Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο Τζανμπατίστα Ροβιόλι δεν μένει πια εδώ

Posted by sarant στο 5 Ιουλίου, 2013


Ένα από τα αγαπημένα θέματα του ιστολογίου είναι τα «ραμόνια», όπως έχουμε ονομάσει τα παρακούσματα τραγουδιών που όλοι έχουμε κάνει, ιδίως στην παιδική μας ηλικία. Ο ίδιος ο όρος ραμόνι προέρχεται από ένα δικό μου παράκουσμα. Μικρός, άκουγα τους γονείς μου να τραγουδούν Θεοδωράκη, τον Επιτάφιο, και να λένε:

Μα το καράβι βούλιαξε κι έσπασε το τιμόνι
και στου πελάγου το βυθό πλανιέμαι τώρα μόνη.

Ίσως επειδή δεν μου πήγαινε να συνδέσω την αρρενωπή φωνή του Μπιθικώτση με θηλυκό επίθετο (τώρα μόνη), το παράκουσα: πλανιέμαι το ραμόνι, κι έπλασα με το νου μου κάποιο μικρό ανυπεράσπιστο ζωάκι που περιπλανιέται στο βυθό του πελάγου. Και, «μπαμπά, τι είναι το ραμόνι;» οπότε έγινε μεγάλο γέλιο.

Άλλο διάσημο «ραμόνι» είναι τα λουμπέσα, όπου πολλά παιδιά (και η αδελφή μου μαζί) ακούγοντας τον στίχο «δεν έχεις διόλου μπέσα» από το Κορόιδο Μουσολίνι, και αγνοώντας ίσως τις λέξεις «διόλου» και «μπέσα», σκέφτηκαν ότι ο φτωχός Ντούτσε δεν είχε «δυο λουμπέσα» (κάποιο ξένο νόμισμα, ασφαλώς). Ραμόνια υπάρχουν πάμπολλα, και τα έχουμε συζητήσει σε δυο άρθρα του ιστολογίου, ένα παλιότερο στο οποίο έγινε μια πρώτη καταγραφή, κι ένα δεύτερο, που είχε τίτλο Ο Ροβιόλης κατοικεί στην οδό Γραφημώνος, φτιαγμένο από δυο διάσημα ραμόνια -η οδός Γραφημώνος είναι από το τραγούδι του Τερζή «στην οδό γράφει ‘μόνος'», ενώ ο Ροβιόλης είναι ένα από τα δημοφιλέστερα ραμόνια όλων των εποχών, παρμένος από τον στίχο του τραγουδιού «Στου Θωμά» στο Ρεμπέτικο του Ξαρχάκου Με βιολί σαν του Ροβιόλη θα χορέψουν κι οι διαβόλοι.Βιρτουόζος ο Ροβιόλης, θα έλεγε κανείς, αφού κάνει και διαβόλους να χορέψουν.

Μόνο που το τραγούδι δεν λέει έτσι· ο Φέρρης έγραψε «με βιολί σαντουροβιόλι». Το πιο αστείο είναι ότι κάθε φορά που συζητάμε τα ραμόνια, θα πεταχτεί κάποιος φίλος και θα πει «Μη μου πείτε ότι ο Ροβιόλης δεν υπάρχει και είναι παράκουσμα!»

Στο άρθρο περί Ροβιόλη, παρόλο που έχει γραφτεί εδώ και δυόμιση χρόνια, γίνονται κάθε τόσο και νέα σχόλια, επειδή κάποιος νέος φίλος το ανακαλύπτει, και κρίνει σκόπιμο (και πολύ καλά κάνει!) να προσθέσει το δικό του ραμόνι στον κατάλογο. Τις προάλλες όμως έγινε ένα σχόλιο διαφορετικό από τα άλλα, ένα σχόλιο που έβγαλε στον αφρό λαβράκι. Έγραφε ο άγνωστος επισκέπτης: Άκου Ροβιόλης. Μου θυμίζεις ένα φίλο που νόμιζε ότι στον ΠΑΟ παίζει ο Βαζέχας! Ιδού η αλήθεια για το μεγάλο Ροβιόλι:… Και ακολουθούσε ένας λίκνος προς ένα άρθρο της Βικιπαίδειας. Δεν βάζω το λινκ γιατί το άρθρο στο μεταξύ έχει σβηστεί (αλλά θα σας το παρουσιάσω πιο κάτω).

Όπως ίσως καταλαβαίνετε, το άρθρο για τον «μεγάλο Τζανμπατίστα Ροβιόλι» ήταν εξολοκλήρου πλαστό, μούφα, τρολιά. Ευφυέστατο, όπως θα δείτε παρακάτω, με πολλή φροντίδα γραμμένο, αλλά πλαστό.  Αλλά τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, το παραθέτω:

Τζιανμπατίστα Ροβιόλι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Τζιανμπατίστα Ροβιόλι (Giambattista Rovioli Βερόνα 27 Μαΐου 1842 – Παρίσι 30 Μαΐου 1888) ήταν Ιταλός βιολιστής, βιολονίστας και συνθέτης. Μαζί με τον Νικολό Παγκανίνι, υπήρξε ένας από τους διασημότερους βιρτουόζους της εποχής του, με ακτινοβολία που διαχύθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μέχρι και την περίοδο του Μεσοπολέμου, το όνομα του Ροβιόλι συνδέθηκε με την τεχνική αρτιότητα και την έντονη χρήση αυτοσχεδιαστικών μελισμάτων.

Πίνακας περιεχομένων

Βιογραφία

Ο Τζιανμπατίστα Ροβιόλι γεννήθηκε στην Βερόνα της Ιταλίας, γιος του δασκάλου Αρτούρο Ροβιόλι και της Φραντσέσκα Αλτοβίτι. Τα πρώτα μαθήματα μουσικής έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος στο πλαίσιο των καθηκόντων του, διηύθυνε την περίφημη σχολική ορχήστρα της Βερόνας.

Στην ηλικία των 12 ετών, ήδη ευρέως αναγνωρισμένος ως ταλέντο στην ευρύτερη περιοχή του Βένετο, ο Τζιανμπατίστα μετέβη στην Μπρέσια για να μαθητεύσει δίπλα στον διακεκριμένο βιολιστή Αντόνιο Μπατσίνι. Εκεί ο Ροβιόλι συνέθεσε τα πρώτα αξιόλογα έργα του και έχτισε γρήγορα τη φήμη του δίνοντας σειρά συναυλιών σε ολόκληρη την Ιταλία.

Το 1858, στην ηλικία των 18 ετών, ο Ροβιόλι απέκτησε τη θέση του πρώτου βιολιστή στην φημισμένη ορχήστρα της Βενετίας. Εκεί διακρίθηκε σε όπερες των Βέρντι, Μπελίνι και Ντονιτσέτι, καθώς και στην εκτέλεση των δικών του έργων: τις περίφημες 15 σονάτες του για βιολί και κιθάρα, καθώς και έργα για βιολί και ορχήστρα, ή για βιολί, ορχήστρα και χορωδία που συχνά συνέθετε με την αφορμή σημαντικών γεγονότων ή επετείων της εποχής.

Από το 1870, ο Ροβιόλι πραγματοποίησε περιοδείες, τόσο στην Βόρεια Ιταλία, όσο και στην Ευρώπη. Το 1873 περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου και έλαβε διθυραμβικές κριτικές που τον καθιέρωσαν ως ένα είδος σταρ.

Το 1876 παντρεύτηκε στην Πράγα την Μικαέλα Μποτσιόνι, με την οποία απέκτησε 4 γιους.

Το 1877, ο Ροβιόλι εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ρώμη, όπου και σύναψε σύντομο δεσμό με την ευγενή Αλεσσάντρα Ντε Μικέλις. Το σκάνδαλο που επακολούθησε, δεδομένου του ότι η Ντε Μικέλις βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγό της, επέδρασε καθοριστικά στην δημόσια εικόνα του Ροβιόλι, η οποία δεν αποκαταστάθηκε ποτέ πλήρως στην Ιταλία, παρά την τεράστια επιτυχία που είχε το τρίτο κονσέρτο του για βιολί που ολοκληρώθηκε το 1879 με το θρυλικό πλέον moderato.

Το 1880, ο Ροβιόλι εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου συνθέτει και παρουσιάζει τα ωριμότερα έργα του: τα τρία καπρίτσια για την Επανάσταση, την όπερα Les Bonbons και τις παραλλαγές σε ένα θέμα του Εκτόρ Μπερλιόζ. To 1885, εμπνεόμενος από την κατάτμηση και πώληση των κοσμημάτων του πρότερου Γαλλικού Στέμματος συνθέτει την μοναδική του συμφωνία, την οποία και αφιέρωσε την Γαλλική Δημοκρατία.

Το 1885, προσκεκλημένος του διευθυντή του Βασιλικού Θεάτρου του Λονδίνου, μεταβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου και παρουσιάζει σε σειρά συναυλιών έργα του καθώς και σε πρώτη εκτέλεση τις παραλλαγές στον Χέντελ, ενώπιον του πρίγκηπα Αλβέρτου Εδουάρδου, μετέπειτα Βασιλιά Εδουάρδου Ζ του Ηνωμένου Βασιλείου.

Κατά την περιοδεία του στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Ροβιόλι προσβάλλεται από φυματίωση, εξαιτίας της οποίας αναγκάζεται να επιστρέψει στο Παρίσι και μετά από μια σύντομη διαμονή εκεί, να μεταβεί στην Αιξ αν Προβάνς στο νότο της Γαλλίας. Εκεί έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, συνθέτοντας νέα έργα και επιβλέποντας την παρουσίασή τους στο κοινό της περιοχής.

Τον Μάιο του 1888, όταν πια η υγεία του επιβαρύνθηκε εξαιρετικά, μετέβη στο Παρίσι για να «ενώσει το φως του ταλέντου του με αυτό της Πόλης του Φωτός». Τάφηκε στο κοιμητήριο Περ Λασέζ την 1η Ιουνίου του 1888.

«Ο νέος Παγκανίνι»

Παρά την σχετικά ήρεμη ζωή του, αν εξαιρεθεί η περιπέτειά του με την Ντε Μικέλις, ο Ροβιόλι καθ’ όλη την διάρκεια της καριέρας του παραλληλιζόταν από το γενικό κοινό και τους μουσικόφιλους με τον Παγκανίνι. Το γεγονός ότι γεννήθηκε δύο χρόνια ακριβώς μετά το θάνατο του Παγκανίνι, καθώς και η τεχνική του αρτιότητα, συνέβαλαν στη διάδοση της φήμης ότι ο Ροβιόλι είναι μετεμψύχωση του Παγκανίνι.

Ο ίδιος ο Ροβιόλι φαίνεται πως εκμεταλλεύθηκε τις φήμες αυτές, ιδιαίτερα κατά το διάστημα και μετά την περιοδεία του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Περίφημες για τους ιστορικούς της μουσικής έχουν μείνει οι συνεντεύξεις του στις αμερικανικές εφημερίδες, όπου με χιούμορ υποδαυλίζει την φήμη περί μετεμψύχωσης. Ο John Sudgen μάλιστα[1] ανάγει το μιμίδιο της πώλησης της ψυχής του βιρτουόζου στον διάολο σε μια γενεαλογία που ξεκινά στην Ιταλία από τον Παγκανίνι, μεταφέρεται μέσω του Ροβιόλι στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαδίδεται στην αμερικανική λαϊκή μουσική μέσω του μαύρου κιθαρίστα Ρόμπερτ Τζόνσον κι από εκεί περνά στην ροκ και στην μέταλ μουσική.

Βιολί σαν του Ροβιόλι

Η φήμη του Ροβιόλι υπήρξε μεγάλη και στην Ελλάδα μέχρι και το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Η φράση «βιολί σαν του Ροβιόλι» που σώζεται στο ύστερο ρεμπέτικο Στου Θωμά (στίχοι: Κώστας Φέρρης, μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος), εντοπίζεται σε διάφορα τραγούδια της εποχής του Μεσοπολέμου, με σημαντικότερο το ομώνυμο «Παίζε μάγκα μου Ροβιόλη» [sic] του Παναγιώτη Τούντα που δυστυχώς σώζεται μόνο ως τίτλος[2].

Παραπομπές

  1. John Sugden, Paganini, Omnibus Press, 1990, σελ. 166
  2. Βλ. Κλατσίμπας Μ. Ιστορία του ρεμπέτικου, Αθήνα 1953

151 Σχόλια to “Ο Τζανμπατίστα Ροβιόλι δεν μένει πια εδώ”

  1. spiral architect said

    Συζήτηση:Τζιανμπατίστα Ροβιόλι – Βικιπαίδεια :mrgreen: :mrgreen:

  2. ΠΑΝΟΣ said

    Αληθές! Γνωστός ζωγράφος άκουγε την Μερκούρη,στο τραγούδι τού Μάνου «η προσευχή τής παρθένου»,να λέει το γαρμπολί τού έρωτος,αντί το γαρ πολύ τού έρωτος.Μάλιστα,σχολίαζε ότι «κοίτα ο άτιμος τι χαριτωμένη λέξη βρήκε για τον έρωτα!».Οι στίχοι βέβαια έτσι κι αλλιώς είναι τού Γκάτσου,εκτός των άλλων!

  3. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    Ωραίος ο Ροβιόλης, ένα ωραίο ραμόνι, είχε πεί η μεγάλη μου κόρη η Ελεωνόρα. Όταν ήταν μικρή (προσχολικά) την είχαμε γράψει σε παιδική χοροδία στο Μαρούσι, και είχαν μάθει το τραγούδι ΕΝΑ ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ. Πέρασαν τα χρόνια, και στην τρίτη γυμανσίου, στο καλιτεχνικό γυμνάσιο του Γέρακα, θα ανέβαζαν ενα έργο, και είχε μέσα και το γνωστό τραγούδι, που έπρεπε να το τραγουδήσουν, οπότε έρχεται στο σπίτι και μας λέει, δεν θα το πιστέψετε, θα τραγουδήσουμε το ένα το χελιδόνι, και που είναι το περίεργο Ελεωνόρα; Τόσα χρόνια νόμιζα οτι λέει ΕΝΑΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ, μιλάμε για πολύ γέλιο.

  4. ΠΑΝΟΣ said

    …και συμπληρωματικά:
    Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη.

    Καισάριος Δαπόντες, 1713-1784, Έλληνας ιερομόναχος & λόγιος

  5. Νέο Kid Στο Block said

    Kαι γώ σκεφτόμουνα χρόνια «τι στο διάολο εξαιρετικό είχε αυτό το ένατο χελιδόνι,που δεν είχαν τα πρώτα 8 ;»
    Νικοκύρη, τα γραπτά ραμόνια έχουν ξεχωριστό όνομα/όρο ή θεωρούνται κι αυτά απλώς «ραμόνια»; (θυμήθηκα τον Ακούπατρο του Αρχιμήδη…)

  6. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ για τα πρώτα σχόλια!

    3: Πολύ ωραίο το γαρμπολί!

  7. sarant said

    5: Κατ’ επέκταση, ραμόνια τα λέμε. Θύμισέ μου τον Ακούπατρο.

  8. Πάνος με πεζά said

    Στο συγκεκριμένο θέμα (κι) εγώ άκουγα «σαντουροβιόλι», όπως λέει ο Καλαϊτζής «μπουζουκομπαγλαμάδες». Αλλά πάντως πολύ μεγάαααλο θέμα άνοιξες ! Από την εποχή των «μικράτων» λοιπόν που δεν υπήρχε ίντερνετ για στίχους, και «ό,τι άκουγες, όταν το έπαιζε» :

    – Καμαρούλα μια σταλιά, δύο επί τρία, όχι και λατρεία…
    – Πέρα στους πέρα κάμους, βλέπω μια Παναγιάλη (κατά το «Αιγιάλη»)
    – Κάποιος χτύπησε την πόρτα, μαϊντανός βοριάς…
    – Ο Γιάννος, πέρ’ απ το Βοριά (αντί Ο Γιάννος Μπερ απ’ το Βοριά) (Θεοδωράκη-Καμπανέλλη)
    – Και δε σε γνώριζα, ανίκητε με γνώριζες (από το «Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές», το σωστό «…και δε σε γνώ/ριζα/α-α/α-μή-ητε με γνώ/ ριζες», με τα τερτίπια της Μπηθικώτσιας φωνής…
    – «…στα χλωμά σου μάτια που γιομάν τ’ απόβραδο γλύκα πρωϊνή…». Για χρόνια έβλεπα μάτια που’ λιωναν τ’ απόβραδο… (Σαββατόβραδο στην Καισαριανή)
    – Στο «δρόμο», Λοϊζου-Μητροπούλου : «έπειτα γήπεδο, στοιχήματα κι αβγά», ο καβγάς δύσκολο να υπονοηθεί…
    – Νίκου Ζιώγαλα, «Γυράνει ο καιρός» : «Που με πας, εικόνα, που με πας;» κι εγώ άκουγα, συνδυάζοντας και το όνομα του ερμηνευτή, «πού με πας, Νικόλα, πού με πας;»
    – Μίκη Θεοδωράκη, «Χάθηκα» : Γιατί δεν είχα τα φτερά, και μπήκα σ’ ένα καπηλιό (αντί «και είχα εσένα Κατινιώ»).

    Πολλές φορές «οδηγούσαμε» κάπου αλλού τους στίχους κι από μόνοι μας : «Ένα ταξίδι στο φως, ένας δέκατος τρίτος μισθός»…

  9. Τι μου θυμίσατε τώρα! Όταν ήμουν μικρό παιδί, οι γονείς μου με είχαν πάρει μαζί τους σε μια επίσκεψη σε φιλικό σπίτι, στη γιορτή της συζύγου ενός φίλου του πατέρα μου και φίλης στενής της μητέρας μου. Το όνομα της εορταζομένης: Θωμαή. Έλεγαν λοιπόν κάθε τόσο διάφοροι επισκέπτες και επισκέπτριες, σχολιάζοντας τον μπουφέ που είχε ετοιμάσει η κυρία Θωμαή, «Μπράβο στην οικοδέσποινα» ή κάτι παρεμφερές, με τη λέξη «οικοδέσποινα» στην αιτιατική. Μετά από λίγο, ρώτησα τον πατέρα μου, γιατί αφού την κυρία Θωμαή τη λένε Θωμαή όλοι αυτοί τη φωνάζουνε Νικοδέσποινα! (Εννοείται πως παρέμεινε για χρόνια οικογενειακό ανέκδοτο.)

  10. Πάνος με πεζά said

    Άλλη παράφραση όταν τραγουδάει η παρέα, σε τραγούδι του Ζαμπέτα : «Πάρε εν’ αφτάκι, αφτάκι Συριανό…»

  11. Gpoint said

    ενα παλιό, τριπλό ραμόνι

    κρέμα σαντιγύ

    κρέμασαν τη γη

    κρέμα σαν τη γη

    Στου Σαββόπουλου το «κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ» ακόμα μπερδεύω αν το πλούσιο και παράξενο είναι τοπίο του βυθού ή το πλοίο του βυθού

  12. sarant said

    A, ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα, μερικά είναι εξαιρετικά!

  13. Είμαι το απολωλός πρόβατο που έλειψε καιρό κι επιστρέφει.
    Καλημέρα Νίκο και φίλοι.
    Το δικό μου «ραμόνι» , κράτησε πολλά χρόνια:
    » Σήκω και τρέξε, τρέξε καβαλάρη, μαζί με τον Ζαπάτα, τον αρχηγό μαζί.
    Μπορασίτα, Μπορασίτα , μαζί μου ήθελα να ΄ρθεις, μα εσύ μου είπες όχι…» [Γιάννης Γλέζος- Πάμπλο Ρερούντα, Λ. Παπαδόπουλος]

    Επί σειρά ετών το Μπορασίτα το άκουγα (και το τραγουδούσα) «μπόρα ας ήταν»

  14. Τίτος Εξώς Χριστοδούλου said

    8
    Χορταστικό.
    Κι ο παίς Εβέγκης που τά ‘χει στην πούγκα.
    Απορία: κι αν δεν υπάρχει ο Ροβιόλης, σε ποιόν κόψαν σύνταξη;

  15. Νέο Kid Στο Block said

    7. O (πιστεύω γνωστός ή έστω ακουστός σε πολλούς εδώ)μεγάλος Δανός φιλόλογος-λόγιος, εν γένει σοφός Χάιμπεργκ (Heiberg), ο άνθρωπος στον οποίο χρωστάμε(μεταξύ άλλων «χρεών») τον εντοπισμό (και σε μεγάλο βαθμό την αποκρυπτογράφηση) του «Παλίμψηστου» του Αρχιμήδη, εξέδωσε το 1881 την πρώτη πλήρη έκδοση των έργων του Αρχιμήδη, κάνοντας όλες τις δυνατές διασταυρώσεις με τους χειρόγραφους κώδικες των προηγούμενων αιώνων. Στον «Ψαμμίτη» όμως, υπάρχει ένα «σκοτεινό σημείο»:
    «..,καιπερ των προτέρων αστρολόγων Ευδόξου μεν ως εννεαπλασίονα αποφαινομένου, Φειδία δε του ΑΚΟΥΠΑΤΡΟΣ ως (δη) δωδεκαπλασίαν, Αριστάρχου δε πεπειραμένου δεικνύειν ότι… »
    Υπάρχει η απορία, ποιός ήταν ο Ακούπατρος;Ο Αρίσταρχος και ο Εύδοξος ήταν φίρμες εγνωσμένης αξίας (στον δε Εύδοξο αποδίδεται (από τον ίδιο τον μεγάλο Σιτσιλιάνο Αρκίμεντε Ντον Κορλεόνε) η «μέθοδος της εξάντλησης» που θεωρείται ο γεωμετρικός πρόδρομος του απειροστικού λογισμού) Δεν υπάρχει καμμία άλλη διασταύρωση, καμμία άμεση ή έμμεση πληροφορία και έτσι ο Heiberg αφήνει το όνομα ως έχει: «Aκούπατρος»

    Δύο χρόνια αργότερα ο διαπρεπής φιλόλογος Friedrich Blass έχει μια λαμπρή ιδέα, το κείμενο έγραφε:
    Φειδία του αμού πατρός
    και σε κάποια αντιγραφή το μ είχε γίνει κ.
    Η άποψη του Blass έγινε σιγά σιγά δεκτή, και ταυτόχρονα μάθαμε και τον πατέρα του Αρχιμήδη, τον αστρονόμο Φειδία.

    Ο Ακούπατρος έζησε σαν υπαρκτό πρόσωπο μέσα στα χειρόγραφα και τα τυπωμένα χαρτιά από το 200πΧ μέχρι το 1883 μΧ, χάρις στο λάθος(ραμόνι; 🙂 ) κάποιου ανώνυμου αντιγραφέα.

  16. ΠΑΝΟΣ said

    Κι ένα άλλο,από τα παιδικά χρόνια.Άκουγα στο ράδιο,έτσι το λέγαμε τότε,όχι ραδιόφωνο,το νησιώτικο «Αιγαίο μού γα- ,μού γαλήνεψες.Ας μην πω ΤΙ άκουγα!Συνειρμικά.

  17. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    13: Καλώς τον και πάλι!

    15: Ευχαριστώ, δεν το είχα πάρει είδηση.

  18. Μιχάλης said

    Καλημέρα.
    Να πω και ένα άσχετο, που όμως με τρώει:
    Μια θεία μου πριν πολλά χρόνια είπε στη μάνα μου:
    «Είχε χθες ένα πολύ τρομαχτικό έργο στην τηλεόραση. Έπαιζε…αυτός μωρέ…ο Χρήστος Φερλής.»
    Ποιά ταινία να εννοούσε; 🙂

  19. sarant said

    18: Αυτό το λέγαμε και μ’ έναν φίλο μου, αλλά για πλάκα 🙂

  20. physicist said

    Στο τέλος του τραγουδιού περασμένες μου αγάπες του Μανώλη Χιώτη, η Μαίρη Λίντα αναφωνεί: Χιώτη μάμπο! Ποτέ δεν το είχα καταλάβει κι έπρεπε να το δω γραμμένο για να το πιάσω — ούτε καν ραμόνι δηλαδή.

  21. Back Door Man said

    Ριτα-Ριτάκι, οι τελευταίοι στίχοι «ti voglio, si, ti voglio». Ως μη γνώστης ιταλικών και καθώς τραγουδιούνται και ψιλοψιθυριστά, για χρόνια ακουγα «υπόγειο, εσύ σε υπόγειο»

  22. Έχω την εντύπωση ότι αυτός που σχολίασε για τον Τζιανμπατίστα στο άρθρο σου Νίκο και αυτός που έγραψε το άρθρο στην Βικιπαιδεία είναι το ίδιο πρόσωπο. 🙂 Όντως πολύ έξυπνος πάντως, και είναι ευχάριστο να βλέπουμε ότι ακόμα και σε περίοδο κρίσης υπάρχουν άνθρωποι με τόσο πολύ ελεύθερο χρόνο!! 😀

    Καλημέρα σε όλους, και καλό ΠΣΚ να έχετε!! 🙂

  23. Πάνος με πεζά said

    Καλά, από Κατσιμίχες το number one είναι το «Μη γυρίσεις», και συγκεκριμένα η μετέπειτα προτροπή : τίποτα μην ξυπνήσεις/μην ψιθυρίσεις/μη ζητήσεις (το τελευταίο είναι και το σωστό).
    Επίσης στο Ριτάκι εγώ άκουγα «Σιγόντο, Σι-ι-γόντο» !!!
    Και για τις «Περασμένες μου αγάπες», υπήρχε το «περασμένες μου αγάπες, πονηρά που σβήσατε…»
    Επίσης στο «Σαββατόβραδο» του Λειβαδίτη : «Σάββατο βράδι ειν’ όμορφο, κι οι δυό Χριστός Ανέστη». Μου κόλλαγε, αλλά μόνο για το Μεγάλο Σάββατο. Το σωστό βέβαια, «ίδιο Χριστός Ανέστη». !

  24. Έχω (λίγο) επεκταθεί αλλού, αλλά το γνωστό «μενεμενιό ζεϊμπέκικο» ή «Χιώτισσα» ή «Σωκιανή» ή «Άντουλε» ή… ή… ή… έχει στην τούρκικη βερσιόν, που λέει ο Μάρκος Μέλκον, τον στίχο ben bu işe hiç gelemem («εγώ δεν μπορώ καθόλου αυτή τη δουλειά» ή κάπως έτσι). Κοτζάμ Αντώνης Νταλγκάς όταν το τραγούδησε, το ραμόνισε και είπε: πες μου πού ‘σαι gel hemen [έλα αμέσως]. Σχεδόν έναν αιώνα μετά καταγράφηκε δεύτερο ραμόνι, όπου η Μενεμέν[η] έγινε «με λεν». Για να μην πούμε για το Άντουλε/Αντουλέ/Ανθουλέ (!)/…

  25. Άφωνος said

    Τα μαρούλια μια σταλιά, δύο επί τρία (Καμαρούλα μια σταλιά, …)

    Τραγουδάνε ο Γιαννάκης και η Βασούλα, 5 ετών

  26. Anasto said

    Καλημέρα

    Εγώ ακόμη ψάχνω τη Βροντού με τα βραχιόλια της και το σίγμα στο τέλος της λέξης.
    Επίσης η ανιψιά μου ακόμα προσπαθεί να καταλάβει τι είναι τα κούνια που έχουν μερικά παπούτσια. 😛

  27. Πάνος με πεζά said

    Ιδιαίτερα δυσκόλεψε, χωρίς όμως να παραφραστεί, το περίφημο ρήμα «νταγιαντιέμαι» : «πώς νταγιαντιέται ο χωρισμός, και της γυναίκας ο καημός», «φτωχή καρδιά νταγιάντα». Νταγιαντώ και το παθητικό νταγιαντιέμαι, σημαίνει ξεπερνάω, αντέχω, αντιπαρέρχομαι.

  28. Χριστίνα said

    Καλημέρα σας! Εγώ πάλι είχα πολλά »ραμόνια» αλλά υπήρχε ένα που, εκτός απο παράφραση είχε γίνει ολόκληρη σκηνοθεσία μέσα στο παιδικό μου κεφάλι. Στο περίφημο »Ενα το χελιδόνι» άκουγα : θέλει κι η Ζωντανίνα δίνουν το αίμα τους, και εκεί που λέει το σώμα του μαγιού φυσικά εγώ φανταζόμουν μια σιλουέτα με ένα μαγιό και φυσικά ποιανού θα μπορούσε να ήτανε αυτό το μαγιό; Μα της Ζωντανίνας φυσικά!

  29. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα, πολύ γελάω με πολλά που γράφετε.

    22: Στέλιο, ας μην πούμε για τον ελεύθερο χρόνο σε περιόδους κρίσης…

  30. Alexis said

    Καλημέρα.
    «γράφω γράφω τον καημό μου» αντί για «βράχο βράχο τον καημό μου».
    Η αλήθεια είναι ότι στο συγκεκριμένο τραγούδι η φωνή του Καζαντζίδη κάνει πολλά «παιχνίδια» αφού και στην αμέσως επόμενη φράση «τον μετράω και πονώ» το «πονώ» δεν ακούγεται καθαρά και σε κάνει να αναρωτιέσαι τι ακριβώς λέει.

    Δεν είναι ακριβώς ραμόνι αλλά στο τραγούδι «Μαλαματένια λόγια» του Μάνου Ελευθερίου προσπαθούσα επί χρόνια να καταλάβω τι εννοεί ο στίχος «γυναίκες στη γωνιά μ’ ασετυλίνη». Ενώ το άκουγα σωστά «μ’ ασετυλίνη» δεν μου κόλλαγε με τίποτα σα νόημα και προσπαθούσα να σκεφτώ μήπως λέει τελικά κάτι άλλο.
    Κι ακόμα δεν έχω καταλάβει ποιές είναι τελικά οι «γυναίκες στη γωνιά μ’ ασετυλίνη».

    Σ’ ένα είδος ραμονιού δεν βασίζονται και κάποια αθυρόστομα αποκριάτικα τραγούδια, τα αποκαλούμενα και γαμοτράγουδα;

    Θειά μου Νι-
    Θειά μου Νι-
    Θειά μου Νικολάκαινα …
    κλπ.

  31. Πάνος με πεζά said

    Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τραγούδια που βγάζαν ανισορροπία ακόμα και με τους σωστούς του στίχους :
    Πυκνή ομίχλη στο λιμάνι, κι ο Παναγιώτης απ’ τη Μάνη λειώνει στο κλάμα
    Σφυρίζουν στα βαθειά καράβια, σιωπή και νέκρα στα μουράγια κι ούτε ένα γράμμα.

    Μονάχος τώρα στην κουβέρτα βαριά η καρδιά του σαν την πέτρα, μετράει τ’ αστέρια (μέσα στην ομίχλη???)
    κι ο νους του τρέχει στο νησί του, στην όμορφη του τη καλή του τα μεσημέρια (μα αφού, διάολε, είναι από τη Μάνη !).

  32. sarant said

    28: Η Ζωντανίνα είναι από τα πιο διαδεδομένα ραμόνια -και βέβαια χρειάζεται την απαραίτητη σκηνοθεσία!

  33. physicist said

    #31. — Στην φοιτητική μου παρέα είχαμε επισημάνει την ανισορροπία ανάμεσα στη Μάνη και στο νησί και είχαμε προσπαθήσει να αποκαταστήσουμε τη γεωγραφική ορθότητα ως εξής:

    Πυκνή ομίχλη στο λιμάνι, κι ο Παναγιώτης το χαϊβάνι λιώνει στο κλάμα …

    Για την μέτρηση αστέρων σε πυκνή ομίχλη, η επιστήμη προτείνει ραδιοτηλεσκόπια.

  34. Τίτος Εξώς Χριστοδούλου said

    Θα σου φύγω στο Χαπί, μου είπε η καλή μου. Πού να την ψάξω;

  35. sarant said

    31-33 Θυμάμαι ότι ο Μανιάτης παππούς μου επίσης είχε αγανακτήσει με την ανακολουθία των στίχων.

  36. Πάνος με πεζά said

    @34 : Α, εγώ θεωρούσα ότι επρόκειτο για γεροντικά ξεμωράματα : «Θα σου φύγω, στο ΚΑΠΗ».

  37. stratosbg said

    να μην ξεχάσουμε και την «σαμπρότα» του εθνικού ύμνου
    «..και σαμπρότα (σαν πρώτα) αντρειωμένη».
    Όσο για το νησί του Μανιάτη, έχω την εντύπωση ο΄τι νησί είναι η καλή του, μεταφορικά.

  38. Panayotis said

    Το δικό μου ραμόνι:
    «Για πάντα μαζί, για πάντα μαζί,
    καθόταν η κόρη που λένε ζωή…»

    (Μέχρι να δώσω για πρώτη φορά βάση στους σωστούς στίχους, είχα περάσει τα τριάντα)

  39. Maria said

    Καλησπέρα! το δικό μου ραμόνι είναι το «μα c’est la vie που λένε και οι Γάλλοι» του Μαχαιρίτσα εγώ το άκουγα «μασέ λαβή που λένε και οι Γάλλοι»! ήταν προφανώς μια λαβή από γαλλική πολεμική τέχνη! ή το άλλο του Σχοινά το συγκοινωνούν -τα-δοχεία αντί συγκοινωνούντα δοχεία.(λόγω ηλικίας έχω διαφορετικά ακούσματα:))
    ήθελα να ρωτήσω αν υπάρχει κάποια επιστημονική εξήγηση για την ικανότητα του εγκεφάλου να πλάθει λεξεις (που στο μυαλό μας μόνο βγάζουν νόημα!) και με άλλα λόγια για το πώς λειτουργεί η όλη φάση. αν έχει δει κάποιος το θέμα από γλωσσολογική σκοπιά και αν έχει γραφτεί κάτι!
    ευχαριστώ πολύ! καλή συνέχεια!!

  40. sarant said

    39: Νομίζω πως τα παρακούσματα (ραμόνια) είναι κακό parsing, αλλά ας μας πουν οι επιστήμονες.

  41. Αναστασία said

    Επίσης, από το Πειρατικό:

    των πλούσιων και των ευγενών
    να κούρσευα τα πλοία
    τους θησαυρούς να μοίραζα
    στην πιτσιρίκα Ρία

    αχ! τι ερωτευμένος ήταν ο πειρατής μ’αυτή την πιτσιρίκα!

  42. Χριστίνα said

    Μαρία καταπληκτικό! Θα μπορούσε να ήτανε και »μασέλα βι»! Μασέλα Β ποιότητας γιατί φτιάχτηκε προφανώς στο ΙΚΑ.

  43. Πέπε said

    Του καθενός τα προσωπικά ραμόνια είναι ατελείωτα, και συνήθως ξεκαρδιστικά. Τα δικά μου τα έριξα στην προηγούμενη σχετική ανάρτηση, αλλά αφού ξαναρχίσαμε θα προσθέσω κι ένα καινούργιο που άκουσα. Εφαρμόζει σε πολλά τραγούδια, αρκεί να υπάρχει ένα «μη ξανα-[οτιδήποτε]», π.χ.:

    Ρε μάγκα το παράκανες,
    θαρρώ πολλά μου τα ‘κανες:
    στην γκόμενά μου μύξα να κολλάς;

    Ή:

    Μύξα, να ‘ρθείς απ’ τη δουλειά. Δεν το αντέχω…

    Αλλά άλλο ήθελα να πω.

    Το άρθρο της Βίκης είναι πανέξυπνο, είναι μια φάρσα στημένη πραγματικά μερακλήδικα. Είμαι βέβαιος ότι όσοι συνθέτες, έργα, τόποι, πρόσωπα αναφέρονται στο άρθρο τοποθετούνται στο σωστό τους χρονικό πλαίσιο. Δεν το ‘λπιζα ότι υπάρχει τέτοιου είδους χιούμορ στην εποχή μας. Αν ο συντάκτης του διαβάζει, θα ήθελα να τον συγχαρώ από την καρδιά μου. (Ακόμη καλύτερα θα ήταν αν το άρθρο δεν είχε διαγραφεί και αν η συζήτηση για την πλαστότητά του δεν είχε δημοσιευτεί αλλά παρέμενε σε επίπεδο προφορικών συζητήσεων και με κάποιο κάπου σαράκι αμφιβολίας…)

  44. Eva Thomos said

    ένας γνωστός κάποτε,σε ένα μπάρ εδώ στη Λάρισα,έκανε παραγγελιά στον dj ζήτώντας του την Κουτσουμπίλου… το could you be loved ήταν το άσμα… 🙂

  45. Idomeneo said

    ενα πολυ έξυπνο ραμονι-γλωσσοπαιχνιο αποτελει η παραλλαγη του στίχου ενος ασματος του Χιωτη, εγω το πλουσιοπαιδο : για δες ο ασωτος υιος … σε -> για δες ο ασσος ο υιος. Ο ταγουδιστης, γνωστος χαρτοπαιχτης εισηγαγε ετσι μια αυτοβιογραφικη και αυτοσαρκαστικη διασταση… 🙂

  46. Πάνος με πεζά said

    Από Βαγγέλη Γερμανό : «…γυμνοί θα κολυμπάμε στ’ ακρογιάλια, τον ήλιο θ’ αντικρίζουμε ΑΝ φας…» (υπό προϋποθέσεις, δηλαδή…)
    Επίσης ένα λιγότερο γνωστό έλεγε «Γάμπα για βιτρίνα, πρώτη στην Αθήνα, φιγουρίνι δηλαδή. Γάμπα για βιτρίνα, πρώτη στην Αθήνα, από Ρουφ μέχρι Γουδί», κι εγώ άκουγα «Γάμπα για βιτρίνα, πόδι στην Αθήνα, απορούν νεκροί, βουβοί»…

  47. περαστικός said

    Καλημέρα.
    Όταν πρωτάκουγα, μικρός, το «7 νάνοι στο s/s Cyrenia» το στίχο «ποιος ρήγα γιος θε να την πιει σ’ ένα ποτήρι» τον άκουγα «ποιος λυγαριός…». (θηλυκό της λυγαριάς φανταζόμουνα…). Φταίει βέβαια κι ερμηνεία του Μικρούτσικου, η Αλεξίου το έλεγε καλύτερα νομίζω.

  48. Πάνος με πεζά said

    Άλλη παράφραση σε τραγούδι του Μικρούτσικου είναι φυσικά το «Εδώ είναι Αττική, θεών νταμάρι !»
    Επίσης, (και αυτό είναι πραγματικό περιστατικό), μια κυρία έσπευσε να τον συγχαρεί κάποια φορά το Μίμη Πλέσσα λέγοντάς του «Μου αρέσει πολύ εκείνο το τραγούδι σας που λέει «Πιανίστας έκλεψε»…

  49. Γς said

    44:
    Και η ελληνοαμερικάνικη εκδοχή του Κίτρινου Υποβρύχιου των Μπήτλς:
    «Ουι ολ λιβ ιν ε γιέλοου σάμπμαριν
    Σ’ γέλασα μωρή
    σ’ γέλασα μωρή

  50. sarant said

    Kαι σε μια συναυλία του Παπάζογλου, ειπώθηκε την άλλη φορά, προς το τέλος, φώναξε ένας από τις κερκίδες να παίξει το «Τρεις λύκοι αδέσποτοι»!

  51. Γς said

    Κι αυτές οι «πλάκες» του γραμμοφώνου; Πόσο γρήγορα οι βελόνες μετέτρεπαν όλα τα ψι σε σίγμα.
    Κι ήταν να μην βάλουν οι μεγάλοι κλαψιάρικα τραγούδια με «θα κλάψω», «έκλαψα» κτλ.
    Σκάγαμε στα γέλια η πιτσιρικαρία…

  52. Αναστασία said

    Κι αν είμαι ροκ μη με φοβάσαι
    έγινα κιόλας τριάντα χρονών
    νύχτες αγρύπνιας να με θυμάσαι
    Άννα Πρανίν και Τρίτη Σολ

    αυτό το τραγούδι το είχα καταλάβει ως άκρως κομμουνιστικό, όπου Άννα Πρανίν (ή Πρανίλ) η Τσέχα (!) αντίστοιχη της Ρόζας Λούξεμπουργκ που τη διαβάζανε για να περάσουν οι νύχτες αγρύπνιας και η Τρίτη Σολ κάτι σαν την Τρίτη Διεθνή, στο μουσικό (την τραγουδούσανε).
    Άβυσσος…

  53. Προσγολίτης said

    Παπαδιαμάντης Αλέξ.: Τα πατερμά του ήξευρε ρωμέικα. Έλεγεν: «Άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ… ως ενάντιος υψίστοις»

    Καλό απομεσήμερο! (καλά το λέω;)

  54. Πέπε said

    @46: Το Γάμπα για βιτρίνα από διαφήμιση δεν ήταν; Ή κανονικό τραγούδι;

    @52: Ξέρετε τι μου θύμισαν η Άννα Πρανίλ και η τρίτη Σολ; Κάποτε στο σχολείο εξετάστηκα στην ιστορία, σχετικά με την Ενάτη Θερμιδώρ (9η μέρα του μήνα Θερμιδώρ, ημερομηνία στο νέο ημερολόγιο της Γαλλικής Επανάστασης, στην οποία κάτι θα συνέβη μάλλον). Δεν είχα την παραμικρή ιδέα ή ένδειξη για το τι μπορεί να σήμαινε η ερώτηση, πόσο μάλλον για το πώς θα ‘πρεπε να μοιάζει η απάντηση. Ανέπτυξα έναν ελεύθερο αυτοσχεδιασμό (ταξίμι) πάνω στην υπόθεση ότι μέχρι τότε είχαν γίνει άλλες 8 Θερμιδώρ, οι οποίες τι να ήταν, κάτι σα συνελεύσεις μάλλον θα ήταν…

  55. sarant said

    52: Πολύ γέλασα με την Άννα Πρανίν!

    53: Πάσχα ρωμέικο, ο μπαρμπα-Πίπης…

  56. sarant said

    54β, έξοχο.

    54α: Τραγούδι του Γερμανού. Κανονικό.

  57. physicist said

    #54. — Εμένα αυτό το Θερμιδόρ, ξεκάρφωτο και χωρίς την 9η, μάλλον για φάρμακο θα μου ερχότανε. Λήγει φέτος η πατέντα για το Θερμιδόρ. Σοβαρές παρενέργειες σε έγκυες γυναίκες προκαλεί το Θερμιδόρ. Ή εμπορική μάρκα για θερμοσυσσωρευτές. Θερμιδόρ στο σπίτι και ο παππούς με το φανελάκι.

  58. Cornu Ammonis said

    Καλημέρα και συγχαρητήρια για το μπλογκ σας. Είμαι τακτικός αναγνώστης αλλά δεν είχα ξανασχολιάσει. Ωστόσο σήμερα δεν μπόρεσα να αντισταθώ. Όταν ήμουν μικρός και άκουγα το «Μην ξεχνάς τον Ωρωπό», στο «και συ λαέ βασανισμένε» φανταζόμουν τον Κεσήλαο, μυθικό πρόσωπο, ίσως κάποιο σύντροφο του Ηρακλή ή του Οδυσσέα που είχε δυσαρεστήσει για κάποιο λόγο τους θεούς και αυτοί του έστελναν όλο δυσκολίες στο δρόμο του! Τώρα, γιατί δεν έπρεπε να ξεχνάει τον Ωρωπό, ομολογώ πως ποτέ δεν κατάλαβα… Παρεπιπτόντως, στο ίδιο τραγούδι εμφανίζεται και το ορίτζιναλ ραμόνι, που μάλιστα φαίνεται να έχει πάθει κάτι πολύ κακό αφού «κλαίει η μάνα το ραμόνι, κλαιν τα δέντρα, τα βουνά». Φοβάμαι για τα χειρότερα…

  59. sarant said

    58: Καλώς ήρθες. Ένας φίλος, πράγματι, ακούγοντας τον Ωρωπό αναρωτιόταν τι είναι το ραμόνι που το κλαίει η μάνα. Αλλά και ο ηρωικός Κεσίλαος. ο αδικοβασανισμένος, αξίζει πολλά.

    57: Έχουμε κέφια, βλέπω 🙂

  60. Γς said

    54b @ Πέπε

    > Κάποτε στο σχολείο εξετάστηκα στην ιστορία

    Κι εγώ στη Φυσική Ιστορία 😦

  61. ΠΑΝΟΣ said

    Κι αν μιλάμε για ανακολουθία στίχων,δεν μπορώ παρά να θυμηθώ το υπέροχο τραγούδι των Γκάτσου-Μάνου:

    Πάει έφυγε το τραίνο, έφυγες κι εσύ
    σταλαγματιά χρυσή
    πάει χάθηκε το τραίνο, χάθηκες κι εσύ
    σε γαλανό νησί.

    Παραταύτα παραμένει ένα συγκλονιστικό τραγούδι.

  62. Φανη said

    Το δικό μου ραμονι ήταν από το πασίγνωστο άσμα του Μητροπανου «άκου να σε λέει Λατισα, καρδιά μου, οι τόσες οι αγάπες». Τώρα τι ήταν μια Λατισα ακόμα απορία το έχω!

  63. Πάνος με πεζά said

    Στο τραγούδι Κηλαηδόνη-Νεγρεπόντη «Οικονομία κάνε», έχει ένα στίχο που λέει «τώρα που είσαι νέος, σώερυε τον παρά». Περιττό να πω ότι καταλάβαινα «ξόδευε τον παρά», και προσπαθούσα να ερμηνεύσω την αντιφατικότητα του τραγουδιού !

  64. Πάνος με πεζά said

    έγραψα (ή μάλλον ήθελα να γράψω «σώρευε», εξ ου και το μπέρδεμα με το «ξόδευε».

  65. Πάνος με πεζά said

    Όσον αφορά για το τραγούδι του Γκάτσου, είχε εξηγήσει ο ίδιος χαριτολογώντας «μα εγώ στη Βικτώρια την άφησα, να πάρει τον ηλεκτρικό για το λιμάνι του Πειραιά» !

  66. ΠΑΝΟΣ said

    Έτσι είναι, συνονόματε!

  67. physicist said

    #59(β). — Ναι, πήρα σήμερα τρία Θερμιδόρ μαζεμένα κι έφτιαξε η διάθεση. 🙂

  68. sarant said

    62: Αυτό το «λεηλάτησαν» το έχουν ραμονίσει και με άλλον τρόπο, σε προηγούμενο σχόλιο.

  69. ΣοφίαΟικ said

    Κι εγώ παλιά νόμιζα ότι ο Θερμιδώρ(ος) είναι θεότητα του καλοκαιριού. Θα μπορούσε να είναι και μάρκα σόμπας.

    Τα δικά μου ραμόνια τα είχα γράψει στο παλιό νήμα, δεν έχω καινούργια πια, αν και είμαι σίγουρη ότι το στίχο του 13, «Μπορασίτα, Μπορασίτα , μαζί μου ήθελα να ΄ρθεις», εγώ θα το άκουγα: έμπορας ήταν, έμπορας ήταν.

  70. Triant said

    Υπάρχει και το αστειάκι που λέγαμε τόοοοοτε με τον βαρύμαγκα που μπαίνει στο δισκάδικο και ζητάει το «Θα τη σφάξω» (satisfaction).

  71. Πάνος με πεζά said

    Aυτό έχει γίνει και κανονικό τραγούδι (Τουρκογιώργης). Αλλά «από δω παιδιά αρχίζει άλλη ιστορία», που λέει κι ο Μούτσης, γιατί πολλά τραγούδια είχαν γραφτεί ως διασκευές σε παρήχηση των ξένων στίχων στα ελληνικά ( «Όνειρα, πουλιά μου ταξιδιάρικα» κλπ.)

  72. Πέπε said

    @71: Σίγουρα του Τουρκογιώργη; Το είχα ακούσει μια φορά προ αμνημονεύτων ετών και βάλε. Στο ΥΤ δεν το βρίσκω πουθενά, αν και βρίσκω άλλους που ΄χουν κάνει την ίδια σκέψη (αλλά με πρόχειρες ηχογραφήσεις). Πώς το λένε το τραγούδι;

    Κάπου τέλη ’80 – αρχές ’90 είχε βγει ένας ολόκληρος δίσκος με τέτοιες διασκευές, αλλά δεν περιλαμβανόταν εκεί. Εκεί ήταν η Μπούλη-Μπούλη του Μπουλά (Wooly Booly), το Ροζ Μπικίνι της Πωλίνας (Eetsy-beetsy-teeny-weeny-yellow polka dot bikini ή όπως αλλιώς γράφεται), όχι όμως το Κακοσάλεσι του Μηλιώκα (Speedy Gonzalez) ή διάφορα του Καρβέλα που ήταν διασκευοκλεμμένα από Μπιλ Χάλεϊ και άλλους του ιδίου φυράματος.

  73. Πάνος με πεζά said

    Έκανα λάθος, η διασκευή ανήκει στο Χρήστο Γιαννόπουλο («Όταν σβήγνει η οθόνη», «Αχ Ελένη», «Γεια σας φίλοι μου γεια σας»).
    Να τονίσω για ιστορικούς λόγους ότι η πρώτη διασκευή του Σπίντι Γκονζάλες ΔΕΝ ανήκει στο Γιάννη Μηλιώκα (1987) αλλά στο Θέμη Ανδρεάδη, με το τραγούδι «Ο Ματσεντάλες», 1980, που μιλάει για έναν πλανόδιο…φυστικοπώλη ! Αν μπείτε στο youtube, αυτό θα το βρείτε.

  74. Ήταν κάποτε ένας Αμερικάνος, ο οποίος ήταν ο πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο, και ήταν λάτρης του Ελληνικού φαγητού, των θαλασσινών, και ιδιαίτερα της ψαρόσουπας. Μια μέρα, αποφάσισε να ψάξει για να βρει και να δοκιμάσει την καλύτερη ψαρόσουπα του κόσμου, αλλά δεν ήξερε που να πάει, και έτσι ρώτησε ένα σοφό γέροντα που ζούσε στα βουνά και ο οποίος του είπε: «φίλε μου, θα πρέπει να πας στην Αλόνησο, στην Ελλάδα, στο μικρό ταβερνάκι στην κορυφή του τάδε λόφου, εκεί θα βρεις τον μπάρμπα-Γιάννη ο οποίος ακούγεται ότι φτιάχνει την καλύτερη ψαρόσουπα του κόσμου, και θα του ζητήσεις να σου τη φτιάξει.» Ξεκινάει λοιπόν ο Αμερικάνος… μετά από μερικές μέρες προσγειώνεται με το ελικόπτερό του έξω από το συγκεκριμένο ταβερνάκι στην κορυφή του τάδε λόφου που βρήσκεται στην Αλόνησο, μπαίνει στο ταβερνάκι μαζί με τους δικούς του ανθρώπους, και βλέπουν ένα γεροντάκι ίσα με 80 ετών, τότε ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος (Α: αμερικάνος, Γ: Γεροντάκι):

    Α: Χελόου μίστερ, μήπως είστε ο μπάρμπα-Γιάννης που φημίζεται για την Ψαρόσουπά του? (ήξερε λίγα Ελληνικά, αλλά μιλούσε σπαστά)

    Γ: Ναί φίλε μου, εγώ είμαι αυτός

    Α: Ήρθα μίστερ από τα πέραντα της Γης, από την Αμερική, για να δοκιμάσω την εκπληκτική ψαρόσουπα που λένε ότι φτιάχνεις!

    Γ: Λυπάμε πολύ φίλε μου, αλλά δεν την φτιάχνω πια αυτή τη ψαρόσουπα!

    Α: Οοου νοου, μπατ ουαϊ, εγώ έκανα τόσο ντρόμο μόνο και μόνο γι αυτή τη ψαρόσουπα, πλίζ σε παρακαλάω να μου τη φτιάξεις.

    Γ: Δεν γίνεται φίλε μου δυστυχώς, και για να μάθεις το γιατί, έχει εμφανιστεί στο νησί ένας δαίμονας,
    ονόματι Νεσαπουλιάτα, ο οποίος ερεθίζεται από το άρωμα αυτής της ψαρόσουπας, και όταν τη φτιάχνω έρχεται και μου κάνει λύμπα το μαγαζί.

    Α: Οου ρίλι? Δεν πειράζει μίστερ, έχω πολλά λεφτά, και αυτή τη στιγμή έχω βάλει στόχο στη ζωή μου να δοκιμάσω αυτή τη ψαρόσουπα,
    πλιζ φτιάξε την για μένα και αν συμβεί το οτιδήποτε θα τα πληρώσω όλα εγώ, θα σε αποζημιώσω και με το παραπάνω!

    ο Αμερικάνος καταφέρνει τον μπάρμπα-Γιάννη να του φτιάξει την ψαρόσουπά του και όταν είναι έτοιμη η ψαρόσουπα, σερβίρει ο μπάρμπας μια πιατέλα μεγάλη στο τραπέζι όπου κάθεται ο Αμερικάνος. ΞΑΦΝΙΚΑ ΟΜΩΣ, ακούγεται ένας δυνατός κρότος, σπάνε με μιας όλα τα παράθυρα και οι πόρτες, φυσάει ένας δυνατός και καφτός άνεμος, μπουκάρει μέσα ο τερατώδης δαίμονας ΝΕΣΑΠΟΥΛΙΑΤΑ ο οποίος ξερνάει φωτιές από παντού, με τις φωτιές του καίει τους τοίχους και με τα τεράστια χέρια του σπάει όλα τα τραπέζια και τις καρέκλες, ενώ σκοτώνει και τους μπράβους του αμερικάνου με μια μόνο κίνηση του χεριού του. Μέσα σε όλο αυτό το χάος, το τραπέζι στο οποίο κάθετε ο Αμερικάνος μαζί με την πιατέλα με την ψαρόσουπα, πέφτουν πάνω στον αμερικάνο και τον καταπλακώνουν, ενώ από την καφτή ψαρόσουπα ο Αμερικάνος καίγεται στο πρόσωπο. Σηκώνεται τότε ο Αμερικάνος, φωνάζει δυνατά στο δαίμονα για να τον διώξει: ΦΕΥΓΑ ΝΕΣΑΠΟΥΛΙΑΤΑ, ΨΑΡΟΚΑΗΚΑ!!!!

    Συγνώμη αν είμαι εκτός θέματος…

  75. sarant said

    74: Βλέπω ότι έχουμε κέφια 🙂

  76. Γς said

    Ένα σωρό ραμόνια ο καθένας!
    Και γω σχεδόν τίποτα.

    Σιγά μη ζηλέψω.

    Δόξα τῷ θεῷ που είμαι υγιής και δεν παρακούω

  77. ΛΑΜΠΡΟΣ said

    74- Zωγράφισες μεγάλε.!!!

  78. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Δε μού μεινε άντερο.Εξεθηκιάστηκα να γελώ.
    Αμόργιον πνεύμα πού είσαι; Λείπεις και μας λείπεις. Αντίφα, πού είσαστε μωρέ; Στα χαρούμενα , κάνω πρόσκληση (Ξεθάρρεψα η νέωψ)

    -Μπορασίτα; Κορασίντα-Κορασίντα το τραγούδαγα εγώ
    -Στο Μοναστηράκι, βάρβαροι χωροφυλάκοι
    -Αναφρανείν και …στριπτιζόλ, η πρώτη εκδοχή μου (Ροκιές του Μπίλη πάλι, θα σκέφτηκα, μετά το Γιοχάν και Φράντς που «ιδέα δεν είχαν για τραστ και για …κραφτ» (μαγιονέζα ή σκάφος;)
    -Κι ύστερα το βραδάκι, μέθης μεράκι στα καπηλειά (Τζαμάικα). ή μεθείς με ρακι ; (αναβίβαση τόνου ποιητική αδεία;) .Το μεθυσμενάκι (δεν το ήξερα) και λίγο ..γκομενάκι μου κάνει ακόμη

    Ο Ροβιόλης, ο Θερμίδωρας ο Κεσίλαος, η Ζωντανίνα, η Άννα Φρανίν, η Σαμπρότα,η πιτσιρίκα Ρία, το ένατο χελιδόνι, οι τρεις λύκοι αδέσποτοι, τα μαρούλια μια σταλιά, η μασέ λαβή, το γαρμπολί είναι από το μεγάλο Ραμονόσογο της οδού Γραφημώνος.

    Αρχοντα, κάθε νταϊντίς (κάθε λίγο) να ραμονεύουμε να φτιάχνει το κέφι μας που όλο και μας το μουχλιάζουνε.

    Υ.Γ. Ιμμόρ πώς βαστάς με τόσο υμόρ και δε μας ε λες πράμα;

  79. Alexis said

    #74, 😀 😀 😀 !!!

    Η «Χαμένη πολιτεία» (άπονα σε λεηλάτησαν καρδιά μου κλπ.) δεν είναι του Μητροπάνου αλλά του Γιώργου Μπουλουγουρά, cult αστέρα των ’80ς.
    Εδώ η πρώτη εκτέλεση, 1984 ή 85 νομίζω:

  80. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Αυτή η ιστορία του Τζανμπατίστα Ραμόνι , μου θύμισε τη μεγάλη, λερναία, περίπτωση για ένα (ανύπαρκτο) συγγραφέα που τάχα είχε πάρει και βραβείο και αναπαράχθηκε στις εφημερίδες (και τηλεοράσεις θαρρώ) ως είδηση (προ ιντερνετ) όταν κάποιος δημοσιογράφος το έστησε θέλοντας να δείξει το πώς μπορείς να κατασκευάσεις μια «πραγματικότητα» αν διαθέτεις το μέσον (ή κάτι τέτοιο). Αν τη θυμάται κάποιος πιο συγκεκριμένα, ας το πει. Νομίζω είχε γράψει, ο δημοσιογράφος, βιβλιοκριτική για το (υποτιθέμενο) βιβλίο και αναπαράχθηκε ,ενώ δεν υπήρχε ούτε βιβλίο, ούτε συγγραφέας!

  81. sarant said

    78: Α γεια σου! Ο Αρκεσινέας είναι στο νησί θαρρώ.

    80: Δεν το ξέρω αυτό, εξόν αν εννοείς τον Πολ Καράβη ή κάπως έτσι -που όμως τα ποιήματά του τα είχε γράψει στην πραγματικότητα ο Καναδός «μεταφραστής» του.

  82. Dimitris said

    Όταν μικρός ακουγα στο «Ο Πέτρος ο Γιόχαν κι ο Φράνς» να αναφέρονται σε τραστ το μυαλό μου πήγαινε στο μόνο τραστ που ήξερα τότε. Το « τραστ του γέλιου» ένα περιοδικό με σταυρόλεξα και πολλές γελοιογραφίες που αγόραζε ο πάππους μου!

  83. Alexis said

    Ο Τζιανμπατίστα Ροβιόλι μπορεί να είναι ανύπαρκτος αλλά ο Μάρκο Ραμόνι φαίνεται να είναι ή μάλλον να ήταν υπαρκτός.

    Κι εδώ ένα αφιέρωμα στη μνήμη του…

  84. Πέπε said

    @73: Τι είπες τώρα!!! Ο Χρήστος Γιαννόπουλος ούτε που ήξερα ποτέ ότι υπήρξε, αλλά το Αχ Ελένη (που έψαξα στο ΥΤ και μόλις ακούω) είναι άλλο ένα τραγούδι που είχα ακούσει μία μοναδική φορά, τότε, και το έψαχνα. Ντάξει, όχι ότι το έψαχνα και κάθε μέρα, αλλά. Πάντως το ρεφρέν διαπιστώνω ότι το θυμόμουν ολόσωστα.

    Τι πίνεις να κεράσω;

    Ανακαλύπτω ότι το είχε πει κι ο Ζουγανέλης, αλλά μάλλον από το Γιαννόπουλο το είχα ακούσει (έχει μια διαφορά στο ρεφρέν που δεν τη θυμάμαι έτσι, κι άλλωστε αν ήταν ΓΖ θα το ήξερα).

    Το «Θα τη σφάξω» όμως που είχα ακούσει δεν ήταν του Γιαννόπουλου. Έλεγε «δεν αντέχω, θα τη σφάξω», ενώ ο Γιαννόπουλος λέει «αν την πιάσω θα τη φτιάξω, θα την πνίξω, θα τη σφάξω» και αλλού απλώς «θα τη σφάξω, θα τη σφάξω». (Άκου στίχους όμως: μια μου έλεγε πως γράφτηκε στο κόμμα, και τις νύχτες ότι μοίραζε κουπόνια… Και φινάλε ζεμπεκιά σκυλάδικια… Δηλαδή τέλος!)

    Δεν αντέχω λέει ένας άλλος που βρήκα, αλλά δεν είναι κανονική ηχογράφηση, είναι σπιτικιά για πλάκα.

    Εν πάση περιπτώσει, πάνω με πεζά, ευχαριστώ με κεφαλαίο!

  85. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    82. Α Ραμονικό πνεύμα! Το τραστ του γέλιου, βέεβαια. Φίλτατον! Μωρέ εγώ ήξερα και το κραχ μα άλλο άκουγα.Το κρακ πάλι, όχι τότε. Γιοχάν και Φραντς , ούτε Γιόχαν ούτε Φρανς.

  86. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    81.β. Νομίζω ήταν αυτή η ιστορία με τον (ανύπαρκτο) ποιητή Αντρέα Καράβη από την Κρήτη, που έζησε στους Λειψούς και μετά στην Αμοργό και τελικά μόνο στο μυαλό του «μεταφραστή» του. Το «κλου» ήταν που ψάχνοντάς το τώρα, είδα πως είχατε εδώ, στις 18/9/2009, εκτενή και ωραιότατη-‘οπως πάντα- σχετική αναφορά. Βρήκα και τη «βιογραφία» του στη βικι :
    http://en.wikipedia.org/wiki/Andreas_Karavis

  87. Θεμης Ματσουκας said

    Νομιζα οτι το Φουρανιo (βασιλευ ουρανιε) ηταν γνωστο ραμονι αλλα δεν το ειδα στα σχολια.

    Αλλο ενα: «Μεσα μας βαθεια για σενα μια αγαπη παντα ζει…», και ολοι γυρναγαμε να κυτταξουμε την συμμαθητρια Πανταζη.

  88. Γς said

    Από το λίκνο της βίκι:
    >Karavis was more worthy of the Nobel Prize than more famous Greek poets

    Να όμως κι ένας άλλος Ελληνας, πραγματικός αυτή τη φορά, που είναι λέει υποψήφιος για το Νόμπελ της Ειρήνης.
    Τα δύο σχετικά άρθρα στο LIFO και στο protagon.gr,
    που τα σχολιάζουν καταλλήλως κάτι πολλοί κολλητοί μας, εμού και της γυναίκας μου στο φβ. Όπως:
    “ Όταν οι δυο λινάτσοπατσαβούρες της φιλελεύθερης βοθροδημοσιογραφιας αλληλοξεμαλιάζονται το αποτέλεσμα είναι απολαυστικό….”
    Βέβαια τους έβαλα πάγο:
    “ Είστε όλοι στούρνοι ρε! Δεν καταλάβατε. Ο άνθρωπος είναι υποψήφιος του νόμπελ που δίνει η δικιά μας, η Ειρήνη [η κυρά μου]. “

  89. Γς said

    Τα δύο σχετικά άρθρα στο LIFO και στο protagon.gr,

  90. Πάνος με πεζά said

    @84 : Δε μπορεί, θα είχες ακούσει και το «Όταν σβήνει η οθόνη», κι ακόμα πιο σίγουρα το «Γεια σας φίλοι μου γεια σας», που βγήκε σε επανέκδοση κατά το 2005, με λίγο παραλλαγμένο στίχο, σε έναν επετειακό δίσκο για τα 20 χρόνια του (σημαντικού) δημιουργού Χρήστου Γιαννόπουλου στη δισκογραφία. Για την πληρότητα, οι αρχικοί στίχοι «Με Βαν Μόρισον και Ντίλαν,…», «νύχτα βάζει τα καλά της και γλεντάει στου Πανταζή», και οι λίγο πειραγμένοι από τον ίδιο στην επανέκδοση «Με Τζον Λένον και με Ντίλαν», «νύχτα βάζει τα καλά της, τα λαμέ, τα φανταιζί».

  91. Αγγέλα said

    Τσιγάρο ατελειωτο βαρύ η μοναξιά, ας΄την γυναίκα κουρασμενη απ΄τον δρόμο) τραγουδά με πάθος ο σύζυγος μου. (δεν γνωρίζει καλά τα ελληνικά ) ελπίζω να μην τον παρεξηγήσει ο Μαλαμας.

  92. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα σχόλια και τα ωραία ραμόνια!

    Γεια σου Θέμη!

    86: Ναι, Αντρέας Καράβης!

    88: Μπορεί να γράψουμε κι εδώ.

  93. Jimakos said

    Λόγω που ακούγε ο φαν φάδερ, υπήρχαν στο σπίτι όλοι οι δίσκοι του Βασίλη (ζούμε για να σ’ακούμε) σε LP. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την ποιότητα του ήχου, πόσο μάλλον στο παιδικό αφτί. Στο τραγούδι ,λοιπόν, Κάντιλακ, λέει ο στίχος «βγήκα με μια κάντιλακ αρχαία», κι εγώ άκουγα «βγήκα με μια κάντιλακ καρφιά». Παρακάτω λέει «η βασίλισσα των ηδονών», εγώ απονήρευτος άκουγα «των Ιωνών». Και πάλι απο Βασίλη στον Λεγεωνάριο, το all time classic «πάρε-δώστου» αντί για «mare nostrum». Και πόσα ακόμη….

  94. physicist said

    #88, #89. — Τραγικές ιστορίες όλες τους: ο υποψήφιος, η δημοσιογράφος, το εύπιστο κοινό αλλά και το βραβείο το ίδιο. Να μένεις άφωνος δηλαδή.

    Νίκο, έτσι και γράψεις άρθρο δεσμεύομαι να μην σχολιάσω εκεί γιατί δεν θα συγκρατηθώ και θα ξεπεράσω τα όρια της ευπρέπειας.

  95. Απολαυστικά όλα, αν και τα περισσότερα τα είχα διαβάσει στο παλιό. Μια και πιάσαμε και Νομανσλάνδη, να πω ότι ο Γιώργος Νικολόπουλος είχε συγκεντρώσει προ διετίας, τριετίας τα.. έπη μας εδώ: http://nomanslandi.blogspot.gr/

  96. Κι εδώ η νέα σελίδα του: http://regardingpoetry.wordpress.com/%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CF%83%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%B4%CE%B7/

  97. Και αν μου επιτρέπετε να το ξαναβάλω κι εδώ μια και ταιριάζει; γραμμένο προ διετίας, ανήκει στη Νομανσλανδιανή λογοτεχνία, μαζί με εκείνα του Νικολόπουλου, του Κορνήλιου, της Ροδιάς, της Σοφίας Οικ και του ίδιου του Νικοκύρη όπως ανθολογήθηκαν (δείτε συνδέσμους, ειδικά για τον Νικοκύρη που είναι και συλλεκτικό! )

    Ροβιόλης και Ζωντανίνα
    Στην οδό Γραφημώνος, κατοικεί ο Ροβιόλης,
    που όλοι ξέρουν πως έχει λουμπέσα πολλά.
    Τη Ζωντανίνα γυναίκα (εξώλης-προώλης),
    αγαπούσε εκείνος – κι αυτή τα λεφτά.

    Διακοπές είχαν πάει, προς το Παπουνάνε,
    τ’ ωραίο το πύο του βυθού για να δουν.
    Δυο μπλε –στην ακτή- φαρίδες περνάνε,
    ντρουμου-ντρουμ, τα βραχιόλια φοράν της Βροντούμ.

    Στων Θεών το νταμάρι, πικρό σουαχίλι,
    κακιά Φαλακρίνα, στης Νιόσης το φως.
    Πιο –μοιάζει- ρομάντζα, ως πέφτει το δείλι
    στη Ρύθμη Σισίχου, στα κάτω ο ρυθμός.

    Μια μέρα είχαν φτάσει ως τις Κολμυρίδες,
    του Προέδρου Ταμέλη να δούνε τη γη.
    Γενναίους αντικρύσαν πολλούς Τωντονίδες,
    με το σπιθονάκι βαθιά στο κορμί.

    Μα κάποτε μόνος ξυπνάει ο Ροβιόλης,
    και η Ζωντανίνα, το ραμόνι κι αυτή.
    Στα δρομαλιώτικα ψάχνει τα στέκια της πόλης,
    μα κείνη έχει φύγει, ψηλά στο Χαπί.

    Και φτάνει σε λίγο, το γράμμα του νόμου
    Περιμενοδίκης να δώσει σκυφτός.
    Τα χώραφα τώρα μοιράζουν κι επ’ ώμου
    το βιολί κουβαλάει κι όλο πάει μοναχός.

    Στην οδό Γραφημώνος – επικίνδυνο μέρος –
    για να ζήσει ο Ριοβιόλης τα ροβίχια πουλά.
    Και περνούνε τα χρόνια, κι όλο γίνεται γέρος,
    γέρο-Δήμο τον λέγαν, μες τη γειτονιά.

  98. Kαι επίσης να θυμηθούμε το αμίμητο Καναπουτσάρ του Κορνήλιου (όποιος δεν θυμάται τη λέξη να ανατρέξει στα παλιά):

    Ἀπάνω μου ἔχω πάντοτε δεμένο στὸ ζωνάρι
    ἕνα μικρὸ καναπουτσὰρ ἀπὸ τὴν Νομανσλάνδη,
    ὅπως αὐτὰ ποὺ συνηθοῦν καὶ παίζουν οἱ φαντάροι
    ποὺ ἀπ’ τὸν Τσἰνγκ τὸ ἀγόρασα μιὰ μέρα στὴν Ταϋλάνδη.

    Θυμᾶμαι ὡς τώρα νἄτανε τὸν Μπὰξ στὴν Ἀριζόνα,
    ποὺ πολεμοῦσε μὲ αὐτὸ Μεξικανοὺς ἀτάκτους,
    κρύος ἱδρῶτας ἔπεφτε κι ἡ κάθε του σταγόνα
    κάτω στὴν ἄμμο πότιζε φραγκόσυκα καὶ κάκτους.

    Ὁ πρίγκηψ ‘Ρῆτζεντ σκότωσε μ’αὐτὸ τὴν Λεβαντίνη,
    τὴν ὄμορφη πριγκήπισσα ἀπὸ τὴν Ἀπωνία,
    καὶ μιά του σφαῖρα χτύπησε φριχτὰ τὴν Φλωρεντίνη,
    γιὰ πάντα ἀποστερῶντας μας τὴν θεία μελῳδία.

    Ὁ λόρδος Κρόουν μιὰ βραδιὰ τὸν ἄμοιρο Κρισέιξ
    μὲ τπῦτο τὸ καναπουτσὰρ τὸν ἔκανε σμπαράλια
    καὶ στὴν Λιμέρα τρώγοντας γιὰ πρωινό κορνφλέικς
    ὁ Πράβο Γιάζντι στόχευε ἱπτάμενα βουβάλια.

    Ὁ Πόλαρ Σκὸτ ξεπάστρεψε ἐξήντα Τσαλντεάνους
    κι ὁ Ἄρσον ἀπὸ τὸ Βνουρὰπ ἑπτὰ μικροὺς Ταγῖστες,
    ὁ Ῥεβινστὶκτ πολέμησε αἱμοσταγεῖς τυράννους
    κι ὁ Μούτινγκ ἐξωλόθρευε στὸ Μόδο ἀρριβῖστες.

    Μὲ τοῦτο ἄγρια ἔστειλε στὸν Ἅδη ὁ Ντιντάχε
    χωρὶς κανένα ἔλεος, χωρὶς καθόλου τύψεις
    τὴν ὁμορφούλα τὴν Μουλὲν γιατὶ μὲ ἄλλον τἆχε
    καὶ μ’ ἄλλον ἀρεσκότανε νὰ κάνῃ ἐπικύψεις.

    “Εἶν’ἀλαφρύ, γιά πιάσε το, δὲν πάει οὔτ’ἕνα δράμι
    καὶ δὲν κοστίζει τίποτε, μονάχα ἕνα μπρίκι,
    μὰ ὅσι τὄχαν ἔφυγε ἡ ζῆσι τους χαράμι,
    πολλὰ ἔχουν δεῖ τὰ μάτια μου μ’αὐτὸ μοῦ φέρνει φρίκη”.

    Καναπουτσὰρ ἀτσάλινο τὴν ζώνη μου στολίζει,
    ποὺ κάποτε ἀγόρασα σὲ κάποιο σταυροδρόμι
    γιὰ ποιὸν ἡ κρύα κάννη του τὴν νύχτα νὰ γυαλίζῃ,
    ἀφ’οὗ ὁ Σέβαν πέθανε πρὶν γεννηθῇ ἀκόμη;

  99. ΓΙΩΤΗΣ said

    Καλημέρα.
    Να προσθέσω κι εγώ μερικά ραμόνια στην παρέα.
    Φίλος λοιπόν, ρωτούσε μέχρι την Ακαδημία τι διάολο είναι τέλος πάντων αυτά τα φουσά που τα περάσαν.
    Άλλος φίλος άκουγε στο τραγούδι του Μπελλογιάννη ότι ηχούν απ΄τη φωνή του ταύρου η μάννα
    Η αφεντιά μου για κάμποσο καιρό απορούσα πώς σ’ ένα ποίημα σαν το Μεγαλυνάρι του Βρεττάκου ταιριάζουν τα κριάρια, διότι άκουγα «τ’ όνομά σου μουρμούρισμα κριαριών μεταξύ τους»
    Τέλος μια μέρα που διάβαζα το διαφημιστικό από ένα σούπερ μάρκετ, ανακοίνωσα στην αδερφή μου ότι μαζί με μια σφουγγαρίστρα δίνουν κι έναν κουβά δώρο κι αυτή με ρώτησε τι είναι ο κουβαδόρος. Από τότε στο πατρικό μου ο κουβάς λέγεται αποκλειστικά κουβαδόρος.
    Ο αρθρογράφος της βιογραφίας του Ροβιόλι πάντως είναι πολύ έξυπνος.

  100. ΓΙΩΤΗΣ said

    Καλημέρα και πάλι
    Με συγχωρείτε για το τελείως (μα τελείως) άσχετο που θα γράψω αλλά το έχω χρόνια απορία και στο φόρουμ αυτό υπάρχει μόνο ελπίδα να τη λύσω. Θα μακρηγορήσω κάπως.
    Αφορμή για την απορία μου ήταν δύο γεγονότα. Σε κάθε κηδεία που πηγαίνω, ακούω ένα τροπάρι; που λέει στο τέλος, «Παραδείσου πάλι ποιών πολίτην με». Τι πολίτης με τόσα αφεντικά πάνω από το κεφάλι σου και χωρίς εκλογές των αρχόντων με κλήρωση είπα κι εγώ μέσα μου όταν το πρόσεξα πρώτη φορά. Πολίτης υπάρχει μόνο » εις την πόλιν». Ήμουν δε βέβαιος ότι η λέξη πολίτης προέρχεται από τη λέξη πόλις.
    Όμως, σε ένα εκπαιδευτικό συνέδριο που έγινε στα Γιάννενα το 2008 και ενώ ολοκλήρωσε την ομιλία του ο Χρήστος Γιανναράς, σηκώθηκε ο τότε Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και έκανε μια τοποθέτηση, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι η λέξη πολίτης προήλθε από τη λέξη οπλίτης με αντιμετάθεση των δύο πρώτων γραμμάτων. Κανένας δε φάνηκε να διαφωνεί με αυτή την άποψη, βέβαια η ουσία της τοποθέτησης δεν ήταν αυτή. Εγώ πάλι, είχα την άποψη (δια της επιφοιτήσεως) ότι ο οπλίτης προέρχεται από το όπλον δηλαδή την ασπίδα.
    Μπορείτε να μου λύσετε την απορία;
    Συγνώμη και πάλι για το άσχετο.

  101. Πέπε said

    @100: Το χωρίο δεν το γνωρίζω, αλλά τέτοιο γλωσσικό φαινόμενο δεν παίζει. Στάνταρ. Ο πολίτης βγαίνει αποκλειστικά από την πόλη (πόλιν). Τώρα αν σε διάφορες εποχές και διάφορα συμφραζόμενα άλλαζε έννοια, αυτό μάλιστα. Και σήμερα άλλο ο πολίτης ο Κωνσταντινουπολίτης κι άλλο ο πολίτης μιας χώρας. Μπορεί κι εκεί να σημαίνει κάτι ειδικό…

  102. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

    Σοφία πολυ καλά έκανες και μας θυμισες τα αριστουργήματα της νομανσλανδιανής ποίησης!

    99: Έξοχο αυτό με τον κουβαδόρο.

    100: Δυστυχώς δεν έχω ιδέα για το θέμα -κανείς που να εντρυφεί στα εκκλησιαστικά;
    Πάντως η λ. πολίτης είναι ομηρική ήδη.

  103. Γς said

    -Κι από δώ ο φίλος μου ο Κυριάκος.
    Κι όταν ξαναπέρασα απο εκεί:
    -Τι κάνει ο κύριος Γιάγκος;

  104. Earion said

    100
    Όπως τα ξέρετε είναι: πόλις > πολίτης και όπλον > οπλίτης. Το οπλίτης – πολίτης (με αντιμετάθεση!) είναι ευφυές λογοπαίγνιο, που ξεκίνησε όχι για να αποδείξει κάτι γλωσσικό, αλλά για να συνδέσει την ιδιότητα (προνόμιο) του πολίτη με την υψηλή υποχρέωση της συμμετοχής στην άμυνα της πόλης του κατά την αρχαιότητα, και δευτερογενώς και πλαγίως να υπονομεύσει το κύρος όσων σημερινών συμπολιτών μας δεν ψηφίζουν αβλεπεί τα κονδύλια του προϋπολογισμού για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Εγώ το έχω πρωτακούσει από τον Σαράντο Καργάκο περί τα μέσα της δεκαετίας του ’90, ακριβώς με αυτή την πρόθεση. Μπεντροβάτο, είναι η αλήθεια.

  105. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    Τα εκκλησιαστικά ραμόνια, είναι απέραντα.Ένα που άκουγα επί χρόνια στα παιδικάτα, ήταν του Αγίου Δημητρίου το τροπάρι που έλεγε ο αιωνόβιος ψάλτης (απέξω εννοείται-αφού λειτουργούσαν στην ομώνυμη εκκλησία και το ΄λεγε πάσα Κυριακή και πάσα σχόλη):» Μέγαν έβραστον εν τοις κινδύνοις».
    Στο παιδικό μου μυαλό, ο Άγιος εμαρτύρησε δια του βρασμού. Έχω δε την εντύπωση ότι κι αλλού αργότερα το ξανάκουσα το έβραστον, ή μου το είπαν
    Ενώ:
    «Μέγαν εὕρατο ἐv τοῖς κιvδύvοις…»

    Σ.Σ. Εγραψα αρχικά για εκκλησιαστικά ροβιόλια και βλέπω τώρα ότι αντίστοιχα χθες έγραψα τον Τζανπατίστα , Ραμόνι 🙂 :).
    \Παρ ολίγο ραβιόλια δηλαδή, αλλά και τα ραμόνια, στη ραμόνα παραπέμπουν.
    Για μένα «ραμόνα» παραμένει η πλακουτσή κονσέρβα ψαριού (ποιος άλλος τη θυμάται;) και όχι το άσμα «Ραμόνα» που το άκουσα αργότερα κι αιφνιδιάστηκα μέχρι να καταλάβω ότι ήταν γυναικείο όνομα!

  106. glochard said

    Γεια σας κι από μένα 🙂 Να συνεισφέρω ένα δυο ραμονάκια στην συλλογή από τον πασίγνωστο Μπαλαμό του Τσακνή όπου το «Ναις μπαλαμό» μέσα στην αδυναμία κατανόησης αποδόθηκε χιουμοριστικά «Πονάει η σπάλα μου» και από το ίδιο τραγούδι τα «πιτε» λόγω συναφούς επαγγελματικής απασχόλησης των τσιγγάνων κατέληξαν στο βολικό »τάπητες»

    »κουνάνε σώματα κι οι τάπητές τους,
    μέσα σε κλείνουνε στις αγκαλιές τους.»

  107. sarant said

    106: Πολύ λογικό να ραμονίζει κανείς μια γλώσσα που δεν την ξέρει!

    105: Στο προηγούμενο άρθρο περί Ροβιόλη είχε θυμηθεί ο Δ. Φύσσας (σχ. 105) το «μεγανεύρατο» από τον Αγάθο του Ν. Βασιλειάδη (παρέμπ, έναν βιβλίο που το συστήνω σε όλους)

  108. ΕΦΗ ΕΦΗ said

    107.β Δε σας προλαβαίνω είπαμε. Μαθαίνω, ανταλάσσω, πλουταίνω. Λαμπρά.
    Διαβάζοντας τον Δ.Φύσσα, θυμήθηκα τη γιαγιά μας, να λέει στο σχολιαρόπαιδο αδελφό μου που τσαμπούναγε κάτι φορές στο σπίτι ύμνους και τροπάρια, περισσότερο για να δοκιμάζει, εν ασφαλεία, την εφηβική του φωνή: Για πε το ντινάμεο ,που το λες μια ‘εμορφα.
    Εννοούσε το «Κύριε των Δυνάμεων».
    Μα όλες οι γιαγιάδες στις παρακλήσεις της Μ. Σαρακοστής (τότε νομίζω ήταν) πηγαίνανε » ν ακούσουνε το ντινάμεο». Καθιερωμένος όρος όπως τα πατερημά, ο Απόστολος, το περαγία θεοτόκε, το μιστιτίμου κύριε κ.ά.

  109. Γς said

    Υπάρχουν και τα ξενόγλωσσα ραμόνια.
    Π.χ,
    Πως μπορεί κανείς να μην πεινάσει στην έρημο;
    Μα, τρώγοντας την άμμο που έχει εκεί.
    he can eat the sand which is [sandwiches] there.

    Και τα διάφορα γαλλικά
    Όπως: Λα σαντέ νε πα σαντέ με λα μαλαντί ε σαντέ, εσετεγά

  110. Μαρία said

    100
    καὶ τὴν ποθεινὴν πατρίδα παράσχου μοι, Παραδείσου πάλιν ποιῶν πολίτην με

    Υπάρχει και η ουράνια πόλη.
    Ενδεικτικά
    πβλ. Προς Εβρ. 11, 14-16, οἱ γὰρ τοιαῦτα λέγοντες ἐμφανίζουσιν ὅτι πατρίδα ἐπιζητοῦσι…..ἡτοίμασε γὰρ αὐτοῖς πόλιν.

  111. 27,
    Πριν μάθω εδώ τι σημαίνει νταγιάντα, νόμιζα πως στον στίχο

    Παναγιώτα μου νταγιάντα, κι έχει ο Θεός

    ο αοιδός αποκαλούσε νταγιάντα την αγαπημένη του, που φανταζόμουν ότι σήμαινε νταρντάνα ή κάτι τέτοιο.

    13,
    Φτου, δεν έλεγε «μπόρα ας ήταν»;
    Εχω να ακούσω αυτό το τραγούδι από τότε που νόμιζα πως πράγματι έτσι έλεγε!

  112. Γιώργος said

    Έχω μια φίλη που άκουγε το «το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί» ως «το γιατί το φθινοπώρι το μισεί»

  113. ΓΙΩΤΗΣ said

    Αγαπητοί Πέπε (101) και Earion (104) ευχαριστώ πολύ για το λύσιμο της απορίας μου. Επομένως, δεν υφίσταται προέλευση της λέξης πολίτης με αντιμετάθεση των δύο πρώτων γραμμάτων από τη λέξη οπλίτης. Σας ευχαριστώ και πάλι.

  114. ανωνυμος said

    Σε παλιό τραγούδι της Μαριάννας Τόλη «Είσαι εσύ» (διασκευή του ισπανικού «Eres tu»), υπάρχει η φράση «δέντρο με φύλλα». Αν όμως την ακούσει κανείς ως «δεν τρώμε φύλλα», δεν έχει κάνει λάθος. Στον προφορικό λόγο, κανείς το εκλαμβάνει όπως θέλει (παρ’ ότι η δεύτερη βερσιόν δεν είναι και τόσο ποιητική).

  115. Β. said

    Τόσα ραμόνια και κανείς δεν έχει αναφέρει το «Ζει ο Νονός» (aka Ζήνωνος) του Ζούδιαρη που τραγούδησε ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. Μάλιστα κάποιος είχε ρωτήσει σε μια συνέντευξη τον τελευταίο σε ποιο νονό αναφέρεται…

    Εγώ πάλι ήμουν επί χρόνια βέβαιος ότι στο «Χάθηκα» του Θεοδωράκη, ο αφηγητής μπήκε σε ένα καπηλειό – όταν είδα γραμμένο ότι «είχα εσένα Κατινιώ» μου φάνηκε και πολύ αταίριαστο κιόλας.

  116. sarant said

    115: Κι εμένα με είχε προβληματίσει το Κατινιώ.

  117. Πάρε κόσμε said

    Εμένα φίλε που λες ένα φιλαράκι πιτσιρικάς όταν ήτανε,επειδή άκουγε πολύ την Λιλιπούπολη με τα μυστήρια ονόματα,όταν άκουγε το «Σώπα όπου ναναι θα σημάνουν οι καμπάνες» νόμιζε οτι το Παπουνάνε είναι πολιτεία.Οπότε «Στο Παπουνάνε θα σημάνουν οι καμπάνες»

  118. sarant said

    Το Παπουνάνε είναι κλασικό -αλλά δεν είχα σκεφτεί ότι η Λιλιπούπολη μπορεί να ‘φταίει’ για το παράκουσμα. Λογικό!

  119. Μιχαλιός said

    Τώρα που είδα τα πεντοχίλιαρα το θυμήθηκα πως η Γλυκερία για μένα δεν έλεγε:

    «γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια
    να παίρνω με τη σέσουλα να γράφω ραβασάκια»

    αλλά

    «να παίρνω με τη σέσουλα να ράβω στα μπατζάκια»

    (Αλήθεια λέω!)

  120. sarant said

    Καλό, όπως κάναν παλιά οι πρόσφυγες 🙂

  121. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    ΡΑΜΟΝΙΑ

    Ψάχνοντας τὰ «καλούδια» τοῦ ἱστολογίου, μὲ τὴ βοήθεια κάποιων «παλιοσειρῶν» ποὺ μὲ κατηύθυναν σωστὰ, ἔπεσα πάνω στὰ «ραμόνια» (καὶ στὶς τρεῑς τους «ἐκδόσεις»).

    Ἔρχομαι λοιπὸν σήμερα νὰ καταθέσω κι ἐγὼ τὸν «ὀβολὸ» μου στὴν τελευταία τους ἔκδοση

    Τὰ πρῶτα μου ραμόνια ἦταν τὸ ἀντραόρι καὶ ἡ σαραντατσάνισα.

    Τὸ ἀντραόρι ἀπὸ τὸ τραγοῦδι «Χειλάκι πετροκέρασο» καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὴ στροφὴ:

    Τ’ ἀγόρι μου, τ’ ἀγόρι μου, τ’ ἀγόρι μου
    γλυκὸ καὶ τραγανὸ σὰν καραμέλλα
    καὶ πόζα ὅταν παίρνει ἄντρα ὥριμου
    τ’ ἀγόρι μου εἶναι μούρλια, εἶναι τρέλλα.

    Στὸ παιδικὸ μυαλὸ μου τὸ «ἀντραόρι μου» ὅπως τ’ ἄκουγα μοῦ ‘μοιαζε σὰν ὑποκοριστικὸ τοῦ ἄντρα.
    Ἡ σαραντατσάνισα ἦταν ἀπὸ τὸ τραγοῦδι «Τρία παιδιὰ βολιώτικα»
    τὰ ὁποῖα, ὡς γνωστὸν,

    «μᾶς κλέψαν τὴν Ἀννούλα, Σαρακατσάνισα».

    Δὲ θυμᾶμαι τὶ συσχέτιση εἶχα κάνει γι’ αὐτὸ. Ἄν τὸ εἶχα συσχετίσει μὲ τὰ ἑπτάνησα/δωδεκάνησα πρέπει νὰ τὸ γράψω «σαραντατσάνησα».
    Ἐκτὸς κι ἄν τ’ ἄκουγα «σαράντα τσ’ ἄνοιξα».

    Ἐδῶ θὰ κάνω μιὰ παρένθεση γιὰ τὴ ντοπιολαλιὰ τῆς Κύθνου.
    Ἡ Κύθνος ἔχει δυὸ κύριους οἰκισμοὺς: Τὴν Κύθνο ἤ Χώρα καὶ τὴ Δρυοπίδα ἤ Χωριὸ. Παρὰ τὴ μικρὴ μεταξὺ τους ἀπόσταση (5 χιλιόμετρα) μέχρι πρὶν λίγες δεκαετίες δὲν ὑπῆρχαν πολλὲς ἐπαφές μεταξὺ τους, ἐξ αἰτίας μιᾶς ἔντονης ἀντιπαλότητας, ποὺ εἶναι χαρακτηριστικὸ πολλῶν γειτονικῶν περιοχῶν (Ἄργος-Ναύπλιο, Βόλος-Λάρισα, Χανιὰ-Ἡράκλειο κλπ).
    Αὐτὸς ἴσως εἶναι ὁ λόγος ποὺ παρατηροῦνται διαφορὲς στὴ ντοπιολαλιὰ. Χαρακτηριστικὲς εἶναι οὶ διαφορὲς στὸν «τσιτακισμὸ».
    Στὴ Χώρα (Κύθνο) εἶναι πιὸ ἔντονος, δηλ. τὸ «κ» τὸ λένε καθαρὰ «τσ», ἐνῶ στὸ Χωριὸ (Δρυοπίδα) ἀκούγεται κάτι μεταξὺ «κ» καὶ «τσ». Πάντως τὸ «τῆς» τὸ λένε «τσῆ» καὶ στὰ δυὸ χωριὰ (π.χ. νὰ τῆς πῶ : νὰ τσῆ πῶ).

    Ἄρα τὸ «σαράντα τσ’ ἄνοιξα» στὴ ντοπιολαλιὰ τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας μου, τῆς Δρυοπίδας σήμαινε «σαράντα, τῆς ἄνοιξα». Κάτι σά νὰ «τὰ φύλαγε» στὸ κρυφτὸ δηλαδὴ, ποὺ μετράγαμε μέχρι ν’ ἀνοίξουμε τὰ μάτια.

    Ἄλλα δυὸ παιδικὰ ραμόνια, ἀπὸ τὸ Χριστουγεννιάτικο τραγοῦδι «Στὴ γωνιὰ μας κόκκινο» ἦταν κοινὰ γιὰ τὰ περισσότερα παιδιὰ τῆς τάξης μου, ἐπειδὴ τὸ τραγοῦδι τὸ μάθαμε προφορικὰ ἀπὸ τὴν πρώτη δημοτικοῦ ἀκούγοντάς το ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ.

    Ἔτσι ἐκεῖ ποὺ ἔλεγε: «ἔλα ἐσὺ ποὺ άρχάγγελοι σ’ ἀνυμνοῦν ἀπόψε»

    ἐμεῖς λέγαμε: «ἔλα ἐσὺ μπαρμπAγγελὴ …»

    Τὸ μυαλὸ μου πήγαινε στὸ μπαρμπAγγελὴ ποὺ εἶχε τὸν καφενὲ στὴν ἀγορὰ, μὲ τὰ τσίγκινα στρογγυλὰ τραπεζάκια, ποὺ πάνω τους γράφανε οἱ πρεφαδόροι τὰ καπίκια μὲ κιμωλία.

    κι ἐκεῖ ποὺ ἔλεγε: «πάρε ἀπὸ τὴν πίττα μας ποὺ εὐωδιᾶ καὶ κόψε»

    ἐμεῖς λέγαμε: «πάρε ἀπὸ τὴν πίττα μας ποὺ ‘ν’ βουδιὰ καὶ κόψε»

    Τὸ τελευταῖο ἦταν ἀρκετὰ «ἀσεβὲς» ἐπειδὴ βουδιὲς στὴ ντοπιολαλιὰ λένε τὰ περιττώματα τῶν βοοειδῶν. Τὸ λέγαμε βέβαια «ἐν ἐπιγνώσει», δασκαλεμένοι ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ, μὲ τὴ χαρὰ τοῦ ἀπαγορευμένου καὶ τῆς βωμολοχίας ποὺ ὐπάρχει στὰ περισσότερα παιδιὰ.

    Ἀντίστοιχο μὲ τὰ δικὰ μου «σχολικὰ» ραμόνια εἶναι τὸ «Τεμπελένι» ποὺ ἄκουσα στὸ σχολεῖο τῆς κόρης μου ὅταν πήγαινε στὸ δημοτικὸ. Στὴ γιορτὴ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου ἡ δασκάλα τῆς μουσικῆς τοὺς εἶχε μάθει τὸ «Σταμούλη τὸ λοχία» κι ὅλα μαζὶ τραγουδοῦσαν:

    «κάποτε στὸ Τεμπελένι εἰκοσάχρονα παιδιὰ…» Ὁποία άγαλλίασις!

    Καὶ ἀφοῦ πιάσαμε τὰ οἰκογενειακὰ νὰ κι ἕνα ραμόνι τῆς συζύγου.

    Τὸ τραγοῦδι ( ἕνα ἀπὸ τὰ «ἰνδικὰ» τῆς δεκαετίας τοῦ ’60) ἔλεγε :

    «Δἐν μὲ φοβίζουν τ’ ἄσπρα μαλλιὰ σου
    καὶ μιὰ ρυτίδα ποὺ ‘χεις βαθειὰ»

    καὶ τὰ παιδικὰ αὐτιὰ της ἄκουγαν:

    «Δἐν μὲ φοβίζουν τ’ ἄσπρα μαλλιὰ σου
    καὶ μιὰ ρυτίδα ποὺ ‘χεις στ’ αὐτιὰ»

    Ἄλλο δικὸ μου ραμόνι, «ἐν ἐπιγνώσει» αὐτὴ τὴ φορὰ, εἶναι ἡ «ζυμαγιέρα».

    Προέρχεται ἀπὸ τὸ τραγούδι τοῦ Μάνου Χατζηδάκι «Τρεῖς ἀπαντήσεις»

    Μιὰ χαμπανέρα στῆς Κούβας τὸ νησὶ

    μοιάζει μ’ ἀγέρα καὶ μὲ παλιὸ κρασὶ

    ποὺ γίνεται:

    Μιὰ χαμπανέρα στῆς Κούβας τὸ νησὶ

    μιὰ ζυμαγιέρα καὶ μὲ παλιὸ κρασὶ

    Πηγὴ ἔμπνευσης ἡ ἀτάκα τοῦ Χατζηχρήστου, ἀπὸ τὸν Ἡλία τοῦ 16ου:

    Ἡ κυρία ἀπὸ δῶ ἰσχυρίζεται ὅτι τῆς ἔκλεψαν τὴ φρουτιέρα/τὴ μπαγιαντέρα/ τὴ τζιμινιέρα/ τὴ ζαρντινιέρα

    Μιὰ ζυμαγέρα θὰ ταίριαζε «γάντι» στὴ συλλογὴ.

    Ἕνα ραμόνι θρησκευτικοῦ περιεχομένου ἀφορᾶ στὴν «ἐπαγγελματικὴ ἀποκατάσταση» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος:

    «καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον….τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐμπορευόμενον» ἔλεγαν κάποια παιδιὰ ὅταν τοὺς ἔβαζε ὁ δάσκαλος νὰ ποῦν τὸ Πιστεύω κατὰ τὸν σχολικὸ «ἐκκλησιασμὸ».

    «Ἐμπορευάμενος καὶ χηρευάμενος» ποὺ θὰ ‘λεγε κι ὁ Μαυρογιαλοῦρος.

    Κλείνω μὲ τὸ πολὺ γνωστὸ θρησκευτικὸ ραμὸνι:

    «Σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία» ποὺ ἄλλαξε τὴν ἔννοια τῆς λέξης βρῶμα.

    Ἀλήθεια, ἔχεις γράψει κάτι σχετικὰ μ’αὺτὸ;

  122. sarant said

    121 Τι ωραίο σχόλιο, μου έφτιαξε τη διάθεση!

    Όχι, δεν έχω γράψει, πρέπει όμως.

  123. Πέπε said

    @121:
    Συγγνώμη για το οφτόπικ, αλλά μιας και βρήκα άνθρωπο να ρωτήσω, ρωτώ:
    Δημήτρη, γράφεις: Ἡ Κύθνος ἔχει δυὸ κύριους οἰκισμοὺς: Τὴν Κύθνο ἤ Χώρα καὶ τὴ Δρυοπίδα ἤ Χωριὸ. H ονομασία «Σύλλακας» για τη Δρυοπίδα δεν υφίσταται;

  124. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    121.Έτρεξαν δάκρυα από το γέλιο.
    η βουδιά, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐμπορευόμενον, η ζυμαγέρα,ρυτίδα στ΄αυτιά (ρυτίνη σκέφτηκα)…ξεράθηκα. Να είστε καλά.
    Ήρθε η ώρα να πω στο Νικοκύρη ότι οι τρεις λύκοι αδέσποτοι ,όποτε κι αν ακούσω το αγαπημένο τραγούδι ,(τρελή κι αδέσποτη) τρέχουν μπροστά και με κόβουν τα γέλια πριν ειπωθεί καν ο στίχος. Καταστράφηκε δια παντός το φέρον πάθος του άσματος για μένα. Είμαι …γελαδερή γαμώτο.
    Και τώρα να πω ότι η Τζαμάικα,με τόσα ραμόνια που κουβεντιάσαμε εδώ,ακόμη δεν ξέρω αν λέει
    «κι ύστερα το βραδάκι,μεθυσμενάκι στα καπηλειά» ή «μεθείς με ρακή στα καπηλειά» ή μέθης μεράκι-μάλλον- αλλά δεν τόχω ΠΟΤΕ τραγουδήσει έτσι 🙂

  125. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Ξύπνησαν κι ας τα γράψω εδώ τα ραμόνια μου στο «Απόστημα»,(που ανάρτησα, σε νέα εκτέλεση με το Σωκράτη Μάλαμα,απ΄τον ενθουσιασμό μου, στο σημερινό νήμα για τον «Παναμά με παναμά». Έβαζα τότε το δίσκο ξανά και ξανά στο πικάπ και η Φαραντούρη έλεγε -αιφνιδιαστικός έτσι κι αλλιώς ο στίχος- στ΄αυτιά μου:
    Γίνεται η αγάπη σου
    επέμβαση χειρουργική
    ανάγκη απόλυτη
    διαδήλωση αρνητική (διαδήλωση ορμητική)
    όρκοι ξυπόλυτοι.(οργή ξυπόλυτη)
    Γίνεται η αγάπη σου ανατροπή.

  126. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    122, 124. Εὐχαριστῶ γιὰ τὰ καλὰ σας λόγια.
    123. Σωστὰ τὸ λές, ὑπάρχει καὶ ἡ ὀνομασία «Σύλλακας», ἀλλὰ εἶναι πιὸ παλιὰ (ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς τουρκοκρατίας ἤ τῆς ἐνετοκρατίας) καὶ ἀποδίδει τὴν τοπογραφία τῆς Δρυοπίδας: Χτίστηκε σ’ ἕνα «λάκκωμα» γιὰ τὸ φόβο τῶν πειρατῶν. Τὸ ὄνομα Δρυοπίδα τὸ πῆρε μετὰ τὴν ἵδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους. Σήμερα πάντως ἡ ὀνομασία Σύλλακας δὲν χρησιμοποιείται. Γιὰ «ἐσωτερικὴ» χρήση οἱ ντόπιοι τὴ λένε «Χωριὸ» · «Δρυοπίδα» δὲ ὅταν μιλοῦν μὲ ἐπισκέπτες τοῦ νησιοῦ.
    Ἀντίστοιχα χρησιμοποιοῦνται οἱ ὀνομασίες «Χώρα» ἤ «Κύθνος» γιὰ τὴν πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ. Ἡ παλιὰ της ὀνομασία ἦταν «Μεσσαριὰ», τοπωνύμιο ἀρκετὰ διαδεδομένο στὴ νησιωτικὴ χώρα (Θήρα, Κὼς, Μεσσαρὰ Κρήτης). Πιθανῶς προέρχεται ἀπὸ τὸ ἰταλικὸ masseria (ἀγρόκτημα), ἐνῶ ἡ ἐναλλακτική ἐτυμολογία, «ἐν μέσῳ τῶν ὀρέων» => «μεσαορία» => «μεσαριά», μᾶλλον ἀποτελεῖ πορτοκαλισμό.
    Τέλος ἡ μεσαιωνικὴ ὀνομασία τοῦ νησιοῦ ἦταν «Θερμιὰ» λόγῳ τῶν θερμῶν ἰαματικῶν πηγῶν ποὺ ὑπάρχουν στὰ «Λουτρὰ» ποὺ ἦταν ἡ πρώτη ὀργανωμένη λουτρόπολη ποὺ δημιουργήθηκε μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση (ἐπὶ Ὄθωνα) σὲ σχέδια τοῦ Δανοῦ ἀρχιτέκτονα Hans Christian Hansen (https://en.wikipedia.org/wiki/Christian_Hansen_%28architect%29). Ἡ ὀνομασίες «Θερμιὰ» καὶ «Θερμιώτης» χρησιμοποιοῦνται περισσότερο στὶς μεταξὺ μας συζητήσεις.

  127. sarant said

    Είχα έναν φίλο από την Κύθνο κι έτσι μου είναι οικείο το «Θερμιά», αλλά δυστυχώς δεν έχω πάει ποτέ

  128. Πέπε said

    126:
    Ευχαριστώ πολύ Δημήτρη.

    Όποτε κάποιο μέρος έχει δύο ονόματα, ένα επίσημο κι ένα προφορικό, προτιμώ πάντοτε το προφορικό, στο μέτρο που δε γίνομαι άσκοπα γραφικός. (Αν έτσι το έλεγαν οι ντόπιοι και οι πατέρες τους και οι παππούδες τους κ.ο.κ., δεν μπορώ να συνταχθώ με κάποιον που τους ανακοίνωσε μια μέρα «εφεξής θα το λέτε αλλιώς», ανεξάρτητα αν το νέο τοπωνύμιο υπήρχε και στην αρχαιότητα ή είναι εντελώς καινούργιο.)

    Έχω ακούσει τους νησιώτες (όχι μόνο τους ντόπιους αλλά και από τα γύρω νησιά) να λένε με κάθε φυσικότητα «Θερμιά». Εμένα δε μου πάει να το πω, μου φαίνεται λίγο σαν φολκλορισμός, κι έτσι λέω «Κύθνος». Αντίθετα το «Θερμιώτης, θερμιώτικος» το έχω αφομοιώσει πλήρως, γιατί πώς αλλιώς να το πω; Το μόνο άλλο σωστό είναι το αρχαίο Κύθνιος, αλλά …είναι αρχαίο. Κυθνιός / Κυθνιώτης είναι εντελώς φτιαχτά, σύνθεση αρχαίου/λόγιου τοπωνυμίου με λαϊκές καταλήξεις.

    Για τα χωριά, ήξερα ότι υπάρχει η Δρυοπίδα και ότι, προφανέστατα, το όνομα αυτό είναι νεκραναστημένο (σαν την Ιουλίδα της Τζιας). Υπέθετα ότι το ζωντανό όνομα θα είναι Σύλλακας, και τώρα μαθαίνω ότι όχι.

    Όσο για το διαδεδομένο τοπωνύμιο «Μεσαρ(ι)ά», ποτέ μου δεν κατάλαβα τι ακριβώς σημαίνει, αλλά φανταζόμουν ότι έχει σχέση με τη μέση, κάτι που είναι στη μέση από κάτι άλλο – κοιλάδα, κάμπος… Βλέπω ότι το γράφεις με δύο σίγμα. Δεν έχω παρατηρήσει πώς το γράφουν αλλού. Δεν ήξερα ούτε την προτεινόμενη ετυμολογία από τα ιταλικά, ούτε ότι λεγόταν έτσι η Χώρα της Κύθνου.

  129. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    127. Δὲν εἶναι μακριὰ (ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ἔτσι;). Μόνο μία ὥρα καὶ σαράντα λεπτὰ ἀπὸ τὸ Λαύριο. Τὸ νησὶ ἔχει πολλὲς καὶ καλὲς παραλίες καὶ ἄλλα ἐνδιαφέροντα πράγματα, ἀρκεῖ νὰ σοῦ τὰ πεῖ κάποιος. Πρὸς τὸ παρὸν μπορῶ νὰ σοῦ στεὶλω τὸ χάρτη τῶν παραλίων τοῦ νησιοῦ (μὲ συνοδευτικὰ κείμενα) ποὺ ἐκδώσαμε μὲ τὴ μορφὴ ἡμερολογίου ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Συνδέσμου Δρυοπιδέων. Ἑὰν σ’ ἐνδιαφέρει πὲς μου σὲ ποιὸ email νὰ τὸ στείλω. Ἐπειδὴ εἶναι ἀρκετὰ βαρὺ (132ΜΒ) θὰ τὸ στείλω κομματιαστὰ.

    128.Νά’σαι καλὰ. Ὅπως κατάλαβα τὸ ξέρεις τὸ νησὶ. Πάντως ἄν δὲν ἔχεις τὸν προαναφερὸμενο χάρτη (ἡμερολόγιο Συνδέσμου Δρυοπιδέων τοῦ 2007) μπορῶ νὰ σοῦ τὸν ἠλεταχυδρομήσω, ποὺ λέει καὶ ὁ Νικοκύρης, ἀρκεῖ νὰ μοῦ πεῖς ποῦ. Ἄν σκέπτεσαι νὰ ἐπισκευτεῖς τὸ νησὶ τὸ καλοκαίρι πολὺ θὰ χαρῶ νὰ γνωριστοῦμε καὶ νὰ πιοῦμε ἕναν καφὲ στὸ σπίτι μου, στὸ Μέριχα. Σκοπεύω νὰ περάσω, ἐκτὸς ἀπροόπτου, μεγάλο μέρος τοῦ καλοκαιριοῦ στὸ νησὶ · συνταξιοῦχος γὰρ.

  130. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    128. Τὸ Μεσσαριὰ τὸ γράφω μὲ δύο σίγμα λόγῳ τῆς ἐτυμολογίας ἀπὸ τὸ masseria. Τὴν ἐτυμολογία αὐτὴν προτείνει ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἔγκυρους μελετητὲς τοῦ νησιοῦ ὁ Ἀντώνιος Βάλληνδας στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα.

  131. sarant said

    128 A, πολύ ωραία. Ίσως για τόσο βαρύ αρχείο να προσφέρεται καλύτερα το Wetransfer. To μέιλ μου είναι sarantπαπάκιpt.lu

  132. Μαρία said

    130
    Αγρόκτημα που το νέμεται ένας mezzadro, μεσιακάρης, οπότε ξαναγυρνάμε στη μέση απο άλλο δρόμο 🙂

  133. Πέπε said

    @129
    Ευχαριστώ πολύ! Ναι, θα τον ήθελα τον χάρτη. Θα επικοινωνήσουμε μέσω του Νικοκοίρη.

    > > Ὅπως κατάλαβα τὸ ξέρεις τὸ νησὶ.

    Όχι ακριβώς. Αλλά ούτε και ότι μου είναι εντελώς άγνωστο.

    Επί πάνω από δέκα χρόνια έκανα μια έρευνα (που ούτε και τώρα την θεωρώ τελειωμένη) για τις τσαμπούνες του Αιγαίου. Από εκεί γνώρισα πολλά νησιά. Στην Κύθνο οι μόνες επισκέψεις που έχω κάνει είναι με την αφορμή μουσικών συναντήσεων: πολλοί μουσικοί, πολλή μουσική, λίγο μυαλό για τα υπόλοιπα που έχει κανείς να γνωρίσει στο νησί. (Σε τέτοιες περιπτώσεις καμιά φορά δε θυμάμαι -όσο κι αν αυτό με κάνει να ντρέπομαι- σε ποιο χωριό του κάθε νησιού είμαι απόψε!). Ωστόσο ένα συγκεκριμένο, ντόπιο και παλαιό πολιτισμικό στοιχείο, όπως στην περίπτωσή μου η τσαμπούνα, μπορεί να αποτελέσει μια χαραμάδα από την οποία βλέπεις πολλά.

  134. mandragore said

    Δε ξέρω αν έχει αναφερθεί ξανά αλλά γνωστό ραμόνι είναι και το νέο είδος πτηνού Πισεσί από το τραγούδι «Ντισκοτεκ» σε διασκευή των Ημισκούμπρια στο οποίο αναφέρεται:

    Είναι που λείπεις εσύ, το χαμόγελό σου
    λείπει η ζωή μου η μισή κι ότι είν’ δικό σου

    και ο πρώτος στίχος ακούγεται συχνά ως:

    Είναι πουλί πισεσί, το χαμόγελό σου

  135. επισχεφτης said

    Συγνώμη, αλλά η ονομασία «ραμόνι» είναι αυθαίρετη! Στην πραγματικότητα ο επίσημος όρος είναι «γιανίκι». Το γιανίκι ειναι κάτι που δεν έχουν οι Κατσιμιχαίοι γιατί τους το πήρε η περσινή τους η κοπέλα, όταν ήταν συγκάτοικοι όλοι στην τρέλα…

  136. sarant said

    135 Καλημέρα! Δίκιο έχεις κι εσύ, αλλά το ραμόνι το έχουν πει δύο, σε διαφορετικά τραγούδια, οπότε προηγείται -αλλά ας κρατήσουμε και το γιανίκι!

  137. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    121. Δημήτρης Μαρτῖνος said:

    «….Κλείνω μὲ τὸ πολὺ γνωστὸ θρησκευτικὸ ραμὸνι:

    «Σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία» ποὺ ἄλλαξε τὴν ἔννοια τῆς λέξης βρῶμα.

    Ἀλήθεια, ἔχεις γράψει κάτι σχετικὰ μ’αὺτὸ;»

    122. sarant said:

    «….Όχι, δεν έχω γράψει, πρέπει όμως.»

    Ἐπειδὴ δὲν μοῦ πήγαινε στὸ μάτι ἡ «βρόμα», τό ‘ψαξα λίγο καὶ οἱ ἐξηγήσεις ποὺ βρῆκα μοῦ φάνηκαν ἀνεπαρκεῖς.

    Στὸ
    http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=22773.0
    βρῆκα τὸ παρακάτω ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Μπαμπινιώτη:

    «βρόμα ή βρώμα, βρομώ ή βρωμώ; Το ουσ. βρόμα είναι παράγωγο του ρ. βρομώ, το οποίο παράγεται από το βρόμος (ο) και αυτό από το αρχ. ρ. βρέμω. Και τα τρία (βρέμω-βρόμος-βρομώ) δήλωναν κρότο, θόρυβο και είναι ομόρριζα του βροντή-βροντώ. Όπως φαίνεται από την ετυμολογική προέλευση των λέξεω, η σωστή τους γραφή είναι με -ο- (βρόμα, βρομώ). Το -ω- εμφανίστηκε πρώτα στο ουσ. βρώμα από παρετυμολογική σύγχυση της λ. βρόμα με το ουσ. βρώμα «φάγωμα, η βρώση» (<βιβρώσκω) εξαιτίας της εκκλησιαστικής φράσης "σκωλήκων βρώμα και δυσωδία" (νεκρώσιμη ακολουθία). Από το βρώμα (η) γράφτηκε και βρωμώ. Άρα η ορθή γραφή είναι η βρόμα και ρ. βρομώ, που καμία σχέση δεν έχουν με τη λ. το (το) βρώμα (<βιβρώσκω)."

    Ὅπως λέει καὶ ὁ ἴδιος: " Και τα τρία (βρέμω-βρόμος-βρομώ) δήλωναν κρότο, θόρυβο και είναι ομόρριζα του βροντή-βροντώ." Δηλ.ἐννοιολογικὰ καμία σχέση μὲ τὴ δυσωδία. Ἑνῶ τὸ βρῶμα, ἔστω κι ἀπὸ παρανόηση τοῦ σχετικοῦ θρησκευτικοῦ χωρίου, συνδέεται κάπως μὲ τὴ βρώμα.
    Ἐπίσης νὰ μὴν ξεχνᾶμε (χημικοὶ γάρ) τὸ Βρώμιο.
    Ἡ wikipedia γράφει σχετικά:
    "Bromine (from Ancient Greek: βρῶμος, brómos, meaning "stench")"
    (https://en.wikipedia.org/wiki/Bromine)

    παραπέμποντας στὸν Turner:

    "Turner, Edward (1828). Elements of chemistry: including the recent discoveries and doctrines of the science. p. 467. "The name first applied to it by its discoverer is muride; but it has since been changed to brome..from the Greek βρῶμος signifying a strong or rank odour. This appellation may in the English language be properly converted into that of Bromine."

    Ἴσως θ' ἄξιζε μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία ν' ἀσχοληθεῖς.

  138. sarant said

    137 Πράγματι θα άξιζε.. Αλλά την εξήγηση τη βρίσκω πειστική -δες και το ψοφώ που το συζητήσαμε τις προάλλες.

  139. spatholouro said

    Βρώμα/βρόμα

    Εγώ εξίσου νόμιμη, ή και νομιμότερη, βρίσκω τη γραφή «βρώμα» και «βρωμώ», από το «βρώμος» (και σπανιότερα «βρόμος»)=δυσωδία, τραγίλα.

    Ο Ζηκίδης μάλιστα στο Λεξικό του λέει ότι το θηλυκό «βρώμα» αφομοιώθηκε προς το συνώνυμο «δυσωδία» (με παραπομπή στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, Περί εξόδου ψυχής και περί της δευτέρας παρουσίας: «Οι δίκαιοι άλας θείον, οι αμαρτωλοί βρώμος και δυσωδία»).
    Ο Παπαναστασίου («Νεοελληνική ορθογραφία», ΙΝΣ 2008: σελ. 185) αναφέρει ότι «απλούστερες αρχαίες ή ελληνιστικές γραφές υιοθετούνται και σε περιπτώσεις που εναλλάσσονται με άλλες» και μεταξύ των παραδειγμάτων φέρει και το «νεοελλ. βρομώ (ελνστ. βρωμώ=μυρίζω άσχημα, από το αρχ. ουσ. βρώμος=ενοχλητική μυρωδιά, δυσωδία, το οποίο μαρτυρείται όμως και με τη γραφή βρόμος)», παραπέμποντας στη λέξη «βρώμος» σε LSJ και Chantraine.

    Βλ. κι εδώ:
    https://books.google.gr/books?id=NaxJAAAAcAAJ&pg=PA72&dq=%22%CE%B2%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%BF%CF%82%22&hl=el&sa=X&redir_esc=y#v=onepage&q=%22%CE%B2%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%BF%CF%82%22&f=false

    https://books.google.gr/books?id=KqNAAQAAIAAJ&q=%22%CE%B2%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%BF%CF%82%22&dq=%22%CE%B2%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%BF%CF%82%22&hl=el&sa=X&redir_esc=y

    Για να συνοψίσω την προσωπική μου πρόσληψη, τα περί βρομο-κρότου δεν με αγγίζουν και πολύ…

  140. spatholouro said

    Α, και εδώ μονογραφία του Ζηκίδη επί του θέματος:

    http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/c/8/8/metadata-72d439fcf5a94d3f47321d4da52d0511_1240394943.tkl?dtab=m&search_type=simple&search_help=&display_mode=overview&wf_step=init&show_hidden=0&number=10&keep_number=&cclterm1=&cclterm2=&cclterm3=&cclterm4=&cclterm5=&cclterm6=&cclterm7=&cclterm8=&cclfield1=&cclfield2=&cclfield3=&cclfield4=&cclfield5=&cclfield6=&cclfield7=&cclfield8=&cclop1=&cclop2=&cclop3=&cclop4=&cclop5=&cclop6=&cclop7=&isp=&search_coll%5Bmetadata%5D=1&&stored_cclquery=&skin=&rss=0&lang=el&ioffset=1&offset=1

  141. sarant said

    Αβγαταίνει η δουλειά που πρέπει να κάνω, αν γράψω…

  142. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Καὶ δυὸ ραμόνια ρεμπέτικα.

    Στὸ τραγούδι «Πάντα μὲ γλυκὸ χασίσι»

    στὸ στίχο
    «Πάντα μὲ γλυκὸ χασίσι πῶς μ’ ἀρέσει νὰ μεθῶ
    καὶ μὲ ἔμορφες τσαχπίνες τὴ ζωὴ μου πάντα νὰ περνῶ»
    ἐγὼ ἄκουγα ἔμορφες Κατίνες

    ἐνῶ στὸ τραγούδι «Μᾶς κυνηγοῦν τὸν ναργιλὲ»

    στὸ στίχο
    «χαρέμια ἔχουνε σωστὰ καὶ γκόμενες σπαθάτες»
    ἐγώ ἄκουγα γκόμενες πατάτες.

  143. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    142. Ἔβαλα λάθος βίντεο γιὰ τὸ τραγούδι «Μᾶς κυνηγοῦν τὸν ναργιλὲ».

    Νὰ τὸ σωστὸ:

  144. Corto said

    142-143:
    Δημήτρη, το ενοχλητικότερο με το εν λόγω τραγούδι της Ρόζας είναι η αντικατάσταση της λέξης «γραμόφωνα» με «σαξόφωνα». Δεν ξέρω αν προήλθε από παράκουσμα ή από συνειδητή παραποίηση του στίχου από κάποιους, αλλά έτσι πέρασε σε πολλές νεώτερες ηχογραφήσεις (σκυλάδικου ύφους) και επίσης στην ανθολογία του Πετρόπουλου.

    Ενδιαφέρον είναι και το παράκουσμα στο βίντεο που ανέβασες, στην καταγραφή των στίχων από τον εξαιρετικό (και προσεχτικό κατά τα άλλα) συλλέκτη pankonstantopoulos:
    «μαστούριασαν αγάδες» αντί του μάλλον σωστού «μαστούρια σαν αγάδες» (στο 1.16)
    Ο στίχος πράγματι θα μπορούσε να σταθεί και έτσι.

  145. Corto said

    144 (συμπλήρωση):

    Τώρα που το βλέπω και ο Κουνάδης έτσι γράφει («μαστούριασαν αγάδες»). Αλλά εμένα μου φαίνεται ότι είναι «μαστούρια σαν αγάδες».

  146. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Ἕνα θρησκευτικὸ ραμόνι, ὅπως τὸ θυμᾶμαι ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια στὰ Θερμιά.

    Τὸ «Κύριε τῶν Δυνάμεων» τό ᾿λεγαν συνοπτικὰ «τὸ ντυνάμεο» π.χ. «δὲν ξέρει οὔτε τὸ ντυνάμεο».

    Τό ᾿ψελναν κάπως ἔτσι.

    «Κύριε τὸ ντυνάμεο μὲ τὴ Μαριολοῦ
    ἄλογα ἐχτόσου βοηθὸ
    ἄντε ψυχή μου κι ἔρχομαι»

    ἀντὶ

    Κύριε τῶν Δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ
    ἄλλον γὰρ ἐκτός Σου βοηθὸν
    ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν

    Κι ἕνα ραμόνι πολιτικοστρατιωτικό.

    Ὅταν παρουσιάστηκα στὸ Ναυτικὸ τὸ 1975, ἄκουσα παλιοὺς ναῦτες νὰ παρελαύνουν στοῦ Παλάσκα τραγουδώντας τὸν «Ναύτη τοῦ Αἰγαίου».

    Ἐκεῖ ποὺ τὸ ἐμβατήριο ἔλεγε:

    εἶμαι ὅλος φλόγα καὶ καρδιά,

    ἄκουγα

    τὴν πρωτοπόρα ἐργατιά.

    Καὶ δὲν ἤμουνα ὁ μόνος.

    Ἦταν κι ἄλλοι· μὲ τὶς ἴδιες ἰδεολογικὲς ἀποχρώσεις. 🙂

  147. dryhammer said

    …με θυμόν γενού

  148. Κουτρούφι said

    #146. Το τροπάρι είναι από την ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου που επιτελείται τις καθημερινές την περίοδο της μεγάλης σαρακοστής.
    Εμείς λέμε όλη την ακολουθία «Ντυνάμεο». Όχι μόνο το τροπάρι. Ο Ντυνάμεος, του Ντυνάμεου. «Πάμε στο Ντυνάμεο».
    Εγώ είχα άλλο θέμα. Ο τρόπος που ψάλλεται με έκανε να πιστεύω ότι είναι «γένου» όχι «γενού».

    #147. Στην ίδια ακολουθία υπάρχει και ένα άλλο κομμάτι: «Μεθ’ ημών ο Θεός, κλπ κλπ». Οπότε γινόταν «Με θυμόν ο Θεός»
    —————————————————————————————————————————————————
    Τραγουδιστικό ραμόνι μου. Στο «Κυρ Διευθυντά των δίσκων» (Από την Εκδίκηση της Γυφτιάς). Εκεί που λέει «Έχω ήχο κι υλικό» εγώ άκουγα «έχω ήχο κίλικο». Τι έιναι το «κίλικο»; Έλα, ντε…

  149. Καταπληκτικό, βουτηγμένο από το σλανγκρ:

    Ένα καράβι παλιό σαπιοκάραβο…υπάρχουν θέσεις αν θέλεις κενές (=>υπάρχουν θέσεις αν θέλεις και νες [δηλ. προσφέρουν και καφέ εδωπέρα])

  150. 148 Αν το τραγουδήσει Κρητικός γίνεται «έχω ήχο τσίλικο» 🙂

  151. sarant said

    146 Καλά κάνεις που ανασταίνεις το νήμα

    149 🙂

Σχολιάστε