Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Πωρικολόγος’

Σαν τα μανιτάρια

Posted by sarant στο 7 Νοεμβρίου, 2022

Στο ιστολόγιο έχουμε βάλει πολλά λεξιλογικά άρθρα για οπωρολαχανικά. Συνεχίζω σήμερα με ένα άρθρο αφιερωμένο σε ένα είδος, ασφαλώς φαγώσιμο, που όμως θα μας βάλει και σε μπελάδες ταξινομικούς: εννοώ τα μανιτάρια.

Στα δάση που πηγαίνω και περπατάω, εκεί στην Εσπερία, βλέπω συνεχώς μπροστά μου μανιτάρια, επειδή όμως δεν εχω εκπαιδευτεί να τα αναγνωρίζω δεν τα πλησιάζω -δεν σας κρύβω πως με φοβίζουν και λιγάκι, σαν περίεργη μορφή ζωής -αν και, όταν τα βρίσκω στο πιάτο τα τιμώ δεόντως.

Mανιτάρια υπάρχουν σε πολλά είδη και σχήματα, αν και το αρχετυπικό μανιτάρι είναι αυτό που μοιάζει με ομπρέλα, όπως στη φωτογραφία. Αλλά όταν έγραψα πιο πριν για ταξινομικούς μπελάδες εννοούσα ότι τα μανιτάρια, δηλαδή οι μύκητες, παρόλο που θα τα βρούμε στο σουπερμάρκετ πλάι στα λαχανικά, στην πραγματικότητα δεν είναι φυτά, είναι χωριστό βασίλειο, και μάλιστα πιο κοντά στα ζώα παρά στα φυτά.

Μύκητες άλλωστε δεν είναι μόνο τα μανιτάρια, είναι επίσης οι μικροσκοπικοί οργανισμοί που προκαλούν διάφορες δερματικές παθήσεις, όπως τη μυκητίαση, είναι επίσης ο παράγοντας που κάνει το ψωμί να φουσκώνει ή προκαλεί την αλκοολική ζύμωση. Αλλά στο σημερινό άρθρο θα εστιαστούμε ειδικότερα στα κοινώς λεγόμενα μανιτάρια, όσο κι αν είναι κάπως ανακριβής ο όρος.

Είπα πιο πριν ότι συναντάω στο δάσος διάφορα μανιτάρια -αλλά δεν τα ξέρω και δεν τα μαζεύω, έχω όμως γνωστούς που θεωρούνται εξπέρ στο είδος και που βγαίνουν στο δάσος ειδικά για να μαζέψουν μανιτάρια. Ο λόγος που πρέπει να ξέρεις από μανιτάρια είναι ότι, σε αντίθεση π.χ. με τα βατόμουρα, για τα οποία είχα γράψει τις προάλλες, υπάρχουν και δηλητηριώδη μανιτάρια, που μπορεί ακόμα και να πεθάνεις άμα τα φας. Βέβαια, αυτά που καλλιεργούνται είναι ακίνδυνα.

Ότι τα μανιτάρια είναι επικίνδυνα, το ήξεραν και οι αρχαίοι. Γράφει ο Γαληνός «περί μυκήτων»:

Καὶ τῶν μυκήτων οἱ βωλῖται, καλῶς ἑψηθέντες ἐν ὕδατι, πλησίον ἥκουσι τῶν ἀποίων ἐδεσμάτων. οὐ μὴν οὕτω γε μόνοις αὐτοῖς οἱ ἄνθρωποι χρῶνται, σκευάζουσι δὲ καὶ ἀρτύουσι πολυειδῶς, ὥσπερ καὶ τἄλλα, ὅσα μηδεμίαν ἐξαίρετον ἔχει ποιότητα. φλεγματώδηϲ δ’ ἐστὶν ἡ ἐξ αὐτῶν τροφὴ καὶ δῆλον ὅτι καὶ ψυχρά, κἂν πλεονάζῃ τις ἐν αὐτοῖς, κακόχυμος.  ἀβλαβέστατοι μὲν οὖν τῶν ἄλλων μυκήτων εἰσὶν οὗτοι, δεύτεροι δὲ μετ’ αὐτοὺς οἱ ἀμανῖται. τῶν δ’ ἄλλων ἀσφαλέστερόν ἐστι μηδ’ ὅλως ἅπτεσθαι· πολλοὶ γὰρ ἐξ αὐτῶν ἀπέθανον. ἐγὼ δ’ οἶδά τινα καὶ τῶν βωλιτῶν αὐτῶν, οἵπερ ἀβλαβέστατοι δοκοῦσιν εἶναι, πλείονας οὐκ ἀκριβῶς ἑφθοὺς φαγόντα, θλιβέντα τε τὸ στόμα τῆϲ κοιλίας καὶ βαρυνθέντα καὶ στενοχωρηθέντα καὶ δυσπνοήσαντα καὶ λειποψυχήσαντα καὶ ψυχρὸν ἱδρώσαντα καὶ μόγις σωθέντα….

Μας λέει δηλαδή ότι οι βωλίτες χρησιμοποιούνται βραστοί σαν συνοδευτικό άλλων φαγητών, και ότι είναι αβλαβείς, όπως και οι αμανίτες, ενώ τα άλλα μανιτάρια καλύτερα να μην τ’ αγγίζει κανείς διότι πολλοί έχουν πεθάνει. Συνεχίζει όμως λέγοντας ότι έχει υπόψη του πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που έφαγαν όχι καλοβρασμένους βωλίτες, που θεωρούνται αβλαβείς, και που κόντεψαν να πεθάνουν.

Να σταθούμε στους αμανίτες, που τους αναφέρει ο Γαληνός ως είδος βρώσιμων μανιταριών. Από εκεί προέρχεται και η νεοελληνική μας λέξη: αμανίτης – αμανιτάριον (ήδη τον 2ο αιώνα) – αμανιτάριν (έτσι στον Πτωχοπρόδρομο) – μανιτάριν – μανιτάρι. Στον Πωρικολόγο, τον 14ο αιώνα, εμφανίζεται προσωποποιημένος ο Μανιτάριος.

Η ετυμολογία του αμανίτη δεν είναι καθαρή. Στο ετυμολογικό του Σαντρέν αναφέρεται ως πιθανή σύνδεση το όρος Άμανον της Μικράς Ασίας.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Μποστάνι των λέξεων, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , | 148 Σχόλια »

Ο θεϊκός καρπός ξανά

Posted by sarant στο 20 Σεπτεμβρίου, 2022

Έχω ταξίδια αυτές τις μέρες, οπότε καταφεύγω στις επαναλήψεις, διότι, όπως λέγαμε τις προάλλες, πώς αλλιώς θα καταφέρω να κρατήσω αδιάσπαστο το σερί της καθημερινής δημοσίευσης;

Θα επαναλάβω λοιπόν ένα άρθρο για το σταφύλι, που είχε δημοσιευτεί το 2016, πριν από έξι χρόνια δηλαδή. Να σημειώσω ότι στο ιστολόγιο έχουμε επίσης δημοσιεύσει άρθρο για τη σταφίδα, καθώς και για τα φρασεολογικά του αμπελιού.

Λοιπόν, το σταφύλι είναι καρπός πανάρχαιος και πολύτιμος. Βρίσκεται μαζί μας από τη Νεολιθική εποχή. Ολόκληρο βιβλίο θα μπορούσαμε να γράψουμε· για να μην πάρει μεγάλη έκταση το άρθρο δεν θα επεκταθούμε καθόλου στο κρασί (για το οποίο ακόμα δεν έχουμε βάλει άρθρο, και βεβαίως γι’ αυτό μπορεί να γραφτεί επίσης άλλο βιβλίο!) και θα κάνουμε την σχεδόν ιερόσυλη επιλογή να αντιμετωπίσουμε τα σταφύλια σαν ένα φρούτο όπως όλα τα άλλα, ενώ δεν είναι.

Οι αρχαιολόγοι μάς λένε ότι οι άνθρωποι για πολλούς αιώνες κατανάλωναν σταφύλια, αρχικώς άγρια και μετά καλλιεργημένα, χωρίς να έχουν μάθει να φτιάχνουν κρασί. Οι αρχαίοι συνήθως θεωρούσαν ότι ο Διόνυσος εισήγαγε την άμπελο στην Ελλάδα και τούς έμαθε την τέχνη της οινοποιίας και προς τιμή του τελούσαν τα Διονύσια σε πολλές περιοχές. Στον Όμηρο η αμπελουργία ακμάζει, όπως μαρτυρούν επίθετα σαν το «πολυστάφυλος» και το «αμπελόεσσα» για μέρη κατάφυτα από αμπέλια. Αν και όχι από την αρχή, κάποια διαφοροποίηση των ποικιλιών σε επιτραπέζια σταφύλια και σταφύλια προς οινοποίηση υπήρχε ήδη από την αρχαιότητα. Τα νωπά σταφύλια οι αρχαίοι τα διατηρούσαν περισσότερο χρόνο μέσα σε κρασί. Φυσικά, τα ξέραιναν κιόλας –αλλά στη σταφίδα έχουμε αφιερώσει ειδικό άρθρο.

Οι αρχαίοι έλεγαν άμπελο το φυτό, ενώ για τον καρπό είχαν δυο λέξεις, βότρυς και σταφυλή. Η λέξη βότρυς, που θεωρείται προελληνικό δάνειο, σπάνια χρησιμοποιείται πια, και όταν χρησιμοποιείται σημαίνει το τσαμπί· αλλά η σταφυλή, μέσω του ελληνιστικού υποκοριστικού σταφύλιον έδωσε το δικό μας σταφύλι. Παρομοίως η άμπελος έδωσε το αμπέλι, αλλά αμπέλι σε μας είναι τόσο το μεμονωμένο φυτό, το κλήμα, όσο και, συχνότερα, η έκταση η φυτεμένη με τέτοια φυτά. Η λέξη κλήμα, πάλι, είναι επίσης αρχαία, αλλά στην αρχαιότητα σήμαινε τα κλαδιά του φυτού, που σήμερα τα λέμε κληματσίδες ή κληματόβεργες. Τη διάκριση τη βλέπουμε παραστατικά στο γνωστό ευαγγελικό χωρίο «εγώ ειμι η άμπελος, υμείς τα κλήματα» (Ιωάν. 15:5) δηλαδή ο Χριστός είναι το δέντρο και οι μαθητές τα κλαδιά. Το κλήμα προέρχεται από το ρ. κλω, σπάζω, απ’ όπου και το κλάσμα και η άλλη δύσοσμη λέξη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Παροιμίες, Φρασεολογικά, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , | 131 Σχόλια »

Τσιμπήστε και τσιμπηθείτε

Posted by sarant στο 30 Ιουνίου, 2021

Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε, λέει το Ευαγγέλιο, αλλά το τελευταίο διάγγελμα του πρωθυπουργού μας σε άλλη συμβουλή κατέληγε, σε παραίνεση: τσιμπήστε και τσιμπηθείτε ή τσιμπηθείτε για να τσιμπήσετε -ή, για να το μεταφέρω όπως γράφτηκε: Καλώ τα κορίτσια μας και τα αγόρια μας να τσιμπήσουν την ευκαιρία και να τσιμπηθούν με ένα εμβόλιο.

Συνήθως βέβαια τα κορίτσια και τα αγόρια δεν τσιμπιούνται με ένα εμβόλιο, αλλά μεταξύ τους, όμως το λογοπαίγνιο του πρωθυπουργικού λογογράφου, ο οποίος θέλησε με τον τρόπο αυτό να δώσει ένα νεανικό ύφος στις πρωθυπουργικές ανακοινώσεις, μας δίνει την ευκαιρία να λεξιλογήσουμε πάνω στις πολλές σημασίες του ρήματος αυτού, που θα του αφιερώσουμε το σημερινό άρθρο.

Το ρήμα «τσιμπάω» (ή τσιμπώ, αν προτιμάτε) είναι μεσαιωνικό. Σύμφωνα με τα ετυμολογικά λεξικά, προήλθε από το… κουνούπι. Το κουνούπι φυσικά τσιμπάει και το κουνούπι στα αρχαία ελληνικά λεγόταν «εμπίς», από την πρόθεση «εν» και το θέμα του ρήματος «πίνω». Οι ετυμολόγοι υποθέτουν έναν αμάρτυρο τύπο εξεμπίζω, που εξελίχθηκε σε *τσιμπίζω (επίσης αμάρτυρο) το οποίο από τον αόριστο θα έδωσε καινούργιο ενεστώτα. Έχει κάμποσους ελλείποντες (αμάρτυρους δηλαδή) κρίκους η εξήγηση αυτή αλλά νομίζω πως είναι γενικώς αποδεκτή.

Πάντως, τη λέξη τη βρίσκουμε στα μεσαιωνικά κείμενα, ακριβέστερα σε κείμενα των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου. Στον αγαπημένο μου Πωρικολόγο, ο βασιλιάς Κυδώνιος καταριέται τη Στάφυλο να τσαλαπατιέται και να δίνει κρασί και όσοι το πίνουν να κυλιούνται στις λάσπες και να κοιμούνται στο δρόμο «καὶ οἱ ὄρνιθες τοὺς τσιμπήσουν καὶ τοῦτοι νὰ μηδὲν γνώθουν».

Την ίδια πάνω κάτω περίοδο, στον Σπανό βρίσκουμε «ίνα τσιμπούν οι κουρούνες τας σάρκας σου», ενώ στον Μαρίνο Φαλιέρο: «Μὰ αὐτά σου τὰ δακάματα καὶ τὰ τσιμπήματά σου / μὲ κάμνουσιν, ἀλίμονο, νὰ φεύγω ἀπὸ κοντά σου».

Στην αρχή λοιπόν έχουμε την κυριολεξία, όταν κάτι αιχμηρό και λεπτό τρυπάει το δέρμα μας. Μπορεί να είναι το κεντρί της μέλισσας ή της σφήκας, μπορεί να είναι το δάγκωμα από κουνούπι, μύγα ή άλλο έντομο, μπορεί όμως να είναι και το αγκάθι ενός λουλουδιού ή ενός θάμνου ή μια βελόνα ή καρφίτσα ή ακόμα και τα αξύριστα γένια που μας τσιμπάνε στην επαφή. Η βελόνα της σύριγγας του εμβολίου σε αυτήν την κατηγορία τσιμπήματος ανήκει.

Μετά, έχουμε το τσίμπημα που το προκαλούμε σφίγγοντας και πιέζοντας το δέρμα με τον αντίχειρα και ένα άλλο δάχτυλο, συνήθως τον δείκτη, είτε οδυνηρά είτε θωπευτικά. Καμιά φορά τσιμπάμε κάποιον για να τον αφυπνίσουμε ή όταν ειναι αφηρημένος -και μια συνηθισμένη φράση για κάποιον που ζει κάτι πολυπόθητο είναι να πει «Τσίμπα με, μήπως ονειρεύομαι».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Νεολαία, Πανδημικά | Με ετικέτα: , , , | 204 Σχόλια »

Ο κατάφρακτος καρπός και πάλι

Posted by sarant στο 25 Οκτωβρίου, 2019

Ταξίδευα χτες, μην περιμένετε καινούργιο άρθρο. Ή δεν θα έβαζα τίποτα ή θα κατέφευγα στη δοκιμασμένη λύση, την επανάληψη κάποιου παλιότερου άρθρου. Προτίμησα να μη σπάσω το σερί της καθημερινής δημοσίευσης που κρατάει αδιάλειπτα από τον Γενάρη του 2014, οπότε αναδημοσιεύω σήμερα για δεύτερη φορά ένα άρθρο της σειράς των οπωρικών -το είχα αρχικά δημοσιεύσει το 2011 οπότε μπήκε και στο βιβλίο μου Οπωροφόρες λέξεις, και το ξανάβαλα το 2015. Ενσωματώνω μερικά από τα σχόλιά σας.

Το διάλεξα επειδη τώρα είναι η εποχή τους, εννοώ η εποχή των καρυδιών. Μάλιστα, μέχρι πριν από καμιά δεκαριά μέρες έβρισκα στο σουπερμάρκετ και τα χλωρά καρύδια, που μ’ αρέσουν πολύ, κι έχω ακόμα καναδυό διχτάκια στο ψυγείο.

Στον Πωρικολόγο, το υστεροβυζαντινό σατιρικό ποίημα όπου προσωποποιούνται τα φρούτα, οι ξηροί καρποί παρουσιάζονται σε δεύτερη μοίρα, ως σωματοφύλακες (βάραγγοι) των αρχόντων: ο Καρύδιος, ο Κάστανος και ο Λεπτοκάρυος και άλλοι.

Οι Βάραγγοι, να πούμε για την ιστορία, ήταν Ρως και σκανδιναβοί μισθοφόροι (αργότερα και αγγλοσάξονες), που συγκροτήθηκαν σε σώμα από τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο και σταδιακά αποτέλεσαν το πιο επίλεκτο τμήμα της αυτοκρατορικής φρουράς στο Βυζάντιο από τον 11ο αιώνα και μετά, πιο αξιόπιστο από τους ντόπιους οι οποίοι ήταν επιρρεπείς σε πραξικοπήματα. Δεν αποκλείεται ο ανώνυμος συγγραφέας του Πωρικολόγου να διαλέγει αυτή την παρομοίωση επειδή οι ξηροί καρποί έχουν κι αυτοί πανοπλία, το κέλυφός τους, άρα δίνουν την εντύπωση του πολεμιστή. Και ο επικεφαλής αυτής της φρουράς, που αποτελεί μια ξεχωριστή οικογένεια μέσα στον κόσμο των οπωρικών, δεν είναι άλλος από το καρύδι.

Και λεξιλογικά αν το σκεφτούμε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα καρύδια είναι ο κατεξοχήν ξηρός καρπός, αν σκεφτούμε ότι οι αρχαίοι τους ξηρούς καρπούς τους αποκαλούσαν «κάρυα», περίπου όπως τις οπώρες τις έλεγαν «μήλα». Πάντα τα ακρόδρυα κάρυα λέγουσιν, επισημαίνει ο Αθήναιος. Τα καρύδια τα έλεγαν σκέτα κάρυα όταν δεν υπήρχε περιθώριο για σύγχυση αλλά και Περσικά κάρυα ή βασιλικά κάρυα, δηλαδή προερχόμενα από τον βασιλιά της Περσίας. Η ανάμνηση του βασιλιά μένει και στην επιστημονική ονομασία της καρυδιάς που είναι Juglans regia, δηλαδή βασιλική.

Αυτό το περίεργο λατινικό Juglans σημαίνει, όσο κι αν αυτό δεν φαίνεται διά γυμνού οφθαλμού, «Διός βάλανος» (Jovis glans)· βέβαια οι Έλληνες, π.χ. ο Θεόφραστος, αποκαλούσαν Διός βάλανο τα κάστανα, αλλά δεν είναι καθόλου σπάνιο να αποκαλείται ένας καρπός με όνομα που έχει χρησιμοποιηθεί και για κάποιον άλλο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , | 174 Σχόλια »

Καρότο χωρίς μαστίγιο

Posted by sarant στο 4 Οκτωβρίου, 2018

Έναυσμα για το σημερινό άρθρο, που βέβαια εντάσσεται στη σειρά των άρθρων που δημοσιεύουμε κατά καιρούς με θέμα τα φρούτα και τα λαχανικά, πήρα από ένα προχτεσινό άρθρο του Σπύρου Σεραφείμ στο Πρόταγκον, με ετυμολογικά και άλλα λεξιλογικά σχετικά με φαγώσιμα, που μεταξύ άλλων ανέφερε και μερικά πράγματα για το καρότο -κι έτσι θυμήθηκα ότι δεν έχουμε στο ιστολόγιο άρθρο ειδικά αφιερωμένο στο λαχανικό αυτό.

Η ελληνική Βικιπαίδεια γράφει ότι το καρότο «ήταν γνωστό φαρμακευτικό φυτό στην Αρχαία Ελλάδα με το όνομα Σταφλίνος» και αυτή η πληροφορία έχει αναπαραχθεί σε όλο το ελληνόφωνο Διαδίκτυο (και στο άρθρο του Σ. Σεραφείμ) ενώ είναι ολοφάνερο (στα δικά μου μάτια, έστω) πως τέτοια λέξη δεν μπορεί να υπάρξει στα αρχαία, και πως έχει γίνει κάποιο λάθος. Σταφυλίνος είναι το σωστό, αλλά το καρότο στα αρχαία ελληνικά λεγόταν κυρίως δαύκος. Δαύκος ήταν κι ένας παλιός τερματοφύλακας της Δόξας Δράμας και του Παναθηναϊκού, αλλά δεν νομίζω να οφείλει στα καρότα το όνομά του.

Οι αρχαίοι λοιπόν το ήξεραν το καρότο αλλά, λέει ο Brian Dalby που έχει μελετήσει το διαιτολόγιο των αρχαίων, μάλλον δεν έτρωγαν τη ρίζα του, όπως εμείς, αλλά τα φύλλα του και τους σπόρους του. Ο Διοσκουρίδης το αναφέρει ως σταφυλίνο και διακρίνει δύο είδη,  τον άγριο και τον κηπευτό (καλλιεργούμενο). Επίσης, μας δίνει και μια από τις σπάνιες πολυγλωσσικές αναφορές των αρχαίων: Ῥωμαῖοι καρώταμ, οἱ δὲ παστινάκα ῥούστικα, Αἰγύπτιοι βαβιβυρού, Ἄφροι σιχχάμ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Γλωσσικά συμπόσια, Μποστάνι των λέξεων, Φρασεολογικά, Φυτά | Με ετικέτα: , , , , , | 216 Σχόλια »

Στην εποχή του μαρουλιού

Posted by sarant στο 11 Απριλίου, 2018

Τις προάλλες πήγα και αγόρασα μαρούλια για τη μαγειρίτσα και τις πασχαλινές σαλάτες κι ύστερα, ψάχνοντας κάτι άλλο, έπεσα πάνω σε ένα κατοχικό χρονογράφημα του Βάρναλη αφιερωμένο ακριβως στο ταπεινό αυτο λαχανικό, οπότε σκέφτηκα να γράψω κι εγώ ένα άρθρο για τα μαρούλια, συνεχίζοντας τη σειρά με τα άρθρα για λαχανικά που δημοσιεύω πότε-πότε στο ιστολόγιο.

Δεν έχω πάρα πολλά να πω, αλλά περιμένω από εσας να συμπληρώσετε.

Το χρονογράφημα του Βάρναλη που σας έλεγα δημοσιεύτηκε στην Πρωία στις 23 Απριλίου του 1942 και έχει τίτλο «Θρίδακος αίνος» κι αν έχετε άγνωστες λέξεις στον τίτλο δεν θα είστε μόνοι σας. Εντάξει, αίνος είναι ο έπαινος, το εγκώμιο, αλλά η πρώτη λέξη;

Και τότε που έγραφε ο Βάρναλης, άγνωστη θα ήταν, γι’ αυτό και σπεύδει να την εξηγήσει από την αρχή αρχή του χρονογραφήματος:

Κανένας Ρωμιός δεν έφαγε ποτές του το άγνωστο λαχανικό που λέγεται θρίδαξ. Τρώγει όμως μαρούλι, που είναι το ίδιο. Δυστυχώς, το προπατορικόν μας αμάρτημα, ο λογιωτατισμός, δεν αγνωστοποιεί μονάχα τις λέξεις, αλλά και τα πράγματα.

Τώρα είναι ο «χρυσούς αιών» του μαρουλιού. Σ’ όλες τις λαϊκές αγορές, σ’ όλα τα μανάβικα, σ’ όλα τα μαγέρικα και τα σπίτια έχει το προβάδισμα. Αυτό κυριαρχεί παντού. Κακά ονομάζουν οι ποιητές την άνοιξη «εποχή των ρόδων» (που’ναι τα;) γιατί είναι η εποχή του μαρουλιού. Ό,τι είναι τα χελιδόνια ψηλά στον αέρα, είναι τα μαρούλια κάτω στη γης.

Θρίδαξ λοιπόν ήταν το μαρούλι, ή ίσως κάποια ποικιλία μαρουλιού, στα αρχαία ελληνικά, με παράλληλους τύπους όπως θίδραξ με αντιμετάθεση ή θρόδαξ. Η ετυμολογία της λέξης είναι άγνωστη, ισως να πρόκειται για λέξη του υποστρώματος.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βάρναλης, Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Μποστάνι των λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 182 Σχόλια »

Κίτρινα κίτρα, ζουμερά λεμόνια ξανά

Posted by sarant στο 13 Οκτωβρίου, 2017

Πάλι έπεσαν διάφορα και δεν πρόλαβα να ετοιμάσω άρθρο, πάλι ανεβάζω αναδημοσίευση -ένα άρθρο που είχε αρχικά δημοσιευτεί εδώ πριν από εξίμισι χρόνια, την άνοιξη του 2011 και ανήκε στη σειρά άρθρων με τα «φρούτα εποχής» που αργότερα συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο «Οπωροφόρες λέξεις». Η σημερινή αναδημοσίευση διαφέρει αρχικά απο την αρχική, διότι έχω ενσωματώσει αρκετό υλικό από το αντίστοιχο άρθρο του βιβλίου, που δεν υπήρχε στην πρώτη δημοσίευση.

Τα λεμόνια, τα πορτοκάλια, τα μανταρίνια και τα υπόλοιπα κιτρινόχρυσα φρούτα που φαιδρύνουν τους χειμώνες, τα λέμε με μια λέξη εσπεριδοειδή. Η λέξη δεν είναι αρχαία, είναι δημιουργία του 19ου αιώνα, μεταφραστικό δάνειο από το ελληνογενές γαλλικό hespéridées, αν και στην τρέχουσα χρήση στα γαλλικά τα εσπεριδοειδή λέγονται agrumes. Στην καθομιλουμένη τα λέγαν ξινά ή λεμονοπορτόκαλα.

Προφανώς, η ονομασία «εσπεριδοειδή» ανάγεται στον μύθο με τα μήλα των Εσπερίδων, τον ενδέκατο άθλο του Ηρακλή. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι τα μήλα των Εσπερίδων ήταν εσπεριδοειδή –τουλάχιστον αν υποθέσουμε ότι έχουμε πιάσει σωστά τη γεωγραφία του μύθου και ο κήπος των Εσπερίδων ήταν προς τα δυτικά, κάπου στο σημερινό Μαρόκο, διότι όπως φαίνεται τα εσπεριδοειδή ήρθαν στην Αφρική πολύ αργότερα.

Τα φρούτα αυτά είναι ιθαγενή της Ινδίας και της Κίνας. Το πρώτο που ήρθε προς τα δικά μας μέρη είναι το λιγότερο διαδεδομένο ίσως, το κίτρο, που έφτασε στους ελληνιστικούς χρόνους –και το είπαν, στην αρχή, μηδικόν μήλον, σύμφωνα με τη συνήθεια που είχαν να χρησιμοποιούν το μήλο σαν γενικό όρο για τα οπωρικά.

Τον όρο μηδικόν μήλον τον χρησιμοποιεί ο Θεόφραστος, τον 4ο αιώνα π.Χ., που το ήξερε το κίτρο, έστω κι αν δεν είχε αρχίσει ακόμα να καλλιεργείται στα μέρη τα δικά μας. Αντίθετα, τον πρώτο αιώνα μ.Χ., η καλλιέργειά του έχει πλέον διαδοθεί, κι έτσι ο Διοσκουρίδης γράφει «τα δε μηδικά λεγόμενα ή περσικά ή κεδρόμηλα, ρωμαϊστί δε κίτρια, πάσι γνώριμα».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , , | 134 Σχόλια »

Ο βασιλιάς των φρούτων ξανά

Posted by sarant στο 26 Σεπτεμβρίου, 2016

Μπήκαμε και επίσημα πριν από μερικές μέρες στο φθινόπωρο, οπότε σκέφτομαι σήμερα να βάλω σε επανάληψη ένα άρθρο για ένα φρούτο της εποχής. Η πρώτη δημοσίευση είχε γίνει πριν από πεντέμισι χρόνια, ενώ το άρθρο ξαναδουλεμένο συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο μου Οπωροφόρες λέξεις του 2013. Αυτή την ξαναδουλεμένη μορφή παρουσιάζω εδώ.

250px-Red_AppleΣτον Πωρικολόγο, τη βυζαντινή λαϊκή σάτιρα που προσωποποιεί τα φρούτα (τα πωρικά) και τα βάζει να συνεδριάζουν, βασιλιάς των οπωρικών είναι ο πανενδοξότατος Κυδώνιος. Δεν θα συμφωνούσαν πολλοί σήμερα με την ιεράρχηση αυτή. Για τον καθένα από μας, βασιλιάς των φρούτων είναι το φρούτο που τους αρέσει, για άλλους πάλι το σταφύλι αφού δίνει το κρασί. Γλωσσικά όμως, αδιαμφισβήτητος βασιλιάς των φρούτων, ή φρούτο καθαυτό, θα τολμούσα να πω, είναι το μήλο.

Τουλάχιστον αυτό ίσχυε στα αρχαία ελληνικά, αφού οι αρχαίοι σε πολλά άλλα φρούτα έδιναν ονόματα που ήταν παραλλαγές του μήλου: τα ροδάκινα τα ονόμαζαν περσικά μήλα, τα βερίκοκα αρμενιακά μήλα, τα κυδώνια τα έλεγαν κυδώνια μήλα, τα κίτρα μηδικά μήλα, κάτι που συνεχίστηκε στα λατινικά και σε νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, αν σκεφτούμε πως τη ντομάτα οι μεν Γάλλοι την είπαν ερωτόμηλο (pomme d’amour), οι δε Ιταλοί χρυσόμηλο (pomo d’oro), και την πατάτα, βέβαια, οι Γάλλοι την είπαν pomme de terre, κάτι που το δανειστήκαμε κι εμείς ως γεώμηλο. Ας μην ξεχάσουμε επίσης τα κυπαρισσόμηλα και τα κορόμηλα, καθώς και άλλες ονομασίες διαλεκτικές ή σπανιότερες (π.χ. στη Μυτιλήνη λένε «φραγκόμηλα» τα μούσμουλα, ενώ στην Κύπρο «χρυσόμηλα» τα βερίκοκα και «κιτρόμηλα» τα νεράντζια»).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Φρασεολογικά, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , | 243 Σχόλια »

Ο χλεμπονιάρης δεν ήρθε από την Κέρκυρα

Posted by sarant στο 15 Σεπτεμβρίου, 2016

Δεν ξέρω αν σας είναι οικεία η λέξη «χλεμπονιάρης». Στην οικογένειά μου δεν τη λέγαμε, πρέπει να την άκουσα αργότερα. Την βρήκα αρκετές φορές στα γραφτά του Τσιφόρου, που συχνά χαρακτηρίζει «χλεμπονιάρη» κάποιον. Χλεμπονιάρης είναι ο κιτρινιάρης.

Κοίταζα τις προάλλες το slang.gr, το γνωστό και πολύ ενδιαφέρον διαδικτυακό λεξικό της ελληνικής αργκό, και είδα στο λήμμα «χλεμπονιάρης» να αναφέρεται ως πιθανή κάποια σχέση με τη λέξη «χλεμπ», όπως λέγεται το ψωμί σε διάφορες σλαβικές γλώσσες.

хлеб / χλιέμπ … είναι το ψωμί στα ρώσικα και γενικά σε πολλές σλαβικές γλώσσες.

Αυτός που πεινάει, ο πεινασμένος, όντας αδύνατος, αδύναμος και γενικά κιτρινισμένος και σε κακή εμφανισιακή κατάσταση, το πρώτο πράγμα που ζητάει είναι хлеб / χλιέμπ /ψωμί.

Αν υπάρχει σλάβικη επιρροή στη λέξη «χλεμπονιάρης», τότε αυτολεξεί σημαίνει ο «ψωμάς», αλλά με την έννοια του πεινασμένου που ζητάει συνεχώς ψωμί και εμφανισιακά είναι χάλια.

Στα σχόλια, κάποιος αναφέρει: Εικάζεται ότι γεννήθηκε από την μεταφορά Σέρβων στρατιωτών αλλά και πολιτών στην Κέρκυρα το 1916 μετά την ήττα της Σερβίας για την ανασύνταξη των δυνάμεων τους και καθώς φαίνεται την εγκατάλειψη τους εκεί. Ψάξτο...

«Νατσουλισμός μου φαίνεται αυτό», μου έγραψε ένας από τους συντελεστές του slang.gr που είναι και φίλος του ιστολογίου. Θυμίζω ότι στην ιδιόλεκτο του ιστολογίου χαρακτηρίζουμε «νατσουλισμό» τις εξωφρενικές εξηγήσεις που ανάγουν τη γέννηση μιας φράσης (ή και μιας λέξης) σε κάποιο ιστορικό γεγονός.

kerkserbΨάχνοντας στο Διαδίκτυο είδα να εμφανίζεται κάμποσες φορές η άποψη για τη γέννηση της λέξης «χλεμπονιάρης» από το «χλεμπ» των Σέρβων που κατέφυγαν στην Κέρκυρα το 1916, για παράδειγμα σε εργασία μαθητών του 4ου Λυκείου Κέρκυρας, με θέμα ακριβώς την παρουσία των Σέρβων στην Κέρκυρα. Εκεί, στη διαφάνεια αριθ. 40, που την αναπαράγω εδώ αριστερά, διαβάζουμε: «Ακόμη στην Κέρκυρα υπάρχει η λέξη χλεμπονιάρης, που σημαίνει τον αδύναμο και πεινασμένο άνθρωπο από τη σέρβικη λέξη που σημαίνει ψωμί (хлеб) και την οποία άκουγαν συχνά από τα στόματα των Σέρβων στρατιωτών».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Α' παγκόσμιος πόλεμος, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 145 Σχόλια »

Ο θεϊκός καρπός

Posted by sarant στο 29 Αυγούστου, 2016

Το σημερινό άρθρο εκπληρώνει μια περυσινήν υπόσχεση. Πέρυσι τον Αύγουστο, παρουσιάζοντας το χρονογράφημα του Βάρναλη «Το σαββατιανό σταφύλι«, έγραφα: Στο ιστολόγιο έχουμε ανεβάσει πολλά άρθρα για διάφορα οπωρικά, λείπει όμως ένα άρθρο για το σταφύλι γενικώς. Έχουμε όμως δημοσιεύσει άρθρο για τη σταφίδα, καθώς και για τα φρασεολογικά του αμπελιού. Οπότε, ας συμπληρωθεί η τριάδα με το σαββατιανό και με μιαν άλλη ευκαιρία θα δημοσιεύσουμε και το γενικό άρθρο.

800px-Grapes Η άλλη ευκαιρία ήρθε τώρα, οπότε το σημερινό άρθρο, που αποτελεί αναδημοσίευση του αντίστοιχου κεφαλαίου από το βιβλίο μου «Οπωροφόρες λέξεις«, είναι αφιερωμένο σε αυτόν τον θεϊκό καρπό.

Καρπός πανάρχαιος και πολύτιμος το σταφύλι, βρίσκεται μαζί μας από τη Νεολιθική εποχή. Ολόκληρο βιβλίο θα μπορούσαμε να γράψουμε· για να μην πάρει μεγάλη έκταση το άρθρο δεν θα επεκταθούμε καθόλου στο κρασί (για το οποίο μπορεί να γραφτεί άλλο βιβλίο!) και θα κάνουμε την σχεδόν ιερόσυλη επιλογή να αντιμετωπίσουμε τα σταφύλια σαν ένα φρούτο όπως όλα τα άλλα, ενώ δεν είναι.

Οι αρχαιολόγοι μάς λένε ότι οι άνθρωποι για πολλούς αιώνες κατανάλωναν σταφύλια, αρχικώς άγρια και μετά καλλιεργημένα, χωρίς να έχουν μάθει να φτιάχνουν κρασί. Οι αρχαίοι συνήθως θεωρούσαν ότι ο Διόνυσος εισήγαγε την άμπελο στην Ελλάδα και τούς έμαθε την τέχνη της οινοποιίας και προς τιμή του τελούσαν τα Διονύσια σε πολλές περιοχές. Στον Όμηρο η αμπελουργία ακμάζει, όπως μαρτυρούν επίθετα σαν το «πολυστάφυλος» και το «αμπελόεσσα» για μέρη κατάφυτα από αμπέλια. Αν και όχι από την αρχή, κάποια διαφοροποίηση των ποικιλιών σε επιτραπέζια σταφύλια και σταφύλια προς οινοποίηση υπήρχε ήδη από την αρχαιότητα. Τα νωπά σταφύλια οι αρχαίοι τα διατηρούσαν περισσότερο χρόνο μέσα σε κρασί. Φυσικά, τα ξέραιναν κιόλας –αλλά στη σταφίδα έχουμε αφιερώσει ειδικό άρθρο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Παροιμίες, Φρασεολογικά, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , | 198 Σχόλια »

Τα φρούτα, οι καρποί, τα πωρικά, τα γεμίσια ξανά

Posted by sarant στο 24 Ιουνίου, 2016

Το σημερινό άρθρο είναι επανάληψη ενός παλιότερου, φυσικά ξανακοιταγμένη και αισθητά επαυξημένη αλλά πάντως επανάληψη. Σας έχω προειδοποιήσει κιόλας ότι ολόκληρη τη θερινή περίοδο θα έχουμε αρκετές επαναλήψεις. Τουλάχιστον έρχεται σε ταιριαστή εποχή, μιας και ο Μαϊούνης που τελειώνει είναι η περίοδος της αποθέωσης των οπωρικών, ίσως περισσότερο και από το καθαυτό καλοκαίρι που αρχίζει.

Φυσικά, σήμερα οποιοδήποτε λεξιλογικό άρθρο φαντάζει ανεπίκαιρο αφού κυριαρχεί στην επικαιρότητα ο σεισμός του Μπρέξιτ, που ομολογώ πως δεν τον είχα προβλέψει. Έχουμε πάντως ειδικό άρθρο για να βάζετε εκεί τα σχόλιά σας.

Το ιστολόγιο έχει παρουσιάσει άρθρα αφιερωμένα σχεδόν σε όλα τα φρούτα, όμως σήμερα θα μιλήσουμε για τα φρούτα γενικώς και όχι ειδικά για κάποιο ή κάποια από αυτά.

Και λογικό είναι να ξεκινήσουμε την περιδιάβασή μας από την ίδια τη λέξη, φρούτο. Η λέξη βέβαια δεν είναι αναντάμ μπαμπαντάμ ελληνική, είναι δάνειο από τα ιταλικά, με την αρχή της στο λατινικό fructus, που σημαίνει τον καρπό αλλά και το όφελος, το έσοδο. Η λατινική λέξη πέρασε στις ρωμανικές και στις γερμανικές νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, ενώ από τα ιταλικά πέρασε και στα ελληνικά, αν και διατηρείται σε χρήση και η αυτόχθονη «οπώρα» που χρησιμοποιείται συνήθως σε λόγια σύνθετα, σαν το οπωροπωλείο ή τα οπωροκηπευτικά, αλλά έχει δώσει και τα δημοτικότερα οπωρικά ή και πωρικά.

Η οπώρα, πρέπει να πούμε, αρχικά σήμαινε στον Όμηρο την εποχή από τα τέλη Ιουλίου στα τέλη Σεπτεμβρίου (από εκεί και το φθινόπωρο που ακολουθεί), και στη συνέχεια τους καρπούς εκείνης της εποχής, παναπεί σύκα και σταφύλια κυρίως, και μετά όλους τους καρπούς. Πάντως, οι αρχαίοι για τους καρπούς όλων των δέντρων είχαν και τη λέξη ακρόδρυα, που όμως αργότερα έμεινε να εννοεί μόνο τους καρπούς που έχουν κέλυφος ξυλώδες, δηλαδή λίγο-πολύ τους ξηρούς καρπούς. Βέβαια, στον Πωρικολόγο, ένα βυζαντινό σύντομο λαϊκό σατιρικό έργο που προσωποποιεί όλα τα οπωρικά, βρίσκω να συμμετέχουν και οι ξηροί καρποί στο πανηγύρι, έστω και σαν ξεχωριστή ομάδα, όπως άλλωστε και τα ζαρζαβατικά. Να πω ότι ο Πωρικολόγος, γραμμένος τον 13ο ή τον 14ο αιώνα, δεν περιέχει τη λέξη «φρούτο» επειδή προφανώς δεν είχε ακόμα μπει στη γλώσσα μας.

Πότε όμως μπήκε στην ελληνική γλώσσα η λέξη «φρούτο»; Επειδή τα γλωσσικά ληξιαρχεία της ελληνικής δεν δουλεύουν καλά, θα δυσκολευτούμε να απαντήσουμε. Ο Μπαμπινιώτης δεν τη χρονολογεί στο λεξικό του· ως γνωστόν, χρονολογεί σχεδόν μόνο τις λέξεις που έχει συμπεριλάβει στη Συναγωγή του ο Κουμανούδης. Πάντως, τη λέξη φρούτα δεν τη βρίσκω στο TLG, ούτε και στον Δουκάγγιο (έκδοση 1678), αλλά τη βρίσκω στο Σομαβέρα (έκδοση 1709)· δεν θα τολμήσω βέβαια να συμπεράνω πως η λέξη μπήκε στη γλώσσα μας ανάμεσα στο 1678 και στο 1709 (που θα σήμαινε ότι την έφεραν στον Μοριά οι Βενετοί όταν τον κατέκτησαν το 1687)· εξίσου πιθανό είναι να υπήρχε και να μην την κατέγραψε ο Δουκάγγιος (ή να έψαξα απρόσεχτα εγώ).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επαναλήψεις, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , , | 94 Σχόλια »

Ο κατάφρακτος καρπός

Posted by sarant στο 12 Νοεμβρίου, 2015

Ένας καρπός που δεν λείπει από το σπίτι την εποχή αυτή, είναι τα καρύδια, καθώς βρίσκονται στην εποχή τους, ξερά μεν φρέσκα δε -πριν από κανα μήνα έβρισκες χλωρά, βρεμένα, αλλά αυτά δεν κρατάνε πολύ. Μ΄ένα μαχαίρι πλατύ στην κόψη τα ανοίγω από πίσω σε δυο μισά, που είτε με το καλό είτε με το ζόρι παραδίνουν την ψίχα τους. Οπότε, ταιριάζει, λέω, να ανεβάσω πάλι ένα παλιότερο άρθρο μου, που έχει επίσης συμπεριληφθεί στο βιβλίο μου Οπωροφόρες λέξεις.

walnutΣτον Πωρικολόγο, το υστεροβυζαντινό σατιρικό ποίημα όπου προσωποποιούνται τα φρούτα, οι ξηροί καρποί παρουσιάζονται σε δεύτερη μοίρα, ως σωματοφύλακες (βάραγγοι) των αρχόντων: ο Καρύδιος, ο Κάστανος και ο Λεπτοκάρυος και άλλοι.

Οι Βάραγγοι, να πούμε για την ιστορία, ήταν Ρως και σκανδιναβοί μισθοφόροι (αργότερα και αγγλοσάξονες), που συγκροτήθηκαν σε σώμα από τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο και σταδιακά αποτέλεσαν το πιο επίλεκτο τμήμα της αυτοκρατορικής φρουράς στο Βυζάντιο από τον 11ο αιώνα και μετά, πιο αξιόπιστο από τους ντόπιους οι οποίοι ήταν επιρρεπείς σε πραξικοπήματα. Δεν αποκλείεται ο ανώνυμος συγγραφέας του Πωρικολόγου να διαλέγει αυτή την παρομοίωση επειδή οι ξηροί καρποί έχουν κι αυτοί πανοπλία, το κέλυφός τους, άρα δίνουν την εντύπωση του πολεμιστή. Και ο επικεφαλής αυτής της φρουράς, που αποτελεί μια ξεχωριστή οικογένεια μέσα στον κόσμο των οπωρικών, δεν είναι άλλος από το καρύδι.

Και λεξιλογικά αν το σκεφτούμε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα καρύδια είναι ο κατεξοχήν ξηρός καρπός, αν σκεφτούμε ότι οι αρχαίοι τους ξηρούς καρπούς τους αποκαλούσαν «κάρυα», περίπου όπως τις οπώρες τις έλεγαν «μήλα». Πάντα τα ακρόδρυα κάρυα λέγουσιν, επισημαίνει ο Αθήναιος. Τα καρύδια τα έλεγαν σκέτα κάρυα όταν δεν υπήρχε περιθώριο για σύγχυση αλλά και Περσικά κάρυα ή βασιλικά κάρυα, δηλαδή προερχόμενα από τον βασιλιά της Περσίας. Η ανάμνηση του βασιλιά μένει και στην επιστημονική ονομασία της καρυδιάς που είναι Juglans regia, δηλαδή βασιλική.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , | 140 Σχόλια »

Ρεβίθι χωρίς κουκί

Posted by sarant στο 9 Οκτωβρίου, 2013

ρεβιDSCN1023Θυμάμαι πριν από κάμποσα χρόνια, τότε που είχα κι εγώ μικρά παιδιά και πρόσεχα και τα άλλα, ένα πιτσιρίκι είχε ρωτήσει τη μητέρα του γιατί στο γνωστό παιδικό τραγούδι το κουκί και το ρεβίθι εμαλώσανε στη βρύση. «Ποιο θα πιει πρώτο νερό», απάντησε η μητέρα, μια απάντηση πρακτική και όχι εντελώς άστοχη. Όσοι γεννήθηκαν σε σπίτια με τρεχούμενο νερό, δεν έχουν μνήμες από την καθημερινή διαδρομή με τη στάμνα στη βρύση, όπου, πέρα από τη συζήτηση και την αλληλοενημέρωση, υπήρχαν και οι αναπόφευκτες προστριβές για τη σειρά, μια και το γέμισμα της στάμνας βαστούσε πολλή ώρα κι έτσι κι αλλιώς δεν είναι σωστό να σου φάει η άλλη τη σειρά (το κουβάλημα του νερού ήταν γυναικεία δουλειά· άλλωστε, οι περισσότερες ήταν).

Εμείς για τις ανάγκες του άρθρου μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κουκί και το ρεβίθι διαπληκτίστηκαν για το ποιο από τα δυο θα αποτελέσει το αντικείμενο του σημερινού άρθρου. Αν και σπανιότερο στη καθημερινότητά μας, το κουκί είναι ασύγκριτα πιο ενδιαφέρον από γλωσσική-λαογραφική άποψη· όμως έχουμε ήδη αναφερθεί σε παλιότερα άρθρα μας σε μερικά από τα γλωσσικά του κουκιού, οπότε τελικά ο κλήρος έπεσε στο ρεβίθι.

Το ρεβίθι προέρχεται από το αρχαίο ερέβινθος, που δήλωνε και το φυτό και τον καρπό, και το επίθημα -νθος πάντα μας κάνει να σκεφτόμαστε δάνειο από κάποια μεσογειακή γλώσσα, και από το ερεβίνθιον προέκυψε το ρεβίνθιον και ρεβίθιον και ροβίθιον στα μεσαιωνικά χρόνια. Τον τύπο ροβίθι που ήταν πολύ διαδεδομένος παλιότερα, ο Χατζιδάκις τον είχε εξηγήσει από την παρετυμολογική επίδρ. της λέξης «ρόβι» (άλλο όσπριο αυτό), αλλά ο Θ. Μωυσιάδης (και πιο πριν ο Φιλήντας) από την επίδρ. του χειλικού. Σε κάθε περίπτωση, δεν έχει βάση η παλιότερη ορθογραφία ρεβύθι, που διατηρείται ακόμα. (Στην περίπτωση της *μπύρας, το αδικαιολόγητο ύψιλον εξηγήθηκε με την αναλογία του «ζύθος»· εδώ, δεν ξέρω πώς ξεφύτρωσε).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 137 Σχόλια »

Οι κυρίες που φοράνε μελιτζανιά

Posted by sarant στο 21 Ιανουαρίου, 2013

800px-Variétés_d'aubergines

Οι παλιότεροι φίλοι του ιστολογίου θα θυμούνται ότι δημοσίευα κατά καιρούς άρθρα για τα φρούτα, που τώρα μάλλον ολοκληρώθηκαν (και αν όλα πάνε καλά ίσως τα δούμε στο κοντινό μέλλον και σε μορφή βιβλίου, παρά την άγονη συγκυρία). Στη συνέχεια, όπως ήταν φυσικό, πέρασα στα λαχανικά, και ήδη έχουμε γράψει εδώ άρθρα για τη ντομάτα, το αγγούρι, την πατάτα και τα πράσα (που πρέπει να είναι και το τελευταίο), οπότε συνεχίζω με ένα ακόμα λαχανικό, που έχει μεγάλο γλωσσικό και ετυμολογικό ενδιαφέρον, αν και δεν έχει μεγάλη παρουσία στη φρασεολογία μας και στην ποίηση· αυτό το τελευταίο, η απουσία δηλαδή από την ποίηση, είναι γενικό πρόβλημα των ζαρζαβατικών, σε αντίθεση με τα φρούτα για τα οποία οι ποιητές έχουν γράψει πάμπολλα ποιήματα, ίσως επειδή τα λαχανικά παραέχουν συνάφεια με την κουζίνα, και η μυρωδιά του τηγανόλαδου διώχνει μακριά τους ποιητές, κι έτσι δεν ξέρω να έχει γραφτεί τίποτα (έξω από σατιρικά) για τις μελιτζάνες, ούτε άλλωστε για τις ντομάτες ή τις πατάτες.

Αναφέρω μαζί μελιτζάνες, ντομάτες και πατάτες, επειδή συνυπάρχουν και σε τόσα φαγητά, αλλά τα τρία αυτά φυτά έχουν και βοτανολογική συγγένεια, και μάλιστα στενή συγγένεια, μια και ανήκουν και τα τρία όχι απλώς στην ίδια οικογένεια, τα στρυχνοειδή ή σολανίδες (Solanaceae στα λατινικά που ακόμα χρησιμοποιούνται στην επίσημη ορολογία) αλλά και στο ίδιο γένος, που ονομάζεται Στρύχνος ή Στρύχνο ή σολανό (Solanum). Στρύχνος ο κονδυλόριζος (Solanum tuberosum) είναι η πατάτα, στρύχνον το λυκοπερσικόν η ντομάτα, Στρύχνον η μελιτζάνα (Solanum melongena) είναι το φυτό που θα μας απασχολήσει σήμερα. Τα τρία αυτά αδερφάκια έχουν κι ένα πασίγνωστο ξαδερφάκι, που ανήκει στην ίδια οικογένεια, τα στρυχνοειδή, αλλά σε άλλο γένος: τη νικοτιανή, δηλ. τον καπνό. Στο ίδιο γένος ανήκει και το φυτό από το οποίο εξάγεται η στρυχνίνη, το δηλητήριο. Όλα τα φυτά της οικογένειας αυτής περιέχουν στα φύλλα ή στα σαρκώδη μέρη τους σε μικρές ή μεγάλες ποσότητες σολανίνη, που είναι δραστικό τοξικό συστατικό, και άλλωστε κάμποσα από αυτά είναι δηλητηριώδη σε χλωρή κατάσταση ή φαρμακευτικά.

Ντομάτα και μελιτζάνα είναι αναπόσπαστα στοιχεία της μεσογειακής κουζίνας, όμως δεν είναι αυτόχθονα φυτά· οι ντομάτες ήρθαν από τον Νέο Κόσμο, αλλά οι μελιτζάνες από την Ινδία. Ινδική είναι και η αρχή του ονόματός της, από το ινδικό vatin ganah που σύμφωνα με ορισμένες πηγές σημαίνει «το φυτό που θεραπεύει τα αέρια». Από τα ινδικά πάμε στo περσικό bādingān بادنجان, και από εκεί στο αραβικό (al-)bāḏinjān باذنجان.‎ Αυτά τα έχω δανειστεί από την αγγλική Βικιπαίδεια, που τα έχει πάρει από το έγκυρο OED. Το αραβικό μπαντιντζάν είναι και η εστία για την περαιτέρω εξακτίνωση της λέξης στις ευρωπαϊκές γλώσσες. Η διάδοση ακολούθησε δύο δρόμους. Ο πρώτος, που μας ενδιαφέρει και περισσότερο, περνάει από το Βυζάντιο. Το φυτό φτάνει στα μέρη μας γύρω στον 11ο αιώνα, και αρχικά αναφέρεται με διάφορες παραλλαγές: ματιτάνιον, μαζιζάνιον, μανζιζάνιον, ματζιτζάνιν (έτσι στον Πτωχοπρόδρομο), μαζάνα, ματζάνα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γιουτουμπάκια, Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: , , , , , | 192 Σχόλια »