O Παναθηναϊκός νίκησε χτες τη Μακάμπι Τελ Αβίβ και προκρίθηκε, πρώτη φορά ύστερα από το 2012, στο φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας, που θα γίνει στο Βερολίνο προς το τέλος του μήνα. Ο Ολυμπιακός παίζει απόψε στη Βαρκελώνη με τη Μπαρτσελόνα. Όποια ομάδα νικήσει, θα περάσει κι αυτή στο φάιναλ φορ και θα παίξει στον ημιτελικό με τη Ρεάλ, ενώ ο Παναθηναϊκός θα παίξει με τη νικήτρια του αγώνα Φενέρμπαχτσε και Μονακό, που γίνεται επίσης απόψε.
Ο Παναθηναϊκός έχει κατακτήσει 6 φορές την Ευρωλίγκα, γι’ αυτό τον λένε και «εξάστερο» οι φίλοι του. Ο Ολυμπιακός έχει τρεις πρωτιές, αλλά δεν τον λένε τριάστερο, απ’ όσο ξέρω. Εξάστερη βέβαια είναι και η Μακάμπι, ενώ η Ρεάλ έχει 11 κατακτήσεις, όμως δεν ξέρω αν και πώς τις λένε στα ισπανικά και στα εβραϊκά.
Μια και το άρθρο είναι σε ιστολόγιο, μένω στο όνομα Παναθηναϊκός αντί του επίσημου Παναθηναϊκός Aktor ή του Φενέρμπαχτσε Μπέκο, όπως είναι οι ονομασίες των χορηγών. Τουλάχιστον όταν μπαίνουν τα ονόματα των χορηγών ως δεύτερα, διατηρείται η ονομασία της ομάδας, δεν είναι σαν την Ολίμπια του Μιλάνου που παλιότερα λεγότανε Αρμάνι Μιλάνο από τους χορηγούς της, ακόμα πιο παλιά Φίλιπς και πολύ πιο παλιά Τρέισερ, πάλι λόγω του χορηγού.
Τρέισερ λεγόταν η ομάδα του Μιλάνου την περίοδο 1986-88, τον καιρό που ο Άρης Θεσσαλονίκης, με τον Γκάλη, τον Γιαννάκη, τον Φιλίππου και τ’ άλλα παιδιά, έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα που έφτασε σε φάιναλ φορ, που έγινε στη Γάνδη. Τότε κυριαρχούσαν στο μπάσκετ οι δυο ομάδες της Θεσσαλονίκης, και, για να πικάρουν τους Παοκτζήδες, οι Αρειανοί φίλαθλοι είχαν βγάλει το σύνθημα «Εμείς στη Γάνδη κι εσείς στην Ταϊλάνδη».
Στην Ταϊλάνδη δεν έχω αξιωθεί να πάω, αλλά στη Γάνδη (που οι ιθαγενείς τη λένε Γκεντ) έχω πάει κάμποσες φορές και μάλιστα πήγα και στο συγκεκριμένο φάιναλ φορ, τον Απρίλιο του 1988. Το οποίο, για να ακριβολογώ, έγινε αρκετά έξω από τη Γάνδη, σε ένα εκθεσιακό κέντρο, με κάτι λυόμενες κερκίδες που πήγαιναν πέρα δώθε. Μόλις είχα έρθει στο Λουξεμβούργο, θυμάμαι και μόνος μου δεν θα το σκεφτόμουν ποτέ να πάω, αλλά τα κανόνισαν όλα κάτι παλιότεροι συνάδελφοι και πήγαμε με το αυτοκίνητο του Γιώργου του Μαθιουδάκη, πατητοί, φεύγοντας νωρίτερα από τη δουλειά και αργά τη νύχτα γυρίσαμε πίσω στο Λουξεμβούργο, δυο φορές αυτό.