Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Αστεία και γελοία – οι λέξεις του γέλιου

Posted by sarant στο 10 Ιανουαρίου, 2014


Σήμερα στις 6 το απόγευμα, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου Σύγχρονης Ιστορίας του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Δήμου Κηφισιάς (Έπαυλη Δροσίνη, Αγ. Θεοδώρων & Κυριακού, Κηφισιά) θα γίνει εκδήλωση με τίτλο “Δημήτρης Σαραντάκος – Στον απόηχο της αιολικής λογοτεχνικής σχολής“. Θα μιλήσουν: Βλάσης Αγτζίδης, Ντόρα Βακιρτζή, Στρατής Ζαφείρης, Στάθης Λιδωρίκης και εγώ.

Εν μέρει εξαιτίας της προετοιμασίας για την εκδήλωση, κι επειδή τις μέρες αυτές έχω πολλά τρεχάματα, σκεφτόμουν σήμερα να μην ανεβάσω άρθρο ή να βάλω μια επανάληψη. Ωστόσο, κάποιο από τα σχόλια του χτεσινού άρθρου με έκανε να κοιτάξω λίγο τα παλιά ηλεκιτάπια μου κι έτσι ανακάλυψα ένα παλιό άρθρο μου, γραμμένο πριν ανοίξω το ιστολόγιο και δημοσιευμένο στο περιοδικό «Φαινόμενο του Λουξεμβούργου», το οποίο δεν το έχω παρουσιάσει εδώ και το οποίο επιπλέον έχει κάποια σχέση με ένα από τα βιβλία του πατέρα μου.

Οι αρχαίοι το γέλιο το είχαν σε μεγάλη εκτίμηση, καθώς είχαν προσέξει πως μόνο ο άνθρωπος γελάει (το μόνον γελάν των ζώων άνθρωπον, λέει κάπου ο Αριστοτέλης) και είχαν αναδείξει το γέλιο σε ειδοποιό διαφορά των ζώων από τους ανθρώπους. Ακόμα και στη Σπάρτη, που τη θεωρούμε όχι άδικα αυστηρή και σκοτεινή πολιτεία, ο Λυκούργος, αν τουλάχιστον πιστέψουμε τον Πλούταρχο, είχε αφιερώσει ναό με αγαλματίδιο του Γέλωτα. Λένε μάλιστα πως οι πιο πλακατζήδες από τους αρχαίους μας προγόνους ήταν οι Τροιζήνιοι, που οι άλλοι Έλληνες τους έλεγαν φιλογέλωτες, γιατί δεν σταματούσαν να χωρατεύουν και να αστειεύονται ακόμα και την ώρα των συνελεύσεων της Εκκλησίας του Δήμου.  Και ναι μεν τα αστεία και τα πειράγματα προκαλούσαν άφθονα γέλια, εμπόδιζαν όμως την ομαλή λειτουργία των συνελεύσεων, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να παίρνουν αποφάσεις στα σοβαρά ζητήματα. Τελικά καταφύγαν στο Μαντείο των Δελφών, μήπως ο Απόλλων τους βρει κάποια λύση. Σύμφωνα με το χρησμό που πήραν, για να θεραπευθούν έπρεπε να θυσιάσουν στον Ποσειδώνα έναν ταύρο, χωρίς όμως σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας και της θυσίας να γελάσει έστω και ένας από τους συμμετέχοντες.

Συμμορφώθηκαν με την εντολή του θεού αλλά καλού κακού κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών της θυσίας έδιωξαν από το χώρο όλα τα παιδιά, μήπως με τις αναπόφευκτες σκανταλιές τους δώσουν αφορμή στους μεγάλους να γελάσουν. Έτσι και έγινε, αλλά την ώρα ακριβώς της θυσίας οι ιεροθύτες ανακάλυψαν έναν πιτσιρικά, που παρακολουθούσε κρυμμένος τη διαδικασία.

— Φύγε από δω μικρέ, του βάλαν τις φωνές
— Γιατί, φοβάστε μη σας φάω τον ταύρο;

απάντησε αυτός θαρρετά, προκαλώντας ακράτητα γέλια..

Όπως ήταν επόμενο η θυσία ματαιώθηκε, γιατί οι Τροιζήνιοι κατάλαβαν πως ο θεός ήθελε να τους δείξει ότι η περίπτωσή τους ήταν ανίατη (την ιστορία την έχω δανειστεί από το βιβλίο του πατέρα μου που έχει τίτλο «Οι αρχαίοι είχαν την πλάκα τους«).

Κατά σύμπτωση, Φιλόγελως λέγεται και η μοναδική συλλογή με ανέκδοτα που έχει διασωθεί από την αρχαιότητα, από τα ρωμαϊκά μάλιστα χρόνια, και υπογράφεται από τους Ιεροκλή και Φιλάγριο. Το βιβλιαράκι αυτό κυκλοφορεί σε αρκετές εκδόσεις αλλά ας πάρουμε μια μικρή γεύση. Τα περισσότερα ανέκδοτα της συλλογής έχουν στόχο τους σχολαστικούς, παναπεί τους αφελείς σπουδαγμένους. Έτσι, Σχολαστικός οικίαν πωλών λίθον απ’ αυτής εις δείγμα περιέφερεν (ένας σχολαστικός πουλούσε το σπίτι του και είχε πάρει ένα αγκωνάρι και το περιέφερε για δείγμα) ή ο άλλος που πήγε να κολυμπήσει και λίγο έλειψε να πνιγεί, ορκίστηκε να μην ξαναμπεί στο νερό αν δεν μάθει πρώτα να κολυμπάει τέλεια. Άλλα ανέκδοτα της συλλογής, σαν τα δικά μας τα ποντιακά έχουν στόχο τους Αβδηρίτες, τους Σιδόνιους και τους Κυμαίους, σαν εκείνο με τον Κυμαίο που είχε αρρωστήσει κι ο γιατρός δεν του έδινε καμιά ελπίδα να γιατρευτεί· απρόσμενα όμως ο Κυμαίος έγινε καλά, αλλά απέφευγε στον δρόμο το γιατρό του επειδή ντρεπόταν που τον είχε βγάλει ψεύτη! (Περισσότερα για τον Φιλόγελω έχουμε γράψει εδώ).

Τις ιστορίες αυτές σήμερα θα τις λέγαμε αστείες, και το ενδιαφέρον είναι ότι στα αρχαία η λέξη αστείος, που ετυμολογείται από το άστυ, την πόλη, σήμαινε τον καλλιεργημένο, τον ραφιναρισμένο, τον πνευματώδη, σε αντίθεση με τους κατοίκους των αγρών, που ήταν πιο χοντροκομμένοι και λέγονταν αγροίκοι. Η διάκριση αυτή χωριού-πόλης έχει περάσει και στα νεότερα ελληνικά, αν σκεφτούμε ότι τα χωρατά, τα αστεία δηλαδή, τα έκαναν οι κάτοικοι της χώρας, της πόλης. Αυτός που προκαλούσε το γέλιο στα αρχαία λεγόταν γελοίος, αλλά η λέξη, αρχικά τουλάχιστον, δεν είχε τη μειωτική σημασία που έχει σήμερα. Γελοίος στα αρχαία ήταν αυτό που σήμερα λέμε αστείος ή κωμικός. Έτσι, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, παρουσιάζεται ο Αριστοφάνης να λέει ότι δεν ανησυχεί μήπως πει τίποτα «γελοίον», που είναι στο κάτω-κάτω αρμοδιότητά του, αλλά μήπως πει πράγματα «καταγέλαστα». Και πολύ σωστά ο Ι. Συκουτρής στην αξεπέραστη έκδοσή του μεταφράζει κωμικός το αρχαίο «γελοίος» και γελοίος το αρχαίο «καταγέλαστος». Δυστυχώς σε μερικές σημερινές μεταφράσεις αρχαίων έργων, το γελοίος αποδίδεται «γελοίος», πράγμα που διαστρέφει το νόημα.

Όσο για τον κωμικό και την κωμωδία, η λέξη ετυμολογείται από τον κώμο, που ήταν στην αρχαιότητα ένας όμιλος νεαρών που διασκέδαζαν θορυβωδώς στις διονυσιακές γιορτές.  Κωμωδός αρχικά ήταν ένας από τους συμμετέχοντες σε τέτοιες εύθυμες πομπές, που πείραζε με άσεμνα συνήθως πειράγματα τους παριστάμενους. Η κωμωδία μέσω των λατινικών πέρασε στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες και επέστρεψε και στα ελληνικά ως κομεντί, λιγάκι πιο ραφινάτη και με λιγότερο γέλιο, ενώ και τα κόμικς αντιδάνειο είναι από το comics (δηλ. comic strips), γι’ αυτό και κάποιοι θέλησαν να τα γράψουν κωμικογραφήματα, που φυσικά όμως δεν επικράτησε.

Αν η κωμωδία είναι λέξη ελληνική που τη δανείσαμε στους ρωμαίους, η σάτιρα είναι ρωμαϊκή που την πήραμε εμείς δάνειο. Εδώ θέλει λιγάκι προσοχή, γιατί στα ελληνικά έχουμε δυο ομόηχες λέξεις, τη λ. σατιρικός και τη λ. σατυρικός. Ο σατυρικός με ύψιλον αναφέρεται στους Σάτυρους, τους κερασφόρους και τραγοπόδαρους ακόλουθους του Διονύσου. Στο αρχαίο δράμα, μετά τις τρεις τραγωδίες, η παράσταση έκλεινε με ένα σατυρικό δράμα, που είχε σαν χαρακτηριστικό του τον χορό των Σατύρων, με κορυφαίο τον Σιληνό. Η πλοκή ήταν κωμική, συχνά δε παρωδούσε τα ίδια μυθολογικά θέματα με τα οποία είχαν ασχοληθεί οι τραγωδίες που είχαν προηγηθεί. Έτσι ελάφραινε το κλίμα και χαλάρωναν οι θεατές από τη συσσωρευμένη τραγική ένταση. Ένα μόνο σατυρικό δράμα έχει σωθεί ολόκληρο, ο Κύκλωψ οι Κύκλωπες του Ευριπίδη. Η σάτιρα, από την άλλη πλευρά, είναι δάνειο από το λατινικό satira, με παλαιότερη μορφή το satura. Satura lanx λεγόταν ένα πιάτο με ανάμικτα φρούτα ή λαχανικά, ένα είδος σαλάτας ανάμικτης, και η λέξη αυτή έφτασε μετά να χρησιμοποιείται για τα λογοτεχνικά έργα που περιείχαν ανάμικτα διάφορα είδη, για να φτάσει τελικά να χρησιμοποιηθεί ειδικά για τις σάτιρες του Γιουβενάλη και να γίνει η λέξη διεθνής. Κι όσο για την σημασιολογική ολίσθηση από το τραπέζι στη λογοτεχνία, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο: για παράδειγμα, και η φάρσα, προέρχεται από το γαλλ. farce, που ήταν ένα κωμικό επεισόδιο που παρεμβαλλόταν, σαν παραγέμισμα, στα θρησκευτικά δράματα για να σκάει λίγο το χείλι των θεατών και να σπάει η μονοτονία· και βέβαια προέρχεται από το farcir, παραγεμίζω, όπως ξέρουν όσοι συχνάζουν σε γαλλικά εστιατόρια.

Και το χιούμορ δάνειο είναι, από το αγγλικό humour, που ανάγεται στο λατινικό humor ‘υγρό, υγρασία’. Βέβαια, έβλεπα τις προάλλες σε ένα βιντεάκι απ’ αυτά που κυκλοφορούν  τον Διαδίκτυο, τον κ. Πλεύρη (τον πατέρα, όχι τον ιό) σε ένα παρακάναλο να εξηγεί ότι το χιούμορ είναι τάχα αντιδάνειο γιατί τάχα η λατινική η λέξη είναι δάνειο από το ελληνικό χυμός ή μάλλον από το χυμόρ της ηλειακής διαλέκτου –που βέβαια δεν μαρτυρείται πουθενά. Μόνο που το Πλευρικό οικοδόμημα καταρρέει αν σκεφτούμε ότι η αρχική μορφή της λατινικής λέξης ήταν umor, και το h το πήρε αργότερα, από παρετυμολογική σύνδεση με το humus ‘χώμα’.

Κι εδώ τελειώνει η περιήγησή μας στις λέξεις του γέλιου. Επειδή όμως είναι γρουσουζιά να τελειώσω με τον Πλεύρη, γυρίζω στα προηγούμενα. Είπαμε πιο πάνω πως το γελοίος στα αρχαία είχε κάπως διαφορετική σημασία από τη σημερινή, πως σήμαινε «αστείος, κωμικός» και δεν είχε αρνητική χροιά, και ότι μερικοί μεταφραστές σήμερα τα μπερδεύουν. Όχι μόνο μεταφραστές, και μ’ ένα αστείο (ή γελοίο;) επεισόδιο θα κλείσουμε σήμερα. Πριν από καμιά τριανταριά χρόνια, ήταν ένας γερμανός καθηγητής, ονόματι Μαξ Στρόι θαρρώ, που δίδασκε αρχαία ελληνικά στο πανεπιστήμιο του Μονάχου. Ο Στρόι μιλούσε καλά ελληνικά και στα συχνά ταξίδια του στην Ελλάδα είχε γνωρίσει τον Μυτιληνιό λόγιο Πάνο Ευαγγελινό με τον οποίο είχαν αλληλογραφία, στα ελληνικά. Κάποια στιγμή, ο Ευαγγελινός του έστειλε ένα ευθυμογράφημα που είχε δημοσιέψει στην τοπική εφημερίδα. Και ο Στρόι, που ανέκαθεν επαινούσε τα κείμενα του φίλου του χωρίς να τσιγκουνεύεται τα καλά λόγια, τώρα απάντησε: «Το άρθρο που μου έστειλες ήταν πολύ γελοίο». Ψυχρολουσία για τον καημένο τον συγγραφέα, μέχρι που κατάλαβε ότι ο φίλος του είχε χρησιμοποιήσει την αρχαία σημασία της λέξης. Και του απάντησε στο επόμενο χρονογράφημα: «Αγαπητέ μου Μαξ, τη λέξη γελοίος σήμερα μήτε να τη λες, μήτε να τη γράφεις. Είναι κόκκινο πανί για μας που γράφουμε. Έχεις τόσες άλλες λέξεις να διαλέξεις. Για ευκολία σου, θα σου αραδιάσω μερικές: γουστόζικο, πειραχτικό, ευτράπελο, χιουμοριστικό, διασκεδαστικό, χωρατατζίδικο, ειρωνικό, αλατισμένο, παιχνιδιάρικο, αστείο, γλεντζέδικο, δροσερό, γκεβεζλίδικο, πνευματώδες, σκερτσόζικο, σπιρτόζο».

Με τόσα συνώνυμα, δεν φαντάζομαι να τολμήσει κανείς να χρησιμοποιήσει τη λέξη-ταμπού για τούτο εδώ το κείμενο!

51 Σχόλια to “Αστεία και γελοία – οι λέξεις του γέλιου”

  1. Γς said

    >σαν τα δικά μας τα ποντιακά
    Τα βελγικά των Γάλλων
    Τα πολωνικά των Αμερικάνων
    Τα … [για πείτε]

    >Αυτός που προκαλούσε το γέλιο στα αρχαία λεγόταν γελοίος

    Κι εμείς που γελούσαμε με το επιθεώρησιακό εύρημα:
    -Α, τι ωραία αστεία που λέτε. Είστε πολύ γελοίος

    >κάποιο από τα σχόλια του χτεσινού άρθρου με έκανε να κοιτάξω λίγο τα παλιά ηλεκιτάπια μου

    Ποιο σχόλιο. Ετσι από περιέργεια

    Καλημέρα και καλή επιτυχία στην εκδήλωση για τον κυρ Δημήτρη!

  2. spiral architect said

    Καλημέρα. 🙂
    Πολύ ενδιαφέρουσα η σημερινή ανάρτηση.
    Ερώτηση:
    το μόνον γελάν των ζώων άνθρωπον
    (το) γελάν ή το γελόν;

  3. Triant said

    Καλημέρα.

    Κάτι μου λέει ότι στην Τροιζήνα καλοπερνάγανε. Με τις χορτόπιτές τους και με τα όλα τους.

  4. LandS said

    «…γουστόζικο, πειραχτικό, ευτράπελο, χιουμοριστικό, διασκεδαστικό, χωρατατζίδικο, ειρωνικό, αλατισμένο, παιχνιδιάρικο, αστείο, γλεντζέδικο, δροσερό, γκεβεζλίδικο, πνευματώδες, σκερτσόζικο, σπιρτόζο».

    Με τόσα συνώνυμα, δεν φαντάζομαι να τολμήσει κανείς να χρησιμοποιήσει τη λέξη-ταμπού για τούτο εδώ το κείμενο!»

    Ευχάριστο.

  5. Νέο Κid said

    Θεωρώ σίγουρο πως οι Λακεδαιμόνιοι πρέπει να ήταν φοβεροί πλακατζήδες και φαρσέρ. Οσοι έχουμε κάνει φαντάροι μπορούμε να φανταστούμε πώς είναι να ζεις σ’ένα απέραντο και διαρκές στρατόπεδο! Χώρια τα κερατώματα που πάντα βγάζουν γέλιο…:-)

  6. LandS said

    #1
    >σαν τα δικά μας τα ποντιακά
    Τα βελγικά των Γάλλων
    Τα πολωνικά των Αμερικάνων
    Τα … [για πείτε]

    Τα ιρλανδικά των Εγγλέζων

  7. Πάνος με πεζά said

    Στην Κύπρο, η λέξη «γελοίος» εξακολουθεί να σημαίνει αστείος. Θυμάμαι τον αλησμόνητο (Κύπριο) Σωτήρη Μουστάκα, σε τηλεπαιχνίδι προ αμνημονεύτων, να δίνει μια από τις παραπλανητικές απαντήσεις στο ερώτημα «Αν σου πούνε στην Κύπρο «είσαι πολλά γελοίος» τι θα εννοούν;» κι είχε απαντήσει «είσαι πολύ αστείος», που ήταν και το σωστό εν προκειμένω. Οι Κύπριοι λοιπόν όταν λένε «γελοίος» σοβαρομιλούν, δεν φύγαν την αρχαία σημασία… 🙂

  8. >σαν τα δικά μας τα ποντιακά
    Τα βελγικά των Γάλλων
    Τα πολωνικά των Αμερικάνων
    Τα … [για πείτε]

    τα ξανθά των απανταχού…

  9. Πάνος με πεζά said

    Και να προσθέσω μερικές «παράπλευρες» λέξεις για τον χιουμορίστα (!) άνθρωπο, όπως «περιβόλι», «αφασία», «όργιο» κλπ.

  10. Νέο Kid Στο Block said

    Tα ελβετικά-ολλανδικά/Φρισλανδέζικα-… των Γερμανών (έχουν πολλούς «αγαπημένους» αυτοί..)

    Hein Hansen aus Friesland kommt mit einer 5 im Religionstest nach Hause. Der Vater ist entrüstet und geht am nächsten Tag in die Schule. Er fragt den Religionslehrer nach dem Grund für die 5.

    Lehrer: «Sehen Sie mal, Herr Hansen, ihr Sohn wusste nicht einmal dass Jesus gestorben ist.»

    Vater: «Mann, wir wohnen hinterm Deich, ohne Fernseher. Ich wusste nicht mal, dass er krank war!»

    Ο Χάιν Χάνσεν από τη Φρισλάνδη γυρνάει σπίτι με «Μηδέν» στο τεστ θρησκευτικών. O πατέρας του απορημένος και εξοργισμένος πάει και βρίσκει την επόμενη μέρα τον δάσκαλο και τού ζητάει το λόγο.
    -Μα κύριε Χάνσεν , ο γιος σας δεν ήξερε πως ο Ιησούς είναι νεκρός!
    -Άνθρωπέ μου, στα «βοηθητικά» ζούμε, χωρίς τηλεόραση. Τι φταίει το παιδί; Εγώ δεν ήξερα καν πως ήταν άρωστος ο Ιησούς!

  11. Νέο Kid Στο Block said

    Ουπς! Εκ παραδρομής κοπυπάστωσα και το οριγκινέλες τευτομβούργειον στο 10…. εντσούλντιγκεν Ζι μπίτε! 🙂

  12. Νέο Kid Στο Block said

    Ο μπαρμπ-Αρίστος πάντως, δεν πρέπει να είχε παρατηρήσει πολλά μακρινά ξαδέρφια μας (πιθήκια, χιμπαντζήδες, κ.λ.π) τα οποία σαφώς γελάνε! (με τον δικό τους nonhuman βέβαια και γελοίο τρόπο)
    (τώρα βέβαια…εδώ δεν είχε μετρήσει τα δόντια της Φρόσως θα μου πείτε… 😆 )

  13. tsopanakos said

    «Μαξ Στρόι»
    Υποψιάζομαι προφορική πηγή 🙂
    Μάλλον πρόκειται για τον Τρόι – Treu:
    http://de.wikipedia.org/wiki/Max_Treu_(Philologe)

  14. Γς said

    >το μόνον γελάν των ζώων άνθρωπον

    Κι έκανα διάφορες γκριμάτσες σ έναν μπαμπουίνο στο Zoo του Χιούστο, που τους επαναλάμβανε με ακρίβεια. Κούναγα το κεφάλι μου, έκανε το ίδιο. Του έδειχνα τα δόντια μου, το ίδιο.
    Μέχρι που έβαλα τα γέλια με τα καμώματά του. Κι αυτό! Με τα καμώματά μου.

  15. spyroszer said

    2. «Tου δε γαργαλίζεσθαι μόνον άνθρωπον αίτιον ή τε λεπτότης του δέρματος και το μόνον γελάν των ζώων άνθρωπον»
    http://books.google.gr/books?id=0ts9AAAAYAAJ&pg=PA87&dq=t%CE%BF+%CE%BC%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CE%BD+%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%AC%CE%BD+%CF%84%CF%89%CE%BD+%CE%B6%CF%8E%CF%89%CE%BD+%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BD&hl=el&sa=X&ei=KLvPUpbnHYmr0QX-xoH4CQ&ved=0CDkQ6AEwAQ#v=onepage&q=t%CE%BF%20%CE%BC%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CE%BD%20%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%AC%CE%BD%20%CF%84%CF%89%CE%BD%20%CE%B6%CF%8E%CF%89%CE%BD%20%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BD&f=false

  16. marulaki said

    Τα Ανωγειανά των Κρητικών (με βασικό ήρωα τον έξοχο Ψαραντώνη)

  17. spyroszer said

    Σύμφωνα με το LSJ υπήρχε απ’ την Αρχαιότητα η σημερινή σημασία της λ. γελοίος: II ludicrous, absurd (στον Αριστοφάνη, Πλάτωνα κλπ).
    Κάποιοι γραμματικοί διαχωρίζουν: γέλοιος = γέλωτος ἄξιος (καταγελαστότατος στο Λ. Σουδ.), γελοῖος = γελωτοποιός, κάποιοι άλλοι αντίστροφα.
    http://stephanus.tlg.uci.edu/lsj/#eid=22498&context=lsj&action=from-search

  18. Τά Γαλεθιανά για τούς Καστιλλιάνους Ισπανούς, τά Οξιτανικά για τούς λοιπούς Γάλλους, τά Μολδαβικά για τούς Ρουμάνους, τά Ναπολιτάνικα για τούς Λομβαρδούς Ιταλούς. Και, βέβαια, τά «παλαιολλαδίτικα» για τούς Μακεδόνες και τούμπαλιν…

  19. 1,6,8
    >σαν τα δικά μας τα ποντιακά
    Τα βελγικά των Γάλλων
    Τα πολωνικά των Αμερικάνων
    Τα … [για πείτε]

    Την Σαντάρτζι (αυτοί που φορούν σαρίκι) των Ινδών

  20. gbaloglou said

    Νίκο καλημέρα και καλή χρονιά!

    Στο βιβλίο μας με τον Νικ Νικ συζητάμε εκτενώς την εξέλιξη του «αστείος», και μάλιστα και με δική σου συμβολή* — η λέξη άλλαξε νόημα στο διάβα των αιώνων από «αστικός» σε «πνευματώδης» σε «κωμικός», και στην Διήγηση των Τετραπόδων ο Λέων (65-66) μάλλον στο ενδιάμεσο στάδιο βρίσκεται:

    και λόγους να συνάρωμεν τινάς εκ των αστείων,
    και ίδωμεν του πάσα ενός τον έπαινον και ψόγον

    *μας είχες επισημάνει τότε ότι ο νεο-αττικιστής Κ. Κοντός είχε επανέλθει στο «πνευματώδης»

  21. spyroszer said

    Μια σχετική με το θέμα εργασία που μου ήλθε πρόσφατα στο ημέιλ
    Humor Theories and the Physiological Benefits of Laughter
    https://www.academia.edu/477378/Humor_Theories_and_the_Physiological_Benefits_of_Laughter
    Βάζω την εισαγωγή για όσους δεν μπορούν να τη δουν:
    Humor and laughter have long been recognized as central to the human condition; in fact, their benefits were noted in some of the world’s earliest printed texts. A hymn from the Rig Veda, the earliest of the 4 Hindu religious scriptures, the Vedas
    (c. 1200–900 BC), refers to “fun making for the creation of laughter”(IX.112.4). Gruner (1) points out that humans laughed before they told jokes, for there was a time when humans did not have language, but were capable of laughter. The universal expression of laughter is upheld by many theorists as evidence of laughter’s biological roots. Studies of joking relationships in different cultures (eg, Radcliffe-Brown 2) indicate that these relationships serve to maintain social harmony and stability. The fact that one cannot tickle oneself and evoke genuine laughter further suggests that laughter is controlled by social cues and interactions (3–5). From an evolutionary perspective, laughter, like all traits that are passed on through natural selection, must have survival value. Laughter serves many functions essential to human survival — a bonding function, a peacemaking function, and a health-boosting function. McDougall (6) proposed that laughter evolved as a protective shield, not as a coping mechanism for people’s own misfortune, but because humans needed to have empathy for others in order for the human race to survive. In addition to developing this theory of the evolutionary functions of laughter, McDougall (7) was also one of the first psychologists to bring attention to the physiological benefits of laughter. The physiological benefits that have implications for nursing practice will be explored within the framework of humor theories after reviewing laughter’s use as a coping mechanism.

  22. Alexis said

    Τα πρώτα «εθνοτικά» ανέκδοτα που θυμάμαι εγώ είναι αυτά με τους Σκωτσέζους, τα ποντιακά είναι πολύ μεταγενέστερα. Δεν ξέρω όμως αν είναι ελληνική επινόηση ή αν πρόκειται για εισαγόμενα ανέκδοτα (από τους Άγγλους ίσως;).

    Και το «καλαμπούρι»; Τούρκικο;
    Και η «πλάκα»; Αλβανικής ετυμολογίας αν δεν κάνω λάθος η λέξη, αλλά πως έφτασε να σημαίνει (και) το αστείο;
    Και το ανέκδοτο; Από πότε αυτονομήθηκε σαν λέξη και άρχισε να σημαίνει τη σύντομη αστεία ιστορία;

  23. Γς said

    Humoral Immunity αλλά και Ηumor and Immunity.
    Κάνει καλό.

  24. gg said

    «…τον κ. Πλεύρη (τον πατέρα, όχι τον ιό)» (sic;)
    Αυτό κάνει τον πατέρα κολοβακτηρίδιο ή πρέπει να ανήκουν στην ίδια (ταξινομική) οικογένεια;

  25. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια, έλειπα από το πρωί και να με συμπαθάτε

    1: Είχε κάνει ένα σχόλιο ο Νεοκίντ που με έκανε να κοιτάξω τα παλιά μου άρθρα.

    2: Γελάν, με περισπωμένη.
    Τοῦ δὲ γαργαλίζεσθαι μόνον ἄνθρωπον αἴτιον ἥ τε λεπτότης
    τοῦ δέρματος καὶ τὸ μόνον γελᾶν τῶν ζῴων ἄνθρωπον.

    13: Προφορική πηγή, ασφαλώς, σ’ ευχαριστώ!

    15: Με πρόλαβες βέβαια.

    20: Καλή χρονιά, Γιώργο!

    22: Η πλάκα με τη σημασία του καλαμπουριού είναι γαλλικό δάνειο, blague. Η Πλάκα, η γειτονιά, είναι αλβανικό δάνειο («παλιά» σημαίνει).

  26. Το αγαπημένο μου: Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον εί, χεχε

  27. spyroszer said

    22. Η σημασία της λ. ανέκδοτο μεταβλήθηκε νομίζω πρώτη φορά λόγω του έργου του Προκόπιου «Ανέκδοτα ή Απόκρυφη Ιστορία», που έβγαζε στη φόρα τα άπλυτα του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας. Μετά μπορεί να μεσολάβησαν και άλλες γλώσσες, πέρασε στα Γαλλικά κλπ.
    http://www.politeianet.gr/books/9789603250364-prokopios-agra-anekdota-i-apokrufi-istoria-182066

  28. Αλάστωρ said

    Για την ιστορία να πούμε ότι το γέλιο δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο των ανθρώπων. Έχει παρατηρηθεί στα συγγενικά με εμάς πρωτεύοντα αλλά και σε άλλα ζώα.

  29. Alexis said

    #25, 27: Ευχαριστώ για τις απαντήσεις.

  30. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Ἢταν κάποτε ἕνας, ἦλθε ἄλλος ἕνας κι ἔγιναν δύο, ἦλθε ἄλλος ἕνας κι ἔγιναν τρεῖς. Ποῦ εἶναι ἡ Πλάκα;
    Κάτω ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολη (προφορικῶς δὲ φαίνεται τὸ κεφαλαῖο στὴν Πλάκα) Χά, χά, χά, χά, χά

  31. spiral architect said

    Το γελοίον του πράγματος και το μπάσταρδο του μπουμπούκου. 😛 😛 😛

  32. 25, 22: Η πλάκα με τη σημασία του καλαμπουριού είναι γαλλικό δάνειο, blague.

    Μου θυμίζει ατάκα ελληνοαμερικάνου φίλου που σε κάποια τελετή είχε τιμηθεί για κάποια διάκριση και στη παραλαβή της award plaque επισήμανε πως «μετά από τόσα χρόνια πέτρας στα δόντια, επιτέλους κάποιος αναγνώρισε πως είμαι πλακατζής!»

  33. Μαρία said

    Το πάθημα του Μαξ θα μπορούσε να συμπληρωθεί με τη γκάφα άλλου ελληνομαθή: «… και είσαι πολύ φαιδρό πρόσωπο.» .

  34. 22 Μια και έμεινε μόνο το καλαμπούρι: γαλλικής προέλευσης, αλλά άγνωστης αρχής. Η γαλλική βίκι: L’étymologie est incertaine. Le rapprochement avec calembredaine paraît évident, sans qu’on puisse pour autant établir un rapport certain de dérivation.

    Il est traditionnellement admis que c’est Denis Diderot qui a utilisé pour la première fois ce terme, en français, dans une lettre à Sophie Volland datée du 1er octobre 1768. Mais cela ne donne aucune idée de la formation du mot. Le terme est bien présent dans le Supplément à l’Encyclopédie de 17774 mais son étymologie y est présentée comme incertaine et aucune allusion à Diderot (pourtant encore bien vivant) n’y est faite.

    La revue Historia a évoqué l’existence d’un comte de Kahlenberg ambassadeur d’Allemagne à Paris dont l’accent rendait les propos difficilement compréhensibles ; ses interlocuteurs, refusant par politesse de le faire répéter, interprétaient librement ses propos. L’initiale K admise au XVIIIe siècle peut effectivement indiquer une étymologie étrangère. Cette initiale K pourrait également appuyer cette autre hypothèse qui rapproche calembour du verbe néerlandais kallen (parler) et de l’ancien français bourde (erreur ou mensonge). Mais on comprend mal l’association de ces racines de langues différentes.

    Le mot Calembour apparaît dans la 5e édition du Dictionnaire de l’Académie française (1798).

    Από τον γερμανό στρατηγό Kahlenberg που είχε περίεργη προφορά; Από ολλανδικό ρήμα (kallen, μιλώ) και παλιό γαλλικό ουσιαστικό (bourde, λάθος, ψέμα); Από το calembredaine, πάλι αβέβαιης ετυμολογίας, συντεθειμένο από κάτι σαν «φλυαρία» και «αερολογία»;

    Τούρκικο πάντως δεν είναι. 🙂

  35. Πέπε said

    > > Έχεις τόσες άλλες λέξεις να διαλέξεις. Για ευκολία σου, θα σου αραδιάσω μερικές: γουστόζικο, πειραχτικό, ευτράπελο, χιουμοριστικό, διασκεδαστικό, χωρατατζίδικο, ειρωνικό, αλατισμένο, παιχνιδιάρικο, αστείο, γλεντζέδικο, δροσερό, γκεβεζλίδικο, πνευματώδες, σκερτσόζικο, σπιρτόζο.

    α. Δε θα τις χρησιμοποιούσα όλες αυτές, αλλά γενικά τις καταλαβαίνω. Γκεβεζλήδικο όμως τι σημαίνει; Πόθεν προέρχεται;
    β. Όσο για το «δροσερό», αξιοπαρατήρητη η αλλαγή σημασίας: σήμερα «κρύο» και κατ’ επέκτασιν κάθε άλλη λέξη σχετική με χαμηλές θερμοκρασίες τη λέμε για το αποτυχημένο αστείο.
    γ. Μα είναι βοήθεια αυτή σε άνθρωπο που ξέρει τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα; Οι διαφορές είναι πολύ λεπτές. Χωρίς μια μίνιμουμ εξήγηση μπορεί κανείς να υποπέσει σε σφάλμα ακριβώς ανάλογο όπως με το «γελοίο».
    δ. Πώς και λείπει το κοινότατο «εύθυμο»; Μήπως τότε το εννοούσαν μόνο ως χαρούμενο, καλοδιάθετο, χωρίς να το συνδέουν με το αστείο;

    @Spiral, #2:

    Η φράση του #25 (Τοῦ δὲ γαργαλίζεσθαι μόνον ἄνθρωπον αἴτιον ἥ τε λεπτότης τοῦ δέρματος καὶ τὸ μόνον γελᾶν τῶν ζῴων ἄνθρωπον) σημαίνει: «Για το ότι μόνος ο άνθρωπος γαργαλιέται, αιτία είναι το λεπτό δέρμα και το ότι μόνος ο άνθρωπος απ’ όλα τα ζώα γελάει». Και τα δύο απαρέμφατα έχουν υποκείμενο σε αιτιατική: τὸν μόνον ἄνθρωπον γελᾶν = ότι ο άνθρωπος (ονομαστική σ’ εμάς) γελά.
    «Το μόνον γελῶν τῶν ζῴων» θα έστεκε σε άλλη σύνταξη, αλλά με -ω- (γελάον – γελῶν).

  36. Πέπε said

    35 διόρθωση:

    Αντί «τὸν μόνον ἄνθρωπον γελᾶν» ήθελα να γράψω «τὸν ἄνθρωπον γελᾶν» (που δεν υπάρχει στο πρωτότυπο αλλά είναι ενα διαφορετικό, υποθετικό παράδειγμα με σαφώς υπογραμμισμένη, για λόγους σαφήνειας, την αιτιατική). Επειδή δεν έχω πολυτονικό κάνω κόπι-πέιστ και κάπου μου ‘φυγε!

  37. Πέπε said

    @22

    > > Και το ανέκδοτο; Από πότε αυτονομήθηκε σαν λέξη και άρχισε να σημαίνει τη σύντομη αστεία ιστορία;

    Μάλλον σχετικά πρόσφατα. Σε παλιές Διαπλάσεις, λίγο πριν και λίγο μετά τον Πόλεμο, είχε στήλη με ανέκδοτα που δεν ονομαζόταν «Ανέκδοτα» αλλά «παιδικόν πνεύμα». Βέβαια τα έλεγαν έτσι επειδή οι ήρωες ήταν πάντα παιδιά, άρα δεν μπορούμε να συμπεράνουμε (αν δεν το ξέρουμε από αλλού) ποια ήταν τότε η γενική ονομασία. Πιθανόν όμως να μην υπήρχε καν γενική ονομασία, όπως άλλωστε δεν υπάρχει και στα αγγλικά και τα γαλλικά (joke / blague = «αστείο» γενικά).

  38. #25 τέλος
    Θα μου φαινόταν πιθανότερο το Πλάκα να προέρχεται από τη μορφολογία του εδάφους, και εν ανάγκη σε περιληπτικό ενικό (όπως π.χ. λέμε αυτός έχει χρήμα, αλλά εννοούμε χρήματα) ανάλογα με τη σημασία.
    Αν ήταν από το αλβανικό νομίζω θα έπρεπε να λεγόταν *πλιάκα, σε αναλογία με το πλιάκος.

  39. Ανδρέας «Κουπονιώτης» said

    Καλησπέρα. Ομορφο θέμα σήμερα.
    Η Αφροδίτη έκανε τρία ανεκτίμητα δώρα στους ανθρώπους, τρεις δαίμονες: τον Πόθο, την Ηδονή και τον Γέλωτα. Εκτός από την Σπάρτη ο Γέλως λατρεύεται στην Υπάτη όπου, κάθε χρόνο, στη γιορτή του δαίμονα γινόταν μεγάλο πανηγύρι, με μασκαράδες, πειράγματα και φάρσες. Σε μια τέτοια φάρσα με τη συμμετοχή όλης της πόλης περιγράφει ο Απουλήιος στις «Μεταμορφώσεις» του γνωστές και σαν «Ο χρυσός Γάιδαρος» και με θύμα τον Λούκιο. Αφου τον μέθυσαν, του έστησαν καυγά με τρεις «κακούργους» που τελικά ο μεθυσμένος Λούκιος καταφέρνει να τους «σκοτώσει». Την άλλη μέρα ακολουθεί η σύλληψή του και η παραπομπή του σε δημόσια δίκη όπου ο δυστυχής αντιμετωπίζει σοβαρές κατηγορίες βρισιές και κατάρες από τη «χήρα» και απειλές για βασανιστήρια, μπροστά σε ένα ακροατήριο που δεν έχει σταματήσει να γελά.
    Μετά τον εξευτελισμό του οι ίδιοι οι δικαστές προσπαθούν να τον ηρεμήσουν: «Η οικογένειά σου είναι ξακουστή σε ολόκληρη την επαρχία και αυτά που τράβηξες, για τα οποία τώρα διαμαρτύρεσαι, δεν έγιναν για να σε προσβάλουν. Γιαυτό μη μελαγχολείς και μη στεναχωριέσαι. Κάθε χρόνο στη γιορτή του θεού Γέλωτα, του πιο ευχάριστου απ’ όλους τους θεούς, κάνουμε και κάποιο καινούργιο αστείο. Και ύστερα ο θεός συνοδεύει με αγάπη και στοργή αυτόν που έπαιζε τον πρώτο ρόλο, όπου κι αν πάει. Ποτέ δε θα σ’ αφήσει να νιώσεις θλίψη, πάντα θα ’χει το πρόσωπό σου γελαστό και ασυννέφιαστο».

  40. sarant said

    38: Ο πλιάκος είναι ηπειρώτικο, μήπως οι δικοί μας αρβανίτες το λένε αλλιώς;

    37: Υπάρχουν και τα ανέκδοτα με τη σημασία «ιστορίες από τη ζωή κάποιου» π.χ. «ανέκδοτα του Τσόρτσιλ» και αυτά είναι αρκετά παλιά χρήση.

    35: Βρίσκω ότι geveze θα πει κάτι σαν φλύαρος, από κει πρέπει νάναι αλλά η αλλαγή της σημασίας προβληματίζει λίγο. Πού είναι ο Δύτης;

  41. Ηρακλής said

    Ο Κύκλωπας (Κύκλωψ) τού Ευριπίδη, όχι οι Κύκλωπες. Ωραιότατο το άρθρο, όπως πάντα.

  42. Μαρία said

    40
    Ο γκεβεζές, φλύαρος, συνώνυμο του λαφαζάνη, και μετά πλακατζής.

  43. georgeilio said

    Καλησπέρα Νίκο. Ωραίο το θέμα και η ανάπτυξή του.
    Διασωθέν σατυρικό δράμα του Ευριπίδη: ο «Κύκλωψ».

  44. georgeilio said

    Μπράβο στον Ηρακλή που με πρόλαβε.

  45. sarant said

    Eυχαριστώ για τη διόρθωση και για τον γκεβεζέ.

  46. Τηλυκράτης Λεξίμαχος said

    ένας γκεβεζές στου Χατζηφράγκου (Κοσμάς Πολίτης) έκανε πλάκα στο Τζώνη το Χαρχάλα

    Τον βάλανε να κουβαλάει άμμο. Ανακάθιζε πάνω στις φτέρνες του, με την πλάτη γυρισμένη στο βουνό τον άμμο, κρατώντας το ζεμπίλι στη ράχη του από το χερούλι. Του φτυαρίζανε άμμο μέσα στο ζεμπίλι —του το μισογεμίζανε μονάχα, ελεημοσύνη είχε πει τ’ αφεντικό— κι ο Τζώνης πήγαινε κι έχυνε τον άμμο εκεί που δουλεύανε οι μαστόροι. Πήγαινε ρέγουλα* η δουλειά. Μα κάποια μέρα, ένας γκεβεζές* εργάτης, έβαλε με τρόπο μια μαλτεζόπλακα μες στο ζεμπίλι του Τζώνη, και φτυάρισε άμμο από πάνω. Ο Τζώνης, μια, δυο, με την τρίτη κατάφερε να σηκωθεί και να σταθεί στα πόδια του. Ίσως να ‘πε μέσα του πως τον έπιασε μια ξαφνική αδυναμία. Προχώρησε δυο βήματα, λυγίσανε τα γόνατά του, μα πάλι αναστηλώθηκε. Άλλα δυο βήματα — και ξαφνικά γονάτισε, το πανωκόρμι του έγειρε μπροστά, και τον κουκούλωσε ο άμμος. Καλά που δεν κύλησε η μαλτεζόπλακα, να του κάνει ζούπα* το κεφάλι.

    http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSB106/528/3497,14178/

  47. Άρτεμη said

    26 Και η μετάφραση από μαθητικό γραπτό: γελά το μωρό, κάνε το να μή γελά

  48. leonicos said

    Το γκεβεζλίδικο δεν το είχα ξανακούσει στα ελληνικά
    Στο κείμενο των Ο΄ ο Μωυσής βρέφος χαρακτηρίζεται ‘ἀστεῖος’ με τη σημασία του ‘καλοφτιαγμένος’
    @47 Άρτεμη, ξέρω κάτι εξ ίσου καλό: Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει = και η Αθηνά ήταν χήρα κι εκείνη
    @46 Λεξίμαχε, πολύ ωραίο το λινκ
    @ Νικ. Νοικ. το ‘Πλάκα’ = παλιά δεν είναι αλβανικό (αρβανίτικο) δάνειο… είναι στη γλώσσα που μιλιόταν τότε στην Αθήνα. Στην Αθήνα και όλη την Αττική ελληνικά μιλούσαν μόνο οι παπάδες στην εκκλησία. Πώς προέκυψαν όλα αυτάτ’αρβανιτοχώρια γύρω γύρω; Όασηελληνοφων΄θιας ήταν η Αθήνα; Απλώς εκτοπίστηκαν τ’ αρβανίτικα κι έμειναν τα τοπωνύμια, όπως συνήθως συμβαίνει.

    ξέχασε το ἱλαρός (προσέξτε τη δασεῖα) αυτά για τον Κορνήλιο

  49. Άρτεμη said

    48 γελάω ένα τέταρτο με την χήρα Αθηνά 🙂

  50. Αγγελος said

    Λεώνικε, ναι, όαση ελληνοφωνίας φαίνεται πως ήταν η Αθήνα μέσα στην κατά συντριπτική πλειοψηφία αλβανόφωνη Αττική. Είχε μάλιστα και δικό της ιδίωμα, συγγενές με της Κύμης, για το οποίο σχετικά λίγα είναι γνωστά, διότι εξαφανίστηκε γρήγορα όταν η μέχρι το 1833 μικρή (αλλά όχι ασήμαντη) κωμόπολη έγινε πρωτεύουσα και κατακλύστηκε από επήλυδες από όλο τον ελληνικό χώρο. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο σε μια πόλη να επικρατεί άλλη γλώσσα απ’ό,τι στα περίχωρα — σκέψου την Τεργέστη ή και τη Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα. — Φυσικά, αυτό διόλου δεν αποκλείει να υπήρχαν και αρβανίτικα τοπωνύμια ή και αρβανίτικες γειτονιές στην Αθήνα

  51. Τίτος Εξώς Χριστοδούλου said

    Αστείον εστί τευθίς ωνθυλευμένη, Αθήναιος Δειπνοσοφισταί. Ραφινάτο,, της πόλεως, είναι και το παραγεμιστό καλαμαράκι.

Σχολιάστε