Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Υποθήκες για το κρασί (δυο χρονογραφήματα του Βάρναλη)

Posted by sarant στο 31 Μαΐου, 2020


Καθώς έχουμε χαλαρώσει τους περιορισμούς έχουν πια ανοίξει εστιατόρια και ταβέρνες, που τα τιμήσαμε στο ιστολόγιο με το άρθρο της περασμένης Δευτέρας. Συνεχίζουμε λοιπόν σήμερα στο ίδιο κλίμα. Για κυριακάτικο λογοτεχνικό ανάγνωσμα σάς προτείνω δυο χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη, δημοσιευμένα στην περίοδο της Κατοχής, που τώρα τα συμπεριέλαβα στον τόμο «Συμποσιακά», και είναι κατεξοχήν συμποσιακά, αφού ο Βάρναλης παρουσιάζει δυο αντικρουόμενες απόψεις για το πώς πρέπει να πίνει κανείς κρασί.

Παραξενεύεται κανείς λίγο όταν διαπιστώνει ότι στην πιο βαθιά στιγμή της Κατοχής, τον Σεπτέμβρη του 1942, θα μπορούσαν οι υπόδουλοι να προβληματίζονται για την καλύτερη οργάνωση των κρασοκατανύξεων -αλλά ο πεινασμένος παρηγοριέται καρβέλια ονειρεύοντας (σικ, ρε).

Το πρώτο χρονογράφημα (Πρωία, 17 Σεπτεμβρίου 1942)

Υποθήκαι

—Το να πιεις ένα καλό κρασί δεν είναι απλή δουλειά. Πρέπει πρώτα να «ανακαλύψεις» το κρασί. Και για να το ανακαλύψεις δεν αρκεί να είσαι μονάχα μερακλής, που δεν μπορείς να υποφέρεις τα «δεύτερα» πράματα παρά και να μη λυπάσαι τους κόπους. Ρωτώντας πας στην Πόλη, κρασί όμως δεν βρίσκεις. Οι περισσότεροι δεν το μολογάνε, για να μην τελειώσει ή γιατί ο κάπελας δε θέλει πελατεία. Θα βάλεις αυτί στην διπλανή παρέα των κρασοπατέρων στο καφενείο και είναι αδύνατο κάποιος απ’ αυτούς σε μια στιγμή να μη φέρει τη κουβέντα στο ενδιαφέρο θέμα. Απ’ αυτούς θ’ ακούσεις πού πηγαίνουν τα βράδια ή αν δεν τ’ ακούσεις, θα τους παρακολουθήσεις μόλις σηκωθούν. Ή θα ιδείς πρωί πρωί τον μπάρμπα-Σκουρά να κατεβαίνει τρεκλίζοντας τα σκαλιά της οδού Πλουτάρχου (από τα ύψη του Λυκαβηττού): «πού τα έπινε»; Απάνω στο μεθύσι του θα σου πει την αλήθεια (από τρελό κι από μεθυσμένο μαθαίνεις την αλήθεια).

Αλλ’ άμα το βρεις, δεν τελείωσε η υπόθεσις. Πρέπει να ξέρεις και πώς θα το πιεις. Πολλά προβλήματα υπάρχουν προς λύσιν, που οι ατζαμήδες του ποτηριού δεν τα υποψιαστήκανε ποτές. Μακάριοι άνθρωποι! Είναι τα προβλήματα του μεζέ, της ώρας και της παρέας.

Πολλές πλάνες επικρατούν και σ’ αυτόν τον τομέα της ανθρώπινης γνώσης. Οι πλάνες είναι γενικά αμέτρητες—και τις πιστεύουν όλοι από γενιά σε γενιά. Οι αλήθειες είναι λίγες —και λίγοι τις ξέρουν. Η επιστήμη λέει, πως καμιά τροφή κατ’ αρχήν δε βλάπτει. Βλάπτει ο συνδυασμός των τροφών. Με ποια λοιπόν τροφή θα συνδυάσεις το κρασί; Πολλοί νομίζουν πως ο μεζές πρέπει να είναι αρμυρός, για να προκαλεί δίψα: σαρδέλες, ρέγγες! Μα τη δίψα πρέπει να την έχεις από πριν. Και δεν είσαι ποτέ διψασμένος για κρασί, αν δεν πεινάς αβάσταγα. Η πρώτη λοιπόν προπαρασκευή για τον αγώνα του ποτηριού είναι να δημιουργήσεις πείνα. Είτε να δουλέψεις πολύ στο ύπαιθρο είτε ν’ ανεβείς στο βουνό, είτε να κολυμπήσεις πρωί στη θάλασσα. Και να μη βάλεις τίποτα στο στόμα σου. Όποιος από την παρέα σου τρώγει σταφύλια ή παξιμάδι ή πασατέμπο πριν κάτσει στο τραπέζι, είναι απόβλητος. Αυτός δε θα έχει όρεξη και θα σκοτώσει με την ακεφιά του το ζήλο των αλλωνών. Λοιπόν ο καλύτερος μεζές είναι η σούπα. Σούπα ρωμαλέα είτε μοσκαριού είτε γαλοπούλας είτε ψαριού, πηχτή πηχτή με μπόλικη ντομάτα και μανέστρα ή πατσάς. «Μετά τη σούπα κούπου»(*) λέει ο λαός. Ύστερα από τη σούπα έρχονται στην πρώτη γραμμή οι σκάρες, ύστερα οι γκιουβετσάδες και τελευταία τα τηγάνια —όχι συκωτάκια ή σουπιές. Δεν τα έχεις όλα αυτά; Θα αρκεσθείς στα κριθαρένια παξιμάδια, στα στραγάλια και στο τυρί. Όχι ωμές σαλάτες ή μαγιονέζες ή σκορδαλιές —δεν συνδυάζονται με το κρασί και με την μπίρα. Χαλούνε το στομάχι.

Άλλο πρόβλημα είναι της ώρας. Κι εδώ κυριαρχεί η πλάνη, πως οι καλύτερες ώρες για κρασί είναι οι βραδινές. Όχι. Είναι οι μεσημεριανές. Ο οργανισμός πρέπει να είναι ξεκούραστος, να μην έχει προηγηθεί άλλο γεύμα εντός της ημέρας. Έτσι η όρεξη για φαγί είναι μεγαλύτερη, άρα και η όρεξη για κρασί μεγαλύτερη. Καλύτερα να πίνεις από το μεσημέρι ως το βράδυ παρά από το βράδυ ως το πρωί. Στην πρώτη περίπτωση η ζωτικότητα του ανθρώπου όλο και μεγαλώνει, στη δεύτερη όλο κι ελαττώνεται.

Το τρίτο πρόβλημα είναι της παρέας. Κρασί χωρίς παρέα δεν έχει γούστο. Και γι’ αυτό δεν έχει διάρκεια. Αλλά ποια είναι η καλύτερη παρέα; Οι φίλοι —λέει η πλάνη. Μα φίλοι δεν υπάρχουν. Κι απάνου στο κρασί δείχνουν όλοι τα κρυμμένα τους πάθη ο ένας εναντίον του άλλου. Οι λεγόμενες «παρεξηγήσεις» είναι απλώς απότομες εκδηλώσεις παλιών μυχίων αντιπαθειών. Ούτε οι φιλενάδες κάνουνε για παρέα. Δεν ξέρουν να πίνουν, κουράζονται γρήγορα και σε απασχολούν από το κύριο θέμα. Την καλύτερη παρέα την κάνουν οι άγνωστοι άνθρωποι του λαού που τους βρίσκεις στην ταβέρνα, κάθεσαι στο διπλανό τραπέζι κι από κουβέντα σε κουβέντα σε καλούνε να κάτσεις στο τραπέζι τους. Δεν τους ξέρεις, δε σε ξέρουν—αυτό είναι το μέγα «άλλοθι». Κι αυτό ζητάς, όταν πηγαίνεις να πιεις: να λησμονήσεις και να λησμονηθείς!

Σημείωσέ τα αυτά γιατί δε θέλω άμα πεθάνω, να περπατάει η ανθρωπότητα στο σκότος!

(*) Έτσι είναι τυπωμένο. Πιθανώς τυπογραφικό λάθος αντί για “κούπα”.

Πέντε μέρες αργότερα, στις 22 Σεπτεμβρίου, δημοσιεύτηκε το δεύτερο χρονογράφημα, που είναι βασισμένο κυρίως στην επιστολή αναγνώστη, ο οποίος διαφωνεί με τον «υποθηκοφύλακα» του πρώτου χρονογραφήματος.

«Ένας που πίνει»

Η ένωση κάνει τη δύναμη, μα η διαίρεση αποδεικνύει τη ζωτικότητα της δυνάμεως. Όσο περισσότερες «αιρέσεις» παρουσιάζονται σ’ ένα κίνημα (δογματικό, επιστημονικό, κοινωνικό), τόσο σπουδαιότερη και γενικότερη η σημασία του και τόσο πιο επίκαιρη η γέννησή του.

Ένα τέτοιο ζήτημα είναι και του κρασιού. Όχι γιατί τώρα είναι η εποχή, που πατιούνται τα σταφύλια και βαρελιάζονται οι μούστοι. Αυτό είναι απλό επεισόδιο στην όλην υπόθεση. Το κρασί είναι επίκαιρο και ζωτικότατο εδώ κι αμέτρητους αιώνες, από τότε που ο άνθρωπος εστάθηκε κάπου κι οργάνωσε την πρώτη αγροτική κοινωνία.

Λοιπόν. Αμέτρητους αιώνες πίνει ο άνθρωπος το αίμα του αμπελιού, για να «ευφρανθεί η καρδία του» —όπως εντέλλεται η Γραφή. Αλλά ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να ευφρανθεί; Δεν πρέπει να ξεχνούμε και την κοινωνική πλευρά του ζητήματος. Κάθε εποχή «ευφραίνεται» με το δικό της τρόπο. Θα μπορούσε κανείς να γράψει την ιστορία των λαών γράφοντας την ιστορία της κρασοποσίας των. Αλλά και κάθε άτομο «ευφραίνεται» με το δικό του τρόπο. Αλλά πάντα μέσα στα πλαίσια της ομαδικής «συνήθειας».

Λοιπόν. Ένας που πιστεύει πως ξέρει να πίνει, ή μάλλον που χαριτολογεί απάνου σ’ αυτό το θέμα, μας έδωσε τις «υποθήκες» του πριν από λίγες μέρες σ’ αυτήν τη στήλη για το ποιος είναι ο καλύτερος μεζές, η καλύτερη ώρα κι η καλύτερη παρέα για το κρασί. Και μας είπε πως ο καλύτερος μεζές είναι η σούπα· οι καλύτερες ώρες το μεσημέρι (ως το βράδυ) κι η καλύτερη παρέα οι απλοί άνθρωποι του λαού, που κατά τύχην σε προσκαλούν να καθίσεις στο τραπέζι τους, άγνωστος μεταξύ αγνώστων.

Αλλά κάποιος αναγνώστης, που υπογράφεται «ένας που πίνει», δεν συμφωνεί μ’ αυτές τις «υποθήκες» του χαριτολόγου φίλου μας. Είναι οπαδός της κλασικής παράδοσης και δε φαίνεται να έχει αντιρρήσεις απλώς «για να γίνεται κουβέντα», παρά γιατί έχει και πείρα και γνώση του ζητήματος. Είμαστε υποχρεωμένοι να φιλοξενήσουμε τις γνώμες του —κι ας κάνει καλά μαζί του ο «υποθηκοφύλαξ» των νέων ιδεών.

«Ούτε με σαρδέλες, ούτε με ρέγγες πίνεται το κρασί. Ούτε και με σούπα και νερά. Η σούπα τρώγεται μετά το γλέντι και μάλιστα τα ξημερώματα της άλλης μέρας, όταν σφάζεται ο κόκορας και μπαίνει στο τέντζερη. Και τότε τρώγεται με λίγο κρασάκι μονάχα.

Βέβαια στην πρώτη γραμμή έρχονται οι σκάρες —όχι ψάρι, γιατί το κρασί δεν πίνεται με ψάρι— παρά με κρέας: παϊδάκια, μπριζόλα χοιρινή με μπόλικο λεμόνι ή βραστό χωρίς ζουμί.

Το γκιουβέτσι δεν είναι μεζές, αλλά φαγί. Το γκιουβέτσι είναι καλό για μεγάλη παρέα. Αλλ’ η μεγάλη παρέα είναι εχθρός του κρασιού. Ένας, που θέλει να πιει σε ταβέρνα, ποτές δεν πάει με περισσότερους από τρεις.

Επίσης έχετε λάθος, πως οι ωμές σαλάτες κι η σκορδαλιά δεν συνδυάζονται με το κρασί. Γιατί ειδικά το σκόρδο, είναι ωραίος μεζές.

Όσον αφορά για την ώρα, νομίζω πως οι καλύτερες ώρες είναι οι βραδινές. Γιατί το βράδυ ο άνθρωπος είναι κουρασμένος από τις δουλειές της ημέρας και ζητάει ξεκούραση στην ταβέρνα.

Έχω επίσης τη γνώμη, πως το κρασί πρέπει να το πίνεις μόνος όταν ξέρεις να κάνεις παρέα  με τον εαυτό σου. Τότε όλες οι ώρες είναι καλές κι όλοι οι μεζέδες περίφημοι…»

Δεν πιστεύω να έχει σπουδαίες αντιρρήσεις σ’ όλα αυτά ο «υποθηκοφύλαξ των νέων ιδεών». Για έναν που έχει κέφι και σεκλέτια, όλες οι ώρες κι όλοι οι μεζέδες είναι καλοί —και μάλιστα όταν δεν βρίσκει κι εκείνο κι αυτούς όποτε και όπως τα θέλει. Ο «υποθηκοφύλαξ» μίλησε για τους καλύτερους όρους να πίνουν κρασί οι «αριστοθήραι», οι μερακλήδες κι όχι απλώς να το πίνουν, παρά να το γλεντάνε.

Απ’ όλες τις γνώμες του επιστολογράφου μας η τελευταία του είναι η πιο αξιοσημείωτη: πως την καλύτερη παρέα την κάνει ο εαυτός μας. «Ο ένας που πίνει» είναι άνθρωπος «που πίνει ένας» δηλαδή μοναχός του. Κι ο ένας είναι ο «δυνατός», που λέει ο Ίψεν ο ατομικιστής. Είναι δυνατός όμως όχι γιατί είναι ένας, παρά γιατί μπορεί να τα έχει καλά με τον εαυτό του. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε φοβάται τίποτε και δεν πελαγώνει ποτέ. Αλλά πόσοι είναι οι τέτοιοι; Οι περισσότεροι πίνουν για να ξεχάσουν και να ξεχαστούν. Είναι άρα οι άνθρωποι που δεν τα έχουν καλά με τον εαυτό τους. Αυτοί ξεχνούνε και ξεχνιούνται μονάχα με παρέα αγνώστων· και κάθε φορά σε άλλη ταβέρνα, με άλλους αγνώστους.

Δεν ξέρουμε αν ο πρώτος βαρελόφρων εκφράζει την άποψη του Βάρναλη ή αν ο Βάρναλης είναι απλός διαιτητής ανάμεσα στους δύο, όπως φαίνεται στο δεύτερο χρονογράφημα. Πάντως ο Βάρναλης το τιμούσε δεόντως το κρασί!

 

230 Σχόλια to “Υποθήκες για το κρασί (δυο χρονογραφήματα του Βάρναλη)”

  1. Πέπε said

    Καλημέρα.

    !!!
    Πρώτη φορά βλέπω τέτοια προσέγγιση.

  2. Παναγιώτης K. said

    Η εμπειρία μου δένει με την πρώτη γραφή.

    Για άλλη μια φορά είναι απολαυστικός ο Βάρναλης!

    Και καλό…ατακαδόρικο φροντιστήριο. 🙂 Διαβάστε:
    «Σημείωσέ τα αυτά γιατί δε θέλω άμα πεθάνω, να περπατάει η ανθρωπότητα στο σκότος!»

    Για να έχουμε τα πράγματα σε χρονική συνάφεια, θυμίζω ότι ο λιμός ήταν στο χειμώνα ΄41-42΄.
    Σεπτέμβρης λοιπόν του ΄42 μάλλον ήταν λιγότερο άσχημα τα πράγματα.

    Έχει λεχθεί ότι τα Μεσόγεια (οινοπαραγωγός περιοχή της Αττικής) έσωσαν την Αθήνα με τη ρετσίνα που πουλούσαν στους Αθηναίους.

    Επίσης να σημειώσουμε πως στις αγροτικές περιοχές το κρασί ήταν μέρος της διατροφής. Έχω διαβάσει να λένε για πρωινές «κρασοπαπάρες» που έτρωγαν οι αγρότες πριν πάνε στο χωράφι. Τους στύλωνε αυτό, το εκ των ενόντων, φαγητό.

  3. Στην δεκαετία του 60, πρόλαβα λάτρεις της ρετσίνας, κάποιας ηλικίας, που δεν έμεναν πιστοί σε μια ταβερνα αλλά γύριζαν σε άλλες γειτονιές, ακόμη και μακρινές, όταν έπεφτε σύρμα μεταξύ τους πως έχει καλό κρασί.
    Σημειωτένον ότι η γεύση της ρετσίνας διαφέρει από βαρέλι σε βαρέλι του ίδιου ταβερνιάρη αλλά και ανάλογα και με την στάθμη του βαρελιού με καλύτερη εκείνη στο γιοματάρι. Σώσμα έπιναν οι πιο μπατίρηδες επειδή είχε περισσότερα γράδα και έκαναν κεφάλι με λιγότερι κρασί άρα λιγότερα χρήματα, σύμφωνα με μαρτυρία φίλου, παλιού ταβερνιάρη.

  4. nikiplos said

    Καλημέρα! Ωραίο το άρθρο, την τελευταία μέρα του Μαΐου, που πέφτει και Κυριακή…

    Το κρασί όπως το ξέρουμε σήμερα είναι ολόκληρη κουλτούρα η οποία έχει ιστορία τόσων αιώνων. Καλλιεργήθηκε και σήμερα αποδίδει όσο τίποτε άλλο. Το βασικό βέβαια είναι πως παραγωγή οίνου είναι ολόκληρη επιστήμη.

    Επιστήμη όμως, όπως φαίνεται και από το άρθρο αλλά και από τις κουλτούρες των οινοπαραγωγών και οινοκαταναλωτικών χωρών είναι και η κατανάλωσή του. Η πόση του.

    Πιστεύω πως 4 ποτήρια είναι καλά να πιεί κανείς όταν ξεδίνει… Δεν είναι λίγο είναι 1000ml κρασί, ήτοι 80ml καθαρή αλκοόλη. Το αλκοόλ πρέπει αυστηρά να καταναλώνεται ΜΕ ΦΑΓΗΤΟ.

    Εκείνοι που κάνουν δίαιτα ας προτιμήσουν ένα μόνο γλυκό ποτήρι, κι ας περιοριστούν στο ένα γιατί θα αναγκαστούν να «τσακίσουν» άθλια τα ξηροκάρπια.

    Σωστό αυτό που λέει ο συγγραφέας και μύστης του οίνου για την παρέα. Την καλύτερη εξομολόγηση την κάνεις σε άγνωστο. Στους φίλους δεν τα μολογάς όλα, πόσο μάλλον σε συγγενείς σου… Με φιλενάδα, δεν πίνεις ποτέ πολύ, νόμος, εξόν κι αν είσαι τελείως … ατζαμής και αφελής…

    Περί φαγητών συμφωνώ με τον Βάρναλη. Κρέας σε σχάρα και μόνο, ώστε ν’ αντέξει το λίπος του το αλκοόλ στο στομάχι… Οι σούπες κατόπιν της οινοποσίας νομίζω, συμφωνώ με τον δεύτερο αφηγητή.

  5. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    1 Την πρώτη ή τη δεύτερη εννοείς;

    2 Κρασοψιχιά, το ψωμί μέσα στο κρασί

    4 Πώς φτάνεις από τα 4 ποτήρια στα 1000 μλ;

  6. Aghapi D said

    Καλημέρα
    Είσαι σε θέση να «κρατάς ζωντανό» το πιόμα με λίγη ρέγγα για πολλές ώρες; Αν ναι, είσαι σωστός πότης.
    Καθαρά Δευτέρα πριν από χρόνια στη Φρεαττύδα. Είμαι παρέα με δυο αρσενικούς φίλους και πίνουμε.
    Καταμεσήμερο, ζέστη σχεδόν καλοκαιρινή.
    Περνά πλανόδιος βιολιτζής (οι πλανόδιοι δέν είναι ποτέ βιολιστές, βιολιτζήδες είναι πάντα) Παίζει μαγικά.
    Τον καλώ να καθήσει μαζί μας.
    Παίζει το τραγούδι που έχει γράψει για τη γυναίκα του, γριά πια και με άνοια, πρόσφυγες και οι δύο. Την λατρεύει.
    Οι δυο φίλοι μου μιλούν μεταξύ τους αλλά εγώ δέν μπορώ να ξεκολλήσω από το βιολί.
    Ο βιολιτζής παίζει και το αγαπημένο μου «αμάν ντόκτορ».
    Για να ξεκουραστεί βγάζει από τη μέσα τσέπη τού σακκακιού του ένα πλαστικό σακκουλάκι με ένα κομμάτι λακέρδα. Τη μοιραζόμαστε πίνοντας το επόμενο καραφάκι που έχω παραγγείλει για μας τους δυό.
    Περνάμε μιαν ώρα μαζί.
    Μετά φεύγει βαριά και κουρασμένα, παίζοντας για να μαζέψει λίγα λεφτά και από άλλα τραπέζια.
    Αυτή η Καθαρά Δευτέρα είναι η πιο καλή ανάμνηση τέτοιας μέρας, το πιο καλό μάθημα πώς πίνει κανείς και πώς ακούει μουσική εξαιρετική και θαυμαστά παιγμένη σε ώρα, μέρα, χρόνο που δέν προϊδέαζαν για τέτοια μυσταγωγία.

  7. nikiplos said

    5@. 250ml / ποτήρι δεν είναι περίπου? Μάλλον κάνω λάθος…

  8. Αγγελος said

    Το νεροπότηρο είναι περίπου 250 ml, το ποτηράκι του κρασιού είναι πολύ μικρότερο. Εκατό δράμια, δηλαδή 320 γραμμάρια, και επομένως γύρω στα 300 ml, είναι το κατοσταράκι.

  9. Συγγραφέας καλός μπορεί νάτανε αλλά από κρασί μυρουδιάς, ο Βάρναλης.Αν δεν ήτανε αποκλείεται πρώτον να δημοσίευε την πρώτη επιστολή (μόνο άγνοια τον δικαιολογεί) και δεύτερον θα ήξερε πως κρασί πίνουνε για να θυμηθούνε, όποιοι θέλουν να ξεχάσουν πίνουνε σκληρά ποτά στα καφενεία και τα μπαράκια, δεν πάνε στην ταβέρνα να ακούσουν ή να πούνε τραγούδια.

    Αλλη γκέλα τεράστια η σκορδαλιά. Εχω ξαναγράψει για την ταβέρνα του Βαλασόπουλου, όπου οι μόνιμοι πίνανε από το πρωί μέχρι το βράδυ τρώγοντας αυστηρά μόνο μπακαλιάρο με σκορδαλιά και λίγο ψωμί. Επίσης επειδή οι περισσότεροι από τους φανατικούς πότες είναι αλκοολικοί, μαζί με το κρασί πίνουνε και νερό για να φιαχτούνε πιο γρήγορα.

    Ενα κόλπο για τα «τρυφερά ποτήρια» που θέλουν να αντέξουν ποσότητα για κάποιον λόγο, είναι να πιούνε ένα-δυο ποτήρια γάλα πριν αρχίσουν το κρασί.

    Και τέλος και ΧΡΗΣΙΜΟΤΑΤΟΝ αφού πιείτε και πρέπει να οδηγήσετε φάτε μια-δυο καριόκες ή αντίστοιχα σοκολατοειδή και πέστε χαιρετίσματα στο αλκο(ο)λοτεστ ! Καραδοκιμασμένο από τον γράφοντα.

  10. sarant said

    7-8 Ακριβώς. Εκτός αν πίνεις νεροπότηρα 🙂

  11. Πολύ ωραίο!

  12. nikiplos said

    10@ όχι πίνω μονο κόκκινο και από διαστροφή σε κολωνάτο… 🙂 σαν τον Κολωνάτο στο Σύνταγμα… 🙂

  13. Triant said

    Καλημέρα.

    Καταρχήν τα 1000 ml κρασιού (ενάμισυ μπουκάλι) είναι 105 – 140 ml αιθανόλης, μπορεί και παραπάνω σε ειδικές περιπτώσεις. Τα 140 είναι μισό μπουκάλι ουίσκι, Δεν το πίνεις για πλάκα. Πρέπει να είσαι πότης στα όρια του αλκοολικού.
    Οι τρεις μερίδες αλκοόλ που μπορεί θεωρητικά να πίνει κανείς χωρίς προβλημα είναι περίπου 30 ml δηλαδή χοντρικά ένα νεροπότηρο κρασί. Παραπάνω θεωρείσαι πότης με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό.

  14. Χαρούλα said

    Η φιάλη δίνει 5 με 6 ποτήρια. Δηλαδή περίπου 125-150ml το ποτήρι.

    Το παγωμένο(πχ παγωτό) και το καυτό(συνήθως η σούπα) προσωρινά αναισθητοποιούν τους γευστικούς θύλακες, και δεν απολαμβάνεις γεύση.
    Κατά τα λοιπά πάντα και με όλα απολαμβάνεις κρασί. Διάθεση να έχεις και ευελιξία στην επιλογή.

    Νομίζω πως κοντύτερα είμαι στην άποψη του δεύτερου πότη.

  15. atheofobos said

    Δύο παρατηρήσεις.
    1-..ο καλύτερος μεζές είναι η σούπα. Πράγματι γι αυτό και τα σωστά γεύματα αρχίζουν με κονσομέ που προκαλεί όρεξη.
    2-Είναι πολύ ενδιαφέρον πως την εποχή της μεγάλης πείνας χορταίνει το μάτι των αναγνωστών του και προφανώς και του ίδιου,με όλα αυτά τα φαγητά που για τους περισσότερους τότε αποτελούσαν μόνο ευχάριστες αναμνήσεις

  16. Triant said

    @9. Σωστό αυτό με το γάλα απλώς θέλω να προσθέσω ότι οπιοδήποτε λίπος κάνει. Κάποιοι πίνουν λίγο λάδι.

  17. Παναγιώτης Κ. said

    2-2-2
    2 ρακοπότηρα δίνουν ένα κρασοπότηρο
    2 κρασοπότηρα δίνουν ένα νεροπότηρο.

    1 νεροπότηρο είναι 250ml.

  18. sarant said

    15β Ακριβώς

    9 Μια φορά που φοβόμουν μήπως κάνουν έλεγχο ενώ θα είχα πιει, είχα καναδυό σοκολάτες μαζί. Φεύγοντας έφαγα τη μία. Έλεγχος δεν έγινε. Όμως η άλλη έμεινε στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου και έλιωσε και τα έκανε όλα σύχριστα.

  19. Παναγιώτης Κ. said

    Να και ένα θετικό για τους υπέρβαρους. Το μοναδικό! 🙂
    Αντέχουν περισσότερο το αλκοόλ.
    (Στατιστικά μιλάω).

  20. # 2

    Οχι μόνο στην φτώχεια αλλά και στην Κατοχή το κρασί ήταν μέρος της διατροφής γιά όσους είχανε (είχα αναφερθεί σχετικά στον Βράκχο ) Και σήμερα πάντως αρκετοί βάζουν ένα βαρελάκι για την πλάκα τους – εγώ μια 5λιτρη νταμιζάνα με σκοπό το υπέροχο κρασί της κρεβατίνας και συνηθισμένο αποτέλεσμα το ξίδι αρίστης ποιότητας.
    Στην Κύθο έχω ακούσει πως παλιά κάθε σπίτι έφιαχνε το δικό του κρασί- θα μας σχετικά ο Δημήτρης

  21. Πέπε said

    @5 > 1
    Όλη μαζί. Ίσως κυρίως την πρώτη.

    Τέτοια «επιστημονική» προσέγγιση υπάρχει στο στυλ του λεπταίσθητου οινοφίλ γευσιγνώστη, ο οποίος δε θα πιει για να μεθύσει αλλά για να απολαύσει τις γεύσεις και τους συνδυασμούς τους (και το αλκοόλ βέβαια, αλλά όχι μέχρι μπέκρας) στο έπακρο. Αυτός θα φροντίσει να αποσυνδέσει την αισθητική τέρψη από την τέρψη της ικανοποίησης αναγκών όπως η πείνα ή η δίψα, και γενικώς θέτει τελείως διαφορετικά κριτήρια από τον Βάρναλη.

    Και υπάρχει και η προσέγγιση του μπεκρή. Αυτήν, ποτέ δεν την είχα δει να αναπτύσσεται σε τέτοιες επιστημονικές διαστάσεις. Μεταξύ πολλών άλλων λόγων, και για τον προφανή, ότι από κάποιο σημείο μέθης (όχι πολύ προχωρημένο) και πέρα, ούτε το δεύτερο πράμα το ξεχωρίζεις από το πρώτο ούτε γενικώς έχεις πολλά-πολλά κριτήρια, πέρα από το «μ’ έφτιαξε / με χάλασε».

  22. Πέπε said

    18
    Θα μπορούσε να είναι και χειρότερα: να σου κάνουν έλεγχο, να μην πιάσει το κόλπο, να σε τραβάνε, και επιπλέον να σου ζητήσουν χαρτιά και να είναι όλα πασσαλειμμένα με σοκολάτες.

  23. Παναγιώτης Κ. said

    «Όπου η άμπελος, εκεί και ο πολιτισμός».
    Το είπε ο Μανόλης Ανδρόνικος.
    Αυτό είναι το ένα.

    Το άλλο έχει να κάνει με τον Αβέρωφ και τον Καραμανλή.
    Είναι γνωστό ότι ο Βαγγέλης έστησε στο Μέτσοβο και οινοποιείο και τυροκομείο που λειτουργούν μέχρι σήμερα.
    Η ετικέτα «κατώγι» είναι του κτήματος Αβέρωφ.
    Δαιμονιζόταν λοιπόν ο οινοποιός διότι ο αρχηγός του εννοούσε να βάζει το κόκκινο κρασί στο ψυγείο για να το πιει κρύο, παραβιάζοντας του κανόνες.
    Ήταν όμως αρχηγός και…καμπόης οπότε ο υπουργός του πήγαινε πάσο.

  24. Χαρούλα said

    #19 χαχαχα Παναγιώτη, από τα λίγα, ναι. Μοναδικό όμως όχι. Οι γυναίκες παθαίνουμε σπανιότερα εως ποτέ οστεοπόρωση, σε γεμάτα αυτοκίνητα μας δίνουν την θέση του συνοδηγού(γενικότερα την πιό ευρύχωρη θέση), μας «βοηθάνε» να μην σκύψουμε-τεντωθουμε-τρέξουμε.
    Αλλά είναι τόσα τα αρνητικά στο ζύγι, που μόνο με …φερμουάρ σωζόμαστε!

  25. 15β, 18α

    Αυτό επιστημονικώς ονομάζεται σαδομαζοχισμός.

  26. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα, θα λείψω για μερικές ώρες.

  27. Παναγιώτης Κ. said

    @20. Στον Βράκχο; Εννοείς κάτι άλλο;
    Εγώ τον ξέρω Βάκχο! 🙂

  28. BLOG_OTI_NANAI said

    Ωραία τα κείμενα!

    Τομπρούκ, Στάλινγκραντ και κρασί!

  29. Χαρούλα said

    #23 δεν ήξερα αυτή την ιστορία.
    Ήξερα πως ένα καλοκαίρι στην Κρήτη, ο Μπουτάρης ζήτησε σαμπανιέρα για το κόκκινο κρασί, και τον …επέπληξε ο σερβιτόρος!
    (Συνηθίζουμε το θερμ.δωματίου για το κόκκινο, με την λογική των πύργων στην Γαλλία. Δηλ. περίπου 16. Όχι τα δικά μας σαραντάρια που το κάνουν ρόφημα!)

  30. Costas X said

    Καλημέρα !

    1. Ψωμί στο κρασί βουτούσαν ο προπαππούς Αλκιβιάδης, αλλά και ο πατέρας μου, μετά το φαγητό όμως. Δεν θυμάμαι κάποια ιδιαίτερη ονομασία, ίσως παπάρα!

    2. Ο προπαππούς Αλκιβιάδης, κατά την αρχαία συνήθεια(!), έβαζε νερό στο κρασί του. Αυτόν τον «κεκραμμένο οίνο» στην Κέρκυρα τον έλεγαν «μπεβάντα», δηλ. απλώς «ποτό» !

    3. Το καλύτερο κρασί της Κέρκυρας βγαίνει από την ποικιλία …»Κακοτρύγης» ! Κινδύνεψε να εξαφανιστεί, αλλά έμαθα ότι διασώθηκε και καλλιεργείται ακόμη.

  31. leonicos said

    Καλημέρα
    Σήμερα μπήκα έγκαιρα
    Άλλοτε μπαίνω και για ώρα δεν είναι κανείς.

    2 παναγιώτη
    Επίσης να σημειώσουμε πως στις αγροτικές περιοχές το κρασί ήταν μέρος της διατροφής. Έχω διαβάσει να λένε για πρωινές «κρασοπαπάρες» που έτρωγαν οι αγρότες πριν πάνε στο χωράφι. Τους στύλωνε αυτό, το εκ των ενόντων, φαγητό.

    Γνώρισα άνθρωπο ο οποίος ισχυριζόταν ότι ξεκίναγε την ημέρα του παίρνοντας πρωινό με μια μεγάλη ποσότητα κρασιού.
    Μου έκανε νετύπωση τότε, και το θεωρύσα παραδοξότητα, διότι ψέματα δεν έλεγε.

    Σήμερα καάλαβα ότι δεν ήταν ο μοναδικός

  32. leonicos said

    Για μένα….

    καμιά ώρα δεν είναι καλή για κρασί. Κανένας μεζές και καμιά παρέα

    Συμπέρασμα…..

  33. kpitsonis said

    9. Ωραίος ! Και όποιον πάρει ο Χάρος !

  34. kpitsonis said

    9. Ωραίος ! Και όποιον πάρει ο Χάρος !

  35. leonicos said

    Πάντως, ωραίο Βαρναλικό κείμενο

    Θυίζει λίγο Πατρο-σαραντάκειο στιλ

  36. Οσον αφορά τα τραγούδια της ταβέρνας διεθνώς αναγνωρισμένα είναι τα κάρμινα μπουράνα και από ατά επιλογή μου το iam amore virginali totus ardeo !

  37. ΚΩΣΤΑΣ said

    Διάβασα μόνο το πρώτο, λόγω άλλων πρωινών ασχολιών. Εκ προοιμίου ωραίος και αγαπητός μου ο Βάρναλης.

    0 –> Σημείωσέ τα αυτά γιατί δε θέλω άμα πεθάνω, να περπατάει η ανθρωπότητα στο σκότος!

    Ποιο σκότος αγαπημένε μου Κώστα; Εδώ «το φως που καίει», το εμόν δηλαδή, που δεν τα βρίσκει σωστά όλα όσα παραγγέλνεις. Υπάρχει βέβαια το ελαφρυντικό της πλάνης λόγω της θολοκουλτούρας που επλανάτο στο νου σου. Ή μπορεί, πάλι μεθυσμένος να ήσουν, δυόμισι ώρα της νυχτός… όταν τα έγραφες αυτά.

    Καθότι ταβερνόβιος το πλείστον της ζωής μου, ξέρω καλά τα μυστικά για την απόλαυση του καλού κρασιού. Δεν θα τα αποκαλύψω όμως, αν δεν πέσουν ικέτες στα πόδια μου οι μπολσεβίκοι σχολιασταί του ιστολογίου… 😜

  38. Konstantinos said

    Νομίζω ότι είναι και τα 2 του Βάρναλη. Το πρώτο θα το χαρακτήριζα με τα σημερινά δεδομένα τρολια για να του γράψουν οι αναγνώστες του.

  39. Χαρουλλα said

    Σήμερα που ο λόγος, ο Βαρναλικός, ο λογοτεχνικός ρέει για το κρασί,

    τιμητική αναφορά σε μιά σημαντική, όχι ιδιαίτερα διάσημη Ελληνίδα, που της οφείλουν πολλά τα ελληνικά κρασιά. Την κυρία Σταυρούλα Κουράκου-Δραγώνα. https://www.lifo.gr/articles/greece_articles/236400/stayroyla-koyrakoy-dragona-i-megali-kyria-toy-ellinikoy-krasioy-afigeitai-ti-zoi-tis

  40. # 27

    Βράκχος !

    Εδώ ; https://sarantakos.wordpress.com/2019/01/13/gpoint-5/

  41. Πουλ-πουλ said

    5.
    Στο τελευταίο έργο του Σκορτσέζε οι δύο ιταλικής καταγωγής μαφιόζοι το ρίχνουν στην κρασοψυχιά ως απαραίτητο συνοδευτικό μιας σοβαρής συζήτησης για το ποιόν θα καθαρίσουν.

  42. Georgios Bartzoudis said

    Πάπου μ’ Πασκάλ’ς, σ(ηκώνουνταν) προυϊ-προυϊ να πάει στου ζηυγάρ(ι), κι αντί για νιρό έπιρνι μαζί τ’ ένα παγούρ(ι) γιμάτου κρασί. Κι όταν κατά τ’ς δέκα-έντικα τιλείουνι του ζηυγάρ’ζμα κι έρχονταν στου σπίτ(ι), ήθιλι να βρίσκ(ει) απάν στου τραπέζ(ι) ένα κατουστάρ(ι) ρακί. Δεν του έπινι όλου, αλλά πήγινι-γυνούσε κι ρουφούσι απού λίγου. Του μισιμέρ(ι) στου τραπέζ(ι), πάλι ήθιλι μια κανάτα κρασί. Κι του κατακάτσ(ι)μου ντύνουνταν κι πήγινι στην ικκλισιά κι έψιλνι.
    Τώρα, απού μιζέδις, ότι φαϊ κι να ήταν δεν του σ(υ)νόρ(ι)ζι. Κάθι Σαββάτου όμους είχι ψάρ(ι), τούρνα ή γκριβάδ(ι). Κι την Κυριακή κρες ή αχέλια.
    [ποιος είπι ότι τα Μακιδονικά ξιπουλήθ’καν ‘ς Βουλγάρ(οι);; Κούνια π’ ΄ς κόυναγι!]

  43. Γιάννης Κουβάτσος said

    42: Πολύ ωραίο, κύριε Μπαρτζούδη. Τέτοια να γράφετε. ☺

  44. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Καλημέρα.

    Πολὺ ὡραῖο θέμα τὸ σημερινό.

    Καὶ ἀνεξάντλητο.

    Μποροῦμε νὰ πιοῦμε βαρέλια κρασὶ συζητώντας το. 🙂

    Ὁ καθένας ἔχει τὴν ἄποψή του, ἀνάλογα μὲ τὶς ἐμπειρίες του.

    Πρῶτα θὰ δώσω μιὰν ἀπάντηση στὴν ἐρώτηση τοῦ Τζῆ (#20).

    Πράγματι, παλιότερα στὰ Θερμιὰ οἱ περισσότεροι ἔφτιαχναν τὸ δικό τους κρασί. Σχεδὸν κάθε οἱκογένεια εἶχε κάποιο ἀμπελάκι γιὰ τὸ κρασὶ τῆς χρονιᾶς. Ἀκόμα καὶ ὁ θαλασσινὸς παπποῦς μου, ὁ καπτα-Μῆτσος, εἶχε ἕνα ἀμπελάκι στὸ Μέριχα κι ἔφτιαχνε κρασί κάθε χρόνο.

    Ὁ ἄλλος παπποῦς μου, ὁ Νικολάκης, ἦταν ἀγρότης καὶ εἶχε μεγάλο ἀμπέλι μὲ πατητῆρι. Μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια, τὰ δυὸ ἐν ζωῇ ἀδέλφια τοῦ πατέρα μου (ἐνενηντατεσσάρων καὶ ἐνενηνταενὸς χρόνων σήμερα) τὸ καλλιεργοῦσαν καὶ μᾶς ἔφερναν σταφύλια καὶ κρασί.

  45. Πέπε said

    @25:
    Μπορεί, αλλά είναι φυσιολογικό. Σκέψου το όπως μου το είχε περιγράψει κάποτε ένας φίλος μου:

    «Στην Κατοχή ο κόσμος έβλεπε ταινίες με φαγητό, όπως σήμερα βλέπουν τσόντες!»

    Άλλωστε, αν αυτό δεν ήταν φυσιολογικό, ποιο θα ήταν; να πηγαίνουν οι πεινασμένοι να δουν ταινίες με άλλους πεινασμένους; (Ή να διαβάζουν ιστορίες…;)

    Και δεν ξεχνώ, κάποτε πολύ παλιά, μικρός, ένα καλοκαίρι στην Αθήνα με αφόρητο καύσωνα ακόμη και το βράδυ, μια ταινία με χιόνια που είδαμε στο θερινό: επιτέλους δροσιστήκαμε!

  46. Πέπε said

    Σε κάποιο κείμενο του Συκουτρή (πρόλογος σε κάτι άσχετο, απ’ όσο μισοθυμάμαι), αναφέρεται ότι πριν να βάλει η ξενομανία των Ελλήνων τον καφέ και το τσάι σε κάθε σπίτι, το παραδοσιακό πρωινό ρόφημα ήταν αλκοολούχο.

    Και από τον Παπαδιαμάντη θυμάμαι μια ατάκα: κάποιον τον έχουν μόλις ξυπνήσει μες στη βαθιάν αυγή για πολύ πρωινή δουλειά, και του λένε: Καφέ θες; Ρακί;

    Μια φορά το δοκίμασα. Ρακή πρωί πρωί. Δεν ξέρω αν δίνει δύναμη, αλλά σίγουρα δίνει κέφια! 🙂

  47. ΚΩΣΤΑΣ Π said

    Carmina Burana , In taberna , στο 2.30 ο καλυτερος μεζές κύκνος ψητός ! https://youtu.be/wF6RaarfmfI

  48. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Τὸ συνηθισμένο πρωινὸ γιὰ τοὺς ἀγρότες, ἰδιαίτερα τὸ φθινόπωρο καὶ τὸν χειμώνα ἦταν μιὰ κούπα (νεροπότηρο) κρασί. Γιὰ καλατσιὸ ἔπαιρναν μαζί τους κρίθινο, σπιτικὸ ψωμὶ καὶ μιὰ καστανιὰ (ξύλινο δοχεῖο μὲ πῶμα) μὲ τυρὶ τρίμα.

  49. loukretia50 said

    Καλός ο Βάρναλης, αλλά το πρώτο κείμενο κι εγώ για τρολιά το κόβω!
    Κάποτε έλεγαν «ο καφές κι η φυλακή θέλει παρέα» , νομίζω ισχύει και για το κρασί.
    Για να το χαρείς, όχι απλά για να το αντέξεις – δεν υπάρχει κανένας λόγος κατά τη γνώμη μου.
    Και ενώ κάλλιστα μπορείς να το απολαύσεις μόνος – ποτέ δεν κατάλαβα αυτούς που επιμένουν ότι δε μπορούν, η καλή συντροφιά είναι άλλη φάση, αληθινή μυσταγωγία.
    Δεν καταλαβαίνω το «θυμάμαι / ξεχνάω» κλπ.
    Απολαμβάνεις το κρασί όσο νοιώθεις όμορφα ή μέχρι να ζαλιστείς ελαφρά αν είσαι νταλκαδιασμένος. Το παραπάνω δεν προσφέρει καμιά ευχαρίστηση, και κινδυνεύεις να χάσεις τον έλεγχο, πράγμα ανεπίτρεπτο για την αφεντιά μου. (Και αντέχω πολύ!)

    Με πρόλαβε η Χαρούλα – νομίζω ειδικεύεται (και) σε σχετικά θέματα! – ότι το κόκκινο κρασί δεν πίνεται ζεστό. Είναι παρεξηγημένη η θερμοκρασία δωματίου και δε νοείται να παραμένουν τα μπουκάλια σε φουλ ζεστό δωμάτιο.
    Θα πείτε ότι σε δύσκολους καιρούς τα σπίτια γενικά είναι παγωμένα. Σωστό κι αυτό.
    Με σούπα όχι, δε μου πάει το κρασί. Με τα πολύ λυσσερά ρακί ή τσίπουρο!

    Νικοκύρη, διέπραξες τοιούτον ατόπημα? Άφησες σοκολάτα?

  50. # 36

    οι καστανιέτες που δίνουν χρώμα στο άσμα μου θύμισαν πως μερικές όπερες είναι σαν τα λούκυλουκ ή τα αστερίξ : στην πρό ολίγων ημερών νιοστή φορά που άκουγα Ερνάνι (ευγενική προσφορά φίλου γνωστού και μη εξαιρετέου) έπιασε κάποια στιγμή το αφτί μου καστανιέτες- λογικό μια που η υπόθεση είναι καθαρά ισπανική κι ο Βέρντι χρωμάτισε κατάλληλα. Την επόμενη Κυριακή στον Οτέλλο ξέρω πως σε ένα χορωδιακό ακούγεται μπουζούκι (ή μαντολίνο), η υπόθεση ως γνωστόν στην Κύπρο. Στην Αλτσίρα πάντως δεν έχω εντοπίσει (ως τώρα) περουβιανά πνευστά αν και η μουσική νοτιοαμερικανίζει.

  51. nessim said

    4, κλπ. Πρέπει να πούμε ότι για τη παρεξήγηση στο μέγεθος ίσως φταίει ο «κράσος».
    Ο κράσος, «φέρ’ ένα κράσο», είναι ένα νεροπότηρο γεμάτο κρασί.
    Συχνά είναι/ήταν το ποτό μοναχικών πελατών, καφενείου, ταβερνείου κλπ.

  52. loukretia50 said

    Aναφέρθηκε η κρασοκατάνυξη? Νομίζω η λέξη τα εκφράζει όλα!

  53. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    (Μεταφορὰ ἀπὸ τὸ χτεσινὸ νῆμα, ὅπου τό ᾿βαλα κατὰ λάθος.)

    Συνεχίζω γιὰ τὴν οἰνοπαραγωγὴ τῶν Θερμιῶν.

    Στὰ Θερμιὰ πολλοὶ ἔφτιαχναν κρασί, ἀλλὰ λίγοι ἔφτιαχναν καλὸ κρασί.

    Ὅπως ἔμαθα ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ γνωρίζουν καλύτερα, τὸ βασικὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι ἀργοῦσαν νὰ τρυγήσουν γιὰ νὰ ἔχει πολλὰ γράδα (ὑψηλὰ σάκχαρα) ὁ μοῦστος καὶ νὰ κάνουν δυνατὸ κρασί (14-15 ἀλκοολικῶν βαθμῶν). Ἔτσι ἔβγαζαν δυνατὸ κρασί, ἀλλὰ μὲ χαμηλὴν ὀξύτητα.

    Τὸ κρασὶ ἦταν μιὰ χαρὰ μέχρι τὸ Πάσχα, ἀλλὰ τὸ καλοκαῖρι ἄρχιζε νὰ ξιδιάζει. Οἱ ἴδιοι τὸ συνήθιζαν καὶ δὲν τοὺς ἔνοιαζε, τοὺς ἄρεσε κιόλας.

    Τὸ κακὸ ἦταν ὅταν σὲ κερνοῦσαν στὰ καλοκαιρινὰ πανηγύρια κι ἔπρεπε νὰ τὸ πιεῖς ὅλο τὸ ποτῆρι, γιὰ νὰ μὴν τοὺς προσβάλεις. Μὲ τέσσερα πέντε κεράσματα γινόσουνα σταφίδα. 🙂

    Θυμᾶμαι ἕνα γλέντι μὲ τὴν κουσέρβα*, τὴν καλοκαιρινὴ ψαροπαρέα τῶν φοιτητικῶν μου χρόνων.

    Τρώγαμε τὰ ψάρια ποὺ εἶχαμε πιάσει στὸ σπίτι ἑνὸς ἀπὸ τὴν παρέα καὶ ὁπως ἦταν φυσικὸ πίναμε τὸ κρασὶ ποὺ εἶχε φτιάξει ὁ πατέρας του.

    Κάποια στιγμὴ μᾶς ρώτησε, ὁ ἐρασιτέχνης οἰνοπαραγωγός, πῶς μᾶς φαίνεται τὸ κρασί.

    Κι ὁ καλαμπουρτζῆς τῆς παρέας, μὲ τὸ θράσος καὶ τὴν ἀνεμελιὰ τῶν νειάτων τοῦ ἀπάντησε:

    «Γιὰ τουρσὶ καλὸ εἶναι!» 🙂

    * https://sarantakos.wordpress.com/2016/05/22/martinos/

  54. LandS said

    Και τα δύο κείμενα είναι Βάρναλης. Και οι δυο απόψεις Βάρναλης κι αυτές.
    Για μένα, τα δυο χρονογραφήματα κοντά κοντά, ήταν ένας άλλος τρόπος να πει «Στο κρασί το πρώτο λόγο έχει η διάθεση και τι θέλεις να τη κάνεις. Να τη φτιάξεις ή να τη διατηρήσεις. Μετά τι είναι στο χέρι σου για να πας με τη διάθεσή σου».
    Αυτό το λέω διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας το τέλος και των δυο κειμένων. Στο πρώτο είναι απαραίτητο να βρεις παρέα αλλά δύσκολο να τη φτιάξεις ή να τη διατηρήσεις. Και πασχίζεις να την αλλάζεις συνεχώς. Αλλά πόσο καιρό μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο; Αργά ή γρήγορα θα καταλήξεις σαν τον Μπεκρή του αξέχαστου Ορέστη Μακρή. Και καλά, τι σημαίνει καταλήγω να πίνω μόνος μου κάνοντας παρέα μόνο με τον εαυτό μου; Το δεύτερο κείμενο. Και πόσοι άνθρωποι, αφού δεν τα βρίσκουν με άλλους για παρέα μπορούν να τα βρουν με τον εαυτό τους;
    Μετά, στο πρώτο ξεκινάς με τη ποιότητα και κάνεις εξορμήσεις για καλό κρασί και το καλό μεζέ να το συνδυάσεις. Στο τέλος του κάνεις εξορμήσεις για να βρεις παρέα. Το δεύτερο δεν δείχνει να ενδιαφέρει η ποιότητα, δεν μιλάει καν για καλό κρασί και ρέπει προς τους δεύτερους μεζέδες καταλήγοντας στην απουσία παρέας.
    Σα να φέρνει το ένα το άλλο.

  55. loukretia50 said

    Έχω ακούσει ότι το ποτό ενισχύει τη διάθεση που έχεις, καλή ή μαύρη, και ανάλογη είναι η επίδρασή του όταν πιεις πολύ.

    Έντονη ανάμνηση από φιλοξενία σε χωριό στα μικράτα μου :
    Αξημέρωτα, πριν φύγουν για τα χωράφια, να ψήνουν στο τζάκι λουκάνικα και τυρί και να τα συνοδεύουν με κόκκινο κρασί.
    Επίσης το κολατσιό – σε πιο νορμάλ ώρα – για όλους, ήταν απίστευτα πλούσιο σε λιπαρά και συνοδευόταν απαραιτήτως από κρασί.

    Μέχρι να συναντήσω το Λεώνικο, δεν πίστευα ότι είναι δυνατόν κάποιος με τόσο διαφορετικές πεποιθήσεις, που δεν πίνει, δεν τρώει κρέας και δεν καπνίζει, μπορεί να είναι τόσο υπέροχα απολαυστικός και η παρουσία του να δένει αρμονικά με όλα αυτά!

  56. # 23, 29

    Σχετικά με την θερμοκρασία των κρασιών λίγοι ξέρουν πως η πολύ-μά πάρα πολύ- παγωμένη ρετσίνα, συνοδεύει θεϊκά τηγανητά ψάρια !

  57. ΓιώργοςΜ said

    Καλησπέρα!
    Να (ξανά) θυμίσω πως «τους μήνες που δεν έχουν το, το κρασί θέλει νερό»

  58. Αιολόφυλος said

    Μετά την ανάρτηση του πρωτοτύπου χρονογραφήματος («Υποθήκαι») του Βάρναλη από τον διακεκριμένο χριστιανό λόγιο κ. Blogotinanai (στο σχόλιο 28), ΚΑΛΩ τον αγαπητό κ. Σαραντάκο να μάς απαντήσει στο εξής εύλογο ερώτημα:

    Η απλοποίηση της ορθογραφίας των χρονογραφημάτων του Βάρναλη, με ποιά κριτήρια έγινε; Είναι κατανοητό να αλλάζει ο επιμελητής το «είνε» σε «είναι», το «να ξαίρεις» σε «να ξέρεις», τις υποτακτικές με ήτα σε υποτακτικές με έψιλον ιώτα κλπ. Αλλά οι υπόλοιπες επεμβάσεις είναι ΑΝΕΠΙΤΡΕΠΤΕΣ (διότι αλλάζουν το ύφος του συγγραφέα) και θάπρεπε τουλάχιστον να δηλώνονται. Παραθέτω τις αλλαγές με την σειρά που υπάρχουν στο χρονογράφημα «Υποθήκαι»:

    «Από τρελλό» γράφει ο Βάρναλης, «από τρελό» το αλλάζει ο κ. Σαραντάκος.
    «δεν τέλειωσε» λέει ο Β., «δεν τελείωσε» το αλλάζει ο κ. Σ.
    «πως καμμιά» ο Β., «πως καμιά» ο κ. Σ.
    «σαρδέλλες» ο Β., «σαρδέλες» ο κ. Σ.
    «είτε ν’ ανεβής βουνό» ο Β., «είτε ν’ ανεβείς στο βουνό» ο κ. Σ.
    «πασσατέμπο» ο Β., «πασατέμπο» ο κ. Σ.
    «πηχτή – πηχτή» ο Β., «πηχτή πηχτή» ο κ. Σ.
    «απ’ τη σούπα» ο Β. «από τη σούπα» ο κ. Σ.
    «σηκοτάκια» ο Β., «σηκωτάκια» ο κ. Σ.
    «όλ’ αυτά;» ο Β. «όλα αυτά;» ο κ. Σ.
    «με την μπύρα» ο Β., «με την μπίρα» ο κ. Σ.
    «Κ’ εδώ» ο Β., «Κι εδώ» ο κ. Σ.
    «νά ναι ξεκούραστος» ο Β., «να είναι ξεκούραστος» ο κ. Σ.
    «ως το βράδι παρά από το βράδι» ο Β., «ως το βράδυ παρά από το βράδυ» ο κ. Σ.
    «κ’ ελαττώνεται» ο Β., «κι ελαττώνεται» ο κ. Σ.
    «τα κρυμμένα του πάθη» ο Β., «τα κρυμμένα τους πάθη» ο κ. Σ.

    Πιό διδακτική από τις ανωτέρω αλλαγές (διότι δείχνει την προχειρότητα με την οποία έδρασε ο επιμελητής του βιβλίου) είναι η μετατροπή του μαλλιαρού «βράδι» που χρησιμοποιεί ο Βάρναλης σε «βράδυ» με ύψιλον από τον κ. Σαραντάκο. Κι αυτό, ενώ υπάρχουν λίγο προηγουμένως δύο τύποι της λέξεως με ιώτα (βράδια και βραδινές). Η πλάκα είναι πως η απομαλλιαροποίηση του βραδυού συνεχίζεται και στο δεύτερο χρονογράφημα («ως το βράδυ» και «γιατί το βράδυ»), ενώ προηγείται η λέξη «βραδινές» με ιώτα!.

  59. dryhammer said

    Ήρθε η ώρα για τα ηωσινόφιλα να αναλάβουν δράση -φρονώ
    https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%97%CF%89%CF%83%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%B1

  60. LandS said

    58
    Μόνο για ένα, άντε για δύο, από αυτά που γράφεις μπορεί να γίνει σοβαρή κουβέντα αν αλλάζουν το ύφος ή όχι.
    Τον ισχυρισμό ότι η μετατροπή διπλού συμφώνου σε απλό συνιστά αλλαγή ύφους τον βρίσκω γελοίο.

  61. BLOG_OTI_NANAI said

    Διάφορα με πρώτο συνθετικό το κρασί:

    κρασοπίθαρο – κρασοκούρουπο (πιθάρι για αποθήκευση)
    κρασοβούτζι (μάλλον κάποιο δοχείο)
    κρασοβάρελο
    κρασολάγηνο
    κρασοκανάτα
    κρασόκουπα – κρασοπότηρο
    κρασοκερνάω – κρασοκεραστάδες
    κρασοκέλι – κρασοκελλίον (κτίσμα για εργασίες παραγωγήs του κρασιού)
    κρασοκατάνυξη – κρασοσπονδή
    κρασάτος
    κρασωτό (σκούρο χρώμα κρασιού)
    κρασοπατέρας
    κρασόψωμο
    κρασοχώρι
    κρασοφακέλιστος (σουρωμένος με κρασί)
    κρασοφαγία
    κρασούδι (Θράκη: έχω ένα βαρελούδι κέχει διό λογιώ κρασούδι)
    κρασοτράγουδα
    κρασοστάφυλο
    κρασοπώλης – κρασοπωλιά
    κρασοπούλι
    κρασοπλημμύρα
    κρασοπαραγωγός
    κρασομάνα (περιοχή)
    κρασοπανηγύρι
    κρασοπαπάρα
    κρασοπάζαρο
    κρασομάγαζο
    κρασομαγέρικα
    κρασομεζές
    κρασολογώ – κρασοκουβέντα – κρασοφιλοσοφία
    κρασοκραιπάλη
    κρασοκουτάλα
    κρασόβρεμα (το κρασόβρεμα βαστάει το γέρο και τα λιανολίθαρα τον τοίχοβα)
    κρασοβόλι
    κρασάμπελο

  62. Spyros said

    Υποθήκαι; Αυτός δεν είναι ο τίτλος ποιήματος του Καρυωτάκη;
    Ψάχνω στο διαδίκτυο και βρίσκω πως ναι, είναι το ποίημα που αφηγείται ένας άνθρωπος ψυχικά αδύναμος, που συμβουλεύει να είμαστε επιφυλακτικοί με τους άλλους ανθρώπους. Πιθανό βέβαια το ποίημα να επιτρέπει ή να οικονομεί και κάποια διαφορετική ανάγνωση (π.χ. πολιτική, αντιμιλιταριστική σαν τον Μιχαλιό), αλλά δεν το έχω ψάξει περαιτέρω και δεν θα ρισκάρω εικασίες…
    Γιατί άραγε να διάλεξε αυτόν τον τίτλο ο Βάρναλης; Σίγουρα αποκλείεται να το έκανε τυχαία.
    Όπως και να ‘χει, όταν δεν τα έχεις καλά με τον εαυτό σου, είναι υγιέστερη η οινοποσία με αγνώστους που προτείνει ο Βάρναλης, παρά ο δρόμος της μοναξιάς και της απομόνωσης και η τελική «λύση», που προτείνει και διάλεξε και για τον εαυτό του ο Καρυωτάκης…

    Είχα γράψει εδώ, νομίζω, τη διήγηση του θείου μου, ο οποίος είχε γνωρίσει προσωπικά τον Μάρκο Αυγέρη περίπου το 1955 – 1960 και είχε ακούσει από αυτόν τότε την ιστορία της συνάντησής του με τον Παπαδιαμάντη, λίγο πριν ο τελευταίος φύγει οριστικά για τη Σκιάθο.
    Δεν είμαι όμως βέβαιος, επομένως την ξαναγράφω: πάει ο Αυγέρης να συναντήσει τον Παπαδιαμάντη σε μία ταβέρνα, με σκοπό να του δείξει κάποια ποιήματά του. Και όταν φτάνει εκεί ο Παπαδιαμάντης, τα χέρια του τρέμουν. Και λέει στον Αυγέρη να περιμένει λίγα λεπτά, ζητάει λίγο κρασί, το πίνει, τα χέρια του ηρεμούν και μετά από λίγο του λέει «δώσε μου τώρα τα ποιήματά σου να τα δω»…

  63. BLOG_OTI_NANAI said

    61: Ξέφυγε ένα «βα». Διόρθωση: κρασόβρεμα (το κρασόβρεμα βαστάει το γέρο και τα λιανολίθαρα τον τοίχο)

  64. BLOG_OTI_NANAI said

    Πάλι Βάρναλης για το κρασί αλλά πιο στενάχωρο:

  65. BLOG_OTI_NANAI said

    Το σχ. 64 από εδώ: http://www.ekebi.gr/magazines/ShowImage.asp?file=143404&code=6542

  66. loukretia50 said

    Αγαπημένοι φίλοι απ΄τα παλιά, σαν το καλό κρασί !
    Κι άλλες φορές λέμε ότι μιλάει το κρασί, καλά κρασιά, είδε ο τρελός το μεθυσμένο και φοβήθηκε, αυτός δε βάζει νερό στο κρασί του, ενώ κάποιος άλλος – ταβερνιάρης μάλλον – βαφτίζει το κρασί με νερό …
    Υπάρχουν πολλές εκφράσεις και παροιμίες για το κρασί, σίγουρα και άρθρα , αν κάποιος μπορούσε να βρει σχετικά θα ήταν καλό!

    Κάποτε δοκίμασα δυνατό κρασί με μπαχαρικά και μου άρεσε. Δεν ήταν συνοδευτικό φαγητού.
    Και έχουν πάντα ενδιαφέρον τα
    Wine bars http://www.arttable.gr/drink_krasi/article/18790/ta-palaiotera-wine-bars

    In vino veritas

  67. Spiridione said

    Άλλο άρθρο του Βάρναλη για την κρασοψιχιά
    https://tsak-giorgis.blogspot.com/2015/10/blog-post_968.html

  68. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Οἱ παλιοὶ λέγανε: «Τὸ κρασὶ νὰ τὸ πίνεις κι ὄχι νὰ σὲ πίνει.»

    Μοῦ πῆρε κάμποσο χρόνο νὰ τὸ καταλάβω.

    Στὶς ἀρχὲς τοῦ οἰνοποσιακοῦ (σίκ, 5μύρια+) μου βίου σούρωνα σχεδὸν σὲ κάθε οἰνοποσία. Μετὰ ἀπὸ κάποιες ἄσκημες σοῦρες, μὲ ὅλα τους τὰ δυσάρεστα ἐπακόλουθα, ἔμαθα νὰ τὸ ρεγουλάρω.

    Κανόνας πρῶτος: Ποτὲ μὲ ἄδειο στομάχι· σὲ χτυπάει κατακέφαλα. Καὶ πάντα κάτι λαδερὸ/λιπαρὸ γιὰ μεζέ. Καθυστερεῖ τὴν ἀπορρόφηση τοῦ ἀλκοόλ.

    Κανόνας δεύτερος: Ἀργὸς ρυθμὸς. Τσιμπολογᾶμε, κουτσοπίνουμε, συζητᾶμε ἢ ἀκόμα καλύτερα τραγουδᾶμε, παίζουμε – ὅσοι ξέρουμε κάποιο ὄργανο – ἢ, ἀκόμα καλύτερα, χορεύουμε. Μὲ τὴν κίνηση καὶ τὴν ἐφίδρωση καῖμε τὸ ἀλκοόλ.

    Ἂν ὅμως σουρώσουμε δὲν πέφτουμε γιὰ ὕπνο. Καλύτερα νὰ βγοῦμε ἔξω, νὰ πάρουμε καθαρὸν ἀέρα καὶ νὰ περπατήσουμε λιγάκι στὸ ὕπαιθρο. Μὲ τὴν κίνηση θὰ κάψουμε τὸ ἀλκοόλ καὶ ὁ καθαρὸς ἀέρας θὰ καθαρίσει τὸ κεφάλι μας.

    Μιὰ ριζικὴ λύση, ἂν τὸ καταλάβουμε ἐγκαίρως καὶ μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε, εἶναι ἡ ἐξαγωγή. Δυσάρεστη, ὅταν τὴν κάνουμε, ἀλλὰ μᾶς γλυτώνει ἀπὸ τὰ χειρότερα ἐπακόλουθα τῆς ἑπομένης (ναυτία, πονοκεφάλους κλπ, ἑλληνιστὶ χανγκόβερ) 🙂

    Καὶ στὸ τέλος ἕνας δυνατὸς καφές χωρὶς καθόλου ζάχαρη.

  69. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>ο καλύτερος μεζές είναι η σούπα
    Βουρκώνω.»Με τη σουπίτσα και μια κουπίτσα», το έχω ακούσει φορές και φορές! Κλασική επωδός του πατέρα μου όταν είχαμε σούπα, υπενθύμιση ότι εκείνος έπινε τα δυο ποτηράκια του ΚΑΙ με τη σούπα.

    >>Είσαι σε θέση να «κρατάς ζωντανό» το πιόμα με λίγη ρέγγα για πολλές ώρες; Αν ναι, είσαι σωστός πότης.
    Με κομμάτι μπακαλιάρο από το τσουβάλι, στο μπακάλικο-καφενείο μας, θυμάμαι να πίνουν και να πίνουν. Αλλά θυμάμαι επίσης να εξιστορεί ο παππούς μου , «μ΄ένα μερί τσίχλας ήπιαμε μια κουρούπα** κρασί».Μ ένα μπουτάκι τσίχλας(το πουλί-στο κάρβουνο) ήπιανε καμιά δεκαπενταριά κιλά κρασί,τόσο υπολογίζω θα ήταν η κουρούπα-κιούπι του κρασιού (6-8 άτομα θα ήταν η παρέα όπως τους ονομάτιζε)

    Μετά από κοπιαστκή μέρα και γενικά μετά από ζόρικες δουλειές, ο πατέρας μου ζητούσε να πιει ρακή, όχι κρασί. «Η ρακή ξεκουράζει» έλεγε.

    **Κρασοκουρούπα το αγκειό, αλλά και ο οινόφλυξ 🙂 , η «κρασοκανάτα’ που λέτε οι απανωμερίτες.

  70. Spiridione said

    Για τη φράση του Βάρναλη για τη σούπα και την κούπα

    Από πίσω από τη σούπα, ένα δάχτυλο στην κούπα
    Μεσσηνία
    Άγνωστος συλλογέας

    Όποιος πίνει κρασί ύστερ’ από τη σούπα, αναγελάει το γιατρό
    Άδηλου τόπου
    Άγνωστος συλλογέας

    Όποιος πιή ένα ποτήρ’ κρασί ύστερ’ απ’ τη σούπα, κλέβ’ μιά λίρα απ’ τη τζεπ’ του γιατρού
    Σημείωση: Διότι το κρασί ωφελεί μετά την σούπαν πινόμενον
    Τόπος Καταγραφής
    Μικρά Ασία, Κύζικος, Πάνορμος
    Χρόνος καταγραφής
    1916
    Συλλογέας
    Φιλιππίδης, Φίλιππος Α.

    Όποιος με τη σούπα πίνει μιά κάνει του γιατρού ζημιά
    Τόπος Καταγραφής
    Κρήτη, Μυλοπόταμος, Πρινέ
    Χρόνος καταγραφής
    1909
    Συλλογέας
    Σταυρακάκης, Ιωάννης

    http://repository.kentrolaografias.gr/xmlui/discover?scope=%2F&query=%CF%83%CE%BF%CF%8D%CF%80%CE%B1+&submit=&rpp=10

  71. Nestanaios said

    7.
    Άλλο το μέτρο του νερού και άλλο το μέτρο του κρασιού. Το κρασί δεν έχει μέτρο για πολλούς λόγους. Ένας λόγος είναι ότι το ποτήρι ή την κούπα ποτέ δεν την γεμίζεις για να μη ξέρει ο διπλανός πόσο έχεις πιεί και να νομίζεις και εσύ ότι έχεις πιεί. Με αυτό τον τρόπο φαίνεσαι καλός πότης και το πίνεις λίγο λίγο για να έχει και διάρκεια.

  72. Νέο Kid said

    «Για να γνωρίσω το μυστήριο της ζωής
    κούπας τα χείλη άγγιξα, πήλινης, φτωχιάς.
    Χείλος στο χείλος μού ψυθίρισε: ‘Οσο ζεις πίνε!
    Τι σαν πεθάνεις, δεν ξαναγυρνάς.»

    Ενός γνωστού Ζωροαστριστή (που παρίστανε το μουσουλμάνο…)

  73. Χαρούλα said

    «Τρεῖς γὰρ μόνους κρατῆρας ἐγκεραννύω
    τοῖς εὖ φρονοῦσι· τὸν μὲν ὑγιείας ἕνα,
    ὃν πρῶτον ἐκπίνουσι, τὸν δὲ δεύτερον
    ἔρωτος ἡδονῆς τε, τὸν τρίτον δ᾽ ὕπνου,
    ὃν ἐκπιόντες οἱ σοφοὶ κεκλημένοι
    οἴκαδε βαδίζουσ᾽. ὁ δὲ τέταρτος οὐκ ἔτι
    ἡμέτερός ἐστ᾽, ἀλλ᾽ ὕβρεος· ὁ δὲ πέμπτος βοῆς·
    ἕκτος δὲ κώμων· ἕβδομος δ᾽ ὑπωπίων·
    ὁ δ᾽ ὄγδοος κλητῆρος· ὁ δ᾽ ἔνατος χολῆς·
    δέκατος δὲ μανίας, ὥστε καὶ βάλλειν ποιεῖ·»

    «Το πρώτο φέρνει όρεξη
    το δεύτερο υγεία
    το τρίτο φέρνει την χαρά
    το άλλο απελπισία,
    το πέμπτο τη συζήτηση,
    το έκτο φασαρία,
    το έβδομο τη συμπλοκή,
    το άλλο αστυνομία,
    το ένατο τη σύσταση,
    το δέκατο ζημία…
    Και από τα δέκα πάνω
    ό,τι θέλω κάνω»

  74. ΣΠ said

    72
    «Το χθές την τρέλλα αυτής της μέρας ετοιμάζει,
    την αυριανή σιωπή, απελπισία ή δόξα.
    Πιές, τι δεν ξέρεις από πού ήρθες και γιατί.
    Πιές, τι δεν ξέρεις γιατί φεύγεις και για πού.»

    Του ιδίου.

  75. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    28 Kαι βεβαια οι πολεμικές ειδήσεις έρχονταν έτοιμες από τους Γερμανούς γραμμένες και μικρή σχέση είχαν με την πραγματικότητα

    43 Συμφωνώ

    58 Τηρείται η σημερινή ορθογραφία, που θέλει «βράδυ» και «βραδινός»

    62 Τον εκτιμούσε τον Καρυωτάκη

    69 Ένα μπουτάκι τσίχλας!!!

    70 Ωραια, η φράση είναι παροιμιώδης. Το «κούπου» πρέπει να είναι τυπογραφικό.

  76. ΚΩΣΤΑΣ said

    Το έχω ξαναβάλει, αλλά αφού ταιριάζει στην περίσταση…

    ΚΑΤΑΡΑ

    1ο

    Να μη φθάσω, να μη ζήσω,
    αν μια μέρα δε μεθύσω
    κι αν πεθάνω, να πεθάνω
    στο ποτήρι μου επάνω.

    Την αμέθυστη ζωή μου
    να την έχουν οι εχθροί μου.
    Μον’ εκείνοι, όσο ζήσουν,
    να μη φθάσουν να μεθύσουν.

    Όπου Βάκχος δε σφυρίζει
    κ’ η ποτήρα δεν γυρίζει,
    η ζωή τη αληθεία,
    είν’ αιώνια τυραννία.

    2ο

    Να μή ζήσω, να μη φθάσω
    αν μεθύσω και ξεράσω.
    Κι αν πεθάνω, να πεθάνω
    στο βιβλίο μου επάνω.

    Την ασπούδαστη ζωή μου
    να την έχουν οι εχθροί μου.
    Μον’ εκείνοι όσοι ζήσουν,
    απ’ τη μέθη να μη γλύσουν.

    Όπ’ ο Βρόμιος σφυρίζει
    κι’ η ποτήρα τριγυρίζει,
    η ζωή είν’ τη αληθεία
    αιωνία τυραννία.

    Το 1ο ποίημα ανήκει στον Αθ. Χριστόπουλο (1772 – 1847) και το 2ο στον Γεώρ. Σακελάριο (1765 – 1838), που είναι απάντηση στο 1ο.

  77. Αγγελος said

    Αιολόφυλε (58), παραδέχομαι ότι, σε ποιητικό τουλάχιστον κείμενο, έχουν σημασία και οι εκθλίψεις. Αλλά η ορθογραφία, όταν μάλιστα απλώς απηχεί την τότε συνηθισμένη των εφημερίδων και όχι απόψεις ή έστω ιδιοτροπίες του συγγραφέα, είναι λογικότατο να προσαρμόζεται σ’ αυτά που ισχύουν σήμερα. Δεν βλέπω καθόλου σε τι διαφέρει η διόρθωση του «ξαίρω» σε «ξέρω» από τη διόρθωση του «τρελλός» σε «τρελός». Όσο για το βράδυ και τα βράδια, παραδέχομαι ότι φαίνεται παράξενο (αν και έχει τη λογική του), αλλά ήδη η Κρατική Νεοελληνική Γραμματική του 1940 έτσι το θέλει (§581.1)

  78. # 72

    Then to this Eaarthen Bowl did I adjourn
    My Lip the secret Well of Life to learn
    And Lip to Lip it murmur’d – «While you live,
    Drink – for once dead you never shall return»

    Τη στάμνα την γλυκόχυμη εφίλησα στα χείλη
    και να μου πει της ζήτησα και να μου παραγγείλει
    αν ξέρει τι ειν΄ο θάνατος, τι είν’ ο κάτω κόσμος
    – Ταξίδι δίχως γυρισμό…Πίνε λοιπόν σταφύλι !

  79. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    Συνδυασμό και των δύο υποθηκών/προτάσεων προτιμώ, αλλά με περισσότερα στοιχεία της 1ης.
    Κι εγώ θυμάμαι τις καλύτερες οινοποσίες με παρέες να τις έχω κάνει μεσημέρι έως … όπου πάει (βραδάκι ή μεσάνυχτα ή και ξημέρωμα, ανάλογα).

    Για οινοποσία διαρκείας –με κόκκινα κρασιά- έχω καταλήξει:
    – Σουποειδές για αρχή, αν υπάρχει, καλοδεχούμενο. Λιπαρό και λίγο, όχι πάνω από 200 ml.
    – Δυο-τρία ορεκτικά, κατά προτίμηση μαγειρευτά. Σε μικρές, επίσης, ποσότητες.
    – Κύριοι μεζέδες τα κρεατικά: ψητά, σχάρας, οφτά (σουβλιστά ή αντικρυστά 🙂 ) ή και τηγανητά.
    – Σαλατικά και άλλα συνοδευτικά: Λίγα –και ανάλογα με την εποχή.
    – Όση ώρα πίνουμε/ψιλοπίνουμε, τρώμε/ψιλοτσιμπάμε.
    – Προς το τέλος τυριά. Αν δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα, φτιάχνουν το στομάχι.
    (Παλιότερα, στην Αθήνα, κάποια ταβερνάκια πρόσφεραν στο τέλος χαλβά του μπακάλη με κανέλα και λεμόνι από πάνω. Τραβούσε ο μεζές αυτός λίγο κρασί ακόμα…)
    – Θερμοκρασία κρασιού: 14-18οC.
    – Ποτήρι: Κάθε είδους. Αλλά αν θέλω να πιω καλό εμφιαλωμένο κρασί προτιμώ το κολονάτο μεγάλο ποτήρι, που αφήνει τα αρώματα του κρασιού να φτάσουν στη μύτη. (Γνωρίζω οινόφιλους που δεν πίνουν σε άλλου είδους ποτήρια και αν πάνε σε κάποια ταβέρνα –που ξέρουν ότι δεν τα έχει- κουβαλούν δικά τους κολονάτα!)
    – Παρέα: Βασική παράμετρος! Κτγμ δεν έχει σχέση το πλήθος των ατόμων, αλλά το «δέσιμο» -τουλάχιστον της πλειοψηφίας- το πώς συμμετέχει ο καθένας κ.λπ.

    – Και ασπάζομαι τους κανόνες/συμβουλές του κ. Μαρτίνου (#68)

    #6, Aghapi D
    Τι «πιόμα» ήταν με τέτοιον μεζέ; Φαντάζομαι όχι κρασί! Μάλλον ούζο, τσίπουρο, ρακή κ.τ.ό. 🙂
    Μου θύμισες -από την ανάποδη βέβαια- κάποιους Μυλοποταμίτες, που πίνουν ουίσκι με μεζέ … αντικριστό! Μπλιάχ!

    #49, Lou
    >> Δεν καταλαβαίνω το «θυμάμαι / ξεχνάω» κλπ.
    Απολαμβάνεις το κρασί όσο νοιώθεις όμορφα ή μέχρι να ζαλιστείς ελαφρά αν είσαι νταλκαδιασμένος. Το παραπάνω δεν προσφέρει καμιά ευχαρίστηση, και κινδυνεύεις να χάσεις τον έλεγχο…

    ΑΚΡΙΒΩΣ! 👏

  80. aerosol said

    Στις εποχές της αφθονίας όλες οι μερίδες έγιναν μεγαλύτερες. Το ίδιο και τα σκεύη. Τα ποτήρια δεν είναι ίδιας χωρητικότητας όταν αλλάζει το σχέδιο αλλά τα παλιά νεροπότηρα πρέπει όντως να ήταν γύρω στα 250 ml. Το μεγάλο του IKEA όμως χωράει ένα αλουμινένιο κουτάκι, δηλαδή 330 ml. Αναλόγως ποικίλα είναι και τα διάφορα κολωνάτα κρασοπότηρα. Πάντως μια δόση κρασιού σε εστιατόριο είναι συνήθως 120-150 ml. Τα κλασικά, μικρά, κρασοπότηρα της Ελλάδας νομίζω πως μετά βίας χωράνε 100 ml -αλλά δεν έχω μετρήσει.
    Όσοι βάζουν 1-2 βαρέλια έχουν και το λένε για την ποιότητά του, λέγοντας πάντα πως τα του εμπορίου «έχουν συντηρητικά». Συνηθισμένη άποψη και, κατά τη γνώμη μου, τελείως λανθασμένη. Συχνά το «αγνό» κρασί τους είναι οξειδωμένο, ακόμα και ξυδιασμένο, απλά το έχουν συνηθίσει και υπάρχει και η υπερηφάνια. Όμως όταν πετύχεις εξαίρεση βρίσκεις όντως και κάποια απολαυστικά κρασιά.

    Δεν είμαι γνώστης του κρασιού, ξέρω μόνο τι μου αρέσει. Αλλά απόκτησα μια αδυναμία για τον ιδιαίτερο, βαρύ, κρητικό Μαρουβά, που θυμίζει λίγο μπράντυ. Όταν τον βρίσκω τον τιμάω, κι ας μην πάει με όλα. Αλλά συνήθως αγαπώ κάποια λευκά, τα Λημνιά ας πούμε -σε σημείο να τα προτιμώ και με φαγητά που κανονικά ζητούν κόκκινο. Πού και πού μπορεί να πιω μόνος με το φαγητό αλλά συνήθως είναι διαδικασία της παρέας, ιερά οδός κοινωνικοποίησης και κουβέντας. Ίσως να μην είμαι τόσο δυνατός ώστε να τα έχω καλά με τον εαυτό μου! Με την καλή παρέα ακόμα και τα μαζικά από τα χαρτόκουτα γίνονται καλά.

  81. loukretia50 said

    ΜΊΚΙΕ
    ο Θαν.Παπακωνσταντίνου μελοποίησε ρουμπαγιάτ πολύ όμορφα

    κι ο Παλαμάς έγραψε
    Κάποτε τ’ άφταστα όνειρα γεννάνε
    τα μεθύσια τα πιο παθητικά.

    Με περιμένουν φίλοι για οινοποσία! Πρώτη φορά έξω, μετά από πολύ καιρό!

  82. sarant said

    81 Αχ…!

    77 Οι εκθλίψεις σαφώς έχουν σημασία -αλλά σήμερα είναι αδύνατο να βρεις δακτυλογράφο να τις κρατάει κι έτσι ομολογώ πως μου ξέφυγαν πολλές -και διόρθωσα εικοσαπλάσιες απ’ όσες ξέφυγαν.

  83. Εχω μια άποψη πως κρασί για να πιείς είναι το βαρελίσιο, τα εμφιαλωμένα απλά προετοιμάζουν το στόμα για το κατάλληλο φαγητό και είναι ολόκληρη (δύσκολη) διαδικασία να το πετύχεις. Επίσης ένα ποτήρι εμφιαλωμένο πίνεται και σκέτο σαν απάντηση στο «θα πάρετε κάτι ;» του γκαρσονιού και είναι απείρως καλύτερο από τα υπόλοιπα υγρά-των φυσικών χυμών εξαιρουμένων.
    Οταν λοιπόν πίνουμε με το φαγητό για να συζητήσουμε και να φιάξουμε κέφι κατά την γνώμη μου το ξεκίνημα γίνεται με ένα ποτήρι νερό και κάποια πάστα. Το δυο σε ένα εφαρμόζεται με τορτελίνια σε κρεατόζουμο εν είδει σούπας (ο μακράν καλύτερος τρόπος για τα τορτελίνια). Ακολουθεί ένα μικρό πιάτο με όσπρια ( φακές, φασόλια πιαζ ή σε τσιπολάτα,ακόμα και μια κούπα καλή φασολάδα, ρεβύθια κ.λ.π.) αντί για σαλάτα, εναλλακτικά -αν υπάρχουν- θαλασσινά φρέσκα κι ακολουθεί το κύριο γεύμα με κρεατικό. Το υπόλοιπο της κανάτας σιγοπίνεται με πράσινη σαλάτα και κίτρινο τυρί και ακολουθεί καφές εσπρέσσο σκέτος ή χωνευτικό λικέρ (δυο σ’ ένα πάλι μ’ ένα κορέτο)

  84. ΚΩΣΤΑΣ Π said

    Και το καθαρισμένο κομμάτι μήλου βουτηγμένο μέσα στο ποτήρι του κρασιού , συνήθως ρετσίνας , για επιδόρπιο .

  85. Πέπε said

    @80:
    > > Στις εποχές της αφθονίας όλες οι μερίδες έγιναν μεγαλύτερες. Το ίδιο και τα σκεύη. Τα ποτήρια δεν είναι ίδιας χωρητικότητας όταν αλλάζει το σχέδιο αλλά τα παλιά νεροπότηρα πρέπει όντως να ήταν γύρω στα 250 ml.

    Αυτό είναι αλήθεια. Σε παλιά σερβίτσια, τα πιάτα του φαγητού μοιάζουν με πιάτα της σαλάτας. Το φλιντζάνι του μονού ελληνικού καφέ χωράει δύο από τους παλιούς μονούς -αλλά τότε δεν υπήρχε διπλός έτσι κι αλλιώς- και του διπλού πεντέξι.

    Ωστόσο, όταν οι συνταγές λένε ποτήρια και φλιντζάνια νομίζω ότι τα εννοούν και σήμερα με τις παλιές χωρητικότητες.

    _____________________

    Τίποτε χειρότερο από τα τζαμένια κολωνάτα ποτήρια σε ταβέρνα. Κάθε χώρος έχει τους τρόπους του. Κρυστάλλινο κολωνάτο για καλό κρασί στο καλό εστιατόριο, μαργαρίτα μικρή για λαϊκό κρασί στην ταβέρνα. Να μπορείς να την κοπανάς κάτω μετά το τρίτο «γεια μας» (όταν δε χρειάζεται πια να τσουγκρίζουμε κάθε φορά ομαδικά) και να κάνει ένα ωραίο «ντούκου»!

    Α, και βέβαια, όταν τσουγκρίζουμε με τα κολωνάτα, τα κρατάμε από το πόδι, όχι από το κυρίως ποτήρι. Κάποιος στο μακρινό νησί Μουράνο (ή μπορεί κι αλλού) έβαλε τεχνογνωσία αιώνων για να πετύχει αυτόν τον καμπανάτο ήχο, δεν μπορούμε να τον ποδοπατούμε έτσι ελαφρά τη καρδία.

  86. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    Ιστορία με κρασοπότηρα κ.ά.

    Καλοκαίρι, μέσα δεκαετίας ’70, φοιτητές (και κάποιοι μόλις αποφοιτήσαντες) 6-7 άτομα, είμαστε καλεσμένοι για φαγοπιοτούρα στο χωριό κοινού φίλου (αρκετά χλμ από Ηράκλειο), με σκοπό να «ξωμείνομε» κιόλας εκεί, στο σπίτι του και σε άλλο συγγενικό. Φτάνουμε σούρουπο με το λεωφορείο, συναντάμε στο καφενείο τους 2-3 φίλους μας, μαζί με 5-6 νεαρούς χωριανούς. Προσφερθήκανε αμέσως να μας κεράσουνε –έθιμο απαράβατο… Εντάξει, παραγγείλαμε καφέδες, πορτοκαλάδες, ενώ ο …κάπως εύογκος Μ. ζήτησε «υποβρύχιο», υπό τις αποδοκιμαστικές γκριμάτσες των ντόπιων. Ανάμεσα στα ντόπια παλληκαρόπουλα και ο Νικολής τση Χρυσαλένης, ψηλός, γεροδεμένος, με χαρακτηριστική βαριά κρητική προφορά.
    Μόλις βράδιασε πήγαμε όλοι στο σπίτι του φίλου, όπου μας περίμεναν στρωμένα δυο μεγάλα τραπέζια, σε χώρο συνεχόμενων δωματίων. Βολευτήκαμε καλά, ξεκινήσαμε σιγά-σιγά το φαγητό, συνοδευόμενο με σχετικά καλό κρασί, παραγωγής του πατέρα του φίλου μας. Περιττό να πω ότι τα φαγητά και ειδικά τα κρεατικά ήταν καταπληκτικά (εγώ, πάντως, θυμάμαι τους πεντανόστιμους κιμαδένιους ντολμάδες με λάπαθα).
    Είχαμε και όργανα! Μπουζούκι-κιθάρα, αλλά αργότερα ήρθε και λύρα. Έδεσε η παρέα, το κρασί έρεε άφθονο και ο Νικολής τση Χρυσαλένης είχε βάλει στόχο να μεθύσει τον …πρωτευουσιάνο (και, επομένως, ακάτεχο στο ποτό…) τον Μ. που καθόταν δίπλα του. Και άντε «εβίβα» κι «άσπρο πάτο» ο Νικολής συνέχεια, και να ακολουθεί ο Μ. κανονικά.
    Όταν πλησίαζαν μεσάνυχτα και ενώ ο Νικολής είχε αρχίσει …να «το καταλαβαίνει», γυρίζει ο Μ. και του λέει: «Εγώ, Νικολή, έχω ένα συνήθειο: Άμα αλλάζει η μέρα, αλλάζω και ποτήρι». «Έ, φέρε μας, μπρε, δυο καθαρά κρασοπότηρα», δίνει αμέσως παραγγελία ο Νικολής, για να ικανοποιήσει τον καλεσμένο. «Νικολή», του λέει ο Μ., «δεν κατάλαβες. Εγώ αλλάζω το κρασοπότηρο, γιατί από ‘δα κι ύστερα θα πίνω σε νεροπότηρο!»
    Κόκκαλο ο Νικολής, μα δεν μπορούσε και να κάνει πίσω! Κουτσοακολούθησε τον Μ. για λίγη ώρα με νεροπότηρο και μετά …τον χάσαμε. Πήγε για «εξαγωγές» και ύπνο, τεζαρισμένος.
    Οι υπόλοιποι -και ο Μ. συνεχίζοντας να πίνει κρασί στο νεροπότηρο (!)- το γλεντήσαμε όμορφα μέχρι το ξημέρωμα. Οπότε πήγαμε και ξυπνήσαμε, με δυσκολία, και τον δυνατό πότη Νικολή…

  87. Πέπε said

    86
    Μεγάλη καφρίλα αυτό το αστείο με τις κούπες.

    Όπως και πολλές άλλες καφρίλες, στηρίζεται στη διαστροφή κάποιων κανόνων/εθίμων καλής συμπεριφοράς και καλής καρδιάς: άμα σε κερνάνε πίνεις, οκέι. Αλλά και το να κάνει ο καθένας μόνος του κουμάντο στο πόσο θέλει να πιει είναι ιερό δικαίωμα. Και στα ψέματα να βρέξεις τα χείλη σου, την αβρότητα την έχεις ανταποδώσει και αυτό ΠΡΕΠΕΙ να γίνεται σεβαστό.

    Και τέλος πάντων με φιλοξενούμενο πάει κι έρχεται. Με κανέναν που να έχει μετά να γυρίσει στο χωριό του οδηγώντας σούρα;

  88. Χαρούλα said

    Το κρασί απολαμβάνεται με τις 4 αισθήσεις. Γιαυτό τσουγκρίζουμε ποτήρια, για να χαρεί και η ακοή μας.
    Συμφωνώ με τον Aerosol(#80) για τα εμφιαλωμένα κρασιά.

    #84 😢ΚΩΣΤΑ ωχ! Τι σύμπτωση! …σαν αύριο, έφυγε ένας άλλος Κώστας, που απολάμβανε νακλείνει το δείπνο του, με μήλο στην ρετσίνα. Ο πατέρας μου. Το σχόλιο ως μνημόσυνο…

  89. Κουτρούφι said

    Δίστιχο σε κεραμικό των μέσων του 18ου αιώνα που βρέθηκε στην Ήπειρο:

    Δεν πίνουν οι Τούρκοι το κρασί το πίνουν οι Ρωμαίοι
    το πίνουν κι η φτωχολογιά για να ξεχνούν τα χρέη

  90. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

    85 Μπράβο, μικρή μαργαρίτα, το καλύτερο.

  91. Καλησπέρα,
    Να καλωσορίσω την Χαρουλλα του 39 🙂

    5 Κρασοψυχιά, ε; Καλά. Εμείς αλλιώς τόχουμε (άλλες αφάλες – πριν λίγο, δες σύμπτωση, σημείωσα να γράψω για την πίτα με το κρασί, αχρείαστα νάναι).

    Το κακό κρασί δεν γίνεται καλό ξύδι. Μπορεί να λέμε πως το κρασί ξύδιασε, αλλ’ αυτό δεν είναι έτσι ακριβώς. Το ξύδι πάει για ξύδι απ’ την αρχή. Αποτυχημένο κρασί είναι για πέταμα.

    80 Το μέγεθος του ποτηριού είναι σχετικό. Όταν στα μετρίδια λέμε ποτήρι νερού είναι 250 γρ. (άρα και ml). Για το ποτήρι του κρασιού, το υπολογίσουμε στα 180 (άσχετα πόσο βάζουμε μέσα, ποτέ δεν τα γεμίζουμε μέχρι τα χείλια, ειδικά για το κρασί). Από κει και πέρα, ο καθένας διαλέγει το μέγεθος που του ταιριάζει. Εγώ για παράδειγμα χρησιμοποιώ ποτήρι που τα 350 -400 τα παίρνει άνετα (και χωρίς να γεμίζει) μιας και είμαι της αρχής πως αν το ποτήρι είναι μεγάλο, πίνεις εύκολα περισσότερο νερό (και το νερό είναι φάρμακο 🙂 ).

  92. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    87, Πέπε
    Ακριβώς, την καφροειδή αυτή νοοτροπία -διαδεδομένη στη μεγαλόνησο-, του με το ζόρι πιοτού (ή και φαγητού κάποιες φορές…) ήθελα να θίξω με το πάθημα του Νικολή, που έπεσε όμως «στην περίπτωση». Δεν ξέρω αν του έγινε και μάθημα. 🙂

  93. 85 τέλος. Πες τα χρυσόστομε!

    Τα χαρτοκιβώτια με ασκούς κρασιού δεν είναι όλα κακά. Έχω προτίμηση σε συγκεκριμένη ποικιλία (αγιωργίτικο Νεμέας). Ε, σ’ όποια συσκευασία να το βρω, πάντα είναι στην ίδια ποιότητα (όχι, τέτοιο βαρελίσιο δεν έχω πετύχει).

  94. Χαρούλα said

    # 91 …ζήλεψα τα λ του μαλλιαρού!😊
    Τα κρινοδάχτυλα αυτά κάνουν Γιάννη! Ευχαριστώ για την υποδοχή!

  95. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    85,90 >>μαργαρίτα μικρή
    Εγέρασα για να μάθω ότι τα ποτήρια αυτά λέγονται «μαργαρίτα» (αν είναι αυτά που κατάλαβα -και που είχαμε και στο καφενείο,ρακοπότηρα,κρασοπότηρα,νεροπότηρα) γιατί η γούγλη λέει άλλα). Δαχτυλάτα τα έλεγε η μάνα μου. Τα τύπου duralex, εννοείτε;

  96. voulagx said

    #69 @Εφη έφη: «… μια κουρούπα** κρασί» Αυτο κατι μου θυμιζει απο μια παλια συζητηση περι κρασοκατανύξεων. Και θυμηθηκα τον παππα που παραγγελναν παλια στα εστιατόρια. Κι οταν οι παραγγελιές μισοκιλων πεφτουν βροχηδον, η ατακα: «παιδι, πιάσε τη μάνικα»

  97. nikiplos said

    Καλησπέρα και πάλι. Οι παλαιοί όταν θέλαν να μεθύσουν κάποιον σέρβιραν το κρασί-λευκό συνήθως-παγωμένο. Είναι γνωστό ότι το παγωμένο κρασί πίνεται ευκολότερα και γρηγορότερα, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες.

    Ένα καλό κόκκινο – πχ Ρουμπινί Παναγιώτου από Μεσόγεια- θέλει τουλάχιστον μια ώρα να βγει από το μπουκάλι, σε καράφα, ώστε να αναδύσει όλα του τα αρώματα.

    Οι ταβέρνες είναι άλλη ιστορία και συμφωνώ, κάθε ποτήρι εκεί που πρέπει, αλλά υπάρχουν κι εμείς οι ιδιότροποι. Στον Κοΐμπρα, ο ταβερνιάρης που σέρβιρε μόνο σε πήλινα ποτήρια, κούνησε το κεφάλι του, πήγε σε διπλανό ρεστωράν και μου έφερε για μένα προσωπικά κολωνάτο γυάλινο. Και το πήλινο ποτήρι όμως έχει την ιστορία του, δεν είναι απλό. Εκεί ο ίδιος μου εξήγησε πως κάποιοι παλαιοί έκαναν και κρασομαντεία, φαντασιωνόμενοι τις ανακλάσεις των κεριών στο κρασί και όσο πιο διαυγές ήταν το κρασί, τόσο περισσότερες ιστορίες είχε να διηγηθεί… Με τούτα με έκανε και έδιωξα το κολωνάτο και ήπια κι εγώ σε πήλινη κούπα…

    Όταν ήμασταν φοιτητές στο καφενείο ΕΛΛΑΣ στο παγκράτι πίναμε Κουρτάκη με Λεμονάδα, το οποίο αποκαλούσαμε παραισθησιογόνο…

    Τελειώνω με ένα τιπι: Τώρα οι αρμπαρόριζες ντύνουν με τα καλύτερα αρώματα. Πάρτε ένα φθηνό κόκκινο, αρκεί να μην είναι ξυδιάς, βάλτε το σε ένα μπουκάλι: 750ml + 400gr ζάχαρη και 5-6 τρυφερά φύλλα αρμπαρόριζας. Κρατήστε το μια εβδομάδα σε σκιερό μέρος, αλλά μην ξεχνάτε να αναδεύετε τακτικά να διαλυθεί η ζάχαρη. Παρότι διαλύεται στις 3 ημέρες, η «συνταγή» απαιτεί μια εβδομάδα γιατί το κρασί ξαναπαίρνει το διαμαντένιο χρώμα του. Τότε το σουρώνετε και το βάζετε σε γυάλινο ΚΑΘΑΡΟ μπουκάλι με πώμα. Το λικέρ που θα βγει θα σας αποζημιώσει και θα με θυμηθείτε… Εγώ κάθε καλοκαίρι φτιάχνω και με αρμπαρόριζα και με τρυφερό καρυδάκι – τώρα είναι η εποχή τους. Με παγάκι για τελείωμα κάθε βράδυ υπέροχο και απείρως καλύτερο από σαγκρίες κλπ…

    Οι Ισπανοί ανακατεύουν φθηνό κακό κόκκινο με κοκακόλα και το ποτό το λένε καλιμούτσο. Το συνηθίζει η νεολέρα στα κλάμπια…

  98. aerosol said

    #83
    Πω πω, βρε Τζι, πολλούς κανόνες μας βάζεις!

    #85
    Ναι στις συνταγές τα πράγματα είναι συγκεκριμένα. Αλλά στο δικό μας θέμα τα λέμε πιο χαλαρά, έτσι;
    Όσο για τον ελληνικό καφέ (βασικά… τούρκικο) τα πράγμα έχει καταντήσει αηδία. Ο «μονός» είναι διπλός, ο διπλός έχει μέγεθος νες και η καινούρια, ηλίθια, λογική του «κουπάτου» είναι σχεδόν μισόκιλο καφέ. Καφέ είπα; Μια θολή νερουλή λασπουριά από κακιά μηχανή. Αν δεν τον φτιάξεις σπίτι, ο ελληνικός καφές έχει σχεδόν πεθάνει, δυστυχώς.

    #91
    Στα νεροπότηρα είμαι κι εγώ της αφθονίας. Στα κρασοπότηρα πλέον όταν έχω επιλογή θέλω την παλιά μαργαρίτα, τα κολωνάτα με αγχώνουν.

    #93
    Συμφωνώ Γιάννη, δεν τα σνομπάρω. Αλλά προτιμώ να αγοράζω κάποια προσιτά εμφιαλωμένα που μου αρέσουν. Αυτό δεν αλλάζει πως έχουν συνοδεύσει πολύ ωραίες στιγμές με καλή παρέα.

    Ρε παιδιά… μόλις σκέφτηκα πως έχω να πιω ρετσίνα ΠΟΛΛΑ χρόνια. Ξαφνικά την πεθύμησα!

  99. ΚΩΣΤΑΣ said

    Ο παπ(π)άς ισχύει ακόμη, κυρίως σε επαρχιακά σουβλατζίδικα και καφενεία. Σημαίνει ένα νεροπότηρο γεμάτο με κρασί κόκκινο.

  100. Πέπε said

    @95:
    Ναι Έφη, τα ντουραλέξ. Καινούργια πρέπει να είναι αυτή η ονομασία. Εγώ παιδιόθεν τα ήξερα ως «τα κανονικά ποτήρια».

    @99:
    Μπα, έτσι το λένε; Δεν το ‘ξερα, ήξερα όμως την παπαδιά (δεν κάνω πλάκα): ρακή στο κρασοπότηρο, με παγάκι.

    @92:
    Ουπς! Τώρα συνειδητοποιώ ότι είχα μπερδέψει τα ονόματα στην ιστορία σου ΜΙΚ_ΙΕ! (Κατάλαβες: νόμιζα ότι ο ντόπιος που ήθελε να μεθύσει τον καλεσμένο ήταν ο ίδιος που πρότεινε τα νεροπότηρα…)
    Οκέι, ο κακός χέστης δυο φορές χέζει. Κι ο κακός αναγνώστης δυο φορές διαβάζει τα ίδια μέχρι να τα καταλάβει! 🙂

  101. 98 δ Το κρασί το εκτίμησα σε κάτι καταπληκτικά γαλλικά μπουκάλια (Μπορντό) στα Λιντλ πριν πολλά πολλά χρόνια. Μετά βρήκα το Αγιωργίτικο. Μεγάλη ποικιλία από ετικέτες αλλά πάντα με την ίδια σταθερή ποιότητα και κόλλησα σ’ αυτό. Τον ασκό (τρίλιτρο) τον χρησιμοποιώ μόνο όταν η κατανάλωση δεν είναι τακτική (επειδή δεν μπαίνει αέρας, το κρασί διατηρείται για πολύ καιρό).

    Και θυμήθηκα (πάλι) εκεί στα 80, στα φοιτητικά Γιάννενα. Που έχουμε πάει στου Ζώη κι εκεί που πίνουμε αποφασίζεται να μετατραπεί η σύναξη σε κρασοσυνεδρίαση: Δηλαδή υπάρχουν κανόνες που αν παραβιαστούν η ποινή από τον πρόεδρο είναι μισός ή ένας άσπρος πάτος 🙂 Βέβαια, ο στόχος ήταν συγκεκριμένος συμπότης για να του δοθεί η τελική ώθηση προς την αγκαλιά της καλής του.
    Η κατάληξη; Εντάξει, μετά απ’ όλ’ αυτά το ειδύλλιο προχώρησε. Αλλά επίσης όπως ήμασταν τύφλα μετά, πώς να γυρίσουμε στην εστία (κάπου 3 – 4 χιλιόμετρα); Έτσι μπήκαμε στο αγροτικό ενός απ’ την παρέα που ήταν ντόπιος. Δεν ήμασταν πολλοί. 8 άτομα συνολικά. Μια χαρά μας πήρε το Μάζντα. Κι εννοείται όλοι μπροστά (πού να κάτσεις καρότσα με τέτοιο κρύο). Ο οδηγός ήταν ο δεύτερος από αριστερά!

  102. Πέπε said

    Στην Κάρπαθο, ιδίως την Κάτω, υπάρχουν διάφορες κωδικοποιημένες συμπεριφορές σχετικά με το ποιος πίνει μετά από ποιον. Μπορείς να «βρεις» κάποιον, δηλαδή να τον βάλεις να πιει μετά από σένα, λέγοντάς του «καλώς να σ’ εύρω» καθώς υψώνεις το ποτήρι πριν πιεις. Μπορείς επίσης να βάλεις αυτόν που σε κερνάει να πιει πριν από σένα, λέγοντάς του «από καλό χέρι» όταν σου γεμίζει το ποτήρι.

    Όλα αυτά έχουν αφενός μια ιεροτελεστική διάσταση και αφετέρου μια διάσταση χαβαλέ (ο οποίος, όπως και με τις κρητικές κούπες, μπορεί και να στραβοπάρει καμιά φορά). Εδώ στηρίζεται και το έθιμο της «κούπας της μονομπασιάς» με το σχετικό τραγούδι (…«και βρες το γείτονά σου» = και διάλεξε ποιος θα πιει μετά από σένα).

    Εκτός εθιμικού πλαισίου (π.χ. σε αθηναϊκές παρέες) η Κούπα η Μονομπασιά είναι ένα εύθυμο και δημοκρατικό συμποτικό τραγουδοπαίχνιδο όπου όλοι πίνουν με τη σειρά τους, και επ’ ευκαιρία μαθαίνουμε και τα ονόματα της παρέας. Το κανονικό δεν είναι κατ’ ανάγκην έτσι, π.χ. κανείς δε σου απαγορεύει να βρεις αυτόν που σε βρήκε και να βραχυκυκλώσει η φάση μεταξύ δύο ατόμων για φορέβερ.

  103. Spiridione said

    95. Και εγώ Έφη σήμερα έμαθα ότι τα λένε μαργαρίτα αυτά τα ποτήρια.
    100. Ντουραλέξ είναι η γαλλική εταιρεία που τα έφτιαχνε από το 1945.
    Αυτά τα κλασικά κρασοπότηρα πρέπει να είναι τα provence που δείχνει στη δεύτερη φωτογραφία κάτω.
    https://fr.wikipedia.org/wiki/Duralex

  104. sarant said

    101 Εγώ εδωπέρα πίνω πολλά και διάφορα. Έχω κάποιες προτιμήσεις σε ποικιλίες, αλλά μου αρέσει να δοκιμάζω κιόλας.

  105. mitsos said

    Απολαυστικός ο Βάρναλης. Ευχαριστούμε Νίκο.

    Ο ένας πό τους δυο παππούδες μου ( πατέρας της μάνας μου ) ήταν κρασοκανάτα δυνατή. Μέχρι το 1970 έπεινε μόνο κρασί ( νερό πίνουν τα μπακακάκια απαντούσε κάθε φορά που του πρόσφεραν νερό ). Το 70 άρχισε να πίνει και καμιά Αμστελ αλλά λίγο αργότερα αρρώστησε και πέθανε το 74. Θυμάμαι τ΄Αη Λιός ανήμερα έγινε η κηδεία και το μεσημέρι φύγανε όλοι οι επιστρατευμένοι.
    Έλεγε η γιαγιά μου πως το 44 με την απελευθέρωση τον είχαν πάει σπίτι οι φίλοι του και της είπαν πως είχε πιει 16 οκάδες κρασί
    Δυνατός λοιπόν πότης και το εννοώ.
    Το πρωϊ ήθελε μισή οκά τουλάχιστον . Στην παράγκα που μαστόρευε τα παπούτσια. ( ήταν Τσαγκάρης ) με μεζέ οτιδήποτε. Μια φέτα αλατισμένο ψωμί με τυρί ( φέτα ) ή με σκόρδο ή με κρεμμύδι . Το καλοκαίρι συχνά μόνο με μια αλατισμένη φέτα πεπόνι.
    Το μεσημέρι έπινε πάλι στο σπίτι με ένα πιάτο φαγητό και μια φέτα ψωμί ήθελε μια οκά κρασί συνήθως ρετσίνα
    Αν τα οικονομικά του το επέτρεπαν, τις Τετάρτες συνήθιζε να παγαίνει βράδυ στο καπηλιό. Μετά το μεσημεριανό όσπριο ήθελε μεζέ , αμελέτητα ή παϊδάκια . Με παρέα κάποιους καθημερινούς θαμώνες . Τον Μπρίκη ή και τον Δυόσμο από τα Περαμερίτικά. Τους γείτονες από τα Κατωμερίτικα τους απέφευγε γιατί όλο μιλούσαν για δουλειές της γειτονιάς.
    Τις Κυριακές πρωΐ , μετά ην δεύτερη καμπάνα και πριν την τρίτη, ξεκινούσε για την μεταλαβιά όπως την έλεγε . Πατσά ψιλοκομμένο ή ποδαράκι, με μπόλικο σκορδούστουμπι και λεμόνι. Ποτέ ξίδι.
    Εκεί μπορεί να ξεπερνο’υσε και τις δυο οκάδες.

    Θυμάμαι πως δυο φορές με πήρε μαζί του στο καπηλιό κι άλλες δυο Κυριακές για πατσα. Δυστυχώς ούτε τότε κατάφερα να τον κάνω να μπει σε λεπτομέρειες για την Αλβανία , το Αντάρτικο, για την ΟΠΛΑ για την Μακρόνησο, για τη Φυλακή.
    Με μισόλογα και γενικολογίες αρχικά και μετά κοφτά άλλαζε το θέμα . Άρχιζε τις φιλοσοφίες …

    Δεν νομίζω όμως ότι έπινε για να ξεχάσει κάτι. Ήταν κάτι σαν μια τελετή που την απολάμβανε καλύτερα χωρίς παρέα ανθρώπους με κοινές αναφορές και καθημερινές εμπειρίες. Προτιμούσε γύρω κόσμο περαστικό, αδιάφορο. Να πετά έναν περιπαιχτικό λόγο, να χαμογελά και τον χαιρετάει.

    Μάλλον σε κάποια σημεία , λοιπόν , όχι όμως σε όλα, είχε παρόμοια προσέγγιση με αυτήν του Βάρναλη.

  106. Πέπε said

    103:
    > > 100. Ντουραλέξ είναι η γαλλική εταιρεία που τα έφτιαχνε από το 1945.

    Ναι, το ξέρω ότι έτσι λέγεται η μάρκα. «Καινούργια πρέπει να είναι αυτή η ονομασία» εννοούσα την ονομασία μαργαρίτα!

  107. Πέπε said

    > > με μπόλικο σκορδούστουμπι και λεμόνι. Ποτέ ξίδι.

    Μα το σκορδοστούμπι είναι ξίδι με σκόρδο!

  108. mitsos said

    @107 Πέπε
    Ίσως έχει δίκιο . Σκόρδο και μίγμα με κόκινη αποξηραμένη πιπεριά τριμένη και λεμόνι ( αλλά όχι ξίδι ). Έτσι κάπως μεγαλώνει η πρόταση κάμποσοαλλά είναι ακριβέστερη.

  109. Κουτρούφι said

    Στη Σίφνο συνηθισμένη είναι η οινοποσία σε αγροικίες της υπαίθρου, τις λεγόμενες θεμωνιές. Κάθε θεμωνιά έχει το κουρούπι της και οποιοσδήποτε βρεθεί περαστικός θα προσκληθεί να πιει «μια κούπα». Όπου κούπα είναι συνήθως νεροπότηρο όπως λέει και ο Δ. Μαρτίνος για τα Θερμιά. Στον Αρτεμώνα συνήθως η κούπα γεμίζεται μέχρι πάνω, μερικά μικρόμετρα κάτω από το χείλος. Το γέμισμα αυτό λέγεται «αρτεμωνιάτικο». Ανεξαρτήτως εποχής και ώρας, η κατανάλωση γίνεται στο εσωτερικό του οικήματος και όχι έξω. Η καλύτερη εποχή για κούπες σε θεμωνιές είναι ο χειμώνας. Από μεζέ όχι σπουδαία πράγματα, ό,τι πρόχειρο βρίσκεται. Τυρί (μανούρα), ελιές, λίγο ψωμί. Συνήθως δεν μένεις στη μια κούπα και φεύγεις κουδούνι.

    #102. Αυτό το «καλώς να σ’ εύρω» το έχουνε και στην Ηλεία (Αμαλιάδα). Το είχαμε σχολιάσει πριν πολλά χρόνια, αλλού.

  110. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Τίνος ειν΄ η κούπα

  111. Triant said

    Το Αγιωργήτικο δεν το είχα σε υπόληψη, μου ερχόταν λίγο γλυκό. Μέχρι που δοκίμασα σε μια κάβα κοντά στο σπίτι μου στην Αγίας Φωτεινής το Αγιωργήτικο του ιδιοκτήτη (κτήμα Ράπτη στη Νεμέα). Κάνει και άλλα πιό ακριβά κρασιά αλλά αυτό των 3 ευρώ το λίτρο (και δεν χρεώνει και τον ασκό) είναι εξαιρετικό για καθημερινό – και όχι μόνο. Αν κάποιος περνάει από εκεί του συνιστώ να δοκιμάσει. Άλλη μια αμαρτία του μαγαζιού είναι τα καραμελωμένα φιστίκια. Ά, το μαγαζί λέγεται κάβα Εκλέκτωρ και είναι στην Αγίας Φωτεινής χαμηλά, κοντά στην Πλαστήρα.

  112. Οι παλιοί μπορεί να θυμούνται ένα υπέροχα γευστικό εμφιαλωμένο λευκό με την ονομασία Κάβα Καμπά. Δεν (νομίζω πως) κυκλοφορεί πια. Το σκέτο «Καμπά» είχε γίνει παρανόμι του φτηνού εμφιαλωμένου κρασιού, υπήρχε και η διαφήμιση με το παιδάκι που απομνημόνευε την παραγγελιά για τα ψώνια «τυρί, ρύζι, καφέ, γάλα, καμπά…»
    Από το άλλο αστέρι της εποχής (70’ς) μου έχει ξεμείνει ένα μπουκάλι Σάντα Ελενα να περιμένει (μάταια) το μεγάλο γεγονός για να ανοιχτεί… 1971 σοδειά γράφει το μπουκάλι. Η ίδια εταιρεία (Αχάια Κλάους) κυκλοφορούσε την λαϊκή Δεμέστιχα που πότισε χιλιάδες γερμανόφωνους τουρίστες και την γλυκειά Μαυροδάφνη που το όνομά της στην Ελλάδα έγινε παρανόμι του γλυκού κρασιού
    Την δεκαετία του 80 κυριαρχούσε το Ροζέ Καλλιγά, μέχρι που χρόνο τον χρόνο η κατανάλωση ξεπερνούσε όλη την παραγωγή της Κεφαλλωνιάς και η ποιότητα δεν καλυπτότανε από την τότε στα σπάργανα κρασοχημεία και συγχρόνως άρχισαν να εμφανίζονται πολλές ετικέτες στην αγορά στέλνοντας το στα αζήτητα. Τα εμφιαλωμένα ροζέ συνήθως είναι μίγμα λευκού με κόκκινο σε αναλογία 3:1. Σκέτο ροζέ κρασί δίνουν τα μαύρα σταφύλια κάρντιναλ και αετονύχι.
    Ολες οι κρασοποικιλίες σταφυλιών δίνουν κόκκινο κρασί αρκεί οι σπασμένες ρόγες να μείνουνε 2-3 μέρες πριν πάρουνε τον μούστο. Αντίθετα το χρώμα του άσπρου κρασιού αντικατοπτρίζει την προέλευσή του και είναι πιο δύσκολη η επέμβαση της χημείας.
    Χημεία σκέτη είναι και οι σαμπάνιες όπου η κρασένια βάση είναι χαμηλής στάθμης. Η αξία και η γεύση δίνεται από το λικέρ που προστίθεται. Εχω διαπιστώσει πως αφρώδες κρασί δίνει ο μούστος από την ελληνική ποικιλία «φράουλα», απίστευτα ξινό, προφανώς θα υπάρχουν κι άλλες.
    Από προσωπική εμπειρία, θεωρώ ένα ποτηράκι από αγνό χωρίς συντηρητικά κρασί από αράντιστα σταφύλια κρεβατίνας, το καλύτερο φάρμακο για όλες τις αρώστειες. Μόνο που η κρεβατίνες ωριμάζουν τον Αύγουστο κι αν δεν έχεις δροσερό κελάρι το κρασί δεν ξεπερνάει το 20ήμερο πριν ξιδιάσει από την ζέστη. Σαν ξίδι όμως είναι σούπερ !

  113. Aghapi D said

    79 και όμως για τους παλιούς το κρασί ταίριαζε 🙂

  114. argyris446 said

    Reblogged στις worldtraveller70.

  115. sarant said

    105 Ωραία ιστορία

    111 Α, θα το δοκιμάσω, κοντά πέφτει

    112 Κάπου είχα διαβάσει ότι και τα καλά κρασιά δεν κρατάνε πολύ πάνω από τα 50 χρόνια, οπότε να το ανοίξεις κάποτε.

  116. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    81, Lou
    Ευχαριστώ για τα άσματα! Ο Θ.Π. είναι από τους αγαπημένους μου…
    Ελπίζω να ήταν απολαυστική η χθεσινοβραδινή οινοποσία!

    113, Μωρέ μπράβοοοο! 😃

    Καλημέρα! Καλό μήνα! (για να δούμε…)

  117. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    112 Της ίδιας εποχής και ο Λάκκος με τους Ρώσους, το Lac des Roches. Που βλέπω πως υπάρχει ακόμα.

  118. Νομίζω πως δεν αναφέρθηκε η λέξη κοκκινέλι,για το βαρελίσιο κόκκινο κρασί που υπήρχε στις παλιές ταβέρνες για τους περίεργους που απιστούσανε στην ρετσίνα. Σε μερικές υπήρχε και αρετσίνωτο για τις κυρίες…

  119. Γιάννης Ιατρού said

    111: Θόδωρε, όντως πολύ καλό. ,👍🍷
    Από εκεί, κοντά στο Λεόντειο, κάνουμε το 50% των σχετικών προμηθειών κάθε χρόνο. Την (συν)ιδιοκτήτρια την γνωρίζουμε και προσωπικά, κάνουν στις αρχές Σεπτ. 3ήμερη γιορτή κάθε χρόνο.🎈🎉

  120. Triant said

    119: Και το τσίπουρό του είναι πολύ καλό αν και λιγο ακριβό. Ξέρεις όμως τι πίνεις. Όλα τα τσιπουροειδή που έχει έχουν και την σελίδα τους με την ανάλυση από το χημείο. Με τον Βασίλη, κάθε φορά που πάω, χασομεράμε αρκετή ώρα 🙂

  121. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Να μην ξεχάσω να πάρω τα «Συμποσιακά» μετά το πλήρες ξεκαραντίνιασμα. Να συμπληρώσω την συγκεντρωτική «Τριλογία» άρθρων του Βάρναλη από το Νικοκύρη (μαζί με τα «Αττικά» και «Αστυνομικα» ) και να το χαρίσω και σε ανάλογους ρέκτες .Αυτά είναι παρακαταθήκες πολλώ λογιώ.
    Έστω και αργά, με αφορμή το σημερινό, να ευχηθώ για τα «Συμποσιακά» να είναι καλοτάξιδα.

  122. Theo said

    Καλημέρα!

    Ωραία η κουβέντα για το κρασί.

    Συνήθως καταναλώνω 200-300 ml με το φαγητό, σχεδόν καθημερινά. Όταν βρεθώ με παρέα, φτάνω στο μισόλιτρο. Κόκκινο κατά προτίμησιν, εκτός από όταν τρώμε ψάρια, που τα συνοδεύουμε με λευκό.

    Έχω ένα φίλο μηχανικό, που είχε για ένα διάστημα τρία κινέζικα εστιατόρια (με δυο άλλους) στη Θεσσαλονίκη. Καυχιέται για τη γευσιγνωσία του σε κρασιά και σοκολάτες. Κάποιες φορές βρίσκει κάποια κόκκινα από μικρούς παραγωγούς. Ο μάλλον καλύτερός τους είναι στη Γουμένισσα αλλά δεν είναι εύκολο να βρει κανείς κρασί από εκεί γιατί η Γουμένισσα έχει μικρή παραγωγή και τη περισσότερη την αγοράζουν οι μεγάλοι οινοποιοί. (Το ίδιο συμβαίνει και με τα λευκά της Λήμνου, που είναι πολύ καλής ποιότητας).

    Ο ίδιος βρίσκει κατά καιρούς και υπέροχα κόκκινα που διατίθενται σε μικρές ποσότητες από κάποια αγιορείτικα μοναστήρια. Φημισμένο εκεί είναι το μονοξυλίτικο, από την περιοχή Μονοξυλίτης όπου έχουν αμπέλια οι μονές Παντελεήμονος (Ρωσικού), Διονυσίου και Χιλιανταρίου. Ο Τσάνταλης έχει νοικιάσει το μεγάλο κτήμα της Παντελεήμονος εκεί, αλλά δε νομίζω πως τα σταφύλια που παίρνει από εκεί να αρκούν για τον «αγιορείτικο» οίνο που παράγει. Μάλλον θα προσθέτει και σταφύλια από άλλους αμπελώνες. (Περισσότερες πληροφορίες για τους αγιορείτικους αμπελώνες εδώ.)

    Μεγάλος φίλος του κρασιού ήταν κι ο συχωρεμένος ο Κωστής Μοσκώφ. Τον θυμάμαι να πίνει μ’ ένα φίλο του 3 λίτρα κρασί μέσα σε μια ώρα περίπου, με συνοδεία τυριού και αυγών. Ήρθαν στο κέφι αλλά δεν μέθυσαν. Εγώ τότε δεν θα κατανάλωσα πάνω από 300-400 ml.

  123. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    Από τα ωραιότερα κρασιά που έχω πιεί στη ζωή μου αυτό των Λειψών. Ακόμα το θυμάμαι, από το ’86.

  124. Χαρούλα said

    Theo, ούτε το ATHOS μπορούσε ως εταιρεία να στηρίξει με αγιορείτικα σταφύλια, και αναγκάστηκε σε αλλαγη ονόματος. Το είπε «πονηρά» ANTHOS με ενιαίο Ν με Τ, για να μην ειναι εμφανής η αλλαγή. Είναι η πιό χαραχτηριστική πονηριά ετικέττας στην Ελλάδα.

  125. Γιάννης Ιατρού said

    122: Theo https://monoxilitis.gr/

  126. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    @123. Μὲ ψάρια τὸ ἤπιες;

    Τότε πρέπει νὰ εἶχε πολὺ ψάρι ἐκεῖ.

  127. Theo said

    @124, 125:
    Ευχαριστώ πολύ.

    Από το λίκνο του σχ. 125 φαίνεται πως και η Μονή Αγίου Παύλου έχει αμπέλια εκεί.

  128. Theo said

    Φημισμένο ήταν και το κρασί του Μελένικου. Λένε πως κι ο Τσόρτσιλ παράγγελνε κρασί από εκεί και πως, όταν οι κάτοικοί του έφυγαν με την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά τη συνθήκη του Νεϊγύ, άδειασαν τα βαρέλια τους στο ποτάμι που κοκκίνισε.
    Υπάρχουν υπόγειες αποθήκες σκαμμένες στο υπέδαφος (από ψαμμίτη; ) στους οποίους φυλάσσονται τα βαρέλια σε μια σταθερή κατά το μάλλον ή ήττον θερμοκρασία. Μπορεί κανείς να τις επισκεφτεί σε ένα δυο αρχοντικά που λειτουργούν σαν μουσεία. Πάντως η γουλιά που μας έδωσαν να πιούμε όταν επισκεφτήκαμε ένα από αυτά δεν πινόταν με τίποτα 😦

  129. sarant said

    118 Μπράβο, το κοκκινέλι.

    120 Α, αν έχει και καλά τσιπουροειδή θα το τιμήσω σίγουρα. Θα πω και το σύνθημα «Με στέλνει ο Θόδωρος»
    (Μισή ώρα με τα πόδια απέχει απ’ το σπίτι μου, βλέπω)

    121 Νάσαι καλά 🙂

  130. nessim said

    και ένα σχετικό από τα ρουμπαγιάτ του Ομαρ Καγιάμ

    Δεν πίνω το κρασί γιατί λατρεύω το κρασί.
    Δεν πίνω για να µπω στης έκλυτης ζωής το βούρκο.
    Πίνω για ν’ αναπνεύσω έξω από μένα μια στιγμή,
    Έξω από µένα να βρεθώ• για τούτο πίνω το κρασί.

  131. Triant said

    129: Βάλε άλλα τρία λεπτά (το πολύ) και τα πίνουμε στο σπίτι μου 🙂

  132. sarant said

    131 Να σου πω, καλή ιδέα

  133. Γιάννης Ιατρού said

    131/132 κλπ. και σε 35′ έχω φτάσει κι εγώ, μην νομίζετε 🙂 🙂 🙂

  134. sarant said

    133 Ναι, στην εποχή μας έχουν μηδενιστεί οι αποστάσεις 🙂

  135. Γιάννης Ιατρού said

    134: 39 χλμ. είναι από μένα

  136. 126 Όχι, με τις οκάδες 🙂

  137. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Τσ-τσ-τς! Ὥστε εἶχε ὀκάδες ἀκόμα ἐκεῖ τότε!

    Ἔρημιὰ καὶ ἀπομόνωση! 🙂

  138. 111, 119, 120, 129 κλπ

    Ωρέ μπέκροι! Περιμένετε λίγο κι έφτασα!

  139. Γιάννης Ιατρού said

    138: Θα σου κρατήσουμε θέση, μην σκοτωθείς κιόλας στους παλιόδρομους 🙂 🙂

  140. loukretia50 said

    Ιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι !!!
    …όλοι μαζί κινάτε συρφετός γυρεύοντας πριβέ οινοποσία…
    Ντροπή ωρέ!

    (η της προσκολλήσεως!)

  141. loukretia50 said

    Α! και καλό μήνα!

  142. Triant said

    Λοιπόν.
    Το σπίτι μου έχει μόνο ένα μπαλκόνι (δεν είμαι από τους γνωστούς προνομιούχους) αλλά απέναντι από το μαγαζι που λέγαμε έχει καινούργια πλατεία με παγκάκια και παρακείμενο σουβλατζήδικο με πολύ καλές συστάσεις. Μαζεύεται πολύς κόσμος στο όρθιο γιατί έχουν πλατύνει πολύ το πεζοδρόμιο και έχουν βάλει και παγκάκια (λες και το ξέρανε).
    Βάλτε στο Google Earth 37°56’54.12″ N 23°42’39.02″ E και δείτε (το maps έχει παλιές φωτογραφίες).
    Ήρεμα μιλάω.

  143. Γιάννης Ιατρού said

    140: Είδες πως βγαίνουν μερικές από την τρύπα τους, ε; 🙂 🙂

    142: Σου απήντηξα…

  144. sarant said

    Θεωρητικά βεβαίως όλα αυτά, προς το παρόν 🙂

  145. 143α
    Να έρθει, εννοείται, αλλά να έχει κάποιον να τη γυρίσει σπίτι.

  146. loukretia50 said

    145, σιγά που σας έχω ανάγκη … κινούμαι ανεξάρτητα!
    Ωχ! για ταξί πρέπει να φορέσω διάφανη μπούρκα?

  147. Αυτό το νταβαντούρι πάντως με τα προϊόντα του Αγίου Ορους δεν με πείθει. Τσίμπησα και παράγγειλα μέλι, ακριβό βγήκε και μπακατελοειδές. Λογικό είναι, άμα βλέπεις χλιδάτες παρουσιάσεις , ωραία περιτυλίγματα και «σοφίες» στα συνοδεύοντα κείμενα, μικρό καλάθι να κρατάς, δεν το τήρησα και το πλήρωσα.
    Μικρές εξαιρετικές κρασοπαραγωγές υπάρχουν αρκετές αλλά υπάρχει πρόβλημα με την σταθερότητα της ποιότητας και κυρίως με τα σημεία διανομής. Πριν κάποια χρόνια ήρθε στο εξοχικό μου ένας φίλος για χταπόδι και μου έφερε δυο μπουκάλια ροζέ βατικιώτικο κρασί- δεν θυμάμαι το όνομα, μόνο κάποιο «V» θυμάμαι Ηταν παραπάνω από εξαιρετικό και υπέθεσα πως θα ήταν τσουχτερό αλλά μου είπε πως το πήρε από το σούπερ μάρκετ του χωριού 4 ευρώ το μπουκάλι.Εννοείται πως πήραμε αμέσως και τα άλλα τρία μπουκάλια που είχαν ξεμείνει κάποια χρόνια στο σούπερμάρκετ και μετά το έψαξα στο σουπερμάρκετ του άλλου χωριού όπου δεν βρήκα το ροζέ αλλά άσπρα και κόκκινα της ίδιας ετικέτας με τα οποία φιάξαμε το ροζέ, λίγο πιο φτηνό στην τιμή αφού το λευκό το είχε 3 ευρώ και το κόκκινο 4,20
    Οταν τελείωσαν τα μπουκάλια της περιοχής πήρα τηλέφωνο να ρωτήσω αν μπορούν να μου στείλουν και μου είπανε ναι, αλλά άλλης χρονιάς και η τιμή του μπουκαλιού 8 ευρώ χώρια τα μεταφορικά. Τα συμπεράσματα δικά σας.

  148. loukretia50 said

    Eσείς οι πιο … περπατημένοι, ξέρατε την έκφραση?
    Του αλλάζω του κρασιού τον Ανανία https://youtu.be/ofqpUp6stvw Ελένη Λαμπίρη

  149. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    148 Λου: https://sarantakos.wordpress.com/2014/07/08/ananias-2/

  150. loukretia50 said

    149. Ω! δεν το θυμόμουν! Μερσί!

  151. Theo said

    @147:
    Μα, το Άγιο Όρος δεν φημίζεται για το μέλι του. Είναι κατάφυτο από καστανιές, τα περισσότερα μέλια προέρχονται από άνθη καστανιάς, και το καστανόμελο, αν και έχει πολλά θρεπτικά στοιχεία, είναι πικρό.
    Η γειτονική του Σιθωνία βγάζει πολύ ωραίο μέλι (ανθόμελο, κυρίως) κι έχει μεγάλη παραγωγή. Μέχρι και στη Θεσσαλονίκη έχουν πρατήρια του Συνεταιρισμού τους (ένα, στην Αλ. Σβώλου).

    Σχετικά με τη σταθερότητα της ποιότητας και τα σημεία διανομής, έχεις δίκιο. Ο φίλος μου, πάντως, έχει επαφές με κάποιους οινοπαραγωγούς κι αγοράζει τα κρασιά τους χωρίς μεσάζοντες. Προσέχει και τις καλές χρονιές. (Μου λέει πως οι περσινές συνθήκες θερμοκρασίας και βροχόπτωσης ίσως να έχουν δώσει και τα καλύτερα κρασιά της τελευταίας δεκαετίας-εικοσαετίας. Γι’ αυτό, προτιμάτε τα κρασιά του 2019.)

  152. Triant said

    147:
    Όποιος θέλει σταθερή ποιότητα πίνει ή κρασιά προΙόντα χημείου (που δεν είναι απαραίτητα κακό) ή Blended whisky. Ακόμα και τα single malt έχουν διαφορές μεταξύ τους, πόσο μάλλον τα single cask (αυτό είναι άλλωστε και το νόημα).

  153. Γιάννης Ιατρού said

    152: Ας πούμε πως υπάρχουν δύο είδη «χημείου»: Το ένα, που προσθέτει ουσιωδώς (κι αφειδώς 😉 ουσίες ή/και άλλους καρπούς, βότανα κλπ. και το δεύτερο, που ‘περιορίζεται’ σε εξωτερικές παρεμβάσεις στη διαδικασία της ωρίμανσης/ζύμωσης (π.χ. θερμοκρασίες, δοχεία, υγρασία αερισμός κλπ. κλπ.), ανεξάρτητα ή όχι με το προηγούμενο.

    Οπότε τι; Έτσι στεγνοί θα μείνουμε ρε πατριώτες γιατί εμπλέκεται η χημεία; Εδώ έχουμε και δικά μας παιδιά, σπουδαγμένους χημικούς, κλέφτες (ή συγγραφείς κλπ.) θα γίνουν οι άνθρωποι 🙂 🙂 🙂 🙂 ,ε;

    ΥΓ: και τίποτα να μην κάνεις, πάλι «χημεία» είναι η όλη υπόθεση, από τον τρύγο έως το τελικό προϊόν.
    Και η απόσταξη (ρακί, τσίπουρο κ.ά), κι αυτή χημεία (και φυσική γενικότερα) είναι.

  154. Χαρούλα said

    Στις γνωστές εταιρείες το χημείο δουλεύει μόνο ως ελεγκτικός και καθοδηγητικός τομέας. Μετρά παραμέτρους για να ξεκινήσουν ή να διακοπούν οι φάσεις από τον τρύγο, την οινοποίηση, ως την παλαίωση.
    Πιό πιθανό να βρούμε εξωγενείς προσθήκες σε μικρούς οικιάκους παραγωγούς. πχ συχνότατα προσθήκη έξτρα μαγιάς.
    Η προσθήκη βοτάνων κλπ στο κρασί, δεν δίνει κρασί, αλλά βερμούτ. Με φυσικότατο τρόπο.

    Σήμερα σε όλα τα ποτά(εκτος από μπόμπες), το χημείο απλά υποβοηθά την παραγωγή και την αποτελεσματικότερη οινοποίηση, απόσταξη, εκχύλιση. Οι εδώ χημικοί, ας μας πουν. Συνάδελφοι τους δουλεύουν εκεί.θα ξέρουν έγκυρα.

  155. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Καλημέρα καὶ χρόνια πολλὰ στὸ Γουσοῦ.

    @153. Γιάννης Ιατρού said:

    » Οπότε τι; Έτσι στεγνοί θα μείνουμε ρε πατριώτες γιατί εμπλέκεται η χημεία; Εδώ έχουμε και δικά μας παιδιά, σπουδαγμένους χημικούς, κλέφτες (ή συγγραφείς κλπ.) θα γίνουν οι άνθρωποι 🙂 🙂 🙂 🙂 ,ε; »

    Πές τα, Γιάννη μου.

    Καὶ μετὰ ἀπὸ ποῦ θὰ παίρνουμε τὴ σύνταξη ὅλοι ἐμεῖς οἱ χριστιανούληδες μπολσεβίκοι συνταξιοῦχοι;

    Ἀπὸ τὸ Ταμεῖον Κλεφτῶν καὶ Ἁμαρτωλῶν;

    Ἢ μήπως ἀπὸ τὴν Ἑταιρεία Ἑλλὴνωνε Λογοτεχνῶνε καὶ Ποιητῶνε; 🙂

  156. # 151

    Αγαπητέ Theo αν ήθελα μέλι γλυκό, το Γαλαξίδιόπου πηγαίνω τα κλοκαίρια φημίζεται για το θυμαρίσιο του και ξέρω αρκετούς παραγωγούς. Για λόγους υγείας -και γούστου πλέον- παίρνω κουμαριάς κι όταν δεν βρίσκω (συνήθως) καστανιάς. Είχα πάρει από κάποιο μελότοπο Μακεδονίας μέλι καστανιάς Αγίου όρους και ήταν καλό. Μετά παάγγειλα από την…πηγή, το ίδιο το Αγιονόρος ι όπως σου έγραψα μπακατελοειδές. Ευτχώς φέτος βρήκα μια καλή τρύπα κουμαρόμελο και βολεύτηκα

    # 153

    Ει ωά νησσών φιλείς πόσω μάλλον ένα ρώσσικο κρασάκι από μια ειδική ποικιλία που μαζεύεται ρόγα-ρογα και τοποθετείται σ’ ένα πελώριο χωνί κι ό μούστος στάζει κατ΄ευθείαν στο μπουκάλι χωρίς καμιά πίεση απλά και μόνο από το βάρος. Όταν γεμίσει το μπουκάλι σφραγίζεται αποθηκεύεται με το λαιμό κάτω για να φύγει το ίζημα (με το ίδιο κόλπο που κάνουν στις σαμπάνιες)και πωλείται ένα ημιφορτηγό ρούβλια όταν γίνει. Είδες πουθενά χημεία ; η ζύμωση είναι ζύμωση δεν είναι χημεία, κάθε δυο μέρες ζυμώνω ψωμί για να τα αποφεύγω τα χημικά ! (και βελτιώθηκα πολύ κόβοντας εντελώς το αγοραστό ψωμί, πρώτα ζύμωνα όαν είχα κέφια.

  157. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    156 > η ζύμωση είναι ζύμωση δεν είναι χημεία

    Είναι φυσική χημεία. Φυσικοχημεία 🙂

  158. loukretia50 said

    Κέφι αν έχει, θα ζυμώσει.
    Μέχρι τότε, θα ζει μ΄όση
    έμπνευση ποιητική – φουλ Μετοπερετική
    θα αντέξει πριν θυμώσει
    αν συντόμως δε βιώσει
    μέθη ποδοσφαιρική.
    Όμως αν ακούσει Ντύλαν
    Θα ξεχάσει πάσαν νίλαν!
    Ποιος είναι?

  159. loukretia50 said

    παρντόν! … πάσαν θα ξεχάσει νίλαν (δια την τάξιν)

  160. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    @156, 157.

    Ὅποιος δὲν θέλει νὰ ζυμώσει…

    κάνει ζύμωση. 🙂

  161. ΚΑΒ said

    Η χολέρα του 1854 στην Αθήνα

    Τελικά, στα τέλη Νοεμβρίου, επήλθε η ύφεση και σταδιακά άρχισε ο κόσμος να επιστρέφει. Μάλιστα, όπως έγραψαν στις 27 Νοεμβρίου οι εφημερίδες της εποχής, στις ταβέρνες άρχισε να μαζεύεται πολύς κόσμος και να γιορτάζει με άφθονη κατανάλωση κρασιού τη λύτρωση από τη φονική αρρώστια.

  162. Γιάννης Ιατρού said

    154…160: Πουλάκια μου, βλέπω κελαηδάτε σήμερα! Χαίρομαι 🤩👍

    156: Γιώργο, μιας και ανέφερες πως γίνονται ζυμώσεις, που λέει ο λόγος 🙂

    Στην εποχή του ΓουΣου 🙂 🙂 τέτοιες μέρες κάναν ένα ειδικό ψωμί, τον «θάργηλο άρτο», προσφορά στον Απόλλωνα, σαν μέρος των συνηθειών της γιορτής των Θαργηλίων, προς τιμή των δίδυμων θεών, της Άρτεμης και του Aπόλλωνα. Γινόταν την έκτη και την έβδομη ημέρα του μήνα Θαργηλιώνα (Μάιος – Ιούνιος) στην Αθήνα. Για να μην σου θυμίσω την περιφορά των «φαρμακών» (και τα «καθάρματα», από εκεί βγήκαν…) κλπ. 🙂

    Καλό αλεύρι νά ΄χεις, να ξέρεις να πιάσεις προζύμι και να το ταΐζεις (δεν πιστεύω να βάζει μαγιά, ε;🙄). Α, και καλό νερό, χωρίς χλώριο κλπ. (όχι της φωτιάς…). Αλλά θέλεις και κατάλληλο φούρνο, νά ΄χει και μιά α(λφα) θερμοχωρητικότητα βρε παιδί μου (τίποτα πυρότουβλα της προκοπής, καλύτερα chamotte, να βρεις)!

  163. 153, … δύο είδη «χημείου»: Το ένα, που προσθέτει …

    Καίτοι χημείον, προσθέτει.

  164. Γιάννης Ιατρού said

    163: Τραυλίζει ελαφρά και το λέει 2Χ 🙂 🙂

  165. dryhammer said

    162. Δεν βρήκα καλά πυρότουβλα και το έφτιαξα με μπυρότουβλα

  166. Γιάννης Ιατρού said

    165: Θα τα βρήκες και φτηνά, μπΥρ παρά που λένε 🙂

  167. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    @162,163,164,165,166. Κεντάει ἡ ὁμάδα. 🙂

  168. loukretia50 said

    166. … από μπυρπωλητή?

  169. dryhammer said

    Ό,τι και να λέτε, μιλάω εκ μπύρας.

    Είμαι έμπυρος (μην πω φούρνος)

  170. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    165 Μπυρλωτή δεν έχει!

    169 δικασμένος στο μπυρ το αιώνιο

  171. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    16β Μπυρ και μανία

  172. loukretia50 said

    Dry, μολόγα τα! Ας μιλήσει η μπύρα!

    -Μην είδες το μπυρπωλητή για να τον συγυρίσω?
    Πούλησε μόνο τενεκέ το σπίτι για να χτίσω.
    (μετ΄ου πολύ)
    – Ρε, που ’ναι το χρυσό υγρό να βρέξω το λαρύγγι?
    Καλά μου λέγαν πως τραβάς κι από τη μύγα ξύγκι.
    (γκαρίζει, αφού τον σβέρκωσε και τη γραβάτα σφίγγει)
    Παραγγελιά κανονική, ένα καμιόνι μπύρες
    Κι έφερες μόνο τα κουτιά, μα τα λεφτά τα πήρες.

    -Άσε με κάτω πάραυτα (γδούπος), θέλεις να φαληρίσω?
    Μπυρότουβλα μου ζήτησες κι είπα να βοηθήσω.
    Είν’ ο σκοπός σου ιερός, τσαρδάκι ν΄αποκτήσεις
    Κι εγώ να φέρω υλικά. Όχι για να μεθύσεις!
    Μέτωπο κι επιχείρηση έχουμε εμείς στην πιάτσα
    Βάζουμε κι απ΄την τσέπη μας, δε θέλουμε στραπάτσα
    Κάνουμε ανακύκλωση : αφού τις μπύρες πιούμε
    ύστερα τα κουτάκια τους σας τα μοσχοπουλούμε.
    Τι δεν κατάλαβες?

  173. dryhammer said

    172. Άξια!! ακόμα μια φορά!

    …και να σκεφτείς πως ξεκίνησε σαν κρασόνημα

  174. Γιάννης Ιατρού said

    169: Αυτό είναι σαν το καζάνι στην κόλαση ρε συ! το Μπυρ το εξώτερον!

  175. Γιάννης Ιατρού said

    Πάω να φέρω τα συγγράμματα από το υπόγειο, εκείνα τα χειρόγραφα με την πραγματεία για την «Αρχή της Απροσδιοριστίας του Χάινεκεν» (Heinecken)

  176. sarant said

    172 Μπύραυλος!

  177. Μπιρ αλλάχ !

  178. 165,
    Ωραίο το μπυροκουτούκι, είχε ένα τέτοιο στην Μπυραϊκή

  179. 175
    Θα παρουσιαστεί τιμής χάινεκεν

  180. loukretia50 said

    178. για τους Μπυραιώτες ή τους Μπειρατές?

  181. dryhammer said

    178.

  182. ΣΠ said

    Βλέπω πιάσατε το μπύρι-μπύρι.

  183. Για σοβαρευτείτε λίγο και κόφτε επιτέλους το μπύρι μπύρι.

  184. loukretia50 said

    πάμε για μπυρότσαρκα?

  185. Άμα δεν κάνεις ριφρές σε τρώει ο καθηγητής στη στροφή. Μελετημένα πράματα.

  186. loukretia50 said

    185. …έτσι παν’ αυτά. Ξεροσφύρι

  187. 172,
    Η πιο καλή κρασόνα είν´ η Λου
    Μπύρα, κρασί, μεζέ, τουρλού-τουρλού
    Και σαν μπυράζουνε οι στίχοι της (χικ)
    Ακόμα μια φορά να την χαρείς

  188. 185,
    Δεν μπυράζει
    (μα η φάβα της φωνάζει: φακή βγάλ´ τα)

  189. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    @185. Εἶναι πιὸ ἔμπυρος.

  190. 180,
    Για όλους τους συμπυρομαρτούντες

  191. nikiplos said

    και οι πότες ας μην ξεχνούν:

    beer to wine, not so fine…
    beer to whisky, is too risky…
    whatever to beer, have no fear!

    Τέλη 80ς, ταινία Burfly, στο Φιρένζε λάθος συνεννόηση και ξεμένω μόνος σε μια πλατεία, ούτε το όνομά της δεν θυμάμαι. Το κόβω σε ένα μπαρ πλάϊ στον Άρνο και πίνω γκίνες. Μια παρέα Ιρλανδών πίνουν σκληρά ποτά. Αγόρια και κορίτσια και Σουηδέζα η γκαρσόνα. Ακριβώς επειδή είναι Ιρλανδοί δεν αργούμε να γίνουμε μια παρέα όλοι και εκεί πρωτοδοκίμασα τα special ουίσκια, όπως το Bushmills κλπ… Εγώ είχα μαύρα μεσάνυχτα, μεχρι το μπαλαντάϊνς έφθανε η γνώση μου…

    Αξέχαστο βράδυ, συνεννόηση μπουζούκι και τελείωμα με βαρστάϊνερ μπύρες, με το παραπάνω ρητό, παρα θιν Αρνός…

  192. Γιάννης Ιατρού said

    Να θυμηθούμε και τα μπυράλ, …παλιά, τότε, την εποχή των Μπυραμίδων, πού τύχαινε και σε παρέσυρε και μια αναρχικιά στο δρόμο της ακολασίας 🤩😉

  193. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Νὰ βάλουμε καὶ μουσικὴ ἐπένδυση:

    Μπὺρ Ἀλλάχ.

  194. loukretia50 said

    Μιχάλη, εβίβα! https://youtu.be/wJtFdpO54mE Λατρεύω αυτό το τραγούδι!

    -Λέξεις πέφτουν σα χαλάζι
    Μα αυτή δε χαμπαριάζει
    Στα στιχάκια μπύρα στάζει,..
    -Δε μπυράζει, δε με νοιάζει !

  195. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Δεν κράσαρε, έγινε μπυρανάλωμα το νήμα!

    Ποιος το μπυροδότησε ;

  196. 191, … Αξέχαστο βράδυ, …

    Νύχτες της Καμπύρια

  197. sarant said

    Μα τι ωραία, πολύ γέλασα με πολλά, αλλά περισσότερο με το 185 κι ας ήταν άμπυρο.

    Το πρωτόμπυρος δεν το είπατε όμως.

  198. loukretia50 said

    ούτε το μπυρίκαυστο

  199. 185, … Άμα δεν κάνεις ριφρές σε τρώει ο καθηγητής
    στη στροφή …

    Στο μπυράζ,
    που (σχεδόν) έλεγε κι ο Διακογιάννης
    επισημαίνοντας τις διαφορές των κουλουάρ.

  200. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    185 >> Μελετημένα πράματα,
    σας μιλάω εκ μπύρας

  201. sarant said

    199 Φοβερό!

    Μπυρετώδης δραστηριότητα, γενικώς.

    Για να θυμηθούμε και το αρχαίο «έκαστος δύο μπύρας φέρει…»

    Αλλά, όπως έλεγε μια παλιά αποχαιρετιστήρια φράση, Λεκανόστ!

  202. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    191 >>σε ένα μπαρ πλάϊ στον Άρνο και πίνω γκίνες
    και πίνω γκίνες, πίνω γκίνες, πίνω γκίνες

  203. loukretia50 said

    Μπυροβλήτης φανταιζί

  204. ΣΠ said

    185
    Ο Αλαίν Πρόστ; (He was nicknamed «The Professor»)

  205. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    204 Όχι, άλλον είχα υπόψη μου, δεν τον λένε Μαρία 🙂

  206. loukretia50 said

    205. Αν τέλειωσαν τα μπυρομαχικά ελπίζω να μην αρχίσεις τίποατα Prostυχα!

  207. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    206 Εντάξει, αλλά να prostρέξεις σε βοήθεια.

  208. loukretia50 said

    207. στις Prostαγές σου Χχτήνος εφέντ! – μπορώ να κάνω αλλιώς?

  209. 204, … Ο Αλαίν Πρόστ; (He was nicknamed «The Professor») …

    May I propose a – Texas – toast:

    Prost! μ’ ένα ποτήρι μπύρα
    στην υγειά του καθηγητή

  210. dryhammer said

    Δεν χρειαζόμαστε Prostάτες! Έχουμε το δικό μας!

    Marine Pro Stator Polaris SL 650 94-95

  211. 210,
    …που έχει διογκωθεί, κιόλας! 🙂

  212. 204, … 185. Ο Αλαίν Πρόστ; …
    205, … 204 Όχι, άλλον είχα υπόψη μου, δεν τον λένε Μαρία 🙂 …
    206, … 205. Αν τέλειωσαν τα μπυρομαχικά ελπίζω να μην αρχίσεις τίποατα Prostυχα! …

    Μεριμνά το σύστημα μπυροprostασίας

  213. Γιάννης Ιατρού said

    Θα σας ρίξει ο Nick Hard κανένα Prostιμο και θα δείτε… 😉

  214. loukretia50 said

    213. Prostίθεται στο λογαριασμό!

  215. Γιάννης Ιατρού said

    214: Ναι με τον φόρο prostιθέμενης αξίας, 6%, 13% ή 22%

  216. loukretia50 said

    215. Δε μπυράζει κι αν σουρώνει
    αProstάτευτη και μόνη ,
    Η παρέα μας σκαρώνει
    μπυροτεχνήματα!

  217. Γιάννης Ιατρού said

    Να πιούμε και καμιά μπυρίτσα

  218. loukretia50 said

    Το μπυροτσαρδάκι του Dry είναι με μπυρότουβλα Prost – no frost!

  219. Γιάννης Ιατρού said

    218: Ναι, τον prostατεύει κι απ΄ τη ζέστη

  220. Γιάννης Ιατρού said

    218: τι βλέπω ολούθε; Prostριβές λόγω (μη) ρεφρές;

  221. loukretia50 said

    αμάν ωρέ μπύρομ! τι είστε σεις?
    Μια φορά μου ξέφυγε λινκ και με ξεμProstιασε!

  222. Αιμ said

    220 . Μεταξύ έμπυρων σχολιαστών μάλιστα

  223. sarant said

    217 Prostιγμή μπερδεύτηκα

  224. Γιάννης Ιατρού said

    223: Είναι το prostαγμα της ημέρας, να prostρέχουμε αρωγοί σ΄ όποιον διψάει 🙂

  225. Γιάννης Ιατρού said

    221: Χμ, εδώ χρειάζεται αυστηρός Ordo Paenitentiae 😂

  226. 213, … Θα σας ρίξει ο Nick Hard κανένα Prostιμο …

    Παραμένουμε στο
    αμπυρόβλητο

  227. 221, … ξέφυγε λινκ και με ξεμProstιασε! …

    …ξέφυγε λινκ και με
    ξεμπυρόστιασε –
    Ξεροσφύρι η μπύρα
    αν είναι χωρίς λινκ

  228. loukretia50 said

    227 Α λα bratsέτα!
    … και όπως είπαμε! τα κουτάκια στο Dry! – χωρίς χρέωση!

  229. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    211, μετά τα 80 οι αprostατευτοι!

    213, δεν είμαστε μπόμπυρες λέμε, έχουμε μπύρα από τη Ζωή (μη σου πω κι από τη Στέλλα-την Αρτουά ντε!)

    216, Όταν ακούω μπυραλαχ ο νους μου πάει σ΄εσένα

    217, αυτό ήταν το κρασάκι στην τούρτα;

  230. dryhammer said

    218. Το διάβασα «μπασταρδάκι του Dry» κι όταν -με την τρίτη- κατάλαβα τι γράφει, ήξερα πως ήταν ώρα να κλείσω τον η/υ.

Σχολιάστε