Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Η γερμανική Κατοχή στην Αίγινα όπως τη θυμάμαι, όπως την έζησα (αφήγημα της Μαίρης Γαλάνη-Κρητικού)

Posted by sarant στο 7 Αυγούστου, 2022


Κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες το 31ο τεύχος του περιοδικού Η Αιγιναία. Το τεύχος περιέχει αφιέρωμα σε σύγχρονους κεραμίστες που ζουν στην Αίγινα, αλλά εμείς εδώ, που λεξιλογούμε, θα σταθούμε σήμερα σε ένα αφήγημα της Μαίρης Γαλάνη-Κρητικού, με αναμνήσεις από τη γερμανική Κατοχή στην Αίγινα.

Η Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού, από τις προσωπικότητες της πολιτιστικής ζωής του νησιού, δημοσιογράφος και με σημαντικό έργο στο κέντημα, περιγράφει όσα έζησε σαν μικρό παιδί σε μια ευκατάστατη, αστική οικογένεια, σε ένα νησί που δοκιμάστηκε από την πείνα, καθώς η ντόπια αγροτική παραγωγή δεν επαρκούσε, όπως άλλωστε τα περισσότερα ελληνικά νησιά. Έχει ενδιαφέρον η αναφορά στο έργο των Γερμανών κατασκόπων καθώς και σε γνωστά πρόσωπα, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης, που πέρασε την Κατοχή στην Αίγινα.

Kαι μια περίεργη σύμπτωση: Θυμάμαι πως ο πατέρας μου έλεγε ότι και στη Μυτιλήνη είχαν ένα θείο δώρο μέσα στην Κατοχή, όταν μια χρονιά γέμισε το λιμάνι ψάρια που τα ψάρευαν με την απόχη -αλλά όχι μικροσκοπικά, παρά παλαμίδες, φερμένες από τη Μαύρη Θάλασσα σε κοπάδια.

Διατηρώ την ορθογραφία του πρωτοτύπου κι αν έγινε κανένα λάθος στο OCR να με συμπαθάτε.

Η γερμανική Κατοχή στην Αίγινα όπως τη θυμάμαι, όπως την έζησα

Λίγο πριν έρθουν οι Γερμανοί

Οι καθημερινές εικόνες στην τηλεόραση από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι γέροι και τα παιδιά που κλαίνε, οι αλλόφρονες μάνες με τα μωρά που τρέχουν να προφυλαχτούν, μου φέρνουν έντονα στη μνήμη μία σκηνή που έζησα στα τέσσερά μου χρόνια. Είμαστε στο 1940, ο πατέρας μου, γιατρός, πολεμάει στην Αλβανία, και η μητέρα μου με πλένει σ’ ένα μικρό μπανάκι στο δωμάτιό μου. Ξαφνικά ηχούν oι σειρήνες! Συναγερμός. Η μητέρα μου με αρπάζει τυλιγμένη σε μία κουβέρτα, ενώ εγώ ουρλιάζω. Τρέχοντας με τη γιαγιά μου, με κουβαλούν στο —ο Θεός να το κάνει — «καταφύγιο» του θείου μου Ρόδη, του φαρμακοποιού. Και μπαίνουμε όλοι οι απελπισμένοι κά­τω από ένα τεράστιο τραπέζι, σκεπασμένο από δεκάδες κουβέρτες. Τέτοια απελπισία! Και μετά χάος…

Υπάρχουν δύο φωτογραφίες από την εποχή εκείνη. Στη μία εί­μαι ντυμένη ευζωνάκι στην αυλή του σπιτιού μας και, αφού η μητέ­ρα μου με βάζει να φιλήσω την άκρη της φωτογραφίας, την στέλνει στην Αλβανία, στον πατέρα μου, γράφοντας από πίσω: «Η Μαιρούλα στον μπαμπούλη της για ανάμνηση των κεχωρισμένων Απόκρεων που περνούμε εις Αίγιναν». Πάνω πάνω γράφει: «Εδώ φίλησε η Μαιρούλα».

Στην άλλη φωτογραφία απεικονίζονται εθελόντριες κυρίες και δεσποινίδες της Αίγινας, που φροντίζουν τραυματίες από την Αλβα­νία στο σημερινό ξενοδοχείο «Μιράντα», τότε πρόχειρο νοσοκομείο.

Η Γερμανική Κατοχή

Πρώτη ανάμνηση. Ο πατέρας μου έχει επιστρέψει από την Αλβα­νία και ασκεί την ιατρική του. Οι Γερμανοί παρελαύνουν κάτω από το σπίτι μας τραγουδώντας το «ολαρία ολαρά» και ο πατέρας μου βγαίνει έξαλλος στο μπαλκόνι και τους βρίζει, ενώ η μητέρα μου και η γιαγιά μου, κλαίγοντας έντρομες, τον τραβούν προς τα μέσα. Κι εγώ κλαίω από τον φόβο που μου προκαλεί η σκηνή.

Κι η ζωή τραβά το δρόμο της μέσα στην Κατοχή. Κι εγώ μεγαλώνω μέσα σ’ αυτά τα τέσσερα χρόνια. Πρέπει να έχω ξεχάσει πολλές λεπτομέρειες, ενώ άλλες τις θυμάμαι πολύ έντονα. Θυμάμαι να πασπατεύω το λαιμό μου και τα δάκτυλά μου να σκαλώνουν σε βόλους -αδένες- από την ασιτία!

Αλήθεια, τι τρώγαμε;

Κάποιες φορές θυμάμαι σαν όνειρο μία φέτα ψωμί, αμοιβή στον πατέρα μου από κάποιους χωρικούς για έναν ολόκληρο τοκετό!

Μετά, τα χόρτα που μάζευε η μητέρα μου από τα χωράφια. Και με τη βροχή, έπαιρνε μαθητές της — ήταν δασκάλα — και μάζευαν σαλιγκάρια! Εμείς, τα παιδιά, μπαίναμε στα καΐκια και παίρναμε χαρούπια και τα τρώγαμε.

Στη μεγάλη πείνα του ’41, οι θεοί έκαναν ένα σωτήριο δώρο στους Αιγινήτες!

Το λιμάνι του νησιού γέμισε από εκατομμύρια λιλιπούτεια ψαράκια, που τα ονόμασαν μαλεμπί και οι κάτοικοι τα ψάρευαν με απόχες κάθε μέρα. Και, βέβαια, τα βράζανε με νερό, γιατί δεν υπήρχε λάδι. Α! Ναι! Λάδι και όσπρια! Σιγά σιγά προμηθευτήκαμε λίγα από αυτά! Αλλά πώς; Πουλώντας σε μαυραγορίτες και στους κατοί­κους της Επιδαύρου ό,τι πολύτιμο είχαμε. Σερβίτσια, χρυσαφικά, κεντήματα, ακόμα και τα καλά μου παιχνίδια, φερμένα από φίλους από τη Δυτική Ευρώπη.

Θυμάμαι έντονα ένα κρυστάλλινο σερβίτσιο με πιατάκια σε σχήμα μαργαρίτας που αγαπούσα πολύ και που προσπάθησα, χωρίς επιτυχία, να εμποδίσω να φύγει από το σπίτι. Αυτά όλα πήγαιναν στα «Πίδαυρα», όπου ως αντάλλαγμα μας έστελναν λίγα όσπρια και κάτι μπουκαλάκια λάδι. Μόλις ερχόταν το λάδι, η γιαγιά μου άδειαζε το μισό σ’ ένα κατσαρολάκι και κατέβαινε στο στενό του σπιτιού μας και μ’ ένα κουτάλι τάιζε τα πεινασμένα παιδιά, που σέρνονταν έξω με πρησμένες κοιλιές από την πείνα. Αργότερα, η δυναμική κυρία Ελίκα Χιτζανίδου, γιαγιά της Ελίκας Βλαχάκη, κατάφερε κι έφερε στην Αίγινα γάλατα από την Ελβετία με τη βοήθεια του Ερυ­θρού Σταυρού. Mε τη μητέρα μου και μερικές άλλες κυρίες έκαναν διανομή κάθε πρωί στα παιδιά. Ήταν μία σωτήρια κίνηση. Θυμάμαι τη βροντερή φωνή της στην πόρτα μας! «Κυρία Γαλάνη, ελάτε γρήγορα, ήρθαν τα καινούργια γάλατα!»

Στο ιατρείο του πατέρα μου γινόταν παρέλαση από πεινασμένους αρρώστους. Την εποχή της Κατοχής οι δύο γιατροί της Αίγι­νας, ο Γαλανής και ο Ξυδέας, πάλεψαν, χωρίς αμοιβή, να σώσουν όσους μπορούσαν. Πήγαιναν στα σπίτια των αρρώστων με τα φαρμακα στην τσέπη και με όπλο την ασπιρίνη, το κινίνο και με καποια μαντζούνια και σιρόπια δικής τους κατασκευής, έδιναν τις ηρωικές μάχες τους.

Ο Γαλάνης, ο πατέρας μου, αναλάμβανε επίσης τους τοκετούς. Στο χολ μας υπήρχαν δύο τεράστια μπουκάλια με αντισηπτικά, με τα οποία καθάριζε τις εγκύους, που παρακολουθούσε στο ιατρείο του, το ένα το έλεγαν Λιζόλ το άλλο δεν το θυμάμαι, ίσως Ντετόλ; Με είχαν ορκίσει να μην τ’ αγγίξω. Ο πατέρας μου μάζευε πράσινα σαπούνια και έπλενε τις γυναίκες πριν τις ξεγεννήσει, για να μην μολυνθούν.

Θυμάμαι, επίσης, ότι η μητέρα μου μάζευε τα μεγάλα αγόρια που είχαν παρατήσει το σχολείο και τους έκανε μάθημα στο σπίτι — χωρίς βέβαια αμοιβή! Τους έλεγε ότι θα χρειαζόντουσαν το απολυ­τήριο του Δημοτικού, για να δουλέψουν. Και, πράγματι, το χρειά­στηκαν πολλοί, για να γίνουν οδηγοί λεωφορείων και γι’ άλλα πόστα.

Η ζωή μου στο σπίτι

Όπως τα καλά μου παιχνίδια είχαν πάει στα «Πίδαυρα» για φασόλια, η γιαγιά μου μάζευε κουρέλια και μου έφτιαχνε τόπια. Ερχόταν κι η μοδίστρα, η Πελαγία, και μου έραβε φορέματα από παλιά που­κάμισα του πατέρα μου. Κι ό,τι περίσσευε μου έραβε φορεματάκια για τις πάνινες κούκλες μου.

Η μητέρα μου ξήλωνε τα παλιά τους πουλόβερ, έπλενε το μαλλί και μου έπλεκε φορέματα και ζακέτες. Όταν έπλενε τα μαλλιά, τα έκανε μαρέλλες και τα κρέμαγε σε σχοινιά στην πελώρια κουζίνα της παλαιοντολογικής χαρχάρας του προπάππου μου όπου μέναμε. Κι εκεί η καταπληκτική αυτή γυναίκα κατασκεύαζε με τα χρωματιστά νήματα σκηνικά και μου έπαιζε θέατρο. Κι έπαιρνε κοντά της και τη γιαγιά μου και τραγουδούσαν πρίμο — σεγόντο άριες από όπερες ..

Κάποια στιγμή αγόρασαν μία κατσίκα για να έχω γάλα! Η κατσίκα δεν έκανε ποτέ γάλα, απλά έφαγε όλα τα ωραία λουλούδια της αυ­λής και της βεράντας και γι’ αυτό τιμωρήθηκε! Κατέληξε στο τσουκά­λι, προσφέροντάς μας ένα σπάνιο λουκούλλειο γεύμα με συνδαιτυμόνα τον Νίκο Καζαντζάκη. Αλλά γι’ αυτόν θα μιλήσω παρακάτω.

Αργότερα άφησα τα κουρελιασμένα τόπια και κατέβηκα στους λασπωμένους δρόμους της Αίγινας, όπου γνώρισα τη μαγεία των ομαδικών παιχνιδιών: Ο «κουτσός», «Τα σκατά σου χάμω», με τα ντενεκεδάκια και τη σηματοπορεία, το κρυφτό και το κυνηγητό…

Οι Γερμανοί περνούσαν ανάμεσά μας. Καμιά φορά έδιναν καραμέλες στους φίλους μου. Εγώ έφευγα, γιατί ο πατέρας μου είχε πει πως θα μου έκοβε τα πόδια αν δεχόμουν κάτι από Γερμανό! Γι’ αυτό και απορούσα βλέποντας δύο γνωστές μου νεαρές να γράφουν μη­νύματα πάνω στα μαρμάρινα τραπεζάκια του καφενείου του Καραγιάννη, όπου πηγαίναμε με τους γονείς μας… Και κατόπιν, να τους συναντούν στις ακρογιαλιές…

Μέσα στην καρδιά της Κατοχής γεννήθηκε ο αδερφός μου ο Κώστας. Οι Γερμανοί δεν έδωσαν άδεια στους γονείς μου να πάνε στην Αθήνα και ο πατέρας μου αναγκάστηκε να ξεγεννήσει ο ίδιος τη μητέρα μου. Μέχρι τα τρία του χρόνια ο Κώστας έμεινε αβάπτι­στος, γιατί η μητέρα μου δεν είχε κάποιο ρούχο σωστό να τον ντύσει για την τελετή. Τελικά, η Σοφία Ρωκ-Μελά, φίλη της οικογένειας, έδωσε σε μοδίστρα ένα ωραίο μεταξωτό φόρεμά της κι έγινε ένα μοναδικό κουστουμάκι για τον αδερφό μου, ο οποίος βούτηξε και τον παπά από τα γένια και την κοπάνησε από την κολυμπήθρα. Η βάπτιση, εννοείται, έγινε στη σάλα του σπιτιού μας…

Οι Γερμανοί στην Αίγινα

Πριν έρθουν οι Γερμανοί στην Ελλάδα, είχαν στείλει παντού κατασκόπους, οι οποίοι κατέγραψαν λεπτομερέστατα τον κάθε τόπο. τις συνήθειες και τον χαρακτήρα των ανθρώπων. Ο φίλος μου Αλέ­ξανδρος Τσακαλώτος μού έδειξε κάποτε το φυλλάδιο που αφορούσε την Αίγινα. Έμεινα κατάπληκτη από τις λεπτομέρειες: χαρακτήρας των Αιγινητών, ήθη κι έθιμα, δυσκολίες κι ευκολίες πρόσβασης σε τόπους και ανθρώπους, μία απίθανη ακτινογραφία. Έμαθαν, λοιπόν, ότι οι Αιγινήτες ήταν φιλήσυχοι και καθόλου επαναστάτες. Κι έτσι η συμπεριφορά τους στο νησί μας δεν ήταν τόσο σκληρή όσο σε άλ­λα μέρη. Η Αίγινα, εντωμεταξύ, είχε παρακαλέσει τα τρία παιδιά της οικογένειας Φορτούνα, που ήταν γερμανομαθείς και που είχαν εξοχικό σπίτι στο νησί. να γίνουν οι διερμηνείς των Γερμανών. Έτσι ο Αργύρης, η Διονυσία και η Ελένη ανέλαβαν το πόστο τους στην Κομαντατούρ και στον Τούρλο.

Η συμπεριφορά τους ήταν άκρως πατριωτική. Έσωσαν κόσμο. Πρόλαβαν πολλές φορές να αποφύγουν καταστροφές πολλοί Αιγινήτες. Στο σπίτι άκουγα μισόλογα από τους γονείς μου. Αργότερα έμαθα όλες τις λεπτομέρειες, π.χ. όταν η Διονυσία που ήταν στην Κομαντατούρ μάθαινε ότι επρόκειτο να συλλάβουν έναν Αιγινήτη, καλούσε τον χωροφύλακα Γιάννη Αρχιμαντρίτη, του έλεγε τι συμ­βαίνει κι εκείνος ειδοποιούσε το άτομο που επρόκειτο να συλληφθεί, το οποίο βέβαια φρόντιζε να κρυφτεί. Δυστυχώς, δεν μπορώ να μην αναφέρω και την αισχρή συμπεριφορά μερικών ανέντιμων προσώ­πων, που από κακία και ζήλεια έστελναν ανώνυμα γράμματα στη γραμματεία των Γερμανών, καταγγέλλοντας τους συμπατριώτες τους. Τα γράμματα αυτά τα εξαφάνιζε η Διονυσία αντί να τα μετα­φράσει και να τα παραδώσει στον εχθρό!

Από τον Αργύρη Φορτούνα, που είχαμε μιλήσει ώρες πάνω σε αυτά και του οποίου παρουσίασα τα βιβλία για την Κατοχή, έμαθα ότι αυτοί οι προδότες, βλέποντας ότι δεν είχαν συλληφθεί οι άνθρωποι που είχαν ανώνυμα κατηγορήσει, επανέρχονταν γράφοντας καινούργια γράμματα.

Όταν οι Αιγινήτες παραβίαζαν την ώρα απαγόρευσης κυκλοφορίας, τιμωρούντο. Αναγκάζονταν να σκουπίσουν όλη την παραλία της Αίγινας. Η θεία μου η Ζηνοβία, που χαρτόπαιζε κι επέστρεφε πάντοτε αργά στο σπίτι της, ήταν από εκείνους που καθάριζε συχνά πυκνά την παραλία… Αλλά δεν έβαζε μυαλό! Η μητέρα κι η γιαγιά μου μιλούσαν κρυφά από εμένα για το γεγονός και λυπόντουσαν τους γονείς της, ενώ τ’ αυτιά μου τεντώνονταν κι άρπαζα ό,τι μπορούσα στον αέρα.

Κάποτε προς το τέλος της Κατοχής οι Γερμανοί μάς απαγόρευσαν την έξοδο από τα σπίτια μας για όλο το 24ωρο… Ήταν τότε που ο Βέλτερ με τα τσιράκια του φόρτωσαν δύο καΐκια με τις αρχαιότη­τες του νησιού μας και τις μπαρκάρανε για Γερμανία!

Α! ο κύριος Βέλτερ! Είχε έρθει στην Αίγινα πριν από τον πό­λεμο. Ήταν αρχαιολόγος, πλησίασε όλο τον κόσμο, μέχρι και την ιστορία της Αίγινας έγραψε με τη Γωγώ Κουλικούρδη, που ήταν αγνή πατριώτισσα. Πού να ήξερε! Ο μόνος που τον υποψιάστηκε ήταν ο πατέρας μου, ο οποίος από την αρχή είχε πει ότι ο Βέλτερ ήταν κατάσκοπος. Και, βέβαια, στην Κατοχή πέταξε τη «μάσκα». Κάθε πρωί πήγαινε στο λιμάνι, όπου έκανε έλεγχο στους Αιγινήτες, που πήγαιναν στον Πειραιά ή έστελναν ό,τι μπορούσαν στα παιδιά τους, και κρατούσε ό,τι καλύτερο έβρισκε!

Προς το τέλος της Κατοχής οι Γερμανοί γκρέμισαν το αρχοντικό μας που ήταν απέναντι από τις Φυλακές και πήραν τις πέ­τρες για να κτίσουν νοσοκομείο μέσα στις Φυλακές. Το σπίτι αυτό φιγουράρει σε πολλά ιστορικά βιβλία της Ελλάδος σε γκραβούρα του Κραντσάιζεν (Αίγινα και Αιγινήτες), φέτος μάλιστα είναι εξώ­φυλλο στον οδηγό της Αίγινας. Το είχε αγοράσει ο παππούς μου ο Πελεκάνος. Στο σπίτι αυτό υπήρχαν υπόγεια πατητήρια και γύρω περιβόλι με φιστικιές, απ’ όπου μάλιστα μία ομάδα εγκληματιών είχε αποδράσει πριν από τον πόλεμο, κάνοντας σήραγγα.

Στην Κατοχή οι Γερμανοί εκτόπισαν εκτός Αθηνών τους έξι με­γάλους Έλληνες στρατηγούς, στέλνοντάς τους χωριστά σε σπίτια στην επαρχία. Έτσι ο στρατηγός Βασίλης Μελάς ήλθε στην Αίγινα στο σπίτι του προγόνου της γυναίκας του, του Μαυροκορδάτου, στο περίφημο «Κόκκινο Κάστρο» στο τέλος της ανηφόρας της οδού Αφαίας. Οι γονείς μου ήταν πολύ δεμένοι μαζί τους κι εγώ με τον εγγονό τους τον Νίκο Ρωκ-Μελά. Ο πατέρας του ήταν ο Φωκίων Ρωκ, ο γλύπτης, στον οποίον οφείλουμε και το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μπροστά στη Βουλή των Ελλήνων. Εκεί πηγαίνα­με 2-3 φορές την εβδομάδα.

Ο Καζαντζάκης ερχόταν σπίτι μας το μεσημέρι, έτρωγε μαζί μας κι ενώ ό πατέρας μου έκανε το ιατρείο του, ο Καζαντζάκης με τη μητέρα μου έπαιζαν τάβλι στην πίσω βεράντα. Γύρω στις 5 οι γονείς μου με τον Καζαντζάκη κι εμένα ανηφορίζαμε στο σπίτι του Μελά. Καμιά φορά ο στρατηγός με τη γαϊδούρα του, τη Ντίνα, με κουβαλούσε στα καπούλια της και με πήγαινε να παίξω με τον Νίκο.

Στην παρέα ήταν η οικογένεια της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, ένας παππάς παλαιοημερολογίτης, ο πατήρ Ιερώνυμος, που έμαθα πως τον αγιοποίησαν. Ήταν πολύ έξυπνος και φιλοσοφημένος. Οι οικογένειες Χιτζανίδου, Δεκαβάλλα και Πελεκάνου, (φίλοι που κα­τοικούσαν τότε στην Αίγινα), έρχονταν, επίσης, συχνά. Εμείς τα παιδιά παίζαμε στον κήπο και οι μεγάλοι συνδιαλέγονταν μέσα. Μου έκανε εντύπωση ότι σταματούσαν να μιλούν, όταν μπαίναμε εμείς μέσα. Μετά έμαθα ότι μιλούσαν για τους Γερμανούς. Και κάτι ακόμα. Στις Φυλακές της Αίγινας κρατούσαν σημαντικούς Έλληνες ομήρους, που οι Γερμανοί σκότωναν σαν αντίποινα, όταν οι Έλληνες τους έκαναν σαμποτάζ.

Αργότερα έμαθα ότι ο στρατηγός Μελάς με τον πατέρα μου και τον διευθυντή των Φυλακών κατάφεραν και έσωσαν κάποιους από αυτούς. Όταν γινόταν εμπορικό μπαζάρ των φυλακισμένων — η Ελίκα Βλαχάκη έχει εκθέσει αρκετά αντικείμενα των φυλακισμένων — ο στρατηγός Μελάς έστελνε σημειώματα, δίνοντας κουράγιο στους ομήρους. Τα έκρυβε κάτω από τη σέλα της γαϊδούρας Ντίνας, έβαζε τον μικρό Νίκο καβάλα επάνω της κι ο επιστάτης τον πήγαινε στις Φυλακές δήθεν για ν’ αγοράσει παιχνίδια. Αμέσως η νοσοκό­μα των Φυλακών, ονόματι Πετσανγκουράκη, κατέβαζε τον Νίκο, έπαιρνε τα σημειώματα και τα έδινε κρυφά στους ομήρους.

Θυμάμαι τις τελευταίες μέρες της Κατοχής, οι Γερμανοί μου­διασμένοι έφευγαν κατά ομάδες. Είχαν διαταγή φεύγοντας να ανα­τινάξουν το λιμάνι. Το γλυτώσαμε χάρη στην επέμβαση του Φορτούνα, του Κουμπανιού (λιμενάρχη) και μερικών Αιγινητών που είχαν σχέση με τον Γερμανό διοικητή.

Θυμάμαι τον πατέρα μου να λέει ότι οι Άγγλοι είχαν έλθει ήδη στην Ελλάδα και ότι ο Βασίλης ο Μαΐης έκρυβε έναν Άγγλο αξιωματικό σπίτι του. Και ήταν αλήθεια.

Θυμάμαι το πρώτο κανονικό φαγητό που έφαγα, όταν έληξε η Κατοχή! Κρέας με αρακά και ψωμί άσπρο σαν σεντόνι.

Όπως θυμάμαι με θλίψη, το θλιβερό καθήκον, που η κυβέρνηση ανέθεσε στον πατέρα μου -αστίατρο- και στον στρατηγό Πετρίτη, να συγκεντρώσουν τις Αιγινήτισες που είχαν σχέση με τους Γερμα­νούς, τις οποίες εξόρισαν για ένα διάστημα, νομίζω στην Σπάρτη.

Πριν από μερικά χρόνια είχα μιλήσει με τον φίλο μου Αργύρη Φορτούνα για την Κατοχή στην Αίγινα. Είχαμε εξομολογηθεί πολλές λεπτομέρειες ο ένας στον άλλον, εκείνος που τις είχε ζήσει κι εγώ που τις είχα μάθει, όταν μεγάλωσα, από τους γονείς μου. Είχαμε συμφωνήσει ότι ορισμένα συμβάντα δεν θα τα επαναλαμβάναμε ποτέ σε τρίτους, γιατί ξέραμε πως έπρεπε να μείνουν θαμμένα, για να μην λεκιάσουν αθώους απογόνους. Σκέπτομαι πόσο δύσκολο εί­ναι να κρατάς κλειστό το κουτί της Πανδώρας και να συγχωρείς αν­θρώπους που σ’ εκείνα τα καταραμένα χρόνια πρόδωσαν γνωστούς και φίλους και χάιδεψαν τ’ αυτιά των κατακτητών.

Γαληνεύω με τη σκέψη ότι οι περισσότεροι στάθηκαν στο ύψος τους κι επιβίωσαν με αξιοπρέπεια.

Νόμιζα ότι εκείνος ο πόλεμος θα ήταν ο τελευταίος στην πολιτι­σμένη Ευρώπη, δυστυχώς τα τωρινά γεγονότα με διέψευσαν…

127 Σχόλια to “Η γερμανική Κατοχή στην Αίγινα όπως τη θυμάμαι, όπως την έζησα (αφήγημα της Μαίρης Γαλάνη-Κρητικού)”

  1. Σύντομη κατάχρηση του χώρου των σχολίων, με ερώτηση για τους ηλεκτρολόγους του ιστολογίου:
    Σπίτι του 74, καλώδια για φωτιστικό στο ταβάνι γκρίζο και μαύρο. Υποθέτω ουδέτερο και φάση (αντίστοιχο τωρινό μπλε και καφέ) — σωστά;
    Ευχαριστώ εκ των προτέρων.

  2. atheofobos said

    ..βούτηξε και τον παπά από τα γένια και την κοπάνησε από την κολυμπήθρα. Η βάπτιση, εννοείται, έγινε στη σάλα του σπιτιού μας…

    Μου θύμισε τα δικά μου βαφτίσια που και αυτά έγιναν στην σάλα του σπιτιού μας , όπως επίσης ότι και εγώ βούτηξα τον παπά από τα γένια, ήμουν 4,5 χρονών όταν με βάφτισαν, μόνο που εγώ δεν κατάφερα να την κοπανήσω από την κολυμπήθρα!

  3. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Τί ὄμορφο! Μιά ἁπλοϊκή (δηλαδή ἀνεπιτήδευτη, δηλαδή αὐτή πού δέν εἶναι κατασκευασμένη στά ἐργαστήρια «ἰδεολόγων» καί πολεμάρχων..) ματιά στήν καθημερινότητα δυσκόλων ἐποχῶν.. Καλημέρα σας!

  4. Παναγιώτης Κ. said

    1. Σωστά. Μαύρο η φάση και γκρι ουδέτερος.
    Ομοίως και για το παρακάτω.
    Γενικότερα, φάση είναι εκεί όπου ανάβει το δοκιμαστικό κατσαβίδι με το πιο δυνατό φως.
    Ερώτηση δική μου: Όταν συνδέουμε φωτιστικό μέσω ντίμερ, έχει σημασία να ξέρουμε ποια είναι η φάση και ποιος ο ουδέτερος;
    Δεν συνέδεσα ποτέ ντίμερ και γι΄αυτό το ρωτάω.

  5. ΓΤ said

    […] γράφοντας από πίσω: «Η Μαιρούλα στον μπαμπούλη της για ανάμνηση των κεχωρισμένων Απόκρεων που περνούμε εις Αίγιναν». Πάνω πάνω γράφει: «Εδώ φίλησε η Μαιρούλα».

    Μόνο που, όπως βλέπουμε, γράφει: στΟ μπαμπούλη για ανάμνησΙΝ […] ΑπόκρεΩ […] Εδώ φίλησε η Μαιρούλα ΜΑΣ

    «Διατηρώ την ορθογραφία του πρωτοτύπου»
    Κάτι που δεν έγινε με τον Παπαδημητρακόπουλο, στις 06.02.2022.

    Γερμανοί στην Αίγινα, Φορτούνας κ.λπ.
    http://local.e-history.gr/pages/viewpage.action?pageId=11928024

    Αργύρης Φορτούνας, «Αίγινα. Στα χρόνια της γερμανικής κατοχής», Αθήνα, «Οσελότος», 2012.

  6. Πέπε said

    Όμορφο. Αποπνέει μια παράξενη, αντιφατική γαλήνη, σε σχέση με τη φρίκη που περιγράφει.

    Σκέφτομαι: τα ελληνικά γράμματα, «επίσημα» και άλλα όπως αυτό το κείμενο, βρίθουν παρόμοιων ιστοριών. Κατοχή, Γερμανοί, πείνα, κτηνωδία (εδώ η κτηνωδία είναι περιορισμένη). Η δε κατοχή, ως λέξη, είναι ταυτόσημο της πείνας. Συμβαίνει το ίδιο και σ’ άλλες χώρες που είχαν Κατοχή;

  7. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Πολύτιμη μαρτυρία, πλήθος πληροφοριών εκείνων των μαύρων χρόνων. Αυτό με τους ΄Πιδαυρίτες ( ΄Πιδαύριους 😉 και τις ανταλλαγές των (πολλών) προϊόντων τους κατά την κατοχή, το έχω υπόψη κι από άλλη πηγή, αλλά αυτή τη στιγμή δε θυμάμαι από πού.

    >>και ψωμί άσπρο σαν σεντόνι
    Ναι, το χάσικο! Χασεδένια τα σεντόνια.

  8. Ενδιαφέρον αυτό για τον Βέλτερ που δεν μοιάζει να έχει σημειωθεί κάπου αλλού.
    https://de.wikipedia.org/wiki/Gabriel_Welter
    https://fr.wikipedia.org/wiki/Franz_Gabriel_Welter
    Αυτή τη στιγμή δεν έχω πρόσβαση στο Βιογραφικό Λεξικό της Εκδοτικής Αθηνών, αλλά θα εκπλαγώ αν γράφει κάτι: https://www.greekencyclopedia.com/velter-welter-frants-1890-1954-p1318.html

  9. Εδώ https://www.jstor.org/stable/26573024 βλέπω ότι υπάρχει η φράση «After Welter was sent by Wrede to Crete despite his initial reservations, he reported directly to the German Archaeological Institute at Berlin…» Αν κάποιος έχει πρόσβαση στο j-store ας το βρει.

  10. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    7, η φατσούλα αυτοσχεδιάστηκε, στη θέση του ερωτηματικού με παρένθεση.

  11. Γιάννης Κουβάτσος said

    Απλή και ειλικρινής αφήγηση για εκείνα τα δύσκολα χρόνια που σημάδεψαν εφ’ όρου ζωής όσους τα έζησαν. Πάρα πολλοί ευκατάστατοι άνθρωποι θα είχαν πάρει χαμπάρι τι θα πει φτώχια, πείνα και δυστυχία, αν δεν είχαν ζήσει στην Κατοχή;

  12. voulagx said

    #2: Αθεόφοβε, είμαστε «ομοιοπαθείς» 🙂 μόνο που εγώ ήμουν 2 χρονών και μέσα στην εκκλησία.

  13. Ανδρέας Τ said

    Καλημέρα. Συγκινητικό. Και στο τέλος που λέει ότι δεν θα μιλήσουν ποτέ για ορισμένα γεγονότα για να μη θίξουν τους απογόνους ορισμένων. Αθρωπισμός σε όλο του το μεγαλείο.

  14. ΓΤ said

    (Πιερρακάκης: Δήλωσες τη γατούλα σου;)
    https://www.sdna.gr/politiko-deltio/ellada/991487_allazoyn-ola-me-petgovgr-kai-mypet-pass-ti-einai-kai-ti-tha

  15. Παναγιώτης K. said

    Η δεκαετία του 1940 είναι η κατ΄εξοχήν δεκαετία των ιστορικών ενδιαφερόντων μου. Η επιλογή δεν έγινε τυχαία. Έγινε για να αξιοποιηθούν ιστορικά οι αφηγήσεις από γονείς, παππούδες και γιαγιάδες που έζησαν τα γεγονότα αυτής της περιόδου αφ΄ενός και αφ΄ετέρου να γίνει πιο μεστή η ανάγνωση των γραπτών κειμένων για την περίοδο αυτή.
    Είμαι ευχαριστημένος από το τελικό αποτέλεσμα!
    Νομίζω ότι αντιμετωπίζω με αρκετή ψυχραιμία το σήμερα…

  16. Παναγιώτης Κ. said

    6. «Όμορφο. Αποπνέει μια παράξενη, αντιφατική γαλήνη, σε σχέση με τη φρίκη που περιγράφει.»
    Εύστοχη παρατήρηση!

  17. Καλημέρα

    Καθόλου δεν με ευχαρίστησε το διήγημα αφού το ύφος και το περιεχόμενο κοντράρει σε πολλά σημεία την ηθική μου, πέρα από τις πολλές αντιφάσεις. Μετά πρόσεξα πως το έχει γράψει δημοσιογράφος και κατάλαβα πως «έπρεπε» με κάθε θυσία να βγει πιασσάρικο.
    Θα περιοριστώ στην χειρίστη εντύπωση που μου έκανε η επίμονη αναφορά σε κοπέλλες που πήγαιναν με γερμανούς-πιθανότατα από ανάγκη επιβίωσης- από κάποια που απ’ό,τι περιγράφει δεν στερήθηκε και πολλά εκείνα τα χρόνια- ακόμα και τον Καζαντζάκη φιλοξενούσαν- ή που…δεν το γράφω γιατί δεν είναι δικός μου χώρος.
    Μόνη δικαιολογία η οπτική των τεσσάρων ετών, αλλά δεν δικαιολογείται να γράφεται από ενήλικα χωρίς φίλτρα.

    Στην Αθήνα πεθαίνανε από την πείνα κατά εκατοντάδες ο δε πατέρας μου είχε χάσει όλα του τα μαλιά από την πείνα και ξανάβγαλε άλλα μετά.

  18. ΓΤ said

    @14

    (Επόμενα βήματα, Ελλάδα 2.0: Τεκμήριο το χάμστερ, έκτακτος φόρος παπαγάλου, βάουτσερ για κεχρί)

  19. Παναγιώτης Κ. said

    Γνώριζα ότι οι κατακτημένοι Έλληνες «είχαν πάρει τον αέρα» των Ιταλών τους οποίους δεν δίσταζαν να κοροϊδεύουν στους δρόμους της Αθήνας φωνάζοντας «αέρα» οι δε συν-κατακτητές Γερμανοί, διασκέδαζαν αυτή την κατάσταση!
    Εδώ διαβάζουμε ότι » οι Γερμανοί παρελαύνουν κάτω από το σπίτι μας τραγουδώντας το «ολαρία ολαρά» και ο πατέρας μου βγαίνει έξαλλος στο μπαλκόνι και τους βρίζει».

    Έχω ακούσει διάφορα περιστατικά για την αντίδραση των νέων εκείνης της εποχής απέναντι στους κατακτητές. Αντίδραση που φανερώνει αντιστασιακό πνεύμα. Αλλά και οι πιο μεγάλοι να βλέπουν τα πράγματα αλλιώς και να προσπαθούν να τους… συνετίσουν για να μη εκδηλώσουν τις διάφορες «αποκοτιές» τους, σύμφωνα με τους μεγάλους σε ηλικία.

  20. Γιάννης Κουβάτσος said

    Πράγματι, η συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες που «συνήψαν σχέσεις» ακόμα και με φαντάρους των κατακτητών, ήταν εκδικητική, απάνθρωπη πολλές φορές και σίγουρα απολίιστη. Κούρευαν και διαπόμπευαν απλές, αγράμματες γυναίκες που προσπαθούσαν να επιβιώσουν οι ίδιες και να ζήσουν και τα παιδιά τους, αφού ήταν και μανάδες πολύ συχνά. Κι αυτή η εκδικητική συμπεριφορά δεν ήταν συνήθως αυθόρμητη αλλά οργανωμένη από αντιστασιακές οργανώσεις. Ο πόλεμος αποκτηνώνει τελικά και νικητές και ηττημένους.

  21. ΓΤ said

    Ένα απόδακρυ ευπόρου Αιγίνης
    σε «μαύρα» χρόνια ζόφου και πείνης
    Ήμαστε άρχοντες, είχαμε τζάκι
    και χόρτα βράζαμε για Καζαντζάκη

  22. Costas Papathanasiou said

    Καλημέρα.
    Όμορφη η εικόνα της ευζωνοπούλας Μαίρης, να πολεμάει στο μέτωπο, πλάι στον πατέρα της, με κάτι δυνατότερο από σφαίρες : ένα φιλί σταλμένο με το γράμμα της μαμάς της (βλ. και σχ.5).
    Εικόνα καθημερινή, με ανθρώπου ευωδιά, κι αυτή του Καζαντζάκη ταβλαδόρου να λέει ενδεχομένως-τα ζάρια του κουνώντας- κάτι βαθύ εξ “ασκητικής” σαν και το ““Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι!Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι”, κι ευθύς αμέσως -φέρνοντας στραβή- μία κοινότοπη ατάκα όπως:“πάλι ντόρτια ήφερα;” ή “γαμώ-τη-γκαντεμιά-μου!”.
    Μα η πιο ωραία σφραγίδα που βάζει η Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού με τις δικές της αναμνήσεις από την κατοχή στην Αίγινα, είναι η ετυμηγορία ότι γι΄αυτούς που πούλησαν την ανθρωπιά τους “σ’ εκείνα τα καταραμένα χρόνια”, του πόλεμου που φθείρει τις ψυχές, αξίζει η εξορία του ονόματός τους απ’τις μετέπειτα κουβέντες , ενώ -αντιθέτως- σ’ αυτούς που “στάθηκαν στο ύψος τους κι επιβίωσαν με αξιοπρέπεια”, τούς πρέπει να αποδεικνύουν συνεχώς, με λόγια και έργα, πόσο μεγάλη δύναμη χρειάζεται για να βοηθάς και -προπαντός- “να συγχωρείς ανθρώπους”.

  23. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    13. Εγώ πάλι έχω ένσταση. Όχι για την απόφαση, πάρα πολλοί άνθρωποι κρατούν τέτοια μυστικά (ευτυχώς ή δυστυχώς) αλλά που το λέει/γράφει.Υπαινιγμοί, ειδικά για το θέμα αυτό, καλύτερα να μένουν, αλλιώς αδιόρατα μπορεί να μουτζουρώνονται, κατά βούλησιν στο ψου ψου, πολλοί. Ή λες με ονόματα ή δεν λες τίποτα.Αυτό «ξέρουμε εμείς αλλά δε λέμε», με βρίσκει αντίθετη-για το συγκεκριμένο ζήτημα προδοσιών, μειοδοσιών, μαυραγοριτισμού, ενδοτισμού κλπ

  24. sarant said

    Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    8 Γεννημένος μάλιστα στο Μετς, όταν ήταν γερμανικό.

    20 Εγώ πάντως δεν ήξερα ότι εξορίστηκαν από το ελληνικό κράτος οι συνάψασες σχέσεις. Αν βέβαια ισχύει.

  25. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    >>οι περισσότεροι στάθηκαν στο ύψος τους κι επιβίωσαν με αξιοπρέπεια
    «οι περισσότεροι.».. Άραγε οι πόσο περισσότεροι…
    Θα ευχόμουν «σχεδόν όλοι» . Το σχεδόν αφήνει λίγο περιθώριο, ενώ «οι περισσότεροι» (μπορεί να είναι) είναι λίγοι ,για την περίπτωση 😦 .

  26. # 23, 13

    Επικροτώ

    (και ειδικότερα όπου βολεύει- οικογενειακοί φίλοι κ.λπ.- με πλήρη στοιχείαη εμφανισή τους ! )
    Ανθρωπιά κατά βούληση !

  27. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    «Κεχωρισμένων», προφανώς των χωριστών, Απόκρεω. Γλώσσα της εποχής που απαλύνει, αφυδατώνει να πω, (τώρα διαβάζοντας) την αγωνία και τον καημό τέτοιου απαίσιου χωρισμού με τον πόλεμο ανάμεσα. Ως προς τα λόγια, γιατί η φωτό και η υπόδειξη της θέσης του παιδικού φιλιού, φέρνει δάκρυα.

  28. >>[Α]μοιβή στον πατέρα μου από κάποιους χωρικούς για έναν ολόκληρο τοκετό!

    Καλό…

  29. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    28, Αυτό το μια φέτα ψωμί (την κατοχή) για έναν ολόκληρο τοκετό και το
    >>Την εποχή της Κατοχής οι δύο γιατροί της Αίγι­νας, ο Γαλανής και ο Ξυδέας, πάλεψαν, χωρίς αμοιβή, να σώσουν όσους μπορούσαν.
    Δε μ΄άρεσαν 😦 .
    (σήμερα είμαι πνεύμα αντιλογίας)

  30. ΓΤ said

    «Η θεία μου η Ζηνοβία, που χαρτόπαιζε κι επέστρεφε πάντοτε αργά στο σπίτι της, […]»

    Ας πάμε λοιπόν στο περιοδικό «Η Αιγιναία»…

    Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού, «Η οδός Αφαίας της Αίγινας», τχ. 14, Ιαν-Ιούν 2008, σελ. 16-23> Διαβάζουμε για τη Ζηνοβία, σελ. 18, αράδες 15-16:
    «[…] Την έντυναν οι πιο ακριβοί οίκοι μόδας στην Αθήνα -σε στυλ Γεωργίας Σάνδη- και την τραγούδησε ο Βάρναλης στα ποιήματά του. Ο ίδιος έκανε στενή παρέα μαζί της […]».

    Η Κατερίνα κι η Ζωή, τ’ Αντιγονάκι κι η Ζηνοβία λοιπόν…

    Είχε πολλά της φύσης δώρα
    η Αίγινα
    Και τι απέγινα;
    Να κλαίω, η έρημη η Δώρα,
    Μοάτσου με λένε, και περιμένω,
    μα φαίνεται έχασα το τρένο…

  31. BLOG_OTI_NANAI said

    «ο πατέρας μου βγαίνει έξαλλος στο μπαλκόνι και τους βρίζει»

    Αυτό βεβαίως δεν το πιστεύω. ότι δηλ. βγήκε όντως στο μπαλκόνι και τους έβρισε. Όλοι ήξεραν τι εστί Γερμανός. Κανείς δε θα διακινδύνευε τη ζωή της οικογένειας του. Εάν έγινε παρόμοιο περιστατικό, προφανώς θα ήταν μέσα το σπίτι και θα έβριζε και θα έκανε μια κίνηση ότι θέλει να βγει στο μπαλκόνι. Μέχρι εκεί. Όλοι μας είχαμε ανθρώπους που έζησαν στην κατοχή και ήξεραν ότι δεν τολμούσες ούτε να τους λοξοκοτάξεις. Και πιστεύω ότι δεν είμαι ο μόνος που έχω ακούσει ιστορίες με Γερμανούς που έκαναν σκοποβολή σε περαστικούς. Η γιαγιά μου μου έλεγε ότι οι Γερμανοί σκότωναν για το τίποτα.

    Για τις γυναίκες που είχαν σχέσεις με τους κατακτητές, δεν κάνω τον κόπο να πάρω αναδρομική θέση. Για τότε, οι γυναίκες αυτές ήταν δωσίλογοι. Διότι και ο δωσίλογος αυτός θα πει, οικογένεια είχα και την προστάτευα, τι να έκανα. Όταν ο φίλος σου έχει σκοτώσει, ή μπορεί ανά πάσα στιγμή να σκοτώσει το γείτονα σου και ευθύνεται για τη σφαγή αμέτρητων αθώων ανδρών, γυναικών, παιδιών, Εβραίων κ.λπ., δικαιολογείσαι μόνο αν κάνεις σχέση με το πιστόλι στον κρόταφο. Αν είναι δικαιολογημένοι όλοι ο δωσίλογοι και οι προδότες που όντως πρόδοσαν για να έχουν μια ζωή οι ίδιοι και η οικογένεια τους, τότε πάμε πάσο, αλλά να μην μιλάμε για δωσίλογους.

    Σήμερα μπορεί οι γυναίκες αυτές να γεννούν οποιαδήποτε συναισθήματα σε εμάς που δεν ξέρουμε τι σημαίνει πόλεμος και ναζιστική κτηνωδία, αλλά όσοι την έζησαν και την είδαν, ήξεραν ότι δεν μπορείς να κάνεις για την δική σου επιβίωση πράγματα με αυτούς που την ώρα που εσύ ήσουν μαζί τους, αυτοί βασάνιζαν και δολοφονούσαν για πλάκα…

  32. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    24β, γαμώτο, έλεγε ο πατέρας μου ότι με τη λήξη του πολέμου, όταν τα μάζευαν οι Γερμανοί από την Κρήτη (το Ηράκλειο-γιατί στα Χανιά μείνανε ακόμη -βλ. βιβλίο Οχυρά Θέσις Κρήτης) μπήκανε οι αντάρτες στην πόλη και η ομάδα του πατέρα μου πήρε εντολή να πάνε στου Κοράκου Χάνι (έξω από το Ηράκλειο) όπου ήταν σπίτι συνευρέσεων να τη στήσουν, αν πήγαιναν οι γαμπροί Γερμανοί, για «τα αποχαιρετιστήρια». Όντως, κι έγινε μια τελευταία μίνι-μάχη. Εκεί συμπληρώνει στη κουβέντα, ότι άλλες τις επήρανε μαζί τους στην αποχώρηση μέχρι τα σύνορα αλλά τις τσίμπησαν και «τις δικάσανε». Ποια σύνορα, πώς γίνονταν αυτά; Ερωτήσεις που δεν έγιναν, απαντήσεις που δεν ξέρω…

  33. Georgios Bartzoudis said

    Ενδιαφέροντα τα στοιχεία της μωρουδίστικης θύμησης. Βέβαια, σε κάποια σημεία φαίνεται ο επηρεασμός από ύστερες γνώσεις.

  34. Γιάννης Κουβάτσος said

    31: Ο δωσίλογος πρόδιδε. Ήταν ρουφιάνος και συνήθως όχι μόνο «για το ψωμάκι των παιδιών του», αφού μετακατοχικά οι πιο πολλοί από δαύτους έγιναν μεγαλοπαράγοντες και πουλάγανε πατριωτισμό· σαν εκείνον τον άθλιο Βαρδέκη στους «Ασθενείς και οδοιπόρους» του Θεοτοκά. Οι πράξεις τους, λοιπόν, στοίχισαν ζωές. Αυτές οι γυναίκες, όμως, δεν πρόδωσαν κανέναν, μόνο τον εαυτό τους κι αυτό για την επιβίωση. Δεν δικαιούνταν παράσημο, βέβαια, αλλά ούτε η κτηνώδης διαπόμπευση τούς άξιζε.

  35. ΣΠ said

    9
    https://sci-hub.se/10.1017/S0068245417000028

  36. ΓΤ said

    @30
    Μητέρα Ζηνοβίας:

    «Κι αυτός ο ποιητής δεν έχει πιο σοβαρούς ανθρώπους να κάνει παρέα; Πάλι ξενύχτησε χθες η Ζηνοβία με την παρέα του. Είχαν ανοιχτεί με την βάρκα, τους έπιασε πουνέντες και γύρισε μούσκεμα σπίτι».

    Περισσότερα στο https://itravelpoetry.com/2018/08/08/h-varka-tou-kur-antrea/

  37. ΓΤ said

    Άμετρος προβολή ευπόρων
    δι’ αναγνώστας Ταμείου Απόρων

  38. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    30
    Δεν ήμουν η κυρά του μπράτσου
    μήδε του κλώτσου, ουδέ του μπάτσου,
    ήμουν ποιήτρια,
    Τάχα υπότονη και τάχα άλαλη
    και πώς αλλιώς δίπλα στο Βάρναλη
    όμως στις σύγκαιρες του μάτσου
    κράτησα τ΄όνομα Δώρα Μοάτσου
    λήθης νικήτρια

  39. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @31. Ἔ, ὄχι καί δωσίλογος ἡ φτωχοπουτάνα πού πήγαινε μέ Γερμανούς, ὅπως θά πήγαινε καί μέ Τούρκους καί μέ Ἰταλούς καί μέ Ρωμαίους καί μέ Σκῦθες! 🙂 Ἄντε νά ποῦμε βαριά βαριά «ἐθνικῶς ἀνάξια», ἀλλά δωσίλογος;! :! :!

  40. Ανδρέας Τ said

    @26. Δεν βλέπω αυτό το «όπου βολεύει» στο κείμενο εκτός αν δεν το κατάλαβα καλά.

  41. BLOG_OTI_NANAI said

    34: Προσωπικά Γιάννη είμαι βέβαιος ότι πολλές από αυτές θα πρόδωσαν για να σώσουν το τομάρι τους. Θα ζητήθηκε από πλήθος εξ’ αυτών να ψαρέψουν όποιον μπορούν για να δώσουν πληροφορίες στους Γερμανούς. Οι ναζί ήταν καθίκια χωρίς συνείδηση και οι γυναίκες αυτές πρόθυμες να σώσουν το τομάρι τους. Ο ιδανικός συνδυασμός για να γεννηθεί ο προδότης. Επίσης, γνωρίζοντας το ανθρώπινο είδος, θεωρώ δεδομένο ότι ένας αριθμός εξ αυτών έβγαλαν το άχτι τους κατά συντοπίτων τους με τους οποίους είχαν προηγούμενα και κάποιες όχι μόνο πρόδωσαν αλλά ακόμα χειρότερα συκοφάντησαν άτομα για να τους πάρουν το σπίτι, το χωράφι, τα λεφτά, το λάδι, τα ζώα, την περιουσία.

    Εάν βάλουμε όλες τις γυναίκες αυτές σε μια κατηγορία «θυμάτων», τότε βγαίνουμε εκτός ρεαλισμού και πάμε στον ιδεαλισμό. Ο ιδεαλισμός όμως είναι ωραία τεχνική για ζωγραφική και λογοτεχνία, αλλά όχι για την περιγραφή της ζωής. Στο ανθρώπινο είδος υπάρχουν πάντα τα κατακάθια που θα συμπράξουν με τον ισχυρό για να σου μαμήσουν τη μάνα επειδή σε έχουν άχτι ή επειδή έχεις περισσότερα από αυτούς.

    Όποιος βρίσκεται σε κατάσταση τέτοια ώστε να αγνοήσει την ναζιστική κτηνωδία και να μπορεί να έχει ερωτικές σχέσεις με κτήνη, δεν μπορεί, είτε λόγω της «φύσης» της, είτε λόγω της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει, κάτι αφήνει επάνω του το αποτύπωμα της κτηνωδίας.

    Περιττό να πούμε ότι όλοι είχαμε στις οικογένειες μας γυναίκες που πέρασαν κατοχή. Όλες ήταν φτωχές, με τεράστια προβλήματα, αλλά γκόμενες των ναζί δεν έγιναν. Προσωπικά, το θεωρώ ένα σοβαρό ζήτημα δωσιλογισμού τις ερωτικές σχέσεις με τους ναζί. Νομίζω όμως ότι οι περισσότερες λαϊκές γυναίκες του τόπου ήταν πατριώτισσες και σιχαίνονταν τους ναζί τόσο που ούτε πεθαμένες δεν θα πήγαιναν μαζί τους.

  42. Αφώτιστος Φιλέλλην said

    Η μεσαία τάξη της Αίγινας κατα την γερμανικη κατοχή εδρασε πατριωτικά.
    Αντιθέτως επισημαίνεται η » αισχρή συμπεριφορά μερικών ανέντιμων προσώ­πων, που από κακία και ζήλεια έστελναν ανώνυμα γράμματα στη γραμματεία των Γερμανών,….»

    Παρόμοια φαινόμενα παρατηρήθηκαν κατα την διαρκεια του εμφυλιου….

    «Η συμπεριφορά τους ήταν άκρως πατριωτική. Έσωσαν κόσμο. Πρόλαβαν πολλές φορές να αποφύγουν καταστροφές πολλοί Αιγινήτες. Στο σπίτι άκουγα μισόλογα από τους γονείς μου. Αργότερα έμαθα όλες τις λεπτομέρειες, π.χ. όταν η Διονυσία που ήταν στην Κομαντατούρ μάθαινε ότι επρόκειτο να συλλάβουν έναν Αιγινήτη, καλούσε τον χωροφύλακα Γιάννη Αρχιμαντρίτη, του έλεγε τι συμ­βαίνει κι εκείνος ειδοποιούσε το άτομο που επρόκειτο να συλληφθεί, το οποίο βέβαια φρόντιζε να κρυφτεί. Δυστυχώς, δεν μπορώ να μην αναφέρω και την αισχρή συμπεριφορά μερικών ανέντιμων προσώ­πων, που από κακία και ζήλεια έστελναν ανώνυμα γράμματα στη γραμματεία των Γερμανών, καταγγέλλοντας τους συμπατριώτες τους. Τα γράμματα αυτά τα εξαφάνιζε η Διονυσία αντί να τα μετα­φράσει και να τα παραδώσει στον εχθρό!»

  43. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    34, >>Αυτές οι γυναίκες, όμως, δεν πρόδωσαν κανέναν, μόνο τον εαυτό τους κι αυτό για την επιβίωση.
    Χμ, Όχι πάντα. Ενίοτε τους ακολουθούσαν και έκαναν πλιάτσικο στα σπίτια. Όταν εκτέλεσαν τους ανθρώπους, έκαψαν τα χωριά κι έκαναν νεκρά ζώνη στο Ολοκαύτωμα της Βιάννου, οι κυράδες μπήκαν στα καμένα κι άρπαξαν υπάρχοντα (έχουμε μαρτυρίες που είδαν/αναγνώρισαν τα κλεμένα προικιά, αργότερα σε σπίτια της Ιεράπετρας και της Σητείας).
    Και το σπαρακτικό «Χραμάκι Απεραθίτικο», μια τέτοια ιστορία στη Νάξο, διηγείται

    37 και διάβασα προσβολή, και ανέβαζα …γράδα! 🙂 🙂

  44. aerosol said

    Η πολιτισμένη Ευρώπη γνώρισε και τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία -στο μαλακό υπόγάστριό της. Η επιλεκτική λησμοσύνη μου κάνει εντύπωση. Και η αίσθηση (ελπίζω λανθασμένη) πως αυτό το πρόβλημα του μνημονικού σηματοδοτεί συγκεκριμμένη πολιτική τοποθέτηση με καταθλίβει.

  45. BLOG_OTI_NANAI said

    39: Και εδώ κολλάει το «φτωχοπουτάνα». Πιστεύω ότι οι περισσότερες ερωμένες των ναζί ήταν τέτοιες. Και φυσικά, δεν τίθεται ζήτημα για μένα ότι οι ναζί τις χρησιμοποίησαν για να μάθουν όσα μυστικά των πελατών τους γνώριζαν και θα γνώριζαν πολλά. Η ανθρώπινη φύση είναι κοινή σε όλες τις εποχές.

  46. # 31

    » Σήμερα μπορεί οι γυναίκες αυτές να γεννούν οποιαδήποτε συναισθήματα σε εμάς που δεν ξέρουμε τι σημαίνει πόλεμος και ναζιστική κτηνωδία, αλλά όσοι την έζησαν και την είδαν, ήξεραν ότι δεν μπορείς να κάνεις για την δική σου επιβίωση πράγματα με αυτούς που την ώρα που εσύ ήσουν μαζί τους, αυτοί βασάνιζαν και δολοφονούσαν για πλάκα…»

    Ασε ρε Μπλογκ τις φιλοσοφίες, όταν η ανάγκη σε βγάλει στο κλαρί, ισχύει το γραφέν (σικ) από τον Ηλ. Πετρόπουλο, στα μπουρδέλλα δεν διαλέγουνε πελάτες !

  47. Γιάννης Κουβάτσος said

    41:Έτερον εκάτερον : αν, στο πλαίσιο των «υπηρεσιών» τους κάποιες από αυτές έδιναν και πληροφορίες για αντιστασιακούς, τότε, ναι, περνάμε στον χώρο του δωσιλογισμού, δεν υπάρχει συζήτηση γι’ αυτό. Αλλά, εξ όσων γνωρίζω από τη μελέτη βιβλίων και από αφηγήσεις όσων έζησαν εκείνη την εποχή, δεν ήταν πληροφοριοδότριες οι περισσότερες. Και υπάρχουν και εκείνες που αποσπούσαν πληροφορίες (στο μεθύσι και στο … ο άντρας πολλά αποκαλύπτει) και τις προωθούσαν εκεί που έπρεπε. Να μιλήσουμε και για το πιο γνωστό θύμα, που κατατάχτηκε σ’ εκείνη την κατηγορία γυναικών, την Ελένη Παπαδάκη; Το θέμα, βέβαια, κάνει τζιζ, αλλά, αν της είχε δοθεί η δυνατότητα να απολογηθεί σε μια κανονική δίκη, μπορεί να είχε επικαλεστεί το ότι χρησιμοποίησε την επιρροή της σε σημαίνοντα προσωπα των αρχών κατοχής, για να σώσει καταδικασμένους σε θάνατο, όπως υποστηρίχτηκε αργότερα από ανθρώπους που τη γνώριζαν καλά.
    Όπως και να έχει, όταν δεν διώχτηκε ποινικά παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό συνεργατών των Γερμανών, ήταν ντροπή το ξέσπασμα της οργής πάνω σ’ εκείνες τις απροστάτευτες γυναίκες. Δεν μπορούσαν να χτυπήσουν τον γάιδαρο και χτυπούσαν το σαμάρι. Άλλωστε, οι γυναίκες (και τότε) ήταν ο εύκολος στόχος.

  48. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    36 Βρες και τ’΄αλλα! έχουμε διεξοδικά μιλήσει εδώ για την Αίγινα και τους επιφανείς και μη ανθρώπους της (ντόπιους και φιλοξενούμενους), το Αντιγονάκι και τη Ζηνοβία κλπ κλπ.
    Θυμάμαι τη μέρα που έπεσε το μαύρο στην ΕΡΤ, είχαμε τέτοια κουβέντα

  49. BLOG_OTI_NANAI said

    46: Τις αερολογίες που αναφέρεις, ήδη τις πρόβλεψα και ήδη απάντησα:

    1) δεν είχαν ανάγκη μόνο οι γκόμενες των ναζί, οπότε ρούφα το αυγό σου που συσχετίζεις το ζήτημα με την «ανάγκη». Μόνο αφελής θα έλεγε πως όσες γυναίκες δεν ήταν γκόμενες των ναζί είτε θα ήταν είτε… άσχημες, είτε πλούσιες….

    2) μιλάω για «όσους έζησαν τη ναζιστική κτηνωδία», ότι ΑΥΤΟΙ θεωρούσαν απαράδεκτες τις σχέσεις με τους ναζί.

    3) εφόσον εσύ παραδέχεσαι και μιλάς για «ανάγκη» κι εγώ βασισμένος σε αυτό λέω ότι αυτή η ανάγκη που σε κάνει να βρεθείς σεξουαλικά με τον ναζί, μπορεί να σε κάνει και τον καλύτερο δωσίλογο.

    Τώρα, άντε να δεις αν έρχομαι.

  50. ΣΠ said

    Βρήκα δύο λάθη λόγω OCR:
    ΦΌπως τα καλά μου παιχνίδια
    η νοσοκόμα το>ν Φυλακών

  51. Πέπε said

    @31 (Μπλογκ), 1η παράγρ.:

    Λέει πάντως ότι στην Αίγινα ήταν πιο ήπιοι οι Γερμανοί εξαρχής.

    @γυναίκες που είχαν σχέσεις με Γερμανούς:

    Μα δε λέει πουθενά ότι πρόκειται για γυναίκες που είχαν σχέσεις ΓΙΑ να εξασφαλίσουν προνόμια. Ας θυμηθούμε ιστορίες που μάλλον όλοι θα ‘χουμε ακούσει για σχέσεις Ελληνίδων με Ιταλούς. Πολλές φορές πρόκειται για κανονικές σχέσεις με όλα όσα συνεπάγεται αυτό. Ξέρουμε ακόμη και περιπτώσεις Ιταλών (που τα ‘χαν με Ελληνίδες) που λιποτάκτησαν κι έμειναν κρυφά στην Ελλάδα μετά, και παντρεύτηκαν, και σιγά σιγά, όταν κόπασε η μπόρα, άρχισαν να φανερώνονται κι έχουν τώρα απογόνους.

    Όλα αυτά μάς φαίνονται νορμάλ λόγω της γενικής εικόνας των Ιταλών ως ανθρώπων, σε σχέση με του Γερμανούς που ήταν μηχανές μίσους. Αλλά, ξαναλέω, εδώ στην Αίγινα, σύμφωνα με το κείμενο, κι οι Γερμανοί ήταν πιο ανθρώπινοι.

    Από την άλλη πλευρά, η παλιά ηθική ορισμένα πράγματα δεν τα συγχωρούσε είτε είχες παιδιά να θρέψεις είτε οτιδήποτε.

  52. sarant said

    30 Καλό

    31 Ούτε εγώ το πολυπιστεύω

    38 Μπράβο, πολύ ωραίο

    48 Εγώ θυμάμαι αυτό το άρθρο

    Είχε την τέντα ξομπλιαστή…

    50 Ωραία, να τα βάλω.

  53. Πέπε said

    43
    Το Χραμάκι, όσο ξέρω, αναφέρεται «απλώς» σε μαυραγοριτισμό. Περιλαμβάνει και τον χαριτωμένο στίχο «οι σκυλολιβαδίτες» (οι κάτοικοι της πεδινής Νάξου), που ακούγεται ταχτικά στα απεραθίτικα γλέντια.

  54. sarant said

    Παρατηρώ ότι κανέναν δεν προβλημάτισε το απόσπασμα

    Η μητέρα μου ξήλωνε τα παλιά τους πουλόβερ, έπλενε το μαλλί και μου έπλεκε φορέματα και ζακέτες. Όταν έπλενε τα μαλλιά, τα έκανε μαρέλλες και τα κρέμαγε σε σχοινιά στην πελώρια κουζίνα της παλαιοντολογικής χαρχάρας του προπάππου μου όπου μέναμε.

    όπου εγώ έχω δυο άγνωστες λέξεις. Και η μεν χαρχάρα θα είναι, από τα συμφραζόμενα, κάποιο παλιό σπίτι, αλλά οι μαρέλες;

  55. SearchPeloponnese said

    Νομίζω ότι δεν απαντήθηκε το ερώτημα στο 6 περί πείνας.

    Γενικά, η πείνα οφείλεται στην παύση που εμπορίου και στην εξάρθρωση των συγκοινωνιών. Οι περιοχές που μπορούν να θρέψουν τους κατοίκους τους μπορεί να μην έχουν σημαντικό πρόβλημα. Στον κάμπο της Ηλείας δεν πείνασε κανείς.
    Αντίθετα, στο χωριό του πατέρα μου (ημιορεινό) είχανε λάδι (ελιές), αλλά δεν είχανε στάρι. Θα προτιμούσαν να είχανε ψωμί και όχι λάδι…

    Προφανώς, το μεγάλο πρόβλημα το έχουν οι πόλεις.

    Μετά έρχεται το κεφάλαιο των σκόπιμων αποκλεισμών. Ο μόνος τρόπος να πολεμήσεις το αντάρτικο είναι να του κόψεις την τροφοδοσία, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει καταστροφή όλων των οικισμών στην περιοχή. (Στον Β’ Ελληνικό Εμφύλιο χωριά ολόκληρα «ξηλώθηκαν» για να ερημώσουν οι περιοχές αυτές. Και σε όσα δεν ξηλώθηκαν υπήρχε ρητή απαγόρευση να κυκλοφορεί κανείς στην ύπαιθρο, ακόμα και στους βοσκούς.)

    Να σημειώσω εδώ ότι και η θάλασσα μπορεί να θρέψει τους παράλιους πληθυσμούς, με την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν έχει επιβληθεί κάποιος περιορισμός.

    Στις μέρες μας (π.χ. στην Αφρική) βλέπουμε σκόπιμους αποκλεισμούς περιοχών, στις οποίες απαγορεύεται η πρόσβαση ακόμα και στον ΟΗΕ, προκειμένου η πείνα να εξαναγκάσει τους «άλλους» να φύγουν. Ένα είδος γενοκτονίας.

    Υπάρχει και η τακτική της καμένης γης (π.χ. Ρωσία 1812, Σ. Ένωση 1942), που δεν προκάλεσε προβλήματα μόνο στους εισβολείς, αλλά και στον ντόπιο πληθυσμό.

    Αν θέλεις περισσότερες λεπτομέρειες, μου λες.

  56. SearchPeloponnese said

    Σχετικά με το 31 κλπ (για τις σχέσεις με τους Γερμανοϊταλούς), σκέφτομαι και γελάω ο «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι», όπου κεντρική ιδέα της ταινίας είναι ότι η πρωταγονίστρια τα φτιάχνει με τον Ιταλό επειδή… ο αραβωνιάρης βγήκε αντάρτης στο βουνό! Τέτοια αχαρακτήριστη ταινία απορώ… ακόμα και γιατί γυρίστηκε…

  57. @ 29 ΕΦΗ – ΕΦΗ

    Ε… και οι γιατροί για τα προς το ζην δουλεύουν… Μεσσίας ένας ήταν. Και αν…

  58. Αμαλια said

    Έχω ακούσει από τη μητέρα μου που ζούσε στον Πειραιά τα χρόνια της κατοχής, τα εξής: εκδιδόμενες γυναίκες με σύφιλη ενθαρρύνονταν (από ποιους;) να πηγαίνουν με Γερμανούς ώστε να κολλήσουν και αυτοί σύφιλη. Οι Γερμανοί το αντιλήφθηκαν κάποια στιγμή και μάζευαν τις γυναίκες αυτές, τις έβαζαν σε ένα σαπιοκάραβο το οποίο βύθιζαν πνίγοντας τις στα ανοιχτά του Σαρωνικου.

  59. # 49

    Ως συνήθως μπερδεύεις την βούρτσα με την κτένα.
    Αυτή που βγαίνει από ανάγκη στο κλαρί και με έλληνες πλούσιους πήγαινε και με γερμανούς , δεν διάλεγε.
    Τι σχέση έχει μ’ αυτήν κι αυτούς που πήγαιναν όχι για να επιζήσουνε αλλά για να πλουτίσουνε σαν συνεργάτες των Γερμανών. Μήπως αυτοί ΔΙΑΛΕΓΑΝ σε ποιούς θα καταδώσουν ;;

  60. Γιάννης Κουβάτσος said

    Στη Γαλλία τη σχέση μεταξύ Γαλλίδας και Γερμανού την έλεγαν, ως γνωστόν, οριζόντιο δωσιλογισμό. Έξυπνο. Στον κινηματογράφο μπορούμε να θυμηθούμε το «Χιροσίμα, αγάπη μου» και τη «Μαλένα» με την υπέροχη Μόνικα.

  61. SteliosZ said

    Δηλαδή, αυτές οι γυναίκες κυνηγήθηκαν και εξορίστηκαν γιατί ήταν προδότριες. Επομένως, οι μόνοι προδότες – συνεργάτες των Γερμανών – στην Αίγινα, ήταν μόνο αυτές (γιατί δεν βλέπω να αναφέρεται σε αυτές τις αναμνήσεις κανένα κυνηγητό ή εξορία μαυγραγοριτών, κουκουλοφόρων ή συνεργατών των Ναζί)…

  62. Χαίρετε,
    54 Χαρχάρα, το κατάλαβα χάρχαλο, σαράβαλο.
    Μαρέλες δεν ξέρω τι είναι αλλά το σκέφτηκα θηλειές (από τις σχετικές διεργασίες που ξέρω).

  63. Θηλειές. Και τι πάει να πει θηλειές; Το νήμα τυλίγεται γύρω από το χέρι στρογγυλά (ή σε ειδικό εργαλείο, το τυλιγάδι 🙂 ).

  64. Γιάννης Κουβάτσος said

    Να το θέσω και λίγο προβακατόρικα το θέμα; Πέστε ότι ζούμε σε έναν κόσμο που έχει ακολουθήσει διαφορετική ιστορική πορεία και στον οποίο στον πόλεμο πάνε οι γυναίκες και στα μετόπισθεν μένουν οι άντρες να κρατάνε το νοικοκυριό και να μεγαλώνουν τα παιδιά. Και γίνεται μια κατοχή και πλημμυρίζει η χώρα μας από ένστολες νεαρές Γερμανιδάρες και Ιταλιάνες. Και αυτές είναι πρόθυμες να προσφέρουν φαγητό, ώστε να ζήσουν και οι Έλληνες άντρες και τα παιδιά τους, με μόνο αντάλλαγμα λίγη αντρική συντροφιά. Τι θα κάνατε, λεβέντες μου; Θα επιλέγατε την πατριωτική πείνα; 😊

  65. 35 Ευχαριστώ, ΣΠ! Πολύ ενδιαφέρον άρθρο.
    Λέει στη σ. 356: Welter was indispensable for the occupation of the island (της Αίγινας) – αυτό μόνο, αλλά κάτι δείχνει.

  66. Χαρούλα said

    Ωραία γραφή. Απλή, αλλά καθόλου απλοϊκή. Το θέμα όλο και θυμίζει περιγραφές και δικών μας προγόνων. Φυσικά για την Αίγινα και τους Αιγινίτες έχει άλλη αξία. Το διάβασα με ενδιαφέρον και ευχαρίστηση.
    Αλλά μην ξεχάσω και την παραξενιά μου…! Θα το πω για να μην σκάσω κιόλας!
    Ναι μεν ημερολόγιο, προσωπική ιστορία, αλλά τόσο ιδανικά όλα; Γεμάτα ηρωϊσμό, καλωσύνη, ανθρωπιά, θυσία, κατανόηση;;; Μα τίποτα στραβό σ´αυτήν την οικογένεια. Μ´ενόχλησε πολύ το αυτολιβάνισμα!
    (#37 ΓΤ 👍🏻👍🏻👍🏻)

  67. Πέπε said

    Ο νταλαβεριζόμενος με τον κατακτητή για οποιονδήποτε λόγο, με ή χωρίς δικιά του επιλογή, ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε με σιγουριά και ακρίβεια κατά πόσον έγινε σπιούνος ακόμα και ερήμην (να του πήραν λόγια δηλαδή), ούτε κατά πόσο άσκησε επιρροή για να σώσει κόσμο. Πολύ πιθανό να υπήρξαν περιπτώσεις που έκαναν και τα δύο.

  68. Πέπε said

    17
    > …απ’ό,τι περιγράφει δεν στερήθηκε και πολλά εκείνα τα χρόνια- ακόμα και τον Καζαντζάκη φιλοξενούσαν- …

    Ο Καζαντζάκης όμως δεν τρώγεται.

  69. sarant said

    62-3 Nαι, λογικό.

  70. Pedis said

  71. # 68

    Ναι ρε Πέπε δεν τρώγεται αλλά ΕΤΡΩΓΕ, άρα τους περίσσευε τροφή. Καλά τα φιλο-λογικά αλλά πρόσεχε και τα λογικά συμπεράσματα !

  72. Πέπε said

    71
    Το ότι βρέθηκαν μ’ ένα στόμα παραπάνω σημαίνει ότι τους περίσσευε τροφή; Ε, όταν ο γιατρός ξεγεννούσε δίδυμα μπορεί να έφερνε δυο φέτες ψωμί στο σπίτι, και τότε να λέγανε «να ‘ναι καλά κι ο Καζαντζάκης, αλλιώς θα τις πετάγαμε κι είναι αμαρτία».

  73. aerosol said

    #71
    Σε σχέση με άλλους, τους περίσσευε κάποια τροφή. Αν και όχι πάντα (δεν παθαίνεις αδενοπάθεια από περίσσεια τροφής). Μιλάμε προφανώς για αστική-μεγαλοαστική οικογένεια με περισσότερους πόρους από άλλους. Δεν είναι αυτή η τάξη μου αλλά… για σένα αυτό είναι εξ ορισμού έγκλημα; Πολύ φτωχότερες τάξεις, που έτυχε να ζουν σε κάποια χωριά με μια σχετική αυτάρκεια τροφής μεγαλύτερη κι από την οικογένεια της σημερινής ανάρτησης, έπρεπε να αυτοκτονήσουν από ντροπή επειδή στην Αθήνα πέθαιναν από την πείνα;

  74. sarant said

    72 Όπως μου λέγανε εμένα, φάε το φαγητό σου να μην το πετάξουμε στον σκύλο. Εκεί λες να το λέγανε με τον Καζαντζάκη;

  75. Reblogged στις anastasiakalantzi59.

  76. Γιάννης Κουβάτσος said

    Σε συνθήκες μακροχρόνιας πείνας ηθικές επικρίσεις δεν χωράνε. Θυμάμαι που πριν από χρόνια είχε πει σε συνέντευξή του ο Κώστας Μητσοτάκης ότι στην κατοχή πήγαινε καθημερινά σε τρία συσσίτια (αντί για ένα), αφού είχε το δικαίωμα βάσει τριών ιδιοτήτων που είχε (συσσίτιο δικηγόρων κλπ). Παρόλο που δικαιολογήθηκε ότι το έκανε γιατί πεινούσε πολύ (πώς να χόρταινε με τις νερόσουπες δυο μέτρα άντρας;), αρκετοί που άκουσαν τη συνεντευξη τον έκραξαν ως αναίσθητο πλεονέκτη. Ενστικτωδώς τον καταδίκασα κι εγώ (Μητσοτάκης γαρ😊), αλλά μετά σκέφτηκα «Δηλαδή εσύ, ρε μεγάλε, τι θα έκανες στη θέση του, αν σε έσφαζε η πείνα;». Και το βούλωσα.

  77. sarant said

    76 Δεν θα το έλεγες καμαρώνοντας.

  78. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    52
    Κι αυτό και πρέπει να είναι κι άλλο 🙂
    Ο Βάρναλης κι οι άλλοι λογοτέχνες στην Αίγινα πριν από 90 χρόνια
    11 Αυγούστου, 2013

    Ο Βάρναλης κι οι άλλοι λογοτέχνες στην Αίγινα πριν από 90 χρόνια

  79. Γιάννης Κουβάτσος said

    77:Δεν νομίζω πως καμάρωνε. Ένας άνθρωπος της κατοχής περιγράφει τραγικές στιγμές και εξηγεί πώς κατάφερε να επιβιώσει. Το σχετικό απόσπασμα :

  80. ΣΠ said

    52, 78
    Και αυτό

    Ο Βάρναλης και η Αίγινα

  81. # 73, 72

    Δεν ξέρω αν έχει τελειώσει η λογική σ’ αυτόν τον ιστότοπο μ’ αυτά που γράφονται…

    Είπα εγώ πως ήταν εγκληματίες όσοι είχαν τον τρόπο τους να εξασφαλίσουν τροφή σε εποχές πείνας και με επιταγμένα τρόφιμα κάποιο διάστημα από τους Γερμανούς, μέχρι μα αφήσουν το Κουρτουλούς ; Αλλά άλλο τρόπο είχαν οι κάπως βολεμένοι και άλλο αυτοί που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα και δεν είναι σωστό οι πρώτοι να κάνουν μαθήματα ηθικής και πατριωτισμού στους δεύτερους

  82. Πέπε said

    74
    Φάε το φγητό σου γιατί θα ‘ρθει ο Καζαντζάκης να σου διαβάσει τα βιβλία του.

    81
    Υποτίθεται ότι το κείμενο το δεχόμαστε ως ειλικρινή μαρτυρία, σύμφωνοι; Ε λοιπόν, δεν υπάρχει λόγος να φανταζόμαστε πόσο έτρωγαν, το λέει μέσα.

  83. Costas Papathanasiou said

    54,63,69: Όντως, οι “μαρέλες” πρέπει να προκύπτουν εκ του γαλλικού marelle (το παιχνίδι “κουτσό” και εξ αυτού το σχήμα -διαδρομή με κουτάκια- στο έδαφος για το εν λόγω παιχνίδι, βλ.https://www.cnrtl.fr/etymologie/marelle και https://fr.wiktionary.org/wiki/marelle ), έχοντας τη σημασία “μακρόστενα κουβαριάσματα”, άλλως “τσιλέδες”(τουρκ.çile βλ.https://sarantakos.wordpress.com/2017/03/02/52lkn/), “κούκλες”(νήματος)

  84. aerosol said

    #81
    Πάντα, παντού, οι κάπως βολεμένοι περνάνε καλύτερα από όσους δεν έχουν στον ήλιο μοίρα.
    Εφόσον υπάρχει τέτοιος «πρωταθλητισμός» δυστυχίας, ας το πάω στο όριο: Κάποιοι πήγαν στρατόπεδα συγκέντρωσης και επέζησαν. ΟΛΟΙ οι υπόλοιποι καλό είναι να μην κάνουμε μαθήματα ηθικής. Όχι, κάτσε… Οι γκέυ των στρατοπέδων συγκέντρωσης, μετά την ήττα των ναζί βρέθηκαν στην φυλακή! ΟΚ, μόνο αυτοί μπορούν να μιλούν για ηθική στο σύμπαν. Οι άλλοι είμαστε φλώροι.
    Ζητείται γκέυ, τρόφιμος στρατοπέδου συγκέντρωσης, αλλά να είναι τυφλός, καρκινοπαθής και ανάπηρος -ώστε να έχει την λιγότερη δυνατή μοίρα στον ήλιο- για να ανακηρυχτεί ο μόνος που μπορεί να εκφέρει απόψεις περί ηθικής. Έτσι λέει η λογική.

  85. Γιάννης Κουβάτσος said

    84:Είναι απαραίτητο να εκφέρουμε ηθικές κρίσεις για τα πάντα; Ιδίως όταν αυτές γίνονται (ευτυχώς) εκ του ασφαλούς;

  86. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Για την Αίγινα, αυτό θυμόμουν που συζητούσαμε τη βραδιά του μαύρου της ερτ :
    Τη συνέχεια από τα «Εφτα ευτυχισμένα καλοκαίρια» του αξέχαστου πατέρα Δημήτρη Σαραντάκου, όπου περιγράφει την πρώτη του «απόβαση» στην Αίγινα

    Ξεκινάει το τέταρτο καλοκαίρι (Δημήτρης Σαραντάκος)

  87. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ο Αλέκος Παναγούλης έκλεβε σοκολάτες από περίπτερα, όταν βρέθηκε αυτοεξόριστος στην Ιταλία μετά την αποφυλάκισή του τον Αύγουστο του 1973. Άντεξε (χωρίς να κελαηδήσει😊) όλα τα βασανιστήρια στο ΕΑΤ-ΕΣΑ αλλά όχι και αυτό της πείνας στην Ιταλία. Ένιωσε τεράστια ντροπή, είπε στη Φαλάτσι, αλλά το έκανε.

  88. sarant said

    86 Σωστά. Βέβαια την Αιγινα την έχουμε συζητήσει πολλές φορές.

    83 Μάλιστα, λογικό είναι. Μπράβο.

  89. BLOG_OTI_NANAI said

    64: Γιάννη, αν θέλεις να το θέσεις προβοκατόρικα καλύτερα ως εξής:

    «Γίνεται μια κατοχή και πλημμυρίζει η χώρα μας από ένστολους Γερμανούς και Ιταλούς, που όλοι είναι γκέι ενεργητικοί, δύο μέτρα ύψος και δύο μέτρα πλάτος, πρόθυμοι να προσφέρουν φαγητό με μόνο αντάλλαγμα λίγη αντρική συντροφιά. Τι θα κάνατε, λεβέντες μου; Θα επιλέγατε την πατριωτική πείνα;»

    Το πλαίσιο εκείνης της εποχής για τις γυναίκες και τις ελεύθερες σχέσεις, πόσο μάλλον με τους κατακτητές, ήταν τόσο ασφυκτικό, που τα αποτελέσματα του ως προς την ηθική και την κοινωνική πίεση πλησιάζουν περισότερο σε αυτό που περιγράφω εδώ.

  90. Γιάννης Κουβάτσος said

    89:Ε,τώρα, το παράκανες προβακατόρικο. 😊

  91. aerosol said

    #85
    Αμφισβητήθηκε το δικαίωμα της Μαίρης Γαλάνη-Κρητικού να κάνει ηθικές κρίσεις (όχι πως έκανε και πολλές), με την λογική πως δεν υπέφερε όσο άλλοι.
    Βρίσκω ενδιαφέρον το θέμα και εξερευνώ τα λογικά όρια αυτής της οπτικής. Ειδικά εφόσον ο σκεπτικισμός απέναντι σ’ αυτήν θεωρήθηκε έλλειψη λογικής.
    Δηλαδή δεν υπάρχει κουβέντα να γίνει: όσοι δεν το θεωρούμε προφανές είμαστε παράλογοι. Προσπαθώ, λοιπόν, να λογικευτώ και να δω πού μας πάει.

  92. Γιάννης Κουβάτσος said

    91: Από μένα δεν αμφισβητείται το δικαίωμα κανενός να κάνει όχι μόνο ηθικές αλλά κάθε είδους κρίσεις. Το αντίθετο θα ήταν αμφισβήτηση της ελευθερίας του λόγου, οπότε θα ήμουν ανακόλουθος αν υποστήριζα κάτι τέτοιο. Ελπίζω να το ξεκαθάρισα αυτό. Αλλά, κατ’ εμέ, δεν έχουν όλες οι κρίσεις την ίδια βαρύτητα, ούτε οι ηθικές ούτε κανενός άλλου είδους. Δεν μπορώ να πάρω σοβαρά τις επικρίσεις του προνομιούχου κατά του «αμαρτωλού» αναγκεμένου. Και θα πω, επίσης, ότι ο ίδιος ο προνομιούχος θα πρέπει να καταλάβει ότι είναι, αν μη τι άλλο, άκομψες αυτές οι (επι)κρίσεις και καλό θα ήταν να τις αποφεύγει από μόνος του.

  93. Γιάννης Κουβάτσος said

    Πάντα μου άρεσε η εναρκτήρια φράση στιν «Μεγάλο Γκάτσμπι» :
    «Όταν ήμουν μικρός και πιο ευάλωτος ο πατέρας μου μού έδωσε μια συμβουλή που τριγυρίζει στο μυαλό μου από τότε: Όποτε αισθάνεσαι έτοιμος να κατακρίνεις κάποιον, να θυμάσαι ότι δεν είχαν όλοι οι άνθρωποι σ’ αυτόν τον κόσμο τα δικά σου πλεονεκτήματα. «

  94. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

  95. freierdenker said

    Στο κείμενο υπάρχει η λογοτεχνική διάσταση και η ιστοριογραφική. Ειδικά η δεύτερη είναι περιορισμένη, καθώς είναι κυρίως δεύτερο χέρι. Η ίδια η συγγραφέας αναφέρει τις πολλές ώρες συζήτησης με τον Αργύρη Φορτούνα που έγραψε βιβλίο, και είναι φανερό νομίζω ότι υιοθετεί την οπτική του.

    Κατά την δική μου ανάγνωση είναι ένα κείμενο που μιλά για την τοπική κοινωνία της Αίγινας, γραμμένο για την τοπική κοινωνία της Αίγινας, δημοσιευμένο στον τοπικό τύπο της Αίγινας. Δεν θα έλεγα ότι με ωφέλησε η αδιάκριτη μου ματιά στην κοινωνία της Αίγινας, αλλά το διάβασα με ευχαρίστηση.

    Παρεμπιπτόντως, διαβάζοντας το κείμενο αναρωτήθηκα αν όντως η Αίγινα συμφωνεί με το

    «Η Αίγινα, εντωμεταξύ, είχε παρακαλέσει τα τρία παιδιά της οικογένειας Φορτούνα, που ήταν γερμανομαθείς και που είχαν εξοχικό σπίτι στο νησί. να γίνουν οι διερμηνείς των Γερμανών.»

    Αλλά δεν θέλω να μάθω. Είπαμε να ρίξουμε μια αδιάκριτη ματιά, αλλά όχι και να γίνουμε μπανιστιρτζήδες.

  96. ΓΤ said

    H δική μου Αίγινα, όπως δεν την έζησα

    Με λάβαρο το απλολάλι της Χαρούλας (#66), έχοντας διαβάσει το #0, και όσο επιτρέπει το μυαλό μας να φτάσουμε στα νοηματικά βένθη του κειμένου που παρουσιάζουμε στο #30 (την πλήρη έκταση του οποίου μπορείτε να απολαύσετε υπεύθυνα στο τχ. 14, στο https://aeginaia.gr/bibliothikh/), θα επιχειρήσουμε να συναρμόσουμε παζλάκια εντυπώσεων.

    Θα πρέπει να τονίσω ότι στέκομαι με σεβασμό απέναντι στην Αίγινα, και τους Αιγινήτες, δεν φαντάζεστε πόσο…

    Αυτοί οι ακρίτες μας ζουν απομονωμένοι, σε ένα ιδιότυπο μετα_σανατόριο αθεράπευτων ραντιέρηδων, ο καθένας στο ησυχαστήριό του, σκόρπιες επαύλεις στην Πλουταλόγκα, με μια (φερέσυχνη άραγε;) αλληλεγγύη, σεβόμενοι τα χώματά τους, αφού σε σκήτες Αιγίνης ασκήτεψε ο φρυγανοδίαιτος στυλίτης Καζαντζάκης, μακριά από μέριμνες, άνετες Αντουανέτες υπάρξεις, αγκαλιά με τα μπαούλα τους, και το γαζοφυλάκιό τους ασφαλώς, κάτω από ένα κρεβάτι με ουρανό, και με μια βεντάλια για ξαέρι στ’ αχαμνά, για να μην τους τα πολυσκοτίζουν οι του κλεινού άστεως χειμαζόμενοι.

    Ήθελα να δω την έκφραση της Ειρήνης Κατσοτούρχη, της κυρα-Ρηνιώς, της Κυράς της Κινάρου, που, στη χάση και στη φέξη, ένα φουσκωτό τής πηγαίνει ζυμαρικά και λοιπά αγαθά, εάν διάβαζε για τη Ζηνοβία (βλ. #36) ότι υπάλληλοι του Οίκου Τσούχλου τής κουβαλούσαν στην Αίγινα τα ρούχα. Σινιέ ρούχο. Φαντάζομαι σινιέ και μακαρόνια για τη Ρηνιώ. Δεν πιστεύω η ξευτιλισμένη Ελλάς να της δίνει τίποτε νονέιμ να τρώει.

    Στο τχ. 14 συμπληρώνουμε, σε αυτό το υπέροχο άρθρο, έχουμε μία ατελείωτη καταγραφή πλούτου, η οποία, για το δικό μου μάτι, ασφαλώς βαδίζει αγκαζέ με την ένδεια της γραφής. Ας μην είμαστε αχάριστοι. Στη ζωή δεν μπορεί να τα έχεις όλα. Βεβαίως, εντελώς διάστροφα, μπορεί κανείς να έχει εντρυφήσει στη «Λεύκα» του Λορεντζάτου, όπου, ασφαλώς, «τη φτώχεια γράφοντας μαθαίνεις της γραφής. / Όμως παράξενο / τη φτώχεια της γραφής μαθαίνοντας, πλουταίνεις», κι έτσι να έρχομαι τώρα εγώ και να αδικώ σύμπαν αυτό το νησί, ενδιαίτημα-καταφύγιο Πρωτευόντων σπανίας ευπορίας.

    Από το ίδιο κείμενο, σελ. 19, μαθαίνουμε ότι εκεί στην οδό Αφαίας, λίγο λοξά, κατοικούσαν η Λιλή και η Αγγελικούλα, «ανύπαντρες παρθένες» που «τις διόρισαν στο ΠΙΚΠΑ». Θησαυρός, τέρμα, μιλάω μπέσα.

    Αδιάρρηκτον έχετε τον υμένα
    εάν επιθυμείτε του Δημοσίου τον λιμένα
    ελάτε λοιπόν να φυτευθείτε
    κατόπιν, δε, να διακορευθείτε

    Φίλες και φίλοι του Ιστολογίου, κακά τα ψέματα, οι «άριες από όπερα» σε σπιτούδια Αιγίνης δεν μπορεί να συνοδεύονται με ρεβίθια νερομπούλι. Η αθηναϊκή αναζήτηση της λαχανίδας βρίσκει ασφαλώς το αντίβαρό της σε ένα πινάκιο Σεβρ.

    Ωστόσο, η πραγματική αλληλοπεριχώρηση καρδίας και η δυνάμει ομοτράπεζη φιλαλληλία με τον πένητα τότε και μόνον τότε δικαιώνεται και θάλλει: όταν, κανόνας απαράβατος, λάμνει στις θάλασσες της σιωπής. Γιατί, εάν διψάει να σαρκωθεί στην εκφαντορία των αράδων, έχοντας ενίοτε υπό μάλης αυτοεγκωμιαστικά γλύφανα, τότε ενδέχεται ένα παλιό, της νιότης μας, υποδόριο τύπτεσθαι να έχει πια κακοφορμίσει.

  97. aerosol said

    #92
    Δεν διαφωνώ γενικά. Τι έχουμε σ’ αυτή την περίπτωση που ενόχλησε; Ας πούμε αυτό…
    «Γι’ αυτό και απορούσα βλέποντας δύο γνωστές μου νεαρές να γράφουν μη­νύματα πάνω στα μαρμάρινα τραπεζάκια του καφενείου του Καραγιάννη, όπου πηγαίναμε με τους γονείς μας… Και κατόπιν, να τους συναντούν στις ακρογιαλιές…»
    Δυο προτάσεις. Που δεν περιέχουν ΚΑΝ ηθική κρίση ή σχόλιο. Εννοούμε το ότι δεν εγκρίνει η συγγραφέας ακριβώς επειδή είναι αυτονόητο και ούτε κι εμείς το εγκρίνουμε -αλλιώς δεν θα πήγαινε ο νους μας. Αλλά είναι αξιοζήλευτα συγκρατημένη. Όσο δεν είμαστε εμείς στα σχόλια. Αυτές οι δυο προτάσεις θεωρούνται, λοιπόν, ο ψόγος του «προνομιούχου» προς τον φτωχό: (1) Ο ψόγος μόνο υποννοείται και (2) δεν έχουμε ιδέα αν αφορά φτωχές κοπέλλες, καθώς δεν έκαναν σχέσεις με τους ξένους φαντάρους μόνο οι πεινασμένοι.

    Όλα τα άλλα είναι εικασίες και, ναι, ηθικές κρίσεις! Αναρωτιέμαι, λοιπόν, κι εγώ, με τι κριτήρια βγάζουμε τους άλλους προβληματικούς. Ηθική κρίση δεν κάνω. Έχω δικαίωμα να ρωτήσω (μάλιστα ως θεωρημένος παράλογος) ή όχι;

  98. aerosol said

    #95 & #96
    Προφανώς η «Αίγινα» που «παρακάλεσε» κλπ, θα ήταν οι 3-4 οικογένειες που ήταν στα πράγματα. Γνωστές ιστορίες.
    Και στο λινκ για την συγγραφέα υπάρχουν διάφορα που θα προκαλέσουν το γέλιο ή την πίκρα. Η θεία που ήταν κολλητή της Φρείκης ήταν το αγαπημένο μου.

  99. Georgios Bartzoudis said

    Μην λέτε πολλά για τις γυναίκες που «το έδιναν» στους κατακτητές, διότι μπορεί να πέσετε σε καμιά έκπληξη! Η Σώτια Σώκου αναφέρθηκε κάποτε σε κάποια μή φτωχιά, που αργότερα έγινε διάσημη σε πολλά επίπεδα!!! Νομίζω ότι η κάθε περίπτωση «πουτάνας» ή «ρουφιάνου», πρέπει να κρίνεται ξεχωριστά και αυτοτελώς!

  100. Τώρα με τα κατοχικά θυμήθηκα πως αυτές τις ημέρες που είμαι Πρέβεζα έκανα λίγο καθαριότητα και πέταξα μερικά παλιά πράγματα καθώς και ένα ιταλικό έντυπο για λογιστικές καταγραφές, άγραφο, λευκό. Το είχαν πάρει οι γονείς μου μαζί με άλλα παρόμοια όταν έφυγαν οι Ιταλοί, οπότε άνοιξε η αποθήκη τους που ήταν απέναντι από το σπίτι μας. Το κτίριο είναι τώρα, από πολλά χρόνια, δημοτικό σχολείο. Είναι πολύ μεγάλο κτίριο, τώρα διώροφο.

  101. Γιάννης Κουβάτσος said

    Η Ροζίτα Σώκου, Πρόεδρε. Και δεν έχουμε ανάγκη τα κουτσομπολιά της, η ίδια η Μερκούρη έχει παραδεχτεί στην αυτοβιογραφία της «Γεννήθηκα Ελληνίδα» την ερωτική σχέση της με τον μαυραγορίτη Γιαδικιάρογλου, θεωρώντας τη το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της.

  102. freierdenker said

    98, aerosol, δεν διαφωνώ, αλλά υπάρχει και μια πιο ήπια προσέγγιση.

    Σε μια αγγλική αστυνομική σειρά, ο ντετέκτιβ Lewis λέει σε κάποια στιγμή στον βοηθό του: Όταν ήρθα στην Οξφόρδη, η πρώτη μου υπόθεση ήταν ένας φόνος στους κόλπους της καλής κοινωνίας, και θυμάμαι που με ρώτησε κάποιος που του έπαιρνα κατάθεση, κύριε είστε μέλος αυτής της πόλης; (Sir, are you a member of this city?) Όχι τού είπα, απλά μένω εδώ.

    Κατά κάποιο τρόπο η συγγραφέας δείχνει να είναι μέλος τής Αίγινας, δεν μένει απλά εκεί. Και αυτό δίνει νομίζω κάποιον χαρακτήρα στο κείμενο της.

  103. Παντού σε δύσκολες εποχές έζησαν άνθρωποι τα ίδια. Και μας τα διηγούνται.
    Η μάνα μου έλεγε ότι στα χρόνια της Κατοχής (ποια χρονιά ακριβώς δεν θυμάμαι) γέμισε ο πορθμός του Ευρίπου σαρδέλα. Τόση πολύ που άντεξε ο κόσμος την πείνα. Και τα χωράφια γύρω από τη Χαλκίδα με πολλά χόρτα. Τα τρώγαν χωρίς λάδι. Όποιοι είχαν πράγματα αξίας τα αντάλλασσαν με στάρι, λάδι με τους έχοντες τέτοια είδη (κυρίως Ψαχνιώτες, κατηγορούσαν ότι μάζεψαν κοσμήματα και άλλα πολύτιμα για ένα μπουκάλι λάδι).
    Πέρασαν τόσα χρόνια όμως…

  104. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    53 Ναι , το απεραθίτικο χραμάκι του τραγουδιού τ΄άρπαξαν μαυραγορίτες.
    (τα χιράμια τα δικά μας τα πήραν «οι παστρικές των Γερμανών»)

    Η Νάξος, ιδίως τα σμυριδοχώρια, είχαν τρομερό αριθμό θυμάτων από την πείνα της κατοχής.
    https://naxosplus.blogspot.com/2017/01/4-1800-2000.html

  105. Κουτρούφι said

    Καλά, η Αίγινα δεν έχει αγροτική παραγωγή και έπρεπε να πάνε στην Επίδαυρο;

    Για τις δοσοληψίες αγροτοκτηνοτρόφων με τους υπόλοιπους τα χρόνια της κατοχής στη Σίφνο υπάρχουν κάλαντα που τα είχα παρουσιάσει εδώ:

    Ειδησάρια του 1942


    (σχόλιο 106)
    Τα ξαναβάζω:

    Μα το δικό μας το νησί
    επέρασε ζωή χρυσή,
    χορταράκια δίχως λάδι
    πρωί μεσημέρι βράδυ

    Διότι οι παραγωγοί,
    ζητούσαν ως ανταλλαγή
    έπιπλα πολυτελείας
    και κουστούμια της Αγγλίας

    Οι πιο πολλοί, παρακαλώ,
    θέλαν φανέλες καμηλό,
    γιατί ήταν οι καϋμένοι,
    έτσι καλομαθημένοι.

    Με κριθαράκι μια οκά
    μαζέψανε χρυσαφικά.
    και με μια οκά λαδάκι
    κρεπ ντε σιν φορεματάκι

    Μαγκάλια και μπακιρικά
    και πιάτα ευρωπαϊκά
    και σερβίτσια από την Κίνα
    τ’ απολαύσανε κι εκείνα

    Άλλοι ζητούσανε σκηνές
    κι άλλοι του Σίγγερ μηχανές,
    κι άλλοι μια γραβάτα φίνα
    με πουκάμισο ποπλίνα

    Τα δώρα αυτά του καθενός
    του τάκαμε ο Ιταλός,
    κι όλοι αυτοί εν όσω ζούνε
    πρέπει να τον συγχωρούνε.

    Αν πεις η μαύρη αγορά
    τους έβγαλε χρυσά φτερά,
    μα τη γη όλη να φάνε
    πάλι οι ίδιοι θε νάναι.

    Όσα μαζέψατε παιδιά
    να τα ξεκάμετε με γεια,
    κι εμείς να αξιωθούμε
    να ρουχοπαπουτσωθούμε

    (στιχ. Ελένη Ν. Καλογήρου-Λεμπέση)

    Από το «Τα λαϊκά τραγούδια και τα κάλαντα της Σίφνου (1829-1980)» του Νικ. Γ. Σταφυλοπάτη, Ελληνικά Γράμματα, 1997.

  106. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    102 >>Κατά κάποιο τρόπο η συγγραφέας δείχνει να είναι μέλος τής Αίγινας, δεν μένει απλά εκεί.
    Λέει (από το λινκ του νήματος) :
    Στην Αίγινα ο καθένας βρίσκει το δικό του το μέρος.
    Το δικό μου είναι ο Καζαντζάκης.

  107. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα, ενδιαφέρουσα συζήτηση έγινε

    105 Φαινεται πως δεν είχαν παραγωγή. Και η μητερα μου, λίγο μεγαλύτερη από τη συγγραφέα, μου έχει πει ιστορίες πείνας.

  108. Οναιδής said

    89 Κυργική των Απόκρεων

    Α, κύριε κύριε ό,τι νάνε,
    να ‘σαι απού πάν’: αυτό θε να ‘ναι
    η λεβεντιά και η τιμή

    αν είσαι όμως από κάτω
    και μάλιστα για ένα πιάτο
    είσαι ντροπή, σχεδόν, γυνή

  109. 96.
    Αχ, ρε ΓουΤου! (όταν γράφεις, γράφεις!)

  110. sarant said

    109 Όντως.

  111. Καλημέρα,
    83 Ναι, τις θηλειές τις λέγανε και κούκλες (μαλλί κλπ). Ιδού από την Αγιάσο που λέγαμε προχτές. Αριστερά οι θηλειές κρεμασμένες και δεξιά η ανέμη που την έβαζες για να την κάνεις μετά ό,τι θέλεις (π.χ. κουβάρι).

  112. Χαρούλα said

    #111 ναι θηλιές λέγαμε αυτές που τυλίγαμε μεταξύ παλάμης-αγκώνα. Μετά ένας την τέντωνε ανάμεσα στις δυο παλάμες, κι ο άλλος απέναντι, τύλιγε την κλωστή σε κουβάρι. Συνηθως γινόταν σε ξηλωμένω νήμα που πλύθηκε για να ξαναπλεχτεί.
    Οι κούκλες ήταν έτοιμες αγοραστές, που τραβούσες την μια άκρη από το εσωτερικό και όσο έπλεκες ξετυλιγόταν(….και μπερδευόταν! 😠)
    Λειτουργούσαν δε και ως ποσοτικό μέτρο στο περίπου. Για κασκόλ ήθελε μία. Για πουλόβερ οκτώ κλπ

  113. Και τώρα η Χαρούλα θα ζητήσει συγγνώμη για το ξηλωμένω.

  114. Χαρούλα said

    #113 γιατί;;; Είναι παθητική φωνή του ξηλώνω!😊🥳
    εμ, να μην ζητήσει;;;; 🫣🥺🤫 αλλοπαρμένη,ντιπ κατά ντιπ!

  115. Πέπε said

    Όχι να μη ζητήσει καμία συγγνώμη. Με ευθύτητα και ευθύνη να ομολογήσει ότι έτσι έφυγε από το πληκτρολόγιό της, πράγμα νόμιμο αν και λάθος, και ότι δεν το ήξερε.

  116. ΣΠ said

    115
    Δεν θα παραιτηθεί όμως αυτός που της πούλησε το πληκτρολόγιο;

  117. Πού πάτε ρε Καραμήτροι χωρίς ΕΔΕ εις βάρος του πληκτρολογίου? Θα το βάλω κάτω και θα τα κελαηδήσει όλα, κουμπί-κουμπί.

  118. Πέπε said

    Σωστά, πρέπει να φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο.

    (Αλήθεια, τι σπλάτερ έκφραση!)

  119. Χαρούλα said

    σνιφσνιφσνιφ δεν έχω ανηψιό να παραιτηθεί
    Λυπηθείτε με! Ευθέως με ευθύνη σας το λέω!

  120. sarant said

    119 Κανένας οργανοπαίχτης χωρίς πτυχίο δεν σου βρίσκεται; Ελλείψει ανιψιού, να πληρώσει το μάρμαρο.

  121. Όχι, να προσαχθούν οι υπεύθυνοι που δεν της προμήθευσαν ανιψιό.

  122. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    118, καμιά σκιά

    119 τον πρέσβη μου μέσα !

  123. Γιάννης Κουβάτσος said

    Συμπολίτες μου,
    είναι ανεπίτρεπτο σε ένα σχόλιο σε τέτοιου επιπέδου ιστολόγιο να περιέχει έστω και ένα ορθογραφικό λάθος. Δεν το πρόσεξα και προφανώς δεν θα το επέτρεπα ποτέ. Έκανα δεκτή την παραίτηση του κορέκτορα, ο οποίος ζήτησε συγγνώμη για τον λανθασμένο χειρισμό του.
    Φεύγω για τριήμερο.

  124. Πέπε said

    123

    …ο οποίος ζήτησε συγγνώμη για τον λανθασμένο χειρισμό μου

  125. sarant said

    124 Έτσι!

  126. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    111 >>τις θηλειές τις λέγανε και κούκλες (μαλλί κλπ)
    Από προχθές προσπαθούσα να θυμηθώ πώς λέγαμε τις κούκλες μαλλιού, ρώτησα κιόλας, μπα.
    Τώρα μου ήρθε:
    -Ξεπλεξίδια, το νήμα από παλιά πουλόβερ κλπ που το ετοιμάζανε για νέο πλεκτό και
    -Κούτσα, μια κούτσα μαλλί, μια δέσμη. Κούτσα λέγαμε και για τα φυτουλάκια λαχανικών, δυο κούτσες (ρίζες) κελντανέ (πράσο), φυλλαδάκια (είδος χειμωνιάτικου λαχανικού), μαϊντανό κ.α, μάλλον επειδή, τέτοια μάλιστα εποχή- μέσα Αυγούστου και πέρα, τα φέρνανε και τα πουλούσαν σε ματσάκια -δέσμες, από τα πιο ορεινά.

    Και, ω χαρά, βρίσκω ότι «κούτσα μαλλί » και στη Μικρασία!
    Από δω, αλλά δεν αντιγράφεται
    https://m.facebook.com/groups/1490771217868179/posts/2914665905478696/

  127. Πέπε said

    126
    Και ο Βαμβακάρης:
    «Μες στο κλωστήριο μέ ‘χανε κι ήκανα πακετάκια,
    νήμα και κούτσεες φέρνανε σ’ εμέ τα κοριτσάκια»

    Αλλά η Καρίβαλη απαντά:
    «Νήμα και κούκλες φέρνανε σ’ εσέ τα κοριτσάκια,
    εμένα δε λογάριαζες που έπινα φαρμάκια!»

Σχολιάστε