Το άρθρο αυτό το είχα γράψει το 2005 για το περιοδικό Αιγιναία (δεν θυμάμαι σε ποιο τεύχος δημοσιεύτηκε) και το αναδημοσίευσα μετά στον παλιό μου ιστότοπο. Το είδα τυχαία τις προάλλες, αναζητώντας κάτι άλλο, και διαπίστωσα ότι δεν έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο -οπότε, μια και σήμερα είναι Κυριακή κι έχουμε λογοτεχνικό ανάγνωσμα, ταιριάζει να το βάλω.
Δεν θα πω περισσότερα επειδή το άρθρο είναι μεγάλο. Το αναδημοσιεύω εδώ προσθέτοντας μονάχα, σε δυο-τρία σημεια το αρχαίο κείμενο -πολύ δύσκολος ο Πίνδαρος!
ΟΙ ΑΙΓΙΝΗΤΙΚΕΣ ΩΔΕΣ ΤΟΥ ΠΙΝΔΑΡΟΥ
Κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος͵ κλεινὰ δὲ καὶ ναυ-
σικλυτὸς Αἴγινα· σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ
Δωριεὺς ἐλθὼν στρατός
ἐκτίσσατο· τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται
οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν
ξείνων ὑπερβαίνοντες· οἷοι δ΄ ἀρετάν
δελφῖνεςἐνπόντῳ͵ταμίαιτεσοφοί
Μουσᾶν ἀγωνίων τ΄ ἀέθλων.
Του Αιακού δοξαστό είναι τ’ όνομα· δοξασμένη κι η
καραβοξάκουστη Αίγινα· με των Θεών καλοτύχη
δωριέας σαν ήρθε του Ύλλου και του Αιγιμίου λαός
την κατοίκησε· και κυβερνιούνται υπακούοντας τους κανόνες
μην πατώντας τη θεία τάξη και τα δίκια των ξένων κρατώντας.
Παραβγαίνουνε των δελφινιών στο πέλαγο και γνωστικά
των Μουσών τα χαρίσματα και των αγώνων τ’ αθλήματα
αυτοί κυβερνούνε.
Το απόσπασμα αυτό, από την εισαγωγή του χαμένου 9ου Ισθμιόνικου, συνοψίζει πολύ καλά τα όσα αισθανόταν ο Πίνδαρος για την Αίγινα, που πολλοί την είπαν δεύτερη πατρίδα του.
Ο Πίνδαρος, κατά τους περισσότερους ο μεγαλύτερος λυρικός ποιητής της αρχαιότητας, γεννήθηκε το 516 στις Κυνός Κεφαλές, μια κωμόπολη έξω από τη Θήβα, και πέθανε περί το 438. Οι ημερομηνίες αυτές προκύπτουν χωρίς απόλυτη βεβαιότητα από διάφορους συσχετισμούς που βρίσκουμε στα ποιήματά του και σε αρχαίες βιογραφίες του. Το πρώτο σωζόμενο έργο του χρονολογείται στα 498 και το τελευταίο στα 446, επομένως το κεντρικό γεγονός της πενηντάχρονης σταδιοδρομίας του ήταν αναμφίβολα οι Περσικοί πόλεμοι. Ο Πίνδαρος, αν πιστέψουμε μια πληροφορία που δίνει ο ίδιος σε μια ωδή του, κρατούσε από το παλιό γένος των Αιγεϊδών, ένας κλάδος του οποίου εγκαταστάθηκε στη Σπάρτη και από εκεί αποίκισαν τη Θήρα και μετά την Κυρήνη.
Ο Πίνδαρος καλλιέργησε πολλά είδη της λυρικής ποίησης· οι αρχαίοι τα χώριζαν σε 17 βιβλία ανάλογα με το είδος. Αν και σώζονται πολλά αποσπάσματα από τα άλλα βιβλία (κυρίως παιάνες) το μόνο τμήμα του έργου του που σώθηκε σχεδόν ακέραιο είναι οι επινίκιες ωδές, τέσσερα βιβλία που περιλαμβάνουν συνολικά 45 ωδές.
Το είδος της επινίκιας ωδής γνώρισε εντυπωσιακή αλλά βραχύχρονη ακμή στην αρχαία Ελλάδα και ουσιαστικά ταυτίζεται με τρεις ποιητές: τον Σιμωνίδη, που πρώτος άρχισε να συνθέτει περίτεχνες ωδές προς τιμή νικητών σε αθλητικούς αγώνες, τον ανεψιό του τον Βακχυλίδη και τον Πίνδαρο. Οι τρεις τους κινήθηκαν στους ίδιους κύκλους και ύμνησαν τους ίδιους ανθρώπους. Το 440 το είδος της επινίκιας ωδής ήταν ήδη σχεδόν νεκρό.
Σε ολόκληρη την Ελλάδα γινόντουσαν τοπικοί αγώνες, αλλά το αποκορύφωμα ήταν οι τέσσερις πανελλήνιοι αγώνες, στην Ολυμπία, στους Δελφούς, τη Νεμέα και τον Ισθμό. Λέγονταν και στεφανίτες αγώνες επειδή οι νικητές έπαιρναν σαν έπαθλο στεφάνια από αγριελιά, δάφνη, πεύκο και σέλινο, αντίστοιχα. Οι Ολυμπιακοί αγώνες και τα Πύθια (στους Δελφούς) θεωρούνταν σπουδαιότεροι, και γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, ενώ τα Νέμεα και τα Ίσθμια κάθε δύο. Έτσι, ας πούμε το 476 έγιναν Ίσθμια τον Απρίλιο και Ολύμπια τον Αύγουστο, το 475 τα Νέμεα, το 474 τα Ίσθμια και τα Πύθια, το 473 τα Νέμεα και ούτω καθεξής το 472 και στη συνέχεια. Κάθε χρόνο δηλαδή γίνονταν ένας ή δύο αγώνες. Βέβαια, σε όλη την Ελλάδα γίνονταν και πολλοί άλλοι τοπικού χαρακτήρα αθλητικοί αγώνες όπου συμμετείχαν και νικούσαν και αιγινήτες. Στην ίδια την Αίγινα γίνονταν τα Ηραία, και άλλοι αγώνες στα Μέγαρα, στην Επίδαυρο κτλ. Όμως οι νίκες αυτές θεωρούνταν ελάσσονες και μόνο παρεμπιπτόντως αναφέρονται στις ωδές.
Φαίνεται πιθανό ότι οι επινίκιες ωδές τραγουδιούνταν από τον κώμο, μια ομάδα τραγουδιστών και χορευτών, με τη συνοδεία αυλού και λύρας. Η εκτέλεση της ωδής γινόταν συνήθως στον τόπο του νικητή, αν και ορισμένες φορές μπορεί και να έγινε στον τόπο των αγώνων.
Σε γενικές γραμμές, η επινίκια ωδή έχει σκοπό να επαινέσει και να απαθανατίσει τους νικητές και να επικαλεστεί κοινές κοινωνικές αξίες. Κάθε ωδή είναι ένα μίγμα από έπαινο, μυθολογικά στοιχεία και γνωμικά. Δεν υπάρχει ένα κοινό καλούπι, αλλά διακρίνονται κάποια επαναλαμβανόμενα στοιχεία. Η πινδαρική ωδή συχνά ξεκινάει με σύντομο ύμνο προς κάποιον θεό και στη συνέχεια αναφέρει τον νικητή, τον τόπο του και το αγώνισμα όπου νίκησε. Αφού επαινέσει τον νικητή, τους προγόνους του και την πόλη του, περνάει σε μυθολογικά θέματα (που ενδεχομένως έχουν σχέση με τον τόπο καταγωγής του τιμώμενου) και τελειώνει επιστρέφοντας στον νικητή, στον οποίο εύχεται ευτυχία και μακροημέρευση. Στο μυθολογικό τμήμα της ωδής, ο Πίνδαρος συνήθως διαλέγει ένα επεισόδιο από μια μεγαλύτερη ιστορία και το αναλύει σε εντυπωσιακή λεπτομέρεια. Η ωδή περιέχει επίσης προσευχές, γνωμικούς στίχους και αναφορές του ποιητή στον εαυτό του και στην τέχνη του· αυτά συνήθως χρησιμεύουν ως γέφυρες που τον βοηθούν να περάσει από το ένα θέμα στο άλλο.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »