Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Ληξιαρχεία λέξεων’ Category

Εσείς τσαντίζεστε ή τσατίζεστε;

Posted by sarant στο 27 Ιουλίου, 2020

Ο μπακάλης σαν φτωχύνει τα παλιά τεφτέρια πιάνει, λένε. Θα μπορούσατε να το πείτε αυτό για το σημερινό άρθρο, αφού παίρνει αφορμή (και αντλεί πολύ υλικό) από μια συζήτηση που είχε γίνει στη Λεξιλογία το μακρινό 2008, πριν από 12 ολόκληρα χρόνια (και καναδυό μήνες) και με δική μου συμμετοχή.

Το ερώτημα του τίτλου το είχα τότε θέσει εγώ και το επαναλαμβάνω τώρα εδώ. Φυσικά, η ερώτηση δεν αφορά το αν είστε ήρεμοι τύποι ή ευέξαπτοι, αλλά ποιον τυπο προτιμάτε. Είχα λοιπόν γράψει τότε:

Μου λέει, φίλος και συνονόματος:

Τις 2-3 πρώτες φορές που είδα γραμμένο το «τσατίζω», νόμιζα ότι ήταν τυπογραφικό λάθος. Τις επόμενες, νόμιζα ότι ήταν κωμικός κι αδέξιος εξευγενισμός. Ώσπου άνοιξα τον Μπάμπι κι είδα ότι έχει τον τύπο κατά προτεραιότητα.
Αλλά μάλλον πρέπει νάχω χάσει συνέχειες…

Κι εγώ ομολογώ ότι τσαΝΤίζομαι το ξέρω, έτσι το ‘λεγα ανέκαθεν και μόνο σε μεγάλη ηλικία συνειδητοποίησα ότι κάποιοι «τσατίζονται». Έχω βγάλει το (προσωρινό) συμπέρασμα ότι στην επιλογή του τύπου παίζει ρόλο και το πού μεγάλωσε κανείς. Οι Αθηναίοι έχουν τάση προς το «ντ», οι Βορειοελλαδίτες και οι Κρητικοί προς το «τ». Γι’ αυτό το λόγο και πολλοί ακούνε μόνο τον έναν από τους δύο τύπους στα παιδικά τους χρόνια.

Τα λεξικά μας κατά πλειοψηφία δείχνουν να προτιμούν τους τύπους με Τ.

Το ΛΚΝ έχει πρώτους τους τύπους με Τ (τσατίζω και τσαντίζω, γράφει στο ρήμα), το ίδιο και ο Μπαμπινιώτης, όπως και το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας. Αντίθετα, το πιο καινούργιο, το ΜΗΛΝΕΓ, δίνει την πρωτοκαθεδρία στους τύπους με -ντ, αφού έχει πρώτο το «τσαντίζω» και δεύτερο το «τσατίζω».

Κοιτάζοντας τις συχνότητες του Γκουγκλ, βλέπουμε ότι οι τύποι με «ντ» υπερτερούν στο βασικό λήμμα (τσαντίζω έναντι τσατίζω) αλλά πολύ περισσότερο, συντριπτικά, στα παράγωγα (πχ τσαντισμένος έναντι τσατισμένος· μάλιστα το Γκουγκλ, αν ζητήσεις «τσατισμένος» σε ρωταει μήπως εννοείς «τσαντισμένος»). Συντριπτικά υπερτερεί και η «τσαντίλα» έναντι της «τσατίλας» αν και βέβαια κάποιες από τις ανευρέσεις του τύπου «τσαντίλα» αφορούν την αραιοϋφασμένη σακούλα (γιαούρτι στην τσαντίλα), αν και αυτές δεν είναι πολλές. [Και ακόμα λιγότερες θα είναι, υποθέτω, οι ανευρέσεις του τύπου «τσαντίλα» που αναφέρονται στη… χαρακτηριστική μυρωδιά της τσάντας 🙂 ]

Από τα ευρήματα στο γκουγκλ συνάγεται ότι κάποιοι θα λένε μεν «τσατίζω» αλλά «τσαντισμένος». Αυτή την «ασυνέπεια» (τα εισαγωγικά εδώ έχουν σημασία, δεν είναι πραγματική ασυνέπεια) τη συναντήσαμε και στο πρόσφατο άρθρο μας, όπου κάποιοι είπαν ότι λένε ντους αλλά ντουζιέρα.

Πάμε τώρα στην ετυμολογία.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Κρήτη, Κύπρος, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων | Με ετικέτα: , , , , | 149 Σχόλια »

Από πότε υπάρχουν ανθέλληνες;

Posted by sarant στο 13 Μαΐου, 2020

Στο ερώτημα του τίτλου ίσως κάποιοι να απαντούσαν «Από πολύ παλιά», «Από πάντοτε» ή «Από τότε που υπάρχουν Έλληνες», αλλά επειδή κι άλλες φορές έχουμε διατυπώσει τέτοια ερωτήματα σε τίτλους άρθρων, οι τακτικοί φίλοι του ιστολογίου θα καταλάβουν πως εδώ δεν εννοούμε το πράγμα αλλά τη λέξη, όπως π.χ. και τότε που είχαμε ρωτήσει «από πότε υπάρχουν ρουφιάνοι«.

Η ερώτηση είναι ληξιαρχικού τύπου, και ενδιαφέρεται ν’ ανιχνεύσει από πότε μπήκε στην υπερτρισχιλιετή μας ο όρος «ανθέλληνας» ή, παλαιότερα, «ανθέλλην». Βέβαια, θα πούμε δυο (ή και περισσότερα) λόγια για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούμε τη λέξη.

Συμφωνα με το λεξικό (το ΛΚΝ), ανθέλληνας είναι «χαρακτηρισμός για κπ. (Έλληνα ή ξένο) που διάκειται ή που ενεργεί εχθρικά προς τους Έλληνες, που βλάπτει τα συμφέροντά τους» και το αντίθετο είναι φιλέλληνας.

Παρόλο που δεν έχω εποπτεία από πολλές ξένες γλώσσες, έχω την εντύπωση ότι συγκριτικά με τους περισσότερους λαούς, στη νεότερη Ελλάδα χρησιμοποιούμε μάλλον απλόχερα τον όρο «ανθέλληνες», πολύ εύκολα δηλαδή χαρακτηρίζουμε ανθέλληνα κάποιον.

Ή μάλλον, ακριβέστερα, πολύ εύκολα χαρακτηρίζουμε ανθέλληνα κάποιον άλλον Έλληνα. Στα κοινωνικά μέσα, η βρισιά αυτή δίνει και παίρνει -και μένα με έχουν χαρακτηρίσει ανθελληνα, ένας μάλιστα τις προάλλες έλεγε πως είμαι μεγάλος ανθέλληνας και το χειρότερο είναι ότι ζω από την ελληνική γλώσσα. Ας είναι. Πάντως δεν έχουμε το μονοπώλιο στο να κατηγορούμε συμπολίτες μας για εθνική μειοδοσία -να θυμίσω το self-hating Jew ή τη HUAC, την Επιτροπή (διερεύνησης) Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων της Βουλής των ΗΠΑ.

Αλλά είπαμε πως το άρθρο είναι κυρίως ληξιαρχικό, οπότε ας επιστρέψουμε στην ιστορία της λέξης «ανθέλλην».

Οι αρχαίοι δεν είχαν ανθελληνες -θέλω να πω, δεν είχαν τη λέξη. Είχαν τη λέξη «φιλέλλην», αλλά για τον εχθρό των Ελλήνων είχαν «μισέλλην».

Να πούμε εδώ ότι η λέξη «μισέλλην» σπάνια χρησιμοποιείται στην αρχαία γραμματεία. Στο TLG έχει όλες κι όλες οχτώ ανευρέσεις, με αρχαιότερη στον Ξενοφώντα, όπου ο Αγησίλαος βρισκόταν στην Αίγυπτο ενώ είχε ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος και δυο ηγεμόνες διεκδικούσαν τον θρόνο. Ο Αγησίλαος έμαθε ποιος φαινόταν περισσότερο φιλέλληνας και τάχθηκε με αυτόν, εξασφαλίζοντας έτσι, μετά τη νίκη, ότι θα πληρώνονταν οι στρατιώτες:

κρίνας ὁπότερος φιλέλλην μᾶλλον ἐδόκει εἶναι, στρατευσάμενος μετὰ τούτου τὸν μὲν μισέλληνα μάχῃ νικήσας
χειροῦται, τὸν δ’ ἕτερον συγκαθίστησι

Τρεις μόνο άνθρωποι έχουν χαρακτηριστεί «μισέλληνες» στην αρχαία γραμματεία: ο Αννίβας (όχι ο διάσημος, ένας προηγούμενος), ο Τισσαφέρνης και ο ιερέας Χρύσης σε σχόλια της Ιλιάδας. Υπάρχουν και κάποιες αναφορές, ακόμα πιο λίγες, σε «μισαθήναιο» και σε «μισολάκωνα» -πόλεις-κράτη γαρ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Γλωσσικό ληξιαρχείο, Ιστορίες λέξεων, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων, Πατριδογνωσία | Με ετικέτα: , , , , , , | 229 Σχόλια »

Υπάρχουν θερμά συλλυπητήρια;

Posted by sarant στο 15 Απριλίου, 2020

Παρακολουθώ τα τουίτ της Προέδρου της Δημοκρατίας, της κ. Κατερίνας Σακελλαροπούλου, και καμιά φορά, όταν έχω καιρό για χάσιμο, διαβάζω και τα σχόλια που κάνουν διάφοροι χρήστες. Ομολογώ ότι δεν παρακολουθούσα τα αντίστοιχα τουίτ του προκατόχου της, οπότε δεν μπορώ να κάνω συγκρίσεις, παρατηρώ όμως ότι σε γενικές γραμμές η κ. Σακελλαροπούλου, που ήταν επιλογή του πρωθυπουργού, δέχεται κριτική από πολλούς σχολιαστές που ανήκουν στο δεξιό ημισφαίριο του Τουίτερ -με πιο ακραία τη θέση ότι είναι «η συριζαία που μας φόρτωσε ο Κυριάκος».

Τις προάλλες, με το θλιβερό άγγελμα του θανάτου του αγωνιστή της Δημοκρατίας Περικλή Κοροβέση, η κ. Σακελλαροπούλου έγραψε ένα συλλυπητήριο μήνυμα, που το βλέπετε εδώ:

Ένα σύμβολο της αντίστασης στη δικτατορία, ένας μαχητικός υπερασπιστής της δημοκρατίας, ο Περικλής Κοροβέσης έφυγε σήμερα από κοντά μας. Τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του.

Κατά τη γνώμη μου, το συλλυπητήριο μήνυμα ηταν αυτονόητη υποχρέωση της ΠτΔ. Ο εκλιπών όχι μόνο διετέλεσε βουλευτής, έστω και αν δεν ανταποκρινόταν στη στερεότυπη εικόνα που έχουμε για το λειτούργημα, αλλά και, το κυριότερο, βασανίστηκε απάνθρωπα από τη δικτατορία και με το βιβλίο του «Ανθρωποφύλακες» συνέβαλε καθοριστικά στο να γίνουν γνωστά στο εξωτερικό τα εγκλήματα του χουντικού καθεστώτος.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Λαθολογία, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων, Μεταμπλόγκειν | Με ετικέτα: , , | 261 Σχόλια »

Από πότε υπάρχουν ρουφιάνοι;

Posted by sarant στο 23 Οκτωβρίου, 2019

Τι ερώτηση κι αυτή! Από πάντα, θα απαντήσετε, ανέκαθεν, από την εποχή του Αδάμ -ποιος λέτε να κάρφωσε στον Πανάγαθο πως ο Αδάμ έκοψε το μήλο; Ωστόσο, οι ταχτικοί αναγνώστες του ιστολογίου ξέρουν πως συνηθίζουμε στο ιστολόγιο άρθρα με παρεμφερείς τίτλους (π.χ. «Από πότε υπάρχουν μαλάκες;«), τιτλους ελαφρώς παραπλανητικούς αφού εννοούν «από πότε υπάρχει η τάδε λέξη» και όχι «από πότε υπάρχει το πράγμα που περιγράφει η λέξη».

Οπότε, αν θέλαμε να διατυπώσουμε ακριβέστερα το ερωτημα του τίτλου θα έπρεπε να ρωτάει: «Από πότε υπάρχει η λέξη ‘ρουφιάνος’;» Και μάλιστα, όπως θα δείτε στη συνέχεια, αυτό που μάς απασχολεί δεν είναι (μόνο ή τόσο) πότε εμφανίστηκε η λέξη «ρουφιάνος» αλλά πότε εμφανίστηκε η σημερινή (επικρατέστερη) σημασία της, δηλαδή η σημασία του καταδότη, του χαφιέ, του καρφιού, του προδότη, του συκοφάντη.

Τι μου ήρθε και ασχολήθηκα με το θέμα; Τον τελευταίο καιρό στα κοινωνικά μέσα πολύς κόσμος χαρακτηρίζει με αυτό το ελάχιστα κολακευτικό επίθετο τον βουλευτή της ΝΔ Κ. Μπογδάνο. Μάλιστα, αν βάλετε στο γκουγκλ «εθνικός ρουφιάνος», η πρώτη εικόνα που βγαίνει είναι αυτή που βλέπετε αριστερά. Σπεύδω να διευκρινίσω πως εγώ απλώς καταγράφω ένα φαινόμενο -δεν το επιδοκιμάζω.

Η αμφίβολη δόξα του κ. Μπογδάνου είναι πρόσφατη. Στο παρελθόν ο χαρακτηρισμός «εθνικός ρουφιάνος» έχει απονεμηθεί, δίκαια ή άδικα, σε άλλους, κυρίως σε δημοσιογράφους. Είναι άλλωστε γνωστό το υβριστικό (και άδικο, θα έλεγα, αφου γενικεύει) σύνθημα που έχει το ακρώνυμο ΑΡΔ (όπου το Ρ ειναι ρουφιάνοι και το Δ δημοσιογραφοι. Α, μας διαβαζει και η μαμά μου).

Πώς κέρδισε ο κ. Μπογδάνος αυτόν τον όχι περιζήτητο τίτλο; Κυρίως επειδή πριν από καμιά δεκαπενταριά μέρες, που είχε γίνει σύγκρουση διαδηλωτών του ΠΑΜΕ με την αστυνομία, και που είχε γίνει ιότροπη μια φωτογραφία στην οποία ένας διαδηλωτής φαινόταν να επιτίθεται με φιγούρα του καράτε σε έναν αστυνομικό, ο κ. Μπογδάνος έσπευσε να γράψει στον λογαριασμό του στο Τουίτερ ότι το όνομα του διαδηλωτή είναι έτσι κι έτσι. (Μην το γράψει κανείς, θα το σβήσω). Το επανελαβε και από την τηλεόραση.

Αυτό κατά πάσα πιθανότητα είναι παράνομο και οπωσδήποτε είναι φοβερά επικίνδυνο και ανήθικο να το κάνει ένας βουλευτής. Η παρανομία, αν υπάρχει, έγκειται στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων (ταύτιση του προσώπου της συγκεκριμένης φωτογραφίας με πρόσωπα που εικονίζονται σε άλλες φωτογραφίες). Το επικίνδυνο έγκειται στο οτι ο βουλευτής, που έχει δεκάδες χιλιάδες ακόλουθους στο Τουίτερ, κατονομάζει εναν απλό πολίτη και τον εκθέτει σε ενδεχόμενες πράξεις αντεκδίκησης, ενώ καθόλου δεν αποκλείεται ο βουλευτής να έχει κάνει λάθος στην ταύτιση των προσώπων στις φωτογραφίες. Είναι και ανήθικο, διότι ο βουλευτής καλύπτεται από ασυλία κι έτσι ο θιγείς πολίτης δεν μπορεί να διεκδικήσει εύκολα το δίκιο του.

(To πόσο επικίνδυνες ειναι οι «καταγγελίες» στα κοινωνικά μέσα φάνηκε χτες, όταν ο κ. Μπογδάνος κατονόμασε ως υπεύθυνη για το φιάσκο με την ταινία Τζόκερ την κ. Μαρία Βλαζάκη, η οποία δεν είχε καμιά σχέση. Ο βουλευτής ζήτησε συγγνώμη αλλά στο μεταξύ η ψευδοκαταγγελία έχει κάνει τον γύρο της Ελλάδας).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων, Μεταμπλόγκειν | Με ετικέτα: , , , , | 216 Σχόλια »

Μια καινούργια και ύποπτη λέξη

Posted by sarant στο 27 Αυγούστου, 2014

Το ιστολόγιό μας ζει από τις λέξεις και για τις λέξεις, όσο κι αν συχνά ξεστρατίζει σε άλλα μονοπάτια, οπότε δύσκολα θα μπορούσε ν’ αφήσει ασχολίαστες τις δηλώσεις του μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου, στις οποίες γίνεται αναφορά σε μια «καινούργια και ύποπτη λέξη».

Η καινούργια και ύποπτη αυτή λέξη, είναι η ομοφοβία. Συγκεκριμένα, ο άγιος Μεσογαίας δήλωσε ότι: «το πρόβλημα είναι ότι, ενώ στην επικεφαλίδα [το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο] μιλάει και για ξενοφοβία, κάπου μέσα του είναι κρυμμένη και μια άλλη καινούργια και ύποπτη λέξη, η «ομοφοβία»».

Είχα την εντύπωση ότι όσα θα πω παρακάτω, εννοώ τα θέματα ορολογίας και λεξικογραφίας, τα έχουμε συζητήσει ξανά στο ιστολόγιο, αλλά μια αναζήτηση στο γκουγκλ μού έδειξε πως μάλλον λάθος έκανα, κι έτσι προέκυψε το σημερινό άρθρο.

Θα συμφωνήσω με τον άγιο Μεσογαίας ότι η λέξη «ομοφοβία» είναι σχετικά καινούργια. Σύμφωνα με το etymonline.com, η αντίστοιχη αγγλική λέξη που είναι πρότυπό της, η homophobia, δεν έχει ούτε μισόν αιώνα ζωής, αφού καταγράφεται πρώτη φορά το 1969. Όσο για την ελληνική ομοφοβία, μια πρόχειρη έρευνα που έκανα εντοπίζει τις πρώτες της ανευρέσεις γύρω στο 2004. Μάλιστα, στην παλιότερη εμφάνιση που βρήκα, στο περιοδικό ΑΝΤΙ (2004), δίνεται μαζί σε παρένθεση και ο αγγλικός όρος, σημάδι πως επρόκειτο για νεολογισμό.

Δέκα χρόνια ή και πενήντα δεν είναι τίποτα για ένα τόσο αργοκίνητο πράγμα όπως η γλώσσα: γλωσσολογικά μιλώντας, η ομοφοβία είναι καινούργια λέξη, παρά το γεγονός ότι το φαινόμενο που περιγράφει, δηλαδή ο παθολογικός φόβος, η αποστροφή, το μίσος και οι διακρίσεις κατά των ομοφυλοφίλων είναι πανάρχαιο. Αλλά βέβαια, 0 Χίτλερ δεν χρειαζόταν ειδική ορολογία για να στείλει τους ομοφυλόφιλους σε στρατόπεδα φορώντας τους το ροζ τρίγωνο.

Δεν έχω πρόχειρη την τελευταία έκδοση του λεξικού Μπαμπινιώτη για να δω αν περιλαμβάνει τον όρο «ομοφοβία» (και «ομοφοβικός»). Στη δεύτερη έκδοση, τη μόνη που έχω μαζί μου εδώ, δεν λημματογραφείται ο όρος, αλλά αυτό δεν λέει και πολλά αφού αυτή εκδόθηκε το 2005. (Προσθήκη: Η τέταρτη έκδοση (2012), με ενημερώνουν, λημματογραφεί: ομοφοβία, ομοφοβικός, ομοφοβικά).

Στα ελληνικά, η λέξη «ομοφοβία», που όπως είπαμε έχει μπει στη γλώσσα μας τα τελευταία δέκα χρόνια, συνάντησε (και ίσως ακόμα συναντάει) κάποιαν αντίσταση ωσότου γίνει αποδεκτή, όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις νεολογισμών, ιδίως όταν υπάρχουν εναλλακτικές προτάσεις.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δικαιώματα, Επικαιρότητα, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων, Νεολογισμοί, Ορολογία | Με ετικέτα: , , , , | 436 Σχόλια »

Οι δυο συλλαβές που λείπουν

Posted by sarant στο 11 Ιουλίου, 2013

Το τραγούδι «Ο πολιτευτής» του Διονύση Σαββόπουλου, από το δίσκο «Η ρεζέρβα» (1979), ποτέ δεν σταμάτησε να ακούγεται, αλλά τα τελευταία χρόνια, με την απαξίωση των πολιτικών, έχει ξαναέρθει στην επικαιρότητα -άλλωστε και ο ίδιος ο συνθέτης του το διάλεξε για τίτλο μιας περσινής του παράστασης («Ο πολιτευτής. Μουσικοπολιτικά και άλλα»).  Αλλά ας εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες που μας δίνει το Διαδίκτυο, κι ας ακούσουμε το τραγούδι:

Οι στίχοι είναι οι εξής:

Αυτά τα λόγια με σφίξανε σαν πένσα,
τα είπε χθες το βράδυ μια ψυχή
κι ένας φαλάκρας, απ’ έξω και από μέσα χαμογελούσε,
ναι, γιατί να σκοτιστεί.

Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία
και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;
τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη
και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.

Στη φοιτητριούλα που σ’ έχει ερωτευτεί
θα σε καταγγείλω πονηρέ πολιτευτή.
Τζάμπα χαραμίζει θα πάω να της πω
το νεανικό της και αγνό ενθουσιασμό.

Εκείνο που υψώνεται και σε εκμηδενίζει
είναι της καρδούλας μου το φως που ξεχειλίζει
κι ό,τι σε γλιτώνει και σου δίνει την αιτία
είναι που χρειάζεται κι η γραφειοκρατία.

Ο πρώτος προβοκάτορας απ’ όλους στη ζωή μου
είν’ η αφεντιά σου που αντιγράφει την φωνή μου.
άλλαξες το σώμα μου με έπιπλα και σκεύη
σαν τον σοσιαλισμό που σε βολεύει.

Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις
εκεί που με χειροκροτάς χωρίς να το πιστεύεις
παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα
απ’ το πόδι με τραβάς βαθιά μέσα στο χώμα.

Με πλάγια είναι το ρεφρέν. Η εισαγωγική στροφή διαφέρει, δεν τραγουδιέται όπως οι υπόλοιπες -φέρνει λίγο σε ρετσιτατίβο, ενώ στις τέσσερις καθαυτό στροφές του τραγουδιού υπάρχει ένα ελαττωματάκι του ρυθμού που τραβάει την προσοχή, και σ’ αυτό θα αφιερώσω το σημερινό μας άρθρο, όσο κι αν οι παλιότεροι (και οι μεσαίοι) ίσως με κατηγορήσουν ότι κομίζω γλαύκα στην Αθήνα, δηλαδή ότι λέω πράγματα πασίγνωστα.

Αν προσέξουμε τις τέσσερις στροφές (τα κουπλέ, όχι το ρεφρέν), βλέπουμε ότι είναι τετράστιχα, με 15 σύλλαβους στο πρώτο δίστιχο και 14σύλλαβους στο δεύτερο δίστιχο. Υπάρχει όμως ένας στίχος που κουτσαίνει, που θα τον έχετε ήδη εντοπίσει, ο τελευταίος στίχος της τρίτης στροφής: σαν τον σοσιαλισμό που σε βολεύει. Ο στίχος αυτός έχει 12 συλλαβές (αν διαβάσουμε το «σοσιαλισμό» σαν πεντασύλλαβο, «σοσι-αλισμό», αλλιώς αν κάνουμε συνίζηση έχει 11 συλλαβές). Όταν τον τραγουδάει (στο 2.34 του βιντεακιού) ο Σαββόπουλος προσπαθεί να τεντώσει τις συλλαβές, ώστε οι δώδεκα να ακουστούν σαν δεκατέσσερις, αλλά και πάλι ο στίχος δεν παύει να κουτσαίνει, έστω και ελαφρά.

Γιατί λείπουν δυο συλλαβές; Ο Σαββόπουλος είναι  μεγάλος μάστορας της στιχουργίας, συνήθως οι στίχοι του δεν έχουν ψεγάδια. Κάποια άλλη εξήγηση θα υπάρχει.

Εντάξει, υποθέτω πως οι περισσότεροι θα την ξέρετε την εξήγηση για τις δυο συλλαβές που λείπουν από τον στίχο, αλλά ας θυμηθούμε την ιστορία του τραγουδιού.

Ο «Πολιτευτής» συμπεριλήφθηκε στον δίσκο «Η ρεζέρβα», είχε όμως κυκλοφορήσει λίγα χρόνια νωρίτερα, τον Σεπτέμβρη του 1975, σε 45άρι (δίσκο 45 στροφών, να εξηγούμαστε) με τον «Καθρέφτη» στην πίσω όψη, ένα ρεμπέτικο του Μπαγιαντέρα τραγουδισμένο από τον Μπαγιαντέρα και τον Σαββόπουλο μαζί. Ο Καθρέφτης δεν μπήκε στη Ρεζέρβα, μπήκε όμως ένα άλλο τραγούδι που είχε επίσης κυκλοφορήσει νωρίτερα (κι αυτό το 1975 θαρρώ) σε 45άρι, το «Για την Κύπρο», το οποίο στην πρώτη του ενσάρκωση ήταν φλιπ-σάιντ του «Σαν τον Καραγκιόζη».

Η αρχική λοιπόν έκδοση του Πολιτευτή, που μπορείτε να την ακούσετε στο γιουτουμπάκι πιο κάτω, διαρκεί μεν μισό λεπτό λιγότερο από την έκδοση του δίσκου μακράς διαρκείας, την οριστική ας πούμε έκδοση, αλλά… έχει δυο συλλαβές παραπάνω, δηλαδή ο τελευταίος στίχος της τρίτης στροφής έχει 14 συλλαβές όπως τα ταίρια του. Ολόκληρη η στροφή είναι:

Ο πρώτος προβοκάτορας απ’ όλους στη ζωή μου
είν’ η αφεντιά σου που αντιγράφει την φωνή μου.
άλλαξες το σώμα μου με έπιπλα και σκεύη
σαν τον αριστεροχουντισμό που σε βολεύει.

Αριστεροχουντισμό, εφτά συλλαβές, όχι σοσιαλισμό με πέντε, οπότε ο στίχος ξαναγίνεται αρτιμελής -ακούστε τον στο 2.08 του βιντεακιού, που είναι διακοσμημένο με στιγμιότυπα από πρόσφατες συνεδριάσεις της Βουλής.

[Ένα αξιοπερίεργο: αυτός που ανέβασε το γιουτουμπάκι, επειδή μάλλον πήρε απ’ αλλού τους στίχους με κοπυπάστη, έχει τη νεότερη βερσιόν των στίχων, με σοσιαλισμό αντί για αριστεροχουντισμό!]

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Λεξικογραφικά, Ληξιαρχεία λέξεων, Μεταπολίτευση, Πρόσφατη ιστορία, Πολιτική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 104 Σχόλια »

Ανθυποψήφια μεζεδάκια

Posted by sarant στο 9 Φεβρουαρίου, 2013

Ο τίτλος του σημερινού άρθρου διαμορφώθηκε τελευταία στιγμή, επί του ηλεπιεστηρίου θα μπορούσαμε να πούμε. Βλέπετε, χτες ο κ. Θ. Τζήμερος, πρόεδρος του κόμματος Δημιουργία Ξανά, ανακοίνωσε ότι παραιτείται από τη θέση του, προσωρινά όμως, ενόψει των εσωκομματικών εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου, έτσι ώστε να μην έχει πλεονέκτημα απέναντι στους ανθυποψηφίους τους. Η λέξη παραξένεψε πολύ κόσμο στη μπλογκόσφαιρα, και κάμποσοι φίλοι με ρώτησαν αν είναι νεολογισμός η λέξη. Θα μπορούσα ν’ αφιερώσω ειδικό σημείωμα στο ερώτημα αυτό, αλλά τελικά αποφάσισα να το βάλω στα μεζεδάκια, που έτσι αποκτήσανε τίτλο: ανθυποψήφια μεζεδάκια.

Η λέξη ανθυποψήφιος δεν είναι νεολογισμός, αλλά είναι σχετικά καινούργια στα ελληνικά της Ελλάδας. Λέω στα ελληνικά της Ελλάδας, επειδή τη λέξη τη χρησιμοποιούν στην Κύπρο από δεκαετίες, πιθανόν από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους. Τη λέξη την έχω δει να χρησιμοποιείται στις κυπριακές προεδρικές εκλογές, ακόμα από τη δεκαετία του 1960, όταν στις εκλογές του 1968 ο Μακάριος αντιμετώπισε τον υποψήφιο των Ενωτικών (που λεγόταν Ευδόκας) και νίκησε με ένα συντριπτικό ποσοστό, κοντά στο 90% (τουρκοκύπριοι δεν ψήφισαν, αλλά δεν μας ένοιαζε τότε). Τότε γράφτηκε για πρώτη φορά, σε ανταπόκριση από την Κύπρο, η λέξη «ανθυποψήφιος» στον ελληνικό τυπο: ο αντίπαλος υποψήφιος. Αντί + υποψήφιος, κι επειδή οι λέξεις από ύψιλον έπαιρναν δασεία, το τ τράπηκε σε θ και ο αντυποψήφιος τράπηκε σε ανθυποψήφιο. Ο κανόνας αυτός είναι απομεινάρι από τα αρχαία και στα νέα ελληνικά εφαρμόζεται μόνο κατ’ αναλογία και όταν το θυμόμαστε (π.χ. λέμε «εφ’ όλης της ύλης» αλλά «πρώτα απ’ όλα»), αλλά ας μην ξεστρατίσω τη συζήτηση.

Πάντως, για δυο τουλάχιστον δεκαετίες, ο ανθυποψήφιος έμενε καθαρά κυπριακή λέξη, σαν την αφυπηρέτηση και την εργοδότηση, κι έτσι μόνο σε ανταποκρίσεις από την Κύπρο τη διάβαζε κανείς. Στις κυπριακές προεδρικές εκλογές του 1993, που πήραν αρκετά μεγάλη δημοσιότητα και στην Ελλάδα, ακούστηκε αρκετά ο ανθυποψήφιος και έτσι, από τότε, αρχίζει δειλά-δειλά να εμφανίζεται και σε ελλαδικά συμφραζόμενα.  Σε συνέντευξη του 1993 για τις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ, ο Βουλγαράκης είχε πει ότι «δεν υπάρχουν αντίπαλοι, αλλά ανθυποψήφιοι». Αν θυμάμαι καλά, ο πρώτος πολιτικός που χρησιμοποίησε τη λέξη για εκλογικό του αντίπαλο ήταν ο Δ. Αβραμόπουλος, στις δημοτικές εκλογές του 1994, όταν αποκάλεσε έτσι τον αντίπαλό του (για το δήμο Αθηναίων) Θ. Πάγκαλο, τονίζοντας μάλιστα ότι άκουσε τη λέξη στην Κύπρο και την βρήκε εύστοχη. Μετά, χρησιμοποιήθηκε από τον τύπο στα ρεπορτάζ για το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ και την ανάδειξη του διαδόχου του Α. Παπανδρέου, αλλά εκεί που πολυακούστηκε ήταν οι νομαρχιακές εκλογές του 2002, όταν τη χρησιμοποιούσε με στόμφο ο Γιάννης Τζαννετάκος για να χαρακτηρίζει τη Φώφη Γεννηματά (από την οποία κατάφερε να χάσει, ένα αρκετά δύσκολο κατόρθωμα). Τότε συμπεριλήφθηκε η λέξη και στο Λεξικό Μπαμπινιώτη, στη Β΄έκδοση του 2002 (στην α’ έκδοση, του 1998, δεν υπάρχει, κι αυτό παρέσυρε τον Γιάννη Χάρη, που τη χαρακτήρισε, αργότερα, λέξη ανύπαρκτη στα λεξικά, διότι προφανώς δεν μπορεί κανείς να σκάει ογδοντάευρα κάθε δεύτερο χρόνο για να αγοράζει τη νέα έκδοση του λεξικού Μπαμπινιώτη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ληξιαρχεία λέξεων, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Νεολογισμοί | Με ετικέτα: , , , , , | 121 Σχόλια »