Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Ετυμολογικά’ Category

Αυτό που μας φέρνει δάκρυα στα μάτια, ξανά

Posted by sarant στο 30 Μαρτίου, 2023

Κι επειδή ακόμα δεν έχω επιστρέψει στη βάση μου, καταφεύγω στη λύση της αναδημοσίευσης για να μη σπάσει το σερί της καθημερινής ανάρτησης  άρθρου. Θα ξαναδημοσιεύσω ένα άρθρο από το… μποστάνι του ιστολογίου, που αρχικά είχε δημοσιευτεί πριν από 9 και κάτι χρόνια, με κάποιες προσθήκες και αλλαγές.

Δεν εννοώ βέβαια τη συγκινητική στιγμή μιας ταινίας ή ένα τραγούδι που το έχουμε συνδέσει με ωραίες στιγμές της ζωής μας, κυριολεκτώ, άλλωστε θα σας προϊδέασε η εικόνα. Το άρθρο, που δεν είναι το πρώτο που αφιερώνω στα φαγώσιμα, αφορά το κρεμμύδι -και το κρεμμύδι, το ξερό, πράγματι φέρνει δάκρυα σε όποιον το καθαρίζει και το κόβει.

Το κρεμμύδι φέρνει δάκρυα, επειδή περιέχει αιθέρια έλαια που όταν το ψιλοκόβεις απελευθερώνονται και ερεθίζουν τα μάτια. Στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, σε ένα σημείο όπου ο χορός των γερόντων κάνει κόντρα με τον χορό των γυναικών, ο γέροντας λέει: Βούλομαί σε γραυ κύσαι, παναπεί θέλω να σε φιλήσω, και απαντάει η γυναίκα: Κρομμύων τ’ άρ’ ου σε δει, παναπεί: άρα, δεν θα χρειαστείς κρεμμύδια -εννοώντας ότι θα τον δείρει τόσο που να κλάψει χωρίς να έχει ανάγκη να χρησιμοποιήσει κρεμμύδι για τούτο· ή, στη μετάφραση του Πολ. Δημητρακόπουλου, «Αλλ΄ανάγκη πια δε θάχεις από κρομμυδιού κομμάτια, να σου κλάψουνε τα μάτια».

Το κρεμμύδι βρίσκεται από πολύ παλιά στα μέρη μας -είναι από εκείνα τα λαχανικά που τα μνημονεύει ο Όμηρος -και μάλιστα στην Ιλιάδα, στη ραψωδία Λ, διαβάζουμε ότι πρόσφεραν κρεμμύδι σαν μεζέ για το κρασί (κρόμυον ποτῷ ὄψον), κάτι που σήμερα δεν νομίζω να συνηθίζεται, όσο κι αν το κρεμμύδι, μαζί με ψωμί, ελιές και τυρί ήταν συστατικό στοιχείο στο λαϊκό κολατσιό μέχρι πρόσφατα.

Σίγουρα πάντως οι αρχαίοι έτρωγαν πολύ κρεμμύδι, ιδίως στον στρατό. Στην Ειρήνη του Αριστοφάνη ο Τρυγαίος χαίρεται που δεν θα φοράει πια κράνος και δεν θα τρώει τυρί και κρεμμύδια (κράνους ἀπηλλαγμένος τυροῦ τε και κρομμύων).. Στο βιβλίο «Η γλώσσα της γεύσης» της Μ. Καβρουλάκη βρίσκω ότι ο Ηρόδοτος λέει ότι οι αθλητές έτρωγαν ένα κρεμμύδι το πρωί κι ένα το βράδυ -το κακό όμως είναι ότι δεν το βρίσκω πουθενά στον ίδιο τον Ηρόδοτο, οπότε η πληροφορία ίσως πρέπει να θεωρηθεί «απόφευγμα».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Μποστάνι των λέξεων, Ποίηση, Στρατός, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 121 Σχόλια »

Οι νονοί και το καλάθι τους

Posted by sarant στο 27 Μαρτίου, 2023

Σύμφωνα με τις εξαγγελίες, από μεθαύριο αρχίζει η εφαρμογή ενός νέου καλαθομέτρου της κυβέρνησης, του καλαθιού των νονών, που θα περιλαμβάνει παιχνίδια και λαμπάδες, δηλαδή τα δώρα που παραδοσιακά παίρνουν οι νονοί και οι νονές στα βαφτιστήρια τους πριν από το Πάσχα.

Αρχικά, το νέο μέτρο είχε κυκλοφορήσει ως «Καλάθι του νονού» αλλά τελικά διευκρινίστηκε ότι ο τίτλος θα είναι, στον πληθυντικό, «των νονών». Υποθέτω ότι η αλλαγή έγινε για τον ίδιο λόγο που τελικά το Καλάθι της νοικοκυράς μετονομάστηκε σε Καλάθι του νοικοκυριού: να μη δίνεται η εντύπωση ότι μόνο ένα φύλο έχει τον ρόλο της προσφοράς δώρων στα βαφτιστήρια.

Αν όντως αυτή ήταν η σκέψη πίσω από την υιοθέτηση της ονομασίας «Καλάθι των νονών», δηλαδή το να παραπέμπει τόσο στον νονό όσο και στην νονά, έχω να πω ότι απέτυχε. Απέτυχε διότι, εγώ τουλάχιστον, όταν ακούω «των νονών» σκέφτομαι πολλούς άντρες νονούς, μάλιστα μαφιόζους όπως στην ταινία του Κόπολα. Αν ήθελε το υπουργείο Ανάπτυξης να αποφύγει την ταύτιση με τον άντρα νονό αλλά και με τον άντρα μαφιόζο, δεν είχε παρά να ονομάσει το μέτρο Καλάθι του νονού και της νονάς ή, ακόμα καλύτερα, Καλάθι της νονάς και του νονού.

Οπότε, καλό είναι να λεξιλογήσουμε γι’ αυτή τη λέξη σήμερα, ώστε από μεθαύριο νονοί και νονές να είναι έτοιμοι για να αναλάβουν καθήκοντα.

Ο νονός, όπως ξέρουμε, είναι αυτός που δίνει το όνομα στο παιδί που βαφτίζεται και που, θεωρητικά τουλάχιστον, αναλαμβάνει την υποχρέωση της θρησκευτικής και πνευματικής διαπαιδαγώγησής του -και αντίστοιχα, αν είναι γυναίκα, η νονά. Ο νονός λέγεται και πνευματικός πατέρας, η νονά πνευματική μητέρα. Λέμε επίσης, στο λαϊκότερο, νουνός ή νουνά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Θηλυκό γένος, Ιστορίες λέξεων, Κινηματογράφος | Με ετικέτα: , , , , | 174 Σχόλια »

Να βάλουμε όλοι πλάτη;

Posted by sarant στο 23 Μαρτίου, 2023

Ομολογώ πως δεν είδα προχτές το βράδυ την πολυδιαφημισμένη συνέντευξη του πρωθυπουργού στον Σταύρο Θεοδωράκη. Ήμουν κουρασμένος από το ταξίδι, είχα πάει και σε μια ποιητική εκδήλωση, οπότε δεν είχα όρεξη να παρακολουθήσω σεμινάριο για το πώς καθαρίζονται οι λεκέδες ανάλογα με το είδος τους και σε ποια θερμοκρασία πλένονται τα μεταξωτά.

Η αλήθεια είναι πως και πολλοί άλλοι έκαναν όπως εγώ διότι η συνέντευξη παρουσίασε χαμηλή τηλεθέαση, με μονοψήφιο ποσοστό, παρόλο που η εκπομπή που προηγήθηκε, ο Σασμός, είχε εντυπωσιακά υψηλή θεαματικότητα, κάπου 25% (αυτό το λένε lead-in στην ειδική ορολογία, δεν ξέρω να υπάρχει ελληνικός όρος).

Είδα όμως χτες να σχολιάζονται διάφορα σημεία της συνέντευξης στα σόσιαλ και ανάμεσά τους η απάντηση που έδωσε ο πρωθυπουργός σε μια κοπέλα που τραυματίστηκε στο δυστύχημα στα Τέμπη:

Θα έλεγα στην Ευδοκία η οποία έχει ηλικία -απ’ ό,τι κατάλαβα λίγο μεγαλύτερη από τη μεγαλύτερη μου κόρη- ότι έχει κάθε λόγο να είναι θυμωμένη, να φοβάται, να ανησυχεί. Δε γίνεται σήμερα ένα νέο παιδί να μπαίνει στο τρένο και να αισθάνεται ότι μπορεί να του συμβεί κάτι τόσο τραγικό. Θα της έλεγα όμως ότι πρέπει τελικά να επιμείνει. Να βάλει και αυτή πλάτη για να αλλάξει αυτή η χώρα.

Φαντάζομαι πως και οι τραυματίες που ακόμα νοσηλεύονται στην εντατική θα πρέπει να βιαστούν να βγουν για να βάλουν κι εκείνοι πλάτη. Οπότε, ας βάλουμε πλάτη κι εμείς, λεξιλογώντας ακριβώς για τη λέξη «πλάτη».

Σύμφωνα με το λεξικό, πλάτη είναι το οπίσθιο τμήμα του κορμού του ανθρώπινου σώματος από τον αυχένα και τους ώμους ως τη μέση· ράχη, νώτα. Μεταφορικά, λέμε επίσης «πλάτη» το πίσω μέρος καθισμάτων -της καρέκλας ή του καναπέ, ας πούμε, αλλά και πλατιών αντικειμένων, π.χ. του φτυαριού.

Η λέξη είναι αρχαία, ανήκει στην πλατιά οικογένεια λέξεων που ξεκινάει από το επίθετο «πλατύς», από ινδοευρωπαϊκή ρίζα.

Πλάτη στα αρχαία ήταν, αρχικά, το πλατύ τμήμα του κουπιού και κατ΄επέκταση το ίδιο το κουπί και μετωνυμικά το καράβι. Ας πούμε, στον Αίαντα του Σοφοκλή «ἅλιον ὃς ἐπέβας ἑλίσσων πλάταν» -που με κουπί ευλύγιστο κάνει τα πλοία να πετούν, στη μετάφραση του Μαρωνίτη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 101 Σχόλια »

Οι πετσέτες του κ. Πεσμαζόγλου

Posted by sarant στο 17 Μαρτίου, 2023

Θα ρωτήσετε ποιον κύριο Πεσμαζόγλου εννοώ, διότι υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί και πολύ γνωστοί με το επώνυμο αυτό (ή το δίδυμό του, Πεσματζόγλου), άλλοι βουλευτές και υπουργοί, άλλοι συγγραφείς, άλλοι διάσημοι για άλλους λόγους, από τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου του ΚΟΔΗΣΟ, που ήταν και ευρωβουλευτής και συνήθιζε να αγορεύει σε ξένη γλώσσα, τον πατέρα του τον Στέφανο Πεσμαζόγλου, διευθυντή της παλιάς Πρωίας (εκεί που δημοσίευε χρονογράφημα ο Βάρναλης), τον γιο του Γιάγκου, τον συγγραφέα Βασίλη Πεσμαζόγλου που έχει γράψει και το Τυφλό σύστημα που μου άρεσε, έως τον Τζώνη Πεσμαζόγλου τον ραλίστα και κυρίως τον φίλο μου τον Στέλιο που κάναμε μαζί φαντάροι και που όποτε περνάω από τη Θεσσαλονίκη βλεπόμαστε και θυμόμαστε τα παλιά.

Η οικογένεια Πεσμαζόγλου έχει και δικό της λήμμα στη Βικιπαίδεια, άλλωστε. Στο λήμμα αυτό αναφέρεται ότι ο γενάρχης της οικογένειας ήταν ο Γεώργιος Πεσμάς, ο οποίος ήταν εξ απορρήτων σύμβουλος του σουλτάνου Αχμέτ Β’ (1691-1695) αλλά αποκεφαλίστηκε από τον επόμενο σουλτάνο, Μουσταφά Β’, κάτι που έγινε περί το 1700. Τα παιδιά του Πεσμά πήραν το επώνυμο Πεσμαζόγλου, λέει το άρθρο.

Η γενεαλογία της οικογένειας όπως εκτίθεται στο άρθρο μπορεί να είναι αληθινή, αλλά όχι σε όλα της τα σημεία. Διότι, ο γιος του Πεσμά, που θανατώθηκε το 1700, ο Ιωάννης Πεσμαζόγλου, αναγκαστικά θα γεννήθηκε το πολύ το 1700, άντε 1701 αν ήταν κοιλάρφανος. Αλλά κάποιος που γεννήθηκε το 1700 δεν μπορεί να έχει εγγονό γεννημένο το 1859, όπως ισχυρίζεται το άρθρο της Βικιπαίδειας, μιας και ο πρώτος Πεσμαζόγλου που έχει χρονολογία γέννησης είναι ο οικονομολόγος Αλέξανδρος Πεσμαζόγλου (1859-1939), γιος του μεγαλέμπορου Γεωργίου Πεσμαζόγλου και εγγονός του Ιωάννη Πεσμαζόγλου, του γιου τού Πεσμά που αποκεφαλίστηκε το 1700. Δεν βγαίνουν τα χρόνια. Κανονικά πρέπει να μεσολάβησαν τουλάχιστον καναδυό κρίκοι ακόμα στη γενεαλογική αλυσίδα.

Μια άλλη παρατήρηση στο άρθρο της Βικιπαίδειας είναι η ετυμολογία του επωνύμου. Τα επώνυμα, ως γνωστόν, συχνά είναι πολύ σκληρά καρύδια ως προς την ετυμολόγησή τους διότι μπορεί ένα επώνυμο να  έχει μεταβληθεί με όχι προφανείς τρόπους, που η οικογένεια τους ξέρει αλλά που δεν είναι εύκολο να τους ξέρει κάποιος εκτός της οικογενείας. Από την άλλη, οι οικογενειακές ιστορίες δεν είναι πάντα αξιόπιστες, διότι οι οικογένειες εξευγενίζουν συχνά (και διά της ετυμολογίας) τις απαρχές τους.

Με μια πρώτη ματιά, η ετυμολογία που προτείνεται στο άρθρο της Βικιπαίδειας, και που εικάζω ότι προέρχεται από επικοινωνία με την οικογένεια, φαίνεται ισχυρή -αν και έχει ένα αδύνατο σημείο, ότι δεν ξεκαθαρίζεται η ετυμολογία του επωνύμου Πεσμάς.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 80 Σχόλια »

Όλοι φταίμε;

Posted by sarant στο 10 Μαρτίου, 2023

Στο χτεσινό υπουργικό συμβούλιο, το πρώτο μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε επαναλαμβάνοντας «τη δημόσια συγνώμη μου στο όνομα όλων όσοι κυβέρνησαν τη χώρα εδώ και χρόνια, αλλά κυρίως προσωπικά».

Αυτό δεν το καταλαβαίνω πολύ καλά -ζήτησε συγγνώμη και εξ ονόματος, ας πούμε, του Κωνσταντίνου Καραμανλή; του Ανδρέα Παπανδρέου; του Κώστα Σημίτη; Όσους από τους προκατόχους του ζουν, τους ρώτησε πριν τους συμπεριλάβει στη συγγνώμη; Μπορεί βέβαια να μη μιλιέται με τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά τουλάχιστον ρώτησε τον Αντώνη Σαμαρά ή τον Κώστα Καραμανλή;

Διότι, αν δεν τους ρώτησε κι αν δεν έχει τη συμφωνία τους, τότε η συγγνώμη εξ ονόματος άλλου θυμίζει εκείνη τη σκηνή από την Ιταλίδα απ’ την Κυψέλη, όπου ο Δημήτρης Νικολαΐδης, ψευτοδάσκαλος ιταλικών στην ταινία, ορκίζεται «στη ζωή του Μπιθικώτση».

Είπε όμως και κάτι άλλο ο πρωθυπουργός, που θα μας δώσει αφορμή για το σημερινό άρθρο. Μεταφέρω κοπιπάστε:

Το τελευταίο το οποίο με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή είναι να μπούμε σε μία στείρα αντιπαράθεση για το ποιος φταίει. Απαντώ: όλοι φταίμε και ας το ομολογήσουμε με θάρρος. Από κυβερνήσεις και διοικήσεις που επί χρόνια κατάντησαν ένα κρίσιμο έργο «γιοφύρι της Άρτας», μέχρι κάποιες συντεχνίες που ταυτόχρονα εμπόδιζαν κάθε αξιολόγηση του προσωπικού των τρένων μας.

Όλοι φταίμε λοιπόν για το δυστύχημα. Όχι μόνο οι κυβερνήσεις ή οι διοικήσεις του οργανισμού, αλλά και όλα τα κόμματα, είτε κυβέρνησαν είτε όχι, και όλοι οι εργαζόμενοι στον οργανισμό, και οι επιβάτες πιθανώς, ίσως επειδή δεν ξεκίνησαν απεργία πείνας για να διορθωθούν τα στραβά του ΟΣΕ. Και βέβαια, φταίνε και οι συντεχνίες που «εμπόδιζαν κάθε αξιολόγηση».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Κύπρος, Σουρής | Με ετικέτα: , , , , , | 134 Σχόλια »

Η πρίζα, η μπριζόλα και η πρέζα

Posted by sarant στο 9 Μαρτίου, 2023

Κάποιοι λένε «η πρίζα» ενώ άλλοι λένε «η μπρίζα».

Κάποιοι λένε «η μπριζόλα» ενώ άλλοι λένε «η πριζόλα».

Οι περιπτώσεις φαίνονται ίδιες, αλλά δεν είναι.

Η πρίζα προέρχεται από το γαλλικό prise.

Ερχεται στα ελληνικά, προσαρμόζεται στο τυπικό της ελληνικής ως πρίζα, αλλά από την συμπροφορά με το θηλυκό άρθρο, (την πρίζα) αναπτύσσεται, με βάση τους φωνητικούς νόμους της ελληνικής γλώσσας, ηχηροποίηση (τημπρίζα), οπότε επαναναλύεται ως «την μπρίζα», και από εκεί ο τύπος «η μπρίζα», κάπως ανεπίσημος, προφορικός ας πούμε.

Αυτό το φαινόμενο είναι αρκετά συνηθισμένο και το παρατηρούμε και με τα άλλα άηχα κλειστά σύμφωνα.

Ας πούμε, έχουμε τενεκές και ντενεκές, όπου ο τύπος με ντ προκύπτει από συμπροφορά: τον τενεκέ -> τοντενεκέ, το ντενεκέ, ο ντενεκές.

Παρομοίως, η τομάτα έγινε ντομάτα από ηχηροποίηση, και εδώ ο ηχηροποιημένος τύπος έχει γίνει πλέον ο επικρατέστερος, παρόλο που ο μη ηχηροποιημένος ακόμα θεωρείται επισημότερος.

Για τον ίδιο λόγο λέμε γκαμήλα πλάι στην καμήλα, ή γκαντέμης πλάι στον καντέμη (από το τουρκ. kadem, και όχι από το God damn, όπως θέλει ο μύθος –έχουμε άρθρο).

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, η ηχηροποίηση έγινε σε δάνεια λέξη, αλλά υπάρχουν και παραδείγματα όπου ηχηροποιείται λόγω συμπροφοράς ελληνική λέξη κι έτσι, ας πούμε, ο κρημνός έγινε γκρεμός.

Ηχηροποίηση μπορεί να συμβαίνει όμως, σε δάνειες λέξεις, χωρίς να διατηρείται ο μη ηχηροποιημένος τύπος. Έτσι, έχουμε γκανιότα (από γαλλ. cagnotte) χωρίς να διατηρείται ο τύπος «κανιότα», έχουμε μπερντέ (από τουρκ. perde) χωρίς να διατηρείται, τουλάχιστον στην κοινή, ο τύπος «περντές», έχουμε «νταλίκα» (από τουρκ. talika) χωρίς να διατηρείται, τουλάχιστον στην κοινή, ο τύπος «ταλίκα».

Η μπριζόλα, όμως, μας ήρθε ηχηροποιημένη, αφού είναι δάνειο από το βενετ. brisiola, που ανάγεται σε ιταλ. brace, «φωτιά από αναμμένα κάρβουνα».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Γενικά γλωσσικά, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , | 164 Σχόλια »

Τα τρένα που φεύγουν

Posted by sarant στο 3 Μαρτίου, 2023

Οι νεκροί από το δυστύχημα στα Τέμπη έχουν φτάσει τους 57, αριθμός που δεν αποκλείεται να αυξηθεί αφού ακόμα βγάζουν διαμελισμένα πτώματα από τα πρώτα βαγόνια του επιβατικού τρένου. Στο φοβερό δυστύχημα αφιερώσαμε το χτεσινό μας άρθρο και κανονικά σήμερα θα έπρεπε να πούμε κάτι άλλο και ν’ αλλάξουμε παραστάσεις -θα έπρεπε, αλλά δεν είχα όρεξη να γράψω για κάποιο εντελώς άλλο θέμα.

Οπότε, σκέφτηκα μια μέση λύση: να μη γράψω πάλι για το δυστύχημα, αλλά να λεξιλογήσω για τον σιδηρόδρομο και τα τρένα, σήμερα που τελειώνει η βδομάδα και από Δευτέρα να ξεκινήσουμε την καινούργια βδομάδα με κάτι φρέσκο.

Για το τρένο και τον σιδηρόδρομο δεν έχουμε λεξιλογήσει, αν και έχουμε αφιερώσει ένα άρθρο, σχετικά πρόσφατα στην ορθογραφία της λέξης, δηλ. τραίνο ή τρένο, ενώ παλιότερα είχαμε φιλοξενήσει μια συνεργασία φίλου σιδηροδρομικού για το λεξιλόγιο του σιδηροδρόμου. Το άρθρο αυτό το θυμήθηκα χτες, που άκουσα στο ραδιόφωνο ότι, στο πλαίσιο της περικοπής θέσεων στον ΟΣΕ, καταργήθηκαν πριν από μερικά χρόνια θέσεις «πασαγιοφυλάκων» -και στο λεξιλόγιο που λέμε θα δείτε ότι «πασάγιο» είναι η ισόπεδη διάβαση.

Η λέξη «σιδηρόδρομος» εμφανίζεται στα ελληνικά ως μεταφραστικό δάνειο του γαλλ. chemin de fer, λένε τα λεξικά (υπάρχει και το όμοιο γερμανικό Eisenbahn). Στον Μπαμπινιώτη δίνεται χρονολογία εμφάνισης το 1833, μια πληροφορία αντλημένη από τον Κουμανούδη, ο οποίος σημειώνει ότι βρήκε τη λέξη στους Ελληνικούς κώδικες, που είναι μια συλλογή νομολογίας, στην έκδοση του 1833. Κάπως παράξενο το βλέπω να υπήρχε τόσο παλιός ελληνικός νόμος που να μνημονεύει τον σιδηρόδρομο, αλλά δεν μπορώ να το αποκλείσω. (Βέβαια, chemin de fer υπήρχε και πριν από την ατμομηχανή, στα ορυχεία, από τον 18ο αιώνα κιόλας).

Η παλαιότερη ανεύρεση της λέξης «σιδηρόδρομος» που βρήκα εγώ μέσω Google books χρονολογείται από το 1842, στο τεύχος Ιουλίου του περιοδικού «Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων» του 1842, πριν έρθει σιδηρόδρομος στην Ελλάδα.

Η εικόνα δείχνει ένα όρυγμα του «εκ Λισερπάλου εις Μαγκεστρίαν» σιδηροδρόμου. Μαγκεστρία είναι το Μάντσεστερ και Λισέρπαλον είναι περιέργως το Λίβερπουλ. Το «Όρος των Ελαιών» είναι το Olive Mount αγγλιστί, και υπάρχει άρθρο στη Βικιπαίδεια για το όρυγμα αυτό. Ελιές δεν υπάρχουν στο Λίβερπουλ απ’ όσο ξέρω, αλλά έτσι ονομαζόταν μια έπαυλη στην περιοχή.


Ο νόμος για τον σιδηρόδρομο Αθηνών-Πειραιώς ψηφίζεται το 1855. Ο Κουμανούδης στη Συναγωγή νέων λέξεων σημειώνει: Η λέξις ει και ένεκα του εν αυτή δρόμου ουχί κυριολεκτική, όμως εξενίκησεν εν τη κοινή, επειδή η οδός προ αιώνων είχεν εκλείψη από τα στόματα του λαού.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικό ληξιαρχείο, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Λεξικογραφικά, Σιδηρόδρομος | Με ετικέτα: , , , , , , | 258 Σχόλια »

Εσείς κουμουλώνετε στα Κούλουμα;

Posted by sarant στο 27 Φεβρουαρίου, 2023

Καθαροδευτέρα σήμερα, ή αλλιώς Κούλουμα, που το ιστολόγιο εύχεται να τα περάσετε ζεστά και όμορφα, με αγαπημένη παρέα και με άφθονο κρασί και μεζέδες. (Ο ιστολόγος δυστυχώς θα τα περάσει στα ξένα, επομένως ξενέρωτα). 

Θα επαναλάβω σήμερα ένα άρθρο που το είχα βάλει το 2015, το οποίο, μια και εδώ λεξιλογούμε, περιστρέφεται γύρω από δύο λέξεις, τη μία λόγω της ημέρας και την άλλη από σπόντα. 

Λόγω της ημέρας, για τα Κούλουμα. Από σπόντα, επειδή σε παλιότερο άρθρο είχα αναφέρει το ρήμα «γκουμουλώνω» ή «κουμουλώνω», που εμείς στην οικογένεια το χρησιμοποιούμε σαν σχετλιαστικό συνώνυμο του «τρώω», ιδίως όταν κανείς τρώει πολύ. Τη λέξη την έχω δυο-τρεις φορές χρησιμοποιήσει και στο ιστολόγιο, πχ κάποτε είχα γράψει:

Βέβαια, κάποιοι ξεπερνούν και τη χόρταση, κυριολεκτικά ή μεταφορικά: καταβροχθίζουν, χλαπακιάζουν, γουρουνιάζουν, σαβουρώνουν, γκουμουλώνουν, ντερλικώνουν, τρώνε τον αγλέουρα, τον αβλέμονα, τον άμπακο, τον περίδρομο, το καταπέτασμα, την κάνουν ταράτσα.

(Λείπει από τον παραπάνω κατάλογο και το «φαρμακώνω» που το έλεγε η γιαγιά μου η Αιγινήτισσα).

Ωστόσο, η λέξη αυτή δεν υπάρχει στα μεγάλα λεξικά, αλλά και ελάχιστα γκουγκλίζεται, ενώ σε προηγούμενο άρθρο που σας είχα ρωτήσει δεν νομίζω να την ήξερε κανείς. Βρίσκω όμως το «κουμουλώνω» σε κάποια τοπικά γλωσσάρια, με τη σημασία «σωρεύω, μαζεύω πολλά πράγματα το ένα πάνω στο άλλο», και αλλού «γεμίζω δοχείο ξέχειλο», ενώ το έχει χρησιμοποιήσει και ο Καζαντζάκης στην Οδύσσεια. Κι έτσι δεν πρόκειται για οικογενειακή μας λέξη, αν και ανανεώνω το ερώτημα, αν εσείς ξέρετε τη λέξη «(γ)κουμουλώνω».

Βέβαια, η ετυμολογία της είναι προφανής: από το κούμουλο = σωρός, ιδίως σωρός από χώμα ή πέτρες, δάνειο από το λατινικό cumulus. H λέξη έχει μπει από τον Μεσαίωνα τουλάχιστον στη γλώσσα: ο Μανουήλ Μαλαξός περιγράφει, στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας, τη σκηνή της αποπομπής ενός πρώην Πατριάρχη από το χριστεπώνυμον πλήθος:

καὶ ἔρρυπταν πέτραις ἀπὸ τῆς στράταις καὶ ἀπὸ τοὺς φόρους, καὶ ἔκαμναν κουμούλια μὲ ταῖς πέτραις, ἀναθεματίζοντες αὐτὸν…

Όσο για τα Κούλουμα, τα ενδιαφέροντα σημεία (πέρα από το τι κρασί θα πιούμε και με τι μεζέδες θα το συνοδέψουμε) είναι δύο, αφενός η εξάπλωση του όρου και αφετέρου η ετυμολογία του.

Πράγματι, στις προηγούμενες συζητήσεις πολλοί σχολιαστές επισήμαναν ότι στην παιδική τους ηλικία και στον τόπο καταγωγής τους η λέξη «Κούλουμα» ήταν άγνωστη και ότι την έμαθαν αργότερα, στην Αθήνα ή/και από την τηλεόραση. Φαίνεται ότι η λέξη δεν ήταν γνωστή στη Μακεδονία και τη Θράκη, ενώ δεν θυμάμαι να την έλεγε κι η μυτιληνιά γιαγιά μου. Αλλού όμως ήταν γνωστή από παλιά, π.χ. στην Κέρκυρα και στην Κεφαλονιά, ή στο Γαλαξίδι, άρα δεν πρόκειται για αυστηρά αθηναϊκή λέξη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Εορταστικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , | 151 Σχόλια »

Ζώα, κτήνη και θηρία

Posted by sarant στο 21 Φεβρουαρίου, 2023

Εννοείται ότι αφιερώνουμε το σημερινό σημείωμα στον καλό μας φίλο το Χτήνος, που είχε τα γενέθλιά του τις προάλλες. Και οι τρεις λέξεις του τίτλου, που δηλώνουν ζωντανά πλάσματα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μεταφορικά και για τον άνθρωπο -στις δύο πρώτες περιπτώσεις σχεδόν πάντα υποτιμητικά, στην τρίτη με θετικές αποχρώσεις, αφού συχνά τα άγρια ζώα κερδίζουν τον σεβασμό της φρασεολογίας μας περισσότερο από τα εξημερωμένα (έχουμε γράψει άρθρο).

Ζώο είναι, βέβαια, ο γενικός όρος, και έτσι ήταν από την αρχαιότητα. Δεν είναι ομηρική λέξη, αλλά τη βρίσκουμε πριν από την κλασική αρχαιότητα, στον Σημωνίδη. Ετυμολογείται, βέβαια, από το ρήμα ζω.

Το ζῷον έπαιρνε περισπωμένη και υπογεγραμμένη, που κάποτε προσγραφόταν, π.χ. ζώιων (ζώων). Με τον ορισμό του Πλάτωνα «πᾶν ὅ τι περ ἂν μετάσχῃ τοῦ ζῆν ζῷον ἂν λέγοιτο», ένας ορισμός που δεν αποκλείει τον άνθρωπο. Όταν όμως ο Πλάτωνας όρισε τον άνθρωπο ως «ζώον δίπουν άπτερον» ο κυνικός Διογένης μάδησε έναν κόκορα και τον έφερε στη σχολή του Πλάτωνα φωνάζοντας «να ο άνθρωπος του Πλάτωνα» -και τότε, αυτός πρόσθεσε στον ορισμό «και πλατυώνυχον» (έτσι το έχει ο Διογένης Λαέρτιος -αλλού έχω δει «και γελαστικόν»).

Στα αρχαία ελληνικά το ζώον είναι αυτό που έχει μέσα του ζωή, ενώ στα λατινικά το animale είναι το πλάσμα που αναπνέει, από το anima, αναπνοή, ψυχή -από εκεί και οι λέξεις σε πολλές νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η λέξη ζωγράφος ετυμολογείται από το ζώον + γράφω, αλλά στην κλασική αρχαιότητα, προκειμένου για τις τέχνες, ο όρος «ζώα» μπορούσε να σημαίνει οποιεσδήποτε εικόνες, όχι απαραίτητα ζώων. Ζώδιον, πάλι στα αρχαία, ήταν η μικρή εικόνα (ζώου) και επειδή πολλοί αστερισμοί συμβολίζονταν από εικόνες ζώων, τελικά ζώδια ονομάστηκαν οι αστερισμοί και οι αναπαραστάσεις τους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , , | 121 Σχόλια »

Οι σπεσιαλιτέ του σπετσιέρη

Posted by sarant στο 17 Φεβρουαρίου, 2023

Πριν από ένα μήνα και κάτι είχαμε βάλει ένα άρθρο για τα χάπια, που έτυχε να το κοιτάξω ξανά χτες, διότι ήθελα να το στείλω σε έναν φίλο στο Φέισμπουκ που με ρώτησε κάτι σχετικό. Και καθώς κοίταζα τα σχόλια του άρθρου εκείνου, είδα ότι είχαμε αναφερθεί στον σπετσέρη, που είναι παλιά ονομασία του φαρμακοποιού, οπότε σκέφτηκα να γράψω ένα άρθρο για ολόκληρη αυτή την οικογένεια λέξεων -ποια οικογένεια; Θα δείτε.

Ο σπετσιέρης ή σπετσέρης είναι μια από τις 366 λέξεις που έχω στο βιβλίο μου Λέξεις που χάνονται. Πράγματι χάνεται, διότι τα λεξικά δεν την έχουν και επιβιώνει μόνο ως επίθετο -βρίσκω μάλιστα πως οι δυο τύποι, Σπετσέρης και Σπετσιέρης, επιχωριάζουν στον Αστακό και στο Αργοστόλι. Υπήρχε κι ο παλιός ποδοσφαιριστής Τάκης Σπετσέρης, στυλοβάτης της Προοδευτικής πριν από καμιά πενηνταριά χρόνια.

Σπετσέρης είναι ο φαρμακοποιός, και σπετσαρία ή σπετσερία το φαρμακείο. Δάνειο από τα ενετικά (spezier). Η  υποκατάσταση του σπετσέρη από τον φαρμακοποιό θεωρείται ένα από τα επιτεύγματα των λογίων της καθαρεύουσας μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, ωστόσο η παλιά λέξη έχει αφήσει ίχνη.

Πέρα από τις αναφορές στη λογοτεχνία, έχουμε το γνωστό αδέσποτο ρεμπέτικο Καλέ μάνα δεν μπορώ, όπου η άρρωστη κόρη ζητάει «το γιατρό και το σπετσέρη με τα φάρμακα στο χέρι». Το έχει περάσει σε δίσκο ο Μάρκος Βαμβακάρης στο όνομά του, αλλά ολοφάνερα είναι αδέσποτο και κατά πάσα πιθανότητα βασίζεται σε δημοτικό άσμα.

Αυτό το μοτίβο με τον γιατρό και τον σπετσιέρη σαν δίδυμο είναι αρκετά κοινό. Σε ένα άλλο ρεμπέτικο, στο Βασανάκι του Χατζηχρήστου, το βρίσκουμε κάπως τροποποιημένο: «Το γιατρό και τον σπετσέρη δεν ζητώ, μανάκι μου· πάρε με στην αγκαλιά σου, βασανάκι μου».

Αλλά και σε ένα παλιό χρονογράφημα βρίσκω σε ταβέρνα να συμβουλεύουν κάποιον να κατεβάσει ένα κατοσταράκι και να μην έχει ανάγκη ούτε γιατρό ούτε σπετσέρη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Τραγούδια, μαγειρική | Με ετικέτα: , , , , , , | 88 Σχόλια »

Ποιος κάνει ματσαράγκες;

Posted by sarant στο 15 Φεβρουαρίου, 2023

Πριν από ένα μήνα περίπου, είχαμε ένα άρθρο για τις κουτσουκέλες. Η αρχική μου σκέψη ήταν εκείνο το άρθρο να το τιτλοφορήσω «Κουτσουκέλες και ματσαράγκες», όμως τελικά είδα ότι είχα αρκετά να πω για την πρώτη λέξη, τις κουτσουκέλες, οπότε άφησα τις ματσαράγκες για άλλο άρθρο -το σημερινό.

Είναι βέβαια παρεμφερείς λέξεις οι δυο τους, αφού έχουν κοινό στοιχείο την απάτη. Για να κάνουμε τον γύρο των λεξικών, στο ΛΚΝ η ματσαράγκα ορίζεται ως «απάτη, δόλος» –Βγήκαν στη φόρα οι ματσαράγκες του. Στον Μπαμπινιώτη: απάτη. Στο Χρηστικό: απάτη, κομπίνα, δόλος. Στο ΜΗΛΝΕΓ: απάτη, κομπίνα, κατεργαριά. Μια ζωή με ματσαράγκες προσπαθεί να επιβιώσει.

Και τα τέσσερα λεξικά δίνουν τον παράλληλο τύπο «ματσαραγκιά», ενώ τα τρία από τα τέσσερα (πλην του ΛΚΝ) δίνουν και το αρσενικό «ο ματσαράγκας», που είναι βέβαια αυτός που κάνει ματσαράγκες. Υποθέτω πως ο τύπος «ματσαραγκιά» προέκυψε ακριβώς από τον ματσαράγκα. Όπως ο μπαγαμπόντης κάνει μπαγαμποντιές και ο κατεργάρης κατεργαριές, έτσι και ο ματσαράγκας θα κάνει και ματσαραγκιές.

Τόσο ο Μπαμπινιώτης όσο και ο Πετρούνιας στο ΛΚΝ συμφωνούν ότι η λέξη προέρχεται από το ιταλ. mazzeranga / mazzaranga που σημαίνει «κόπανος», ειδικότερα «κόπανος για θρυμματισμό χαλικιών». Πώς ομως Η από αυτό το σύνεργο φτάσαμε στην απάτη, και από τη συγκεκριμένη έννοια στην αφηρημένη;

Δεν ξέρω. Στο ΛΚΝ υπάρχει η επεξήγηση: «πράξη κατάλληλη για εξομάλυνση δυσκολιών και κατανίκηση της υποψίας», που τη βρίσκω σκοτεινή. Στα ιταλικά, επιπλέον, αν πιστέψω τα λεξικά, mazzeranga είναι μόνο ο κόπανος, χωρίς μεταφορικές σημασίες. Προς το παρόν, ο σχηματισμός της λέξης στα ελληνικά θα μείνει αξεκαθάριστος. Πάντως και η λοβιτούρα, που είναι κάπως παρεμφερής έννοια με τη ματσαράγκα, προέρχεται από ρουμάνικη λέξη που σημαίνει «χτύπημα».

Κλείνουμε τη λεξικογραφική περιήγηση με την παρατήρηση ότι το Λεξικό της πιάτσας, του Καπετανάκη, δεν έχει, περιέργως, λήμμα «ματσαράγκα» (ενώ έχει «κουτσικέλα»).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Κύπρος, Λεξικογραφικά, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , | 78 Σχόλια »

Σέρβισερ, μια καινούργια λέξη

Posted by sarant στο 13 Φεβρουαρίου, 2023

Με την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου έχει ανάψει η συζήτηση για τους πλειστηριασμούς. Η απόφαση βέβαια ακόμα δεν έχει δημοσιευτεί (ώστε να μπορεί να παράγει αποτελέσματα), όμως το περιεχόμενό της έχει διαρρεύσει, καθώς και εντυπωσιακά λεπτομερείς πληροφορίες της διαδικασίας, ας πούμε η ευρεία πλειοψηφία (56-9 νομίζω) με την οποία πάρθηκε η απόφαση, ακόμα και τα ονόματα των αρεοπαγιτών που μειοψήφισαν.

Εντυπωσιακή είναι επίσης η ταχύτητα με την οποία αποφάνθηκε η Ολομέλεια του Α.Π., δύο εβδομάδες μόνο, αν σκεφτεί κανείς ότι είχαν κατατεθεί υπομνήματα χιλιάδων σελίδων. Ακόμα και οι δικηγόροι των funds εξεπλάγησαν, όπως γράφτηκε.

Έγραψα funds, που είναι η μία ξένη λέξη που εμφανίζεται διαρκώς στα σχετικά ρεπορτάζ. Και το ρεπορτάζ είναι ξένο δάνειο, γαλλικό, αλλά με το να το γράφουμε ελληνικά το έχουμε οικειοποιηθεί -και βέβαια το προφέρουμε διαφορετικά απ’ό,τι στα γαλλικά, όσο κι αν δεν το συνειδητοποιούμε.

Η άλλη ξένη λέξη είναι οι servicers, σε πληθυντικό και λατινογραμμένη σχεδόν πάντα. Ή αλλιώς, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, όπως είναι η μακροσκελής ελληνική απόδοση. Το επίσημο ακρώνυμο είναι ΑΕΔΑΔΠ, Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις. Συχνά το βρίσκουμε συντμημένο σε «εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων», που και πάλι μακρινάρι είναι μπροστά στο «σέρβισερ». Τρεις λέξεις ο Έλληνας, τρεις συλλαβές ο Άγγλος, διόλου περίεργο που κάνουν πιο γρήγορα τη δουλειά τους.

Αστειεύομαι, αλλά είναι ένα παράδειγμα του φαινομένου που το λέω «ορολογική ανασφάλεια». Όποιος εισάγει έναν όρο που έχει φτιαχτεί από αλλού, αισθάνεται ανασφαλής: πώς να πούμε το servicer; Εταιρεία διαχείρισης; Ναι, αλλά τι διαχείριση; Εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, καλό δεν είναι; Μισό λεπτό, τι απαιτήσεις; Σωστά, πρέπει να το διευκρινίσουμε, απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις -κι έτσι η μία λέξη έγινε εφτά ή οχτώ, από το άγχος μήπως ο περιφραστικός όρος δεν καλύπτει κάθε πτυχή του πράγματος που θέλουμε να περιγράψει. Από την άλλη πλευρά, ο κατασκευαστής του όρου, ο Αγγλοσάξονας, δεν έχει τέτοιον καημό. Λέει servicer και δεν νοιάζεται να προσδιορίσει επακριβώς τι είδους service παρέχεται.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δικαστικά, Ετυμολογικά, Νεολογισμοί, Ορολογία | Με ετικέτα: , , | 108 Σχόλια »

Γκρίνγκο, ο Έλληνας

Posted by sarant στο 9 Φεβρουαρίου, 2023

Σήμερα είναι η Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας, οπότε θα βάλουμε γλωσσικό άρθρο. Πριν από μερικές μέρες είχαμε ένα άρθρο για ελληνικές λέξεις που έχουν προκύψει από τοπωνύμια. Yπάρχουν όμως και σε ξένες γλώσσες λέξεις που έχουν προκύψει από το όνομα της Ελλάδας ή των Ελλήνων. Το θέμα αυτό το έχουμε θίξει σε διάφορα άρθρα μας και μπορεί στο μέλλον να δημοσιεύσω και ένα συγκεντρωτικό, όμως σήμερα θα εστιαστώ, υπό μορφή ανακεφαλαίωσης-επανάληψης, σε μία μόνο λέξη, για την οποία είχαμε γράψει σε ένα από τα πρώτα άρθρα του ιστολογίου, πριν από… 14 χρόνια, και την είχαμε συζητήσει ξανά σε ένα άρθρο του 2014. Παρελθοντολογία, δηλαδή. Εδώ ενσωματώνω πολλά σχόλια εκείνης της δεύτερης συζήτησης.

Η λέξη για την οποία σας λέω, είναι η λέξη «γκρίνγκο». Τη λέξη τη μάθαμε από τα γουέστερν: χρησιμοποιείται σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, από το Μεξικό μέχρι κάτω στη Χιλή, για να δηλώσει, με περιφρόνηση συνήθως, τους λευκούς, και ιδίως τους βορειοαμερικανούς.

Βέβαια, υπάρχουν τοπικές παραλλαγές στη χρήση· για παράδειγμα, στην Αργεντινή γκρίνγκο λέγονταν οι (πάρα πολλοί) Ιταλοί μετανάστες, όχι υποτιμητικά, ενώ στο Μεξικό ο γκρίνγκο είναι απαραίτητα Βορειοαμερικάνος και η έννοια της λέξης είναι πάντα μειωτική.

Υπάρχει και το ρήμα engringarse, που θα πει ‘εξαμερικανίζομαι, στη συμπεριφορά και στις συνήθειες’, ενώ η έκφραση gringo de agua dulce, κατά λέξη ‘γκρίνγκο του γλυκού νερού’, χρησιμοποιείται για όσους ντόπιους μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και γυρίσουν με αλλαγμένα μυαλά. Ο αμερικανοφερμένος πρώην πρόεδρος της Βολιβίας, ο Γκονσάλο Σάντσες ντε Λοσάδα, που μιλούσε τα ισπανικά με αμερικάνικη προφορά, ονομαζόταν «Ελ Γκρίνγκο» από τους πολιτικούς του αντιπάλους.

Η λέξη πάντως είναι περισσότερο συνδεδεμένη με το Μεξικό.

«Αντίο, κι αν ακούσεις ότι μ’ έστησαν σ’ έναν πέτρινο τοίχο και με κάνανε κόσκινο στις σφαίρες, να ξέρεις πως δεν είναι καθόλου άσχημος τρόπος για να φύγεις από τούτο τον κόσμο, πολύ καλύτερος από τα γερατειά, την αρρώστια ή το πέσιμο από τις σκάλες. Το να είσαι γκρίνγκο στο Μεξικό, είναι ευθανασία!» -έτσι τελειώνει το τελευταίο γράμμα που έστειλε ο Αμβρόσιος Μπιρς στην ανιψιά του, τον Δεκέμβριο του 1913, πριν χαθεί για πάντα στο Μεξικό όπου είχε πάει να βρει τους αντάρτες. Το τέλος του Μπιρς έγινε μυθιστόρημα από τον Μεξικάνο Κάρλος Φουέντες, με τίτλο «Ο γερο-γκρίνγκο» που γυρίστηκε και ταινία με τον Γκρέγκορι Πεκ και τη Τζέιν Φόντα.

Για την ετυμολογία της λέξης έχουν διατυπωθεί διάφορες λιγότερο ή περισσότερο ευφάνταστες θεωρίες. Για παράδειγμα, έχει ειπωθεί ότι προέρχεται από ένα λαϊκό σκωτσέζικο ή ιρλανδικό τραγούδι, το Green grow the rashes ή Green grow the lilacs, το οποίο υποτίθεται πως τραγουδούσαν κατά τον πόλεμο ΗΠΑ-Μεξικού του 1845-47 τα αμερικανικά στρατεύματα. Από το green grow υποτίθεται πως προέκυψε το Gringo. 

Σε μια άλλη εκδοχή, οι Αμερικανοί στρατιώτες που πολεμούσαν το 1916 τους αντάρτες του Πάντσο Βίγια, φορούσαν βαθυπράσινες στολές. Κατά τη θεωρία αυτή, υποτίθεται πως το gringo είναι παραφθορά του green coats (πράσινες στολές). Σε ένα παρακλάδι της θεωρίας αυτής, οι Μεξικάνοι φώναζαν στους Αμερικανούς στρατιώτες Green, go home! 

Όμως, οι ετυμολογίες αυτές είναι στην πραγματικότητα αστήρικτες, διότι η λέξη gringo είναι καταγραμμένη έναν με ενάμιση αιώνα παλιότερα. Όπως πρώτος επισήμανε ο μεγάλος καταλανός λεξικογράφος Zοάν Κορομινάς στο μνημειώδες εξάτομο ετυμολογικό λεξικό του, σε ένα ισπανικό λεξικό που εκδόθηκε το 1786, αλλά είχε γραφτεί το 1765 (Diccionario castellano con las voces de Ciencias y Artes y sus correspondientes en las 3 lenguas francesa, latina y italiana, του Esteban de Terrero y Pando) καταγράφεται η λέξη gringo με την επεξήγηση ότι έτσι αποκαλούν τους ξένους που έχουν κάποια ιδιομορφία στην προφορά τους, που τους κάνει να μη μιλούν αβίαστα τα καστιλιάνικα. Στη Μαδρίτη έτσι λέγανε ιδίως τους Ιρλανδούς.

Στο πρωτότυπο: «Gringos, llaman en Málaga a los estranjeros, que tienen cierta especie de acento, que los priva de una locución fácil y natural Castellana; y en Madrid dan lo mismo, y por la misma causa con particularidad a los Irlandeses.»

Προφανώς αυτή η λεξικογραφική μαρτυρία διαψεύδει μια και καλή όλες τις θεωρίες που είδαμε πιο πάνω, αφού το gringo καταγράφεται στον παλαιό κόσμο, πολύ πριν από τους μεξικανοαμερικανικούς πολέμους. Αλλά από πού βγαίνει το gringo; Είναι φανερό, συνεχίζει ο Κορομινάς, ότι η λέξη gringo είναι μετεξέλιξη του griego, αφού την εποχή εκείνη ήταν πολύ διαδεδομένη η έκφραση hablar en griego (μιλάω ελληνικά) για όποιον μιλούσε ακατάληπτα. Tο griego έγινε στην αρχή grigo και μετά gringo, και από τη σημασία του ακατανόητου ομιλητή πέρασε στη σημασία του ξένου, με την οποία και καθιερώθηκε στον Νέο Κόσμο. Ο τύπος grigo, για τα ελληνικά, παραδίδεται σε έργα της εποχής, πχ σε λεξικό του 1490. 

Στα σημερινά ισπανικά, όπως έχουμε γράψει σε σχετικό άρθρο που ίσως αξίζει αναδημοσίευση, όταν θέλουν να πουν ότι κάποιος μιλάει ακαταλαβίστικα δεν λένε πια «hablar en griego» αλλά hablar en chino, δηλαδή μιλάει κινέζικα. Η έκφραση hablar en griego έχει πια ξεχαστεί, αλλά παλιότερα ήταν ζωντανή και σε ένα παλιό σχόλιο είχαμε δει ότι καταγράφεται σε έργο του 1560, πριν δηλαδή από το It was Greek to me του Σέξπιρ. 

Όμως η λέξη gringo διατηρείται σε χρήση σε όλη τη Λατινική Αμερική, και φυσικά έχει περάσει από τα ισπανικά και στα αγγλικά. Αν και η ετυμολογική προέλευση από τους Έλληνες δεν είναι άγνωστη (την έχουν όλα σχεδόν τα λεξικά), φαντάζομαι πως κανείς ομιλητής δεν έχει στο νου του τούς Έλληνες όταν τη χρησιμοποιεί.

Στα ελληνικά βέβαια η λέξη γκρίνγκο δεν πολυχρησιμοποιείται, παρά μόνο για να περιγράψει τη λατινοαμερικάνικη πραγματικότητα –εμείς λέμε Γιάνκηδες όταν θέλουμε ν’αναφερθούμε μειωτικά στους Αμερικανούς, λέμε δε Μπρούκληδες για τους Ελληνοαμερικανούς. Επίσης, οι Κύπριοι λένε, θαρρώ, Τσάρληδες τους Κυπρίους της δεύτερης και τρίτης γενιάς που γεννήθηκαν στο Λονδίνο. Έχω κάποιο υλικό για τους Τσάρληδες αλλά δεν ξέρω αν αρκεί για να βγει άρθρο, οπότε δεν υπόσχομαι -αν κάποιος μπορεί να βοηθήσει, καλοδεχούμενος. 

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Πατριδογνωσία, Τι λένε για μας | Με ετικέτα: , , , , , | 81 Σχόλια »

Σεισμός…

Posted by sarant στο 7 Φεβρουαρίου, 2023

Γρουσούζικο αποδείχτηκε το άρθρο που είχαμε βάλει πριν από 10-12 μέρες, για τη λέξη τζερτζελές, που, όπως είπαμε, προήλθε από την τουρκική zelzele, που θα πει «σεισμός», αφού χτες φονικός σεισμός χτύπησε την Κιλικία, με πάρα πολλά θύματα στην Τουρκία και στη Συρία -οι συμφορές δεν έχουν σύνορα- που όσο περνάει η ώρα όλο και αυξάνεται ο αριθμός τους.

Η βασική λέξη στα τουρκικά για τον σεισμό είναι deprem βέβαια, και αυτή χρησιμοποιείται στις ειδήσεις και στα χάσταγκ από τη γειτονική χώρα. Η zelzele πρέπει να είναι παλιότερη, ενώ σε αζέρικες σελίδες βλέπω το e ανάποδα: zəlzələ.

Και στα δικά μας μέρη βέβαια τον σεισμό τον έχουμε γνωρίσει τόσες φορές κι έχουμε θρηνήσει θύματα και στην Αττική και αλλού -στα Επτάνησα το 1953, στη Θεσσαλονίκη το 1978, στην Καλαμάτα το 1986, στην Αττική το 1981 και το 1999, κι άλλους μικρότερους αλλά πάντως με θύματα, όπως πρόπερσι στο Αρκαλοχώρι, κι ο καθένας ξέρει τι σημαίνει και πώς νιώθεις εκείνη τη στιγμή, ιδίως την ώρα που κοιμάσαι, όπως συνέβη χτες.

Αλλά εδώ λεξιλογούμε.

Η λέξη «σεισμός» είναι αρχαία, από το ρήμα «σείω». Στην κλασική αρχαιότητα κάποιες φορές εμφανίζεται δίλεκτο, π.χ. «γης σεισμός» στον Ευριπίδη ή «σεισμοί της γης» στον Θουκυδίδη, ή «χθονός σεισμός» πάλι στον Ευριπίδη, αλλά ήδη από τότε ο όρος εμφανίζεται μονολεκτικός τις περισσότερες φορές.

Στα μεταγενέστερα χρόνια, σε παπύρους, η λέξη «σεισμός» παίρνει και τη σημασία «εκβιασμός για απόσπαση χρημάτων»

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επιστημονικά, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 153 Σχόλια »