Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Γιώργος Κεχαγιόγλου’

Ο Κακόμης (διήγημα του Παπαδιαμάντη)

Posted by sarant στο 15 Αυγούστου, 2023

Γιορτή σήμερα, γιορτή και αργία. Το ιστολόγιο δεν γιορτάζει και δεν αργεί, οπότε θα βάλουμε ένα λογοτεχνικό ανάγνωσμα, σαν να ήταν Κυριακή. Ας ευχηθούμε όμως χρόνια πολλά σε όσες και όσους γιορτάζουν, τη Μαρία, τον Πάνο με πεζά, τον Παναγιώτη Κ. και όσους/όσες μου ξεφεύγουν. 

Τον Παπαδιαμάντη τον αγαπάμε εδώ στο ιστολόγιο και τον διαβάζουμε Χριστούγεννα και Πάσχα -ας τον  διαβάσουμε και σήμερα. Είχαμε βάλει παλιότερα τον Ρεμβασμό του Δεκαπενταύγουστου, για σήμερα διάλεξα ένα διήγημα που δεν έχει θρησκευτικό ή εορταστικό θέμα αλλά περιγράφει έναν περιθωριακό ήρωα, τον χαμάλη Αποστόλη Κακόμη ο οποίος, παρόλο που ήταν κοσμογυρισμένος και ήξερε γραμματάκια, διάλεξε να γίνει χαμάλης διότι «είναι το πλέον ελεύθερο επάγγελμα». 

Ο Παπαδιαμάντης περιγράφει με ζήλεια σχεδόν το καθημερινό πρόγραμμα του ελεύθερου χαμάλη, στο οποίο κεντρική θέση κατέχει το καθημερινό μεσημεριανό γιουβέτσι. Για το γιουβέτσι ή γκιουβέτσι του Κακόμη έχει γράψει ωραία ο Η. Παπαδημητρακόπουλος (εδώ). Θεωρεί ότι είναι «ο φαγητό των μοναχικών και, κατ’ επέκτασιν, των ελεύθερων ατόμων: δεν αποτελεί έδεσμα της οικογενειακής εστίας, αλλά φαγητό της ταβέρνας, της ανδρικής παρέας, του πότη. Τα υλικά του είναι στοιχειώδη (ζυμαρικά και λίγο λαδάκι σε ένα πήλινο σκεύος), η παρασκευή του απλούστατη (μπορεί να ετοιμασθεί στο άψε-σβήσε από τον φούρναρη, ή και –σπανίως- τον χασάπη, οπότε και το συνοδεύει βορβορόχρους σάλτσα), η γεύση του εξαίρετη (αρκεί να ψηθεί στον με φρύγανα λειτουργούντα ποτέ φούρνο της γειτονιάς, οπότε και θεωρείται ότι αποτελεί τη συνισταμένη των οσμών που εκλύονται από το κύτος του φούρνου». Χωρίς κρέας δηλαδή, και τη Σαρακοστή χωρίς λάδι. 

Χαμάλμπασης είναι ο αρχηγός των χαμάληδων. Το κεπένι είναι αυτό που λέμε κεπέγκι, δηλαδή το πορτόφυλλο.Η φράση «τσίτσι φάτσι; γκίνε» είναι βλάχικα, και σημαίνει κάτι σαν «τι κάνεις; καλά», όπως λέει το Γλωσσάρι της έκδοσης του ΝΔΤ. Η φράση «για τάλε, για μαξούρα» είναι κατά το γλωσσάρι παρεφθαρμένα αράπικα που σημαίνουν «γιά  έρχεσαι, γιά τις τρως» -το παραθέτω με επιφύλαξη. Για τη φράση «άλτρος κάβος κονταρέμους», για την  οποία θα άξιζε ξεχωριστό άρθρο, λέω μερικά πράγματα στο τέλος. 

Το διήγημα δημοσιεύτηκε το 1903. Το κείμενο το πήρα από τον ιστότοπο papadiamantis.net.

Ο ΚΑΚΟΜΗΣ

Ἀνάμεσα εἰς τοὺς βαστάζους τῆς μικρᾶς παραθαλασσίας πόλεως, τὰ πρωτεῖα εἶχεν ἀξίως ὁ Ἀποστόλης ὁ Κακόμης. Ὅλοι τὸν ἀνεγνώριζαν ὡς «χαμάλμπασην»*. Ἐσήκωνεν, ὡς ἔλεγον, περὶ τὰς ἑκατὸν πενῆντα ὀκάδας. Ἦτο κυρτὸς ἐκ σωματικῆς κατασκευῆς, κυρτότερος δὲ εἶχε γίνει ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμα. Ἔκυπτε διὰ νὰ τὸν φορτώσουν, κ᾽ ἔλεγε: «ὅσο νὰ μοῦ φορτώσουν τὸ τσουβάλι μιά· τώρα πάει μοναχό του».

Διηγεῖτο εἰς τοὺς ἄλλους συναδέλφους του ὅτι, μεταξὺ ὅλων τῶν φορτηγῶν ζῴων, ἡ καμήλα ἔχει τὸ μέγα χάρισμα νὰ γονατίζῃ ἕως ὅτου τὴν φορτώσουν, ὕστερον, φορτωμένη, νὰ σηκώνεται καὶ νὰ βαδίζῃ.

Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ καὶ ἄλλο χάρισμα ἔχει ἡ καμήλα· νὰ μένῃ νηστικὴ πολλὰς ἡμέρας κατὰ τὴν πορείαν, δροσιζομένη ἐσωτερικῶς ἀπὸ τὴν τηκομένην πιμελὴν τῆς ἰδίας καμπούρας της. Εἶχεν ἰδεῖ πολλὰς καμήλους ὁ Ἀποστόλης ὁ Κακόμης, ἐπειδὴ εἶχε διατρίψει καιρόν τινα εἰς τὴν Αἴγυπτον· καὶ ὄχι μόνον εἰς τὴν Αἴγυπτον, ἀλλὰ καὶ εἰς ἄλλα μέρη εἶχε διατρίψει, ὅπως εἰς τὴν Σμύρνην, τὴν Σαλονίκην, σιμὰ εἰς τοὺς Ἑβραίους καὶ εἰς τὴν Ντούνα πάνω (τὸν Δούναβιν), ὅπως ἔλεγεν. Ἦτο σχεδὸν κοσμογυρισμένος.

Ἤξευρε ξένας γλώσσας. Ὄχι μόνον τουρκικά, ἀλλ᾽ ἀράπικα, βλάχικα, κ᾽ ἑβραίικα. Ἤξευρε «τσίτσι φάτσι; γκίνε»*, καὶ «ἄλτρος κάβος κονταρέμους»* καὶ «γιά τάλε γιά μαξούρα»* καὶ τόσα ἄλλα. Ὅλοι οἱ συνάδελφοί του τὸν εἶχον ὡς σοφόν.

Ἦτον πράγματι ἀπὸ οἰκογένειαν τοῦ τόπου, εἶχε μάθει γραμματάκια, καὶ εἶχε ξενιτευθῆ. Ὅταν ἐπέστρεψεν εἰς τὴν πατρίδα, ὅλοι ἐνόμισαν ὅτι ἐπ᾽ ὀλίγον θὰ ἔμενεν ἐκεῖ, ἤ, ἂν ἔμενε, θὰ εἶχε φέρει τίποτε οἰκονομίας, καὶ θὰ ἤνοιγεν ἴσως κανένα μαγαζάκι.

Ἀλλ᾽ ἔξαφνα, μίαν πρωίαν, τὸν εἶδαν νὰ στέκῃ εἰς τὴν παραθαλάσσιον ἀγοράν, σιμὰ εἰς τὸν τόπον τῶν δημοπρασιῶν, φέρων τὴν χαμαλίκαν καὶ μικρὸν κουβαριασμένον σχοινίον.

― Τί τρέχει, Ἀποστόλη;… Ἀποφάσισες νὰ γίνῃς χαμάλης;

― Αὐτὸ εἶναι τὸ πλέον ἐλεύθερον ἐπάγγελμα, ἀπήντησεν ὁ Κακόμης· ἄλλο καλύτερο δὲν ηὗρα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Παπαδιαμάντης, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , | 99 Σχόλια »

Οι Οσκέδες, οι Μπεσκέδες και άλλα μικροδιορθωτικά

Posted by sarant στο 23 Νοεμβρίου, 2022

Στο σημερινό άρθρο θα ασχοληθούμε με τρεις παρωνυχίδες, τρεις διορθώσεις που έχω να κάνω σε σημαντικά έργα, δύο από τα οποία κυκλοφόρησαν πρόσφατα. (Πρόπερσι, που είχα ένα παρεμφερές άρθρο, είχα βάλει τον τίτλο Παρωνυχίδες).

Το πρώτο, που μας δίνει και την εικονογράφηση του άρθρου, αλλά και τον τίτλο του με τους μυστηριώδεις Οσκέδες και Μπεσκέδες, είναι το τεύχος 34 των Μικροφιλολογικών Τετραδίων, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Λευκωσία ως παράρτημα του 52ου τεύχους του περιοδικού Μικροφιλολογικά.

Δυστυχώς, θα είναι το τελευταίο τεύχος των Μικροφιλολογικών, ενός περιοδικού που είχα την τιμή να είμαι συνεργάτης του, τουλάχιστον σε υλική, χάρτινη μορφή. Να ελπίσουμε ότι ο φίλος Λευτέρης Παπαλεοντίου θα έχει το κουράγιο να το συνεχίσει ηλεκτρονικά, που έτσι θα μπορεί να φτάσει και σε άλλους αναγνώστες.

Το τελευταίο τεύχος των Τετραδίων είναι αφιερωμένο στις Παρωδίες στη νεοελληνική ποίηση (από τον μεσοπόλεμο και μετά) -οι προηγούμενες περίοδοι καλύφθηκαν σε προηγούμενα τεύχη. Το επιμελήθηκαν ο Λευτέρης Παπαλεοντίου, ο Τραϊανός Μάνος και ο Γιώργος Κεχαγιόγλου. Είναι μια εξαιρετική δουλειά, που υπόσχομαι πως θα την παρουσιάσω στο ιστολόγιο, μια και η λεπτή τέχνη της παρωδίας μού αρέσει ιδιαίτερα.

Μου άρεσε επίσης ότι οι ανθολόγοι ανθολόγησαν όχι μόνο ποιήματα-παρωδίες αλλά π.χ. και σκίτσα του Μποστ που παρωδούν ποιήματα. Έχω μια επιφύλαξη αν το γνωστό ποίημα του Σεφέρη με τα μονοκοτυλήδονα και τη Μαλάμω είναι παρωδία (του Σουρή, διαβάζω) αλλά μπορεί να λαθεύω.

Ανάμεσα στις παρωδίες του τόμου είναι και τέσσερις του παππού μου, ανάμεσά τους και μια καβαφική, Άλλωστε, το έχουμε ξαναπεί πως ο Καβάφης είναι ο πιο πολυπαρωδημένος ποιητής μας. Και ανάμεσα στις καβαφικές παρωδίες είναι και η ακόλουθη, του Κώστα Βούλγαρη (γενν. 1958):

Η «Σοφοκλέους»

Σαν βγεις στον πηγαιμό στη «Σοφοκλέους»

να εύχεσαι να ’ναι μικρός ο δρόμος,

χωρίς περιπέτειες, γεμάτος κέρδη.

«Μπεσκέδες» και «Οσκέδες» μη φοβάσαι・

τέτοια στον δρόμο σου ποτέ δεν θα βρεις,

αν μέν’ η σκέψη σου υψηλή

αν το μυαλό σου μελετά

των αριθμών και των «δεικτών» το πνεύμα.

Του «καγκελίτη» τις φωνές μην τις ακούς

και μην τρομάζεις όταν σφίγγουν τα χαρτιά,

είναι πολλοί αυτοί που τα «πιέζουν».

Πάντα στον νου σου να ’χεις τα «γερά χαρτιά»,

μην θαρρευτείς ποτέ με τα «σαπάκια».

Μην ξεχαστείς κι αφαιρεθείς ελπίζοντας στο μέλλον.

Σε λίγους μήνες, πολλά να περιμένεις

και νέος πια γρήγορα ν’ απολαύσεις

τα πλούτη που εκέρδισες στον δρόμο

μην προσδοκώντας «τα πολλά» όταν γεράσεις.

Και αν φτωχός βρεθείς, η «Σοφοκλέους» δεν σε γέλασε.

Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,

ήδη θα το κατάλαβες η «Σοφοκλέους» τί σημαίνει!…

Το ποίημα δημοσιεύτηκε το 1990 στην Καθημερινή, τις εποχές της άνθισης του χρηματιστηρίου, και προφανώς παρωδεί την Ιθάκη του Καβάφη. Αλλά ποιοι είναι οι Μπεσκέδες και οι Οσκέδες (αντί για τους καβαφικούς Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες) που μας καλεί ο παρωδός να μη φοβηθούμε;

Στο (πολύ καλό) Γλωσσάρι που συνοδεύει το τεύχος, εξηγούνται και οι δυο όροι:

μπεσκέδες (πληθ.): ίσως «μπες και δες», παρωνύμιο για κατηγορία παικτών του χρηματιστηρίου που συμμετέχουν επιφυλακτικά, αλλά θετικά σε συγκεκριμένη αγοραπωλησία

οσκέδες (πληθ.): ίσως αρνητές (< όσκε = όχι), παρωνύμιο για κατηγορία παικτών του χρηματιστηρίου που αρνούνται να μπουν σε συγκεκριμένη αγοραπωλησία

H επιφύλαξη του συντάκτη είναι δικαιολογημένη, διότι οι εικασίες που κάνει για την εξήγηση των δύο όρων είναι λαθεμένες. Εσείς ξέρετε περί τίνος πρόκειται;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Διορθωτικά, Καβαφικά, Μικροφιλολογικά, Παρωδίες | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , | 80 Σχόλια »

Ποιο χρώμα είναι το μαβί;

Posted by sarant στο 9 Μαΐου, 2022

Ακόμα ένα άρθρο με ερώτηση προς τους αναγνώστες. Πράγματι, όπως στα άρθρα της προηγούμενης εβδομάδας, όπου σας είχα ρωτήσει αν γράφετε «κλοτσάω» ή «κλωτσάω», και αν γράφετε «Φρανκφούρτη» ή «Φραγκφούρτη», έτσι και τώρα θα σας ρωτήσω ποιο χρώμα είναι κατά τη γνώμη σας το μαβί. Τι σκέφτεστε όταν ακούτε «ένα μαβί πουκάμισο»; Μοβ; Ή μήπως γαλάζιο;

Θα μου πείτε, γιατί δεν κοιτάζουμε τα λεξικά; Στο κάτω κάτω τα λεξικά αποτυπώνουν τη συναίνεση των ομιλητών της γλώσσας, κατά κανόνα έστω. Για να σας ρωτάω, σημαίνει ότι (κατά τη γνώμη μου, τουλάχιστον) δεν αρκούν τα λεξικά -αλλά ας το επιχειρήσουμε.

Στο ΛΚΝ λοιπόν, βρίσκω ότι μαβής (μαβιά, μαβί) είναι αυτός που έχει μοβ χρώμα.

Στο Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας όμως, τα πράγματα μπλέκονται: αυτός που έχει βαθύ μπλε ή μοβ χρώμα. Τώρα, βαθύ μπλε και μοβ είναι διαφορετικά χρώματα, έστω και κοντινά. Στο φάσμα των χρωμάτων, θυμίζω, έχουμε: κυανούν-βαθύ κυανούν-ιώδες.

Στο ΜΗΛΝΕΓ, μαβής είναι 1. Αυτός που έχει το μοβ χρώμα του μενεξέ, συνών. μενεξεδής, 2. Αυτός που έχει βαθύ μπλε χρώμα, συνών. λουλακής.

(Αν σας ξενίζουν τα αρσενικά των χρωμάτων σε -ής, δεν είναι λάθος, έτσι τα έχει η γραμματική).

Και για να κλείσουμε τον κύκλο των σύγχρονων μεγάλων λεξικών μας, το λεξικό Μπαμπινιώτη, στην τελευταία του έκδοση, έχει: 1. Αυτός που έχει γαλάζιο χρώμα, 2. Αυτός που έχει ιώδη απόχρωση, μενεξεδής.

Θα συμφωνείτε υποθέτω ότι το γαλάζιο είναι αρκετά μακριά από το ιώδες, το μοβ, το μενεξεδί, περισσότερο απ’ όσο απέχει το βαθύ μπλε από το μοβ.

Όπως βλέπετε, η περιήγηση στα λεξικά δεν μας βοήθησε και πολύ. Όλα τα λεξικά δίνουν μαβί = μοβ, αλλά τα τρία από τα τέσσερα αναφέρουν επίσης, σαν πρώτη ή σαν δεύτερη σημασία, και κάποιαν απόχρωση του μπλε, είτε βαθύ μπλε είτε γαλανό.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Καβαφικά, Σφυγμομετρήσεις, Χρώματα | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 142 Σχόλια »

Ο πανδοχέας και ο Χάρος (μεσαιωνική διήγηση)

Posted by sarant στο 14 Ιανουαρίου, 2018

Θα παρουσιάσω σήμερα ένα σύντομο μεσαιωνικό κείμενο, ένα πεζό κείμενο γραμμένο γύρω στα 1600 από ανώνυμο συγγραφέα, σε κάποια από τις βενετοκρατούμενες περιοχές του ελληνόφωνου χώρου.  Ταυτόχρονα, θα σας ανακοινώσω, αν δεν την ξέρατε, μια πολύ ευχαριστη είδηση για μας τους κυβερνοπόντικες.

Και ξεκινάω από την ευχαριστη είδηση. Πριν από μερικές μέρες, το Κέντρο Ελληνικης Γλώσσας έθεσε σε λειτουργία τον ιστότοπο «Δημώδης Γραμματεία» στον οποίο περιλαμβανονται, σχολιασμένα, τα σημαντικότερα έργα της μεσαιωνικής ελληνικής γραμματείας (ή ίσως όλα) από τον Διγενή Ακρίτη ως την πτώση του Χάντακα το 1669.

(c) Salisbury & South Wiltshire Museum; Supplied by The Public Catalogue Foundation

Πρόκειται για έναν θησαυρό με έργα που είναι πολύ σημαντικά, αν όχι όλα για τη λογοτεχνική τους αξία πάντως για την ιστορία της ελληνικής γλώσσας: από τον Ιμπέριο και Μαργαρώνα και τον Λίβιστρο και Ροδάμνη έως τον Ερωτόκριτο και την Ερωφίλη, περνώντας από την Παιδιόφραστο διήγηση των τετραπόδων ζώων, τον Πωρικολόγο, τον Σπανό ή τον Πτωχοπρόδρομο.

Ομολογώ πως πολύ πρόσφατα το έμαθα το νέο κι έτσι δεν εχω προφτάσει να περιηγηθώ στον πλουσιότατο ιστότοπο (για να γκρινιάξω στα επουσιώδη, νομίζω πως το παραφόρτωμα με εικόνες κτλ. δυσκολευει την περιήγηση). Κι έτσι, δεν έχω ελέγξει αν τα εκτενή έργα σαν κι αυτά που προανέφερα περιλαμβανονται ολόκληρα (το πιθανότερο) ή σε αποσπάσματα.

Πάντως, για κάθε κείμενο έχει γίνει πολλή δουλειά, με εισαγωγές και γλωσσικές-πραγματολογικές σημειώσεις, αντλημένες απο τους θησαυρούς των έντυπων εκδόσεων του Κέντρου. Αξίζει να περιπλανηθείτε στον ιστότοπο.

Σαν πρόγευση θα παρουσιάσω ίσως το μικρότερο από τα κείμενα του ιστότοπου. Πράγματι, αν δείτε τον κατάλογο των κειμένων, στον τιτλο Λαϊκές αφηγήσεις αντιστοιχούν δύο πολύ σύντομες ιστορίες, από τις οποίες θα σας παρουσιάσω τη μεγαλύτερη, τη δεύτερη. (Την πρώτη που είναι και «άσεμνη» ίσως τη δούμε άλλη φορά γιατί θέλω να τη συσχετίσω με άλλα κείμενα).

Παραθέτω από την εισαγωγή:

Με τον τίτλο «Λαϊκές αφηγήσεις» αναφερόμαστε συμβατικά σε δύο σύντομα πεζά κείμενα που εντοπίστηκαν στον πολύ σημαντικό για τα έμμετρα έργα του (π.χ. Ερωτικόν ενύπνιον και Ιστορία και όνειρο του Φαλιέρου, Διήγησις Βελισαρίου κ.ά.) κώδικα Neap. gr. III B 27 (= Ν). Τα κείμενα παραδίδονται ανώνυμα και άτιτλα, και γλωσσικά παρουσιάζουν κάποια κρητικά ιδιωματικά στοιχεία, ωστόσο γενικά παραπέμπουν στον ευρύτερο βενετοκρατούμενο/δυτικοκρατούμενο χώρο (Κεχαγιόγλου 2001, 212), ενώ, σύμφωνα με μία άλλη –τοπικά περισσότερο εστιασμένη– άποψη, είναι γραμμένα στο ιδίωμα που μιλούσαν κατά τον 16ο-17ο αιώνα στην Πελοπόννησο, δηλαδή στη νότια Ελλάδα και στα γύρω νησιά (di Benedetto Zimbone 1988, 153-154), που πάλι τα τοποθετεί σε μια επικράτεια με ισχυρές βενετικές/φράγκικες επιρροές. Όπως υποστηρίζει η Anna di Benedetto Zimbone (1988, 152), η οποία τα μελέτησε και τα εξέδωσε, με βάση παλαιογραφικές ενδείξεις του κώδικα στον οποίο σώζονται, τα κείμενα πρέπει να χρονολογηθούν ανάμεσα στο δεύτερο μισό του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα (πρβλ. Κεχαγιόγλου 2001, 213, όπου πριμοδοτείται το τελευταίο τέταρτο του 16ου αι.). Η κατά προσέγγιση χρονολόγηση –χαρακτηριστικό των περισσότερων έργων της πρώιμης νεοελληνικής γραμματείας– οφείλεται στο γεγονός ότι οι «Λαϊκές αφηγήσεις» προστέθηκαν εκ των υστέρων στον ήδη καταρτισμένο σε ενιαίο σώμα σύμμεικτο κώδικα (di Benedetto Zimbone 1988, 152-153).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Ανώνυμη δημιουργία, Πρώιμα νέα ελληνικά | Με ετικέτα: , , | 118 Σχόλια »