Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Επαγγέλματα’ Category

Είκοσι τσοπάνικες λέξεις (από το βιβλίο Ποιμένων λόγος του Ν. Καρατζένη)

Posted by sarant στο 20 Δεκεμβρίου, 2023

Εδώ  και μήνες θέλω να γράψω ένα άρθρο για το έξοχο βιβλίο Ποιμένων λόγος του Νίκου Β. Καρατζένη, είχα πει να το κάνω πριν βγει ο χρόνος, οπότε μόλις προλαβαίνω.

Το βιβλίο εκδόθηκε πέρυσι στα Γιάννενα με τη στήριξη του Δήμου Βορείων Τζουμέρκων -επειδή, λόγω Κοτζιούλα, έχω κάποια εποπτεία των  σχετικών εκδόσεων, πρέπει εδώ να πω ότι ο δήμαρχος Γιάννης Σεντελές και η δημοτική  αρχή  έχουν στηρίξει κι άλλα έργα που αναδεικνύουν τον πολιτισμό και  την  παράδοση της περιοχής τους.

Και χρειαζόταν η στήριξη, διότι το βιβλίο του Καρατζένη  είναι  ένας ογκώδης τόμος με 408 σελίδες μεγάλου σχήματος, σε βαρύ χαρτί,  που κοσμείται από δεκάδες καταπληκτικές φωτογραφίες της ποιμενικής ζωής, κάποιες από γνωστούς φωτογράφους αλλά τις περισσότερες δικές του.

Ο Καρατζένης μάς δίνει ένα πληρέστατο  λεξικό της ποιμενικής ορολογίας και της ποιμενικής ζωής, όπως μιλιέται στη Νότια Πίνδο, αλλά ταυτόχρονα και μια εικόνα της νομαδικής ποιμενικής ζωής, όπως ήταν και όπως συνεχίζεται στις μέρες μας. Σε αυτό συμβάλλουν ιδιαίτερα οι φωτογραφίες και οι λεζάντες τους.

Γεννημένος το 1952, γιος τσέλιγκα, ο Καρατζένης σπούδασε φιλόλογος στη Φιλοσοφική Ιωαννίνων και υπηρέτησε στα μέρη του. Η πολύχρονη επαφή με τον τόπο του έδωσε το υλικό για το βιβλίο, που είναι δουλειά πολλών χρόνων.

Στο λεξικό του, ο συγγραφέας επεκτείνει  κάποια λήμματα, δίνει ανάσες όπως λέω εγώ, προσθέτοντας ηθογραφικές και λαογραφικές πληροφορίες. «Από τον Όμηρο ως τις μέρες μας» είναι ο υπότιτλος και πράγματι είναι πολύ συχνές οι αναφορές σε στίχους του Ομήρου. Είχαμε γράψει παλιότερα ότι έως το 1960 περίπου η γεωργία στην Ελλάδα λίγο διέφερε, στον  τρόπο εκτέλεσής της, από τα χρόνια του Ησιόδου (παρατήρηση του Σταύρου Ζουμπουλάκη αυτή). Για την κτηνοτροφία, ιδίως τη νομαδική, οι διαφορές από την  εποχή του Ομήρου δεν θα είναι μεγάλες ακόμα και σήμερα, αν και οι βοσκοί θα έχουν πια κινητό τηλέφωνο μαζί τους (αν πιάνει σήμα στις κορφές).

Η μοναδική, αν και όχι ασήμαντη, διαφωνία που έχω με τον  συγγραφέα είναι ότι στις ετυμολογίες των λέξεων γέρνει την πλάστιγγα υπέρ των  ελληνικών ετυμολογήσεων ακόμα κι όταν τα έγκυρα ετυμολογικά λεξικά δεν συμφωνούν. Για παράδειγμα, στην  ετυμολογία της λέξης «πέτσα» αναφέρει πρώτη  την προέλευση από το ελλ. πέσκος, πεσκίον (μια παλιά ετυμολογία, ίσως του Κοραή) ενώ όλα τα σημερινά λεξικά προκρίνουν, και σωστά, την  ετυμολόγηση από ιταλ. pezza, την  οποία ο Καρατζένης αναφέρει δεύτερη («κατ’ άλλη εκδοχή»). Ωστόσο, και ευτυχώς, ο συγγραφέας δεν ζητάει να  βγάλει με το ζόρι ελληνικές όλες τις λέξεις, δεν πορτοκαλίζει δηλαδή, συχνά αναφέρει ότι κάποια ετυμολόγηση είναι «κατά προσωπική μου άποψη» ενώ επίσης συχνά παραπέμπει σε (έγκυρα) συγγράμματα.

Να δούμε και μια φωτογραφία.

Στη λεζάντα μαθαίνουμε πως τα πρόβατα που ξεδιψάνε «γύρω από τη μικρή λούτσα» είναι από «το κοπάδι του Γιάννη Θ. Ζιάγκα στην  Κρανιά Ελασσόνας, Οκτώβριος 2018». Να πω εδώ πως ένα από τα στοιχεία του βιβλίου που μου άρεσαν περισσότερο είναι πως ο Καρατζένης επίμονα σημειώνει σε ποιους τσελιγκάδες ανήκουν τα ζώα που εικονίζονται στις φωτογραφίες ή ποιοι είναι  οι εικονιζόμενοι βοσκοί.

Στο λήμμα λούτσα του λεξικού βρίσκουμε την εξήγηση «Φυσικό ή τεχνητό κοίλωμα στο έδαφος από το οποίο πίνουν τα ζώα νερό». Προσθέτει ο συγγραφέας: Περί τα τέλη του 1980 γενικεύτηκε η πρακτική να φτιάχνουν οι κοινότητες και οι δήμοι λούτσες σε πολλά σημεία της υπαίθρου χώρας, οι οποίες ονομάζονται ομβροδεξαμενές. Στην ετυμολογία ο συγγραφέας δίνει ως πιθανή  προέλευση από τη μετοχή λούουσα του λούω που θα έγινε λούσα, κατά το κλώσσουσα -> κλώσα, αλλά αναφέρει και το αλβανικό lutse (lluze πρέπει να γράφεται) που είναι και η  ετυμολογία που δίνει το λεξικό Μπαμπινιώτη.

Σωστά επισημαίνει,  με καμάρι, στον πρόλογό του ο Καρατζένης ότι, ενώ υπάρχουν αρκετά λεξικά για τη ντοπιολαλιά περιοχών της Ηπείρου, δεν έχει γραφτεί άλλο έργο σαν το δικό του για το ειδικό λεξιλόγιο των  ποιμένων. Δίνει, όπως λέει, 91 διαφορετικές λέξεις για  ονομασίες προβάτων, 69 για κατσίκες και 70 για τζομπανόσκυλα (με τζ το γράφει).

Τα ονόματα των τσοπανόσκυλων (σελ. 326) μπορεί να  παραπέμπουν σε ήρωες της ιστορίας (Λεωνίδας) ή σε ληστές (Νταβέλης, Ρέντζιος, Λιάπης), κυρίως όμως αναφέρονται στα σωματικά τους χαρακτηριστικά: Κοκκίνης, Γκεσούλης, Καλέσης, Λιάρος, Παρδάλης (πιο κάτω εξηγώ όσες λέξεις χρειάζονται).

Σταχυολογώ αλφαβητικά 20 λέξεις από το βιβλίο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Επαγγέλματα, Ντοπιολαλιές, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 153 Σχόλια »

Kαστανάδες (χρονογράφημα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 14 Νοεμβρίου, 2023

Εδώ και κάμποσο καιρό, από τον Φεβρουάριο, έχω αρχίσει να δημοσιεύω χρονογραφήματα του παππού μου, που δημοσιεύτηκαν το 1928-29 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως. Το προηγούμενο άρθρο της σειράς αυτής είναι εδώ

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Τα περισσότερα από τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες, ενώ κάποια άλλα περιέχονται σε ένα τετράδιο που είχε ο παππούς μου, με κολλημένα αποκόμματα, που το είχε τιτλοφορήσει «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Το σημερινό χρονογράφημα δημοσιεύτηκε τέτοιες μέρες  στον  Δημοκράτη της Μυτιλήνης, πριν από 95 χρόνια, συγκεκριμένα στις 15 Νοεμβρίου 1928, με τον υπέρτιτλο «Μυτιληναϊκοί περίπατοι». Είναι από τα συντομότερα, κάπου 330 λέξεις μονάχα. Θα μπορούσα να το συνδυάσω με κάποιο άλλο, όμως τελικά προτίμησα να  το συμπληρώσω με  μερικά για τους  καστανάδες.

Όπως θα διαβάσετε στο χρονογράφημα, ο αφηγητής περιγράφει δυο καστανάδες στη Μυτιλήνη, από τους οποίους  ο ένας  πουλάει ψητά κάστανα με τη φουφού και ο άλλος βραστά και από την  περιγραφή φαίνεται πως υπήρχαν  κι άλλοι που τα πουλούσαν έτσι. Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι να έχω συναντήσει πλανόδιο καστανά να πουλάει βραστά κάστανα -ίσως όμως το Αλτσχάιμερ έχει προχωρήσει.

Τέλος πάντων, στο τέλος του χρονογραφήματος βάζω  μερικά περί  καστανάδων. Ο αποκλεισμός, τον  οποίο αναφέρει ο ένας καστανάς, ήταν βέβαια ο ναυτικός αποκλεισμός της νότιας Ελλάδας το 1916-17 από την Αντάντ ώστε να αναγκαστεί να διακόψει την ουδετερότητα -ενώ η βόρεια Ελλάδα είχε την κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας. Τότε είχε πέσει μεγάλη πείνα. Βέβαια, αν δεν σφάλλω, η Μυτιλήνη ήταν στο κράτος της Θεσσαλονίκης -και είχε στείλει και εθελοντές στο στρατό της Εθνικής Άμυνας- οπότε λογικά δεν  πέρασε  από αποκλεισμό, αλλά  ίσως ο καστανάς να ζούσε το 1916 στην Αθήνα ή αλλού στη νότια Ελλάδα. 

ΚΑΣΤΑΝΑΔΕΣ

Το μόνον εδώδιμον που αφθονεί ακόμη εις την πόλιν μας και είναι προσιτόν εις όλα τα βαλάντια είναι αναμφιβόλως τα κάστανα. Εις κάθε γωνίαν ένας αυτοσχέδιος κλιβανίσκος από ντενεκέν ξεγάνωτον ξεχύνει την ωραία μυρουδιά των ψηνομένων καστάνων. Παραπλεύρως κάθηται ο καστανάς κρατών ζυγαριάν ως άγαλμα της Θέμιδος και δημηγορεί ωσάν λειτουρ­γός της σεμνής αυτής Θεάς. Ευτυχώς η δημηγορία του περιορίζεται εις την ποιότητα και την ιδιότητα του εμπορεύματός του «ζεστά-ζεστά!! καίνε! ήμερα, ήμερα!!». Είναι δε πράγματι τόσον ήμερα τα ωραία αυτά τερψιλαρύγγια ώστε τη απλή μεσο­λαβήσει ενός διδράχμου μία φούκτα εξ αυτών δέχεται να σε ακολουθήσει αμέσως. Παρ’ όλην εν τούτοις την ημερότητα των πωλουμένων οι πωλούντες είναι ως επί το πλείστον άγριοι, ιδίως όταν συνα­γωνίζονται αλλήλους ή τους αντιζήλους πωλητάς καστάνων βραστών.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Γλωσσικά συμπόσια, Επαγγέλματα, Εφημεριδογραφικά, Μυτιλήνη, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , , | 127 Σχόλια »

Εκείνοι που δουλεύουν το σίδερο

Posted by sarant στο 11 Αυγούστου, 2023

Έβλεπα προχτές τον αγώνα του Παναθηναϊκού με τη Μαρσέιγ και πρόσεξα ότι ο εκφωνητής έλεγε «Κόβακ» τον Ρουμάνο διαιτητή του αγώνα.  Με παραξένεψε, και στο ημίχρονο αναζήτησα και βρήκα ότι ο Istvan Kovacs είναι μεν Ρουμάνος αλλά εθνοτικά Ούγγρος, γεννημένος στο Κάρεϊ, μια πόλη της βορειοδυτικής Ρουμανίας, πολύ κοντά στα  σύνορα με την Ουγγαρία (αλλά και  στο τριεθνές με την  Ουκρανία), στα Καρπάθια. Έχει μάλιστα, ο κ. Κόβατς, και ουγγρική ιθαγένεια, και όλα αυτά τα βρήκα στη σελίδα του στη Βικιπαίδεια διότι από τότε που το βικιπαιδικό κίνημα εκδημοκράτισε την  εγκυκλοπαιδικότητα  έχουν δικό τους λήμμα στη Βικιπαίδεια (και καλά κάνουν  και έχουν) και οι (σχετικά γνωστοί) διαιτητές, όπως άλλωστε  έχουν και όλοι σχεδόν  οι ποδοσφαιριστές της πρώτης κατηγορίας κάθε χώρας.

Αυτά τα βρήκα στην αγγλική Βικιπαίδεια, αν και ο κ. Κόβατς έχει λήμμα και στην  ελληνική Βικιπαίδεια,  όμως συντομότερο σαφώς από  το αγγλικό -όπως συντομότερα από το αγγλικό λήμμα ή άρθρο (ξεχνάω το σωστό) είναι και το ρουμάνικο ή το ουγγρικό άρθρο, με αποτέλεσμα στο 90% των περιπτώσεων το αγγλικό άρθρο να είναι πιο εκτενές και πιο αξιόπιστο από  το ντόπιο -αλλά αυτά θα  τα πούμε άλλη φορά, σήμερα με ενδιαφέρει ο κ. Κόβατς.

Δεν με ενδιαφέρει ως διαιτητής ή ως άνθρωπος, αλλά ως επώνυμο. Το επώνυμο Κόβατς είναι ένα από τα συχνότερα ουγγρικά επώνυμα -το δεύτερο πιο συχνό βρίσκω στη Βικιπαίδεια και πάλι. Aπό παλιά σκέφτομαι να γράψω για το επώνυμο αυτό και τα αντίστοιχά του στις άλλες γλώσσες, ήμουν όμως σχεδόν βέβαιος ότι έχω γράψει. Έψαξα και βρήκα κάποιες αναφορές παρεμπιπτόντως, αλλά όχι ειδικό άρθρο, οπότε προχωράω στο σημερινό κι αν  παρ’ ελπίδα λάθεψα και έχω ήδη γράψει συγχωρέστε με και πείτε ότι φταίει η ζέστη.

Κόβατς λοιπόν σημαίνει «σιδεράς». Στην αρχαιότητα, ο σίδηρος είναι σπάνιο και πολύτιμο μέταλλο, χρησιμοποιείται μόνο για όπλα και εργαλεία –ενώ για σκεύη και άλλες κοινές χρήσεις ο χαλκός. Όμως, η κατεργασία του σιδήρου έμελλε να αποκτήσει κυρίαρχη θέση στα επόμενα χρόνια, και η τεράστια σημασία της φαίνεται έμμεσα από τη συχνότητα των επωνύμων που σημαίνουν τον σιδερά.

Ξέρουμε δα ότι το συχνότερο αγγλικό επώνυμο είναι το Smith -κάπου διάβασα ότι έτσι ονομάζονται το 1,26% των  Βρετανών. Για να είμαστε ακριβείς, ο smith δηλώνει εκείνον που δουλεύει γενικώς με μέταλλα, ενώ ειδικά με το σίδερο δουλεύει ο blacksmith, αλλά στην πράξη ο προσδιορισμός (silversmith, tinsmith/whitesmith) χρησιμοποιόταν για όσους δούλευαν άλλα μέταλλα, ενώ για  το σίδερο αρκούσε το σκέτο smith.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Επαγγέλματα, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , , , | 181 Σχόλια »

Τι δουλειά κάνει ο αλμπάνης;

Posted by sarant στο 3 Μαΐου, 2023

Κάποιος βιαστικός, διαβάζοντας τον τίτλο θα αναρωτηθεί ίσως «Ποιος Αλμπάνης;» Αλλά εδώ δεν εννοώ κάποιον που έχει το επώνυμο Αλμπάνης, όπως ο δημοσιογράφος Γιάννης Αλμπάνης ή ο ηθοποιός Αντίνοος Αλμπάνης, εννοώ το επάγγελμα του αλμπάνη, ένα επάγγελμα που το συζητήσαμε στα σχόλια πρόσφατου άρθρου.

Πράγματι, τις προάλλες, στο άρθρο για τον αχάμπαρο, σε κάποιο σχόλιο έγινε λόγος για μια γλωσσική ερώτηση στο παιχνίδι του Εκατομμυριούχου, και μετά για μιαν  άλλη, την εξής:

Η λέξη «αλμπάνης» βέβαια  έχει  μιαν αρχική, κυριολεκτική σημασία, παρωχημένη, και μια μεταφορική. Εδώ η ερώτηση αφορούσε την αρχική, κυριολεκτική σημασία.

Ο παίκτης στον οποίο έτυχε η ερώτηση δεν διακινδύνευσε να δώσει απάντηση. Σταμάτησε εκεί, κρατώντας το όχι ευκαταφρόνητο κέρδος που είχε εξασφαλίσει ως τότε, 3000 ευρώ.

Στην εδώ συζήτηση, φάνηκε ότι ενώ όλοι όσοι  σχολίασαν ήξεραν τη μεταφορική σημασία, κάμποσοι αγνοούσαν την αρχική, οπότε δεν θα ήταν περιττό ένα άρθρο του ιστολογίου -αυτό που διαβάζετε σήμερα.

Όπως λέει και το ΜΗΛΝΕΓ, με τη  μεταφορική σημασία ο αλμπάνης είναι επιστήμονας, συνήθως γιατρός, ή τεχνίτης που είναι άπειρος και αδέξιος στη δουλειά του και γι’ αυτό αναξιόπιστος.

Ποια είναι όμως η αρχική σημασία; Τι δουλειά κάνει ο αλμπάνης; Στην οθονιά από την εκπομπή βλέπετε τέσσερις δυνατότητες, μία από τις οποίες είναι σωστή. Τι θα απαντούσατε αν βρισκόσασταν στη θέση του παίκτη του Εκατομμυριούχου; Παρακάτω θα το φανερώσω, οπότε αν θέλετε να το μαντέψετε διακόψτε για λίγο την ανάγνωση.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Επαγγέλματα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 105 Σχόλια »

75 τζήδες

Posted by sarant στο 22 Σεπτεμβρίου, 2021

Την ιδέα για το σημερινό άρθρο την πήρα από τα μεζεδάκια του Σαββάτου. Είχαμε εκεί συζητήσει κάτι που έγραψε ο αρθρογράφος της Καθημερινής, ο Σάκης Μουμτζής, και στα σχόλια έγινε αναφορά στο πρόσωπό του. Και τότε σκέφτηκα πως οι περισσότεροι που συναντάμε σήμερα το επώνυμο «Μουμτζής» δεν ξερουμε τη σημασία του.

Ξέρουμε βέβαια ότι οι λέξεις που σχηματίζονται με το επίθημα -τζής δηλώνουν κατά κανόνα επαγγελματικά ουσιαστικά. Ξέρουμε επίσης ότι το επίθημα αυτό είναι δάνειο από τα τουρκικά, ci/cι, όπως και το αδελφάκι του, το -τσής (από το çi, çι). Βέβαια, στην ελληνική γλώσσα το επίθημα, ενώ στην αρχή μάς ήρθε ενωμένο σε τουρκικά δάνεια, πολύ γρήγορα αυτονομήθηκε και χρησιμοποιείται με λέξεις όχι τουρκικής προέλευσης, και μάλιστα το βρίσκουμε ενωμένο ακόμα και με ακρώνυμα, ενώ προσφέρει επίσης έναν εύκολο τρόπο για ευκαιριακούς σχηματισμούς.

Έτσι, ενώ π.χ. ο boyacι μας ήρθε δανεικός ως μπογιατζής, μετά στα ελληνικά φτιάξαμε τον κουλουρτζή (με ελληνικής ετυμολογίας κεφαλή), τον λατερνατζή (με δάνεια λέξη συμμορφωμένη), τον γκολτζή (με ασυμμόρφωτη δάνεια λέξη), τον πασοκτζή ή τον αεκτζή (με ακρώνυμο), τον προπατζή ή προποτζή (με συντομομορφή) ή τον εσπατζή (νεολογισμός της αργκό για τα προγράμματα ΕΣΠΑ) και άλλα αμέτρητα.

Όμοια παραγωγικό έχει φανεί και ένα άλλο τουρκικό επίθημα, το -λίκι, που επίσης παντρεύεται με κεφάλια κάθε λογής, και δίνει ποικίλες λέξεις, από το αντριλίκι και το δημοσιοϋπαλληλίκι έως το χαϊλίκι και το ατενσιοχοριλίκι.

Αλλά τα λίκια θα τα δούμε σε άλλο άρθρο, σήμερα μιλάμε για τους τζήδες.

Τζήδες είναι αμέτρητοι, και μπορούμε να φτιάξουμε (ή, να προβλέψουμε ότι θα φτιαχτούν) κι άλλοι πολλοί. Όμως στο σημερινό άρθρο, παίρνοντας έμπνευση από τον Σάκη Μουμτζή, θα ασχοληθώ με λέξεις τουρκικής ετυμολογίας που δηλώνουν επαγγελματικά ουσιαστικά, που υπάρχουν ως επώνυμα, και που συνήθως η σημασία τους δεν είναι φανερή για τον μέσο ομιλητή της γλώσσας μας.

Δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ ο Μπογιατζής (αφού η λέξη υπάρχει στη γλώσσα και όλοι ξέρουν τι σημαίνει) ούτε ο πατωματζής ή ο φορτηγατζής (αφού είναι ελληνικής ετυμολογίας ως προς την κεφαλή της λέξης και κυρίως αφού δεν υπάρχει και αντίστοιχο επώνυμο). Διότι, θα το έχετε προσέξει, τα επώνυμα που έχουν το επίθημα -τζής προέρχονται από επαγγελματικά ουσιαστικά που υπήρχαν τον καιρό της τουρκοκρατίας (πολλά από τα οποία αφορούν επαγγέλματα που έχουν χαθεί πλέον) και όχι νεότερα επαγγέλματα. Ο σημερινός φορτηγατζής έχει επώνυμο, λέγεται Παπαδόπουλος ας πούμε, κι έτσι δεν υπάρχει πιθανότητα να σχηματίσει επαγγελματικό επώνυμο, όπως ο Αραμπατζής του 1780.

Από την άλλη, ο Μουμτζής παίρνει επάξια θέση στον κατάλογό μου διότι δεν είναι φανερό τι επάγγελμα έκανε, δεν έχει επιβιώσει η λέξη στα νέα ελληνικά, τουλάχιστον στην κοινή. Και όχι, δεν έφτιαχνε μούμιες. (Διαβάστε παρακάτω αν έχετε περιέργεια).

Βέβαια, εκτός από τους τζήδες υπάρχουν και οι τσήδες, και μάλιστα στα ελληνικά, σε μερικές περιπτώσεις τα δυο επιθήματα εναλλάσσονται, π.χ. Παοκτσής και Παοκτζής. Οι τσήδες πάντως είναι λιγότεροι, ενώ κάποτε το -κτσής τρέπεται σε -ξής, π.χ. Τουφεκτσής –> Τουφεξής. Ίσως σε επόμενο άρθρο να δούμε και αυτούς.

Πολλοί τζήδες και τσήδες βέβαια εξελλήνισαν τα ονόματά τους ή ωθήθηκαν να τα εξελληνίσουν ή τους τα εξελλήνισε κάποιος δάσκαλος ή πρόεδρος κοινότητας ή ενωμοτάρχης ή ληξίαρχος χωρίς να τους ρωτήσει. Έτσι εξηγούνται μερικά κάπως κωμικά καθαρευουσιάνικα επώνυμα όπως Οπλοποιός (Τουφεξής θα ήταν), αλλά βέβαια αυτό αφορά όλα τα τουρκογενή επώνυμα και όχι μόνο τους τζήδες.

Τέλος πάντων, στην αρχή είχα πει να μη συμπεριλάβω επώνυμα σε -τζής που υπάρχουν ως λέξεις και στη σημερινή γλώσσα, όπως Καφετζής ή Μπογιατζής, αλλά για λόγους πληρότητας τελικά τα συμπεριέλαβα και αυτά.

Σημειώνω επίσης ότι θα παραθέσω μόνο τον τύπο σε -τζής, παρόλο που υπάρχουν και πολλοί παράγωγοι, π.χ. Αμπατζόγλου, Αμπατζόπουλος, κτλ. Μόνο σε περιπτώσεις που ο τύπος σε -τζής είναι πολύ σπάνιος παραθέτω και παράγωγους.

Χρησιμοποίησα την εργασία του Μαν. Τριανταφυλλίδη «Τα οικογενειακά μας ονόματα» και το βιβλίο «Ελληνικά επώνυμα τουρκικής προέλευσης» του Δημ. Τομπαΐδη. Έβαλα και καναδυό που δεν τα είχαν τα βιβλία αυτά.

Σταμάτησα στους 75 τζήδες επειδή ο αριθμός ήταν στρογγυλός. Αν προσπαθούσα κι άλλο μπορεί και να πλησίαζα τους 100, ακόμα και να τους ξεπερνούσα, αλλά ίσως αυτό γίνει με τα σχόλιά σας.

Βέβαια, για να γίνει η δουλειά μας σωστά, θα πρέπει να βρούμε: επώνυμα που προέρχονται από επαγγελματικά ουσιαστικά σε -τζής, που να ξέρουμε από ποια τουρκική λέξη προέρχονται και να ξέρουμε και τη σημασία τους. Δεν αρκεί δηλαδή να αποδελτιώσουμε τον τηλεφωνικό κατάλογο αναζητώντας επώνυμα σε -τζής.

Τέλος πάντων, ορίστε οι 75 τζήδες που βρήκα:

  1. Αβτζής. Ο αβτζής ήταν ο κυνηγός και επίσης ο δεινός σκοπευτής. Στα τουρκικά avcι. Γεια σου Σιδέρη! (ιδιωτικό μήνυμα).
  2. Αλτιντζής. Από τουρκ. altιncι, ο χρυσοχόος.
  3. Αμπατζής. Από τουρκ. abacι, αυτός που έφτιαχνε ή πουλούσε αμπάδες, χοντρό μάλλινο ύφασμα.
  4. Αραϊτζής. Από τουρκ. arayιcι, που σημαίνει ερευνητής, αλλά και «αυτός που ψάχνει». Δήλωνε τον ρακοσυλλέκτη, αυτόν που έψαχνε τα πεταμένα πράγματα για να βρει χρήσιμα είδη.
  5. Αραμπατζής, από τουρκ. arabacι, o αμαξάς αλλά και ο αμαξοποιός.
  6. Αριτζής. Ο μελισσοκόμος, από τουρκ. arιcι.
  7. Βογιατζής, συχνότερα εξελληνισμένο (και σε παράγωγα), και σπανιότερα Μπογιατζής, ίσως για να διακρίνεται το επάγγελμα από το επώνυμο. Από τουρκ. boyacι.
  8. Γεμιτζής. Ο ναυτικός, ο ναύτης, από τουρκ. gemici.
  9. Γεωργαντζής. Κατά τον Τριανταφυλλίδη, από το τουρκ. yorgancι, αυτός που φτιάχνει ή πουλάει γιοργάνια, δηλαδή παπλώματα, ο παπλωματάς. Η λέξη όμως γράφεται παρετυμολογικά, σαν να προέρχεται από το Γεώργιος.
  10. Γιαγτζής (και Γιαγτζόγλου κτλ.) από τουρκ. yagcι, ο έμπορος ελαίων και λιπών, αλλά και ο λιπαντής.
  11. Γιαζιτζής, ο δημόσιος γραφέας, ο γραμματικός, από τουρκ. yazιcι.
  12. Γιαπιτζής. Ο χτίστης, από τουρκ. yapιcι. Λέμε βέβαια γιαπί εννοώντας την ημιτελή οικοδομή, αλλά στα τουρκικά έτσι λέγεται και η τελειωμένη.
  13. Γκαϊτατζής. Αυτός που παίζει γκάιντα, από τουρκ. gaydacι.
  14. Δεβετζής. Ο καμηλιέρης, από τουρκ. deveci, deve η καμήλα.
  15. Δεμερτζής, Δεμιρτζής. Ο σιδεράς, από τουρκ. demirci.
  16. Δουατζής. Ο ευχέτης, ο πιστός υπηρέτης ενός ισχυρού, από τουρκ. duacι.
  17. Εσκιτζής, ο παλιατζής, από τουρκ. eskici.
  18. Ζουρνατζής, από τουρκ. zurnacι, αυτός που παίζει τον ζουρνά.
  19. Καζαντζής, αυτός που φτιάχνει καζάνια, από τουρκ. kazancι.
  20. Καλαϊτζής, ο γανωματής, από kalaycι, (πρβλ. το καλάι).
  21. Καλιοντζής, ο ναυτικός του πολεμικού ναυτικού, από τουρκ. kalyoncu.
  22. Κανταρτζής, που ζυγίζει με το καντάρι, από τουρκ. kantarcι.
  23. Καρατζής, ο ληστής, από τουρκ. karacι.
  24. Κατιμερτζής, αυτός που φτιάχνει ή πουλάει κατιμέρι, ένα είδος γλύκισμα με φύλλο, από τουρκ. katmercι.
  25. Κατιρτζής, ο μουλαράς, από τουρκ. katιrcι.
  26. Καφετζής, ο καφετζής βεβαίως. Το τουρκικό είναι kahveci.
  27. Καφταντζής, από τουρκ. kaftancι, ο ιματιοφύλακας.
  28. Κεμεντσετζής, αυτός που παίζει τον κεμεντζέ, είδος λύρας. Από τουρκ. kemençeci.
  29. Κερεστετζής, ο έμπορος δομικής ξυλείας (κερεστέ), από τουρκ. keresteci.
  30. Κιομουρτζής, Κιουμουρτζής. Ο καρβουνιάρης, από τουρκ. kömürcü.
  31. Κουγιουμτζής, Κοεμτζής. Ο χρυσοχόος, από τουρκ. kuyumcu.
  32. Κυρατζής ή Κιρατζής. Ο αγωγιάτης, απο τουρκ. kiracι, που είναι ο μισθωτής.
  33. Λαγουμιτζής, αυτός που φτιάχνει λαγούμια. Υπάρχει και ως επώνυμο, πέρα από τον ιστορικό Λαγουμιτζή της πολιορκίας της Αθήνας που είχε άλλο επώνυμο και πήρε αυτό το παρατσούκλι από την αξιοσύνη του.
  34. Λουλετζής, από τουρκ. lüleci, ο κατασκευαστής ή πωλητής καπνοσυρίγγων, λουλάδων.
  35. Μαδεμτζής, από τουρκ. madenci, ο μεταλλωρύχος.
  36. Μεζαρτζής, ο νεκροθάφτης, από τουρκ. mezarcι.
  37. Μεϊχανετζής/Μεϊχανετζίδης, ο κάπελας, από τουρκ. meyhaneci.
  38. Μουμτζής, που μας έδωσε και αφορμή για το άρθρο, ο κηροποιός, από τουρκ. mumcu.
  39. Μπακιρτζής, ο χαλκωματάς, μπακιρτζής άλλωστε, απο τουρκ. bakιrcι.
  40. Μπαλτατζής, από τουρκ. baltacι, που μπορεί να σημαίνει τον κατασκευαστή ή έμπορο μπαλτάδων, αλλά πιο συχνά σημαίνει τον ξυλοκόπο.
  41. Μπαλτζής. Ο μελάς, ο πουλητής μελιού, από το balcι.
  42. Μπασματζής (και Βασματζής εξελληνισμένο), από το basmacι, o κατασκευαστής ή πουλητής μπασμάδων, που ήταν σταμπωτά βαμβακερά υφάσματα.
  43. Μπερντετζής/Μπερντετζόγλου, ο κατασκευαστής ή πουλητής μπερντέδων, κουρτινών, από τουρκ. perdeci.
  44. Μπιλιουρτζής, ο έμπορος ή τεχνίτης κρυστάλλινων ειδών, από το τουρκ. billûrcu.
  45. Μποζαντζής (και Ποζαντζής), αυτός που φτιάχνει ή πουλάει μποζά, ένα ποτό με βάση το κεχρί, από τουρκ. bozacι.
  46. Μποσταντζής. Ο κηπουρός, bostancι.
  47. Μπρισιμιτζής (Βρισιμιτζής, Μπιρσιμιτζής). Αυτός που πουλάει (ή φτιάχνει) μπρισίμια, δηλ. μεταξωτές κλωστές, από τουρκ. ibrişimci‎.
  48. Νταβουλτζής (και Ταβουλτζής κτλ.) Ο νταουλιέρης, από τουρκ. davulcu.
  49. Παζαρτζής, ο έμπορος σε παζάρι, από τουρκ. pazarcι.
  50. Παστιρματζής/παστουρματζής, ο έμπορος ή παρασκευαστής παστουρμά, από τουρκ. pastιrmacι.
  51. Πεστεμαλτζής (Πεστεμαλτζόγλου). Αυτός που πουλάει ή φτιάχνει πεστεμάλια, δηλ. λουτροπετσέτες. Ή ο λουτράρης του χαμάμ, που δίνει τα πεστεμάλια στον λουόμενο. Κατά τον Τριανταφυλλίδη, από το σπάνιο αυτό επώνυμο πρόκυψε με απλολογία το Πεσματζής και το συχνότερο Πεσματζόγλου. Γεια σου Στέλιο! (ιδιωτικό μήνυμα).
  52. Ρακιτζής, που φτιάχνει ή πουλάει ρακί, από τουρκ. rakιcι.
  53. Σαπουντζής, ο σαπουνάς, από τουρκ. sabuncu.
  54. Σεμερτζής, ο σαμαρτζής, από τουρκ. semerci.
  55. Σεπετζής, αυτός που φτιάχνει ή πουλάει κοφίνια, από τουρκ. sepetçi.
  56. Σερμπετζής, αυτός που πουλάει σερμπέτια, από τουρκ. serbetçi.
  57. Σιλκιτζής, αυτός που πουλάει πετσέτες, από τουρκ. silgi. (Στο λεξικό βρίσκω ότι το silgi είναι ο σπόγγος ή το πανί που σκουπίζουμε τον σχολικό μαυροπίνακα).
  58. Σιμιτζής, που φτιάχνει ή πουλάει σιμίτια, κουλούρια. Από τουρκ. simitçi.
  59. Σουβατζής, από το τουρκ. sιvacι.
  60. Σουγιουλτζής, ο υπεύθυνος για τη συντήρηση των υδραγωγών, από τουρκ. suyolcu.
  61. Ταμπουρατζής, αυτός που παίζει ταμπουρά, από τουρκ. tamburacι.
  62. Ταχμιτζής, Tαχμιντζής. Κατά τον Τριανταφυλλίδη ή από το tahminci (εκτιμητής, που όμως δεν βρίσκω τη λέξη στο λεξικό, μόνο tahmin = εκτίμηση) ή από το tahmisçi, αυτός που καβουρδίζει καφέ. Μάλλον το δεύτερο, λεω εγώ.
  63. Ταχτατζής, ο σανιδάς, από τουρκ. tahtacι.
  64. Τερετζής, αυτός που πουλάει κάρδαμο, από τουρκ. tereci.
  65. Τζαμτζής, ο τζαμάς ή ο υαλοπώλης. Από τουρκ. camcι.
  66. Τουτουντζής, ο καπνάς, κατά λέξη (μπορεί να σημαίνει είτε καπνοπώλης είτε καπνοπαραγωγός), από τουρκ. tütüncü.
  67. Τσεσμετζής, ο κρηνοποιός, από τουρκ. çeşme.
  68. Τσορμπατζής και τζορμπατζής, ο χριστιανός πρόκριτος επί τουρκοκρατίας, ο προύχοντας. Από τουρκ. çorbacι, που είχε αρχική σημασία «αυτός που φτιάχνει σούπα» (τσορβά, άλλωστε) αλλά σταδιακά πήρε στα τουρκικά άλλες σημασίες όπως ο συνταγματάρχης των γενιτσάρων.
  69. Τσοχατζής, ο έμπορος ή κατασκευαστής τσόχας, από τουρκ. çuhacι.
  70. Φουρουντζής, ο φούρναρης, από τουρκ. fιrιncι.
  71. Φουτσιτζής, ο βαρελάς, από τουρκ. fιçιcι.
  72. Χαβατζής. Στα σημερινά τουρκικά havacι είναι ο πιλότος, ο αεροπόρος, διότι hava όπως ξέρουμε είναι ο αέρας. Αλλά δεν μπορεί να προέρχεται από εκεί το επώνυμο. Όμως στο λεξικό βρίσκω ότι ο havacι ήταν, στο αγώνισμα της τοξοβολίας, ο κριτής που έλεγχε πού έπεφταν τα βέλη!
  73. Χαλβατζής. Ο χαλβατζής βέβαια, από τουρκ. halvacι / helvacι.
  74. Χαλιτζής, Χαλιτζόγλου, Χαλιτζιόγλου. Ο ταπητέμπορος ή ταπητουργός, ο χαλάς, από τουρκ. halιcι.
  75. Χαμαμτζής, ο λουτράρης, από τουρκ. hamamcι.

Posted in τούρκικα, Επώνυμα, Επαγγέλματα, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , | 295 Σχόλια »

Κουγιουμτζής και Κοεμτζής

Posted by sarant στο 12 Φεβρουαρίου, 2019

Ο Σταύρος Κουγιουμτζής (1932-2005), Θεσσαλονικιός μικρασιατικής καταγωγής, ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς συνθέτες του λεγόμενου έντεχνου λαϊκού τραγουδιού, με αναγνωρίσιμο προσωπικό ύφος, που συνεργάστηκε με πολλούς ερμηνευτές και ερμηνεύτριες στις χρυσές δεκαετίες του είδους, βοηθώντας καθοριστικά στην ανάδειξή τους. Ήταν και στιχουργός. Έχει δώσει αθάνατα τραγούδια που θα τραγουδιούνται για πολλές γενιές ακόμα.

Ο Νίκος Κοεμτζής (1938-2011) έγινε γνωστός όταν, το 1973, στο νυχτερινό κέντρο Νεράιδα στην Κυψέλη, σκότωσε με σουγιά τρεις άλλους θαμώνες που εμπόδιζαν τον μικρότερο αδελφό του να χορέψει σε τραγούδι που το είχε ζητήσει παραγγελιά. Καταδικάστηκε σε θάνατο που αργότερα μετατράπηκε σε ισόβια και αποφυλακίστηκε το 1996. Έγραψε βιβλίο με τη ζωή του και το πουλούσε στο Μοναστηράκι -εκεί τον βρήκε μια μέρα ο θάνατος, από καρδιά. Το φονικό και γενικά η ζωή του αποτέλεσε το θέμα για γνωστό τραγούδι από τον Διονύση Σαββόπουλο,  αλλά και για την ταινία Παραγγελιά του Παύλου Τάσιου.

Θα απορείτε γιατί επέλεξα να συνδέσω αυτούς τους δυο τόσο διαφορετικούς ανθρώπους -τι κοινό στοιχείο έχουν, τέλος πάντων; Πέρα από τη σύμπτωση ότι έζησαν κι οι δυο 73 χρόνια, που δεν την είχα υπόψη μου όταν συνέλαβα την ιδέα για το άρθρο, το κοινό τους στοιχείο είναι ετυμολογικό -είναι δα γνωστό πως εδώ λεξιλογούμε. Η ηχητική ομοιότητα των δύο ονομάτων, Κουγιουμτζής και Κοεμτζής δεν είναι τυχαία. Πρόκειται για παραλλαγές της ίδιας λέξης.

Κουγιουμτζής ή κουϊμτζής ή κογιουμτζής ή κοεμτζής ήταν ο τεχνίτης που κατεργαζόταν τον χρυσό και το ασήμι και έφτιαχνε κοσμήματα, ο χρυσοχόος δηλαδή. Kuyum στα τουρκικά είναι το χρυσό ή το ασημένιο κόσμημα, ενίοτε και οι πολύτιμοι λίθοι. Η λέξη είναι δάνειο από το τουρκικό kuyumcu, και περιέργως λείπει και από τον Δημητράκο και άλλα παλιότερα λεξικά. Τα νεότερα λεξικά εύλογα δεν την έχουν, αφού δεν ακούγεται πια παρά μόνο ως επώνυμο.

Το επώνυμο επιχωριάζει στη Βόρεια Ελλάδα, συνήθως σε προσφυγικούς πληθυσμούς. Ο τύπος Κουγιουμτζής , που είναι και ο συχνότερος, κυρίως στην Αλιστράτη Σερρών, στο Σουφλί, στην Προσοτσάνη και στις Φέρες. Ο τύπος Κοεμτζής στο Αιγίνιο (από εκεί ήταν και ο Νίκος Κ.) ενώ ο Κουιμτζής στη Χαλάστρα, την Αρναια, το Λιτόχωρο αλλά και τη Σάμο. Να σημειώσουμε επίσης τα παράγωγα επώνυμα Κουγιουμτζίδης, Κουγιουμτζόγλου και, σπανιότερα, Κουγιουμτζόπουλος.

Να σημειώσουμε ότι στον χώρο της τέχνης, συνεπώνυμος του Σταύρου, ήταν ο Μίμης Κουγιουμτζής (1936-2003) ηθοποιός και σκηνοθέτης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Επώνυμα, Επαγγέλματα, Παπαδιαμάντης, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , | 183 Σχόλια »

Οι δικηγορίνες δεν γεννάνε [ένα άρθρο του Βασίλη Παπαστεργίου]

Posted by sarant στο 23 Νοεμβρίου, 2018

Το σημερινό άρθρο είναι γραμμένο από τον φίλο νομικό Βασίλη Παπαστεργίου, μάχιμο δικηγόρο και υποψήφιο πρόεδρο του ΔΣΑ παλιότερα. Το δημοσίευσε στον τοίχο του στο Φέισμπουκ προχτές. Μου άρεσε επειδή εξετάζει ζητήματα που ενδιαφέρουν το ιστολόγιο και είναι πολύ καλογραμμένο και του ζήτησα την άδεια να το αναδημοσιεύσω -κάτι που αυξάνει τον χρόνο ζωής της δημοσίευσης, αφού οι δημοσιεύσεις σε προσωπικές σελίδες στο Φέισμπουκ γρήγορα σκεπάζονται από τις επόμενες και επιπλέον δεν είναι γκουγκλανιχνεύσιμες. Προσθέτω μόνο ένα δικό μου εύρημα από εφημερίδα του 1923. Ο τίτλος είναι δικός μου, η αρχική δημοσίευση ήταν άτιτλη.

“Το παιδί ανέβασε πυρετό και πρέπει να το πάρω από το σχολείο” μου είπε η συνάδελφος που καθόταν δίπλα μου στο έδρανο των συνηγόρων προχθές. Βγήκε από την αίθουσα και άρχισε τα τηλέφωνα. Να φύγει δεν μπορούσε, σε λίγο έπρεπε να δικάσει. Για ώρα τηλεφωνούσε προσπαθώντας να βρει μια λύση για αυτό το απρόοπτο πρόβλημα που είχε προκύψει. Συμπτωματικά είχα κι εγώ το ίδιο θέμα. Ο μικρός είχε κάνει εμετό στο σχολείο. Αλλά εγώ δεν είχα πρόβλημα, πήγε να τον πάρει η καλή μου.

Γιορτάζουμε κατά καιρούς την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια μέρα δικηγόρου, την μέρα του δικηγόρου σε κίνδυνο τιμώντας – και δικαίως – τους συναδέλφους που ασκούν το επάγγελμα υπό συνθήκες κινδύνου για την ζωή τους. Ωστόσο ποιος θα μιλήσει μια τους μικρές καθημερινές ηρωίδες, τις γυναίκες δικηγόρους και ιδίως τις μητέρες-δικηγόρους;

Μια πρόσφατη έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών με τίτλο “Γυναίκες στα νομικά επαγγέλματα την εποχή της κρίσης. Ανάμεσα στην εργασία και την οικογένεια” καταγράφει αυτό που όσοι περνάμε την ζωή μας “στην κλεψύδρα και στα Εφετεία” το γνωρίζουμε καλά. Ότι η άσκηση της δικηγορίας από μια γυναίκα έχει μεγάλο προσωπικό τίμημα.

Τα φαινόμενα υποτιμητικής συμπεριφοράς από τους δικαστές δεν έχουν καθόλου εκλείψει. Ιδίως απέναντι στις κυοφορούσες συναδέλφους, συχνά καταγράφονται περιστατικά ακραίας έλλειψης κατανόησης και σκληρότητας.

Κυρίως όμως, η γυναίκα συνάδελφος παραμένει ουσιαστικά απροστάτευτη απέναντι στην προοπτική της εγκυμοσύνης και της μητρότητας. Ελάχιστη κάλυψη θα έχει για τις εξετάσεις και την γέννα, κανένα ταμείο δεν θα καλύψει την απώλεια εισοδήματος που θα έχει τους μήνες της αναγκαστικής αποχής της από την δουλειά. Με αποτέλεσμα οι συνάδελφοι να επανέρχονται στο επάγγελμα (χωρίς καμία υπερβολή) με το μωρό στο στήθος.

Η Εφημερίδα των Συντακτών σε πρόσφατο δημοσίευμα που υπογράφει η Ιωάννα Σωτήρχου παρουσιάζει την σχετική έρευνα.

Αντιγράφω: “… (οι γυναίκες δικηγόροι) αποκτούν και λιγότερα παιδιά. Στο σύνολο όλων των νομικών επαγγελμάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας απογραφής περισσότερες από τις μισές νομικούς (52%) του συνόλου δεν έχουν αποκτήσει παιδιά, η μία στις τέσσερις έχει δύο παιδιά (25,3%), το 18,5% έχει ένα παιδί και μόλις το 4,3% έχει αποκτήσει 3-4 παιδιά.

Συνολικά, στις 100 γυναίκες νομικούς αναλογούν 83 παιδιά, όταν στον γενικό πληθυσμό σε 100 γυναίκες αναλογούν 162 παιδιά. Συγκεκριμένα, τα λιγότερα παιδιά αναλογούν στις δικηγόρους (73 παιδιά/100 δικηγόρους), σε 100 δικαστίνες αναλογούν 109 παιδιά, και 147 παιδιά αναλογούν σε 100 γυναίκες των λοιπών νομικών επαγγελμάτων.”

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αναδημοσιεύσεις, Δύο φύλα, Επαγγέλματα, Επαγγελματικά θηλυκά, Εργατικά, Νομικά | Με ετικέτα: , , , | 97 Σχόλια »

Ο Κώστας Βουτσάς και η Άννα Βαγενά

Posted by sarant στο 27 Ιουνίου, 2016

Αφού αναφέρω μαζί δυο γνωστούς ηθοποιούς, θα μπορούσατε να σκεφτείτε ότι εκείνο που τους ενώνει είναι ότι συμπρωταγωνιστούν ή συμπρωταγωνίστησαν σε κάποια θεατρική παράσταση. Αν υπήρχε τέτοια παράσταση σκηνοθέτης θα ήταν βέβαια ο Ανδρέας Βουτσινάς, αλλά δεν ξέρω ποιο έργο θα ανέβαζαν αφού το Πιθάρι του Πιραντέλο δεν έχει, απ’ όσο θυμάμαι, γυναικείο ρόλο.

Αλλά τέτοια παράσταση δεν υπάρχει, και το κοινό στοιχείο των δυο ηθοποιών δεν βρίσκεται στο θέατρο ή τον κινηματογράφο (δεν ξέρω καν αν έχουν παίξει μαζί) αλλά στον χώρο της ετυμολογίας -αφού τα επώνυμα και των δύο αναφέρονται στο ίδιο αντικείμενο, όπως και του υποθετικού σκηνοθέτη Ανδρέα Βουτσινά ή, για να συνεχίσουμε το ονοματολογικό παιχνίδι, της υποθετικής μεταφράστριας του (ακόμα ανεύρετου) θεατρικού μας έργου, που θα μπορούσε να είναι η Αγγελική Βαρελλά.

Μ’ άλλα λόγια, ο βουτσάς είναι αυτός που φτιάχνει βουτσιά, το ίδιο και ο βουτσινάς, ενώ ο βαγενάς φτιάχνει βαγένια. Και όταν λέμε βαγένι ή βουτσί, λέμε βαρέλι, που το φτιάχνει ο βαρελάς, κι έτσι βρήκαμε το κοινό στοιχείο που ενώνει τον Κώστα Βουτσά και την Άννα Βαγενά, το επώνυμό τους.

Στο σανίδι δεν ξέρω, όπως είπα, αν έχουν συνυπάρξει, πάντως τους συνάντησα και τους δύο τις προάλλες στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, στο κτίριο της οδού Πανός 22, στην Πλάκα, όπου λειτουργεί η έκθεση Άνθρωποι και εργαλεία. Περνούσα απέξω μια μέρα, τον περασμένο μήνα, και είχα την καλή ιδέα να μπω μέσα (το εισιτήριο είναι 2 ευρώ). Η έκθεση παρουσιάζει εργαλεία της προβιομηχανικής εποχής, με τις ονομασίες τους, και έχει ιδιαίτερο γλωσσικό και λαογραφικό ενδιαφέρον. Είναι βέβαια προσανατολισμένη περισσότερο προς τους μαθητές, ακόμα και του δημοτικού, αλλά κι ένας ενήλικος έχει πολλά ενδιαφέροντα να δει.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Επαγγέλματα, Ετυμολογικά, Ονόματα | Με ετικέτα: , , , , | 242 Σχόλια »

Από τον Πασχάλη Τερζή στον Ουαλίντ Τζουμπλάτ

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2014

terziΚάποτε συμμετείχα σ’ ένα φόρουμ, όπου προσφερόταν μουσική (αυστηρά προς αξιολόγηση, εννοείται, διότι η πειρατεία τη σκοτώνει), και είχα προσέξει ότι τα γούστα των μελών ήταν αρκετά ψαγμένα, κι ένα παράδειγμα ήταν πως περισσότερο γινόταν λόγος για τον Μιχάλη Τερζή, παρά για τον Πασχάλη Τερζή, που τότε μεσουρανούσε.

Τερζής είναι επώνυμο τουρκικής προέλευσης, στα ελληνικά δεν σημαίνει κάτι, στα τούρκικα όμως σημαίνει «ράφτης». Το επώνυμο με τις παραλλαγές του είναι αρκετά διαδεδομένο, αν μαζί με τους Τερζήδες λογαριάσουμε και τους Τερζόπουλους, σαν τον Ευάγγελο, εκδότη της Γυναίκας και του Μικιμάους, και πρώην Τάκη τον Κουκουέ ή τους Τερζάκηδες σαν τον Άγγελο–δεν ξέρω αν κι ο Τερζανίδης, σαν τον παλιό ποδοσφαιριστή, προέρχεται από εκεί. Στην ίδια οικογένεια είναι και το επώνυμο Τερζόγλου. Υπάρχει επίσης ο παλιός δρομέας Αλέξανδρος Τερζιάν, που είχε κάνει μερικές εντυπωσιακές εμφανίσεις πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια· αυτός ήταν ελληνοαργεντίνος, αλλά το όνομα είναι αρμένικο.

Στα αυτοχθόνως ελληνικά, έχουμε Ράπτη και Ράφτη –είχα έναν παλιό συμμαθητή στο Γυμνάσιο με το επώνυμο αυτό, οι δυο μας είχαμε το αμφίβολο προνόμιο να είμαστε οι μόνοι που αποφοιτήσαμε με κοσμία διαγωγή· δεν θ’ αποκαλύψω γιατί την πήραμε, πάντως για διαφορετικά παραπτώματα. Έκανε ωραία σχέδια με κιμωλία στον μαυροπίνακα. Μια μέρα είχε σχεδιάσει δυο βουνά με ανθρώπινη φάτσα: το ένα έλεγε: είμαι βουνό· δεν είμαι τρελό· η τρέλα δεν πάει στα βουνά. Το άλλο: Κι εγώ βουνό είμαι αλλά φεύγω· βουνό με βουνό δεν σμίγει –αυτό το έχει κάνει τραγούδι ο Χιώτης, και μ’ αρέσει εξαιρετικά. Αλλά πλατειάζω.

Πέρα από τον Ράπτη και Ράφτη έχουμε τον Ραπτόπουλο και Ραφτόπουλο, καθώς και τον Ραπτάκη και Ραφτάκη και άλλες σπανιότερες παραλλαγές (Ραπτίδης, ας πούμε ή και Ραπτέλλης). Οι λόγιες παραλλαγές (με π) πρέπει να υπερτερούν στο πρώτο και στο τρίτο ζευγάρι, αλλά οι Ραφτόπουλοι μπορεί και να είναι περισσότεροι από τους Ραπτόπουλους –βέβαια κάμποσοι το γράφουν Ραυτόπουλος, σαν τον Δημήτρη, τον παλιό κριτικό της Επιθεώρησης Τέχνης. Δεν ξέρω κανέναν που να γράφει Ραύτης ή Ραυτάκης ή Ραυτίδης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Επαγγέλματα, Ετυμολογικά, Ονόματα, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: , , , , , | 201 Σχόλια »