Το ιστολόγιό μας ενδιαφέρεται πολύ για την ανασκευή των μύθων, γλωσσικών και άλλων, και μια ιδιαίτερη κατηγορία μύθων είναι τα «αποφεύγματα», όπως τα βάφτισε ο Νίκος Λίγγρης, δηλαδή τα δήθεν αποφθέγματα, δηλαδή τα ρητά που κακώς αποδίδονται σε συγγραφείς και φιλοσόφους, μερικά από τα οποία είναι πολύ διάσημα (όπως η δήθεν δήλωση Κίσινγκερ για τους δυσκολοκυβέρνητους Έλληνες ή το δήθεν ρητό του Ισοκράτη για τη δημοκρατία μας που αυτοκαταστρέφεται). Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποφεύγματος είναι η δήθεν ρήση του Πολύβιου “Εν καιροίς χαλεποίς μέμνησο της γλώσσης” που, παρά τα όσα ισχυρίζονται όσοι αρέσκονται να την προσθέτουν, σαν μαϊντανό, στα άρθρα τους, δεν γράφτηκε ποτέ ούτε απο τον Πολύβιο ούτε από κανέναν άλλον.
Μια πιο ειδική κατηγορία αποφευγμάτων είναι η απόδοση στίχων σε ποιητές που δεν τους έχουν γράψει -και δεν εννοώ εδώ τις περιπτώσεις όπου κάποιος πολιτικός θέλει να γαρνίρει τα ηχηρά λόγια του με λίγη ποίηση, μήπως και δώσει λίγο βάθος στη ρηχότητα, και αρπάζεται από κάποιον στίχο που θυμάται μέσες άκρες από το γυμνάσιο, όπως είχε κάνει η κυρία Διαμαντοπούλου (ποιος τη θυμάται; ) τις μέρες της δόξας της, όταν απέδωσε στον… Βιζυηνό πασίγνωστους στίχους του Παλαμά, αν και έχουν το γούστο τους κι αυτές οι γκάφες. Εννοώ όταν κάποιο αδέσποτο ποίημα, άγνωστου δημιουργού δηλαδή, αποδίδεται σε κάποιον γνωστό ποιητή. Κάτι τέτοιο συμβαίνει κατά κόρον με σατιρικά στιχουργήματα, τα οποία συνηθίζεται να αποδίδονται συλλήβδην στον Σουρή. Αυτήν την ειδική περίπτωση «αποφευγμάτων» λέω να την ονομάσω «αποποιήματα».
Ο Σουρής έγραφε εύκολα και πολύ, κι επειδή είναι ο πρώτος σατιρικός ποιητής που έρχεται στο νου, υπάρχει η συνήθεια, όποιο αστείο ή σκαμπρόζικο στιχάκι κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο να το φορτώνουν στην καμπούρα του Σουρή, χωρίς καμιά τεκμηρίωση και χωρίς να μπορούν να διακρίνουν ότι ο ποιητής δεν έγραφε κακόγουστα και άτεχνα στιχάκια. Τρανό παράδειγμα «αποποιήματος» είναι το «Ποιος είδε κράτος λιγοστό…», ένα ποίημα-κουρελού στο οποίο ο συμπιλητής του έχει συρράψει τρεις στροφές παρμένες από υπαρκτό ποίημα του Σουρή με στιχάκια επιθεώρησης της δεκαετίας του 1980. Το κατασκεύασμα αυτό έχει θεωρηθεί υψηλό δείγμα πολιτικής κριτικής, τόσο ώστε να μελοποιηθεί και να τραγουδηθεί δύο φορές από πρωτοκλασάτα ονόματα της μουσικής σκηνής μας, μία από τον Γιάννη Ζουγανέλη και μία ακόμα από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που μπορείτε να το δείτε εδώ:
Όπως μας παραπληροφορεί το συνοδευτικό σχόλιο: Το ποίημα αυτό ο Γ.Σουρής το έγραψε κατά τη χρεοκοπία του 1893, επί πρωθυπουργίας Χαρίλαου Τρικούπη. Όχι όμως. Τρεις μόνο στροφές έγραψε ο καημένος ο Σουρής, και αυτές όχι το 1893 αλλά το 1880. Ας δούμε όλο το κατασκεύασμα -με πλαγιαστά στοιχεία όσα είναι του Σουρή: