Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Θεσσαλονίκη’ Category

Εσείς λέτε «αγάπαγα» ή «αγαπούσα»;

Posted by sarant στο 29 Απριλίου, 2024

Εγώ λέω και τα δύο,  και θεωρώ και τα δύο αποδεκτά, για να  απαντήσω  πρώτος  στην ερώτηση που έθεσα με τον  τίτλο. Όμως δεν έχουν όλοι την  ίδια άποψη σε σχέση  με τον παρατατικό των συνηρημένων ρημάτων. Κάποιοι, ιδίως στη  Βόρειο Ελλάδα, θεωρούν μόνους σωστούς τους τύπους σε -ούσα,  αγαπούσα. Το  θέμα το έχουμε συζητήσει ακροθιγώς κάμποσες φορές στο ιστολόγιο, τελευταία φορά την περασμένη βδομάδα,  που το αναλύσαμε σε κάποιο βάθος. Τότε είχα πει τη μοιραία φράση  «αξίζει άρθρο» -και σήμερα, μεγαλοβδομαδιάτικα, έρχεται το άρθρο. Το γοργόν  και χάριν έχει, που λένε.

Το θέμα μας είναι ο παρατατικός στα ρήματα της Β’ συζυγίας, εκείνα που όταν  πήγαινα  σχολείο τα λέγαμε συνηρημένα: αγαπώ, ας πούμε. Με βάση τη γραμματική του Δημοτικού (Φιλιππάκη και άλλοι,  εκείνη που προκάλεσε τον θόρυβο της Φωνηεντιάδας) ο μόνος τύπος του παρατατικού είναι σε  -ούσα. Αντίθετα,  στη γραμματική του Γυμνασίου (Χατζησαββίδη) γίνονται δεκτοί δύο τύποι  για τον  παρατατικό -χτυπούσα/χτύπαγα είναι το παραδειγματικό ρήμα.

Στη γραμματική της Φιλιππάκη με Holton και Mackridge δίνεται σαν βασικός τύπος του παρατατικού το -ούσα, και σαν εναλλακτικός τύπος το -αγα,  με το σχόλιο  ότι εφαρμόζεται μόνο στα ρήματα σε -άω, και  ότι  οι καταλήξεις αυτές είναι σε συχνή χρήση  στην κεντρική και νότια Ελλάδα, αλλά πολύ πιο σπάνιες σε μερικά μέρη  της βόρειας Ελλάδας, ιδιαίτερα στη Μακεδονία, και ότι οι εναλλακτικοί αυτοί τύποι αποφεύγονται στον επίσημο λόγο. Tον παρατατικό σε  -αγα εγώ τον έχω αποκαλέσει «αθηναϊκό παρατατικό». Είναι ίσως η  μοναδική περίπτωση νεοαθηναϊκού ιδιωματισμού,  δηλαδή ένας τύπος που συνηθίζεται στην πρωτεύουσα δεν  είναι και ο στάνταρ τύπος της γραμματικής.

Πρέπει  όμως να επισημάνουμε κάτι εδώ, ότι δεν σχηματίζουν όλα τα ρήματα της β’ συζυγίας τον  «αθηναϊκό» παρατατικό. Όσα ανήκουν στην  πρώτη ομάδα, συνηρημένα από -άω, σχηματίζουν αβίαστα τον αθηναϊκό παρατατικό όταν ο ενεστώτας εμφανίζεται ασυναίρετος, πχ αγαπάω, τραβάω, φυσάω –> αγάπαγα, τράβαγα, φύσαγα. Τα λογιότερα ρήματα δεν τον σχηματίζουν  ή τον  σχηματίζουν πιο δύσκολα, ας πούμε δύσκολα θα ακούσουμε «εκτίμαγα».

Στη δεύτερη ομάδα της β’ συζυγίας, στα ρήματα που έχουν β’ πρόσωπο σε -είς, η αντίσταση στον  σχηματισμό αθηναϊκού παρατατικού είναι μεγαλύτερη. Όμως, επειδή όλο  και περισσότερο τα ρήματα της δεύτερης ομάδας μεταπίπτουν στην πρώτη  (φοράω, ζητάω κτλ) τελικά υπάρχουν  και ρήματα της δεύτερης ομάδας που σχηματίζουν κάποτε παρατατικό σε -αγα. Ο φίλος μας ο Άγγελος στην προηγούμενη συζήτηση είχε πει ότι κανείς δεν λέει  «μπόραγα», κι όμως λέγεται,  και μάλιστα το έχει κάνει και τραγούδι ο Μάνος Ελευθερίου μαζί με άλλο ένα ρήμα της δεύτερης  ομάδας, το κυκλοφορώ: Ν’ αντέξω τη ντροπή σου δεν το μπόραγα, κρυφά μες στον Περαία κυκλοφόραγα.

Είναι πάντως γεγονός ότι, όπως οι Αθηναίοι παραξενεύονται από τα «τον είπα» και «τον έκανα κεφτέδες» των Θεσσαλονικιών  και τα κοροϊδεύουν, έτσι και οι Θεσσαλονικιοί παραξενεύονται  από τα «αγάπαγα» και «οδήγαγα» και τα κοροϊδεύουν -με αριστοτεχνικό παράδειγμα το τραγούδι του Σταρόβα «Στην εθνική οδήγαγα», που γράφτηκε σαν εκδίκηση για τα πειράγματα των  Αθηναίων (Αθηνέζων, όπως μας λένε).

Tα λόγια:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γραμματική, Θεσσαλονίκη | Με ετικέτα: , , , | 153 Σχόλια »

Ο Πρόεδρος Ταμέλης του Γ. Ιωάννου -και ένα πρωτοσέλιδο

Posted by sarant στο 21 Απριλίου, 2024

Μια και σήμερα έχουμε 21η Απριλίου επαναλαμβάνω ένα αφήγημα του αγαπημένου μου Γιώργου Ιωάννου, που το είχα δημοσιεύσει εδώ πριν από 11 χρόνια. Όμως, στο τέλος παίρνω αφορμή από τον Ιωάννου, που κάνει λόγο για  το φύλλο της Μακεδονίας της 21ης Απριλίου, που το αγόρασε πριν πάρει χαμπάρι ότι έχει γίνει πραξικόπημα (το συγκεκριμένο φύλλο  υπάρχει ονλάιν) και προσθέτω ένα ντοκουμέντο στο τέλος, ένα άλλο πρωτοσέλιδο της ίδιας ημερομηνίας,  που καταρρίπτει έναν επίμονο μύθο.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΑΜΕΛΗΣ

Στις 21 Απριλίου 1967 το πρωί στη Θεσσαλονίκη ήταν ήλιος και ωραίος καιρός. Όμως δεν ξέραμε ακόμα τι μας γινότανε, ώστε να ψάλλουμε τον παλιό μας ύμνο «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει, πατέρα;». Κι έτσι αποδίδαμε τον καλό καιρό στην εποχή του και στο ότι – άλλη λογική αυτή– σε εννιά μέρες ήτανε Πάσχα. Αυτή η μέρα, δηλαδή η Παρασκευή, κι ακόμα μία, το Σάββατο των Βαΐων, απόμνεισκε για τα σχολεία. Μετά κλείνανε για τις διακοπές και για δεκαπέντε μέρες ησυχάζαμε.

Ντυνόμουν, σινιαριζόμουνα, με την ησυχία μου, δεν είχα μάθημα τις δύο πρώτες ώρες, μπορούσα να πάω λίγο αργότερα. Τώρα, καθώς ετοιμάζομαι το πρωί βάζω το τρανζιστοράκι, για ν’ ακούω τις ειδήσεις και να μαθαίνω τα νέα τραγούδια, να είμαι μέσα σ’ όλα, να μη μου διαφεύγει τίποτα. Είναι, βέβαια, και η ευχαρίστηση. Τότε δεν έβαζα – δεν βάζαμε, μάλλον – τίποτα. Θα πήγαινε πολύ να εξιστορούσα για ποιούς λόγους αντιδρούσαμε ακόμα στα τρανζιστοράκια, αλλά μπορώ με συντομία να πω γιατί μισούσαμε το ραδιόφωνο. Ήταν η εποχή των «αποστατών», που ακόμα και η σκέψη τους μας έφερνε αναγούλα. Δεν μπορούσαμε, λοιπόν, να βάζουμε το ραδιόφωνο, γιατί διόλου απίθανο να ακούγαμε ακόμα και τους ίδιους, που ήταν, ως γνωστό, λαλίστατοι. Άλλωστε, περιμέναμε σε δυο τρεις μέρες και τον Παπανδρέου και λέγαμε πως θα τους δίναμε ένα αλησμόνητο μάθημα.

Ανύποπτος, λοιπόν, ετοιμάστηκα. Κατέβηκα από ένα στενοσόκακο, βγαίνω στην Καμάρα. Βλέπω στην Εγνατία μια σειρά θωρακισμένα, από αυτά που έχουν ρόδες όχι ερπύστριες, σταματημένα από τη μεριά της Καμάρας. Οι φαντάροι απάνω, ξεσκέπαστοι και όρθιοι. Μερικοί τούς κοιτάζουν από απόσταση. Δεν κατάλαβα τίποτε. Προχωρώ για να περάσω απέναντι. Εκεί που είναι τα απομεινάρια από τα τείχη του Θεοδοσίου, ένα τανκ με λυμένες τις ερπύστριες, απλωμένες, και οι στρατιώτες δήθεν να τις επισκευάζουν μες στο δρόμο. Κόσμος αρκετός κοίταζε, χωρίς να βγάζει άχνα. «Τί χαζεύουν έτσι πρωινιάτικα;» συλλογίζομαι. Και ξαφνικά σαν να φωτίζομαι×  «Αλλού αυτά, λέω. Αλλού οι προκλήσεις. Θέλετε να μας τρομάξετε για τη συγκέντρωση του Παπανδρέου και κάνετε πως χαλάσανε τα τανκς μέσα στους δρόμους, και στο Συντριβάνι μάλιστα, μπροστά στο Πανεπιστήμιο. Σας καταλάβαμε!».

Δρασκελώ τις ερπύστριες, περνώ την Εγνατία, πάω στον πάγκο των εφημερίδων. Το «Βήμα», λέω. Με κοιτάει ο εφημεριδοπώλης σαν χαζός. «Δεν ήρθε ακόμη; γιατί άργησε;» ρωτώ. Ήταν η εποχή που οι αθηναϊκές εφημερίδες έρχονταν απ’ το πρωί στη Σαλονίκη. «Όχι, κύριε» μου λέει. Και σαν να παρατόνισε εκείνο το «κύριε». Τώρα, βέβαια, βρίσκω πως το τονισμένο αυτό «κύριε» σήμαινε «κοιμισμένε», «απληροφόρητε» ή και τίποτε χειρότερο, αλλά τότε πού να καταλάβω. «Έχουμε τη ‘Μακεδονία’, μου λέει, κύριε». Και πήρα. Η «Μακεδονία», ήταν εντάξει, τα είχε όλα. Λόγο του Ανδρέα σε προεκλογική μικροσυγκέντρωση της Αθήνας, δηλώσεις διαφόρων, λόγους αλλουνών, πού να καταλάβεις;

Ανύποπτος προχωρώ, διαβάζοντας τη «Μακεδονία». Κατεβαίνω την Εθνικής Αμύνης. Κοντά στον Λευκό Πύργο, έξω απ’ τα δικαστήρια, συναντώ ένα δικηγόρο γνωστό μου, δεξιό στα φρονήματα. «Να δεις προκλήσεις που κάνουνε, του λέω για να τον πικάρω, να σκάσεις στα γέλια. Θέλουν να σταθούν ώρα έξω από το Πανεπιστήμιο και δια να το δικαιολογήσουν, απλώσανε κάτω τις αλυσίδες από ένα τανκ, που δήθεν χάλασε». Αυτός με κοίταξε για λίγο και μετά× «Την κάνανε», μου λέει. «Ποιαν κάνανε;» του λέω. «Τη δικτατορία. Πιάσανε τους υπουργούς, τον Κανελλόπουλο, όλους». «Αμάν, μια καρέκλα, του λέω, λίγο νερό». Με πάει στο άθλιο καφενείο των δικαστηρίων. Υπήρχε σούσουρο, εδώ, και πολύ πηγαινέλα.

Λέω του γνωστού μου: «Δεν πάω εγώ στη δουλειά. Ο Ανδρέας είπε, αν γίνει κάτι τέτοιο, να φύγουμε από τις δουλειές και να κατεβούμε στους δρόμους. Θα πάω σπίτι ν’ αφήσω την τσάντα και θα κατεβώ στην πλατεία Αριστοτέλους». Εκεί θα γινόταν η συγκέντρωση του πατρός Παπανδρέου, εκεί φανταζόμουν ότι θα μαζευτεί ο κόσμος.

Πάω σπίτι για την τσάντα μου, αλλά και για να τους το πω. Μισοακούω από ένα καφενείο την ανακοίνωση για την αναστολή των άρθρων του Συντάγματος. Στο τέλος, κατά την εντύπωσή μου, ο εκφωνητής είπε: «Ο πρόεδρος Ταμέλης». «Ποιος διάολος είναι αυτός ο Ταμέλης;» συλλογίζομαι. Φεύγω, πάω σπίτι, ξυπνώ τον αδερφό μου, που κοιμόταν μακαρίως. Μόλις είχε έρθει, για λίγες μέρες, από μια «Δημοκρατία» της Αφρικής. «Πες αλεύρι», του λέω. «Αλεύρι» μουρμουρίζει αυτός. «Ο πρόεδρος Ταμέλης σε γυρεύει». «Τί θα πει Ταμέλης;» μου κάνει. «Ταμέλης θα πει Ταμέλης, του λέω. Ξέρω εγώ ποιος διάβολος είναι αυτός πάλι;». Και του εξιστορώ όσα ήξερα περί Ταμέλη και των κατορθωμάτων του. «Λες να μου πάρουν το διαβατήριο;» μου λέει. «Ας βάλουμε το ραδιόφωνο», του λέω.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Δικτατορία 1967-74, Επαναλήψεις, Εφημεριδογραφικά, Θεσσαλονίκη, Μύθοι, Πρόσφατη ιστορία, Ραμόνια | Με ετικέτα: , , , , | 93 Σχόλια »

Τι είναι ο τιτίζης;

Posted by sarant στο 26 Μαρτίου, 2024

Το σημερινό το άρθρο το οφείλουμε στη φίλη μας το Κιγκέρι, που μου έστειλε τη φωτογραφία που θα δείτε πιο κάτω. Μου άρεσε πολύ και είπα να γράψω ένα αρθράκι, αν  και σας  προειδοποιώ ότι δεν θα είναι  πολύ μεγάλο. Αλλά όπως έλεγε και ο Οβελίξ, τα άρθρα είναι σαν τους Ρωμαίους, τα μικρά είναι  πιο νόστιμα.

Τι είναι λοιπόν ο τιτίζης; Ή, ίσως, τι κάνει ο τιτίζης;

Είναι μια λέξη της βορειοελλαδικής κοινής  νεοελληνικής -όχι της αθηναϊκής. Στο λεξικό του Μπαμπινιώτη δεν θα τη βρείτε, ούτε στο Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών. Αντιθέτως,  το ΛΚΝ έχει λήμμα  «τιτίζης», όπως και το ηλεκτρονικό ΜΗΛΝΕΓ.

Όπως έχουμε πει σε παλιότερο ειδικό μας άρθρο, στα λεξικά της κοινής νεοελληνικής κανονικά δεν έχουν θέση οι ιδιωματισμοί, ας πούμε ο κρητικός μπέτης, τα ποντιακά καρτόφια ή το επτανησιακό τζαντζαμίνι. Ωστόσο, σε ένα λεξικό της κοινής νεοελληνικής που εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη, όπως το ΛΚΝ, υπάρχουν λέξεις που δεν τις περιλαμβάνουν τα λεξικά της κοινής νεοελληνικής που έχουν εκδοθεί στην Αθήνα. Οι λέξεις αυτές, επομένως, μπορούν να θεωρηθούν λέξεις της «κοινής βορειοελλαδικής», αφού είναι αρκετά κοινές ώστε να θεωρούνται άξιες λημματογράφησης σε ένα «θεσσαλονικιό πανελλήνιο» λεξικό -αλλά όχι σε ένα «αθηναϊκό» πανελλήνιο λεξικό.

Στο άρθρο μας εκείνο είχα σταχυολογήσει από το ΛΚΝ 52 λέξεις που δεν τις είχε το λεξικό του Μπαμπινιώτη και που ανήκουν στην «κοινή βορειοελλαδική». Μια από αυτές είναι και  ο τιτίζης.

Τιτίζης λοιπόν, σύμφωνα με το ΛΚΝ, είναι ο σχολαστικά λεπτολόγος  άνθρωπος. Η λέξη έχει χροιά αρνητική, έστω και όχι απόλυτα, αφού μπορεί να φτάσει στο θετικό άκρο  μέχρι τον τελειομανή, που είναι ένα «καλό ελάττωμα» (από εκείνα που πρόθυμα παραδέχονται στις συνεντεύξεις οι διάφοροι και διάφορες σταρ). Στο Διαδίκτυο, πράγματι, βρίσκουμε διάφορους να αυτοχαρακτηρίζονται τιτίζηδες, π.χ. «είμαι τιτίζης, αλλάζω λάστιχα κάθε  τρία χρόνια σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται». Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος αυτοχαρακτηριζόταν  έτσι: Τιτίζης είναι μια μικρασιατική λέξη που σημαίνει αυτός που νοιάζεται πολύ για το έργο του. Η μάνα μου την έλεγε συχνά αυτή τη λέξη.

Στο θετικό λοιπόν άκρο τιτίζης  είναι ο τελειομανής, που δίνει σημασία στη λεπτομέρεια. Κάπως ενδιάμεσα είναι τα λεπτολόγος, σχολαστικός -και ακόμα πιο αρνητικά πχ. ο ψείρας ή  ο υποχόνδριος -και αυτός που δίνει  υπερβολική σημασία σε επουσιώδη ζητήματα, ο ακριβός  στα πίτουρα.

Να  πω πάντως  ότι η μακαρίτισσα η πεθερά μου, από τον  Λαγκαδά, τη λέξη «τιτίζα» την είχε για παίνεμα της καλής  νοικοκυράς, που θέλει να γίνονται όλα στην  εντέλεια -κάπως σαν τη Διαμαντηρείζενα, την  ηρωίδα του διηγήματος «Για τα ονόματα» του Παπαδιαμάντη. Βέβαια, ο κυρ Αλέξανδρος δεν τη χαρακτηρίζει έτσι την ηρωίδα του παρά αρκείται να πει πως ήταν «εις άκρον λεπτολόγος» και βάζει τον καπετάνιο, τον άντρα της, να παραπονιέται στους φίλους του, στην πραγματικότητα ευχαριστημένος για τη νοικοκυρά του:

— Ακούς εσύ, βρε αδελφέ!. . . να έχει βάλει όλον το σεβντά της στο σπίτι, της, στο προικιό της, στο επάνω πάτωμά της! Να θέλει, και καλά, να το κάμει να μιλεί, να φέγγει, ν’ αστράφτει!. . . Δεν λυπάται τον κόπο της, η σκύλα, ν’ ασβεστώνει τρεις φορές την εβδομάδα, πέντε φορές την εβδομάδα να σφουγγαρίζει!. . . Μ’ έχει αφανίσει στον ασβέστη, δεν προ­φταίνω να της αγοράζω σφουγγάρια. . . Κάθε Σάββατο έρχεται ο Στέργιος ο Καμινής και μου γυρεύει λεπτά. . . Τ’ ακούτε σεις!. . . Οι βουτηχτάδες, οι Καλυμνιοί, οι Αιγινήτες, οι Τρικεριώτες, δεν έχουν άλλο μουστερή  μεγαλύτερο από μένα. . .   Μάθανε τώρα τον δρόμο, και πηγαίνουν τα-ίσα στο σπίτι. «Σφουγγάρια. καλά! Σφουγγάρια καλά!». Απ’ τον Θεό να το ’βρει, η σκύλα! μ’ αφάνισε. . .

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Γλωσσικά δάνεια, Θεσσαλονίκη, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , | 179 Σχόλια »

Η αφισοκόλληση (διήγημα της Κούλας Αδαλόγλου)

Posted by sarant στο 9 Ιουλίου, 2023

Το διήγημα αυτό το αναφέραμε σε ένα προεκλογικό άρθρο που είχε αντικείμενο τις αφίσες. Ζήτησα από τον φίλο μας τον Κώστα Παπαθανασίου να μου στείλει τις  σχετικές σελίδες για να το βάλω κάποια Κυριακή, αλλά εκείνος έκανε κάτι καλύτερο, το πληκτρολόγησε κιόλας ή το πέρασε από οσιάρ -τον  ευχαριστώ θερμά.

Το διήγημα προέρχεται από τη συλλογή «Βγήκε ένας ήλιος χλωμός» της Κούλας Αδαλόγλου (Ταξιδευτής, 2012). Θυμίζω ότι πρόσφατα είδαμε ένα ακόμα διήγημα  της ίδιας συλλογής, το Αφρόλουτρο, μαζί με άλλα δύο αφηγήματα για προσφυγόπουλα.

Η Κούλα Αδαλόγλου γεννήθηκε στη Βέροια το 1953, σπούδασε φιλολογία στο ΑΠΘ, απ’ όπου απέκτησε και διδακτορικό, εργάστηκε ως φιλόλογος και σχολική σύμβουλος και έχει γράψει βιβλία για την εκπαίδευση αλλά και λογοτεχνικά.

Η αφισοκόλληση

Δεν είμαι σίγουρη, αλλά μου φαίνεται ότι ήταν δική μου ιδέα να δούμε τον περιπτερά, να τον ευχαριστήσουμε, βρε αδερφέ! Είχε βραδιάσει, μόλις τελειώσαμε το μάθημα, πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στην Εγνατία, στο ύψος περίπου που βρισκόταν το περίπτερο και που έγινε το επεισόδιο. «Εδώ είναι», είπε ο Αλέξης. Το πρόσωπο που βρισκόταν στο περίπτερο ήταν ένα νέο παιδί, με μέτρια σωματική διάπλαση, μάλλον αδύνατο, και, περιέργως, φαινόταν να γνωρίζει τον Αλέξη. Όχι, δεν υπήρχε κανένας ευτραφής κύριος που να δουλεύει το περίπτερο. Ο νεαρός που μας μιλούσε, ο Γιώργης, πήγαινε τα βράδια, το πρωί συνήθως έκανε άλλη δουλειά, περιστασιακά μεροκάματα, ξεκουραζόταν το απόγευμα και πήγαινε εκεί στη συνέχεια, όπου έμενε ως το πρωί. Ένα ζευγάρι, ο κύριος είχε κάποια αναπηρία, είχαν την άδεια του περιπτέρου. Ο άντρας αναλάμβανε το πρωί, η γυναίκα παραλάμβανε το μεσημέρι, ώσπου να ΄ρθει αυτός. «Εσύ δεν είσαι που σου επιτέθηκαν προχτές; Συγγνώμη, δεν μπορούσα να βοηθήσω, τι να λέμε τώρα, μόλις τους είδα κώλωσα, ώρα είναι να μου σπάσουν και το περίπτερο, σκέφτηκα, και σχεδόν κρύφτηκα, να μη δώσω στόχο ούτε για μάρτυρας. Με μισό μάτι είδα τη σκηνή. Συγγνώμη, ρε φίλε, χαίρομαι που τελικά είσαι καλά, αλλά ποιος τα βάζει με τα θηρία;»

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Θεσσαλονίκη, Λογοτεχνία | Με ετικέτα: , , | 161 Σχόλια »

Συζητώντας για το Νησί της Καλυψώς

Posted by sarant στο 29 Μαΐου, 2023

Το νησί  της Καλυψώς είναι η Ωγυγία, αλλά το Νησί της  Καλυψώς είναι μυθιστόρημα του φίλου Πάνου Ζέρβα, που έχει πολύχρονη, πυκνή και δημιουργική παρουσία στη  μπλογκόσφαιρα,  από  το 2005 -και μάλιστα το ιστολόγιό του, η Καλύβα ψηλά στο βουνό, είχε λειτουργήσει προτρεπτικά για να ανοίξω κι εγώ το δικό μου  ιστολόγιο.

Ο Πάνος είναι Θεσσαλονικιός (πιο σωστά, Καλαματιανός την καταγωγή, αλλά ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη), κατέβηκε όμως τις προάλλες στην Αθήνα για την παρουσίαση του βιβλίου του, που  έγινε την Παρασκευή 26/5 στο φιλόξενο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει (Ακαδημίας 32). Είχα τη χαρά να είμαι στο πάνελ της εκδήλωσης, μαζί με την  Πόλυ Χατζημανωλάκη, τη Μαρία Δεδούση και τον Νίκο Αραπάκη, υπό τον συντονισμό του Σπύρου Κακουριώτη -και να γνωρίσω και τον Πάνο διότι, όσο κι αν είχαμε, όλα αυτά τα χρόνια, συνεχή αλληλεπίδραση, ποτέ δεν είχε τύχει να συναντηθούμε από κοντά.

Θα δημοσιεύσω πιο κάτω την ομιλία μου, η  οποία στάθηκε όχι μόνο στο βιβλίο του Πάνου αλλά και γενικά στο «κίνημα των ιστολογίων». Υπήρχε  όμως  και ζωντανή μετάδοση της ομιλίας, κι έτσι στο τέλος θα παραθέσω το γιουτουμπάκι της εκδήλωσης, που περιλαμβάνει όλες τις  ομιλίες και τη σχετική συζήτηση -οπότε σας συνιστώ να το παρακολουθήσετε επίσης (άλλωστε, και στη δική μου ομιλία ξέφυγα μερικές φορές από το χειρόγραφο που παραθέτω εδώ).

ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΨΩΣ

Καλησπέρα, σας ευχαριστώ που ήρθατε εδώ να μας ακούσετε και ευχαριστώ τις εκδόσεις Επίκεντρο και τον Πάνο Ζέρβα για την πρόσκληση. Είναι μεγάλη χαρά για μένα που βρίσκομαι σήμερα εδώ· με τον Πάνο έχουμε επαφή και αλληλεπίδραση μέσα από τον κυβερνοχώρο εδώ και σχεδόν 20 χρόνια, έχουμε ανταλλάξει απόψεις, έχουμε συγκρουστεί κι έχουμε συμφωνήσει, κι όμως πρώτη φορά τον συναντάω από κοντά, καθώς εκείνος ζει κυρίως στη Θεσσαλονίκη κι εγώ κυρίως στο εξωτερικό· αλλά και με άλλους συνπανελίστες έχω διαδικτυακή γνωριμία παράλληλα με την προσωπική, «της πραγματικής ζωής», που λέγαμε κάποτε, πριν αρχίσει και η διαδικτυακή γνωριμία να έχει απαιτήσεις πραγματικότητας.

Το νησί της Καλυψώς θα συζητήσουμε σήμερα. Το νησί της Καλυψώς ήταν βέβαια η Ωγυγία, με ωμέγα και ύψιλον, όπως αναφέρει ο Όμηρος στο η της Οδύσσειας. Δολόεσσα την αποκαλεί ο Όμηρος την Καλυψώ, μαριόλα τη μεταφράζει ο Εφταλιώτης, που το προτιμώ από το «γεμάτη δόλους» του Καζαντζάκη ή το «δολοτεχνίτρα» του Ζήσιμου Σιδέρη, και έχει αυτό το χαρακτηριστικό η ηρωίδα του Πάνου, καθώς εμφανίζεται σαν διάττοντας στη ζωή του Κίμωνα, του πρωταγωνιστή ας πούμε του μυθιστορήματος, που είναι και το άλτερ έγκο του συγγραφέα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διαδίκτυο, Θεσσαλονίκη, Μυθιστόρημα, Παρουσίαση βιβλίου | Με ετικέτα: , , , | 76 Σχόλια »

Μεζεδάκια από το Μετρό της Θεσσαλονίκης

Posted by sarant στο 11 Μαρτίου, 2023

Που βέβαια τα ονομάζω έτσι εμπνεόμενος από τη συνέντευξη του υπουργού Νότη Μηταράκη στο BBC, στην οποία ισχυρίστηκε ότι το Μετρό της Θεσσαλονίκης λειτουργεί, κάτι εντελώς αναληθές. Οι ξένοι που τον άκουσαν θα τον πίστεψαν, εκτός αν ζουν στην Ελλάδα. Οι Έλληνες δεν ακούνε BBC, σωστά;

Αλλά στην εποχή μας υπάρχουν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οπότε προκλήθηκε σάλος κι έτσι έσπευσε ο κ. υπουργός να ανασκευάσει.

Είναι όμως έτσι; Είπε τάχα ο υπουργός ότι το έργο «έχει πλέον προχωρήσει ουσιαστικά»;

Αν δείτε το βίντεο της συνέντευξης (στο 3.40) θα ακούσετε ότι ο κ. υπουργός λέει the new subway in Thessaloniki is up and running.

Αυτό μία μόνο σημασία έχει: ότι ο νέος υπόγειος σιδηρόδρομος στη Θεσσαλονίκη έχει αρχίσει να λειτουργεί.

Ήταν γλωσσικό λάθος; Δύσκολο να το πιστέψουμε διότι ο υπουργός μιλάει καλούτσικα αγγλικά και πήγε προετοιμασμένος στη συνέντευξη. Οπότε, μάλλον εσκεμμένα διάλεξε την έκφραση αυτή ώστε οι κουτόφραγκοι να πιστέψουν πως υπάρχει σε λειτουργία μετρό στη Θεσσαλονίκη.

* Το γεγονός προκάλεσε θυμηδία στα σόσιαλ, αλλά δεν ήταν το μοναδικό. Είχαμε και τη γκάφα του υπαλλήλου της ΓΣΕΕ, που τηλεφώνησε στη Τζόρτζια Αργυρού, τη σύντροφο του αείμνηστου Μανώλη Γλέζου, για να καλέσει τον Γλέζο στην τελετή έναρξης του συνεδρίου της ΓΣΕΕ! (Η ΓΣΕΕ στη συνέχεια δικαιολογήθηκε ότι έγινε λάθος και ότι σκόπευαν να καλέσουν έναν Μανώλη Γλέζο… που είναι αναπληρωτής γραμματέας της Τ.Ο. Κηφισιάς του ΠΑΣΟΚ (άραγε κάλεσαν όλους τους γραμματείς και αναπληρωτές των ΤΟ του ΠΑΣΟΚ;)

* Παρεμπιπτόντως, το συνέδριο της ΓΣΕΕ γίνεται στο Καβούρι. Άκουσα χτες τον Κυρίτση και τον Τσέκερη στο Κόκκινο να λένε για τους ηρωικούς αγώνες των μεταλλωρύχων του Καβουριού στις αρχές του 20ού αιώνα και για το Εργατικό Κέντρο Καβουρίου που ήταν ιδρυτικό μέλος της ΓΣΕΕ (πλάκα έκαναν, βέβαια).

* Μου στέλνει φίλος την οθονιά από το Βήμα και παραπονιέται για τις σορούς του σωρού.

Βέβαια, αν το καλοσκεφτούμε, δεν είναι μόνο το ορθογραφικό λάθος που κάνει σωρούς τις σορούς (πάλι καλά που διατηρείται το γένος). Με την παλιά, την παραδοσιακή σημασία της λέξης, ασφαλώς δεν ταυτοποιήθηκαν «σοροί» αλλά πτώματα -από τότε όμως που βγήκε φετφάς να αποφεύγεται ο μακάβριος όρος «πτώματα» άρχισαν να σωριάζονται σοροί.

* Θα μου πείτε, αυτό βρήκες να προσέξεις από τα ρεπορτάζ για το φρικτό δυστύχημα; Σήμερα, αυτά συζητάμε, γλωσσικά στραβά κι ανάποδα, παρωνυχίδες ασφαλώς.

Δείτε, ας πούμε τι μου έστειλαν δύο φίλοι, ο ένας γλωσσολόγος, από τα ρεπορτάζ με τους διαλόγους του μηχανοδηγού και του μοιραίου σταθμάρχη.

Τι λέτε ότι τους τράβηξε την προσοχή σε αυτόν τον διάλογο;

Η ορθογραφία της λέξης «οπισθοπορ*α».

Πώς γράφεται; Οπισθοπορεία ή οπισθοπορία;

Ο ένας θα πει, με ει όπως η πορεία. Ο άλλος, με ί, όπως η πρωτοπορία, η αεροπορία κτλ. Θα ανατρέξουμε στο λεξικό, αλλά ούτε το ΛΚΝ ούτε ο Μπαμπινιώτης έχουν τον όρο.

Το θέμα το είχαμε συζητήσει πριν από έξι χρόνια, σε ειδικό άρθρο για το «φριχτό δίλημμα, εία ή ία«.  Τότε είχα γράψει:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Θεσσαλονίκη, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Ορθογραφικά | Με ετικέτα: , , , , | 171 Σχόλια »

Οι οικογένειες (διήγημα της Ελένης Γερασιμίδου)

Posted by sarant στο 17 Ιουλίου, 2022

Ένα καλοκαιρινό διήγημα διάλεξα για σήμερα που ο ήλιος καίει, με αναμνήσεις από το Πανόραμα Θεσσαλονίκης την εποχή που ήταν ακόμα χωριό και τόπος παραθερισμού «αλά παλαιά».

Γεννημένη στο Πανοραμα, η Ελένη Γερασιμίδου (1949) εκτός από γνωστή ηθοποιός είναι και συγγραφέας (εδώ η εργογραφία της) ενώ επίσης έχει και πολιτική δραστηριότητα μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ -εξελέγη βουλεύτρια Β’ Θεσσαλονίκης το 2012 και τον Γενάρη του 2015, ενώ είχε εκλεγεί και στις εκλογές του 2019 αλλά παραιτήθηκε.

Το σύντομο αλλά πολύ καλογραμμένο σημερινό διήγημα προέρχεται από τη συλλογή «To Σινέ Πανόραμα» με 21 διηγήματα για το Πανόραμα των παιδικών χρόνων της συγγραφέα. Το είχα ανεβάσει στον παλιό μου ιστότοπο και στη συνέχεια συμπεριλήφθηκε στο Λογοτεχνικό Ιστολόγιο.

Οι οικογένειες

Το Πανόραμα κάθε καλοκαίρι γέμιζε παραθεριστές. Από την αρχή της άνοιξης ερχόντουσαν οι οικογένειες και ψάχνανε να καπαρώσουν κάποιο σπίτι για τους μήνες του καλοκαιριού. Υπήρχαν και κάνα – δυο μεσίτες, χωρίς γραφεία και άδειες βέβαια, που βοηθούσαν τους Σαλονικιούς να επιλέξουν σύμφωνα με τις δυνατότητές τους.

Το σπίτι της γιαγιάς μου ήταν απ΄ τα καλύτερα τότε. Είχε μεγάλη σάλα, βεράντες μπρος-πίσω και μια ασυναγώνιστη θέα στην πόλη. Οι άνθρωποι που το νοίκιαζαν ήταν επίλεκτα μέλη της σαλονικιώτικης κοινωνίας, με λεφτά και γούστο. Στο κάτω σπίτι που μέναμε εμείς ερχόντουσαν πιο φτωχοί, τίποτα δημόσιοι υπάλληλοι ή μικροβιοτέχνες που νοικιάζανε το ένα δωμάτιο με κουζίνα που διαθέταμε.

Εμείς πηγαίναμε σ΄ ένα διπλανό δωμάτιο που μας παραχωρούσε η γιαγιά. Μας άρεσε που μπαίναν τα ντιβάνια ακόμα πιο στριμωχτά και τα κουζινικά σ΄ ένα τραπέζι όλα. Πλέναμε τα πιάτα έξω στην αυλή, στη βρύση, πάνω σ΄ ένα τραπέζι εκστρατείας. Μετακομίζαμε κάθε καλοκαίρι με το που έκλειναν τα σχολεία και ξανά το φθινόπωρο που άνοιγαν. Το πανηγύρι γινόταν τον Ιούνιο που άρχιζαν να έρχονται οι πρώτοι παραθεριστές.

Εμείς τη στήναμε στη στροφή, στο ύψωμα όπου τώρα είναι το Ηρώον, και περιμέναμε. Από μακριά βλέπαμε το φορτηγό. Ο πρώτος που το έβλεπε φώναζε : «Οικογένεια! Οικογένεια!»

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Θεσσαλονίκη, Καλοκαιρινά | Με ετικέτα: , | 89 Σχόλια »

Στην Αθήνα τρώμε σουβλάκι

Posted by sarant στο 14 Ιουλίου, 2022

Μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο γραμματέας του ΚΚΕ, έκανε μια αναφορά που είχε αντίκτυπο στα σόσιαλ και συζητήθηκε αρκετά -και παράλληλα έδωσε την πάσα για το σημερινό μας άρθρο.

Είπε, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό:

Πάνω από 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά δε μπορούν να πληρώσουν τους φόρους που έχετε επιβάλει. Κι έρχεστε εδώ σήμερα να πείτε στον ελληνικό λαό ότι μεριμνάτε για το εισόδημα του;

Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο, έχει πάει 3 και 3,5 ευρώ! Η βενζίνη 2,5 ευρώ το λίτρο! Το σούπερ μάρκετ έχει εκτιναχθεί!

Καταλαβαίνουμε ότι εσείς δεν τρώτε σουβλάκια συνήθως αλλά ούτε βενζίνη βάζετε;”

Η ατάκα του Κουτσούμπα για το σουβλάκι είναι κατά τη γνώμη μου εύστοχη. Πράγματι, πρόκειται για ένα φτηνό και αγαπημένο λαϊκό έδεσμα, που η τιμή του έχει επανειλημμένα συζητηθεί τώρα που τα πάντα ακριβαίνουν. Παλιά, το περιοδικό Εκόνομιστ είχε καθιερώσει ένα Hamburger index, έναν δείκτη που σύγκρινε τις τιμές του χάμπουργκερ σε διάφορες χώρες -στην Ελλάδα θα μπορούσε να καθιερωθεί ένας δείκτης σουβλακιού για να συγκρίνει την τιμή του σουβλακιού στις διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν η τιμή του σουβλακιού διαφέρει αισθητά ανάμεσα σε Αθήνα και προάστια ή Αθήνα και Θεσσαλονίκη και επαρχία. Ξέρω όμως ότι διαφέρει η σημασία της λέξης «σουβλάκι«, τουλάχιστον ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και μάλιστα η διαφορά αυτη είναι από τις πιο τρανταχτές που ξεχωρίζουν το λεξιλόγιο των δύο πόλεων.

Κι έτσι, η ατάκα του Κουτσούμπα προκάλεσε και τέτοια σχόλια, τοπικογλωσσικά. Γράφει μία Θεσσαλονικιά στο Τουίτερ:

«Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο…», είπε ο Κουτσούμπας στη βουλή αναφερόμενος στην ακρίβεια. Και εμεις οι καυμένοι Θεσσαλονικείς ακόμη ψάχνουμε τι εννοεί.

Κι ένας γνωστός υποστηρικτής του ΚΚΕ, που είναι από Θεσσαλονίκη: Όπως τα λέει ο Κουτσούμπας, εκτός από το τι είναι σουβλάκι και τι είναι πιτόγυρο.

Πράγματι, στη Θεσσαλονίκη «σουβλάκι» είναι μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν (ο ορισμός από το ΛΚΝ, το οποίο, όπως έχουμε πει με άλλη ευκαιρία, είναι γραμμένο στη βορειοελλαδική ποικιλία της κοινής νεοελληνικής).

Αλλά αυτό στην Αθήνα λέγεται «καλαμάκι». Στην Αθήνα, σουβλάκι είναι «πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος που ψήθηκαν περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα ή από γύρο ή από μπιφτέκι, τοποθετημένα μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά». Ο ορισμός αυτός δίνεται από το λεξικό Μπαμπινιώτη, το οποίο δίνει όμως και τον πιο πάνω ορισμό του ΛΚΝ.

Όταν στην Αθήνα παραγγέλνουμε (ή: παραγγέλναμε) σουβλάκια, στη συνέχεια διευκρινίζουμε αν θέλουμε να είναι με γύρο (και τι γύρο) ή με καλαμάκι. Αν θέλουμε σκέτο το καλαμάκι χωρίς πίτα, λέμε (ή λέγαμε) «σκέτο». Βάζω και παρελθοντικό χρόνο, διότι δεν είμαι βέβαιος αν αυτό ισχύει πλέον για όλους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ευτράπελα, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων, Ντοπιολαλιές | Με ετικέτα: , , , , , | 201 Σχόλια »

Άδεια για γεμάτα στο σκυλάδικο

Posted by sarant στο 28 Απριλίου, 2022

Περίεργος ο τίτλος του σημερινού άρθρου, αλλά θα σας τον εξηγήσω αμέσως. Το σημερινό άρθρο, λοιπόν, είναι αφιερωμένο στην προέλευση της λέξης «σκυλάδικο». Όμως, σε αντίθεση με τα περισσότερα άρθρα της κατηγορίας αυτής, δεν πρόκειται να σας εκθέσω την άποψή μου για την ετυμολογία και την ιστορία της λέξης, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχω άποψη -δεν ξέρω, για να το πω πιο ωμά. Με άλλα λόγια, ρίχνω άδεια για να πιάσω γεμάτα, ελπίζοντας ότι από τη συζήτηση θα βγάλουμε κάποιαν άκρη.

Όχι όμως  εντελώς άδεια. Θα παραθέσω διάφορες εκδοχές που κυκλοφορούν. Δεν αποκλείω κάποια από αυτές να είναι σωστή, κάθε άλλο. Αλλά δεν μπορώ, αυτή τη στιγμή, να προκρίνω κάποια.

Λέγοντας «σκυλάδικο» εννοούμε, κατ’ αρχάς, έναν συγκεκριμένο τύπο νυχτερινού κέντρου και, κατ’ επέκταση, το είδος τραγουδιού που συνηθίζεται σε αυτά τα κέντρα. Εικάζω ότι πρώτα ονοματίστηκε το κέντρο και μετά το είδος τραγουδιού. Ο τραγουδιστής του σκυλάδικου λέγεται σκυλάς -και σκυλού η τραγουδίστρια. Σκυλάδες όμως λέγονται και όσοι συχνάζουν σε σκυλάδικα (κέντρα) ή τους αρέσουν τα σκυλάδικα (τραγούδια).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δυσετυμολόγητα, Ετυμολογικά, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων, Μουσική | Με ετικέτα: , , , , , , | 212 Σχόλια »

Ένας μήνας στη Θεσσαλονίκη το 1916 (από την αυτοβιογραφία του Ν. Λαπαθιώτη)

Posted by sarant στο 9 Ιανουαρίου, 2022

Συμπληρώθηκαν χτες 78 χρόνια από την αυτοκτονία του αγαπημένου μου ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Κάθε χρόνο, τη μέρα εκείνη ή την κοντινότερη Κυριακή, το ιστολόγιο συνηθίζει να δημοσιεύει ένα άρθρο σχετικό με τον ποιητή, παρουσιάζοντας είτε κάποιο άγνωστο κείμενό του είτε στοιχεία για τη ζωή του.

Σήμερα διάλεξα να παρουσιάσω ένα απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του, που γράφτηκε και δημοσιεύτηκε σε συνέχειες το 1940 στο περιοδικό Μπουκέτο (και πλέον κυκλοφορεί σε βιβλίο, με τίτλο «Η ζωή μου» σε επιμέλεια του καθηγητή Γιάννη Παπακώστα)

Διάλεξα ένα σημείο προς το τέλος της αυτοβιογραφίας (η οποία τελειώνει με τα γεγονότα του 1917), εκεί που ο Λαπαθιώτης διηγείται ένα ταξίδι του μαζί με τον πατέρα του στη Θεσσαλονίκη -αλλά όχι ένα ταξίδι σαν όλα τα άλλα: μέσα στην περίοδο που έμεινε γνωστή σαν «εθνικός διχασμός», ο πατέρας του, ο στρατηγός Λεωνίδας Λαπαθιώτης, πήρε μέρος στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας, πλάι στον Βενιζέλο κι έτσι ο Ναπολέων βρέθηκε πολύ κοντά στα ανώτατα στελέχη του κινήματος και του «κράτους της Θεσσαλονίκης», που εγκαθιδρύθηκε.

Αντί να βάλω σημειώσεις πριν ή μετά το κείμενο του Λαπαθιώτη, προτίμησα να τις παρεμβάλω στο κείμενο δηλώνοντάς τες με πλάγια μέσα σε έντονες αγκύλες, [ και ]. O τίτλος του άρθρου είναι, βεβαια, δικός μου. Η φωτογραφία του Λαπαθιώτη είναι 2-3 χρόνια μεταγενέστερη από τα γεγονότα που περιγράφονται εδώ.

Ένας μήνας στη Θεσσαλονίκη

Μετά την αποστράτευσή μου από το Λόχο Βοηθητικών — αποστράτευση που επεβλήθη από τους Συμ­μάχους —, [Η επιστράτευση άρχισε τον Σεπτέμβριο του 1915 και έληξε, σταδιακά, τον Ιούνιο-Ιούλιο του 1916. Ο Λαπαθιώτης υπηρέτησε στην Αθήνα] πήγα, με τον πατέρα μου, στας Πάτρας, να συνέλθω και να ξεσκοτίσω απ’ την ταλαιπωρία που δοκίμασα. Κι εκεί, ένα καλό πρωί, μαθαίναμε το κίνη­μα -την ξαφνική φευγάλα δηλαδή του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, με το σκοπό να βοηθήσει τους Συμμά­χους. Ο πατέρας μου, που εν τω μεταξύ είχε λάβει μέρος ενεργό στην κίνηση αυτή, όλως άσχετα με τις παράλληλες ενέργειες, τις συστηματικές, του Βενιζέλου, και σύμφωνα με τις ατομικές του πεποιθήσεις, έπρεπε κι αυτός να προσχωρήσει. Και μαζί του κι εγώ φυσικά. Φύγαμε λοιπόν αμέσως, γυρνώντας στας Αθήνας, κι έπειτ’ από λίγες μέρες, έν’ αυτοκίνητο κλειστό μας έφερε στον Πειραιά, και με το βαπόρι ξεκινούσαμε για τη Θεσσαλονίκη…

Στην υπέρ των Συμμάχων, και ιδίως της Γαλλίας, κίνηση, είχα κι εγώ πολύ αναμιχθεί, με το δικό μου τρόπο εννοείται, το φιλολογικό. Εκτός απ’ την «Κραυγή», πολλά ποιήματά μου στις εφημερίδες είχαν δημοσιευθεί, επιδεικτικά και αλλεπάλληλα [Ειδικό άρθρο μας για το ποίημα αυτό του Λαπαθιώτη και άλλα σχετικά]. Φορούσα μια γραβάτα τρίχρωμη, με τα χρώματα τής γαλλικής σημαίας, και, παρ’ όλους τους κινδύνους, τότε έκανα μ’ αυτή τον ταχτικό περίπατό μου στην οδό Σταδίου και στο Σύνταγμα… Αλλά και πολλά μικροτσακώματά μου μ’ αντιφρονούντας φίλους και συναδέλφους είχαν λάβει χώραν, αυτή την εποχή — όπως με τον Χάρη Σταματίου, που του ’στειλα μια κάρτα τσουχτερή, έπειτ’ από ένα ειρωνικό του χρονογράφημα για μένα! [Δεν έχω ψάξει να βρω αυτό το χρονογράφημα του Σταματίου. Εδώ δείτε τεκμήριο ενός άλλου τσακωμού με τον Τάκη Μπαρλά] Είχ’ ανοίξει το δικό μου κι εγώ «χάσμα» — και πολεμούσα μέρα-νύχτα με τα… όπλα μου, με το καλαμάρι και την πένα!

Τώρα ωστόσο που απ’ τον καιρόν εκείνο έχουν περάσει τόσα χρόνια, κι όλοι τα βλέπουμε με μάτι ιλαρότερο, μπορώ να βεβαιώσω, με κάθε ειλικρίνεια, ότι σ’ αυτές μου τις… μονομαχίες ποτέ δεν ένιωσα κακό φανατισμό, ούτε και μίσησα πραγματικά κανέναν. Άσχετα μ’ ό,τι πίστευα στα βάθη τής ψυχής μου — και πίστευα κι ευχόμουνα τη νίκη των Συμμάχων-, τα περισσότερα απ’ όσα είχα κάμει οφείλοντο στην ίδια φιλαρέσκεια που μ’ έκανε να περπατώ, δεν ξέρω πόσα χρόνια, με το λουλούδι στην «κομβιοδόχη», είτε φορώντας τ’ ανοιχτά πουκάμισα του Μπάιρον, και προκαλώντας ελαφρά τους άλλους, και γελώντας με την έκπληξή τους, το θυμό και το σκανδάλισμά τους. Καλλιεργουσα τη μικροεπίδειξη μ’ έναν τρόπο, που και σήμερα ακόμα δεν τον βρίσκω και πολύ αντιπαθητικό, αλλά μονάχα κάπως επιπόλαιο… Όμως, τα περασμένα, περασμένα. Κι εξάλλου δα δεν γράφω τώρα εγχειρίδιο ψυχαναλύσεως και αυτοκριτικής, αλλά μια σύντομη κι απλή «αυτοβιογραφία».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Α' παγκόσμιος πόλεμος, Αυτοβιογραφία, Θεσσαλονίκη, Λαπαθιώτης | Με ετικέτα: , , , | 121 Σχόλια »

Γήσμπα (αφήγημα του Νώντα Τσίγκα)

Posted by sarant στο 7 Νοεμβρίου, 2021

Στο κυριακάτικο λογοτεχνικό μας άρθρο θα αναδημοσιεύσω ένα σύντομο αφήγημα του Νώντα Τσίγκα, που το πήρα από το 2ο τεύχος του περιοδικού Αντίθετα ρεύματα. Θυμίζω ότι από το πρώτο τεύχος του ίδιου περιοδικού είχα παρουσιάσει εδώ, πριν από 3-4 μήνες, ένα πεζογράφημα του Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλου.

Το περιοδικό εκδίδεται στη Χαλκίδα, αλλά ο συγγραφέας ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου ασκεί την ιατρική και έχει αξιόλογη λογοτεχνική παρουσία. Καιρό ήθελα να βάλω κάτι δικό του.

Διάλεξα τη Γήσμπα επειδή έχει και γλωσσικό ενδιαφέρον. Θα το υποψιαστήκατε ίσως ότι η Γήσμπα του Τσίγκα έχει κάποια σχέση με τη ρωσική ίσμπα, την καλύβα των χωρικών.

Την ίσμπα την ξέρουμε κυρίως από τα ρωσικά μυθιστορήματα, αλλά η λέξη έχει περάσει και σε βορειοελλαδίτικα ιδιώματα, όπου σημαίνει υπόγειο, υπόγεια κρύπτη, αλλά και ειδικότερα, στους καπνοπαραγωγικούς τόπους, το υπόγειο όπου κρεμούσαν τον καπνό για να μαλακώσει. Την είχαμε αναφέρει άλλωστε σε ένα κείμενο του Πίτερ Μάκριτζ που είχε φιλοξενήσει πριν από εφτά χρόνια το ιστολόγιο, όπου ένα τυπογραφικό λάθος στον Μοσκώβ Σελήμ του Βιζυηνού είχε δώσει τον ανύπαρκτο τύπο «ιόμπα».

Στα σχόλια εκείνου του παλιού άρθρου, ο φίλος μας ο Σπιριντιόνε είχε αναφέρει και τον τύπο «γίσμπα», που καταγράφεται στην Κοζάνη και στη Χαλκιδική, πάντοτε με τη σημασία «υπόγειο, χαμοκέλα». Είναι εύκολο να αναπτυχθεί το αρχικό γ-, για να αποφευχθεί η χασμωδία της εκφοράς «η ίσμπα».

Ο Τσίγκας επίσης χρησιμοποιεί τον τύπο «γίσμπα», με γιώτα, στο άρθρο του -το ήτα του τίτλου, γήσμπα, εξηγείται στο τέλος του σύντομου αφηγήματός του. Αλλά βέβαια, το ότι είναι σύντομο (κάτω από 500 λέξεις, μπονζάι που θα το έλεγε ο Γιάννης Πατίλης) δεν το κάνει λιγότερο αξιοδιάβαστο. 

Καθώς ο Τσίγκας πέρασε παιδικά χρόνια στο Βογατσικό της Καστοριάς, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η γίσμπα/ γήσμπα λεγόταν και σε εκείνα τα μέρη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Διηγήματα, Ετυμολογικά, Θεσσαλονίκη, Πεζογραφία | Με ετικέτα: , , , , , | 212 Σχόλια »

Αναζητώντας τον Αρίστατο (του Κώστα Κούρτη)

Posted by sarant στο 20 Οκτωβρίου, 2021

Ο φίλος μας ο ΚΩΣΤΑΣ, ο Κώστας Κούρτης δηλαδή, έβγαλε πριν από λίγο καιρό ένα ενδιαφέρον βιβλίο για τα οδωνύμια, δηλαδή τα ονόματα των δρόμων, του δήμου Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης.

Το έναυσμα για το βιβλίο αυτό τού το έδωσε το όνομα ενός μικρού δρόμου της πόλης του, της οδού Αριστάτου (που έχει πλέον μετονομαστεί σε Χρήστου Ράπτη). Ποιος να ήταν αυτός ο Αρίστατος; Ο Κώστας με είχε ρωτήσει τότε αλλά δεν είχα μπορέσει να βοηθήσω -επανέλαβε την απορία του και σε ένα σχόλιο στο ιστολόγιο.

Άρχισε λοιπόν ο Κώστας να αναζητεί τον Αρίστατο. Δεν τον βρήκε, αλλά η έρευνά του αποδείχτηκε γόνιμη, αφού καρπός της είναι ακριβώς το βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα με τίτλο «ΟΔΟΙπορικό στους ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΥΣ Θεσσαλονίκης» από το Κέντρο Ιστορίας Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης (ΚΙΑΘ).

Θα δημοσιεύσω σήμερα τον πρόλογο του Κώστα στο βιβλίο του, στον οποίο αφηγείται ακριβώς την αναζήτηση του Αρίστατου, που οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου. Πιστεύω πως είναι πολύ καλό όταν καταρτισμένοι ερασιτέχνες σαν τον Κώστα, ωθούμενοι από το μεράκι τους και αξιοποιώντας τους πόρους που απλόχερα προσφέρει η νέα τεχνολογία, επιδίδονται σε σοβαρή έρευνα για την ιδιαίτερη πατρίδα τους ή για άλλους τομείς ενδιαφερόντων τους και δίνουν έργο που, πέρα από την αυτοτελή αξία του, μπορεί να αξιοποιηθεί και από τους πιο ειδικούς επιστήμονες.

Δεν αλλάζω φυσικά το κείμενο, αλλά προσθέτω στο τέλος ένα επιλογικό σχόλιο.
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία,
όμως, δεν την βρήκαμε γραμμένη πουθενά…

Αρίστατος και προς τιμήν του οδός «Αριστάτου», στην Επτάλοφο. Μάλιστα. Έλα μου όμως, όσους δρόμους, στενά και σοκάκια κι αν περπατήσαμε, πουθενά αλλού δεν βρήκαμε οδό Αριστάτου. Ποιος να ήταν άραγε ο Αρίστατος; Όσες εγκυκλοπαίδειες κι αν ανοίξαμε, σε όσα βιβλία κι αν ψάξαμε, Αρίστατο δεν συναντήσαμε. Μην ήταν παράκου- σμα του πρακτικογράφου, όταν βάφτιζαν τους δρόμους; Μην ήταν λάθος του επιγραφοποιού, όταν έφτιαχνε την πινακίδα; Μην, μην, μην …;
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Θεσσαλονίκη, Παρουσίαση βιβλίου, Συνεργασίες, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , | 158 Σχόλια »

Προς Ουρανούπολιν (διήγημα του Αλέξανδρου Υδάτη)

Posted by sarant στο 3 Οκτωβρίου, 2021

Τον Φεβρουάριο είχαμε δημοσιεύσει στο ιστολόγιο το διήγημα Τα σαράντα του καρεκλά, του Αλέξανδρου Υδάτη, που μας είχε γενικά αρέσει πολύ. Ο Υδάτης (είναι ψευδώνυμο βέβαια) κατοικεί στους Αμπελοκήπους Θεσσαλονίκης, όπως και ο φίλος μας ο Κώστας, και άλλωστε μέσω του Κώστα πλησίασε το ιστολόγιό μας. Πριν από καιρό, ο συγγραφέας μού έστειλε τρία άλλα διηγήματά του για να διαλέξω και να δημοσιεύσω κάποιο εδώ.

Το ένα από αυτά ήταν ουσιαστικά νουβέλα, σχεδόν 12.000 λέξεις, με θέμα από τον Εμφύλιο. Δείλιασα όμως, όχι για το θέμα (μάλιστα, η πραγμάτευσή του ήταν ενδιαφέρουσα) αλλά για την έκταση -σε συνέχειες; αυτοτελές; Ήμουν δίβουλος, και τελικά αποφάσισα να το αφήσω για κάποια αργία, και προς το παρόν να παρουσιάσω ένα από τα δύο μικρότερα διηγήματα, που έχουν πιο ματζόβολο μέγεθος.

Προς Ουρανούπολιν λοιπόν, Χαλκιδική όπως θα καταλάβατε. Στο δρόμο.

Το διήγημα έχει κάποιες διακειμενικές αναφορές που είμαι βέβαιος ότι θα τις αναγνωρίσετε. Επειδή ο συγγραφέας έχει ιδιότυπη στίξη, μεταφέρω το κείμενό του κοπιπαστάδα, χωρίς να διορθώνω όπως κάνω συνήθως. Εντύπωσή μου είναι πάντως ότι ο Έλιοτ το γράφει cruellest, αλλά νομιζω ότι και οι δυο ορθογραφίες είναι δεκτές στα αγγλικά. Έτσι κι αλλιώς, ο Απρίλης στα ελληνικά είναι σκληρός.

 

Πρός Ουρανούπολιν

 

 

— » Αpril is the cruelest month»,

— » o Mάιος είναι ο μήνας των ερώτων και της πολιτικής»,

— » Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε»,

— » μέρα Μαγιού μου μίσεψες»… φράσεις – στίχοι απο αγαπημένα του ποιήματα κάμανε κατοχή του μυαλού του, όπως συχνά του συμβαίνει, σε τυχαίες στιγμές.

— » Μα Απρίλιος είναι τούτος ή Μάιος;» συλλογίστηκε οδηγώντας με 140, μόνος στον αυτοκινητόδρομο προς Χαλκιδική. «Μπερδεύτηκαν οι εποχές μπερδεύτηκαν κι οι μήνες. «Pollution» η αιτία, που λέει κι η {φωτοδότρα} δύση, τρύπα όζοντος, Greenpeace… Παράξενο είναι νά ‘χεις δεκαοχτώ – είκοσι βαθμούς θερμοκρασία, τεσσεράμισυ τα ξημερώματα 25 Απριλίου… ή μήπως είναι Μαϊου;»

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Θεσσαλονίκη, Πεζογραφία | Με ετικέτα: , , , | 120 Σχόλια »

Παλαιογερμανικά μεζεδάκια

Posted by sarant στο 18 Σεπτεμβρίου, 2021

Γιατί τάχα ονόμασα έτσι το σημερινό μας άρθρο; Λέτε να αναλύω κάποια λέξη, που η ετυμολογία της ανάγεται σε κάποια παλαιογερμανική ρίζα; Αλλά σήμερα είναι Σάββατο, και το Σάββατο, ως γνωστόν, δεν λεξιλογούμε ακριβώς αλλά παρουσιάζουμε όσα στραβά και ανάποδα, γλωσσικά βεβαίως, έχω μαζέψει και μου έχετε στείλει μέσα στη βδομάδα.

Συμβαίνει κάποτε, ο τίτλος του σαββατιάτικου μεζεδοάρθρου μας να έχει προκύψει από ένα μεζεδάκι της πιατέλας, ένα μεζεδάκι βέβαια που για κάποιον λόγο ξεχωρίζει. Αυτό έγινε και σήμερα, παρόλο που το σχετικό εύρημα το έχουμε ήδη συζητήσει στα σχόλια προηγούμενου άρθρου προχτές. Όμως δεν θα μπορούσε τέτοια ασύλληπτη γκάφα να λείπει από τη συλλογή μας, έστω και για λόγους τάξεως και πληρότητας. Και μάλιστα γκάφα αποτυπωμένη σε φυσικό μέσο.

Εννοώ βέβαια τη φοβερή πινακίδα της φωτογραφίας, που βρίσκεται σε κάποιον δρόμο της Θεσσαλονίκης. Ο νέος δήμαρχος, μου λένε, θέλησε να δείξει έργο κι έτσι πρόσθεσε αυτές τις «πληροφοριακές» πινακίδες, που μας λένε ποιο είναι το πρόσωπο ή ο τόπος ή το πράγμα που τιμάται σε κάθε οδωνύμιο.

Κάτι τέτοιο έχει κάνει εδώ και δεκαετίες ο δήμος Ηρακλείου, όμως εκεί οι επεξηγήσεις είναι λακωνικές (π.χ. στην οδό Μινωταύρου: Μυθικό τέρας), ενώ εδώ ο δήμος Θεσσαλονίκης θέλησε να εκμεταλλευτεί την τεχνολογία κι έτσι αύξησε τις διαστάσεις των πινακίδων ώστε να αφήνουν χώρο για ένα κάπως εκτενέστερο πληροφοριακό σημείωμα, αλλά και για έναν κωδικό QR που, αν έχετε σμαρτόφωνο, σάς δίνει περαιτέρω πληροφορίες.

Είναι μεγάλες οι δυνατότητες της τεχνολογίας, αλλά η παραδοσιακή αδιαφορία και η τσαπατσουλιά πάντα θα υπερισχύουν, όπως δείχνει η πινακίδα αυτή.

Διότι βέβαια, ο Γερμανός, αφού έζησε από το 1771 έως το 1826, και είναι άλλωστε ένας από τους γνωστότερους πρωταγωνιστές της Επανάστασης του Εικοσιένα, δεν θα μπορούσε να εκτελεστεί στο Γουδί εκατό χρόνια μετά, το 1922. Η περιγραφή ταιριάζει στον Δημήτριο Γούναρη, και πράγματι η οδός Δημητρίου Γούναρη βρίσκεται πολύ κοντά στην Π.Π.Γερμανού. Κάπως έγινε και μπερδεύτηκαν τα κείμενα του πληροφοριακού σημειώματος, αλλά και πάλι το περίεργο είναι ότι η περιγραφή αρχίζει σωστά, αφού δίνει τις χρονολογίες γέννησης/θανάτου του ΠΠΓερμανού και στη συνέχεια λοξοδρομεί στον Γούναρη!

Το εξοργιστικό όμως είναι ότι κανείς από τους εμπλεκόμενους, απ’ όσους δηλαδή έφτιαξαν την πινακίδα ή ανέλαβαν να την κρεμάσουν κτλ. δεν διάβασε το κείμενο ή δεν αντιλήφθηκε το τερατώδες παράδοξο ή δεν ενδιαφέρθηκε να το αναφέρει. Αν σε τόσο απλά πράγματα τα κάνει μούσκεμα ο μηχανισμός του κ. Ζέρβα, τι θα κάνει με τα πιο σύνθετα;

Τελειώσαμε; Όχι, έχει και συνέχεια το φιάσκο, έστω κι αν δεν είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού. Είπαμε πιο πάνω για τον κωδικό QR. Λοιπόν, αν κάνετε το πείραμα και σκοπεύσετε τον κωδικό QR της φωτογραφίας με την κάμερα του σμαρτοφώνου σας, μεταφέρεστε στο thessaloniki.gr, όπου παίρνετε πληροφορίες για… τον Ιωάννη Τσιμισκή!! Θα ξέρετε βέβαια ότι η Ιωάννου Τσιμισκή είναι κεντρική αρτηρία της συμπρωτεύουσας, που μάλιστα τέμνεται με την ΠΠΓερμανού.

Ανακεφαλαιώνω: Η πινακίδα για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό περιέχει το βιογραφικό του Δημ. Γούναρη και παραπέμπει σε πληροφορίες για τον Ιωάννη Τσιμισκή -τέτοιο αλαλούμ. Αναρωτιέμαι αν ο κωδικός QR στην αντιστοιχη πινακίδα της οδού Δημ. Γούναρη παραπέμπει στον Παλ.Πατρών Γερμανό!

Λέγεται ότι η επιμαχη πινακίδα κατέβηκε, αλλά δεν είναι βέβαιο. Δεν είδα πουθενά να έχει γίνει αυτοψία στο σημείο, που τέλος πάντων δεν βρίσκεται σε κάποιαν δυσπρόσιτη βουνοκορφή αλλά στο κέντρο της πόλης. Ίσως κάποιος σχολιαστής περάσει από την Π.Π.Γερμανού και μας πει. Ή από τη Γούναρη, ή από την Τσιμισκή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in ποδόσφαιρο, Θεσσαλονίκη, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Νόμος του Μέφρι, Υπότιτλοι | Με ετικέτα: , , , , | 238 Σχόλια »