Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Γ. Καραϊσκάκης’

Βρίζοντας και πολεμώντας πάλι

Posted by sarant στο 24 Μαρτίου, 2014

Συνηθίζω κάθε χρόνο, κοντά στην 25η Μαρτίου, να ανεβάζω ένα ή περισσότερα κείμενα σχετικά με την επανάσταση του 1821. Φέτος, κάπως το αμέλησα και ήδη φτάσαμε στην παραμονή. Ας διορθώσω λοιπόν την παράλειψη, αναδημοσιεύοντας ένα παλιό άρθρο, που δημοσιεύτηκε εδώ πριν από 4 χρόνια, στο οποίο έχω προσθέσει μερικά πράγματα με την ευκαιρία της επανάληψης. (Οι προσθήκες με γαλάζιο χρώμα).

Τις προάλλες θυμήθηκα ένα παλιό άρθρο που είχα διαβάσει στα Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας. Δεν το είχα κρατήσει, όμως το βρήκα στο Διαδίκτυο. Είναι της Μαρίας Ευθυμίου, επ. καθηγήτριας του τομέα Ιστορίας Πανεπ. Αθηνών. Στο τέλος συμπληρώνω κι εγώ μερικά ηρωικά αθυρόστομα και μερικά με γλωσσικό ενδιαφέρον.

Η λαλιά, η καθημερινή ομιλία του ’21, δεν είναι εύκολο να μας είναι γνωστή στη φυσικότητα της. Οι αδροί και αμόρφωτοι χωρικοί που κράτησαν στους ώμους τους τον Αγώνα δεν είχαν τρόπο να αποτυπώσουν σε χαρτί την υφή και τη ροή του λόγου τους. Τα κείμενα και οι προκηρύξεις της Επανάστασης, τα Συντάγματα και οι αποφάσεις της συντάχθηκαν από άτομα υψηλής μόρφωσης, Φαναριώτες και προύχοντες, σε μια γλώσσα αποκαθαρμένη, πλούσια και επιμελημένη. Η αλληλογραφία των οπλαρχηγών, που θα μπορούσε, από την πλευρά αυτή, να μας μεταφέρει την υφή του απλού λόγου των αμόρφωτων η ελάχιστα μορφωμένων αυτών ανθρώπων, δεν Βοηθά, συχνά, ούτε κι αυτή, καθώς τη σύνταξη των μηνυμάτων και των επιστολών τους αναλάμβαναν οι «γραμματιζούμενοι» γραμματικοί τους. Αν το πρόβλημα αυτό για την ελληνική γλώσσα είναι μεγάλο, γίνεται αξεπέραστο και πελώριο όταν πρόκειται για τη γλώσσα των πολυάριθμων εκείνων αγωνιστών που ήταν αλλόγλωσσοι ή δίγλωσσοι, και μάλιστα σε γλώσσες προφορικές και όχι γραπτές, όπως συνέβαινε με τους Βλάχους και τους Αρβανίτες. Σπάνια από τα κείμενα-πηγές του Αγώνα μπορούμε να αντλήσουμε έστω μνεία γι’ αυτές: έτσι π.χ., ο Ν. Κασομούλης στα απομνημονεύματά του, τα τόσο πολύτιμα και λεπτομερή, αναφερόμενος σ’ ένα περιστατικό που αφορά τον -ως Υδραίο- αρβανιτόφωνο Κουντουριώτη, καταγράφει την παροιμία που αυτός ανεφώνησε εις άπταιστον αλβανικήν «βάτε με κάλε, έρδε με γκομάρ» (που θα πει «πήγε με άλογο, γύρισε με γαϊδούρι»). Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Κ. Μεταξάς στα απομνημονεύματά του, αναφερόμενος σε μια ομιλία του Μάρκου Μπότσαρη προς τους συμπολεμιστές του Σουλιώτες, αρκείται να σημειώσει: «τους ελάλησεν εις την γλώσσαν των, αλβανιστί, οι δε λόγοι του ήσαν πλήρεις ενθουσιασμού και πατριωτισμού…». Το ότι οι αγωνιστές του ’21 -είτε ελληνόφωνοι είτε αλλόφωνοι είτε δίγλωσσοι- βωμολοχούσαν και έβριζαν είναι περισσότερο από βέβαιο. Οι βωμολοχίες αυτές μόνο σε λίγες περιπτώσεις καταγράφτηκαν κι έφτασαν ως εμάς· η ευπρέπεια που υποβάλλει ο γραπτός λόγος, καθώς και η επιδίωξη λόγιου λόγου που επέλεξαν οι περισσότεροι από τους αγωνιστές όταν αργότερα, μετά τον Αγώνα, έγραφαν τα απομνημονεύματα τους, δεν επέτρεψαν να γνωρίζουμε πολλά για το θέμα αυτό. Γνωρίζουμε ότι πριν από τις μάχες οι αντίπαλοι συνομιλούσαν κατ’ αρχάς ήρεμα, για να καταλήξουν -συνήθως αλβανιστί- σε ύβρεις αισχρές ο ένας για τη θρησκεία του άλλου, ύβρεις που από μόνες τους έδιναν το σύνθημα της μάχης και περιέγραφαν το μίσος και το πάθος. «Τούρκε, γαμώ την πίστη σου και το συκώτι σου», κραύγαζαν οι Έλληνες της Νάουσας, όταν κατά την εξέγερση τους έσφαζαν τους παλιούς τους φίλους Τούρκους συντοπίτες τους, όπως με φρίκη καταγράφει ο Κασομούλης στα απομνημονεύματα του. Οι «φιλοφρονήσεις», όμως, δεν λείπουν και μεταξύ συναγωνιστών και ομοφύλων: «σκατόβλαχο» αποκαλεί ο προύχοντας της Πελοποννήσου Κανέλλος Δεληγιάννης τον Κολοκοτρώνη, «αλιτήριο» και «εξωλέστατο» τον ιερωμένο Παπαφλέσσα ο επίσης ιερωμένος Π. Π. Γερμανός, «κερατοκαλόγερο» ο Μακρυγιάννης έναν καλόγερο, φίλο των Κολοκοτρωναίων.

Ο Μακρυγιάννης είναι στ’ αλήθεια πολύτιμη πηγή απτού, αμέσου και πηγαίου λόγου της εποχής, Ο πληθωρικός αυτός άνθρωπος γράφει ειλικρινά και παρορμητικά τα απομνημονεύματά του με τα λίγα γράμματα που μόλις έμαθε. Δεν γνωρίζει από ψευτοσυστολές και επιτηδεύσεις, γι’ αυτό κανείς μπορεί να βρει σ’ αυτόν λαγαρές φράσεις, όπως αυτές που χρησιμοποιεί για να περιγράψει την ανυποχώρητη αντίσταση που συνάντησαν οι Έλληνες εκ μέρους των αμυνόμενων Τούρκων, όταν επιχείρησαν να ανακαταλάβουν το κάστρο του Ακροκορίνθου, ένα κάστρο που λίγο πριν, από πανικό και φόβο, παρέδωσε στους επιτιθέμενους Τούρκους ο Έλληνας υπερασπιστής του Αχιλλέας, παρ’ ότι είχε επαρκή κάλυψη από άντρες, τρόφιμα και πολεμοφόδια, «…Οι Τούρκοι μας έβαλαν εις το κανόνι οπού δεν είδαμε πούθε να κάμωμε. Δεν ήταν ο Αχιλλέας, ο φρούραρχος της Διοίκησης, οπού τ’ αφήνει εφοδιασμένο και φεύγει· είναι Τούρκος, πολεμάγει δια την πίστη του. Ο Τούρκος έτρωγε ποντίκια και μας γάμησε το κέρατο με τα κανονιά και τις μπόμπες. Ο Αχιλλέας, αρνιά και κριάρια μέσα, τ’ αφήνει όλα και πάει ναύβρη τούς συντρόφους του οπού τον διορίσαν…».

Εκείνος, όμως, από τούς αρχηγούς του ’21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ’ όλους για την ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ορεσίβιος και αδρός, άνθρωπος που έζησε μέχρι τέλους της ζωής του τη φτηνή ειρωνεία όσων ήθελαν να θυμούνται πως ήταν «ο μούλος» «γιος της καλογριάς», βρήκε διέξοδο, για να ξεπεράσει την οργή του και να επιβληθεί σ’ ένα δύσκολο γι’ αυτόν κοινωνικό περιβάλλον, στον παραληρηματικό Βωμολοχικό λόγο. Η Βωμολοχία του ήταν τόσο συνεχής και έντονη που οι συναγωνιστές του χρειάστηκε να αποδεχθούν το ελάττωμα του αυτό ως «χούι», προκειμένου να μπορέσουν να συνυπάρχουν και να συμπολεμούν μαζί του.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Γενικά γλωσσικά, Ιστορία, Πατριδογνωσία | Με ετικέτα: , , , , , , , | 149 Σχόλια »

Ο εκτσογλανισμός του κ. Β. Βενιζέλου

Posted by sarant στο 27 Δεκεμβρίου, 2013

Στο ιστολόγιο συνεχίζεται η ψηφοφορία για τη λέξη της χρονιάς, υπάρχει όμως ένας νεολογισμός που θα έπαιρνε αρκετές ψήφους αν είχε μπει στο ψηφοδέλτιο, αλλά δεν μπήκε για τον απλούστατο λόγο ότι είδε το φως της δημοσιότητας πολύ πρόσφατα, ενώ είχε ήδη αρχίσει η ψηφοφορία. Θα καταλάβατε βέβαια ότι εννοώ τη λέξη εκτσογλανισμός, που λανσάρισε πριν από μερικές μέρες ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος (οΘντκ) της (οΘντκ) κυβέρνησης της χώρας και η οποία, όπως ήταν ίσως φυσικό, έχει προκαλέσει πολλά σχόλια.

Συγκεκριμένα, ο κ. Βενιζέλος είπε, μιλώντας ενώπιον της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του Κόμματός του και αναφερόμενος, σε τι άλλο, στον ΣΥΡΙΖΑ: Καλλιεργούν το υπόστρωμα του εκχυδαϊσμού και του εκφασισμού της κοινωνίας. Για την ακρίβεια, θα μου επιτρέψετε να πω μια λέξη και ζητάω συγνώμη από εσάς και τους ακροατές μας, του εκτσογλανισμού της ελληνικής κοινωνίας. Του εκτσογλανισμού.

Βέβαια, ο κ. Βενιζέλος τα είπε αυτά ενώ ίσως για πρώτη φορά αισθανόταν τόσο απειλητικούς (αν και ακόμα υπόκωφους) τριγμούς στην καρέκλα του, καθώς η δυσαρέσκεια στελεχών του κόμματός του προς το πρόσωπό του συνεχώς εντείνεται -δεν είχε προλάβει να στεγνώσει το μελάνι στην επιστολή των επτά μελών της ΚΠΕ που ζητούσαν «απεμπλοκή από τη συγκυβέρνηση», οπότε η επίθεση στον ξορκισμένο ΣΥΡΙΖΑ ήταν επιβεβλημένη για λόγους εσωτερικής συσπείρωσης, ακόμα καλύτερα μ’ ένα ρητορικό πυροτέχνημα που θα τραβούσε την προσοχή από τις φωνές αμφισβήτησης. Αυτά τα πολιτικά τεχνάσματα είναι στοιχειώδη, πασίγνωστα και διάφανα.

Όμως εδώ δεν πολιτικολογούμε και τόσο, οπότε δεν θα σχολιάσω περισσότερο τα αδιέξοδα του κ. Βενιζέλου -αλλά ευχαρίστως να ακούσω τα σχόλιά σας, όπως και τις τυχόν διαφωνίες σας· εδώ κυρίως λεξιλογούμε, οπότε θα ασχοληθώ σήμερα με τον βενιζέλειο νεολογισμό, χαρίζοντάς του τα 15 λεπτά δημοσιότητας που δικαιούται πριν χαθεί, όπως είναι η μοίρα των πυροτεχνημάτων.

Τον χαρακτήρισα νεολογισμό, παρόλο που δεν μπορώ να βεβαιώσω ότι ο κ. Βενιζέλος είναι ο πρώτος εκστομίσας. Ομολογώ ότι δεν είχα κάνει ενδελεχή έρευνα στα σώματα κειμένων πριν ειπωθεί από τον κ. Βενιζέλο, και βέβαια τώρα δεν είναι δυνατόν να γίνει αναζήτηση αφού το γκουγκλ έχει πλημμυρίσει με τις πρόσφατες ανευρέσεις. Πάντως, κι αν ακόμα κάποιοι το είχαν πει πριν από τον κ. αντιπρόεδρο, εκείνος σίγουρα πιστώνεται με τη δημοσιοποίηση του νεολογισμού.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Επικαιρότητα, Ιστορίες λέξεων, Νεολογισμοί, Οθωμανικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 88 Σχόλια »

Βρίζοντας και πολεμώντας

Posted by sarant στο 23 Μαρτίου, 2010

Τις προάλλες που είχε γίνει η φασαρία με τη διαφήμιση της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας που παρουσίαζε καπεταναίους του 1821 να μαλώνουν για την καλύτερη σύνδεση κινητού, κάτι που είχε θεωρηθεί ασέβεια, θυμήθηκα ένα παλιό άρθρο που είχα διαβάσει στα Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας. Δεν το είχα κρατήσει, όμως το βρήκα στο Διαδίκτυο. Είναι της Μαρίας Ευθυμίου, επ. καθηγήτριας του τομέα Ιστορίας Πανεπ. Αθηνών. Στο τέλος συμπληρώνω κι εγώ μερικά ηρωικά αθυρόστομα και μερικά με γλωσσικό ενδιαφέρον.

Η λαλιά, η καθημερινή ομιλία του ’21, δεν είναι εύκολο να μας είναι γνωστή στη φυσικότητα της. Οι αδροί και αμόρφωτοι χωρικοί που κράτησαν στους ώμους τους τον Αγώνα δεν είχαν τρόπο να αποτυπώσουν σε χαρτί την υφή και τη ροή του λόγου τους. Τα κείμενα και οι προκηρύξεις της Επανάστασης, τα Συντάγματα και οι αποφάσεις της συντάχθηκαν από άτομα υψηλής μόρφωσης, Φαναριώτες και προύχοντες, σε μια γλώσσα αποκαθαρμένη, πλούσια και επιμελημένη. Η αλληλογραφία των οπλαρχηγών, που θα μπορούσε, από την πλευρά αυτή, να μας μεταφέρει την υφή του απλού λόγου των αμόρφωτων η ελάχιστα μορφωμένων αυτών ανθρώπων, δεν Βοηθά, συχνά, ούτε κι αυτή, καθώς τη σύνταξη των μηνυμάτων και των επιστολών τους αναλάμβαναν οι «γραμματιζούμενοι» γραμματικοί τους. Αν το πρόβλημα αυτό για την ελληνική γλώσσα είναι μεγάλο, γίνεται αξεπέραστο και πελώριο όταν πρόκειται για τη γλώσσα των πολυάριθμων εκείνων αγωνιστών που ήταν αλλόγλωσσοι ή δίγλωσσοι, και μάλιστα σε γλώσσες προφορικές και όχι γραπτές, όπως συνέβαινε με τους Βλάχους και τους Αρβανίτες. Σπάνια από τα κείμενα-πηγές του Αγώνα μπορούμε να αντλήσουμε έστω μνεία γι’ αυτές: έτσι π.χ., ο Ν. Κασομούλης στα απομνημονεύματά του, τα τόσο πολύτιμα και λεπτομερή, αναφερόμενος σ’ ένα περιστατικό που αφορά τον -ως Υδραίο- αρβανιτόφωνο Κουντουριώτη, καταγράφει την παροιμία που αυτός ανεφώνησε εις άπταιστον αλβανικήν «βάτε με κάλε, έρδε με γκομάρ» (που θα πει «πήγε με άλογο, γύρισε με γαϊδούρι»). Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Κ. Μεταξάς στα απομνημονεύματά του, αναφερόμενος σε μια ομιλία του Μάρκου Μπότσαρη προς τους συμπολεμιστές του Σουλιώτες, αρκείται να σημειώσει: «τους ελάλησεν εις την γλώσσαν των, αλβανιστί, οι δε λόγοι του ήσαν πλήρεις ενθουσιασμού και πατριωτισμού…». Το ότι οι αγωνιστές του ’21 -είτε ελληνόφωνοι είτε αλλόφωνοι είτε δίγλωσσοι- βωμολοχούσαν και έβριζαν είναι περισσότερο από βέβαιο. Οι βωμολοχίες αυτές μόνο σε λίγες περιπτώσεις καταγράφτηκαν κι έφτασαν ως εμάς· η ευπρέπεια που υποβάλλει ο γραπτός λόγος, καθώς και η επιδίωξη λόγιου λόγου που επέλεξαν οι περισσότεροι από τους αγωνιστές όταν αργότερα, μετά τον Αγώνα, έγραφαν τα απομνημονεύματα τους, δεν επέτρεψαν να γνωρίζουμε πολλά για το θέμα αυτό. Γνωρίζουμε ότι πριν από τις μάχες οι αντίπαλοι συνομιλούσαν κατ’ αρχάς ήρεμα, για να καταλήξουν -συνήθως αλβανιστί- σε ύβρεις αισχρές ο ένας για τη θρησκεία του άλλου, ύβρεις που από μόνες τους έδιναν το σύνθημα της μάχης και περιέγραφαν το μίσος και το πάθος. «Τούρκε, γαμώ την πίστη σου και το συκώτι σου», κραύγαζαν οι Έλληνες της Νάουσας, όταν κατά την εξέγερση τους έσφαζαν τους παλιούς τους φίλους Τούρκους συντοπίτες τους, όπως με φρίκη καταγράφει ο Κασομούλης στα απομνημονεύματα του. Οι «φιλοφρονήσεις», όμως, δεν λείπουν και μεταξύ συναγωνιστών και ομοφύλων: «σκατόβλαχο» αποκαλεί ο προύχοντας της Πελοποννήσου Κανέλλος Δεληγιάννης τον Κολοκοτρώνη, «αλιτήριο» και «εξωλέστατο» τον ιερωμένο Παπαφλέσσα ο επίσης ιερωμένος Π. Π. Γερμανός, «κερατοκαλόγερο» ο Μακρυγιάννης έναν καλόγερο, φίλο των Κολοκοτρωναίων.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γενικά γλωσσικά, Ιστορία, Πατριδογνωσία | Με ετικέτα: , , , , | 63 Σχόλια »