Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Μια ώρα με τον κ. Κώστα Βάρναλη (συνέντευξη του 1932)

Posted by sarant στο 12 Ιουνίου, 2016


Το ιστολόγιο ασχολείται συχνά με τον ποιητή Κώστα Βάρναλη και ακόμα πιο συχνά με τον Γιώργο Κοτζιούλα. Στο σημερινό φιλολογικό άρθρο συνδυάζω αυτούς τους δυο αγαπημένους συγγραφείς, αφού παρουσιάζω μια φιλολογική τους συνάντηση, και συγκεκριμένα μια συνέντευξη που πήρε ο δεύτερος από τον πρώτο.

Το 1932 ο Γιώργος Κοτζιούλας δημοσίευσε στο περιοδικό Μπουκέτο τρεις συνεντεύξεις με φτασμένους λογοτέχνες:  τον Κωστή Παλαμά, τον Κώστα Βαρναλη και την ποιήτρια Αιμιλία Δάφνη, ενώ είχε προηγηθεί, τον Οκτώβριο του 1931, συνέντευξη με τον Λάμπρο Πορφύρα. Οι τρεις συνεντεύξεις του 1932 είχαν τον γενικό τίτλο «Φιλολογικές εκστρατείες» και καθώς δημοσιεύτηκαν με τακτική συχνότητα (κάθε δεκαπέντε μέρες) δίνεται η εντύπωση ότι ο Κοτζιούλας είχε σκοπό να συνεχίσει και με άλλες συνεντεύξεις: ωστόσο, λίγο αργότερα έπαθε νευρική κατάρρευση και γύρισε στο χωριό του, την Πλατανούσα για να αναρρώσει, ενώ τον ίδιο καιρό ήρθε και σε ρήξη με το επιτελείο του Μπουκέτου -ίσως γράψουμε άλλη φορά γι αυτό το θέμα. Έτσι, οι συνεντεύξεις αυτές διακόπηκαν.

Ο Κοτζιούλας ήταν 23 χρονών την εποχή εκείνη, φοιτητής της Φιλοσοφικής, και είχε αρχίσει να ακούγεται στα ελληνικά γράμματα, τόσο ως ποιητής (στις αρχές του 1932 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή, Εφήμερα) όσο και ως κριτικός (με τακτική συνεργασία σε διάφορα έντυπα). Ο Βάρναλης, από την άλλη, είχε τα διπλά χρόνια του Κοτζιούλα (και κάτι παραπάνω, ήταν 48) και βρισκόταν στο τέλος της δημιουργικής δεκαετίας του (όπως την ονόμασε, εκ των υστέρων βέβαια, ο Γιάννης Δάλλας), τη δεκαετία 1923-33 μέσα στην οποία δημοσίευσε τα περισσότερα μεγάλα έργα του που του χάρισαν την καταξίωση. Λίγο καιρό πριν παρθεί η συνέντευξη, ο Κοτζιούλας είχε δημοσιεύσει στο λογοτεχνικό περιοδικό Μελέτη-Κριτική μια ευνοϊκή αλλά και ουσιαστική κριτική για την Αληθινή απολογία του Σωκράτη του Βάρναλη. Επιπλέον, οι δυο τους ήταν και ομοϊδεάτες -αν και ο Κοτζιούλας δεν είχε δημόσια εκδηλωθεί για αριστερός.

Έχει ενδιαφέρον να αναδημοσιεύουμε σήμερα, 84 χρόνια μετά, μια συνέντευξη, ένα είδος που, εν πάση περιπτώσει, είναι μάλλον εφήμερο; Πιστεύω πως ναι και όχι μόνο για τους μελετητές, αφού ο Βάρναλης εξακολουθεί, και δίκαια, να διαβάζεται από ευρύ κοινό. Οπότε σκέφτηκα να την ψηφιοποιήσω για να είναι προσιτή -το Μπουκέτο υπάρχει βέβαια ονλάιν (έως το 1934) αλλά σε αρχεία pdf χωρίς δυνατότητα αναζήτησης.

Μεταφέρω σε μονοτονικό και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία.

kotzbarn

Μετά τον κ. Κωστή Παλαμά, το γενάρχη και το σχολάρχη, όπως τον ονόμασαν, των ποιη­τών μας, έρχεται σήμερα η σειρά του κ. Κώστα Βάρναλη, ποιητή όχι της τελευταίας ώρας (αυτοί συνηθίζουν να σβύνουνται με την ίδια ευκολία που επιβάλλονται), αλλά της πρωτοπορίας. Ο παραπάνω τίτλος, τόσο ζηλευτός και τιμητικός για την ανήσυχη κι αεικίνητη εποχή μας, αξίζει ολωσδιόλου δίκαια να του δοθεί, γιατί ο Βάρναλης δεν αντιπροσωπεύει και δεν πραγματοποιεί μονάχα μια απλή ποιη­τική αναζήτηση, από τις πολύ φυσικές και συ­νηθισμένες στην ιστορία της τέχνης, αλλά βρίσκεται επικεφαλής —στον τομέα βέβαια της ιδικής του ασχολίας— ενός κινήματος με γενικότερη σημασία και με απροσδιόριστα ακόμη αποτελέσματα. Γι’ αυτό και οι σημερινοί νέοι, οι φυσικοί σημαιοφόροι, και πρόμαχοι κάθε καινούργιας ιδέας, καλλιτεχνικής ή κοινωνικής, που δεν έπιασε ακόμη ρίζες μες στο χώμα, αναγνωρίζουν στον ποιητή του «Καλού πολίτη» τον αποκλειστικό ποιητή τους, μ’ ένα φανατισμό ολότελα νεανικό, φτάνοντας κάποτε ως την αδικία με το να μην παραδέχονται κανέναν άλλον επί γης. Οι «Μοιραίοι» του, που μες στους καπνούς και τις βρισιές της υπόγειας ταβέρνας κλαίνε την τύχη τους κι ανιστοράνε τις κακομοιριές των, έχουν γίνει ένα από τα δημοτικότερα ποιήματα της νέας γενεάς κι έχουν ανυψωθεί σε αληθινό σύμβολο, μολονότι, εδώ που το ’φερε ο λόγος, δεν πρόκειται παρά για ένα ποίημα με μέτρια τεχνική αξία, από τα παλιότερ’ άλλωστε του ποιητή.

kbmpoukΓια το Βάρναλη κυκλοφορεί η φήμη πως περνάει τον καιρό του στα κρασο­πουλειά, άμα δε ραχατεύει στον καφενέ της Δεξαμενής παίζοντας τάβλι, και πως σπάνια μπορείς να τον πετύχεις αλλού πουθενά. Όμως η διάδοσις αυτή, όπως κι όλες τους, είναι υπερβολική και μπορώ, νομίζω, να την διαψεύσω. Εγώ τουλάχιστο ομολογώ πως δεν εδυσκολεύτηκα καθόλου να τον ανταμώσω και πως κατόρθωσα να του πάρω τη συνέντευξη από την πρώτη στιγμή που τον είδα και τον εγνώρισα. Τον εβρήκα στο σπίτι του, ένα καθόλου πολυτελές ανώγειο της οδού Ζαλοκώστα, το μεσημέρι την ώρα που είχε στρωμένο το τραπέζι κι έτρωγε…  ντολμάδες. Ομοτράπεζός του ήταν η κυρία του, με το πατρικό ό­νομα Μοάτσου, που υπηρετεί στην Α­θήνα ως καθηγήτρια της γαλλικής και γράφει και η ίδια στίχους —έχει εκδώσει κιόλας μια συλλογή— ολότελα βέ­βαια διαφορετικούς από τους επαναστα­τικούς και υπέροχους του αντρός της.

Η ώρα ήταν ακατάλληλη φυσικά για τη δουλειά που πήγα εγώ —ο άνθρωπος πεινούσε κι ήθελε να φάει— αλλά ο ποιητής πρόθυμος κι ευγενικός, μου ’δωσε την άδεια ν’ αρχίσω. Κι έτσι μαζί με τις μπουκιές του… κατάπινε και τις ερωτήσεις μου.

— Θα σάς ρωτήσω ό,τι θυμηθώ και θα μου απαντήσετε όπως σας αρέσει. Θα σας ακούω και δε θα κρατώ ση­μειώσεις…

— Σύμφωνοι. Λέγετε!

Η τελευταία λέξη μου ’ρχεται σαν απήχηση παλιά των γυμνασιακών χρόνων και θυμάμαι το… δεύτερο επάγγελμα του ποιητή,

— Εκάνατε καθηγητής στο γυμνάσιο, του λέω, δυναμώνοντας όμως τη φωνή μου, γιατί, καθώς είχα μάθει και καθώς ξέρουνε πολ­λοί, ο ποιητής πάσχει από βαρηκοΐα.

— Ναι, κάθισα κάμποσα χρόνια. Όταν όμως έβγαλα το «Φως που καίει», μ’ έδιωξαν για τα φρονήματά μου. Ήμουνα τότε, όταν συστήθηκε η Παιδαγωγική Ακαδημία με διευθυντή το Γληνό, καθηγητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αλλά ύστερ’ από ένα χρόνο καταργήθηκε κι αυτή η σχολή.

— Τι εντυπώσεις σας έχουν μείνει από το σκολειό; Ευχάριστες, δυσάρεστες; πώς τα πηγαίνατε με τα παιδιά;

— Α, τα παιδιά μ’ αγαπούσανε πάντα. Μ’ αγαπούσανε, αλλά μαζί και με υπέβλεπαν, όπως συμβαίνει μ’ όλους τους δασκάλους. Έτσι γίνεται με τα παιδιά. Μπορεί να σ’ έχουν στην καρδιά τους, αλλά την ίδια στιγμή θέλουν να σου βγάλουν το μάτι. Προσπαθούν να βρουν το πάτημά σου και μόλις κάνεις να γυρίσεις λιγάκι, αρχίζουν την κοροϊδία. Καλά είναι τα παιδιά, αλλά εγώ δεν θα μπορούσα να ξαναγυρίσω κοντά τους, με το κουσούρι που έχω. Αν ήσαν λίγα, καμιά δεκαιριά, ή μεγάλα και δεν εχρειάζονταν εξετάσεις, κάτι γι­νόταν. Έτσι όμως… Α, κι ένα άλλο. Τα παιδιά ώς ένα διάστημα είναι καλά. Πέρα όμως απ’ τα δώδεκα, τα δεκατρία χρόνια αρχί­ζουν να γίνονται Έλληνες, ψεύτες, πατριώτες, κι άστα…

Ρωτώ για την καταγωγή και τα πρώτα του χρόνια και μαθαίνω πως γεννήθηκε στον Πύργο της Βουλγαρίας, από Έλληνες εγκατε­στημένους εκεί. Προέρχεται από τη μεσαία κοινωνική τάξη κι ο πα­τέρας του ήταν δερματέμπορος, όπως μου είπε η κυρία του, παπου­τσής, όπως μου τόνισε ο ίδιος, χωρίς όμως να καταλάβω αν η δια­φορά ήταν απλή διαφορά λέξεων. Έχει κάμποσα αδέρφια ακόμα κι ένας μάλιστα απ’ αυτούς χρημάτισε διευθυντής σ’ ένα τραπεζι­τικό κατάστημα της Σόφιας.

— Κανένας τους όμως δεν γράφει, μου εξήγησε σε σχετική ερώτηση ο ποιητής. Α, όλα κι όλα… Αυτή η κατάρα έπεσε μονάχα σέ μένα.

—  Μείνατε πολύ στη Βουλγαρία;

— Καλύτερα να ’μενα για πάντα, να μην ερχόμουν ποτέ στην Ελλάδα, μου άπαντά με πίκρα και με κάποια αποστροφή στο πρόσωπό του, που είναι σχεδόν αναπόσπαστη από την έκφρασή του κι έχει βά­λει, θαρρείς, τη σφραγίδα της απάνω του. Φεύγοντας από κει πήγα στη Φιλιππούπολη και τελείωσα το γυμνάσιο. Κατόπιν ήρθα στην Α­θήνα και γράφτηκα στο πανεπιστήμιο όπου παρακολούθησα και πήρα δίπλωμα φιλολογίας.

—  Θυμάστε τίποτε από τότε;

— Ένα μηδενικό που μου ’βαλε ο Μιστριώτης. Οι καθηγητές ήσαν και τότε χωρισμένοι σέ κόμματα. Άμα λοιπόν ο φοιτητής πήγαινε με το μέρος του ενός, ο άλλος τον κατάτρεχε. Έτσι κι εγώ πήρα το μηδενικό από το Μιστριώτη, επειδή στους αντιπάλους του είχα καλούς βαθμούς. Δούλευαν και τότε οι χαφιέδες στο πανεπιστήμιο…

—  Κάνατε καθόλου ταξίδια;

— Ναι, πέρασα δυο – τρία χρόνια στο Παρίσι. Στην αρχή είχα πάει με υπο­τροφία. Κόπηκε όμως και γύρισα. Αλ­λά ξαναπήγα αργότερα, πριν από πεντέξι χρόνια. Παρακολούθησα και μα­θήματα αισθητικής και νεοελληνικής, από τον Μπας και…

—  Τον Περνό! συμπληρώνω

– Α, τον έχετε ακουστά; Σπουδαίος κι’ αυτός. Μέγα μηδενικόν!

Προσέχω πως ο Βάρναλης, κάθε φορά που θέλει να ειρωνευτεί ή να σαρ­κάσει, αντί να κάμει μορφασμούς και χειρονομίες ή να φωνάξει δυνατά σαν τους άλλους, περιορίζεται να ρίχνει καμιά καθαρευουσιάνικη λέξι, διατη­ρώντας πάντα αμετάβλητο το στεγνό κι αγέλαστο πρόσωπό του, με τις ζωη­ρές κιόλας ζάρες και με τα ψαρά μαλ­λιά.

— Πώς σας εφάνηκε το Παρίσι;

—   Πολύ ωραία πόλις. Έχει απ’ όλα. Φαγιά, κρασί, γυναίκες…

— Κάνατε παρέα με Γάλλους;

– Προ πάντων με… Γαλλίδες!

— Εδώ πέρα;

— Εδώ είναι απελπισία. (Και παίρνει τον κατήφορο). Εδώ δεν μπορεί κανείς ούτε να ζήσει. Οι καλλιτέχνες είναι σκλάβοι, η θέση τους φοβερή… για να δημιουργήσεις, χρειάζεται να ’χεις άνεση και κέφι, να περνάς μια ζωή «οτσιόζαμ», τεμπέλικη, όπως λεν κι οι Λατίνοι. Και πότε στο διάβολο να γράψεις και να διαβάσεις, όταν δουλεύεις οχτώ-εννιά ώρες την ημέρα, στη σύνταξη των λεξικών, δουλειά πληρωμένη; Το λογοτεχνικό βιβλίο δεν πουλιέται, θα το δουν δέκα άνθρωποι. Μην κοιτάτε μένα που έχω κάποια φίρμα και μ’ αγοράζουν. Εδώ οι λογοτέχνες, για να μπορέσουν να προκό­ψουν, ή διορίζονται σε δημόσιες θέσεις καλές ή γίνονται συγγρα­φείς… διδακτικών βιβλίων. Ναι, ναι, αυτά έχουν πέραση σήμερα κι αυτή είναι η αλήθεια…

— Και σεις πώς ζείτε;

— Δεν σας είπα; Στα λεξικά! Πότε στο ένα, πότε στο άλλο. Πότε μόνιμος, πότε αναπληρωματικός…

— Και δεν απελπίζεστε;

— Βέβαια. Ελπίζω όμως κάποτε. Λέω πως κάτι μπορεί να γίνει. Αν και μεις δε θα δούμε τίποτε. Αγωνιζόμαστε για τους αυριανούς, για τα παιδιά μας… Που λέτε, ένας άνθρωπος, στη σημερινή κοινωνία, μονάχα κατά δύο τρόπους μπορεί να συντηρηθεί, ή κλέπτων ή ψευδόμενος. Εγώ προτίμησα το δεύτερο. Και δουλεύω στα λεξικά από το πρωί ως το βράδυ…

— Και πότε γράφετε;

— Μα δε γράφω… Γιατί να γράψω; Για τη δόξα; Αφού δε βγαίνουν χρήματα…

— Και όμως σκοπεύετε να ξαναβγάλετε το «Φως που καίει».

— Ναι, ολότελα διορθωμένο κι αλλαγμένο, αλλιώτικο απ’ το πρώτο. Το βγάζω όμως για παράδες. Αν δεν ήταν γι’ αυτό, τι χρειαζόταν; Και στίχους δεν ξανάγραψα πια ύστερ’ απ’ τούς «Σκλάβους πολιορκημένους». Γιατί να τους γράψω; για να λέγομαι από άλλους μέγας, από άλλους ελάχιστος, καλύτερος από τον έναν, χειρότερος από τον άλλον;…

Ο τόνος της φωνής του παίρνει σ’ αυτό το σημείο μιαν ειλικρίνεια συγκινητική, σχεδόν τραγική. Κι αληθινά, δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις, άμα τον ζυγώσεις, πως αυτός ο περιγελαστής και σαρκαστής, που χαχανίζει για να μην κλάψει, είναι ένας άνθρωπος τραγικός κι αληθινός όσο λίγοι του καιρού μας.

— Και την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη», συνεχίζει, την έβγαλα μονάχα για να κερδίσω και να βρίσω… Έτσι κάνει ο τε­χνίτης. Βγάζει με το έργο το άχτι του. Κι έπειτα έρχεται η δόξα, όταν είναι να ’ρθει. Αλλά και πάλι, αν υποτεθεί πως διακρίνεσαι, έρχεται άλλος και σε σκεπάζει. Και στο τέλος ο θάνατος…

— Κάποτε είχατε κάμει στον «Παρνασσό» μια ομιλία για το Βιζυηνό. Τι απόγινε;

— Την έκανα κομμάτια. Ήταν όλο ενθου­σιασμούς και ρομαντισμούς. Το ίδιο κάνω για όλα μου τα παλιά. Τρέμω μήπως βρεθεί στα χαρτιά μου κανένα απ’ τα υπολειπόμενα που να με ρεζιλέψει…

— ‘Ώστε λογαριάζετε, βλέπω, την υστερο­φημία…

— Όχι σαν μέλλον, σαν τμήμα του πα­ρόντος.

— Έστω. Γράφατε πολύ νέος στίχους;

— Από μαθητής. Και τους δημοσίευα σ’ ε­παρχιακά φύλλα. Παν αυτοί πια…

Ήθελα να του προσθέσω πως παν όχι μο­νάχα αυτοί, αλλά κι η πρώτη του συλλογή, οι «Κερήθρες», αλλά βαστάχτηκα και δεν του ξανάφερα στο νου δυσάρεστες αναμνήσεις.

— Μπορώ τώρα να σας ρωτήσω για μερι­κούς λογοτέχνας μας;

— Ό,τι θέλετε.

— Ποιους πεζογράφους εκτιμάτε;

— Τον Παπαδιαμάντη που είναι άφθαστος, το Βουτυρά που έχει τεράστιο ταλέντο, φτάνει να μην ανακατεύεται με… ουράνια θέματα, και από τους τελευταίους πολύ—πολύ το Μυριβήλη και το Βενέζη…

— Ποιητές;

— Α, να σας πω. Όταν ήρθα εγώ, βρήκα έτοιμες αυθεντίες, όπως τον Παλαμά, να πούμε. Είναι μεγάλη η σημασία του και για τ’ άλλα, αλλά προ πάντων για το δημοτικισμό. Έπειτα έκανα ταχτι­κά συντροφιά και κουβέντα με το Μαρτζώκη. Εκτιμώ ακόμα το Γρυπάρη, το Μαλακάση, τον Πορφύρα, τον Καβάφη, το Φιλύρα. Αυτούς όλους τούς θαυμάζω, άλλον λιγότερο, άλλον περισσότερο. Εδώ δεν υπάρχουν βαθμολογίες. Δεν είναι όπως το σκολειό, όπου η γυναίκα μου μετράει και βάζει —εννιά, εννιάμισι, πέντε, πεντέμισι…

— Για τον Καρυωτάκη, τι γνώμη έχετε;

— Μου αρέσει πάρα πολύ. Τον έχω μες στην καρδιά μου. Εκ­φράζει τις διαθέσεις μου…

Παραξενεύομαι και του το λέω.

— Μα κι εγώ είμαι απαισιόδοξος, απαντά, με τη διαφορά ότι προχώρησα λίγο παρακάτω. Δε μπορούσα να βαστάξω αυτή τη δυ­στυχία κι έλεγα κάτι να ιδώ, να γελάσω τον εαυτό μου. Η διαφορά μεταξύ των δυο μας είναι μονάχα τοπική, όχι αξιολογική…

— Θα σας ρωτήσω ακόμα για δυο άλλους… συνομηλίκους σας, το Σικελιανό και τον Καζαντζάκη.

— Ο πρώτος έχει μέγα τάλαντον και μέγαν ταρταρινισμόν, έχει γράψει στίχους θαυμαστούς και στίχους αρλούμπες. Είναι φοβερά ασυγκέντρωτος και ακατά­στατος. Όσο για τον άλλον… μηδέν τάλαντον. Ξέ­ρει μονάχα και γράφει ωραία. Σαν τους παλιούς Αλεξανδρινούς, τον Απολλώνιο το Ρόδιο…

Βρίσκω πως αρκετά βασάνισα τον ποιητή με την ανάκρισή μου, τον ευχαριστώ και τον αποχαιρετώ μαζί με την υποχρεωτική κυρία του. Πριν φύγω του ζητώ μια φωτογραφία και βάζει τη γυναίκα του να ψάξει.

— Αυτήν, αυτήν να του δώσεις, όχι την άλλη… Αυτή με δείχνει γέρον… όπως και είμαι … Σαρανταοχτώ χρονών.

 

* Ίσως χρειάζεται εξήγηση ο ταρταρινισμός, που καταλογίζει ο Βάρναλης στον Σικελιανό. Είναι η καυχησιολογία, ο κομπασμός αλλά και ο ψευτοπαλικαρισμός -μια λέξη που γεννήθηκε από τον λογοτεχνικό ήρωα Ταρταρίνο (Tartarin) του Αλφόνς Ντοντέ.

119 Σχόλια to “Μια ώρα με τον κ. Κώστα Βάρναλη (συνέντευξη του 1932)”

  1. BLOG_OTI_NANAI said

    Καλημέρα! Πρώτος;

  2. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Τον μεν Πορφύρα τον θαυμάζει, «όσο για τον [Καζαντζάκη]… μηδέν τάλαντον». Καλύτερα, λοιπόν, να θυμόμαστε τον Βάρναλη για ένα (σημαντικό) μέρος του έργου του αλλά να αγνοούμε την κρίση του. Εν μέσω φορολογικών δλώσεων, καλή σου μέρα, Νίκο!

  3. Ηλίας said

    … τελικά , όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν .

    « Πέρα όμως απ’ τα δώδεκα, τα δεκατρία χρόνια αρχί­ζουν να γίνονται Έλληνες, ψεύτες, πατριώτες, κι άστα… »
    « Που λέτε, ένας άνθρωπος, στη σημερινή κοινωνία, μονάχα κατά δύο τρόπους μπορεί να συντηρηθεί, ή κλέπτων ή ψευδόμενος . »

    Εύγε Νικοκύρη μας .
    Πολυαγαπημένος Βάρναλης .
    Καλημέρα μας .

  4. BLOG_OTI_NANAI said

    Επειδή είμαστε σε καλή διάθεση, να πούμε και ένα από τα «μυστικά» της αναζήτησης ότι υπάρχει ένα ωραίο και με δυνατότητα αναζήτησης ευρετήριο 700 σελίδων για το «Μπουκέτο» από 1924 έως 1935: http://tinyurl.com/j3zjsft
    Η συνέντευξη αυτή αναφέρεται στην σελίδα 306 του PDF.

  5. raf giam said

    Μαζί με την υποχρεωτική κυρία του;…

  6. raf giam said

    Άκυρο, το ‘πιασα… Πρώτη φορά συναντώ τη λέξη αυτή μ’ αυτό το νόημα.

  7. Ηλίας said

    … άλλωστε όλοι μας θα θυμόμαστε τον Καζαντζάκη γιά τα υπέροχα ΠΟΙΗΜΑΤΑ του …
    Όλοι μας . Κι η Lady-Άντζελα-χτύπα-κι-άλλο .
    Ξανακαλημέρα μας .

  8. Γιάννης Κουβάτσος said

    Καλημέρα!
    «Μηδέν τάλαντον. Ξέρει μονάχα και γράφει ωραία.» Πολύ σημαντική η διάκριση.
    Πικραμένος και κυνικός ο ποιητής. Αν και πίσω απ’ τον κυνισμό (γράφει μόνο για το υλικό κέρδος) υπάρχει μόνο πίκρα τελικά, πίκρα για τα βάσανα και τους κατατρεγμούς που έζησε και τα περιγράφει στα «Φιλολογικά απομνημονεύματα».

  9. Γιάννης Κουβάτσος said

    Γιατί, Ηλία; Μπορεί η Άντζελα να ‘χει διαβάσει τις «Τερτσίνες». Δεν της το ‘χεις; 😊

  10. Από την προσωπικήν μου βιβλιοθήκην. Προλάβατε πριν το καταβιβάσουν… 😦
    Καλημέρα

  11. BLOG_OTI_NANAI said

    4: Ξέχασα να πω ότι είναι από την προσωπική μας βιβλιοθήκη όπως πάντα.

  12. BLOG_OTI_NANAI said

    10: Να πάρει, δεν βγήκε όπως έπρεπε 🙂

  13. spiral architect said

    Πολύ καλό το σημερινό.
    [..] Τα παιδιά ώς ένα διάστημα είναι καλά. Πέρα όμως απ’ τα δώδεκα, τα δεκατρία χρόνια αρχί­ζουν να γίνονται Έλληνες, ψεύτες, πατριώτες, κι άστα…

  14. Γιάννης Κουβάτσος said

    Κάθε πράγμα πρέπει να κρίνεται με βάση το χρονικό του πλαίσιο. Την εποχή που δόθηκε η συνέντευξη μπορούσε ακόμα ο Βάρναλης να βάζει στην ίδια πρόταση τον Πορφύρα και τον Καβάφη και να αποκαλεί ατάλαντο τον Καζαντζάκη, αφού είχε φτάσει 50 χρονών και δεν είχε γράψει ακόμα κάτι σημαντικό.

  15. Γιάννης Ιατρού said

    Καλημέρα,

    12: Εμ που να προλάβει κανείς με τα τσακάλια που είναι μαζεμένα εδώ 🙂

  16. cronopiusa said

    Πολύ ωραία η κυριακάτικη ανάρτηση
    ευχαριστούμε

    … η κυρία του, με το πατρικό ό­νομα Μοάτσου, που υπηρετεί στην Α­θήνα ως καθηγήτρια της γαλλικής…

    Ο δάσκαλος που γέρασε στην τάξη,
    είν’ όλο νεύρα κι όλο φασαρία.
    Όλα του φταίν: Το τζάμι το σπασμένο
    κι εκείνη η αμελέτητη η Μαρία.

    Φτερνίζεται και βήχει το χειμώνα,
    το καλοκαίρι πάλι όλο καψώνει.
    Σαν έρθει στολισμένη στο σχολείο
    αρπάζει απ’ τα μαλλιά την Αντιγόνη.

    Σκύβει, τα ματογυάλια του γλιστράνε,
    σιγά σιγά του πέφτουν απ’ τη μύτη.
    τότες ακόμα πιο πολύ νευριάζει,
    τα βάζει με την άταχτη Αφροδίτη.

    Το βράδυ μες στην άθλια κάμαρά του
    μαζεύεται νωρίς νωρίς κι αρχίζει
    εξήντα δυο τετράδια να διορθώνει.
    Το κάθε λάθος πόσο τον φουρκίζει!

    Δουλεύει στο τραπέζι του σκυμμένος
    αργά τη νύχτα, κάποτε ως τη μία.
    Χαρά μέσα στην άχαρη ζωή του
    ως τώρα δεν εγνώρισε καμία.

    Στον ύπνο του κι εκεί δεν ησυχάζει.
    Έρχονται και τον ζωνουν σαν δαιμόνοι
    και χαχανίζουν γύρω στο κρεβάτι
    Μαρία και Αφροδίτη και Αντιγόνη.

    ίσως θ’ άξιζε τον κόπο ένα αφιέρωμα στην Δώρα Μοάτσου, ξέρουμε τόσο λίγα

    Καλή σας μέρα!

  17. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @14. Φυσικά, έτσι είναι! Μπορεί όμως ο Καζαντζάκης του 1932 να μην είναι ακόμη ο Καζαντζάκης της Οδύσσειας και των μεγάλων μυθιστορημάτων αλλά ήδη είχε δώσει ΠΟΛΛΑ δείγματα γραφής (λχ η περίφημη Ασκητική του πρωτοδημοσιεύτηκε σε περιοδικό το 1927) και το να τον χαρακτηρίσει κανείς ως ατάλαντο, δεν αποδεικνύει βέβαια επαρκή κριτική περί τα λογοτεχνικά πράγματα ικανότητα..

  18. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    ..για να ακριβολογώ, το 1932 ο Καζαντζάκης ΕΙΝΑΙ ο παγκόσμιος πρωτομάστορας της Οδύσσειας (ήδη είχε τελειώσει την τρίτη -νομίζω- γραφή της), αλλά την εξέδωσε λίγα χρόνια αργότερα..

  19. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    2-18: Το 1932 ο Καζ. είχε πράγματι δημοσιευσει μεγάλα αποσπάσματα απο την Οδύσσεια (ή μάλλον την Οδύσεια). Ωστόσο, ακριβώς η Οδύσεια είναι το έργο που (σύμφωνα με τη γνώμη πολλών άλλων μελετητών) δείχνει πολύ χαρακτηριστικά αυτό που λέει ο Βάρναλης, που αλλωστε παραβάλλει τον Καζαντζάκη με τον Απολλώνιο τον Ρόδιο. Για να μην παρεξηγηθώ, ενώ αναγνωρίζω μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτο που λέει ο Βάρναλης, θεωρώ τον Καζαντζάκη πολύ μεγάλο, πολύ πιο άξιο να είχε τιμηθεί με το Νόμπελ παρά ο Ελύτης.

    16 Να το έχω στο νου μου

    4 Το Μπουκέτο όντως υπάρχει (ως το 1934) και έχει και ευρετήριο αλλά δεν γκουγκλίζονται τα κείμενά του Αν δηλαδή βάλεις μια φράση από τις σελίδες του (που να μην είναι στον τίτλο άρθρου) δεν σου βγαίνει έτσι δεν είναι;

  20. cronopiusa said


    Η σχέση Καζαντζάκη-Βάρναλη, η παραλίγο συγγένεια και τα… αλληλοκαρφώματά τους!

    Διακοπές στο Κράσι

  21. Γιάννης Κουβάτσος said

    Το μεγάλο καλό αυτού του ιστολογίου και των σχολιαστών του είναι ότι σε παρακινούν κάθε μέρα να ψάχνεις και να μαθαίνεις. 🙂 Η σχέση Καζαντζάκη και Βάρναλη πέρασε από χίλια-μύρια κύματα. Ακόμα και μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη, ο Βάρναλης δεν άλλαξε ουσιαστικά τη γνώμη του για το έργο του και τον ίδιο:
    »…Ολη του η αγωνία, όπως φαίνεται και στα βιβλία του και στα ιδιωτικά του γράμματα, είτανε να καταπλήξει με την εντυ­πωσιακή, την απροσδόκητη την υπερβολική φράση — την αλή­θεια του περιεχομένου την είχε για δεύτερο πράμα. Γι’ αυτόν το λόγο το έργο του κάνει εντύπωση, μα δεν πείθη. Δεν κινεί την πραγματικότητα – γιατί μένει έξω απ’ τη φλεγόμενη βάτο, την πραγματικότητα.»
    http://www.candianews.gr/2013/12/16/%CE%B7-%CF%83%CF%87%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%AC%CE%BA%CE%B7-%CE%B2%CE%AC%CF%81%CE%BD%CE%B1%CE%BB%CE%B7-%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BB%CE%AF%CE%B3%CE%BF/

  22. Γιάννης Κουβάτσος said

    20. Τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται. 🙂

  23. Γιάννης Κουβάτσος said

    19. Θέμα γούστου θα μου πεις, αλλά θα διαφωνήσω. Για να τα βρούμε στη μέση. μπορούμε να πούμε ότι κάποιοι Έλληνες λογοτέχνες δικαιούνταν πολύ περισσότερο το Νόμπελ από κάτι αναιμικούς Γάλλους, που προτιμήθηκαν λόγω γλώσσας, προβολής και πολιτικής σκοπιμότητας. Και όχι μόνο Γάλλους, έτσι;

  24. sarant said

    23 Το Νόμπελ για μένα θέλει εύρος έργου και διεθνή παρουσία. Ο Καζ. τα είχε και με το παραπάνω. Περισσότερο και από πολλούς Γάλλους ή ξένους.

  25. cronopiusa said

    Ο Νίκος Καζαντζάκης του Λευτέρη Χαρωνίτη

  26. Γιάννης Κουβάτσος said

    24. Και ποιότητα του έργου αλλά εδώ το πράγμα θέλει πολλή συζήτηση. 🙂
    Όντως αξίζει ένα αφιέρωμα στη Δώρα Μοάτσου, η οποία ήταν αυθύπαρκτη προσωπικότητα και όχι απλώς η γυναίκα του Βάρναλη. Δεν ήταν σπουδαία ποιήτρια, αλλά ήταν πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος και είχε το θάρρος να γράφει τέτοιους στίχους σε δύσκολες εποχές:

    ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Από ανάρτηση του Οικοδόμου)

    Αναστατώθηκε όλη η γειτονιά.
    Ήρθε χαράματα ο κυρ αστυνόμος
    κ’ έφερε διάτα, κάθε μια γωνιά
    ν’ ασβεστωθεί, χαμόσπιτα και δρόμος.

    Θα γίνουνε τα εγκαίνια του σχολειού
    που χτίστηκε «ομογενών δαπάναις».
    Έληξε η βασιλεία του παλιού,
    χαρήτε, στολιστήτε, φτωχομάνες!

    Επίσημοι θα ‘ρθούν με μουσική,
    πρέπει να ‘ν’ όλα καθαρά κι’ ωραία.
    Δε βλάφτει ν’ απομείνουν νηστικοί,
    φτάνει να ‘ναι η εντύπωση σπουδαία.

    Κι αρχίζει στο φτωχό συνοικισμό,
    ανάμεσα σε τοίχους μουχλιασμένους,
    φριχτή αγωνία για το γιορτασμό,
    να μην τους πουν λερούς, κακοντυμένους.

    Οι γριές τα κυριακάτικα φορούν
    κ’ οι νιες βάζουν τσιτάκια, τσελβολάκια.
    Στη σκέψη πως λιγάκι θα χαρούν
    χαμογελούν παρθενικά χειλάκια.

    Μα τι φιγούρα θε να κάνουν οι φτωχοί,
    που η μπόχα κ’ η κακομοιριά τους πνίγει
    κι ολημερίς τη δόλια περιοχή
    σύγνεφο μαύρο η μύγα την τυλίγει;

    Ντρέπονται! Μα ειν’ δικιά τους η ντροπή;
    Οι επίσημοι δεν πρέπει να ντραπούνε,
    καλοντυμένοι, μ’ όψη χαρωπή,
    λόγια, λόγια πολλά σαν θα τους πούνε;

    Μη θα σκεφτούνε τάχα μια στιγμή
    τι κρύβουν τα φτωχόσπιτα εδώ πέρα,
    τι βάσανα και τι αναστεναγμοί
    πικραίνουνε τη ζήση κάθε μέρα;

    Αυτοί, που δεν πονέσανε ποτές,
    που ζούνε σε πλουσιόσπιτα, χορτάτοι,
    θα νιώσουνε τις ώρες τις φριχτές
    του άρρωστου και του άνεργου εργάτη;

    Απ’ τη «σεμνήν» αυτήνε «τελετή»
    στα σπίτια τους μετά, σαν θα γυρίσουν,
    αδιάφοροι, ευτυχείς και γελαστοί,
    την πλούσια τους ζωή θα συνεχίσουν.

  27. Alexis said

    Καλημέρα.

    Ωραία η σημερινή ανάρτηση!

    Βρίσκω το λόγο του Βάρναλη, εν έτει 1932, φορτωμένο σε βαθμό υπερβολικό με προσωπική πικρία και σαρκασμό.
    Την αναφορά της λέξης «πατριώτης» με καθαρά αρνητική χροιά, σαν βρισιά, θεωρώ ότι θα ‘πρεπε να την αποφύγει.

    Μου άρεσαν πολύ τα ποιήματα της Δώρας Μοάτσου στα σχόλια 16 και 26.

    Στα λεξιλογικά της συνέντευξης να παρατηρήσω το επίθετο «τραπεζιτικός» που το άκουγα κι εγώ παλιά, αραιά και πού (θυμάμαι π.χ. την «τραπεζιτική επιταγή»), αλλά σήμερα έχει εξ’ ολοκλήρου αντικατασταθεί με το «τραπεζικός».
    Ορθά κατά τη γνώμη μου, αφού το πρώτο παραπέμπει στον τραπεζίτη ενώ το δεύτερο στην τράπεζα.

  28. Ριβαλντίνιο said

    Πώπω, ήταν λίγο φαρμακόγλωσσος και μνησίκακος . 👿

  29. Αφώτιστος Φιλέλλην said

    16.

    «Το βράδυ μες στην άθλια κάμαρά του
    μαζεύεται νωρίς νωρίς κι αρχίζει
    εξήντα δυο τετράδια να διορθώνει.
    Το κάθε λάθος πόσο τον φουρκίζει!»

    Στροφη-μαρτυρια. Αποδειξη οτι γραμματα εμαθαν , ακομα κι αν ηταν 62 στην ταξη.

    ΥΓ Στο δικο μου 6ταξιο Γυμνασιο ειμασταν 48-50 και χωρις θερμανση, σε κτιριο του 1928. Αυτα τα ολιγα για τα κινηματα των αγανακτισμενων γονεων με αιτημα 20 στην ταξη.

  30. «Προέρχεται από τη μεσαία κοινωνική τάξη κι ο πα¬τέρας του ήταν δερματέμπορος, όπως μου είπε η κυρία του, παπου-τσής, όπως μου τόνισε ο ίδιος, χωρίς όμως να καταλάβω αν η δια¬φορά ήταν απλή διαφορά λέξεων.»

    Η διαφορά είναι ιδεολογική. Για τον Αριστερό το να είσαι παπουτσής (τσαγκάρης) είναι πιο έντιμο από το να είσαι δερματέμπορος. Τα γνωστά κόμπλεξ της Αριστεράς. Σημειώνω ότι ο πατέρας μου ήταν τσαγκάρης και αντικομουνιστής και ο προμηθευτής του (και νονός μου) δερματέμπορος και κομμουνιστής

  31. sarant said

    30 Κόμπλεξ; Το πολύ να πείτε εμμονές. Πάντως ο Βάρναλης και σε άλλες πηγές έχει αναφερθεί στον τσαγκάρη πατέρα του. Ίσως ήταν μεγαλοτσαγκάρης, βέβαια, διότι η οικογένεια είχε χρήματα να στείλει τον μεγάλο αδερφό για σπουδές στην εμπορική σχολή της Αμβέρσας, αλλά με αυτό καταχρεώθηκε, οπότε ο ίδιος ο Βάρναλης μόνο χάρη σε υποτροφία πήγε γυμνάσιο και πανεπιστήμιο.

  32. Ριβαλντίνιο said

    Ωχ, ωχ, ωχ….

    @ Γρ. Κοτορσ.

    Θέλω να σχολιάσω για τον νεοφερμένο φίλο ότι το «νονός» που λέει δεν έχει καμιά σχέση με το δικό μου «αριστεροί βάφτιζαν δεξιούς» που είχα πει τις προάλλες στον Βάταλο (Παύλο Γλουτή) !

    Και όχι δεν αυτοκαρφώνομαι που το αναφέρω. Είναι που σε έχει φοβηθεί το μάτι μου …

  33. gpoint said

    # 24

    Αν κρίνω από τα υπόλοιπα νόμπελ που απονέμονται το κριτήριο είναι να απονέμεται για κάτι που δεν έχει ξαναγραφτεί διαφορετικά, κάτι που ανοίγει νέους δρόμους. Και φυσικά το Αξιον εστί ή και το Μονόγραμμα ακόμα θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στα παγκόσμια αριστουργήματα κάτι που δεν νομίζω να ισχύει για κανένα έργο του Καζαντζάκη.

  34. gpoint said

    # 13

    …..] Τα παιδιά ώς ένα διάστημα είναι καλά. Πέρα όμως απ’ τα δώδεκα, τα δεκατρία χρόνια αρχί­ζουν να γίνονται Έλληνες, ψεύτες, πατριώτες, κι άστα…

    το κακό είναι- με πολλούς, όχι μόνο με τον Βάρναλη- πως απ΄αυτήν την ηλικία αρχίζουν να έχουν άποψη για ό,τι ακούνε και αρχίζει το πρόβλημα των καλαναρχόντων τις πεποιθήσεις τους.

  35. spiral architect said

    Λίγα τα λόγια σας για τον Δήμο Τανάλια, ε;

    Αη Στράτης

  36. Νίκος Κ. said

    Εξαιρετικό!

    «Θα σας ακούω και δε θα κρατώ ση­μειώσεις…»
    Άρα η συνέντευξη μεταφέρθηκε (από τον Κοτζιούλα) στο χαρτί από μνήμης.

  37. argyris446 said

    Reblogged στις worldtraveller70.

  38. sarant said

    35 Δεν ήξερα για την εκδήλωση αυτή, καλά που τόβαλες.

  39. Κουνελόγατος said

    Cronopiusa, Γιάννη Κουβάτσο, ΠΟΛΥ ωραία ποιήματα, να είστε καλά, μου φτιάξατε το μεσημέρι…

    Πως λέγεται όταν κάτι αλλάζει μορφή; Πάντως, κάποια εποχή υπήρχαν παιχνίδια με το όνομα transformers. Α, ήταν και δίσκος, μάλλον του Lou Reed. Συγγνώμη για το άσχετο του θέματος… :mrgreen:

  40. Corto said

    Ο Βάρναλης για τον Σικελιανό και τον Καζαντζάκη:

    Με δυσφορία ανακατεύομαι (κι αυτό μονάχ’ από δημσιογραφικήν υποχρέωση) στην τελευταία συζήτηση περί σαφηνείας ή ασαφείας. Πρώτα – πρώτα γιατί μήτε ο καιρός μήτε ο τόπος είναι κατάλληλος για φιλολογικές συζητήσεις κ’ έπειτα γιατί φοβόμουνα μήπως η γνώμη μου αποδοθεί σ’ επαγγελματικήν αντιζηλία. Δηλώνω λοιπόν ευθύς από την αρχή, πως δεν έχω τίποτα να μοιράσω με κανέναν: ούτε τη γη με τον κ. Σικελιανό ούτε τον ουρανό με τον κ. Καζαντζάκη. Ομολογώ μάλιστα, πως είμ’ ένας από τους θερμότερους θαυμαστές των στίχων του κ. Σικελιανού, για να λείψει κάθε παρεξήγηση.

    Δεν έπρεπε η κακογραφία του κ. Σ. ν’ αποδοθεί στη δημοτική γλώσσα. Η κακομοίρα η δημοτική δε φταίει καθόλου. Όπως υπάρχουνε κακογράφοι της καθαρεύουσας, υπάρχουνε και κακογράφοι της δημοτικής. Άλλωστε η γλώσσα του κ. Σ. δεν είναι δημοτική μα νεοκαθαρεύουσα: μεταφρασμένη καθαρεύουσα με σύνταξη καθαρευουσιάνικη (του μελετώμενου, μετάφερα, από την καρδιά του, από τον ίδιον αυτόν ποιητή βεβαιωμένον κλπ).
    Πρέπει να χωριστεί ο ποιητής Σικελιανός από τον πεζογράφο ή στοχαστή Σικελιανό. Ο πρώτος είναι μέγας, ο δεύτερος έσχατος όλων. Αν ο κ. Σ. δεν είχε γράψει ποιήματα παρά μονάχα πρόζα, θα ’τανε ο χειρότερος κακογράφος της ελληνικής γλώσσας. Και κανένας δεν θα κοπίαζε ν’ απασχολήσει μ’ αυτόν τη δημόσια γνώμη.

    Ο κ. Σ. δεν κατόρθωσε ποτέ να βγει από το «εγώ» του και να φτάσει στο «εμείς». Λείπει από την ποίησή του και το στοχασμό του ο άνθρωπος. Πώς, λοιπόν, είναι η φωνή της Ελλάδας; Η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν είναι αυτός, αλλ’ οι Έλληνες.

    Συνύπατος του σκοταδιού (ομιλώ πάντα για το σκοτάδι της ουσίας κι όχι του ύφους), αλληλέγγυος και συνυπεύθυνος με τον κ. Σικελιανό στη δημιουργία του πνευματικού χάους, είναι ο κ. Καζαντζάκης. Δυαρχία ανισοβαρής: μεγάλο ποιητικό ταλέντ’ ο πρώτος, μέτριο ο δεύτερος· πηγαίος ο πρώτος, φκιαχτός ο δεύτερος· ενστιγματικός ο πρώτος, εγκεφαλικός ο δεύτερος.

    Ο Καζαντζάκης γράφει με αφόρητη δυσκολία κ΄ ύστερ’ από πολλή σκέψη. Δεν έχει ποιητική φλέβα μήτε κ’ αίσθηση του ρυθμού και της γλώσσας. Μήτε καν απλό γούστο. Οι στίχοι του είναι φριχτά άμουσοι. Ο δεκαφτασύλλαβος της «Οδύσσειας» του είναι μετρημένος με τα δάχτυλα κι όχι με τ’ αφτί και με το χτύπο της καρδιάς. Κι όμως έγραψε’ επίμονα κ’ επί πολλά χρόνια 33.333 τέτιους στίχους, χωρίς ούτε μια στιγμή να σαλέψει μέσα του κείνος ο «ευπαθής ζυγός», που δείχνει και τα εκατοστά του γραμμαρίου κάθε αποτυχημένου αποτελέσματος. Ιερός βέβαια ο αριθμός 3, ιερότερος ο έντεκα χιλιάδες εκατόν έντεκα φορές 3, αλλ’ ανίερος ο όγκος.

    Ό,τι κάνει με τη γλώσσα, κάνει και με την ψυχολογία. Αφύσικη γλώσσα, αφύσικη ψυχολογία. Οι ήρωές του δεν είναι μήτε ανθρώπινοι, μήτε κ’ υπερανθρώπινοι· είναι αντιανθρώπινοι.

    Είναι επιπλέον έξυπνος άνθρωπος και με μεγάλη μνήμη. Αλλά όπως είναι φκιαχτός ποιητής, είναι και φκιαχτός άνθρωπος. Έχει απέραντη σοφία, αλλά δεν έχει κριτικό πνεύμα. Πέρασε, μπορώ να πω, κ’ έζησε όλες τις φιλοσοφίες και γαντζώθηκε στη χειρότερη: στο μηδενισμό.

    (αποσπάσματα από το δοκίμιο του Κ. Βάρναλη «Περί Σκότους», Οκτώβρης 1942)

  41. Σκέφτομαο μήπως το «Ελληνες, ψεύτες, πατριώτες» ο Βάρναλης το είπε (ή το εννοούσε) χωρίς κόμματα, οπότε η σημασία του είναι αρκετά διαφορετική. Αλλωστε Patriotis Pseftis υπογράφει στο «Βασιλέα των Ορέων» του Αμπού ο συντάκτης της επιστολής διαμαρτυρίας που αποτελεί το προτελευταίο κεφάλαιο. (Το τελευταίο κεφάλαιο αποτελείται από μία μόνο φράση: «Αγαπητέ μου φίλε Αθηναίε, οι πιο αληθινές ιστορίες δεν είναι αυτές που έχουν συμβεί πραγματικά.»)

  42. Corto said

    Ο Κ. Βάρναλης για τον Δημοσθένη Βουτυρά:

    Ο Βουτυράς είναι ο μεγαλύτερος πεζογράφος της περασμένης και της τωρινής γενιάς. Σεβαστός παλαίμαχος της πέννας, δημιουργός του ρεαλιστικού διηγήματος στην Ελλάδα, ήρωας δημιουργός τόσων λαϊκών ηρώων, αγνός και τίμιος και σα συγγραφέας και σαν άνθρωπος, στάθηκε πάντα του δίπλα στο λαό και μακριά από τους εμπόρους της συνείδησής τους.

    (Κώστα Βάρναλη, Κριτικά – Νεοελληνικά)

  43. Corto said

    Ο Κ. Βάρναλης για την Αιμιλία Δάφνη:

    Μια ποιήτρια με πολύ μεγάλο ταλέντο…Η άξια συντρόφισσα του ποιητή Στέφανου Δάφνη, σεμνή και καλή γυναίκα, δούλεψε τον ελληνικό στίχο «με του ρυθμού το νόμο, έντεχνα και γοργά», όπως είπε ο Παλαμάς, και με πολύ αίσθημα. Και μας άφησε ποιήματα που θα τα σεβαστεί ο χρόνος.

  44. Corto said

    Ο Κ. Βάρναλης για τον Κώστα Καρυωτάκη:

    Αληθινά μπορεί να πεηφανεύεται γι’ αυτόν η γενιά «τους». Είταν ο καλύτερος ποιητής τους. Ταλέντο εξαιρετικά προικισμένο από τη φύση, λυρικό και σατιρικό. Και όσο κι αν είτανε το «δράμα» του ολότελ’ ατομικό, όμως η πνευματική, η ηθική και η πραχτική του στάση αντίκρα στη ζωή είτανε κοινή στην περισσότερη νεολαία της εποχής του. Είναι η στάση των νικημένων της ζωής, των «επιγόνων». Ο Καρυωτάκης στάθηκε η Συνείδηση κι ο Λόγος αυτών των νικημένων επιγόνων, που χωρίς έρμα, χωρίς πίστη, χωρίς γνώση βρεθήκανε μέσα στο χάος μιας εποχής «εν αποσυνθέσει», απομονωμένοι ο ένας από τον άλλονε, κι αντίς να πολεμήσουνε να βρούνε το σωστό δημιουργικό δρόμο για ένα καλύτερο αύριο, κοιτάνε να σώσουν ό,τι «πολυτιμότερο» έχουνε μέσα στην ψυχή τους με τη φυγή από την πραγματικότητα.

    (Κώστα Βάρναλη, Κριτικά – Νεοελληνικά)

  45. cronopiusa said

    Ο Γιάννης Ρίτσος απαγγέλει Κώστα Βάρναλη

  46. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    Κόρτο, πολύ ωραία τα όσα αντέγραψες, προσθέτουν πολύ στο άρθρο.
    Το «περί σκότους» αρχικά δημοσιεύτηκε -σε 4 συνέχειες- στη στήλη του Βάρναλη στην Πρωία.

  47. Corto said

    Μεταστροφή του Κ. Βάρναλη ως προς την αξιολόγηση του Σικελιανού και του Καζαντζάκη, μετά τον θάνατό τους:

    Για Σικελιανό:
    Ένας ποιητής τόσο πληθωρικός και μεγαλόστομος, τόσο αληθινός κι αυτάρκης, τόσο εμπνευσμένος κι αριστοτέχνης , που δεν έχει όμοιό του (…) Γιατί ο Σικελιανός είχε τη συνείδηση της ευθύνης απέναντι του Έθνους σαν ένας από τους πνευματικούς του ηγέτες. Και δεν πλεύρισε στον καιρό της κατοχής τον καταχτητή. Αλλά στάθηκε δίπλα στο λαό, που αγωνιζότανε για τη λευτεριά του(…)
    Στο θαρραλέο, στον ακέραιο, στον Έλληνα, στον τίμιο πνευματικό πρωταγωνιστή του καιρού του, θα χρωστάει το Έθνος παντοτινήν ευγνωμοσύνη, τόσο παντοτινή κ’ αθάνατην, όσο το έργο του Ποιητή.

    Για τον Καζαντζάκη:
    Ανεξάρτητα απ’ όλα αυτά, το έργο του είναι καταπληκτικό σε ποσότητα και σε ποιότητα. Σ’ όλα τα είδη του έντεχνου Λόγου στάθηκε θαυμαστός, αλλά πάντοτες έντεχνος. Έγραψε δεκάδες χιλιάδες στίχους και πεζά. Κι όλα με την αγωνία της «έκφρασης μη περαιτέρω». (Έτσι ορίζει το λογοτεχνικόν ωραίο ο Μπενεντέτο Κρότσε…)
    Οι νέοι (κ’ οι γέροι) έχουνε να πάρουνε πολλά διδάγματα απ’ τον Καζαντζάκη…Γιατί κι αν είναι το έργο του μάλλον αρνητικό, έχει δυο μεγάλα προτερήματα, που το σώζουν από κάθε χαλασμό: την ελευθερία της συνείδησης και την περηφάνεια της ελευθερίας.

  48. Corto said

    46 (Sarant):

    Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι δημοσιεύτηκε μέσα στην Κατοχή -γιαυτό γράφει ότι ο καιρός δεν είναι κατάλληλος για φιλολογικές συζητήσεις. Περιέργως οι πιο γόνιμες συζητήσεις της ελληνικής Γραμματείας έλαβαν χώρα σε δύσκολες ιστορικές στιγμές. Μπορούμε να βρούμε μιαν αντιστοιχία -τηρουμένων των αναλογιών- στις φιλοσοφικές και θεολογικές διαμάχες του 15ου αιώνα, με τους Τούρκους προ των πυλών.
    Πάντως το «περί σκότους» είναι καταπληκτικό κείμενο κριτικής, που δεν μένει μόνο στους δύο «σκοτεινούς» λογοτέχνες Σικελιανιανό και Καζαντζάκη, αλλά με αφορμή αυτούς, ανατέμνει την ουσία της Τέχνης («η μεγάλη Τέχνη είναι Τέχνη λαϊκή») και θίγει την αρρώστεια της ασάφειας στο περιεχόμενο και της εξεζητημένης έκφρασης. Ουσιαστικά ο Βάρναλης αναφέρεται σε όλους τους λογοτέχνες που για να φανούν περισπούδαστοι και βαθείς φιλόσοφοι, τελικά καταντούν ακαταλαβίστικοι. Εν τέλει στηλιτεύει τον διανοουμενίστικο ελιτισμό, πάγιο σύνδρομο του ελληνικού πνευματικού κόσμου .

  49. Γιάννης Κουβάτσος said

    Πάντως ένας εντελώς ατάλαντος να προσφέρει εκπληκτικό σε ποιότητα έργο…Όσο κι αν ο χρόνος και οι καταστάσεις συντελούν στην αλλαγή της γνώμης, και πάλι τέτοιες αντιφάσεις δεν δικαιολογούνται σ’ έναν ειδήμονα. Γιατί ο Βάρναλης δεν ήταν μόνο καλός λογοτέχνης αλλά και γερός φιλόλογος. Μάλλον οι προσωπικές σχέσεις και οι διακυμάνσεις τους τον επηρέαζαν καθοριστικά.

  50. Corto said

    49:
    Υποθέτω ότι ο Κώστας Βάρναλης αποδίδει μεταθανάτιες τιμές στον αποθανόντα Καζαντζάκη για την συνολική του προσφορά ως ακούραστο εργάτη των γραμμάτων, ασχέτως από τον τρόπο που αξιολογεί το έργο του. Υπό μίαν έννοια συνάδελφοι ήταν.

    Ως προς τον Σικελιανό, πιστεύω ότι δύο καθοριστικά συμβάντα για την επαναξιολόγησή του από τον Βάρναλη πρέπει να ήταν α) η εκφώνηση του «Ηχήστε σάλπιγγες» στην κηδεία του Παλαμά το 1943 (ενώ η κριτική «περί σκότους» γράφτηκε νωρίτερα) και β) το γεγονός ότι ο Σικελιανός έγραψε το ποίημα «Η Ελλάδα σέρνει το χορό, ψηλά, με τους αντάρτες».

  51. Θύμμαχος Θήτης said

    Ωραία η συνέντευξη. «Θα σας ακούω και δε θα κρατώ ση­μειώσεις…» Δηλαδή πήγαινε αμέσως μετά να τα γράψει; Τα έδειχνε μετά για επιβεβαίωση μην ξέχασε ή άλλαξε τίποτα σημαντικό; Άλλη εποχή βέβαια τότε και άλλοι άνθρωποι. Είναι και θέμα μνήμης αλλά ίσως και αν συμφωνείς/καταννοείς τι λέει ο άλλος, οπότε το αποδίδεις ανάλογα.

  52. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    48 Να το βάλουμε καμιά Κυριακή, λοιπόν

  53. Θύμμαχος Θήτης said

    λίστα με τραγούδια που είναι στίχοι Βάρναλη

    να βάλουμε και κανένα απ’ τα πιο γνωστά

  54. Corto said

    52: Το έχετε ψηφιοποιημένο (δακτυλογραφημένο);
    Αν όχι, να το πληκτρολογήσω και να σας το στείλω μέσα στην βδομάδα -πάντως είναι μεγαλούτσικο για μία ανάρτηση.

  55. sarant said

    54 Όχι, δεν το έχω. Αν το χτυπήσεις, με βοηθάς πολύ. Μία ανάρτηση θα πάει, κι ας είναι 4000 λέξεις (όπως το λογαριάζω)

    53 Πάντως η Διεθνής δεν είναι σε μετάφραση Βάρναλη!

  56. Παναγιώτης Κ. said

    Καζαντζάκης. Εκτός από λογοτέχνης υπήρξε και υφυπουργός.
    Άκουσα τελευταία, καθηγητή πανεπιστημίου, ιστορικό και ερευνητή, Πόντιο στην καταγωγή , να εξυμνεί την συμβολή του Καζαντζάκη στο ζήτημα της αποκατάστασης των προσφύγων. Στα εικονίσματά τους οι Πόντιοι αξίζει να έχουν την φωτογραφία του! Κάπως έτσι το είπε.

  57. Corto said

    55: Εντάξει. Θα το στείλω το συντομότερο δυνατόν στο e-mail. Θα ειδοποιήσω όταν είναι έτοιμο.

  58. sarant said

    57 Νάσαι καλά!

    56 Ομως με τους Ποντίους ασχοληθηκε πολύ πριν γίνει υφυπουργός.

  59. Παναγιώτης Κ. said

    Αλλά και η παρατήρηση του Άγγελου #41 νομίζω ότι είναι ουσιαστική!

  60. Εθελοντής για δακτυλογράφηση εδώ, Νικοκύρη στείλε!

  61. Παναγιώτης Κ. said

    @21. «Γιαυτό το λόγο το έργο του κάνει εντύπωση, μα δεν πείθει». !!!
    (Θαυμαστικά … συμφωνο-διαφωνίας…)
    Οι ενθουσιασμένοι με το έργο του Καζαντζάκη που βρέθηκαν στο δρόμο μου και κουβέντιασα μαζί τους ήταν κάπως μπερδεμένοι στη ζωή τους άνθρωποι.(Κατά την υποκειμενική μου βεβαίως άποψη)
    Δεν εξάντλησα το έργο το Καζαντζάκη. Ορισμένα μόνο βιβλία του έχω διαβάσει.

  62. Θύμμαχος Θήτης said

    55β α ναι; crowd-sourcing είναι το σάιτ αυτό, συμβαίνουν αυτά.

  63. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @40. [Οι στίχοι του -για τον Καζαντζάκη- είναι φριχτά άμουσοι]

    Θεριόχνοτο, γιομάτον αίματα τον έρωτα αγρικώ τον
    σα λιμασμένος μαύρος κόρακας το σπλάχνο μου να τρώει.
    μη με φωνάζεις και λυπούμαι τη την παρθενιά σου, ώ κόρη.
    Μα το ανοιγμένο ρόδο του στηθιού τον αγαπό μαυλίζει
    ………………………………………………………………………….
    Με πείσμα κι έρωτα θα πλάσουμε τον κόσμο ακέριο οι δυό μας

    Τυχαία και δειγματοληπτικά αντιγράφω 5 από τους 3333 «άμουσους» στίχους της Οδύσσειας και αν προσθέσουμε την «χειρότερη φιλοσοφία στην οποία γαντζώθηκε, στο μηδενισμό» [τον οποίο «μηδενισμό» του Καζαντζάκη πιθανότατα μόνο ο Βάρναλης έβλεπε..] καταλαβαίνει κανείς γιατί πρέπει να είναι τρίδιπλα κουμπωμένος στην λογοτεχνική κριτική που προέρχεται από ομότεχνο (έστω κι αν αυτός είναι ο μέγας Βάρναλης), ειδικά αν αυτός είναι παθιασμένα στρατευμένος σε μιά σωτηριολογική ιδεολογία. (Και είναι γνωστό το τί παθαίνει ο κρινόμενος όταν δεν είναι συστρατευμένος με τον κριτικό..)

  64. sarant said

    63 Εδώ που τα λέμε ο 17σύλλαβος είναι αχώνευτος. Συνηθίζω να διαβάζω κομμάτια από την Οδύσσεια αφαιρώντας δυο συλλαβές από κάθε στίχο και πάνε μια χαρά.

    Θεριό, γιομάτον αίματα τον έρωτα αγρικώ τον
    σα λιμασμένος κόρακας το σπλάχνο μου να τρώει.
    φωνάζεις και λυπούμαι τη την παρθενιά σου, ώ κόρη.
    Τ’ ανοιχτό ρόδο του στηθιού τον αγαπό μαυλίζει

    60 Το συγκεκριμένο το έχει ήδη ο Κόρτο. Όταν σκεφτώ κάτι άλλο, θα σου στείλω 🙂

  65. Μαρία said

    Διαβάζω οτι μεταξύ των φακέλων που διασώθηκαν απ’ την πυρά του ’89 είναι κι ο φάκελος του Καζαντζάκη.

  66. spatholouro said

    Δύο διορθωτέα που τσίμπησα κατά την ανάγνωση:
    1) όχι «σαν τίμημα του μέλλοντος» αλλά «σαν τμήμα του μέλλοντος»
    2) όχι «σαρανταοχτώ χρόνων» αλλά «σαρανταοχτώ χρονών»

  67. Γιάννης Κουβάτσος said

    63, 64: Εκπληκτική διαφορά! Σαν να είναι άλλο απόσπασμα! Τελικά, δεν φταίει κανένας »άδικος» Βάρναλης, ο Καζαντζάκης με τις εμμονές του αδίκησε το έργο του και το ταλέντο του…Με τον άχαρο δεκαεφτασύλλαβο, με τη λεξιθηρία του, με την αποτυχήμένη συνήθως λεξιπλασία του…Αν βρισκόταν κάποιος να μεταγράψει την »Οδύσεια» σε δεκαπεντασύλλαβο, θα τη διαβάζαμε με ευχαρίστηση και δεν θα αφορούσε πλέον μόνο κάποιους ειδικευμένους μελετητές, όπως τώρα, κακά τα ψέματα.

  68. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @64. (Χα, χα, χα, χα!) Γελάω, Νίκο, γιατί ακριβώς το ίδιο που κάνεις εσύ, το κάναμε στα μαθητικά μας χρόνια (πολλές δεκαετίες πρίν..), όταν επιχειρούσαμε να ..μελοποιήσουμε (λέμε τώρα!) με τις κιθάρες μας, αποσπάσματα από την Οδύσσεια..

  69. gpoint said

    η αλήθεια (μου) είναι πως για να σου αρέσει ο Καζαντζάκης πρέπει να θέλεις πολύ να σου αρέσει, να ε΄σαι μπερδεμένος άνθρωπος που λέει κι ο Παναγιώτης ή οπαδός του «όλα, μα όλα, μ’ αρέσουν»

  70. sarant said

    66 Ευχαριστώ, τα περνάω (υποθέτω ότι κοίταξες το πρωτότυπο, να μην το κοιτάζω κι εγώ)

  71. spatholouro said

    Ναι, το κοίταξα διότι σκόνταψα πάνω στο «τίμημα» και λέω κάτι άλλο θα είναι εδώ…

  72. 65 και άλλων, πολλών!

    http://www.avgi.gr/article/6616572/fakeloi-fronimaton-ti-sothike-apo-ti-fotia-tis-sumfiliosis-

  73. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @64, 67. Θα εκπλαγείτε αλλά αυτόν τον «στριφνό δεκαεπτασύλλαβο» (στριφνός- κυρίως γιατί μας εκτρέπει από την φυσική νεοελληνική μας ανάσα..) τον χρησιμοποίησε καί ο επικριτής του Καζαντζάκη, Βάρναλης!! Πάντως ο (πολυαγαπημένος μου) Καζαντζάκης, είχε δώσει μίαν εξήγηση γι αυτήν του την επιλογή. Θεωρούσε πως «ο ιαμβικός δεκαεφτασύλλαβος ακολουθούσε πιστότερα τον κυματισμό που είχε στο αίμα του, όταν εζούσε την Οδύσσεια» (Σημειωτέον ότι γι αυτήν του την επιλογή φαίνεται πως έπεισε και τον Κακριδή, στην την ομηρική τους συνεργασία..)

  74. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Κυριακάτικο,με την έννοια της γιορτής, σκοληνό, το νήμα σήμερα. Με δυο μεγάλες κι ανεξάντλητες προσωπικότητες των γραμμάτων μας που πολύ αγαπώ.
    >>Μια ώρα με τον κ. Κ. Βάρναλη
    όπως την εκπομπή της Μ. Ρεζάν «Μια ώρα έτσι, χωρίς πρόγραμμα»
    Σκέφτομαι αν σήμερα θα δινόταν τέτοια συνέντευξη, με την ευθύτητα που απαντά και κρίνει ο Βάρναλης πρόσωπα και καταστάσεις, που επίσης με ευθύτητα ρωτά ο Κοτζιούλας.

    Ο Βάρναλης,την εποχή της συνέντευξης, έχει παυθεί και τελικά απολυθεί, σχετικά πρόσφατα, από την Παιδαγωγική Ακαδημία αλλά έχει προηγηθεί η παλιότερη δικαστική περιπέτειά του με τα Αθεϊκά του Βόλου (1911), όταν, σχολάρχης στην Αργαλαστή, συμπαραστάθηκε στο γιατρό Δημ. Σαράτση και στον παιδαγωγό Αλέξανδρο Δελμούζο που κατηγορήθηκαν από το δεσπότη και μερίδα του Τύπου για»μαλλιαρισμό», αθεΐα και όργια.
    Διαρκώς πληρώνει (τα χειρότερα έπονται) το τίμημα της συνέπειας στις ιδέες του.
    Το 1932 επίσης, υπογράφει και το “αντιπολεμικό μανιφέστο των διανοουμένων”.

    «Ξέ­ρει μονάχα και γράφει ωραία.» λέει για τον Καζαντζάκη.
    Ο Βάρναλης αναζητά στο έργο τη ζέστα της ψυχής, την αληθινή συγκίνηση, όπως αναφέρει στα Αισθητικά του (σχ.40 κ.ε. αποσπάσματα από τον Corto), που εκεί -στα Αισθητικά- λέει και για την κρύα περισσοτεχνία Σούτσων και Ραγκαβήδων έναντι της εξομολόγησης χωρίς πόζες του Βιζυηνού.

  75. Γιάννης Κουβάτσος said

    Πικραμένος κι αδικημένος ένιωθε απ’ τα παιδικά του χρόνια ο Βάρναλης, όπως φαίνεται στο ποίημά του »Μικρογραφία» (από το βιβλίο του Ηρακλή Κακαβάνη »Ο άγνωστος Βάρναλης»)

    ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ
    I
    Καλωσύνη δε γνώρισα! Παιδάκι
    δεν άπλωσε κανείς να με χαηδέψει,
    να με πάρει αγκαλιά να με φιλήσει.
    Το στερνοπαίδι εγώ και τ’ αποσπόρι,
    με διώχναν όλοι κι όλοι με χτυπούσαν!
    Δε μ’ έλεγε κανείς με τ’ όνομά μου.
    «Αφτός» και «μπρε» και «σουτ εσύ! Δεν είσαι
    παιδί μας! Σ’ αγοράσαμε από μάβρην
    κατσιβέλα μισό τσουβάλι πίτουρα!»
    Το πίστεβα και ζάρωνα στην κώχη.
    Μάζεμα εγώ και ξένος, δεν κοτούσα
    να παίζω, να γυρέβω – ούτε να κλάψω.
    Μα κι όταν φανερώθηκε το ψέμα,
    πάλι απόμεινα μάζεμα και ξένος!
    Πότε θα μεγαλώσω, για να φύγω!…
    Από πατέρα ορφάνεψα μωρό
    κι ο πρώτος αδερφός και πρώτο μίσος,
    μάβρα γυαλιά κι αμίλητος, με πείσμα
    με κοπανούσε ολημερίς να στρώσω!
    Και νύχτα με ξυπνούσε να με δείρει.
    Μιαν τρίτ’ ή τέταρτη άνοιξη ξεπόρτισα.
    Ω τι μεγάλος που ναι ο κόσμος έξω!
    Χίλιες φορές πιο λαμπερός ο ήλιος!
    Τα χελιδόνια χαμηλοπετούσαν
    άφοβα ολόγυρά μου – εγώ φοβόμουν!
    Να χα κ’ εγώ φτερά για να πετάξω
    τ’ αψήλου, όσο μακρύτερ’ από δώθες!…
    Λίγο παρέξω καταπράσινη άπλα.
    Πρωτόβλεπα χωράφια φυτρωμένα.
    Κυνηγημέν’ απ’ τον αγέρα τρέχαν
    τα στάχι’ απανωτά. Τόση ομορφιά
    δε βάσταξα και κάθησα να κλαίω!
    `II
    Κυριακάδες, Χριστού και Πάσκα η μάνα
    στην εκλησιά με τράβαγε ν’ αγιάσω,
    νηστικόν αξημέρωτα, γι’ αντίδερο.
    Ώρες στο πόδι, κούραση και πείνα
    και δε νογούσα τίποτ’ απ’ τα «γράμματα»!
    Κι άμα ο παπάς εσκόλναε, προσκυνούσα
    στο εικονοστάσι αράδα τις εικόνες…
    κι όξω με καρτερούσε ο Πειρασμός,
    λαχταριστά κουλούρι’ αφράτα, λόφοι.
    Όλα τα καλοπαίδια μασουλούσαν
    κι ο αγέρας μοσκοβόλαγε σουσάμι.
    Κοντοστεκόμουν κλαίοντας! – «Πάρε μου ένα!»
    – «Περπάτα!» και μου τράνταξε το χέρι.
    Να μην κακομαθαίνουν οι φτωχοί!…
    Μεγάλωσα νωρίς και ξενιτέφτηκα.
    Με τους δικούς μου εξήντα χρόνια ως τώρα
    ούτε γραφή ούτε μήνυμα! Κι ωστόσο
    τους κουβαλούσα μέσα μου όπου πάγαινα:
    κουβαλούσα τον άμοιρο εαφτό μου…
    Πουθενά δεν μπορούσα να ριζώσω.
    Ξένος παντού και μάζεμα. Γυναίκες;
    Αληθινές! Μα ο χωρισμός φαρμάκι.
    Με τον καιρό συχωρεθήκαν όλ’ οι
    ξενοδικοί. Αργοπόρησα, σειρά μου!
    Μα όσο βαθιά και να με κατεβάσουν
    τα σκοινιά, θα κατέβουν κ’ οι κακίες,
    δικές μου κι αλλωνών… Μα το κουλούρι
    θα με βαραίνει πρώτο σα μυλόπετρα,
    πιότερο κι απ’ του τάφου μου την πλάκα
    (αν έχω πλάκα, μα κι αν έχω τάφο
    κι αν δε με διώξουν οι νεκροί.) Χωρίς
    αγάπη κανενός ανθρώπου ή σκύλου.
    Κι αν έζησα ή δεν έζησα, καμιά
    διαφορά στον Απάνου ή Κάτου Κόσμο.
    Μα κάλλιο να μην είχα γεννηθεί,
    για να μην είχα κι αποθάνει απόψε!
    Και μακάρι, όσο να χω αδικηθεί,
    εγώ να μην αδίκησ’ άθελά μου!…
    Και σαν ζυγιάζει ο διάολος την ψυχή μου
    με ψέφτικη παλάντζα να με κλέψει,
    – «Σταμάτα, βλάμη! Κ’ είμαι παραπάνου
    παρ’ όσο θες αμαρτωλός και φταίχτης»!

  76. ΣΠ said

    55β, 62
    Ούτε ο Jean-Jacques Goldman έγραψε την μουσική. Δεν θα μπορούσε άλλωστε γιατί είναι σύγχρονός μας.

  77. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    75. Κι εδώ, στο Σαράι μας 🙂 μαζί και του Κοτζιούλα (σχ.30) δυο παιδικού παράπονου:

    Το κουλούρι του Κώστα Μπουμπού

  78. Θύμμαχος Θήτης said

    76 ναι αυτό τους το έχουνε γράψει και στα σχόλια. Όποιος έχει χρόνο μπορεί να τους γράψει τα σωστά, το υλικό εκεί (και τις διορθώσεις) το βάζουν οι χρήστες. Γενικώς καλή προσπάθεια μου φαίνεται και παλιό σάιτ. Για όλων των ειδών τους στίχους.

  79. Γιάννης Κουβάτσος said

    Α, ευχαριστώ πολύ, Έφη, μου είχε ξεφύγει αυτή η ανάρτηση. Συγκλονιστική αυτή η σκηνή με τη φωτογραφία της μάνας του…

  80. Μαρία said

    78

    Γνεφίστεν σεις που ουσατώρα ημέραν κ’ είδατε καλόν!

  81. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα, με προλάβατε στις εσωτερικές παραπομπές

  82. leonicos said

    θεωρώ τον Καζαντζάκη πολύ μεγάλο, πολύ πιο άξιο να είχε τιμηθεί με το Νόμπελ παρά ο Ελύτης.

    Ασφαλώς κι έπρεπε να είχε τιμηθεί ο Καζαντζάκης με το Νόμπελ. Αλλά τον υπονέμευσαν από την κυβέρνηση. Τόσο απίθανοι ήσαν που μπλόκαραν το πρώτο ελληνικό Νόμπελ. Είναι γνωστό ότι αυτό το καθήκι, ο Μελάς, πήγε απί τούτου στη Στοκχόλμη.

    Ο Παλαμάς πρέπει να μη βραβεύθηκε επειδή δεν είχαν ακόμα ‘ακούσει’ για την Ελλάδα οι σουηδοί.

    Αλλά να λες ‘παρά ο Ελύτης….’ είναι αδικία. Δικαιολογείται μόνο σαν θυμός που δεν βραβεύτηκε και ο Καζαντζάκης. Έργο σαν το Άξιον Εστί δεν έχει γραφτεί, ισάξιο του Canto General του Neruda.

    Ένας άλλος που, κατ’ εμέ, άξιζε Νόμπελ ήταν ο Εγγονόπουλος.
    Για τον Ρίτσο… θα έλεγα ‘ίσως’

  83. Παναγιώτης Κ. said

    Το «Ηχήστε σάλπιγγες» και το «Πνευματικό εμβατήριο» αξεχώριστο αυτό με την μελοποίηση που έκανε ο Μίκης, είναι δύο δημιουργήματα για να είναι ο Σικελιανός «κτήμα ες αεί» και να μου θυμίζει συγκινώντας με , «αυτόν τον κόσμο τον μικρό τον μέγα».

  84. Corto said

    82 (Leonicos):

    Ο ίδιος ο Βάρναλης στο κείμενό του για τον θάνατο του Σικελιανού («Έλληνας ποιητής και άνδρας») φαίνεται ότι θεωρούσε τελικά τον Σικελιανό άξιο για Νόμπελ:
    «…αυτοί οι επίσημοι Έλληνες, που δεν ντραπήκανε να εμποδίσουνε την απονομή του βραβείου Νόμπελ στο Σικελιανό (εθνική τιμή) και δε ντρεπόντανε να του κλείσουνε την πόρτα της Ακαδημίας Αθηνών (εξαγνισμός της Ακαδημίας)!»

  85. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @82. Νομίζω πως για την περίπτωση Καζαντζάκη δεν πρέπει να αφήνουμε υπονοούμενα για τα ηθικά και αξιοκρατικά κριτήρια της Ακαδημίας Αθηνών και τις ενέργειες του αγνού πατριώτη Σ. Μελά. Η Ακαδημία απλώς είχε να κάνει με δύο τεράστια λογοτεχνικά μεγέθη, έπρεπε να πάρει κάποια απόφαση (φυσικά, κάποιος θα έμενε παραπονεμένος..) και τελικά αναγκάστηκε να προτείνει αξιοκρατικά στη Σουηδική Ακαδημία τον Γεώργιο Βουγιουκλάκη… (Πάντως ο Κωστής Παλαμάς ήταν υποψήφιος το 1929 αλλά το Νομπέλ απονεμήθηκε στον Τόμας Μαν..).

  86. sarant said

    Οι προτάσεις για Νόμπελ είναι πια δημόσια προσβάσιμες.

  87. Ριβαλντίνιο said

    Κροατία – Τουρκία 1-0 Ωραία !

    Πολωνία – Ψευδοϊρλανδία 1 – 0 Πολύ ωραία !!

    (επί του πιεστηρίου)
    Γερμανία – Ουκρανία 2-0 Πάρα πολύ ωαραία !!!

    —————————————————————-
    Για το Κόπα Αμέρικα τα ξημερώματα :

    Εκουαδόρ – Αίτή
    Η Αϊτή έχει αποκλειστεί ήδη. Θα παίξει για την τιμή της. Το Εκουαδόρ θέλει νίκη και μόνο νίκη για να περάσει. Αν είναι και με πολλά γκολ (2 περισσότερα από το Περού) τόσο το καλύτερο. Δεν του κάνει η ισοπαλία.

    Βρασζιλία – Περού
    Και οι δύο θέλουν τη νίκη. Την Βραζιλία την ευνοεί και η ισοπαλία. Με ισοπαλία όμως μπλέκουν στις ισοβαθμίες αν νικήσει το Εκουαδόρ. Μακάρι να αποκλειστούν οι αντιπαθητικοί Βραζιλιάνοι. Στηρίζουμε τους Κετσούα με όλη την καρδιά μας.

    Σε περίπτωση νίκης του Ισημερινού και ισοπαλίας του Βραζιλία – Περού έχουμε τριπλή ισοβαθμία η οποία καταρχάς ευνοεί την Βραζιλία που νίκησε την Αϊτή 7 – 1. Μετά η πρόκριση για το Περoύ και το Εκουαδόρ θα κριθεί στην μεταξύ τους ισοβαθμία γι’ αυτό και το Εκουαδόρ θα πρέπει να επιδιώξει νίκη με πολλά γκολ εις βάρος της Αϊτής. Ας ελπίσουμε να κάνουν νίκες το Περού και ο Ισημερινός και να πετάξουν εκτός συνέχειας τους Βραζιλιάνους.

    Για το Γιούρο αύριο :

    Ισπανία – Τσεχία
    Στηρίζουμε Ισπανούς. Να περνάν αέρα οι μεγάλες ομάδες να δούμε ωραία νόκ άουτ.

    Ιρλανδία – Σουηδία
    Στηρίζουμε τους Κέλτες που φοράνε και πράσινα. Ζητάμε συγνώμη από τους Βίκινγκς και τον Μπέργκ, αλλά δεν έχουμε ξεχάσει ακόμη το γιουχάισμα που μας έριξαν οι οπαδοί τους στο Euro του 2008.

    Ιταλία – Βέλγιο
    Στηρίζουμε Ιταλία για πολλούς λόγους : 1. Θέλουμε να το σηκώσει (έχει απ’το ’68 να πάρει ). 2. Όπως είπαμε θέλουμε να περνάνε οι μεγάλες ομάδες για να δούμε ενδιαφέροντα πλέι οφ. 3. Οι Βέλγοι δεν έχουν ωραία χρώματα εμφάνισης και δεν είναι έθνος. Πότε θα διαλυθούν να πάνε οι μισοί με τους Γάλλους και οι άλλοι μισοί με τους Ολλανδούς να τελειώνουμε επιτέλους ; Νισάφι πια… 🙂

  88. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @86. Αφού είναι έτσι, κάνε ένα δώρο στους φίλους σου! Βρες την πρόταση για τον Γεώργιο Βουγιουκλάκη (κατά προτίμηση, με τις υπογραφές των Ακαδημαϊκών που την υπέβαλαν) και ανέβασέ την, εδώ. Θα έχουμε να το συζητάμε για καιρό..

  89. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    88.Άλλος για το Νόμπελ;

    Άλλος για το Νόμπελ;

  90. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @89. Έκανες πολύ καλά και μας υπενθύμισες εκείνη την ανάρτηση, Έφη..

  91. sarant said

    88 Γιώργο, δεν είναι τόσο απλό. Ή μάλλον είναι απλό, αλλά μπλέκει. Εννοώ ότι η βάση δεδομένων με τις επίσημες προτάσεις είναι ανοιχτή πλέον για τα χρόνια ως το 1965.

    Και, όπως βλέπεις εδώ, δεν υπάρχει κανείς Βουγιουκλακης που να έχει προταθεί
    http://www.nobelprize.org/nomination/archive/country.php

    Τα περί Βουγιουκλάκη τα αναφέρει ο Πάτροκλος Σταύρου, που δεν είναι τυχαίος, και δίνει και ντοκουμέντα, επιστολές, αλλά αφού δεν επιβεβαιώνονται από τα επίσημα στοιχεία πρέπει να συμπεράνουμε ότι θα είχε απλώς αναφερθεί κάπου το όνομά του.
    http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=126971

  92. BLOG_OTI_NANAI said

    Για την υποψηφιότητα Βουγιουκλάκη αναφέρει κάπου το «Επτά Ημέρες» (2/11/1997) ότι ήταν απλή αντίδραση στην υποψηφιότητα του Καζαντζάκη. Σε PDF εδώ: http://tinyurl.com/jedblj2 (η αναφορά ξεκινά στο τέλος της σελίδας 7 [έτος 1946] και συνεχίζει λίγο στη σελίδα 10). Ο συγγραφέας του χρονολογίου φαντάζομαι είναι (ήταν) αυτός: http://tinyurl.com/j3a68xl

  93. BLOG_OTI_NANAI said

    92: Το λινκ του Νίκου στο 91 είναι πληρέστατο και από τον ίδιο συγγραφέα, αλλά δεν το πήρα χαμπάρι.

  94. gbaloglou said

    40 Ο Καζαντζάκης γράφει με αφόρητη δυσκολία κι ύστερ’ από πολλή σκέψητόσα πολλά;!;

  95. spatholouro said

    Τον αγνοούσα τον Βουγιουκλάκη…

    Εδώ ο Ζεβελάκης έχει κάνει καλή δουλειά:

    Τα Ευαγγελικά δεν τελείωσαν το 1901

  96. Γιάννης Ιατρού said

    Καλημέρα κι απ΄εδώ 🙂

  97. Alexis said

    #41: Άγγελε ναι, έτσι χωρίς κόμμα (Έλληνες ψεύτες πατριώτες) είναι πιο λογικό!

    Νομίζω ότι γενικά ο Βάρναλης στην κριτική του προς το έργο κάποιων λογοτεχνών επηρεάζεται (περισσότερο απ’ όσο πρέπει ίσως) από την προσωπική πορεία και στάση ζωής του καθενός.
    Τον Καζαντζάκη μπορεί να τον πει κάποιος ελιτιστή διανοούμενο, αλλά τα έργα του κάθε άλλο παρά ελιτίστικα είναι.
    Το γεγονός ότι πολλά από τα έργα του συμπεριλαμβάνονται στα περισσότερο διαβασμένα από τους Έλληνες λογοτεχνικά έργα, και με πάμπολλες μεταφορές σε θέατρο και κινηματογράφο, αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

    Και μια γενική παρατήρηση με αφορμή την προχθεσινή …νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου για τα τρολ, και κάποια σχόλια που γίνανε σ’ αυτό και σε προηγούμενα νήματα:
    Ας μην φτάσουμε στο άλλο άκρο, να θεωρούμε δηλαδή κάθε νεοφερμένο σχολιαστή ως τρολ, απλώς και μόνο επειδή εκφράζει κάποιες απόψεις «περίεργες», «αιρετικές» ή ακόμα και ακραίες.
    Το κριτήριο για να χαρακτηρίσουμε κάποιον «τρολ» θα πρέπει να είναι η τήρηση των κανόνων της στοιχειώδους ευπρέπειας και του σεβασμού προς το Νικοκύρη και τους συσχολιαστές, και όχι το άν συμφωνούμε ή όχι μαζί του.
    Θυμίζω τον αλήστου μνήμης Ολλανδώνυμο σχολιαστή, ο οποίος κάθε άλλο παρά ακραίες απόψεις εξέφραζε (τον Κούλη Μητσοτάκη μπήκε να υποστηρίξει, άμα τη εκλογή του) αλλά έκανε άνω-κάτω το ιστολόγιο, βρίζοντας και χυδαιολογόντας ασύστολα και …ακούραστα επί μία ολόκληρη μέρα.

  98. gpoint said

    # 87

    Αντιπαθητικός είσαι και φαίνεσαι που θα πεις αντιπαθητικούς τους δημιουργούς του τζιόγκου μπουνίτου. Ασχετε !!!

  99. Alexis said

    #98: Τζι, τα τελευταία χρόνια υποστηρίζω σταθερά σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις Αγγλία και Βραζιλία.
    Τους πρώτους γιατί ανακάλυψαν το τόπι και τους δεύτερους γιατί το έκαναν υψηλή τέχνη.
    Γιατί η ομάδα (πρέπει να) είναι πρώτα απ’ όλα συναίσθημα και μετά όλα τ’ άλλα…

    Παρεμπιπτόντως, βρίσκω ευρηματικό τον λογοπαικτικό τίτλο της ΕΡΤ «Euro Euro όλοι» στην εκπομπή σχολιασμού που έπεται του κάθε αγώνα.
    Χθες πάντως η εκπομπή έζησε μεγάλες στιγμές. Ο κλαρινογαμπρός Πετράν σε νέες περιπέτειες 😀

  100. gpoint said

    # 99

    Σωστά τα κριτήρια σου αν και η Αγγλία θυμίζει το δάσκαλε που δίδασκες λόγω κουλτούρας και έχουν μείνει κάποιες δεκαετίες πίσω σαν τον Μπάγιεβιτς και τον γιδοβοσκό στα δικά μας. Πορτογαλία η δεύτερη επιλογή μου, λόγω γλώσσας, Κριστιάνο Ρονάλντο και…2004

    Οσο για την εκπομπή δεν τους κάνω την χάρη, με το σφύριγμα της λήξης κλείνω… Πάντως για τον Μαυρογιαλουρίδη έχω «ιδίαν πείρα» που λένε

  101. sarant said

    92-95 Καλημέρα. Όπως το καταλαβαίνω εγώ, η υποψηφιότητα του Βουγιουκλάκη, αν υποβλήθηκε,δεν θα θεωρήθηκε καν παραδεκτή (δεν μπορεί να προτείνει ο καθένας).

  102. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @95. Πολύ ενδιαφέροντα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στον σύνδεσμό σου, φυσικά όμως, όσο και αν αλλάζουν κάπως την αίσθηση που έχουμε για το πρόσωπο αυτό σε σχέση με την υπόθεση Καζαντζάκη, δεν αλλάζουν την τρομακτική ατμόσφαιρα διωγμού που έζησε ο Καζαντζάκης στην άθλια ελληνική πραγματικότητα εκείνης της εποχής.. (Και να πεις ότι ο Ν.Κ -και ο Σικελιανός- ήταν κομμουνιστές, θα έλεγα «ντέφι να γίνει, πληρώσανε τα μετεμφυλιακά πάθη!»..)

  103. sarant said

    102 Δεν τους συγχώρεσαν την έστω και προσωρινή συμπόρευση με τους κομμουνιστές

  104. Ριβαλντίνιο said

    @ 98 gpoint

    🙂

    ——————————–
    Πέρασαν Εκουαδόρ και Περού (με κάλπικο γκολ, αλλά ας μην μιλάνε οι Βραζιλιάνοι για εύνοιες…) .
    Τι ωραία τι καλά,
    τραλαλά τραλαλά.

  105. BLOG_OTI_NANAI said

    Στα «Φιλολογικά Χρονικά» υπάρχει μια αναφορά στις υποψηφιότητες Καζαντζάκη – Σικελιανού. Θεωρεί ότι δεν ήταν ενωμένοι όλοι σε μία υποψηφιότητα γι’ αυτό απέτυχαν.

  106. sarant said

    105 Ο Καζαντζάκης στα γράμματά του (του 1946) επέμενε σε κοινή υποψηφιότητα των δύο τους.

  107. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ο Αρκουδέας στο βιβλίο του «Το χαμένο Νόμπελ» αναφέρει ότι αρχικά ο Καζαντζάκης και ο Σικελιανός δεν ήθελαν την κοινή υποψηφιότητα. Φυσικά ο ασταθής Καζαντζάκης άλλαξε γνώμη, αλλά το πράγμα δεν προχώρησε για τους γνωστούς λόγους.
    Επίσης απέρριψαν ασυζητητί την κοινή τους υποψηφιότητα ο Ελύτης με τον Ρίτσο, μια συνυποψηφιότητα που θα γεφύρωνε, υποτίθεται, δύο κόσμους.

  108. BLOG_OTI_NANAI said

    Ψαχνοντας, βρήκα ένα ενδιαφέρον δημοσίευμα από ένα φύλλο του 1984 της εφημερίδας «Εκκλησιαστική Αλήθεια» (του Ι.Μ. Χατζηφώτη), όπου φαίνεται πως το 1946 η ιεραρχία της Εκκλησίας δεν είχε συγκρουστεί ακόμα με τον Καζαντζάκη ούτε και το αντίστροφο, καθώς ο συγγραφέας στέλνει επιστολή στον επίσκοπο Θυατείρων (εδρεύει στο Λονδίνο και έχει στη δικαιοδοσία τις ορθόδοξες παροικίες της δυτικής και βόρειας Ευρώπης) και του ζητά να κάνει τις ενέργειες ώστε να υποστηρίξει την διπλή υποψηφιότητα Καζαντζάκη-Σικελιανού κάτι που θα προβάλει την Ελλάδα. Στην αρχιεπισκοπή Θυατείρων υπάρχει όπως λέει ο συντάκτης αρχείο σχετικό με τον Καζαντζάκη και περιέχει την εν λόγω αλληλογραφία. Όπως λέει ο αρθρογράφος η σύγκρουση επήλθε κυρίως με τον «Τελευταίο πειρασμό». Πάντως για να στείλει επιστολή ο Καζαντζάκης σημαίνει ότι τουλάχιστον δεν είχε φτάσει η κατάσταση στα άκρα:

  109. Μαρία said

    108
    Άλλο ένα απο τα πολλά γράμματα που έστελνε δώθε κείθε το ’46, σύμφωνα με μαρτυρία της Αλεξίου, Η σκληρή μάχη για το Νόμπελ στο: Για να γίνει μεγάλος, όπου αναδημοσιεύει αποσπάσματα απο τις επιστολές του προς τον Πρεβελάκη.

  110. Δες said

    #19 Το Μπουκέτο υπάρχει στην Πλειάδα ψηφιοποιημένο (αλλά δυστυχώς δεν έχει περαστεί από OCR, καλά θα’ταν…) και ευρετηριασμένο μέχρι και το ’36, όχι το ’34.

  111. sarant said

    110 Σωστά!

  112. Suitonios said

    Ο Καζαντζάκης ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Περιθάλψεως Προσφύγων (των πρώτων που ήρθαν πρίν το 1922, από την Ανατολική Ρωμυλία λόγω των Βουλγάρων και εγκαταστάθηκαν στην Κομοτηνή (Γιουμουλτζίνα τότε) και στον Αλμυρό Βόλου. Ομως παραιτήθηκε όταν είδε ότι δεν μπορούσε να προσφέρει κατι ουσιαστικό…
    -Σχετικά με τους τσαγκάρηδες, μην ξεχνάμε ότι ήταν στην πλειοψηφία τους τροσκιστές και Αρχειομαρξιστές στο μεσοπόλεμο….

  113. 109 Όπου ο Πρεβελάκης, άλλος εγωπαθής!

  114. BLOG_OTI_NANAI said

    Ακόμα και ο Καζαντζάκης είχε μιλήσει υποτιμητικά κάποτε για τον… Σικελιανό, χαρακτηρίζοντας τον «Ορφικό Ματσούκα». Το οποίο βεβαίως δεν λέει κάτι αν δεν ξέρει κάποιος ποιος ήταν ο ποιητής Ματσούκας αλλά αν δει κάποιος το σχετικό άρθρο στο ΑΝΤΙ ( στο τεύχος 911-912 (2008) http://tinyurl.com/johlwzx ) λέει πολλά ενδιαφέροντα.

  115. sarant said

    Bαριά κουβέντα!

  116. BLOG_OTI_NANAI said

    115: Κι εγώ δεν τον ήξερα, αλλά όταν διάβασα το άρθρο κατάλαβα ότι ήταν βαριά για τον Σικελιανό!

  117. spatholouro said

    Δεν ξέρω εάν έχει θησαυρισθεί συνεντευξούλα του Βάρναλη στον Κ. Καλαντζή:

    ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΤΥΠΟΣ 5/10/1931
    http://srv-web1.parliament.gr/display_doc.asp?item=34062&seg=
    (μετάβαση σε σελ. 28)

  118. sarant said

    117 Μπράβο, δεν την είχα υπόψη μου. Και πάλι (όπως και στον Κοτζιούλα το 1932) λέει ότι ο βιοπορισμός τον εξαντλούσε.

  119. […] Πηγή : . . . […]

Σχολιάστε