Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο μαστροπός λαός του Ρώμου Φιλύρα

Posted by sarant στο 5 Αυγούστου, 2012


Είναι πολύ συνηθισμένο ποιητές να απευθύνονται σε ποιήματά τους σε ομοτέχνους τους -έχει μάλιστα βγει και ανθολογία ποιημάτων που γράφτηκαν «από ποιητές για ποιητές» (με τον θαυμάσιο υπότιτλο «Χειραψία πάνω από την άβυσσο»).

Άλλοτε ο ποιητής αφιερώνει στον ομότεχνό του ολόκληρο το ποίημα, όπως π.χ. ο Κοτζιούλας στη Μαρία Πολυδούρη,  ή όπως διάφοροι ποιητές για τον Λαπαθιώτη, άλλοτε πάλι μέσα στο ποίημα υπάρχει ένας στίχος ή μια στροφή που μνημονεύει τον ομότεχνο.

Παράδειγμα ποιήματος αυτής της δεύτερης κατηγορίας είναι το πολύ γνωστό ποίημα «Υποθήκαι» του Κώστα Καρυωτάκη:

Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς,
μπορούνε με χίλιους τρόπους.
Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής,
όταν ακούσεις ανθρώπους.

Στο καταληκτικό τετράστιχο του ποιήματος, ο Καρυωτάκης απευθύνεται σε έναν βασανισμένο ομότεχνό του, βασανισμένος προς βασανισμένο δηλαδή:

Ασε τα γύναια και το μαστροπό
Λαό σου, Ρώμε Φιλύρα.
Σε βάραθρο πέφτοντας αγριωπό,
κράτησε σκήπτρο και λύρα.

Για να καταλάβουμε την αναφορά, πρέπει να ξέρουμε ότι ο Καρυωτάκης αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο ποίημα του Φιλύρα, το «Μοίρα άγει» όλο κι όλο δυο τετράστιχα:

Α, στο λαό πώς μ’έριξεν η μοίρα,
πώς μ’ έκρουσε στη θείαν ανατροφή
και μ’ άφησεν ο δύσμοιρος και πήρα
τη χλεύη, τη βρισιά και τη ντροπή.

Όχλε λαέ, βαρβάρων σπέρμα νόθο,
πού την βρίσκεις την κρίση και χτυπάς
στη ρίζα τον ακόρεστό μου πόθο.
Α, μαστροπέ, στην άβυσσο με πας!

Ο Καρυωτάκης διαβάζεται πάντοτε, επηρέασε επιδερμικά ή όχι γενιά ολόκληρη ποιητών, ο Φιλύρας πάλι έχει μισοξεχαστεί, όσο κι αν εξακολουθεί να έχει αναγνώστες. Πολλοί θεωρούν πως ο Φιλύρας είναι ο πρωτοπόρος του ελληνικού σουρεαλισμού και μάλιστα κατά τον Βάρναλη κατάφερε να απομακρύνει τη λογική από την ποίηση όχι αντιγράφοντας ξένα πρότυπα, αλλά από φυσικού του, εντελώς αβίαστα.

Αντιγράφω πάλι ένα (δυσεύρετο και δεν ξέρω αν είναι καταγραμμένο) άρθρο του Βάρναλη στην εφημερίδα Δημοκρατικός του 1950, όπου αντιδιαστέλλει Καρυωτάκη και Φιλύρα, που τους θεωρεί τους δυο σημαντικότερους ποιητές του μεσοπολέμου: Ο ένας [Καρυωτάκης] μισούσε τη ζωή, ο άλλος [Φιλύρας] την αγαπούσε. Αλλ’ όλη του η ζωή ήταν ο εαυτός του. Έξω απ’ τη φύση αγνοούσε τους ανθρώπους. Κι από τους ανθρώπους μονάχα τις γυναίκες αγαπούσε -κι αυτές της φαντασίας του. Ενώ ο Καρυωτάκης δεν έβλεπε πουθενά το ιδανικό. Τουναντίον τα μίκραινε και τα ξεγύμνωνε όλα από κάθε λάμψη -ακόμα και τις γυναίκες.

            Ο Φιλύρας ήταν ευχαριστημένος με τον εαυτό του. Μεγαλομανής, «γόης» και καταχτητής οραμάτων. Η ποίησή του κινιέται κατακόρυφα προς τα ύψη· και του Καρυωτάκη κάθετα προς τον τάφο.

Ιππότης θρυλικός απ’ τη Σεβίλλια,
τάχα μονάχα ο Ντον-Ζουάν εστάθη,
τόσων θριάμβων τρόπαιο, τα μαντίλια
των «χαίρε» στους Μεγάλους, τόσα πάθη.

Δεν είχε μια η Ανδαλουσία μαντήλια
σκεπασμένη, πολλές –ποιός να τις μάθει!–
μαύρες, ξανθές και καστανές, τα δείλια
παντέχουν μες στων σαλονιών τα βάθη.

Κι άλλες σε πύργο ερημικό, στους δρόμους
οι καταφρονεμένες που προσμένουν
το Μοιραίο, ανυπόταχτες σε νόμους

ζωής κακής κι εκείνες που πεθαίνουν
κατάδικες μιάς κλίσης απ’ αγάπη
κι απόδιωχτες από το σκληρό Σατράπη.

Ο Φιλύρας λεγόταν Γιάννης Οικονομόπουλος. Γεννήθηκε το 1888 στο Κιάτο, άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα από πολύ νέος, πέθανε το 1942 στο Δρομοκαΐτειο, όπου έζησε τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του. Σε όσους τον επισκέπτονταν χάριζε με τις φούχτες ποιήματά του, βιαστικά γραμμένα σε κάθε λογής χαρτιά. Ήταν πηγαίο, ασυγκράτητο ταλέντο.

Έτσι και μες στα στήθια μου σα Γίγαντες παλεύουν
η φλόγα με τη σκέψη μου σε θλιβερό σκοπό
κι ωιμέ δεν ξέρω τι έχουνε, δεν ξέρω τι γυρεύουν.
Να με συντρίψουν θέλουνε, δεν ξέρω και πονώ

(το έγραψε δεκαπέντε χρονών, το 1903).

Πάρα πολλά του ποιήματα ήταν γραμμένα για γυναίκες, συνήθως ιδανικές, και πολλά έχουν ένα γυναικείο όνομα για τίτλο, όπως:

Μαφάλντα

Στη σκάλα εφάνης του μαρμάρινου μεγάρου
με το χρυσόυφο φόρεμα σαν πριγκηπέσσα
παραμυθιών, με το πουρπούλισμα ενός γλάρου
που στου πελάου την απλωσιά πετάει μέσα.

Σαν πλασμένη από μάρμαρο της Πάρου
φίνα κορμοστασιά, τρέμει η ανέσα
στο κοραλένιο χείλι, του λαβάρου
κύματα η φορεσιά σου -έγια λέσα.

Και στο χορό πετάς το σώμα ως τόπι·
τρεμουλάει το στήθος και σπαράζει
στης ορχήστρας το ρυθμικό μαράζι.

Από τα τζάμια φαίνονται άλλοι τόποι
και ταξιδεύει ο νους εκεί που μόνο
η ρέμβη βαλσαμώνει κάθε πόνο.

Ο Φιλύρας ήταν εύκολος στόχος για την πρόγκα των Αθηναίων της δεκαετίας του 1920. Έλεγε πως είναι απόγονος βυζαντινών αυτοκρατόρων και αρραβωνιαστικός της πριγκίπισσας Ιολάνδης, είχε ιδρύσει το Φεμινιστικό Κόμμα Ελλάδος και έστελνε ανακοινώσεις στις εφημερίδες ως Αρχηγός της Έκτης Καταστάσεως. Αν αυτά τα πίστευε όντως ή αν το έκανε μόνο και μόνο για την πλάκα δεν θα το μάθουμε ποτέ, αλλά τα σύνορα της φαντασίας με την πραγματικότητα δεν ήταν πολύ καθαρά. Ένα περιστατικό από τη ζωή του μου φαίνεται χαρακτηριστικό. Κάποτε ήταν στο στρατό, ανθυπολοχαγός-αρχειοφύλαξ. Παραπονιόταν ότι το φαγητό στη λέσχη των κατώτερων αξιωματικών δεν ήταν τόσο καλό όσο στη χωριστή αίθουσα των ανώτερων. Μια και δυο, πάει σε ένα στρατιωτικό ραφτάδικο, αγοράζει επωμίδες συνταγματάρχη, ξηλώνει τις δικές του και τις ράβει στη στολή του. Οπότε, πηγαίνει στη Λέσχη (στο σημερινό Άττικα), και στρώνεται στην καλή αίθουσα. Για κακή τύχη, σε λίγο ήρθε ένας αληθινός συνταγματάρχης, ο φρούραρχος Αθηνών, και του κίνησε την περιέργεια αυτός ο άγνωστος ομοιόβαθμός του που ούτε καν τον χαιρέτησε. Ο φρούραρχος φώναξε τον φαντάρο της υπηρεσίας να τον ρωτήσει ποιος είναι ο άγνωστος. Κάπου εκεί κατάλαβε ο Φιλύρας ότι κάτι δεν πάει καλά, πλήρωσε βιαστικά και σηκώθηκε να φύγει, αλλά ο φρούραρχος άφησε το φαΐ του στη μέση και τον ακολούθησε. Κατεβαίνοντας στο δρόμο, ο Φιλύρας το έβαλε στα πόδια -στο κατόπι ο φρούραρχος, και οι διαβάτες είδαν το σπάνιο θέαμα να κυνηγιούνται ξεσκούφωτοι δυο συνταγματαρχαίοι στην οδόν Πανεπιστημίου!

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, χαμός γινόταν κάθε φορά που εμφανιζόταν ο Φιλύρας στα Δαρδανέλλια, όπως λεγόταν η περιοχή στην αρχή της Πανεπιστημίου (στο ύψος της Βουκουρεστίου και της Κριεζώτου) όπου τα δυο μεγάλα αντικρινά καφενεία, Γιαννάκη και Ντορέ. Ο καθένας, για να κάνει το κομμάτι του στην παρέα του, θεωρούσε απαραίτητο να πειράξει τον Φιλύρα λέγοντάς του κάτι για το Βυζάντιο -και να τον βρίσει αν δεν έπαιρνε απάντηση. Έχω μάλιστα την αίσθηση ότι λίγο-πολύ με τη θέλησή του κλείστηκε στο ίδρυμα, όπου είχε προνομιακό καθεστώς μια και του επέτρεπαν να δημοσιεύει σε περιοδικά και εφημερίδες τις εντυπώσεις του. Σε ένα μάλιστα τέτοιο άρθρο τοποθετεί την αρχή της τρέλας του σε μια πέτρα που έφαγε κατακούτελα σε ηλικία εφτά χρονών. Θέλω να πω, άλλοι τρόφιμοι διαμαρτύρονται ότι κακώς τους έχουν κλείσει μέσα, εκείνος αντίθετα επέμενε ότι είναι τρελός από πολλά χρόνια -είχε βρει την ησυχία του, τους φίλους του, μακριά από τον μαστροπό λαό.

Και για να τελειώσω μ’ ένα  αξιοπερίεργο, ο Φιλύρας έχει γράψει και σονέτο αφιερωμένο στον Ιωσήφ Στάλιν, αν και διαφορετικό από τα ποιήματα του είδους αυτού:

ΣΤΟ ΣΤΑΛΙΝ

Μαύρη Άρκτος, στο βράχο του Καυκάσου,
στην Οδησσό και στη Νοβοροσίσκη,
άλλον, σήμερα, η ζήτηση, δε βρίσκει
Μέγαν, σ’ έντονη δύναμη, του Άσου,

Διαβαίνει, η Ανθρωπότης κι απεικάσου
ξανά, στα πόδια σου, ο λαμπρός, και μνήσκει,
άναυδη, μπρος, στο θρίαμβο, της χαράς Σου,
Μπόλσεβε, στο τρακάρισμα, και θνήσκει.

Τα Σύμπαντα, οι Αρκτούροι κι οι Στοιβάδες,
οι Αντάρηδες με τις Αμαδρυάδες,
οι Φαύνοι, οι Σεληνοί στα λευκά νέφη

κρούουν, των Πρίμων, το κρουστό το ντέφι
και μαζεύουν, από τα Κυβερνεία,
των περεολουκών, στρατούς, πηνία.

30.1.34                        Μαγνητική βελόνη

ΥΓ Οι περεολούκες του τελευταίου στίχου υποθέτω πως είναι οι Переулок, δηλαδή οι λωρίδες κυκλοφορίας, ίσως στους μεγάλους αυτοκινητόδρομους που οδηγούσαν προς την Ανατολή και προς το Μέλλον. Εκτός αν είναι απλώς ο δρόμος, το δρομάκι, η οδός.

53 Σχόλια to “Ο μαστροπός λαός του Ρώμου Φιλύρα”

  1. Καλημέρα! Απολαυστικό, Νίκο. Τι είναι οι περεολούκες;

    Το όνομα Μαφάλντα σήμερα βέβαια θυμίζει τη Μαφάλντα του Κίνο, υπήρχε όμως μια πριγκήπισσα της Πορτογαλίας (σημειώνει ο Κϊνο: «ήθελα ένα όνομα έτσι κι έτσι, αργότερα έμαθα για την πριγκήπισσα και την τραγική μοίρα της», ή κάπως έτσι). Για την ακρίβεια δύο: αυτή, που έγινε και άγια, και αυτή που πέθανε παιδάκι. Ο Κίνο όμως μάλλον είχε κατά νου τη Μαφάλντα της Σαβοιας. Υπάρχει βέβαια και μια Μαφάλντα-Σεσίλια, πριγκήπισσα της Βουλγαρίας, δεκαοχτώ χρονώ σήμερα.

  2. Reblogged this on ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ.

  3. sarant said

    Καλημέρα Δύτη!

    Οι περεολούκες πρέπει να είναι οι Переулок, δηλαδή οι λωρίδες κυκλοφορίας, ίσως στους μεγάλους αυτοκινητόδρομους που οδηγούσαν προς την Ανατολή και προς το Μέλλον.

    Ναι, το όνομα Μαφάλντα για μερικές γενιές θα συνδέεται αυτόματα με την ηρωίδα του Κίνο…

  4. gbaloglou said

    Προτείνεται και το «περαιολούκι» = «λούκι περαίωσης» = «τελική δυσκολία»

  5. Ε, αυτό πια δεν θα το φανταζόμουν. Κυκλοφορούσε η λέξη στους, ξέρω γω, αριστερούς κύκλους της δεκαετίας του ’30; Ή ήξερε ο Φιλύρας ρώσικα;
    Πρέπει να πω ότι συντακτικά/νοηματικά δεν βγάζω καθόλου άκρη από το σονέτο για τον Στάλιν. Σαν τις παρωδίες του Ψαθά για τη νεωτερική ποίηση μου μοιάζει, έχει και αυτά τα συνεχή κόμματα, τι να πω.

  6. sarant said

    5: Απόσο ξέρω ρώσικα δεν ήξερε, ούτε νομίζω να ακουγόταν η λέξη στους αριστερούς κύκλους, όπου άλλωστε δεν συμμετείχε ο Φιλύρας, αλλά και ρεπορτάζ για την ΕΣΣΔ δημοσιεύονταν πολλά στις μεγάλες εφημερίδες. Είχε πάει και ο Καζαντζάκης και άλλοι και έγραψαν εντυπώσεις. Όμως δεν ξέρω αν ήταν διάσημη η λέξη.

    Βγαίνει νόημα από το «η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου»;

  7. Θέλω να πω δεν βγαίνει ούτε συντακτικά νόημα. Ο στίχος του Εμπειρίκου με το στίλβον ποδήλατο είναι ας πούμε σαν το περίφημο παράδειγμα του Τσόμσκι για τις γραμματικά-συντακτικά ορθές προτάσεις χωρίς νόημα (green ideas sleep furiously) -το σονέτο του Φιλύρα μου είναι αδύνατο να το μεταγράψω σε πεζό λόγο, με υποκείμενα, αντικείμενα κλπ., ιδίως τη δεύτερη στροφή.

  8. Γς said

    Τέλος πάντων Περεούλοκ είναι αυτό .

  9. demeterx said

    ΡΩΜΟΣ ΦΙΛΥΡΑΣ

    ΕΜΠΝΕΥΣΗ

    Δεν είν’ άλλο στον κόσμο απ’ την έμπνευση μόνο,
    μόνο αυτή ξελυτρώνει απ’ τα γήινα δεσμά,
    μόνο αυτή νανουρίζει τον πικρό μας τον πόνο
    και μας σώνει απ’ του Χρόνου το βαρύ τον κασμά.

    Να σε βλέπω, να παίρνω τα όλα σου, όλα τα ωραία,
    ναν τα λιώνω στου Στίχου τον κυλούμενο γύρο,
    ναν τα κλώθω, να γίνουν πολλά, ένα, μια ιδέα,
    κι απ’ της έμπνευσης όλα ραντισμένα το μύρο.

    Καλη μέρα. Ιδιάζουσα και πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση ο Φιλύρας .Μεγάλο ποιητικό ταλέντο. Η ορμή του του στερούσε την διάκριση για αυτό και έδινε τροφή για πειράγματα. Η Σελήνη του ένα από τα ωραιότερα ποιήματα που έχουν γραφεί στην ελληνική γλώσσα Απ τους αγαπημένους μου Ωραίο κειμενο 🙂

    Η ΣΕΛΗΝΗ

    Ώς πότε θα γυρνάς στ’ ουρανού τα πλάτη αργυρή,
    πασίφαη, πλησίφαη, γεμάτη, μισή σα δρεπάνι,
    σα μαγεία φωτεινή, δέσμη φώτων, σφυρί
    που αργάζει, χρυσή, μια φεγγόρροη στεφάνη;

    Προαιώνια, πρόκοσμη, προκατακλυσμιαία,
    νύμφη ωραία, τροπικών μαγεμένη φροντίδα,
    κεκαυμένων ζωνών αφοσίωση ακμαία,
    φλογερών, μαύρων πλασμάτων αχτίδα.

    Βεδουίνων, Αφρικάνων θρησκεία
    και λατρεία υψωμένων καρδιών και τραχήλων
    στο ανέσπερο φέγγος που πλέει σα σχεδία
    στα ωκεάνεια πλάτη και στα μήκη των θρύλων.

    Έκπαγλη, θεία, γλυκιά και καλή, φωτισμένη
    σα μετέωρο θέλγητρο, σα μέγα μπαλόνι,
    φάρε, κόσμημα και τιάρα γλυμμένη
    σ’ ένα πρότυπο λίθων, ερώτων ακόνι.

    Οπτασία, φευγαλέα ομορφιά, Οφηλία,
    γοητεία των άστρων, Σαλώμη, κραιπάλη,
    των ηρώων μυθική ερωμένη, ομιλία,
    Ήρα, Λήδα, Σεμέλη, Κλεοπάτρα, Ομφάλη.

  10. Μάλιστα. Να ρωτήσω κάτι, Νίκο, εσύ πώς βρήκες τι ήταν οι περεολούκες;

  11. sarant said

    8: Ναι, αυτό είναι -οδός. Δεν είναι και οι λωρίδες κυκλοφορίας -κρίμα, μου χαλάει την εικόνα!

    10: Πώς το βρήκα; Γκουγκλίζοντας το pereoluk και βρήκα καμιά κατοστή ανορθογραφημένα, οπότε κατέληξα στο pereulok.

  12. sarant said

    9: Ναι, τι ωραία η Σελήνη!

    7: Λαμπρός ο Μπόλσεβος, άναυδη η ανθρωπότη, που μνήσκει και θνήσκει.

  13. Γς said

    11:
    Είναι κι αυτό που λες. Ετσι τουλάχιστον καταλαβαίνω με τα λίγα ρωσικά μου στην Βίκη.

    В сельской местности переулком называется второстепенная улица, связывающая основные жилые улицы

  14. Απομένει η δύναμη του άσσου, και το τρακάρισμα. Το απεικάσου μπορεί να είναι ένα -φαντάσου!-, υποθέτω. Και σταματώ να τρολάρω εδώ.

  15. Δημήτρης Μ. said

    Переулок δεν είναι η λωρίδα κυκλοφορίας, αλλά η πάροδος. Οι πάροδοι στις ρωσικές πόλεις δεν είναι τόσο μικρές, όσο στις ελληνικές και έχουν και ονομασίες. Переулки θα ήταν, σύμφωνα με τη ρωσική αντίληψη δρόμοι σαν την Φειδίου, τη Χρήστου Λαδά, τη Ζήνωνος. Γενικώς είναι οι μικροί σχετικά δρόμοι, που ενώνουν μεγάλους δρόμους, ή λεωφόρους.

  16. ppan said

    Πάρα πολύ ωραίο!

  17. Νέο Kid Στο Block said

    15. Επιβεβαιώνω το 15. Eίναι αντίστοιχο του γερμαν. Gasse και πολλές διευθύνσεις στη Μόσχα (που ξέρω) τελειώνουν σε переулок.

  18. Νέο Kid Στο Block said

    Και συμμερίζομαι την έκπληξη/θαυμασμό του Δύτη για το πώς το βρήκες! 🙂

  19. sarant said

    15-17: Κι εγώ είδα ότι πολλές διευθύνσεις στη Μόσχα έχουν περεουλόκ και πράγματι αυτή είναι η πρώτη σημασία της λέξης, αν όμως έχει και τη σημασία της λωρίδας αυτοκινητόδρομου (όπως μισοεπιβεβαιώνει ο γσ στο 13) θεωρω πιθανό η αναφορά να είναι από εκεί.Μπορεί βέβαια να είναι και οι πάροδες.

  20. lali said

    Μπράβο!!! Τον Φιλύρα ακόμα τον κρύβουν γιατί τους ξεγυμνώνει!Μόνο για τη λέξη του έχετε να πείτε;;

  21. sarant said

    20: Πείτε κι εσείς λοιπόν, ελεύθερα, ποιους ξεγυμνώνει.

  22. Γς said

    19:
    Δεν μπορει να αναφέρεται μόνο σε σοκάκι, πάροδο. Συχνά τη βλέπω στα ρώσικα δίπλα στη λέξη Будущего, δλδ δρόμος (προς το) μέλλον.
    Χμ. ΟΚ Τέλος.

  23. Γς said

    21:
    Τις μητέρες του, τα παιδιά του, τη βασίλισσα της Ελλάδος (και ότι σημαίνουν όλα αυτά).

  24. cronopiusa said

    Καλή σας μέρα
    νομίζω ότι η «ωδή» στον Στάλιν καταγγέλλει την γενοκτονία των Ποντίων του Καυκάσου με όλον το πλανητικό συμβολισμό μιας γαλαξιακής σύγκρουσης
    http://www.e-istoria.com/po55.html
    “Από το Καρς στο Κιλκίς“

    -Από τον Καύκασο στην Ελλάδα…..


    Ο Καζαντζάκης και οι Έλληνες του Καυκάσου http://www.youtube.com/watch?v=ha5r2HLCpOM

  25. Γς said

    23:
    Και το έγραψε το 1934; Τρία χρόνια νωρίτερα;

  26. Δημήτρης Μ. said

    22. Το μέλλον δεν έχει μόνο πλατειές λεωφόρους. Έχει και μονοπάτια. Για να τελειώνουμε με το переулок. Δε σημαίνει τίποτε άλλο, παρά μόνο πάροδος – με τα ελληνικά μέτρα οδός. Το μεταφραστήρι του google είναι εντελώς λάθος.
    Η λωρίδα κυκλοφορίας είναι полоса движения και κανένα λεξικό, από όσα είδα, δε δίνει τις λέξεις αυτές για συνώνυμες.

    Επειδή η λέξη είναι αρκούντως ποιητική (πρβλ δρομάκι, σοκάκι), ίσως να, πέρασε αμετάφραστη σε κάποιο ποίημα κάποιου ρώσου, ή σοβιετικού και, έτσι να, την έμαθε ο Φιλύρας από εκεί. Ή μπορεί να την άκουσε κάπου, από κάπιοιον νοσηλευόμενο π.χ., και να την έβαλε στο ποίημα, χάριν χρώματος.

  27. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    25: Πολύ πιθανόν!

    23: Εκτός της εύλογης αντίρρησης του 24, δεν νομίζω ότι είναι θεμιτό να μιλάμε για γενοκτονία Ποντίων στην ΕΣΣΔ (όπως το πρώτο λινκ). Το δεύτερο λινκ κάνει λόγο για γενοκτονία στον Πόντο, που είναι εντελώς άλλο ζήτημα (αν και πάλι διαφωνώ για τον όρο).

  28. Γς said

    26:
    Εντάξει να μην μιλάμε για γενοκτονία Ποντίων. Να το πούμε δακοκτονία; Ή καλύτερα PSI, κούρεμα Ποντίων; Πρώτο PSI, δεύτερο (βαθύτερο-με την ψιλή) PSI και ότι απέμεινε 😦

  29. NM said

    Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά το ψευδώνυμο του συγγραφέα του 1ου λίκνου είναι «Rudolf Hess».

  30. cronopiusa said

    24, 26

    Οι μιλίτσιες του Μάχνο και η Νεολιθική
    Νυχτωδία στην Κροστάνδη καθρεφτίστηκαν στο έρμο κεφάλι με τη βίαια κολεκτιβοποίηση

    σχωράτε, δεν είμαι ιστοριοδίφης
    ονειροπαρμένη και φαντασιόπληκτη είμαι
    κι οι συνειρμοί μου απ’ το τρακάρισμα γαλαξιών, οι Αρκτούροι κι οι Πλειάδες,
    οι Αντάρηδες με τις Αμαδρυάδες,
    οι Φαύνοι, οι Σεληνοί στα λευκά νέφη

    να κρούουν, των Πρίμων, το κρουστό το ντέφι
    και μαζεύουν, από τα Κυβερνεία,
    των περεολουκών, στρατούς, πηνία.»

    Oι Έλληνες στο μαχνοβίτικο κίνημα http://pontosandaristera.wordpress.com/2010/01/21/greeks-in-machnovtsina/

    Από Βικιπαίδεια, Στάλιν: «Πολλοί ιστορικοί συμφωνούν ότι η αναστάτωση που προκλήθηκε από την αναγκαστική κολεκτιβοποίηση ήταν κατά ένα μεγάλο μέρος αρμόδια για το μεγάλο λιμό που προκάλεσε περί τους 5 εκατομμύριο θανάτους την περίοδο 1932 – 1933, ιδιαίτερα στην Ουκρανία και στην περιοχή νότια του Βόλγα.»
    «…..το 1931. Τότε αποφασίστηκε το σχέδιο «oικοδόμησης της Απω Ανατολής» που έλαβε την ονομασία Dalstroy από τις λέξεις Dalnoy Stroyteli. Στο πλαίσιο του σχεδίου αυτού ιδρύθηκαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ως η βασική παραγωγική δύναμη για την ανάπτυξη. Στα στρατόπεδα στάλθηκαν οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του Στάλιν, κυρίως τροτσκιστές και αγρότες που αντιδρούσαν στη βίαιη κολεκτιβοποίηση. Ακολούθησαν οι εθνικές μειονότητες, μεταξύ των οποίων και χιλιάδες Ελληνες. Οι κρατούμενοι δούλευαν σε σκληρές συνθήκες στην κατασκευή των δρόμων και των κτιρίων. Ξεχέρσωσαν τη γη, δούλεψαν στα ορυχεία χρυσού και μαγγανίου. Συνολικά δημιουργήθηκαν στην περιοχή 120 στρατόπεδα. Ο συνολικός αριθμός των κρατουμένων έφτασε τις 860.000. Επίσημα από αυτούς πέθαναν οι 120.000, δραπέτευσαν 7.800, αποφυλακίστηκαν 445.000 και αγνοούνται 297.000. Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στο κεντρικό Ιστορικό Αρχείο του Μαγκαντάν, έχουν βρεθεί οι φάκελοι 450 Ελλήνων που έχασαν τη ζωή τους στα στρατόπεδα. Ο αριθμός αυτός προέκυψε από την επεξεργασία 50.000 περιπτώσεων. Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν άλλοι τόσοι φάκελοι ανεπεξέργαστοι, καθώς και περίπου 300.000 περιπτώσεις αγνοουμένων, ο τελικός αριθμός των Ελλήνων που έχασαν τη ζωή τους στα καταναγκαστικά έργα, μόνο στην περιοχή της Κολιμά, μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος.
    Από τους φακέλους προκύπτει ότι μεταξύ των Ελλήνων θυμάτων υπήρχαν πολλοί Ελληνες υπήκοοι, οι οποίοι είτε ήταν Μικρασιάτες προσφυγες από τον Πόντο είτε Ελλαδικοί. Οι Ελλαδικοί πάλι διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: στους μετανάστες από την Ελλάδα και στους πολιτικούς πρόσφυγες που έχαν καταφύγει τότε στη «μητέρα πατρίδα» του κομμουνιστικού κόσμου για να γλιτώσουν από τη μεταξική καταπίεση. Οι Ελληνες που είχαν σοβιετική υπηκοότητα ήταν κυρίως Πόντιοι, Μαριουπολίτες και Κριμαιάτες. » http://doloblogies.blogspot.gr/2012/05/blog-post_3790.html

  31. cronopiusa said

    28
    ωχ Παναγιά μου πως το πέτυχα το τεφαρίκι!!!
    mea es la culpa
    η ραστώνη και τα τζιτζίκια που έχω στο κεφάλι,
    ξανασυγχωρήστε μου την επιπολαιότητα

  32. Γς said

    28:
    Ναι πράγματι. Γκούγκλισα και είδα ότι γράφει σε αρκετά μπλόγκς.
    Αλλά προς τι η απορία σου;
    Θέλει η … να κρυφτεί αλλά …
    Γιατί όμως Rudolf Hess;

  33. Γς said

    Βλέποντας τα ονόματα που χρησιμοποιεί καταλαβαίνει κανείς ότι αναφέρεται σε γνωστά ονόματα της εποχής του.
    Λ. χ. λέει για την ζωγράφο κ. Κοντοπούλου (προφανώς από τον ζωγράφο Αλέκο Κωντόπουλο)
    Ένα όνομα όμως που μου έκανε εντύπωση είναι το όνομα Σαρεγιάννη.
    Λέει μέσα στην «τρέλα» του: «η μητέρα μου, η Ασπασία Σαρεγιάννη» και υποπτεύομαι ότι γνώριζε τον Γιάννη Σαρεγιάννη, που υπήρξε μια σημαντική αλλά ελάχιστα γνωστή προσωπικότητα της πνευματικής μας ζωής. Έλληνας της Αλεξάνδρειας, που ανήκε στην ευρύτερη οικογένεια Μπενάκη, διακρίθηκε σε δύο τομείς: ως φίλος και οξυδερκής κριτικός του Καβάφη και ως ιδρυτής της φυτοπαθολογίας στην Ελλάδα. Η πολύτιμη συμβολή του Σαρεγιάννη στις Καβαφικές σπουδές συνοψίζεται στα κριτικά του δοκίμια, που συνέλεξε το 1964 ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στον τόμο Σχόλια στον Καβάφη.
    Ηταν και καθηγητής στη Σχολή μας 🙂

  34. Γς said

    Α, να κι ένα κείμενο του Γιάννη Σαρεγιάννη στο διαδίκτυο για τον Καβάφη, εδώ .

  35. gpoint said

    Η λέξη μαστροπός φέρεται αγνώστου ετύμου στην Βίκυ.
    Μήπως ρέπει προς τους μαστούς ; (ο τόνος στην λήγουσα δεν συνηγορεί, νομίζω)
    ο χυμός των μαστ(α)ριών ;

  36. silverkid said

    Από ποιητή σε ποιητή:

    ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙΣΑΡΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

    «Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…»
    ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

    Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει.
    Κάτι που πάντα βρίσκεται σ’ αιώνια εναλλαγή,
    κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,
    και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.

    Κάτι που θα ‘κανε γοργά να φύγει το κοράκι,
    που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά.
    να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του,
    προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά.

    Κάτι που θα’ κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια,
    που αβρές μαθήτριες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί,
    χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν
    με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ.

    Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει.
    Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ… Σκεφτήτε… Εγώ.
    Ένα καράβι… Να σας πάρει, Καίσαρ… Να μας πάρει…
    Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ’ οδηγώ.

    Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε.
    – Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν,
    τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε,
    κι’ οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν.

    Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν,
    οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες
    κι’ εγώ σ’ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα
    σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες.

    Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε
    παράξενες στη γέφυρα ιστορίες,
    γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα
    γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες.

    Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε,
    τους φάρους θε ν’ ακούγαμε να κλαίνε
    και τα καράβια αθέατα θα τ’ ακούγαμε,
    περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε.

    Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε,
    κι’ ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει.
    εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε,
    κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ.

    Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος,
    – μιά γριά σ’ ένα πολύβουο καφενείο –
    μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε,
    κι’ ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο.

    Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια
    στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει
    γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα,
    θα δήτε – ίσως – τη Γκρέτα να επιστρέψει.

    Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα,
    κι’ από ένα χωμάτινο πεζό μνήμα,
    δε θα ‘ναι ποιητικώτερο και πι’ όμορφο,
    ο διάφεγγος βυθός και τ’ άγριο κύμα;

    Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα,
    λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη»,
    που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε,
    γελώντας και κουνώντας το κεφάλι.

    Η μόνη μου παράκληση όμως θα ‘τανε,
    τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε.
    Κι’ όπως εγώ για έν’ αδερφό εδεήθηκα,
    για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.

    Νίκος Καββαδίας, Μαραμπού

  37. cronopiusa said

    Προσευχή

    Στίχοι: Γιάννης Νεγρεπόντης
    Μουσική: Μάνος Λοΐζος
    Πρώτη εκτέλεση: Μαρία Φαραντούρη

    Χριστέ μου εσύ
    που τους φτωχούς συντρέχεις
    απόψε πήγαινε κοντά
    στ’ αδέλφια μου τους νέγρους.

    Είναι τυφλός του Λιντς ο νόμος
    είναι κουφός του Λιντς ο νόμος
    κι αν τίποτ’ άλλο δεν μπορείς Χριστέ μου
    τα τρυφερά μικρά παιδιά
    προστάτεψέ μου.

  38. Κι εδώ έχουμε την «επιστολή» του Κοροπούλη προς τον Ρώμο Φιλύρα:

    http://poem-for-you.blogspot.gr/2007_09_01_archive.html

    Ι.
    Φάσμα περίπλοκο, Ρώμε Φιλύρα,
    σ’ αγάπησα, σε διάβασα πολύ –
    μα πώς να τό ‘ξερες; ποτέ δεν πήρα
    το θάρρος να σου στείλω επιστολή.
    (Κι άλλωστε τι να να σου ‘γραφα; Τη φύρα
    των στίχων, το κενό πίσω άπ’ τον κρότο –
    τα ξόρκισες αυτά στον Πιερότο.)

  39. Το άρθρο έξοχο, πολλά ποιήματα δεν τα έχω ξαναδει. Προσωπικά έχω 5-6 ποιήματα του Φιλύρα στην ανθολογία «η χαμηλή φωνή» που είχε διαλέξει ο Μανόλης Αναγνωστάκης στη δεκαετία του 90 (μαζί με Κοτζιούλα, Τέλλο Αγρα και άλλους, και είχε τον υπότιτλο: τα λυρικά μιας περασμένης εποχής ή κάπως έτσι). Το πιο γνωστό νομίζω ο Πιερότος, γι αυτό και το αναφέρει ο Κοροπούλης.
    Ποιήματα από ποιητές για ποιητές έχουμε και σήμερα πάρα πολλά, ίσως θα έπρεπε να κάνουμε κι εμείς στο Παμπάλαιο νερό αφιέρωμα προσεχώς. Η ανθολογία «χειραψία πάνω από την άβυσσο» είναι έξοχη (εξάλλου έχω χρησιμοποιήσει την έκφραση και σε ένα ποίημα, με αναφορά στην ανθολογία). Το μόνο της μειονέκτημα αν θυμάμαι καλά είναι ότι ανθολόγησαν μόνο όσα έκαναν σαφή αναφορά στον τίτλο τους το όνομα του άλλου ποιητή και όχι τα αφιερωματικά ή όσα είχαν μότο από άλλους (πιθανόν θα ήταν πολύ δύσκολη η αναζήτηση και μάλιστα προ ίντερνετ – κάπου το 1998 νομίζω κυκλοφόρησε).

  40. Τέλος θέλω να σχολιάσω τη «μαγνητική βελόνη» που δεν σχολίασε κανείς, ήταν κάποιο ψευδώνυμο του Φιλύρα; αναφορά σε άλλο ποίημα;

    Θυμάμαι προ ετών σε κάποιο φόρουμ, πολύ πριν βγουν τα μπλογκ και το facebook κάποιος ή κάποια είχε στην υπογραφή του/της ένα τετράστιχο που τελείωνε ως εξής

    » και σημαδεύει τ’ άπειρο ή μαγνητική βελόνη..»

    (νομίζω είχε και την έκφραση σιγή ασυρμάτου μέσα).

    Λοιπόν το τετράστιχο με είχε εντυπωσιάσει και μου θύμιζε Φιλύρα εξ αρχής, ρωτάω ποιανού είναι
    και παίρνω την απάντηση «δικό μου» και απαντώ «αποκλείεται», διότι ο σχολιαστής/σχολιάστρια ούτε φαινόταν να έχει εμβαθύνει στην ποίηση μα ούτε και χρησιμοποιούσε καθαρεύουσα για να γράψει «βελόνη» . Αλλά μετά δεν ξαναπάντησε οπότε δεν μου λύθηκε η απορία.

    Τώρα ξαναθυμήθηκα την ιστορία αυτή, αλλά αδυνατώ να θυμηθώ όλο το τετράστιχο. Το γκούγκλαρα αλλά δεν βρίσκω κάτι άλλο. Αν ξέρει κανείς περισσότερα να μας τα πει.

  41. Και για το 14:

    Το «απεικάσου» πρέπει να βγαίνει από το «απείκασμα» που είναι η εικόνα όπως φαίνεται στον αμφιβληστροειδή αν θυμάμαι καλά.

    ΥΓ: Το αναζήτησα και ιδού ο ορισμός:

    http://www.livepedia.gr/index.php/%CE%91%CF%80%CE%B5%CE%AF%CE%BA%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%B1

    απείκασμα το (ουσιαστικό)

    το αποτέλεσμα του απεικάζω
    το απεικόνισμα, το ομοίωμα, το είδωλο, η εικόνα
    η απεικασία

  42. Αυτό με τη μαγνητική βελόνη το ξέχασα, ήταν και δική μου απορία. Και είναι, δηλαδή.

  43. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα σχόλια!

    Απεικάζω θα πει: 1. απεικονίζω, αναπαριστάνω· 2. κάνω εικασία, υποθέτω· 3. συμπεραίνω· 4. αντιλαμβάνομαι, εννοώ· || (νεοελλ.) 1. αναγνωρίζω, διακρίνω κάτι από μακριά· 2. γνωρίζω, ξέρω· || (αρχ.) 1. συγκρίνω, παραβάλλω· 2. (φρ.) «ὡς ἀπεικάσαι»· όπως θα μπορούσε κανείς να υποθέσει.

    Απ’ όσο απεικάζω, ο Φιλύρας τη χρησιμοποιεί με τη σημασία «αντιλαμβάνομαι, εννοώ».

    Για τη μαγνητική βελόνη, δεν το έχω ξανασυναντήσει.

  44. Και ένα ακόμα σχόλιο, η σύνδεση Καρυωτάκη-Φιλύρα πιστεύω πως πρέπει να διαβαστεί και υπό το πρίσμα του τρόμου του Καρυωτάκη μήπως λόγω της σύφιλης καταλήξει στο στάδιο της νευροσύφιλης, όπου μισότρελος και κλειστεί κι εκείνος στο Δρομοκαϊτειο σαν τον Φιλύρα και άλλους συφιλιδικούς της εποχής, όπου τον περιμένει «η χλεύη του λαού» (το μέτωπό μας έκρουσε / τόσο απαλά με τόση επιμονή που ανοίξαμε για να μπει σαν κυρία / η τρέλλα στο κεφάλι μας, έπειτα να κλειδώσει…)

  45. Απ’ ό,τι βλέπω ψάχνοντας και η Παυλίνα Μάρβιν (με πολλές παραπομπές κιόλας) σε αυτό το άρθρο έχει γράψει ακριβώς το ίδιο που έγραψα στο 44: http://www.bookpress.gr/diabasame/poiisi/stoixoi-entimetopoi-me-ti-noso

    Έναν χρόνο μετά την εισαγωγή του Φιλύρα στο Ψυχιατρείο, το 1928, αυτοκτονεί ένας από τους πιο αγαπημένους Έλληνες ποιητές: ο Κώστας Καρυωτάκης. Στη μελέτη του για τον Καρυωτάκη, ο Γιώργος Μακρίδης διατυπώνει την άποψη ότι ο ποιητής αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα όχι επειδή πιεζόταν ψυχολογικά από τη μετάθεσή του εκεί, αλλά επειδή φοβόταν να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική, όπως συνέβαινε με πολλούς συφιλιδικούς στο τελικό στάδιο της νόσου την περίοδο εκείνη[16]. Αυτή τη σκέψη μας επιβεβαιώνει ίσως και το ποίημά του «Ωχρά σπειροχαίτη», το οποίο γράφτηκε υπό τον αρχικό τίτλο «Τραγούδι παραφροσύνης», αναφερόμενο στο ενδεχόμενο της τρέλας που εκδηλώνεται στο τρίτο στάδιο αυτής της αρρώστιας ως η προαναφερθείσα γενική παράλυση: «Κι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,/στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν,/ γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη/ κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν…». Η φράση «ήμουν άρρωστος» στο τελευταίο, επιθανάτιο γράμμα του Καρυωτάκη, παρουσιάζει οπωσδήποτε μιαν αμφισημία. Οι φιλόλογοι Γ.Π. Σαββίδης και Λίζυ Τσιριμώκου[17] υποστηρίζουν πως πρόκειται για τη γοητεία που ασκούσε στον ποιητή η χρήση παραισθησιογόνων ουσιών και τη σχετική του από αυτές εξάρτηση. Άλλοι υποστηρίζουν πως πρόκειται για τη σύφιλη (Ο Τέλλος Άγρας αναφέρει πως αν ο ποιητής συνέχιζε να ζει ίσως εγκλειόταν σε κάποιο ψυχιατρείο, όπως ο Βιζυηνός και ο Φιλύρας[18])

  46. Έχει ένα ωραίο κομμάτι για τη νευροσύφιλη ο Τόμας Μαν στο «Δόκτορα Φάουστους»: ο τρόπος, λέει πάνω-κάτω, να σου χαρίζει μεγαλοφυία ο διάβολος παίρνοντας την ψυχή σου.

  47. Κάτι ξεχάστηκε, να θυμηθούμε
    και την εφηβεία μας.
    Υποθήκαι: Παπακωνσταντίνου/Θεοδωράκης

    σε βάραθρο πέφτωντας αγριωπό
    σέ παρά άνθρωπέ φτώντας άγριο ποό
    (από τους πιο βαρβάτους θεοδωράκειους
    παρατονισμούς)

  48. 47 πέφτοντας
    35 mastropos (masculine or feminine; also mastropos, mastrua Hofmann, Frisk, and Chantraine relate it to maiesthai (to desire or seek) while medieval lexicographers link it to the term matruleion and the root matr- (mother); see Eust. Com s.v. matruleion; Ps. Zonaras s.v. matruleion (the latter two state that the Dorians called the pimps materes [mothers]).

    The medieval interpretation has parallels in many modern languages (including Greek), where terms for a female pimp use some form of the word “mother.”
    Greek Prostitutes in the Ancient Mediterranean, 800 Bce-200 Ce
    Ξέρει κανείς αν όντως λέξη για μαμά έδωσε σημασία τσατσάς;

    Προτιμώ αυτή την ερμηνεία
    Μαστήρες (μαστήρ): οι τα φυγαδευτικά χρήματα εισπράττοντες, εφοριακοί (μαστεύω: ζητώ)

  49. ὁ στίχος τοῦ Καρυωτάη εἶναι ἀπὸ τοὺς ἀγαπημένους μου

  50. ppan said

    Πολύ ωραία τα σχόλια της Σοφίας Κολοτούρου.

  51. […] Ξυνογαλά. Στον Ρώμο Φιλύρα (1888-1942) είχα αφιερώσει ένα άρθρο πέρυσι το καλοκαίρι, είναι από τους ποιητές που θεωρώ πολύ σημαντικούς, […]

  52. […] http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=30/08/2014&id=445174 https://sarantakos.wordpress.com/2012/08/05/filyras/ https://sarantakos.wordpress.com/2013/12/08/filyras-3/ […]

  53. […] με τη θέλησή του στο Δρομοκαΐτειο πράττοντας έναν αυτοεγκλεισμό. Άλλωστε το έχει δηλώσει και ο ίδιος πως «ήλθα εδώ στο […]

Σχολιάστε