Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο Βάρναλης κι οι άλλοι λογοτέχνες στην Αίγινα πριν από 90 χρόνια

Posted by sarant στο 11 Αυγούστου, 2013


Aigina%201Πριν από τριάμισι χρόνια είχα ανεβάσει, εκτός εποχής, φλεβαριάτικα, ένα άρθρο με αποσπάσματα απ’ όσα έχει γράψει στα «Φιλολογικά απομνημονεύματά» του ο Κώστας Βάρναλης για την αγαπημένη του Αίγινα, όπου πέρασε ευτυχισμένα και δημιουργικά χρόνια. Όλο το κείμενο βρίσκεται στον παλιό μου ιστότοπο. Τώρα, που ο καιρός είναι πιο ταιριαστός, και που βρίσκομαι (αν και όχι για πολύ ακόμα) στην Αίγινα, ανεβάζω κάποια άλλα αποσπάσματα, με αναφορά και στους άλλους λογοτέχνες που έζησαν και δημιούργησαν στην Αίγινα στον μεσοπόλεμο, όταν η φτήνια της διαβίωσης τράβηξε εκεί τους νέους διανοούμενους -κάτι που έγινε και στο Παρίσι περίπου την ίδια εποχή ή που γίνεται στο Βερολίνο σήμερα. Στα κοσμικά και πανάκριβα μέρη, οι διανοούμενοι δεν πηγαίνουν για να δημιουργήσουν αλλά για να κολακέψουν πλούσιους.

Να επισημάνουμε ότι το κείμενο αναφέρεται μεν στα 1921-24, αλλά γράφεται αρκετά αργότερα, το 1934-35 (δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημ. Ανεξάρτητος, και εκδόθηκε σε βιβλίο το 1980, απ’ όπου και είναι παρμένα τα αποσπάσματα).

Ο ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ

Μάρτης-Μάης, τρεις μήνες μαθήματα κι εξετάσεις. Και με τον Ιούνιο μπήκαμε στις θερινές διακοπές. Άρχισα να ζητώ ένα μικρό νησί, ένα ψαρομέρι με την ήσυχη θάλασσά του ν’ απομονωθώ εκεί άγνωστος ανάμεσα σε άγνωστους κι απλοϊκούς ανθρώπους, να συγκεντρωθώ και να … συγγράψω. Ένιωθα μέσα μου να σαλεύει, ν’ αναδεύεται και να ζητάει να λάβει μορφή και σχήμα και να έβγει να σταθεί αντίκρυ στον ήλιο ένα καινούριο έργο, που ακόμα δεν ήξερα τ’ όνομά του: «Το φως, που καίει».

Μου είχε περάσει η παλιά μυστικόπαθη πίστη μου στην ηγεμονία του πνεύματος απάνου στη ζωή. Μου φαινότανε κωμικό να μιλούμε για πολιτισμό, όταν η τύχη του βρίσκεται στα χέρια των μεγάλων ληστών της γης και μπορούνε να τον καταστρέψουνε, όποτε τους καπνίσει. Θεωρούσα, πως είναι έσχατη ανανδρία του πνεύματος να θέλει να στέκει πάνου από τους ποταμούς των αιμάτων διατηρώντας άγγιχτη από το βούρκο τους τη θεϊκιά του ουσία…

Πίστευα πως ο Λόγος, αν δε μπορεί να μεταμορφώσει τον κόσμο, όπως είναι θεμελιωμένος στην αδικία, και να καλύψει τα πάντα, ενόσω οι μάζες μένουν έξω από την άμεση περιοχή του, όμως μπορεί να ξυπνήσει τις συνειδήσεις στην αρχή λιγοστών και αργότερα περισσότερων σκλάβων, ν’ ανοίξει ένα φωτεινό ρήγμα στο ατράνταχτο μέτωπο της ψευτιάς και να ετοιμάσει το έδαφος για τη Μεγάλη Πράξη, για την Ημέρα της Κρίσεως.

 ***

Ένα απόγεμα πήρα το βαποράκι στον Περαία, την περίφημη «Χρυσώ», και πήγα πρώτα στην Αίγινα. Είχα σκοπό, αρχίζοντας από την Αίγινα, να ψάξω γύρω γύρω το Σαρωνικό όσο να εύρω το κατάλληλο μέρος για να κουρνιάσω οριστικά. Ήθελα να είμαι πάντα κοντά στην Αθήνα. Γιατί δεν είχα και πολλήν εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Ήξερα πως εύκολα με πιάνει ο κόρος και η πλήξη. Έπρεπε λοιπόν να μπορώ να παίρνω εύκολα το βαπόρι και να έρχομαι στην πόλη των Θεών, για να μετανιώνω και να φεύγω από την κάμινο του πυρός και της καβαλίνας πίσου στη δροσιά και την ησυχία του πελάου.

Στην Αίγινα που πρωτοπήγα, εκεί και έριξα άγκυρα για πάντα. Ο βραδινός περίπατος, που έκανα γιαλό γιαλό από την «κολόνα» ίσαμε τον Αϊ-Βασίλη, μου άρεσε πολύ. Νοίκιασα το απάνου πάτωμα (δυο καμαρούλες) σ’ ένα ήσυχο σπιτάκι και ξαναγύρισα στην Αθήνα για να φέρω τα πράματά μου.

Σ’ ένα τραπεζάκι τοποθέτησα μερικά αγαπημένα βιβλία. Κάρφωσα στους τοίχους γύρω γύρω ένα σωρό φωτογραφίες από έργα του Γκρέκο, του Πιντουρίτσιο, του Μποτιτσέλι, του Νταβίντσι, του Μιχαήλ Αγγέλου κ.λ.π., αγορασμένες από το Μουσείο του Λούβρου και την Πινακοθήκη του Βατικανού. Χαράματα σηκωνόμουνα, έσκυβα από το παράθυρο στην αυλή και κοίταγα πέρα τον ουρανό και κάτωθέ μου κληματαριές, αμυγδαλιές, φιστικιές, ένα πηγάδι, μια γίδα με το κουδούνι της, ένα κοπάδι όρνιθες… Κι ύστερα η νοικοκυρά μού έφερνε γάλα και καφέ κι εγώ καθόμουνα στο γράψιμο ευτυχισμένος κι αισιόδοξος ή έφερνα βόλτες μέσα στο δωμάτιο χειρονομώντας ζωηρά, καθώς απάγγελνα τους στίχους, που είχα γράψει, δοκιμάζοντας τον ήχο τους με τ’ αυτί.

***

zenobia

Η Ζηνοβία Μπήτρου, που τη μνημονεύει ο Βάρναλης στη «Μπαλάντα του Αντρέα»

Μπορεί τα κορίτσια της Αίγινας να έρχονται κάθε καλοκαίρι, πριν αρχίσει η σαιζόν, στην Αθήνα για να ράψουνε τις καλοκαιρινές τουαλέτες τους (πολύς κόσμος παραθερίζει στο νησί από την πρωτεύουσα και τον Περαία και πρέπει να είμαστε εντάξει!)· μπορεί να περιποιούνται και να μεγαλώνουνε τη φυσική τους ομορφιά με όλα τα τεχνητά μέσα της καλλυντικής επιστήμης, από τα λογής κραγιόνια ίσαμε την τσιμπίδα των φρυδιών· όμως η ψυχή τους είναι γεμάτη Θεό. Δεν έχω συναντήσει σε κανένα άλλο μέρος της Ελλάδας τόση θρησκευτική μυστικοπάθεια, όση στο γυναικόκοσμο της Αίγινας. Κι έτσι από απλή χρονογραφική περιέργεια σημειώνω πως στην Αίγινα υπάρχουνε δύο μοναστήρια (των γυναικών είναι από τα μεγαλύτερα της χώρας) και επί τουρκοκρατίας η Παλιοχώρα, η τοτεσινή πρωτεύουσα του νησιού, είχε τόσες εκκλησίες, όπως λέει η παράδοση, όσες ημέρες έχει ο χρόνος!

Είπα πως ο Αδάμ κι η Εύα με το φίδι του πειρασμού στη μέση (έργο του Ραφαήλου), ο Άγιος Ιερώνυμος (Σαν Τζιρόλαμο, έργο του Νταβίντσι) κ.λ.π. είχανε πείσει τα κορίτσια πως είμαι κι εγώ άνθρωπος του Θεού! Γι’ αυτό μου κάνανε την εξαιρετική τιμή να με καλέσουν ένα απόγεμα στον εσπερινό, που θα κάνανε σε μιαν απόμερη εκκλησούλα, στην «Παναγία τη Μυρτιδιώτισσα». Θα ήτανε καμιά τριανταριά κορίτσια, μοναχά κορίτσια κι ούτε μισός αρσενικός, εξόν από μένα, τον άνθρωπο του Θεού!

Όλα αυτά τα κορίτσια και μερικές άλλες γυναικούλες που ήρθανε από τη γειτονιά, ξέρανε τη λειτουργία του εσπερινού απέξω και ψάλλανε χωρίς βιβλίο όλα τα τροπάρια «εν χορώ». Λεπτές κρουσταλλένιες φωνές, δροσάτες σαν το κρύο νερό της βρύσης, αγγελικές και υπερκόσμιες (όλα τότες ήτανε κρουσταλλένια, δροσάτα, αγγελικά, υπερκόσμια!) στέλνανε όλο το πάθος της τρυφερής τους καρδιάς, όλα τ’ ανικανοποίητα συναισθήματα της ζωής, όλα τα θερμά τους νιάτα στον άγνωστο Κύριο, που μένει στους ουρανούς!

Μετά τον εσπερινό όλες μαζί οι κοπέλες, αφού με αποχαιρετήσανε (δε θέλανε να τις δει μαζί μου η κοινωνία και τις παρεξηγήσει) κατεβήκανε από τα ύψη της θρησκευτικής τους έκστασης στο πεζότατο «Κόρτε», τον καθημερινό περίπατο των βέβηλων ανθρώπων, για ν’ αναπνεύσουνε λιγάκι πελαγήσιον αέρα. Άνθρωποι είμαστε!

 ***

   «Κόρτε» είναι παρατσούκλι. Από παρατσούκλια οι Αιγινήτες  άλλο τίποτα! Με τη θυμοσοφία των φυσικών ανθρώπων, με τη μεγάλη πείρα και γνώση των εγκοσμίων, που έχουνε οι θαλασσινοί και κυρίως με την «αφ’ υψηλού» εποπτεία και περιφρόνηση των πάντων, που έχουνε οι … μπεκρήδες, αρπάζουνε το πιο χτυπητό στοιχείο των προσώπων και των πραγμάτων και τους φοραίνουνε γάντι το μοιραίο παρατσούκλι, που εκφράζει ολοζώντανη και σπαρταριστήν τη βαθύτερην υπόστασή τους, ενώ τα συνηθισμένα προσηγορικά και βαφτιστικά ονόματα δε λένε τίποτα, είναι ουδέτερα, δε φιξάρουνε την ατομικότητα των όντων!

«Κόρτε» ονομάσανε πειραχτικά οι Αιγινήτες το μόλο του Αϊ-Νικόλα, όπου γίνεται ο ταχτικός περίπατος τα απογέματα και μάλιστα τα Σαββατοκύριακα. Μετά το ηλιοβασίλεμα ο συνωστισμός μεγαλώνει κι η φασαρία κι ερωτική περιπάθεια των νέων.

***

   Ο μόλος του Αϊ-Νικόλα είναι το δεξιό μπράτσο του λιμανιού της Αίγινας. Αρκετά φαρδύ, για ν’ ανεβοκατεβαίνουν οι άνθρωποι και μ’ ένα παραπέτο ίσαμε ένα μέτρο προς το μέρος της θάλασσας. Εκεί, που σπάζει ο αγκώνας του μπράτσου σχηματίζεται μια μικρή πλατεία. Στη μια της άκρη είναι το παρεκκλήσι του Αϊ-Νικόλα, που μοιάζει με … καμίνι του ασβέστη και που κάθε άνοιξη το ασπρίζουνε (αυτός είναι όλος του ο στολισμός)· κι αντίκρα στο παρεκκλήσι είναι το καφενείο με το υπόστεγό του, τις καρέκλες του, τα σιδερένια του τραπέζια και το φωνόγραφό του ή το πιάνο του. Γιατί κάθε Σαββατοκύριακο (τα καλοκαίρια, φυσικά), ανάβει ο χορός. Τα ευτυχισμένα ζευγάρια, στόμα με στόμα, δεν έχουνε καιρό να προσέχουνε τα ακάλτσωτα ποδάρια τους. Αυτά τα προσέχουνε και τα τρώνε με τα μάτια τους οι χαζοί της γαλαρίας!…

Κείνη τη χρονιά, που πρωτοπήγα στην Αίγινα (1921) δεν υπήρχε ακόμα χορός, ούτε ηλεχτρικό φως, ούτε μπαιν-μιξτ. Το καφενείο είχε μια και μοναχή λάμπα ασετιλίνης, που βρώμιζε τη μυρωδιά της άρμης και των φυκιών και που, άμα φυσούσε μπουνέντης, έσβηνε κάθε τόσο. Και τότες τα μάτια συνηθίζοντας στο σκοτάδι βλέπανε καλύτερα ολόγυρά τους. Γιατί στο σκοτάδι κοιτάει άφοβα ο άλλος. Δε φυλάγεται να μην τον ιδούνε, που βλέπει αχόρταγα, γιατί δε φαίνεται!

Α! Τότες ήτανε μεγάλη ανάγκη να βλέπει κανείς καλά. Η νεότης ζούσε με τα μάτια μονάχα. Και τα μάτια ήτανε τόσο γυμνασμένα στην αναζήτηση των περαστικών, σαν την αστραπή, οραμάτων, που από γενιά σε γενιά αυτά τα μάτια γινότανε μεγαλύτερα και λάμπανε περισσότερο. Κι οι «φιλέλληνες» ξένοι, που κοιτάγανε αυτά τα περίεργα μάτια, βγάζανε το επιπόλαιο συμπέρασμα πως είμαστε λαός ευφυής. Ενώ είμαστε λαός λιμασμένος για όλα, γιατί τα στερούμεθα όλα!

Τότες οι μπανιέρες των γυναικών ήταν ένα μίλι μακριά από τις μπανιέρες των αντρών. Πώς η φαντασία με τ’ αχαλίνωτα σκιρτήματά της να μη συμπληρώνει τα κενά της φτωχής, της μίζερης, της εχθρικής πραγματικότητας!

***

   Η Αίγινα, η πατρίδα του καλύτερου δικαστή άλλοτες, του Αιακού, και των καλύτερων ελληνικών σκόρδων, σήμερα, έγινε με τον καιρό το αγαπημένο νησί των ποιητών, των λογίων και των καλλιτεχνών. Γιατί έχει πολλές φυσικές ομορφιές: βουνά, πλαγιές, ακρογιάλια· γιατί η ζωή εκεί είναι πολύ φθηνότερη απ’ όσο είναι στις Σπέτσες και στον Πόρο· και γιατί δεν απέχει πολύ από τον Πειραιά – μιάμιση ως δυο ώρες ταξίδι. Στην εποχή του Περικλή στεκότανε μέσα στα μάτια του Περαία σαν τσίμπλα· σήμερα λαμποκοπά σαν ερωτικός πειρασμός.

Τραβώντας ο ένας τον άλλονε ήρθανε στην Αίγινα και περάσανε ένα ή περισσότερα καλοκαίρια ο Πικρός, ο Γιώργος ο Πολίτης, η Λιλή Ιακωβίδη, ο γερο-Φωτιάδης. Μερικοί χτίσανε ή αγοράσανε δικές τους βίλες και δεν εννοούνε να το κουνήσουνε από δω: ο Πωπ, το ζεύγος Περσάκη, ο Καζαντζάκης. Και μια χρονιά ανεβήκαν και κουρνιάσανε σαν κιρκινέζια απάνου στο βουνό της Παλιοχώρας μέσα στα χαλάσματα μιας ερημοκκλησιάς ο ζωγράφος ο Βασιλείου με τη μποέμικη φτωχοπαρέα του: το Μαρτζουβάνωφ και τον Παπαλουκά. Έρημοι εκεί απάνου ζωγραφίζανε από το πρωί ως το βράδυ τις ατέλειωτες ποικιλίες του τοπίου. Κι είχανε μέσα σε μια καλαθένια βαλίτσα λίγα ξεροκόμματα ψωμιού, δυο τρεις τσίρους, μερικά σκόρδα κι ένα κομμάτι ασβεστοποιημένο τυρί· και κρεμασμένην από ένα καρφί του τοίχου μιαν κιθάρα. Κι από κει ψηλά κατεβαίνανε κι ανεβαίνανε μιάμιση ώρα ανηφοροκατήφορο για να κουβαλήσουνε νερό μέσα στη στάμνα τους από κάποιο πηγάδι πέρα στ’ αμπέλια. Καμιά φορά ερχόντανε και τους βρίσκανε άλλοι μποέμηδες συνάδερφοι: ο Ρέντζος, ο Πολυκαντριώτης, ο Κόκκινος, μαζί με μερικές συμμαθήτριες της Σχολής Καλών Τεχνών και τότες παίρνανε την κιθάρα, την αισθηματική τους καρδιά και τις καλές φωνές τους και κατεβαίνανε στην πόλη. Περασμένα μεσάνυχτα παρελαύνανε σε μια μακρινή γραμμή μπροστά σ’ όλην την προκυμαία ίσαμε το «Κόρτε» τραγουδώντας παθητικά με τ’ ακομπανιαμέντο της κιθάρας, ενώ ο κόσμος, που τους έβλεπε, έλεγε: «Να! οι… αβράκωτοι!» -γιατί φορούσανε κοντά πανταλόνια από χακί πάνου από το γόνατο, σα Σκωτσέζοι.

***

   Ο Πικρός ήρθε ένα χρόνο μετά από μένα. Με τα μανίκια του πουκαμισιού του ανασκουμπωμένα, με κάτι άσπρα πάνινα παπούτσια δίχως τακούνι και δίχως… σόλες, ροβολούσε πηδηχτός στα νύχια κάθε πρωί στο «Κόρτε», έπιανε ένα τραπεζάκι κι έγραφε τον «Πιτσιρίκο» του. Εγώ σ’ ένα διπλανό τραπέζι έγραφα το «Λαό των Μουνούχων». Και δώσ’ του κάπνιζε ο Πικρός κι άμα έβλεπε να περνά καμιά όμορφη γυναίκα σούφρωνε τα φρύδια του, τρέμανε τα γυαλιά του στη μύτη και του πέφτανε, όσο να έρθει η ώρα να σηκωθούμε να πάμε για μπάνιο: η μεγάλη ώρα της βουτιάς από τα βράχια στα κρυσταλλένια νερά και του τσιτσιδαριού στον ήλιο και στον αέρα! Κι ύστερα ίσα στο φούρνο να πάρουμε το γκιουβέτσι καυτό ακόμα και να τραβήξουμε στην ταβέρνα, όπου δε λείπαν ποτές οι σελέμηδες να μας κάνουνε συντροφιά.

***

   Ο Καστανάκης ήρθε στα 1923. Νοίκιασε ένα δωμάτιο απάνου από του Βουτέρη το καφενείο αντίκρα στο λιμάνι. Από κει καμάρωνε τα καΐκια, τα νησιά, τα μωραΐτικα  βουνά και τη θάλασσα. Κάτου από τα παράθυρά του ξεμπαρκαρίστηκε στα 1828 ο Καποδίστριας στην πρώτη του έδρα του λεύτερου ελληνικού κράτους. Πρωί βράδυ έγραφε (μπράβο στην όρεξη) το έργο του «Φυλή των ανθρώπων». Κι όπως έγραφε με πολλήν όρεξη, έτρωγε κι έπινε με πολύ περισσότερη! Και μαγείρευε και μερακλίδικα (πιτσούνια πιλάφι με μικρά τσιγαριστά κρεμμυδάκια μέσα ίσαμε φουντούκια!)

***

   Όσο περνούσανε τα χρόνια, τόσο ο ευρωπαϊκός πολιτισμός απλωνότανε στα ήθη του μικρού νησιού. Και πέφτανε ο ένας μετά τον άλλονε οι παλιοί φραγμοί, που η φεουδαρχική παράδοση του πολιτισμού μας είχε υψώσει ανάμεσα στα φύλα. Μετά τον παγκόσμιο πόλεμο, που όλα τα ωραία «δυτικά ψέματα» χάσανε τη μάσκα τους, οι λαοί βγαίνοντας μέσα από την κόλαση της ανθρωποσφαγής, θέλανε να ζήσουν χωρίς πολλά προσχήματα. Έτσι ένα πρωί, χωρίς να το καταλάβουμε, γδυθήκαμε στην αμμουδιά πλάι στα φουστάνια ενός κοριτσιού, βουτήσαμε στο ίδιο νερό μαζί του κι ύστερα ξαπλωθήκαμε κοντά κοντά στον ήλιο για να λιαστούμε. Τα μπαιν-μιξτ ήτανε πια θεσμός. Και το βράδυ χορέψαμε στο «Κόρτε». Κι ο κόσμος δε χάλασε!

Για τη συνέχεια σας παραπέμπω στον ιστότοπο. Να σημειώσω ότι προσαρτημένα στο κεφάλαιο για την Αίγινα είναι δυο μικρά στιγμιότυπα, περιγραφές ανθρώπων που έζησαν στο νησί, ενός πρώην μητροπολίτη κι ενός Ιταλού τυχοδιώκτη, καθώς και η αφήγηση για το πώς οι Αιγινήτες γιόρτασαν τη… σύλληψη του Κεμάλ το 1922.

51 Σχόλια to “Ο Βάρναλης κι οι άλλοι λογοτέχνες στην Αίγινα πριν από 90 χρόνια”

  1. Γς said

    Καλημέρα
    Κι από κοντά!
    Είχες δεν είχες μας έστειλες.
    Στην Αίγινα…

  2. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂
    Εξαιρετικός ο Δήμος Τανάλιας.

  3. Gpoint said

    Bonjours

    Πολύ ωραίο κείμενο, θ’ αναζητήσω την συνέχειά του μόλις ξεμπερδέψω με την (οθντκ) φορολογική δήλωσή μου-μια βδομάδα παιδεύομαι.

    Και μια ερώτηση το «είχαν εμέσα» αντί «είχανε μέσα» είναι τυπογραφικό ή βαρνάλειος ιδιωματισμός ;

  4. spiral architect said

    […] Κι ύστερα ίσα στο φούρνο να πάρουμε το γκιουβέτσι καυτό ακόμα και να τραβήξουμε στην ταβέρνα, όπου δε λείπαν ποτές οι σελέμηδες να μας κάνουνε συντροφιά. […]

  5. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ για τα πρώτα σχόλια!

    1: Είσαι στην Αίγινα; Καλωσήρθες!

    3: Τυπογραφικό είναι.

  6. Γς said

    5:
    είπα:
    >μας έστειλες
    με το τόσο όμορφο του Βάρναλη.

    Να σου πω, έτοιμος είμαι να την κάνω προς τα εκεί, αλλά φοβάμαι μην μλέξω πάλι

  7. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    7. Ομορφιά μέχρι δακρύων.Ωσάν προσωπικό δώρο, ευχαριστώ.
    Ξανάρχομαι

  8. leonicos said

    Ο Βάρναλης είχε ‘μια’ απάντηση στο προχθεσινό ερώτημα περί contactless, άγγιχτη. ΣΟΥ ΞΕΦΥΓΕ

    Πλάκα κάνω. Εγώ ‘δημιουργώ’ στην Νίκιαια… άρα μέσα στη φτωχολογιά!!!!

    Αυτό που μας διαφεύγει διαβάζοντας τέτοια κείμενα είναι ότι τότε οι πραγματικοί δημιουργοί χαίρονταν να κάνουν παρέα και γενικά να επικοινωνούν με ομοτέχνους τους. Σήμερα είμαστε εντελώς απομονωμένοι. Βρίσκομαι συχνά σε ‘χώρους’ και νιώθεις ότι είναι κι άλλοι γύρω σου σαν κι εσένα. Δεν γνωρίζεις κανένα και κανένας δεν κάνει μια κίνηση να σπάσει τον πάγο. Κάποια στιγμή θα πληροφορήσω κι εγώ εδώ για κάποιον τίτλο. Και λοιπόν; Κανένας δεν μ’ έχει δει στη μούρη.

    Α Αίγινα παραμένει ωραία παρόλες τις αλλαγές, όπως φυσικά και το Αγγίστρι, το οποίο διαθέτει μ’άλι και μια πολύ ενδιαφέρουσα βιολογικώς αλμυρή λίμνη

  9. Γς said

    7:
    >Ομορφιά μέχρι δακρύων

    Ωραίο νησί.
    Και πολύ κοντά.
    Μετά τη Σαλαμίνα.
    😉

  10. Γς said

    3:
    Είχες βάλει ένα Ψιλοκουίζ προχτές (και το ψιλοβρήκα).
    Η σειρά μου τώρα:
    π.α.η.ε.σ.γ.
    Χιντ: α=αλεύρι

  11. sarant said

    E, το μαρτύρησες…

  12. leonicos said

    Το ‘ε’ δεν βρίσκω. Πες αλεύρι η …. σε γυρεύει.

  13. sarant said

    Δεύτερο γράμμα φ.

  14. leonicos said

    Η Αίγινα είχε και μια από τις αρχαιότερες Συναγωγές. Σώζεται το δάπεδό της, μεταφερμένο από το οικόπεδο που βρέθηκε σ’ ένα ωραιότατο χώρο στους λόφους αριστερά (όπως μπαίνουμε) του λιμανιού

  15. leonicos said

    Αν Φ = Φωτεινή, δεν με γυρεύει. Μ’ έχει.

    Η εφορία όλους μας γυρεύει

  16. Gpoint said

    Τώρα γύρισα από το μπάνιο και δεν πρόκανα…

    το πρώτο έψιλον, το δεύτερο φ και (δεν) έχει…όρια !!

    Μια ζωή τα ίδια, γερνάω αλλά δεν αλλάζω : Θεωρώ μειωτική για την προσωπικότητά μου την υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης τη στιγμή που είμαι συνταξι(δεν)ούχος, πρώην μισθωτός και μέλλων συνταξιούχος χωρίς άλλους πόρους. Θα έπρεπε να τα στέλνουν έτοιμα και να συμπληρώνουν μόνο όσοι έχουν και άλλους πόρους. Δηλδή τι περιμένουν ; Να κάνω κανένα (ανθρώπινο).
    λάθος και να με χρεώσουν παραπάνω ;που άφησα την Ιταλίς (σικ) Μπάρμπαρα Κονλαγκραντεφίκα μόνη στην θάλασσα και ήρθα να συμπληρώσω τον καταβληθέντα και τον αναλογούντα φόρο, λες και δεν τον ξέρουνε ;

    Υπάρχει κανένα (τζιμάνι) δικηγόρος να υποστηρίξει (επιτυχώς, αλλιώς ξέρω και γω) την θέση μου στο δικαστήριο ;

  17. Γς said

    [Ανάρτηση με γλωσσολογικό περιεχόμενο]

    16:

    >άφησα την Ιταλίς (σικ) Μπάρμπαρα Κονλαγκραντεφίκα μόνη στην θάλασσα και ήρθα να συμπληρώσω τον καταβληθέντα και τον αναλογούντα φόρο

    Μπάρμπαρα Κονλαγκραντεφίκα dell’universo

    Και για όσους δεν κατάλαβαν.

    Μιλάει για την μεγάλη του κόρη ή κάτι τέτοιο.
    (στα ρουμάνικα)

  18. Γς said

    φτου!

    (στα ρουμάνικα)

  19. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    (Όπως το «Γη της λεμονιάς ,της ελιάς»)
    Αίγινα
    Γη του Τελαμώνα, του Αιακού
    Μάνα του Πηλέα του μυθικού
    Αίγινα των πεύκων και του γαλάζιου
    Θεοφίλητη νύμφη γερμένη στο πέλαγο

    Γη των ποντοπόρων ναυτικών,
    θέμελο ναών, μοναστηριών.
    Αίγινα της μνήμης και των ονείρων
    Θεοδιάλεχτη νύμφη γερμένη στο πέλαγο

    Γη μικρή σχεδία ποητών,
    όρμος κι αγκαλιά διανοητών,
    Αίγινα του οίστρου και της σαγήνης
    Θεοδιάλεχτη νύμφη γερμένη στο πέλαγο

    Γη της αφανέρωτης θεάς
    αύρα της Ελλάνιας λαγκαδιάς
    Αίγινα των δίοικων* οπώρων
    Θεοφίλητη νύμφη γερμένη στο πέλαγο

    *για να καρπίσουν πρέπει να έχουν σύντροφο (αρσενικό δέντρο), όπως η φιστικιά

    Με την αγάπη μου στην πολυφίλητη Αίγινα, στο Νικοδεσπότη και στους συνιστολόγους

  20. Γς said

    19:
    Εύγε Εύγε
    Εφη Εφη

    Πολύ ωραίο
    Πάρα πολύ ωραίο.

    Σαν αυτό που σε ενέπνευσε

  21. Γς said

    http://caktos.blogspot.gr/2013/08/blog-post_1814.html

  22. 16, 17,
    FICA είναι κάτι σαν το IKA στις ΗΠΑ (όπως σίγουρα γνωρίζει ο Γς), με ανάλογες κρατήσεις από μισθωτούς και εργοδότες (FICA tax: Federal Insurance Contributions Act tax). Μόνο που προφέρεται φάικα, όπως formica.

  23. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Γς , ευχαριστώ. Για το πολύ και πάρα πολύ σου

  24. sarant said

    Μπράβο Έφη, πολύ ωραίο!

    Θα το πάρουν οι Αιγινήτες για ύμνο του νησιού!

  25. Γς said

    Μα κάτι συγκρίσεις που κάνεις κι εσύ.
    Σαν να λέμε
    f.t.W.4
    στη θέση του
    γ.τ.φ.δ
    του Τζί

    🙂

  26. Γς said

    25 για τον Μιχάλη (#22)

  27. Γς said

    24:
    Αναζητείται Μάντζαρος ή Μαντζάρου για συνεργασία μετά της κυρίας Σολωμού Σολωμού.

    [Συγγνώμη. Αλλη μια ανάρτηση θα κάνω και θα φύγω. Που έλεγε και το γατάκι στο γνωστο ανέκδοτο]

  28. # 8 Αυτό που μας διαφεύγει διαβάζοντας τέτοια κείμενα είναι ότι τότε οι πραγματικοί δημιουργοί χαίρονταν να κάνουν παρέα και γενικά να επικοινωνούν με ομοτέχνους τους. Σήμερα είμαστε εντελώς απομονωμένοι. —> διαφωνώ λιγουλάκι.. στο ίντερνετ ξαναβρίσκουμε τις ποιητικές μας «παρέες» που ίσως τις στερούμαστε στον φυσικό μας χώρο… έτσι νομίζω… Για κάποιον που χρειάζεται την παρέα των ομοτέχνων για να κεντριστεί, να εμπνευστεί και να δημιουργήσει (ανήκω σε αυτή την κατηγορία) το διαδίκτυο είναι σωτήριο. Νομίζω ότι σαφώς αν ζούσα παλιά θα ταξίδευα ως την Χαλκίδα να δω τον Σκαρίμπα, θα επισκεπτόμουν τον Κοτζιούλα και την Πολυδούρη στο Σανατόριο, θα ταξίδευα με το Μαρσίλια για να δω τον Καββαδία και ακόμα – ακόμα θα έμπαινα στο σαλονάκι του Κατακουζηνού και του Χατζηκυριάκου Γκίκα (και στους νεότερους χρόνους στου Φλόκα, στου Λουμίδη, στο Φίλιον…) Τώρα μπορώ να τους «βλέπω» όλους και να συνδημιουργούμε κιόλας από το γραφείο μου…

  29. sarant said

    Ευχαριστω για τα νεότερα!

  30. Gpoint said

    Νενίκηκα !!!!!!

    Η δήλωσή μου υπεβλήθη επιτυχώς !!

    Πλην η αναζήτησις ήτο επί ματαίω !

    Η Ιταλίς (σικ) ανεχώρησεν οριστικώς !

    (δηλαδή έμεινα με την δήλωση στο χέρι και τον στουρνάρα στο κάδρο !)

  31. Gpoint said

    # 19

    Εφη ,εφη, φυστικάτο το πόνημα !

    Πάντως ο Αιγηνιακός είναι ομάδα του Αιγηνίου Πιερίας

    # 29

    Σοφία, οι σημερινές κοινωνικές συνθήκες έχουν κάνει πολλούς ποιητές, ζωγράφους κ.λ.π.να είναι κουμπωμένοι. Τότε μπορεί να τξίδευες και να εύρισκες κάποιον να μιλήσεις, σήμερα δεν νομίζω, αν κρίνω από όσους έρχονται στα μέρη μου.

  32. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    24. Ω τι τιμή, από εξέχοντα Αιγινίτη κιόλας! Ευχαριστώ πολλές φορές.Ξέρω πως είναι αδύναμο ,σε μερικά σημεία αρκετά, αλλά βγήκε με αγάπη περισσή.(Διαβάζω τα μαραμένα μάτια-να πάρει σειρά και το καινούργιο κι άργησα να ξαναρθώ στο νήμα.)
    Από τις «Οπωροφόρες λέξεις» σας , σελίδα 178, έκλεψα το δίοικο και γμτ,ενώ το είχα κατά νου,λσμόνησα να το πω με το αστεράκι.
    4.Το άσμα διαφωτιστικότατο!Οι σελέμηδες είναι οι τρακαδόροι δηλαδή.Οι τζαμπατζήδες δια του στρίβειν ,αλλιώς. Δεν την ήξερα τη λέξη ακριβώς. Νόμιζα οι μπαγάσηδες, οι μπαταχτζήδες γενικώς.
    Πάντως έξω από το Ηράκλειο,προς τα Μάλλια είναι το φαράγγι (και το φράγμα) του Αποσελέμη που συγκεντρώνει τα υπόγεια νερά του Οροπεδίου Λασιθίου που μέλλεται να ξεδιψάσει την πόλη. Άγνωστης ετύμου (για μένα) ο ποταμός Αποσελέμης.
    27.Υφίσταται κυρία Σολωμού Σολωμού; Ο αείμνηστος, (1970 – 14 August 1996),ήταν πολύ νέος.

  33. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    32.Ευχαριστώ, ω μίο σινιόρε, (πάει τ αμόρε) 🙂

  34. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    33.ωχ,με ζάλισαν τα παίνια (παινέματα). Αιγινήτης, Γενήτης καλύτερα, ως λέει κι ο Βάρναλης, ο Νικοκύρης.

  35. sarant said

    33: Καλές κλοπές είν’ αυτές.

  36. Γς said

    33:

    >Υφίσταται κυρία Σολωμού Σολωμού; Ο αείμνηστος, (1970 – 14 August 1996),ήταν πολύ νέος.

    Ναι. Μόλις έκανα το χωρατό πάγωσα με αυτό που βγήκε.
    Είχε προηγηθεί (σαν σήμερα) κι ο Τάσος Ισαάκ.

  37. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    38.Είδα τώρα και την κοτσάνα μου. Ταρακουνήθηκα κι εγώ με την τραγική σύμπτωση, ως προς την ημερομηνία,την κόπιαρα στο σχόλιο όπως την έβλεπα μπρος μου (η απάντηση ήταν εννοείται για να τους θυμηθούμε) κι έμεινε αγγλιστί ο Αύγουστος. Πικράδα τ ‘αδικου στο στόμα

  38. Γς said

    34:
    > ω μίο σινιόρε, (πάει τ αμόρε)

    Ο μίο σινιόρε, φα τσε ντομάνι, λέι ριτόρνι ντα με

    (Τζι πρέγκα ιν ιταλιάνο)

  39. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    29.Κι ακόμη, με το διαδίκτυο, χαίρονται την παρέα των δημιουργών (καλλιτεχνών,λογοτεχνών,ποιητών ) και οι «απόξω», οι θαυμαστές σας, όπως η αφεντιά μου εδώ για παράδειγμα.
    Με το διαδίκτυο που είναι το μέγα θαύμα στο μεταίχμιο δυο αιώνων και μας έλαχε να δρασκελίσουμε το σύνορό τους, εμείς οι σημερινοί, σα να συντροφευτήκαμε και με όλους εκείνους που έφυγαν και που διαβάζουμε το βίο και την πολιτεία τους .
    Αισθάνομαι πως η Αίγινα του Βάρναλη και ,τριάντα χρόνια αργότερα,του αείμνηστου πατέρα Σαραντάκου ,(κατά τα «ευτυχισμένα καλοκαίρια» του), έσμιξαν χάρη στο ιντερνετ,διαδραστικά με τη δική μου Αίγινα, μετά ακόμη τριάντα χρόνια,’οταν την ανακάλυπτα κι εγώ με τη σειρά μου.Πλούτος κι απόλαυση.Λιγάκι σα να βρέθηκα εκεί,τότε, γύρω από την παρέα τους και είδα τις ίδιες εικόνες που περιγράφουν.

  40. Gpoint said

    # 39

    Δεν βαριέσαι, ας είμαστε ειλικρινείς :

    Ricordo gli occhi, gli occhi solamente,
    segnati un pò con la matita blu,
    poi vi giurai d’amarvi eternamente.
    Vi chiamavate … non ricordo più.

    Εδώ τραγουδισμένο :

  41. moodytimes said

    Όμορφος τρόπος να ξεκινάει την μέρα του κανείς.Ωραία ανάρτηση,ωραίος χώρος

  42. spiral architect said

    Δηλαδή η Αίγινα ήταν για την Ελλάδα σαν το Παρίσι του μεσοπολέμου:

    – Ισιδώρα Ντάνκαν
    – Μαν Ρέι
    – Πάμπλο Πικάσο
    – Έρνεστ Χέμινγουεϊ
    – Τζέιμις Τζόις
    – Χένρι Μίλερ
    – Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ


    αλλά πέρασε και ο Βάρναλης.
    Δεν ξέρω αν όλοι τούτοι πράγματι κολάκεψαν τους πλούσιους.

    Μου φαινότανε κωμικό να μιλούμε για πολιτισμό, όταν η τύχη του βρίσκεται στα χέρια των μεγάλων ληστών της γης και μπορούνε να τον καταστρέψουνε, όποτε τους καπνίσει. Θεωρούσα, πως είναι έσχατη ανανδρία του πνεύματος να θέλει να στέκει πάνου από τους ποταμούς των αιμάτων διατηρώντας άγγιχτη από το βούρκο τους τη θεϊκιά του ουσία… 😉

  43. sarant said

    42: Ευχαριστώ!

    43: Μα, το Παρίσι του 20 ήταν φτηνό, γιαυτό και προσέλκυσε όλους τους νεαρούς καλλιτέχνες.

  44. spiral architect said

    Μια ταινία σκηνοθετημένη από ένα λάτρη του Παρισιού του μεσοπολέμου:

  45. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    42. Καλές καρδιές στο πρωινό ιστοσεργιάνι
    45. στην κουρασμένη ζεστή μέρα μου, ήταν ωραίο κέρασμα

  46. Eleutherios Kastanakis said

    Είναι αφύσικο να ήταν στην Αίγινα το 1923 ο Θράσος Καστανάκης και να έγραφε τη «Φυλή των ανθρώπων», η οποία εκδόθηκε το 1932.
    Είναι πιθανό να πρόκειται περί αναριθμητισμού (1923/1932).

    Ο Θρ. Καστανάκης εισήλθε στα ελληνικά γράμματα το 1924 με το πρώτο του μυθιστόρημα «Οι Πρίγκηπες» (βραβείο Ζηκάκη), που θεωρείται από πολλούς το μανιφέστο της «Γενιάς του ’30».

    Στον Κώστα Βάρναλη είχε αφιερώσει το διήγημά του «Το ταξίδι της Κυρίας» το οποίο είναι στη συλλογή «Το Παρίσι της νύχτας και του έρωτα» (εκδ. Αγών, Παρισι 1928)

  47. sarant said

    47: Καλησπέρα. Μάλλον δεν πρόκειται για αναριθμητισμό, γιατί περιγράφει γεγονότα του 1921-23. Πιθανότερο το βρίσκω να μπέρδεψε ο Βάρναλης το έργο που έγραφε ο Καστανάκης (αν και δεν αποκλείεται εντελώς να είχε ξεκινήσει ένα πρώτο σχεδίασμα της Φυλής το 1923) και αντί για τους Πρίγκιπες να θυμήθηκε τη νεότερη Φυλή. Έχω δει επιστολές του Καστ. στον Β. από το Παρίσι.

  48. Eleutherios Kastanakis said

    48, Καλημέρα. Ο Θράσος Καστανάκης το 1923 ήταν μόλις 22 ετών. Ο Βάρναλης περιγράφει τον Θρ.Κ. με τα χαρακτηριστικά με τα οποία έγινε γνωστός αργότερα (ποτό, φαγητό).

  49. sarant said

    49: Καλημέρα. Δεν αποκλείω βέβαια να έχετε δίκιο, αλλά μου φαίνεται απίθανο να έκανε λάθος ο Βάρναλης στη χρονολογία, γιατί το μυαλό έτσι σκέφτεται: τον πρώτο χρόνο στην Αίγινα ήμουν μόνος, τον δεύτερο χρόνο ήρθε ο Πικρός, τον τρίτο χρόνο είχαμε και τον Καστανάκη και γίναμε τρεις. Στην ανάμνηση αυτή, μπορεί να κολλήσει στον Καστανάκη και κάποιο μεταγενέστερο χαρακτηριστικό, αλλά να πέσει έξω στο ότι ήταν μαζί είναι δύσκολο.

    Εκτός αυτού, αν δεν κάνω λάθος (αλλά μπαίνω σε δικά σας χωράφια) το 1932 ο Καστ. δεν ήταν εργένης όπως το 1923. (Βέβαια χώρισε και ξαναπαντρεύτηκε, αλλά και πάλι η περιγραφή του Βάρναλη ταιριάζει σε εργένη).

  50. Eleutherios Kastanakis said

    51. O Θράσος Καστανάκης παντρεύτηκε το 1929 τη φιλόλογο Αγγέλα Βαλιάδου (μετέπειτα κα. Medicis). Πήρε διαζύγιο το 1932 και παντρεύτηκε σχεδόν αμέσως την Ελπίδα Μαυροειδή, μαθήτρια της πρώην γυναίκας του.

Σχολιάστε