Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Αθηναιογραφία’ Category

Η γλωσσική ταλαιπωρία του Γουδιού και των κατοίκων του (άρθρο του Ανδρέα Δενεζάκη)

Posted by sarant στο 20 Μαΐου, 2024

Με το Γουδί, που κάποιοι θεώρησαν ότι πρέπει να γράφεται Γουδή, έχουμε ασχοληθεί πριν από χρόνια. To παλιό εκείνο άρθρο θα ήθελε ξαναγράψιμο, επειδή στα σχόλια έγιναν  καίριες  παρεμβάσεις, από τον φίλο μας τον  Spiridione και από άλλους. Μάλιστα, σε μεταγενέστερο σχόλιο, το 2020 (εδώ) ο Spiridione έβαλε ορισμένα εύστοχα ζητήματα, που όμως δεν αξιώθηκα να αξιοποιήσω.

Τη δουλειά που δεν έκανα εγώ την έκανε, στο πολλαπλάσιο, ο φίλος μας ο Ανδρέας ο Κουπονιώτης (έτσι σχολιάζει εδώ) ο οποίος όχι μόνο συγκέντρωσε άφθονα καίρια στοιχεία ύστερα από πολυετή έρευνα, αλλά και υλοποίησε κάτι που έγραψα στα σχόλια του παλιού άρθρου, ότι πρέπει να ξεκινήσουμε εκστρατεία για να επανέλθει και επίσημα η ονομασία «Γουδί». 

Το εκτενέστατο άρθρο του Ανδρέα δημοσιεύτηκε στις αρχές του μήνα. Εδώ το αναδημοσιεύω κάπως συντομευμένο. Έμαθα κι εγώ πολλά από το άρθρο του Ανδρέα. Ενδιαφέρουσα βρίσκω την αλλαγή στάσης του καθηγητή Μπαμπινιώτη ο οποίος ενώ στην τελευταία έκδοση του μεγάλου λεξικού του (2019) ακόμα τάσσεται υπέρ της  ονομασίας «Γουδή» (στην καθιέρωση της οποίας πιθανώς να έπαιξε ρόλο) στη νεότερη έκδοση του λεξικού των  κυρίων ονομάτων (2022) μεταστρέφεται υπέρ του τύπου «Γουδί».

Ο ανύπαρκτος «κύριος Γουδής» — και η γλωσσική ταλαιπωρία του Γουδιού και των κατοίκων του

Είκοσι χρόνια μετά την σχετική απόφαση του Δήμου της Αθήνας, η «ανορθόγραφη» και ανιστόρητη «αποκατάσταση» της ορθογραφίας του ονόματος της περιοχής, εξακολουθεί να προσπαθεί να επιβληθεί με γραφειοκρατικό τρόπο, αλλά, ευτυχώς, δεν έχει περάσει στη συνείδηση των κατοίκων. .. Κανένας, ή έστω ελάχιστοι, μένουν σήμερα στου Γουδή. Οι χιλιάδες κάτοικοί του εξακολουθούν να μένουν στο Γουδί.

Στη Συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας, στις 3 του Μάη 2004, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι συζητούν και αποφασίζουν, ομόφωνα, αποδεχόμενοι την «διόρθωση» που πρότεινε η Κα Βασιλική Καραγιάννη, ως σωστή, την ορθογραφία του τοπωνύμιου από το «γλωσσολογικά απαράδεκτο» που «δεικνύει ιστορική άγνοια και βαρύτατη έλλειψη γλωσσικής ευαισθησίας» Γουδί, στο «σωστό» ΓΟΥΔΗ. Αποφάσισαν, λοιπόν, την ενημέρωση των υπηρεσιών οδοποιίας και ΟΑΣΑ για να «διορθώσουν» την ορθογραφία του παραπάνω τοπωνυμίου και επίσης έκανε δεκτή την πρόταση του προέδρου του ΟΝΑ (Οργανισμός Νεολαίας και Άθλησης) να αγοραστεί το αρχείο της οικογένειας Γουδή προκειμένου να εμπλουτιστεί το αρχείο του Πολιτισμικού Οργανισμού.

Στις 28 του Ιούνη 2004, η τότε Δήμαρχος Ντόρα Μπακογιάννη ζητά από το ΔΣ να πάρει Απόφαση για το τοπωνύμιο Γουδή. Το Δημοτικό Συμβούλιο με ομόφωνη απόφαση εγκρίνει την «ορθή γραφή» του τοπωνυμίου «Γουδή» που με την πάροδο των ετών παρεφθάρη σε «Γουδί».

Αργότερα, στο ΦΕΚ αρ. 35/29 Φεβρουαρίου 2008, δημοσιεύεται το Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο Το τοπωνύμιο Γουδί του Δήμου Αθηναίων μετονομάζεται «Γουδή».

Ο αγώνας της Κας Καραγιάννη δικαιώθηκε. «Αποκαταστάθηκε» το όνομα της οικογένειας Γουδή και μαζί με αυτό «αποκαταστάθηκε» και η Ιστορία της περιοχής…

Είναι όμως έτσι;

 Η επιχειρηματολογία της Κας Καραγιάννη, έτσι όπως κατατέθηκε στο Δήμο της  Αθήνας, συνοψίζεται στα εξής:

Α) Είναι παλαιά ονομασία της περιοχής και επώνυμο της ερειπωμένης εκκλησίας της Παναγίας ΓΟΥΔΗ με αναφορά στα κτήματα της μεσαιωνικής οικογένειας ΓΟΥΔΗ.

Β) Το τοπωνύμιο ΓΟΥΔΗ   οφείλει την ονομασία του στην ιστορική οικογένεια των ΓΟΥΔΗ από τις Σπέτσες με την μεγάλη συνεισφορά τους στον αγώνα της Ελλάδας το 1821. Σε αναγνώριση της προσφοράς τους η Πατρίδα τούς αντάμειψε με την παραχώρηση της έκτασης που φέρει το όνομά τους.

Γ) Με την πάροδο των ετών, η λέξη ΓΟΥΔΗ παρεφθάρη σε γουδί, λέξη που παραπέμπει στο αρχαίο “ιγδίον” = το σκεύος του φαγητού, και έτσι δημιουργούνται τα απαράδεκτα γλωσσικά λάθη για το τοπωνύμιο ΓΟΥΔΗ (π.χ. το γουδί το γουδοχέρι, του γουδιού, του γουδίου).

Και καταλήγει:

Ο σεβασμός προς την Ιστορία απαιτεί την αποκατάσταση του ονόματος της οικογένειας ΓΟΥΔΗ. Τα τοπωνύμια της πόλης είναι μνημεία της Πόλης. 

Στη Συνεδρίαση της 3ης Μάη 2004, του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας η Κα Βαλσαμάκη, εκτός ημερήσιας διάταξης, εισηγείται «Σχετικά με την γλωσσολογική έρευνα για την ετυμολογία και την σωστή ορθογραφία του τοπωνυμίου ΓΟΥΔΗ»[1]:

«ΒΑΛΣΑΜΑΚΗ: Επίσης, ένα τελείως διαφορετικό θέμα, κύριε Πρόεδρε, είναι το εξής.

Η περιοχή που είναι σε όλους γνωστή ως περιοχή Γουδί οφείλει το όνομά της στην παλαιά μεσαιωνική (εδώ μάλλον εννοεί το βυζαντινό εκκλησάκι της Παναγιάς) πιθανόν της οικογένειας Γουδή, με «η» δηλαδή στο τέλος. Με την πάροδο των ετών παρεφθάρη η γραφή της Γουδή σε Γουδί. Το Γουδί του Γουδιού παραπέμπει στο αρχαίο ιγδύον, δηλαδή το μαγειρικό σκεύος. Επειδή, λοιπόν, αυτό αποτελεί λάθος, νομίζω ότι θα πρέπει η Διεύθυνση Οδοποιίας και ειδικότερα η σχετική επιτροπή να κάνει τη σχετική διόρθωση και να ενημερωθούν όλοι μεταξύ αυτών και τα λεωφορεία του ΟΑΣΑ…»

Εκείνη η επιφύλαξη, (το «πιθανόν») που αφορά την ιδιοκτησία της οικογένειας Γουδή γρήγορα εξανεμίζεται και γίνεται βεβαιότητα που δεν χρειάζεται καμιά απόδειξη…

Το πρώτο επιχείρημα…

Όμως Γουδής, μεγαλοκτηματίας Γουδής, μεσαιωνική οικογένεια Γουδή, Αριστοκρατική οικογένεια, πλούσια αστική ή αγροτική οικογένεια με αυτό το όνομα πριν, από και κατά τα χρόνια της Φραγκοκρατίας στην Αττική (1205 – 1456) ή στα χρόνια της τουρκοκρατίας (1456 – 1833) δεν έχει καταγραφεί από κανέναν ιστορικό, δεν υπάρχει σε κανένα έγγραφο της εποχής…

Ο Δημήτριος Καμπούρογλου στην Ιστορία των Αθηναίων (τρεις τόμοι) και στα Μνημεία των Αθηναίων (τρεις τόμοι), Αθήνα 1889 – 1896, που πραγματεύεται την περίοδο της Τουρκοκρατίας, αναφέρει δεκάδες ονόματα παλιών οικογενειών, Προεστούς, Δημογέροντες, παπάδες, ιστορικές φαμίλιες (Χαλκοκονδύλοι, Παλαιολόγοι, Μπενιζέλοι, Περουλοί, Λίσμπονοι, Καββαλαροί, Καπετανακαίοι, Ταρωνίτες, Γάσπαροι, Μπεναλδοί, Γερανοί κλπ), εκατοντάδες  ονόματα οικονομικά ευκατάστατων και άλλων οικογενειών που κάνουν αγοραπωλησίες σπιτιών, αγροτικών εκτάσεων κλπ. Δεν υπάρχει καταγραμμένος κανένας Γουδής σε όλη την έκταση της Αττικής.

Το ίδιο στο «Αι Αθήναι στα τέλη τους Δωδεκάτου Αιώνος» του Σπύρου Λάμπρου, Αθήνα 1878.

Στα «Γενεαλογικά Μελετήματα – Το Αθηναϊκόν Αρχοντολόγιον και ο Βυζαντινισμός εν Αθήναις» του Κωνστ. Χριστομάνου, Αθήνα 1887.

Στην «Ιστορία της Πόλεως των Αθηνών Κατά τους Μέσους Αιώνας – Από του Ιουστινιανού μέχρι της υπό των Τούρκων κατακτήσεως », του Φερδινάνδου Γρηγοροβίου, με Διορθώσεις και Προσθήκες του Σπυρίδωνος Λάμπρου, Αθήνα 1904.

Και σε δεκάδες άλλους ιστορικούς, ερευνητές και συγγραφείς που ασχολήθηκαν με αυτές τις ιστορικές περιόδους (Βυζάντιο, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία)  της Αθήνας (Βηλαράς, Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Ουίλιαμ Μίλλερ, Γ. Λαμπάκης, Ορλάνδος, Νερούτσος, σύγχρονες μεταπτυχιακές εργασίες γύρω από την ιδιοκτησία της γης της Αττικής κλπ.) πουθενά δεν υπάρχει το όνομα Γουδής.

Για τον απλό λόγο ότι κύριος Γουδής που να είχε σχέση με κτήματα και περιουσίες στην Αττική μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, δεν υπήρξε ποτέ. Ο κ. Γουδής είναι ανύπαρκτος…

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Αναδημοσιεύσεις, Ευπρεπισμός, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , , , | 88 Σχόλια »

Δημήτρης Φύσσας (1956-2024)

Posted by sarant στο 23 Φεβρουαρίου, 2024

Δεύτερο άρθρο σήμερα, αλλά όχι για καλό. Με μαύρη καρδιά αναδημοσιεύω ένα σχόλιο που έγραψα στο Φέισμπουκ, για τον αδόκητο θάνατο του παλιού φίλου Δημήτρη Φύσσα, που πέθανε στον ύπνο του από ανακοπή χτες το βράδυ. Να προσθέσω ότι ο Δημήτρης περιστασιακά σχολίαζε και στο ιστολόγιο, αν και αρκετά από τα σχόλιά του τα υπέγραφε με το χρηστώνυμο Athinaika, αν θυμάμαι καλά. Η  Αθήνα άλλωστε ήταν από τα πάθη του, και όχι μόνο η γειτονιά του (Κυπριάδου) αλλά όλη η πόλη. Ένα από τα παλιά άρθρα του ιστολογίου, το 2012, είναι μια συζήτηση που είχαμε κάνει στην εκπομπή που είχε τότε στην Αθενς Βόις. Δυστυχώς, το ηχητικό δεν  λειτουργεί πια. Επίσης, έχουμε παρουσιάσει στο ιστολόγιο το καταπληκτικό του βιβλίο για τα Σινεμά της Αθήνας.

Στο Φέισμπουκ έγραψα το εξής:

Με βαθύτατη θλίψη έμαθα σήμερα το πρωί τον ξαφνικό θάνατο (από ανακοπή, την ώρα που κοιμόταν) του συγγραφέα Δημήτρη Φύσσα (1956-2024). Τον ήξερα από τα φοιτητικά μας χρόνια, όταν ήταν ο αγαθός γίγαντας της ΚΝΕ στη Φιλοσοφική. Μετά έγινε επαγγελματίας γραφιάς, ένας από τους καλύτερους αθηναιογράφους μας. Πολιτικά δεν συμφωνούσαμε πια, αλλά μας ένωνε, πέρα από το κοινό παρελθόν, η στάση μας στο γλωσσικό, μια και ήταν κι εκείνος μαχητικός αντίπαλος των ελληνοκεντρικών μύθων για τη γλώσσα αλλά και της νεοκαθαρεύουσας. Και ο Παναθηναϊκός βέβαια μας ένωνε, αν και ο Δημήτρης ήταν πολύ πιο μπασμένος από μένα -σε κάποιες εκλογές μάλιστα, το 12 ή το 15 δεν θυμάμαι, τον είχα πετύχει στον δρόμο τη μέρα των εκλογών και μου είχε πει πως είχε ψηφίσει Παναθηναϊκό Κίνημα.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Εις μνήμην | Με ετικέτα: , , | 48 Σχόλια »

Οι τρεις λούστροι της πλατείας Λαυρίου (διήγημα του Gpointofview)

Posted by sarant στο 4 Φεβρουαρίου, 2024

Πολλές φορές έχουμε δημοσιεύσει στο ιστολόγιο διηγήματα και άλλα λογοτεχνικά κείμενα του φίλου μας του Τζι. Το τελευταίο ήταν τα Χριστούγεννα κι εκεί θα βρείτε λινκ προς τα προηγούμενα.

Η σημερινή δημοσίευση έχει και ετυμολογικό-γλωσσικό ενδιαφέρον. Ο Τζι παίζει, ήδη από τον τίτλο και από το μότο,  με τη φράση «τρεις λούστροι» και το tre lustri που ακούγεται στην αγαπημένη του όπερα, τον Χορό  μεταμφιεσμένων του Βέρντι. Στα  ιταλικά, tre lustri θα πει «τρεις πενταετίες», lustro είναι η πενταετία. Είναι όμως  και το λούστρο, η λάμψη. Εμείς πήραμε από τους Ιταλούς το lustro και κάναμε το λούστρο, τον λούστρο, το λουστρίνι, το λουστράρω κτλ. 

Την ομοηχία του ιταλ. lustro την είχα κι εγώ προσέξει, αλλά δεν την είχα ερευνήσει. Κοιτάζω τώρα και βλέπω ότι αρχικά lustrum σήμαινε «κάθαρση». Στην αρχαία Ρώμη υπήρχε το έθιμο μιας καθαρτήριας θυσίας που γινόταν  μια φορά κάθε πέντε χρόνια, οπότε από εκεί lustrum ονομάστηκε το διάστημα της  πενταετίας (και κατ΄ επέκταση, στα ιταλικά πια, lustro η πενταετία και γενικά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα). Αυτό το lustrum συνδεόταν ετυμολογικά με το lustrare που σήμαινε «λάμπω» (ιδίως για τα ουράνια σώματα).

Οι τρεις λούστροι της Πλατείας Λαυρίου (και το Κασελάκι τους)

(*)Son servo del conte, son suo marinaro: la morte per esso più volte ho sfidato; tre lustri son corsi del                                                     vivere amaro, tre lustri che nulla s’ è fatto per me. (από την όπερα του Verdi, Un ballo in Maschera )

Η πλατεία Λαυρίου είναι μια θεωρητική πλατεία, είναι απλά μια μικρή λωρίδα κατά μήκος της Γ’ Σεπτεμβρίου, παράλληλη με τον δρόμο μεταξύ των οδών Βερανζέρου και Χαλκοκονδύλη. Στην απέναντι πλευρά από την πλατεία ήταν η αφετηρία δυο λεωφορείων για την Κυψέλη (Ανω και Νέα) δημιουργώντας μια μικρή πιάτσα για τρεις λούστρους σε εποχές που το επάγγελμα ήταν ακόμα σε ζήτηση, λίγα χρόνια μετά την μεταπολίτευση.

Παλιά ήτανε πιο πολλοί, μα λίγο-λίγο κυκλοφορούσανε τα αθλητικά (ελβιέλες τα λέγανε τότε) και η αδιαφορία για το καλογυαλισμένο παπούτσι. Οι μη πιστοί, οι ευκαιριακοί του επαγγέλματος, αποχωρήσανε γι’ άλλα μεροκάματα. Μερικοί όμως ήτανε γεννημένοι λούστροι, δεν θάκαναν ποτέ άλλη δουλειά. Τούτος εδώ. με τα μαλλιά μεταξύ ξανθού και γκρίζου και τη μπλε φόρμα, δίπλα στο γεράκο, με μάτια αετού και χείλια σφιγμένα, έβλεπε το κόσμο να περνά βιαστικός. Ολοι τρέχανε να προλάβουνε. Τί ; τί ;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in όπερα, Αθηναιογραφία, Διηγήματα, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , , , | 138 Σχόλια »

Μεζεδάκια της Δευτεραπριλιάς

Posted by sarant στο 2 Απριλίου, 2023

Της Δευτεραπριλιάς επειδή χτες, που ήταν Πρωταπριλιά και Σάββατο προτίμησα να βάλω το Μηνολόγιο, κι έτσι εκτόπισα τα μεζεδάκια για σήμερα, εκτοπίζοντας το κυριακάτικο λογοτεχνικό μας θέμα για την επόμενη Κυριακή.

Ανακοινώθηκε και η ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών: 21 Μαΐου, Κωνσταντίνου Και Ελένης -κάποιοι είδαν δάκτυλο του ΚΚΕ. Αλλά προς το παρόν το δευτεραπριλιάτικο πιάτο μας δεν έχει εκλογικά μεζεδάκια.

Έχουμε όμως μια σύγκρουση πλοίων, που προκάλεσε όπως φαίνεται και μεγάλες μετατοπίσεις εδαφών.

Σύγκρουση πλοίων στην Κυλλήνη της Ζακύνθου, γράφει η ΕφΣυν.

Η Κυλλήνη μέχρι πρόσφατα βρισκόταν στην Ηλεία, πώς πέρασε απέναντι;

Το κείμενο του ρεπορτάζ δίνει μια διαφορετική εκδοχή των συμβάντων:

Σύμφωνα με πληροφορίες, πλοίο που ερχόταν από την Κεφαλλονιά συγκρούστηκε με αγκυροβολημένο πλοίο της Ζακύνθου στο λιμάνι της Κυλλήνης. 

* Μου γράφει φίλος, πανεπιστημιακός, ότι κάποιος καθηγητής πανεπιστημίου, σε μήνυμα με εκατοντάδες αποδέκτες έγραψε:

υπάρχει ένα Σύνταγμα δημοκρατικό το οποίο στο ακροτελεύτιο άρθρο του λέει ότι αφιερώνεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων.

Ο φίλος με ρωτάει αν κατά τη γνώμη μου υπάρχει οποιαδήποτε νοηματική σχέση (έστω και διασταλτικά) ανάμεσα στο «αφιερώνεται» και στο «επαφίεται».

Και βέβαια ο φίλος έχει δίκιο διότι στη σημερινή του μορφή το ακροτελεύτιο άρθρο του Συντάγματος, το 120, λέει στην ακροτελεύτια παράγραφό του, την τέταρτη, ότι:

H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.

Βρίσκω πάντως λίγες γκουγκλιές με τη διατύπωση του (μη κατονομαζόμενου) καθηγητή. Προφανώς, δεν θυμόταν το ‘επαφίεται’ και από την ηχητική ομοιότητα (αφιε-) το έκανε «αφιερώνεται».

* Η ακλισιά της εβδομάδας, ή μάλλον η πιο συχνή ακλισιά της εβδομάδας, το δύσμοιρο λευκό τιγράκι που ταλαιπωριέται και γραμματικά.

Διαβάσαμε λοιπόν τις τελευταίες εξελίξεις για την «υγεία του λευκού τιγράκι»!

Και ενώ πράγματι τα υποκοριστικά έχουν δύσκολη γενική (έχουμε άρθρο) η λύση δεν είναι ασφαλώς να αφήνουμε άκλιτο το τιγράκι.

Ούτε είναι λύση, κατά τη γνώμη μου, η καταφυγή στην καθαρεύουσα, που, επειδή είναι έτσι κι αλλιώς τεχνητή, δεν ενοχλεί -αυτό κάνουν πάντως πολλοί, που εδώ θα έγραφαν «του λευκού τιγρακίου», αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση θα λειτουργούσε υπονομευτικά, αφού ακούγεται κάπως ειρωνικό.

Εγώ, όπως και οι Κρητικοί και άλλοι νησιώτες, θα έγραφα: του λευκού τιγρακιού, όπως και του στικακιού, του μηχανακιού, του βιντεακιού.

* Σε ρεπορτάζ από συζήτηση στη Βουλή για το ακαταδίωκτο, διαβάζουμε ότι ο αρμόδιος υφυπουργός είπε:

Η αποστολή της συγκεκριμένης επιτροπής είναι εξόχως σημαντική. Ασκούν τα καθήκοντα τους δίχως κανένα κόλλημα

Ο υπουργός βέβαια είπε kolima, και ο πρακτικογράφος ή ο δημοσιογράφος το ερμήνευσε «κόλλημα» και όχι «κώλυμα». Κι ένας φίλος που το είδε, και που έχει κόλλημα με τα ομόηχα, μου υο έστειλε.

* Και μια μαθηματική είδηση με γλωσσικό όμως παράπλευρο ενδιαφέρον.

Στη φωτογραφία βλέπουμε δυο Αμερικανίδες μαθήτριες, που ποζάρουν πανευτυχείς έχοντας ανάμεσά τους την αφίσα υποδοχής της Αμερικανικής Μαθηματικής Εταιρείας.

Όπως διαβάζουμε στο άρθρο, αν και μαθήτριες λυκείου ακόμα, πήραν μέρος σε αυτή την περιφερειακή συνάντηση της Εταιρείας και παρουσίασαν μια τριγωνομετρική απόδειξη του πυθαγορείου θεωρήματος, κάτι που ως τώρα θεωρούταν (σικ, ρε) αδύνατο.

Ομολογώ πως δεν είδα το συνοδευτικό βίντεο κι έτσι δεν ξέρω αν έχουν δίκιο οι δυο κοπέλες -θα με παραξένευε όμως.

Αλλά αυτά θα τα πουν (αν μπορούν να τα πουν) οι μαθηματικοί του ιστολογίου. Εγώ απλώς πρόσεξα ότι η αφίσα της Μαθηματικής Εταιρείας, που υποδέχεται σε πολλές γλώσσες τους συνέδρους, έχει και ελληνικά ανάμεσα σε πολλές άλλες γλώσσες, κυρίως ευρωπαϊκές.

Καλό αυτό, οπότε θα παραβλέψουμε το λαθάκι: Καλώς Οραίσατε, γράφουν.

Καλώς Ορίσατε βεβαίως, ή μάλλον Καλώς ορίσατε, δεν υπάρχει λόγος να αρχίζει με κεφαλαίο η δεύτερη λέξη. Κι αυτό ανεξάρτητα από το αν στέκει η απόδειξη για το Πυθαγόρειο θεώρημα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια | Με ετικέτα: , , , , , , | 140 Σχόλια »

Το παλαιόσπιτον Κάρακα (ένα χρονογράφημα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2023

Τρίτη σήμερα, μέρα που επί σειράν ετών έβαζα κείμενα του πατέρα μου, που όμως πια εξαντλήθηκαν, αφού βάλαμε και το ανέκδοτο μυθιστόρημά του. Σκέφτηκα να βάλω λοιπόν κείμενα του παππού μου, που όμως τα περισσότερα είναι αυτοτελή, π.χ. τα χρονογραφήματά του.

Πέρυσι τέτοιον καιρό, ενώ δεν είχα ακόμα έτοιμο το ανέκδοτο μυθιστόρημα, είχα βάλει σαν γέφυρα ένα χρονογράφημα του παππού μου, οπότε σήμερα θα δούμε άλλο ένα, που δημοσιεύτηκε το 1929 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως.

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Πρέπει να πω ότι τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Το συγκεκριμένο χρονογράφημα δημοσιεύτηκε στον Δημοκράτη στις 20 Φεβρουαρίου 1929 (ο πατέρας μου είχε μόλις σαραντίσει, δηλαδή), με τον υπέρτιτλο «Αναμνήσεις». Εδώ μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία. Ο παππούς γράφει σε καθαρεύουσα, που ταιριάζει με το περιπαικτικό ανάλαφρο ύφος των περιγραφών του. Να σημειώσουμε ότι ήταν 26 χρονών όταν τα έγραφε αυτά και ότι το περιστατικό που αφηγείται πρέπει να συνέβη 3-4 χρόνια νωρίτερα. 

Ο τίτλος θα παραξενέψει αρκετούς, αν και τον έχω αναφέρει ξανά στο ιστολόγιοΤο «Παλαιόσπιτον Κάρακα» (Masure Gorbeau στα γαλλικά) είναι παρμένο από την περίφημη μετάφραση των Αθλίων από τον Ισιδωρίδη Σκυλίτση. Είναι το σπίτι όπου μένουν για λίγο ο Γιάννης Αγιάννης και η Τιτίκα, μόλις την παίρνει από τους Θεναρδιέρους -και το 4ο βιβλίο του 2ου τόμου των Αθλίων τιτλοφορείται Masure Gorbeau. Ο Σκυλίτσης είναι αυτός που καθιέρωσε τις αποδόσεις Γιάννης Αγιάννης, Γαβριάς, Τιτίκα κτλ. που τις τηρούν οι περισσότερες νεότερες μεταφράσεις, αλλά νομίζω ότι οι νεότεροι δεν ακολουθούν τον Σκυλίτση στην υπόλοιπη ονοματολογία -ας πούμε, το «παλαιόσπιτον Κάρακα», ο Κοτζιούλας το αποδίδει «το σαράβαλο του Κόρκα». Και οι δυο μεταφραστές την ίδια σκέψη κάνουν, το Gorbeau είναι παράφραση του corbeau (κόρακας). Καθώς οι Άθλιοι είχαν διαβαστεί πολύ, για το «παλαιόσπιτον Κάρακα» έχουν γράψει επίσης ο Σπύρος Μελάς και ο Κωστής Παλαμάς, σίγουρα και άλλοι.

ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΣΠΙΤΟΝ ΚΑΡΑΚΑ

Κάποτε Άγγλος περιηγητής, επεσκέφθη την Ακρόπολιν, ήτο δε τόσον υπερφίαλος και εγωιστής ώστε πάντα τα επιδεικνυόμενα αυτώ υπό του ξεναγού αρχαία κειμήλια ουδεμίαν του έκαμνον εντύπωσιν, αλλ’ απήντα στερεοτυπως : «εκομε και μεις στο Αγγλία». Απαυδήσας ο ξεναγός ήρχισε να του «κόβει κούρες» ήτοι να ψεύδηται άσυστόλως και να τον εμπαίζει εις πάσαν ερώτησιν, λέγων άλλ’ αντ’ άλλων, ότε δε ο υπερήφανος ξένος ηρώτησε περί δύο στρογγυλών λιθαρίων, ευρισκομένων επί τινος μαρμάρου, του απήντησεν ότι ήσαν τα μάτια του Αδάμ. Έκομε και μεις στο Αγγλία, ήτο η απάντησις του Άγγλου. Αμ πώς τα ’χετε και σεις Χριστιανέ μου, αφού είχε δυο όλα όλα και βρίσκουνται και τα δυο εδώ;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αθηναιογραφία, Μεσοπόλεμος, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , , | 153 Σχόλια »

Ο γείτονας με το λαγούτο (αθηναϊκό διήγημα του Παπαδιαμάντη)

Posted by sarant στο 23 Οκτωβρίου, 2022

Τις προηγούμενες Κυριακές είχαμε θέματα από τη μικρασιατική καταστροφή με την ευκαιρία της επετείου των 100 χρόνων. Το σημερινό διήγημα έχει απλώς ήρωα Μικρασιάτη, ή, όπως τον λέει ο Παπαδιαμάντης, Τουρκομερίτη.

Είναι ένα από τα «αθηναϊκά» διηγήματα του Παπαδιαμάντη, με σκηνές από τη ζωή της φτωχολογιάς της Αθήνας στο γύρισμα του 20ού αιώνα (γράφτηκε το 1900). Παρόλο που δεν έχει θέμα χριστουγεννιάτικο, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Σκριπ στο χριστουγεννιάτικο φύλλο της, στις 25 Δεκεμβρίου 1900. Μάλιστα, είναι ένα από τα λίγα παπαδιαμαντικά διηγήματα του οποίου η πρώτη δημοσίευση ήταν ανεύρετη όταν ο Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος έκανε την κριτική του έκδοση -δεν ξέρω αν έχει βρεθεί στη συνέχεια, πάντως στην Εθνική Βιβλιοθήκη το φύλλο της 25/12 δεν υπάρχει, ενώ στο φύλλο της προηγούμενης μέρας βλέπουμε την αναγγελία του διηγήματος.

Πέρα από τον «γείτονα με το λαγούτο», τον τουρκομερίτη Βαγγέλη, οι άλλοι πρωταγωνιστές του διηγήματος είναι όλες γυναίκες, που νοικιάζουν ετοιμόρροπα δωματιάκια σε μια κοινή αυλή. Ο Παπαδιαμάντης μεταφέρει τους μικροκαβγάδες τους με οξυμένο αυτί -θυμίζει, από την άποψη αυτή τις Κουκλοπαντρειές, ένα άλλο αθηναϊκό διήγημα.

Ο Παπαδιαμάντης έμεινε πολλά χρόνια στου Ψυρρή, στην οδό Αριστοφάνους. Η μάντρα με τις κάμαρες του σημερινού διηγήματος βρίσκεται, σύμφωνα με το διήγημα, σε μια μικρή πάροδο ανάμεσα στου Ψυρρή και στου Τάτση. Εδώ εννοείται η βρύση του Τάτση (δηλαδή του Τάκη, αν σκεφτούμε τον παλαιοαθηναϊκό τσιτακισμό) που βρίσκεται στη σημερινή οδό Τάκη, εκεί κοντά. Η Βλασαρού, όπου μετακόμισε ο Βαγγέλης, είναι εκκλησία και γειτονιά που απαλλοτριώθηκε και κατεδαφίστηκε στη δεκ 1930 με τις ανασκαφές της αρχαίας και της ρωμαϊκής αγοράς.

Έχει ενδιαφέρον ότι ο Βαγγέλης τραγουδάει «κουτσαβάκικα» τραγούδια. Οι φίλοι του ρεμπέτικου θα αναγνωρίσουν στίχους αδέσποτων και παραδοσιακών τραγουδιών. Επίσης, χρησιμοποιεί και μερικές τουρκικές παροιμίες, αλλά τις εξηγεί αμέσως πριν ή μετά.

Σημειώνω ότι την εποχή εκείνη οι δάσκαλοι (και γενικώς οι δημόσιοι υπάλληλοι) δεν ήταν μόνιμοι, κι έτσι ήταν χρήσιμο ή και απαραίτητο για τον διορισμό το λάδωμα κάποιου, οπως αναφέρεται και στην κατακλείδα του διηγήματος.

Εξηγώ μερικές λέξεις στο τέλος. Το κείμενο το έχω πάρει από τον ιστότοπο της Εταιρείας Παπαδιαμαντικών Σπουδών.

Μπορείτε επίσης να ακούσετε το διήγημα, εδώ.

 

Ὁ Γείτονας μὲ τὸ λαγοῦτο (1900)

Ὁ νέος νοικάρης ποὺ εἶχεν ἐνοικιάσει τὴν κάμαραν τὴν μεσανήν, κοντός, κυρτός, μεσόκοπος, εἶχεν ἕνα μεγάλο λαγοῦτο, μακρύ, πλατύ. Ἔκυπτε διὰ νὰ ξεκλειδώσῃ τὴν θύραν του, κρατῶν ὑπὸ μάλης τὸ λαγοῦτο, τὸ ὁποῖον ἔψαυε τὸ ἔδαφος.

Ποτὲ δὲν ἤρχετο ὡρισμένην ὥραν εἰς τὸ δωμάτιόν του. Πότε πολὺ ἐνωρίς, πότε πολὺ ἀργά, ἄλλοτε ἔλειπεν ὅλην τὴν νύκτα κ᾽ ἐκοιμᾶτο τὴν ἡμέραν. Πότε ἦτον νηστικός, πότε ἐφαίνετο νὰ εἶναι «ἀποκαής»*. Δὲν εἶναι βέβαιον ἂν ἔπινε χασίς, φαίνεται ὅμως ὅτι ἔπινε πολὺ ρακί. Ἦτον Τουρκομερίτης. Ὠνομάζετο Βαγγέλης.

Τὰ ἄλλα οἰκήματα, ἓξ-ἑπτὰ δωμάτια χαμόγεια, εἰς γραμμήν, ὅλα παμπάλαια, τρῶγλαι, ἄλλα χωρὶς παράθυρα, ὅλα σχεδὸν μὲ σαθροὺς τοὺς τοίχους, κατείχοντο ἀπὸ διαφόρους. Ὑπῆρχον δύο ἢ τρεῖς μπεκιάρηδες, μία οἰκογένεια μὲ πέντε ἢ ἓξ παιδιά, μία νέα ζωντοχήρα, ἡ Κατερνιὼ ἡ Πολίτισσα, ξενοδουλεύουσα, ζῶσα κατὰ τὸ φαινόμενον ὁλομόναχη· καὶ τὸ μέσα δωμάτιον εἰς τὸν μυχὸν τῆς αὐλῆς κατεῖχεν ἡ σπιτονοικοκυρὰ κυρα-Γιάνναινα, χήρα μὲ τὴν κόρην της, τὴν Δημητρούλαν. Ἡ μάνδρα μὲ τὰ πενιχρὰ οἰκήματα ἔκειτο εἴς τινα πάροδον, ἀνάμεσα στοῦ Ψυρρῆ καὶ στοῦ Τάτση.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Διηγήματα, Παπαδιαμάντης, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , | 98 Σχόλια »

Μιχαήλ Μητσάκης: Θεάματα του Ψυρρή

Posted by sarant στο 3 Απριλίου, 2022

Θα διαβάσουμε σήμερα ένα αθηναιογραφικό διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη, ενός συγγραφέα που δεν τον έχουμε παρουσιάσει όσο του αξίζει στο ιστολόγιο, αν και πριν από 6 χρόνια είχαμε δημοσιεύσει ένα ακόμα αθηναιογραφικό σκίτσο του, τον Καβγά.

Ο Μητσάκης (1863; – 1916) είναι από τους λογοτέχνες μας που βασανίστηκαν από ψυχική ασθένεια και μάλιστα τελείωσε τις μέρες του στο Δρομοκαΐτειο, όπως νωρίτερα ο Βιζυηνός και αργότερα ο Φιλύρας. Έγραφε σε αρκετά βαριά καθαρεύουσα, αλλά στους διαλόγους αποτυπώνει το μάγκικο ιδίωμα της εποχής. (Σαν ενδιαφέρον γλωσσικό πείραμα, ο Μητσάκης έχει γράψει το ίδιο μικρό διήγημα σε δύο γλωσσικές ποικιλίες, καθαρεύουσα και δημοτική).

Εδώ και λίγο καιρό, ο φίλος μας ο Γιάννης Π. έχει φτιάξει στο Λογοτεχνικό Ιστολόγιο ένα αφιέρωμα στον Μιχ. Μητσάκη, στο οποίο συγκεντρώνει (νομίζω) σχεδόν το σύνολο του λογοτεχνικού του έργου μαζί με άλλο υλικό. Αναδημοσιεύω λοιπόν σήμερα ένα διήγημα από το αφιέρωμα αυτό του Λ.Ιστ. και με την ευκαιρία σας προτρέπω να το βάλετε στους σελιδοδείκτες σας. Πριν ανοίξω το ιστολόγιο, στον παλιό μου ιστότοπο είχα τα Κείμενα Μαζί, όπου ο Γιάννης Π. ήταν ένας από τους κορυφαίους συντελεστές -τον τελευταίο καιρό σχεδόν ο μόνος. Αργότερα είχε την πολύ καλή ιδέα να φτιάξει το Λογοτεχνικό Ιστολόγιο, στο οποίο μετέφερε όλη την ύλη από τον παλιό μου ιστότοπο και άρχισε να προσθέτει κι άλλα.

Το διήγημα που θα δούμε σήμερα αρχικά δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αττικόν Μουσείον» έτος Γ’ αριθ. 10 (10 Σεπτεμβρίου 1890). Η εδώ ψηφιοποίηση έγινε από το βιβλίο «ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ, ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑ, τακτοποιημένα και φροντισμένα από τον Δημ. Ταγκόπουλον, Τόμος πρώτος, ΑΘΗΝΑΪΚΑΙ ΣΕΛΙΔΕΣ», έκδοσις της εταιρείας ΤΥΠΟΣ, 1920. Έγινε μεταφορά στο μονοτονικό. Διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου εκτός από την ορθογραφία του ρ. είναι και του πληθυντικού των άρθρων.

Θεάματα του Ψυρρή

Εκ του στενού, ως τουρκικής πόλεως, δρομίσκου του Ψυρρή, συρφετός διέρχεται, ποικίλος, άνθρωποι και κτήνη, παιδία και γυναίκες, νοικοκυραίοι και εργάται, λαϊκόν πλήθος, πηγαίνον ή ερχόμενον, διαφοροτρόπως ενδυμένον, ως εν απόκρεω προχείρω, πληρούν βόμβου την μικράν οδόν. Κορασίδες, φέρουσαι τας στάμνας των εις χείρας, διευθύνονται συχνά, προς την πλησίον βρύσιν της πλατείας, δια να τας γεμίσουν, μαθηταί επιστρέφοντες εκ του σχολείου, οψοκομισταί, λούστροι, πλύστραι, μοδιστρούλες, εμποροϋπάλληλοι, δικηγόροι ενίοτε με δικογραφίας υπομάλλης, εξερχόμενοι του κοντινού κακουργιοδικείου, ρασσοφόροι κάποτε, βρακάδες πού και πού, στρατιωτών πηλίκια και αρβύλαι, κανέν μαύρο τσεμπέρι γραίας, ιθαγενών αθηναίων φουσκωμένα προς τα οπίσω πανταλόνια, φθάνοντα μέχρι του γόνατος και μόνον, πολύχρωμοι κνημίδες υποκάτω, εμφανίζονται, κινούνται, σπεύδουν, βραδυπορούν, διασχίζουν τον δρομίσκον, βυθίζονται εις τας λοιπάς της συνοικίας ατραπούς, λαβυρινθώδεις, στενάς επίσης αλλά ζωτικωτάτας αρτηρίας, υπηρετούσας την ερμαϊκήν ταινίαν, την Βλασσαρούν, τον Άγιον Φίλιππον, το Γεράνι, την πλατείαν της Ελευθερίας, την λεωφόρον Πειραιώς, τα μέρη του σιδηροδρόμου. Άμαξαι ή κάρρα παταγούν περιοδικώς, κυλίονται με προσοχήν, μόλις χωρούντα να περάσουν, καταλαμβάνοντα όλον το πλάτος του σοκακιού, με τους τροχούς των συμπιεζομένους από τα εκατέρωθεν λιθόστρωτα. Ομάδες καρπαθίων, λατόμων ως επιτοπολύ, εκ των ασχολουμένων εις τα πέριξ της πόλεως νταμάρια, επανακάμπτοντες εκείθεν, δια να αναπαυθούν και διασκεδάσουν, αύριον Κυριακήν, επιδεικνύουν λυγιζόμενα τα υψηλά των αναστήματα και την ιδιόρρυθμον αμφίεσίν των. Πλανόδιοι οπωροπώλαι οδηγούν αργά αργά τα βασταγούδια των, φορτωμένα με σταφύλια ιδίως και τις εξ αυτών, εκαβαλίκευσε το ιδικόν του εις τα νώτα, όπισθεν των κοφινίων, κι εποχείτο με τα μικρά του σκέλη ψαύοντα την γην. Εντός των γύρω μαγαζείων, ισογείων ή υπογείων πάντοτε, εργάζονται οι ένοικοι μικροπαντοπώλαι, μικροψιλικοπώλαι, μικροκαπνοπώλαι, εις χρυσοχόος εκθέτων αναμίξ επί των θαμβών υέλων του δακτυλίδια προϊστορικά, αλύσσεις παναρχαίας, ασημένια κουταλάκια του γλυκού και εικόνας αγίων, ταβερνιάρηδες ή κρεοπώλαι ή μανάβηδες. Ο γείτων μάγειρος, ο Τάσσος, έχει ανοικτόν το μαγειρείον του, και κάθητ’ έμπροσθεν αυτού, κοντός, χονδρός, με την μακράν ποδιάν του, τους νευρώδεις βραχίονας, οίτινες μόνου του υποκαμίσου την περίπτυξιν ανέχονται. Του καφφενείου του κυρ Πολύχρονη οι θαμώνες, στριμόνοντ’ επί του πεζοδρομίου, μόλις κρασπεδούντος την οδόν, το πολύ δύο σπιθαμών εκτάσεως, επιτελούντες θαύματα ισορροπίας, με τον κορμόν των και τους δύο πόδας της καρέγλας επ’ αυτού, τους δ’ ιδικούς των και τους δύο άλλους της, εντός του οχετού του παραρρέοντος οι πλείστοι. Μία φεσού, διήλθε προ μικρού, στολισμένη, εύσωμος, σείουσα το παππάζι της, κυμαίνουσα τα πυγαία, μεγαλοπρεπώς. Από του ενός μέρους εις το άλλο διαμείβονται συνομιλίαι, διάλογοι, συνάπτονται, αστεία πολλάκις, απευθύνονται, ανταλλάσσονται φωναί και επικλήσεις, θορυβώδεις, εύθυμοι, κραυγαστικαί συνήθως, εν οικειότητι ως οικογενειακή. Εις υψηλός λοιδωρικιώτης, επέρασεν αρτίως, φέρων περί τον αυχένα τυλιγμένον ζωντανόν αρνίον, όπερ εκράτει εκατέρωθεν διά των χειρών, άγων φαίνετ’ αυτό κάπου προς πώλησιν ο άνθρωπος. Και υπήρξε γέλως σιγηλός επί στιγμήν, και βλέμματα ειρωνικά τριγύρω, διά τον τρόπον ον εκράτει το σφακτόν, με το κεφάλι του προβάλλον παραλλήλως προς το ιδικόν του, εκ πλαγίου. Δύο κουτσαβάκηδες διήλασαν συγχρόνως, περιπλέγδην, ως μισομεθυσμένοι, την ρεπούμπλικαν στραβά, κάτω τους γύρους, τρικλίζοντες προσποιητά και επιδεικτικώς, τραγουδούντες διά λάρυγγος βραγχώδους οιδαλέου άσμα, αρτίτοκον γέννημα των ρυακίων του Ψυρρή:

Βάρα με το στυλέτο
Κι όσο αίμα τρέξη πιέτο!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Διηγήματα, Λογοτεχνία | Με ετικέτα: , , , | 137 Σχόλια »

Μίζεροι, βρόμικοι και κακοί

Posted by sarant στο 27 Δεκεμβρίου, 2021

O τίτλος του άρθρου είναι παραλλαγή του τίτλου της ταινίας του Έτορε Σκόλα «Βίαιοι, βρόμικοι και κακοί» (Brutti, sporchi e cattivi) με τον Νίνο Μανφρέντι, που πήρε βραβείο στις Κάννες το 1976, μόνο που αντικατέστησα το πρώτο επίθετο με ένα άλλο, που ακούστηκε τις τελευταίες μέρες, και που γι’ αυτό σκοπεύω να λεξιλογήσω. Οπότε, το άρθρο δεν θα είναι σινεφίλ, απλώς ο τίτλος κλείνει το μάτι (ταιριάζει κιόλας διότι στη συγκεκριμένη ταινία ο πρωταγωνιστής ήταν υποτίθεται μονόφθαλμος).

Βέβαια, εμείς εδώ είμαστε ιστολόγιο με πετριά για τα γλωσσικά, οπότε δεν αποκλείω να γίνει και κάποιο σχόλιο για την ορθογραφία της δεύτερης λέξης του τίτλου -και για να σας προλάβω σας παραπέμπω στο περσινό μας άρθρο με τίτλο Γιατί βρόμικος; Είπαμε, το σημερινό άρθρο εστιάζεται στην πρώτη λέξη του τίτλου.

Συζητήθηκε πολύ στα μέσα κοινωνικής δικτυωσης η απόφαση του δημάρχου Αθηναίων να ανατεθεί η πρωτοχρονιάτικη συναυλία, που φέτος θα γίνει χωρίς κοινό λόγω κορονοϊού, στον Σάκη Ρουβά.

Το κόστος της εκδήλωσης, 215.000 ευρώ (ενδεχομένως συν ΦΠΑ), σε συνδυασμό με την πολύ μικρή διάρκειά της, μόλις 17 λεπτά, προκάλεσαν εύλογες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου κυκλοφόρησαν μιμίδια που συγκρίνουν την αμοιβή του Ρουβά με τον μισθό του Λέο Μέσι στην Παρί Σεν Ζερμέν, ενώ, όπως θα περίμενε κανείς μέσα σε συνθήκες πανδημίας, είδα πάνω από ένα τουίτ να στηλιτεύει το γεγονός ότι μέσα σε 17 λεπτά ο Σάκης Ρουβάς θα εισπράξει όσα σε 10 χρόνια ένας εντατικολόγος.

Βέβαια, δεν θα εισπράξει ο Ρουβάς το ποσόν αυτό. Οι 215.000 (με ή χωρίς ΦΠΑ) είναι το κόστος όλης της εκδήλωσης και από το ποσόν αυτό θα πληρωθούν όλοι οι συντελεστές της. Η υπερβολή αυτή είναι απολύτως αναμενόμενη στη σάτιρα, αλλά σωστά επισημάνθηκε στην απάντηση της Τεχνόπολης, που παρέθετε στοιχεία από προηγούμενες πρωτοχρονιάτικες εκδηλώσεις για να υποστηρίξει ότι η φετινή δεν θα είναι κάτι το προκλητικό.

Ο δήμαρχος Αθηναίων θα μπορούσε να απαντήσει κάπως έτσι, τεκμηριωμένα και λογικά, αλλά προτίμησε να επιτεθεί σε όσους τον επέκριναν, θεωρώντας ότι «Οι διαμαρτυρίες για τον στολισμό της Αθήνας και το κόστος της Πρωτοχρονιάτικης γιορτής είναι κάτι σαν τα κάλαντα. Έθιμο των ημερών. Κάθε χρόνο τα ίδια» και ότι «Κι ας μείνουν μίζερα κι ανούσια κάποιοι να φαρμακώνονται από τα λόγια τους».

Μίζεροι λοιπόν αυτοί που διαμαρτύρονται. Η λέξη έχει ενδιαφέρον. Μίζερος είναι, σύμφωνα με το ΜΗΛΝΕΓ, προκειμένου για πρόσωπα, εκείνος που «μεμψιμοιρεί, γκρινιάζει, δεν ικανοποιείται με τίποτα». Τη φράση τη χρησιμοποιούν συχνά γονείς για τα παιδιά τους, παραπονούμενοι πως είναι «μίζερα στο φαΐ».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in όπερα, Αθηναιογραφία, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Κινηματογράφος, Μιμίδια, ιταλικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 177 Σχόλια »

Στο βουλεβάρτο του κ. Μπακογιάννη

Posted by sarant στο 15 Οκτωβρίου, 2021

Το άρθρο που θα διαβάσετε σήμερα δημοσιεύτηκε χτες στο ηλεπεριοδικό 2020magΌπως έχω ήδη γράψει, στο ηλεπεριοδικό αυτό δημοσιεύω άρθρα με Λέξεις της επικαιρότητας -σαν εκείνα που δημοσίευα κάθε μήνα στα Ενθέματα της Αυγής. Εδώ μπορείτε να βρείτε όλα μου αυτά τα άρθρα, 11 ως τώρα. Η εικονογράφηση είναι του περιοδικού.

Οι ισχυρομνήμονες παλαιοί φιλοι του ιστολογίου ίσως αναγνωρίσουν κάποια κομμάτια του σημερινού άρθρου. Πράγματι, ενώ το βουλεβάρτο είναι σήμερα λέξη της επικαιρότητας λόγω των εξαγγελιών του δημάρχου Αθηναίων, στο ιστολόγιο έχουμε ήδη βάλει ένα άρθρο με τα λεξιλογικά της λέξης αυτής, σε ανύποπτο χρόνο και με άλλη αφορμή. Οπότε, το λεξιλογικό κομμάτι είναι επανάληψη. 

Σημειώνεται ότι το άρθρο γράφτηκε πριν από τη νεροποντή που πλημμύρισε την Αττική -διαφορετικά, μπορεί σήμερα να γράφαμε για τα λεξιλογικά της γόνδολας. 

Στο βουλεβάρτο του κ. Μπακογιάννη

Μεγάλη εντύπωση προκάλεσαν οι νέες ανακοινώσεις του δημάρχου Αθηναίων για το σχέδιο ανάπλασης της οδού Πανεπιστημίου. Θα φυτευτούν 86 πλάτανοι, διαβάσαμε, που θα δώσουν «την αίσθηση ενός αστικού βουλεβάρτου που θα είναι αντάξιο με τα αντίστοιχα που υπάρχουν σε πόλεις της Ευρώπης, στο Βερολίνο για παράδειγμα». Η αρχική μάλιστα ανακοίνωση του δήμου ήταν τόσο προχειρογραμμένη που αφενός επέμενε πως τα πλατάνια είναι δέντρα αειθαλή (ενώ όσοι έχουν δει ελληνικό πλάτανο ξέρουν ότι τα φύλλα του όχι μόνο πέφτουν αλλά και προκαλούν κάμποσα προβλήματα, στις πλατείες των χωριών, με την ολισθηρότητά τους) ενώ αφετέρου υποστήριζε ότι αποτελούν στοιχείο της… αστικής πανίδας ανατρέποντας όλα όσα ξέραμε για το φυτικό και το ζωικό βασίλειο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Αντιδάνεια, Επαναλήψεις, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , | 113 Σχόλια »

Υμηττός, το βουνό μας

Posted by sarant στο 5 Μαΐου, 2021

Ο Υμηττός δεν είναι ούτε το ψηλότερο βουνό της Αττικής ούτε το πιο δασωμένο, ούτε αυτό που προσφέρει μεγαλύτερη ποικιλία τοπίου. Είναι όμως το πιο προσιτό, το πιο κοντινό, καθώς τώρα πια εφάπτεται στον αστικό ιστό του Λεκανοπεδίου. Κι επειδή είναι πολύ μακρύ βουνό, που ξεκινάει από την Αγία Παρασκευή και φτάνει σχεδόν ως τη θάλασσα, στη Βούλα, είναι συνεχώς μπροστά στα μάτια μας και είναι εύκολο να το επισκεφτούμε από πολλές περιοχές. Μ’ άλλα λόγια, είναι το βουνό της Αθήνας, ενώ η Πάρνηθα και η Πεντέλη ακόμα, περισσότερο βουνά της Αττικής πρέπει να τα θεωρήσουμε.

Μπορεί βέβαια να είμαι προκατειλημμένος αφού, σαν κάτοικος των νοτίων προαστίων τον Υμηττό μπορώ να τον επισκεφτώ πολύ πιο εύκολα. Μάλιστα, τώρα με την καραντίνα, σε μια περίοδο που δεν επιτρεπόταν να πας με το αυτοκίνητο για σωματική άσκηση, αλλά μπορούσες να πας με τα πόδια όσο μακριά ήθελες ή άντεχες, είχα ανέβει από το Φάληρο στον Υμηττό πεζή, αν και μόλις που τον ακούμπησα κι έπειτα γύρισα πίσω.

Το Φάληρο βέβαια δεν συνορεύει με τον Υμηττό αλλά πολλοί δήμοι του Λεκανοπεδίου τον ακουμπάνε: Βούλα, Γλυφάδα, Αργυρούπολη, Ηλιούπολη, Βύρωνας, Καισαριανή, Ζωγράφου, Παπάγου, Χολαργός, Αγία Παρασκευή, Γέρακας, και στην πίσω πλευρά Παλλήνη, Παιανία, Σπάτα, Κορωπί και Βάρη για να κλείσει ο κύκλος. (Διορθώστε με αν έκανα κάποιο λάθος). Ένα παράδοξο είναι ότι η συνοικία του Υμηττού, κάποτε δήμος, σήμερα τμήμα του δήμου Δάφνης-Υμηττού, δεν φαίνεται να συνορεύει με το βουνό (και πάλι αν κάνω λάθος διορθώστε με).

Ο αξέχαστος φίλος μας ο Γς, που ήταν Βυρωνιώτης, είχε πει μια φορά πως όταν ήταν μικρά τα παιδιά του τα έπαιρνε πολύ συχνά και έκαναν βόλτες στον Υμηττό και είχε χαρτογραφήσει τα διάφορα μονοπάτια σε μακέτες του βουνού, που τις είχε φτιάξει ο ίδιος. Σήμερα η τεχνολογία κάνει πολύ πιο εύκολη την αποτύπωση των διαδρομών που κάνει κάποιος μόνος του, αλλά και των επίσημων «μονοπατιών» που διατρέχουν ή διασχίζουν το βουνό και που είναι πολλά.

Πράγματι, με το να είναι τόσο προσιτός, ο Υμηττός έχει πολλά σημαδεμένα μονοπάτια, αριθμημένα -το μεγαλύτερο είναι το μονοπάτι 10 που ξεκινάει από την Αγία Παρασκευή, το μοναστήρι του Αγιάννη του Κυνηγού, και αφού ανέβει στην κορυφή τελειώνει στην Τερψιθέα, στη Γλυφάδα. Φυσικά δεν είναι υποχρεωτικό να ακολουθεί κανείς συνεχώς το ίδιο μονοπάτι: Σε μια πρόσφατη πεζοπορία, από το πυροφυλάκιο της Καισαριανής ακολούθησα το 5, μετά το 10, κατηφορικά το 8, και τελικά το 3 νομίζω, και κατέληξα στα Γλυκά Νερά.

Το πυροφυλάκιο της Καισαριανής είναι μαλλον το πιο αγαπημένο και πολυσύχναστο σημείο εισόδου στον Υμηττό. Έχει εκεί κοντά και διάφορα αξιοθέατα, όπως το μοναστήρι της Καισαριανής, το αναψυκτήριο της Καλοπούλας, το Φραγκομονάστηρο, λίγο πιο πέρα τη Μονή Αστερίου και τον πύργο της Ανθούσας. Και, πολύ σημαντικό, εκεί το τοπίο είναι δασωμένο, πολύ περισσότερο από τον νοτιότερο Υμηττό.

Από την Καισαριανή είναι και ο πιο γρήγορος δρόμος προς την κορυφή, τον Εύζωνα, σε υψόμετρο λίγο πάνω από τα 1000 μέτρα. Πέρσι τον Οκτώβρη είχα ακολουθήσει πορεία σχεδόν συνεχώς ευθεία, ανεβαίνοντας αδιάκοπα και αδυσώπητα -το μονοπάτι στα τελευταία 400 μέτρα, με κλίσεις κοντά στο 36%, έχει την εύστοχη ονομασία «Γολγοθάς»- και έφτασα στην κορυφή διανύοντας περίπου 4 χιλιόμετρα. Η επιστροφή, από τον δρόμο, με κορδέλες, πήρε οχτώ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Αθηναιογραφία, Γιατί (δεν) το λέμε έτσι, Ετυμολογικά, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , , , | 165 Σχόλια »

Ανοίγουν τα λύκεια

Posted by sarant στο 12 Απριλίου, 2021

Η είδηση της ημέρας είναι ασφαλώς ότι από σήμερα επαναλειτουργούν με διά ζώσης διδασκαλία τα λύκεια -η πρώτη βαθμίδα της γενικής εκπαίδευσης για την οποία χαλαρώνουν οι περιορισμοί ύστερα από μήνες με διδασκαλία εξ αποστάσεως.

Το ιστολόγιο ενδιαφέρεται ζωηρά για την εκπαίδευση γενικά και επιπλέον έχει τη χαρά να περιλαμβάνει στους σχολιαστές του και αρκετούς εκπαιδευτικούς (μεταξύ άλλων και σε λύκεια) οπότε ειναι λογικό να αφιερώσουμε στην εξέλιξη αυτή το σημερινό άρθρο. Επαναλειτουργούν επίσης από σήμερα τα πρακτορεία Προπό, αλλά στον τομέα δεν έχουμε ειδίκευση. Ο τίτλος βέβαια έχει μιαν αμφισημία που οφείλεται στο ότι το ρήμα «ανοίγω» είναι εργαστικό δηλ. χρησιμοποιείται και ως μεταβατικό και ως αμετάβατο χωρίς να αλλάξει φωνή. Ανοίγουν τα λύκεια -ή καποιοι ανοίγουν τα λύκεια;

Τα λύκεια θα επαναλειτουργήσουν με όπλο τα αυτοτέστ, αφού κάθε μαθητής θα πρεπει να έχει προμηθευτεί και να έχει κάνει αυτοτέστ (χτες το βράδυ ή σήμερα το πρωί) πριν πάει στο σχολείο του. Τις λεπτομέρειες της διαδικασίας μπορείτε να τις δείτε εδώ.

Και βέβαια, όσο έμεναν κλειστά τα λύκεια, η ταξική ανισότητα διογκωνόταν αφού τα ιδιωτικά σχολεία είχαν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, για να μην πούμε για τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα μαθήματα.

Αλλά εμείς εδώ λεξιλογούμε -οπότε, παρόλο που τα σχόλιά σας μπορούν (και το περιμένω) να αναφερθούν στα προβλήματα ή στις επιφυλάξεις ή στην ορθότητα της απόφασης για επαναλειτουργία των λυκείων, εγώ στο υπόλοιπο άρθρο θα εστιαστώ στη λέξη «λύκειο».

Στην αρχή της λέξης βρίσκεται το Λύκειο της αρχαίας Αθήνας, όπως ονομαζόταν ένας κήπος με σκεπασμένους περιπάτους στην αρχαία Αθήνα, καθώς και ένα γυμναστήριο της αρχαίας πόλης. Ο κήπος αυτός, στον οποίο δίδασκε ο Αριστοτέλης, πήρε το όνομά του από τον γειτονικό ναό του Λυκείου Απόλλωνα. Από τους περιπάτους πήρε το όνομά της η σχολή του Αριστοτέλη: ονομάστηκε περιπατητική, και περιπατητικοί οι φιλόσοφοι που ακολουθούσαν τις διδαχές του.

Γιατί λύκειος ο Απόλλων; Η προφανής εξήγηση, ότι προέρχεται από τον λύκο, δεν αποκλείεται. Στο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη αναφέρεται ότι ο Απόλλωνας ονομαζόταν λυκοκτόνος ως προστάτης από τους λύκους. Ωστόσο, μπορεί επίσης να προέρχεται από το αμάρτυρο *λύκη (η χαραυγή, πρβλ. λυκαυγές) ενώ κάποιοι το συνδέουν με τη Λυκία θυμίζοντας ότι ο Απόλλων ονομαζόταν επίσης Λύκιος και Λυκηγενής. Στο etymonline θεωρείται βέβαιη η σύνδεση του Απόλλωνα με τους λύκους -με αναφορά στον Frazer και στα σχόλιά του στον Παυσανία.

Όπως και να έχει η ετυμολογία, αν θυμηθούμε ότι τα αρχαία γυμναστήρια τα έλεγαν γυμνάσια μπορούμε να πούμε ότι το αρχαίο Λύκειο ήταν γυμνάσιο χωρίς να μας κατηγορήσουν ότι παραδοξολογούμε.

Το Λύκειο του Αριστοτέλη έχει αποκαλυφθεί και αυτό έγινε μπροστά στα μάτια μας, κατά κάποιο τρόπο. Ακριβέστερα, το 1996, κατά τη διάρκεια των σωστικών ανασκαφών της Γ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων σε οικόπεδο εμβαδού 11 στρεμμάτων, που είχε παραχωρηθεί από το ελληνικό Δημόσιο στο Ίδρυμα Γουλανδρή για την ανέγερση Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, αποκαλύφθηκε η παλαίστρα του Λυκείου -κι έτσι το μουσείο δεν χτίστηκε σε αυτό τον χώρο, αλλά η Αθήνα απέκτησε έναν πολύ όμορφο αρχαιολογικό χώρο.

Τα σχολεία μας όμως τα είχαμε πει λύκεια από νωρίτερα. Όμως δεν μεταφέραμε την αρχαία λέξη Λύκειον στα νέα ελληνικά -χρειάστηκε η μεσολάβηση άλλων γλωσσών. Οπότε, ας δούμε την ιστορία της λέξης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Επικαιρότητα, Εκπαίδευση, Ιστορίες λέξεων, Πανδημικά | Με ετικέτα: , , , , | 284 Σχόλια »

Κείμενα του Εικοσιένα – 3: Μπασκίνια να μη γίνωνται…

Posted by sarant στο 9 Φεβρουαρίου, 2021

Μια και μπήκαμε στη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, πριν από λίγο καιρό σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Σκοπεύω να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις τουλάχιστον έως τα τέλη Μαρτίου αλλά και πιθανώς ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.

Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.

Το σημερινό άρθρο είναι το τρίτο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.

Σήμερα θα παρουσιάσουμε ένα στιγμιότυπο από την Αθήνα, στο διάστημα που ήταν ελεύθερη και πριν πολιορκηθεί.

Το κάστρο της Αθήνας, η Ακρόπολη, έπεσε στα χέρια των επαναστατημένων Ελλήνων το καλοκαίρι του 1822. Όπως γράφει ο Μακρυγιάννης «Και σώθη το νερό τους και ο ζαϊρές τους, των Τούρκων, και παραδόθηκαν με συνθήκη. Κι η συνθήκη έμεινε εις το χαρτί μοναχά. Ρίχτηκαν στους παραδομένους κι έσφαξαν πλήθος γυναικόπαιδα κι άντρες πολλούς. Γλίτωσαν και καμπόσοι δια την συνθήκη κι άλλοι εις τα προξενεία». Όμως αμέσως παρουσιάστηκαν διαφωνίες και οι νικητές χωρίστηκαν σε δυο μερίδες και παραλίγο να συγκρουστούν μεταξύ τους. Όταν τον Αύγουστο του 1822 εμφανίστηκε ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με 150 άντρες, το κοινό των Αθηνών του πρότεινε να αναλάβει φρούραρχος. «Αφού του ξηγηθήκανε τα αίτια και του είπαν πως τον θέλουν αφέντη, αυτός γύρευε κάστρο εις τον ουρανό κι’ όταν το ’βρε εις την γης, έτρεξε σαν το όρνιον εις το ψοφίμι». Τότε ήρθε και ο Μακρυγιάννης στην Αθήνα και διορίστηκε πολιτάρχης. Στα Απομνημονεύματά του περιγράφει πολλές αυθαιρεσίες του Ανδρούτσου και των ανθρώπων του, ιδίως του Μαμούρη (ο οποίος αργότερα έμελλε να τον δολοφονήσει), κατά των Αθηναίων.

Θα δημοσιεύσω ένα κείμενο που υπάρχει στο Αθηναϊκόν Αρχείον του Βλαχογιάννη, με το οποίο διορίζονται «επιστάται», αστυνόμοι θα λέγαμε, ο Μακρυγιάννης και ο Σπυρ. Πατούσας. Φέρει χρονολογία 1 Ιανουαρίου 1823. Στη συνέχεια σχολιάζω λεξιλογικά και άλλα. Σημειώνω ότι ο Μακρυγιάννης στο 5ο κεφάλαιο του 1ου βιβλίου των Απομνημονευμάτων του αναφέρει αρκετά επεισόδια από τη θητεία του αυτή.

Διατηρώ την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην μονοτονικού. Να σημειωθεί ότι οι δυο πρώτες λέξεις είναι σε δοτική.

Κοινήι γνώμηι διορίζονται οι Κύριοι Σπυρίδων Πατούσας και Μακρηγιάννης με εξήντα ανθρώπους αχωρίστως να καθίσωσιν εις την κοινήν πόρταν επιστάται κατά την συνήθειαν και να επαγρυπνώσιν εις την φύλαξιν των νόμων και ευταξίαν της πόλεως, εκτελούντες ακριβώς τα χρέη των και φυλάττοντες απαραβάτως τα εξής νομικά κεφάλαια:

1ον. Να υπακούωσι με το προσήκον σέβας και να εκτελώσι τας διαταγάς του Καπιτάνου και της Εφορίας.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Αθηναιογραφία, Κείμενα, Παλιότερα ελληνικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 97 Σχόλια »

Τα σπίτια της παιδικής μου ηλικίας (από την αυτοβιογραφία του Ν. Λαπαθιώτη)

Posted by sarant στο 30 Οκτωβρίου, 2020

Συμπληρώνονται αύριο 132 χρόνια από τη γέννηση του αγαπημένου μου ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, στις 31 Οκτωβρίου 1888.

Κάθε χρόνο, είτε ανήμερα στις 31 Οκτωβρίου είτε εκεί κοντά, ας πούμε την πιο κοντινή Κυριακή, το ιστολόγιο έχει καθιερώσει την παράδοση να αφιερώνει ένα άρθρο στον Λαπαθιώτη -και αυτό θα κάνουμε και φέτος, με το άρθρο που δημοσιεύεται σήμερα, κατ’ εξαίρεση μια μέρα νωρίτερα. Αν το έβαζα ανήμερα της γέννησης, αύριο, θα εκτόπιζα τα μεζεδάκια, τα οποία θα πήγαιναν Κυριακή και θα εκτόπιζαν το Μηνολόγιο. Οπότε, βάζω σήμερα το λαπαθιωτικό άρθρο, αποφεύγοντας έτσι τις άλλες μετατοπίσεις

Στο σημερινό άρθρο θα παρουσιάσω περίπου το μισό δεύτερο κεφάλαιο από την αυτοβιογραφία του Λαπαθιώτη «Η ζωή μου», που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες το 1940 στο Μπουκέτο (και μάλιστα διακόπηκε απότομα με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου). Το πρώτο κεφάλαιο υπάρχει ήδη στο Διαδίκτυο (π.χ. εδώ), οπότε προτίμησα να μην το επαναλάβω.

Παιδική φωτογραφία παρμένη από τεύχος του Μπουκέτου

Στο απόσπασμα που θα διαβάσετε, ο Λαπαθιώτης αφηγείται τα σπίτια όπου έζησε μικρός και κάποιες αναμνήσεις που έχει συγκρατήσει από το καθένα τους (πολλές βασισμένες σε διηγήσεις της μητέρας του). Όπως θα δείτε, μετακόμιζαν σχεδόν κάθε χρόνο, αλλά πάντοτε μέσα σε μια πολύ μικρή ακτίνα από το κέντρο της Αθήνας. Με την ευκαιρία, να πούμε ότι η λεγόμενη «οικία Λαπαθιώτη» υπάρχει ακόμα και ρημάζει στην οδό Οικονόμου, στον λόφο του Στρέφη, αλλά ο ποιητής γεννήθηκε στους Αγίους Θεοδώρους, κοντά στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπως μας λέει στο πρώτο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας του.

Θα άξιζε ίσως να προσπαθήσει κάποιος να εντοπίσει αν υπάρχουν ακόμη τα σπίτια αυτά, αλλά δεν δίνει και πολλές πληροφορίες ο Λαπαθιώτης, αν και για κάποια αναφέρει οδό και αριθμό (αν βέβαια δεν έχει αλλάξει η αρίθμηση). Πάντως, το 1940 -όταν γράφεται το κείμενο- τα σπίτια αυτά υπήρχαν ακόμα.

Θα μπορούσαν επίσης να σχολιαστούν κάποιες αναφορές του κειμένου, αλλά ας πούμε ότι βαρέθηκα να το κάνω. Πάντως, το συλλαλητήριο στο πεδίο του Άρεως που οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης Τρικούπη εξαιτίας της επέμβασης του διαδόχου έγινε τον Ιανουάριο του 1895 -άρα ο Λαπαθιώτης τότε ήταν 6 χρονών και τριών μηνών. Σε εφημερίδες της εποχής έχουμε αναφορές στον πατέρα του.

Ο πατέρας του, ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης, ήταν στρατιωτικός και οι στρατιωτικοί είχαν περίοπτη κοινωνική θέση στην Ελλάδα του 1890 -o ποιητής πέρασε άνετη και χαϊδεμένη παιδική ηλικία, έχοντας πάντα γύρω του πολλούς ανθρώπους να τον προσέχουν, μέχρι και την ορντινάντζα του πατέρα του -αλλά ας τον αφήσουμε να τα πει ο ίδιος.

Μεταφέρω τις σελ. 22-29 από το βιβλίο Η ζωή μου (Κέδρος 2009, επιμ. Γιάννη Παπακώστα), την αρχή του 2ου κεφαλαίου που έχει τίτλο «Προϊστορία και τ’ ανέκδοτά της…»

Κεφάλαιο 2

Πυκνό σκοτάδι, φοβερό σκοτάδι, σαν το σκοτάδι της ανυπαρξίας.

Εδώ κι εκεί κάποιες ασύνδετες εικόνες: Να ’ταν αλήθεια, να ’ταν στ’ όνειρό μου;

Βρίσκομαι σε μια κάμαρη, νύχτα, σκοτεινά, θαρρώ πώς είμαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Στο ταβάνι, κόκ­κινες σαν αίμα, περνούν μεγάλες έντονες ανταύγειες από μακρινά βεγγαλικά! Ο πατέρας μου κι η μητέρα, σαν ίσκιοι, στο παράθυρο. Και τίποτ’ άλλο.

Ίσως αυτά να ’ταν στο πρώτο σπίτι, σ’ ένα σπίτι της οδού Κολοκοτρώνη (αριθ. 59 τώρα), το σπίτι «του Σκύρα», καθώς τ’ ανάφερνε κατόπιν η μητέρα μου, και στο οποίο πήγαμε έπειτ’ απ’ των Αγίων Θεοδώρων.

Κι έπειτα σ’ ένα σπίτι της οδού Αθηνάς (αριθ. 27 τώρα), που ’βλεπε στο παλιό σχολειό του Καραμάνου, το σπίτι του «κυρ-Θανάση»: Ένας μακρύς και σκοτει­νός διάδρομος, μ’ ένα χαλί σ’ όλο το μάκρος του, που τελειώνει σ’ έναν τοίχο. Σ’ αυτό τον τοίχο, ένα κανονι­κότατο βαθούλωμα και μέσα του μια διακόσμηση, κάτι σαν πελώρια αρχαϊκή υδρία…

Κι εκεί το πρώτο αίσθημα του φόβου: Είχε, λέει, μόλις βασιλέψει κι ήταν μισοσκότεινα. Στεκόμουν σέ μια πόρτα, την πόρτα του γραφείου του πατέρα μου. Μέσα στην τραπεζαρία, ο στρατιώτης, στρώνοντας τραπέζι, τοποθετούσε τα μαχαιροπήρουνα, που βροντούσαν μες στη σιωπή. Είχα σταθεί ακίνητος, αμίλη­τος, σαν να μην τολμούσα να σαλέψω. Η μητέρα μου με ρώτησε γιατί. Και της αποκρίθηκα:

– Βοβείται! (Φοβάμαι!)

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Αναμνήσεις, Λαπαθιώτης | Με ετικέτα: , , , , | 101 Σχόλια »

Η κάμπια η Καραφατμέ

Posted by sarant στο 30 Σεπτεμβρίου, 2020

Μέσα στην πανδημία, τα ζοφερά νέα και τις διεθνείς εντάσεις, μια κάμπια κατάφερε ν’ αποσπάσει για λίγο τα φώτα της δημοσιότητας και να κερδίσει το δεκαπεντάλεπτο προβολής που ο καθένας μας φιλοδοξεί ν’αποκτήσει τη σήμερον ημέρα.

Μια κάμπια, μα ποια κάμπια; Όχι όποια κι όποια, αλλά η κάμπια η Καραφατμέ, ή τουλάχιστον αυτό το καταπληκτικό όνομα επικαλέστηκε ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Αθηναίων σε πρόσφατη ραδιοφωνική του συνέντευξη: «Το γκαζόν προσβλήθηκε από «καραφατμέ», έτσι λέγεται το είδος της κάμπιας».

Η Καραφατμέ λοιπόν φταίει που ξεράθηκε το γκαζόν της πολυδιαφημισμένης αναπλασμένης Ομόνοιας, και όχι η αποτισιά. Αλλά ποια είναι η Καραφατμέ; Δάκτυλος τουρκικός; Πράκτορας της ΜΙΤ που έχει αρχίσει τη δολιοφθορά; Έρχεται και αυτή από το Γενί Τζαμί;

Το παντεποπτικό Γκουγκλ μάς παραπέμπει σε ανθοκομική σελίδα, όπου μαθαίνουμε ότι οι Αγρότιδες ή  Καραφατμέ ή Κοφτοσκούληκα (Agrotis segetum, Agrotis ypsilon) «προσβάλλουν  πολλές καλλιέργειες, συνηθέστερα το βαμβάκι, τα τεύτλα, τον αραβόσιτο, την πατάτα, τον καπνό, τα ψυχανθή. Πρόσφατα δημιούργησαν σημαντικά προβλήματα και σε χλοοτάπητες, ιδιαίτερα σε έτοιμους». Σαν να ταιριάζει η περιγραφή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Βάρναλης, Επικαιρότητα, Ζωολογία, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , | 168 Σχόλια »