Πριν από κάμποσο καιρό, στη βιβλιοφιλική ομάδα «Διαβάζοντας» του Φέισμπουκ, που έχει κάπου 150.000 μέλη, μια ανάρτηση προκάλεσε εκατοντάδες σχόλια. Ο λόγος ήταν ότι το μέλος της ομάδας ομολογούσε πως αναγκάστηκε να πετάξει κάμποσα βιβλία διότι δεν είχε χώρο στη βιβλιοθήκη της, δεν τα ήθελε και δεν ήξερε τι να τα κάνει.
Πολλά άλλα μέλη έσπευσαν να την καταδικάσουν, υποδεικνύοντας εναλλακτικές λύσεις -που όμως όλες συνεπάγονταν ότι το μέλος θα έπρεπε να δαπανήσει χρόνο και κόπο, πολύ περισσότερο από το να τα βάλει σε δυο κούτες και να τα αφήσει πλάι στον κάδο, όπως, αν θυμάμαι καλά, είχε κάνει το μέλος εκείνο.
Δεν κράτησα αντίγραφο της ανάρτησης, και τώρα δεν τη βρίσκω, βρίσκω όμως μιαν άλλη, που έχει συναφές θέμα. Παραθέτω:
Θα γράψω κάτι με φόβο να φάω τρελό κράξιμο. Καταλαβαίνω όσους δυσκολεύεστε να πετάτε βιβλία, αλλά με το να χαρίζετε σε σχολεία και λοιπά ιδρύματα αρχαίες εγκυκλοπαίδειες με πληροφορίες παρωχημένες, βιβλία απ’ όταν πήγαιναν οι παππούδες σας πανεπιστήμιο, βιβλία αθλίων εκδόσεων, κακής κατάστασης, με καμένα ή βρεγμένα εξώφυλλα…. ΔΕΝ ΒΟΗΘΑΤΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, απλώς μεταβιβάζετε την ευθύνη σε άλλον να κάνει τη «βρόμικη δουλειά». Και τα βιβλία όπως και τα ρούχα και οτιδήποτε άλλο, χαρίζουν χαρά όταν όντως μπορούν πρακτικά να χρησιμοποιηθούν. Κάντε την καρδιά σας πέτρα, ΚΑΙ ΠΕΤΑΞΤΕ ό,τι έχει φάει τα ψωμιά του.
Αυτά από μια καθηγήτρια που συνέχεια καλείται να πάρει πάνω της την αμαρτία (και το κουβάλημα προς την ανακύκλωση) αχρηστων βιβλίων!!!’
Ομολογώ ότι εγώ βιβλία δυσκολεύομαι να πετάξω. Παλιότερα, το θεωρούσα αδιανόητο -τώρα, το διανοούμαι μεν, αλλά δυσκολεύομαι. Παλιότερα επίσης, όποια βιβλία δεν ήθελα τα πήγαινα στη δημοτική βιβλιοθήκη της γειτονιάς μου -όμως η διέξοδος αυτή έπαψε να υπάρχει, διότι κάποια στιγμή, πάνε κιόλας πολλά χρόνια, με ενημέρωσαν ευγενικά ότι δεν δέχονται άλλες «ιδιωτικές δωρεές».
Εδώ στο Λουξεμβούργο, για κάμποσα χρόνια είχα πολλά βιβλία μου σε κούτες στο γκαράζ ή στο γραφείο, εννοώ στη δουλειά. Όταν έπιασα μεγαλύτερο διαμέρισμα, για ένα διάστημα είχα την πολυτέλεια να επαναπατρίσω και να εγκαταστήσω όλα μου τα βιβλία σε βιβλιοθήκες. Πολύ λίγο κράτησε αυτή η ευφρόσυνη περίοδος, διότι ώσπου να πεις «Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος» τα ράφια γέμισαν. Ο αξέχαστος ο φίλος μου ο Θέμης, φεύγοντας από το Λουξεμβούργο, μου χάρισε μια βιβλιοθήκη που δεν την ήθελε πια -άδεια, γέμισε κι αυτή, όπως και καναδυό ακόμα έπιπλα που αγόρασα, κι ύστερα άρχισα να τα στοιβάζω στο πάτωμα του γραφείου μου.
Τα βιβλία και τα περιοδικά του μπριτζ, που κάποτε τα μάζευα μετά μανίας, αφού ξεχώρισα καμιά πενηνταριά που ήθελα να τα κρατήσω, τα χάρισα σε έναν φίλο από την Ελλάδα, που είναι στην Ελληνική Ομοσπονδία Μπριτζ, οπότε εκεί θα πιάσουν τόπο. Θυμάμαι, πριν από καμιά εικοσιπενταριά χρονια, όταν ακόμα ήμουν στη φάση του μανιώδους συλλέκτη, που είχα γνωρίσει τον Κώστα Κυριακό, τον πρωτοπόρο της ελληνόγλωσσης βιβλιογραφίας του μπριτζ. Με είχε καλέσει στο σπίτι του στην Κηφισιά, να μου χαρίσει βιβλία μπριτζ από τη δική του βιβλιοθήκη, που είχε πια γεμίσει, και «δεν μπορώ να πετάξω τους αρχαίους συγγραφείς για να κρατήσω τα γαλλικά βιβλία του μπριτζ». Οπότε, τα πήρα εγώ -και μετά 25 χρόνια, ανάμεσα σ’ αυτά που έδωσα ήταν και μερικά βιβλία που μου είχε δώσει ο Κυριακός.
Θα πείτε, τα βιβλία του μπριτζ είναι χρηστικά, και αν έχουν περάσει 25 χρόνια μπορεί και να έχουν χάσει την αξία τους, διότι το τάδε σύστημα δεν παίζεται πια, όπως έχει χάσει την αξία του κι ένας ταξιδιωτικός οδηγός Μισελέν του 1988 -παραδόξως, μεγαλύτερη αξία ίσως έχει ένας οδηγός του 1908, έστω για το αξιοπερίεργο του πράγματος. Ομοίως απαρχαιωμένα είναι τα βιβλία π.χ. πληροφορικής ή, κακά τα ψέματα, τα βιβλία μας από το πανεπιστήμιο. Εγώ τα δικά μου από το Πολυτεχνείο τα κρατάω ακόμα, παρόλο που όταν τα ανοίγω για να τα διαβάσω μού φαίνονται σαν να είναι γραμμένα στα περσικά.
Αλλά η λογοτεχνία, η ποίηση; Απαρχαιώνεται κι αυτή; Φοβάμαι πως ναι. Αμέτρητοι είναι οι ξεχασμένοι Γάλλοι συγγραφείς του μεσοπολέμου ή του 19ου αιώνα. Να δεχτούμε όμως ότι τα λογοτεχνικά βιβλία που έχουμε αγοράσει εμείς οι ίδιοι πριν από 20-30 χρόνια αντέχουν στον χρόνο περισσότερο από τους ταξιδιωτικούς οδηγούς ή από τα βιβλία του πανεπιστημίου.
Μια φίλη μου τηλεφώνησε σοκαρισμένη τις προάλλες, επειδή σε παλαιοπωλείο είχε ανακαλύψει κούτες που, κατά τα φαινόμενα, προέρχονταν όλες από τη βιβλιοθήκη γνωστού συγγραφέα. Σοκαρισμένη, επειδή πολλά από τα βιβλία ήταν χαρισμένα από άλλους συγγραφείς και ειχαν θερμές αφιερώσεις. Κατά σύμπτωση, άλλος φίλος μου έστειλε φωτογραφίες από βιβλία αφιερωμένα στον ίδιο συγγραφέα, που τα είχε βρει επίσης σε παλαιοπωλείο. Για κάποιον λόγο, όταν αποφάσισε να απαλλαγεί από τη βιβλιοθήκη του, δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να κάνει διαλογή. Αυτό το βλέπουμε συχνά σε βιβλιοθήκες που ο κάτοχός τους πεθαίνει και οι κληρονόμοι τις πουλάνε στον παλιατζή -και από διοχετεύονται σε παλαιοβιβλιοπωλεία και στα γνωστά περίπτερα του κέντρου- αλλά στην προκειμένη περίπτωση ο συγγραφέας είναι ζωντανός.
Πολλοί βιβλιόφιλοι φίλοι μου έχουν βρεθεί κατακλυσμένοι από βιβλία, κάποιοι έχουν εφαρμόσει ευρηματικές λύσεις για να πολλαπλασιάσουν τον βιβλιοαποθηκευτικό χώρο -ας πούμε, ειδικές βιβλιοθήκες με διπλές σειρές ή εκμετάλλευση κάθε απίθανης ελεύθερης γωνιάς στο σπίτι.
Όσοι έχουν υιοθετήσει τη λύση των ηλεβιβλίων, μας διαβάζουν και γελάνε. Πράγματι, μέσα στο Κιντλ ή μέσα στο στικάκι μπορεί να χωράει, αν όχι η Εθνική Βιβλιοθήκη, πάντως μια διόλου ευκαταφρόνητη ποσότητα βιβλίων. Ωστόσο, ακόμα κι αν δεχτούμε πως όλα τα είδη βιβλίων ταιριάζουν για ανάγνωση σε ηλεμορφή (δεν συμφωνούν όλοι με αυτό), ακόμα κι αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι τα περισσότερα καινούργια ελληνικά βιβλία δεν κυκλοφορούν και σε ηλεμορφή παρά μόνο σε χαρτί, ακόμα και τότε παραμένει το πρόβλημα του ήδη υπάρχοντος αποθέματος συμβατικών, χάρτινων βιβλίων που έχει συγκεντρώσει ο καθένας μας όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Ο Νίκος Λίγγρης είχε εκφράσει κάποτε την ευχή, να υπήρχε μια εταιρεία η οποία, έναντι λογικού τιμήματος, θα αναλάμβανε να έρθει σπίτι σου και να σου σκανάρει τα βιβλία της βιβλιοθήκης σου. Αν υπήρχε κάτι τέτοιο, εγώ τουλάχιστον θα απαλλασσόμουν περίπου από τα μισά βιβλία μου -όσα δεν τα διαβάζω αλλά ανατρέχω σε αυτά ή τα έχω διαβάσει και θέλω απλώς να υπάρχουν μήπως και χρειαστώ να αναζητήσω κάτι. Όμως, τέτοιο θαύμα δεν υπάρχει -κι αν υπήρχε, δεν θα προσφερόταν σε προσιτή τιμή. Ούτε είναι εύκολο να σκανάρεις βιβλία -θέλει πολύ πολύ χρόνο.
(Και πάλι, τα βιβλία δεν είναι μόνο χρησιμότητα. Να πάρω ένα παράδειγμα: Η κριτική έκδοση των Απάντων του Παπαδιαμάντη, αυτή του Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλου: υπάρχει σε ηλεκτρονική μορφή, διαθέσιμη δωρεάν στον ιστότοπο της Εταιρείας Παπαδιαμαντικών Μελετών, έστω και χωρίς πρόσθετες δυνατότητες αναζήτησης. Την έχω κατεβάσει και τη χρησιμοποιώ, όποτε θέλω κάτι να δω και είμαι μακριά από τη βιβλιοθήκη μου. Ωστόσο, αν μου λέγατε να αδειάσω μισό ράφι της βιβλιοθήκης (τόσο χώρο πιάνουν οι πέντε τομοι, μαζί με κάτι συμπαρομαρτούντα παπαδιαμαντικά, που και αυτά υπάρχουν σε ηλεκτρονική μορφή) με τίποτα δεν θα απομάκρυνα τους πέντε χοντρούς τόμους, με το ταλαιπωρημένο πια κρεμ ντύμα τους -μου αρέσει να τους βλέπω, να τους ψαύω).
Οπότε, σωτηρία δεν υπάρχει. Τι θα τα κάνεις τόσα βιβλία, Καραμήτρο;