Το αριστερό χέρι, (αθησαύριστο;) διήγημα του Μ. Καραγάτση
Posted by sarant στο 19 Μαρτίου, 2023
Θα παρουσιάσω σήμερα ένα διήγημα του Μ. Καραγάτση, «Το αριστερό χέρι». Το βρήκα στο περιοδικό Μπουκέτο της κατοχικής περιόδου, όπου δημοσιεύτηκε το 1943. Το Μπουκέτο εκείνης της περιόδου δεν έχει προσεχτεί όσο αξίζει -κανείς δεν το έχει αποδελτιώσει- και κρύβει αρκετά διαμάντια. Εκεί είχε (ανα)δημοσιευτεί και το αθησαύριστο διήγημα του Παπαδιαμάντη «Η νοσταλγία του Γιάννη», που ανακάλυψα και δημοσίευσα παλιότερα, όπως και άλλα αθησαύριστα έργα για τα οποία μπορεί να μιλήσουμε στο μέλλον.
Υποθέτω ότι και το σημερινό διήγημα είναι αθησαύριστο, αλλά δεν έχω απόλυτη βεβαιότητα. Μπορεί να μην έψαξα καλά τον κατάλογο των έργων του ή, μια και δεν έχω διαβάσει όλα τα διηγήματα του Καραγάτση, μπορεί να είναι δημοσιευμένο σε κάποιο βιβλίο, αλλά με άλλο τίτλό. Γι’ αυτό και βάζω ερωτηματικό στον τίτλο.
Αν δεχτούμε πως είναι αθησαύριστο, μπορεί ο Καραγάτσης να μην το θεώρησε άξιο για μονιμότερη δημοσίευση, αλλά ούτως ή άλλως είναι μια ψηφίδα που συμπληρώνει την εικόνα.
Ευχαριστώ τον φίλο μας τον Γιάννη Μαλλιαρό που είχε την καλοσύνη να πληκτρολογήσει το κείμενο. Η ορθογραφία έχει εκσυγχρονιστεί.
ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΧΕΡΙ
Αυτή την ιστορία μου τη διηγήθηκε μια γυναίκα που κάποτε ήταν όμορφη. Μια ξένη σεβάσμια δέσποινα που οι σοροκάδες της ζωής την έριξαν – συντρίμμι ερημικό – στην Ελλάδα.
***
Ναι μου είπε, αγάπησα κι εγώ όπως όλος ο κόσμος. Αγάπησα τον άντρα μου. Μα πριν απ’ αυτόν… Πάνε κάπου 35 χρόνια τώρα. Ήμουν κοριτσάκι γεμάτο απορίες και όνειρα. Αυτός πολύ πιο μεγάλος από μένα. Ένας από κείνους τους άντρες που χωρίς να είναι ούτε όμορφοι, ούτε πλούσιοι, ούτ’ εξαιρετικά έξυπνοι σκορπάν κάποιο ανεξήγητο κύμα γοητείας ολόγυρά τους. Τον περιτριγύριζε η χειρότερη φήμη: Γυναικάς μπεκρής, χαρτοπαίκτης, τεμπέλης, ασυνείδητος, χωρίς πόρους φανερούς κατάφερνε να είναι το χαϊδεμένο παιδί της καλύτερης, της αυστηρότερης κοινωνίας.
Τον πρωτοαντίκρισα σε μια δεξίωση, στην πρώτη μου δεξίωση… Καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό για μια δεκαοχτάχρονη κοπελίτσα… Αυτός ήρθε πολύ αργότερα. Ήταν πιωμένος… Ω, μη φαντασθείτε! Ήξερε να σταθεί. Είχε εκείνο το όμορφο μεθύσι. Όπως εμπήκε στο μεγάλο σαλόνι, ένιωσα – ναι ένιωσα – όλα τα μάτια των γυναικών να στηλώνουνται απάνω του. Είδα μάγουλα να κιτρινίζουν και ρουθουνάκια ν’ ανασαίνουν δύσκολα τον αέρα του Θεού… Αυτός προχώρησε ανάμεσα στην επιθυμία με το μεγαλύτερο πώς το λέτε σεις; … αιζάνς… ωσάν να ήταν κάτι το κοινό, το φυσικό. Χαμογελούσε. Κι ήξερε να χαμογελάει, ναι.
Όλο το βράδυ στεκόμουνα σε μια γωνιά και τον κοιτούσα, τον κοιτούσα. Αυτός, πετούσε απ’ τη μια στην άλλη, χόρευε, έπινε, γλεντούσε, μ’ έναν αέρα σίγουρο τόσο σίγουρο… Κι αδιάφορος. Αδιάφορος για όλα ίσως και γι’ αυτόν τον ίδιο. Είδα γυναίκεια μάτια να βουρκώνουν γιατί αυτός κοίταζε κάποιαν άλλη. Είδα γυναίκεια χείλη να τρεμουλιάζουν από ερχόμεν’ ηδονή, γιατί αυτός είπε ένα λόγο θερμό. Αυτός! Δεν ήταν παρά αυτός. Δεν υπήρχε άλλος απ’ αυτόν.
Την ώρα που έφευγε τον συνόδεψαν χίλιες ματιές κι επιθυμίες. Αυτός ούτε που νοιαζότανε. Προχωρούσε κατά την έξοδο με το φίνο, το κοροϊδευτικό χαμόγελο στα χείλη. Έτσι ακριβώς ήταν όταν πέρασε μπροστά μου. Με είδε που στεκόμουν όρθια, ακίνητη με μάτια στηλωμέν’ απάνω του. Τότε στάθηκε. Δεν χαμογελούσε πια. Μόνο με κοιτούσε. Και γίνηκ’ ένας αλλιώτικος, πολύ αλλιώτικος άνθρωπος. Κι άξαφνα έσκυψε βαθιά και με χαιρέτησε. Με χαιρέτησε με σεβασμό με ταπεινοσύνη σαν να μην ήταν αυτός. Αυτός που έριχνε την υπέροχή του αναίδεια, δόλωμα στη γυναικεία ματαιοδοξία.
Κι έφυγε. Εγώ απόμειν’ ασάλευτη με μάτια χαμένα, κάπου μακριά. Και δεν ένιωσα τα μάτια όλων των γυναικών στηλωμέν’ απάνω μου με μίσος… Ναι, με μίσος.
***
Και μ’ αγάπησε. Ναι, πρώτ’ αυτός μ’ αγάπησε. Με το δικό του τρόπο. Όπως μόνον αυτός μπορούσε πραγματικά να μ’ αγαπήσει. Πραγματικά. Όσο για μένα ήμουν τρελή. Τι άλλο να σας πω;
Δεν τον έβλεπα πολύ συχνά. Ίσως μια φορά τη βδομάδα, μια φορά στις δέκα μέρες. Έτσι ήθελε. Ξακολουθούσε να ζει τη ζωή του την άτσαλη, την ασυνείδητη. Πιοτό, χαρτί, γυναίκες, ύποπτες δουλειές. Δεν μου’λεγε τίποτα μα εγώ τα μάθαινα. Μάτωνε η καρδιά μου. Σιχαινόμουν τον εαυτό μου που ξέπεσε ν’ αγαπάει έναν τέτοιον άνθρωπο. Περνούσα νύχτες άυπνες, μέσα σε δάκρια πικρά. Όχι! Δεν ήταν δυνατό να εξακολουθήσει αυτό! Κάθε τόσο έπαιρνα την απόφαση: Όταν τον ξαναϊδώ θα του ειπώ πως πρέπει να τελειώνει. Να τελειώνει.
Κι όταν τον ξανάβλεπα. Αχ κύριέ μου! Έχετε αγαπήσει ποτέ; Ναι; Ερχόταν τόσο σοβαρός, τόσο λυπημένος, τόσο σεμνός. Ναι σεμνός. Καθόταν στα πόδια μου ώρες ολόκληρες. Με κοίταζε, με κοίταζε και δεν μιλούσε. Από [αγάπη;] αναστέναζε φιλούσε την άκρη από τα δάχτυλά μου κι έφευγε. Αυτό ήταν όλο. Και γω απόμενα σε κατάσταση αγάπης, σ’ όνειρο ευτυχίας. Γιατί ένιωθα το πόσο μ’ αγαπούσε. Εμένα. Μόνον εμένα.
Κι έτσι πέρασαν δυο χρόνια γεμάτα πίκρα κι ευτυχία. Πιότερο πικρά. Τα τι ευτυχία φέρνει η πίκρα όταν αγαπάς, όταν νιώθεις πως σ’ αγαπούνε… Πρώτα ήταν μια ιστορία με κάτι χαρτιά στο Χρηματιστήριο. Υπεξαίρεση κάτι τέτοιο. Δεν θυμάμαι ακριβώς. Βγήκε απαλλαχτικό βούλευμα. Ύστερα μονομάχησε μ’ ένα λοχαγό των Ουσάρων για μια γυναίκα του καμπαρέ. Τα μάθαινα όλ’ αυτά, πονούσα. Μα παράπονο δεν βγήκε απ’ το στόμα μου. Ήταν τόσο καλός, τόσο ειλικρινής, τόσο αγνός, ναι αγνός μαζί μου, που δεν καταλάβαινα… Όταν όμως ξέσπασε το στερνό σκάνδαλο τότε κατάλαβα. Μια κοπελίτσα, μια φίλη μου που αυτοκτόνησε με τη φωτογραφία του πάνω στην καρδιά. Η νεκροψία έδειξε πως θα γινόταν μητέρα. Τότε όλ’ η δύναμή μου η ναρκωμένη απ’ την παράξενη γοητεία της αγάπης του εξύπνησε ακατάβλητη. Όταν ήρθε και στάθηκε μπροστά μου χαμογελαστός, σεμνός, αγνός όπως πάντα άρπαξα τα μπράτσα του και του είπα:
– Γιατί αυτή κι όχι εγώ;
Αχ κύριε! Δεν ξέρετε τι υπέροχα ξετσίπωτη είναι μια ερωτευμένη παρθένα… Αυτός με κοίταξε τρομαγμένος κατακίτρινος λες κι ο λόγος μου μπήχτηκε μαχαίρι στην καρδιά του.
– Δεν ξέρεις τι λες. Δεν ξέρεις τι λες…
Κι έφυγε. Ναι έφυγε δεν τον ξανάειδα. Δεν τον ξανάειδε κανείς. Ακούστηκε πως πήγε στις αποικίες στην Αφρική… Μα τι σημασία έχει το πού πήγε. Έφυγε. Αυτό είναι όλο…
***
Ο πόλεμος του 14 με βρήκε παντρεμένη. Σας είπα πως ο άντρας μου ήταν αξιωματικός του πυροβολικού; Τον αγαπούσα, σας λέω την αλήθεια. Η θύμηση του άλλου, του χαμένου έσβησε σιγά – σιγά μέσ’ την καρδιά μου. Έσβησε αφήνοντας το πονεμένο της σημάδι. Μα ο άνθρωπος είναι θεριό εγωισμού. Διψούσα για ευτυχία…
Κι όμως πέρασα δύσκολες ημέρες σαν κάθε γυναίκα, σαν κάθε μητέρα. Τρία ολόκληρα χρόνια. Ο άντρας μου λαβώθηκε βαριά. Καινούριες λαχτάρες. Μα δόξα να έχει ο Ύψιστος ξαναβρήκε την υγειά του. Μόνο που το δεξί του πόδι κόντυνε λίγο και δεν ήταν ικανός να ξαναπολεμήσει. Κλειστήκαμε στο σπιτάκι μας, κοντά στο παιδί μας, γεμάτοι γαλήνη. Κι έξαφνα…
Θυμάμαι κείνη τη μέρα. Στο τέλος του πολέμου πάνω κάτω. Ήμουνα νοσοκόμα, θα το φανταστήκατε δίχως άλλο. Μπαίνοντας στο θάλαμο, ένα πρωί τον αντίκρισα ξαπλωμένο σ’ ένα κρεβάτι. Ναι ξέρετε ποιον θέλω να πω. Καταλαβαίνετε…
Απόμειν’ ασάλευτη, με δίχως καρδιά στο στέρνο με μάτια κλειστά στα παλιά οράματα. Κι όταν τ’ άνοιξα είδα τα δικά του στηλωμέν’ απάνω μου. Και μέσ’ τα μάτια του φώλιαζε ο θάνατος…
Τότε, μάζεψα όλη μα όλη τη δύναμη που είχα μέσα μου. Έβαλα στο πρόσωπό μου τη μάσκα με το αγαθό χαμόγελο. Και πήγα κοντά του. Και κάθισα δίπλα του. Με την απόφαση να παίξω ακλόνητη το ρόλο μου ως το τέλος. Και να σωριαστώ χάμω στο πάτωμα μόνο αφού του κλείσω τα μάτια για πάντα.
Αυτός χαμογελούσε. Είχε βάλει το αριστερό του χέρι πάνω στην καρδιά σα νάθελε να κρατήσει το ξεχαλινωμένο ποδοβολητό της. Κι είπ’ ένα λόγο μονάχα τ’ όνομά μου: «Μάρθα…»
Κάθισα κοντά του. Έκανα να του πιάσω το χέρι του το αριστερό. Μα δεν θέλησε.
– Όχι αυτό μου είπε. Το άλλο μου χέρι. Το άλλο…
Έκαιγε στον πυρετό, το χέρι του το δεξί. Κι ήξερα, πως σε λίγην ώρα θ’ απόμενε ψυχρό κι ασάλευτο μεσ’ τα δάχτυλά μου…
Τα δάχτυλά μου… Τα κοίταξε με νοσταλγία τραγική και μουρμούρισε:
– Μάρθα.. θυμάσαι… τότε που φιλούσα την άκρη απ’ τα δάχτυλά σου;
Αν θυμόμουν; Τι ν’ αποκριθώ; Μόνο που όση δύναμη κι αν είχα μέσα μου, άνθρωπος είμαι κι εγώ. Δυο δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπό μου. Αυτός τα είδε και κούνησε το κεφάλι…
– Μην κλαις, είπε. Δεν αξίζω τον κόπο… Δεν άξιζα ποτέ τον κόπο.
– Σ’ αγάπησα…
Αυτό μόνο μπόρεσα να πω. Αυτός χαμογέλασε.
– Ναι… Μα δεν άξιζα τον κόπο. Το κατάλαβες κι εσύ…
Και κοιτώντας τη βέρα μου πρόσθεσε:
– Αφού παντρεύτηκες άλλον.
– Και συ; Εσύ δεν μ’ αγάπησες;
Έκλεισε τα μάτια.
– Ναι… Σ’ αγάπησα… Μα δεν άξιζα τον κόπο… Ήμουν ένα ρεμάλι, που έζησα μιαν ανόητη ζωή για να τελειώσω σ’ έναν ακόμα πιο ανόητο θάνατο. Δε βαριέσαι…
– Θα ζήσεις! Θα ζήσεις!
Γιατί το είπα αυτό; Για να του δώσω κουράγιο; Ή μήπως η μεγάλη επιθυμία της καρδιάς μου ξέσπασε σε λυσσαγμένη αποστροφή ενάντια στη Μοίρα;
– Όχι. Θα πεθάνω μουρμούρισε αυτός. Θα πεθάνω όπως έζησα. Άδοξα κι ανόητα…
– Πώς το λες αυτό; Ό,τι και νάκανες άλλοτε η λαβωματιά που σ’ έφερε σ’ αυτό το κρεβάτι, σε δοξάζει για πάντα!
Γύρισε και με κοίταξε στα μάτια:
– Ξέρεις πώς και πότε πληγώθηκα Μάρθα;
– Μα στο Μέτωπο;… Στη μάχη
Δεν θα ξεχάσω ποτέ, το τραγικό, το γεμάτο σαρκασμό γέλιο του.
– Δεν επήγα ποτέ στο Μέτωπο… Δεν πολέμησα ποτέ… Κατάφερα να μείνω στα μετόπισθεν. Αμφιβάλλεις γι’ αυτό;
– Τότε; Πώς;…
– Ω το πράμα είναι απλό… Προχτές το βράδι, που ήμουν τύφλα στο μεθύσι με πλάκωσε ένα φορτηγό αυτοκίνητο… Βουαλά.
Και χαμηλώνοντας τη φωνή επρόσθεσε:
– Δεν άξιζα τον κόπο για τίποτα! Για τίποτα! Μην έχεις καμιά μεταμέλεια, Μάρθα…
Αυτά ήταν τα στερνά του λόγια… Πέθανε ύστερ’ από δυο ώρες κρατώντας τα δάχτυλά μου στο χέρι του το δεξί. Και με το αριστερό πάνω στην καρδιά, ωσάν να ήθελε να μετρήσει τους τελευταίους της παλμούς.
Το αριστερό του χέρι…
Όταν με το στερνό σπασμό του θανάτου κύλησε το χέρι το αριστερό πλάι στο νεκρό κορμί, τότε είδα καρφιτσωμένο πάνω στο χιτώνιό του το παράσημο του Αργυρού Στέμματος… Ένα παράσημο της πατρίδας μου που μόνον οι ήρωες έχουν το δικαίωμα να φοράν.
***
Η κυρία τέλειωσε την ιστορία της μ’ ένα χαμόγελο γεμάτο πικρή νοσταλγία.
– Δεν άξιζε τον κόπο… Δεν άξιζε τον κόπο, μουρμούρισε.
Και κοιτώντας με στα μάτια πρόσθεσε με φωνή σκληρή, απόμακρη:
– Τι γνώμη έχετε σεις κύριε;
Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ
Σημειώνω ότι «αιζάνς» είναι η άνεση, aisance.
Δύτης των νιπτήρων said
Μάλιστα… του άρεσε ο Τολστόι. Αν και αποικίες στην Αφρική συν ουσάροι, πάει μάλλον σε Γερμανία (Γαλλία, Αγγλία είχαν επίσης ουσάρους, αλλά κάπως δεν μου κολλάει) – Ρωσία θα ήθελε ο Καραγάτσης αλλά αφρικανικές αποικίες δεν είχε ποτέ.
Σήμερα, όπως έμαθα, η λέξη aisance θεωρείται κακέμφατο, γιατί την χρησιμοποιούν για τα αποχωρητήρια. Την είχα χρησιμοποιήσει και μου έγραψαν επανειλημμένα ότι le concept d’aisance en français renvoie à tout autre chose (voir fosse d’aisance ou cabinet d’aisance). Και ξανά: en français d’aujourd’hui, la première image qui vienne à l’esprit est celle de la «fosse d’aisance». C’est vraiment un peu gênant. Κρατήστε σημείωση, οι γαλλομαθείς!
Costas X said
Καλημέρα !
«Γυναικάς μπεκρής, χαρτοπαίκτης, τεμπέλης, ασυνείδητος, χωρίς πόρους φανερούς…» : Τέτοιους τύπους ερωτεύονται αμέσως οι γυναίκες, και μάλιστα οι πιό φρόνιμες, και τους δικαιολογούν, μέχρι που απελπίζονται και ψάχνουν για κάποιον πιό φρόνιμο. Το είχα παρατηρήσει από τα 16, και τώρα που πάω για τα 60 δεν έχω αλλάξει γνώμη !
«με πλάκωσε ένα φορτηγό αυτοκίνητο…» : «Τον πλάκωσε / τον πάτησε / τον έκοψε» έλεγαν παλιότερα, σήμερα «τον χτύπησε» και επισημότερα «τον παρέσυρε». Μαζί με τη μορφή, την πρόσοψη και το βάρος των αυτοκινήτων, άλλαξαν και τα ρήματα.
gpointofview said
Καλημέρα
δλδ σύμφωνα με το # 1 η εζαάνς πα΄ρνει ένα χ μπροστά …
Ελαφρό πολύ το θέμα αλλά, μάστορας μεγάλος ο Καραγάτσης, το βαστάει μέχρι τέλους ενδιαφέρον
atheofobos said
Ο Καραγάτσης είναι ο αγαπημένος συγγραφέας της νιότης μου.
Το σημερινό, παρά το ότι και εδώ διακρίνεις την κομψότητα της γραφής του, είμαι σχεδόν σίγουρος πως έχει γραφεί για καθαρά βιοποριστικούς λόγους και κάλλιστα θα μπορούσε αντί της δικής του υπογραφής να έφερε την υπογραφή της μοναδικής τότε συγγραφέως δακρύβρεχτων ιστοριών για ευαίσθητες γυναικείες ψυχές της Ιωάννας Μπουκουβάλα Αναγνώστου!
Δεν αποκλείεται μάλιστα να ήθελε να την ανταγωνιστεί μιας και αυτή έγραφε τότε στο Μπουκέτο!
eva matenoglou (@evamaten) said
Καλημέρα!
Ευχαριστούμε για την ευκαιρία να διαβάσουμε το κείμενο- άγνωστο σ’ εμένα. Τείνω, όμως, να συμφωνήσω με το παραπάνω σχόλιο (4). Ο χαρακτήρας έχει όλα τα πάθη, τη γοητεία και τον τυχοδιωκτισμό του Γιούγκερμαν, μοιάζει να είναι «πρόπλασμα» αυτού του ήρωα- αλλά χωρίς το πολυσύνθετο περιβάλλον του, τις κοινωνικές και ψυχογραφικές αναφορές του… Βέβαια ο Γ. εκδόθηκε το 1940, τρία χρόνια νωρίτερα από αυτή τη δημοσίευση. Οπότε, ίσως ενισχύεται η υπόθεση ότι το έδωσε για βιοποριστικούς λόγους.
«Κι έφυγε. Εγώ απόμειν’ ασάλευτη με μάτια χαμένα, κάπου μακριά. Και δεν ένιωσα τα μάτια όλων των γυναικών στηλωμέν’ απάνω μου με μίσος… Ναι, με μίσος».
Κάποια στιγμή μου έδωσε την εντύπωση ότι υπάρχει μια αδικαιολόγητη ασυνέπεια ως προς την εστίαση του αφηγητή: εσωτερική εστίαση, αλλά να ξέρει ότι όλες την κοιτούσαν με μίσος, και μάλιστα με σιγουριά; («Ναι, μίσος»). Τελικά, μάλλον προοικονομία μοιάζει να είναι, αφού στο τέλος σχεδόν αποκαλύπτεται ότι η αφηγήτρια της εγκιβωτισμένης αφήγησης ταυτίζεται με τη «σεβάσμια δέσποινα» της κύριας αφήγησής…
ΛΑΜΠΡΟΣ said
Πολύ ωραίο και ιδιαίτερα βαθύ, δεν το περίμενα.
Μπράβο στον Γιάννη για την πληκτρολόγηση και στο Νικοκύρη για την δημοσίευση.
Όσο για την ερώτηση στο τέλος, φυσικά και δεν άξιζε τον κόπο!
Εξακολουθεί να είναι όμως το όνειρο τόσων πολλών, ανδρών και γυναικών!
eva matenoglou (@evamaten) said
5 (τέλος)
Ωχ, κάπου έκανα λάθος! Έτσι κι αλλιώς ταυτίζεται! (Αυτό λέει στην αρχή). Άρα η ασυνέπεια υπάρχει: πώς γνώριζε και βεβαίωνε ότι την κοιτούσαν χωρίς να το έχει νιώσει, έτσι όπως ήταν απορροφημένη στις εσωτερικές συναισθηματικές περιδινήσεις της;
ΣΠ said
Καλημέρα.
Τι είναι το [αγάπη;]; Δυσανάγνωστη λέξη στο αρχικό κείμενο;
gpointofview said
# 6
Λάμπρο, αγόρι στην Μαχαμπαράτα, ο βασιλιάς Γιουντιστίρα άντρας της ωραιότερης γυναίκας του κόσμου της Ντραουπάντι, αδερφός του ανίκητου Αρτζούνα και του πιο δυνατού ανθρώπου Μπίμα, έπαιξε στα ζάρια με κάποιον απατεώνα το βασίλειό του, τον στρατό του, τα αδέρφια του, τον εαυτόν του και την γυναίκα του και τάχασε όλα δημιουργώντας το ερώτημα αν είχε δικαίωμα να παίξει την γυναίκα του αφού είχε χάσει τον εαυτόν του (θα μας το λύσουν οι νομικοί του ιστολογίου)
Οταν τον ρώτησαν γιατί έπαιξε -σχεδόν γνωρίζοντας πως θα χάσει- ενώ είχε του κόσμου τα καλά, απάντησε φυσικότατα πως ήταν ευκαιρία να κερδίσει άλλο ένα βασίλειο χωρίς πόλεμο.
Πριν βιαστείς να απαντήσεις να σου πω πως ο Γιουντιστίρα έγινε βασιλιάς όχι για την εξυπνάδα του αλλά για την σοφία του να βλέπει αυτά που άλλοι δεν μπορούν να δούν
Αναμένω την άποψη του βίλχεμ …
dimosioshoros said
Ανακουφιστήριο…
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
4-5 Και η δική μου άποψη είναι αρκετά κοντά στου Αθεόφοβου. Αλλά αφού είναι του Καραγάτση, αξίζει να καταγραφεί
8 Στο σημείο εκείνο κρύβονται 3-4 γράμματα, μπορείς να δεις το απόσπασμα στη φωτο που συνοδεύει το άρθρο. Ίσως όμως να λέει «από τακτ».
Λάμπας said
Έκρυβε με το αριστερό του χέρι το παράσημο, για να μη της χαλάσει τη εικόνα που είχε γι’ αυτόν και της στερήσει έτσι τη διαχρονική απόλαυση που της έδινε το «είμαι μια ξετσίπωτη, αναίσχυντη, ακόλαστη, ερωτεύτηκα ένα κάθαρμα κ.λπ.». Έπαιζε με αυτά ο Καραγάτσης (που γενικά μου είναι αδιάφορος).
eva matenoglou (@evamaten) said
11β
Όχι μόνο αξίζει, αλλά μακάρι ν’ ανακαλύψεις κι άλλα στο μέλλον! (Ωραίο είναι να συμπληρώνεται η γνώση για την πορεία που διέγραψε ένας (ή μία) συγγραφέας (πέρα από τους σημαντικούς σταθμούς της). Άλλωστε, εδώ επικεντρώνεται στην οπτική της γυναίκας, αλλά και στον ηρωισμό του κεντρικού χαρακτήρα (σαν να είναι αυτός ο στόχος του: να μιλήσει για τον ηρωισμό και τον πατριωτισμό).
(Αλλά, με την ευκαιρία, να σχολιάσω και την «ηττοπάθεια» (πώς να την πω;) της γυναίκας, που νομίζω ότι συμπυκνώνεται στη φράση «Γιατί αυτή κι όχι εγώ;»)
Costas Papathanasiou said
Καλημέρα!
Πειραματικός Καραγάτσης ανιχνεύων προχείρως την ανθρώπινη κατάσταση μεταξύ ρομαντικού εξωραϊσμού και θανάσιμου τυχοδιωκτισμού- και έτσι όντως, το εν λόγω διήγημα, “ούτως ή άλλως είναι μια ψηφίδα που συμπληρώνει την εικόνα” του συγγραφικού του οράματος. Με γραφή ως εκ τούτου κάπως ανακόλουθη (ή “ ξετσίπωτη” σαν.. “μια ερωτευμένη παρθένα”): “Δεν τον έβλεπα πολύ συχνά. Ίσως μια φορά τη βδομάδα, μια φορά στις δέκα μέρες.” (…) Καθόταν στα πόδια μου ώρες ολόκληρες. Με κοίταζε, με κοίταζε και δεν μιλούσε. Από [αγάπη;] αναστέναζε φιλούσε την άκρη από τα δάχτυλά μου κι έφευγε. Αυτό ήταν όλο.(…) Κι έτσι πέρασαν δυο χρόνια (!) γεμάτα πίκρα κι ευτυχία(!)”
Ο κεντρικός αντιήρωας θυμίζει πιτσιρίκο Γιούγκερμαν-Λιάπκιν (ή Αλεξανδράκη-Φυσσούν).
Κρυπτο-ιδεολόγος, σκλάβος σεμνός/αγνός μιας νοσοκόμας που γιατροπορεύει τρία(!) χρόνια τον βαριά τραυματισμένο σύζυγο, αλλά φαίνεται παρ’ όλα αυτά, να μην μπορεί να ξεχωρίσει λαβωματιά μάχης από… “πλάκωμα φορτηγού”.
Και εν κατακλείδι, ναι μεν μπορεί ένας χρονίως έργω κυνικός να είναι κατά βάθος πατριώτης και ιδεαλιστής, αλλά, ακόμα και έτσι, χέρι αριστερό πάνω σε στέμμα αργυρό(ή χρυσό), δεν πάει (εκτός κι αν είναι με τα δάχτυλα ανοιγμένα).
Χαρούλα said
Λογοτεχνικά κάπως ερασιτεχνικό στα μάτια μου. Ίσως πρωτόλειο. Ίσως όμως και συνειδητά, γιαυτό που περιγράφει.
Νικοκύρη σωστός για την δημοσίευση. Αν και με βούρκωσες.
Περιγραφή του έρωτα, του τυφλού! Που κοιτάς αλλά δεν βλέπεις, που γνωρίζεις αλλά δεν πιστεύεις. Χωρίς δεύτερες σκέψεις… Παράδοση απόλυτη! Και όχι μόνον από την κυρία που είναι το προφανές. Αλλά κι αυτός(ο αδύναμος πραγματικός εαυτός του), αφήνεται στον έρωτα του. Χαλαρώνει από την συνεχή αγωνία του να παίζει το σκληρό, δυνατό και άσωτο Αρσενικό!
Μπορεί και να ζηλεύω ;;;
Για το Από+, σε μένα θα ταίριαζε μια συνέχεια λέξης, που να σημαίνει αργότερα, μετά, τελικά,κλπ. Δεν μπορώ όμως να την βρώ στο φτωχό μου λεξιλόγιο.
Theo said
Καλημέρα,
Εύκολο και προχειρογραμμένο, ή τι κάνει ένας ταλαντούχος συγγραφέας για τον επιούσιο 🙂
Πέπε said
> [αγάπη;]
Κατά τη γνώμη μου είναι μια πιο σύντομη λέξη, που βέβαια λείπει ολόκληρη. Όπως το τακτ (#11), που ομως νοηματικά δεν το βρίσκω πολύ πιθανό. Από τι αναστενάζει κανείς και φιλάει ακροδάχτυλα; Από πόθο ίσως;
Εντωμεταξύ, σ’ όλη εκείνη τη στήλη λείπουν τα τελευταία γράμματα κάθε αράδας, κάποτε ολόκληρες λέξεις. Μπράβο στον πληκτρολόγο για την αποκατάστασή τους!
Πέπε said
@3
Άμα είναι να το ξεφτιλίσετε, τότε τη βρήκα τη χαμένη λέξη: από κάτω αναστέναζε. (Ο άνθρωπος της αιζάνς.)
ΛΑΜΠΡΟΣ said
9 -. Θα αναμένεις για πολύ γιατί ο Βίλχελμ, έχει πεθάνει προ πολλού. Όταν μετά από χρόνια συναντηθείτε, ρώτα τον.😂
Αν θέλεις την δική μου, ο βασιλιάς ήταν βλάκας (όπως όλοι οι βασιλιάδες που δεν αναδείχθηκαν από φυσική επιλογή, δηλαδή, όλοι😂) διότι, αν ήταν σοφός, θα ήξερε δύο πράγματα. 1- Ο πίνων μεθά κι ο παίζων χάνει. 2- Αν δεν έχεις τον εαυτό σου, όσα κι αν κερδίσεις, δεν θα έχεις ποτέ τίποτα!
Υ.Γ – Το ότι ο μονόφθαλμος βασιλεύει στούς τυφλούς, δεν σημαίνει πως είναι κι αστρίτης.😂
ΣΠ said
17
Ίσως το «Από» να είναι μέρος της λέξης (Απότομα;).
Πέπε said
Συγγνώμη αλλά τελικά δεν κατάλαβα: ανδραγάθησε και παρασημοφορήθηκε αλλά της το απέκρυψε, για να τον θεωρεί ρεμάλι και να μη θλίβεται (πράξη υπέρτατης αυταπάρνησης εκ μέρους του, και άρα ανατροπή της υπόθεσης), ή τα πράγματα έγιναν όπως της τα εξιστόρησε και επιπλέον, με κάποιν απατεωνίστικο τρόπο, τσίμπησε κι ένα παράσημο που όμως το έκρυβε από μια ευσυνειδησία και ειλικρίνεια της τελευταίας του στιγμής (άρα το αντίθετο της ανατροπής, συνέπεια στην ίδια πορεία της υπόθεσης μέχρι τέλους);
Costas X said
@ 8 – 11 – 17 – 20
Μόλις το έψαξα λίγο, βάσει του αριθμού των γραμμάτων που δεν φαίνονται.
1) Πιθανότατα η φράση είναι «Απότομα αναστέναζε…», ξαφνικά δηλαδή.
2) Παρακάτω η λέξη δεν είναι «κατάσταση», αλλά «έκσταση», «Και γω απόμενα σε έκσταση αγάπης, σ’ όνειρο ευτυχίας».
gpointofview said
# 19
Αγνοείς όμως πως ο Γιουντιτίρα ξανακέρδισε (με πόλεμο) το βασίλειό του και (το κυριότερο) δεν ξαναέχασε ποτέ του στα ζάρια ! ΑΜΑ ΔΕΝ ΧΑΣΕΙΣ ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ, απλά νομίζεις πως ξέρεις !!
Δύτης των νιπτήρων said
Ρε συ Τζι, μ’ αυτά και μ’ εκείνα θα με πείσεις να τη διαβάσω τη Μαχαμπχαράτα.
loukretia50 said
Χαίρομαι πάντα τη γραφή του Καραγάτση, ακόμα και σε κείμενα όπως το σημερινό, που δε διεκδικεί δάφνης λογοτεχνικής διάκρισης, αλλά παρά την κοινότοπη και ελαφρώς μελό ιστορία, παραμένει ενδιαφέρον μέχρι το τέλος γιατί μας αφήνει με την αμφιβολία.
Τουλάχιστον εγώ αυτό κατάλαβα, όπως περιγράφει και ο Πέπε, ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν θέλησε να διασώσει την … κακή του φήμη για να μη θλίβεται η καθωσπρέπει κόρη, ή αν όντως δικαίωνε τον πρότερον ανέντιμον βίον με παγαποντιές που δεν άξιζε να προσθέσουν ψεύτικη δόξα στις πράξεις του.
Και πάλι όμως αποδεικνύει το ειλικρινές ενδιαφέρον του για κείνη, γιατί όχι μόνο δεν καταδέχτηκε να παραστήσει τον ήρωα, αλλά προσπάθησε να σφραγίσει το παρελθόν με την απόκρυψη του – αληθινού ή όχι – τεκμηρίου ανδρείας και να την απελευθερώσει από τη θύμησή του.
Το βρήκα ιντριγκαδόρικο και χάρηκα που είχα την ευκαιρία να το διαβάσω.
Ευχαριστούμε!
Εύα, για μένα δεν είναι ηττοπάθεια αλλά καθαρή ζήλεια.
Αν και περισσότερο πρέπει να την έτσουξε η μονομαχία για κάποια άλλη, που σύμφωνα με τα δεδομένα κάθε εποχής «δεν άξιζε».
Αλήθεια, ποιος τρίτος μπορεί να κρίνει ποιον αξίζει να αγαπήσουμε?
Ποιος γνωρίζει πραγματικά τον άλλον ?
Χαρούλα, σ΄ευχαριστώ πολύ! – ξέρεις εσύ!
Τζη, περαστικά! Πάλι καλά να λες, για άλλους η πτώση παρέσυρε ηθικόν και ανήθικον!
Pedis said
Τι μαλακίες γράφανε και δημοσιεύανε και παλιά! (Με το συμπαθειο για τους κόπους του αντιγραφέα και του Νικοκύρη.)
Κιγκέρι said
>>… Μια ξένη σεβάσμια δέσποινα… συντρίμμι ερημικό… Πάνε κάπου 35 χρόνια τώρα… Ήμουν κοριτσάκι… μια δεκαοχτάχρονη κοπελίτσα…
Έκανα την πρόσθεση και τώρα κλαίω…😢😢😢
Stazybο Hοrn said
Το Από είναι ξεκάθαρα χωριστή λέξη. Υπάρχει κενό μετά.

Πέπε said
Εγώ σ’ αγάπησα αλλά εσύ δεν ήσουν άξιος.
Εγώ σου δόθηκα αλλά εσύ με κορόιδευες.
Εγώ προσπάθησα να σε ξεπεράσω αλλά εσύ τσουπ! πάλι μπροστά μου…
Με ποια λέξη θα χαρακτηρίζατε τέτοιες θέσεις; Εμένα, εξ αφορμής του #26 του Πέντις, μου ‘ρθε μια περίεργη φλασιά: θα τα χαρακτήριζα σκυλάδικα!
Μήπως τέτοιου είδους αναγνώσματα, ελαφρά και συχνά δημοσιευμένα σε ελαφρά έντυπα όπως οι εφημερίδες (ακόμη και η σοβαρή εφημερίδα δεν προορίζεται να τη φυλάξεις όπως ένα βιβλίο), έπαιζαν τον ίδιο ρόλο που παίζουν σήμερα τα τραγούδια; Όχι πως δεν υπήρχαν και τότε τραγούδια, και με αυτή τη θεματολογία, αλλά υπήρχε και το ελαφρό ανάγνωσμα το οποίο, σήμερα, έχει υποχωρήσει.
aerosol said
Και στα αδύναμά του ο Καραγάτσης έχει κάποιο δικό του σφρίγος. Στα νιάτα μου τον εκτιμούσα αρκετά, τώρα λιγότερο (βλέπω πιο καθαρά κάποιες εμμονές του), αλλά είναι πάντα ενδιαφέρων. Στο Πεπικόν ερώτημα του #21 γέρνω προς την πρώτη εκδοχή: κάπου όντως ανδραγάθησε αλλά θέλησε να το κρύψει, για να θρηνήσει λιγότερο η κυρία.
#13
Ηττοπάθεια; Όχι. Συμφωνώ πλήρως με Λου. Τα βασικά μας ένστικτα είναι απείρως αρχαιότερα από τις κοινωνικές μας ιδιαιτερότητες. «Εμένα μου φιλούσε μόνο τ’ ακροδάχτυλα και μ’ αυτή είχε ερωτικές σχέσεις; Σοβαρά μιλάμε τώρα…;!». Φρίκαρε η γυναίκα. Και αν δεν φρίκαρε, θα ήταν ένα πλασματικό ον, ταιριαστό μόνο σε κακά ρομαντικά διηγήματα με εξαϋλωμένες ηρωίδες -τέσπα, πολύ χειρότερα του παρόντος. Κανείς στο έργο του Καραγάτση δεν ήταν εξαϋλωμένος -ακριβώς το αντίθετο ήταν το χαρακτηριστικό του, ίσως και μέχρι υπερβολής.
Κιγκέρι said
Θα έλεγα ότι η λέξη που λείπει είναι «λίγο»:
Από λίγο αναστέναζε φιλούσε την άκρη από τα δάχτυλά μου κι έφευγε.
loukretia50 said
Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν άλλοι καιροί, άλλα ήθη!
Όλα αυτά που σήμερα προκαλούν τουλάχιστον θυμηδία – ακροδάχτυλα , ντεμπυτάντ, μονομαχίες κλπ δεν ήταν καθόλου εξτρήμ.
Και υπήρχε πληθώρα με ελαφρά αναγνώσματα, σε περιοδικά και εφημερίδες, ενώ σήμερα πλασάρονται ως βαρύτατες – μεγέθους τούβλου – καταθέσεις ψυχής μπεστσελερούδων και δοκησίσοφων κάργα κουλτουριάρηδων.
Τουλάχιστον ο Καραγάτσης τα σερβίριζε ωραία.
eva matenoglou (@evamaten) said
25γ, 30β
(Λου, Αεροζόλ, τώρα σας είδα!)
Μα αυτή τη ζήλεια θεωρώ ηττοπάθεια! Πόσοέχει θυματοποιηθεί για να ζηλεύει μια γυναίκα που αυτοκτόνησε εγκυμονούσα, εγκαταλελειμμένη και απελπισμένη! Ζήλεια όχι απλώς γιατί εκείνος είχε μια άλλη γυναίκα στη ζωή του, αλλά γιατί δεν ήταν η ίδια στην (όχι και τόσο αξιοζήλευτη!) θέση της γυναίκας αυτής! Τέρμα ηττοπάθεια και μελούρα (όχι όπως στην όπερα που ακούμε και ωραίες μουσικές- ακόμα και ωραία λιμπρέτα 🙂)
Κιγκέρι said
29: Είπες κάτι για τραγούδια, Πέπε;
Prince said
Για κάτσε όμως λίγο. Αφού δεν πήγε στον πόλεμο, δε θα φορούσε και στολή, με τα πολιτικά θα’ταν στο νοσοκομείο.
Πού είχε καρφιτσωμένο το παράσημο, στη γραβάτα;
Ή αν φορούσε στολή, πώς έγινε πιστευτό ότι δεν πήγε στον πόλεμο; Νομίζω πως έχουμε κενό στο διήγημα.
xar said
Εμένα μού φαίνεται ξεκάθαρο ότι ο Καραγάτσης θέλει να εμφανίσει τον τυχοδιώκτη ως πραγματικό ήρωα που θέλει να κρύψει τα θετικά του στοιχεία για να μη λυπήσει τη μοναδική αληθινή του αγάπη. Αυτή ενδόμυχα το καταλαβαίνει, αλλά δεν θέλει να το παραδεχτεί και προσπαθεί να πείσει τον εαυτό της ότι δεν είναι έτσι, ότι πραγματικά δεν άξιζε, γιατί αλλιώς οι τύψεις που τον είχε διώξει θα ήταν αβάστακτες. Γι’ αυτό και ζητάει στο τέλος επιβεβαίωση από έναν ξένο για κάτι που το λέει και το ξαναλέει στον εαυτό της, αλλά δυσκολεύεται να το πιστέψει εντελώς.
Η υπόθεση και οι συμπεριφορές μου θυμίζουν την προ ή μεσοπολεμική εποχή, αντίστοιχα π.χ. με τη βικτωριανή ιστορία στην Ερωμένη του Γάλλου Υπολοχαγού (που ήταν υποπλοίαρχος ο άνθρωπος – να ένα παλιό μεταφραστικό μαργαριτάρι).
aerosol said
#33
Βρε Έυα… Δεν εστιάζεται στο «έμεινε έγκυος και αυτοκτόνησε». Δεν ζηλεύει τον τάφο. Ζηλεύει που ο έρωτας της ζωής της πήδαγε άλλη κι αυτή έμεινε σε κάτι ανθυποφιλάκια, αν και αντικείμενο του έρωτά του. Διότι αυτή δεν θα την άφηνε μόνη και απελπισμένη, αυτός ο άντρας-πόθος ( 😀 ) και άλλα τέτχοια.
Μα όλα εγώ θα τα λέω; Δες και καμιά σαπουνόπερα να ανοίξουν οι ορίζοντές σου!
Δύτης των νιπτήρων said
36 Η Ερωμένη του Γάλλου αποτέτοιου είναι όμως μια πολυ διαφορετική ιστορία, καμία σχέση με ό,τι περιμένει κανείς από τον τίτλο. Ή με την ιστορία του Καραγάτση.
loukretia50 said
Εύα,
Η αυτοκτονία τρυφερής πονεμένης πΣυχής ήταν κάποτε ιδανική υστεροφημία για τις ρομαντικές δεσποσύνες.
Νόμιζαν ότι εκδικούνται τον άπιστο πότη που παρίστανε τον ιππότη , μαζί και την άτιμη κενωνία
και παραμένουν πάντα νέες, ωραίες και ατυχείς.
Περί της ταμπακέρας – άθλιας συμπεριφοράς του περί ου ο λόγος – έτερον ουδέν.
» Ήτο νέα η δειλαία… » – (θυμάσαι?)
Δίνω ελάχιστες πιθανότητες να στάθηκε η καθωσπρέπει στη ρεαλιστική πλευρά της ιστορίας.
Υποθέτω πως μυθοποιούσε το γεγονός, και όχι μόνο δε θεωρούσε θύμα την εκλιπούσα, αλλά μπορεί να τη φανταζόταν ηρωίδα που έζησε στο έπακρο όλα αυτά που η ίδια δεν επέτρεπε στον εαυτό της.
Ακόμα κι ο τρελός έρωτας ήταν μια φαντασίωση, επανατροφοδοτούμενη από λόγια – ή υπαινικτική σιωπή, που άγγιζε μόνο ακροδάχτυλα και έβλεπε μόνο μια porte etroite με δόξα και τιμή για τη γη της επαγγελίας .
«This is the way!» ψιθύριζε, οχυρωμένη πίσω απ΄την ηθική πανοπλία της, ενσωματώνοντας περήφανα αιώνες γνώσης από τη Βίβλο και τον Α.Ζιντ μέχρι τον …Μανταλόριαν!
Costas Papathanasiou said
To Παράσημο ( ανοικτής ή κλειστής παλάμης) του Αργυρού Στέμματος (για ανδραγαθία στον Α ’Παγκόσμιο), πέραν του συνειρμού με το “Ουδέν νεώτερον” (αλλά και τον “σιδηρούν σταυρό” του Β’), μπορεί να παραπέμψει και στην συνεισφορά του αρχαίου ημών Φαλήρου στην επιστήμη των μεταλλίων, την καλούμενη γαλλιστί phaléristique<λατ. phalerae <ελλ. Φάλαρα < αρχ. ελλ. φαλός (με λάμδα λεπτόν- αλλά και με παχύ: ίσης αξίας)=”λευκός, λαμπρός”, πρβλ. ‘φαλακρός’< φάω= ‘λάμπω’ [ https://fr.wiktionary.org/wiki/phal%C3%A8re, https://en.wikipedia.org/wiki/Phaleristics ].
Ενδεχομένως, θα μπορούσε να υπονοεί και το μαρτυρικό κατά τον ‘Μεγάλο Πόλεμο’ μικρό Βέλγιο, δοθέντος ότι η τότε (ως σύζυγος Αλβέρτου I) Βασίλισσα των Βέλγων Ελισάβετ εκ Βαυαρίας (1876-1965), υιοθέτησε την περσόνα της νοσοκόμας βοηθώντας στην περίθαλψη των τραυματιών υπηκόων της. [Εάν λοιπόν η -μάλλον- γαλλόφωνη, αλλοδαπή νοσηλεύτρια Μάρθα ήταν κι αυτή ολίγον Βελγίς, ίσως το εν λόγω παράσημο να ήταν κάποιο ασημί από αυτά : https://fr.wikipedia.org/wiki/Ordre_de_la_Couronne_(Belgique) ].
ΥΓ-28: Το απλούστερο συμπλήρωμα μοιάζει να είναι “Από [κει]” (:δηλ. πεσμένος στα πόδια της). Kαι το ‘σε (κατά)σταση αγάπης’ πιθανότατα είναι ‘..(έκ)σταση…’
Α. Σέρτης said
«Το Μπουκέτο εκείνης της περιόδου δεν έχει προσεχτεί όσο αξίζει -κανείς δεν το έχει αποδελτιώσει-»
Αυτή η σιγουριά/αξιωματικότητα θα μας φάει…
Ο «ούτις» που έχει αποδελτιώσει το ΜΠΟΥΚΕΤΟ της περιόδου αυτής (και άρα του έτους 1943 και άρα καταγράφει το εν λόγω διήγημα) είναι ο ήρωας Δημ. Χανός («Τα λαϊκά περιοδικά I», Αθήνα 1989) στη σελ. 185
ΓΤ said
https://www.academia.edu/3308373/%CE%A4%CE%BF_%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CE%9C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%BF_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%9C%CE%B5%CF%83%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CE%BC%CE%BF%CF%85_%CE%95%CF%85%CF%81%CE%B5%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CF%80%CF%81%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82_%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CF%8C%CE%B4%CE%BF%CF%85_1924_1935_
Αγάπη said
Τί κρίμα: η ηρωίδα αυτού τού διηγήματος – που μου φαίνεται τόσο φτωχό – μιλά σχεδόν ίδια με την ηρωίδα τού Κίτρινου Φάκελου και είναι αλλοδαπή, όπως εκείνη τής Χίμαιρας. Και ο λόγος της απευθύνεται στον συγγραφέα, όπως εκείνη.
Ταυτόχρονα ο ήρωας έχει στοιχεία Τασάκου και Γιούγκερμαν ταυτόχρονα… Είναι δυο μυθιστορήματα που μου αρέσουν και ετούτο το διήγμα (αδίκως μάλλον) τους αφαιρεί κάτι, έστω ελάχιστο, από τη γοητεία τους.
Ένα πράγμα που έκανε λειψά νομίζω ο Καραγάτσης είναι οι διάλογοι πάντως. Προτιμούσε να δίνει σε τρίτο πρόσωπο ή σε πρώτο τί ειπώθηκε μεταξύ τών ηρώων του.
leonicos said
Νομίζω ότι θα μπορούσε να γίνει ένα εξαιρετικό διήγημα
αν είχε υποστεί την ανάλογη επεξεργασία.
Πάσχει ελαφρά από πλευράς πλοκής
και πάσχει πολύ περισσότερο ως προς το χτίσιμο των χαρακτήρων.
Οι χαρακτήρες δεν ολοκληρώθηκαν, πιθανως πετσοκόπηκε για να χωρέσει
και άλλα τέτοια.
Αγγελος said
Prince (35), στρατεύθηκε, αλλά κατάφερε να μείνει στα μετόπισθεν — αυτό τουλάχιστον λέει, αν και δεν εξηγείται τότε το παράσημο.
ΛΑΜΠΡΟΣ said
23 – Δεν το αγνοώ, στα 20μου, αφού είχα απορρίψει τον πατριαρχικό βουδισμό (είχα ασχοληθεί από πολύ μικρός λόγο κούνγκ φου) και χριστιανός δεν ήμουν ποτέ, είχα διαβάσει την μισή Ραμαγιάνα, αλλά το παράτησα γιατί ήταν ο ορισμός της πατριαρχίας και ξεκίνησα την Μαχαβαράτα (έτσι την έλεγαν τότε 😊). Οποία απογοήτευση, μία από τα ίδια. Ο ρόλος της γυναίκας ανύπαρκτος και πάντα υποτακτικός έναντι του αντρικού, στην κυριολεξία, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ που μπορούσε να το κάνει ό,τι θέλει ο άντρας.
Το ίδιο πατριαρχικό μοτίβο σε όλες τις θρησκείες, πρακτικά και στον χριστιανισμό που υποτίθεται σέβεται την γυναίκα, κάτι που είναι ολοφάνερο στην τελευταία εντολή,
ουκ επιθυμήσεις την γυναίκα του πλησίον σου (εκτός κι αν αναφέρεται σε λεσβίες, αλλά δε νομίζω να ήταν τόσο προχώ😂).
Η Ραμαγιάνα και Μαχαμπαράτα δεν είναι θρησκείες βέβαια (όπως και η παρεμφερής Ιλιάδα άλλωστε) αλλά πάνω σ΄αυτά τα έπη έχουν βασιστεί οι μεγάλες πατριαρχικές θρησκείες που έχουν τις γυναίκες στο φτύσιμο.
«και (το κυριότερο) δεν ξαναέχασε ποτέ του στα ζάρια!»
Πώς να χάσει αφού μετά έγινε ασκητής στα Ιμαλάια. Ίσως γιατί κατάλαβε πόσο παπάρας ήταν.😂
Όσοι βλέπουν τις γυναίκες ως αντικείμενα, (άκου έπαιξε την γυναίκα του στα ζάρια) είναι μαλάκες, το ίδιο είναι και οι γυναίκες που αποδέχονται αυτό τον ρόλο!
«ΑΜΑ ΔΕΝ ΧΑΣΕΙΣ ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ, απλά νομίζεις πως ξέρεις !!»
Δεν είναι απαραίτητη συνθήκη, στις κόρες μου είχα πεί πως, για να μάθει κανείς, υπάρχουν δύο τρόποι, ο εύκολος κι ο δύσκολος. Ο εύκολος, είναι να μάθεις από τα λάθη των άλλων, ο δύσκολος, από τα δικά σου. Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό, είναι να μάθεις, όμως συμβαίνει ελάχιστες φορές, και σε λίγους, και τους εξήγησα το γιατί.
Εκλογές έρχονται και θα γελάσουμε πάλι πολύ.😂
Οτιδήποτε ξεφεύγει από την φυσική ισορροπία, είναι άρρωστο και, ή θα αλλάξει με τον χρόνο ή θα χαθεί για πάντα Η φύση έτσι κι αλλιώς δεν ενδιαφέρεται.😉
Κοίτα τι σου βρήκα, δυνατά τα γερόντια.😂
ΛΑΜΠΡΟΣ said
25 – Δεν είναι αγάπη αυτό Λού, αλλά βαριά ψυχασθένεια καταπιεσμένης σεξουαλικότητας. Μία κοπέλα 18 χρονών, φυσιολογικά θα έπρεπε να τρέχει, να αγκαλιάζεται, να ερωτεύεται, και να κάνει έρωτα με νέους της ηλικίας της, κι όχι να ονειρεύεται τον (σίγουρα) 30-35ντάρη ρεμαλίδη γαμίκουλα, και σχεδόν μπαμπά της! Διαστροφή σκέτη!
Υ.Γ – Για σκέψου το αντίστροφα, ακόμη και στην σημερινή εποχή, πουτάνα θα την ανέβαζαν, πουτάνα θα την κατέβαζαν, ενώ ο άντρας!😂
Λάμπας said
Να το πάρουμε απ’ την αρχή:
Πρώτη εκδοχή: τον ερωτεύτηκε παράφορα, παρότι ήταν ρεμάλι.
Δεύτερη εκδοχή: τον ερωτεύτηκε παράφορα, επειδή ήταν ρεμάλι.
Νομίζω το δεύτερο. Το πράγμα μπερδεύτηκε όμως, επειδή την αγάπησε και αυτός και, για να μην της κάνει κακό, δεν της φέρθηκε σαν ρεμάλι, όπως αυτή λαχταρούσε, αλλά σαν κύριος, προκαλώντας τη δικαιολογημένη οργή της. («Γιατί αυτή κι όχι εγώ;») Να τη διαψεύσει για δεύτερη φορά; Κάνει το παν, για να μείνει στα μάτια της το ρεμάλι που λάτρεψε. Όχι για να τον ξεχάσει, αλλά για να τον θυμάται πάντα. Όμως, φευ, το παράσημο αποκαλύπτεται, το ρεμάλι αποδεικνύεται… εθνικός ήρωας (απόλυτα ρεαλιστικό, αν σκεφτεί κανείς ποιοι έχουν θεωρηθεί εθνικοί ήρωες κατά καιρούς), οπότε το ερώτημα του τέλους μπορεί να διαβαστεί και διαφορετικά: «Την πρώτη φορά μου άγγιξε μόνο το χεράκι, τη δεύτερη πήγε και θυσιάστηκε για την πατρίδα σαν τον άντρα μου! Άξιζε να ερωτευτώ τόσο παθιασμένα έναν τέτοιο χαλβά; (γελαστή φατσούλα, δεν ξέρω πώς μπαίνει)
ΥΓ Θυμάμαι έναν άλλο ήρωα του Κ. να λέει για τη γυναίκα του: «Δε μου το συγχώρεσε ποτέ που τη συγχώρεσα.»
loukretia50 said
Ο Πέπε ανέφερε τα σκυλάδικα.
Λα – λα – λαντ! τα τρία τελευταία σχόλια!
Κι εγώ μαζί!
Το αριστερό του χέρι
ένα μυστικό κρατά.
Μα εκείνη δεν το ξέρει
και στα μάτια τον κοιτά αα -ααα- ααααχ!
xar said
@36
Εννοούσα κυρίως τον άκρως υπαινικτικό / ευγενή τρόπο ομιλίας, που είναι χαρακτηριστικός της βικτωριανής περιόδου (όπως την ξέρω από μυθιστορήματα εννοείται). Π.χ. Ένα «Γιατί αυτή κι όχι εγώ;» αρκεί για να καταλάβουν και οι δύο ότι το ειδύλλιό τους παίρνει οριστικά τέλος.
@48 «γελαστή φατσούλα, δεν ξέρω πώς μπαίνει»
Για να μη χρειαστεί να κατεβάσεις φατσούλες, πληκτρολογείς απλά άνω κάτω τελεία [:] και δεξιά παρένθεση [)] κολλητά, με κενά δεξιά-αριστερά και το μετατρέπει αυτόματα σε φατσούλα 🙂
Αντίστοιχα με : και P (αγγλικό Πι), βγάζεις γλώσσα 😛
Μέχρι εκεί φτάνουν οι γνώσεις μου!
eva matenoglou (@evamaten) said
37,39
Μα εδώ πάνε πακέτο αυτά, Αεροζολ! Η τραγική κατάληξη, αντί να την κάνει να τη λυπηθεί και να θυμώσει, την κάνει να επιθυμεί την «τύχη» της! Σε παραπέμπω στη Λου που είδε την αναπόφευκτη (αλλά μη επαρκώς αιτιολογημενη κατ’ εμέ) θανατίλα. (Εδώ που τα λέμε, πράγματι Λου, ο ρομαντισμός έχει δώσει διαμάντια με το σύμπλοκο έρωτα και θανάτου, αλλά έχει δώσει και κάτι σάχλες, όπως λες!Αμέτρητες )
Πάντως, με τέτοιο υλικό απορώ που δεν τα είπες με τα όμορφα στιχάκια σου (για βάλε μπρος! )
gpointofview said
# 46
Βρε Λάμπρο δεν ξέρω τι διάβασες αλλά είναι σίγουρο πως ΤΙΠΟΤΕ δεν κατάλαβες και πάρε μερικά γεγονότα : Φέρνει ο Αρτζούνα σπίτι του την Ντραουπάντι που κέρδισε από τους αντίζηλους του σε γώνα-έτσιγινόταν τότε η εκλογή-και λέει στην ΜΑΝΑ του «κοίτα τι έφερα» . Χωρίς να κοιτάξει η μάνα του απαντά «θα το μοιραστείς με τα (τέσσερα) αδέλφια σου»
– Μα…είναι γυναίκα !
– Και εγώ δεν παίρνω τον λόγο μου πίσω
Και έτσι η Ντραουπάντι παντρεύτηκε και τα πέντε αδέρφια (τα οποία πήραν κι από μια δεύτερη γυναίκα αργότερα) και είναι σαφώς η πρωταγωνίστρια της ιστορία κι αυτή που κινεί τα νήματα, μέσω άλλων , όπως γίνεται και στην ζωή.
Τώρα που βλέπεις εσύ πατριαρχία, μου θυμίζεις αρθρογράφους της ΑΕΚ που βλέπουν διαστημική μπάλλα με 5 ήττες σε 26 ματς …
# 24
Σίγουρα αν την διαβάσεις θα δεις να μεγαλώνει η φαντασία σου. Για μένα ισχύει το π.Μ. και μ.Μ., χρονικά. Εχει πολλά κοινά στοιχεία με Ιλιάδα και την Αργοναυτική εκστρατεία με κυριότερο πως ο αρχηγός και στα τρία είναι κάποιος του μέσου όρου κι όχι ο ταχύτερος, δυνατότερος κ.λ.π γιατί ο καθένας κρίνει με βάση τον εαυτό του
gpointofview said
# 46
αυτό (σ)το ξέχασα : στο δωδεκάθεο το άντρες-γυναίκες είναι 6-6 !!
gpointofview said
Εν τω μεταξύ στο ΑΕΚ-ΠΑΟ έγιναν στο α΄ημίχρονο τρείς φάσεις (δυο φορές δεύτερη κίτρινη και αποβολή στον Αμραμπατ και μια χερούκλα-πέναλτυ αμυντικού της ΑΕΚ) που μάλλον θα τις έδινε με κρύα καρδιά ακόμα κι ο Μελισσανίδης !!!
ΝΑΣΟΣ ΠΑΠΑΕΥΣΤΑΘΊΟΥ said
Αγαπητέ κύριε Σαραντάκο, νόμιζα ότι είχα διαβάσει τα άπαντα του Καραγάτση.
Σας ευχαριστώ πολύ για τη δημοσίευση αυτού του άγνωστου μέχρι πρότινος διηγήματός του.
Πέπε said
53
Τα ‘χουμε ξαναπεί: το δωδεκάθεο δεν έχει σταθερή σύνθεση. Αποτελείται από 7-8 θεές και άλλους τόσους θεούς.
Δε θα βρεις συχνά λίστες στους αρχαίους συγγραφείς, και όποιος έκατσε να κάνει πιθανόν να είχε στον νου του να βγάλει ένα συμμετρικό αποτέλεσμα. Πολύ συχνότερα όμως θα δεις «συγκεντρώθηκαν οι Δώδεκα θεοί και ο τάδε είπε…». Αν τα μαζέψεις όλα αυτά, θα βρεις μια δωδεκάδα αρκετά διευρυμένη!
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
21 Ε, αυτή τη δεύτερη εκδοχή δεν τη σκέφτηκα
22 Συμφωνώ για το «έκσταση»
28 Συμφωνώ για το «Από …»
36 Ετσι λέω κι εγώ
41 Στέκομαι διορθωμένος, θα αναζητήσω το βιβλίο. Αλλά αν το έχει αποδελτιώσει ο Χανός το 1989, δεν κατάλαβε ότι (σε κάποιο τεύχος του 1942) υπάρχει αθησαύριστο διήγημα όχι του Καραγάτση αλλά του Παπαδιαμάντη; Πολύ απρόσεχτος και ο ίδιος και όσοι διάβασαν το βιβλίο.
42 Η περίοδος 1924-35 έχει σαφώς αποδελτιωθεί
55 Να είστε καλά!
gpointofview said
# 56
Μα δεν έχουν σημασία οι αριθμοί, απλά η πατριαρχία δεν προκύπτει κογικά από την σύνθεση .
ΛΑΜΠΡΟΣ said
52 – Το ότι είναι τρόπαιο η γυναίκα δεν σου λέει τίποτα; Η μάνα του, του είπε να μοιραστεί το τρόπαιο με τ’ αδέρφια του, χωρίς να δεί τι είναι, κι απλώς δεν άλλαξε γνώμη μετά,. Αν δεν το γνωρίζεις, αυτή η πρακτική συνεχίζεται και σήμερα στην Ινδία, που οι γυναίκες στην συντριπτική τους πλειονότητα, δεν υφίστανται καν σαν ανθρώπινα όντα με δικαιώματα. Οι μανούλες διαλέγουν ποια θα πάρει ο γιόκας τους. Αν και γυναίκες, διαιωνίζουν την πατριαρχική καταπίεση.
Σε γενικές γραμμές, το ίδιο ισχύει σε όλο τον κόσμο, με κάποιες μικρές παραχωρήσεις στον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο, που συνεχίζει βέβαια να τις κακομεταχειρίζεται, να τις βιάζει και να τις δολοφονεί, ουσιαστικά ατιμώρητα.
Κρίνοντας από την μάνα του Αρτζούνα αλλά και τις σημερινές μανούλες, λέω πως οι γυναίκες, έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την καταπίεση τους, γιατί ποιος μπορεί να το αλλάξει αυτό εκτός από τις ίδιες;
53 – Ναι αλλά ο Δίας γαμούσε κι έδερνε, ενώ η κερατουκλα Ήρα, σαν την Χίλαρι ένα πράμα, τα ανέχονταν όλα και στήριζε τον άντρα της!😂
Όπως είπα, όλα τα έπη και οι θρησκείες, γύρω από την πατριαρχια πραγματεύονται. Αν έχεις υπόψη σου κάποια αντίστοιχη Μαχαμπαράτα με γυναίκες, (με αλλαγμένους τους ρόλους δηλαδή) πες το μου γιατί εγώ δεν ξέρω!
ΛΑΜΠΡΟΣ said
58 – Βρε Γιώργο, η ισότητα των φύλων δεν έχει να κάνει με αριθμούς και ποσοστώσεις (που λένε κι οι προοδευτικοί 😊) είναι φυσική λειτουργία. Αν δεν υφίσταται σε μια κοινωνία, υπάρχει πρόβλημα, αυτή η κοινωνία, είναι βαριά άρρωστη, κάτι που είναι ολοφάνερο σ’ αυτή που ζούμε.
Όλως τυχαίως,😊 το πρόβλημα βρίσκεται στην σεξουαλικότητα.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Το βασικό νομίζω που ήθελε να πει κι έπλεξε αυτό το (υπερβολικό) μελό τριγύρω, είναι ότι ακόμη και τα κοινά καθάρματα, μπορεί να είναι καλοί πατριώτες. Κατοχή καθώς ήταν, τα μελό θα είχαν πέραση και η υπόμνηση του πατριωτισμού, αναγκαία.
Παλιομοδίτικο, αλλά αφού είναι Καραγάτσης, ωραίο που βγήκε στο φως να συμπληρωθεί στο έργο του.
Το όλον , μου θύμισε το τραγούδι «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο για σένα δεν αξίζω»
Ευχαριστούμε Νικοκύρη και Γιάννη.
sarant said
61 Κατοχή, σωστή επισήμανση
Α. Σέρτης said
57/41
Το θέμα είναι να σταθεί διορθωμένο το άρθρο και να απαλείψει την παροδηγούσα καραμπινάτη ανακρίβεια –και όχι το πράγμα να μένει στα «ψιλά» των σχολίων.
Όσο για το τι έπρεπε να καταλάβει ο ήρωας μονομάχος του 1989 και οι αναγνώστες, σοβαροί να είμεθα (που λέει και μια ψυχή…): είχαν αναλάβει (αναγνώστες και ούτις) την επιπρόσθετη υποχρέωση να διασταυρώνουν τους μυριάδες τίτλους κειμένων που αποδελτίωσε ο ήρωας μην τυχόν κάποιος είναι αθησαύριστος;
gpointofview said
# 53
Λάμπρο, σοβαρέψου ! Πατριαρχία υποστηριζόμενη από γυναίκες-μητέρες μόνο στον Βίλχεμ Ράιχ υπάρχει !!
Για να τελειώνουμε μια για πάντα , η μητριαρχία-πατριαρχία κρίνεται από τις θεότητες και στην Ινδία είναι χιλιάδες και όλων των ειδών. Πατριαρχία κάργα υπάρχει στην θρησκεία των Εβραίων και φυσικά στον Χριστιανισμό με την αγία τριάδα όπου προτιμήθηκε ένα περιστέρι από μια γυναίκα (και μη μου πεις για την Παναγία γιατί αυτήν την επέβαλαν οι πιστοί της Μεσογείου σαν ανάμηνση της μητριαρχίας που υπήρχε πριν από το δωδεκάθεο (βλέπε Ελευσίνια μυστήρια)
Πατριαρχία υάρχει και στους μουσουλμάνους όπου τα χούρι (ουρί) έγιναν πρόσφατα σταφύλια αντί για γυναίκες και μας προέκυψε σαν αντίδραση όταν η Βυζαντινή αυτοκρατορία στα ντουζένια της -γύρω στον 6ο αιώνα- χαλάρωσε πολύ με αυτοκράτειρες κ.λ.π.
Το πως δεν μπορείς να κατανοήσεις πως διαγωνιζότουσαν οι υποψήφιοι για μια γυναίκα σαν φυσιολογικό έθιμο μιας εποχής (υπάρχει ακόμα σε χιλιάδες παραμύθια και γίνεται από σχεδόν όλα τα ζώα στην φύση) και το θεωρείς «έπαθλο», με ξεπερνάει. Μήπως δεν μοιάζει με το συνοικέσιο (σε ΑΝΤΡΕΣ και γυναίκες για να βρούν τον κατάλληλο σύντροφο ; Επίσης από ιστορία, ξέρουμε για γάμους βασιλιάδων μόνο και αγνοείς πως στις περισσότερες φορές αυτοί οι γάμοι είχαν πολιτικά-στρατιωτικά κίνητρα και δεν αφορούσαν μόνο τις γυναίκες σαν έπαθλα αλλά και τους άντρες δηλαδή ήταν όργανα ισορροπιών και οι δύο
και επειδή λες για τον Δία κερατιάρη, η Αφρούλα τι ήτανε (μέχρι με τον βλάκα Αρη και τον τσοπάνο πήγαινε)
την καλημέρα μου
sarant said
63 Από τις μυριάδες ως τον έναν, τον Παπαδιαμάντη ντε, υπάρχει απόσταση. Αλλά θα αναζητήσω το βιβλίο.
antonislaw said
Καλημέρα σας! Καταρχάς χάριτας οφείλομεν στον Νικοκύρη και στον Γιάννη Μαλλιαρό για το εύρημα, την πληκτρολόγηση και την παρουσίαση! Προσωπικά μου άρεσε πάρα πολύ, είναι στο καραγατσικό κλίμα, έχει μαστοριά, έχει πλοκή παρότι είναι πολύ σύντομο, έχει εικόνες έντονες.
«Ένας από κείνους τους άντρες που χωρίς να είναι ούτε όμορφοι, ούτε πλούσιοι, ούτ’ εξαιρετικά έξυπνοι σκορπάν κάποιο ανεξήγητο κύμα γοητείας ολόγυρά τους. Τον περιτριγύριζε η χειρότερη φήμη: Γυναικάς μπεκρής, χαρτοπαίκτης, τεμπέλης, ασυνείδητος, χωρίς πόρους φανερούς κατάφερνε να είναι το χαϊδεμένο παιδί της καλύτερης, της αυστηρότερης κοινωνίας.»
Ο κλαστικός καραγατσικός ήρωας με κάποια στοιχεία και από τον ίδιο τον Καραγάτση.
«– Μην κλαις, είπε. Δεν αξίζω τον κόπο… Δεν άξιζα ποτέ τον κόπο.»
Και αυτό κλασικό καραγατσικό μοτίβο που απηχεί και τον ίδιο τον Καραγάτση. Γράφει κάπου η κόρη του η Μαρίνα ότι λίγα χρόνια πριν πεθάνει της είπε: ««Τόσες αρνητικές κριτικές, μήπως και δεν αξίζω τίποτε; Μήπως ήμουν ένα μηδενικό;»
antonislaw said
2 @ «με πλάκωσε ένα φορτηγό αυτοκίνητο…» : «Τον πλάκωσε / τον πάτησε / τον έκοψε» έλεγαν παλιότερα, σήμερα «τον χτύπησε» και επισημότερα «τον παρέσυρε». Μαζί με τη μορφή, την πρόσοψη και το βάρος των αυτοκινήτων, άλλαξαν και τα ρήματα.»
Και τον έκανε πίτα. Τονε σβόλωσε θα λέγαμε στα κρητικά.
Πλακώνω βέβαια στην εποχή που γράφει ο Καραγάτσης σήμαινε και συνουσιάζομαι, σήμερα δεν χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια.
Spiridione said
-Εκεί είχε (ανα)δημοσιευτεί και το αθησαύριστο διήγημα του Παπαδιαμάντη «Η νοσταλγία του Γιάννη», που ανακάλυψα και δημοσίευσα παλιότερα, όπως και άλλα αθησαύριστα έργα για τα οποία μπορεί να μιλήσουμε στο μέλλον.
Εσύ όμως Νικοκύρη το είχες βρει από άλλο περιοδικό, την Οικογένεια, όπως μας έχεις πει.
https://sarantakos.wordpress.com/2012/07/15/nostalgiagianni/
Ο Φώτιος Δημητρακόπουλος (τον αναφέρεις στο άρθρο σου) στο βιβλίο του «Άνθος της Εδέμ: παπαδιαμαντικά κείμενα και μελέτες» (1999) αναφέρει τα εξής:
Το Μπουκέτο, εβδομαδιαία εικονογραφημένη φιλολογική επιθεώρηση, εκδιδόταν στην ̓Αθήνα από το 1924 έως το 1946 (Βλ. Δ. Χανός, Τα λαϊκά περιοδικά, τομ. 3, Αθήνα 1989, σσ. 71-195). Στο Μπουκέτο και το πρωτοχρονιάτικο πανηγυρικό τεύχος του Ημερολόγιον του Μπουκέτου ξαναδημοσιεύτηκαν, όπως διαπιστώσαμε ύστερα από πλήρη έλεγχο των τόμων του περιοδικού, από το 1925 έως το 1938, δεκατρία διηγήματα του Παπαδιαμάντη, τα εξής …
https://www.google.gr/books/edition/%CE%91%CE%BD%CE%B8%CE%BF%CF%82_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%95%CE%B4%CE%B5%CE%BC/xndiAAAAMAAJ?hl=el&gbpv=1&bsq=%CE%A3%CF%84%CF%8C+%CE%9C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%BF+%CE%BA%CE%B1%CE%AF+%CF%84%CF%8C+%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%87%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF+…&dq=%CE%A3%CF%84%CF%8C+%CE%9C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%BF+%CE%BA%CE%B1%CE%AF+%CF%84%CF%8C+%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%87%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF+…&printsec=frontcover
sarant said
68 Στην Οικογένεια το βρήκα και έκανα τη σχετική ανακοίνωση, αλλά αργότερα το (ξανα)βρήκα και στο Μπουκέτο του 1942, στο πασχαλινό τεύχος. Οπότε λογικά θα περιλαμβάνεται και στην αποδελτίωση του Χανού.
Οι δημοσιεύσεις διηγημάτων του Ππδ στο Μπουκέτο 1925-1938 έχουν κάποιο φιλολογικό ενδιαφέρον διότι σε 2-3 διηγήματα δίνεται άλλος τίτλος ή υπάρχουν διαφορές στο κείμενο.
Πέπε said
#67, #2:
> «Τον πλάκωσε / τον πάτησε / τον έκοψε» έλεγαν παλιότερα, σήμερα «τον χτύπησε» και επισημότερα «τον παρέσυρε».
Δηλαδή τώρα δε λέγεται πια το «τον πάτησε»; Πάντως εμένα δε μου ακούγεται παλιομοδίτικο, μάλλον εντελώς νορμάλ.
sarant said
70 Κι εγώ την ίδια εντύπωση έχω.
Amalia Kavali said
Σύμφωνα με τον κύριο Τάρλοου πρόκειται για προγενέστερη εκδοχή της μεγάλης κυρίας του Μεξικού που περιλαμβάνεται στη μεγάλη λιτανεία των ασεβών.
sarant said
72 Καλημέρα σας. Ευχαριστούμε πολύ για τη διευκρίνιση. Ισως αξίζει μια αντιπαραβολή. Να είστε καλά!
Αντώνης said
«… πού ‘παιρνε τ’ απεριτίφ της/ρίχτηκ’ ένας τσίφτης» (Αλέκος Σακελλάριος)
Theo said
@73:
Η πρώτη κυρία του Μεξικού (βλ. https://www.politeianet.gr/books/9789600505771-karagatsis-m-estia-i-megali-litaneia-185226).
sarant said
75 Να θυμηθώ να το πάρω.