Για το σημερινό λογοτεχνικό μας ανάγνωσμα διάλεξα ένα εύθυμο διήγημα ενός αγαπημένου συγγραφέα, του Τούρκου Αζίζ Νεσίν (1915-1995), που είναι πολύ γνωστός στην Ελλάδα αφού ευτύχησε να έχει μεταφραστή τον Έρμο Αργαίο (Ερμόλαο Ανδρεάδη). Στο ιστολόγιο είχαμε παρουσιάσει πριν από τέσσερα χρόνια ένα άλλο δικό του διήγημα (περιέργως, σχεδόν την ίδια ημερομηνία, τότε 10 Μαΐου).
Ο Νεσίν γεννήθηκε στη Χάλκη, στα Πριγκιπονήσια, και έζησε κυρίως στην Πόλη. Ήταν αριστερός και κυνηγήθηκε από αυταρχικά καθεστώτα στην πατρίδα του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε στη μάχη ενάντια στον θρησκευτικό φανατισμό. Είχε αρχίσει να μεταφράζει τους Σατανικούς στίχους και το 1993, ενώ συμμετείχε σε μια εκδήλωση Αλεβιτών στη Σεβάστεια (Σιβάς) ένα πλήθος φανατικών περικύκλωσε το κτίριο και έβαλε φωτιά -με 37 θύματα.
Το 1957 ο Νεσίν ίδρυσε το Ίδρυμα Νεσίν, που το προικοδότησε με τα συγγραφικά του δικαιώματα. Δέχεται κάθε χρόνο ως υπότροφους τέσσερα άπορα παιδιά και αναλαμβάνει τη στέγη, την τροφή και την εκπαίδευσή τους μέχρι την ενηλικίωση.
Τα πρώτα βιβλία του Νεσίν, όπως η συλλογή διηγημάτων Ο καφές και η δημοκρατία, τα είχα διαβάσει μικρός στην πατρική βιβλιοθήκη.
Το σημερινό διήγημα είχε δώσει τον τίτλο σε συλλογή διηγημάτων που είχε εκδοθεί το 1972 από τις εκδόσεις Διογένης, εξαντλημένο πια. Εκεί το πρωτοδιάβασα και με είχε εντυπωσιάσει. Δεν είναι ξεκαρδιστικά εύθυμο, κάθε άλλο.
Tο διήγημα του Νεσίν έχει στα τουρκικά τον τίτλο Sekiz ayaklι Sisifus (σεκίζ = οχτώ, αγιάκ = πόδι). Ωστόσο, απ’ όσο είδα, δεν υπάρχει στα τουρκικά συλλογή διηγημάτων του Αζίζ Νεσίν με αυτό τον τίτλο -ο Έρμος Αργαίος προφανώς διάλεξε μερικά από τα καλύτερα διηγήματα του Νεσίν και δεν μετέφρασε αυτούσια μια συλλογή του.
Για την εδώ δημοσίευση πήρα το κείμενο από το Λογοτεχνικό ιστολόγιο, που το έχει πάρει από τη δημοσίευση του διηγήματος στην Επιθεώρηση Τέχνης (τεύχος 143-4, Νοε-Δεκ 1966).
Ο Σίσυφος με τα οχτώ πόδια
Αυτό συμβαίνει σ’ όλους μας: Υπάρχουν τύποι ανθρώπων, που από την πρώτη γνωριμία, αισθανόμαστε απώθηση γι’ αυτούς· είτε από την ασκήμια τους, είτε από την χοντροκοπιά τους, είτε από τα χυδαία καμώματά τους, ή και για λόγους ανεξήγητους… Όταν όμως αρχίζουν να μιλούν κάτι τέτοιοι, τα πρώτα μας συναισθήματα γι’ αυτούς αλλάζουν, και με τον λόγο τους απλώνουν μπροστά μας την ομορφιά του εσωτερικού τους κόσμου. Και πίσω απ’ εκείνη τη φαινομενική ψυχρή εξωτερική τους εμφάνιση αποκαλύπτεται η κρυμμένη ζεστασιά της ψυχής τους. Και με τα έργα και τις πράξεις τους γίνονται ακόμα πιο ωραίοι.
Υπάρχουν και κάτι ζώα αντιπαθητικά, που μας προκαλούν αηδία, αποστροφή και φόβο. Όπως το φίδι, το ποντίκι, ο σκορπιός, ή σαρανταποδαρούσα… Και ποιο είναι αυτό το συναίσθημα: Καλά – καλά ούτε φόβος είναι, ούτε σιχασιά… Ίσως να ‘ναι λίγο απ’ όλα, κάτι που δεν μπορεί ακριβώς να προσδιοριστεί…
Εγώ αντιπαθώ τις αράχνες και τα έντομα αυτής της κατηγορίας. Τις σιχαίνομαι περσότερο και από τα φίδια και από τα ποντίκια.