Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Τα ληξιαρχεία της γλώσσας

Posted by sarant στο 5 Νοεμβρίου, 2018


Την Παρασκευή που μας πέρασε ήμουν προσκαλεσμένος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης για να δώσω μια διάλεξη στους φοιτητές του Μεταπτυχιακού «Εφαρμοσμένη Γλωσσολογία. Διδακτική της Γλώσσας». Νομίζω πως η διάλεξη πήγε πολύ καλά, κυρίως όσον αφορά την προσέλευση και τη συμμετοχή των φοιτητών, παρόλο που ήταν στο τέλος της εβδομάδας, απόγευμα Παρασκευής.

Στην ομιλία μου ασχολήθηκα με ένα θέμα που το έχω επανειλημμένα θίξει στο ιστολόγιο, αλλά δεν του έχω αφιερώσει ειδικό άρθρο: τη χρονολόγηση της πρώτης εμφάνισης λέξεων. Ενδεικτικός είναι και ο τίτλος της ομιλίας: Τα ληξιαρχεία της γλώσσας: Αναζητώντας την πρώτη εμφάνιση λέξεων και φράσεων.

Τα περισσότερα παραδείγματα που ανέφερα τα έχουμε συζητήσει ήδη στο ιστολόγιο, αλλά όχι κάτω από αυτή τη σκοπιά.

Δυστυχώς, από δικη μου αμέλεια δεν ηχογραφήθηκε η ομιλία κι έτσι θα αρκεστούμε στο γραπτό κείμενο -από το οποίο βέβαια ξέφυγα μερικές φορές. Δεν θα παραθέσω ολόκληρο το κείμενο αλλά περίπου τα δύο τρίτα του, που αφορούν τη χρονολόγηση λέξεων. Αφήνω δηλαδή απέξω τη χρονολόγηση φράσεων, που είναι θέμα πιο γνωστό στους αναγνώστες του ιστολογίου, καθώς και τον επίλογο της ομιλίας -η οποία έτσι εμφανίζεται να τελειώνει απότομα.

Τη φωτογραφία την έβγαλε φίλος του ιστολογίου -πριν αρχίσει η ομιλία, να εξηγούμαστε.

Τα ληξιαρχεία της γλώσσας

Καλησπέρα σας, θέλω να ευχαριστήσω το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης και την κυρία Ευγενία Μαγουλά για την τιμητική πρόσκληση που μου έκαναν να με προσκαλέσουν να μιλήσω απόψε στο μεταπτυχιακό σας, και σας ευχαριστώ κι εσάς που μου κάνατε την τιμή να έρθετε εδώ.

Θα μιλήσουμε λοιπόν για τα Ληξιαρχεία της γλώσσας. Υπάρχουν όμως τέτοιες υπηρεσίες; Και τι κάνουν;

Πριν από λίγο καιρό, χρειάστηκα μια ληξιαρχική πράξη γεννήσεως. Πήγα λοιπόν στο ΚΕΠ της γειτονιάς μου, έκανα την αίτηση και πήρα ένα αντίγραφο, τη φωτοτυπημένη σελίδα από ένα χοντρό βιβλίο, όπου είχε καταχωρηθεί, χειρόγραφα, από τον ληξίαρχο Αθηνών κ. Μητσόπουλο, η δήλωση της γέννησής μου.

Με τους ανθρώπους έτσι γίνεται και είναι εύκολο να αποδείξει ο καθένας πώς λέγεται και πού και πότε γεννήθηκε, αν και βέβαια τυχαίνει κάποτε τα αρχεία αυτά να χαθούν ή να καταστραφούν -πολλές ληξιαρχικές εγγραφές χάθηκαν σε πολεμικές περιόδους, όταν τα κτίρια κάηκαν και μαζί τους και τα αρχεία. Αλλά αυτό είναι η εξαίρεση.

Με τις λέξεις, τα πράγματα δεν είναι και τόσο εύκολα. Οι λέξεις γεννιούνται κι αυτές, αλλά είναι μάλλον σπάνιο να τις “δηλώσει στο ληξιαρχείο” ο δημιουργός τους. Άλλωστε, στη συντριπτική τους πλειοψηφία (ή πλειονότητα, αν προτιμάτε) οι λέξεις είναι αγνώστου μητρός και πατρός.

Καμιά φορά βέβαια συμβαίνει και αυτό και θα αναφέρω δύο περιπτώσεις. Ο κύριος που βλέπετε στη διαφάνεια είναι ο φλαμανδός γιατρός Γιαν βαν Χέλμοντ (1570-1644), που πιο σωστά θα τον λέγαμε ιατροχημικό, αφού έκανε σπουδαιότατες παρατηρήσεις για τα αέρια και τους ατμούς. Ο βαν Χέλμοντ ήταν μπροστά από την εποχή του: πνεύμα ανήσυχο, πέρασε πολλά χρόνια στις φυλακές της Ιεράς Εξέτασης. Σε ένα έργο του που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του, γράφει για ένα αέριο που έβγαινε από την καύση των ξύλων (το διοξείδιο του άνθρακα, που φυσικά δεν το ονόμαζε έτσι): «Αυτό το πνεύμα, το μέχρι στιγμής άγνωστο, το ονομάζω με ένα νέο όνομα, Gas. Ελλείψει άλλου ονόματος, αυτή την αναθυμίαση την ονόμασα Gas, που δεν διαφέρει και πολύ από το χάος των αρχαίων». Να θυμίσουμε ότι ήταν Φλαμανδός, οπότε το G το αρχικό το πρόφερνε χ. Πράγματι, δεν διέφερε και πολύ.

Η λέξη αυτή πέρασε σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, κι έτσι ονομάζεται το αέριο γενικώς και ειδικότερα τον 19ο αιώνα το αέριο μίγμα με το οποίο ανάβει ο δημοτικός φωτισμός σε όλες τις πόλεις, κι έτσι από το γαλλικό gaz, είπαμε κι εμείς γκάζι το φωταέριο, αλλά και τη γειτονιά της Αθήνας που σφύζει από ζωή τα βράδια, γκάζι και τον μηχανισμό που ρυθμίζει την ταχύτητα του αυτοκινήτου και κατ’ επέκταση γκάζια τη μεγάλη ταχύτητα. Παιδιά του Χάους, είναι κι αυτά, από μια άποψη.

Μια άλλη περίπτωση όπου ο δημιουργός ενός νεολογισμού φρόντισε να το δηλώσει ρητά, είναι μια λέξη που εξάπτει τα πάθη -όχι για το περιεχόμενό της αλλά για τον τρόπο που γράφεται. Εννοώ τη λέξη ορθοπ*δικός -με αι τη γράφετε ή με ε;

Η λέξη πλάστηκε στα γαλλικά, ως orthopédie, από τον γιατρό Nicolas Andry (1658-1742), καθηγητή στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, ο οποίος το 1741 στο έργο του Traité d’orthopédie ou l’art de prévenir et corriger dans les enfants les difformités du corps (Πραγματεία περί «ορθοπαιδίας» ή προλήψεως και θεραπείας των σωματικών δυσπλασιών στα παιδιά) έπλασε αυτό τον όρο για να αποδώσει την προσπάθεια διόρθωσης των σωματικών δυσπλασιών ειδικά των παιδιών. Όπως λέει ο ίδιος ο Andry στον πρόλογό του : «Όσο για τον τίτλο, τον έπλασα από δύο ελληνικές λέξεις, ορθός και παιδίον» (Quant au titre, je l’ai formé de deux mots grecs, à savoir d’ Orthos, qui signifie droit, exempt de difformité, qui est selon la rectitude, et Paidion, qui signifie Enfant). Γι’ αυτό άλλωστε και χρησιμοποιεί é, με οξεία, που αποδίδει στους ελληνογενείς όρους το ελληνικό αι, π.χ.  pédagogie = παιδαγωγική, péderastie = παιδεραστία κ.ά.

Για να φέρουμε και ένα ελληνικό παράδειγμα, η λέξη “λογοτεχνία” δεν είναι αρχαία. Πλάστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, για να αποδώσει το γαλλικό littérature. Στο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη, πιθανολογείται ότι πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο ο Ιωάννης Πανταζίδης, σε άρθρο με τίτλο “Φιλολογία, γραμματολογία, λογοτεχνία”, στο περιοδικό Εστία το 1886.

Οι λόγιοι του 19ου αιώνα έπλασαν πολλές λέξεις ενώ επίσης ανέσυραν από τη λήθη πάρα πολλές λέξεις της αρχαίας ελληνικής, τις οποίες τις ανάστησαν και τις επιστράτευσαν για να αναλάβουν νέα υπηρεσία, συχνά αλλάζοντάς τους νόημα. Για παράδειγμα, η λέξη “πολιτισμός” υπήρχε στην αρχαία ελληνική, με διάφορες σημασίες, ας πούμε στα ελληνιστικά χρόνια σήμαινε τον κομψό τρόπο συμπεριφοράς, αλλά την ανάστησε το 1804 ο Αδαμάντιος Κοραής και της έδωσε τη σημασία που έχει σήμερα, για να αποδώσει το γαλλικό civilisation.

Αυτό συνεχίζεται ως τις μέρες μας, και οι μεταφραστικές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου εργάζομαι, έχουν εμπλουτίσει τα ελληνικά με εκατοντάδες ίσως νέους όρους -θα θυμάστε, ας πούμε, την “αειφόρο ανάπτυξη”, που είναι ανάσταση αρχαίου όρου. Στον καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη πιθανότατα οφείλουμε νεολογισμούς όπως Διαδίκτυο ή πολυμέσα.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχουμε γέννηση νέου όρου από τους λογίους, και έτσι, όταν είμαστε τυχεροί, μπορούμε να εντοπίσουμε με ασφάλεια τη στιγμή της γέννησης της νέας λέξης. Όμως τις περισσότερες λέξεις, τις συντριπτικά περισσότερες, δεν τις γεννούν οι λόγιοι αλλά ο λαός -και κανείς δεν απαθανατίζει τη στιγμή της γέννησής τους.

Εδώ, η δουλειά του γλωσσικού ληξίαρχου γίνεται πολύ πιο δύσκολη -αντί να κάθεται στο γραφείο του και να περιμένει τους ευτυχείς γονείς να έρθουν να δηλώσουν τη γέννηση του παιδιού τους, πρέπει να πάρει τους δρόμους ή μάλλον να αρχίσει να σκαλίζει τα κείμενα για να βρει όχι πια τη στιγμή της γέννησης αλλά την πρώτη ανεύρεση της αναζητούμενης λέξης. Και συχνά σε αυτή την αναζήτηση δεν διαφέρει πολύ από ντετέκτιβ.

Υπάρχουν, ευτυχώς, βοηθήματα. Πρώτα και κύρια τα λεξικά. Αν μια λέξη περιλαμβάνεται σε ένα λεξικό που εκδόθηκε το 1880 μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι τότε υπήρχε· το αντίστροφο δεν ισχύει δυστυχώς: η απουσία μιας λέξης από το λεξικό μπορεί να οφείλεται σε χίλιους-δυο λόγους, διότι τα λεξικά δεν περιλαμβάνουν το σύνολο των λέξεων μιας γλώσσας. Ιδίως οι λαϊκές και αργκοτικές λέξεις παλιότερα δεν ήταν εύκολο να περάσουν τους φραγμούς της ευπρέπειας και να λεξικογραφηθούν.

Οπότε, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί στο να βγάλουμε συμπεράσματα από την απουσία μιας λέξης από το λεξικό. Για παράδειγμα, πότε μπήκε στην ελληνική γλώσσα η λέξη “φρούτο”; Δεν τη βρίσκω σε μεσαιωνικά κείμενα του TLG, αλλά ούτε και στον Δουκάγγιο (έκδοση 1678). Τη βρίσκω όμως στον Σομαβέρα, ο οποίος την περιλαμβάνει και στο ελληνοϊταλικό και στο ιταλοελληνικό τμήμα του λεξικού του, όπου την ιταλική λέξη «la frutta» την εξηγεί ως: τα φρούτα, οι καρποί, τα πωρικά, τα γεμίσια. Η τελευταία λέξη μάς είναι άγνωστη σήμερα, είναι τουρκικής αρχής -αλλά τη λεξιπενία αυτή μην περιμένετε να την καταδικάσει κανείς. Ο Σομαβέρας εκδόθηκε το 1709 αλλά θα παραπήγαινε να συμπεραίναμε πως η λέξη μπήκε στη γλώσσα μας ανάμεσα στο 1678 και το 1709 (που θα σήμαινε ότι την έφεραν στον Μοριά οι Βενετοί όταν τον κατέκτησαν το 1687). Δεν αποκλείεται να συνέβη αυτό, αλλά εξίσου πιθανό είναι να υπήρχε η λέξη και να μην την κατέγραψε ο Δουκάγγιος.

Όπως επισημαίνει σε μια εργασία της η φίλη Ιώ Μανωλέσσου, το διάστημα ανάμεσα στο 1669, που σταματάει το Μεσαιωνικό λεξικό Κριαρά ως το 1800, που από τότε αρχίζει να καταγράφει λέξεις το Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας, είναι το πιο αχαρτογράφητο στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας.

Τα λεξικά πάντως, αν δεν είναι ιστορικά λεξικά, δεν ασχολούνται με την πρώτη εμφάνιση λέξεων και πολύ περισσότερο φράσεων. Από τα μεγάλα ελληνικά λεξικά που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στην αγορά, δηλ. ΛΚΝ, Λεξικό Μπαμπινιώτη και Χρηστικό Λεξικό Ακαδημίας, μόνο το λεξικό Μπαμπινιώτη αναφέρει την πρώτη εμφάνιση λέξεων και μόνο για μικρό τμήμα του λημματολογίου του (ενώ το Χρηστικό της Ακαδημίας αναφέρει ενίοτε την πρώτη εμφάνιση των ξένων λέξεων από τις οποίες προήλθε με δάνειο η ελληνική λέξη). Όλες οι χρονολογικές επισημάνσεις του λεξικού Μπαμπινιώτη είναι αντλημένες από ένα παλαιότερο βοήθημα, στο οποίο θα αναφερθώ τώρα, αν μη τι άλλο για να αποτίσω φόρο τιμής στον πρώτο Έλληνα γλωσσικό ληξίαρχο, αλλά και για να επισημάνω τους περιορισμούς του έργου του.

Πρόκειται για τον Στέφανο Κουμανούδη, έναν λόγιο του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε το 1818 στην Αδριανούπολη, έζησε αρκετά χρόνια στη Σερβία και στην Κεντρική Ευρώπη όπου σπούδασε, ήταν κλασικός φιλόλογος και αρχαιολόγος, καθηγητής των λατινικών στο Καποδιστριακό, έγραψε ποιήματα, και ιδίως στις δυο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του (πέθανε το 1899) ασχολήθηκε με τη συλλογή αθησαύριστων λέξεων, “νεολογισμών” θα λέγαμε σήμερα.

Το έργο του, που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, έχει τον μακροσκελή τίτλο Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Είναι ένας τόμος με περισσότερες από 1100 σελίδες σε δίστηλο, με δεκάδες χιλιάδες λήμματα.

Να προσεχτεί το “υπό των λογίων”. Ο Κουμανούδης δεν καταγράφει λαϊκές λέξεις, όμως δεν περιφρονεί τα παράγωγά τους, όταν αυτά χρησιμοποιηθούν σε εφημερίδες. Έτσι, ενώ δεν λημματογραφεί τη “ρεκλάμα”, καταγράφει τα παράγωγα ρεκλαμομανής, ρεκλαμόπληκτος και ρεκλαμοφόρον, λέξεις που όλες εμφανίστηκαν την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Βλέπετε, την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμα επικρατήσει η “αυτόχθων” λέξη διαφήμιση, που την καταγράφει και αυτήν ως νεολογισμό ο Κουμανούδης στη συναγωγή του, καθώς και τον ανταγωνιστικό όρο διαφημισμός, που τελικά δεν επικράτησε. Σήμερα η διαφήμιση έχει ολοσχερώς επικρατήσει και, καθώς η φύση απεχθάνεται τα εντελώς συνώνυμα, αλλά και επειδή οι δάνειες λέξεις εύκολα παθαίνουν δείνωση, ρεκλάμα λέμε πλέον όχι την κάθε λογής διαφήμιση αλλά κυρίως την αντιδεοντολογική διαφήμιση, π.χ. στην εκπομπή της κάνει συνέχεια ρεκλάμα για τα βιβλία του άντρα της.

Το έργο του λεξικογράφου, και ειδικά του “γλωσσικού ληξίαρχου” μπορεί να είναι άχαρο κατά καιρούς, και ο Κουμανούδης είχε συνείδηση αυτής της πραγματικότητας. Σε κάποιο σημείο, υιοθετεί ένα παλιότερο δίστιχο του Κ. Ασωπίου:

όστις γονείς εφόνευσεν, όστις Θεόν υβρίσει
λεξικογράφος ας γενεί, ίν’ άφεσιν ελπίσει!

Ο Κουμανούδης έκανε εξαιρετική δουλειά για την εποχή του. Ωστόσο, να μην ξεχνάμε ότι δούλευε με τα μέσα της εποχής του, που ήταν, να μη διστάσουμε να το πούμε, πρωτόγονα σε σύγκριση με τα σημερινά. Εκείνος αποδελτίωνε καθημερινά δεκάδες έντυπα, αφιερώνοντας πολλές ώρες στο έργο αυτό, εμείς σήμερα μπορούμε με δυο κλικ στον υπολογιστή μας να βελτιώσουμε τα ευρήματά του, δηλαδή να ανεβάσουμε κατά μία, δύο ή πολλές δεκαετίες την πρώτη εμφάνιση λέξεων στην ελληνική γλώσσα.

Σε ανακοίνωση της φίλης Γεωργίας Κατσούδα παρατίθενται πολλές τέτοιες αναχρονολογήσεις, το ίδιο και σε ανακοίνωση της φίλης Ιώς Μανωλέσσου, από όπου πήρα το δείγμα πίνακα που βλέπετε εδώ, που έχει λέξεις από το Δ, καθώς αυτές αφορούσε ο 6ος τόμος του Ιστορικού Λεξικού.

Δίκαια λοιπόν συμπεραίνει η Κατσούδα ότι “η χρονολόγηση της πρώτης εμφάνισης χρήζει εκ νέου έρευνας και … η αποκλειστική παραπομπή στο λεξικό Κουμανούδη πρέπει να γίνεται με πολλή προσοχή”.

Σαν παράδειγμα αναχρονολόγησης θα αναφέρω μια έρευνα που έκανα εγώ πριν από μερικά χρόνια. Ας δούμε την ιστορία της λέξης γρίπη, μια λέξη που θα τη λέγαμε και επίκαιρη, αφού συνήθως χτυπάει τώρα τον Νοέμβρη.

Η ‘γρίπη’ είναι λέξη δάνεια· τα λεξικά θα μας πουν ότι προέρχεται από το γαλλικό grippe, από το ρήμα gripper που θα πει «αρπάζω» και που έχει γερμανική προέλευση. Οι αγγλομαθείς θα αναγνωρίσουν το αγγλικό grip, οι γερμανομαθείς το γερμανικό greifen, που και τα δυο σημαίνουν «αρπάζω, πιάνω».

Η λέξη grippe είναι παλιότερη στα γαλλικά, αλλά με τη σημασία της ασθένειας μαρτυρείται από το 1743, όταν ξέσπασε μια πανευρωπαϊκή επιδημία, και δόθηκε προφανώς επειδή η ασθένεια μάς αρπάζει απότομα, μάς κυριεύει ξαφνικά. Φαίνεται πως η επιδημία του 1743 διέδωσε τη λέξη ‘γρίπη’ σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Πάντως, στην αρχή του Πόλεμος και ειρήνη ο Τολστόι παρατηρεί ότι η λέξη ‘γκριπ’ στα ρωσικά ήταν καινούργια στην Πετρούπολη το 1800 και την χρησιμοποιούσε μόνο η ελίτ.

Στα ελληνικά τη γράφαμε με δύο πι, γρίππη, επειδή όμως –και σωστά– τις δάνειες λέξεις η σημερινή ορθογραφία τις γράφει όσο το δυνατόν απλούστερα, εδώ και αρκετά χρόνια έχει καθιερωθεί η γρίπη. Η ‘γρίπη’ είναι βέβαια δάνεια λέξη, αλλά είναι πλήρως ενσωματωμένη στο ελληνικό τυπικό και έχει δώσει αρκετά παράγωγα: γριπούλα, γριπιασμένος ή γριπωμένος, αντιγριπικός, ακόμα και το λόγιο γριπώδης.

Πότε όμως μπήκε στην ελληνική γλώσσα η ‘γρίπη’; Το λεξικό Μπαμπινιώτη μάς λέει ότι ο όρος ‘γριπώδης’ μαρτυρείται από το 1889, μια πληροφορία που την αντλεί από τη Συναγωγή του Στέφανου Κουμανούδη. Πράγματι, τόσο ο όρος ‘γρίπη’ όσο και ο όρος ‘γριπώδης’ έχουν αποδελτιωθεί από τον Κουμανούδη σε ιατρικό άρθρο του 1889.

Καλός ο Κουμανούδης, αλλά όπως είπαμε στη σημερινή εποχή έχουμε κι άλλα εργαλεία. Αν κάνουμε τη δική μας έρευνα στα ψηφιοποιημένα σώματα του Διαδικτύου, θα βρούμε παλιότερες ανευρέσεις της λέξης ‘γρίπη’.

Στον Ασκληπιό, σύγγραμμα περιοδικόν της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, και συγκεκριμένα στο τεύχος του Ιουλίου 1857, βρίσκω μια πραγματεία για κάποια φαινόμενα «αποτελούντα την ούτω δη καλουμένην γριππώδη επιδημίαν». Και στο τεύχος του Ιουλίου-Αυγούστου 1858 του ίδιου συγγράμματος βρίσκω αναφορά με τίτλο «Ο εν Λοκρίδι επιδήμιος κατάρρους (Γρίππη)». Καθώς ο γιατρός του 1858 χρησιμοποιεί επεξηγηματικά τον όρο ‘γρίππη’ μπορούμε να συμπεράνουμε ότι δεν νεολογίζει αλλά χρησιμοποιεί έναν όρο καθιερωμένο από αρκετά χρόνια και το ίδιο συμπεραίνω από το “την ούτω δη καλουμένην”. Και πράγματι, μπορούμε να πάμε ακόμα πιο πίσω: σε σύγγραμμα “Ιπποθεραπευτική” του Νικ.Κοδρικά, που εκδόθηκε το 1853, γίνεται λόγος για κάποια αρρώστια των αλόγων, η οποία “ομοιάζει με την επιδημίαν την καλουμένην γρίππην και έχει τα αυτά σχεδόν με εκείνην συμπτώματα”. Καταφέραμε λοιπόν να ανεβάσουμε 36 ολόκληρα χρόνια τη χρονολόγηση του Κουμανούδη –είδατε πόσο εξελιγμένα είναι τα σύγχρονα εργαλεία;

Θα μου πείτε: Και τι μας ενδιαφέρει η πρώτη εμφάνιση μιας λέξης; Για τους ανθρώπους, έχουμε βάσιμους λόγους να ενδιαφερόμαστε για την ημερομηνία γεννήσεώς τους, αν μη τι άλλο για να τους ξεχωρίζουμε από άλλους συνονόματους -θυμάμαι ότι είχα κάποιο μπλέξιμο με την εφορία της περιοχής μου όταν χρειάστηκε να αποδείξω πως δεν είχα εγώ, το 1972, σε ηλικία 13 ετών αυτοκίνητο, αλλά ο συνονόματος παππούς μου. Για τις λέξεις όμως;

Τον απλό άνθρωπο δεν τον ενδιαφέρει ίσως η “χρονολογία γέννησης” μιας λέξης. Αλλά τον ετυμολόγο και τον ιστορικό της γλώσσας τον ενδιαφέρει πολύ. Καταρχάς, για λόγους τάξεως, for the record, που λέμε, για να έχουμε την πλήρη ταυτότητα της λέξης. Αλλά αυτό το πολύ σημαντικό στοιχείο θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε πράγματα για τη λέξη: πιθανώς το από πού μπήκε στη γλώσσα μας, γιατί μπήκε στη γλώσσα μας (αν είναι από την τάδε ή δείνα γλώσσα, αν είναι δικό μας εφεύρημα ή κόπια από τους ξένους, αν ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο πνευματικό ρεύμα, π.χ. διαφωτισμός, δημοτικισμός, αν είναι προϊόν σκόπιμου γλωσσικού προγραμματισμού ή αν ξεπήδησε από «το στόμα του λαού», και ίσως και ποια είναι η ετυμολογία της, αν είναι σκοτεινή, τι ανάγκες ήρθε να εξυπηρετήσει κλπ).

Ακόμα, η χρονολόγηση της λέξης μπορεί να καταρρίψει μια θεωρία για την ετυμολογία μιας λέξης, που κατά τα άλλα φαίνεται πειστική. Με το θέμα αυτό θα ασχοληθώ εκτενώς στη συνέχεια, μια και είναι ένα θέμα γοητευτικό, αλλά θα σας δώσω μια γεύση από τώρα.

Ξέρετε τη λέξη τζιμάνι, που τη λέμε επαινετικά για κάποιον πολύ ικανό άνθρωπο, που καταπιάνεται με όλα και τα καταφέρνει όλα, συνήθως μάλιστα λέμε “είναι παιδί τζιμάνι”. Όλα τα λεξικά μας ετυμολογούν τη λέξη από το αμερικανικό g-man, σύντμηση του government man, που δινόταν συνθηματικά στους πράκτορες του FBI. Ωστόσο, η λέξη τζιμάνι εμφανίζεται σε ρεμπέτικα τραγούδια ήδη από τη δεκαετία του 1930, “παιδί τζιμάνι μάγκες μου μα κάνει καβγαδάκια” λέει ο Νίκος ο Τρελάκιας το 1936, που είναι κάπως νωρίς για απευθείας είσοδο αγγλικών/αμερικανικών λέξεων στα ελληνικά, εκτός αν πρόκειται για ναυτικούς όρους. Επιπλέον, ο αγγλικός όρος G-man εμφανίζεται πρώτη φορά σε κείμενα το 1928, κάτι που καθιστά ακόμα πιο απίθανη τη σχέση του με τον ελληνικό όρο.

Ακόμα πιο παλιός είναι ο παράλληλος τύπος “τζιμάλι”, που απαντά σε διήγημα του Τραυλαντώνη από το 1895 καθώς και σε γλωσσικό υλικό συγκεντρωμένο από διάφορες περιοχές της χώρας. Ήδη,    η χρονολόγηση στα 1895 αποκλείει εξ ορισμού την αγγλική προέλευση -και πράγματι, όπως έχει γράψει ο Κ. Καραποτόσογλου, πρόκειται για δάνειο από την τουρκική λέξη cemal = κάλλος, ομορφιά, χάρη.

Παρομοίως, η λέξη “μέγκλα” που τη λέμε για κάποιο πράγμα εξαιρετικής ποιότητας, αποκλείεται να προέρχεται από το made in England, όπως το θέλει μια ευρέως διαδεδομένη άποψη, για τον απλούστατο λόγο ότι εμφανίζεται σε κείμενα ήδη από τον 19ο αιώνα και αυτό αποκλείει σχεδόν σίγουρα την αγγλική προέλευση.

Πριν προχωρήσουμε, να πούμε ότι η ανεύρεση μιας λέξης σε ένα κείμενο δεν δίνει βέβαια τη “χρονολογία γέννησης” της λέξης, δίνει το χρονικό όριο πριν από το οποίο εμφανίστηκε η λέξη, το terminus ante quem όπως λένε στα λατινικά. Και φυσικά είναι η παλαιότερη εμφάνιση “μέχρι αποδείξεως του εναντίου”, δηλαδή μέχρι να βρεθεί μια ακόμα παλιότερη.

Κάποιες φορές καθώς αναδιφούμε παλαιά κείμενα βρίσκουμε ενδείξεις που μας πληροφορούν πως μια δεδομένη λέξη είχε μόλις εμφανιστεί στη γλώσσα.

Τέτοιες πληροφορίες μπορεί να αντλήσουμε από συγγραφείς: ο Μπαλζάκ μάς λέει ότι (στην Εξαδέλφη Μπέτη) ότι το 1845 είχαν μόλις αρχίσει να χρησιμοποιούν στα γαλλικά την ιταλική λέξη brio, ενώ στις “Χαμένες ψευδαισθήσεις” έχει ολόκληρη ανάλυση για την εμφάνιση του όρου chantage από το ρήμα chanter=τραγουδώ με τη σημασία “εκβιασμός”. Όπως είπα και πιο πάνω, ο Τολστόι στην αρχή του Πόλεμος και ειρήνη μάς πληροφορεί ότι η ρωσική λέξη γκριπ, δάνειο από τα γαλλικά είχε μόλις (το 1800) αρχίσει να χρησιμοποιείται στην Πετρούπολη.

Για να μη ζηλέψουμε, θα αναφέρω κι ένα εγχώριο παράδειγμα όπου ένας λογοτέχνης μάς πληροφορεί για την πρόσφατη άφιξη μιας λέξης στη γλώσσα μας -αν και όχι σε μυθιστόρημά του παρά σε χρονογράφημα.

Πότε λέτε ότι μπήκε η λέξη “μπλόφα” στην ελληνική γλώσσα; Ο Δημητράκος έχει τη λέξη στο λεξικό του, ενώ το λεξικό της Πρωίας, που κυκλοφόρησε το 1933 δεν την έχει, ούτε βέβαια ο Κουμανούδης. Να υποθέσουμε τάχα ότι η λέξη μπήκε στη γλώσσα μετά το 1933 και πριν το 1938 -ασφαλώς όχι, μια και πρόκειται για λαϊκή λέξη. Η μπλόφα υπήρχε το 1933, απλώς οι λεξικογράφοι της Πρωίας δεν θεώρησαν ότι έχει επίσημο ένδυμα ώστε να συμπεριληφθεί στο λεξικό τους.

Μάλιστα, μπορούμε με αρκετή δόση βεβαιότητας να προσδιορίσουμε ότι η λέξη «μπλόφα» ήρθε στη γλώσσα μας τα πολύ πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, γύρω στο 1903. Πώς είμαι τόσο βέβαιος; Διότι έτυχε να περιπολεί ένας γλωσσικός συνοριοφύλακας με κοφτερό μάτι, ασκημένο αυτί και οξυμένο γλωσσικό αισθητήριο, που την είδε σχεδόν να περνάει τα (γλωσσικά) σύνορά μας: ήταν ο Ιωάννης Κονδυλάκης, ο οποίος δίνει την πρώτη (μέχρι αποδείξεως του εναντίου) καταγραφή της λέξης στη γλώσσα μας, σε χρονογράφημά του, δημοσιευμένο στην εφημ. Εμπρός τον Οκτώβριο του 1904, με τίτλο, ακριβώς, «Η μπλόφα».

Η χρονολόγηση γύρω στο 1903 συνάγεται από τη μαρτυρία του Κονδυλάκη ότι τον Οκτώβριο του 1904 η μπλόφα ήταν μεν καινούργια λέξη, αλλά είχε προλάβει να αποκτήσει παράγωγα.

Η ΜΠΛΟΦΑ

— Άκουσε, μπλόφες σ’ εμένα δεν περνάνε!

Την φράσιν αυτήν ήκουσα χθες ν’ απευθύνη κάποιος κύριος προς ένα άλλον εις την οδόν Σταδίου, ενώ ανέβαινον φιλονικούντες ζωηρώς.

— Μπλόφες; Γιατί μπλόφες; Δεν συνηθίζω εγώ να μπλοφάρω, είπεν ο άλλος, και σε παρακαλώ να προσέχης τα λόγια σου!

Ιδού μία ξένη λέξις, την οποίαν συλλαμβάνομεν εισχωρούσαν χωρίς προειδοποίησιν εις την γλώσσαν μας. Οι δύο εκείνοι κύριοι την μετεχειρίζοντο με τρόπον εμφαίνοντα ότι δεν την μετεχειρίζοντο πρώτην φοράν και ότι έχει προς την ακοήν και το αίσθημα αυτών οικειότητα καθημερινής χρήσεως. Έλαβε μάλιστα καιρόν εις το στόμα των και να τεκνογονήση. Από την «μπλόφαν» έγινε και ρήμα «μπλοφάρω»· και αφού έγινεν η αρχή, δεν υπάρχει κανείς λόγος να μη σχηματίση ολόκληρον οικογένειαν παραγώγων η άποικος ανετώτερον εγκαθισταμένη εις το γλωσσικόν έδαφος της Ελλάδος.

Επειδή ο Κονδυλάκης ήταν μανιώδης παίκτης του πόκερ μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα αντελήφθη την είσοδο της λέξης στη γλώσσα αμέσως μετά τον ερχομό της.

Με την μπλόφα μπορέσαμε να προσδιορίσουμε την άφιξη της νέας λέξης με ακρίβεια 1-2 χρόνων, που είναι ήδη εντυπωσιακό. Με μια άλλη λέξη, την τραγιάσκα, πετυχαίνουμε να προσδιορίσουμε τη γέννηση της λέξης με ακρίβεια λίγων ημερών –αξίζει να διηγηθούμε την ιστορία της λέξης, αλλά πρέπει να σας προειδοποιήσω ότι τέτοια ακρίβεια αποτελεί εξαίρεση.

Τραγιάσκα είναι ένα είδος καπέλου που παλιότερα το φορούσαν ιδίως οι εργάτες και οι αγρότες. Σε ορισμένα ρεμπέτικα μάλιστα η τραγιάσκα εμφανίζεται σαν σήμα κατατεθέν του φτωχού εργάτη “μην είσαι ψεύτρα δίγνωμη, μη μου μιλάς με μασκα, γιατί κι εγώ έχω καρδιά, τι κι αν φορώ τραγιάσκα” λέει ένα τραγούδι του Απόστολου Χατζηχρήστου γραμμένο το 1940.

H λέξη «τραγιάσκα» δεν ακούγεται ελληνική. Πρέπει να είναι ξένο δάνειο. Αλλά από ποια γλώσσα; Ξέρετε ή φαντάζεστε;

Στα ρουμάνικα trăïască σημαίνει `ζήτω΄, από το ρήμα a trăi, που σημαίνει «ζω, υπάρχω».

Το ΛΚΝ γράφει: Το επιφώνημα θεωρήθηκε ουσιαστικό, επειδή ζητωκραυγάζοντας πετούσαν τους σκούφους στον αέρα, σύγκρ. ρεπούμπλικα.

Πράγματι, τον καιρό που ο κόσμος φορούσε καπέλα ήταν πολύ συνηθισμένο όταν ζητωκραύγαζαν ή πανηγύριζαν, να πετάνε και τα καπέλα τους στον αέρα. Αυτό το βλέπουμε και στην έκφραση «πετάει τη σκούφια του για…» όταν κάποιος δείχνει πολύ ενθουσιασμό για ενα θέμα. Φαίνεται πως και το καπέλο τύπου ρεπούμπλικα πήρε από ανάλογους πανηγυρισμούς το όνομά του (στην Ιταλία, και μας ήρθε μαζί με το όνομα).

Όμως, πού βρέθηκαν στην Ελλάδα τόσοι ρουμανόφωνοι ώστε να πετάξουν τα καπέλα τους φωνάζοντας «τραϊάσκα» και να το ακούσουν οι Έλληνες και να το υιοθετήσουν;

Κανένα λεξικό δεν προσδιορίζει το γεγονός αυτό. Ο Μπαμπινιώτης μιλάει αόριστα για “παλαιούς Ρουμάνους εκδρομείς”, ενώ το ΛΚΝ και το Χρηστικό απλώς αναφέρουν ότι στα ρουμανικά trăïască σημαίνει `ζήτω΄.

Λοιπόν; Λοιπόν, το 1901 είχε υπογραφεί μια ελληνορουμανική Σύμβαση, είχε γίνει συνάντηση του βασιλιά Γεωργίου με τον Κάρολο της Ρουμανίας και στα πλαίσια της προώθησης της ελληνορουμανικής φιλίας έγινε μια οργανωμένη εκδρομή φοιτητών. Έτσι, στις 30/8/1901 έφτασε στον Πειραιά πολυπληθής αποστολή από 250-300 Ρουμάνους φοιτητές (και μετρημένες στα δάχτυλα φοιτήτριες), με επικεφαλής τον καθηγητή Τοτσιλέσκου. Οι επισκέπτες πήραν μέρος σε πολλές εκδηλώσεις, σε Αθήνα και επαρχία, και παντού η υποδοχή τους ήταν ενθουσιώδης, με άφθονες ζητωκραυγές, και έτσι άρχισε να ακούγεται πολύ η ζητωκραυγή «τραγιάσκα Ρουμανία» και αντιστοίχως «ζήτω η Ελλάς». Καθώς οι Έλληνες άκουγαν συνεχώς την ιαχή «τραγιάσκα» και ταυτόχρονα έβλεπαν να πετούν στον αέρα τα καπέλα των Ρουμάνων, ήταν επόμενο να συνδεθεί η λέξη με το καπέλο. Μάλιστα, όπως δείχνουν τα αποσπάσματα των εφημερίδων της εποχής, το ρουμάνικο καπέλο έγινε μόδα και αμέσως διαδόθηκε:

ΣΚΡΙΠ 8/9/1901
Οι Έλληνες έμαθον την Ρουμανικήν λέξιν «Τραγιάσκα» η οποία και διεδόθη εν ακαρεί εις όλην την Ελλάδα.

ΣΚΡΙΠ 21/10/1901
Ο Ρουμανικός κούκκος, όσο χειμωνιάζει, τόσο και διαδίδεται εις τας Αθήνας. Όλα τα κοριτσάκια φορούν κούκκον πλέον. … Τας κουκκοφορούσας ο κόσμος τας εβάπτισε «Τραγιάσκες!» Τα χαμίνια εις τον δρόμον άμα ιδούν καμμιά με κούκκον φωνάζουν: «Τραγιάσκα!»

Κι έτσι τρεις μήνες μετά την επίσκεψη των Ρουμάνων οι ελληνικές πιλοποιίες άρχισαν να κατασκευάζουν και να διαφημίζουν “κούκους τραγιάσκα” διότι ως τότε το καπέλο αυτό ανήκε στην ευρύτερη κατηγορία του “κούκου”

Είπα προηγουμένως ότι χάρη στη χρονολόγηση των λέξεων μπορούμε να ανασκευάσουμε ετυμολογίες που φαίνονται κατά τα άλλα πειστικές. Θα δώσω ένα παράδειγμα, τη λέξη τρελοκαμπέρω.

Η άποψη ότι το επίθετο «τρελοκαμπέρω» προέρχεται από τον αεροπόρο Δημήτρη Καμπέρο  αναφέρεται ως πιθανή από το Ετυμολογικό Λεξικό του Μπαμπινιώτη. Ο Καμπέρος (1883-1942) ήταν πιλότος της πολεμικής αεροπορίας από την εποχή των βαλκανικών πολέμων, και εκτελούσε συχνά παράτολμες αποστολές ή έκανε θεαματικές φιγούρες σε επιδείξεις. Έτσι, αποκλήθηκε «Τρελοκαμπέρος». Υποτίθεται λοιπόν ότι η κλητική προσφώνηση «Α ρε τρελοκαμπέρο!» στις επόμενες δεκαετίες που είχαν πια ξεχαστεί τα κατορθώματά του θα συνέβαλε στο να θεωρηθεί θηλυκού γένους η λέξη (η τρελοκαμπέρω).

Η εξήγηση αυτή είναι απόλυτα εύλογη. Θα μπορούσαμε επίσης να υποθέσουμε ότι σαν γοητευτικός νέος που ήταν ο Καμπέρος θα είχε πολλές θαυμάστριες. Κι όταν η θαυμάστρια ξεφώνιζε την ώρα που ο Καμπέρος έκανε τις ριψοκίνδυνες φιγούρες του, ο συνοδός της, ίσως και με κάποια κρυφή ζήλεια, θα την αποκαλούσε «τρελοκαμπέρω».

Και αυτή η εικασία εύλογη είναι, οπως είναι εύλογη και η αρχική εξήγηση. Μάλιστα, η άποψη ότι η λεξη «τρελοκαμπέρω» προήλθε από τον ριψοκίνδυνο Δημήτρη Καμπέρο δεν είναι καινούργια: υπήρχε και παλαιότερα, και όταν τον Μάιο του 1964 το θέατρο Μετροπόλιταν ετοίμαζε την επιθεώρηση «Τρελοκαμπέρω» του Γ. Γιαννακόπουλου, η οικογένεια Καμπέρου (οικογένεια γνωστή και με συμμετοχή στα κοινά στον Πειραιά) έκανε διάβημα στον θεατρώνη, θεωρώντας ότι διασυρεται το όνομά της και τελικά ο τίτλος της επιθεώρησης άλλαξε σε: «Η δημοκρατία χορεύει».

Εύλογη λοιπόν η εξήγηση, αλλά εύλογη δεν σημαίνει πάντοτε αληθινή. Κι εγώ την είχα δεχτεί και μου φαινόταν απόλυτα ικανοποιητική, όμως αργότερα, διαβάζοντας ένα άρθρο του Ν. Λάσκαρη, μεγάλης μορφής του ελληνικού θεάτρου προπολεμικά, για τα παρατσούκλια των παλιών ηθοποιών, είδα ότι η μεγάλη ηθοποιός Ευαγγελία Παρασκευοπούλου είχε το παρατσούκλι «καμπέρω».

Δεδομένου ότι η Παρασκευοπούλου αποσύρθηκε από τη σκηνή περί το 1910, είναι παλιότερη από τον αεροπόρο Καμπέρο, άρα δεν μπορεί να πήρε το παρατσούκλι της από αυτόν. Κι αν υπάρχει γυναικείο παρατσούκλι «καμπέρω», ήδη από το 1900, η απόσταση μέχρι την «τρελοκαμπέρω» είναι πολύ μικρή.

Τελικά, η εκδοχή του Καμπέρου αποκλείστηκε οριστικά όταν βρήκα ότι ο μεγάλος ζωγράφος Νικόλας Γύζης, το 1899, παραπονιόταν σε επιστολή του σε έναν φίλο του για την κακή υποδοχή που είχε το έργο του «Η δόξα των Ψαρών»:

«… μού την είπαν Ζουρλοκαμπέρω, παραπονιέται».

Πράγματι, σε ένα σατιρικό ποίημα ο γνωστός δημοσιογράφος και λόγιος Πολύβιος Δημητρακόπουλος (με το ψευδώνυμο Πολ Αρκάς) σατιρίζει τη γυναικεία μορφή στον πίνακα του Γύζη που περιφέρεται με ξέπλεκα μαλλιά, ότι “σουλατσάρει σαν ζουρλοκαμπέρω”.

Αφού λοιπόν η ζουρλοκαμπέρω ήταν γνωστή λέξη το 1899, όταν ο Καμπέρος ακόμα ήταν έφηβος, αποκλείεται να γεννήθηκε από τις παράτολμες φιγούρες του με το αεροπλάνο.

Και τότε; Από πού βγήκε η λέξη «τρελοκαμπέρω»; Υπάρχει η παλιότερη ετυμολογία του Ανδριώτη, που τη δέχεται και το ΛΚΝ, ότι προέρχεται από το τουρκ. kamber «αχώριστος σύντροφος, ταίρι», πιθανώς με την ειρωνική σημασία «αυτή που δεν μπορεί να λείπει», αν και δεν είναι σαφής ολόκληρη η διαδρομή και η μεταβολή των σημασιών της λέξης. Ο Κ. Καραποτόσογλου βρίσκει τη λέξη σε λευκαδίτικο γλωσσάρι και τη συνδέει με το κατωιταλικό “καμπεράριος, πρωτοκαμπέρης”, αξίωμα που προέρχεται από την κάμαρα. Καμιά από τις εξηγήσεις αυτές δεν είναι πολύ πειστική· ίσως προταθεί κάποια άλλη.

Πάντως το βέβαιο είναι πως η τρελοκαμπέρω δεν προέρχεται από τον αεροπόρο Καμπέρο.

Είδατε το κακό της απομυθοποίησης; Ανταλλάζεις μια γοητευτική σιγουριά (τον γενναίο αεροπόρο) με μια πεζή και κάπως θολή αβεβαιότητα….

Πάμε σε μια άλλη περίπτωση, όχι πολύ εύοσμη φοβάμαι -αλλά οι λέξεις δεν μυρίζουν. Τις στρατιωτικές τουαλέτες τις λένε “η Καλλιόπη” και ο όρος έχει περάσει και στις δημόσιες τουαλέτες γενικότερα.

Γιατί ονομάστηκαν έτσι; Μια εκδοχή που προβάλλεται πολύ είναι πως τον Ιούνιο του 1930, όταν στην πλατεία Ομονοίας τοποθετήθηκαν περιμετρικά τα αγάλματα των 9 Μουσών, το άγαλμα της Καλλιόπης βρισκόταν πάνω στους εξαεριστήρες του υπόγειου κι έτσι τελικά τοποθετήθηκε στο υπόγειο, πλάι στις δημόσιες τουαλέτες. Ως πηγές για την εξήγηση αυτή αναφέρονται διάφορα άρθρα εφημερίδων, που όμως κανένα δεν είναι της εποχής εκείνης· όλα είναι πολύ μεταγενέστερα.

Αγνοώ αν όντως έτσι έγινε κι αν περίσσεψε το ένα άγαλμα -μια αναδίφηση σε εφημερίδες της εποχής θα μας έδινε την απάντηση. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι δεν μπορεί να ονομάστηκαν Καλλιόπη οι στρατιωτικές τουαλέτες από το περισσευούμενο άγαλμα της Μούσας στην Ομόνοια, για τον απλούστατο λόγο ότι η λέξη Καλλιόπη βρίσκεται σε συλλογή λαογραφικού υλικού στο περιοδικό Λαογραφία το 1923. Βλέπετε πώς η χρονολόγηση μπορεί να προσφέρει ακαταμάχητη απόδειξη για τη διάψευση μιας θεωρίας, αν η θεωρία αυτή περιλαμβάνει μια ακριβή χρονολογία!

Και πάλι, ξεμάθαμε κάτι αλλά δεν μάθαμε τίποτα -θέλω να πω, από πού προήλθε η ονομασία “Καλλιόπη”; Μήπως από την “καλή οπή” όπως το θέλει μια άλλη διαδεδομένη θεωρία; Δεν νομίζω, δεν φτιάχνονται έτσι οι λέξεις -αλλά δεν μπορώ να το αποκλείσω, τουλάχιστον όχι με το επιχείρημα της χρονολόγησης. Αν πάντως θέλετε τη γνώμη μου, θεωρώ πιθανό (όχι βέβαιο) να χρησιμοποιήθηκε το όνομα Καλλιόπη σαν τυπικό όνομα καθαρίστριας -οπότε, “πήγαινε κάνε την Καλλιόπη”.

Θα δούμε μια ακόμα περίπτωση όπου προτείνεται μια “χρονολογημένη” ετυμολογία -η οποία και πάλι καταρρίπτεται χάρη στην ανεύρεση μιας προγενέστερης εμφάνισης. Πρόκειται για τη λέξη “γκόμενα”, που έχει βασανίσει όχι λίγο τους ετυμολόγους.

Το Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας ετυμολογεί τη λέξη από τη λακ μαλλιών Gomina, που εισήχθη στην Ευρώπη από την Αργεντινή και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στις ηθοποιούς. Λένε κάποιοι ότι η ετικέτα της λακ απεικόνιζε μιαν όμορφη γυναίκα, με τη λεζάντα Gomina, ενώ άλλοι φαντάζονται ότι οι «γκομιναρισμένες» γυναίκες ονομάστηκαν γκόμενες.

Χαρακτήρισα «ελκυστική» αυτή τη θεωρία, επειδή όντως η Gomina, αργεντίνικη λακ της οποίας το εμπορικό σήμα κατατέθηκε τον Οκτώβριο του 1926 στη Γαλλία, έκανε θραύση στην Ευρώπη του μεσοπολέμου, σε σημείο που η λέξη να περάσει στα γαλλικά (gomina) όπου μάλιστα έφτιαξε και το ρήμα se gominer, παναπεί βάζω λακ στα μαλλιά μου. Όλα αυτά όμως θα ήταν βάσιμα αν η λέξη εμφανιζόταν στη γλώσσα μας στον μεσοπόλεμο, και όχι παλιότερα.

Ωστόσο, η λέξη «γκόμενα/γκόμινα» υπάρχει στη γλώσσα πολύ νωρίτερα. Βέβαια, πρόκειται για λαϊκή λέξη, και όχι και πολύ καθώς πρέπει, δεν είναι θέλω να πω από τις λέξεις που μπορείς να τις αναφέρεις σε ένα κοσμικόν τέιον, ωστόσο υπάρχουν κάποιες παλιές ανευρέσεις της, όπως για παράδειγμα σε μετάφραση του Όλιβερ Τουίστ, του Ντίκενς, το 1878, όπου μάλιστα ο μεταφραστής είναι ο Νικόλαος Πολίτης, ο θεμελιωτής της ελληνικής λαογραφίας. Μέχρι στιγμής, η παλιότερη ανεύρεση της λέξης είναι στο μυθιστόρημα «Οι μυστηριώδεις νυκτοκλέπται», μυθιστορημα υποκόσμου γραμμένο από τον Μηνά Χαμουδόπουλο, που κυκλοφόρησε το 1870 και αφηγείται τις περιπέτειες μιας σπείρας κακοποιών στη Σμύρνη.

Σε ένα σημείο της περιπέτειας, οι κακοποιοί έχουν βάλει στο μάτι ένα αρχοντόσπιτο και στέλνουν κάποιον Βογιατζή να κάνει τα γλυκά μάτια στην υπηρέτρια του σπιτιού, διότι «είναι αψηλός και νόστιμος κι οι γκόμινες σαλιάζουνε γι’ αυτόν». Και πράγματι, τα φτιάχνει ο λεγάμενος με τη λεγάμενη και κάποια στιγμή «η γκόμινα» του λέει πως τα αφεντικά της θα λείψουν -και η συνέχεια επί της οθόνης.

Σε άλλο σημείο, ήρωας του έργου αποφαίνεται ότι «τα ζεφκάκια κι οι γκόμινες δεν αφήνουνε κανένα να κάνει μαλλί». Ζεφκάκια τα γλεντάκια, ζέφκι το γλέντι (υπάρχει και σήμερα η λέξη σε διαλέκτους της ελληνικής), δηλαδή τα ξενύχτια και οι γυναίκες δεν σε αφήνουνε να μαζέψεις λεφτά.

Οπότε, αποκλείεται η γκόμενα να προέρχεται από την αργεντίνικη πομάδα των μαλλιών. Για λόγους χρονολογικούς και άλλους, αποκλείεται να προέρχεται επίσης από το woman ή το go with men, όπως θέλουν κάποιες ευφάνταστες θεωρίες. Έχουν διατυπωθεί πολλές άλλες θεωρίες, η λέξη συνεχίζει να μας ταλαιπωρεί -όπως βλέπετε, και πάλι ξεμάθαμε κάτι χωρίς να μάθουμε κάτι σίγουρο στη θέση του.

Το μυθιστόρημα του Χαμουδόπουλου, που μόλις αναφέραμε, είναι πραγματικό μεταλλείο για τον ερευνητή της γλώσσας, καθώς στους διαλόγους του διασώζει, ίσως φιλτραρισμένη, τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν στην πιάτσα την εποχή εκείνη.

Κατά σύμπτωση μάς παρέχει την παλαιότερη έως τώρα ανεύρεση και μιας άλλης λέξης που επίσης έχει βασανίσει πολύ τους ετυμολόγους: τη λέξη ή μάλλον την οικογένεια λέξεων ρεμπέτης – ρεμπέτικο.

Στη μελέτη του Περί της λέξεως «ρεμπέτικο» το ανάγνωσμα…, ο Πάνος Σαββόπουλος (απλή συνωνυμία με τον Διονύση) απαριθμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, 15 θεωρίες για την προέλευση της λέξης. Ο Σαββόπουλος τις απορρίπτει και τις δεκαπέντε για να προτείνει μια δέκατη έκτη, η οποία προσπαθεί να θεραπεύσει τα ελαττώματα της «θεωρίας των ρεμπετολόγων», δηλαδή της προέλευσης από το «ρέμπομαι» και/ή το «ρεμπιτός». Αφού επισημάνει ότι η λέξη ρεμπέτικο πρωτοεμφανίζεται στην ετικέτα ενός δίσκου γραμμοφώνου γύρω στο 1910, προτείνει την εξής ιδέα: ότι τη λέξη «ρεμπέτικο» την έπλασε κάποιος έξυπνος διευθυντής εταιρείας δίσκων (ή στέλεχος εταιρείας) στην Πόλη το 1910, που ήταν διαβασμένος και ήξερε το ρέμπομαι και το ρεμπιτός, στο μοντέλο μποέμης -μποέμικο, ρέμπομαι-ρεμπιτός-ρεμπέτικο, και ότι η λέξη «ρεμπέτης» (που άλλωστε, κατά την καταγραφή του Σαββόπουλου, δεν είναι τόσο συχνή στα τραγούδια της πρώτης εποχής) προήλθε υποχωρητικά από τον εμπορικό όρο «ρεμπέτικο».

Η ιδέα του Σαββόπουλου είναι ευφυέστατη, δεδομένου ότι ξεμπερδεύει μια και καλή με την απουσία ενδιάμεσων τύπων και τη σημασιακή απόσταση: αφού είναι εμπορική ονομασία, πλάσμα της λεξιπλαστικής φαντασίας ενός έξυπνου και μορφωμένου αστού, όλα (ή σχεδόν) επιτρέπονται! Η άλλη όψη του νομίσματος είναι πως η ευφυής θεωρία του Σαββόπουλου περιέχει και το κλειδί για την ανασκευή της: αν η λέξη πλάστηκε «εκ του μηδενός» από έναν λόγιο το 1910, είναι φανερό πως αν βρούμε τη λέξη «ρεμπέτικο» (ή και τη λέξη «ρεμπέτης», που είναι παράγωγό της κατά Σαββόπουλον) σε κείμενο παλιότερο από το 1910 η θεωρία καταρρέει (σαν χάρτινος πύργος, αν σας αρέσουν τα κλισέ).

Τέτοιο κείμενο βρέθηκε (και όχι μόνο ένα), οπότε μπορούμε να βάλουμε στο αρχείο τη θεωρία του Σαββόπουλου. Και πάλι, η παλαιότερη ανεύρεση είναι στον Χαμουδόπουλο και στους νυκτοκλέπτες του:

— Άκουσε, Παναγιώτη, του είπε, τον Δεσποτόπουλο. Αυτός από πενήντα χρόνια κι εδώθε είναι από τους πρώτους της ρεμπέτας και τ’ όνομά του είναι ξακουσμένο μέσα ‘στην Ανατολή και ‘στα Εφτάνησα. Πίστευσέ τον ό,τι σου λέγει, διότι κι ο διάβολος δεν ξέρει όσα ο Παπούς (όνομα χαϊδευτικόν του Δεσποτόπουλου προσαγορευόμενον ούτω υπό των συντρόφων του νυκτοκλεπτών).

Ο Παπούς λοιπόν είναι «από τους πρώτους της ρεμπέτας», και αμέσως καταλαβαίνουμε ότι ρεμπέτα, λέξη που εμφανίζεται δεκάδες φορές στο μυθιστόρημα, είναι η πιάτσα, ο υπόκοσμος, ή, όπως το ορίζει ο Χαμουδόπουλος, «το σύνολον των νυκτοκλεπτών», σε επεξήγηση που δίνει στις πρώτες σελίδες του βιβλίου του.

Ο όρος “η ρεμπέτα” εμφανίζεται στις επόμενες δεκαετίες αρκετές φορές, π.χ. στον Ρωμηό του Σουρή, με διευρυμένη πια σημασία, όπως στον κ. Πρόεδρο του Βώκου (1893), όπου χρησιμοποιείται για τα παλικάρια του κομματάρχη: Μαζεύει τις ρεμπέτες του ο Φερεκίδης να κάνει διαδηλώσεις να φωνάζουν οι λούστροι και οι αφερέγγυοι. Και από τον πληθυντικό του θηλυκού (η ρεμπέτα – οι ρεμπέτες) πλάστηκε αρσενικό, ο ρεμπέτας και ο ρεμπέτης.

Για μια ακόμα φορά, ξεμάθαμε κάτι -ότι αποκλείεται ο όρος ρεμπέτης κτλ. να πλάστηκε το 1910 εκ του μηδενός, αλλά δεν μάθαμε κάτι στη θέση του, αφού η αρχή της οικογένειας όρων δεν έχει απόλυτα ξεκαθαρίσει. Η προέλευση από το τουρκ. ribat = στρατώνας, προκεχωρημένο φυλάκιο είναι αυτή που ακούγεται συχνότερα.

[Στη συνέχεια αναφέρομαι στη χρονολόγηση φράσεων. Και τελειώνω ως εξής]:

Στην αρχή της ομιλίας μου είχα αναρωτηθεί, ρητορικά, αν υπάρχουν γλωσσικά ληξιαρχεία. Την απάντηση δεν την έδωσα: επίσημοι φορείς φυσικά δεν υπάρχουν. Γλωσσικά ληξιαρχεία είναι τα ιστορικά λεξικά και για την ελληνική γλώσσα έχουμε το Ιστορικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής, το κοινώς λεγόμενο “λεξικό της Ακαδημίας”, εκείνο που υποτίθεται ότι “εδώ και 30 χρόνια έχει κολλήσει στο γράμμα Γ” -στην πραγματικότητα πρόσφατα κυκλοφόρησε ο 6ος τόμος που φτάνει ως το λήμμα διάλεκτος, και, αν υπάρξει από την Ακαδημία η πολιτική βούληση είναι σχετικά εφικτό να εκδίδεται ένας τόμος κάθε 2-3 χρόνια.

Σε όλη μου την ομιλία αναφερθηκα σε λεξικά και συχνά επισήμανα ελλείψεις ή παραλείψεις ή αστοχίες λεξικών. Κλείνοντας, θέλω να διευκρινίσω πως με το να επισημαίνω ελλείψεις σε λεξικά καθόλου δεν αρνούμαι την αξία τους, το αντίθετο μάλιστα.

Τα λεξικά πρέπει να τα μελετάμε· δεν είναι ντροπή να συμβουλευόμαστε λεξικό, ούτε δείχνει γλωσσικά κενά το να θέλεις να επιβεβαιώσεις ότι η εντύπωση που έχεις για τον τρόπο χρήσης της λέξης ή για την ετυμολογία της είναι σωστή. Προσωπικά, συμβουλεύομαι λεξικό πολλές φορές καθημερινά, είτε σε έντυπη μορφή είτε το ΛΚΝ που είναι και δωρεάν διαθέσιμο στο Διαδίκτυο, είτε άλλους διαδικτυακούς πόρους.

Κλείνοντας θα ήθελα να σας προτρέψω, όσοι ασχοληθείτε μάχιμα με την εκπαίδευση, να καλλιεργήσετε και στους μαθητές σας την αγάπη προς τα λεξικά. Κι αν θέλουμε να αντλήσουμε ένα δίδαγμα από τα όσα εξέθεσα, θα σας καλούσα να φαίνεστε δύσπιστοι και να επιδιώκετε επαλήθευση και διασταύρωση όταν ακούτε να παρουσιάζουν, χωρίς τεκμηρίωση, ωραίες θεωρίες σαν κι αυτές που παρουσιάσαμε εδώ, για τη Μιχαλού που ήταν ταβερνιάρισσα στο Ναύπλιο ή για τη μέγκλα που προέρχεται τάχα από το made in England, αλλά και γενικότερα σε άλλες αντιεπιστημονικές θεωρίες και μύθους για τη γλώσσα, που πολύ συχνά ακούμε να διαδίδονται, και μέσα από το Διαδίκτυο και έξω από αυτό, κάποιες φορές και από εκπαιδευτικούς προς τους μαθητές τους -που είναι πολύ επιζήμιο αν σκεφτούμε το κύρος που έχει ο δάσκαλος.

Τον μύθο ότι τάχα η ελληνική γλώσσα για μία μόνο ψήφο έχασε την ευκαιρία να γίνει επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ τον είχα ακούσει στο δημοτικό σχολείο από τον δάσκαλό μου. Τις προάλλες, σε  μια διαδικτυακή συζήτηση, μια φίλη έλεγε πως η κατά τα άλλα εξαιρετική δασκάλα της κόρης της τους επανέλαβε στην τάξη τον ίδιο μύθο.

Ας χρησιμέψει και η σημερινή διάλεξη σαν προτροπή να μελετάμε τις πηγές και να μην αποδεχόμαστε άκριτα ευχάριστες ή συναρπαστικές θεωρίες. Σας ευχαριστώ!

 

 

155 Σχόλια to “Τα ληξιαρχεία της γλώσσας”

  1. Γς said

    Καλημέρα και καλή βδομάδα

    Γεννήσεις λοιπόν. Η πρωτοεμφάνιση μιας λέξης

    Υπάρχει περίπτωση και για … θανάτους λέξεων;

  2. Γς said

    1:

    Σίγουρα μπορουν να εκδίδονται και τέτοια πιστοποιητικά [θανάτου].
    Το πρόβλημ όμως είναι ότι είναι αδύνατη η αναγραφή ημερομηνίας

  3. Έξοχη σύνοψη των καλύτερων στιγμών του ιστολογίου! Τώρα όμως πρέπει να κάτσεις να βάλεις λίκνους για τα αντίστοιχα άρθρα.

  4. Νέο Kid said

    Να μπει η κάτωθι λεζάντα στη φωτογραφία:
    Ο multi-tasker Νίκος Σαραντάκος βρίσκει ευκαιρία ,περιμένοντας να κάνουν ησυχία οι υποψήφιοι δάσκαλοι για να αρχίσει την ομιλία του, να χρησιμοποιήσει το τεχνολογίας αιχμής τηλέφωνο του για να:
    1ον. Απαντήσει σε 10 η-μέηλ
    2ον. Στείλει στον εκδότη του 11 διορθώσεις , 5 αλλαγές και 3 παροράματα σχετικά με το καινούργιο βιβλίο που έχει στα σκαριά.
    3ον. Γράψει το άρθρο της επόμενης μέρας για το ιστολόγιό του
    4ον. Απαντήσει στο σχολιαστή Λάμπρο σχετικά με τη διαφορά μεταξύ libor και limbo
    5ον. Μπανάρει το σχολιαστή Καπετάνιο
    6ον. (..μωρέ , τι είχα να κάνω , τι είχα άλλο να κάνω;…) -Λοιπόν. Αγαπητοί μου ακροατές ! …

    Καπως έτσι έμεινε το κουμπί απάτητο …

  5. 1. Πολύ ωραία ομιλία, συγχαρητήρια.

    2. Ενώ λέμε ότι η ορθογραφία στη μεταφορά μιας ξένης λέξης στη γλώσσα μας πρέπει να ακολουθεί τον πιο απλό τρόπο, πιο κάτω λέμε ότι ψάχνουμε να βρουμε «αν είναι δικό μας εφεύρημα ή κόπια από τους ξένους». Μα, τότε δεν θα έπρεπε να γράφαμε π.χ. τραίνο και όχι τρένο; Η υιοθέτηση της απλής γραφής δεν σβήνει τα ίχνη προέλευσης μιας λέξης φερμένης από ξένη γλώσσα;

    3. «να μην αποδεχόμαστε άκριτα ευχάριστες ή συναρπαστικές θεωρίες». Είναι, βλέπεις, που ισχύει εκείνο το «si non e vero e ben trovato»…

  6. Γς said

    Και να δεις που τελικά τα πράγματα είναι κι εδώ το ίδιο απλά

  7. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    4 Ο μελετητής μπορεί να βρει την ετυμολογική σχέση κι ας έχει αλλάξει η ορθογραφία, κάτι που δεν συμβαίνει μόνο σε δάνειες λέξεις π.χ. τσιπούρα αλλά ιππουρίς. Ωστόσο, στην περίπτωση του τρένου, η γραφή τραίνο μάλλον συσκοτίζει την ετυμολογική προέλευση αφού τη λέξη την πήραμε από τα ιταλικά (treno).

  8. nikiplos said

    Ωραίο κείμενο… κρατώ τη λέξη «πομάδα» για την Λακ την οποία ουδόλως γνώριζα… (και άλλες ίσως, αλλά αυτή μου έκανε εντύπωση)

    Μόνο ως επίγραμμα, μερικές φορές είναι καλύτερα να απομυθοποιούνται οι ελκυστικές θεωρίες, γιατί διδάσκουν τον λάθος τρόπο για οποιαδήποτε δημιουργική δουλειά… Η εξέλιξη πολλών πραγμάτων, είναι συνήθως πολύπλοκη, πολυπλόκαμη και χαοτική…

  9. Γς said

    6, 7:

    Εξαιρείται το τρένο.

    Χλωμό το βλέπω να το έφερεο πελαργός

  10. Aghapi D said

    Εξαιρετική σύνοψη άλλων άρθρων 🙂
    Για το παιδί στην ομάδα τών «ορθοπεδικών» λέξεων έχω αμφιβολία όμως

  11. nikiplos said

    4@ νεοκίντ, το ύφος και η προσήλωση, μάλλον «προδίδει» κάποιον που κάνει το τελευταίο πέρασμα σε όσα έχει να πει… 🙂

  12. nikiplos said

    Επίσης να προσθέσω πως (όπως εγώ τουλάχιστον έχω ακούσει) στα αμερικανικά αγγλικά, gas είναι και το … ανθρώπινο μεθάνιο… 🙂

  13. atheofobos said

    Συγχαρητήρια για την ωραία σου ομιλία που έδωσε συγκεντρωτικά πολλές εξηγήσεις σε ένα κοινό που πιθανόν δεν τις ήξερε, σε αντίθεση με τους τακτικούς σου αναγνώστες που τις έχουν ήδη διαβάσει εδώ.
    Ενδιαφέρον είναι ότι ο Nicolas Andry παρά το ότι επεξηγεί ότι έπλασε το orthopédie από το Orthos και το Paidion το γράφει με e και όχι με ai. Προφανώς το αι καθιερώθηκε από την ελληνική μετάφραση της λέξης που βασίστηκε στην έννοια των δυο λέξεων.
    Θα ήθελα να προσθέσω την πιθανή πρωτοεμφάνιση(;) της λέξεως κατεστημένο.
    Θυμάμαι τον σχετικό ντόρο που είχε δημιουργηθεί, όταν την χρησιμοποίησε ο Ανδρέας Παπανδρέου επιστρέφοντας από τις ΗΠΑ μεταφράζοντας το establishment στα ελληνικά.

  14. LandS said

    13 Το οποίο establishment με αυτή την έννοια, του 1955 είναι (ουσιαστικά)

  15. Πάνος με πεζά said

    Καλημέρα και καλή βδομάδα !
    Μια που περί (και) τρένου, περάστε από το «Τρένο στο Ρουφ», να χαρείτε την παράσταση «Stambul train», αλλά και όλη τη μοναδική ατμόσφαιρα που προσφέρει ο χώρος εκεί… Πολλές ακόμα εκδηλώσεις, μουσική, φαγητό και ποτό, σε άλλη διάσταση !

  16. Pedis said

    Συγχαρητήρια!

    Απορία: η γκόμενα δεν είναι μεταφορική ερμηνεία της

    gomena

    gómena (ant. e region. gómona) s. f. [voce di etimo incerto]. – Grosso cavo di canapa usato in marina (per ormeggio, rimorchio, operazioni di varo, ecc.), composto di diverse corde attorcigliate, ognuna delle quali è formata in genere di tre trefoli; in passato, anche misura di lunghezza pari a un decimo di miglio marino (182 metri). Raro con sign. più generico, grossa fune di canapa o d’altro materiale adatto.

    http://www.treccani.it/vocabolario/gomena/

    ?

  17. Pedis said

    άλλο: για το τζιμάνι δεν μας είπες από πού κρατά τη σκούφια του;

  18. sarant said

    16 Υπάρχει αυτή η άποψη αλλά δεν τη βρίσκω πειστική. Δες το σχετικό άρθρο και τα σχόλια.

    Εκείνες που φταίνε για όλα

    17 Δεν είπα ότι είναι από τουρκ. τζεμάλ, τζιμάλι > τζιμάνι;

  19. Πολύ ωραία ομιλία…

    μια ψιλοένσταση έχω : σαν ντυλανιστής οι στίχοι αυτοί έρχονται συχνά στο μυαλό μου

    I started out on burgundy

    But soon hit the harder stuff

    Everybody said they’d stand behind me

    When the game got rough

    But the joke was on me

    There was nobody even there to call my bluff

    I’m going back to New York City

    I do believe I’ve had enough

    κι επειδή αυτό το bluff πολύ μου θυμίζει την μπλόφα και η προφορά της αντίστοιχης γαλλικής και ιταλικής λέξης δεν μοιάζει με την ελληνική θεωρώ πιθανή την επιρροή από τα αμερικάνικα μια που στις αρχές του 20 αιώνα και πριν είχαν αρχίσει οι επιστροφές ελλήνων μεταναστών στα πάτρια εδάφη (κι ο παπούς μου τότε ήρθε από το Σαν Φραντζίσκο για να παντρευτεί την γιαγιά και να ξαναγυρίσει αλλά δεν τον πρόλαβα για να ξέρω αν χαρτόπαιζε)

  20. Pedis said

    # 18 – Α, α) μερσί και β) σόρρυ.

  21. Πληβείος said

    O David Crystal στο έργο του “Ένα μικρό βιβλίο για τη γλώσσα” προτείνει στον αναγνώστη που ενδιαφέρεται για τη σημασία των λέξεων, να αλλάζει το λεξικό που έχει με ένα νεότερο κάθε πέντε χρόνια περίπου, καθώς νέες λέξεις εντάσσονται στη γλώσσα ή τροποποιείται η σημασία ορισμένων παλιότερων.

  22. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    Καλημέρα.
    Νικοκύρη, μιας και αναφέρθηκε στο τζιμάνι ο κ. Καραποτόσογλου να πω (από μνήμης, με το μπαρδόν αν κάνω λάθος) πως για τη λέξη βαλμάς (=οδηγός / βοσκός μεγάλων ζώων, κυρίως αλόγων) που αν θυμάμαι καλά αναφέρεις ως αγνώστου ετύμου στις Λέξεις που χάνονται, δίνει πιθανή σλαβική ετυμολογία στο λυνξ (σελ. 105-106).

    Click to access 4.%20%CE%A3%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AC%20%CE%BA%CE%B1%CE%AF%20%CE%B5%CF%84%CF%85%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AC.pdf

  23. Jimakos said

    Όπως λέει κι ο χαρακτήρας του Δημήτρη Πουλικάκου στο Άρπα Colla (1982) του Περράκη:

    – Στην Ελλάδα όλες οι ώριμες σεξουαλικά γυναίκες, λέγονται γκόμενες. Οι ανώριμες, είναι τα μανούλια… 😀 😀 😀

  24. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    22 Ωχ, κάπου τα μπέρδεψα, μάλλον δεν έχω ξυπνήσει ακόμα. Δεν φαίνεται να είναι ο κ. Κ.

  25. ΣΠ said

    12
    Στα αμερικάνικα αγγλικά gas είναι και η βενζίνη. Τους έρχεται πολύ μακρύ το gasoline.

  26. LandS said

    25 Και στα αγγλοαγγλικά petrol.

  27. Λεύκιππος said

    Η «γκόμενα» είναι από τις λέξεις που συντάσσονται με περίεργο ρήμα, βγάζω γκόμενα. Από που κι ως που το βγάζω; Το πρόσεξα όταν Ελληνοϊταλίδα φίλη μου, θέλοντας να μου πει ότι η κόρη της έχει δεσμό με Έλληνα, μου έλεγε «ο Κώστας την έκανε γκόμενα…»

  28. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Γειά σας.

    Βρῆκα πολὺ χρήσιμο τὸ σημερινὸ ἄρθρο. Συμπυκνώνει πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔχουν γραφτεῖ κατὰ καιροὺς ἀπὸ τὸν Νικοκύρη καὶ ἀπὸ πολλοὺς σχολιαστές.

    Δὲν μπορῶ νὰ μήν θυμηθῶ τὸ Σπαθόλουρο, ποὺ τόσο λείπει ἀπὸ τὸ ἱστολόγιο.

    Πιστεύω πὼς καὶ οἱ σπουδαστές ἀπόλαυσαν τὴν ὁμιλία, πῆραν πολὺ χρήσιμες πληροφορίες γιὰ τὴν προέλευση τῶν λέξεων καὶ τῶν ἐκφράσεων ποὺ ἀναφέρθηκαν, ἀλλά, τὸ πιό σημαντικό, τοὺς μπῆκαν «ψύλλοι στ᾿ αὐτιὰ» γιὰ νὰ μήν πιστεύουν ἄκριτα κάθε εὐφάνταστη καὶ γοητευτικὴ θεωρία τοὺς σερβίρουν.

  29. Ναι. Συγχαρητήρια στον Νοικοκύρη για την πολύ καλή ομιλία του. Όταν ασχολείται με καθαρώς γλωσσικά θέματα, σπάνια αστοχεί. Όταν τα μπερδεύει με …συναισθήματα, τότε κάνει κάποιες γκέλες (όχι ιδιαίτερα σημαντικές)!

  30. LandS said

    22 Τα κυνηγητικά και κατ’ επέκταση οι κυνηγοί «βγάζουν» λαγούς, πέρδικες κλπ

  31. Corto said

    Πολύ κατατοπιστικό άρθρο (και διάλεξη)!

    Στους διαφόρους τύπους της λέξης «τζιμάνι», να προσθέσουμε και την εκδοχή «τσιμάλι» (με σίγμα).

  32. LandS said

    Το 30 για το 27

  33. Λεύκιππος said

    32 Ισως δεν έχεις αδικο για τα κυνηγετικά…

  34. Λεύκιππος said

    Ακόμη, «βγαζω τα προς το ζην» και βγάζω το ψωμί μου»…

  35. Νικιπλέ (12), φυσικά pass gas στα αγγλικά σημαίνει ‘πέρδομαι’, όπως pass water σημαίνει ‘ουρώ’, αλλά γιατί το επισημαίνεις; Μήπως και στα ελληνικά ‘αέριο’ και ‘αερίζομαι’ δεν σημαίνει … το ίδιο;
    Ασχετο: πάντα λυπόμουν που το φυσικό αέριο δεν το είπαμε ‘γαιαέριο’. Θα ήταν κομψή, βολική και εκφραστική λέξη, κατά τα ‘φωταέριο’ και ‘υγραέριο’. Αλλά δεν έπιασε — δεν ξέρω καν αν δοκίμασε κανείς να το λανσάρει.

  36. spiral architect 🇰🇵 said

    Kαλημέρα.

    […] Τη φωτογραφία την έβγαλε φίλος του ιστολογίου -πριν αρχίσει η ομιλία, να εξηγούμαστε. […]

    Προφανώς, αλλιώς θα είχαμε φαινόμενο φωτογραφικής κβαντικής σύζευξης· ο Σαραντάκος φωτογραφίζει Σαραντάκο και η φωτό δεν είναι σέλφι. 😀

  37. Κιγκέρι said

    Τι ωραία ομιλία!
    Και πόσο καιρό περίμενα μια αναφορά στον ορθοπεδικό για να πιαστώ και να σας γράψω την παρακάτω ιστοριούλα:
    Περπατώ που λέτε με τον γιο μου τον μικρό, που ήταν τότε 5-6 χρόνων, μετά από βροχή, σε πεζοδρόμιο γεμάτο πεσμένα φύλλα. Ο μικρός βιάζεται και με τραβάει από το μανίκι για να βαδίσω πιο γρήγορα. Του λέω λοιπόν:
    -Μη με τραβάς Δημήτρη, γιατί θα γλιστρίσω, θα πέσω, θα σπάσω κάνα κόκκαλο και θα τρέχουμε στους γιατρούς.
    -Πώς τον λένε το γιατρό για τα σπασμένα κόκκαλα;
    -Ορθοπeδικό παιδί μου.
    -Όχι για τα παιδιά μαμά, για τους μεγάλους!

    Να λοιπόν η λύση δια στόματος Μήτσου: «Ορθοπεδικός» για τους μεγάλους και «Ορθοπαιδικός» για τα παιδιά, για να γλιτώσουμε κι από κείνο το ανοικονόμητο «Παιδοορθοπαιδικός»!

  38. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Τί θαυμάσια διάλεξη! Εισαγωγή και παρακίνηση στα μετα-φοιτητόπουλα να το πάνε παραπέρα το γλωσσολογικό ιστιοφόρο,με ενθουσιασμό (αυτό μου δημιουργήθηκε διαβάζοντας, πόσο μάλλον κι ακούγοντας : *με ενθουσασμό* !). Στρωτή, κατανοητή και με πολλές κεφάτες πινελιές ομιλία που κρατούν ζωντανό το ενδιαφέρον του ακροατηρίου, προ παντός του νεανικού,που είναι και το πιο δύσκολο.
    Μάστερ κλάσεως! 🙂

    σ.σ. Άσχετα κι αν τα έχουμε διδαχτεί όλα εδώ διεξοδικά, μπήκα στο νήμα σαν να τ’ ακουγα όλα καινούργια και με καινούργια χαρά το απόλαυσα.

  39. Της Μηχανής Ραψίματα said

    Καλημέρα σας.
    Πολύ ωραία η ομιλία σας, έστω και μισή την διάβασα με πολλή προσοχή. Εμένα μου αρέσει αυτή η ιδέα του ληξιαρχείου γλώσσας. Με το ιστολόγιό σας εξάλλου έχω βρει ένα αποκούμπι για πολλές γλωσσολογικές απορίες που προκύπτουν καθημερινά και το θεωρώ μια όαση στο διαδικτυακό χώρο.

    Με αφορμή τη λέξη τζιμάνι και περί ληξιαρχείου λέξεων που αναφέρατε στην ομιλία σας θα ήθελα να σας γράψω μια ιστοριούλα:
    Όταν ο πατέρας μου ήταν μικρός το παρατσούκλι του ήταν φιντάνι (φτντάν΄) τον ελέγαν στο χωριό, με τη θρακιώτικη προφορά.
    Το φτντάν΄ μεγάλωσε κάποια στιγμή κι έπρεπε να βγάλει ταυτότητα ο πρόεδρος του χωριού λοιπόν (που ήταν και ληξίαρχος της περιοχής) αντί να γράψει το βαφτιστικό όνομα του πατέρα μου στη ταυτότητα, που είναι Γιάννης τον δήλωσε ως Φυδάνη. Από φνταν΄ λοιπόν έγινε φιντάνι, από φιντάνι έγινε Φιδάνι, και στο τέλος δηλώθηκε ως Φυδάνης. Εδώ μάλλον έχουμε να κάνουμε με ληξιαρχείο ονόματος χε,χε.
    Το μικρό του όνομα τελικά ο πατέρας μου δεν το άλλαξε ποτέ κι έτσι έμεινε στα χαρτιά έως και σήμερα.
    Ο πατέρας μου είναι μεγάλος πλακατζής, οπότε και όταν σχεδόν πάντα τον ρωτούσαν από βγαίνει τ΄ονομά του κάθε φορά επινοούσε κι άλλη ιστορία περί προέλευσης του ονόματος.
    Πάντως κε Σαραντάκο για το ληξιαρχείο ονομάτων, έχω δώσει ήδη την προσφορά μου!

  40. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    36 Ο Μάκης (ο Δημοσιογράφος) έχει σε βιντεοκασέτα την κατασκευή της πρώτης βιντεοκάμερας.

  41. Alexis said

    Πολύ καλή ομιλία, μπράβο!

    #0: …το 1936, που είναι κάπως νωρίς για απευθείας είσοδο αγγλικών/αμερικανικών λέξεων στα ελληνικά, εκτός αν πρόκειται για ναυτικούς όρους.
    Να ρωτήσω κάτι πάνω σ’ αυτό: Γιατί θεωρείται ως μόνη πηγή εισόδου αγγλικών λέξεων στα ελληνικά η ναυτική ορολογία; Οι Έλληνες μετανάστες της Αμερικής δεν μπορεί να αποτελούν μία δεύτερη πηγή εξίσου σημαντική για την εποχή που μιλάμε;

    27: Έχω την αίσθηση ότι το «βγάζω γκόμενα» δεν πρέπει να είναι πολύ παλιό. Όταν εγώ ήμουν παιδί δεν θυμάμαι να το πολυάκουγα, κυρίως λεγόταν τότε «αυτός έπιασε γκόμενα».
    Το βγάζω μου δείχνει σα να είναι δανεισμένο από τη γλώσσα των ψαράδων. Λένε συχνά π.χ. «σήμερα έβγαλα τρία χταπόδια» και εκεί έχει μία σχεδόν κυριολεκτική σημασία, αφού τα ψάρια και τα θαλασσινά τα βγάζει κάποιος μέσα από τη θάλασσα. Αν σκεφτώ δε και το «ψαρεύω» αλλά και το «καμάκι» που αμφότερα έχουν και γκομενική (μεταφορική) σημασία, μου φαίνεται ακόμα πιο πιθανή η συσχέτιση του «βγάζω γκόμενα» με την ορολογία των ψαράδων.

  42. spiral architect 🇰🇵 said

    @41γ: βγάζω γκόμενα
    (με παρόμοια σχόλια)

  43. Alexis said

    Αντίστοιχη παρετυμολόγηση με το «μέγκλα» έχει και το «τζάμπα», λιγότερο διαδεδομένη βέβαια.
    Ότι και καλά βγαίνει από το «Made in Japan» επειδή παλιά τα γιαπωνέζικα προϊόντα θεωρούνταν κακής ποιότητας και φτηνιάρικα.

  44. Corto said

    43:
    Και άλλη μια παρετυμολόγηση σχετική με την Ιαπωνία έχει να κάνει με το νάιλον (nylon): Now You’ve Lost, Old Nippon!

  45. Πάνος με πεζά said

    @ 27 : Και «πιάνω γκόμενα», πιο παλιά έτσι πρέπει να το έλεγαν… Ακολούθησε και το «έπιασε φιλενάδα»….

  46. Πάνος με πεζά said

    Γενικά το «πιάνω» είχε αυτό το προσωρινό : έπιασα ένα δυάρι, έπιασα γκόμενα, έπιασα ένα ταξί…

  47. Πάνος με πεζά said

    Έπιασα ένα κατοστάρι το Σάββατο… (μεροδούλι) κλπ.

  48. venios said

    … στέλνουν κάποιον Βογιατζή να κάνει τα γλυκά μάτια στην υπηρέτρια του σπιτιού, διότι «είναι αψηλός και νόστιμος κι οι γκόμινες σαλιάζουνε γι’ αυτόν». Και πράγματι, τα φτιάχνει ο λεγάμενος με τη λεγάμενη και κάποια στιγμή «η γκόμινα» του λέει πως τα αφεντικά της θα λείψουν -και η συνέχεια επί της οθόνης:
    Στο ανεπανάληπτο «ο κλέψας του κλέψαντος» (I soiliti ignoti).

  49. Γς said

    35:

    >Μήπως και στα ελληνικά ‘αέριο’ και ‘αερίζομαι’ δεν σημαίνει … το ίδιο;

    https://caktos.blogspot.com/2014/05/blog-post_7.html

  50. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Αριστουργηματική, κατά την γνώμη μου, ομιλία, θα έπρεπε να μπεί αμέσως στα σχολικά αναγνωστικά. Ο κ. Σαραντάκος έδειξε για ακόμη μία φορά τις τεράστιες γνώσεις του, την σπάνια κλάση του και το απίστευτο πάθος του για την Θεία Ελληνική Γλώσσα. Του αξίζει κάθε έπαινος και πολλά συγχαρητήρια…

    Κατά τα άλλα, είναι μεγάλη ντροπή για τους νεολαίους του Παιδαγωγικού που ήσαν παρόντες, το ότι ούτε ένας δεν φιλοτιμήθηκε να καταγράψει την ομιλία με το κινητό του, ούτε κάν να βγάλει μιά φωτογραφία της προκοπής από την εκδήλωση. Αυτό και μόνο δείχνει τον ωχαδερφισμό και την παντελή αδιαφορία + χαλαρότητα που υπάρχει στο Ρωμέικο. Εννοείται ότι τα σκάγια πιάνουν και την κ. Έφη-Έφη, που ήταν παρούσα και δεν της πέρασε ούτε στιγμή από το μυαλό να καταγράψει αυτή την θεσπέσια ομιλία ή να τραβήξει μερικές φωτογραφίες…

    Μία μόνο αντίρρηση στο κείμενο της ομιλίας: Παρασυρμένος από τους επιπόλαιους βοηθούς του Μπαμπινιώτη που στο «Ετυμολογικό» καταγράφουν τον «πολιτισμό» ως ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ λέξη, ο κ. Σαραντάκος είπε: «…η λέξη “πολιτισμός” υπήρχε στην αρχαία ελληνική, με διάφορες σημασίες, ας πούμε στα ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΑ χρόνια σήμαινε τον κομψό τρόπο συμπεριφοράς…»

    Αλλά κ. Σαραντάκο, ο Διογένης ο Λαέρτιος που πρωτοκαταγράφει την λέξη «πολιτισμός» («τὸ πᾶν δὴ διέτριβεν ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ τὸν πολιτισμὸν ἐκτοπίζων») στον Βίο του Αρκεσιλάου έζησε από το 180 έως το 240 μετά Χριστόν. Είναι ελληνιστικά χρόνια το 200 μετά Χριστόν; Σοβαροί να είμαστε. Σπεύστε να διορθώσετε το λάθος σας, διότι εκτίθεσθε πανελληνίως.

    Και βεβαίως, ο Διογένης Λαέρτιος λέγοντας «τον πολιτισμόν εκτοπίζων», ΔΕΝ εννοούσε τον «κομψό τρόπο συμπεριφοράς», όπως λανθασμένα νομίζει ο κ. Σαραντάκος, αλλά ότι ο Αρκεσίλαος απέφευγε την ενασχόλησή του με την πολιτική. Αγαπητέ κ. Σαραντάκο, δδιαβάστε τί γράφει ο Κοραής στο «Απάνθισμα Επιστολών» για το πώς τού ήρθε η ιδέα να ονομάσει «πολιτισμό» το civilization των Γάλλων, ώστε να αντιληφθείτε πώς έχει το θέμα και να μήν διαπράξετε την ίδια γκάφα σε κάποια προσεχή διάλεξή σας

  51. Γιάννης Κουβάτσος said

    «Ας χρησιμέψει και η σημερινή διάλεξη σαν προτροπή να μελετάμε τις πηγές και να μην αποδεχόμαστε άκριτα ευχάριστες ή συναρπαστικές θεωρίες.»
    Ακριβώς. Και με τέτοιες ομιλίες και εκδηλώσεις περί τη γλώσσα και την ιστορία, οι μελλοντικοί συνάδελφοι θα είναι σίγουρα περισσότερο καταρτισμένοι και υποψιασμένοι από εμάς τους παλαιότερους δασκάλους, τους τόσο τραγικά αυτοδίδακτους, που έλεγε και ο Σεφέρης. Συγχαρητήρια για τη συμβολή σου, Νικοκύρη.

  52. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    50 Αδελφόφαιε θα σ΄ πω πράμα για το πολυώνυμό σου που ήμουνα και δεν κατέγραψα. ‘Πα να δεις από που ΄ρχομαι (κουτσαίνοντας) 😦

  53. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    > > Ο Σομαβέρας εκδόθηκε το 1709 αλλά θα παραπήγαινε να συμπεραίναμε πως η λέξη μπήκε στη γλώσσα μας ανάμεσα στο 1678 και το 1709 (που θα σήμαινε ότι την έφεραν στον Μοριά οι Βενετοί όταν τον κατέκτησαν το 1687).

    Ένα λαθάκι εδώ, το 1678 θα έπρεπε να είναι 1687.

  54. Νέο Kid said

    Εγώ πάντως, δεν θα πολυεμπιστευόμουνα έναν δάσκαλο που Παρασκευή βράδυ , αντί ν αράξει με κανα γκομενάκι για κανα ποτάκι ή έστω να ξεσκάσει με κανα χαρτάκι …πήγε να ακούσει για Ληξιαρχεία…

    Τρέλα η τρελή τρολιά μου! Δεν μπορείτε να πείτε…😜😇🤢😇

  55. ΣΠ said

    Δυστυχώς, με την μη ηχογράφηση της ομιλίας δεν καταγράφηκαν οι ερωτήσεις στο τέλος. Συχνά, αυτό το κομμάτι είναι εξ ίσου ενδιαφέρον με την κύρια ομιλία.

  56. Γιάννης Κουβάτσος said

    Και ποιος μας λέει, Κιντ, ότι μετά τη διάλεξη κάποιοι από τους φοιτητές δεν χρησιμοποίησαν τις νεοαποκτηθείσες γνώσεις τους, για να εντυπωσιάσουν και να ρίξουν κάποια κουλτουριάρα γκόμενα; Ξέρεις…»πάμε σ’ ένα μπαράκι μέγκλα, κοπελιά; Αλήθεια, γιγνώσκεις πότε εισήλθε στη γλώσσα μας η λέξη μέγκλα; Όχι; Καλά, πάμε και θα σου εξηγήσω». 😎

  57. Νέο Kid said

    56. Ε, σ αυτήν την περίπτωση …ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά! 😄😄

  58. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεοτερα!

    41 και πριν: Το 1895 ή το 1900 είναι πολύ δύσκολο να έχει έρθει λέξη μη ναυτική από τα αγγλικά απευθείας στα ελληνικά. Εγώ τουλάχιστον δεν ξέρω καμιά λέξη που να έχει έρθει τόσο παλιά με όχημα παλιννοστούντες μετανάστες.

    43 Μόνο που για το τζάμπα η σωστή ετυμολογία είναι αδιαμφισβήτητη

    53 Το 1678 είναι ο Δουκάγγιος και το 1687 ο Μοροζίνης

    55 Οι ερωταπαντήσεις καταγράφτηκαν, αλλά δεν προλάβαινα να τις ανεβάσω.

  59. Νέο Kid said

    58. (Τέλος. «αλλά δεν προλάβαινα να τις ανεβάσω»)
    Αχά! Κάτι μου θυμίζει αυτό. Κάποιον δικηγόρο που ήξερε λέει ,αλλά δεν του έφτανε το χαρτί να το γράψει… 😀

  60. Ἀρχιμήδης Ἀναγνώστου said

    Πολὺ ἐνδιαφέρον ἄρθρο, λίγο μεγαλούτσικο καὶ λόγῳ φόρτου ἐργασίας τὸ διαβάζα σὲ μικρὲς δόσεις ἀπὸ τὸ πρωί. Εἶχα, την ἐσφαλμένη προφανῶς ἐντύπωση, ὅτι ἡ λέξη gas ἦταν λατινική. Μήπως γνωρίζει κάποιος πῶς λεγόταν πρὶν τὸ ἀέριο στὰ λατινικὰ καὶ σὲ ἄλλες γλῶσσες (ἀγγλικά, γαλλικά, ιταλικά κλπ)

  61. Νέο Kid said

    Να δεις που σε 100 χρόνια , οι τότε πορτοκαλιστές θα υποστηρίζουν ότι το τζάμπα βγήκε απ το Jumbo ( τα παιχνίδια γίναν μπεμπέ)
    Στην Κύπρο παντως, το τζάμπα το λέμε μούχτι ! ..και δεν έχουμε καμια αμφιβολία για την ετυμολογία του! 😊

  62. 58γ Είπαμε, δε λειτουργώ σήμερα. Μεθεόρτια 🙂

  63. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    57/56 O δάσκαλος εδίδασκε κι εκράτει και το νόμο 🙂

  64. Νίκος Κ. said

    Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η διάλεξη, από ότι κατάλαβα στο Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Αθήνας.

    Ας πω κι εγώ τον πόνο μου για κάποια λέξη που … μου έχει κάτσει στο στομάχι, το «επιλέξιμος» (επιλέξιμες δαπάνες). Να υποθέσω ότι είναι κι αυτή πρόσφατος τοκετός, με την ευγενική συμμετοχή των μαιευτήρων-μεταφραστών των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης; 🙂

  65. Γιάννης Ιατρού said

    Χαιρετώ κι εγώ,

    είχα επισκέψεις από την Γερμανία και δεν ευκαίρησα.
    Την γνώμη μου για την ομιλία και το ακροατήριο την έχω πει από μέρες, εξαιρετική.

    Ιάκωβε, μην ψαρεύεις σε θολά νερά!

  66. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Μόλις άφησα σχόλιο – απάντηση στον κακόψυχο Ιατρού (65), αλλά μου το κράτησε ο εξαποδώ

  67. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Κακόψυχε Ιατρού (65),

    βλέπω ότι δεν έβαλες μυαλό από το νέο στραπάτσο που έπαθες χτές τα μεσάνυχτα (σχόλια 109 + 117) και εξακολουθείς να ξύνεσαι στην γκλίτσα του τσομπάνη, αδιαφορώντας αν θα ξανα-ξεφτιλιστείς ενώπιον των χιλιάδων αναγνωστών του παρόντος Ιστολογίου…

    Αντί να αερολογείς (εσύ που ήσουν παρών γιατί δεν κατέγραψες την ομιλία του κ. Σαραντάκου;), πές μας καλύτερα αν το 220 μετά Χριστόν που ο Διογένης Λαέρτιος πρωτολάνσαρε τον «πολιτισμόν» είναι Ελληνιστικά Χρόνια, όπως ισχυρίζονται οι Μπαμπινιώτης + Σαραντάκος.

    Κι ακόμη χειρότερα: Η σημασία «κομψός τρόπος συμπεριφοράς» που κατά τον κ. Σαραντάκο σήμαινε η λέξη «πολιτισμός» στα Ελληνιστικά Χρόνια ΔΕΝ αφορά τον Διογένη Λαέρτιο (220 μ.Χ.) αλλά τον Ιωάννη Χρυσόστομο που πρωτοχρησιμοποιεί την λέξη «πολιτισμός» με αυτή την σημασία στην περίφημη 15η Ομιλία του για την Προς Εβραίους Επιστολή του Παύλου. Στην εν λόγω 15η Ομιλία του, ο Άγιος αυτός Πατήρ της Εκκλησίας κατακεραυνώνει τον Γέλωτα, διότι οδηγεί τους πιστούς κατευθείαν στα καζάνια της Κολάσεως…


    Αυτό είναι το σχετικό απόσπασμα του Ιερού Χρυσοστόμου, που αποσιωπούν ο χριστιανούλης Μπαμπινιώτης και ο διακείμενος συμπαθώς προς τους χριστιανούληδες κ. Σαραντάκος, για να μή μάθει το ανυποψίαστο πόπολο ότι η λέξις «Πολιτισμός» (με την έννοια του… κομψού τρόπου συμπεριφοράς) είναι αντίθετη προς τα Χριστιανικά Ιδεώδη. Όπως ακριβώς και ο Γέλως, αφού είναι κοινώς παραδεκτό ότι ο Χριστός δεν γέλασε ποτέ και τα γνωστά περί Γέλώτος που αναφέρει ο μακαριστός Έκο στο «Όνομα του Ρόδου»…

  68. Εκτός αν το βρει κανείς σε παλιότερα κείμενα, κι εγώ πιστεύω, Νίκο Κ., ότι το «επιλέξιμος» το πλάσαμε στα μεταφραστικά τμήματα της ΕΕ (ή στην ομάδα που μετέφρασε το παράγωγο δίκαιο, την ισχύουσα δηλαδή την 1.1.1981 κοινοτική νομοθεσία, ενόψει της προσχώρησης της Ελλάδας) ως απόδοση του γαλλικού éligible. Γιατί όμως να σου κάθεται στο στομάχι; Σωστά σχηματισμένο είναι (θα το προτιμούσες μήπως «επιλόγιμος», κατά το «εκλόγιμος»;) και εκφράζει ακριβώς αυτό που θέλει να πει.

  69. sarant said

    60 Λατινικη είναι η λέξη gas, αφού (νεο)λατινικά έγραφε ο Χέλμοντ

    64 Γιατί σε ενοχλεί ο επιλέξιμος;

  70. Το «αέριο» δεν ήταν γνωστό ως έννοια πριν από τον van Helmont, με την έννοια ότι κανένα αέριο δεν είχε απομονωθεί ώστε να αντιδιασταλεί από τα άλλα και τον κοινό αέρα. Φυσικά, οι άνθρωποι καταλάβαιναν πως υπάρχουν και άλλες αέριες ύλες, αλλά τις έλεγαν «ατμούς» (όχι μόνο τον καθαυτό υδρατμό), «αναθυμιάσεις» και άλλα τέτοια. Ακόμα και ο Cavendish, έναν αιώνα μετά τον van Helmont, μιλούσε για dephlogisticated air (το οξυγόνο!)

  71. Jane said

    Ιδού ένα απόσπασμα ενημέρωσης σκέτη «μέγκλα!»
    Το «τζιμάνι» της πολιτικής στην «Καλλιόπη» της ενημέρωσης.
    Όλα τα λεφτά, τα έκπληκτα μάτια της «ζουρλοκαμπέρως» των πρωινάδικων.
    Θα μας πάρει και τη φάτνη απ’ τα Χριστούγεννα ο σύριζα, συνέλληνες!

  72. Μαρία said

    71
    Το καλό είναι αυτό https://sarantakos.wordpress.com/2018/11/03/meze-347/#comment-538887 με Τζήμερο που του τη βγαίνει ευρωπαίος.

  73. Γιάννης Κουβάτσος said

    71:Ποια φάτνη; Εδώ ακούγεται πως θα απαγορευτεί και ο εορτασμός των Χριστουγέννων. Εκεί θα μας καταντήσουν οι αλήτες. Εκλογές τώρα!

  74. ΣΠ said

    71
    Θα βάλουν τον σταυρό από την σημαία;;;; Και τι θα βάλουν; Σφυροδρέπανο;

  75. ΣΠ said

    Εννοώ θα βγάλουν το σταυρό.

  76. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ο Ιερώνυμος δείχνεται πιο διαλλακτικός. Συζητάει το γερμανικό μοντέλο:
    http://www.efsyn.gr/arthro/ieronymos-den-tha-dehthoyme-galliko-montelo-oydeterotitas

  77. ΚΩΣΤΑΣ said

    Εξαιρετική εισήγηση-άρθρο, με ειρμό, φυσική και κατανοητή ροή του λόγου και επιλεγμένες λέξεις, που κρατούν αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του ακροατή-αναγνώστη. Φαίνεται ότι ο Νικοκύρης κατέχει καλά και τα επικοινωνιακά κόλπα. Συγχαρητήρια.

    Θα ήθελα να κάνω και δύο επισημάνσεις, Νικοκύρη.

    Λέτε σε κάποιο σημείο «… Η άποψη ότι το επίθετο «τρελοκαμπέρω» προέρχεται από τον αεροπόρο Δημήτρη Καμπέρο αναφέρεται ως πιθανή από το Ετυμολογικό Λεξικό του Μπαμπινιώτη ……. Πάντως το βέβαιο είναι πως η τρελοκαμπέρω δεν προέρχεται από τον αεροπόρο Καμπέρο….»

    Έχω το λεξικό του Μπαμπινιώτη
    Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Γ’ έκδοση, Αθήνα, 2008
    Σε αυτό βλέπω σελ. 1789, λήμμα τρελοκαμπέρω: … [ΕΤΥΜ. < τρελο + καμπέρω < τουρκ. kamber «πιστός σύντροφος, δούλος» (εδώ «της τρέλας»)]

    Διερωτώμαι τί συμβαίνει; Άλλα λέει στο ετυμολογικό του; Και αν είναι παλαιότερο, γιατί δεν αναφέρεται η αναθεωρημένη του άποψη;

    Επίσης λέτε σε κάποιο άλλο σημείο: «Οπότε, αποκλείεται η γκόμενα να προέρχεται από την αργεντίνικη πομάδα των μαλλιών… Έχουν διατυπωθεί πολλές άλλες θεωρίες, η λέξη συνεχίζει να μας ταλαιπωρεί -όπως βλέπετε, και πάλι ξεμάθαμε κάτι χωρίς να μάθουμε κάτι σίγουρο στη θέση του.»

    Στο ίδιο λεξικό του Μπαμπινιώτη βλέπω σελ. 420, λήμμα γκόμενα:… [ΕΤΥΜ. < γκόμενος < ιταλ. gommeno < γαλλ. gommeux «όμορφος νέος, κομψευόμενος», κυριολ. «αρωματισμένος», < gomme (βλ. κ. γόμμα).
    Ορισμένοι θεωρούν ότι η αφετηρία της λ. υπήρξε μια λακ…….

    Ρωτάω κι εδώ, δεν είναι αποδεκτή η άποψη του Μπαμπινιώτη από το ιταλικό… κλπ;

  78. ΣΠ said

    77
    Κώστα, για την γκόμενα δες αυτό το άρθρο:

    Εκείνες που φταίνε για όλα

  79. Μαρία said

    76
    Πονηρός ο Βλάχος. Θέλει να χαρατσώσει τους πιστούς.
    Οι Γερμανοί είχαν χαρατσώσει κι ένα Γάλλο στο Βερολίνο που μικρός είχε βαφτιστεί αλλά μεγαλώνοντας έγινε άθεος.
    http://www.lefigaro.fr/international/2015/02/23/01003-20150223ARTFIG00327-allemagne-un-expatrie-francais-somme-de-payer-un-impot-parce-que-baptise.php

  80. Πέπε said

    @27, 41 κ.ά. (βγάζω γκόμενα):

    Φαίνεται λογικό να έχει προέλευση κυνηγετική – ψαράδικη. Ωστόσο, το ρήμα βγάζω έχει κι άλλες παράξενες χρήσεις:

    -βγάζω το ψωμί μου, που αναφέρθηκε ήδη. Γενικά, πόσα έβγαλες από αυτή τη δουλειά / βγάζω τόσα τον μήνα, κ.ά. σχετικά με την έννοια «κερδίζω, αποκομίζω»
    -σε μετρήματα και λογαριασμούς: τα δώδεκα ευαγγέλια τα βγάζει δεκατρία / έβγαλα 17 μέσο όρο
    -«τα βγάζουμε» στα λαχνίσματα (αμπεμπαμπλόμ) / τη βγάζω (όχι μόνο καθαρή, που έχει τη γνωστή θρυλούμενη προέλευση, αλλά και γενικώς: τη βγάζει δεν τη βγάζει μέχρι τον χειμώνα). Μου φαίνεται παρεμφερές με το «βγαίνω», κυρίως αρνητικά «δε βγαίνω», δηλ. καταφέρνω ή όχι να αντεπεξέλθω στις οικονομικές μου υποχρεώσεις.
    -βγάζω συμπέρασμα, βγάζω άκρη.
    -βγάλαμε πρόεδρο / βουλευτή / πρωθυπουργό, βγαίνω πρόεδρος κλπ. / Βγαίνω πρώτος (σε αγώνα) / τον έβγαλε άχρηστο
    -βγάζω την ύλη / το κομμάτι (στη μουσική): μαθαίνω, αλλά λίγο με την έννοια ότι πάει κι αυτό και είμαι έτοιμος γι’ άλλα.

    Ορισμένες από αυτές τις εκφράσεις, όσο κι αν φαίνονται περίεργες, έχουν τα αντίστοιχά τους και στην καθαρεύουσα, που γενικώς είναι πολύ ορθολογική: η εξαγωγή συμπερασμάτων είναι ακριβώς το ίδιο με το να βγάζεις συμπέρασμα, αλλά και το «αντεπεξέρχομαι» με το «βγαίνω» δεν απέχουν πολύ.

    Άρα, για κάποιες τουλάχιστον από τις χρήσεις, η προέλευση πρέπει ίσως να αναζητηθεί σε σχετικά ρεαλιστικές μεταφορές, όχι ιδιαίτερα ευφάνταστες.

  81. ΚΩΣΤΑΣ said

    78 Ευχαριστώ, Σταύρο. Συμπεραίνω ότι τη θεωρεί ως πιθανότερη, δεν την αποδέχεται πλήρως.

  82. Jane said

  83. Jane said

    Αυτή είναι η σημαία που σχεδιάζουν για την πατρίδα μας οι σταλίνες οι συριζαίοι, αδερφοί εν χριστώ συνέλληνες!
    Χαράς ευαγγέλια για τους ..μπολεσβίκους του ιστολογίου! 🙂

  84. ΣΠ said

    83
    Τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ ό,τι φανταζόμουνα! 🙂

  85. sarant said

    77 Το Ετυμολογικό Λεξικό αναφέρει το kamber αλλά το θεωρεί λιγότερο πιθανή εξήγηση από τον Καμπέρο. Και είναι μεταγενέστερο, έκδοση 2011.

  86. Πέπε said

    82:

    Νομίζω ότι έφαγε ποινή (και) γι’ αυτό.

  87. ΚΩΣΤΑΣ said

    85 Τότε, πάω πάσο.

  88. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Καλησπέρα και πάλι,

    Επειδής απαξάπαντες οι σχολιαστές του παρόντος Ιστολογίου είτε κοιμούνται τον νήδυμον, είτε ασχολούνται με αερολογίες συνοικιακού καφενείου (ο μόνος αποδεδειγμένα ικανός, κ. Γιάννης Ιατρού, ασχολείται από το πρωΐ με αγροτικές εργασίες για να ξεπεράσει το στραπάτσο που έπαθε χτές τα μεσάνυχτα…) ανακοινώνω το επόμενο μεγάλο «γλωσσικό» σκάνδαλο που θα απασχολήσει τις ερχόμενες ημέρες τα ΜΜΕ του Ρωμέικου…

    Ως γνωστόν, η «Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος» (στεγάζεται στο Ίδρυμα Νιάρχος) ανεκοίνωσε σήμερα 5/11/2-18 ότι διαθέτει για ηλεκτρονικό δανεισμό 20 ημερών 2.900 ολόφρεσκα βιβλία 14 εκδοτικών οίκων (εκδοθέντα από το 1988 έως το 2017).

    ΕΔΩ μπορείτε να δείτε τους 14 κορυφαίους εκδοτικούς οίκους που συμμετέχουν στο πείραμα και πατώντας πάνω στην λέξη «βιβλία» βλέπετε ποιά βιβλία διαθέτει για 20ήμερο δανεισμό ο κάθε εκδοτικός οίκος. Ο κάθε πιστοποιημένος (αυτό γίνεται δωρεάν) στην Εθνική Βιβλιοθήκη χρήστης μπορεί να δανείζεται μέχρι 3 βιβλία και το σύστημα λειτουργεί με την γνωστή πατέντα της Adobe που μπορείτε να κατεβάσετε ΕΔΩ

    Η είδηση που δίνω απόψε αποκλειστικά από το παρόν Ιστολόγιο είναι η εξής: Είτε από βιασύνη, είτε από επιπολαιότητα, είτε επειδή το Σύστημα λειτουργεί ακόμη πιλοτικά, ένας μέτρια ικανός στα κομπιουτερικά χρήστης μπορεί να κάνει download τα 3 βιβλία που δανείζεται!.. Αυτό σημαίνει πως αυτή την στιγμή (μέχρι να διορθωθεί το Σύστημα) μπορείτε να κατεβάσετε ΔΩΡΕΑΝ οποιοδήποτε από τα 2.900 δανειζόμενα βιβλία γουστάρετε!.. Ήδη, εγώ κατέβασα και τα 3 βιβλία τα οποία δανείστηκα στον λογαριασμό πού έφτιαξα

    ΥΓ: Για να ησυχάσει ο κ. Σαραντάκος, τον ενημερώνω ότι μεταξύ των 2.900 δανειζόμενων ebooks της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ΔΕΝ περιλαμβάνεται κάποιο δικό του βιβλίο

  89. Τζάμπα η πρόσφατη τυρολογία γατάκια. Ουδείς χριστιανομπολσεβικος συνταξιούχος εσκέφθη το προφανές camembert (με πτώση του -em-) για την τρελοκαμαμπέρω που πετάει τη σκούφια της για τυράκι με πολλά λιπαρά 🙂

  90. Pedis said

    Να βάλω Λιάκο;

    που γράφει για την περίπτωση Κατσίφα;

  91. Alexis said

    #73: Κάτσε βρε συ, αν καταργηθούν τα Χριστούγεννα και καθιερωθεί η γιορτή του ανικήτου Ήλιου, κάποιες ψυχές μπορεί και να χαρούν. Εγώ ξέρω τουλάχιστον μία 🙂

  92. Alexis said

    #58: Ευχαριστώ για τις απαντήσεις.

    Σχετικά με το «βγάζω γκόμενα»: Οι κυνηγοί χρησιμοποιούν κυρίως το «χτυπάω» και το «παίρνω» όταν μιλούν για θηράματα. Λένε π.χ. «σήμερα χτυπήσαμε δύο γουρούνια» ή «σήμερα πήρα τρεις λαγούς». Το «βγάζω» το έχω ακούσει να το λένε μόνο για το σκυλί που βγάζει το λαγό απ’ την κρυψώνα του: «Μεγάλη ατυχία σήμερα, μου έβγαλε η σκύλα τρεις λαγούς και δεν μπόρεσα να χτυπήσω κανέναν»

  93. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Αφελέστατε Αλέξη (91),

    ούτε εσύ, ούτε κανείς άλλος εδώ μέσα (κρατώ μία επιφύλαξη για τον ικανώτατο Ιατρού, δεδομένου ότι σήμερα δεν έχει πάρει χαμπάρι τί γίνεται στην πιάτσα, γιατί ασχολείται με αγροτικές εργασίες μπάς και ξεπεράσει το χτεσινό στραπάτσο…) έχετε αντιληφθεί τί παίζεται με τις συνταγματικές αλλαγές για τον περιορισμό της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, που προωθούν οι άθεοι μπολσεβίκοι του Σύριζα…

    Τον Αλέξιο τραβάει από την μύτη η σύντροφός του Περιστέρα Μπαζιάνα, που είναι φανατική δωδεκαθεΐστρια όπως έχει καταγγείλει από τον Ιούλιο του 2013 ο Άγιος Πειραιώς, Σεραφείμ Μεντζελόπουλος. Η Περιστέρα (που είναι πιστή της Πατρώας Θρησκείας, διό και ωνόμασε τα τέκνα της Φοίβο και Ορφέα) είναι αυτή που προωθεί την κατάργηση της Φάτνης και των Χριστουγέννων. Η εκ νέου καθιέρωσις της Εορτής του Ανικήτου Ηλίου (25 Δεκεμβρίου) θα γίνει αργότερα, εφόσον ο Σύριζα ξανακερδίσει τις Εκλογές…

  94. Νίκος Κ. said

    68, 69: (περί επιλέξιμου). Ίσως να με ενοχλεί επειδή είναι μια λέξη εμφανώς τεχνητή, που δίνει την εντύπωση ότι απευθύνεται στους μυημένους (στην ιεροτελεστεία των προγραμμάτων). Δεν θα ήταν πιο απλό αντί για «επιλέξιμες δαπάνες» να τις πούμε «αποδεκτές δαπάνες»;

  95. Alexis said

    #93: Τώρα με αποστόμωσες αδελφέ Ιάκωβε. Αφού το λέει ο Άγιος Πειραιώς έτσι θα ‘ναι!

  96. Pedis said

    https://info-war.gr/oi-ellines-o-perissotero-sovinistikos-laos-tis-eyropis/
    Μεταξύ άλλων, η έρευνα έδειξε ότι στην Ελλάδα το 85% πιστεύει ότι, για να είσαι πραγματικά Έλληνας, πρέπει η οικογένειά σου να κατάγεται από τη χώρα.

    Όσον αφορά τη θρησκεία, το 76% των Ελλήνων τη θεωρεί πολύ σημαντικό κομμάτι της εθνικής ταυτότητας, δηλαδή θεωρεί ότι για να είσαι πραγματικά Έλληνας είναι πολύ σημαντικό να είσαι χριστιανός ορθόδοξος. Μάλιστα, μόνο το 31% δηλώνει ότι θα δεχόταν ως μέλος της οικογένειάς του έναν μουσουλμάνο και το 35% έναν Εβραίο.

    Ταυτόχρονα, το 66% δήλωσε ότι πιστεύει στο κακό μάτι και το 59% στη μοίρα.

    Ή η έρευνα ειναι στημένη ή η χώρα πάει κατά διαόλου!

    Δεν μπορεί μόνο το 66% να πιστευει στο κακό μάτι και μόνο το 76% να πιστεύει ότι έλληνας είναι μόνο ο χριστιανός ορθόδοξος!;

    Υπάρχει πρόβλημα.

  97. mitsos said

    κ. Σαραντάκο πολλά συγχαρητήρια
    Εντυπωσιακή σύνοψη

    Ας ελπίσουμε ότι οι μεταπτυχιακοί φοιτητές μπορούν να προσπεράσουν την «γοητεία» των παραδειγμάτων και να αρχίσουν να καταλαβαίνουν ότι η αναζήτηση της ιστορίας έστω και μιας μόνο λέξης απαιτεί πολλές φορές μεθοδική και κοπιαστική έρευνα πολλών μηνών ακόμα και με σύγχρονα μέσα ( τουλάχιστον αν δεν συμφωνούν όλοι όσοι έχουν ήδη ασχοληθεί ).
    Πολύ περισσότερο να καταλάβουν την σημασία για την επιστημονική έρευνα της γραπτής πηγής ( αντίθετα με την ψευδοεπιστήμη που ξεκινά μόνο από ομοιότητες φωνημάτων …)

    Να σαι καλά.

  98. Πέπε said

    @93:
    Στις γενιές των παιδιών της Μπέτυς Μπαζιάνα, και λίγο μεγαλύτερα ακόμη, όλο τον κόσμο Φοίβο και Ορφέα τον λένε. Και τα κορίτσια κυρίως Σεμέλη. Χωρίς πλάκα έχω γνωρίσει και Μορφέα!

  99. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Ασεβέστατε Πέπε (98),

    διάβασες το βιβλίο της κ. Νίτσας Λουλέ (το οποίο μνημονεύει στην καταγγελία του ο Άγιος Πειραιώς) και τα όσα καταμαρτυρεί στο ζεύγος Αλέξιου + Περιστέρας για όσα έγιναν στο κτήμα Φλαμπουράρη στην Αίγινα, ενώπιον του τότε ΠτΔ Κωστή Στεφανόπουλου; Διάβασέ το και μετά μιλάς…

    Αντί να το παίζεις αντιρρησίας, κ. Πέπε μου, καλά θα κάνεις να πάρεις θέση (ως επαγγελματίας φιλόλογος που είσαι…) για τις μεγάλες αποκαλύψεις που έκανα σήμερα στο παρόν νήμα (σχόλια 50 + 67), σχετικά με την λέξη «πολιτισμός»: Ότι δεν είναι ελληνιστική όπως ισχυρίζονται οι Μπαμπινιώτης + Σαραντάκος και όλα τα υπόλοιπα περί Ιερού Χρυσοστόμου κλπ.

    Είναι αδιανόητο απαξάπαντες οι σχολιαστές αυτού του Ιστολογίου που ξεμπροστιάζει (και καλά κάνει…) τους πάντες για τις αγραμματοσύνες τους, να τηρούν σιωπήν παλαιάς Αρσακειάδος, όποτε συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω ο κ. Σαραντάκος να διαπράττει γκάφα

  100. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

  101. Α ρε Γιακούμπ ξες πως ο κάππαψύ αγροτοπιλατεύει και ξεσαλώνεις… πόθεν όμως τούτο τεκmerry’s ?? ίππ-οπτο ( μπριζόλα αλογίσια ψημένη α λα Κρέτα ! )

  102. cronopiusa said

    Sarri, Sarri

    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri,
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri askatu,
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, bi batu

    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, bi badoaz,
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, hanka kalera
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, bafleetatik…
    kriston martxa dabil!

    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri,
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri askatu,
    Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, Sarri, bi batu

    Kortatu – Στίχοι Sarri, Sarri + Αγγλικά μετάφραση

    Καλή σας μέρα

  103. cronopiusa said

    Letras de Sarri, Sarri de Kortatu | euskal musika, música vasca

  104. Γς said

    101:

    Το ρίξαμε στην παλαβή, ε;

    >πόθεν όμως τούτο τεκmerry’s ??

    Merry Christmas

    -Κι όταν έρχεται η Μαίρη
    το πιο λαμμπρό αστέρι
    Δεν την λέι Μαίρη

    -Ε, πώς την λέει;

    – Merry Christmas

    —-

    Το άλλο, [το α λα Κρέτα] δεν ντο πιάνω:

    >ίππ-οπτο ( μπριζόλα αλογίσια ψημένη α λα Κρέτα ! )

  105. Alexis said

    Καλημέρα.
    Υποτονική τη βλέπω την ομάδα σήμερα.
    Δεν μας έβαλε και ο Pedis την τοποθέτηση Λιάκου για Κατσίφα ν’ ανάψουν λίγο τα αίματα…

  106. Γιάννης Ιατρού said

    50 (67):
    Πολυώνυμε αλαζόνα, σου είπα και προηγουμένως να μην παίρνεις φόρα, αλλά δεν ακούς και συνεχίζεις τις συνήθεις πλέον εξυπνάδες σου και διαστρεβλώσεις.

    Σε χαρακτηρίζει κι είναι πολύ λυπηρό, τ’ ότι δεν σε ενδιαφέρει να συνεισφέρεις κάτι (είτε σωστό είτε λάθος) ή έστω να πεις την (…όποια) γνώμη σου, ή να κάνεις έστω κάποια πλάκα/χιούμορ/αστείο, αλλά σε ενδιαφέρει μόνο να κάνεις τον έξυπνο και να ρίξεις τη λάσπη και το φαρμάκι σου, να διασύρεις άδικα κι αναίτια κάποιους ή να μας μοστράρεις τις ακροδεξιές σου πεποιθήσεις.
    Αυτά πολλοί από εμάς τα γνωρίζουμε και δεν μας εντυπωσιάζουν, αλλά μας διαβάζουν και νέοι σχολιαστές (και κρυφαναγνώστες 🙂 ), γι αυτό και τα αναφέρω…, μη σε πάρουν και στα σοβαρά.

    Επειδή μας διαβάζει και κόσμος που δεν ασχολείται ιδιαίτερα και μπορεί να διαμορφώσει μια κάποια λάθος εντύπωση από τις βλακείες σου, θα πω δυο λόγια για τον όρο «Ελληνιστική» και την σχετική παρατήρησή σου στο #50γ:

    Ως *Ελληνιστική Εποχή*, που διήρκεσε κάπου 300 χρόνια, συμβατικά ορίζεται (χρονολογικά) η εποχή από το θάνατο του Μεγαλέκου μέχρι την κατάλυση από τους Ρωμαίους και του τελευταίου εναπομείναντος από τα βασίλεια που δημιουργήθηκαν από τους διαδόχους του (εν προκειμένω των Πτολεμαίων στην Αίγυπτο), βλ. J. G. Droysen: Geschichte des Hellenismus.

    Αλλά έχουμε και την *Ελληνιστική Κοινή* (ή αλλιώς Αλεξανδρινή) διάλεκτο που διήρκεσε περίπου το διπλάσιο (στη Δύση). Ξεκίνησε κι αυτή από τον Μεγαλέξανδρο, έγινε η lingua franca στην περιοχή της Μεσογείου και τελικά αντικαταστάθηκε (στη Δύση) περί το 300 μ.Χ (από τα Λατινικά). Είναι η γλώσσα στην οποία γράφτηκαν και τα Ευαγγέλια κλπ.

    Επομένως (εδώ βλέπει ο καθένας την διαστρέβλωση που κάνεις), άσχετα από το τι εννοεί ο Διογένης ο Λαέρτιος με την λέξη «πολιτισμός», κι άσχετα αν είναι αυτός που την καταγράφει πρώτος με έννοια διαφορετική από αυτήν της αρχαιότητας, έχουμε να κάνουμε με ένα *γλωσσικό θέμα*, όχι με ένα ιστορικό. Επομένως χρησιμοποιώντας σ΄ αυτό το πλαίσιο τον όρο «Ελληνιστική», σωστά αναφερόμαστε στη (Ελληνιστική) *διάλεκτο* της εποχής εκείνης (π.χ. περί το 220 μ.Χ.).

  107. Μανούσος said

    Για το τζιμάνι δεν βλέπω κανένα λόγο για τροπή του λάμδα μίας τόσο οικείας λέξης όπως τζεμάλ σε τζιμάν. Αντιθέτως υπάρχουν καταλληλότεροι υποψήφιοι: Πρωτίστως η λέξη cüman τζυμάν (αραβ. جمان) που σημαίνει μαργαριτάρι (Zenker σ. 365) και γενικά το διακοσμημένο με μαργαριτάρια αντικείμενο.
    Δευτερευόντως η περσική λέξη τσαμ (παχύ το τσ και χωρίς μακρό α: چم) που σημαίνει την χάρη, την ομορφιά. Στον Χλωρό καταγράφεται τόμος Α΄ σελ. 662 μόνο η λέξη «ο κινούμενος όταν περιπατεί», δηλ. σεινάμενος-κουνάμενος. Ομόγραφο του τσαμ στην περσική είναι το τσομ (με ο) που σημαίνει την καυχησιά την υπερηφάνεια κλπ. (Junker/Alavi).

  108. Μανούσος said

    Να συμπληρώσω ότι το -αν ως κατάληξη στις σημιτικές γλώσσες είναι πολύ παραγωγική και έχει περάσει και στις δύο σημαντικές ισλαμικές (περσικά-οθωμανικά). Ειδικά στα περσικά είναι και κατάληξη πληθυντικού εμψύχων/ελλόγων όντων.

  109. # 104

    οπτός= ψημένος στα κρητικά

  110. Και εννοείται πως τα έγραψα έτσι να είναι ταιριαστά με τις «ανακαλύψεις» του Γιακούμπ με τις οποίες προσπαθεί να βγάλει σκάρτο τον Ντοτόρε των Ντοτόρων !!

  111. spiral architect 🇰🇵 said

    @105: Και πάλι καλά να λες. 😮

  112. Πέπε said

    109
    Οφτό

    Οπτό είναι στ’ αρχαία.

  113. Πέπε said

    …τελοσπάντων, οπτόν είναι φυσικά στ’ αρχαία!

  114. spiral architect 🇰🇵 said

    @112: Οφτό ή αντικριστό και ει δυνατόν κλεμμένο. 😀

  115. Γιάννης Κουβάτσος said

    Έλα, να ξυπνήσουμε λιγάκι, κύριε Αλέξη! 😎
    http://www.efsyn.gr/search/node?author=200

  116. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ώπα, λάθος πάτημα. Εδώ:
    http://www.efsyn.gr/arthro/kataskeyes-
    iroon-kai-politiki-tis-mnimis

  117. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ξαναδοκιμάζω. Αλλιώς ψάξτε το στη χτεσινή ΕφΣυν 😇:
    http://www.efsyn.gr/arthro/kataskeyes-iroon-kai-politiki-tis-mnimis

  118. Πέπε said

    @114:
    Για την ακρίβεια:

    Λένε όντως «οφτό ή αντικριστό» (το βλέπεις συχνά λ.χ. έτσι σε καταλόγους», αλλά το αντικριστό είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος ψησίματος, εμπνεύσεως, νομίζω, ανωγειανής, που έχει υιοθετηθεί απ’ όλη την Κρήτη (όπως καθετί ανωγειανό), ενώ οφτό είναι γενικότερα ό,τι ψήνεται, π.χ. οφτή πατάτα.

    Παρεμπιπτόντως, δεν έχω καταλάβει πώς λένε στην Κρήτη «ψήνω», γιατί ψήνω σημαίνει μαγειρεύω (και το βραστό ψήνεται, και το τηγανητό κλπ.). Κι άμα δεν έχει ψηθεί καλά, είναι ανήψητο.

  119. 107 Μανούσο, καμία από αυτές τις λέξεις δεν είχε περάσει στην καθομιλουμένη οθωμανική, και φυσικά ούτε στην αργκό, πόσο μάλλον στα ελληνικά. Αντίθετα, ο τύπος τζιμάλι είναι μαρτυρημένος στη νεοελληνική (βλ. σχ. 129, 140-42, 147-48, 162 εδώ: https://sarantakos.wordpress.com/2016/02/15/gemelli/ )

  120. ΓιώργοςΜ said

    118 Οφτό κλέφτικο είναι επίσης ειδική διαδικασία μαγειρέματος. Αρχή έχει στον τρόπο ψησίματος του κλεμμένου αρνιού: Έγδερναν το αρνί, τύλιγαν το κρέας στο δέρμα, το έθαβαν και άναβαν φωτιά από πάνω. Το κρέας έτσι σιγόβραζε για ώρες και γινόνταν λουκούμι…. Άνοιγαν στη συνέχεια το λάκο, έτρωγαν το κλεψιμέικο, πετούσαν μέσα τα υπολείμματα, τα σκέπαζαν και ούτε γάτα, ούτε ζημιά.

    Δεν ξέρω αν είναι ράδιο αρβύλα, έχω ακούσει όμως πως είναι παράδοση κάπου στην Κρήτη, στο γάμο να είναι κλεμμένα τα αρνιά, και πως κάποιος που ήταν νοικοκύρης και ντρεπόταν να κλέψει, έβαλε κάποιους να κλέψουν από τα δικά του για να τηρηθεί το έθιμο… 🙂

  121. Νέο Kid said

    120. Και στην Κύπρο τρώμε πολύ οφτό κλέφτικο. Αλλά το φτιάχνουμε σε γάστρες μέσα σε χωριάτικους φούρνους. Και δεν κλέβουμε τα αρνιά! Η εγγλέζικη ανατροφή μας δεν θα μας επέτρεπε ποτέ κάτι τέτοιο…

  122. Pedis said

    # 117 – αν και το «ηθικό δίδαγμα» δεν είναι για πέταμα, το πώς παραθέτει την «επιχειρηματολογία» του είναι για κλάματα.

    Λ.χ. επειδή καθε πόλεμος ξεκινά με μια μια αιματηρή αφορμή μεταξύ κρατών, τότε κάθε αιματηρό επεισόδιο μπορεί να γίνει αφορμή πολέμου.

    Αφήστε που για να του βγει το σχήμα λόγου καταφεύγει στη υπερβολή ότι δηλ.

    «Ακριβώς τις μέρες που η παγκόσμια προσοχή στρεφόταν στη σφαγή της συναγωγής στο Πίτσμπουργκ από έναν αντισημίτη Αμερικανό οπλοφόρο, … »

    που το θέμα θάφτηκε άρον-άρον όπως πάντα όταν ο σίριαλ κίλλερ έχει το σωστό χρώμα και θρησκεία.

  123. sarant said

    107-119 Μανούσο, με πρόλαβε ο Δύτης αλλά ίσως αφιερώσω άρθρο στο θέμα. Η αλλαγή του λ σε ν δεν έγινε στην αραβική/τουρκική αλλά στην ελληνική, όπου ο τυπος τζιμάλι/τζεμάλι είναι καλά μαρτυρημένος και κατά πάσα πιθανότητα είναι ο αρχικός τυπος.

  124. Μανούσος said

    119
    Δεν μπορώ να πω για την καθομιλουμένη ή για ενδεχόμενη διαλεκτική προέλευση. Εμένα με προβληματίζει η τροπή του λ σε ν. Αν αυτό δικαιολογείται φωνολογικά τότε δεκτόν. Αν όμως όχι τότε χρειάζεται περαιτέρω έρευνα.

    Από την άλλη πλευρά η αναγωγή όλων σε λέξεις που χρησιμοποιεί και η οθωμανική, ίσως δεν είναι πάντα η ορθότερη απάντηση, είναι όμως η ευλογοφανέστερη.
    Εν ολίγοις: Θα πρέπει να δει κανείς την προέλευση λέξεων και από άλλες γλώσσες εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τις οποίες έλαβε και η οθωμανική ως δάνεια. Υπόθεση εργασίας θα πεις, αλλά πάντως θα άξιζε να διευρενηθεί κάποτε και αυτή η διαδρομή. Ειδικά το λεξιλόγιο της γλώσσας των διοικητικών εγγράφων (πχ Fekete, Die Siyaqat-Schrift in der Türkischen Finanzverwaltung, ο οποίος δίνει και μερικά παραδείγματα από τα Βαλκάνια) διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, και ξένες λέξεις που υιοθετεί η διοίκηση από τους μη τουρκόφωνους λαούς δεν εισάγονται ομοιόμορφα ή με επίκεντρο την Κωνσταντινούπολη οπωσδήποτε.
    Το ότι μαρτυρείται παράλληλος τύπος τζιμάλι ο οποίος τελικώς φαίνεται να χάνεται έναντι του τζιμάνι είναι ίσως μία ένδειξη υπέρ αυτού που λες, αλλά και πάλι είναι λέξεις που χρησιμοποιούνται από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, δηλ. το «τζιμάνι» αν δεν κάνω λάθος είναι περιορισμένο στην αργκό.

    Όπως και νάναι μία φωνολογική τεκμηρίωση θα την εύρισκα προτιμότερη, αντί της γενικόλογης «παραφθοράς», μολονότι δεν είμαι σίγουρος αν στις διαλέκτους της νέας ελληνικής μπορούν να μπουν φωνολογικοί κανόνες στις παρεφθαρμένες λέξεις.

  125. Χαρούλα said

    120
    Στην ηπειρωτική Ελλάδα, το λέμε απλά Κλέφτικο!😊

  126. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    121 Κιντ, να υποθέσω ότι με την εγγλέζικη ανατροφή σας κλέβετε ολόκληρο το βοσκοτόπι, ίσως και τη χώρα στην οποία βρίσκεται? 🙂 🙂

  127. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    Θαυμάσια ομιλία, και ως προς το περιεχόμενο και ως προς το ύφος. Εγώ – που αποσπασματικά επισκεπτόμουν το ιστολόγιο και δεν είχα υπόψη μου τα της ετυμολογίας και της πρώτης εμφάνισης κάποιων λέξεων – εντυπωσιάστηκα.

    Ωστόσο, υποβάλω στην κρίση σας μια παρατήρηση, που δεν αφορά άμεσα τον κ. Σαραντάκο αλλά κυρίως τον κ. Μπαμπινιώτη. Πρόκειται για την πρώτη εμφάνιση της λέξης «λογοτεχνία» (με τη σημερινή της σημασία). Στην ομιλία αναφέρεται:
    «… Στο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη, πιθανολογείται ότι πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο ο Ιωάννης Πανταζίδης, σε άρθρο με τίτλο “Φιλολογία, γραμματολογία, λογοτεχνία”, στο περιοδικό Εστία το 1886.»

    Όμως, αυτός που συνέλαβε/εμπνεύστηκε τη πιθανότητα χρήσης της λ. αυτής, προκειμένου να αποδώσει «το αντικείμενο της όλης φιλολογικής επιστήμης», ήταν ο πρώτος μεταφραστής του έργου του Karl Otfried Muller «Geschichte der griechischen Litteratur bis auf das Zeitalter Alexanders», ο γυμνασιάρχης Α[ριστείδης] Κυπριανός.
    Ο μεταφραστής τιτλοφορεί το έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Φιλολογίας» και, όπως φαίνεται από τα γραφόμενά στον Πρόλογο (σελ. κ΄), προβληματίστηκε για το πώς θα αποδώσει τον όρο Litteratur στον τίτλο της γερμανικής έκδοσης, οπότε δοκίμασε και τον όρο «λογοτεχνία». Τελικά δίστασε να τον υιοθετήσει και προτίμησε τον γενικό και γνωστό όρο «φιλολογία» (παρά τα μειονεκτήματα που έβρισκε και σ’ αυτόν…).
    Περισσότερα στην:

    https://anemi.lib.uoc.gr/metadata/e/1/b/metadata-247-0000135.tkl

    Η μετάφραση εκδόθηκε το 1867, επομένως η χρονολόγηση της πρώτης χρήσης της λέξης «λογοτεχνία» ανεβαίνει κατά 19 (τουλάχιστον) χρόνια, σε σχέση με εκείνην του κ. Μπαμπινιώτη.

  128. spiral architect 🇰🇵 said

    @121: Πάντως, οι Κύπριοι πολιτικοί δεν κάνουν απολύτως τίποτα για να κρύψουν ότι είναι εξ ίσου καραγκιόζηδες με τους Ελλαδίτες.

    https://twitter.com/AverofCY/status/1059389819820916737

    S9 ρε φίλε, να έβαζε κάνα κιλό λούντζα να βγάζαμε το χειμώνα …

  129. nikiplos said

    @71, Δεν υπάρχει πιο ταιριαστό σε αυτήν την συνέντευξη από το τέλος του γνωστού ανεκδότου με τον Άγιο Βασίλη…
    🙂

  130. sarant said

    127 Ενδιαφέρον εύρημα, ευχαριστώ πολύ!

  131. Μανούσος said

    123
    Την τροπή στα ελληνικά εννοούσα κι εγώ.

  132. Νέο Kid said

    128. Ουδείς καραγκιοζότερος των Ελλαδιτών πολιτικών , αν δεν υπήρχαν οι Κύπριοι!

  133. π2 said

    Περί πολιτισμού: έχει δίκιο σε δυο σημεία και άδικο σε ένα άλλο ο πολυώνυμος.

    Καταρχάς, ούτε εμένα μ’ αρέσει η μπαμπινιώτεια λογική «ό,τι μετακλασικό το λέμε ελληνιστικό». Είναι σαν να λέμε ότι είναι ένα πράγμα η γλώσσα από τον ύστερο 4ο αι. π.χ. μέχρι την πρωτοβυζαντινή εποχή.

    Έπειτα, ο πολιτισμός με την έννοια της πολιτισμένης συμπεριφοράς πράγματι απαντά για πρώτη φορά στην πατερική γραμματεία και δεν έχει αυτήν την έννοια στον Διογένη.

    Η ερμηνεία του LSJ όμως, ότι πολιτισμός στη φράση του Διογένη (το μόνο χωρίο της αρχαίας γραμματείας όπου καταγράφεται ο όρος) σημαίνει όχι απλώς πολιτική ζωή αλλά administration of public affairs είναι διπλά περιοριστική. Πρώτα, ως προς την εποχή αναφοράς, τον 3ο αι. π.Χ. Όταν ο Αρκεσίλαος λέγεται ότι ζει ήσυχα τη ζωή του στην Ακαδημία αποφεύγοντας τον πολιτισμόν, ο πολιτισμός δεν έχει τη στενή σημασία της πολιτικής ζωής αλλά την ευρύτερη του δημόσιου βίου. Η νοοτροπία που εκφράζεται, στο πλαίσιο της αυταξίας του πνευματικού βίου που διεκδικούν για τον εαυτό τους αρκετοί λόγιοι της εποχής, είναι η ίδια με την εμβληματική φράση του Καλλιμάχου: σικχαίνω πάντα τὰ δημόσια. Όταν γράφει ο Διογένης Λαέρτιος, στην προχωρημένη αυτοκρατορική εποχή, η νοοτροπία αυτή έχει αποκτήσει ισχυρότερο νόημα και συνδέεται με τον αρχούμενο πνευματικό αναχωρητισμό.

    Το αστείο είναι ότι όλοι αυτοί οι φιλόσοφοι, ποιητές και λόγιοι της ελληνιστικής εποχής που διεκδικούν την ησυχία τους από την τύρβη των δημοσίων πραγμάτων κάθε άλλο παρά αποκομμένοι ήταν από την πολιτική ζωή, με την ευρεία έννοια. Οι περισσότεροι ήταν στη δούλεψη κάποιου ηγεμόνα, πολλοί αναλάμβαναν διπλωματικές αποστολές για λογαριασμό είτε της πόλης τους είτε του ηγεμόνα στην αυλή του οποίου ζούσαν, ορισμένοι αναλάμβαναν ακόμη και διοικητικές ή στρατιωτικές θέσεις, με ακραίο παράδειγμα τον Περσαίο από το Κίτιο, φιλόσοφο της αυλής του Αντιγόνου Γονατά, που διορίστηκε φρούραρχος στον Ακροκόρινθο. Ακόμη κι ο ίδιος ο Αρκεσίλαος, κάθε άλλο παρά αναχωρητής ήταν. Προσωπικός φίλος του φρουράρχου του Αντιγόνου Γονατά στην Αθήνα, είχε επαφές και με την αυλή των Ατταλιδών του Περγάμου, η σχέση των οποίων με την Αθήνα εγκαινιάζεται ακριβώς μέσω των επαφών με Αθηναίους λογίους.

  134. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    109,112κ.ε.
    Στα λιξηαρχεία* της γλώσσας το γυρίσατε βλέπω!
    Κρητικά *ο λίξης -α και (το) λιξάκι, άμα είναι παιδάκι, είναι ο λιγούρης και κάτι παραπάνω,ο ανεβάσταγος λιχούδης 🙂 .

  135. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Το πολύ σημαντικό νήμα αφορά στη γλώσσα, εκείνη που συνδέεται με το μυαλό μας (άντε και με την καρδιά/ψυχή μας) και ανίερα,πες σουρεαλιστικά, να μη θιγεί,ξαφνικά, κανένας, το γυρίσαμε στην άλλη γλώσσα που οδηγεί στο στομάχι μας. 🙂

    Οφτό σε κοιλιά (οφτό του βοσκού ή κλέφτικο)

  136. Alexis said

    #115-117: Μάλιστα. Τώρα ολοκλήρωσα την ανάγνωση του άρθρου του Λιάκου. Αυτό που καταλαβαίνω πλέον ξεκάθαρα είναι ότι υπάρχουν δύο «αλήθειες»: Η μία λέει για τον Έλληνα πατριώτη που τσακώθηκε με τον Αλβανό αστυνομικό και πήρε το καλάσνικοφ και άρχισε να πυροβολά στον αέρα και η άλλη λέει για τον ακροδεξιό τραμπούκο που εμφανίστηκε με βαρύ οπλισμό σε μια εκδήλωση μνήμης με σκοπό να προκαλέσει αιματοχυσία.
    Εδώ δεν πρόκειται πλέον για δύο παραλλαγές του ίδιου θέματος αλλά για δύο εκ διαμέτρου (ή περίπου) αντίθετες εκδοχές του ίδιου γεγονότος.
    Μέχρι να καταλήξουμε λοιπόν (αν ποτέ) μέσα από νηφάλιες και αξιόπιστες μαρτυρίες πώς έγιναν πραγματικά τα γεγονότα*, εγώ θα εξακολουθώ να είμαι επιφυλακτικός και με τους μεν και με τους δε.

    *Οι χαρακτηρισμοί τύπου πατριώτης, εθνικιστής, ακροδεξιός κλπ. είναι δευτερεύουσας σημασίας κατά τη γνώμη μου γιατί καθένας μπορεί να τους κάνει λάστιχο και να τους χρησιμοποιεί κατά το δοκούν. Αυτό που έχει σημασία είναι τα πραγματικά περιστατικά και οι προθέσεις του Κατσίφα, αν δηλαδή είχε σκοπό να προκαλέσει κακό ή όχι.

  137. Πέπε said

    @124:
    Στιβάνι, στιβάλι. H μπότα.

    Η λέξη είναι από τα ιταλικά, όπου έχει λάμδα (ostivale νομίζω). Με -ν- απαντά μόνο σε ελληνικές παραλλαγές (νομίζω, και πάλι) οι οποίες υπερτερούν των ελληνικών παραλλαγών με -λ-.

    Δε σημαίνει ότι υπάρχει σχετικός φωνολογικός κανόνας. Μπορεί και να υπάρχει, εγώ δεν τον ξέρω. Πάντως μοναδικό δεν είναι το φαινόμενο.

  138. spiridione said

    127. 130
    Ο Πανταζίδης στο άρθρο του το 1886 γράφει ότι αυτός είχε προτείνει τον όρο λογοτεχνία το 1867 στον Κυπριανό, αλλά δεν το δέχθηκε, ‘φοβηθείς την καινοτομίαν’.
    http://pleias.lis.upatras.gr/index.php/estia/article/view/71978/64327

  139. spiridione said

    Ο Σωτηριάδης στον πρόλογο της Ιστορίας της Βυζαντινής Λογοτεχνίας του Κρουμπάχερ (1897) αναφέρει τους Κυπριανό και Πανταζίδη και προκρίνει τον όρο ‘λογοτεχνία’.
    https://books.google.gr/books?id=GuzOBQAAQBAJ&pg=PP9&dq=%CE%A0%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B6%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82+%CE%9A%CF%85%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82+%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1&hl=el&sa=X&ved=0ahUKEwi_z9uWtr_eAhUcwAIHHaxzAG4Q6AEILDAB#v=onepage&q=%CE%A0%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B6%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82%20%CE%9A%CF%85%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82%20%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1&f=false

  140. spiridione said

    Πιο αναλυτικά στο άρθρο του Γιάννη Παπακώστα στη Νέα Εστία (1983) ‘Φιλολογία, Ελαφρά Φιλολογία, Λογοτεχνία’.
    http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=139323&code=1403&zoom=800

  141. MA said

    Καλημέρα σας,
    εξαιρετική η διάλεξη, έστω και τμηματική. Και χρήσιμη ως επανάληψη όσων έχουν αναφερθεί ήδη. Ευχαριστούμε Νικοκύρη!

    Προς επίρρωση των λεγομένων του Γιάννη Ιατρού, αντιγράφω από το πρόγραμμα του mathesis.cup.gr:

    Παραδοσιακά, η ελληνιστική εποχή τελειώνει με την κατάλυση του τελευταίου ελληνιστικού βασιλείου, της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου, το 30 π.Χ. Στο μάθημα αυτό όμως θεωρούμε ότι και οι δύο πρώτοι αιώνες της αυτοκρατορικής εποχής αποτελούν άμεση συνέχεια των εξελίξεων που εγκαινιάζονται με τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου. Για αυτή τη χρονική περίοδο εισάγουμε τον όρο «Μακρά Ελληνιστική Εποχή».

  142. Γιάννης Κουβάτσος said

    136:Αλέξη, η ερμηνεία του Λιάκου είναι πολιτική. Η ανθρώπινη ζωή, αφού είναι βέβαιο ότι ο Κατσίφας εκτελέστηκε από τους Αλβανούς ρόμποκοπ, περνάει σε δεύτερη μοίρα. Η ουσία κατ’εμέ δεν είναι αν ο Κατσίφας ήταν πατριώτης ή φασίστας. Η ουσία είναι αν οι πάνοπλοι και υπερεκπαιδευμένοι αστυνομικοί δικαιούνται να εκτελούν, χωρίς να εξαντλήσουν τις δυνατότητες να συλλάβουν τον φερόμενο ως δράστη (ας μην παραβλέπουμε κατά το δοκούν το τεκμήριο της αθωότητας).

  143. sarant said

    137 Καλή αναλογία

    138 κε Καλά ευρήματα, ψήνεται για άρθρο 🙂

  144. π2 said

    141: Οι περιοδολογήσεις, ως γνωστόν, είναι πάντοτε αυθαίρετες και εξαρτώνται από την οπτική γωνία του περιοδολογούντος. Με την ίδια λογική που μπορεί να μιλήσει κανείς για «μακρά ελληνιστική εποχή» τραβώντας τον ελληνιστικό κόσμο ως το τέλος του 2ου αι. μ.Χ. (όταν έχει κατά νου, ξέρω γω, τον πολιτισμό στη μακρά του διάρκεια), μπορεί να μιλήσει για την «κυρίως ελληνιστική περίοδο» βάζοντας το όριό της στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. όταν έχει κατά νου κυρίως τις πολιτικές (οριστική κυριαρχία της Ρώμης στην Ανατολή) ή τις κοινωνικές (δομική αλλαγή του ευεργετισμού, αρχές της απόλυτης κυριαρχίας των ανωτέρων στρωμάτων στις πολιτικές δομές των πόλεων) εξελίξεις. Παλιότερα, κάποιοι τοποθετούσαν την αρχή της ελληνιστικής εποχής στο 360, έχοντας κατά νου το (υποτιθέμενο) τέλος της ελληνικής πόλης με την άνοδο στην εξουσία και σταδιακή κυριαρχία του Φιλίππου. Μια τουλάχιστον ιστορικός των ιδεών τοποθετούσε την αρχή της ύστερης αρχαιότητας στα μέσα του 2ου αι. π.Χ., θεωρώντας ότι από τότε αρχίζουν οι μεταβολές στη θρησκευτική νοοτροπία του αρχαίου κόσμου που καταλήγουν στην κοινή πορεία χριστιανισμού και ύστερου παγανισμού. Τρέχα γύρευε, γενικώς.

    Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντικό όταν χρησιμοποιεί κανείς περιοδολόγηση άνευ σχολίων να χρησιμοποιεί τα συμβατικά όρια που είναι κατανοητά στους περισσότερους από τη σχολική ιστορία, ώστε να αποφεύγονται παρανοήσεις.

  145. Γιάννης Ιατρού said

    144: ΠιΔύο
    Οι όποιες περιοδολογήσεις, εν προκειμένω ο χαρακτηρισμός με το επίθετο «ελληνιστική», άσχετα με την οπτική γωνία, μπορεί να είναι διαφορετικές, όταν το χαρακτηριζόμενο είναι διαφορετικής φύσης.
    Αφ΄ενός έχουμε την δυνατότητα να χαρακτηρίσουμε μια χρονική περίοδο στην βάση των ιστορικών/πολιτισμικών γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά την διάρκειά της («εποχή»), π.χ. Νεολιθική, και αφ’ ετέρου μπορούμε να χαρακτηρίσουμε μια χρονική περίοδο με βάση την χρήση/διαμόρφωση μιας (επικρατούσας) διαλέκτου (η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, σε ένα διάστημα π.χ. ~500-600 ετών οπωσδήποτε θα παρουσιάσει μεν μια κάποια εξέλιξη, αλλά οπωσδήποτε περιορισμένη στην περίπτωσή μας).
    Χρονικά οι δύο (ομόηχοι) χαρακτηρισμοί δεν είναι υποχρεωτικό να συμπίπτουν. Πιστεύω πως σ΄αυτό θα συμφωνούμε.
    Όταν λοιπόν σχολιάζεται η (πρώτη) χρήση μιας λέξης (εν προκειμένω της λέξης «πολιτισμός» με την σημερινή έννοια) για να καταλάβουμε τι εννοεί ο ομιλητής (Νίκος) στη διάλεξη, πρέπει να εξετάσουμε σε ποια από τις δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις αναφέρεται αυτός, στη διάλεκτο (γλώσσα, έννοια/σημασία) ή σε κάποιο ιστορικό/πολιτισμικό κλπ. γεγονός. Βεβαίως δεν θα αναρωτιόμαστε, αν έλεγε μόνοι π.χ. περί το 200 μ.Χ. ….

  146. spiridione said

    137. Τη μόνη εξήγηση που βρίσκω για το στιβάλι – στιβάνι στο ίντερνετ, είναι στο Λεξικό Παπύρου:
    στιβάλι και στιβάνι, το,
    είδος υποδήματος που περιβάλλει την κνήμη ή μέρος της, μπότα, μποτίνι.
    [Ετυμολ. < βεν. stival, ενώ ο τ. στιβάνι < στιβάλι κατά τα μποτίνι, σκαρπίνι, τακούνι].

    Δηλαδή, επειδή προφανώς υπάρχει φωνολογική δυσκολία, καταφεύγουμε στην αναλογία από παρεμφερείς λέξεις. Κάτι ανάλογο ενδεχομένως θα μπορούσε να ισχύσει και για το τζιμάνι (;): αλάνι, τσογλάνι, χαρμάνι.

  147. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Κακόψυχε Ιατρού (106 + 145),

    γνωρίζεις πόσο εκτιμώ τις ικανότητές σου. Πατρικά σου συνιστώ να μήν εξευτελίζεσαι άλλο, κάνοντας τη νύχτα – μέρα. Ούτε ένας ιστορικός δεν υπάρχει στον κόσμο που να ισχυρίζεται ότι οι Ελληνιστικοί Χρόνοι πάνε και μετά την Ναυμαχία στο Άκτιο (31 π.Χ.)

    Θέλοντας να απαλύνεις την πανθομολογούμενη διπλή γκάφα του κ. Σαραντάκου (είναι ολοφάνερο ότι την έχει αποδεχθεί και ο ίδιος), προσπαθείς να δικαιολογήσεις τα αδικαιολόγητα και γίνεσαι ρεντίκολο. Δεν σού κάνει εντύπωση η άκρα του τάφου σιωπή των άλλων σχολιαστών και η απόλυτη σιωπή του ίδιου του κ. Σαραντάκου, που εκ χαρακτήρος δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω; Με τί θράσος εμφανίζεσαι εσύ βασιλικότερος του Βασιλέως; Πές ένα δημόσιο ευχαριστώ που σε ξεστράβωσα για την λέξη «πολιτισμός» και ξανατρέχα στο υπόγειό σου για νέες αναδιφήσεις

  148. sarant said

    147 Σου έχουν πει από την αρχή ότι αλλιώς περιοδολογείται η γλώσσα και αλλιώς η ιστορία. Στο Ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη η ένδειξη «ελληνιστικό» πιάνει από τον 40 αιώνα πΧ έως τον 6ο μΧ (συμβατικά, ως τον Ιουστινιανό).

  149. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    Αγαπητέ κ. Σαραντάκο (148),

    Γράφει ο Μπαμπινιώτης στην σελ. 19 του Ετυμολογικού του:

    Ας δούμε τώρα (αριστερά) τί γράφει ο Μπαμπινιώτης στο λήμμα «πολιτισμός» του Ετυμολογικού του και (δεξιά) τί είπατε εσείς στην διάλεξή σας

    Πού βλέπετε να μιλάει ο Μπαμπινιώτης για ελληνιστικά χρόνια, όπως το κάνατε εσείς στην διάλεξή σας, δημιουργώντας σύγχυση στο 99% του κοινού; Ο Μπάμπι μιλάει για ελληνιστική σημασία, κι αφού έχει εξηγήσει στην αρχή του Ετυμολογικού του ότι ο όρος ελληνιστική σημασία πιάνει μέχρι τον Ιουστινιανό.

    Άλλο ελληνιστική σημασία και άλλο ελληνιστικοί χρόνοι. Παραδεχθείτε το λάθος σας, κύριε Σαραντάκο. Κανείς δεν σάς κατηγόρησε για αγραμματοσύνη. Απλώς για μία γκάφα (που διαπράξατε από βιασύνη) μιλάμε… Η γκάφα, όμως, αυτή δημιούργησε σύγχυση και είναι χρέος των σχολιαστών να την επισημάνουν, όταν εσείς κάθε Σαββάτο ελέγχετε τους άλλους για πολύ μικρότερα παραπτώματα…

  150. Γιάννης Ιατρού said

    147: Πολυώνυμε, την Βίκι για πηγή την ξέρουμε κι εμείς. Στο εξήγησα δύο φορές, δεν θέλεις να το καταλάβεις, έ τι να κάνουμε;

  151. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος said

    150: Σού απάντησα ήδη στο 149. Άλλο ελληνιστική σημασία που παραπέμπει στην Ελληνιστική Κοινή και άλλο Ελληνιστικά Χρόνια, που είπε ο κ. Σαραντάκος στην διάλεξή του

  152. Γιάννης Ιατρού said

    Καλά, αυτό το είδατε; Νέο Fake News του Γιάννη Λοβέρδου…
    Μπροστά του ο πολυώνυμος είναι άγγελος!

  153. Μαρία said

    152
    Εδώ https://twitter.com/panlabro/status/1059797922370514945

    και https://pbs.twimg.com/media/DrUycNHXQAIe00J.jpg

  154. Πέπε said

    @146:
    > > Δηλαδή, επειδή προφανώς υπάρχει φωνολογική δυσκολία, καταφεύγουμε στην αναλογία από παρεμφερείς λέξεις.

    Εντάξει, κι εμένα κάπως έτσι μου φαίνεται: δε βρίσκουμε πώς να το εξηγήσουμε αλλά χρειαζόμαστε οπωσδήποτε μια εξήγηση, οπότε αρπάμε ό,τι μας φαίνεται πιο πασπαρτού.

    Ωστόσο, υπάρχει κι άλλος τρόπος:

    Όταν έχουμε στο μυαλό μας τους απαρέγκλιτους φωνολογικούς κανόνες που δίνουν τη μορφή των λέξεων σ’ ένα πλαίσιο συγχρονικό (π.χ. λεκτικός από το λέγω, επειδή γ+τ δίνει κτ), ή και διαχρονικό (π.χ. *βά-ν-j-ω > βαίνω), δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αυτοί οι κανόνες λειτουργούν εντός μιας γλώσσας. Στην περίπτωση των δανείων από γλώσσα σε γλώσσα οι φωνολογικές αλλαγές μπορεί να είναι και τυχαίες (πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα στ’ αρχαία ο Σαρδανάπαλος – Ασουρμπανιμπάλ).

    Αυτό εξαρτάται και από τον βαθμό γνώσης της γλώσσας αφετηρίας εκ μέρους της κοινότητας που έχει ως μητρική τη γλώσσα προορισμού: τα τούρκικα δάνεια μπήκαν στα ελληνικά από Έλληνες που, λιγότερο ή περισσότερο, ήξεραν τούρκικα. Σε γενικές γραμμές λοιπόν ήξεραν ότι η κάθε τούρκικη λέξη είναι όπως είναι κι όχι αλλιώς, γιατί μόνο έτσι βγάζει νόημα. Γι’ αυτό και κατά τον εξελληνισμό των τούρκικων λέξεων ακολουθούνται με αρκετή κανονικότητα ορισμένοι κανόνες. Αντίθετα, οι αρχαίοι Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν ήξεραν ασσυριακά, επομένως είτε Ασουρμπανιπάλ είτε Σαρδανάπαλος είτε κάτι άλλο, εξίσου αυθαίρετο τους φαινόταν.

    Τα σημερινά αγγλικά δάνεια στα ελληνικά θυμίζουν πολύ περισσότερο την αρχική αγγλική μορφή τους παρά τα προ μερικών γενεών (π.χ. βατσιμάνης), γιατί τώρα οι περισσότεροι ξέρουμε κάποια έστω αγγλικά, ενώ τότε όχι.

    Άρα, ένας Έλληνας άμοιρος της ενετικής γλώσσας, που ακούει (από άλλον Έλληνα) «στιβάλι», μπορεί εύκολα να το αλλοιώσει σε «στιβάνι», όχι για κάποιο συγκεκριμένο λόγο αλλά απλώς επειδή, αν δεν το άκουσε καθαρά ή δεν το θυμόταν ακριβώς, δεν έχει κανέναν μπούσουλα που να του υποδείξει ότι το -λ- είναι πιο πιθανό από το -ν-.

  155. Γιάννης Ιατρού said

    153: Ναι, η 1η απάντηση στον де факто είναι όλα τα λεφτά 🙂

Σχολιάστε