετά 12 χρόνια.
Και μου έλεγε η σύζυγος ενός διάσημου.
-Σε σένα οφείλω το μόνο χειροκρότημα της ζωής μου.
Ηταν στην αίθουσα εκδηλώσεων του Πανεπιστημίου Αθηνών που το τιμώμενο πρόσωπο ήταν ο δικός μου.
Το λιβάνισμα πήγαινε σύννεφο. Συναγωνισμός γλειψίματος. Μέχρι που είπα να πω κι εγώ κάτι:
-Κι όσο σκέφτομαι ότι σήμερα πιθανόν να μην ήμασταν εδώ αν δεν υπήρχε δίπλα του όλο αυτό το διάστημα η Αννα [ονομα αλλαγμένο, η γυναίκα του].
Και έγινε του σώσε.
Εκτός από έναν δικό μας περίεργο τύπο, που… ζήλεψε το ευφυολόγημα.
Και πόσο πρωτότυποι είναι αυτοί οι γλείφτες πανεπιστημιακοί:
Λίγο καιρό αργότερα σε μια άλλη ανάλογη εκδήλωση στην Ακαδημία Αθηνών σηκώθηκε εσπευσμένα ο τύπος και του έκανε το ίδιο ακριβώς σχόλιο [για να με προλάβει ίσως 😉 ]
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
ΣΗΜ. οι τελευταίοι δύο αντάρτες τού ΔΣΕ Λέσβου , Γ.ΣΚΟΥΦΟΣ καί Κ.ΑΧΛΙΟΠΤΑΣ κατέβηκαν από το βούνο με τα μέτρα επιείκιας του 1955, είναι εκπληκτίκο !!!
Eκπληκτικό όντως. Αλλά το ρεκόρ το έχει ένας Γιαπωνέζος ,ο Ονόντα,που συνέχισε να πολεμάει το 2ο Π.Πόλεμο μέχρι το 1974!
https://en.wikipedia.org/wiki/Hir%C5%8D_Onoda
«Δως μοι πα στω και ταν γαν κινάσω»
Παναγιώτης Κ. said
@29.»Μινοράκια που σε γέμιζαν θλίψη.Θλίψη όμως ποθητή. »
Δημοτικό τετράστιχο.Μου το έλεγε η γιαγιά μου.
«Και τα τραγούδια τα καλά,
τα λεν οι πικραμένοι
θέλουν να διώξουν το σεβντά
μα ο σεβντάς δεν βγαίνει»
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
39.>>κατέβηκαν από το βούνο με τα μέτρα επιείκιας του 1955
Το κυνήγι των παρανόμων συνεχίζεται αμείωτα όλη τη δεκαετία του 50. Το 1958 έχουν μείνει 8. Οι υπόλοιποι έχουν σκοτωθεί ή συλληφθεί. Η ΕΔΑ, γίνεται αξιωματική αντιπολίτευση και οι παράνομοι παίρνουν εντολή από το Κόμμα, να φύγουν στο εξωτερικό. Οι 6 από αυτούς θα μεταβούν σταδιακά στην Αθήνα και από εκεί θα οργανώσουν τη διαφυγή τους αρχικά στην Ιταλία.
Πίσω τους, στην Κρήτη, έμεναν 2 ακόμα αντάρτες από την ίδια κάποτε αρχική ομάδα : ο Γιώργης Τζομπανάκης και ο Σπύρος Μπλαζάκης. Δεν ακολούθησαν. Μένουν και κρύβονται. Θα εμφανιστούν το 75, μετά τη μεταπολίτευση, αφού αμνηστευθούν …
Alexis said
#42: Τώρα που το λες Κιντ, είχα ακούσει κάποτε ότι οι δύο τελευταίοι αντάρτες του ΔΣΕ που κατέβηκαν από το βουνό, ήταν κάπου στην Κρήτη, το 1974, με την πτώση της χούντας!
Ξέρει κάποιος αν ισχύει ή είναι μύθος;
Εξαιρετικό το κείμενο Νίκο, και πολύ ωραίο το ποίημα του Λιαρούτσου!
Alexis said
#44: Ε, δεν το πιστεύω!!! 🙂
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
45. Καλά ,την ΕΦΗ στο 44. δεν τη διάβασες; 🙂 Mπορεί όμως να γράφατε μαζί,ε;
«Eρχόμαστε κοντύτερα από ποτέ στην τελειότητα, όταν γράφουμε το βιογραφικό μας»
Σκύλος της Β.Κ. said
45
Ισχύει. Κρύβονταν στο βουνό με την ανοχή ολόκληρων χωριών, αν και οι Κοκοβλήδες (Νίκος και Αργυρώ,, πολύ γνωστοί που κρύβονταν στην Κρήτη ως και τη δικτατορία) στο βιβλίο τους υπονοούν πως αυτοί οι δύο αντάρτες εμπλέκονταν συχνά-πυκνά σε πράξεις όχι μόνο ζωοκλοπής αλλά και βεντέτας.
Το ποίημα «Προς την έξοδο» μου φέρνει έναν κόμπο στο λαιμό.
Για μια γενιά που πάλεψε και προσπαθούσε να αποδεχτεί την ήττα της.
Ή για την επόμενη γενιά, τη δική μου, που προσπαθεί να αποδεχτεί την ήττα της, χωρίς καλά-καλά να έχει παλέψει. 😦
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
48. Μη στεναχωριέσαι ορέ Σκλί μανταβέλ’κο!
«Κάθε αποτυχία μας , αποδεικνύει απλά ότι η «επιτυχία» είναι καθαρά θέμα τύχης»
Σκύλος της Β.Κ. said
48
Ουχ, ούτε κι εγώ είδα καλά το λινκ της ΕΦΗς², διορθώνω λοιπόν πως οι Κοκοβλήδες έφυγαν το 62 και όχι στη χούντα.
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
43.Πολύ ωραία και η ανάμνηση και το τετράστιχο!
Για μιαν αγάπη τραγουδώ
να πνίξω τον καημό μου
κι αντιλαλούνε τα βουνά
στον αναστεναγμό μου
Μια κουβέντα του Θ.Αγγελόπουλου που δεν θυμάμαι αν ήταν σε ταινία του ή από συνέντευξή του: Η μελαγχολία είναι η αξιοπρέπεια του πνεύματος.
Σκύλος της Β.Κ. said
Κιντ, στο 49, πάρε! imgur.com/Ah1rDhf
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
46.
Άλλος δρόμος δεν υπήρχε
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
49.Να το πειράξω;
Κάθε αποτυχία μας,αποδεικνύει απλά ότι είναι καθαρά θέμα ατυχίας
🙂
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
48.>>υπονοούν πως αυτοί οι δύο αντάρτες εμπλέκονταν συχνά-πυκνά σε πράξεις όχι μόνο ζωοκλοπής
Σε προηγούμενη συνέντευξή τους σε ξένο δημοσιογράφο, τρία χρόνια πριν είχαν καταγγείλει ότι τους είχαν προσάψει ανύπαρκτο κατηγορητήριο. Οι κατηγορίες που τους βάρυναν ήταν φόνος και αντικυβερνητικές ενέργειες.
Σκύλος της Β.Κ. said
55
Από ανύπαρκτα κατηγορητήρια τίποτε άλλο εκείνη την εποχή. Και οι Κοκοβλήδες, όντας απομονωμένοι στον αχυρώνα, μπορεί να είχαν πέσει θύματα παραπληροφόρησης.
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
>>οι περιστάσεις τον έδεσαν αξεδιάλυτα με αυτό το νησί
αξεδιάλυτος νόμιζα ότι ήταν μόνο αδιευκρίνιστος, αδιαλεύκαντος.
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
56,Προσωπικά, έκανα κι άλλες σκέψεις,αλλά ας μη βάλουμε καψούλια τώρα.Οι δυο αυτοί άνθρωποι πέθαναν το 96, είδα,με διαφορά ενός μήνα.
Θυμάμαι τότε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων με τις φωτογραφίες τους.Μαυροποκαμισάδες με μουστάκες και μπόλιες.Τους έδειξε και η τηλεόραση εποχής και στις αθηναίισσες συμμαθήτριές μου φιανόντουσαν αγριάνθρωποι.(Εμένα,καθόλου 🙂 )
cronopiusa said
Στην συγκλονιστική ταινία L’ america του Gianni Amelio, ο Ιταλός στρατιώτης Michelle κρύβεται σαν Αλβανός Spiro μέχρι την πτώση του Χότζα και φεύγει για το Μπάρι πιστεύοντας πως πάει Αμερική
Σκύλος της Β.Κ. said
58
Ο ένας απ αυτούς είχε σώσει τον αδερφό μου σε μια διαδήλωση το 1975, μάλλον την Πρωτομαγιά. Τον είχαν πνίξει τα δακρυγόνα κι εκεί που ξερνοβόλαγε, αισθάνεται μια τεράστια χέρα να τον σηκώνει, σα γατί, και να τον βάζει σε μια πολυκατοικία. Ακόμα δεν είναι σίγουρος αν τα πόδια του έστω σερνόντουσαν στο πεζοδρόμιο… Όταν ξεθόλωσε, αναγνώρισε την τεράστια μουστάκα και το κεφαλομάντηλο.
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
60. ! κοίτα να δεις!
>>Μασώντας ψίχα ψωμιού, φτιάξανε άλλα, πιόνια, βασίλισσες άλονα κι από παλιοναοτόνια σκακιέοες ή ντάμες, και τα κρατούσανε κρυμμένα βαθιά.
Παλιά τους τέχνη
Άχθος Αρούρης «ΤΟ ΣΚΑΚΙ»
…………………………………
Ήτανε λίγο τότε το ψωμί
και μια μπουκιά μονάχα ήτανε κάτι
και φυσικά, δεν ήμασταν χορτάτοι,
ωστόσο μ’ οποιαδήποτε τιμή
θες από πείσμα, θες από μεράκι
εμείς το κονομήσαμε το σκάκι.
sarant said
Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα!
61: Ακριβώς!
Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο των Κοκοβλήδων, είναι κι αυτό στα υπόψη…
Alexis said
Είναι πολύ συγκινητικές αυτές οι ιστορίες με τους στρατιώτες που συνεχίζουν τον πόλεμο μόνοι τους είτε γιατί δεν θέλουν να παραδοθούν είτε γιατί δεν έχουν μάθει πως ο πόλεμος τέλειωσε.
Με είχε συνεπάρει κάποτε μία ταινία με τον Κλιντ Ίστγουντ που τραυματίζεται στον πόλεμο (τον αμερικάνικο εμφύλιο; ) και τον περιθάλπει μια καλόγρια, η οποία στη συνέχεια τον ερωτεύεται και δεν του αποκαλύπτει ότι ο πόλεμος έχει τελειώσει, για να τον κρατήσει όσο γίνεται κοντά της…
Τέλος πάντων, κάπως έτσι, δεν θυμάμαι καλά την υπόθεση, και δε μπορώ να ψάξω αυτή τη στιγμή…
Υπάρχει και ελληνική ταινία με παρόμοιο στόρι, μελό με Ξανθόπουλο νομίζω… Που κάποια στιγμή βγαίνει στην Αθήνα του ’60 νομίζοντας πως είναι ακόμα Κατοχή και «τρελλαίνεται»…
Δύτης των νιπτήρων said
63 Είναι και το Underground, και μια ταινία με Χοντρό-Λιγνό.
Δύτης των νιπτήρων said
64 αυτή: http://www.imdb.com/title/tt0029923/plotsummary?ref_=tt_ov_pl
Alexis said
Ευχαριστώ Δύτη 🙂
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Aυτός ο ψυχάκιας πάντως, μάλλον το τερμάτισε…
«Lieutenant General Sir Adrian Paul Ghislain Carton de Wiart[1] VC, KBE, CB, CMG, DSO (5 May 1880 – 5 June 1963) was a British Army officer.[2] He served in the Boer War, First World War, and Second World War; was shot in the face, head, stomach, ankle, leg, hip, and ear; survived two plane crashes; tunnelled out of a prisoner-of-war camp; and bit off his own fingers when a doctor refused to amputate them. Describing his experiences in the First World War, he wrote, «Frankly I had enjoyed the war.»
» E=m*c^2 «
Νέο Kid L'errance d'Arabie said
Πώς να προφέρεται άραγε αυτό το «de Wiart»… ;
«Ένας αρχαιολόγος είναι ο καλύτερος σύζυγος για μια γυναίκα. Όσο εκείνη γερνάει,τόσο αυξάνει το ενδιαφέρον του γι’αυτή.»
Σκύλος της Β.Κ. said
67
Αυτός ήταν αντάξιός του, Κιντο https://en.wikipedia.org/wiki/Jack_Churchill
«If it wasn’t for those damn Yanks, we could have kept the war going another 10 years.»
Στη Δουνκέρκη σκότωσε ένα Γερμανό με το τόξο του και στη Νορμανδία αποβιβάστηκε με το ξίφος του α λα Χαϊλάντερ.
Μετά έμαθε και σερφ…
Μιχάλης Λιαρούτσος (1921-2015) | abatris said
[…] Μιχάλης Λιαρούτσος (1921-2015). […]
sarant said
67 Aπίθανος!
Σκύλος της Β.Κ. said
και φυσιογνωμίας https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/a/ae/Sir_Adrian_Carton_de_Wiart_by_Sir_William_Orpen.jpg/375px-Sir_Adrian_Carton_de_Wiart_by_Sir_William_Orpen.jpg
Γς said
Κι μία σέλφι πιλότου με την νέα διώρυγα του Σουέζ
Παναγιώτης Κ. said
@67 (Kid). E=C^2*m 🙂
Σκύλος της Β.Κ. said
73
Η σέλφι είναι της διώρυγας, ο πιλότος -τέτοιος πού ΄ναι- απλώς κάνει photo-bombing. 👿
georgeilio said
Καλησπέρα από Ντύσσελντορφ
Και επειδή ο Μιχάλης Λιαρούτσος ήταν και φιλοσοφημένος,
μια απαραίτητη συμπλήρωση στο Μηνολόγιο Αυγούστου:
27 Αυγούστου (1770), γενέσιον Γεωργίου Γουλιέλμου Φρειδερίκου Εγέλου (Georg Wilhelm Friedrich Hegel), του μεγάλου εκ Στουτγάρδης ορμωμένου φιλοσόφου, του τελευταίου συστηματικού φιλοσόφου και πατέρα της νεότερης διαλεκτικής, ο οποίος υπήρξε σημαντική πηγή έμπνευσης, μεταξύ άλλων, για τον Κάρολο Μαρξ.
sarant said
76 Τα κεφάλια μέσα, ε;
Ναι, χρήσιμη η συμπλήρωση.
Γς said
29:
>»θλίψη όμως ποθητή»
Οπως La mort heureuse
spiral architect said
Άρθρο – αφιέρωμα στη μνήμη του Μιχάλη Λιαρούτσου
(Ρ. Τρίτη 04-08-2015)
Γς said
79:
>Εζησε στην Καισαριανή, όπου εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος και αντιπρόεδρος του Δημοτικού της Συμβουλίου την περίοδο 1978 – 1982, επί δημαρχίας Παναγιώτη Μακρή,
6:
>Καισαριανιωτης.
>Πριν μια εβδομάδα είχε προηγηθεί ο φίλος του Παναγιώτης Μακρής [μεγαλύτερος, 98 χρονών αυτός] στο ίδιο Νεκροταφείο, της Καισαριανής.
>Δήμαρχος Καισαριανής ο Μακρής, αντιπρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου ο Μιχάλης Λιαρούτσος.
spiral architect said
@80: Ναι, το διάβασα. 😦
gbaloglou said
44 Είδα την ταινία στο φεστιβάλ ντοκυμαντέρ Θεσσαλονίκης, πολύ ενδιαφέρουσα!
Νικος Κ. said
Σήμερα κηδεύτηκε κι ένας άλλος αγωνιστής και στιχουργός:
Πλήθος κόσμου και «ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» στο τελευταίο «αντίο» στον μεγάλο λαϊκό στιχουργό Κώστα Βίρβο http://www.koutipandoras.gr/article/147956/plithos-kosmoy-kai-ena-omorfo-amaxi-me-dyo-aloga-sto-teleytaio-antio-ston-megalo
Κουνελόγατος said
Καλησπέρα Νίκο.
Ο Μιχάλης Λιαρούτσος που πολέμησε στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας (Δεκέμβρης 1944 και πριν τουλάχιστον) είναι άλλος;
sarant said
84 Αυτός ήταν
Μαρία said
Τον αναφέρει κι ο Χαραλαμπίδης στο βιβλίο του για τα Δεκεμβριανά παραπέμποντας στο βιβλίο του Λιαρ., Τελειώνοντας ο Δεκέμβρης …, Αθήνα, Εντός, 2000.
Κουνελόγατος said
86. Εκεί το είδα κι εγώ… 🙂