Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Το ιπτάμενο παπούτσι και τα φρασεολογικά του

Posted by sarant στο 13 Σεπτεμβρίου, 2010


Τη μέρα που εκείνος ο ιρακινός δημοσιογράφος πέταξε το παπούτσι του στον Τζορτζ Μπους, είχα σκεφτεί πως ήταν θέμα χρόνου το να βρει μιμητές. Κι έτσι προχτές, ένας ακτινολόγος στο επάγγελμα «πατριώτης ακτιβιστής», παρόλο που οι περισσότεροι ομοϊδεάτες του αποστρέφονται τους μουσουλμάνους σαν ο διάολος το λιβάνι, ευχαρίστως εισήγαγε στη χώρα μας το αραβικό αυτό έθιμο (αν και σε συνεννόηση με ξένα τηλεοπτικά κανάλια όπως άκουσα). Πάντως, το έθιμο δεν αποκλείεται να εδραιωθεί, διότι βέβαια, αν είναι να ρίξεις κάτι στον σημερινό ή στον προηγούμενο υπουργό ή πρωθυπουργό, το παπούτσι είναι απείρως πρακτικότερο από άλλα αντικείμενα που θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο του συμβολικού βλήματος: το κινητό π.χ. είναι ακριβό και καταστρέφεται, γιαούρτια και τούρτες φαίνονται πολύ, και γενικά ό,τι μεταφέρει κανείς στα χέρια μπορεί να αφαιρεθεί σε σωματική έρευνα –ενώ το παπούτσι όχι (αλλά ας μην τους δίνω ιδέες…)

Όμως εδώ δεν πολιτικολογούμε, ούτε ασχολιόμαστε με την ακτιβιστική βαλλιστική, αλλά λεξιλογούμε –κι έτσι θα ασχοληθούμε λίγο με τα γλωσσικά και τα φρασεολογικά του παπουτσιού. Λίγο, γιατί το θέμα είναι τεράστιο.

Καταρχάς, η ίδια η λέξη παπούτσι είναι δάνειο, από τα τουρκικά (papuç, pabuç), με περσική την αρχή. Από παλιά παίρναμε λέξεις σχετικές με την υπόδηση από τους εξ ανατολών γείτονες και ειδικά από τους Πέρσες: τα τζαγγία, που τα φορούσαν και οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, και που έδωσαν αργότερα τον τσαγκάρη, περσικής αρχής είναι. Όμως, στην ελληνική γλώσσα το παπούτσι καθιερώθηκε για οποιοδήποτε υπόδημα, έγινε γενικός όρος (ή να πω γένιος ως απόδοση του generic για να μην καταλάβετε; ), ενώ τα ξαδερφάκια του σε άλλες γλώσσες, π.χ. το γαλλικό babouche (αυτοί το πήραν από τους άραβες κι έτσι το αρχικό p μετατράπηκε σε b επειδή οι άραβες δεν ξεκινάνε λέξεις από p) δηλώνουν ένα συγκεκριμένο είδος παπουτσιού, σαν παντούφλα ή πασούμι.

Εδώ ξεκινάει επικίνδυνο μονοπάτι: αν είναι να ασχοληθώ με τα ετυμολογικά του κάθε είδους παπουτσιού, του τσαρουχιού και της αρβύλας, του σκαρπινιού και της μπότας, του πασουμιού και της παντόφλας, της γαλότσας, της σαγιονάρας και της γόβας, τότε, ζήτω που καήκαμε, δεν τελειώνουμε ούτε μεθαύριο. Και να προσέξετε ότι έμεινα μόνο στα είδη παπουτσιών που γνωρίζει ένας αρσενικός, διότι ακούγοντας τις κόρες μου να λένε για μπαλαρίνες και πλατφόρμες υποψιάζομαι ότι υπάρχει κι άλλο ένα πολύ μεγαλύτερο υποδηματικό βασίλειο που μου είναι άγνωστο. Οπότε, θα περιοριστώ στον γενικό όρο, το παπούτσι. Ούτε έχω σκοπό, αλλά ούτε και δυνατότητες έτσι που είμαι μακριά από τα κιτάπια μου, να κάνω αναδρομή στην ιστορία της υπόδησης. Οπότε, περιορίζομαι στα φρασεολογικά του παπουτσιού.

Η Ιμέλντα Μάρκος είχε (λένε) χιλιάδες ζευγάρια, αλλά οι πιο πολλοί από τους παππούδες μας είχαν ένα ή δυο, και φορούσαν τα παπούτσια τους μέχρι σχεδόν να αποσυντεθούν. Τα παλιά παπούτσια ήταν λοιπόν χιλιοταλαιπωρημένα, τρύπια, βρόμικα και τρισάθλια, παρουσίαζαν δηλαδή οικτρό θέαμα. Έτσι, το γράφω κάποιον ή κάτι στα παλιά μου τα παπούτσια είναι έκφραση δηλωτική έσχατης περιφρόνησης –που λειτουργεί και χωρίς το ρήμα, σαν αναφώνηση: «στα παλιά μου τα παπούτσια». Εκ των υστέρων, στη δημοσιογραφική γλώσσα, μεταφράστηκε ειρωνικά στην καθαρεύουσα και έτσι χρησιμοποιείται συχνά, λες και αν το πεις στην καθαρεύουσα είναι πιο ευγενικό, π.χ. ο ίδιος ο υπουργός προσωπικά αλλά και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους το Σύνταγμα (από ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για κάποια κουτσουκέλα του κ. Λοβέρδου). Πάντως, έχει το γούστο της στην περίπτωση αυτή η καθαρευουσιανιά, μας θυμίζει λίγο και τον Μποστ. Κι ένα ωραίο απόσπασμα του Βάρναλη από την Αληθινή απολογία του Σωκράτη, με τη γνήσια έκφραση: Εγώ βέβαια τα πολιτικά μου δικαιώματα τα είχα γραμμένα στα παλιά μου τα παπούτσια. Ποτές μου δεν πήγα να ψηφίσω· να διαλέγω μοναχός μου ποιος κλέφτης θα με κλέβει και ποιος τζελάτης θα με κόφτει.

Για κάποιον που διώχνεται χωρίς πολλές ευγένειες και χωρίς να τηρηθούν τα προσχήματα, υπάρχει η έκφραση του έδωσαν τα παπούτσια στο χέρι -το λέμε για αξιωματούχο (π.χ. υπουργό) που χάνει τη θέση του ή εργαζόμενο που απολύεται ή για σύζυγο, μνηστήρα ή ερωτικό σύντροφο που διώχνεται. Αν διαβάσετε κάπου ότι η έκφραση, τάχα, προήλθε από βυζαντινό έθιμο που τάχα-τάχα προέρχεται από τους Βαβυλώνιους, ότι όταν τάχα ο αυτοκράτορας ήθελε να αποπέμψει κάποιον αξιωματούχο, του έστελνε τάχα ένα ζευγάρι παλιά παπούτσια με το όνομά του τάχα γραμμένο επάνω, μην το πιστέψετε, είναι νατσουλισμός. Η πραγματική προέλευση της έκφρασης είναι κάπως πιο πεζή: τα παλιά τα χρόνια, ο επισκέπτης άφηνε τα παπούτσια του στην είσοδο του σπιτιού και έμπαινε μέσα ξυπόλητος. Αν λοιπόν γινόταν φορτικός, η νοικοκυρά τού έφερνε τα παπούτσια του, δηλώνοντας ότι είναι ώρα να πάρει τέλος η επίσκεψη. Και για κάποιον που αποπέμφθηκε, λέμε πήρε παπούτσι, αν και συχνότερη είναι η παραλλαγή πήρε πόδι.

Λέμε επίσης του έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι, όταν περιορίζουμε κάποιον, του επιβαλλόμαστε ή τον δεσμεύουμε υπερβολικά. Κεντρική έννοια εδώ είναι η πειθάρχηση και ο περιορισμός της ελευθερίας του άλλου, είτε είναι απείθαρχος εργαζόμενος είτε μουρντάρης σύζυγος. Ο Κ. Κάσσης λέει ότι η φράση προέρχεται από σχετικό βασανιστήριο στο οποίο υποβάλλανε τους χωρικούς οι χωροφυλάκοι και οι ληστές, αλλά ο Νικόλαος Πολίτης δεν λέει τίποτε τέτοιο οπότε κρατάω επιφυλάξεις –αντίθετα, ο Πολίτης δίνει απαράλλαχτη τουρκική έκφραση και παρεμφερή ρουμανική. Πάντως, είναι παλιά έκφραση· ο ιερομόναχος Κατζιούλης την έχει στη συλλογή του αν και μασκαρεμένη: Δύο πόδες ενί υποδήματι.

Υπάρχει και η πασίγνωστη παροιμία Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είν’ και μπαλωμένο, ότι το ντόπιο ή το οικείο είναι προτιμότερο κι ας έχει ατέλειες –δεν το λέμε μόνο για αγορές αλλά και για γάμο με συντοπίτη. Μια παρέκβαση: όταν παίζαμε χαρτιά, πριν από πολλά χρόνια, τα άχρηστα χαρτιά τα λέγαμε «παπούτσια» -κι όταν, στην πρέφα, σηκώναμε από κάτω την αγορά, ο τζογαδόρος συνήθιζε να λέει, ξορκιστικά, «παπούτσι από τον τόπο σου…». Αλλά αυτό το λέγαμε πιθανότατα μόνο στην παρέα μου. Αντιθέτως, είναι κοινότατο να λέμε ότι το στόμα μου είναι (σαν) παπούτσι ή έγινε η γλώσσα μου (σαν) παπούτσι, όταν έχει στεγνώσει το στόμα μας, έχουμε βραχνιάσει, ιδίως την άλλη μέρα μετά από πολύ ποτό και πολλά τσιγάρα (χαγκόβερ που το λένε). Προσοχή όμως, γιατί η έκφραση έχει/έβγαλε γλώσσα σαν παπούτσι είναι διαφορετική, σημαίνει ότι κάποιος είναι φλύαρος αλλά και αναιδής ή θρασύς μαζί. Ίσως η έκφραση αυτή να είναι της Θράκης και της Πόλης, γιατί κυρίως εκεί τη βρίσκω, με πιο γνωστή τη φαναριώτισα κεράτσα Κρουσταλλένια του Τανταλίδη, που

Η κεράτσα Κρουσταλένια έχει γνώση σαν κουκούτσι,
και μια γλώσσα σαν παπούτσι
κι όταν κάμνει να λαλήσει φαναριώτικα καμπόσα,
ω! να διείτε τότε πνεύμα! ω! να διείτε τότε γλώσσα!
Πάτα, πάτα, πάτα, πάτα,
χίλια λόγια της τρεχάτα.

Πιο σπάνια είναι η έκφραση με μισό παπούτσι, που λέγεται για κάποιον πάμφτωχο. Π.χ. ξεκίνησε από το χωριό του με μισό παπούτσι και έγινε μέγας και τρανός. Ακόμη περισσότερο σπάνια, αλλά γουστόζικη, είναι η έκφραση «θα βάψω τα παπούτσια μου μαύρα», ειρωνική απάντηση στην απειλή κάποιου. Λέει, για παράδειγμα, ο άλλος: «Αφού είσαι έτσι, δεν θα ξαναπατήσω στο σπίτι σου!» -και απαντάμε: «Κι εγώ από τη λύπη θα βάψω τα παπούτσια μου μαύρα» (αφού τα παπούτσια έτσι κι αλλιώς μαύρα βάφονταν). Σε αστικό περιβάλλον, για τέτοιες περιπτώσεις λέμε «θα βάλω τη γάτα μου να κλαίει». Οι σαντορινιοί λένε ή λέγαν για κάποιον που φεύγει αναπάντεχα και κάπως κρυφά «κρητικό παπούτσι έγινε» -εμείς θα λέγαμε «το έστριψε αλά γαλλικά».

Για κάποιον πολύ πιο άξιον από μας, λέμε: δεν είμαι άξιος να λύσω τα κορδόνια των παπουτσιών του. Η φράση πάει πίσω στο Ευαγγέλιο: Ου ουκ ειμί ικανός λύσαι τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού. Κι όταν μιλάμε για ένα μισητό μέρος ή αισχρούς ανθρώπους, λέμε ή λέγαμε ότι είναι να φεύγεις και να τινάζεις τα παπούτσια σου, ώστε να μη μείνει πάνω ούτε η σκόνη τους. Κι αυτό ανάγεται στο Ευαγγέλιο, σε κάμποσα χωρία, π.χ. εξερχόμενοι της οικίας ή της πόλεως εκείνης, εκτινάξατε τον κονιορτόν των ποδών υμών (όπως βλέπετε,  μια χαρά το καταλαβαίνουμε και χωρίς δασείες, περισπωμένες και άλλα αλεξαντριανά σκουληκάκια). Πολύ πιο σύγχρονα, και πιο ειδικά, για τον βετεράνο ποδοσφαιριστή (ή αθλητή) που αποσύρεται από την ενεργό δράση λέμε ότι κρέμασε τα παπούτσια του.

Κοντεύουμε στο τέλος, οπότε ας πάμε στις παραλλαγές. Η έκφραση «το στόμα μου είναι σαν παπούτσι», που αναφέρθηκε παραπάνω, έχει και την παραλλαγή της, το στόμα μου είναι σαν τσαρούχι. Υπάρχουν κι άλλες εκφράσεις όπου η λέξη τσαρούχι λειτουργεί επιτατικά. Για παράδειγμα, όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος έχει πλήρη άγνοια για τα τεκταινόμενα, λέμε ότι κοιμάται με τα τσαρούχια. Για κάποιον που πετυχαίνει κάτι με άνεση (π.χ. να περάσει τις εξετάσεις) λέμε ότι πέρασε/πέτυχε/μπήκε με τα τσαρούχια. Προσοχή όμως, γιατί όταν κάποιος έχει μπει μέσα με τα τσαρούχια μπορεί να σημαίνει ότι είναι καταχρεωμένος, χρωστάει στους πάντες, ή αλλιώς χρωστάει σε όσους φοράνε παπούτσια. Ενώ στον παροιμιόμυθο για τον βλάχο και τον ζωγράφο, τα παπούτσια και τα τσαρούχια εναλλάσσονται, αρκεί να είναι κόκκινα: θέλοντας ο βλάχος και μη θέλοντας ο ζωγράφος, φόρα και συ Χριστούλη μου κόκκινα παπούτσια (ή τσαρούχια). Στην αρχή της παροιμίας, υπάρχει μύθος: ένας βλάχος που είχε βγάλει πολλά λεφτά στα ξένα, γύρισε στο χωριό και άρχισε τις ευεργεσίες· χρηματοδότησε λοιπόν την αγιογράφηση της εκκλησίας, αλλά έβαλε όρο να φοράει κόκκινα παπούτσια (ή τσαρούχια) ο Χριστός. Ο αγιογράφος διαφώνησε, αλλά ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, οπότε υποχώρησε ο ζωγράφος αλλά, λένε, είπε το παροιμιώδες –σε μια παραλλαγή μάλιστα το έγραψε σε μια γωνίτσα.

Τελειώσαμε, αλλά διαπιστώνω ότι ξέχασα μια φράση, για την οποία μάλιστα δεν είμαι βέβαιος πώς ακριβώς έχει. Λέγεται όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια στριμόκωλη κατάσταση, μια δύσκολη περίοδο που περνάμε, κι εγώ την ξέρω στενό παπούτσι κι ανήφορος! Όμως στον Πετρόπουλο τη βρίσκουμε «γαμήσι δίχως σάλιο, στενό παπούτσι κι ανήφορο», ενώ στο slang.gr την έχουν εντελώς ξεχειλώσει: ανηφόρα, βίτσα, πούτσα και στενά παπούτσα –αν και έχει το γούστο της η έμμετρη μορφή. Με όλο τον σεβασμό, νομίζω ότι η δική μου παραλλαγή, ως συντομότερη, είναι η αρχική και οι άλλες μεταγενέστερα παραγεμίσματα· συν τοις άλλοις, έτσι την έλεγε ο ανθυπασπιστής Καρασαββίδης στην Κομοτηνή (άλλαξα το όνομα τόσο ώστε να αναγνωρίζεται μόνο από όσους υπηρετήσαμε μαζί), και είναι γνωστό ότι οι ανθυπασπιστές είναι ασυναγώνιστες αυθεντίες στις παροιμιώδεις εκφράσεις και στο τάβλι (μαζί με τους πυροσβέστες).

Πάντως το στενό παπούτσι είναι δηλωτικό της δύσκολης, της στενόχωρης, της στριμωγμένης κατάστασης. Και τι κάνεις όταν σε στενεύει αβάσταχτα το παπούτσι σου; Το βγάζεις και το πετάς –κι έτσι ξαναγυρίσαμε από εκεί που είχαμε αρχίσει!

150 Σχόλια to “Το ιπτάμενο παπούτσι και τα φρασεολογικά του”

  1. ο Μήτσος said

    «Η Ιμέλντα Μάρκος είχε (λένε) χιλιάδες ζευγάρια»

    Το χιλιάδες ίσως είναι υπερβολή. Δεν θέλω να καλύψω την Μάρκος, αλλά το ίδιο λένε και για τον μακαρίτη (μακαριστό) Χριστόδουλο. Έχει εμφανιστεί σε πολλά blogs η λίστα με τα προσωπικά του αντικείμενα. Σχετικά με τα παπούτσια του λέει ο συγγραφέας:

    «… Εκατοντάδες ζεύγη παπουτσιών όλα από τις δυό ακριβώτερες φίρμες του κόσμου Sebago και Church’s, απ’ αυτά που φορούν μόνο οι Άγγλοι πρίγκηπες, λόρδοι και άλλοι αριστοκράτες. Ο Χριστόδουλος φορούσε μόνο τέτοια παπούτσια, που το κάθε ζεύγος τιμάται πάνω από 1.000 χίλια ευρώ. ( Όταν ανατράπηκε ο δικτάτωρ των Φιλιππίνων Μάρκος, βρέθηκε ότι η γυναίκα του είχε 80 ζεύγη παπουτσιών, ακριβά βέβαια αλλά συνηθισμένα).»

    Τα Sebago μάλλον δεν κάνουν πάνω από 200 €, αλλά φαντάζομαι ότι θα έχει κάποια αλήθεια η πληροφορία σχετικά με τον αριθμό.

  2. Καλημερίζω με ένα παλιό χίπικο τραγούδι Hole in my shoe..
    Νομίζω ότι το παπούτσι του γιατρού έχει περισσότερο μυαλό από τον κάτοχό του!Για όσους τον άκουσαν πριν από λίγη ώρα στους Καμπουράκη-Οικονομέα στο Μέγκα!

  3. Με την εξέλιξη της λέξης «παπούτσι» στα ελληνικά ασχοληθήκαμε εγώ κι ο Γιώργος Μπαλόγλου στη μετάφρασή μας της Παιδιοφράστου Διηγήσεως Ζώων των Τετραπόδων, σελ. 317-320.

    * Από τις πρώτες της εμφανίσεις, το ιβ! αι. (Τζέτζης: «πετρομαχασκοπάπουτσον», Ψευδο-Κωδινός ιδ! αι.), είναι ασαφές αν η λέξη προσδιορίζει ανατολίτικο υπόδημα, ή εν γένει υπόδημα.
    * Στις Ασίζες της Κύπρου (ιγ! αι.)η λέξη φαίνεται να αναφέρεται στην ανατολή: «Το δικαίωμαν των παπουτζίων των αγοράζουν οι Σαρακηνοί εντέχεται να δώσουν τέλος το δέκατον»
    * Ήδη με το Σαχλίκη (ιδ! αι.) η αναφορά είναι σε εν γένει υπόδημα: «διατ’ ήτον αξυπόλυτη κ’ ουδέν είχε παππούτζια»
    * Στις άλλες βαλκανικές γλώσσες η λέξη συνεχίζει να αναφέρεται σε ανατολίτικο υπόδημα:
    * Βουλγαρικά: папуци, папук = παντόφλα για γυναίκες, παπούτσι, παντόφλα
    * Ρουμανικά: papuc = παντόφλα, παπούτσι· η γενική λέξη εκεί είναι pantof
    * Σλαβομακεδονικά: папук = «απαρχαιωμένο: είδος παπουτσιού»
    * Σερβικά και Κροατικά: papuča = παντόφλα, «είδος ελαφριού υποδήματος που το φοράνε μόνο μέσα στο σπίτι
    * Αλβανικά: papuçe =  «ελαφριά μάλλινη παντόφλα που τη φοράνε μέσα στο σπίτι»
    * Ουγγρικά: papucs = παντόφλα, γόβα

    Η ταύτιση της λέξης με παντόφλες και γυναίκες στις άλλες βαλκανικές γλώσσες έχει επίπτωση να εμφανίζεται η λέξη σε εκφράσεις για το γυναικοκρατούμενο άντρα, ως άντρα «κάτω από την παντόφλα»: Ουγγρικά (papucs alatt van), Ρουμανικά (sub papuc; a fi sub papucul nevestei), Σερβικά και Κροατικά (on je pod papučom).

  4. Κατερίνα Γ. said

    Καλημέρα και καλή εβδομάδα!
    Το ιστολόγιό σας είναι απολαυστικότατο!
    Εκείνη η ακτιβιστική βαλλιστική με ξετρέλανε!!!

  5. Και η αρχή της αρχής: περσικά pâpûş, κατά λέξη «σκέπασμα ποδιού», περισσότερο παντόφλα παρά παπούτσι. Εξ ου και στα τουρκικά papuş ή papuç είναι περισσότερο η παντόφλα ή το σανδάλι, ενώ για το παπούτσι χρησιμοποιείται το ayakkabı (πάλι «σκέπασμα ποδιού»).
    Βρήκα και μια περσική έκφραση, papuş bara-ye şaytan duxtan, «ράβω παπούτσια για το διάολο», κάτι σαν «έλα παππού να σου δείξω τ’ αμπέλια σου»: to know how to set about a thing better than anyone, to teach one’s grandmother how to spin.

  6. […] […]

  7. μήτσκος said

    Ξεχάσατε τις μελιτζάνες παπουτσάκια!

  8. sarant said

    Ευχαριστώ για τα σχόλια!

    ΝικΝικ, είσαι θησαυρός, δεν είχα μαζί μου το βιβλίο σας για την Παιδιόφραστο.
    Απροπό, το βιβλίο το συστήνω θερμότατα σε όλους!

    Δύτη, σε ευχαριστώ πολύ, είχα δει την τουρκική λέξη αλλά δεν ένιωθα σιγουριά να γράψω.
    Δύτη, αναρωτιέμαι μήπως η περσική έκφραση έχει κάποια συγγένεια με τη δικιά μας «είναι διαόλου κάλτσα». Πάντως οι δυο αγγλικές εκφράσεις δεν είναι ισοδύναμες, η μια είναι επαινετική και η άλλη δείχνει έναν θρασύ ξερόλα.

    Οπότε, αφού μόνο στην ελληνική γλώσσα επικράτησε η λ. παπούτσι ως βασική λέξη για το υπόδημα, τι συμπέρασμα βγαίνει για τον ελληνικό λαό; (Πλάκα κάνω).

    Μήτσο, σαν μικρός αριθμός είναι το 80 για μια δικτατόρισσα -εδώ ξέρω κοινές θνητές που τον πλησιάζουν.
    Μήτσκο, έχεις δίκιο!
    Κατερίνα, ευχαριστώ πολύ, με σκλαβώνεις 🙂
    Κώστα Φ., δεν τον είδα το πρωί τον παπουτσοβόλο γιατρό.

  9. espectador said

    Αυτό που λένε -οι Αμερικάνοι;-«μπαίνω στα παπούτσια σου» η κάπως έτσι;

  10. ο Μήτσος said

    Φίλε Νίκο, δεν ήταν δική μου η εκτίμηση για 80. Έτσι εμφανίζεται στο κείμενο. Για την Έλενα Τσαουσέσκου:

    «Then there are Elena’s clothes: closet after closet of furs, couture gowns, and—the telltale vice of those of her station—hundreds of pairs of expensive shoes.» Από το http://www.people.com

    Φαίνεται ότι τα παπούτσια είναι διεθνές σύμβολο και αντικείμενο ματαιοδοξίας. Πόσα να έχει ο Άκης άραγε;

  11. Alexis said

    Espectador, νομίζω, χωρίς να είμαι βέβαιος, ότι οι Αμερικάνοι λένε ‘βγαίνω απ’ τα παπούτσια μου’ και έχει παρόμοια σημασία με το δικό μας ‘βγαίνω απ’ τα ρούχα μου’.

  12. gbaloglou said

    «if I was in your shoes» = «αν ήμουν στην θέση σου»

  13. Chris-Vom said

    #5: Ωραίο!
    Και μια τουρκική έκφραση: sağlam pabuç ( ή ayakkabı) değil -για κάποιον ανάξιο εμπιστοσύνης. Επίσης, στα τούρκικα, όταν αυθαδιάζεις έχεις γλώσσα-παπούτσι: Χ, pabuç kadar dili var.

  14. Εικονοπλάστης said

    «οι άραβες δεν ξεκινάνε λέξεις από p»
    Πιο σωστά θα λέγαμε: οι άραβες δεν έχουν π. Mόνο ΜΠ έχουν, γι αυτό και λένε το Παρίσι Μπαρίς)

    Να συμπληρώσω, με βάση τα λίγα αραβικά που (νομίζω) ότι ξέρω:

    Το Ο και το ΟΥ είναι ένα
    (Εξ ου και λένε την coca cola: κούκα κούλα)

    και δεν διαφοροποιούν ανάμεσα στο Ι και το Ε. Εξ ου και μάλλον θα έπρεπε να γράφουμε το αραβικό ismael μάλλον Ισμαήλ και όχι Ισμαέλ. Ή «Ε» ή «Ι» λοιπόν.

    Μάλλον δεν μπορούν να συνυπάρχουν οι δύο ήχοι στην απόδοση αραβικών λέξεων, το Π και το ΜΠ, το Ο και το ΟΥ, και το Ι και το Ε, τουλάχιστον όταν πρόκειται για την απόδοση του ίδιου γράμματος…
    (Με σχετική επιφύλαξη, γιατί υπάρχουν και άλλα αραβικά γράμματα, που ελείψει αντιστοίχων ελληνικών φθόγγων, αναγκαστικά(;) αποδίδονται αυθαίρετα, άλλοτε ώς ως «I» ή «Ε» ή ακόμα και «A», αν και πιο σωστά θα αποδιδόταν με απόστροφο, μια παύση μέσα στη λέξη χωρίς αξία φωνηέντων).

    Ούφ, άνοιξα μεγάλο θέμα μου φαίνεται…

    YΓ. άι πως μ΄αρές το 40Κως

  15. ΚαπετάνΈνας said

    Γεια σου Νίκο, ωραίο το άρθρο για το παπούτσι και θέμα μεγάλο.

    Πρέπει να είναι παλιά εφεύρεση των Περσών το συγκεκριμένο παπούτσι-παντόφλα. Ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες βάζει τον Χαιρεφώντα να μετράει το μήκος του πηδήματος του ψύλλου από τα φρύδια του στην καράφλα του Σωκράτη έτσι: Βουτάει τα πόδια του έντόμου σε καφτό κερί, που όταν κρυώσει σχηματίζει γύρω τους κάτι σαν παπουτσάκια, παντόφλες περσικές.(… περιέφυσαν Περσικαί, εννοεί «εμβάδες»).Τα βγάζει και μετράει μ’ αυτές την απόσταση.

    Οι εμβάδες ήταν φτηνά παπούτσια από συμπίλημα, κετσέ.Οι Περσικές πρέπει να ήταν μάλλον παντόφλες,γιατί τις φόραγαν οι γυναίκες.Στις Εκκλησιάζουσες τις ξανα-αναφέρει ο Αριστοφάνης.

    Στο Ισλάμ, το παπούτσι, γενικώς είναι υποτιμητικό. Θυμάμαι, όταν έπεσε ο Σαντάμ,οι «πανηγυριστές» έβγαζαν το παπούτσι τους και χτυπούσαν επιδεικτικά τη φωτογραφία του. Φοβάμαι, πως αυτό έχει να κάνει με κάποιες ειδυλλιακές σκηνές στα μουσουλμανικά σπίτια και το ρόλο της γυναίκας στο Ισλάμ γενικώς.

    Πάντως είχα διαβάσει σένα βιβλίο για την καθημερινή ζωή στο Ισλάμ (αν το βρω ή αν το θυμηθώ θα γράψω τίτλο και συγγραφέα)οτι υπήρχε στο ισλαμικό δίκαιο ένα δικαίωμα της γυναίκας, που το ασκούσε χρησιμοποιώντας ένα παπούτσι.

    Μπορούσε να εμφανιστεί στον κατή ,να βγάλει,σιωπηλά πάντα, το παπούτσι της και να το ακουμπήσει στην έδρα του γυρισμένο ανάποδα. Ο δικαστής καταλάβαινε οτι η γυναίκα παραπονιόταν, ότι ο άντρας της την πίεζε για παρά φύσιν συνουσία και έτσι έβγαζε την κρίση του, ανάλογα με ποια σχολή δικαίου ακολουθούσε και ανάλογα με το κέφι του.

    Και σ΄άλλες κουλτούρες το παπούτσι έχει (για ευνόητους λόγους) σεξουαλικές συμπαραδηλώσεις. Στο βιβλίο της Γιουνγκ Τσανγκ «Οι Αγριόκυκνοι», αναφέρει, ότι, όταν οι κινέζες κουτσομπόλες, κομματικές η μη, θέλανε να κατηγορήσουν μία γυναίκα για ηθική ελαφρότητα,για να μη την πουν πουτάνα, την αποκαλούσαν «λιωμένο παπούτσι»

  16. Καπετάνιο, αυτό με το παπούτσι και τον καδή κάτι μου θυμίζει και μένα. Κάπου τόχω διαβάσει, γουστόζικο μεν αλλά δεν εγγυώμαι την αλήθεια του. Πάντως, είναι υπερβολικό ότι ο καδής έβγαζε την κρίση του ανάλογα με το κέφι του· αυτό νόμιζε ο Μαξ Βέμπερ και έγραφε για την Kadijustiz, αλλά στην πραγματικότητα, όποια σχολή δικαίου και να ακολουθούσε ο καδής, υπήρχε μια πολύ αυστηρή και συγκεκριμένη δικονομική διαδικασία που καθόριζε ποιος διάδικος θα δικαιωνόταν (ο ενάγων δηλώνει -ο εναγόμενος αρνείται – ο ενάγων πρέπει να φέρει μάρτυρες -αν δεν μπορεί, ο εναγόμενος μπορεί να ορκιστεί οπότε κλπ κλπ).
    Έχω συναντήσει πάντως ιεροδικαστικό έγγραφο του 17ου αιώνα, όπου ο φουκαράς σύζυγος μηνύεται επί ανικανότητι, αν και καταφέρνει να πάρει ένα χρόνο προθεσμία πριν αναγκαστεί να δώσει διαζύγιο. Λεπτομέρεια: η γυναίκα, εδώ, πάει στον Οθωμανό καδή, παρότι και η ίδια και ο άντρας της είναι χριστιανοί.

  17. voulagx said

    «Εδώ ξεκινάει επικίνδυνο μονοπάτι: αν είναι να ασχοληθώ με τα ετυμολογικά του κάθε είδους παπουτσιού, του τσαρουχιού και της αρβύλας, του σκαρπινιού και της μπότας, του πασουμιού και της παντόφλας, της γαλότσας, της σαγιονάρας και της γόβας,…» ξεχασες το τσοκαρο!!

  18. ΣοφίαΟικ said

    Η αγιομαρτυρα Ιμέλντα (μαρτύρησε όταν της πήραν τα παπούτσια της) έχει δηλώσει πολλάκις ότι δεν είχε χιλιάδες παπούτσια, είχε μόλις 1060 και άφησε πίσω 1025 (γιαυτό άργησαν να φύγουν, πακετάριζαν τα είδη πρώτης ανάγκης, 35 ζευγάρια είναι αυτά).

    Για τη λίστα που αναφέρεται στο 1, την είχα δει κι εγώ και ήταν εμφανές ότι την είχε γράψει άτομο που είχε τάση για υπερβολή και που πραγματικά δεν ξέρει πως ζουν οι πλούσιοι , γιατί τα Σεμπάγκο και τα Τσέρτσις δεν είναι φτηνά παπούτσια (και ποια είναι;) αλλά δεν είναι και παπούτσια που τα φοράνε αποκλειστικά πρίγκιπες και λόρδοι (οι οποίοι συνήθως φτιάχνουν τα παπούτσια τους παραγγελία σε τσαγκάρη). Βρίσκονται κάπου στη μέση της αγοράς.

  19. ΚαπετάνΈνας said

    #16
    Φίλε Δύτη,
    Το βιβλίο τελικά δεν είναι για το Ισλάμ, λέγεται «Η απόλαυση στην Οθωμανική Κωνσταντινούπολη» και συγγραφέας ο Μαρίνος Σαρηγιάννης. Δεν έκατσα να βρώ, ώστε να επιβεβαιώσω, το εδάφιο,αν δηλαδή το είδα σ’ αυτό το βιβλίο ή άλλο, θυμήθηκα όμως, οτι εδώ γράφει πως ορισμένα τέτοιου είδους αδικήματα θεωρούνται ta’zir, η τιμωρία τους, δηλαδή, επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.

  20. 9,
    Ναι, «If I were in your shoes» = Αν ήμουν στη θέση σου.

    Και άλλες εκφράσεις με shoe – πρόχειρα:

    «Waiting for the other shoe to drop» = Περιμένοντας το αναμενόμενο
    «XXX is a shoe-in (ή shoo-in)» = Το ΧΧΧ είναι ότι πρέπει
    «He is only good for shoe-salesman» = Δεν είναι ικανός σχεδόν για τίποτα

  21. …και το γνωστό λογοπαίγνιο με τον παππού και την παππουτσοθήκη

  22. ΚαπετάνΈνας said

    Το «Έγινε η γλώσσα μου παπούτσι» προέρχεται από το παλιότερο «Έγινε η γλώσσα μου τσαρούχι». Φαίνεται, ότι πρόκειται για παρεξήγηση. Η έκφραση, κατά τον Πετρόπουλο, ξεκίνησε από την παραπλήσια ηχητικά τούρκικη λέξη cariha, που σημαίνει πληγή.

  23. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    15,
    τι εννοείτε όταν γράφετε για «παρά φύσιν συνουσία»; (τα εισαγωγικά δικά μου).

  24. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    …και, πάντως, τι καταλάβαινε ο καδής;

  25. #12 τὴν ἔκφρασι τούτη ἂν θυμοῦμαι καλῶς ὁ Παπαχελᾶς κάποτε τὴν εἶπε ἔτσι στὰ ἑλληνικά.

    καὶ αὐτοὺς τοὺς πολιτικοὺς ποὺ λέμε τώρα ΟΦΑ νομίζω ὅτι στὴν ἀρχαιότητα τοὺς ἔλεγαν κοθόρνους (τὸ θυμᾶμαι γιὰ τὸν Θηραμένη) ἐπειδὴ αὐτὰ τὰ ὑποδήματα δὲν εἶχαν ἀριστερὸ καὶ δεξί.

  26. 1. Πολλές τούρκικες λέξεις (και όχι μόνο) έχουν περσικές, αραβικές κλπ ρίζες. Γιατί αλήθεια λέμε ότι η τάδε λέξη προέρχεται από την αντίστοιχη Τουρκική και όχι από την αντίστοιχη Περσική; Η επαφή μας εξάλλου με τους Πέρσες είναι πολύ παλαιότερη από αυτήν με τους Τούρκους.
    2. Διαδικασία παραγγελίας παπουτσιού (ειδικά για παιδιά) σε όχι και πολύ μακρινές εποχές: Ο πατέρας ζωγράφιζε σε ένα χαρτί το αποτύπωμα του πέλματος και πήγαινε στην πόλη για την παραγγελία.
    3. Το παπούτσι είναι ένα αντικείμενο που έχουμε πάντα μαζί μας και ανταποκρίνεται (λόγω βάρους) σωστά στις ριπτικές εντολές μας. Επομένως πέρα από οποιονδήποτε συμβολισμό αποτελεί και ένα «όπλο» πάντα διαθέσιμο.

  27. #19 Καπετάνιε μου, επειδή τόχω κι εγώ αυτό το βιβλίο, όχι, δεν είναι από κει το παράθεμα. Κάπου αλλού τοχουμε δει.
    Πάντως, δεν είπα ότι δεν υπήρχαν τιμωρίες που επαφίονταν στην κρίση του καδή· η απόδοση της ενοχής, ήταν που υπάκουγε σε σφιχτούς κανόνες.

  28. Μην ξεχνάμε και το παπούτσι του Χρουστσώφ:

    Ενώ ο Χρουστσώφ εξαπέλυε μύδρους κατά της αποικιακής πολιτικής του δυτικού συνασπισμού, χειροκροτούμενος σε κάθε παράγραφο από τις φίλα προσκείμενες αντιπροσωπείες, ξαφνικά σε παρατήρηση βρετανού διπλωμάτη ότι η Σοβιετική Ενωση είναι εκείνη που καταπιέζει τα καθεστώτα των μικρών χωρών της Βαλτικής ο σοβιετικός πρωθυπουργός σε μία, κατ’ άλλους «αήθη» (Χριστόπουλος, ΑΠ 2055/Α2 από Μόσχα, 21 Οκτωβρίου 1960) και κατ’ άλλους «αυθόρμητη» (ΑΠ 1892/Π, Α. Κύρου από Στοκχόλμη, 5 Νοεμβρίου 1960) κίνηση, υψώνει το παπούτσι του και αγανακτισμένος το χτυπά στο έδρανο μπροστά του! Σύμφωνα με πληροφορία που έδωσε ο πρέσβης της Σουηδίας στη Μόσχα στον έλληνα διπλωμάτη Κύρου, και η πληροφορία αυτή προερχόταν απευθείας από τον σοβιετικό ΥΠΕΞ Αντρέι Γκρομύκο, το περίφημο παπούτσι «… εστένευεν αφορήτως τον κ. Χρουστσώφ (το οποίο) ούτος είχεν εκβάλει προς παροδικήν ανακούφισιν και το εκράτει ανά χείρας, οπότε και μόνο τότε εσκέφθη να το χρησιμοποιήση ως πρωτότυπον μέσον κοινοβουλευτικής αποδοκιμασίας!» (Κύρου ό.π.π.).

    http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=176861&ct=78&dt=12/11/2006

  29. […] Το ιπτάμενο παπούτσι και τα φρασεολογικά του Τη μέρα που εκείνος ο ιρακινός δημοσιογράφος πέταξε το παπούτσι […] […]

  30. ΚαπετάνΈνας said

    27#
    Ωραία, θα προσπαθήσω να σκεφτώ που το διάβασα κι αν θυμηθώ, θα ξαναγράψω.

    Εν τω μεταξύ άλλες ονομασίες για πατούμενα:

    γεμενιά, τσουράπια, κατσάρια, κουντούρια, μέστια, στιβάλια, τερλίκια,(τα)κουρδέλα, γαλιέντζες, γαλότσες, μαμτζέδες και κλάπες.

  31. sarant said

    Ευχαριστώ για όλα τα σχόλια!

    Καπετάνιο, δυσπιστώ λίγο στην εκδοχή του Πετρόπουλου (γλώσσα τσαρούχι από παράκουσμα του τουρκικού τσαρίχα = πληγή).

    Εικονοπλάστη, καλώς ήρθες!

    Jago, έχεις δίκιο, ήταν παράλειψη που δεν αναφέρθηκε το (κίτρινο ήταν νομίζω) παπούτσι του Χρουστσόφ.

    Κορνήλιε, μπράβο που θυμήθηκες τον κόθορνο.

    Και με την ευκαιρία, ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΟΡΝΗΛΙΕ! 🙂
    (σήμερα γιορτάζουν οι Κορνήλιοι, είδα κάπου)

  32. Μοκασίνια, λάστιχα (αγροτικά χαμηλά), απρέ (για τα χιόνια), σπορτέξ (Αλυσίς ΕΛΒΙΕΛΑ κατά προτίμηση και τέλος τα πλεκτά «τερλίκια» για τους πόντιους (πλεκτή κλειστή παντόφλα).

  33. Και τα σεβρά (από κατσικίσιο δέρμα):

    Πήρα σύννεφο δυο τόπια
    για να ράψω ρούχα
    φόρεσα και δίσολο σεβρό
    Βρήκα κοκκινέλι,το ‘πια
    και στη σούρα που ‘χα
    είπα να κινήσω να σε βρω

  34. voulagx said

    #3 Nick, εξαιρούνται τα Βλάχικα: κουρδέλλι(το λλ όπως το λ της Αμαλίας) = παπούτσια. Και μένω με την απορία από που προέρχεται, με τα λατινικά καμμία σχέση όπως βλέπω σ’ ένα λατινικό λεξικό.

  35. sarant said

    Καλό! Και λέει ένας στιβανάς:
    «Λίγο μετά την κατοχή έφυγα από τα Περιβόλια και ήρθα στα Χανιά 10-12 χρονών για να πιάσω δουλειά σε ένα κατάστημα που έφτιαχνε στιβάνια εδώ στο Παλιό Λιμάνι. Έτσι άρχισα να μαθαίνω την τέχνη σιγά σιγά. Ήταν μια δύσκολη εποχή, υπήρχε μεγάλη φτώχια, πείνα και οι περισσότεροι δεν είχαν χρήματα ούτε να βάλουν παπούτσια, και φορούσαν ψευτοάρβυλα. Εκείνη την εποχή θεωρούνταν μεγάλη υπόθεση να έχεις καινούρια δερμάτινα παπούτσια γιατί ήταν πολύ ακριβά. Μόνο οι δικηγόροι και οι γιατροί φόραγαν σεβρά, δηλαδή παπούτσια από μαλακά και ακριβά δέρματα. Ο υπόλοιπος κόσμος μόνο όταν παντρευότανε έφτιαχνε δερμάτινα νυφικά παπούτσια και με αυτά πέθαινε…»

    Τα στιβάνια τα έβαλε πιο πάνω (ως στιβάλια) ο Καπετάνιος.

  36. sarant said

    35: Πάντως στα γαλλικά ο τσαγκάρης λέγεται cordonnier -δεν συγγενεύει με το κορδόνι, αλλά με την Κόρδοβα και το δέρμα της.

  37. marulaki said

    Να προσθέσω κι εγώ τα στιβάνια και τα φιλάρια (ανοιχτές παντόφλες, δεν ξέρω αν γράφεται έτσι) και να ευχηθώ κι εγώ στον Κορνήλιο! 🙂

  38. Βεβαίως, Κορνηλίου τοῦ Ἑκατόνταρχου, τί τἄχουμε τὰ γαλόνια; 🙂

  39. voulagx said

    #36 Υπαρχουν και τα στιβάλια των κουτσαβάκηδων

  40. Από σεβασμό προς τα ζώα να αναφέρω και τα πέταλα 🙂 . Υποδήματα είναι και αυτά 🙂

  41. περὶ ὑποδημάτων ὑπάρχει καὶ γνωστὴ ἀτάκα διάσημου Ἕλληνος πορνοστάρ.

  42. ἔχουμε καὶ τὸν ὑπουργὸ Παπουτσῆ, ὅπως καὶ τὸν ὑπουργὸ Πεταλωτή, (κάποτε εἴχαμε καὶ τὸν Καλλιγᾶ) τὸν αὐτοκράτορα Καλλιγούλα, καὶ τὸ παππουτσάκι ποὺ τώρα τὸ λιγουρεύτηκα. ἐδῶ ἀπάνω ἔχουμε καὶ τὸ ἐμβληματικὸ παπούτσι τοῦ Καρύδα.

  43. Εκατόνταρχε να τα εκατοστήσεις!

  44. voulagx said

    Ο Εκατόνταρχος να τα εκατοστήσει στιχουργώντας!

    Ποια ατάκα Κορνηλιε; (παλι αδιαβαστος πιαστηκα!)

  45. ἐκτὸς λοιπὸν ἀπὸ τὸς ὀνομαστικὲς ἑορτὲς θὰ ἔχουμε καὶ τὶς χρηστωνυμικές!

    τώρα θυμήθηκα καὶ τὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Βόοζ καὶ τὸν συγγενῆ του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Ῥούθ, ποὺ τὸ ὑπόδημα γνώρισε μὲ μιὰ χρῆσι πολὺ περίεργη.

    ΤΟ ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΑΝΤΟΥΜ

    Δὲν εἶμαι ὁ Ὀβίδιος, δὲν εἶμαι ὁ Καρντούτσι,
    εἶμαι ὁ Κορνήλιος, Ῥωμαῖος κεντυρίων
    κι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἄρβυλο δὲν ξέρω ἄλλο παπούτσι
    γι’αὐτὸ καὶ κατατάχτηκα στὰ σμήνη τῶν ἁγίων.

    Εἶμαι ὁ Κορνήλιος, Ῥωμαίος κεντυρίων,
    σιμά μου στὸν παράδεισο ὀ σύντροφος Νικήτα
    γι’αὐτὸ καὶ κατατάχτηκα στὰ σμήνη τῶν ἁγίων
    καὶ βλέπω τὴν Ἑλλάδα σας ποὺ ἔχει βγῆ στὴν ζήτα.

    Σιμά μου στὸν παράδεισο ὁ σύντροφος Νικήτα
    μοῦ κάνει νόημα νὰ δῶ ἀκτιβιστὴ καρντάση
    καὶ βλέπω τὴν Ἑλλάδα σας ποὺ ἔχει βγῆ στὴν ζήτα
    κι ἕνα παπούτσι ἱπτάμενο τὸν στόχο του θὰ χάσῃ.

    Μοῦ κάνει νόημα νὰ δῶ ἀκτιβιστὴ καρντάση
    -ἐργάζονταν ἀκούραστα πρὸς δόξαν τῆς Ἀγγλίας-
    κι ἕνα παπούτσι ἱπτάμενο τὸν στόχο του θὰ χάσῃ,
    «φοβοῦ τὸν μονοσάνδαλο» ψελλίζει ὁ Πελίας.

    Ἐργάζονταν ἀκούραστα πρὸς δόξαν τῆς Ἀγγλίας
    τὴν Κυριακὴ τῶν παπουτσιῶν ποὺ θἄλεγε κι ὁ Λάκης,
    «φοβοῦ τὸν μονοσάνδαλο» ψελλίζει ὁ Πελίας,
    ἐμεῖς ἀγανακτήσαμε ἐξ οὐρανοῦ πολλάκις.

    Τὴν Κυριακὴ τῶν παπουτσιῶν ποὺ θἄλε κι ὁ Λάκης
    παπούτσι ἀπὸ τὸν τόπο σου κι ἂς εἶναι καὶ τσαρούχι
    (ἐμεῖς ἀγανακτήσαμε ἐξ οὐρανοῦ πολλάκις),
    Μπεκίλα, Λούης ἔδειξαν τὸν δρόμο δόξα ποὔχει.

    Παπούτσι ἀπὸ τὸν τόπο σου κι ἂς εἶναι καὶ τσαρούχι
    -γιὰ ἄλλους τὰ πανάκριβα γοβάκια καὶ τὰ Gucci,
    Μπεκίλα, Λούης ἔδειξαν τὸν δρόμο δόξα ποὔχει,
    δὲν εἶμαι ὁ Ὀβίδιος, δὲν εἶμαι ὁ Καρντούτσι!

  46. sarant said

    Εκατόνταρχε, καταπληκτικό -σου βγάζω το καπέλο και εισηγούμαι προαγωγή σε χιλίαρχο για στιχουργική ανδραγαθία! Και παντουμάκι που μ’ αρέσει, και στο πι και φι, τι να πω, άφεριμ!

    ΥΓ
    Διόρθωσα ένα τυπογραφικό στον τίτλο, αν ήταν θελημένο πες μου να το ξεδιορθώσω 🙂

  47. Πολύ ωραίο άρθρο κ. Σαραντάκο και ωραία κουβέντα.
    Τσαρούχι λέγεται και ο αγροίκος, ο άξεστος, ο επαρχιώτης, ο βλάχος, έχω ακούσει και τις έκφρασεις: ο τσαγκάρης φοράει τρύπια παπούτσια, κόρδα και φούντα (στο τσαρούχι) και τα άσπρα πούντα.
    Καλησπέρα σε όλους.

  48. Κορλήλιος είν’ ο ποιητής Ῥωμαῖος κεντυρίων
    που θα γενεί ο αρχηγός πάντων πολυτονίων*

    🙂 Χρόνια πολλά Κορνήλιε. Πάντα γερός και ποιητικός και πολλά άλλα.

    *πολυτονιστών

  49. ααααα τι θυμήθηκα! Μαντάμ Σουσού…τσοκαρία.

  50. voulagx said

    #46 Εξοχοτατον, Κορνηλιε! Ανπαιχταμπλ!
    Κανω δεκτη την εισηγηση του Sarant (#47) και σε προαγω σε χιλιαρχο! Caesar Voulagx!!

  51. ΚαπετάνΈνας said

    Εύγε, Κορνήλιε. Θα επισκιάσεις ακόμα και τον συνονόματό σου, που είναι ο πιο γνωστός Κορνήλιος του κόσμου.

    Ποιός είναι;

    Παιδιά, ποιός το γνωρίζει;

    (Για να βοηθήσω, δεν είναι ούτε ο Κορνήλιος Νέπως, ούτε ο Κοαρνήλιος Καστοριάδης).

  52. ΣοφίαΟικ said

    Κορνήλιε κερδίζεις το Χρυσό Σκαρπίνι για τη στιχουργική.

  53. Sarant, δεν ξέρω αν ακούστηκε κάπου και το λουστρίνι. Εξ ου και η φράση «γάτα με λουστρίνια» (κατά το «γάτα με πέταλα»).

  54. Παντούμ! Άβε Κορνήλιε!
    (Καπετάνιε #52, τον Κορνέιγ λες;)

  55. 52, Βάντερμπιλτ; (Μάλλον όχι)

  56. Υπάρχει, αν θυμάμαι καλά, και ένας Κορνήλιος στη «Μαύρη τουλίπα» του Δουμά. Επιμένω όμως στη γαλλική μαντεψιά.

  57. Μᾶλλον αὐτὸν θὰ λέῃ, ὑπάρχεικαὶ ὁ Κορνήλιος Κούτ, ὁ ἱδρυτὴς τῆς Λιμνουπόλεως. Δέσποτα, καλὰ ἔκανες καὶ τὸ διώρθωσες ἔχει καὶ δυὸ-τρία παροραματάκια ἀκόμη. Εὐχαριστῶ ὅλους γιὰ τὰ καλὰ (ὰν καὶ ὑπερβολικὰ) λόγια.

  58. Μπουκανιέρος said

    Δύτη, κι εσύ με τον Ελ Σιντ μεγάλωσες (όταν δεν διάβαζες Βερν ή Κίπλινγκ);
    Και, α, εκείνο το βιβλίο που λέει ο Καπετάνιος, αφού τόχεις θυμήσου να μου το δανείσεις.

  59. Μπουκανιέρος said

    Αναρωτιέμαι αν, πού και πόσο επιβιώνει η λαϊκή λέξη «ποδήματα».
    Υποθέτω πάντως ότι η έκφραση «για του δεσπότη του ποδήματα» παραμένει γνωστή, έτσι;

  60. Μπουκανιέρος said

    #20
    “Waiting for the other shoe to drop” = Περιμένοντας το αναμενόμενο

    Αυτό νομίζω ότι είναι από ένα παλιό ανέκδοτο που κυκλοφορούσε τη δεκαετία του ’50 ή κάπου κει.

  61. Μπράβο Μπουκάν, δεν το ήξερα! Το ανέκδοτο εδώ.

  62. #35 Voulagx: εκπλήσσομαι που δεν έψαξα και τα βλάχικα, αλλά νομίζω ξέρω γιατί: προσπαθούσα να καταλάβω αν εν έτει 1364 (στην Παιδιόφραστο Διήγηση) το «παπούτσι» αναφερόταν σε εν γένει υπόδημα ή σε παντόφλα. Οι βορειότερες βαλκανικές γλώσσες ήταν τεκμήριο ότι μια νεοαφιχθείσα ανατολίτικη λέξη για υπόδημα συνεχίζει να εννοεί ανατολίτικο υπόδημα — άρα και το 1364 που το «παπούτσι» ήταν νεοαφιχθέν στα ρωμαίικα, θα μπορούσε να συμβαίνει το ίδιο. (Θα μπορούσε, αλλά ο Σαχλίκης μόνο μια-δυο δεκαετίες ύστερα στιχούργησε.)

    Αλλά αρβανίτικα και βλάχικα τα άφησα έξω, γιατί αποφάσισα όταν αν συμφωνούσαν με τα ελληνικά, αυτό δεν μου έλεγε και πολλά, απλώς ότι οι ελλαδικές γλώσσες γενικά είχαν πιο μακρόχρονη συμβίωση με τουρκόφωνους. Ίσως επιπόλαιο αυτό, αλλά ούτως ή άλλως το ζήτημα ήταν σκοτεινό.

    Έχω το λεξικό της βλάχικης του Παπαχατζή· πνίγομαι σε δουλειά αυτό το δεκαπενθήμερο, αλλά θα προσπαθήσω να το ξεχωνιάσω, να δω τι λέει για το κουρδέλλι.

  63. sarant said

    Ευχαριστώ για τα σχόλια όλους, αλλά εστιάζομαι στην έκφραση που ανέφερε ο Μπουκανιέρος «για του δεσποτη τα ποδήματα».

    Στον Πολίτη βρίσκω: «τι ανακατώνεσαι στου δεσπότη τα ποδήματα;» Με εξήγηση: για όσους αυτόκλητοι παρεμβαίνουν στις υποθέσεις και τις συνομιλίες των άλλων, με παρατήρηση ότι «υπόκειται» λησμονημένος μύθος. Την ίδια παροιμία βρίσκω και σε άλλη συλλογή, με πλατειασμό: ___έχει διάκο γι’ αυτή τη δουλειά.

    «Να κοιτάζεις την αρρώστια σου και να μη σε μέλει για του επισκόπου τα ποδήματα», βρίσκω στους διαλόγους του Χουρμούζη.

    Αλλά στην Πηνελόπη Δέλτα: – Μας προτείνεις δηλαδή να γίνοµε στρατιώτες και να πάµε να σκοτωθούµε για του δεσπότη τα ποδήµατα; – Όχι, αλλά για την Πατρίδα και για το Βασιλιά!

    Μπουκανιέρε, συμπλήρωσε σε παρακαλώ. Και μην ξεχνάς ότι έχεις να απαντήσεις σε σχόλια για τον Πολυλά 🙂

  64. Μπουκανιέρος said

    Καλημέρα Νίκο.
    Όλα θα γίνουν αλλά έχουμε και δουγειές.

  65. Μπουκανιέρος said

    #64
    Την έκφραση την ξέρω όπως τη χρησιμοποιεί η Πηνελόπη Δέλτα, δηλ. βασικά, «για το τίποτα» – και μάλιστα, αν μου ζητούσες παράδειγμα, θα σου έδινα κάποια ανάλογη φράση με πόλεμο. Όπου υπάρχουν, θαρρώ, και κάποιες αντιεξουσιαστικές αποχρώσεις.
    Επιπλέον, σκεφτόμουνα ότι εδώ ο δεσπότης δεν έχει απαραίτητα σχέση με παπάδες, αφού κυκλοφορούν παραλλαγές «για του αφέντη/του αφεντός/του αρχόντου τα ποδήματα».

  66. Μπουκανιέρος said

    #62
    Ναι, Μιχάλη, αυτό είναι το ανέκδοτο, μόνο που το ήξερα σε κάπως πιο φλύαρη παραλλαγή
    (Ο ρέμπελος αποπάνω γυρνούσε σπίτι άγριες ώρες και, πετώντας τα παπούτσια του, ξυπνούσε πάντα το νοικοκύρη αποκάτω, που είχε να σηκωθεί νωρίς. Έκανε τα παράπονά του ο αποκάτω, αλλά μάταια. Ώσπου κάποια νύχτα τον έπιασε το φιλότιμο τον ρέμπελο και, αφού είχε πετάξει το πρώτο παπούτσι, σκέφτηκε τον καημένο το γείτονα κι έβγαλε το δεύτερο ήσυχα-ήσυχα. Έπεσε λοιπόν να κοιμηθεί, αλλά μια ώρα μετά τον ξύπνησαν τα χτυπήματα του αποκάτω:
    «-Τι θα γίνει ρε φίλε, πότε θα βγάλεις και το άλλο παπούτσι για να κοιμηθούμε;».)

  67. voulagx said

    #63 Nick, σ’ ευχαριστω!

  68. ΚαπετάνΈνας said

    Καλημέρα και
    Μπράβο Κορνήλιε. Βεβαίως, είναι ο Κορνήλιος Κουτ, ή Κορνήλιος Ντάκ, ιδρυτής της Λιμνούπολης,ή Ντάκγουντ, δημιούργημα του Μπάρκς.(Πέρασε μισός αιώνας από το θάνατο του μεγάλου, για να μάθουμε ποιοι ήταν αυτοί που σχεδίασαν τους χαρακτήρες των Μίκυ-μάους).

  69. #68

    Voulagx, μου ‘φαγε μισή ώρα να ξεχωνιάσω το λεξικό του Παπαχατζή, και προς μεγάλη μου απογοήτευση, δεν ξέρει ούτε αυτός την ετυμολογία!

    Παραθέτω το λήμμα, και ελπίζω τα ρουμανικά να μη σε αποξενίσουν:

    CURΔÉL’E, s. f. pl., curδél’e: gheată [ρουμανικά], «bottine» [γαλλικά]. únă păreácl’e di curδél’e (o pereche de ghete). Sinonime: cundúră, păpúţár. — < ?

    Υποθέτω το ελληνογενές curδélă «κορδέλα» να είναι άσχετο. Ούτε και με το curδeáŭa «κουράγιο» δε βλέπω σχέση.

  70. Από την επίσκεψή μου στο Βρετανικό Μουσείο, ρωμαϊκά υποδήματα που βρέθηκαν στην Αγγλία:

    Παρενθετικά, ενδιαφέρον έχουν τα μπρούτζινα πόδια για τραπέζι ή κρεβάτι του 8ου αιώνα πΧ, βρέθηκαν στην ανατολική Τουρκία.

  71. Alfred E. Newman said

    Αντιγράφω από κείμενο του Καισαρίου Δαπόντε (1713-1784) «Βίβλος Βασιλειών» που σώζεται σε κώδικα στη Μονή Ξηροποτάμου:

    «εις τον αριστερόν πόδα επάνω εις το παπούτζι, του μποδαίνουν μίαν γόβαν, ήγουν κουντούραν φράγκικην»

  72. voulagx said

    #70 Nick, χίλια ευχαριστώ! Για να ‘μαι ειλικρινής, την σύνδεση του «curδél’e» με την «κορδέλα» την σκέφτηκα κι εγω όταν βρήκα τον όρο «κορδελιάστης» εδώ: http://www.rethimno.gr/ads/aggelakis/aggelakis.php
    αλλά την απέρριψα (με κάθε επιφύλαξη βέβαια. δεν είμαι ειδικός).
    Και, φίλε μου, όταν πνίγεσαι στη δουλειά δεν είναι ανάγκη να απαντάς αμέσως. Χαλαρά! 🙂

  73. ΚαπετάνΈνας said

    Είπε στην αρχή, ο Sarant, οτι θα μιλήσει μόνο για το παπούτσι, γιατί όντως, αν αρχίσουμε να πιάνουμε κι άλλες σχετικές λέξεις, θα πελαγώσουμε. Αλλά, τώρα εκεί που φτάσαμε…

    Λοιπόν.

    #70. Νick,μπράβο για τα ρουμάνικα. Η λέξη συναντάται στη Μακεδονία και έτσι: «τα κουρδέλα». Δε γνωρίζω ετυμολογία.

    Το άλλο ρουμάνικο, το είχαμε και μεις. Τα κουντούρια ή η κουντούρα, είναι συχνά ξύλινα ή απλώς φαρδιά, τόσο ώστε να φοριούνται από πάνω από άλλα παπούτσια ή παντόφλες.(όπως και στο παράδειγμα του Newman,#72).Οι Εβραίοι της Θεσαλονίκης λέγανε κάποιο είδος παπουτσιού «κουντούριας δε μουσαμά». Κατά τον Πετρόπουλο η λέξη υπάρχει και στα Τούρκικα, αλλά δεν βρήκε ετυμολογία. Λέει, όμως οτι είδε με τα μάτια του Θρακιώτικα κουντούρια. Ήταν σκληρά,φαρδιά και μεγάλα.

    Σκέφτομαι όμως κάτι άλλο, και προτείνω, ερασιτεχνικά πάντα, μία ετυμολογία.Στο Βυζάντιο υπήρχε καράβι που το λέγανε «κοντούρα». Υποτίθεται, ότι απ’ αυτή τη λέξη προέρχεται η γόνδολα.Βυζάντιο και Δύση,Κ.Γιαννακόπουλος, Εστία)
    Γιατί,λοιπόν,ένα φαρδύ χοντροπάπουτσο να μην προέρχεται από μιά λέξη που σημαίνει βάρκα. Άλλωστε, το λέμε και σήμερα αν τα παπούτσια μας είναι φαρδιά: σα βάρκες.

    Είχα ακούσει παλιά, και το διάβασα και τώρα, ότι στα Εφτάνησα το ξυλοπάπουτσο το λένε κρούπεζα. Επειδή έχουμε και επτανήσιους εδώ, ήθελα να τους ρωτήσω,ισχύει αυτό; Και το όνομα είναι παραδοσιακό ή λόγιο; Γιατί ξέρω, ότι οι αρχαίοι είχαν ένα μουσικό όργανο, που λεγόταν κρούπεζα, κρουστό, που εφάρμοζε στο πόδι σαν ξυλοπάπουτσο και που το βαράγανε κάτω, για να κρατάνε το ρυθμό.

  74. #72 Αλφρέδε: Η κουντούρα αναφέρεται από το Παπαχατζή ως cundúră από το τουρκικό qoundra, αλλά από το Μεσ/νικό του Κριαρά ως κουντούρι ή κουντόρι, «πιθ. από το ουδ. του επιθ. κούντουρος (κολοβός): Παρουσιάζεται στο Χρονικό των Τόκκων, που *ίσως* αποκλείει τουρκική αρχή. (Εμφανίζεται εκεί ως «ο δεσπότης τον κρατεί πάντα εις το κουντόρι» = κατά πόδας, τον έχω στο χέρι. Η λέξη λέει επιβιώνει ιδιωματικά, π.χ. στην Αστυπάλαια.

    Δύτα ή άλλος τουρκομαθής: από την κοιλιά του έβγαλε ο Παπαχατζής το qoundra, ή υπάρχει; Ο Παπαχατζής αναφέρει και cunduraǧí, cunduraǧilî´ke (κουντουρατζής, κουντουρατζιλίκι), αλλά αυτό δεν αποδεικνύει πως προϋπήρχε τούρκικη λέξη.

    Τον παπουτσή οι φραντζέζοι τον λένε cordonnier, κορδονά, και τώρα προσέχω: curδeáŭa, curδélă «ruban, cordon, brides (de chapeau)», curδilár, curδilă´ «cordonnier», curδél’e «bottine». Μήπως δλδ και τα βλάχικα και τα γαλλικά κάνουν συσχέτιση παπουτσιού με τα λουριά που το δένουν, όπως είχες ψυλλιαστεί Voulagx (κορδέλα > κορδελάς > κορδέλι = παπούτσι); Τα φώτα του κανείς άλλος;

  75. #74 καπετάν Ένα: φχαριστώ (και αλληλοσυμπληρωθήκαμε), αλλά το λεξικό του Παπαχατζή είναι της Αρωμουνικής, τουτέστιν της Βλάχικης. Ξέρεις, πιο πιθανό βλέπω το καράβι παρά το κολοβό. Την ετυμολογία την πρότεινε λέει ο Φουρίκης στην Αθηνά 30:357-8, το 1918, με σιγοντάρισμα από τον Άμαντο στα Χιακά ρονικά 6:37 το 125. Αλλά ο Άμαντος έδινε ορισμό… στην κουντούρα. Δλδ κι αυτός ίσως να ‘κανει το συσχετισμό με το καράβι.

    Αλλά στα περιοδικά αυτά δεν έχω πρόσβαση, οπότε ας βγάλει άλλος το φίδι από το λάκο. Έχουμε και δουλιές, πώς να το κάνουμε…

  76. Για τον δε κορδερλιάστη, βλ. ΛΚΝ:

    κορδελιάζω [korδeázo] P2.1α : I. ρελιάζω. II. γαζώνω με τη μηχανή τα διάφορα κομμάτια του δέρματος, τα οποία αποτελούν τμήματα του παπουτσιού. [κορδέλ(α)Ι -ιάζω]

  77. #75: Χλωρός (1899): κούντρα [εκ του ελλ. κόθορνος] υπόδημα, κ.[οινώς] κουντούρα.
    Redhouse (1890): qundura, A shoe made European fashion.
    νέο Redhouse: kundura, (of Greek origin), shoe.

  78. … Μετεξεταστέος έμεινα, το απάντησε το #75 ο Νικοδεσπότης ήδη στο #37. Διαβολικότατη σύμπτωση παναπεί…

  79. > Χιακά ρονικά 6:37 το 125

    Χιακά Χρονικά 6:37 το 1925

    Αυτά και τέλος γι’ απόψε.

  80. ΚαπετάνΈνας said

    #75

    To κοντούρα ή κοντουρά μου φαίνεται λογικό (με το σενάριό μου περί βάρκας, λογικότερο).Υπάρχει και αραβική συριακή λέξη koundoura. Κατ’ ευθείαν καταγωγή από τον κόθορνο δεν φαίνεται αληθοφανής.

    Η σχέση των κορδονιών με τα παπούτσια αυτονόητη.

    Να και το παλιότερο πέτσινο παπούτσι που έχει βρεθεί,στην Αρμενία. Νεο-λιθικό, 5.500 ετών. Βεβαίως έχει κορδόνια.

    Το παπούτσι του Οτζι, πιο μοντέρνο μοντελάκι, στην πραγματικότητα, είναι μόνο κορδόνια:

    http://www.archaeologiemuseum.it/en/node/274

    Τώρα η λέξη θέλει λίγο ψάξιμο.Πάντως και τα τσαρούχια, ή γουρνοτσάρουχα ή κισουλνά, καθώς και τα τσουράπια που φοριόντουσαν μαζί, τα δένανε με κορδόνια από σκοινί, το τσαρουχόσκοινο και το τσουραπόσκοινο.

  81. Πιθανολογώ ότι τα πρώτα κορδόνια έγιναν από έντερα όπως και οι πρώτες χορδές (αν βοηθάει).

    Ο Κούντουρον είναι ο Φεβρουάριος στα ποντιακά.

  82. sarant said

    Πιάσατε πολλά θέματα ταυτόχρονα και κάπως έχω μπερδευτεί, αλλά όλα αξίζουν, πανάθεμά τα 🙂

    Αγνοούσα ότι οι επτανήσιοι έχουν υπόδημα κρούπεζα.

    Το κορδόνι και η κορδέλα ετυμολογούνται από τη χορδή (αντιδάνεια), δεν πρέπει να έχουν σχέση με το παπούτσι, εννοώ ετυμολογική.

  83. Σύμφωνα με το λεξικό 960-393-655-3 (Ελληνικά Γράμματα-Ματζέντα) ἡ κορδύλη ομόρριζο με «κόρδαξ» έχει ρίζα το *(σ)κερ-στέφω και σημαίνει ρόπαλο, όγκωμα, κεφαλόδεσμος ενώ σύμφωνα με το λεξικό του Σταύρου Βασδέκη κορδύλη (κόρ-υς + τύλη, τ>δ)- κορύνη, ρόπαλο, τύλη, οίδημα, όγκωμα, κάλυμμα της κεφαλής, κεφαλόδεσμος. κορύδυλις, κορδύλος, σκορδύλη, κορύνη (αποβολή του δ, λ>ν), κορυνάω, κορύνησις, κορυνητής, κορυνοφόρος, κορυνθεύς, κορυνώδης, κορυνόεις.
    Αν η κορδέλα προέρχεται από την κορδύλη (δεν το γνωρίζω) τότε δεν μιλάμε για αντιδάνειο.

    Επίσης ας μην ξεχνάμε και τον (χωριάτικο) τρόπο πλέξης των σκόροδων (σκόρδων) σε πλεξούδες. Μπορεί να είναι Πορτοκαλισμός, μπορεί και όχι.

  84. Θυμάται κανείς (Αλφρέδε;) τον Index των αλησμόνητων «Εικόνων» της Βλάχου;
    Μικρός τον διάβαζα πότε-πότε και δεν καταλάβαινα απολύτως τίποτε, πράγμα φυσικό αφού μιλούσε κυρίως για λίγα τετράγωνα του Κολωνακιού, και μάλιστα για τη νυχτερινή τους όψη.
    Θυμάμαι όμως ένα άρθρο του που επιγραφόταν «Η δεσποινίς Πηλοπατίς» (όχι πηλοβατίς = γαλότσα, αλλά εκεί βρίσκεται η σχέση με το νημάτιο), και έλεγε κάπου περίπου τα εξής:
    «Η δεποινίς Πηλοπατίς!
    Η αν θέλετε κρούπεζα, η αν εννοείτε γαλέντζα, ή συντομότερα τσόκο, ή σε υποκοριστικό τσόκολο.
    Εξ ου και τσόκαρο, και συνεννοηθήκαμε…»
    Καμία απ’αυτές τις λέξεις δεν είχα ξανακούσει ως τώρα, αν και τη γαλέντζα, θυμάμαι, την είχα βρει στο λεξικό της Πρωίας. Και να που ξεπροβάλλουν τώρα τα (η;) κρούπεζα!

  85. Μαρία said

    Πω πω, παπουτσοσυζήτηση!
    Σε μας τα κουντούρια=παπούτσια με τη σημασία του 1890 στο 78 ου δύτη και πίστευα οτι όπως και ο κουντουράς (πιο γνωστός ο Μυτιληνιός Μίλτος) είναι τούρκικη λέξη. Θεωρούσα ίσως λανθασμένα οτι η ετυμολογία από κοντή ουρά=μύτη, κολοβός που αναφέρει ο Νικ, είναι παρετυμολογία.
    Και τους κοθόρνους πολιτικούς αλλά και απλούς ψηφοφόρους τους θυμάμαι ζωντανούς, όσο ζωντανή ήταν και η καθαρεύουσα. Μόνο που στη δικιά μας λαϊκή γλώσσα, πολύ πριν βγει το ΟΦΑ, τους λέγαμε ντολμέδες, παραφθορά του ντονμέδες.

    Αφού το λέει ο Βασδέκης, που γιορτάζει και σήμερα, έτσι θα είναι. Πρόκειται για το εγκυρότερο ετυμολογικό λεξικό και σας το συνστήνω ανεπιφύλαχτα.

  86. sarant said

    Άγγελε, το τσόκολο είναι το τσόκαρο ιταλιστί (zóccolo, από εκεί το πήραμε), αλλά δεν ξέρω να έχει περάσει στα ελληνικά -ίσως βέβαια στα Επτάνησα…

  87. το δέντρο με τα τσόκαρα

  88. Alfred E. Newman said

    @85
    >Θυμάται κανείς (Αλφρέδε;) τον Index των αλησμόνητων “Εικόνων” της Βλάχου;<

    Βασίλης Καζαντζής, δημοσιογράφος, μεταφραστής και σύμβουλος επικοινωνίας.

  89. Alfred E. Newman said

    Συνέχεια στο προηγούμενο.
    Τα κείμενα της εποχής των Εικόνων αναφερόντουσαν στο κεντρικό τετράγωο του οποίου τα όρια κάλυπταν από Ηρώδου Αττικού ως την Κοραή! Κεντρική ηρωίδα φυσικά η Αθηνίτσα.
    Εσύ Άγγελε κράτησες στη μνήμη σου τα υποδήματα εγώ (εκτός από αποκόμματα) κράτησα τη λέξη που πρωτοδιάβασα στον Index «αποσυνάγωγος».

    Για τη μικροιστορία του τόπου ο Βασίλης έγραφε και σε άλλα έντυπα χρονογράφημα. Συνέργαστηκε σε έντυπο που «κληρονόμησα»και τον διαδέχθηκα σε άλλο έντυπο!

  90. Μαρία said

    88 Ποια τσόκαρα όμως; Τα σαμπό του σαμποτάζ ή τα δικά μας γαλέτσια; 🙂

    90 Ο ίντεξ είχε εμμονή με την εν γένει τσοκαρία, δηλαδή και την αχαϊκή;

  91. Alfred E. Newman said

    Μαρία δεν τσιμπάω. 😀

  92. Κι ένα άλλο θυμάμαι του Index, και θα το υποστείτε, κι ας είναι άσχετο με τα παπούτσια:
    «Όταν οι λύκοι
    των παθών
    σε πάνε, Αλίκη,
    προς του Θων,
    ορθώς κατηφορίζεις
    με βήματα κοφτά
    προς το Δεκαεφτά…»

  93. Και τώρα, αντί για του Θων, θα λένε «προς του Βωβού [αρ. ν]»

  94. Μπουκανιέρος said

    #89
    Είναι ο ίδιος με τον «Βασ. Λ. Καζαντζή», μεταφραστή στα χρόνια της κατοχής;
    Αν ναι, θα ήθελα περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτόν.

  95. Μπουκανιέρος said

    #87
    Σε μας, τσόκολο είναι το σοβατεπί (ή όπως διάολο το λέτε) – νομίζω ότι το είχα αναφέρει σε κάποιο σχετικό ποστ.
    Ο Χυτήρης λέει «η σκούρα χρωματιστή ζώνη στους εσωτερικούς τοίχους, σιμά στο δάπεδο» – σωστά, γιατί στα παλιά χωριάτικα σπίτια δεν κολλούσαν κάτι αλλά απλώς το έβαφαν.
    Πολύ ζωντανή λέξη, τουλάχιστον όλοι στην οικογένειά μου, ακόμα και εκτός Κερκύρας, μόνο αυτή χρησιμοποιούν (με αποτέλεσμα κάποιες ασυνεννοησίες με μαστόρους – από ένα τέτοιο επεισόδιο πρωτάκουσα την παράξενη λέξη σοβατεπί, που αρχικά την κατάλαβα σοβά-ντε-πιε).

    Τη λέξη «κρούπεζα» όμως, την αγνοώ εντελώς.

  96. Νέος Τιπούκειτος said

    @89: Μήπως πρόκειται για τον Βασίλη Λ. Καζαντζή, πρωτοπόρο της τηλεόρασης στην Ελλάδα; Βρίσκω εδώ ένα κείμενό του (http://www.tmth.gr/printedmedia/44-2010-02-03-12-51-53/242-h-proti-dokimi), που μνημονεύει και τον Νίκι Γιάκοβλεφ, παλιό γνώριμό μας μέσω Αλφρέδου.

    @96: Το τσόκολο είναι τσεκολατούρα στα Κυπριακά. Το ελλαδίτικο σοβα(ν)τεπί είναι από το τουρκ. sıva dibi, «ο πάτος του σοβά» (το dibi νομίζω από το dip, πώς λέμε ντιπ καταντίπ, καζάντιμπι κτλ.). Εδώ (http://www.balikesir.gen.tr/Urunler/Urun.asp?urunumID=2498) έχει ωραιότατα σοβαντεπιά τούρκικα, μαζί με aksesuar για çam και pervaz. Τεφαρίκι λέμε.

    Υ.Γ. Ω Δύτα των Νιπτήρων, διόρθωσε, σε παρακαλώ, τυχόν κοτσάνες τούρκικες.

  97. sarant said

    Κάπου το έχω ξαναγράψει: ελληνογενή λέξη για το σοβατεπί χρησιμοποιούν οι Γάλλοι, plinthe.

  98. Λέγεται και περβάζι που στα Ελληνικά είναι το μάρμαρο στο κάτω μέρος των κουφωμάτων, στα ποντιακά περβάζ ή κατ΄ άλλους σοβά περβάζ (ίσως από το περιβάσιον ή από το περίζωμα)

  99. sarant said

    Στράβωνα, οι ετυμολογίες που δίνει ο Δήμος στη συζητηση του Ιντυμίντια που παραθέτεις (το πρώτο σου λινκ) είναι κατά 90% εντελώς ανυπόστατες, ερανισμένες από καραμπελιάδικα και λιακοπουλέικα άρθρα. Στο ίδιο θρεντ άλλωστε είχα συμμετάσχει κι εγώ και είχα κάνει μια προσπάθεια ανασκευής.

  100. Μπουκανιέρος said

    #97
    Τιπού ευχαριστώ. Μάλλον αυτός θάναι, μολονότι στη δεκαετία του ’40 είχε πολύ διαφορετικό στιλ.
    (έμαθα πάντως ότι υπήρξε ελληνική τηλεόραση -λίγο- πριν τη γέννησή μου, αν και κατά τον τίτλο στο λινκ το μοιραίο συνέβη λίγο πριν τη μάχη του Χάστινγκς)

    #97-98
    Ναι, έχουν συζητηθεί αυτά εδώ – αν και μόνο η Μαρία μπορεί να βρει πού.
    Εδώ άλλωστε έμαθα τη «σωστή» μορφή και την προέλευση της λέξης.

  101. Alfred E. Newman said

    Μπουκάν και Τιπού:

    Συγγνώμη για την καθυστέρηση απάντησης. Η νύχτα είχε άλλα μάτια χτες που λέει και ο ποιητής.

    Ναι είναι ο ίδιος. Και για να μην απορείτε είναι ο ίδιος που αναφέρεται και στην αλληλογραφία Σεφέρη με Κατσίμπαλη και Βαλαωρίτη.

    Τι ακριβώς θα θέλατε να μάθετε (αν το ξέρω);

  102. Τον παλιό καλό καιρό που υπήρχε η «Αλυσίς ΕΛΒΙΕΛΑ» τα αθλητικά παπούτσια τα λέγαμε και πάνινα. Ο όρος διατηρήθηκε για αρκετό καιρό για να περιγράψει τα αθλητικά παπούτσια γενικότερα. Σήμερα έχει αντικατασταθεί από τον όρο «σταράκια» (η αμερικανοποίηση στην καθημερινότητα μας).
    Θυμάμαι, ήμουν μικρό παιδί όταν ζήλεψα κάποια δερμάτινα αθλητικά που τελικά μου αγόρασε ο πατέρας μου ένα ολόκληρο χιλιάρικο λέγοντας στον φίλο του υποδηματοπώλη «που καταντήσαμε λοχία». Μου πήρε αρκετά χρόνια για να καταλάβω τι εννοούσε.

    Τα παπούτσια μας συντροφεύουν από μικρά παιδιά σε παραμύθια όπως «ο παπουτσωμένος γάτος» ή και σε ταινίες όπως η καταπληκτική ιταλική μίνι σειρά «ένα ζευγάρι παπούτσια για πολλά χιλιόμετρα» (τον ιταλικό τίτλο τον αγνοώ) αλλά και στα στρατιωτικά μας χρόνια όπου τα γυαλίζουμε νυχθημερόν. Ο πόλεμος εξάλλου κερδίζεται από τα παπούτσια και όπως είχε πει ο Βαναπάρτης «Στον πόλεμο είναι από παπούτσια που ξεμένουμε πάντα».

    Υπάρχει και ποντιακό τραγούδι:
    Μάνα τέρεν πως χορεύω (που μάλλον ερασμιακά γράφεται τῆρεν Άγγελε;)
    Τα παπούτςια μ’ κι λαεύω*
    γιατί θέλω να παντρεύω
    *επιτέλους ένας πόντιος φιλόλογος ας κάνει μια σωστή δουλειά, θα αναγκαστώ να βγάλω λεξικό εγώ στο τέλος και δεν είμαι ο πιο κατάλληλος. Η μόνη αναφορά που βρήκα είναι ένα βίντεο με έντονη Ρωσική προφορά http://www.youtube.com/watch?v=9awj3dlXLq8

  103. Μαρία said

    Για Μπουκάν 101

    Οι ελληνικές λέξεις ενός σοφού καθηγητή

  104. sarant said

    103: Κι εγώ νόμιζα ότι τα σημερινά παιδιά λένε σταράκια όλα τα αθλητικά, αλλά οι κόρες μου με επέπληξαν, σταράκια είναι μόνο της συγκεκριμένης μάρκας, τα άλλα είναι αθλητικά, μου λένε.

  105. Immortalité said

    Τρομερή παπουτσοσυζήτηση!

    το «θα βάψω τα παπούτσια μου μαύρα» δεν το είχα ακούσει ποτέ μια και λέμε «θα τα βάψω μαύρα» και νόμιζα ότι εννοούμε τα ρούχα, σαν να πενθούμε δηλαδή ειρωνικά πάντα. Αντιθέτως λέμε για τον ίδιο λόγο «θα βάλω τη σκούπα μου ανάποδα να κλαίει». Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί αλλά πλάκα έχει.
    Εχουμε και μια άλλη παροιμιακή έκφραση/εξήγηση κατάστασης: Οταν μια οικογένεια έχει όλο γιους, λέμε ότι την ώρα του φονικού ο πατέρας «φορούσε στιβάνια». Για τα κορίτσια δεν έχουμε παπουτσοεξήγηση.

    Χιλιάρχε Κορνήλιε χρόνια πολλά για προχτές :-). Και στους Νικήτες σήμερα.

  106. 105: Τότε δεν είχε και άλλα αθλητικά, έλεγες πάνινα και καθάριζες. Η πλάκα είναι ότι τα σημερινά πάνινα all star είναι πανομοιότυπα με τις τότε ελβιέλες και απείρως ακριβότερα. Τελευταία φορά τα είχα δει στο στρατό όπου για να με χωρέσουν έπρεπε να κόψω τα δάχτυλα μου 🙂

    Τον καιρό εκείνο πρέπει να μας έβλεπαν οι Ευρωπαίοι όπως εμείς αργότερα τους Σοβιετικούς, μέχρι και τα φουσκωτά «μπουφάν» (τι όρος και αυτός!) τα βλέπαμε και τα ζηλεύαμε. Που σκέψεις για adidas που τα βλέπαμε μόνο σε τουρίστες. Τελικά όμως είχαμε άδικο. Οι δερμάτινες πχ σάκες που είχαμε ήταν πολύ ανώτερες από τα σύγχρονα πολυδιαφημισμένα επώνυμα σακίδια. Μας έπιασαν κότσους σαν τους Ινδιάνους. 🙂

  107. Κώστας Αδαμόπουλος said

    Η κουβέντα έχει ήδη πάει αλλού, αλλά να πω ένα δυο πράγματα σχετικά με τα παπούτσια: στην κρήτη τα φραγκόσυκα τα λένε παπουτσόσυκα, επίσης στην ίδια περιοχή έχω ακούσει μια επιρρηματική χρήση της λέξης ξεπαπούτσωτος, που σημαίνει άμεσα, βιαστικά, χωρίς δεύτερη σκέψη. Αυτή η χρήση για παράδειγμα υπάρχει σε ένα πολύ ωραίο τραγούδι του Κώστα Μουντάκη που το ξανατραγούδησε πριν από λίγα χρόνια ο Γιάννης Χαρούλης

    Επίσης μου έχει μεταφερθεί μια παροιμιακή φράση της δεκαετίας του 60 που την έλεγαν οι μαστόροι στους μαθητευόμενούς τους για να αποφεύγουν τα άστοχα και ενδεχομένως ακριβά δώρα στις κοπέλες με τις οποίες σχετίζονταν: «Πρώτα πούτσα, μετά παπούτσα»

  108. Εν αντιθέσει με την Ισλαμική ταπεινωτική αντίληψη σχετικά με την ρίψη υποδημάτων υπάρχει και η Ελληνική οικειοτέρα και συντροφικοτέρα αντίληψις της ρίψεως παντόφλας με στόχο κυρίως τον σύζυγο αλλά ενίοτε και τον άτακτο υιό.

  109. τὰ τσόκαρα τὰ πρωτοθυμᾶμαι ἀπὸ τὸν Νὶλς Χόλγκερσον. ἕνα ἄλλο βιβλίο ὅπου ἕνα παππουτσάκι ἔπαιξε κάποιο ῥόλο εἶναι ἡ Παναγία τῶν Παρισίων». ἐκεῖ πρωτοεῖδα καὶ τὴν λέξι μπομπότα μὲ τὴν σημασία κάποιου εἴδους ἀρτύματος. μέχρι τότε μπομπότα ἔλεγα τὰ δαμάσκηνα,ἕνα εἶδος τους τελοσπάντων, ἔτσι τὰ λένε καὶ ἡ μάνα μου καὶ ἡ γιαγιά μου.

  110. Μπουκανιέρος said

    #102
    Π.χ. τις χρονολογίες της ζωής του.
    Δεν προφταίνω τώρα να εξηγήσω το ειδικό ενδιαφέρον μου, συγγνώμη.

    #106
    Ευχαριστώ Ιμόρ, μου βρίσκεται ένας (όχι χιλίαρχος, ούτε κορνήλιος).

  111. Alfred E. Newman said

    Μπουκάν

    Γεννήθηκε 18 Ιουνίου 1918 και πέθανε 29 Οκτωβρίου 1984. Αποφοίτησε από το Κολέγιο Αθηνών και σπούδασε Νομικά. Έζησε τα χρόνια του Πολέμου στην Αγγλία εργαζόμενος εκεί.

  112. Μπουκανιέρος said

    Με εντυπωσιάζει, Αλφ, που ξέρεις τις ακριβείς ημερομηνίες.
    Ξέρεις κι αν τυπώθηκε κάποια μετάφρασή του στην Αθήνα το 1943;
    Ή, γενικά, αν δημοσίευε μεταφράσεις από νέος;

  113. Alfred E. Newman said

    Δεν γνωρίζω αυτή τη στιγμή ακριβώς αλλά είναι πιθανότατο. Την ίδια εποχή μετέφραζε και ποιήματα του Σεφέρη αλλά και άλλα κείμενα. Μπορώ να το ψάξω.
    Ας σημειωθεί ότι ο Σεφέρης δεν ήταν ικανοποιημένος από την απόδοσή του.
    Ξέρω ότι εξέδωσε ένα μόνο βιβλίο στη ζωή του γραμμένο εξαρχής αγγλικά.

  114. Alfred E. Newman said

    Στις μεταφράσεις βιβλίων περιλαμβάνονται τα: Ανεμοδαρμένα ύψη, Ο άνθρωπος αυτό το άγνωστο, Χερνάντο Κορτέζ, Ο Ελληνικός πολιτισμός, Καπνός, Σκιαγραφία των γενναίων, Η γυναίκα της Άνδρου, Η μυρωδιά της λυγαριάς.
    Πρέπει να υπάρχουν μεταφράσεις του στα περιοδικά Νέος Κόσμος και Νεοελληνικά Γράμματα.
    Βοηθάει καθόλου;

  115. Alfred E. Newman said

    Τελευταία πληροφορία για απόψε. Ξεκίνησε να μεταφράζει και να γράφει από το 1938.

  116. sarant said

    Τα Νεολληνικά Γράμματα τα έχω, όποιος ενδιαφέρεται μπορώ να ψάξω κάτι.

  117. Μπουκανιέρος said

    Καλημέρα.
    Ναι, Αλφ, βοηθάει – δηλ. μου έδωσες το στοιχείο για να ταυτίσω το πρόσωπο πέρα από κάθε αμφιβολία.
    Σ’ ευχαριστώ πολύ.

  118. Earion said

    Κάτω από το όνομα Βασίλης Καζαντζής η Εθνική Βιβλιοθήκη έχει 29 τίτλους:

    http://195.134.102.45/ipac20/ipac.jsp?session=12O4A3328898X.10000&menu=search&aspect=subtab22&npp=10&ipp=20&spp=20&profile=ebe0–2&ri=&index=.AW&term=%CE%BA%CE%B1%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%B7%CF%82+%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CE%B7%CF%82&x=12&y=12&aspect=subtab22

    Στον Συλλογικό Κατάλογο των Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, επειδή δεν υπάρχει ομοιομορφία στην καταλογογράφηση, δίνονται επτά διαφορετικές μορφές του ονόματός του (αλλά είναι βέβαια ο ίδιος):

    http://147.102.210.209/cgi-bin-EL/egwcgi/279650/search.egw/1+0+1?menu1=%D3%F5%E3%E3%F1%E1%F6%DD%E1%F2&entry1=%EA%E1%E6%E1%ED%F4%E6%E7%F2+%E2%E1%F3%E9%EB%E7%F2&submit=%D3%DC%F1%F9%F3%E7

    Μπουκανιέρε, θα σε συγκινούσε αν μάθαινες ότι ο Β.Κ. έχει γράψει το κείμενο στο τεύχος «Κέρκυρα» της σειράς του Πεχλιβανίδη «Γνωρίσατε την Ελλάδα» της δεκαετίας του ’60;

    Σε μένα πάντως θα μείνει η ανάμνηση ότι ήταν ο μεταφραστής του Καίσλερ. Μιλώ ειδικότερα για το «Μηδέν και το άπειρο».

  119. Γι’ αυτά είπαμε;

  120. Μπουκανιέρος said

    Μερσί Earion.
    Λοιπόν, έχω τουλάχιστον ένα βιβλίο περισσότερο από την Εθνική Βιβλιοθήκη.
    (κι από συγκινήσεις διάφορες, π.χ. στη διαπίστωση ότι έχω διαβάσει μεταφράσεις του χωρίς να το καταλάβω)

  121. Μαρία said

    >στη διαπίστωση ότι έχω διαβάσει μεταφράσεις του χωρίς να το καταλάβω

    Ναι,ργτ, κι εγώ. Τότε ούτε που κοιτούσα το μεταφραστή.

  122. Νέος Τιπούκειτος said

    @110: Κορνήλιε, η μπομπότα δεν είναι είδος αρτύματος, αλλά καλαμποκάλευρο. Το μπομποτίσιο ψωμί γνώρισε ημέρες δόξας στην Κατοχή, μαζί με το πλιγούρι.

  123. Τιπούκειτε, δὲν ξέρω τί ἀκριβῶς εἶναι, τὸ κεφάλαιο λεγόταν «ἡ ἱστορία μιᾶς καλοψημένης μπομπότας» καὶ σὲ ἄλλξη ἔκδοσι «ἡ ἱστορία μιᾶς καλοψημένης κουλούρας». δὲν ξέρω πῶς εἶναι στὸ γαλλικὸ πρωτότυπο. γιὰ χυλὸ καλαμποκίσιο ἐπὶ Κατοχῆς ἡ γιαγιά μου χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο «κατσαμάκι». πάντως μπομπότα ἔλεγα κι ἐγὼ παιδὶ τὰ μεγάλα δαμάσκηνα.

  124. Αγγελος said

    (124) Histoire d’une galette au levain de maïs
    Πρόκειται σαφώς για αρτοσκεύασμα. Πρώτη φορά ακύω «μπομπότα» να σημαίνει δαμάσκηνα – αλλά αφού το λέτε και οι δύο, θα λέγεται σε κάποια μέρη.

  125. Immortalité said

    Ποιοι δύο το λένε; Νόμιζα ότι μπομπότα είναι μόνο το καλαμποκένιο ψωμί. Και επειδή μου άρεσε πάντα πιο πολύ από το σταρένιο, όταν ημουν πιτσιρίκι αναρωτιόμουν γιατί στην κατοχή παραπονιόταν αφού η μπομπότα ήταν τόσο νόστιμη…

  126. Είναι το ψωμί από αλεύρι αραβοσίτου (ή καλαμπόκι ή τσουπάδ (ποντιακά):))
    Χαμηλής θρεπτικής αξίας αλλά καλύτερο από το τίποτα γιαυτό και ανθεί σε συνθήκες πείνας όπου το αλεύρι σίτου είναι δυσεύρετο.

  127. Immortalité said

    @ 120 Ωραία παπουτσάκια! Και νόστιμα με την κατάλληλη γέμιση 😉

  128. Αγγελος said

    Ποιοι δύο; (126) Ο Κορνήλιος και η γιαγιά του (8)

    Τον Κορνήλιο και τον Τιπούκειτο εννοούσα, αλλά έκανα λάθος – ο Τιπούκειτος, όπως όλοι, ήξερε μπομπότα το ψωμί από καλαμποκάλευρο.

  129. Μπουκανιέρος said

    Μπαρμπαρόψωμο από μπαρμπαράλευρο.
    Υπάρχει βέβαια κι η πουλέντα.

  130. Μαρία said

    124 Ο χυλός κατσαμάκι λέγεται, μόνο που η μπομπότα δεν είναι χυλός.

  131. Μαρία said

    Μπουκάν, γράφαμε μαζί. Η πολέντα είναι το κατσαμάκι της γιαγιάς Κορνή, που η δικιά μου το έλεγε μαμαλίγκα.

  132. Είχαμε δεν είχαμε, πάλι στο φαγητό το ρίξαμε.
    Παρεμπιπτόντως παπουτσάκι υπάρχει και γλυκό (πάστα).
    Τώρα, με ρίζα την πάστα έχουμε πάστα (μακαρόνι), πάστα (γλυκό) πάστωμα (μέθοδος συντήρησης), παστέλι (το κοινό), παστουρμάς (ο κοινός και αρωματικός).

  133. Immortalité said

    Η πολέντα είναι χυλός ή μαστιχωτός πουρές; Δεν είναι η ίδια με της ιταλίας;

    Στράβωνα ξέχασες την πάστα φλώρα 😉

  134. Μαρία said

    134 Ε ναι, μόνο που το κατοχικό δεν είχε ούτε βούτυρο ούτε λάδι.

  135. Αυτό που δεν ξέρω είναι το γιατί είναι φθηνότερο το καλαμποκάλευρο (που περιέχει και λιπαρά, βλέπε αραβοσιτέλαιο). Είναι άραγε περισσότερες οι εκτάσεις που το καλλιεργούν ή επειδή καλλιεργείται και σε δυσκολότερες συνθήκες ή τέλος είναι πιο παραγωγικό το φυτό σε καρπό σε σχέση με τους πυρούς (σίτους);
    Η Ελλάδα από την αρχαιότητα ακόμη είχε έλλειψη σε σίτο και αγόραζε από την περιοχή της Κασπίας και του Καυκάσου. Όταν οι Αθηναίοι έχασαν στους Αιγός Ποταμούς στην ουσία κόπηκε η γέφυρα του Ελλησπόντου σε προμήθεια σίτου.

  136. Μπουκανιέρος said

    #134
    (α) Ίδια είναι – υπονοείς όμως, μήπως, ότι είμαστε υποχρεωμένοι να μιλάμε τοσκάνο; 🙂

    (β) Την ψευδώνυμη «πάστα-φλώρα» την έχω καταγγείλει επανειλημμένα! Το σωστό είναι πασταφρόλα (κάπου το είχα εξηγήσει). 🙂

  137. Μαρία said

    137 β) Και πρόσφατα μάλιστα

    Βρετός Βενιζέλος

  138. #19, #27 Τον πήρε το μάτι μου αυτόν τον Μ.Σ. και στα εξώφυλλα σε κάτι άλλα βιβλία:

  139. Μαρία said

    139 Με μούσι ή άνευ;

  140. #140 Μόνο τ’ όνομά του πήρε το μάτι μου. Το πιάρ τόχει καπαρωμένο η Ζαχαριάδη…

  141. Ζαχαριάδου… 🙂

  142. Μαρία said

    142 Την είχα για πιο νέα. Αλλά αυτός ο Μ.Σ πού είναι κρυμμένος; Πότε έγινε η εκδήλωση;

  143. #142 Την προπερασμένη Τετάρτη. Είπαμε πού ήταν κρυμμένος αφού

  144. Μαρία said

    Βρε Στάζυ, δε μιλάω για το όνομα.

  145. Ναι, βρε συ. Εγώ μίλησα μόνο για το όνομα (στα εξώφυλλα), απ’ την αρχή.

  146. Εγώ, που είχα πάει στην εκδήλωση, τον είδα· ήταν όμως στη γωνία και δε φαίνεται.

  147. Μαρία said

    Κρύφτηκε στη γωνία, για να αποφύγει τη δημοσιότητα. Πολύ σεμνό παιδί.

  148. Τα τσιράκια στο μούσκιο, έτσι… 🙂

  149. Νομίζω το προτιμούσε έτσι, μου είπε.

Σχολιάστε